ÐåæÜ

Ðïßçóç-Ìýèéá

Ï Dali & Åãþ

ÈÝáôñï-ÄéÜëïãïé

Äïêßìéá

Ó÷üëéá-Áñèñá

ËáïãñáöéêÜ

ÅíäéáöÝñïíôåò

ÊëáóóéêÜ

Áñ÷áßá Åëë Ãñáìì

ÄéáóêÝäáóç

ÐéíáêïèÞêç

ÅéêáóôéêÜ

Ðáãê. ÈÝáôñï

Ðëçñ-Ó÷ïë-Åðéêïéí.

Öáíôáóôéêü

Åñ. Ëïãïôå÷íßá

Ãëõðô./Áñ÷éô.

ÊëáóóéêÜ ÉÉ

 
 

ÊëáóóéêÜ 

Dickens Charles John Huffman: Ðáñáìýèé Ìå Óçìáóßá

  Βιογραφικü

     Ο Ντßκενς (ψευδ. Boz) Þταν ¢γγλος μυθιστοριογρÜφος και θεωρεßται ο μεγαλýτερος της ΒικτωριανÞς περιüδου. Τα Ýργα του χαρακτηρßζονται απü τις επιθÝσεις του ενÜντια στα κοινωνικÜ δεινÜ, την αδικßα και την υποκρισßα. Η φτþχεια που βßωσε στη παιδικÞ ηλικßα και τα αισθÞματα εγκατÜλειψης (αν κι οι πτυχÝς της ζωÞς του Þταν Üγνωστες στους αναγνþστες του και μαθεýτηκαν μüνο μετÜ το θÜνατü του) αποτÝλεσαν μεγÜλη επιρροÞ στις μετÝπειτα απüψεις του "για τη κοινωνικÞ μεταρρýθμιση και τον κüσμο" που θα δημιουργÞσει μÝσω της φαντασßας του. Οι χαρακτÞρες του Üλλοτε καλοß, Üλλοτε κακοß κι Üλλοτε κωμικοß απεικονßζονται πολý ζωντανÜ στα Ýργα του, üπως ο σκληρüς και τσιγκοýνης Σκρουτζ, ο επßδοξος συγγραφÝας Δαβßδ Κüπερφιλντ Þ η Ýμπιστη κι αθþα κ. Πßκγουικ, κι Ýχουν συναρπÜσει γενεÝς και γενεÝς αναγνωστþν.
     Ο ΚÜρολος Τζον Χüφμαν Ντßκενς (Charles John Huffman Dickens) üπως Þταν ολüκληρο το üνομÜ του γεννÞθηκε στις 7 ΦλεβÜρη 1812 (στην οδü Mile End Terrace 387) στο ΛÜντπορτ, Ýνα προÜστιο του Πüρτσμουθ στην Αγγλßα. ΠατÝρας του Þταν ο Τζον υπÜλληλος του Πολεμικοý Ναυτικοý, ενþ μητÝρα του Þταν η ΕλισÜβετ,το γÝνος ΜπÜροου (Barrow). Εßχε επßσης μια μεγαλýτερη αδελφÞ κι Üλλα 6 αδÝλφια. Το 1814, ο πατÝρας του αναπüλησε το Λονδßνο κι Ýτσι η οικογÝνεια εγκαταστÜθηκε εκεß, αλλÜ το 1816 μετακüμισαν για δεýτερη φορÜ, στο Chatham.
     Σα παιδß Þταν αδηφÜγος αναγνþστης συγγραφÝων üπως οι, ΧÝνρυ Φßλντινγκ, ΝτÜνιελ Νταφüε κι ¼λιβερ Γκüλντσμιθ. ΜÜλιστα, üταν φοιτοýσε στο σχολεßο Þταν Ýξυπνος μαθητÞς. Μαζß με τα αδÝρφια του παßζανε παιχνßδια προσποßησης, απÜγγελλαν ποιÞματα, τραγουδοýσαν και δημιουργοýσαν θεατρικÝς παραστÜσεις. ¼λα αυτÜ τα ενδιαφÝροντα πρÜγματα Ýμελλαν να πυροδοτÞσουν τη δια βßου αγÜπη του για το θÝατρο.
     Το 1821, üταν Þταν 9 ετþν, η οικογÝνειÜ του αντιμετþπισε σοβαρü οικονομικü πρüβλημα. Οι μεταρρυθμßσεις κι οι περικοπÝς στο Βρετανικü Ναυαρχεßο εßχαν ως αποτÝλεσμα ο πατÝρας του Τζον να χÜσει τη θÝση του και το μεγαλýτερο μÝρος του εισοδÞματüς του. Για να μειþσουν το κüστος, οι γονεßς του αποφÜσισαν να μετακομßσουν σε ευτελÝς κατÜλυμα σε Ýνα σκοτεινü δρüμο στο Camden, αλλÜ αμÝσως μετÜ ο πατÝρας του απολýθηκε κι Ýτσι Ýχασε και το μεγαλýτερο μÝρος του εισοδÞματüς του. Οι δικοß του δε μποροýσαν να αντÝξουν οικονομικÜ και σýντομα βρÝθηκαν χρεωμÝνοι. Αυτü εßχε ως αποτÝλεσμα στις 20 ΦλεβÜρη 1824 ο Τζον Ντßκενς να συλληφθεß για χρÝη και να οδηγηθεß στις φυλακÝς Marshalsea του Λονδßνου. Τüτε üλη η οικογÝνεια εγκαταστÜθηκε μαζß του φυλακÞ (üπως συνηθιζüταν εκεßνη την εποχÞ), εκτüς απü τον ΚÜρολο ο οποßος σε ηλικßα μüλις 12 ετþν υποχρεþθηκε να αφÞσει το σχολεßο και να εργαστεß για ορισμÝνους μÞνες στο εργοστÜσιο βερνικιþν Warren's (τοποθετþντας ετικÝτες σε μπουκÜλια) κερδßζοντας 6 σελßνια τη βδομÜδα προκειμÝνου να συμβÜλλει στη στÞριξη των δικþν του.
     Ζοýσε σε οικοτροφεßο στη πüλη ΚÜμπντεν και σε καθημερινÞ βÜση πÞγαινε στη δουλειÜ του με τα πüδια, ενþ τις ΚυριακÝς επισκεπτüταν την οικογÝνειÜ του στη φυλακÞ. Οι συνθÞκες εργασßας για üλους τους εργαζομÝνους στα εργοστÜσια της βικτωριανÞς Αγγλßας Þταν εξαιρετικÜ Üσχημες. Ο μισθüς Þταν πολý χαμηλüς κι οι þρες εργασßας πολλÝς. Η υποβÜθμιση κι η μιζÝρια της εργασßας που επικρατοýσε στο εργοστÜσιο επηρÝασε βαθιÜ τη ψυχÞ του μικροý ΚÜρολου. Ως ενÞλικας ο Ντßκενς δεν Üντεχε να μιλÜ γι' αυτü το περιστατικü. Ωστüσο, πολλÜ απü τα Ýργα του παραπÝμπουν στην κακοποßηση που υπÝστησαν τα φτωχÜ παιδιÜ στα εργοστÜσια της βικτωριανÞς εποχÞς.
     Στις 28 ΜÜη του ιδßου Ýτους ο Τζον αποφυλακßστηκε κι η οικογÝνεια πÞγε πßσω στο ΚÜμντεν. Τη περßοδο 1824-1827 (μετÜ την αποφυλÜκιση του πατÝρα) ο Τζον αποφÜσισε üτι ο γιος του Ýπρεπε να συνεχßσει τις μελÝτες του και γι' αυτü τον Ýστειλε σε δημüσιο σχολεßο, το Wellington üπου ο ΚÜρολος περνοýσε τις μÝρες του μαθαßνοντας αγγλικÜ, γαλλικÜ, λατινικÜ, γραφÞ και μαθηματικÜ. Απü το 1827 Ýως το 1828 διετÝλεσε υπÜλληλος σε Ýνα δικηγορικü γραφεßο και στη συνÝχεια εργÜστηκε ως στενογρÜφος και πρακτικογρÜφος στη ΒουλÞ. Aπεχθανüταν την εργασßα αυτÞ και μεγÜλωσε αποφασισμÝνος να αλλÜξει προς το καλýτερο τη ζωÞ του. ¸τσι επεδßωξε να γßνει δημοσιογρÜφος. ΚατÜ τη διÜρκεια αυτÞς της περιüδου αρχßζει να συχνÜζει σε διÜφορα θÝατρα του Λονδßνου.
     Σε ηλικßα 19 ετþν ýστερα απü αßτηση αποκτÜ εισιτÞριο αναγνþστη στο Βρετανικü Μουσεßο üπου με ιδιαßτερη προθυμßα διÜβαζε Ýργα του Σαßξπηρ καθþς και την Ιστορßα της Αγγλßας του Γκολντσμιθ. Το 1830 γνωρßζει κι ερωτεýεται τη Maria Beadnell, κüρη τραπεζßτη κι Üρχισε να τη φλερτÜρει. Ωστüσο, οι γονεßς της Μαρßας τον αποδοκßμασαν επειδÞ τονε θεωροýσανε πολý νÝο κι ανεýθυνο κι Ýτσι απαγüρεψαν στη κüρη τους να τον βλÝπει. Το φλερτ τους Ýτσι, Ýληξε Üδοξα το 1833.
     Στις αρχÝς της δεκαετßας του 1830 ο Ντßκενς κατÜφερε να βρει μüνιμη απασχüληση σε μια εφημερßδα του Λονδßνου ως δημοσιογρÜφος. Με την ιδιüτητα αυτÞ Ýπρεπε να γυρßζει τη χþρα προκειμÝνου να καλýψει τα διÜφορα γεγονüτα που συνÝβαιναν. ¹ταν δýσκολο και κουραστικü Ýργο επειδÞ Ýπρεπε να ταξιδεýει με τα πüδια εκατοντÜδες χιλιüμετρα σε ανþμαλο οδüστρωμα. Ωστüσο, η δουλειÜ του ρεπüρτερ αποδεßχθηκε πολýτιμη για την μετÝπειτα καριÝρα του ως μυθιστοριογρÜφου, καθþς ερχüταν σε επαφÞ με üλους τους τýπους ανθρþπων και κοινωνικþν θÝσεων. ¸τσι Ýγινε ακριβÞς παρατηρητÞς της ανθρþπινης συμπεριφορÜς κι ιδιομορφßας που συνÜμα του Ýδωσε υλικü για δημιουργßα των εξαßσιων, φανταστικþν χαρακτÞρων του.

  

     Η καριÝρα του ως συγγραφÝας μυθιστορημÜτων ξεκßνησε το 1833 üταν μικρÜ διηγÞματα και δοκßμιÜ του δημοσιεýτηκαν στο "Monthly Magazine". Ακολοýθησαν κι Üλλα κεßμενα, üμως στην αρχÞ δε πληρωνüταν επειδÞ το περιοδικü δε μποροýσε να αντÝξει οικονομικÜ. Τα Üρθρα του νεαροý ΚÜρολου Üρχισαν να γßνονται γνωστÜ με αποτÝλεσμα Ýνα Üλλο περιοδικü, το "Evening Chronicle" να τον προσλÜβει ως δημοσιογρÜφο και ταυτüχρονα ως συγγραφÝα. Στο περιοδικü ο Ντßκενς κÝρδιζε 5 γκινÝες τη βδομÜδα κι αυτü σε ηλικßα μüλις 21 ετþν.  Το 1834 υιοθÝτησε το ψευδþνυμο Μποζ. Το ßδιο Ýτος ο πατÝρας του συνελÞφθη πÜλι για χρÝη κι ο ΚÜρολος τον βοÞθησε. Για πολλÜ χρüνια αργüτερα οι γονεßς και μερικÜ απü τα αδÝλφια του στρÝφονταν σε κεßνον για οικονομικÞ βοÞθεια.
     Το 1835 γνωρßζει κι αρραβωνιÜζεται τη Catherine Hogarth κüρη του φßλου του George Hogarth που Þταν συντÜκτης στο περιοδικü "Evening Chronicle". Το 1836 τα κεßμενα που Ýγραψε για το "Evening Chronicle" συλλÝχθηκαν και δημοσιεýθηκαν υπü τον τßτλο Σκßτσα του Μποζ (Sketches by Boz). Στις 2 Απρßλη 1836 παντρεýτηκε τη Catherine Hogarth στο St. Luke στο ΤσÝλσι και το ßδιο Ýτος Ýγινε συντÜκτης του "Bentley's Miscellany" üπου και δημοσιεýει (ΔεκÝμβρης) τη 2η σειρÜ των "Σκßτσων Του Boz". Επßσης συνÜντησε τον John Forster, που θα γßνει στενüς φßλος καθþς κι ο πρþτος βιογρÜφος του.
     Τη περßοδο 1836-7 δημοσιεýονται τα "¸γγραφα Πßκγουικ" (Pickwick Papers) σε συνÝχειες. ΜετÜ απü την επιτυχßα τους ξεκßνησε μια παραγωγικÞ κι εμπορικÜ επιτυχημÝνη περßοδος της ζωÞς του ως συγγραφÝα. Τα περισσüτερα απü τα μυθιστορÞματα του δημοσιεýτηκαν για πρþτη φορÜ σε συνÝχειες σε μηνιαßα περιοδικÜ, καθþς αυτü αποτελοýσε μια κοινÞ πρακτικÞ της εποχÞς.
     Το 1837 η νεüτερη αδελφÞ της συζýγου του, Μαßρη εγκαταστÜθηκε στο σπßτι του ζεýγους, αλλÜ αρρþστησε και πÝθανε λßγους μÞνες μετÜ σε ηλικßα 17 ετþν στην αγκαλιÜ του Ντßκενς. ΣχετικÜ με αυτü το θÝμα ορισμÝνοι βιογρÜφοι Ýχουν υποψßες üτι Ýτρεφε αισθÞματα αγÜπης για την αδερφÞ της γυναßκας του. ΜετÜ το θÜνατο της Μαßρης το ζευγÜρι θÝλησε να βρει λßγη ηρεμßα κι Ýτσι Üρχισαν να ταξιδεýουν σε διÜφορα μÝρη της Αγγλßας. Αφοý παραιτÞθηκε απü το Bentley’s το 1839 μετακüμισαν στο Devonshire Terrace στο Regent's Park. Σε αυτÞ τη περßοδο Üρχισε να γρÜφει τα σημαντικüτερα βιβλßα του.
     Ο "¼λιβερ Τουßστ" (Oliver Twist-1837) απεικονßζει τον υπüκοσμο του Λονδßνου και αφηγεßται την ιστορßα του ορφανοý ¼λιβερ και τις Üθλιες συνθÞκες στα πτωχοκομεßα της βικτωριανÞς εποχÞς. Ο Ντßκενς χρησιμοποιεß τους χαρακτÞρες και τις καταστÜσεις για να κÜνει Ýνα αιχμηρü κοινωνικü σχüλιο. Επιτßθεται στην υποκρισßα και στα ελαττþματα των θεσμικþν οργÜνων, συμπεριλαμβανομÝνης της κυβÝρνησης της κοινωνßας των πολιτþν του, των νüμων της και του ποινικοý συστÞματος, καθþς και τις μεθüδους του για την αντιμετþπιση των φτωχþν ανθρþπων. Εßναι ενδιαφÝρον üτι δεν προτεßνει κÜποια λýση, αλλÜ δßνει Ýμφαση στην ταλαιπωρßα που προκαλεßται απü τα συστÞματα αυτÜ και στη βαθιÜ αδικßα τους. Το 1839 ακολοýθησε ο Νßκολας Νßκλεμπυ (Nicholas Nickleby) στο οποßο ο συγγραφÝας μας ταξιδεýει στα διαβüητα οικοτροφεßα στο ΓιορκσÜιρ για να κÜνει Ýρευνα η οποßα ασχολεßται με την κακομεταχεßριση των παιδιþν που αποστÝλλονται σε αυτÜ τα σχολεßα. Αν και το κεντρικü θÝμα εßναι αρκετÜ σοβαρü, ωστüσο ο Ντßκενς αναμιγνýει και μερικÝς απü τις καλýτερες κωμικÝς πινελιÝς της γραφÞς του. Το βιβλßο κυκλοφüρησε μεταξý 1838-1839. Το επüμενο βιβλßο του Þταν Το παλαιοπωλεßο (The old curiosity shop) 1840-1841, και ακολοýθησετο ΜπÜρναμπι Ρατζ (Barnaby Rudge) το 1841. Το 1842 το ζεýγος συνεχßζοντας τα ταξßδια πηγαßνει στις ΗΠΑ και στον ΚαναδÜ. Εκεß εμπνεýστηκε το αμφιλεγüμενο βιβλßο του "ΑμερικανικÝς Σημειþσεις" (American Notes).
     ΚÜτι που ßσως δεν Ýχει γßνει ευρýτερα γνωστü εßναι πως ο Ντßκενς καθþς λÜτρευε το θÝατρο, Þθελε να γßνει ηθοποιüς. Αν δεν αδιαθετοýσε το πρωινü μιας προγραμματισμÝνης ακρüασης στο Κüβεντ ΓκÜρντεν Θßατερ (Covent Garden theate) στις αρχÝς της δεκαετßας του 1830, μπορεß να εßχε κÜνει καριÝρα στη σκηνÞ. Αφοý πÝρασαν αρκετÜ χρüνια που βρισκüταν μακριÜ απü τη σκηνÞ, του δüθηκε η ευκαιρßα να πραγματοποιÞσει το παλιü του üνειρο: συμφþνησε να διευθýνει και να παßξει σε 3 θεατρικÜ Ýργα στο χρονικü διÜστημα που βρισκüταν στο Μüντρεαλ το 1842. Η επιτυχßα που εßχε κει, αναζωπýρωσε την αγÜπη του για το θÝατρο. Μüλις επÝστρεψε στο Λονδßνο, συγκÝντρωσε μερικοýς φßλους προκειμÝνου να παßξει στο Ýργο του Μπεν Τζüνσον "ΚÜθε ¢νθρωπος & Το Χιοýμορ του" για φιλανθρωπικοýς σκοποýς, που Ýκανε τερÜστια επιτυχßα. ΑυτÝς οι ερασιτεχνικÝς θεατρικÝς παραστÜσεις συνεχιστÞκανε στη πορεßα του Ντßκενς ως παγκοσμßου φÞμης συγγραφÝα.
     Δοýλεψε ακοýραστα ως ηθοποιüς και διευθυντÞς σκηνÞς κι üπως ο φßλος του Τζον Φüρστερ εßχε αναφÝρει: "συχνÜ προσÜρμοζε τα σκηνικÜ με τη βοÞθεια ξυλουργοý, ενþ επινοοýσε κοστοýμια, Ýφτιαχνε αφßσες και επÝβλεπε το σýνολο της παραγωγÞς των παραστÜσεων" . Πολλοß απü τους φßλους και συνεργÜτες του στις τÝχνες, συμπεριλαμβανομÝνων των Φüρστερ, ΝτÜγκλας ΤζÝρολντ, Τζον Λι, Μαρκ Λεμον, Ογκαστ Εγκ κ.α., συμμετεßχαν σε αυτÝς τις θεατρικÝς παραστÜσεις που πραγματοποιÞθηκαν σε üλη τη Βρετανßα. Αυτü συνεχßστηκε μÝχρι το θÜνατü του.

  

     Το 1843 ταξßδεψε με την οικογÝνειÜ του στην Ιταλßα κι εγκαταστÜθηκε στη ΓÝνοβα για Ýνα Ýτος κατÜ το οποßο Ýγραψε τις Εικüνες Απü την Ιταλßα (Pictures From Italy) το 1846. Τα 1843-5 Ýγραψε τα "Βιβλßα Των ΧριστουγÝννων". Πρüκειται για μια συλλογÞ απü 5 ιστορßες: "Μια ΧριστουγεννιÜτικη Ιστορßα" (A Christmas Carol), Ýνα απü τα πιο αγαπημÝνα βιβλßα του συγγραφÝα üπου παρακολουθοýμε τον τσιγκοýνη Εμπενßζερ Σκροýτζ και το μÜθημα που παßρνει. Ο Ντßκενς στην ουσßα μÝσα απü αυτÞν την ιστορßα κατηγορεß τη τερÜστια ταξικÞ διαστρωμÜτωση της βικτωριανÞς Αγγλßας, τον εγωισμü των πλουσßων και -εμμÝσως- τους Üθλιους Νüμους που κρατοýν χαμηλÜ την κατþτερη τÜξη. Ο Σκρουτζ εßναι το προφανÝς σýμβολο του πλοýσιου και Üπληστου της βικτοριανÞς εποχÞς, ενþ ο Μπομπ ΚρÜτσιτ (ο υπÜλληλος του Σκροýτζ) εκπροσωπεß τους φτωχοýς εργαζüμενους. Ο Ντßκενς ενþ υπερβαßνει συναισθηματικÜ με τα πορτρÝτα που δημιουργεß, συγχρüνως αποκαλýπτει το υπογÜστριο της πüλης. Τα επüμενα τÝσσερα βιβλßα της συλλογÞς Þταν:  Οι καμπÜνες (The Chimes), Ο Γρýλλος στο τζÜκι (The Cricket on the Hearth ),  Η μÜχη της ζωÞς (The Battle of Life) κι Ο στοιχειωμÝνος Üνθρωπος (αυτοβιογραφικü κομμÜτι) (The Haunted Man). Ο Ντßκενς εßχε αποκτÞσει Ýνα αναγνωστικü κοινü που περßμενε με ανυπομονησßα επüμενα Ýργα του. ΜÝχρι το 1847 ο Ντßκενς ταξßδευε με τους δικοýς του του απü την Ιταλßα και την Γαλλßα μÝχρι και την Ελβετßα.

  
Γκραβοýρα John Leech, κοσμεß τη 1η Ýκδ. της "ΧριστουγεννιÜτικης Ιστορßας" Chapman & Hall, 1843.

     Το 1847, ενþ βρισκüταν ακüμη στην Ελβετßα ο Ντßκενς Üρχισε να γρÜφει το Ντüμπι και Υιüς (Dombey and Son), το οποßο διÞρκεσε μÝχρι τον Απρßλιο του 1848. Το 1848 ο στοιχειωμÝνος ÜνθρωποςσκηνοθετÞθηκε και παßχτηκε σε διÜφορες ερασιτεχνικÝς θεατρικÝς παραστÜσεις, το οποßο αποτελοýσε μια απü τις 5 ιστορßες των Βιβλßων των ΧριστουγÝννων.
     Το 1849 Ýγραψε τον Δαβßδ Κüπερφηλντ (David Copperfield), Ýνα εξαιρετικü Ýργο (χρησιμοποιοýνται προσωπικÝς του εμπειρßες απü την εργασßα σε Ýνα εργοστÜσιο) üπου στην αφÞγηση της ιστορßας του παιδιοý Δαβßδ ο Ντßκενς εμφανßζει τη μοναδικÞ ικανüτητÜ του να κÜνει τον αναγνþστη να δει μÝσα απü τα μÜτια του παιδιοý, συλλαμβÜνοντας την πεμπτουσßα της παιδικÞς ηλικßας. ΚατÜ το ßδιο Ýτοςο Ντßκενς Ýγινε ο ιδρυτÞς και εκδüτηςτου εβδομαδιαßου περιοδικοý Household Words, το οποßο σημεßωσε μεγÜλη επιτυχßα και το επιμελÞθηκε μÝχρι το θÜνατü του.
     Το 1851 ολοκλÞρωσε το ¸ρημο σπßτι (Bleak House) το οποßο ανÞκει στα μεγÜλα του Ýργα της κοινωνικÞς κριτικÞς. Το μυθιστüρημα επικεντρþνεται γýρω απü μια δßκη, η κλασικÞ περßπτωση των Jarndyce και Jarndyce, η οποßα επηρεÜζει üλους üσους Ýρχονται σε επαφÞ με αυτÞν. ΜεγÜλο μÝρος της ιστορßας αποτελεß η αφÞγηση -σε πρþτο πρüσωπο- απü μια νεαρÞ γυναßκα την Esther Summerson, νüθα κüρη της υπερÞφανης Λαßδης Dedlock και του Hawdon Captain. Ο χαρακτÞρας του ΧÜρολντ Skimpole, ενüς ανεýθυνου και ακüλαστου τεμπÝλη, λÝγεται üτι δημιουργÞθηκε με βÜση τον ποιητÞ και δημοσιογρÜφο Leigh Hunt.
     Το 1853 περιüδευσε στην Ιταλßα με τους Augustus Egg και Wilkie Collins üπου Ýδωσε κατÜ την επιστροφÞ του στην Αγγλßα, την πρþτη απü τις πολλÝς δημüσιες αναγνþσεις των δικþν του Ýργων. Το Δýσκολοι καιροß (Hard Times) Üρχισε να εμφανßζεται σε εβδομαδιαßα βÜση απü το δικü του περιοδικü το1854, και συνεχßστηκε μÝχρι τον Αýγουστο του ßδιου Ýτους. Τον Οκτþβριοτου 1855ο Ντßκενς και οι δικοß του Ýφτασαν στο Παρßσι üπου ο Ντßκενς Üρχισε να γρÜφει τη ΜικρÞ Ντüριτ(Little Dorrit). Σε αυτü το βιβλßο οι παιδικÝς αναμνÞσεις του Ντßκενς σχετικÜ με τη φυλÜκιση του πατÝρα του λüγω χρÝους αποτελεß το επßκεντρο του κεντρικοý του ÞρωÜ του, Γουßλιαμ Ντüριτ. Ο Ντßκενς θÝτει το μυθιστüρημα στη δεκαετßα του 1820, περßπου την εποχÞ üπου ο πατÝρας του Þταν Ýγκλειστος στις φυλακÝς Marshalsea, αλλÜ ουσιαστικÜ αγνοεß αυτü το χρονικü διÜστημα υπÝρ του παρüντος (μÝσα του 1850), εισÜγοντας πολλοýς αναχρονισμοýς. Το θÝμα της φυλÜκισης, τüσο απü σωματικÞς üσο και απü ψυχολογικÞς διÜστασης μεταφÝρεται Ýντονα σε üλο το μυθιστüρημα.
     Το 1856 ο Ντßκενς κι ο Wilkie Collins συνεργÜστηκαν σε Ýνα θεατρικü Ýργο, το The Frozen Deep, Το ßδιο Ýτος ο Ντßκενς αγüρασε τον λüφο Gad Ýνα κτÞμα που θαýμαζε απü τüτε που Þταν παιδß και που αποτÝλεσε την τελευταßα του κατοικßα. Αυτüς ο λüφος βρισκüταν κοντÜ στο Ρüτσεστερ στην κομητεßα του Κεντ.Τον Αýγουστο του 1857 η θεατρικÞ εταιρεßα του Ντßκενς ανÝβασε το The Frozen Deep για τη Βασßλισσα. Τüτε Þταν που μια νεαρÞ ηθοποιüς ονüματι Ellen Ternan Ýλαβε μÝρος στη διανομÞ των ρüλων για το Ýργο. Ο Ντßκενς μüλις τη γνþρισε την ερωτεýτηκε.
     Ενþ επαγγελματικÜ πÞγαινε πολý καλÜ, το αντßθετο συνÝβαινε στη προσωπικÞ του ζωÞ. Τα πρþτα χρüνια του γÜμου τους ο ΚÜρολος κι η ΚÜθριν Þτανε προφανþς αρκετÜ ευχαριστημÝνοι, Þταν ερωτευμÝνος με τη νÝα σýζυγü του, ενþ κι εκεßνη Þτανε πολý περÞφανη για το διÜσημο σýζυγü της. Ωστüσο, με το πÝρασμα των χρüνων ο Ντßκενς Ýνιωθε δυσαρεστημÝνος απü το γÜμο του. Αφενüς αγανÜκτησε με το γεγονüς οι εßχαν αποκτÞσει 10 παιδιÜ (αυτü το θεþρησε ως σφÜλμα της γυναßκας του) κι αφετÝρου Üρχισε να νιþθει πως εκεßνη δεν Þτανε ποτÝ πνευματικÜ ßση του. ¸τσι, χþρισαν το 1858 επειδÞ κυκλοφοροýσαν φÞμες για τις απιστßες του. Καθþς το διαζýγιο Þτανε σπÜνιο κεßνες τις εποχÝς παρÝμειναν παντρεμÝνοι, αλλÜ ζοýσανε χþρια. Ο Ντßκενς σýναψε δεσμü με την ηθοποιü ¸λεν ΤÝρναν το 1857 (ο οποßος παρÝμεινε κρυφüς μÝχρι το θÜνατü του). Η ¸λεν Þταν μüλις 18 ετþν ενþ ο Ντßκενς 45. Δεν εßναι σαφÝς αν Ýζησαν μαζß αλλÜ εßχανε σχÝση για 13 χρüνια κι üταν εκεßνος πÝθανε, της Üφησε μια ιδιαßτερη μερßδα του κτÞματüς του.
     Το 1859 ο Ντßκενς συνÝχισε τις αναγνþσεις του στο Λονδßνο, ενþ Ýγραψε το Ιστορßα δýο πüλεων (A Tale of Two Cities) που δημοσιεýτηκε στο καινοýργιο περιοδικü "¼λες οι εποχÝς του Ýτους". Η ιδÝα γι' αυτü το βιβλßο προÞλθε απü δýο κýριες πηγÝς. Ο Ντßκενς πÜντα ενδιαφερüταν για την αλληλεπßδραση μεταξý των ατüμων και της κοινωνßας και παρÜλληλα, του κινÞθηκε το ενδιαφÝρον για το βιβλßο του Τüμας ΚαρλÜιλ η ΓαλλικÞ ΕπανÜσταση.Εßδε ομοιüτητες μεταξý των δυνÜμεων που οδÞγησαν στην επανÜσταση και της καταπßεσης και των αναταραχþν που συνÝβαιναν στην Αγγλßα την εποχÞ του. Αν και υποστÞριξε τους ανθρþπους που επαναστÜτησαν ενÜντια στην τυραννßα, η βßα που χαρακτÞριζε τη ΓαλλικÞ ΕπανÜσταση τον προβλημÜτισε.
     Το 1860-1861 Ýγραψε τις ΜεγÜλες προσδοκßες (Great Expectations), Ýνα απü τα μεγαλýτερα και πολυπλοκüτερα μυθιστορÞματÜ του κι Ýχει στοιχεßα αυτοβιογραφικÜ. Εδþ ο Ντßκενς χρησιμοποιεß μια εξελιγμÝνη γλþσσα üπου στÞνει μια σαφÞ εικüνα του προφßλ των χαρακτÞρων και των ιστορικþν στοιχεßων του μυθιστορÞματος. Οι μεγÜλες προσδοκßες εßναι η ιστορßα του ορφανοý Philip Pirrip αποκαλοýμενου «σπüρου», που περιγρÜφει τις πρþτες ημÝρες ζωÞς του: απü την παιδικÞ ηλικßα στην ενηλικßωση üπου ο πρωταγωνιστÞς προσπαθεß, κατÜ τη διÜρκεια του μυθιστορÞματος να γßνει τζÝντλεμαν.
     Το 1861 ξεκßνησε Üλλη μια σειρÜ δημüσιων αναγνþσεων στο Λονδßνο, που διÞρκεσαν μÝχρι τα μÝσα του 1862. Το 1863, Ýκανε δημüσιες αναγνþσεις τüσο στο Παρßσι üσο και το Λονδßνο. Το 1864 γρÜφει και δημοσιεýει το Ο κοινüς μας φßλος(Our mutual friend) που εμφανßστηκε μηνιαßα Ýως το ΝοÝμβριο του 1865. Η υπüθεση αναφÝρεται σχετικÜ με τις επιπτþσεις της απληστßας και της διαφθορÜς που φÝρνουν τα χρÞματα. Εκεßνο το Ýτος ο Ντßκενς Þταν σε κακÞ κατÜσταση υγεßας, γεγονüς που οφειλüταν σε μεγÜλο βαθμü απü συνεχÞ υπερκüπωση.
     Το 1865, Ýνα περιστατικü που συνÝβη στον Ντßκενς εßχε ως αποτÝλεσμα να διαταραχθεß σε μεγÜλο βαθμü τüσο ψυχολογικÜ üσο και σωματικÜ: ο Ντßκενς κι η ¸λεν ΤÝρναν επιστρÝφοντας απü τις διακοπÝς τους τραντÜχτηκαν Üσχημα σε Ýνα ατýχημα με τον σιδηρüδρομο, στο οποßο Ýνας μεγÜλος αριθμüς επιβατþν τραυματßστηκε. Το 1866 o Ντßκενς πραγματοποßησε μια μεγÜλη σειρÜ απü δημüσιες αναγνþσεις, αυτÞ τη φορÜ σε διÜφορες περιοχÝς της Αγγλßας και της Σκωτßας, ενþ ακüμα περισσüτερες δημüσιες αναγνþσεις στην Αγγλßα και την Ιρλανδßα πραγματοποιÞθηκαν το Ýτος1867. Ο Ντßκενς παρüλο που δεν αισθανüταν ιδιαßτερα καλÜ απü πλευρÜς υγεßας, ωστüσο πßεζε αρκετÜ τον εαυτü του, λειτουργþντας αντßθετα απü τις συμβουλÝς του ιατροý του. Προς τα τÝλη του 1867 ξεκßνησε καινοýργια περιοδεßα απü τις δημüσιες αναγνþσεις του στις ΗνωμÝνες Πολιτεßες, η οποßα συνεχßστηκε και το 1868. Το 1868 ολοκληρþνει την τουρνÝ των αναγνþσεþν του στις ΗΠΑ. Η υγεßα του επιδεινþνεται, αλλÜ παρ' üλα αυτÜ γßνεται διευθυντÞς του εβδομαδιαßου περιοδικοý"All the Year Round".
     ΚατÜ τη διÜρκεια του 1869, συνÝχισε τις δημüσιες αναγνþσεις του σε Αγγλßα, Σκωτßα και Ιρλανδßα, μÝχρι που τελικÜ κατÝρρευσε, üπου παρουσßασε συμπτþματα Þπιου εγκεφαλικοý επεισοδßου. ΑναγκÜστηκε να ακυρþσει ορισμÝνες αναγνþσεις που θα πραγματοποιοýσε στην επαρχßα, αλλÜ ξεκßνησε να γρÜφει το τελευταßο του βιβλßο Το μυστÞριο του Εντουιν Ντρουντ (Mystery of Edwin Drood), το οποßο δεν πρüλαβε να ολοκληρþσει.
     Οι τελευταßες δημüσιες αναγνþσεις που πραγματοποßησε Ýλαβαν χþρα στο Λονδßνο το 1870, üμως υπÝστη Ýνα Üλλο εγκεφαλικü επεισüδιο στις 8 Ιουνßουκαι πÝθανε την επüμενη ημÝρα. ΘÜφτηκε στο Αβαεßο του ΓουÝστμινστερ στις 14 Ιουνßου, και το τελευταßο επεισüδιο του ατÝλειωτου μυστÞριου του ¸ντουιν Ντρουντ δημοσιεýτηκετο ΣεπτÝμβριο του ßδιου Ýτους.Ο Ντßκενς εßχε εκφρÜσει την επιθυμßα του να θαφτεß üπως εßπε: "χωρßς τυμπανοκρουσßες, με Ýναν φθηνü, λιτü κι αυστηρÜ ιδιωτικü τρüπο", σε Ýνα μικρü νεκροταφεßο στο Ρüτσεστερ, αλλÜ το ¸θνος δεν το επÝτρεψε. Στο Αβαεßο του Γουεστμßνστερ, τα λουλοýδια απü χιλιÜδες θαυμαστÝς του ξεχεßλισαν τον ανοικτü τÜφο. ΑνÜμεσα στις πιο üμορφες ανθοδÝσμες Þταν πολλÝς απλÝς συστÜδες αγριολοýλουδων, τυλιγμÝνες σε κουρÝλια.
     O Ντßκενς ως πολυγραφüτατος συγγραφÝας 19ου αιþνα με διηγÞματα, θεατρικÜ Ýργα, νουβÝλες και μυθιστορÞματα στο ενεργητικü του, Ýγινε γνωστüς σε üλο τον κüσμο για τους αξιοσημεßωτους χαρακτÞρες που Ýπλασε, για την κυριüτητÜ του πεζοý λüγου στην αφÞγηση της ζωÞς τους, τις απεικονßσεις της κοινωνικÞς τÜξης καθþς και τα Þθη και τις αξßες της εποχÞς του.
     Μερικοß τον χαρακτÞρισαν ως τον καταλληλüτερο εκπρüσωπο των φτωχþν, καθþς ευαισθητοποιÞθηκε ιδιαßτερα απü την κατÜστασÞ τους και μÝσα απü τα Ýργα του υπερασπßστηκε τους καταπιεσμÝνους και τους μη Ýχοντες. Παρüλο που υπÞρχε Ýνας μικρüς αριθμüς επικριτþν του, üπως η Βιρτζßνια Γουλφ κι ο ΧÝνρι ΤζÝιμς, ωστüσο εßχε και Ýχει εκατομμýρια θαυμαστÝς απü üλο τον κüσμο οι οποßοι ακüμη και με την ανατολÞ του 21ου αιþνα διαβÜζουν με ιδιαßτερο ενδιαφÝρον τα βιβλßα του.


   (ΣΗΜ: Κι αυτü το βιü, στÞθηκε χÜρις στη Μαρßα ΑλεξιÜδου, φßλη πÜντοτε και συνεργÜτιδα ενßοτε και την ευχαριστþ ξανÜ, δημοσßως! Χ.Π.)

--------------------------------------------------------------------------------------

                                   Η Ιστορßα Του "ΚανÝνα"

     Zοýσε πλÜι σ’ Ýνα μεγαλüπρεπο ποτÜμι, πλατý και βαθý, που αδιÜκοπα κυλοýσε σιωπηλü προς Ýναν αχανÞ ανεξερεýνητο ωκεανü. ΑδιÜκοπα κυλοýσε, απü τις απαρχÝς του κüσμου. Εßχεν αλλÜξει μερικÝς φορÝς το διÜβα του κι εßχε στραφεß σε καινοýργια κανÜλια, αφÞνοντας τα παλιÜ του περÜσματα στεγνÜ και Üγονα, üμως αεßρροα κυλοýσε και θα κυλÜ πÜντοτε þσπου να πÜψει να υπÜρχει ο Χρüνος. Στο δυνατü, ανεξιχνßαστο ρεýμα του τßποτα δεν αντιστεκüταν. ΚανÝνα πλÜσμα ζωντανü, λουλοýδι, φýλλο Þ μüριο Ýμψυχης Þ Üψυχης ýλης δε ξÝφυγε ποτÝ απ' το κÜλεσμα του ανεξερεýνητου ωκεανοý. Η παλßρροια του ποταμοý προς αυτüν κατευθυνüταν, ανÞμπορη να αντισταθεß κι η παλßρροια ποτÝ δε σταματοýσε, üπως δε σταματÜ η γη να περιστρÝφεται γýρω απ’ τον Þλιο.
     Ζοýσε σ’ Ýνα πολυσýχναστο τüπο και δοýλευε σκληρÜ για να ζÞσει. Ελπßδα καμιÜ δεν εßχε πως κÜποτε θα αποκτοýσε χρÞματα αρκετÜ þστε να βγÜλει Ýστω κι Ýνα μÞνα χωρßς σκληρÞ δουλειÜ, αλλÜ, μÜρτυς μου ο Θεüς, Þταν ευχαριστημÝνος και μοχθοýσε με κÝφι.
     ¹τανε παιδß μιας τερÜστιας οικογÝνειας, που üλοι της οι γιοι κι οι κüρες κερδßζανε το καθημερινü ψωμß τους με καθημερινÞ δουλειÜ, απü την þρα που ξυπνοýσανε το πρωß þς την þρα που σωριÜζονταν στο στρþμα τους τη νýχτα. ΠÝρα απ’ αυτü το πεπρωμÝνο προσδοκßες δεν εßχε οýτε αναζητοýσε Üλλους ορßζοντες.
     ΜεγÜλη φασαρßα -κομπασμοß, τυμπανοκρουσßες, λüγοι- επικρατοýσε στη γειτονιÜ του, üμως εκεßνος δεν ανακατευüτανε μ' αυτÜ. Ο ορυμαγδüς κι οι κλαγγÝς προÝρχονταν απü την οικογÝνεια Μπßγκγουιγκ, Ýνα σüι που την ακατανüητη δραστηριüτητÜ του τη θαýμαζε πολý. ¼λοι αυτοß στÞναν αλλüκοτα αγÜλματα, απü σßδερο, μÜρμαρο, χαλκü και μπροýντζο, μπρος στη πüρτα του, πüδια κι ουρÝς αλüγων, Üξεστα φιλοτεχνημÝνων, σκοτεινιÜζανε το σπßτι του. Αναρωτιüταν τι σÞμαιναν üλα αυτÜ, χαμογελοýσε με τον τραχý καλοκÜγαθο τρüπο του και συνÝχιζε τη σκληρÞ δουλειÜ του.
     Η οικογÝνεια Μπßγκγουιγκ (που την αποτελοýσαν οι πιο επιφανεßς Üνθρωποι του τüπου και οι πιο θορυβþδεις) εßχε αναλÜβει να τον απαλλÜξει απü τον κüπο να σκÝφτεται για λογαριασμü του και να διαχειρßζεται ο ßδιος τον εαυτü του και τις υποθÝσεις του.
 -"ΑληθινÜ", εßχε πει κεßνος, "ελÜχιστο απ’ το χρüνο μου ορßζω κι αν εσεßς Ýχετε την ευγενÞ καλοσýνη να με φροντßσετε, με αντÜλλαγμα χρÞματα που θα πληρþνω" -γιατß η οικογÝνεια Μπßγκγουιγκ δεν υπÞρχε περßπτωση να αρθεß υπερÜνω χρημÜτων- "θα ανακουφιστþ και θα σας εßμαι υπüχρεως, παßρνοντας πÜντα υπ’ üψη μου üτι σεßς ξÝρετε καλýτερα".
     Εξ ου κι üλη αυτÞ η φασαρßα, οι κομπασμοß, οι τυμπανοκρουσßες, οι λüγοι κι οι Üσχημες εικüνες των αλüγων, που αναμενüταν απü εκεßνον να γονατßσει μπροστÜ τους και να τις λατρÝψει.
 -"Δε τα καταλαβαßνω üλα αυτÜ", Ýλεγε κεßνος, τρßβοντας μπερδεμÝνος το αυλακωμÝνο του μÝτωπο. "ºσως Ýχουν Ýνα νüημα, εýχομαι μüνο να μποροýσα να το βρω".
 -"Το νüημÜ τους εßναι", τον προλÜβαινε η οικογÝνεια Μπßγκγουιγκ Ýχοντας
μαντÝψει τα λüγια του, "τιμÞ και δüξα στον καλýτερο".
 -"Α!" Ýκανε αυτüς. Κι ευχαριστÞθηκε που το Üκουσε.
     ¼μως, üσο κι αν περιεργαζüταν τα αγÜλματα απü σßδερο, μÜρμαρο, χαλκü Þ μπροýντζο, δεν βρÞκε πουθενÜ κεßνο τον πανÜξιο συμπατριþτη του, γιο ενüς εμπüρου μαλλιοý απü το Γουüρκσαúρ, Þ κÜποιον Üλλο πατριþτη του απü την ßδια στüφα, οποιονδÞποτε. Δε βρÞκε κανÝναν απ’ τους ανθρþπους που η γνþση τους εßχε σþσει τον ßδιο και τα παιδιÜ του απü τρομερÝς, παραμορφωτικÝς αρρþστιες, που η τüλμη τους εßχε ελευθερþσει τους προγüνους του απ’ τα δεσμÜ της δουλοπαροικßας, που η σοφÞ τους φαντασßα εßχε προετοιμÜσει μια καινοýργια και καλýτερη ζωÞ για τους ταπεινοýς, που η δεξιοσýνη τους εßχε γεμßσει τον κüσμο των δουλευτþν με πλÞθος απü θαýματα. Αντßθετα, βρÞκε Üλλους, που απü το χÝρι τους δεν γνþρισε καλü κι Üλλους που πολý τον εßχαν βλÜψει.
 -"Ουφ!" εßπε. "Δεν τα πολυκαταλαβαßνω üλα αυτÜ".
     ¸τσι γýρισε στο σπßτι του και κÜθισε πλÜι στην πυροστιÜ, για να τα βγÜλει üλα τοýτα απ’ το μυαλü του. Το σπßτι του Þταν κρýο και γυμνü, τριγυρισμÝνο απü σοκÜκια σκοτεινÜ, üμως γι’ αυτüν Þταν πολýτιμο. Τα χÝρια της γυναßκας του εßχανε σκληρýνει απü τον μüχθο κι εßχε γερÜσει πριν την þρα της, üμως την αγαποýσε. Τα παιδιÜ του, μ’ ανασταλμÝνη την ανÜπτυξÞ τους, εßχανε σημαδευτεß απü την ανθυγιεινÞ διατροφÞ, μα στα δικÜ του μÜτια Þταν üμορφα. ΠÜνω απü κÜθε τι, ο διακαÞς πüθος που φλüγιζε τη ψυχÞ του ανθρþπου Þτανε τα παιδιÜ του να σπουδÜσουν.
 -"Αν εγþ καμιÜ φορÜ πλανιÝμαι" Ýλεγε, "γιατß μου λεßπει η γνþση, τουλÜχιστον ας μÜθουν τα παιδιÜ μου περισσüτερα για να αποφýγουνε τα λÜθη μου. Αν για μÝνα εßναι δýσκολο να δρÝψω τους καρποýς της απüλαυσης και της διδαχÞς που εßναι αποθηκευμÝνοι στα βιβλßα, εßθε κεßνα να το καταφÝρουν".
     ¼μως η οικογÝνεια Μπßγκγουιγκ ξÝσπασε σε Üγριους οικογενειακοýς καβγÜδες, διαφωνþντας για το τι Þτανε νüμιμο να διδαχτοýν τα παιδιÜ αυτοý του ανθρþπου. ¢λλοι επιμÝναν üτι πρωτεýον κι αναντικατÜστατο κι υπÝρτατο εßναι το Ýνα, Üλλοι επιμÝναν üτι πρωτεýον κι αναντικατÜστατο κι υπÝρτατο εßναι το Üλλο, κι η οικογÝνεια Μπßγκγουιγκ, μοιρÜστηκε στα δýο. Τα μÝλη της γρÜψαν φυλλÜδια, συγκÜλεσανε συνελεýσεις, απÞγγειλαν κατηγορßες, επιδüθηκαν σε αγορεýσεις και σε κÜθε λογÞς λüγους, Ýσυραν ο Ýνας τον Üλλο σε δικαστÞρια νομικÜ και δικαστÞρια εκκλησιαστικÜ, λασπολογÞσανε, γρονθοκοπηθÞκανε και ξεμαλλιαστÞκανε με ακατανüητη εχθρüτητα. Στο μεταξý, αυτüς ο Üνθρωπος, καθþς τον Ýπαιρνε για λßγο ο ýπνος το βραδÜκι δßπλα στη φωτιÜ, εßδε τον δαßμονα της ¢γνοιας να ορθþνεται μπρος του και να του κλÝβει τα παιδιÜ του. Εßδε τη κüρη του μεταμορφωμÝνη σε βαρý, ασουλοýπωτο δουλικü, εßδε τον γιο του να κατρακυλÜ στην ευτελÞ ηδυπÜθεια, τη βαναυσüτητα και το Ýγκλημα, εßδε το φως της ευφυÀας που ανÝτελλε στα μÜτια των μωρþν του να μετατρÝπεται σε πονηριÜ και καχυποψßα -τüσο που θα τα προτιμοýσε ηλßθια.
 -"Μπας και τοýτο το καταλαβαßνω καλýτερα;", Ýκανε. "¼μως νομßζω πως δεν
εßναι σωστü. ¼χι, μα το συννεφιασμÝνο Ουρανü πÜνωθÝ μου, διαμαρτýρομαι
ενÜντια σε τοýτο το κρßμα
"!

     ¼ταν ειρÞνεψε το πνεýμα του και πÜλι (αφοý το πÜθος του συνÞθως Þτανε βραχýβιο κι η φýση του Þρεμη και καλοσυνÜτη) αναλογßστηκε τις ΚυριακÝς και τις γιορτÝς του και εßδε πüση μονοτονßα και κοýραση κουβαλοýσαν και πως το μεθοκüπημα κι üλη του η ολÝθρια κουστωδßα, απÝρρεε απ’ αυτÝς. ¾στερα, πρüσπεσε στην οικογÝνεια Μπßγκγουιγκ κι εßπε:
 -"Εßμαστε Üνθρωποι του μüχθου κι Ýχω μια αμυδρÞ υποψßα μÝσα μου üτι εμεßς, οι κÜθε λογÞς Üνθρωποι του μüχθου, εßμαστε Ýτσι καμωμÝνοι -απü μια διÜνοια υπÝρτερη της δικÞς σας, üπως ταπεινÜ πιστεýω- που χρειαζüμαστε πνευματικÞ αναζωογüνηση και ψυχαγωγßα. ΚοιτÜξτε πþς ξεπÝφτουμε üταν μας τη στεροýν. ΕλÜτε! ΔιασκεδÜστε με ανþδυνα, δεßξτε μου κÜτι ωραßο, κÜντε με να ξεφýγω"!
     ¼μως, στο σημεßο αυτü, η οικογÝνεια Μπßγκγουιγκ επιδüθηκε σε μιαν οχλαγωγßα ολüτελα εκκωφαντικÞ. ¼ταν κÜποιες ελÜχιστες φωνÝς ακοýστηκαν αδýναμα, προτεßνοντας να του δεßξουν τα θαýματα του κüσμου, το μεγαλεßο της δημιουργßας, τις επιβλητικÝς αλλαγÝς του χρüνου, τα Ýργα της φýσης και την ομορφιÜ της τÝχνης -να του τα δεßξουν δηλαδÞ σε üποια περßοδο της ζωÞς του Þταν εýκαιρος να τα κοιτÜξει- ξÝσπασε ανÜμεσα στους Μπßγκγουιγκ τÝτοια βουÞ κι αντÜρα, τÝτοια κηρýγματα και τÝτοιες ικεσßες, τÝτοια παραληρÞματα και τÝτοιες αγορεýσεις, τÝτοιες βρισιÝς και τÝτοιες πετριÝς, Ýνας τüσο διαπεραστικüς Üνεμος κοινοβουλευτικþν ερωτημÜτων κι υποτονικþν απαντÞσεων -που το «δε τολμþ» ανταγωνιζüταν το «θÝλω»- þστε ο καημÝνος ο Üνθρωπος Ýμεινε Üναυδος, περιφÝροντας αλαφιασμÝνος το βλÝμμα του απü τον Ýνα στον Üλλο.
 -"Εγþ τα προκÜλεσα üλα αυτÜ" εßπε βουλþνοντας με τα χÝρια του τα φοβισμÝνα του αυτιÜ, "με μια αθþα στις προθÝσεις της παρÜκληση που πρüδηλα αναδýθηκε απü τη πεßρα κι απü τη κοινÞ γνþση üλων των ανθρþπων που επιλÝγουν να ανοßξουν τα μÜτια τους; Δεν καταλαβαßνω και δεν με καταλαβαßνουν. Τι θα βγει
Üραγε απü μια τÝτοια κατÜσταση
;!"

     ¸σκυβε πÜνω απü τη δουλειÜ του, κÜνοντας κÜθε τüσο την ßδια ερþτηση
στον εαυτü του, üταν Üρχισε να διαδßδεται η εßδηση üτι μια επιδημßα εßχε εμφανιστεß ανÜμεσα στους ανθρþπους του μüχθου και τους ξεπÜστρευε κατÜ χιλιÜδες. ¸ριξε μια ματιÜ τριγýρω του κι ανακÜλυψε πως Þταν αλÞθεια. ¸βριθαν απü ετοιμοθÜνατους και νεκροýς τα γειτονικÜ μολυσμÝνα σπßτια, ανÜμεσα στα οποßα εßχε περÜσει üλη του η ζωÞ. Καινοýργιο δηλητÞριο εßχε διηθηθεß στη πÜντα θολÞ, πÜντα αηδιαστικÞ ατμüσφαιρα. Η ρþμη κι η αδυναμßα, τα γηρατειÜ κι η νηπιακÞ ηλικßα, οι πατερÜδες κι οι μανÜδες, üλοι εßχαν προσβληθεß.
     Τι μÝσα διÝθετε για να ξεφýγει;
     ¸μεινε εκεß, στο μÝρος üπου βρισκüταν κι εßδε τα πιο αγαπημÝνα του πρüσωπα να πεθαßνουν. ¸νας καλüγνωμος παπÜς τον πλησßασε και προσφÝρθηκε να πει μια προσευχÞ για να γλυκÜνει τον πüνο του, üμως αυτüς του απÜντησε:
 -"Ω, ποιü το üφελος, παπÜ, να ’ρθεις σε μÝνα, Üνθρωπο καταδικασμÝνο να κατοικεß σε τοýτο το δýσοσμο τüπο, üπου κÜθε αßσθηση που μου χαρßστηκε για να απολαýσω τη ζωÞ Ýγινε βÜσανο κι üπου κÜθε λεπτü των μετρημÝνων μου ημερþν εßναι καινοýργια λÜσπη στιβαγμÝνη πÜνω στο σωρü κÜτω απü τον οποßο κεßτομαι χωρßς ανÜσα! ΧÜρισÝ μου αν θες τη πρþτη μου ματιÜ στο ΠαρÜδεισο προσφÝροντας λßγο απü το φως και το αερÜκι του, δþσε μου καθαρü νερü, βοÞθησÝ με να απαλλαγþ απ’ τη βρωμιÜ, ελÜφρυνε τοýτη τη βαριÜ ατμüσφαιρα και τη βαριÜ ζωÞ που βυθßζεται το πνεýμα μας κι Ýτσι γινüμαστε τα απαθÞ κι Üσπλαχνα πλÜσματα που τüσο συχνÜ βλÝπετε σε μας, πÜρε απü εδþ, με αβρüτητα και καλοσýνη, τα κορμιÜ üσων πεθαßνουν ανÜμεσÜ μας, απομÜκρυνÝ τα απü τοýτον τον στενü χþρο üπου μεγαλþνουμε, μüνο και μüνο για να εξοικειωθοýμε πρþιμα με τη φρικτÞ μεταβολÞ που ακüμη κι η ιερüτητÜ της Ýχει χαθεß για μας, και τüτε, ΔÜσκαλε, θ’ ακοýσω -κι εσý το γνωρßζεις καλýτερα απü τον καθÝνα- Εκεßνον που οι σκÝψεις Του Þτανε στραμμÝνες πÜντα στους φτωχοýς και συμπονοýσε κÜθε ανθρþπινη δυστυχßα"!
     Βρισκüταν πÜλι στη δουλειÜ του μονÜχος και λυπημÝνος, üταν Þρθε ο ΑφÝντης του και στÜθηκε κοντÜ του, ντυμÝνος στα μαýρα. Κι αυτüς υπÝφερε βαριÜ. Η νεαρÞ γυναßκα του, η üμορφη, καλÞ νεαρÞ του γυναßκα Þταν νεκρÞ, το ßδιο και το μοναχοπαßδι του.
 -"ΑφÝντη, εßναι δýσκολο ν’ αντÝξεις, το ξÝρω, μα γαλÞνεψε. Θα σου ’δινα εγþ παρηγοριÜ, αν το μποροýσα".
     Ο ΑφÝντης τον ευχαρßστησε απü τα βÜθη της καρδιÜς του, üμως εßπε:
 -"Ω σεßς, οι Üνθρωποι του μüχθου! Απü σÜς ξεκßνησε η συμφορÜ. Αν ζοýσατε πιο υγιεινÜ και πιο κüσμια δε θα ’μουν σÞμερα βυθισμÝνος στο πÝνθος, χαροκαμÝνος, χÞρος".
 -"ΑφÝντη", αντιγýρισε ο Üλλος, κουνþντας το κεφÜλι, "Üρχισα να καταλαβαßνω üτι οι πιο πολλÝς συμφορÝς, üπως και τοýτη, θα ’ρθουν απü μας κι üτι κανÝνας δε θα σταματÞσει στις φτωχικÝς μας πüρτες αν δεν ενωθοýμε με κεßνη τη μεγÜλη οικογÝνεια που τσακþνεται πιο κÜτω, þστε να κÜνουμε τα πρÜγματα σωστÜ. Δεν μποροýμε να ζÞσουμε υγιεινÜ και κüσμια αν εκεßνοι που Ýχουν αναλÜβει να διαχειρßζονται τη ζωÞ μας δεν μας παρÝχουν τα μÝσα. Δεν μποροýμε να εκπαιδευτοýμε αν αυτοß δεν μας διδÜξουν, δεν μποροýμε να διασκεδÜσουμε με μÝτρο, αν αυτοß δεν μας διασκεδÜσουν, δε γßνεται παρÜ να 'χουμε λßγους δικοýς μας, σφαλεροýς θεοýς, üσο εκεßνοι στÞνουνε τüσο πολλοýς δικοýς τους σ’ üλους τους δημüσιους χþρους. Οι φριχτÝς συνÝπειες της ατελοýς εκπαßδευσης, οι φριχτÝς συνÝπειες της ολÝθριας παραμÝλησης, οι φριχτÝς συνÝπειες της αφýσικης καταστολÞς και της Üρνησης κÜθε χαρÜς που εξανθρωπßζει, üλες θα Ýρθουν απü
μας και καμιÜ απ’ αυτÝς δε θα σταματÞσει σε μας. Θα εξαπλωθοýν παντοý. ΠÜντα Ýτσι γινüταν και πÜντα Ýτσι θα γßνεται -üπως üταν ξεσποýν επιδημßες. Νομßζω πως, επιτÝλους, κατÜλαβα πολλÜ
".

     ¼μως ο ΑφÝντης εßπε πÜλι:
 -"Ω σεßς, οι Üνθρωποι του μüχθου! ΣπÜνια ακοýμε κÜτι για σας, κι üταν αυτü συμβαßνει, πÜντοτε Ýχει σχÝση με αναποδιÝς"!
 -"ΑφÝντη», απÜντησε ο Üνθρωπος, "εßμαι ο ΚανÝνας και δεν υπÜρχει μεγÜλη πιθανüτητα να ακοýσετε κÜτι για μÝνα (κι ßσως οýτε θÝλετε ν’ ακοýσετε) παρÜ μονÜχα üταν συμβαßνει κÜποια αναποδιÜ. ¼μως ποτÝ δεν αρχßζει απü μÝνα και ποτÝ δεν γßνεται να τελειþσει σε μÝνα. ¸ρχεται απü μÝνα, απü χαμηλÜ κι ανεβαßνει πÜνω απü μÝνα. Κι αυτü εßναι σßγουρο, üσο σßγουρος εßναι κι ο ΘÜνατος".
     ¹τανε τüσο λογικÜ αυτÜ που εßπε, þστε η οικογÝνεια Μπßγκγουιγκ, πιÜνοντας τα λüγια του στον αÝρα και τρÝμοντας απü το φüβο του πρüσφατου ολÝθρου,
αποφÜσισε να συνεργαστεß μαζß του για να κÜνουν τα πρÜγματα σωστÜ -τουλÜχιστον στο βαθμü που üσα εßχε πει συνδÝονταν με την Üμεση πρüληψη μιας ακüμα επιδημßας. ¼μως, καθþς ο φüβος τους εξανεμιζüταν, ξανÜρχισαν να μαλþνουν μεταξý τους και δεν Ýκαναν τßποτα. Και το αποτÝλεσμα Þταν üτι η μÜστιγα επανÞλθε, απü τα χαμηλÜ üπως πριν, κι απλþθηκε εκδικητικÜ προς τα πÜνω üπως πριν και θÝρισε τους καβγατζÞδες. Ωστüσο οýτε Ýνας απ’ αυτοýς δεν
παραδÝχτηκε, αν ßσως το εßχε Ýστω κατ’ ελÜχιστο αντιληφθεß, üτι κι αυτüς ο ßδιος εßχε σχÝση με τη συμφορÜ.
     Kι Ýτσι ο ΚανÝνας Ýζησε και πÝθανε με τον παλιü, παλιü, παλιü, τρüπο κι αυτÞ, με λßγα λüγια, εßναι ολüκληρη η ιστορßα του ΚανÝνα.
     Δεν εßχε üνομα; θα αναρωτιÝστε. ºσως το üνομÜ του Þταν Λεγεþνα. ΜικρÞ σημασßα Ýχει ποιο Þταν το üνομÜ του. Ας τον ποýμε Λεγεþνα.
     Αν ποτÝ βρεθεßτε στα βελγικÜ χωριÜ κοντÜ στο πεδßο μÜχης του Βατερλþ, θα δεßτε, σε κÜποιο Þρεμο εκκλησÜκι, Ýνα μνημεßο που ανÞγειραν οι πιστοß εν üπλοις σýντροφοι, στη μνÞμη του ΣυνταγματÜρχη Α, του ΤαγματÜρχη Β, των Λοχαγþν Γ, Δ και Ε, των υπολοχαγþν Ζ, Η και Θ, επτÜ υπαξιωματικþν κι εκατüν τριÜντα κοινþν οπλιτþν που πÝσαν κÜνοντας το καθÞκον τους κεßνη τη αξιομνημüνευτη μÝρα. Η ιστορßα του ΚανÝνα εßναι η ιστορßα των κοινþν οπλιτþν της γης. ΣÞκωσαν το βÜρος της μÜχης, εßχανε το μερßδιü τους στη νßκη, πÝσανε, δεν Üφησανε κανÝνα üνομα. Η πορεßα και των πιο περÞφανων απü μας καταλÞγει στην ßδια σκüνη που Üφησαν πßσω τους κι εκεßνοι. Ω! Ας τους σκεφτοýμε φÝτος πλÜι στη χριστουγεννιÜτικη φωτιÜ κι ας μη τουςλησμονÞσουμε μαζß με τα αποκαÀδια.

 

 

Web Design: Granma - Web Hosting: Greek Servers