ÐåæÜ

Ðïßçóç-Ìýèéá

Ï Dali & Åãþ

ÈÝáôñï-ÄéÜëïãïé

Äïêßìéá

Ó÷üëéá-Áñèñá

ËáïãñáöéêÜ

ÅíäéáöÝñïíôåò

ÊëáóóéêÜ

Áñ÷áßá Åëë Ãñáìì

ÄéáóêÝäáóç

ÐéíáêïèÞêç

ÅéêáóôéêÜ

Ðáãê. ÈÝáôñï

Ðëçñ-Ó÷ïë-Åðéêïéí.

Öáíôáóôéêü

Åñ. Ëïãïôå÷íßá

Ãëõðô./Áñ÷éô.

ÊëáóóéêÜ ÉÉ

 
 

Öáíôáóôéêü 

Devil's Art: Ï ÄéÜâïëïò Óôéò ÔÝ÷íåò

                                              ΕισαγωγÞ

     Το παρüν Üρθρο Ýρχεται να καλýψει, üσο πιο πλουραλιστικÜ μπορεß, τη τÝχνη του... Διαβüλου. ¼σο κι αν κÜνουμε πως δε βλÝπουμε, Þ δε γνωρßζουμε, τüσο τοýτο αδιαφορεß και συνεχßζει να επηρεÜζει και να εμπνÝει τους καλλιτÝχνες σε κÜθε τομÝα τÝχνης, κεντρßζοντας τη φαντασßα τους.
     Κι εδþ, δια του παρüντος, θα πÜρουμε μιαν Ýστω μικρÞ ιδÝα για το ΔιÜβολο στις ΤÝχνες. Δεθεßτε λοιπüν και φýγαμε:   
Π. Χ.
________________________________

...Απü εμÝ περνÜν στη πονεμÝνη χþρα,

απü εμÝ περνÜν στη θλßψη την αιþνια,
απü εμÝ περνÜν μες στο χαμÝνον κüσμο.
Το Δßκιο Ýχει τον ¢φθαστο κινÞσει
που μ' Ýπλασε· η Δýναμη του η θεßα
κι η ασýγκριτη Σοφßα κι η ΑγÜπη η πρþτη.
ΠλÜσμα πριν απü 'μÝ κανÝνα δεν εστÜθη,
παρÜ μüνον αιþνια, κι εγþ αιþνια μÝνω.
ΑφÞστε κÜθ' ελπßδα σεις που μÝσα πÜτε! (ΔÜντης Üσμα 3ον, Κüλαση)



Τα πνεýματα, üταν θÝλει

κανεßς να υποθÝσει το φýλο,
μπορεß να εßναι κι απ' τα δυο.
Η επιδερμßδα τους τüσ' απαλÞ
και η ουσßα τους αμιγÞς
και καθαρÞ.

Δεν μπλÝκεται σ' Üκρα Þ αρθρþσεις,
οýτε στηρßζεται σε εýθραυστα οστÜ.

Σαν ομιχλþδης σÜρκα,
σε σχÞμα που γουστÜρουν,

πλατý, σφιχτü, σκιþδες, φωτεινü,
αρκεß να φÝρουνε σε πÝρας
τους σκοποýς των:

Ýργα αγÜπης Þ εκδßκησης,
πληροýνται!




     Ο ΔιÜβολος κρατÜ τα νÞματα που μας συγκινοýν! (Charles Baudelaire, Τα ¢νθη Του Κακοý, 1857.) Ο ΣατανÜς, ο Βεελζεβοýλ, ο Εωσφüρος... ο ΔιÜβολος Ýχει πολλÜ ονüματα και πρüσωπα, τα οποßα πÜντα εξυπηρετοýσανε τους καλλιτÝχνες ως πηγÞ Ýμπνευσης. ΣυχνÜ παραγγÝλθηκαν απü θρησκευτικοýς ηγÝτες ως εικüνες φüβου Þ λατρεßας, ανÜλογα με τη κοινωνßα, οι παραστÜσεις του κÜτω κüσμου χρησιμεýσανε για να διδÜξουνε τους πιστοýς και να τους οδηγÞσουνε στο δρüμο της δικαιοσýνης. Για Üλλους καλλιτÝχνες, üπως ο Ιερþνυμος Μπος, παρεßχαν Ýνα μÝσο καταγγελßας της ηθικÞς απαξßας των συγχρüνων του. Με τον ßδιο τρüπο, η λογοτεχνßα που ασχολεßται με τον ΔιÜβολο προσφÝρει εδþ και καιρü Ýμπνευση σε καλλιτÝχνες που επιθυμοýν να ξορκßσουν το κακü μÝσω εικüνων, ειδικÜ των Ýργων του ΔÜντη και του Γκαßτε.



     Τον 19ο αιþνα, ο ρομαντισμüς, ελκυσμÝνος απü το μυστηριþδες κι εκφραστικü δυναμικü του θÝματος, συνÝχισε να δοξÜζει τον κακüβουλο. Οι Πýλες Της Κüλασης του Auguste Roden, το μνημειþδες, βασανισμÝνο Ýργο μιας ζωÞς, απεικονßζει τÝλεια αυτü το πÜθος για το κακü, αλλÜ αποκαλýπτει επßσης το λüγο αυτÞς της γοητεßας. ΠρÜγματι, τß θα μποροýσε να εßναι πιο σαγηνευτικü για Ýναν Üνθρωπο απü το να δοκιμÜσει τη κυριαρχßα του προκαλþντας την ομορφιÜ του Üσχημου και του διαβολικοý;



     ΟΛΟΙ εßναι εξοικειωμÝνοι με τον ποιητικü μýθο της εξÝγερσης και πτþση των αγγÝλων. Αυτüς ο μýθος, που ενÝπνευσε στον ΔÜντη μερικÝς απü τις πιο üμορφες γραμμÝς του Κüλασης και στο Μßλτον Ýνα αξÝχαστο επεισüδιο του Paradise Lost, Ýγινε, απü διÜφορους ΠατÝρες και Γιατροýς της Εκκλησßας, διαμορφωμÝνο και χρωματισμÝνο. αλλÜ δεν Ýχει κανÝνα θεμÝλιο Üλλο απü την ερμηνεßα ενüς στßχου του ΗσαÀα κι ορισμÝνων μÜλλον ασαφþν αποσπασμÜτων στην ΚαινÞ ΔιαθÞκη. ¸νας Üλλος μýθος, με πολý διαφορετικü αλλÜ üχι λιγüτερο ποιητικü χαρακτÞρα, αποδεκτüς τüσο απü τους Εβραßους üσο και απü τους Χριστιανοýς συγγραφεßς, λÝει για αγγÝλους του Θεοý που ερωτεýτηκαν τις κüρες των ανθρþπων, αμÜρτησαν μαζß τους και τιμωρÞθηκαν για την αμαρτßα τους Ýξω απü τη Βασιλεßα των Ουρανþν και απü αγγÝλους μετατρÜπηκαν σε δαßμονες.



     Αυτüς ο δεýτερος μýθος Ýλαβε διαρκÞ αφιÝρωση στους στßχους του Moore και του Byron. ΚÜθε Ýνας απü αυτοýς τους μýθους αντιπροσωπεýει τους δαßμονες ως πεσμÝνους αγγÝλους και συνδÝει την πτþση τους με μια αμαρτßα: υπερηφÜνεια Þ φθüνο στη πρþτη περßπτωση, εγκληματικÞ αγÜπη στη δεýτερη. ΑλλÜ αυτüς εßναι ο θρýλος, üχι η ιστορßα, του ΣατανÜ και των συντρüφων του. Οι ρßζες του ΣατανÜ, που θεωρεßται ως η καθολικÞ προσωποποßηση του κακοý, εßναι πολý λιγüτερο επικÝς και ταυτüχρονα πολý πιο απομακρυσμÝνες και βαθειÝς.



     Ο ΣατανÜς εßναι προγενÝστερος, üχι μüνο του Θεοý του ΙσραÞλ, αλλÜ üλων των Üλλων θεþν, ισχυρþν και φοβισμÝνων, που Ýχουν αφÞσει μια ανÜμνηση στον εαυτü τους στην ιστορßα της ανθρωπüτητας. δεν Ýπεσε με τα μοýτρα απü τον ουρανü, αλλÜ πÞδηξε απü τις Üβυσσους της ανθρþπινης ψυχÞς, συνÜδοντας με εκεßνες τις αμυδρÝς θεüτητες των πρþτων χρüνων, απü τις οποßες οýτε μια πÝτρα δεν θυμÜται τα ονüματα, και τις οποßες οι Üνθρωποι Ýζησαν και ξÝχασαν. Συμφωνþντας με αυτÜ, και συχνÜ συγχÝεται με αυτÜ, ο ΣατανÜς ξεκινÜ ως Ýμβρυο, üπως üλα τα πρÜγματα που ζουν και μüνο με αργοýς βαθμοýς μεγαλþνει και γßνεται Üνθρωπος. Ο νüμος της εξÝλιξης, που διÝπει üλα τα üντα, τον διÝπει επßσης.



     Κανεßς που δεν Ýχει επιστημονικÞ κατÜρτιση δεν πιστεýει πλÝον üτι οι πιο Üγριες θρησκεßες Ýχουν προκýψει απü τη διαφθορÜ και τη φθορÜ μιας πιο τÝλειας θρησκεßας. αλλÜ γνωρßζει πολý καλÜ üτι οι πιο τÝλειοι Ýχουν αναπτυχθεß απü το πηδÜλιο, και üτι στο τελευταßο, επομÝνως, πρÝπει να αναζητηθοýν οι ρßζες εκεßνης της ζοφερÞς προσωπικüτητας που, με διÜφορα ονüματα, γßνεται ο εκπρüσωπος και η αρχÞ του κακοý. Αν αυτü που αποκαλοýμε ΤριτογενÞ Περßοδο στην ιστορßα του πλανÞτη μας εßχε Þδη δει τον Üνθρωπο, πιθανüτατα τον Ýβλεπε τüσο μακριÜ, üσο κανÝνα θρησκευτικü συναßσθημα, σωστÜ μιλþντας, δεν μποροýσε να διακριθεß σε αυτüν.



     Ο πρþτος τεταρτογενÞς Üνθρωπος εßναι Þδη εξοικειωμÝνος με τη φωτιÜ και καταλαβαßνει τη χρÞση πÝτρινων üπλων. αλλÜ εγκαταλεßπει τους νεκροýς του - Ýνα σßγουρο σημÜδι üτι οι θρησκευτικÝς του ιδÝες, αν Ýχει καθüλου, εßναι στην καλýτερη περßπτωση λιγοστÝς κι υποτυπþδεις. ΠρÝπει να καταλÞξουμε σε αυτü που ονομÜζεται απü τους γεωλüγους ΝεολιθικÞ Περßοδο, για να ανακαλýψουμε τα πρþτα σßγουρα ßχνη θρησκευτικοý συναισθÞματος. Ποια Þταν η θρησκεßα των προγüνων μας, σε εκεßνη την εποχÞ, δεν μποροýμε να γνωρßζουμε Üμεσα. αλλÜ μποροýμε να συμπερÜνουμε, παρατηρþντας üτι πολλÝς Üγριες φυλÝς εξακολουθοýν να ζουν στη γη και αναπαρÜγουν πιστÜ τις συνθÞκες της προúστορικÞς ανθρωπüτητας.



     Εßτε ο φετιχισμüς προηγεßται του ανιμισμοý εßτε ο δεýτερος προηγεßται του πρþτου στην ιστορικÞ εξÝλιξη των θρησκειþν, οι θρησκευτικÝς πεποιθÞσεις αυτþν των προγüνων μας πρÝπει να Þταν εντελþς παρüμοιες με εκεßνες που εξακολουθοýσαν να υποστηρßζουν οι φυλετικÝς κοινüτητες σε üλο τον κüσμο. Η γη, η οποßα, μαζß με τα ßχνη των κατοικιþν τους, με
τα üπλα και τα σκεýη τους, Ýχει επßσης διατηρÞσει τα φυλαχτÜ τους, μας προσφÝρει την απüδειξη αυτοý. ΣκÝφτηκαν Ýναν κüσμο γεμÜτο πνεýματα, ψυχÝς πραγμÜτων και ψυχÝς νεκρþν, και σε αυτÜ αυτοß απÝδιδε üλα τα πρÜγματα που τους συνÝβησαν, εßτε καλü εßτε κακü. ο πßστευε üτι μερικÜ απü αυτÜ τα πνεýματα Þταν ευεργετικÜ, Üλλα κακüβουλος, Üλλος φιλικüς, Üλλος εχθρικüς, προτÜθηκε απü το πολý εμπειρßα ζωÞς, üπου τα κÝρδη και οι ζημßες εßναι συνεχþς εναλλÜσσονται και εναλλÜσσονται με τÝτοιο τρüπο þστε, αν üχι πÜντα, τουλÜχιστον πολý συχνÜ, οι αιτßες του κÝρδους και της ζημßας αναγνωρßζονται ως ποικßλες.



     Ο Þλιος που δßνει φως, ο Þλιος που την Üνοιξη κÜνει τη γη ξανÜ πρÜσινη και ανθßζει, που ωριμÜζει τα φροýτα, πρÝπει να Ýχουν θεωρηθεß ως μια ουσιαστικÜ ευεργετικÞ δýναμη. ο ανεμοστρüβιλος που γεμßζει τον ουρανü με σκοτÜδι, ξεριζþνει τα δÝντρα, σκßζει και σαρþνει τις εýθραυστες καλýβες, ως μια δýναμη ουσιαστικÜ κακüβουλη. Τα πνεýματα συγκεντρþθηκαν σε δýο μεγÜλους οικοδεσπüτες, σýμφωνα με την παρατÞρηση των ανδρþν για το αν Ýλαβαν απü αυτοýς üφελος Þ κακü.
ΑλλÜ αυτÞ η ταξινüμηση δεν συνιστÜ Ýναν πραγματικü και απüλυτο δυúσμü. Τα ευεργετικÜ πνεýματα δεν Þταν ακüμη οι ορκισμÝνοι και ασυμβßβαστοι εχθροß του κακüβουλου. οýτε οι πρþτοι Þταν πÜντα ωφελημÝνοι οýτε οι δεýτεροι πÜντα κακüβουλοι. Ο πιστüς δεν Þταν πÜντα σßγουρος για τη διÜθεση των πνευμÜτων που τον κρατοýσαν σε επιρροÞ. φοβüταν να προσβÜλει τους φιλικοýς üχι λιγüτερο απü τους εχθρικοýς, και με παρüμοιες πρακτικÝς προσπÜθησε να του κÜνει üλα ευνοúκÜ, χωρßς να εμπιστεýεται πολý κανÝναν απü αυτοýς.



     Μεταξý καλþν και κακþν πνευμÜτων δεν υπÞρχε ηθικÞ αντßφαση, σωστÜ μιλþντας, αλλÜ μüνο μια αντßθεση στα Ýργα τους. Δεν μποροýσαν να Ýχουν Ýναν ηθικü χαρακτÞρα που ακüμη Ýλειπε στους λÜτρεις τους, που μüλις εßχαν βγει απü την κατÜσταση του ζωισμοý. και μüνο μÝχρι στιγμÞς μποροýν να ονομαστοýν καλÜ και κακÜ καθþς στον πρωτüγονο Üνθρωπο üλα φαßνονται καλÜ που τον βοηθοýν, üλα τα κακÜ που βλÜπτουν.
Οι Üγριοι πιστοß τους τους θεþρησαν ως απü üλες τις απüψεις üπως τους ßδιους, ασυνÞθιστους, υποκεßμενους σε πÜθη, Üλλοτε ευγενικÜ, Üλλοτε σκληροýς. οýτε θεþρησαν τα καλÜ πνεýματα ως ανþτερα Þ πιο αξιüλογα απü τα πονηρÜ.



     Εßναι αλÞθεια üτι στους πονηροýς εμφανßζεται Þδη μια σκιÜ του ΣατανÜ, Ýνα περßγραμμα του πνεýματος του κακοý, αλλÜ του κακοý που εßναι καθαρÜ φυσικü. Το κακü εßναι αυτü που βλÜπτει και το κακü πνεýμα εßναι αυτü χτυπÜ τον κεραυνü, πυρπολεß τα ηφαßστεια, καταβροχθßζει τα εδÜφη, σπÝρνει πεßνα και αρρþστιες. Αυτü το πνεýμα δεν προσωποποιεß ακüμη το ηθικü κακü, γιατß η διÜκριση μεταξý του ηθικοý καλοý και του ηθικοý κακοý δεν Ýχει ακüμα Ýχει δημιουργηθεß στο μυαλü των ανθρþπων. απü τα δýο πρüσωπα του ΣατανÜ, τον καταστροφÝα και τον διαστροφÝα, Ýνα μüνο παρουσιÜζεται απü αυτüν. Καμμßα ειδικÞ αßσθηση δεν αποδßδεται σε αυτü το πνεýμα. δεν υπÜρχει κανεßς να σταθεß πÜνω του και να τονε διατÜξει.



     ΑλλÜ, σιγÜ σιγÜ, η ηθικÞ συνεßδηση ​​αρχßζει να διακρßνεται και να καθορßζεται, και η θρησκεßα παßρνει Ýναν ηθικü χαρακτÞρα, τον οποßο, νωρßτερα, οýτε εßχε οýτε μποροýσε να Ýχει. Το ßδιο το θÝαμα της φýσης, üπου οι δυνÜμεις αντιτßθενται στις δυνÜμεις, üπου η μßα καταστρÝφει ü, τι η Üλλη παρÜγει, υποδηλþνει την ιδÝα δýο αντßθετων αρχþν που αμοιβαßα αρνοýνται και πολεμοýν η μßα την Üλλη. τüτε ο Üνθρωπος δεν αργεß να αντιληφθεß üτι εκτüς απü το φυσικü καλü και κακü υπÜρχει Ýνα ηθικü καλü και κακü, και νομßζει üτι αναγνωρßζει μÝσα του την ßδια αντßθεση που βλÝπει και βιþνει στη φýση. Νιþθει τον εαυτü του καλü Þ κακü, συλλαμβÜνεται καλλßτερα Þ χειρüτερα, αλλÜ αυτÞ τη καλωσýνη Þ τη κακßα του τη κÜνει δεν αναγνωρßζει ως δικü του, ως Ýκφραση της δικÞς του φýσης.



     ΣυνηθισμÝνος να αποδßδει στις θεúκÝς και δαιμονικÝς δυνÜμεις το φυσικü του καλü και κακü, θα αποδþσει επßσης στις θεúκÝς και δαιμονικÝς δυνÜμεις το ηθικü του καλü και κακü. Απü το καλü πνεýμα, λοιπüν, δεν θα προÝλθει μüνο το φως, η υγεßα και üλα üσα συντηροýν και αυξÜνουν τη ζωÞ, αλλÜ και η αγιüτητα, που νοεßται ως το σýμπλεγμα üλων των αρετþν. απü το κακü πνεýμα θα βγει üχι μüνο το σκοτÜδι, η ασθÝνεια και ο θÜνατος, αλλÜ και η αμαρτßα. ¸τσι, οι Üνθρωποι, διαιρþντας τη φýση με απλþς υποκειμενικÞ κρßση στο καλü και το κακü και ζýμωση σε üτι το φυσικü καλü και το κακü το ηθικü καλü και το κακü που ανÞκουν στον εαυτü τους, διαμορφþνουν τους θεοýς και τους δαßμονες.



     Η ηθικÞ συνεßδηση ​​που Ýχει Þδη αφυπνιστεß, επιβεβαιþνοντας φυσικÜ την υπεροχÞ του καλοý Ýναντι του κακοý και τη λαχτÜρα για το θρßαμβο του ενüς Ýναντι του Üλλου, κÜνει τον δαßμονα να φαßνεται υποταγμÝνος στον θεü και να χαρακτηρßζεται απü μια αηδßα που γßνεται μεγαλýτερη üσο η συνεßδηση ​​γßνεται ενεργÞ και κυρßαρχη. Ο δαßμονας, ο οποßος στην καταγωγÞ του μπερδεýτηκε με τον θεü σε μια σειρÜ ουδÝτερων πνευμÜτων ικανþν για καλü και κακü, τþρα σταδιακÜ διαφοροποιεßται απü τον θεü και τελικÜ αποσυνδÝεται πλÞρως απü αυτüν.



ΣκÝφτηκα να δω
Ýνα τÝρας, Üθλιο.

ΣκÝφτηκα να δω Ýνα βασßλειο
üλο χαμÝνο, θλιβερü:

Και τον εßδα Ýνδοξο θριαμβευτÞ.
ΤερÜστιος Þταν,
δßκαιος και τüσο καλοÞθης

Η üψη του τüσο γεμÜτη,
με μεγαλοπρÝπεια

Αυτüς απü κÜθε ευλÜβεια
φÜνηκε πιο Üξιος.

Και τρßα üμορφα στÝμματα
φοροýσε στο κεφÜλι του:

Χαßρει το πρüσωπü του
και κοκκßνισε το φρýδι του,

Και στο χÝρι του το σκÞπτρο
της μεγÜλης δýναμης.

Και το μπüι του θα μποροýσε
να περνÜει τα τρßα μßλια.

Τα χαρακτηριστικÜ του
κι η μορφÞ του
γαλÞνη τÝτοια και ισορροπßα Ýδειχνε,

Με τüση αρμονßα
που θαýμασα πολý.

Πßσω στους þμους του,
επßσης, Ýξι φτερÜ εßχε,

φτÝρωμα τüσο στολισμÝνο,
τüσο λαμπερü.

Οýτε οι ερωτιδεßς δεν εßχαν τÝτοιο...



     Το πρüσωπο του διαβüλου εßχε κρýψει ο Ιταλüς ζωγρÜφος Τζιüτο, Ýνας απü τους προδρüμους της ΑναγÝννησης, σε λεπτομÝρεια φρεσκü που κοσμεß τη ΒασιλικÞ του Αγßου Φραγκßσκου στην Ασßζη, üπως ανακÜλυψαν συντηρητÝς. Ο Εωσφüρος εßχε χωθεß για τους τελευταßους επτÜ αιþνες στις πτυχÝς ενüς σýννεφου κι Þταν ουσιαστικÜ αüρατος διÜ γυμνοý οφθαλμοý. Πρüκειται για το 20ü φρεσκü του κýκλου που περιγρÜφει το βßο του Αγßου Φραγκßσκου στη ΒασιλικÞ και την ανακÜλυψη Ýκανε η Ιταλßδα ιστορικüς τÝχνης ΚιÜρα Φρουγκüνε.



     Ο Τζιüτο εßχε χρησιμοποιÞσει τις πτυχÝς του σýννεφου για να δþσει τα χαρακτηριστικÜ μßας φιγοýρας με γαντζωτÞ μýτη, πονηρü χαμüγελο και σκοýρα κÝρατα. ΚοιτÜζοντας κανεßς το φρÝσκο απü το επßπεδο του πατþματος της ΒασιλικÞς δεν διακρßνεται τßποτε αλλÜ, üπως αναφÝρει το Reuters, το πρüσωπο διαγρÜφεται με σαφÞνεια σε κοντινÞ εξÝταση φωτογραφιþν του Ýργου. Ο επικεφαλÞς της ομÜδας συντηρητþν της ΒασιλικÞς ΣÝρτζιο ΦουσÝτι εκτιμÜ πως η πρüθεση του ζωγρÜφου Þταν περισσüτερο να κλεßσει το μÜτι στους παρατηρητικοýς επισκÝπτες παρÜ να κÜνει τον ΣατανÜ Ýνα απü τα κεντρικÜ θÝματα του φρεσκü. Οι συντηρητÝς εκτιμοýν πως ο Τζιüτο, κατÜ τη διαχρονικÜ συνÞθη πρακτικÞ των Ευρωπαßων ζωγρÜφων, χρησιμοποιÞσε χαρακτηριστικÜ κÜποιου για τον οποßο Ýτρεφε αντιπÜθεια ως μοντÝλο για τον διÜβολο.



     Οταν δεν ταλαιπωροýσε ερημßτες, οýτε προσπαθοýσε να παρασýρει ανυποψßαστους θνητοýς σε ανßερες συμφωνßες, ο ΔιÜβολος αποτελοýσε αστεßρευτη πηγÞ Ýμπνευσης για τους καλλιτÝχνες, που στο πρüσωπü του Ýβρισκαν μßα «εξÞγηση» για τις αμαρτßες της ανθρωπüτητας Þ τη συμβολικÞ ενσÜρκωση των πιο σκοτεινþν πτυχþν της ανθρþπινης ψυχÞς. Απü τη Κüλαση του ΔÜντη ως τον ΦÜουστ του Γκαßτε, απü το Χορü Του Διαβüλου του Ιγκüρ Στραβßνσκι ως το Sympathy for th Devil των Rolling Stones κι απü τον Ρüμπερτ ντε Νßρο στη ταινßα Angel Heart ως το αμφιλεγüμενο ΠÜθος Του Χριστοý του Μελ Γκßμπσον, ελÜχιστες μυθικÝς Þ υπαρκτÝς μορφÝς Ýχουνε πρωταγωνιστÞσει σε τüσα θεατρικÜ, λογοτεχνικÜ, μουσικÜ και κινηματογραφικÜ Ýργα. Εξßσου Ýντονη εßναι η παρουσßα του στον χþρο των εικαστικþν τεχνþν, üπως αποδεικνýει η πρωτüτυπη θεματικÞ Ýκθεση, που πραγματοποιεßται στο ΚÝντρο Τεχνþν Cantor του Πανεπιστημßου ΣτÜνφορντ, στις ΗΠΑ.


                                Αγκοστßνο Μοýσι: "Σκελετοß"

     Υπü τον χιουμοριστικü τßτλο Sympathy for the Devil: Satan, Sin, and the Underworld (ΣυμπÜθεια για τον ΔιÜβολο: Ο ΣατανÜς, η Αμαρτßα και ο ΚÜτω Κüσμος), η Ýκθεση διερευνÜ την εξÝλιξη της μορφÞς του Διαβüλου στις καλλιτεχνικÝς απεικονßσεις απü το 16ο ως τον 21ο αιþνα, μÝσα απü σχÝδια, πßνακες, χαρακτικÜ και γλυπτÜ με την υπογραφÞ σημαντικþν δημιουργþν, üπως ο Ιερþνυμος Μπος, ο ΕυγÝνιος ΝτελακρουÜ κι ο Ογκßστ ΡοντÝν. Παρατηρþντας τα περισσüτερα απü 40 Ýργα, ο επισκÝπτης αντιλαμβÜνεται πως ο τρüπος, με τον οποßο κÜθε εικαστικüς προσεγγßζει την Ýννοια του διαβολικοý, εßναι συνÜρτηση τüσο της εποχÞς του, üσο και της φαντασßας του. ΣταδιακÜ, το τερατüμορφο πλÜσμα με τα κÝρατα και τη τριγωνικÞ ουρÜ μετατρÝπεται στον κομψü ΜεφιστοφελÞ κι αργüτερα στο αüρατο Κακü, που ευθýνεται για τα δεινÜ του σýγχρονου κüσμου.



     Σýμφωνα με τον επιμελητÞ ΕυρωπαúκÞς ΤÝχνης του ΚÝντρου, Bernard Barryte, "οι καλλιτÝχνες εßχαν μεγÜλη ελευθερßα στις απεικονßσεις του Διαβüλου. Η ΠαλαιÜ ΔιαθÞκη και τα ΕυαγγÝλια δεν Ýδιναν σαφεßς περιγραφÝς -μüνο üτι Þταν Ýνας ισχυρüς, ýπουλος αντßπαλος του Θεοý". Πριν απü τον 16ο αιþνα, οι καλλιτÝχνες δανεßζονταν στοιχεßα απü θεüτητες των Κελτþν, των Αιγυπτßων και των αρχαßων πολιτισμþν της ΜÝσης ΑνατολÞς, ενþ καθοριστικÞ Þταν η επιρροÞ και του αρχαιοελληνικοý θεοý ΠÜνα. Στη διÜρκεια της ΑναγÝννησης, üμως, οι δημιουργοß στρÜφηκαν στα γραπτÜ του ΟμÞρου, του ΔÜντη και του Βιργßλιου. Τον 16ο αιþνα, ο ΔιÜβολος εξακολουθεß να απεικονßζεται ως κερασφüρο τÝρας, üπως στο Ýργο του ΒÝλγου χαρÜκτη Cornelis Galle με τßτλο Λοýσιφερ. Αργüτερα, καθþς η επανÜσταση του Εωσφüρου ενÜντια στον Θεü Üρχισε να συμβολßζει την επανÜσταση του ανθρþπου ενÜντια σε κÜθε εßδους τυραννßα, ο πεπτωκþς Üγγελος Ýγινε ο σκοτεινüς, ρομαντικüς Þρωας, που απαθανÜτισε ο Jean-Jacques Feuchere στο γλυπτü του ΜεφιστοφελÞς.



     ΑφορμÞ για τη διοργÜνωση της Ýκθεσης στÜθηκε η Ýνταξη του Ýργου με τßτλο Λοýσιφερ του ΤζÜκσον Πüλοκ στη συλλογÞ του Πανεπιστημßου ΣτÜνφορντ. ΦιλοτεχνημÝνος το 1947 με την πρωτοποριακÞ τεχνικÞ του dripping, που επινüησε ο ßδιος ο Πüλοκ, ο εμβληματικüς πßνακας δωρÞθηκε στο πανεπιστÞμιο απü τους Harry W. και Mary Margaret Anderson, μαζß με Üλλα 120 Ýργα. Τον τελευταßο μισü αιþνα, το ζεýγος Αnderson κατÜφερε να συγκεντρþσει μßα απü τις μεγαλýτερες ιδιωτικÝς συλλογÝς μεταπολεμικÞς αμερικανικÞς τÝχνης. Η δωρεÜ τους στο ΠανεπιστÞμιο του ΣτÜνφορντ πλÝον στεγÜζεται σε ειδικÜ διαμορφωμÝνο κτßριο, δßπλα στο ΚÝντρο Τεχνþν Cantor, η μüνιμη συλλογÞ του οποßου αριθμεß πÜνω απü 40.000 κομμÜτια.


                                 ΤζÜκσον Πüλλοκ: "Λοýσιφερ"

     Οπως καθιστÜ εμφανÝς ο αφαιρετικüς Eωσφüρος του Πüλοκ, απü τον 20ü αιþνα και μετÜ οι γλαφυρÝς, ρεαλιστικÝς αναπαραστÜσεις του διαβüλου τεßνουν να εξαφανιστοýν. Η κÜποτε απειλητικÞ μορφÞ του καταλÞγει να πρωταγωνιστεß σε διαφημßσεις, κωμικÝς τηλεοπτικÝς σειρÝς και ανÝκδοτα, ενþ η πηγÞ του κακοý πλÝον εντοπßζεται μÝσα στον ßδιο τον Üνθρωπο: Η κüλαση μετασχηματßζεται σε κομμÜτι του επßγειου κüσμου και οι κÜτοικοß της εßναι συνηθισμÝνοι Üνθρωποι, που διαπρÜττουν φριχτÜ εγκλÞματα. Για παρÜδειγμα, στο Ýργο του σýγχρονου Αμερικανοý καλλιτÝχνη Jerome Witkin The Devil as Tailor (1978-79) (Ο διÜβολος ως ρÜφτης), ο διÜβολος απεικονßζεται να χαμογελÜει μοχθηρÜ καθþς ρÜβει τα ροýχα αξιωματοýχων των ναζß και θυμÜτων του Ολοκαυτþματος. Αντßστοιχα, στο Heaven and Hell (1984) του Andres Serrano, μια γυμνÞ γυναßκα υπüκειται σε βασανιστÞρια ενþ Ýνας καρδινÜλιος της γυρßζει αδιÜφορα τη πλÜτη -εδþ, η παρουσßα του διαβüλου εßναι αισθητÞ, αν κι αüρατη.



     Απü τις συλλογÝς του πανεπιστημßου προÝρχονται τα περισσüτερα απü τα Ýργα της περιοδικÞς Ýκθεσης, üπως οι Πýλες της Κüλασης του Ογκßστ ΡοντÝν, που εκτßθενται μüνιμα στον ΚÞπο με τα ΓλυπτÜ. Η κυβÝρνηση της Γαλλßας παρÞγγειλε το μπροýντζινο γλυπτü το 1880, προκειμÝνου να το τοποθετÞσει σε Ýνα καινοýργιο μουσεßο διακοσμητικÞς τÝχνης, το οποßο üμως δεν ολοκληρþθηκε ποτÝ. Αντλþντας Ýμπνευση απü τη Κüλαση του ΔÜντη, ο ΡοντÝν συνÝχισε να επεξεργÜζεται τις Πýλες για πÜνω απü 20 χρüνια, ενσωματþνοντας μοτßβα απü ποιÞματα του Βßκτορ Ουγκü και του Σαρλ Πιερ ΜποντλÝρ. Το αυθεντικü Ýργο βρßσκεται στο γαλλικü Μουσεßο ΟρσÝ, ενþ στο ΣτÜνφορντ παρουσιÜζεται το πÝμπτο απü τα μπροýντζινα αντßγραφα, που δημιουργÞθηκαν μετÜ τον θÜνατο του καλλιτÝχνη. ΣυνολικÜ, ο ΚÞπος των Γλυπτþν περικλεßει περισσüτερα απü 200 Ýργα του ΡοντÝν -μßα απü τις μεγαλýτερες συλλογÝς Ýργων του διÜσημου γλýπτη παγκοσμßως.



     Με σημεßο (βιβλßο) εκκßνησης το ΚεκλεισμÝνων Των Θυρþν του Ζαν Πωλ Σαρτρ και τη περßφημη φρÜση του Η Κüλαση εßναι οι Üλλοι, μεθοδολογικü εργαλεßο τη βιωματικÞ ανÜγνωση Ýργων τÝχνης κι ερμηνευτικü πλαßσιο τη ΚαινÞ ΔιαθÞκη και τη δαντικÞ Κüλαση, επιχειρεßται μια ιστορικÞ προσÝγγιση του ΚÜτω Κüσμου üπως τον αντιλαμβÜνεται ο δυτικüς Üνθρωπος, απü τη Πρþιμη ΑναγÝννηση ως το τÝλος του 20ου αιþνα.
Οδηγüς του ταξιδιοý ο ΔÜντης, η Κüλαση ζωντανεýει μÝσα απü το Ýργο του, και τις γκραβοýρες του ΓκυστÜβ ΝτορÝ. Στη συνÝχεια, θραýσματα του ορÜματüς του αναζητοýνται σε χαρακτηριστικÜ Ýργα των Τζιüτο ντι Μποντüνε, Φρα ΑντζÝλικο και ΜιχαÞλ ¢γγελου. Η Κüλαση σταδιακÜ αλλÜζει τüπο και νüημα, καθþς αναλαμβÜνουν να την αναπαραστÞσουν οι εκφραστÝς διαφüρων κινημÜτων: ο Ντιρκ ΜπÜουτς, ο Ιερþνυμος Μπος, ο Ωγκýστ ΡοντÝν, ο ¢ρνολντ ΜπÝκλιν, ο Μαρκ Ρüθκο.



     ΜÝχρι να φτÜσουμε στον ΜÜρτιν Κßπενμπεργκερ, που θα δηλþσει "Ýνας απü σας, ανÜμεσÜ σας, μαζß σας", πιθανüν φÝρνοντας τη καλλιτεχνικÞ αντßληψη για τη Κüλαση κοντÜ στη φιλοσοφικÞ θÝση του Σαρτρ. ΕπιστρÝφοντÜς μας εκεß που ξεκινÞσαμε.
Το αποτÝλεσμα: μια συνοπτικÞ και εικονογραφημÝνη ιστορßα της Κüλασης. ¸να δοκßμιο ιστορßας της τÝχνης, γραμμÝνο βιωματικÜ, με τον τρüπο της λογοτεχνßας -þστε να αφορÜ ευρýτερο (των ειδικþν) κοινü-, με τη φιλοδοξßα να εμπνεýσει στον σýγχρονο αναγνþστη Ýναν γενικüτερο προβληματισμü αναφορικÜ με τη σχÝση του με το επÝκεινα και το αντßκτυπü της στις σημερινÝς ηθικÝς του επιλογÝς.



     Ο ΡοντÝν παρουσßασε 1η φορÜ τη περßφημη Πýλη Της Κüλασης το 1900. Η Μπελ Επüκ βρισκüταν στο ζενßθ της και νÝα μανßα Þταν Αρ Νουβü. Σε αντßθεση με αυτü το κλßμα, ο ριζοσπαστικüς ουμανισμüς της Πýλης της Κüλασης συμφωνοýσε με τις αποκαλýψεις του Φρüυντ για τη καταπιεσμÝνη σεξουαλικüτητα και το ασυνεßδητο. Το μνημειþδους κλßμακας αριστοýργημÜ του χÜραξε νÝο δρüμο στη τÝχνη. ¼,τι υπÞρξαν για τη ζωγραφικÞ ο Βαν Γκογκ, ο ΓκωγκÝν κι ο ΣεζÜν, ο ΡοντÝν υπÞρξε μüνος του για τη γλυπτικÞ.


                    ΡοντÝν: Η Πýλη Της Κüλασης

     Ο ¢μπροουζ Μπηρς, με το διÞγημÜ του, Ο ΘÜνατος Του ΧÜλπιν ΦρÝιζερ, κι ειδκÜ με το κλεßσμο, με το ποßημÜ του, δßνει εμμÝσως πλην σαφþς, μιαν αüρατη αλλÜ υπαρκτÞ φιγοýρα του ΔιÜβολου, με το τελευταßο στιχÜκι. Αφοý πρþτα μας περιγρÜφειß κÜμποσα ακαταλαβßστικα γεγονüτα που πÝφτουνε στην αντßληψη του Þρωα, -που μπορεß να μη τα καταλαβαßνει, αλλÜ νιþθει Ýνα κακü να του 'ρχεται... Ας το θυμηθοýμε λοιπüν:

    Ο ΘÜνατος Του ΧÜλπιν ΦρÝιζερ


ΠαγιδευμÝνος βρÝθηκα σε δÜσος μαγεμÝνο.
Λßγο το φως κι η δýστυχη καρδιÜ μου σκλαβωμÝνη.
Το κυπαρßσσι στη μυρτιÜ φαινüτανε δεμÝνο,
κι εκεßνη στην αγκÜλη του φαρμακερÜ δοσμÝνη.

ΚÜτι ψιθýριζε η ιτιÜ στο Ýλατο με πüνο˙
το πÝνθιμο μαυρüχορτο κι ο απÞγανος χιμοýσαν
επÜνω στους αμÜραντους
τους Ýπνιγαν και μüνο
τσουκνßδες μÝναν και φρικτÜ στοιχειÜ που τις πατοýσαν.
 

ΜÝλισσα εκεß δε βοýιζεπουλß δε κελαηδοýσε.
Αýρα γλυκειÜ δε σÜλευε ανÜμεσα στα φýλλα.
ΣιωπÞ! Ο αγÝραςτρομερü αγρßμιξεψυχοýσε
πßσω απ' τα δÝντρα σπÝρνοντας τριγýρω ανατριχßλα
.

ΦαντÜσματα ψιθýριζαν, κρυμμÝνα στο σκοτÜδι
,
λüγια βαθιÜπροδοτικÜ και μυστικÜ θαμμÝνα.
Αßμα τα δÝντρα στÜζανε και μοýσκευαν το βρÜδυ
κι λÜμπαν μες στο μÜγο φως λουλοýδια ματωμÝνα. 

-¢δικα! φþναξαÜδικα¸μεινα μαγεμÝνος.
Δßχως ψυχÞδßχως καρδιÜμüνοςδßχως ελπßδα,
στη θÝλησηστη σκÝψη μου Þμουν παγιδευμÝνος,
κι Ýνιωθα πως τα πιο φρικτÜ ακüμη δεν τα εßδα...!



      Θα δοýμε επßσης και την Üποψη του Κλαρκ ¢στον Σμιθ, üπως εκφρÜζεται στη ΠροειδοποßησÞ του, üπως αυτüς την Ýνιωσε και μας τη μεταφÝρει με το ποßημÜ του αυτü:

           Προειδοποßηση  

  
(μτφρ.: ΠÜτροκλος, "Warning")

¸χεις ακοýσει απ' τον βÜλτο τις φωνÝς
να ψÜλλουνε θανατηφüρους ροýνους απαλÜ,
που πιÜσαν στο πεσμÝνο το φεγγÜρι καλαμιÝς;
Τραγοýδια που 'ναι απ' το κþνειο πιο γλυκÜ,
Þ το ανακατεμÝνο με καννÜβι, μÝλι,
να σýρουνε τ' ανθρþπινα του üνειρου τα μÝλη,
με τρüπους που δε σýρθηκαν ξανÜ.

ΚÜτω απü το, σαν ραμμÝνο, το γρασßδι,
οι σýρτεις εßναι πιο βαθειÝς και μαλακÝς
κι απü κρεββÜτι που πλαγιÜζουν εραστÝς
κι εßναι χαρÜ σ' üσους περιπλανþνται κει
μ' üπλα που λÜμπουνε γυμνÜ και ασαφÞ,
και γνÝφουν στον μοναχικü το βÜλτο
σ' üσα συχνÜζουνε νεκρÜ και περπατοýν εκεß.

Πρüσεξε! Οι φωνÝς αυτÝς εßν' απαλÝς
πλÝουν και πÝφτουν, ßσα που ακοýς,
τυχαßα βρßσκονται εκεß σ' εσÝ γλυκÝς,
üπως οι ροýνοι και οι ψßθυροι, σε μÝρες
που η αγÜπη μüνη της δεν ζοýσε 'δω:
Πρüσεξε! Γιατß αυτü που λÝνε οι φωνÝς
εßναι, πως Þρεμα νερÜ σου ρÜβουν νυφικü.


     Απü την Üλλη μεριÜ, ο ¸ντγκαρ ¢λλαν Πüε, δßνει με πιο εýγλωττο τρüπο, μια φανταστικÞ περιγραφÞ, της τελικÞς επικρÜτησης της Κüλασης, με το υπÝροχο ποßημÜ του, και θα το θυμηθοýμε κι αυτü:

     Η Πüλη Μες Στη ΘÜλασσα

Ω ΣυμφορÜ! ΠÞγεν ο χÜρος κι Ýστησε θρονß
σε μια πüλη παρÜξενη, χαμÝνη, κÜτω 'κει
στης Δýσης τα σκοτÜδια, που αιþνια καθεßς,
καλüς, κακüς, φριχτüς κι αγνüς, γαλÞνη ἔχει βρει.
Και οι βωμοß, τ' ανÜκτορα, τα κÜστρα, εκεß,
(Üπαρτα κÜστρα μ' απ' το χρüνο φαγωμÝνα!),
κÜτι ανθρþπινο πια δεν μηνÜν. Μüνο κÜτι ωχρÜ,
πια κι απ' τον Üνεμο ολογýρω ξεχασμÝνα,
κÜτω απ' τον ουρανü λιμνÜζουν βαλτωμÝνα,
της πιο βαθειÜς μελαγχολßας τα νερÜ.

Δε φτÜνουν πια ιερÝς αχτßδες απ' τον ουρανü,
σ' αυτÞς της πüλης πÜνω την ατÝλειωτη νυχτιÜ.
Müνο μακÜβριο φως, απü τη θÜλασσα κι αυτü
ξαστρÜφτει στους πυργßσκους σιωπηλü,
-στις κορυφÝς τους βÝβηλα αντανακλÜ και πÝρα-
σε τροýλους, σε πυργßσκους, σε φανοýς,
στις στÝγες, στις αψßδες, τα τυλßγει ζοφερÜ,
σαν τεßχος βαβυλþνιο, τα ρημαγμÝνα, σκοτεινÜ,
παλιÜ ντουβÜρια, με κισσοýς και λοýλουδα
στη πÝτρα λαξεμÝνα, βωμοýς και μνÞματα πολλÜ
και τÜφους, πλÞθος τÜφους θαυμαστοýς,
με τα στεφÜνια τους πλεγμÝνα τρυφερÜ,
με βÜτο, με βιολÝττες και κρινιÜ.

ΚÜτω απ' τον ουρανü πλαγιÜζουνε παθητικÜ
κι ατÜραχα, τα μελαγχολικÜ της θλßψης τα νερÜ.
Και μπλÝχοντας με τις σκιÝς οι θüλοι,
δεßχνουν να τρεμουλιÜζουν με τ' αγÝρι,
ενþ απü το πιο ψηλü ναü στη πüλη,
τερÜστιος ο ΘÜνατος, κÜτω, τα πανθ' ορÜ.

Εκεß τÜφοι ξεσκÝπαστοι, ταφüπλακες σπασμÝνες
κþχες που χÜσκουνε στο φως του κýματος, λουσμÝνες.
Αλλα εκεß στα κοραλλÝνια μÜτια απ' τους νεκροýς
δεν Ýχει πλοýτη Þ στολßδια κι οýτε θησαυροýς,
μες στα στρωσßδια τους καλμÜρουν τα νερÜ,
ποτÝ του να μη κυματßζει τßποτε, αλιÜ!
Σε üλη αυτÞ τη γυÜλινη και Üγρια ερημιÜ,
κανÝνα κýμα τον παραμικρü τον Üνεμο δε μαρτυρÜ.
Σε Üλλες θÜλασσες μακρυα και πιο ευτυχισμÝνες
η κÜλμα αυτÞ θα σÞμαινε πως εßν' γαληνεμÝνες.

Μα στÜσου! κÜτι αναδεýει τον αγÝρα!
Το κýμα εκεß... κÜτι κινεßται εκεß πÝρα!
Σα να παραμερßζουνε οι πýργοι ελαφρÜ
αργÜ βυθßζονται στα θεριεμÝνα τα νερÜ
κι οι κορυφÝς τους σα να σκßζουνε στα δυü
τον θαμποφωτισμÝνο κι ομιχλþδη ουρανü.
Πορφýρισαν τα κýματα κι οι þρες ξεψυχÜνε,
βουλιÜζ' η πüλη δßχως να βαρυγκομÞσει,
üλο πιο κÜτω οι πυργßσκοι βυθισμÝνοι
και να! μες απü χßλιους θρüνους ανεβαßνει
η ßδια η Κüλαση για να την ευλογÞσει...

(
μτφρ.
ΠÜτροκλος)


     Και για να δεßξουμε και μιαν ΕλληνικÞ συμμετοχÞ και μÜλιστα απü τις πιο φοβερÝς και περιγραφικüτατες, θα πρÝπει να θυμηθοýμε τον ΑριστοτÝλη Βαλαωρßτη και τον τρομερü ΒρυκüλακÜ του, που σε καθηλþνει κυριολεκτικÜ με τη δýναμη της φαντασßας στη περιγραφÞ και με την ορμÞ του λüγου του.

 Α'
                               Η ΦτωχÞ

-"Ελεημοσýνη Χριστιανοß, κÜμετ' ελεημοσýνη,
  Ýτσι ο Θεüς παρηγοριÜ κι αγÜπη να σας δßνει.
  Ελεημοσýνη κÜμετε στην Ýρημη τη χÞρα
"!
ΦτωχÞ γυναßκα φþναζε σ' Üλλης φτωχÞς τη θýρα.
-"Η νýχτα, τ' αστραπüβροντα, το χιüνι δε μ' αφÞνει
  να πÜγω μπρος. Χριστιανοß, κÜμετ' ελεημοσýνη!
  ΑνοßξετÝ μου... πÝθανα... κι εγþ Θεü λατρεýω...
  ΑνοßξετÝ μου, Χριστιανοß, Ýμαθα να νηστεýω
  και το ψωμß σας δε ζητþ, δε θÝλω να το πÜρω.
  Φτωχüς φτωχüνε συμπονεß, γλυτþστε μ' απ' το ΧÜρο.
  Με φτÜνουνε δυο κÜρβουνα, με φτÜνει το φυτßλι
  που κÜθε βρÜδυ ανÜφτετε, που καßτε στο καντÞλι,
  εμπρüς στη ΜÜνα του Θεοý, εμπρüς εις τη ΠαρθÝνο...
  Ελεημοσýνη, λßγο φþς... προφτÜστε με... πεθαßνω.
.."
                                    Β'
 -"ΜÜνα μου ξýπνα, δεν ακοýς; Τη θýρα μας χτυπÜνε".
 -"ΑγÝρας δÝρνει τα κλαριÜ του λüγγου και βογγÜνε".
 -"ΣκιÜζομαι μÜνα, σα πουλß φεýγει, πετÜ η καρδιÜ μου".
 -"Εßναι σκυλιÜ που ρυÜζονται. ΠÝσε στην αγκαλιÜ μου".
 -"'Ακουσα κλÜψες και φωνÝς".
                                            -"Θα τα δες στ' üνειρü σου.
  ΚοιμÞσου, γýρισ' απü 'δω και κÜμε το σταυρü σου
".
                                    Γ'
 -"Ακοýω στη θýρα μας σα βογγητü,
    σα ψυχομÜχημα. Θα πÜ' να δω
".
Σκþνετ' η δýστυχη και πα να δει.
Στο χþμα κοßτεται Ýνα κορμß.
Αχνü το πρüσωπο και τα μαλλιÜ
ξÞπλεγα σÝρνονταν στη τραχηλιÜ,
τα χÝρια κροýσταλλο, σιδερωμÝνα
μÝσα στο κüρφο της τα χει χωμÝνα.
 -"Παιδß μου, πρüφτασε, δος μου βοÞθεια,
   εκεßνα π' Üκουσες Þταν αλÞθεια
".

Στα χÝρια γλÞγορα τη ξÝνη παßρνουν
και στο κρεβÜτι τους τη συνεφÝρνουν.
 -"Σýρτε παιδÜκια μου ν' αναπαυτεßτε.
   Εßναι μεσÜνυχτα, να κοιμηθεßτε
".
 -"Καλü ξημÝρωμα, καλÞ αυγÞ,
   κοιμÞσου Þσυχη, μαýρη φτωχÞ
"!

ΑντÜμα πÝσανε μÜνα, παιδß,
τα μÜτια κλεßσανε σ' ýπνο βαθý.
Η ξÝνη, δýστυχη, δε κλει το μÜτι.
Τι να την ηýρηκε μες στο κρεβÜτι;



                                     Δ'
                Ο Βρυκüλακας

-"Πες μου τι στÝκεσαι ΘανÜση, ορθüς,
  βουβüς σα λεßψανο, στα μÜτια μπρος;
  Γιατß ΘανÜση μου, βγαßνεις το βρÜδυ;
  ¾πνος για σÝνανε δεν εßν' στον 'Αδη;

  Τþρα περÜσανε χρüνοι πολλοß...
  ΒαθιÜ σε ρßξανε μÝσα στη γη...
  Φεýγα, σπλαχνßσου με. Θα κοιμηθþ.
  'Ασε με Þσυχη ν' αναπαυθþ.

  Το κρßμα που 'καμες με συνεπÞρε.
  ΒλÝπεις πως Ýγινα; ΘανÜση σýρε.
  ¼λοι με φεýγουνε, κανεßς δε δßνει,
  στην Ýρμη χÞρα σου, ελεημοσýνη.

  ΣτÜσου μακρýτερα... Γιατß με σκιÜζεις;
  ΘανÜση τß Ýκαμα και με τρομÜζεις;
  Πþς εßσαι πρÜσινος; Μυρßζεις χþμα...
  Πες μου... δεν Ýλυωσες, ΘανÜση, ακüμα;

  Λßγο συμÜζωξε το σÜβανü σου...
  ΣκουλÞκια βüσκουνε στο πρüσωπü σου.
  ΘεοκατÜρατε, για δες... πετÜνε
  κι Ýρχονται πÜνω μου για να με φÜνε.

  Πες μου ποýθ' Ýρχεσαι με τÝτοια αντÜρα;
  Ακοýς τι γßνεται; Εßναι λαχτÜρα.
  Μες απ' το μνÞμα σου γιατß να βγεις;
  Πες μου πουθ' Ýρχεσαι; Τ' Þλθες να δεις
";

                             Ε'

-"ΜÝσα στου τÜφου μου τη σκοτεινιÜ
  κλεισμÝνος Þμουνα, τÝτοια νυχτιÜ
  κι εκεß οποý Ýστεκα σαβανωμÝνος,
  βαθιÜ στο μνÞμα μου συμαζωμÝνος,

  Ýξαφνα πÜνω μου, μια κουκουβÜγια
  ακοýω που φþναξε
: -"Θ α ν Ü σ η   Β Ü γ ι α
  σÞκω και πλÜκωσαν χßλιοι νεκροß
  και θα σε πÜρουνε να πÜτε κει"-.

  Τα λüγια τ' Üκουσα και τ' üνομÜ μου.
  ΣκÜνε και τρßβονται τα κüκαλÜ μου.
  Κρýβομαι, χþνομαι üσο μπορþ
  βαθιÜ στο λÜκο μου, να μη τους δω.

  -
"¸βγα και πρüβαλε ΘανÜση ΒÜγια,
  Ýλα να τρÝξωμε πÝρα στα πλÜγια.
  ¸βγα μη σκιÜζεσαι, δεν εßναι λýκοι.
  Το δρüμο δεßξε μας για το Γαρδßκι"-.

  ¸τσι φωνÜζοντας σα λυσσασμÝνοι
  πÝφτουν επÜνω μου οι πεθαμÝνοι.
  Και με τα νýχια τους και με το στüμα
  πετÜνε, σκÜφτουνε το μαýρο χþμα.

  Και σα με βρÞκανε üλοι με μια
  Ýξω απ' του τÜφου μου την ερημιÜ,
  γελþντας, σκοýζοντας, Üγρια με σÝρνουν
  κι εκεß που εßπανε με συνεπαßρνουν.

  ΠετÜμε, τρÝχουμε, φυσομανÜει,
  το πÝρασμÜ μας κüσμο χαλνÜει.
  Το μαýρο σýγνεφο, üθε διαβεß,
  οι βρÜχοι τρÝμουνε, ανÜφτ' η γη.

  Φουσκþνει ο Üνεμος τα σÜβανÜ μας
  σα ν' αρμενßζουμε με τα πανιÜ μας.
  ΠÝφτουν στο δρüμο μας και ξεκολÜνε
  τα κοýφια κüκαλα, στη γη σκορπÜνε.

  Εμπρüς μας Ýσερνε η κουκουβÜγια
  πÜντα φωνÜζοντας:
 -"Θ α ν Ü σ η   Β Ü γ ι α"-.
  ¸τσι εφτÜσαμε σ' εκειÜ τα μÝρη,
  που τüσους Ýσφαξα μ' αυτü το χÝρι.

  Ω τι μαρτýρια! Ω τι τρομÜρες!
  Πüσες μου ρßξανε σκληρÝς κατÜρες!
  Μου 'δωκαν κι Ýπια αßμα πηγμÝνο.
  Για δες το στüμα μου, το 'χω βαμÝνο.

  Κι ενþ με σÝρνουνε και με πατοýνε
  κÜποιος εφþναξε... στÝκουν κι ακοýνε.
  -"Καλþς σε βρÞκαμε Βιζßρη ΑλÞ"-.
  Εδþθε μπαßνουνε μες στην αυλÞ.

  ΠÝφτουν επÜνω του οι πεθαμÝνοι.
  Με παρατÞσανε... Κανεßς δε μÝνει.
  ΚρυφÜ τους Ýφυγα και τρÝχω 'δω,
  με σε γυναßκα μου να κοιμηθþ
".

                              ΣΤ'

 -"ΘανÜση σ' Üκουσα, τραβÞξου τþρα.
   ΜÝσα στο μνÞμα σου να πας εßν' þρα
".
 -"ΜÝσα στο μνÞμα μου για συντροφιÜ,
   θÝλω απ' το στüμα σου τρßα φιλιÜ
".

 -"¼ταν σου ρßξανε λÜδι και χþμα
   Þλθα, σε φßλησα κρυφÜ στο στüμα
".
 -"Τþρα περÜσανε χρüνοι πολλοß...
   Μου πÞρ' η κüλαση κειü το φιλß
".

 -"ΦÝυγα και σκιÜζομαι τ' Üγρια σου μÜτια.
  Το σÜπιο κρÝας σου, πÝφτει κομÜτια.
  ΤραβÞξου, κρýψε τα, κεßνα τα χÝρια.
  Απ την αχÜμνια τους λες κι εßν' μαχαßρια
".

 -"¸λα γυναßκα μου, δεν εßμαι 'γω
   κεßνος π' αγÜπησες, Ýνα καιρü;
   Μη με σιχαßνεσαι, εßμ' ο ΘανÜσης
".
 -"Φεýγ' απ' τα μÜτια μου, θα με κολÜσεις".

Ρßχνεται πÜνω της και τÞνε πιÜνει,
μÝσα στο στüμα της τα χεßλη βÜνει.
Στα Ýρμα στÞθια της τα ροýχ' αρχßζει,
που τη σκεπÜζουνε, να τα ξεσχßζει.
ΤÞνε ξεγýμνωσε... το χÝρι απλþνει...
ΜÝσα στο κüρφο της Üγρια το χþνει...

ΜÝνει σα μÜρμαρο. Κρýος σα φßδι
τρßζει απ' το φüβο του, στο κατακλεßδι.
Σα λýκος ρυÜζεται, τρÝμει σα φýλλο...
Στα δÜχτυλα Ýπιασε το Τßμιο Ξýλο.

Τη μαýρη γλýτωσε, το φυλαχτü της,
καπνüς, εσβÞστηκεν απ' το πλευρü της.
Τüτε ακοýστηκε κι η κουκουβÜγια
Ýξω, που φþναζε: -"Θ α ν Ü σ η   Β Ü γ ι α!"-

                                 Ζ'

 -"Ξýπνα παιδß μου κι η αυγÞ απ' το βουνü προβαßνει,
   ξýπνα ν' ανÜψωμε φωτιÜ κι η ξÝνη μας προσμÝνει
".
 -"ΚαλÞ σου μÝρα μÜνα μας, ησýχασες κομμÜτι";
 -"Λßγο κοιμþμαι η δýστυχη, δεν Ýκλεισα το μÜτι.

   ¸χετε γεια, Ýχετε γεια, πρÝπει να σας αφÞσω.
   Εßναι μακρýς ο δρüμος μου και πüτε θα κινÞσω
";
 -"Γιατß δε μας εξýπνησες κι Ýμεινες μοναχÞ σου;
   Σýρε μανοýλα στο καλü και δος μας την ευχÞ σου
".

 -"Για το καλü που κÜματε, για την ελεημοσýνη,
   ýπνο γλυκü ο Κýριος κι Þσυχο να σας δßνει.
   'Αλλο καλü να σας 'φχηθþ στο κüσμο μας δε ξÝρω,
   νýχτα και μÝρα το ζητþ και δε μπορþ να εýρω
".

 -"ΜÜνα, η φτþχεια εßναι κακÞ γιατß Ýχει καταφρüνια".
 -"Τα πλοýτη τα δοκßμασα, περÜσαν με τα χρüνια".
 -"ΜÝσα στο λüγγο οι δýστυχοι ζοýμε κι εμεßς σα λýκοι,
   απ' το καιρü που χÜλασε το Ýρμο το Γαρδßκι
".

Ω δυστυχιÜ μου! Ω δυστυχιÜ! Ο κüσμος θα χαλÜσει!
Και ποιüνε μελετÞσανε; Το   Β Ü γ ι α   το   Θ α ν Ü σ η!

 -"Κι εγþ εßμ' η γυναßκα του. ΚÜμετε το σταυρü σας,
   πÜρτε λιβÜνι, κÜψετε, να διþξτε τον εχτρü σας.
   ΕψÝς τη νýχτα μπÞκε 'δω, εστÜθηκε σιμÜ μου...
   ΣχωρÝστε τüνε, Χριστιανοß, κλÜψτε τη συμφορÜ μου
..."

Παßρνει το λüγγο. Το παιδß κι η μÜνα ανατριχιÜζουν
και το σταυρü τους κÜνοντας, τρÝμουν που τη κοιτÜζουν.




     Το αφιÝρωμα αυτü θα κλεßσει μουσικÜ, με τον ΤζιουζÝπε Ταρτßνι (Giuseppe Tartini, 8 Απρßλη 1692-26 ΦλεβÜρη 1770), τον Ιταλü μουσικοσυνθÝτη του μπαρüκ απü την ºστρια, με τη σονÜτα του (Devil's Trill), Η ΣονÜτα Του Διαβüλου. ΣημειωτÝον πως ο αρχικüς στüχος του για σπουδÝς, Þταν η νομικÞ επιστÞμη -κÜτι μας λÝει αυτü τÜχα;


                                            Τ  Ε  Λ  Ο  Σ

 

 

Web Design: Granma - Web Hosting: Greek Servers