ÐåæÜ

Ðïßçóç-Ìýèéá

Ï Dali & Åãþ

ÈÝáôñï-ÄéÜëïãïé

Äïêßìéá

Ó÷üëéá-Áñèñá

ËáïãñáöéêÜ

ÅíäéáöÝñïíôåò

ÊëáóóéêÜ

Áñ÷áßá Åëë Ãñáìì

ÄéáóêÝäáóç

ÐéíáêïèÞêç

ÅéêáóôéêÜ

Ðáãê. ÈÝáôñï

Ðëçñ-Ó÷ïë-Åðéêïéí.

Öáíôáóôéêü

Åñ. Ëïãïôå÷íßá

Ãëõðô./Áñ÷éô.

ÊëáóóéêÜ ÉÉ

 
 

ÊëáóóéêÜ 

Kipling Rudyard Joseph: Éððüôçò Ëüãéïò ÔáîéäåõôÞò

         
                                             ΡÜντγιαρντ Κßπλινγκ

                                            Βιογραφικü

     ΓεννÞθηκε στη ΒομβÜη στις 30 Δεκεμβρßου 1865, γιος του John Lockwood Kipling, καλλιτÝχνη και καθηγητÞ αρχιτεκτονικοý γλυπτοý και της σýζυγοý του Alice Macdonald. ΜÝχρι τα 5 ο μικρüς Ýζησε στην Ινδßα και τα πÝρασε πανευτυχÞς, αλλÜ μετÜ εστÜλη πßσω στην Αγγλßα για να μεßνει με μια θετÞ οικογÝνεια στο Southsea, üπου Þταν απελπισμÝνα δυστυχισμÝνος. Η εμπειρßα του θα χρωμÜτιζε μερικÜ απü το πιο πρþιμα γραπτÜ. ¼ταν Þταν 12 πÞγε στο κολÝγιο κοντÜ στο Bideford, üπου ο διευθυντÞς Cormell φßλος του πατÝρα του, κι οι θεßοι του ενθÜρρυναν τη λογοτεχνικÞ τÜση του.
     ΠαρÜ τη φτωχÞ üραση που τον εμπüδισε στα παιχνßδια, συνÝχιζε να μεγαλþνει και ν' ανθßζει. Το 1882, στα 16, επÝστρεψε στη Lahore, üπου εγκαταστÜθηκαν οι γονεßς του, για να εργαστοýν στην αστικÞ και στρατιωτικÞ εφημερßδα κι Ýπειτα απü λßγο, στο Allahabad. Στον λßγο ελεýθερο χρüνο του Ýγραψε πολλÜ αξιοπρüσεκτα ποιÞματα κι ιστορßες που δημοσιεýθηκαν. ¼ταν συλλÝχθηκαν και δημοσιεýθηκαν ως βιβλßα, αποτÝλεσαν τη βÜση της πρüωρης φÞμης του. ΕπιστρÝφοντας στην Αγγλßα το 1889, πετυχαßνει γρÞγορα την αναγνþριση απü τις μπαλÜντες και τα διηγÞματÜ του. ΜετÜ απü το θÜνατο του αμερικανοý φßλου και λογοτεχνικοý συνεργÜτη του, Balestier Wolcott, παντρεýεται την αδελφÞ του Carrie Wolcott, το 1892.
     ΜετÜ απü Ýνα ταξßδι στον κüσμο, επÝστρεψε με τη Carrie στο οικογενειακü σπßτι της στο Brattleboro, Βερμüντ, ΗΠΑ. ¹ταν εκεß, στη ΝÝα Αγγλßα, που 'γραψε τα μεγÜλα του Ýργα κι απÝκτησε τα πρþτα δυο παιδιÜ του, Josephine & Elsie. Μια φιλονικßα με το γαμπρü του τον οδÞγησε πßσω στην Αγγλßα το 1896 και το επüμενον Ýτος, εγκατασταθÞκανε στο Rottingdean του ΣÜσεξ. Ο γιος τους John γεννÞθηκεν εκεß. Ζοýσαν ικανοποιητικÞ ζωÞ, μÝχρι τον πρüωρο θÜνατο της πρωτüτοκης κüρης του, Τζüζεφιν, το 1899. Ωστüσο εßχεν Þδη πλÝον αναγνωριστεß σαν ο δαφνοστεφÞς ποιητÞς της αυτοκρατορßας κι εκεßνη την εποχÞ Ýγραψε μερικÜ απü τα πιο γνωστÜ και διÜσημα Ýργα του: "Kim", "Stalky & Co" κλπ. Στο μουσεßο του Rottingdean, στο Grange, υπÜρχει τþρα Ýνα δωμÜτιο 'Kipling', μ' εκθÝματα που αφιερþνονται στην εργασßα του. Το Grange εßναι ανοικτü καθημερινÜ κι η εßσοδος εßναι δωρεÜν.

     Το ποßημÜ του, "Ο ΑφηρημÝνος ΖητιÜνος" συγκεντρþσε τερÜστια ποσÜ για τα βρετανικÜ στρατεýματα, στον πüλεμο των Μπüερ. ΥπÞρξε προσωπικüς φßλος του βασιλιÜ George V' και ταξßδεψε πολý. Στο ξεκßνημα ενüς τÝτοιου ταξιδιοý, τον ΓενÜρη του 1936, πÝθανε, ακριβþς 3 ημÝρες πριν απü τον βασιλιÜ του. Εßχε λÜβει πολλÝς τιμÝς εν ζωÞ, εßχε χριστεß Ιππüτης και το 1907 εßχε κερδßσει το Βραβεßο Νüμπελ για τη Λογοτεχνßα. Η φÞμη κι η λογοτεχνικÞ του αξßα, χρüνο με τον χρüνο αυξÜνεται καθþς γßνεται üλο και πιο διαυγÝς, πως η εργασßα του υπÞρξε μεγαλειþδης.

=================

                Βαμπßρ

¹ταν Ýνας βλÜκας που προσευχüταν
(üπως εσý κι εγþ)
Σ' Ýνα κουρÝλι, σ' Ýνα κüκαλο και σε μια τοýφα μακριÜ μαλλιÜ
(την εßπαμε: Η Γυναßκα Που Δε ΝοιÜστηκε)
Μα το κορüúδο τη βÜφτισε ΠριγκηπÝσσα του
(üπως εσý κι εγþ)

Ω χρüνια και δÜκρυα που ξοδÝψαμε
Σε πνευματικü και σωματικü μüχθο
ΠροσφορÜ σε μια γυναßκα που δεν Ýνιωσε
(και τþρα ξÝρουμε πως δε μποροýσε να νιþσει)
και δε κατÜλαβε

¹ταν Ýνα κορüúδο που σπατÜλησε τ' αγαθÜ του
(üπως εσý κι εγþ)
ΤιμÞ και Δüξα και μια σßγουρη εξασφÜλιση
(μα δεν Þταν παρÜ το ελÜχιστο των απαιτÞσεþν της)
ΑλλÜ Ýνας βλÜκας πρÝπει ν' ακολουθεß τη φυσικÞ ροπÞ του
(üπως εσý κι εγþ)

Ω μüχθο που σπαταλÞσαμε και τι φθορÜ υποστÞκαμε
Κι αυτÜ τα υπÝροχα πρÜγματα που σχεδιÜσαμε
Για μια γυναßκα που δεν Ýμαθε το γιατß
(και τþρα ξÝρουμε πως ποτÝ δε θα μÜθει)
Και δε κατÜλαβε

Το κορüúδο απεκδýθηκε τη γελοßα φορεσιÜ του
(üπως εσý κι εγþ)
Κι αυτÞ το παραπÝταξε, βλÝποντας ßσως ακριβþς αυτü
(μα δεν εßναι καν σßγουρο πως προσπÜθησε να δει)
¸τσι νÝκρωσε το μεγαλýτερο κομμÜτι του, μÝνοντας λßγος
(üπως εσý κι εγþ)

Και δεν εßναι η ντροπÞ μÞτε το φταßξιμο
Που στιγμÜτισε καφτÜ κι ανεξßτηλα το κορμß του
Εßν' η συνειδητοποßηση πως ποτÝ της δεν Ýνιωσε το γιατß
(του 'γιν' ορατü επιτÝλους, πως δε θα μποροýσε ποτÝ της να νιþσει το γιατß)
Και δε θα μποροýσε να καταλÜβει ποτÝ...

(μτφρ.: ΠÜτροκλος)

---------------------------------------------------------------------------------------

                       Η Πýλη Των Εκατü Θλßψεων

...αφοý μπορþ με μια πεντÜρα τους ουρανοýς να κατακτÞσω,
εσÝνα τß σε κüφτει
;           Απüφθεγμα οπιομανοýς

     Βρßσκεται κÜπου ανÜμεσα στο σοκÜκι του Κüπερσμιθ και στο μαχαλÜ του καπνοπωλεßου, καμιÜν εκατοστÞ γυÜρδες απüσταση, καταπþς πετÜ ο κüρακας, απü το τζαμß του Γαζßρ Χαν. Δε θα δßσταζα να τ' αποκαλýψω σε κÜποιον üλ' αυτÜ, μα πολý αμφιβÜλλω πως θα μπορÝσει να βρει τη Πýλη, üσο καλÜ κι αν νομßζει πως ξÝρει τη πüλη. Μπορεß να περÜσεις ßσαμε κι εκατü φορÝς απü το σοκÜκι που βρßσκεται και πÜλι να μη καταφÝρεις τßποτα. "ΣοκÜκι Του Μαýρου Καπνοý". ¸τσι το φωνÜζουμε μεις, στους ντüπιους βÝβαια, εßναι γνωστü με τελεßως Üλλο üνομα. ¸να ζαλωμÝνο γαúδοýρι αδýνατον να περÜσει ανÜμεσα απ' αυτοýς τους τοßχους, ενþ σε κÜποιο σημεßο, λßγο πριν φτÜσεις στη Πýλη, η πρüσοψη ενüς σπιτιοý που ξÝχει απü τα υπüλοιπα, φρÜζει το δρüμο, ρßχνοντÜς σε αναγκαστικÜ στα γýρω δρομÜκια.
     Στη πραγματικüτητα δε πρüκειται για καμιÜ πýλη. ¸να σπßτι εßναι. Πρþτα, πÜνε πÝντε χρüνια τþρα, το 'χεν ο γερο-Φουγκ Τσιγκ, υποδηματοποιüς απü τη Καλκοýτα. ΛÝνε πως κÜποτε, πÜνω στο μεθýσι του, εßχε σκοτþσει τη γυναßκα του. Αυτü Þτανε λÝνε η αιτßα, που 'παψε να πουλÜ ροýμι κι Ýμπλεξε με το εμπüριο του Μαýρου Καπνοý. Αργüτερα, Þρθε στα βüρεια κι Üνοιξε τη Πýλη, Ýνα σπßτι που μποροýσες να φχαριστηθεßς τον καπνü σου με την ησυχßα σου. Και μη θαρρεßς πως Þτανε κανÝν απü κεßνα τα πνιγερÜ κι ασφυκτικÜ τσÜντου-χÜνας, που τα πετυχαßνει κανεßς σε κÜθε γωνιÜ στη πüλη. ¼χι. ¹ταν Ýνα ποýκα, οπιοπωλεßο πολý καθωσπρÝπει. Ο γÝρος Þξερε τη δουλειÜ στην εντÝλεια κι Þτανε πολý καθαρüς για ΚινÝζος. ¹ταν Ýνας μονüφθαλμος ανθρωπÜκος, θα 'τανε δε θα 'ταν ενÜμιση μÝτρο κι εßχε χÜσει και τα δυο μεσιανÜ του δÜχτυλα. ¼μως τοýτο δε τον εμπüδιζε να 'ναι ο επιδεξιüτερος απ' üλους στο στρßψιμο του τσιγÜρου. Κι ο Καπνüς Ýδειχνε να μη τονε πιÜνει καθüλου. ΜÝρα και νýχτα, νýχτα και μÝρα, κÜπνιζε με ρÝγουλα. Εßμαι κÜπου πÝντε χρüνια στο κουρμπÝτι και στον Μαýρο Καπνü μπορþ να παραβγþ τον καθÝνα, μα σε κÜτι τÝτοια εßμαι παιδÜκι μπρος στον Φουγκ Τσιγκ. εντοýτοις ο γÝρος Þτανε παθιασμÝνος με τα λεφτÜ του, μανιþδης κι αυτü ποτÝ μου δε θα μπορÝσω να το καταλÜβω. 'Ακουσα πως εßχε κÜνει μεγÜλο κομπüδεμα προτοý πεθÜνει, μα τþρα üλ' αυτÜ Ýχουνε περÜσει στον ανιψιü του και τον γÝρο τονε πÞγανε πßσω στη Κßνα να τονε θÜψουνε.
     Το μεγÜλο δωμÜτιο του πÜνω ορüφου, που μαζεýονταν οι καλýτεροι πελÜτες, ο γÝρος το κρατοýσε πÜντα καθαρü, σαν αστραφτερÞ καρφßτσα. Σε μια γωνιÜ υψωνüτανε τ' ομοßωμα ενüς ΚινÝζου Θεοý, που συναγωνιζüτανε σ' ασχÞμια τον Φουγκ Τσιγκ και που κÜτω απü τη μýτη του σιγοκαßγανε δαδιÜ. Μα σα φοýντωνε ο καπνüς, δε μποροýσες να τα μυρßσεις. ΑπÝναντι απü τον ΚινÝζο Θεü, Ýβλεπες το φÝρετρο του Φουγκ Τσιγκ. Εßχε ξοδÝψει μεγÜλο μÝρος απü τις οικονομßες του για δαýτο κι üποτε τýχαινε να 'ρθει κÜποιος νιüφερτος στη Πýλη, το φÝρετρο Þταν απü τα πρþτα πρÜματα που θα 'βλεπε. ¹τανε καμωμÝνο απü μαýρη λÜκα, με κüκκινα και χρυσÜ γρÜμματα, σκαλισμÝνα στο πÜνω μÝρος. Απ' ü,τι Ýχω ακοýσει, ο Φουγκ Τσιγκ το 'χε κουβαλÞσει απü τη Κßνα. Δε ξÝρω αν αληθεýει αυτü Þ üχι. Αυτü που ξÝρω πÜντως, εßναι πως αν τýχαινε κανÜ βραδÜκι να φτÜσω πρþτος, μ' Üρεσε να στρþνω τη ψÜθα μου κÜτω ακριβþς απü το φÝρετρο. ¹τανε βλÝπετε, Þσυχη γωνßτσα κι Ýνα ελαφρü αερÜκι Ýφτανε που και που απü το σοκÜκι μες απü τ' ανοιχτü παρÜθυρο. Εκτüς απü τις ψÜθες, δεν υπÞρχαν Üλλα Ýπιπλα στο δωμÜτιο -μüνο το φÝρετρο κι ο παλιüς ΚινÝζος Θεüς, üλος πρÜσινος, γαλÜζιος και πορφυρüς, απü τα χρüνια και το βερνßκι.
     Ο Φουγκ Τσιγκ δε μας εßπε ποτÝ γιατß εßχεν ονομÜσει το μαγαζß "Πýλη Των Εκατü Θλßψεων". (¹ταν ο μüνος ΚινÝζος που ξÝρω, που μεταχειριζüτανε φανταχτερÜ κακüηχα ονüματα. Τα περισσüτερα απü δαýτα εßναι εξεζητημÝνα, üπως θα δεßτε κι οι ßδιοι αν τýχει να περÜσετε ποτÝ απü τη Καλκοýτα). Εμεßς τ' ανακαλýψαμε σιγÜ-σιγÜ, μονÜχοι μας. Τßποτα δεν επιβÜλλεται σε τÝτοιο βαθμü πÜνω σου, σαν εßσαι λευκüς, üσο ο Μαýρος Καπνüς. Για τους κßτρινους εßναι αλλιþς. Το üπιο δεν αφÞνει σχεδüν οýτε σημÜδι πÜνω τους. Μα μαýροι και λευκοß υποφÝρουνε στ' αλÞθεια. ΦυσικÜ υπÜρχουν Üνθρωποι που ο καπνüς του δε τους πιÜνει περισσüτερο απ' üσο θα τους πεßραζε, στην αρχÞν ιδßως, ο ταμπÜκος. Ψευτογλαρþνουνε σα κÜποιονε που νυστÜζει και τονε παßρνει ο ýπνος και τ' Üλλο πρωß εßναι ικανοß μÝχρι και να πÜνε για δουλειÜ. ¼σο για μÝνα, κι εγþ στην αρχÞ κÜπως Ýτσι Þμουνα, μα πÝντε χρüνια τþρα στο κουρμπÝτι, τα πρÜματα εßναι πολý διαφορετικÜ. Εßχα μια γρια θεßα, Ýμενε χαμηλÜ στην οδü 'Αγρας, που μου Üφησε κατιτß σαν Ýκλεισε τα μÜτια της. ΚαμιÜν εξηνταριÜ ρουπßες το μÞνα, σßγουρα λεφτÜ. ¼χι πως εξÞντα εßναι πολλÜ. ΘυμÜμαι αχνÜ μιαν εποχÞ, μου φαßνεται σα να 'χουνε περÜσει αιþνες απü τüτε, που 'παιρνα τα τρακüσα μου το μÞνα, χþρια τα τσιμπολογÞματα, τüτε που δοýλευα εργÜτης, σε μια μεγÜλη δουλειÜ με ξυλεßα στη Καλκοýτα. Δε στÝριωσα σ' αυτÞ τη δουλειÜ. Ο Μαýρος Καπνüς δε σ' αφÞνει πολλÜ περιθþρια και γι' Üλλα πρÜματα. Κι ας με πιÜνει πολý λιγüτερο απ' Üλλους ανθρþπους, δε μπορþ μÞτε μια μÝρα να δουλÝψω, να βγÜλω το ψωμß μου. Στο κÜτω-κÜτω, χρειÜζομαι üλες κι üλες, εξÞντα ρουπßες. Σα ζοýσε ο γερο-Φουγκ Τσιγκ, τü 'χε συνÞθειο να εισπρÜττει αυτüς τα λεφτÜ για μÝνα. Μοý 'δινε πÜνω-κÜτω, τα μισÜ για να ζÞσω (εßμαι λιτοδßαιτος εγþ) και τα υπüλοιπα τα κρατοýσε η αφεντιÜ του. Μποροýσα να πηγαßνε στη Πýλη üποιαν þρα Þθελα, πρωß και βρÜδυ, να φουμÝρνω και να κοιμÜμαι κιüλας εκεß πÝρα, αν μου 'κανε κÝφι κι Ýτσι δε μ' Ýνοιαζε. Το 'ξερα πως ο γÝρος Ýκανε περιουσßα μ' αυτü τον τρüπο, μα δε σκοτßζομαι με κÜτι τÝτοια. Τßποτα δε με πολυσκοτßζει. ¸τσι κι αλλιþς, το παραδÜκι Ýπεφτε ζεστü-ζεστü κÜθε μÞνα.
     ¹μασταν καμιÜ δεκαριÜ εμεßς που συναντιüμασταν στη Πýλη, üταν πρωτÜνοιξε το μαγαζß: εγþ και δυο ΜπÜμπου, απü Ýνα κυβερνητικü γραφεßο κÜπου στο Αναρκοýλι, που üμως γρÞγορα χÜσανε τη δουλειÜ τους κι Ýτσι δεν εßχαν να πληρþσουν (κανεßς απ' üσους εßναι αναγκασμÝνοι να δουλεýουνε τη μÝρα, δε μπορεß να φουμÜρει τον Μαýρο Καπνü συνÝχεια για πολý καιρü): Ýνας ΚινÝζος, ο ανιψιüς του Φουγκ Τσιγκ, μια εμπüρισσα που 'χε κÜνει πολλÜ λεφτÜ, Ýνας θεüς ξÝρει πως, Ýνας ΕγγλÝζος χασομÝρης, Μακ-κÜτι θαρρþ πως τονε λÝγανε, το 'χω ξεχÜσει πια, που κÜπνιζε με τις οκÜδες, μα που, παραδüξως ουδÝποτε πλÞρωνε για τßποτα (ψιθυριζüτανε πως εßχε σþσει τη ζωÞ του Φουγκ Τσιγκ σε μια δßκη στη Καλκοýτα, üπου εßχε κÜνει δικηγüρος): ακüμα, Ýνας ΕυρασιÜτης, σαν και του λüγου μου, απü το ΜαδρÜς, μια μιγÜδα και καναδυü Üλλοι, που λÝγανε πως εßχαν Ýρθει απü τον ΒορρÜ (θαρρþ πως Þτανε ΠÝρσες Þ Αφγανοß Þ κÜτι τÝτοιο). Απ' üλους αυτοýς, δε θα 'μαστε πιüτεροι απü πÝντε οι ζωντανοß, μα ερχüμαστε τακτικÜ. ΙδÝα δεν Ýχω τι γßναν οι ΜπÜμπου. Μα üσο για την εμπüρισσα, αυτÞ πÝθανε Ýξι μÞνες αφüτου Þρθε στη Πýλη και μου φαßνεται πως ο Φουγκ Τσιγκ κρÜτησε για πÜρτη του τα βραχιüλια της και το σκουλαρßκι που 'χε στη μýτη. Μα δε παßρνω κι üρκο γι' αυτü. Ο ΕγγλÝζος που, εξüν που φουμÜριζε, Ýπινε κιüλας Ýνα σωρü, Ýχει πια καταπÝσει. Ο Ýνας απü τους ΠÝρσες σκοτþθηκε μια νýχτα σ' Ýνα καβγÜ γýρω απü το μεγÜλο πηγÜδι, δßπλα στο τζαμß, πÜει πολýς καιρüς απü τüτε κι η αστυνομßα σφρÜγισε το πηγÜδι, γιατß Þτανε γεμÜτο, καθþς εßπαν, μ' αναθυμιÜσεις. ΒρÞκανε το πτþμα του στον πÜτο του πηγαδιοý. Κι Ýτσι βλÝπετε, απομεßναμε μüνον εγþ, ο ΚινÝζος, η μιγÜδα που τη φωνÜζουμε Μεμσαχßμπ (και που συζοýσε με τον Φουγκ Τσιγκ), ο Üλλος ΕυρασιÜτης κι ο Ýνας απü τους ΠÝρσες. Η Μεμσαχßμπ Ýχει γερÜσει πια. Θα 'τανε μικρü κορßτσι üταν Üνοιξεν η Πýλη. Μα üσο γι' αυτü, üλοι τα 'χουμε τα χρονÜκια μας. ΔεκÜδες, εκατοντÜδες χρüνια στις πλÜτες μας. Εßναι πολý δýσκολο να λογαριÜσεις το χρüνο στη Πýλη κι Üλλωστε τι με μÝλλει μÝνανε ο χρüνος; ΤραβÜω τις εξÞντα ρουπßες μου ζεστÝς-ζεστÝς κÜθε μÞνα. ΚÜποτε, πολý-πολý καιρü πριν, üταν Ýβγαζα ακüμα τρακüσες ρουπßες το μÞνα, χþρια τα τσιμπολογÞματα, απü κεßνη τη δουλειÜ με τη ξυλεßα στη Καλκοýτα, εßχα και του λüγου μου μια γυναικοýλα. Μüνο που πια μας Üφησε χρüνους. Ο κüσμος εßπε πως εγþ τη σκüτωσα σαν Ýπεσα με τα μοýτρα στον Μαýρο Καπνü. Μπορεß να 'ναι κι Ýτσι, μα Ýχει περÜσει τüσος καιρüς απü τüτε, που δε με νοιÜζει πια. ΚÜποιες φορÝς θυμÜμαι, ιδßως τις πρþτες στη Πýλη, Ýνιωθα Üσχημα γι' αυτü. Μα üλα τοýτα εßναι παλιÝς ιστορßες κι εγþ τραβÜω τις εξÞντα ρουπßες μου ζεστÝς-ζεστÝς κÜθε μÞνα κι εßμαι πολý χαροýμενος. Καταλαβαßνεις, üχι φτιαγμÝνος, μα πÜντοτε Þρεμος, γαλÞνιος κι ευχαριστημÝνος.
      Πως ξεμυαλßστηκα; ¼λα αρχßσανε στη Καλκοýτα. Τις πρþτες φορÝς θυμÜμαι, δοκßμαζα λßγο στο σπßτι, ßσα-ßσα για να δω πως εßναι. Δε το παρÜκανα κεßνη την εποχÞ, μα τüτε Þταν νομßζω που πÝθανε η γυναßκα μου. ¼πως και να 'χει, η μοßρα μ' Ýφερε δω πÝρα κι Ýτυχε να βρεθεß στο δρüμο μου ο Φουγκ Τσιγκ. Δε μπορþ να θυμηθþ πως συνÝβη αυτü, μα θυμÜμαι πως μου μßλησε για τη Πýλη κι Üρχισα λßγο-λßγο να συχνÜζω κει κι Þρθαν Ýτσι τα πρÜματα, που δεν Ýχω σταματÞσει να πηγαßνω απü τüτε. Να 'χετε υπüψη σας πως τον καιρü του Φουγκ Τσιγκ, η Πýλη Þτανε μαγαζß πολý καθωσπρÝπει κι üτι μποροýσες να καθßσεις με την ÜνεσÞ σου και πως δεν Ýμοιαζε μÞτε κατÜ διÜνοια με τα τσÜντου-χÜνας, που συχνÜζουν οι αραπÜδες. ¼χι. ¹τανε καθαρü κι Þσυχο και δεν εßχε πολυκοσμßα. Εκτüς απü μας τους δÝκα και τ' αφεντικü, Ýρχονταν ασφαλþς κι Üλλοι, μα εμεßς εßχαμε πÜντα τη ψÜθα του ο καθÝνας, μ' Ýνα φοδραρισμÝνο μÜλλινο κεφαλÜρι, καλυμμÝνη απ' Üκρη σ' Üκρη με μαýρους και κüκκινους δρÜκους και τα συναφÞ. Ακριβþς üπως και το φÝρετρο στη γωνιÜ.
     ΜετÜ και τον τρßτο γýρο, οι δρÜκοι παßρναν να ζωντανεýουν και να παλεýουν αναμετÜξυ τους. ΣυνÞθιζα, θυμÜμαι, να μετρþ τον καπνü μου μ' αυτü τον τρüπο και τþρα μου παßρνει μια ντουζßνα πßπες για να κÜνει τους δρÜκους να σαλÝψουν. ΕξÜλλου εßναι üλοι τους βρþμικοι και κουρελιασμÝνοι, το ßδιο κι οι ψÜθες κι ο γÝρο Φουγκ Τσιγκ δε ζει πια. Εßναι κÜμποσα χρüνια που 'χει πεθÜνει. Μου Üφησε τη πßπα που 'χω τþρα και δε την αλλÜζω με τßποτα. Εßναι ασημÝνια μ' αλλüκοτα τÝρατα να σÝρνονται πÜνω-κÜτω στο δοχεßο του καπνοý, κÜτω απü το λουλÜ. Απ' üσο μπορþ να θυμηθþ, παλιüτερα εßχα Ýνα μεγÜλο καλÜμι απü μπαμποý, μ' Ýνα μπακιρÝνιο λουλÜ τοσοδÜ κι Ýνα στüμιο απü νεφρßτη. ¹τανε κÜπως πιο χοντρü απü το μπαστοýνι του βαδßσματος και το κÜπνιζες γλυκÜ, πολý γλυκÜ. Το μπαμποý σα να τον τραβοýσε τον καπνü. ΠρÜμα που δε συμβαßνει βÝβαια με την ασημÝνια, Üσε που πρÝπει που και που να τη καθαρßζω μÝσα-Ýξω κι αυτü εßναι μεγÜλη φασαρßα, μα τη φουμÜρω ακüμα για χÜρη του γÝρου. Θα πρÝπει να 'χε κÜνει πολλÜ λεφτÜ απü μÝνα, μα πÜντα του μου 'δινε καθαρÝς ψÜθες και μαξιλÜρια και το καλýτερο πρÜμα απü τους Üλλους.
     Σαν πÝθανε ο γÝρος, ο ανιψιüς του ο Τσιν Λιγκ πÞρε στα χÝρια του τη Πýλη και την ονüμασε "Ο Ναüς Των Τριþν ΚτÞσεων" μα μεις οι παλιοß ακüμα τη φωνÜζουμε "...Των Εκατü Θλßψεων", Ýτσι κι αλλιþς. Ο ανιψιüς δε κÜνει και πολý παστρικÝς δουλειÝς και μου φαßνεται πως χρειÜζεται τη βοÞθεια της Μεμσαχßμπ. Ζει μαζß του, üπως Üλλωστε και με το γÝρο. Οι δυο τους επιτρÝπουνε την εßσοδο σ' Ýνα σωρüν αποβρÜσματα, αραπÜδες και τα ρÝστα κι ο Μαýρος Καπνüς δεν εßναι τüσο καλüς üσο παλιÜ. ¸χω βρει καμμÝνο πßτουρο μες στη πßπα μου κι üχι μια και δυο. Ο γÝρος θα 'πεφτε ξερüς αν κÜτι τÝτοιο γινüταν επß των ημερþν του. ΕπιπλÝον, το δωμÜτιο δεν εßναι ποτÝ καθαρü και τα στρþματα εßναι üλα σκισμÝνα και ξεφτισμÝνα στις Üκρες. Το φÝρετρο δεν εßναι πια στη θÝση του -γýρισε πßσω στη Κßνα μαζß με τον Φουγκ Τσιγκ και δυο ουγκιÝς καπνü στο εσωτερικü του, μη και του 'ρθει η üρεξη του γÝρου στο δρüμο.
     Του ΚινÝζου Θεοý δε του ανÜβουνε πια üσα δαδιÜ του ανÜβανε παλιÜ. Αυτü εßναι στα σßγουρα, σημÜδι κακοτυχßας, δε μου το βγÜζεις εμÝνα απü το νου. ¸χει γßνει κατÜμαυρος κιüλας, γιατß κανεßς δε το φροντßζει. ΑυτÞ εßναι δουλειÜ της Μεμσαχßμπ, το ξÝρω. Γιατß üταν ο Τσιν Λιγκ Ýκανε να κÜψει λßγο χρυσüχαρτο μπροστÜ στο Üγαλμα, αυτÞ του 'πε πως Þτανε πεταμÝνα λεφτÜ κι üτι Ýνα δαδß που σιγüκαιγε να κρατοýσε, ο ΚινÝζος Θεüς δε θα καταλÜβαινε τη διαφορÜ. ¸τσι τþρα τα δαδιÜ μας εßναι ανακατεμÝνα με μπüλικη κüλλα, θÝλουν μισÞν þρα περισσüτερο να καοýνε και βρωμÜνε κι απü πÜνω. Κι αν λογαριÜσουμε και τη βρþμα του ßδιου του δωματßου... ΚαμμιÜ επιχεßρηση δε τραβÜει με κÜτι τÝτοια. Και του ΚινÝζου Θεοý δε τ' αρÝσει. Το βλÝπω γω. ΚαμιÜ φορÜ, αργÜ τη νýχτα, παßρνει Ýνα σωρüν αλλüκοτους χρωματισμοýς -μπλε και πρÜσινο και κüκκινο- üπως γινüτανε τüτε, που ο γερο Φουγκ Τσιγκ Þτανε στη ζωÞ. Ακüμα γυρνÜ τα μÜτια του πÝρα-δþθε και χτυπÜ τα πüδια του χÜμω σα διÜολος.
     ¸νας Θεüς ξÝρει γιατß δε φεýγω απ' αυτü το μÝρος, να πιÜσω κανÜ δωματιÜκι στο παζÜρι και να φουμÝρνω κει με την ησυχßα μου. Σßγουρα ο Τσιν Λιγκ θα με σκüτωνε αν Ýκανα να φýγω -αυτüς τραβÜει τþρα τις εξÞντα ρουπßες μου- κι εκτüς αυτοý, εßναι τÝτοια φασαρßα κι Üλλωστε την Ýχω αγαπÞσει τη Πýλη. ¼χι πως λÝει και σπουδαßα πρÜματα. Δεν εßναι πια αυτü που 'ταν επß των ημερþν του γÝρου, μα δε μου κÜνει καρδιÜ να την αφÞσω. ¸χω δει τüσους να 'ρχονται και να φεýγουνε κι Ýχω δει Üλλους τüσους να πεθαßνουν εδþ, πÜνω σε τοýτα τ' αχυροστρþματα, που θα φοβüμουν να πεθÜνω τþρα πια εκεß Ýξω. Εßδα πρÜματα που τους περισσüτερους ανθρþπους θα τους παραξενεýανε, μα τßποτα δε σου κÜνει εντýπωση σαν εßσαι στον Μαýρο Καπνü, παρεκτüς ßσως απü τον ßδιο τον Μαýρο Καπνü. Κι αν πÜλι κÜτι τýχαινε να σε κÜνει να παραξενευτεßς, ε, δε γινüτανε και τßποτα. Ο Φουγκ Τσιγκ Þτανε πολý σχολαστικüς με τους ανθρþπους του και ποτÝ δε δÝχτηκε κανÝνα που θα δημιουργοýσεν αναστÜτωση μ' Ýναν επεισοδιακü θÜνατο. Μα ο ανιψιüς του δε τα προσÝχει αυτÜ, μÞτε στο τüσο. Διαλαλεß προς üλες τις κατευθýνσεις πως Ýχει Ýνα πρþτης τÜξης σπßτι. ΠοτÝ δε κοιτÜ να βÜλει μÝσα τους ανθρþπους με τρüπο και να τους κÜνει να αισθανθοýν Üνετα, üπως ο Φουγκ Τσιγκ. Να γιατß η Πýλη Ýχει γßνει κÜπως πιο γνωστÞ τελευταßα, ανÜμεσα στους αραπÜδες εννοεßται. Ο ανιψιüς δε τολμÜ πια να βÜλει μÝσα κÜποιον λευκü Þ ακüμα κι Ýνα μιγÜ σαν εμÝνα. ΕμÜς τους τρεις, -τη Μεμσαχßμπ, τον Üλλον ΕυρασιÜτη κι εμÝνα- εßναι υποχρεωμÝνος να μας κρατÞσει. Εμεßς πÜμε πια με το μαγαζß, μα δε μας κÜνει πßστωση για τßποτα πια, μÞτε για μια ρουφηξιÜ.
     Ελπßζω πως δε θ' αργÞσει η μÝρα που θα πεθÜνω κι εγþ στη Πýλη. Ο ΠÝρσης και κεßνος ο τýπος απü το ΜαδρÜς Ýχουνε πια ξεχαρβαλωθεß ολüτελα. ¸χουνε πÜρει Ýνα παιδß να τους ανÜβει τη πßπα. Εγþ ακüμα το κÜνω μοναχüς μου. Το πιο φοβερü εßναι πως μια μÝρα θα δω να τους παßρνουνε σηκωτοýς μπρος στα μÜτια μου. Δε πιστεýω να ζÞσω περισσüτερο απü τη Μεμσαχßμπ Þ απü τον Τσιν Λιγκ. Οι γυναßκες αντÝχουνε στον Μαýρο Καπνü πιüτερο απü τους Üντρες, üσο για τον Τσιν Λιγκ, αυτüς Ýχει μÝσα του κÜμποσο απü το αßμα του γÝρου κι ας Ýχει φουμÜρει τüσο φτηνüπραμα. Δυο μÝρες πριν πεθÜνει η εμπüρισσα το 'χε καταλÜβει πως πλησßαζεν η þρα της. Τελεßωσε πÜνω στο καθαρü στρþμα, μ' Ýνα καλοφοδραρισμÝνο μαξιλÜρι κι ο γÝρος κρÝμασε τη πßπα της πÜνω ακριβþς απü τον ΚινÝζο Θεü. ΠÜντα του τη συμπαθοýσε, λÝω γω. Μα τα βραχιüλια της τα κρÜτησε, üπως και να 'χει.
     Θα 'θελα να πεθÜνω üπως η εμπüρισσα, σε μια δροσερÞ, καθαρÞ ψÜθα με μια πßπα γεμÜτη καλü πρÜμα ανÜμεσα στα χεßλια. Σα καταλÜβω πως φτÜνει η þρα μου, θα ζητÞσω απü τον Τσιν Λογκ να μου τα δþσει αυτÜ κι ας τραβÜει τις εξÞντα ρουπßες μου το μÞνα, ζεστÝς-ζεστÝς, για üσο του κÜνει κÝφι. ¾στερα θα πλαγιÜσω Þρεμα και χαλαρÜ και θα κοιτÜζω τους μαýρους και κüκκινους δρÜκους να δßνουνε τη μεγÜλη, την ýστατη μÜχη. Κι ýστερα...
     Ε δε βαριÝσαι. Τßποτα δε με νοιÜζει πια... -μακÜρι μüνον ο Τσιν Λιγκ να μην Ýριχνε πßτουρα μες στο Μαýρο Καπνü...

-----------------------------------------------------
"The Gate Of A Hundred Sorrows" (1887)
Eκδüσεις ΠατÜκη

ΜετÜφραση: 'Αγγελος Χατζüπουλος
--------------------------------------------------------------------------------


                Ο ΔιÜβολος Κι Η ΑπÝραντη ΒαθειÜ ΘÜλασσα

     ¹τανε βρετανικÞς ιδιοκτησßας μα δε θα βρεις τη σημαßα της στους καταλüγους του εμπορικοý μας ναυτικοý. Μια σιδερÝνια σκοýνα εννιακοσßων τüννων με προπÝλα και πανιÜ Þτανε και στην üψη διüλου δε διÝφερε απü τ' Üλλα φορτηγÜ που διασχßζουνε τις θÜλασσες. Μα για τα βαπüρια ισχýει ü,τι και για τους ανθρþπους. ΥπÜρχουν εκεßνα που για να διακριθοýνε ταξιδεýουνε πÜντα κüντρα στον καιρü και σ' Ýνα ξεπεσμÝνο κüσμο σα τον σημερινü, τÝτοιοι Üνθρωποι και τÝτοια πλοßα Ýχουνε τη χρησιμüτητÜ τους.
     Απü την þρα που η ΑγλαÀα  μπÞκε στο ΚλÜιντ ολοκαßνουργη, απαστρÜπτουσα και παρθενικÞ, μ' Ýνα κουÜρτο φτηνÞς σαμπÜνιας να κυλÜ στο μÝρος της πλþρης -η μοßρα κι ο ιδιοκτÞτης, που 'τανε και καπετÜνιος της, αποφασßσανε πως Þτανε γραφτü της να 'χει δοσοληψßες μ' Ýκπτωτους μονÜρχες, πρüεδρους που εγκαταλεßπουνε τη χþρα τους, χρεωκοπημÝνους επενδυτÝς, κυρßες για τις οποßες η αλλαγÞ περιβÜλλοντος Þταν επιβεβλημÝνη και με τις ΔυνÜμεις εκεßνες τις λιγüτερον ισχυρÝς, που καταπατÜνε τους κανüνες της διεθνοýς νομιμüτητας. ΚÜποιες φορÝς η δρÜση της την οδÞγησε στο Ναυτοδικεßο, üπου οι καταθÝσεις του καπετÜνιου κÜνανε τους συντρüφους του να σκαν απü τη ζÞλεια. Δε γßνεται να ορκιστεß ο ναυτικüς στη θÜλασσα και να βγει ψεýτης, οýτε μπορεß να κοροúδÝψει τη θýελλα. Μα üταν πατÞσει στη στεριÜ, αναπληρþνει για τις χαμÝνες ευκαιρßες, κρατþντας üπως ανακÜλυψαν οι δικηγüροι, απü μιαν Ýνορκη βεβαßωση στο κÜθε χÝρι.
     Η ΑγλαÀα  φιγουρÜρισε στη γνωστÞν υπüθεση του ναυαγßου του Μακßνοου, üπου και διακρßθηκε. Αυτü Þτανε το πρþτο της ολßσθημα -που της Ýμαθε ν' αλλÜζει τ' üνομÜ της, ποτÝ üμως τη καρδιÜ της- και να ξεγλυστρÜ μ' ευκολßα προς κÜθε κατεýθυνση. Με το üνομα ΓκÜιντινγκ ΛÜιτ  επικηρýχθηκε Ýναντι μεγÜλου ποσοý απü χþρα της ΛατινικÞς ΑμερικÞς, αφοý, οýτε λßγο οýτε πολý, μπαßνοντας ολοταχþς στο λιμÜνι, συγκροýστηκε μ' Ýνα καρβουνιÜρικο και το μοναδικü πολεμικü της χþρας, την þρα του ανεφοδιασμοý. Χωρßς να δþσει εξηγÞσεις, βγÞκε στ' ανοιχτÜ, ενþ τρßα κανüνια τη σφυροκοποýσαν αδιÜκοπα για μισÞν þρα. Ως Τζοýλια ΜακΓκρÝγκορ συγκÝντρωσε τις προσπÜθειÝς της στη περισυλλογÞ απü τη σχεδßα τους, μιας ομÜδας κυρßων που ενþ η θÝση τους Þτανε στη ΝουμÝα, κεßνοι αποφÜσισαν να καταστÞσουν εαυτοýς ανεπιθýμητους στις αρχÝς, σ' Üλλη μια μεριÜ της υφηλßου. ΤÝλος με τ' üνομα Σα-ιν-Σα συνελÞφθη απü το καταδρομικü μιας αγανακτισμÝνης Δýναμης, να μεταφÝρει Ýξω απü τα χωρικÜ της ýδατα σκανδαλωδþς μεγÜλη ποσüτητα πυρομαχικþν, σε περßοδο διαπραγματεýσεων με γειτονικü κρÜτος. Κüντεψε τüτε να βυθιστεß και το διÜτρητο σκαρß της χÜρισε στους διακεκριμÝνους δικηγüρους δυο χωρþν μεγÜλα κÝρδη. Τον επüμενο χρüνο ξανÜκανε την εμφÜνισÞ της με τ' üνομα ΜÜρτιν Χαντ. ¹τανε βαμμÝνη σε χρþμα μουντü σταχτß, με βαθυκßτρινο φουγÜρο και βÜρκες μπλε σαν τ' αβγÜ του κοκκινολαßμη κι ασχολÞθηκε για λßγο με τη διακßνηση εμπορευμÜτων απü το λιμÜνι της Οδησσοý, þσπου κλÞθηκε (σε μια πρüσκληση απü κεßνες που δε μπορεßς Ýυκολα να παραβλÝψεις) να μη ξαναδÝσει σε κανÝν απü τα λιμÜνια της Μαýρης ΘÜλασσας.
     Γνþρισε πολλÝς φουρτοýνες, πολλοýς κλυδωνισμοýς. ¸βλεπες φορτßα ολÜκερα να γßνουνται καπνüς. ΜÝλη της ΝαυτικÞς Ομοσπονδßας πετοýσανε κατσαβßδια και μπουλüνια σε διπλωματοýχους εμποροπλοιÜρχους, οι λιμενεργÜτες κατεβαßνανε σ' απεργßα και τα εμπορεýματα αφÞνονταν να σαπßσουν στην αποβÜθρα, μα το πλοßο με τα πολλÜ ονüματα πÞγαινε κι ερχüτανε σβÝλτο, φουριüζικο, μα προσπαθþντας πÜντα να περνÜει απαρατÞρητο. ΠοτÝ δε θ' Üκουγες τον καπετÜνιο να παραπονεθεß για τις δυσκολßες κι οι υπÜλληλοι του λιμανιοý βλÝπανε το πλÞρωμα να 'ρχεται και να υπογρÜφει ξανÜ και ξανÜ, σα τους λοστρüμους στα ποστÜλια του Ατλαντικοý. Τ' üνομÜ της μπορεß ν' Üλλαζε ανÜλογα με τη περßσταση, το καλοπληρωμÝνο της πλÞρωμα ποτÝ και μεγÜλο μÝρος απü τα κÝρδη των ταξιδιþν της, ξοδεýονταν απλüχερα στο μηχανοστÜσιο. ΠοτÝ δεν απασχüλησε τους ναυτασφαλιστÝς και σπανιüτατα Ýχανε πολýτιμο χρüνο ν' απαντÜ στις κλÞσεις του Λιμεναρχεßου. Η δουλειÜ της βλÝπετε Þταν επεßγουσα κι Üκρως εμπιστευτικÞ.
     Μα Þρθε καιρüς που οι συναλλαγÝς της πÞρανε τÝλος κι Þταν αυτü που σÞμανε τη καταστροφÞ της. ΑδιατÜραχτη ειρÞνη βασßλευε στην Ευρþπη, την Ασßα, την ΑφρικÞ, την ΑμερικÞ, την Αυστραλßα και τη Πολυνησßα. Λßγο-πολý οι ισχυροß συναλλÜσσονταν τßμια μεταξý τους. Οι τρÜπεζες πλÞρωναν τους καταθÝτες στην þρα τους, πολýτιμοι λßθοι μεγÜλης αξßας Ýφταναν μ' ασφÜλεια στα χÝρια των ιδιοκτητþν τους, οι δημοκρατßες Þταν ευχαριστημÝνες με τους δικτÜτορÝς τους, οι διπλωμÜτες δε διαμαρτýρονταν πια για κανÝνα, οι βασιλιÜδες ζοýσαν ανοιχτÜ με τις νüμιμες συζýγους τους. Λες κι ολÜκερος ο κüσμος εßχε βÜλει τα καλÜ του. Μ' üλα τοýτα, οι δουλειÝς δε πηγαßνανε διüλου καλÜ για το ΜÜρτιν Χαντ. ΑυτÞ η απÝραντη αταραξßα το 'κανε μια χαψιÜ ολÜκερη, με το γκρßζο σκαρß του και το κßτρινο φουγÜρο, ξεβρÜζοντας σ' Ýν Üλλο ημισφαßριο το φαλαινοθηρικü Αλιþτις, μαýρο και σκουριασμÝνο, με φουγÜρο στο χρþμα της κοπριÜς, κÜτι λευκÝς βÜρκες λιγδιασμÝνες,, σκÝτη σαβοýρα κι Ýνα πελþριο καζÜνι, καμßνι μÜλλον, για το βρÜσιμο του λßπους της φÜλαινας στο μπροστινü κατÜστρωμα. Κανεßς δε θα πρÝπει ν' αμφιβÜλλει για την επιτυχßα του ταξιδιοý, αφοý το Αλιþτις  Ýπιασε κÜμποσα üχι και πολý γνωστÜ λιμÜνια κι ο καπνüς απü τη καýση του λßπους ρýπαινε τις ακτÝς. Δεν Üργησε να ξανασαλπÜρει, πλÝοντας με τη ταχýτητα μιας κοινÞς Üμαξας στους δρüμους του Λονδßνου, βρÝθηκε σε μια κλειστÞ θÜλασσα με ζεστÜ, γαλανÜ κι ακßνητα νερÜ, ßσως τη πιο αυστηρÜ προστατευμÝνη θαλÜσσια ζþνη στον κüσμο. ¸μεινε κÜμποσο καιρü κει κι οι αστερισμοß σε κεßνους τους γαλÞνιους ουρανοýς το χαζεýανε που πÞγαινε απü νησß σε νησß, σ' αυτÜ τα νερÜ που κανεßς ποτÝ του δεν εßχε δει φÜλαινα. Κι üλον εκεßνο τον καιρü βρωμοýσε απαßσια με μια μυρωδιÜ που, μολονüτι ψαριοý, δεν Ýκανε καλü στην υγεßα.
     ¸να βρÜδυ δÝχτηκεν αιφνιδιαστικÞν επßθεση απü τα νησιÜ ΠιρκÜγκ-ΒατÜι κι αναγκÜστηκε να τραπεß σε φυγÞ, ενþ οι Üντρες βγÜζανε περιπαιχτικÜ τη γλþσσα σε μιαν ογκþδη κανονιοφüρο, βαμμÝνη μαýρη και καφÝ, που ακολουθοýσε. Γνωρßζανε μÝχρι και τη τελευταßα περιστροφÞ της μηχανÞς, τη δυναμικüτητα κÜθε πλοßου στα μÝρη που θÝλανε πÜσει θυσßα ν' αποφýγουν. ¸να βρετανικü βαπüρι με καθαρÞ συνεßδηση δεν επιχειρεß ποτÝ να ξεφýγει απü πολεμικü Üλλης Δýναμης, εßναι κανüνας, üπως Üλλωστε θεωρεßται παραβßαση του πρωτοκüλλου, να υποβÜλλεις Ýνα πλοßο με βρετανικÞ σημαßα, σ' Ýρευνα εν πλω. Αυτü βÝβαια δεν επιβεβαιþθηκε ποτÝ, αφοý ο πλοßαρχος του Αλιþτις, üχι μüνο δε συμμορφþθηκε με τις υποδεßξεις, μα δεν Ýπαψε στιγμÞ να παρακινεß τους Üντρες του να συνεχßσουνε τη πορεßα τους με ταχýτητα Ýντεκα κüμβων, þσπου σκοτεßνιασε. ¸να πρÜγμα μüνο δεν υπολüγισε.
     Η χþρα τοýτη που 'χε στο δυναμικü της Þδη Ýνα σýγχρονο περιπολικü για τη προστασßα της περιοχÞς (εßχαν αποφýγει τα δυο ταχτικÜ πλοßα του λιμενικοý με τρüπο που εýκολα θα μποροýσε να προκαλÝσει φθüνο), Ýστειλε ακüμη Ýνα, δεκατεσσÜρων κüμβων, ολοκαßνουργο, για την ενßσχυση της περιπολßας. Να γιατß το Αλιþτις, που πÞγαινε με φουλ τις μηχανÝς πüτε δεξÜ και πüτε ζερβÜ, βρÝθηκε με το πρþτο φως της ημÝρας στη δυσÜρεστη θÝση ν' αντικρýσει ενÜμισι μßλι ξοπßσω του, τÝσσερις σημαßες σε διÜταξη με το μÞνυμα: "Κüψτε ταχýτητα, αλλιþς θα υποστεßτε τις συνÝπειες".
    Το Αλιþτις αποφÜσισε να ρισκÜρει. Το τÝλος Þρθε üταν με χαμηλÜ τις μηχανÝς, επιχεßρησε να διαφýγει προς βορρÜ μες απü μια ρηχÜδα. Η τορπßλη που το βρÞκε στη μεριÜ της καμπßνας του πρþτου μηχανικοý, εßχε κÜπου πÝντε ßντσες διÜμετρο και δεν Ýμελλε να εκραγεß προτοý διαλýσει τα πÜντα στο πÝρασμÜ της. Στüχος της Þταν να κüψει στα δυο τη πλþρη. ¸ριξε στο πÜτωμα το πορτρÝτο της γυναßκας του πρþτου -κρßμα κι Þτανε πολý üμορφη κοπÝλα- θρυμμÜτισε τον λαβομÜνο του, διασχßζοντας τον διÜδρομο Ýφτασε στο μηχανοστÜσιο κι απü κει, γκρεμßζοντας Ýνα καφασωτü, Ýπεσε κατευθεßαν πÜνω στη μπροστινÞ μηχανÞ, üπου και τελικÜ εξερρÜγη, κομματιÜζοντας και τα δυο μπουλüνια που συγκρατοýνε τον διωστÞρα στον στρüφαλο. Αξßζει να παρακολουθÞσει κανεßς τη συνÝχεια:
     Η μπροστινÞ μηχανÞ Þτανε πια εντελþς εκτüς λειτουργßας, με συνÝπεια το βÜκτρο του εμβüλου, που 'χε φýγει απü τη θÝση του, να τιναχτεß μ' ορμÞ προς τα πÜνω χωρßς τßποτε να μπορεß να το σταματÞσει, ξεβιδþνοντας üλα σχεδüν τα μπουλüνια του κυλινδρικοý σκεπÜστρου. ¾στερα κινÞθηκε πÜλι με βια προς τα κÜτω, μ' üλη τη πßεση του ατμοý κι η βÜση του σπασμÝνου διωστÞρα, Üχρηστη σαν Ýνα πüδι με βγαλμÝνον αστρÜγαλο, εκσφενδονßστηκε προς τα δεξιÜ και συγκροýστηκε με τη μαντεμÝνια κολþνα που στÞριζε τη μηχανÞ, κüβοντÜς τη σýρριζα κÜπου Ýξι ßντσες πÜνω απü τη βÜση, Ýτσι που το πÜνω μÝρος της να σφηνωθεß με φüρα προς τα Ýξω (τρεις ßντσες απüσταση απü τα πλευρÜ του πλοßου). Εκεß σκÜλωσε ο διωστÞρας. Στο μεταξý, η εφεδρικÞ μηχανÞ, που δεν εßχε υποστεß ζημιÜ μÝχρι τüτε, συνÝχιζε να λειτουργεß κανονικÜ, με αποτÝλεσμα να θÝσει με την επüμενη περιστροφÞ της σε κßνηση τον στρüφαλο της μπροστινÞς μηχανÞς, ο οποßος με τη σειρÜ του χτýπησε τον φρακαρισμÝνο διωστÞρα, στραβþνοντας τονε, μαζß μ' αυτüν και τη τραβÝρσα, κεßνο τ' ογκþδες ζýγωμα που γλυστρÜ πÜνω-κÜτω τüσον αρμονικÜ. Η τραβÝρσα σφηνþθηκε ανÜμεσα στις ευθυντηρßους και χþρια που πßεζε την Þδη σπασμÝνη κολþνα της δεξιÜς πλευρÜς, Ýσπασε σε τρεις μεριÝς και την αριστερÞ. Στο σημεßο αυτü τßποτα που να μπορÝσει να κινηθεß δεν απÝμενε πια κι οι μηχανÝς σταματÞσανε με μιας και πεταχτÞκανε πÜνω μ' Ýνα τßναγμα τüσο δυνατü, που 'λεγες και το βαπüρι θα σηκωνüταν ßσα μ' Ýνα πüδι Ýξω απü το νερü. Οι θερμαστÝς, αφοý ανοßξαν üποιον αγωγü ατμοý τýχαινε να βροýνε μπροστÜ τους, μες στη σýγχυση, ανεβÞκανε στο κατÜστρωμα ζεματισμÝνοι ελαφρþς, αλλÜ ψýχραιμοι. Ακοýστηκε θüρυβος που μαρτυροýσε πως κÜτω υπÞρχεν ακüμα κινητικüτητα. ¸νας μεταλλικüς Þχος, Ýνας βüμβος, κÜτι μεταξý γρυλßσματος και κροταλßσματος, που δε κρÜτησε παραπÜνω απü Ýνα λεπτü, Ýφτασε στ' αφτιÜ τους. Η μηχανÞ Þτανε, που πÜλευε να προσαρμοστεß σ' εκατü διαφορετικÝς συνθÞκες σε μια και μüνη στιγμÞ.
     Ο κýριος Γουüρντροπ, με το 'να πüδι στο εξωτερικü κηγκλßδωμα, αφουγκρÜστηκε κι αναστÝναξε βαθιÜ. Δε μπορεßς να σταματÜς μηχανÝς που δουλεýουνε με δþδεκα κüμβους, μÝσα σε τρßα δευτερüλεπτα χωρßς να τις κÜνεις να διαλýσουνε. Το Αλιþτις  γλυστροýσεν αργÜ προς τα μπρος μÝσα σ' Ýνα σýννεφο καπνοý, βογκþντας σα πληγωμÝνο Üλογο. Δε γινüτανε τßποτα πια. Η πεντÜιντση τορπßλη με τη μειωμÝνη γüμωση, εßχε κÜνει καλÜ τη δουλειÜ της. Κι üταν εßσαι φορτωμÝνος και τα τρßα αμπÜρια, με μαργαριτÜρια, που προστατεýονται αυστηρÜ σαν εθνικÞ περιουσßα, üταν Ýχεις καθαρßσει τον ¾φαλο Σι-Χορς, τον ¾φαλο ΤÜννα  και τρεις-τÝσσερεις Üλλους ακüμα, απü τη μιαν Üκρη ως την Üλλη, της θÜλασσας της ΑμανÜλα, üταν Ýχεις ξεριζþσει τη καρδιÜ του πιο επικερδοýς κρατικοý μονοπωλßου, Ýτσι που μÞτε πÝντε χρüνια δε θα φτÜνανε να καλýψουνε τις παρανομßες σου, οφεßλεις να χαμογελÜς και να δÝχεσαι ü,τι σου επιφυλÜσσει η μοßρα. Καθþς μια ατμÜκατος απü το πολεμικü ζýγωνε το Αλιþτις, ο καπετÜνιος σκεφτüτανε με την αγγλικÞ σημαßα -για την ακρßβεια, μ' Ýνα τσοýρμο απü δαýτες- να κυματßζει μεγαλüπρεπα πÜνω απü το κεφÜλι του, πως τους εßχανε τορπιλßσει στα διεθνÞ ýδατα και προσπαθοýσε να πÜρει κουρÜγιο απü τη σκÝψην αυτÞ.
 -"Ποýν'τα;" ρþτησεν ο υποπλοßαρχος, ανÝκφραστος, καθþς σκαρφÜλωνε με κüπο στο κατÜστρωμα. "Ποý 'ναι αυτÜ τ' αναθεματισμÝνα μαργαριτÜρια"; Αδýνατον να τα κρýψεις. ΚαμμιÜ Ýνορκη βεβαßωση δε μποροýσε να δικαιολογÞσει τη φοβερÞ βρþμα των σαπισμÝνων στρειδιþν, τον υποβρýχιον εξοπλισμü και τις λιγδιασμÝνες μπουκαπüρτες. Τα μαργαριτÜρια Þταν üλα κει κι η αξßα τους Ýφτανε τις εβδομÞντα χιλιÜδες λßρες πÜνω-κÜτω, λαθραßες μÝχρι τη τελευταßα.
     Το πολεμικü Þτανε κι αυτü καταπονημÝνο. Εßχε ξοδÝψει τüνους κÜρβουνου κι οι σωλÞνες του εßχαν υπερθερμανθεß. Το χειρüτερο Þτανε πως αξιωματικοß και ναýτες εßχανε χÜσει την υπομονÞ τους. ¸τσι, üσοι επιβαßνανε στο Αλιþτις  συνελÞφθησαν üλοι και συλλαμβÜνονταν ξανÜ και ξανÜ, κÜθε φορÜ που κι Üλλος Ýνας αξιωματικüς ανÝβαινε στο βαπüρι.. ¸νας δüκιμος -Þ κÜτι παρüμοιο, απ' üσο μποροýσαν να κρßνουν- τους ανακοßνωσε πως θα πρÝπει να θεωροýν τους εαυτοýς τους κρατοýμενους και πως αυτÞ τη φορÜ εßχανε συλληφθεß τελειωτικÜ κι οριστικÜ.
 -"Τα πρÜματα εßναι πολý Üσχημα", εßπε μειλßχια ο καπετÜνιος, "πρÝπει να στεßλετε ρυμουλκü".
 -"Σκασμüς! ¸χετε συλληφθεß!" Þταν η απÜντηση.
 -"Μα που στο διÜβολο φαντÜζεστε πως μποροýμε να πÜμε; Εßμαστε αβοÞθητοι. ΠρÝπει να μας ρυμουλκÞσετε κÜπου και να μας εξηγÞσετε γιατß μας χτυπÞσατε. ¸χουμε αχρηστευτεß, Ýτσι δεν εßναι κýριε Γουüρντροπ";
 -"Ερεßπιο απ' Üκρη σ' Üκρη" απÜντησεν ο μηχανικüς. "Αν κÜνει Ýστω μιαν ακüμα περιστροφÞ, ο μπροστινüς κýλινδρος θα πÝσει, θα τρυπÞσει το κýτος του καραβιοý, χþρια που κι οι δυο κολþνες εßναι κομμÝνες σýρριζα. Δεν υπÜρχει τßποτα να στηρßζει τη μηχανÞ. Που να στηρßξει τß, δηλαδÞ..."
     Ο εκπρüσωπος των στρατιωτικþν αρχþν, πÞγε να δει με τα μÜτια του αν αληθεýουν αυτÜ τα λüγια. Ο κýριος Γουüρντροπ τους προειδοποßησε πως üποιος δοκßμαζε να μπει στο μηχανοστÜσιο, θα 'παιζε τη ζωÞ του κορþνα-γρÜμματα κι Ýτσι περιοριστÞκανε να επιθεωροýν απü μακριÜ, μες απü τον ατμü που 'χε πÜρει ν' αραιþνει. Το πλατý, βουβü κýμα, κλυδþνιζε το Αλιþτις, κÜνοντας τη δεξιÜ κολþνα να τρßζει μιαν ιδÝα, üπως τα δüντια ανθρþπου που τον απειλοýν με μαχαßρι. Ο μπροστινüς κýλινδρος δε στηριζüτανε παρÜ μüνο σε κεßνη την Üγνωστη δýναμη, που οι Üνθρωποι συνÞθως αποκαλοýν αντοχÞ των υλικþν και που καμμιÜ φορÜ Ýρχεται σ' ισορροπßα με κεßνη την Üλλη, εξßσου εκνευριστικÞ δýναμη, τη στριμÜδα των Üψυχων πραγμÜτων.
 -"Tα βλÝπετε;" εßπεν ο κýριος Γουüρντροπ, κοιτþντας να τους διþξει μιαν þραν αρχýτερα. "Οι μηχανÝς δε κÜνουνε πια μÞτε για παλιοσßδερα".
 -"Θα ρυμουλκηθεßτε. ΑυτÞ εßναι η απüφαση προς το παρüν. Κατüπιν θα κÜνουμε κατÜσχεση".
     Το πολεμικü εßχεν Ýλλειψη πληρþματος κι οι υπεýθυνοι δε θεþρησαν αναγκαßο να εγκαταστÞσουν ομÜδα φροýρησης στο αιχμÜλωτο σκÜφος. Στεßλανε μüνον Ýναν ανθυποπλοßαρχο, που ο καπετÜνιος φρüντισε να τονε κρατÜ συνÝχεια τýφλα στο μεθýσι, αφοý δεν εßχε καμμιÜ πρüθεση να διευκολýνει την επιχεßρηση ρυμοýλκησης. 'Αφησε κι Ýνα τριμμÝνο παλιüσχοινο να κρÝμεται απü τη πρýμνη. Η ρυμοýλκηση δε, Üρχισε με μÝση ταχýτητα τεσσÜρων κüμβων. Το Αλιþτις κινιüταν με μεγÜλη δυσκολßα κι ο υπεýθυνος οπλισμοý, αυτüς που εκτüξευσε τη πεντÜιντση τορπßλη, εßχεν üλο το χρüνο στη διÜθεσÞ του για επιθεþρηση. Μα ο κýριος Γουüρντροπ δε μποροýσε να σταθεß μÞτε λεπτü. ΜÜζεψε το πλÞρωμα κι αρχßσαν üλοι μαζß τη προσπÜθεια υποστýλωσης των κυλßνδρων με δοκÜρια και τÜβλες απü το κÜτω μÝρος κι απü τα πλÜγια. ¹ταν επικßνδυνη δουλειÜ και θα βαστοýσε üλη μÝρα, μα μπρος στη πιθανüτητα να πνιγοýνε την þρα της ρυμοýλκησης, Ýνιωσαν üλοι πως δεν εßχαν Üλλην επιλογÞ. Γιατß αν Ýπεφτεν ο μπροστινüς κýλινδρος, θα πÞγαινε κατευθεßαν στον πÜτο και θα τους Ýπαιρνε κι αυτοýς μαζß.
 -"Ποý μας πÜνε; Πüσην þρα θα κρατÞσει αυτÞ η ιστορßα;" ρþτησε τον καπετÜνιο.
 -"Ποιüς ξÝρει! Ο ανθυποπλοßαρχος εßναι μεθυσμÝνος. Πες μου, βλÝπεις να γßνεται τßποτα";
 -"ΥπÜρχει μια μικρÞ, πολý μικρÞ..." ψιθýρισεν ο κýριος Γουüρντροπ, μολονüτι δεν υπÞρχε κανεßς εκεß γýρω να τους ακοýσει, "...υπÜρχει μια πολý μικρÞ πιθανüτητα να την επισκευÜσουμε, μüνο να ξÝραμε τον τρüπο. Τη ξεκοιλιÜσανε, της βγÞκανε τα σωθικÜ με την Ýκρηξη. Θα χρειαστεß χρüνος κι υπομονÞ, μα ßσως... ßσως λÝω... μπορÝσουμε να τη κÜνουμε να ξαναβγÜλει ατμü. ΥπÜρχει κÜποια ελπßδα". Τα μÜτια του καπετÜνιου φωτιστÞκανε!
 -"Εννοεßς πως εßναι ακüμα σε καλÞ κατÜσταση;" ρþτησεν αμÝσως.
 -"Καθüλου... üχι...", απÜντησεν ο κýριος Γουüρντροπ. "Θα χρειαστεß το λιγüτερο τρεις χιλιÜδες λßρες επισκευÞ αν εßναι να ξαναταξιδÝψει και χωρßς να λογαριÜσουμε τις ζημιÝς στο σκαρß. Εßναι σα να 'χει πÝσει Üνθρωπος απü καμμιÜ εικοσαριÜ σκαλοπÜτια. Για μÞνες κανεßς δε μπορεß να πει με σιγουριÜ, πüσο σοβαρÜ εßναι τα πρÜματα. Μα ξÝρουμεν üτι δε θα ξαναγßνει üπως πρþτα χωρßς καινοýργιο εσωτερικü. ¸πρεπε να 'βλεπες τους πυκνωτÝς και τις επαφÝς του ατμοý της εφεδρικÞς μηχανÞς. ¸να σου λÝω: δε φοβÜμαι την επισκευÞ, αλλÜ τη λεηλασßα".
 -"Αυτοß μας ρßξανε, θα πρÝπει να δþσουνε λüγο".
 -"Δεν Ýχουμε τη πολυτÝλεια να ζητÞσουμε εξηγÞσεις. Η φÞμη μας δεν το επιτρÝπει! Ας υπομεßνουμε ü,τι μας περιμÝνει κι ας εßμαστε ευγνþμονες. Δε μας συμφÝρει ν' ανακατευτεß κανÜς πρüξενος, να κÜνει πως θυμÜται το ΓκÜιτινγκ ΛÜιτ και τη Σα-ιν-Σα και την ΑγλαÀα, ιδßως τþρα που περνÜμε τüσο δýσκολες þρες. Δεν εßμαστε Üλλο απü πειρατÝς τα τελευταßα δÝκα χρüνια. Ο Θεüς μας φýλαξε και δεν Ýχουμε γßνει χειρüτεροι απü κλÝφτες. ¸χουμε πολλοýς λüγους λοιπüν να 'μαστε ευχαριστημÝνοι -αν ποτÝ γυρßσουμε στο καρÜβι.
 -"Τ' αφÞνω σε σÝνα", εßπεν ο καπετÜνιος, "αν υπÜρχει Ýστω και μια πιθανüτητα..."
 -"Δε θα επιτρÝψω να πÝσει τßποτα στα χÝρια τους", εßπεν ο κýριος Γουüρντροπ. "ΚαθυστÝρησε τη ρυμοýλκηση üσο μπορεßς, χρειαζüμαστε χρüνο".
     Ο καπετÜνιος δεν εßχεν αναμιχθεß ποτÝ σε ζητÞματα μηχανοστασßου κι ο κýριος Γουüρντροπ, καλλιτÝχνης στο εßδος του, ανασκουμπþθηκε και δημιοýργησεν Ýργο τρομερü κι αποκρουστικü στην üψη. Για φüντο εßχε τους μαυρισμÝνους τοßχους του μηχανοστασßου. Τα υλικÜ του, μÝταλλα σκληρÜ κι ανθεκτικÜ, που τα στηρßζαν ιστοß, δοκÜρια και σχοινιÜ. Το πολεμικü ρυμουλκοýσε σκυθρωπü κι üλο μοχθηρßα. Πßσω του το Αλιþτις  βοýιζε σα μελßσσι λßγο πριν ξεχυθεß απü τη κυψÝλη. Μ' Ýνα σωρüν Üχρηστα δοκÜρια, το πλÞρωμα Ýφραξε τον χþρο γýρω απü τη μπροστινÞ μηχανÞ, κÜνοντÜς τη να μοιÜζει Üγαλμα μ' υψωμÝνες γýρω του τις σκαλωσιÝς. Τα ξýλα απ' αυτÝς εμπüδιζαν üποιον Þθελε να ρßξει μια δÞθεν τυχαßα ματιÜ, ενþ, για να ταρακουνÞσουν üποιον που απü υπερβολικüν εφησυχασμü, επιχειροýσε να περÜσει απü κÜτω, εßχανε τυλßξει τις γερÜ στερεωμÝνες υποστυλþσεις με ξεφτισμÝνα σχοινιÜ, δßνοντας την επιμελημÝνην εντýπωση μεγÜλης επικινδυνüτητας. Κατüπιν, ο κýριος Γουüρντροπ ανÝλαβε το τμÞμα της εφεδρικÞς μηχανÞς που 'χε μεßνει ανÝπαφο την þρα της μεγÜλης καταστροφÞς. Μ' Ýνα δυνατü χτýπημα ξεκüλλησε τη βαλβßδα διαφυγÞς. ΣπÜνια βρßσκεις βαλβßδες σαν αυτÞ, σ' απομακρυσμÝνα λιμÜνια, εκτüς κι αν Ýχεις κρατÞσει ανταλλακτικÜ -üπως ο κýριος Γουüρντροπ. Συγχρüνως οι Üντρες αφαιρÝσανε τα παξιμÜδια απü τα δυο μεγÜλα μπουλüνια που συγκρατοýνε τις μηχανÝς γερÜ στη βÜση τους. Μια μηχανÞ που σταματÜ να λειτουργεß απüτομα, μπορεß κÜλλιστα να χÜσει Ýνα μπουλüνι κι αυτü ýστερα να φανεß σαν το φυσικüτερον ατýχημα. Περνþντας μες απü τη σÞραγγα, ο μηχανικüς Ýβγαλε μερικÜ μπουλüνια κουπλαρßσματος ακüμα, ενþ στο πÝρασμÜ του σκορποýσε βßδες και παλιοσßδερα. Ακüμη, αφαßρεσε Ýξι μπουλüνια απü τον κýλινδρο της εφεδρικÞς μηχανÞς, για να δßνει την ßδιαν εντýπωση με τη διπλανÞ της και γÝμισε με στουπß τα τροφοδοτικÜ. ¾στερα μÜζεψε σ' Ýνα σωρü üσα εßχε περισþσει απü τις μηχανÝς, -παξιμÜδια, βßδες, τÝτοια μικροπραγματÜκια- üλα καλολαδωμÝνα και κατÝβηκε στ' αμπÜρι. ΣτÝναξε, Ýτσι παχýς που 'τανε, περνþντας απü καταπακτÞ σε καταπακτÞ του διπλοý πÜτου, þσπου να φτÜσει στο πιο στεγανü μÝρος του αμπαριοý, πολý κÜτω απü την επιφÜνεια της θÜλασσας, üπου κι Ýκρυψε το θησαυρü του. ΚÜθε μηχανικüς Ýχει δικαßωμα, ιδιαßτερα σ' Ýνα üχι και τüσο φιλικü λιμÜνι, να κρýψει τις εφεδρεßες του üπου θελÞσει. ¼σο για την εßσοδο στο κεντρικüν αμπÜρι, üσος τουλÜχιστον χþρος απÝμενε απü τις ατσαλÝνιες σφÞνες που 'τανε σκορπισμÝνες τριγýρω, αυτÞ εμποδιζüτανε κι απü τη βÜση της σκαλωσιÜς. ΤÝλος, ο κýριος Γουüρντροπ αποσýνδεσε την εφεδρικÞ μηχανÞ, φýλαξε τον διωστÞρα και το πιστüνι, καλολαδωμÝνα κι αυτÜ, σε μÝρος που δε μποροýσεν εýκολα να πλησιÜσει κÜποιος ανýποπτος περαστικüς, αφαßρεσε τρßα απü τα οχτþ κολÜρα του κινητÞρα, τα 'κρυψεν ο ßδιος στα καζÜνια, σφÞνωσε τις συρταρωτÝς πüρτες της καρβουνιÝρας και κÜθισε να ξεκουραστεß. Το μηχανοστÜσιο Ýδινε την εικüνα νεκροταφεßου, τüσο που κι ολÜκερη τεφροδüχο ν' Üδειαζε κανεßς απü τον φεγγßτη, δε θα 'δειχνε και πολý χειρüτερα. ¼ταν τÝλειωσε, λοιπüν, ο κýριος Γουüρντροπ, κÜλεσε τον καπετÜνιο να του δεßξει το δημιοýργημÜ του.
 -"¸χεις δει ποτÝ σου ναυÜγιο σε τÝτοιαν Üθλια κατÜσταση;" περηφανεýτηκε. "ΜÝχρι κι εγþ ο ßδιος φοβÜμαι να περÜσω κÜτω απ' αυτÝς τις σκαλωσιÝς. Λοιπüν τß λες ν' απογßνει με μας";
 -"Θα μÜθουμε üταν Ýρθει η þρα", απÜντησεν ο καπετÜνιος. "Προτιμþ να μη το σκÝφτομαι".
    Δεν εßχε κι Üδικο. Οι ρüδινες μÝρες της ρυμοýλκησης γρÞγορα φτÜσανε στο τÝλος τους αν και το Αλιþτις ακüμα Ýσερνε ξοπßσω του Ýνα γÜντζο ασÞκωτο απü το βÜρος, σα παραγεμισμÝνο σακοýλι. Ο κýριος Γουüρντροπ δεν Þτανε πια ο καλλιτÝχνης με τη μεγÜλη φαντασßα, αλλÜ Ýνας απü τους εικοσιεφτÜ φυλακισμÝνους σ' Ýνα κελß γεμÜτο Ýντομα. Το πολεμικü τους εßχε τραβÞξει ως το πλησιÝστερο λιμÜνι κι üχι στη πρωτεýουσα της αποικßας κι üταν ο κýριος Γουüρντροπ αντßκρυσε τις θλιβερÝς εγκαταστÜσεις, με μια σειρÜ κακοφτιαγμÝνα κινÝζικα ιστιοφüρα, Ýνα σαραβαλιασμÝνο ρυμουλκü και κεßνο το πλωτü παρÜπηγμα, που ποιüς ξÝρει ποιüς Μαλαισιανüς Θεüς το 'χε βαφτßσει αποβÜθρα, αναστÝναξε και κοýνησε το κεφÜλι.
 -"Ευτυχþς που 'λαβα τα μÝτρα μου" μονολüγησε. "Εδþ μüνο κλÝφτες και δολιοφθορεßς μπορεß να μÝνουν. Λες να φτÜσουνε τα νÝα κÜποτε στην Αγγλßα";
 -"Απßθανο μου φαßνεται", απÜντησεν ο καπετÜνιος.
     ¸τσι ημßγυμνοι καθþς Þταν οδηγηθÞκανε στη στεριÜ με μεγÜλη συνοδεßα στρατιωτþν και δικαστÞκανε σýμφωνα με τους νüμους της χþρας που αν κι Üμεμπτοι, Þτανε κÜπως ξεπερασμÝνοι. Εκεß Þταν κι ο μικρüσωμος μα ευÝξαπτος κυβερνÞτης. ΣυσκÝφθηκε για λßγο με τους συμβοýλους του κι ýστερα üλα γßνανε με συνοπτικÝς διαδικασßες, αφοý το λιγüτερο που 'θελε Þτανε να 'χει τüσους πεινασμÝνους Üντρες, μαζεμÝνους στην ακτÞ. Εξ Üλλου το πολεμικü εßχεν Þδη απομακρυνθεß. Με μια κßνηση του χεριοý του -η υπογραφÞ Þτανε περιττÞ- τους παρÝδωσε στη ΜπλακγκανγκτÜνα, τη μαýρη γη! κι Ýτσι το χÝρι του Νüμου τους πÞρε απü τα μÜτια του κι απ' üλο τον υπüλοιπο κüσμο. ΠÞρανε τον δρüμο για τις φοινικιÝς κι η μαýρη γη τους κατÜπιε -ολÜκερο το πλÞρωμα του Αλιþτις, μÝχρις ενüς. ΑδιατÜραχτη ειρÞνη βασßλευε στην Ευρþπη, την Ασßα, την ΑφρικÞ, την ΑμερικÞ, την Αυστραλßα και τη Πολυνησßα.
     Ο τορπιλισμüς Ýκανε τη ζημιÜ. ¸πρεπε να κρατÞσουνε το στüμα τους κλειστü, μα üταν κÜμποσες χιλιÜδες αλλοδαποß πανηγυρßζαν Ýξαλλα για τον εμβολισμü ενüς αγγλικοý πλοßου στα διεθνÞ ýδατα, τα νÝα ταξιδεýουνε γοργÜ. Κι üταν μαθεýτηκε πως δεν επιτρÜπηκε στους λαθρεμπüρους να δοýνε τον 'Αγλλο πρüξενο (δεν υπÞρχε Προξενεßο σ' απüσταση εκατοντÜδων μιλßων απü κεßνο το μοναχικü λιμÜνι), ακüμα κι οι φιλικÜ διακεßμενες χþρες νομιμοποιοýνταν να ζητÞσουν εξηγÞσεις. Η μεγÜλη καρδιÜ της βρετανικÞς κοινÞς γνþμης χτυποýσε δυνατÜ για την απüδοση κÜποιου αλüγου κοýρσας και δε χαρÜμιζε μÞτε χτýπο για τüσο μακρινÜ και δυσÜρεστα συμβÜντα. Μα κÜπου στο βÜθος του κυβερνητικοý σκÜφους, υπÜρχει Ýνας μηχανισμüς που αργÜ Þ γρÞγορα, αναλαμβÜνει τα ζητÞματα εξωτερικÞς πολιτικÞς. Αυτüς ο μηχανισμüς Üρχισε να κινεßται και... μαντÝψτε ποιÜ χþρα φÜνηκε να αιφνιδιÜζεται περισσüτερο και να διαρρηγνýει τα ιμÜτιÜ της; Η Δýναμη που 'χεν αιχμαλωτßσει το Αλιþτις, εξÞγησε πως τα πολεμικÜ πλοßα κι οι κυβερνÞτες των απομακρυσμÝνων αποικιþν, Þτανε λßγο ως πολý, ανεξÝλεγκτοι και δεσμεýτηκε πως τüσο το καρÜβι, üσο κι ο κυβερνÞτης θα γßνονταν παρÜδειγμα προς αποφυγÞν. ¼σο για τα μÝλη του πληρþματος, που πληροφορßες τους Ýφερναν να 'χουνε στρατολογηθεß σε κÜποια τροπικÞ ζþνη, οι υπεýθυνοι δεσμεýτηκαν να τους βροýνε το συντομþτερο δυνατü και προσφÝρθηκαν να ζητÞσουνε συγγνþμη, αν χρειαζüταν. Ε, üχι και μÝχρις εκεß! δε χρειÜζονταν συγγνþμες. ¼ταν Ýνα κρÜτος απολογεßται σ' Ýν Üλλο, εκατομμýρια αδαεßς, που καμμιÜν ανÜμιξη Ýχουν με το πρüβλημα, ρßχνονται σε πüλεμο, φÝρνοντας αμηχανßα στον ειδικÜ εκπαιδευμÝνο. Αυτü που προεßχε Þταν να βρεθεß το πλÞρωμα -αν ζοýσαν ακüμη, αφοý η τýχης αγνοεßτο για οχτþ ολÜκερους μÞνες- κι üλα θα εξιχνιÜζονταν.
     Ο μικρüσωμος κυβερνÞτης της μικροσκοπικÞς αποικßας Þταν ικανοποιημÝνος με τον εαυτü του. ΕικοσιεφτÜ λευκοß Üντρες συγκροτοýν μια πολý συμπαγÞ δýναμη, για να τι ρßξει κανεßς σ' Ýνα πüλεμο δßχως αρχÞ και τÝλος, πüλεμο της ζοýγκλας και των χαρακωμÜτων που σιγüκαιγε για χρüνια, üλ' αυτÜ τα υγρÜ καφτÜ χρüνια, πÝρα στους λüφους, καμμιÜν εκατοστÞ μßλια μακρυÜ και που Þτανε κληρονομιÜ κÜθε απüστρατου αξιωματικοý. Πßστευε πως εßχε σταθεß αντÜξιος της χþρας του κι αν βρισκüτανε κανεßς ν' αγορÜσει το Αλιþτις, που σÜπιζεν εγκαταλειμμÝνο, η ευτυχßα του θα ολοκληρωνüταν. Το βλÝμμα του Ýπεσε στις καλογυαλισμÝνες λÜμπες πετρελαßου απü καθαρüν ασÞμι που 'χε πÜρει απü τις καμπßνες και συλλογßστηκε πüσα ακüμα θα μποροýσαν να 'χουνε βγει στο σφυρß. Μα οι συμπατριþτες του σ' αυτÜ τα υγρÜ κλßματα δεν Ýχουνε στÜλα ψυχÞ. Κοιτοýσαν μüνον απü κÜποιαν απüσταση το ερημωμÝνο μηχανοστÜσιο κουνþντας το κεφÜλι. Ως και το πολεμικü αρνιüταν ν' ανεβÜσει το Αλιþτις  λßγο πιο κοντÜ στην ακτÞ, üπου ο κυβερνÞτης πßστευε πως ßσως εßχανε πιθανüτητες να το επισκευÜσουν. ¹τανε χαμÝνη υπüθεση. Μα τα χαλιÜ στα σαλüνια Þταν ωραßα, πανÜθεμÜ τα και στη γυναßκα του αρÝσανε πολý οι καθρÝφτες.
     Μüλις τρεις þρες αργüτερα, τα τηλεγραφÞματα πÝφτανε γýρω του σαν τορπßλες. Εßχε θυσιαστεß στο βωμü της ισορροπßας των δυνÜμεων κι οι υψηλÜ ιστÜμενοι διüλου δε λογαριÜσανε τα αισθÞματÜ του. Εßχεν υπερβεß κατÜ πολý τις αρμοδιüτητÝς του, λÝγανε τα τηλεγραφÞματα κι εßχε παραλεßψει να υποβÜλλει Ýκθεση στα κεντρικÜ για τα γεγονüτα. Τþρα λοιπüν -οι εντολÝς αυτÝς τον Ýκαναν να σωριαστεß στην αιþρα του- Ýπρεπε να βρει και να φÝρει πßσω το πλÞρωμα του Αλιþτις. Ας στεßλει τους ανθρþπους του να τους βροýνε κι αν αυτοß δε καταφÝρουνε τßποτα, να πÜει να τους ξεθÜψει ο ßδιος. Ποý ακοýστηκε να υποχρεþσει λαθρÝμπορους μαργαριταριþν να πÜνε στον πüλεμο! Ας γνωρßζει επßσης, πως δε πρüκειται να μεßνει ατιμþρητος για τις πρÜξεις του. Απü την επüμενη κιüλας τα τηλεγραφÞματα απαιτοýσαν να μÜθουν αν βρÝθηκε το πλÞρωμα. ΑυτÞ τη φορÜ οι εντολÝς üριζαν να τους απελευθερþσει χωρßς αναβολÞ, να τους δþσει να φÜνε -να τους ταÀσει ο ßδιος ει δυνατüν- þσπου να τους παραλÜβει το πολεμικü και να τους οδηγÞσει στο πλησιÝστερο βρετανικü λιμÜνι. Κι üταν βομβαρδßζεις κÜποιον μ' απειλÝς, λüγια ηχηρÜ που διασχßζουνε σαν αστραπÞ τις θÜλασσες, üλο και κÜτι μπορεß να συμβεß. Την Üλλη στιγμÞ κιüλας, οι αγνοοýμενοι, που 'ταν μαζß και στρατιþτες, Ýφτασαν απü τα βÜθη της ζοýγκλας με την εντολÞ του κυβερνÞτη. ΠοτÝ Ýνα σýνταγμα στρατιωτþν δεν Ýδειξε τÝτοια προθυμßα να ελαττþσει τη δýναμÞ του. Οýτε ο ßδιος ο ΧÜροντας δε μποροýσε να υποχρεþσει αυτοýς τους παλαβοýς να φορÝσουνε τη στολÞ της υπηρεσßας. Δε δÝχονταν με κανÝνα τρüπο να πολεμÞσουνε, παρÜ μüνον ßσως ο Ýνας με τον Üλλο κι αυτüς Þταν ο λüγος που το σýνταγμα δεν εßχε πÜει στη πρþτη γραμμÞ, αλλÜ παρÝμενε καθηλωμÝνο στα χαρακþματα, με τους επικεφαλÞς να προσπαθοýν να βÜλουν μυαλü στους φαντÜρους. Η φθινοπωρινÞ εκστρατεßα κατÝληξε σε φιÜσκο και γι' αυτü φταßγαν οι ΕγγλÝζοι. ¸να ολüκληρο σýνταγμα Ýμεινε στα μετüπισθεν να τους φυλÜει κι οι μαλλιαροß εχθροß, οπλισμÝνοι με φυσοκÜλαμα, κÜνανε θραýση στο δÜσος.
     ΠÝντε απü τα μÝλη του πληρþματος εßχανε σκοτωθεß, μα οι υπüλοιποι εικοσιδýο Þταν εκεß, παραταγμÝνοι στη βερÜντα του κυβερνÞτη κι üταν αυτüς βγÞκε να τους δει στο παρÜθυρο, κεßνοι του τραγουδÞσανε. Σαν Ýχεις χÜσει μαργαριτÜρια  αξßας εβδομÞντα χιλιÜδων και πλÝον, το μερßδιü σου απü τα κÝρδη, το πλοßο κι üλα σου τα ροýχα, κι Ýχεις ζÞσει στην αιχμαλωσßα για οχτþ μÞνες, μακρυÜ απü κÜθε προσποßηση του πολιτισμÝνου κüσμου, Ýχεις γνωρßσει τι θα πει πραγματικÞ αυτÜρκεια, γßνεσαι το πιο ευτυχισμÝνο πλÜσμα στη γη, ο φυσικüς Üνθρωπος. Ο κυβερνÞτης τους επιτÝθηκε:
 -"¸ßστε εγκληματßες", τους εßπε κι εκεßνοι γυρÝψανε τροφÞ. ¼ταν εßδε πüσο πολý τρþγανε και θυμÞθηκε πως το επüμενο πολεμικü θα περνοýσε απü κει το λιγüτερο σε δυο μÞνες, βαριαναστÝναξε. Οι Üντρες του Αλιþτις  ξαπλþσανε στη βερÜντα ενþ κÜποιοι ευχαριστÞσανε με φωνÝς τον κυβερνÞτη για τη γενναιοδωρßα του. ¸νας παχýς, φαλακρüς Üντρας με γκρßζα γÝνεια και μüνο του ροýχο Ýνα πρασινοκßτρινο πανß γýρω στη μÝση, Ýστρεψε το βλÝμμα προς το λιμÜνι κι üταν αντßκρυσε το Αλιþτις  κραýγασε απü χαρÜ, παραμερßζοντας τις πολυθρüνες απü μπαμποý, ενþ το πλÞρωμα στριμþχτηκε στα κÜγκελα της βερÜντας, δεßχνοντας το καρÜβι, χειρονομþντας και βρßζοντας ο Ýνας τον Üλλο χωρßς ντροπÞ. Οι στρατιþτες στρογγυλοκαθßσανε στον κÞπο του κυβερνεßου, ο κυβερνÞτης αποσýρθηκε στην αιþρα του -αν εßναι να πεθÜνεις, üρθιος Þ καθιστüς τι σημασßα Ýχει;- ενþ οι γυναßκες του ξεφωνßζανε πßσω απü τα ρολÜ.
 -"ΠουλÞθηκε;" ρþτησεν ο Üντρας με τα γÝνεια, που δεν Þταν Üλλος απü τον κýριο Γουüρντροπ.
 -"Εßναι ερεßπιο", μουρμοýρισεν ο κυβερνÞτης, "ποιüς τρελüς θα δεχτεß να τ' αγορÜσει";
 -"Τις λÜμπες μου üμως τις βοýτηξες" πετÜχτηκεν ο καπετÜνιος. Φοροýσε μüνο το 'να μπατζÜκι κι Ýψαχνε τη βερÜντα με το βλÝμμα. Ο κυβερνÞτης κοκκßνισεν απü ντροπÞ. Τα σκαμνιÜ απü τις καμπßνες και το τραπÝζι του καπετÜνιου Þτανε σε κοινÞ θÝα.
 -"Το 'χουνε λεηλατÞσει", εßπεν ο κýριος Γουüρντροπ, "üχι που θα τ' Üφηναν. Μüλις επιβιβαστοýμε θα κÜνουμε απογραφÞ. Για δεßτε!", φþναξε δεßχνοντας προς το λιμÜνι. Εμεßς-μεßνουμε-κει-τþρα! ¸τσι δεν εßναι"! ¸να χαμüγελο ανακοýφισης διαγρÜφηκε στο πρüσωπο του κυβερνÞτη.
 -"Σα να του καλÜρεσε τοýτο", παρατÞρησε κÜποιος απü το πλÞρωμα. "Δε μου κÜνει καμμιÜν εντýπωση", συμπλÞρωσε σκεφτικüς.
     ΚατεβÞκαν Ýνα μπουλοýκι στη προκυμαßα, πßσω τους οι στρατιþτες ριγμÝνοι ο Ýνας πÜνω στον Üλλο και μπÞκανε σε μια βÜρκα που üπως αποδεßχτηκε Þταν η λÝμβος του κυβερνÞτη. Σε λßγα λεπτÜ εßχανε χαθεß πßσω απü τη κουπαστÞ του Αλιþτις  κι ο κυβερνÞτης παρακαλοýσε να βροýνε κÜτι να κÜνουνε, κÜτι που θα τους κρατÞσει üσο το δυνατü πιüτερο κει μÝσα.
     Το καθÞκον οδÞγησε τον κýριο Γουüρντροπ κατευθεßαν στο μηχανοστÜσιο, απ' üπου οι σýντροφοß του χαúδεýοντας τα ξýλα του καταστρþματος τα τüσον οικεßα σ' üλους, τον Üκουγαν να δοξÜζει τον Θεü που τα πÜντα Þταν üπως τα 'χεν αφÞσει. Οι σακατεμÝνες μηχανÝς Þταν εκεß, πÜνω απü το κεφÜλι του. ΚανÝν αδÝξιο χÝρι δεν εßχεν ανακατþσει τις σκαλωσιÝς του. Οι ατσÜλινες σφÞνες του αμπαριοý Þτανε στη θÝση τους, σκουριασμÝνες üπως πριν. Και το καλýτερο ακüμα, απü τους εκατüν εξÞντα τüνους του αυστραλιανοý κÜρβουνου πρþτης ποιüτητας, στις αποθÞκες, δεν εßχε χαθεß μÞτε γραμμÜριο.
 -"ΜυστÞριο πρÜμα!", μονολüγησεν ο κýριος Γουüρντροπ. "Η χρÞση του καπνοý εßναι γνωστÞ στους Μαλαισιανοýς. Τους σωλÞνες θα 'πρεπε να τους Ýχουνε κüψει. Και μ' üλα τοýτα τα κινÝζικα ιστιοφüρα που δÝνουν εδþ... Πρüκειται σßγουρα για θεúκÞ παρÝμβαση"!
 -"¸τσι νομßζεις!" ακοýστηκε να λÝει ο καπετÜνιος. "Εδþ μÝσα πÜντως Ýχει μπει κλÝφτης και δεν Üφησε τßποτα". Σ' αυτü ο καπετÜνιος δεν εßπεν üλη την αλÞθεια, καθþς κÜτω απü τις σανßδες του πατþματος της καμπßνας του, Ýτσι που μüνο μ' Ýνα γÜντζο μποροýσες να τα βγÜλεις στην επιφÜνεια, εßχε κρυμμÝνα νομßσματα που κανεßς δε τα 'χε πÜρει εßδηση, -τ' αποκοýμπια του στη φουρτοýνα. ¹ταν απü καθαρü χρυσÜφι, που περνοýσε παντοý και θα 'φταναν ßσως και να ξεπερνοýσανε τις εκατü λßρες.
     Αν εξαιρÝσει κανεßς το μηχανοστÜσιο, το Αλιþτις  εßχε λεηλατηθεß μεθοδικÜ και με σýστημα, απü τη μιαν Üκρη ως την Üλλη κι ο φρουρüς που 'χε κατασκηνþσει για να συντονßσει το πλιÜτσικο δεν Þτανε κι ο πιο καθαρüς, üπως μαρτυροýσανε τα ßχνη του στον χþρο. ΠοτÞρια, πιÜτα, κατσαρολικÜ, στρþματα, τα ταπÝτα και τα σκαμνιÜ του μαγειρεßου, οι βÜρκες κι οι μπροýτζινοι ανεμιστÞρες εßχανε κÜνει φτερÜ, τα 'χανε ξαφρßσει μαζß με τα πανιÜ και μεγÜλο μÝρος απü τ' Üρμενα, τÝτοιο που να μη κινδυνεýουν να σωριαστοýνε τα κατÜρτια. ¼σα εξαρτÞματα γινüταν να μετακινηθοýν με λοστü Þ κατσαβßδι, λεßπαν απü τη θÝση τους. Τα φþτα απü τα φινιστρßνια και τους ιστοýς, τα ξýλινα καφασωτÜ, οι συρüμενες πüρτες της γÝφυρας, τα συρτÜρια του καπετÜνιου, το τραπÝζι με τους ναυτικοýς χÜρτες, φωτογραφßες, απλßκες και μεγεθυντικοß φακοß, οι πüρτες απü τις καμπßνες, πλαστικÜ τραπεζομÜντιλα, οι σýρτες απü τις μπουκαπüρτες, τα μισÜ και παραπÜνω στηρßγματα του φουγÜρου, μπουλüνια απü φελλü, το μπαοýλο κι η αμονüπετρα του μαραγκοý, ελαφρüπετρες για το τρßψιμο του καταστρþματος, πατσαβοýρια και σφουγγαρßστρες, οι λÜμπες πετρελαßου απü τις καμπßνες και το αμπÜρι, üλες οι προμÞθειες του μαγειρεßου, το ερμÜρι με τις σημαßες, ρολüγια, χρονüμετρα, η πυξßδα της πλþρης, τα καμπανÜκια του πλοßου μαζß με το κωδωνοστÜσι, αυτÝς Þτανε κÜποιες απü τις απþλειες.
 -"¼λ' αυτÜ θα τα 'χει πουλÞσει" αποφÜνθηκεν ο καπετÜνιος. "¼σο για τ' Üλλα, θα 'ναι μÜλλον κρυμμÝνα στο σπßτι του".
     Στο σανιδÝνιο δÜπεδο του καταστρþματος, üπου εßχανε συρθεß οι φορτωτÞρες, υπÞρχανε βαθιÝς χαρακιÝς. ΜÜλιστα, Ýνας απ' αυτοýς πρÝπει να 'χεν ανατραπεß, αφοý τα κιγκλιδþματα της κουπαστÞς, Ýμοιαζαν να 'χουνε λυγßσει απü δυνατü χτýπημα κι οι πλαúνÝς πλÜκες εßχανε τραυματιστεß.
 -"Ο κυβερνÞτης. Αυτüς φταßει", Ýκανε ο καπετÜνιος. "Θα μας ξεπουλÞσει üσο-üσο".
 -"Ν' αρπÜξουμε τα κλειδιÜ και τα φτυÜρια και να τους ξεκÜνουμε üλους", φþναξε σýσσωμο το πλÞρωμα. "Να πνßξουμε αυτüν και να κρατÞσουμε τις γυναßκες".
 -"Ναι! κι ýστερα να μας τουφεκßσουν οι μαυριδεροß του συντÜγματος, του δικοý μας συντÜγματος. Μα τß συμβαßνει κει Ýξω";
     Οι στρατιþτες εßχανε παραταχτεß στη παραλßα.
 -"Εßμαστε αποκλεισμÝνοι, δε το βλÝπεις; Σýρε να δεις τß ζητÜνε", εßπεν ο κýριος Γουüρντροπ. "Εσý Ýχεις τα παντελüνια".
     Αν κι απλοúκüς ο κυβερνÞτης Þξερε απü στρατηγικÞ. Αυτü που δεν Þθελε σε καμμιÜ περßπτωση Þταν να βγει το πλÞρωμα του Αλιþτις  ξανÜ στην ακτÞ, Ýνας-Ýνας Þ κατÜ ομÜδες. Εßχε τη πρüθεση να μετατρÝψει το βαπüρι σε πλωτü κÜτεργο. Θα περιμÝνουν -αυτü μÞνυσεν απü την αποβÜθρα στον καπετÜνιο που 'χε σιμþσει με τη λÝμβο- και θα παραμεßνουν Üπραγοι ως üτου τους πλευρßσει το πολεμικü. Αν Ýστω κι Ýνας πατÞσει το πüδι του στη στεριÜ, θα δεχτεß τα πυρÜ ενüς ολÜκερου συντÜγματος. Ο ßδιος δε θα δßσταζε να χρησιμοποιÞσει και τα δυο πυροβüλα της πüλης. Στο μεταξý μια βÜρκα με συνοδεßα ενüπλων θα τους πÞγαινε καθημερινÜ τροφÞ. Ο καπετÜνιος, γυμνüς απü τη μÝση και πÜνω κι αναγκασμÝνος κιüλας να τραβÜ κουπß, Ýτριζε τα δüντια θυμωμÝνα. Και σα να μην Ýφταναν üλα τοýτα, ο κυβερνÞτης Ýβγαλε το Üχτι του για τις απειλÝς των τηλεγραφημÜτων, μιλþντας ανοιχτÜ για το Þθος και τους τρüπους των μελþν του πληρþματος. Η λÝμβος επÝστρεψεν Þσυχα κι ο καπετÜνιος σκαρφÜλωσε στη κουβÝρτα, αναψοκοκκινισμÝνος απü τη σýγχυση.
 -"Τα 'ξερα τοýτα" εßπεν ο κýριος Γουüρντροπ, "και να μας δßνανε τουλÜχιστο κανÜ φαÀ της προκοπÞς. Πρωß, μεσημÝρι, βρÜδυ μπανÜνες. Κανεßς δε μπορεß να δουλÝψει μüνο με φροýτα, αυτü εßναι γνωστü".
     Ο καπετÜνιος τα 'βαλε με τον κýριο Γουüρντροπ που 'θιγε ζητÞματα τüσον ανοýσια και δευτερεýοντα. Κι οι ναýτες τα βÜζαν ο Ýνας με τον Üλλο, τα βÜζανε και με το Αλιþτις  και με το ταξßδι και μ' ü,τι βρßσκανε μπροστÜ τους Þ ü,τι τους κατÝβαινε στο κεφÜλι. ΣωριαστÞκανε στο Üδειο κατÜστρωμα, χωρßς να μιλÜνε με μÜτια που καßγανε μες στις κüγχες. Τα πρασινωπÜ νερÜ του λιμανιοý τριγýρω τους, καγχÜζανε και τους περιγελοýσανε. ΚοιτÜξανε πρþτα τους λüφους τους γεμÜτους φοινικιÝς στο βÜθος, τα λευκÜ σπßτια πÜνω απü το δρüμο του λιμανιοý, ýστερα κοιτÜξανε τη μοναδικÞ σειρÜ τα πλοιÜρια των ιθαγενþν στην αποβÜθρα και τους ανÝκφραστους στρατιþτες μαζεμÝνους γýρω απü τα δυο κανüνια και τÝλος το βλÝμμα τους στÜθηκε στην αχνογÜλανη γραμμÞ του ορßζοντα. Ο κýριος Γουüρντροπ Þτανε βυθισμÝνος στις σκÝψεις του, σχεδιÜζοντας με τα κακοκομμÝνα του νýχια, νοητÝς γραμμÝς στις σανßδες του καταστρþματος.
 -"Δεν υπüσχομαι", εßπε στο τÝλος, "για δαýτους δε μπορþ να ξÝρω τßποτα. Εμεßς πÜντως εßμαστε δω, δω και το βαπüρι". Μ' αυτÜ τα λüγια οι Üντρες γελÜσανε κÜπως περιπαιχτικÜ. Ο κýριος Γουüρντροπ σοýφρωσε τα φρýδια του. ΘυμÞθηκε τις μÝρες που φοροýσε παντελüνια κι Þταν αρχιμηχανικüς του Αλιþτις. "ΧÜρλαντ, ΜακÝσι, Νομπλ, ΧÝι, Νüτον, Φιγκ, Ο' ΧÜρα, ΤρÜμπαλ"!
 -"Παρþν!" Το Ýνστικτο της υπακοÞς αφυπνßστηκεν ανταποκρινüμενο στο προσκλητÞριο.
 -"¼λοι κÜτω!" ΣηκωθÞκανε και τον ακολουθÞσανε. "ΚαπετÜνιε, θα σου ζητÞσω κι Üλλους αν χρειαστεß. Θα ξεθÜψουμε τ' ανταλλακτικÜ, θα κατεβÜσουμε τις σκαλωσιÝς κι ýστερα θα διορθþσουμε τη μηχανÞ. Οι Üντρες μας θα νιþσουνε ξανÜ πως εßναι ναýτες του  Αλιþτις -και θα δοýνε ποιüς κÜνει κουμÜντο". ΜπÞκε στο μηχανοστÜσιο. Οι υπüλοιποι απüμειναν να κοιτÜζουν. ¹ταν μαθημÝνοι στα ατυχÞματα της θÜλασσας, μα δεν εßχανε ξαναζÞσει κÜτι παρüμοιο. Κανεßς απ' üσους εßχανε ρßξει Ýστω και μια ματιÜ στο μηχανοστÜσιο, δε μποροýσε να πιστÝψει πως το Αλιþτις  θα ζωντÜνευε χωρßς νÝα μηχανÞ.
     ΞεθαφτÞκανε τα ανταλλακτικÜ και το πρüσωπο του κυρßου Γουüρντροπ, κατακüκκινο απü τη σκουριÜ της σεντßνας και την υπερπροσπÜθεια, που τον εßχε χτυπÞσει στο στομÜχι, Üστραψεν απü χαρÜ. Τα εργαλεßα ευτυχþς Þταν υπεραρκετÜ, πÝρα απü κÜθε προσδοκßα κι Ýτσι οι εικοσιδýο Üντρες του πληρþματος, οπλισμÝνοι με κατσαβßδια, καστÜνιες, βßντσια και μÝγγενες, Þτανε πια σε θÝση να κοιτÜνε κατÜματα το πεπρωμÝνο. Πρþτη τους δουλειÜ Þταν ν' αντικαταστÞσουνε τα μπουλüνια που στηρßζανε τον διωστÞρα, τα μπουλüνια του Üξονα, και να βÜλουνε στη θÝση τους τους δακτýλιους του κινητÞρα. Σαν τελεßωσαν, ο κýριος Γουüρντροπ Ýπιασε να τους μιλÜ για την επισκευÞ πολýπλοκων μηχανþν εκτüς ναυπηγεßου κι εκεßνοι τον Üκουγαν ακουμπισμÝνοι στα παγωμÝνα σßδερα της μηχανÞς. ΠÜνω απü τα κεφÜλια τους, σφηνωμÝνη στις ευθυντηρßους, η τραβÝρσα κλεφτοκοιτοýσε γÝρνοντας σα μεθυσμÝνη, μη μπορþντας να τους προσφÝρει τη παραμικρÞ βοÞθεια. ΑπελπισμÝνοι οι Üντρες Ýψαυαν με τα δÜχτυλα τις χαρακιÝς της δεξιÜς κολþνας κι Ýπαιζαν αμÞχανα με τα ξεφτßδια που τυλßγανε τις σκαλωσιÝς, ενþ η φωνÞ του κυρßου Γουüρντροπ πüτε υψωνüτανε και πüτε χαμÞλωνε, ενισχυμÝνη απü την ηχþ, μÝχρι που η νýχτα Ýπεσε πÜνω απü τον φεγγßτη του μηχανοστασßου.
     Το επüμενο πρωινü ξαναρχßσαν οι εργασßες. Εßναι γνωστüν Þδη πως η βÜση του διωστÞρα χτýπησε μ' ορμÞ τη βÜση της δεξιÜς κολþνας, η οποßα κüπηκε σýρριζα και σφηνþθηκε με φüρα προς τα Ýξω. Το θÝαμα Þταν απογοητευτικü, αφοý ρÜβδος και στýλος Ýμοιαζαν να 'χουνε γßνει Ýνα σþμα. Μα κι εδþ τους χαμογÝλασεν η Θεßα Πρüνοια, ßσα-ßσα για να τους εμψυχþσει για τις εβδομÜδες εξαντλητικÞς δουλειÜς που τους περßμεναν. Ο δεýτερος μηχανικüς -στη τýχη πιüτερο παρÜ απü υπολογισμü- χτýπησε μ' Ýνα παγωμÝνο γÜντζο το μαντεμÝνιο σþμα της κολþνας κι αμÝσως μια λιγδιασμÝνη γκρßζα μεταλλικÞ φλοýδα ξεπÞδησε μες απü τη παγιδευμÝνη βÜση του διωστÞρα κι η ρÜβδος γλυστρþντας αργÜ, Ýπεσε με τρομαχτικü κρüτο στα Ýγκατα του πλοßου. Οι πλÜκες Þταν ακüμα γερÜ σφηνωμÝνες στους οδηγοýς, μα το πρþτο βÞμα εßχε γßνει. ΠερÜσανε την επüμενη μÝρα φροντßζοντας τη βοηθητικÞ μηχανÞ μπρος απü τη καταπακτÞ του μηχανοστασßου. Ο μουσαμÜς της, ασφαλþς, εßχε κλαπεß κι οι οχτþ θερμοß μÞνες που 'χανε μεσολαβÞσει δεν ευνοÞσανε τα εξαρτÞματÜ της. ΕπιπλÝον, ο τελευταßος σπασμüς του βαποριοý -Þ ßσως και κεßνος ο Μαλαισιανüς απü το πλωτü σπßτι, ποιüς ξÝρει;- εßχε βγÜλει τη μηχανÞ απü τη θÝση της και την εßχε ξανατοποθετÞσει στραβÜ, με τους αγωγοýς του ατμοý ανÜποδα.
 -"Αν εßχαμε Ýστω κι Ýνα φορτωτÞρα..." αναστÝναξεν ο κýριος Γουüρντροπ. "Το κυλινδρικü καπÜκι μποροýμε να το βγÜλουμε και με τα χÝρια αν ιδρþσουμε. Μα να λευτερþσουμε το διωστÞρα απü τα πιστüνια χωρßς ατμü δε γßνεται. Ε λοιπüν! Το πρωß θα 'χουμεν ατμü. ακüμα κι αν δε καταφÝρουμε τßποτ' Üλλο, θα το κÜνουμε να σφυρßξει"!
     ¼ταν ξημÝρωσε, üσοι Þταν στην ακτÞ βλÝπανε το Αλιþτις  σα μÝσα σε σýννεφο. Καπνüς Ýβγαινε ως κι απü τα καταστρþματα. Μες απü τους αγωγοýς που στÜζανε και τρÝμανε σýγκορμοι οι Üντρες, καθþς οδηγοýσανε τον ατμü στη βοηθητικÞ μηχανÞ, που 'ταν Þδη σε λειτουργßα κι üπου το στουπß δεν Ýφτανε να βουλþσει τις τρýπες, βγÜζανε τα πανιÜ που 'χανε στη μÝση και βλαστημοýσανε, μισοζεματισμÝνοι και γυμνοß Ýτσι üπως τους γÝννησεν η μÜνα τους. Η βοηθητικÞ μηχανÞ δοýλευε κανονικÜ -μ' Ýνα τßμημα: τους Þθελε διαρκþς απü πÜνω της να τη τροφοδοτοýνε χωρßς σταματημü. Η δýναμη του ατμοý Þταν αρκετÞ, þστε να επιτρÝψει σ' Ýνα συρματüσχοινο να φτÜσει ßσαμε το μηχανοστÜσιο και να δεθεß γýρω απü το κυλινδρικü καπÜκι της μπροστινÞς μηχανÞς να το ξεσφηνþσει και να το σýρει ως το κατÜστρωμα. ¸να μÜτσο χÝρια ενωθÞκανε για να ενισχýσουνε τον λιγοστüν ατμü. Σχηματßζοντας διελκυστßνδα, καταφÝραν ýστερα να φτÜσουνε στα πιστüνια και στο βÜκτρο του εμβüλου. ΑφαιρÝσανε δυο απü τα σχοινÝνια στηρßγματα των πιστονιþν, βιδþσανε γερÜ δυο σιδερÝνια μπουλüνια που θα χρησιμεýανε σα χεροýλια, διπλþσανε το συρματüσχοινο και βÜλανε μισÞ ντουζßνα Üντρες να χτυπÜνε μ' Ýναν αυτοσχÝδιο πολιορκητικü κριü το βÜκτρο που ξεßχε απü το πιστüνι, ενþ το πιστüνι το τραβοýσεν απü ψηλÜ η βοηθητικÞ μηχανÞ. ΜετÜ τÝσσερις þρες εξαντλητικÞς δουλειÜς, το βÜκτρο γλýστρησε μεμιÜς απü τη θÝση του και το πιστüνι τινÜχτηκε μ' ορμÞ προς τα πÜνω, ρßχνοντας δυο Üντρες στο σιδερÝνιο δÜπεδο του μηχανοστασßου. Μα üταν ο κýριος Γουüρντροπ τους εßπε πως το πιστüνι δεν εßχε πÜθει τßποτα, εκεßνοι χαρÞκανε και δε λογαριÜσανε τις πληγÝς τους. ΤρÝξανε γοργÜ να σβÞσουνε τη βοηθητικÞ μηχανÞ. Το καζÜνι της δεν Þτανε για πολλÜ-πολλÜ.
     ΜÝρα παρÜ μÝρα, η βÜρκα Ýφερνε τις προμÞθειες. Ο καπετÜνιος Ýριξε τα μοýτρα του Üλλη μια φορÜ στον κυβερνÞτη κι αυτüς σα παραχþρηση, του επÝτρεψε να πÜρει πüσιμο νερü απü τον λεμβουργü στην αποβÜθρα. Το νερü δεν Þτανε καλÞς ποιüτητας, μα ο Μαλαισιανüς δε δßσταζε να ξεπουλÞσει ü,τι εßχε και δεν εßχε, προκειμÝνου να τα κονομÞσει.
     Τþρα που τα σαλüνια της μπροστινÞς μηχανÞς εßχαν ελευθερωθεß και καθαριστεß Þρθεν η σειρÜ του κυλßνδρου ν' απαλλαγεß απü τις σκαλωσιÝς. Μüνον αυτÞ η δουλειÜ τους πÞρε τρεις ημÝρες ζεστÝς, αποπνικτικÝς, με χÝρια που γλυστροýσανε και με τον ιδρþτα να μπαßνει στα μÜτια. ¼ταν αφαιρÝθηκε κι η τελευταßα σανßδα της σκαλωσιÜς, οýτε γραμμÜριο δε βÜραινε πια τις κολþνες της μηχανÞς κι ο κýριος Γουüρντροπ αναστÜτωσεν ολÜκερο το πλοßο για λßγη λαμαρßνα με πÜχος τρßα τÝταρτα της ßντσας. Δε βρÝθηκε τßποτα σπουδαßο, μα Ýστω κι αυτü το λßγο του φαινüτανε καλýτερο κι απü χρυσÜφι κατεργασμÝνο. ΜÝσα σ' Ýνα φοβερü, γεμÜτο απüγνωση, πρωινü, οι Üντρες του πληρþματος, δßχως Ýνα ροýχο πÜνω τους, σýραν üλοι μαζß και βÜλανε στη θÝση της, τη κολþνα της μηχανÞς που εßχε κοπεß απü τη ρßζα. ¼ταν τÝλειωσεν η δουλειÜ, ο κýριος Γουüρντροπ τους βρÞκε να κοιμοýνται κι εßπε να τους χαρßσει μια μÝρα ξεκοýρασης, χαμογελþντας πÜνω απü τα κεφÜλια τους, üπως ο πατÝρας πÜνω απü τα κοιμισμÝνα παιδιÜ του, ενþ σημÜδευε με κιμωλßα τις χαρακιÝς στο κατÜστρωμα. Η δουλειÜ που τους περßμενε üταν ξυπνÞσαν Þταν ακüμα πιο κουραστικÞ. Γιατß πÜνω απü καθεμιÜ, απ' αυτÝς τις χαρακιÝς, Ýπρεπε να λυþσει μια λαμαρßνα παχους τριþν τετÜρτων της ßντσας, κι οι τρýπες για τις βßδες ν' ανοιχτοýν με το χÝρι. Κι üλες αυτÝς τις þρες η τροφÞ τους Þτανε φροýτα, μπανÜνες κυρßως και λßγο σαλü.
     Εκεßνο τον καιρü, οι Üντρες λιποθυμοýσαν απü εξÜντληση πÜνω απü τον τροχü και τον οξυγονοκολλητÞ κι Ýμεναν να κεßτονται κει που 'χανε πÝσει, εκτüς κι αν τα κορμιÜ τους μπλÝκονταν στα πüδια των συντρüφων τους. Κι Ýτσι, μπÜλωμα το μπÜλωμα κι μ' Ýνα μεγαλýτερο στη κορφÞ, η κολþνα της μηχανÞς στερεþθηκε. Μα πÜνω που εßπανε πως üλα Þταν επιτÝλους εντÜξει, ο κýριος Γουüρντροπ αποφÜσισε πως, üσο φιλüτιμη κι αν Þταν η προσπÜθεια επισκευÞς, δεν Ýφτανε να συγκρατÞσει ολÜκερη τη μηχανÞ. Το πολý-πολý να κρατοýσε στη θÝση τους τους οδηγοýς. ΚÜθετοι ορθοστÜτες θα ' πρεπε να τοποθετηθοýνε, για να σηκþνουνε το υπüλοιπο βÜρος. Γι' αυτü τον σκοπü, μια ομÜδα Ýπρεπε να σπεýσει στη πλþρη του βαποριοý και να βγÜλει με λßμες τα μεγÜλα καπüνια της Üγκυρας, που το καθÝνα τους εßχε κÜπου τρεις ßντσες διÜμετρο. ΠιÜσανε τüτε να πετÜνε στον Γουüρντροπ αναμμÝνα κÜρβουνα κι απειλοýσανε πως θα τονε σκοτþσουν, üσοι απ' αυτοýς δε κλαßγανε -κι Þταν Ýτοιμοι να βÜλουνε τα κλÜμματα με τη παραμικρÞν αφορμÞ. Μα κεßνος τους απÜντησε χτυπþντας τους μ' Ýνα πυρακτωμÝνο σßδερο κι Ýτσι σοýρθηκαν ως τη πλþρη και γυρßζοντας εßχανε τα καπüνια μαζß τους. ΔεκÜξι þρες κοιμüντουσαν για να συνÝλθουν ýστερ' απ' αυτü, μα μÝσα σε τρεις μÝρες υψωθÞκανε δυο ορθοστÜτες, που φτÜναν απü τη βÜση της κολþνας ßσαμε το κÜτω μÝρος του κυλßνδρου. ΑπÝμενε πια η αριστερÞ κολþνα του πυκνωτÞ, που αν και δεν εßχε τα ßδια χÜλια με το ταßρι της, ενισχýθηκε σε τÝσσερις μεριÝς με λυωμÝνη λαμαρßνα. Χρειαζüτανε κι αυτÞ ορθοστÜτες. Γι' αυτÞ τη δουλειÜ βγÜλαν απü τη γÝφυρα τα κεντρικÜ υποστηρßγματα και μÝσα στη φοýρια τους δε προσÝξαν þσπου τα πÜντα εßχανε μπει στη θÝση τους, πως Ýπρεπε να ισιþσουνε σ' üλο τους το μÞκος, τις κυρτωμÝνες ρÜβδους, για να μπορÝσουν ýστερα να τις καθαρßσουν με τις αεραντλßες. Το λÜθος Þτανε του κýριου Γουüρντροπ κι Ýκλαψε πικρÜ γι' αυτü μπροστÜ στα μÜτια τους, αφοý υποχρεωνüτανε τþρα να τους βÜλει να ξανακατεβÜσουνε τους ορθοστÜτες και να τους ισιþσουν με το σφυρß και τον οξυγονοκολλητÞ. ΜετÜ κι απ' αυτü, η σπασμÝνη μηχανÞ Þτανε πια γερÜ στη θÝση της κι Ýτσι μποροýσαν να βγÜλουνε τις σκαλωσιÝς απü τους κυλßνδρους και να τις χρησιμοποιÞσουνε στη λεηλατημÝνη γÝφυρα, ευχαριστþντας τον Θεü που Ýστω και για μισÞ μÝρα εßχαν να δουλÝψουν μ' Ýνα τüσο μαλακü κι ευγενÝς υλικü σαν το ξýλο, αντß για το σßδερο που χε φτÜσει πια ßσαμε τη ψυχÞ τους. Οχτþ μÞνες στο εσωτερικü της χþρας, μες στις βδÝλλες και την υγρασßα, με τη θερμοκρασßα να φτÜνει στους τριανταπÝντε βαθμοýς Κελσßου, δεν εßναι ü,τι καλýτερο για τα νεýρα.
     Τη δυσκολþτερη δουλειÜ την αφÞσανε για το τÝλος, üπως οι μαθητÝς στα λατινικÜ κεßμενα και, αν κι Þτανε ξεθεωμÝνοι, ο κýριος Γουüρντροπ δε τüλμησε να τους επιτρÝψει να ξεκουραστοýν. Απüμενε ακüμα να ισιþσουνε το πιστüνι και τον διωστÞρα και για Ýνα τÝτοιον εγχεßρημα χρειÜζονταν ολÜκερο ναυπηγεßο πλÞρως εξοπλισμÝνο. ΡιχτÞκαν με τα μοýτρα στη δουλειÜ, Ýχοντας αναθαρρÞσει απü Ýνα πρüχειρο υπολογισμü ολοκληρωμÝνου Ýργου κι ωρþν εργασßας, που τ' αποτελÝσματÜ του, ο κýριος Γουüρντροπ τα 'γραψε με κιμωλßα στον μπουλμÝ του μηχανοστασßου. ΔεκαπÝντε μÝρες εßχανε περÜσει -δεκαπÝντε μÝρες εξαντλητικÞς δουλειÜς- και νιþθανε πια πως μποροýσαν να ελπßζουν. Το παρÜξενο εßναι πως κανεßς δε ξÝρει να πει πως ισιþσαν οι ρÜβδοι. Το πλÞρωμα του Αλιþτις  θυμÜται πολý αχνÜ κεßνη τη βδομÜδα, üπως θυμÜται το παραλÞρημÜ του ο Üρρωστος που ψÞνεται üλη νýχτα στον πυρετü. Παντοý Ýβλεπες φωτιÝς, λÝνε. ΟλÜκερο το βαπüρι Þταν Ýνα φλεγüμενο καμßνι και τα σφυριÜ δε σταματοýσανε στιγμÞ. Εδþ που τα λÝμε, το πολý να υπÞρξε μια εστßα üλη κι üλη, αφοý ο κýριος Γουüρντροπ θυμÜται πολý καλÜ πως ü,τι ßσιωμα Þτανε να γßνει, Ýγινε μπροστÜ στα μÜτια του. Λεν ακüμα πως για πολλÜ χρüνια μετÜ, ακοýγανε φωνÝς να τους διατÜζουνε, να τους δßνουν εντολÝς που κεßνοι εκτελοýσαν με το σþμα, μα το πνεýμα τους Þτανε πÝρα μακρυÜ, σκορπισμÝνο ως την Üκρη της γης. Αν τους ρωτÞσεις για κεßνη τη βδομÜδα, θα σου πουν üτι μÝνανε ξýπνιοι μÝρες ολÜκερες και νýχτες, πηγαινοφÝρνοντας μια σιδερÝνια μπÜρα απü το 'να μÝρος του πλοßου στ' Üλλο, μÝσα σε μια λευκÞ λÜμψη, που 'χε τυλßξει ολÜκερο το βαπüρι. Θυμοýνται Ýναν ανυπüφορο θüρυβο στα πυρακτωμÝνα κεφÜλια τους, που 'φτανε απü τα τοιχþματα του καμινιοý κι ακüμα θυμοýνται να τους χτυποýν Üγρια Üντρες με μÜτια σαν των κοιμισμÝνων. Κι üταν τÝλειωνε η βÜρδια τους, χαρÜζανε πÜλι και πÜλι ευθεßες γραμμÝς στον αγÝρα, προσÝχοντας να μη στραβþσουνε και ρωτοýσανε στον ýπνο τους ο Ýνας τον Üλλο κλαßγοντας απü φüβο: "Εßναι ßσια;"!
     ΚÜποτε -ποιος θυμÜται αν Þταν μÝρα Þ νýχτα- ο κýριος Γουüρντροπ Üρχισε να χορεýει, να χοροπηδÜει Üτσαλα. ¸κλαψε κιüλας για λßγο. ΚλÜψανε κι εκεßνοι και χορÝψανε κι ýστερα, παραπαßοντας σχεδüν Ýπεσαν να κοιμηθοýν. ¼ταν ξυπνÞσανε, κÜποιοι εßπανε πως οι ρÜβδοι εßχαν ισιþσει κι Ýτσι για δυο μÝρες δε δοýλεψε κανεßς μα εßχαν üλοι τους ξαπλþσει στο κατÜστρωμα και τρþγανε φροýτα. Ο κýριος Γουüρντροπ κατÝβαινε που και που στο μηχανοστÜσιο και χÜιδευε τις βÝργες που 'ταν Þδη στη θÝση τους. Τον ακοýγανε να ψÝλνει ýμνους. Οι σκοτοýρες του εßχανε πια καταλαγιÜσει κι üταν πÝρασαν οι τρεις μÝρες της ξεγνοιασιÜς, Ýφτιαξε με κιμωλßα Ýνα σχÞμα πÜνω στο κατÜστρωμα, με γρÜμματα του αλφαβÞτου σε κÜθε γωνιÜ. Τους εξÞγησε πως, παρüτι το πιστüνι εßχε πια σχεδüν ισιþσει, η τραβÝρσα -κεßνο το εξÜρτημα που 'χε σφηνþσει στους οδηγοýς- εßχε ζοριστεß Üσχημα κι εßχε σπÜσει το πιστüνι στο κÜτω μÝρος του. Γι' αυτü ο κýριος Γουüρντροπ θα 'φτιαχνε Ýνα κολÜρο απü καθαρü σßδερο, που θα το περνοýσε στο λαιμü του πιστονιοý, εκεß που συναντÜ τη τραβÝρσα και στο κολÜρο θα βßδωνε Ýνα διχαλωτü κομμÜτι σßδερο, που η βÜση του θ' αγκÜλιαζε τη τραβÝρσα. Αν χρειαζüτανε μποροýσαν να χρησιμοποιÞσουνε και τις λαμαρßνες που 'χανε περισσÝψει.
     ¸τσι ξαναφουντþσαν οι οξυγονοκολλητÝς και τα κορμιÜ καßγονταν μα τοýτη τη φορÜ οι Üντρες οýτε που νιþθανε τον πüνο. Οι τελικÝς ενþσεις δεν Þταν ωραßες στην üψη, μα μοιÜζανε στερεÝς -τουλÜχιστον τüσο στερεÝς, üσο και τα υπüλοιπα εξαρτÞματα. ΜετÜ κι απ' αυτÞ τη δουλειÜ, το Ýργο Ýφτασε στο τÝλος του. Δεν απÝμενε πια παρÜ να συνδÝσουνε τη μηχανÞ και να εφοδιαστοýν με τροφÞ και νερü. Ο καπετÜνιος και τÝσσερις Üντρες αναλÜβανε το πÜρε-δþσε με τον Μαλαισιανü λεμβουργü, που γßνονταν μüνο τη νýχτα. Δεν εßχανε καιρü να παζαρεýουνε τη τιμÞ του σαλοý και των ψαριþν. Οι υπüλοιποι μεßνανε στο βαπüρι κι αλλÜξανε με τη πολýτιμη συμβολÞ της εφεδρικÞς μηχανÞς, το πιστüνι, τη βÝργα, το κυλινδρικü καπÜκι, τη τραβÝρσα και τα μπουλüνια. Το κυλινδρικü καπÜκι, μüνον αεροστεγÝς δεν Þταν, üσο για τον διωστÞρα, το μÜτι της επιστÞμης θα μποροýσε να εντοπßσει καμπυλüτητα üμοια με κεßνη της λαμπÜδας που 'χε λυγßσει και την εßχαν ισιþσει με το χÝρι πÜνω απü τη σüμπα, μα üπως εßπε κι ο κýριος Γουüρντροπ, "δε μÜγκωνε πουθενÜ".
     ¼ταν μπÞκε στη θÝση του και το τελευταßο μπουλüνι, οι Üντρες σκουντουφλÜγαν ο Ýνας πÜνω στον Üλλον απü τη βιασýνη τους να φτÜσουνε στον μοχλü εκκßνησης, στο τιμüνι και στο σπεßραμα, με το οποßον ορισμÝνες μηχανÝς μπορεß να μποýνε σε λειτουργßα ακüμα και χωρßς ατμü. Το τιμüνι κüντεψε να ξεκολλÞσει απü το τρÜβηγμα, μα Þταν ολογÜνερο, ακüμα και στους πιο επιφυλακτικοýς, πως οι μηχανÝς δουλεýανε. Δε περιστρÝφονταν με μεγÜλον ενθουσιασμü, üπως αρμüζει σε καθþς πρÝπει μηχανÝς. Τρßζανε κιüλας αρκετÜ, μα αναγνωρßζαν ακüμα το χÝρι του ανθρþπου. Κατüπιν ο κýριος Γουüρντροπ Ýστειλε τους σκλÜβους του στα πιο σκοτεινÜ βÜθη του μηχανοστασßου και κεßνος πÞγε ξοπßσω τους μ' Ýνα δαδß. Τα καζÜνια Þταν εντÜξει, μα δε θα 'βλαπτε λßγο τρßψιμο και καθÜρισμα. Ο κýριος Γουüρντροπ πÜντως δεν Üφησε τους Üντρες να δεßξουν υπερβÜλλοντα ζÞλο, απü φüβο για το τι μποροýσε να φÝρει η επüμενη περιστροφÞ της μηχανÞς.
 -"Θαρρþ πως üσο λιγüτερα ξÝρουμε γι' αυτÞ, για την þρα", εßπε, "τüσο το καλýτερο για üλους μας. ΠρÝπει να καταλÜβετε πως οýτε κατÜ διÜνοια δε μπορεß να θεωρηθεß αυτü κανονικÞ μηχανικÞ". Και καθþς η περιβολÞ του την þρα που τους μιλοýσε Þτανε μονÜχα τα γκρßζα και μακριÜ μαλλιÜ του, τονε πßστεψαν. Φρüντιζαν να μη πολυρωτÜνε για το κÜθετß που βρßσκανε μπρος τους, μüνο τρßβανε τη μηχανÞ και την αλεßφανε με λßπος, δßνοντÜς της μια ψεýτικη γυαλÜδα. "Μια στÜλα χρþμα θα μου 'φτιαχνε τη διÜθεση" συνÝχισεν ο κýριος Γουüρντροπ. "Το ξÝρω μüνον οι μισοß πυκνωτÝς δουλεýουνε κι η προπÝλα Ýνας Θεüς ξÝρει πως γυρßζει, χρειαζüμαστε καινοýριες αεραντλßες, ο κεντρικüς αγωγüς ατμοý στÜζει σα σουρωτÞρι κι üπου και να κοιτÜξεις, τα ßδια και χειρüτερα, μα το χρþμα εßναι σα τα ροýχα του ανθρþπου, και τα δικÜ μας εßναι σχεδüν ανýπαρκτα".
     Ο καπετÜνιος  ξετρýπωσε κÜμποση ξεθυμασμÝνη μπογιÜ, λßγο απü κεßνο το απαßσιο πρÜσινο που χρησιμοποιοýνε για τις βÜρκες των ιστιοφüρων κι ο κýριος Γουüρντροπ τη σκüρπισεν αφειδþς, για να δþσει στις μηχανÝς μια στÜλα αξιοπρÝπεια. Τη δικÞ του την ανακτοýσε μÝρα τη μÝρα, αφοý τþρα πια φοροýσε συνεχþς το πανß γýρω απü τη μÝση, μα το πλÞρωμα, Ýχοντας δουλÝψει κÜτω απü τις διαταγÝς του, δεν αισθανüταν üπως εκεßνος. Το τελικüν αποτÝλεσμα ικανοποιοýσε τον κýριο Γουüρντροπ. ¹ταν Ýτοιμος να βÜλει πλþρη για Σιγκαποýρη, να γυρßσει σπßτι χωρßς να πÜρει εκδßκηση, μüνο και μüνο για να δεßξει στους συναδÝλφους του το κατüρθωμÜ του, μα ο καπετÜνιος κι οι υπüλοιποι του το ξÝκοψαν. Αυτοß δεν εßχαν ανακτÞσει ακüμα τη δικÞ τους αξιοπρÝπεια.
 -"Πιο ασφαλÝς θα 'ταν να κÜνουμε πρþτα Ýνα δοκιμαστικü ταξßδι, üπως λÝγεται, μα κÜτι ζητιÜνοι σαν κι εμÜς δεν Ýχουνε το περιθþριο να 'ναι εκλεκτικοß κι αν οι μηχανÝς ανταποκριθοýν στο μοχλü εκκßνησης, υπÜρχει η πιθανüτητα -η πιθανüτητα, το ξαναλÝω- να κρατÞσουνε κι üταν θα 'χουμεν ατμü".
 -"Πüσο θα μας πÜρει να βγÜλουμεν ατμü;" ρþτησεν ο καπετÜνιος.
 -"¸νας Θεüς ξÝρει, τÝσσερις þρες, μια μÝρα, μισÞ βδομÜδα. Αν μπορÝσω να βγÜλω εξÞντα λßβρες, δε θα 'χω παρÜπονο".
 -"ΣιγουρÝψου πρþτα, δεν Ýχουμε το περιθþριο να κÜνουμε μισü μßλι κι ýστερα να ξαναχαλÜσει".
 -"Μα το Χριστü σου λÝω εßμαστε μια απÝραντη βλÜβη απü τη μιαν Üκρη ως την Üλλη. Δεν αποκλεßεται üμως να καταφÝρουμε να φτÜσουμε στη Σιγκαποýρη".
 -"Δε πρüκειται να χαλÜσει πριν το  ΠιρκÜγκ-ΒατÜι. Εκεß üλο και κÜτι θα μπορÝσουμε να κÜνουμε", Þταν η απÜντηση κι ο τüνος της φωνÞς δεν Üφηνε περιθþρια γι' αντιρρÞσεις. "Δικü μου πλοßο εßναι κι εßχα οχτþ μÞνες στη διÜθεσÞ μου να τα σκεφτþ üλα".
     Κανεßς δεν εßδε το Αλιþτις  να σαλπÜρει, αν και πολλοß τ' Üκουσαν. ¸βαλε πλþρη στις δυο το πρωß, αφοý προηγουμÝνως εßχεν απαλλαγεß απü τα ρεμÝτζα. Το πλÞρωμα δε χÜρηκε καθüλου ακοýγοντας τις μηχανÝς μισομεθυσμÝνες να ξεσπÜνε σ' Ýνα βροντερü τραγοýδι, που αντηχοýσε ως πÝρα στους λüφους. Ακοýγοντας αυτü το νÝο τραγοýδι, ο κýριος Γουüρντροπ δε μπüρεσε να συγκρατÞσει τα δÜκρυÜ του.
 -"Παραληρεß, παραληρεß", κλαψοýρισε, "Ýνας μανιακüς ωρýεται κει μÝσα".
     Κι αν εßναι αλÞθεια πως οι μηχανÝς Ýχουνε ψυχÞ, üπως πιστεýουν αυτοß που τις διαφεντεýουν, τüτε ο κýριος Γουüρντροπ εßχε δßκιο. Ακουγüταν Ýνα σωστü πανδαιμüνιο απü κρüτους, ουρλιαχτÜ και λυγμοýς, ξεσπÜσματα εφιαλτικοý γÝλιου, σιωπÝς που το εξασκημÝνο αφτß διψοýσε για τη σωστÞ νüτα και βασανιστικÝς επαναλÞψεις εκεß που θα 'πρεπε να επικρατεß μονοφωνßα. ΚÜτω, οι Üξονες του Ýλικα βογγοýσανε στÝλνοντας σÞμα κινδýνου, ενþ Ýνας παλμüς αδýναμος κι Üρρυθμος σαν του καρδιοπαθοýς, μαρτυροýσε πως η προπÝλα Þθελε κοýρδισμα.
 -"Πþς πÜει;" ρþτησεν ο καπετÜνιος.
 -"Δουλεýει... μα μου ραγßζει τη καρδιÜ. ¼σο γρηγορüτερα φτÜσουμε στο Πιρκαγκ-ΒατÜι, τüσο το καλýτερο. ¸χει υπερβεß κÜθε λογικÞ, Üσε που ξυπνÜμε κι üλη τη πüλη".
 -"ΕμπνÝει ασφÜλεια, Ýστω και λßγο";
 -"Τι με νοιÜζει μÝνα αν εμπνÝει ασφÜλεια... ¸χει αποχαλινωθεß! Να! εδþ Üκου! Για να 'μαστε ακριβεßς δε κολλÜ πουθενÜ κι οι Üξονες εßναι σε υποφερτÞ κατÜσταση, μα δεν ακοýς τι γßνεται";
 -"Αρκεß να πηγαßνει, üσο πηγαßνει. ΕμÝνα καρφß δε μου καßγεται". ΠÞγαινε.
     ΠÞγαινε, αργÜ σÝρνοντας ξοπßσω του μιαν οργιÜ φýκια. Απü τους δυο κüμβους κατÜφερε ν' ανεβεß θριαμβευτικÜ στους τÝσσερις. Αν δοκßμαζε να ξεπερÜσει αυτü το üριο, οι ορθοστÜτες αρχßζανε να τρßζουν επικßνδυνα και το μηχανοστÜσιο γÝμιζεν ατμü. Το ξημÝρωμα βρÞκε το Αλιþτις  στ' ανοιχτÜ, μ' Ýν ελαφρü κυματÜκι κÜτου απü τη πλþρη. ΣτεριÜ δε φαινüτανε πουθενÜ και κεßνη στÝναζε και βογγοýσε μÝχρι τα σωθικÜ της. ΞÜφνου, Ýνα καÀκι φÜνηκε στον ορßζοντα, λες και το 'χε τραβÞξει ο θüρυβος, Ýνα σκοτεινü καÀκι, γρÞγορο σα γερÜκι κι αδιÜκριτο που üμως πλεýρισε με μιας το Αλιþτις  γυρεýοντας να μÜθει, αν χρειÜζονταν βοÞθεια. Τα πλοßα, ακüμα κι εκεßνα των λευκþν, χαλοýσανε συχνÜ σ' αυτÜ τα νερÜ κι οι Ýντιμοι ΓιαπωνÝζοι και Μαλαισιανοß Ýμποροι σταματοýσανε καμμιÜ φορÜ να βοηθÞσουνε κι εκεßνοι üπως μποροýσαν. Μα τοýτο το καρÜβι δεν Þτανε γεμÜτο κυρßες και καλοντυμÝνους αξιωματικοýς. 'Αντρες λευκοß, γυμνοß κι Üγριοι ξεχυθÞκαν απü το εσωτερικü του -Üλλοι με πυρακτωμÝνα σßδερα κι Üλλοι με μεγÜλα σφυριÜ στα χÝρια- χιμÞξανε πÜνω στους ανυποψßαστους, γεμÜτους απορßα νιοφερμÝνους και πριν καλÜ-καλÜ προλÜβει να πεις κανεßς τß εßχε συμβεß, εßχανε καταλÜβει το καÀκι κι οι νüμιμοι ιδιοκτÞτες του χειρονομοýσαν μες στο νερü.
     ΜÝσα σε μισÞν þρα, το φορτßο του καúκιοý απü σαλü και τριπÜνγκ, καθþς κι η πυξßδα, που αμφßβολο Þταν αν λειτουργοýσε, εßχαν μεταφερθεß στο Αλιþτις. Το φορτßο ακολουθοýσε τα δυο πελþρια τριγωνικÜ ψÜθινα πανιÜ, που προσαρμοστÞκανε στα λεηλατημÝνα κατÜρτια του Αλιþτις. Ξεδιπλþθηκαν, ανεβÞκανε ψηλÜ και φουσκþσαν απü τον Üνεμο, δßνοντας νÝαν þθηση στο βαπüρι. ΚÝρδισε σχεδüν τρεις κüμβους, τι πιüτερο να ζητÞσει κανεßς; Μα αν μÝχρι τþρα η üψη του Þταν απογοητευτικÞ, αυτü το καινοýργιο απüκτημα το 'κανε σκÝτη φρßκη. Φανταστεßτε μιαν αξιοσÝβαστη νοικοκυρÜ να τριγυρνÜ μεθυσμÝνη στους δρüμους φορþντας το καλσüν ενüς χορευτÞ μπαλÝτου και θ' αποκτÞσετε μιαν αμυδρÞν εντýπωση του θεÜματος που παρουσßαζε αυτÞ η κÜποτε πλÞρως εξοπλισμÝνη σκοýνα, εννιακοσßων τüνων, με προπÝλα και πανιÜ, Ýτσι καθþς αγκομαχοýσε με τη νÝα της ενßσχυση, πλÝοντας θριαμβευτικÜ προς τ' ανοιχτÜ. Με ατμü και πανιÜ, το θαυμαστü ταξßδι συνεχιζüταν. ΑκουμπισμÝνοι στη κουπαστÞ, οι Üντρες κοιτοýσανε πÝρα μακρυÜ, με μÜτια που λÜμπαν εγκαταλειμμÝνοι, αξýριστοι, αναμαλλιασμÝνοι, Üσεμνα ντυμÝνοι, περ' απü κÜθε Ýννοια ευπρÝπειας.
     Στο τÝλος της τρßτης βδομÜδας αντικρýσανε το νησß ΠιρκÜγκ-ΒατÜι, καταφýγιο για τα περιπολικÜ αυτÞς της πλοýσιας σε μαργαριτÜρια, περιοχÞς. Εδþ οι κανονιοφüροι δÝνουν για καμμιÜ βδομÜδα, þσπου να ξαναβροýνε τη ρüτα τους. Σπßτια δεν υπÜρχουν στο νησß, μüνον Ýνα ρυÜκι, κανÜ-δυο φοινικιÝς κι Ýνα απÜνεμο λιμÜνι για να φυλαχτεß κανεßς, þσπου να κωπÜσει η ορμÞ του μεγÜλου νοτιανατολικοý μουσþνα. Το Αλιþτις  σχεδßαζε ν' αρÜξει σε κεßνη τη ρηχÞ κοραλλÝνιαν αμμουδιÜ, με τους σωροýς τ' ασβεστωμÝνα κÜρβουνα, Ýτοιμα γι' ανεφοδιασμü, τις εγκαταλειμμÝνες βÜρκες των ναυτικþν και το κοντÜρι δßχως σημαßα.
     Την επüμενη μÝρα το Αλιþτις  δεν υπÞρχε πια -μüνον Ýνα μικρü καÀκι λικνιζüτανε στην εßσοδο του λιμανιοý, κÜτω απü το ζεστü νερü της βροχÞς κι οι επιβÜτες του κοιτοýσαν με μÜτια γεμÜτα ανυπομονησßα τον καπνü μιας κανονιοφüρου που μüλις διακρινüτανε στον ορßζοντα.
     ΜÞνες αργüτερα, γρÜφτηκε στα ψιλÜ μιας αγγλικÞς εφημερßδας η εßδηση, πως μια κανονιοφüρος υπÝστη ζημιÝς στη πρýμνη, ýστερα απü σýγκρουση μ' Ýνα εγκαταλειμμÝνο σαπιοκÜραβο, στην εßσοδο κÜποιου μακρινοý λιμανιοý...
--------------------------------------------------------------------------------------
"The Devil & The Deep Sea" (1894)
ΜετÜφραση: 'Αγγελος Χατζüπουλος
Εκδüσεις ΠατÜκη
____________________________________________________________

 

 

Web Design: Granma - Web Hosting: Greek Servers