ÐåæÜ

Ðïßçóç-Ìýèéá

Ï Dali & Åãþ

ÈÝáôñï-ÄéÜëïãïé

Äïêßìéá

Ó÷üëéá-Áñèñá

ËáïãñáöéêÜ

ÅíäéáöÝñïíôåò

ÊëáóóéêÜ

Áñ÷áßá Åëë Ãñáìì

ÄéáóêÝäáóç

ÐéíáêïèÞêç

ÅéêáóôéêÜ

Ðáãê. ÈÝáôñï

Ðëçñ-Ó÷ïë-Åðéêïéí.

Öáíôáóôéêü

Åñ. Ëïãïôå÷íßá

Ãëõðô./Áñ÷éô.

ÊëáóóéêÜ ÉÉ

 
 

ÊëáóóéêÜ 

Balzac Honore De: ÅõöõÝóôáôïò ÄïõëåõôÞò ÃñáöÞò

        Βιογραφικü

     Το 1797, o ΜπερνÜρ-ΦρανσουÜ ΜπαλζÜκ, -που ως το 1776 τo üνομÜ του Þτανε ΜπαλσÜ, μεγÜλος γυναικÜς, νυμφεýεται την Αν-Σαρλüτ-Λωρ ΣαλαμπιÝ. Εκεßνος 51 κι εκεßνη μüλις 19. Το επüμενο Ýτος φÝρνει στο κüσμο Ýνα παιδß που üμως πεθαßνει μετÜ τη γÝννα. Στις 20 ΜÜη 1799 γεννιÝται στη Τουρ ο πρþτος γιος τους ο ΟνορÝ. Την επüμενη χρονιÜ γεννιÝται η αδελφÞ του Λωρ-Σοφß και 2 χρüνια μετÜ, το 1802, γεννιÝται κι η ΛωρÜνς, ενþ ο πατÝρας τους ως το 1814 θα εßναι διαχειριστÞς στο Γενικü Νοσοκομεßο της Τουρ.
     Το 1807, ο ΟνορÝ αρχßζει να φοιτÜ στο κολλÝγιο Βαντüμ. ΓÝννηση του Ανρß-ΦρανσουÜ ντε ΜπαλζÜκ, του οποßου üμως πραγματικüς πατÝρας θεωρεßται ο Ζαν ντε Μαργκüν (1780- 1858). Το 1813 αφÞνει για Ýνα χρüνο τη σχολÞ μÝνοντας σπßτι, να συνÝλθει απü τους πυρετοýς και μιαν αδιαθεσßα που 'χε συμπτþματα κþματος και που πιθανüν οφειλüταν τüσο στο υπερβολικü διÜβασμα, üσο και στην Ýλλειψη σωματικÞς Üσκησης. Το 1814 βρßσκεται στο οικοτροφεßο ΓκανσÝρ, στο Παρßσι. Παρακολουθεß μαθÞματα στο ΚολλÝγιο ΚαρλομÜγνος. Ο πατÝρας εßχε διοριστεß διευθυντÞς επισιτισμοý εκεß. ΜετÜ απü Ýνα σýντομο πÝρασμα στο οικοτροφεßο Λεπαßτρ, επιστρÝφει το 1815 στο ΓκανσÝρ. Τον επüμενο χρüνο γρÜφεται στη ΝομικÞ κι εργÜζεται στο γραφεßο του δικηγüρου ΓκιγιονÝ Μερβßλ. Το 1819 εγκαταλεßπει οριστικÜ τη νομικÞ στρεφüμενος στη λογοτεχνßα και τη συγγραφÞ, ετοιμÜζοντας μÜλιστα μια Πραγματεßα Περß Αθανασßας Της ΨυχÞς. Φεýγει απü το πατρικü σπßτι για να μεßνει μüνος σε μια φτωχικÞ σοφßτα και ν' αφιερωθεß στη συγγραφÞ: φιλοσοφικÜ δοκßμια, μυθιστüρημα σε μορφÞ επιστολþν, τραγωδßα. Τßποτε δε δημοσιεýεται. Λßγο μετÜ συνθÝτει μια 5πρακτη Ýμμετρη τραγωδßα, τον Κρüμβελ. Αφοσιþνεται στο να διαβÜζει ΝτεΚαρτ, ΜαλμπρÜνς κι επηρεÜζεται βαθýτατα απü την υλιστικÞ σκÝψη του 18ου αι.. ΔÜσκαλοß του, Χιουμ, Λοκ και ΚοντιγιÜκ.


                                               1820, 21 ετþν

     Την επüμενη χρονιÜ παντρεýεται η αδελφÞ του Λþρα κι ο ΜπαλζÜκ γρÜφει το Στενß Þ ΦιλοσοφικÜ ΣφÜλματα, που üμως μÝνει ατελεßωτο. Το 1822 δημοσιεýει τη Κληρονüμο Του ΜπιρÜγκ, με το ψευδþνυμο Λüρδος Χ'Ουν σε συνεργασßα με τον Ωγκýστ ΛεπουατεβÝν. Με ßδιο συνεργÜτη και ψευδþνυμο δημοσιεýει επßσης και: Ζαν-Λουß Þ Η ¸κθετη Κüρη και Κλοτßλδη Ντε ΛουζινιÜν Þ Ο Ωραßος Εβραßος. Με το ψευδþνυμο ΟρÜτιος Ντυ Σαιντ ΩμπÝν, κυκλοφορεß την Εκατονταετßα και τον ΕφημÝριο Των Αρδεννþν. Το τελευταßο κατÜσχεται σχεδüν αμÝσως. Το 1823 συνÜπτει δεσμü με τη Δþρα Ντυ Μπερνß που εßναι 2 χρüνια μεγαλýτερÞ του. Αρχßζει να δημοσιεýει με διÜφορα ψευδþνυμα, μυθιστορÞματα εμπορικÜ. Ο λογοτεχνικüς του χεßμαρρος αρχßζει να ρÝει: μυθιστορÞματα ξεχωριστÜ Þ σε κýκλους, παραμýθια, Üρθρα, θεατρικÜ Ýργα, αλληλογραφßα, μυθιστορÞματα σε συνÝχειες, διÜφορες συνεργασßες. Η μüνη ενÝργεια που μπορεß να συγκριθεß με κεßνη που αφιερþνει στη συγγραφÞ εßναι κεßνη που καταναλþνει στο ξüδεμα των χρημÜτων του -κι η ενασχüληση με τις γυναßκες, το πÜθος του. Οι τüμοι και τα χρÝη συσσωρεýονται και μüνoν ο θÜνατος θα τονε βγÜλει απ' αυτü το φαýλο κýκλο.
     Δημοσιεýει παρÜλληλα το Η Τελευταßα ΝερÜιδα Þ Το ΝÝο Θαυματουργü ΛυχνÜρι. Την επüμενη χρονιÜ, δημοσιεýει ανþνυμα το Περß Δικαßου Της Πρωτοτοκßας, ΑντικειμενικÞ Ιστορια Των Ιησουúτþν. ¸πειτα συνδÝεται με τη Δοýκισσα Ντ' ΑμπραντÝ, ενþ δημοσιεýει το Βαν Κλορ, στην αρχÞ ανþνυμα κι Ýπειτα με το γνþριμο, ΟρÜτιος Ντυ Σαιντ ΩμπÝν. Το 1825 η σχÝση του με τη Δοýκισσα τονε βÜζει στους κοσμικοýς κýκλους του Παρισιοý. ΧÜνει üμως την αγαπημÝνη αδελφÞ του Λωρ, που Þτανε κι ÝμπιστÞ του. Το 1826 καταφÝρνει να γßνει εκδüτης αλλÜ 2 χρüνια μετÜ διαλýεται η εταιρεßα χυτηρßου τυπογραφικþν στοιχεßων. ΚαταστρÝφεται οικονομικÜ καταρρÝοντας απü τα χρÝη, αλλÜ δεν πτοεßται. Συνεχßζει να κÜνει καλÞ ζωÞ συχνÜζοντας σε κοσμικÜ και φιλολογικÜ σαλüνια και το ΜÜρτη του 1830 δηλþνει üτι κατÜγεται απü τους ΜπαλζÜκ της ΑντρÜγκ και προσθÝτει στο üνομÜ του το Ντε. Δημοσιεýει 1η φορÜ με τ' üνομÜ του, το μυθιστüρημα Ο Τελευταßος ΑντÜρτης Þ Η ΒρετÜνη Το 1800. Στις 19 Ιουνßου του ßδιου Ýτους πεθαßνει ο πατÝρας του. Λßγο αργüτερα εκδßδει τη Φυσιολογßα Του ΓÜμου*.



     ΞεκινÜ να αρθρογραφεß σε διÜφορες εφημερßδες και περιοδικÜ και να δημοσιεýει παρÜλληλα και διηγÞματα κι ανÜμεσÜ τους το ΓκομπσÝκ, που αργüτερα θα τα συγκεντρþσει σ' Ýνα τüμο με τßτλο: ΣκηνÝς Της ΙδιωτικÞς ΖωÞς Του Κυρßου ΜπαλζÜκ. Ταξιδεýει με τη κα Ντυ Μπερνß στη περιοχÞ του ποταμοý ΛουÜρ. Δεν κρατÜ πολý, γιατß Ýπειτα συνδÝεται με την Ολυμπßα ΠελισιÝ, αργüτερα κα Ροσßνι. Το 1831 κυλÜ με κοσμικÞ ζωÞ, ταξßδια στο ΣασÝ και στην ΑνγκουλÝμ. Το Μαγικü ΔÝρμα θα επανεκδοθεß μαζß με Üλλα διηγÞματα στον τüμο ΜυθιστορÞματα & ΔιηγÞματα ΦιλοσοφικÜ κι αργüτερα παραδßδει Το ¢γνωστο Αριστοýργημα.
     Την επüμενη χρονιÜ στις 28 ΦλεβÜρη, δÝχεται τη 1η επιστολÞ της ΞÝνης (Εýας ΧÜνσκα) κι αρχßζει η φλογερÞ αλληλογραφßα.. Αν κι Üστατος με τις γυναßκες, αυτÞ την αγÜπησε πραγματικÜ, τουλÜχιστον Ýτσι δεßχνουνε τα γεγονüτα. ΣυντÜσσεται με το κüμμα των νομιμοφρüνων. ΦλερτÜρει τη κυρßα ντε Καστρß, που δεν ενδßδει. ΠολλÝς δημοσιεýσεις σε περιοδικÜ. Τον Ιοýνιο της ßδιας χρονιÜς, στον καιρü των ταραχþν, πηγαßνει στο ΣασÝ. Δημοσιεýει τη ΒιογραφικÞ Σημεßωση Για Τον Λουß ΛαμπÝρ. Την επüμενη χρονιÜ συνδÝεται με τη Μαρßα ντυ Φρεναß. ΣυναναστρÝφεται με βαρονÝσσες και μαρκησßες (Φιτζ-ΤζÝιμς, Ρüτσιλντ). 26 ΓενÜρη 1834 στη Γενεýη, η αξÝχαστη μÝρα. ΣυναντιÝται 1η φορÜ με τη κυρßα ΧÜνσκα στο ΝεσατÝλ που γßνεται ερωμÝνη του. ΠαρÜλληλα παραδßδει τον Επαρχιακü Γιατρü. ΥπογρÜφει συμβüλαιο για να παραδþσει τις ΜελÝτες Ηθþν Του ΙΘ´ Αιþνα, σε 3 τüμους: ΣκηνÝς Της ΙδιωτικÞς ΖωÞς, ΣκηνÝς Της ΕπαρχιακÞς ΖωÞς (üπου υπÜρχει μÝσα κι η Ευγενßα ΓκραντÝ) και τÝλος, ΣκηνÝς Της ΠαρισινÞς ΖωÞς. Παρ’ üλ’ αυτÜ, θα αναγκαστεß να τα παρατÞσει, καθþς αντß να βελτιþνονται τα οικονομικÜ του, εßναι ακüμα πιο χρεωμÝνος.


                                  Η Δοýκισσα Ντ' ΑμπραντÝ

     Στις 4 Ιουνßου 1834, γεννιÝται η Μαρßα ντυ Φρεναß, πιθανüν κüρη του ΜπαλζÜκ. To 1835 γρÜφει τις ΦιλοσοφικÝς ΜελÝτες, με πρüλογο του Φελßξ ΝταβÝν, επßσης την ßδια χρονιÜ παραδßδει τα: Ο Μπαρμπα-Γκοριü, Το Κορßτσι Με Τα ΧρυσÜ ΜÜτια, Η Συμφιλßωση Του ΜÝλμοθ και Το Συμβüλαιο ΓÜμου. ΣυνδÝεται με τη ΣÜρα ΛοβÝλ, κüμισσα Γκουιντομπüνι-Βισκüντι. Ταξßδι στη ΒιÝννη για να συναντÞσει τη κυρßα ΧÜνσκα. ΕπισκÝπτεται το πεδßο μÜχης του ΒÜγκραμ. Το 1836 παραδßδονται τα: Το Κρßνο Στην ΚοιλÜδα κι Η Απαγüρευση. ΓÝννηση, στις 29 ΜαÀου, του ΛιονÝλ-ΡισÜρ Γκουιντομπüνι-Βισκüντι, πιθανüν γιου του ΜπαλζÜκ. Ταξßδι στην Ιταλßα. Αρχßζει να δημοσιεýει τα ¢παντα Του ΟρÜτιου Ντε Σαιντ-ΩμπÝν. ΘÜνατος της κυρßας ντυ Μπερνß.
     Ο ζωγρÜφος της εποχÞς Λουß ΜουλανζÝ φιλοτεχνεß το πορτραßτο του ΜπαλζÜκ με ρÜσο μοναχοý το 1837 και το παρουσιÜζει στο Σαλüν του Παρισιοý την 1η ΜÜρτη. Ταξßδι στην Ιταλßα κι επιστροφÞ μÝσω Ελβετßας (ΦλεβÜρης - ΜÜης) για την επßσκεψη στη κυρßα ΧÜνσκα. Δημοσßευση των: Γεροντοκüρη, Καßσαρας Μπιροττþ και το Α’ μÝρος (Δυο ΠοιητÝς) απü τα ΧαμÝνα ¼νειρα. Στις 16 ΣεπτÝμβρη αγορÜζει την οικßα Ζαρντß, αγρüκτημα στη περιοχÞ των Σεβρþν που, λüγω χρεþν, θ' αναγκαστεß να πουλÞσει το 1845. Το 1838 διαμονÞ στο ΙσουντÝν (στο σπßτι της φßλης του Ζýλμα Καρρþ) και στο ΝουÜν (στο σπßτι της Γεωργßας ΣÜνδη). Ταξßδι στη Σαρδηνßα και την Ιταλßα. Πεθαßνει η δοýκισσα ντ’ ΑμπραντÝς, υποστηρßκτρια και χορηγüς του. Δημοσιεýει παρÜλληλα τα: Η Ανþτερη Γυναßκα (Οι ΥπÜλληλοι), Ο Οßκος ΝυσενγκÝν & Η Τορπßλλη. Την επüμενη χρονιÜ κÜνει αποτυχημÝνες απüπειρες στο χρηματιστÞριο χωρßς να μπορÝσει να βελτιþσει στο ελÜχιστο την οικονομικÞ κατÜστασÞ του. Το 1839 παραδßδει τα εξÞς: ΣυλλογÞ ΑρχαιοτÞτων, (το Β’ μÝρος απü τα ΧαμÝνα ¼νειρα), Μια Κüρη Της Εýας, Μασιμßλλα Ντüνι και Βεατρßκη. Τις 16 Αυγοýστου εκλÝγεται πρüεδρος στην Εταιρεßα Λογοτεχνþν. Δημοσιεýεται το ΜοναστÞρι Της ΠÜρμα του ΣτεντÜλ κι ο ΜπαλζÜκ θα αφιερþσει εκτενÝστατο Üρθρο. Την επüμενη χρονιÜ χρησιμοποιεß τον τßτλο Ανθρþπινη Κωμωδßα. ΣυνδÝεται με την ΕλÝνη ντε ΒαλÝτ. 1η παρÜσταση του ΒωτρÝν, που απαγορεýεται αμÝσως, γιατß ο Φεντερßκ Λεμαßτρ, που υποδυüταν το Μεξικανü στρατηγü, Ýμοιαζε με τον Λουδοβßκο Φßλιππο. Στις 25 ΣεπτÝμβρη δημοσιεýονται στη ΠαρισινÞ Επιθεþρηση οι ΜελÝτες Για Τον Κýριο ΜπÝυλ & Η Ιστορßα Των Δεκατριþν, στη προσπÜθειÜ του να τη ξαναζωντανÝψει, μα τελικÜ η αποτυχßα εßναι ολοκληρωτικÞ. ΑναγκÜζεται να κρυφτεß στο Πασß για να ξεφýγει απü τους πιστωτÝς του.


                      Πορτραßτο του ΜπαλζÜκ με ρÜσο του ΜουλανζÝ

     Το 1841 στις 2 Οκτþβρη, υπογρÜφει το συμβüλαιο με τους Φυρν, ¸τζελ, ΠωλÝν και ΝτυμποσÝ για την Ýκδοση της Ανθρþπινης Κωμωδßας. Παραδßδει τα: Ο ΕφημÝριος Του Χωριοý, Φυσιολογßα Του ΥπαλλÞλου και Φυσιολογßα Παρισινοý Κι Επαρχιþτη Εισοδηματßα. Εν τω μεταξý η κατÜσταση της υγεßας του δυσχεραßνει πολý. ΥποφÝρει απü το στομÜχι κι αισθÜνεται πüνους στη καρδιÜ, που θα επιδεινþνονται συνεχþς απü δω και πÝρα. Ταξßδι στην Τουραßν και τη ΒρετÜνη. Στις 3 Ιουνßου, εκλÝγεται ο Βßκτωρ Ουγκþ ακαδημαúκüς. Το ΝοÝμβρη, πεθαßνει ο σýζυγος της κυρßας ΧÜνσκα, ΒενσεσλÜς ΧÜνσκι, που üμως ο ΜπαλζÜκ θα το μÜθει το επüμενο Ýτος.
     Το 1842 γρÜφει τον πρüλογο της Ανθρþπινης Κωμωδßας και δημοσιεýει τα: ΑναμνÞσεις Δυο Νεονýμφων Γυναικþν, Οýρσουλα ΜιρουÝ κι Οι Κληρονüμοι. Απ’ üταν μαθαßνει το θÜνατο του ΧÜνσκι , βÜζει στüχο του να νυμφευτεß τη κυρßα ΧÜνσκα και την επüμενη χρονιÜ την επισκÝπτεται στη Πετροýπολη, για να τη συναντÞσει, που Ýχει να τη δει απü το 1835. Γυρßζει στο Παρßσι Üρρωστος, ωστüσο παραδßδει: Μια ΣκοτεινÞ Υπüθεση, Η Μοýσα Της Επαρχßας και Μονογραφßα Του Γαλλικοý Τýπου. Το 1844 δε, δημοσιεýει το Γ’ μÝρος απü τα ΧαμÝνα ¼νειρα, Το Ντεμποýτο Στη ΖωÞ, Πüσο Στοιχßζει Ο ¸ρωτας Στους ΓÝρους (που θα αποτελÝσουν το Β’ μÝρος του Αθλιüτητες & Μεγαλεßα Των Εταιρþν, στη μεταθανÜτια Ýκδοση του 1855), Ονορßν και ΜοντÝστ Μινιüν. Τον Ιοýλιο θα συντÜξει τον κατÜλογο των διηγημÜτων και μυθιστορημÜτων που θα αποτελÝσουνε την Ανθρþπινη Κωμωδßα: 125 βιβλßα, που τα 40 δεν Ýχουν γραφτεß ακüμη.


                                         Η ΞÝνη, κα ΧÜνσκα

     Το 1845 ο Δαβßδ ντ’ ΑνζÝ παραδßδει τη προτομÞ του. Ταξßδια πολλÜ με τη κυρßα ΧÜνσκα στη ΔρÝσδη, στο ΠαλατινÜτο και το Στρασβοýργο, Ýπειτα στην ΟρλεÜνη, την Μπουρζ και το ΡÞνο (ΜÜης-Αýγουστος). ¢λλο ταξßδι με τη κυρßα ΧÜνσκα τον Οκτþβρη, στον ποταμü Σων και το Ροδανü, τη Μασσαλßα και τη ΝεÜπολη. Η κυρßα ΧÜνσκα μÝνει Ýγκυος κι αποβÜλλει.. ΕπιστροφÞ απü το Λιβüρνο και τη Πßζα. Δημοσιεýει το Γ’ μÝρος της Βεατρßκης. Το ΔεκÝμβρη, στο μÝγαρο ΠιμοντÜν, μαζß με το ΓκωτιÝ, δοκιμÜζει, ßσως, χασßς. Την επüμενη χρονιÜ ταξιδεýει στη Ρþμη για να συναντÞσει τη κυρßα ΧÜνσκα. Γßνεται δεκτüς σε ακρüαση απü τον πÜπα. Την 1η Δεκεμβρη η κυρßα ΧÜνσκα γεννÜ Ýνα νεκρü παιδß κι αρνεßται να τον συναντÞσει. Δημοσιεýει την ΑνÜποδη ¼ψη Της Ιστορßας και τις 3 μονογραφßες: Ο ΜπακÜλης, Ο ΣυμβολαιογρÜφος κι Η Επαρχιþτισσα.
     To 1847 χωρßζει με τη Λουßζα Μπρυνιü, τη λεγüμενη Λουßζα ντε Μπρυνιüλ, καμαριÝρα κι ερωμÝνη του απü το 1840. Εκεßνη φεýγοντας, κλÝβει τις επιστολÝς της ΞÝνης. Το ΦλεβÜρη συναντιÝται με τη κυρßα ΧÜνσκα στο Παρßσι και τη συνοδεýει στη Γερμανßα. ΕπιστροφÞ στο Παρßσι και ΣεπτÝμβρη αναχþρηση για την Ουκρανßα μαζß της και μÝνει εκεß ως το ΦλεβÜρη του 1848. Στις 22 Ιουνßου συντÜσσει τη διαθÞκη του. Δημοσιεýει τη Τελευταßα ΕνσÜρκωση Του ΒωτρÝν, και το Δ’ μÝρος του Αθλιüτητες & Μεγαλεßα Των Εταιρþν. Τον Ιοýνιο του 1848 επιστροφÞ στη Τουραßν. Ελπßζοντας να τονε σþσει το θÝατρο, ανεβÜζει τη ΜητριÜ και γρÜφει το ΜερκαντÝ. Στις 29 ΦλεβÜρη 1849, γρÜφει στο ΛαμαρτÝν, να του συστÞσει το γαμπρü του, που "…καταδιþκεται για τις δημοκρατικÝς του ιδÝες απü τη Παλινüρθωση και τη τελευταßα κυβÝρνηση". ΒÜζει υποψηφιüτητα για τις βουλευτικÝς εκλογÝς. ΓρÜφει στον "Πολßτη πρüεδρο της ΛÝσχης για τη παγκüσμια αδελφωσýνη". Τον Ιοýνιο επισκÝπτεται το ΣασÝ. Στις 15 ΣεπτÝμβρη εßναι υποψÞφιος στην Ακαδημßα, στη θÝση του ΣατωμπριÜν που Ýχει πεθÜνει τον Ιοýνιο. ΤÝλος ΣεπτÝμβρη ξαναφεýγει για την Ουκρανßα, üπου θα μεßνει üλο το 1849. Δημοσιεýει ωστüσο τα: Ο Επαρχιþτης Στο Παρßσι, Οι Φτωχοß Συγγενεßς (Η ΕξαδÝλφη ΜπÝττα, Ο ΕξÜδελφος Πονς). Παßρνει μüνο 4 ψÞφους στην Ακαδημßα, μεταξý των οποßων του ΛαμαρτÝν και του Ουγκþ. Αρρωσταßνει üταν βρßσκεται στη Βερσüβνια, στο κτÞμα της κυρßας ΧÜνσκα. Η διÜγνωση των γιατρþν: υπερτροφßα της καρδιÜς.



     Την επüμενη χρονιÜ στις 14 ΜÜρτη στο Μπερντßτσεφ, νυμφεýεται επιτÝλους την εκλεκτÞ της καρδιÜς του, τη κυρßα ΧÜνσκα. Τον ßδιο ΜÜη επιστρÝφει στη Γαλλßα, που τελικÜ Þταν υπερβολικÜ επßπονο ταξßδι γι' αυτüν. ¸πειτα απü σταδιακÞ χειροτÝρευση, φτÜνει στις 18 Αυγοýστου και το μοιραßο τÝλος. ¸να τÝλος Üδοξο κι Üδικο για Ýνα τÝτοιο καλλιτÝχνη και μÜλιστα τüσο νÝο, μüλις 51 ετþν. Ωστüσο κι αυτüς υπÞρξε κι απρüσεχτος, αλλÜ τÝλος πÜντων. Στις 21 Αυγοýστου, Ýπειτα τη νεκρþσιμη ακολουθßα στην εκκλησßα Σαιν-Φιλßπ-ντυ-Ρουλ, ενταφιÜζεται στο νεκροταφεßο Περ-Λασαßζ.
     ¹ταν Ýνας απü τους πολυγραφüτερους συγγραφεßς üλων των εποχþν. Πßστευε πως Þταν μεγαλοφυÀα, πως τα Ýργα του θα τον καθιÝρωναν στον πνευματικü κüσμο üλης της Ευρþπης κι üτι η πÝνα θα του χÜριζε μεγÜλη περιουσßα. Το τελευταßο Þτανε χαμÝνη ψευδαßσθηση. ¸ζησε πνιγμÝνος στα χρÝη και δοýλευε üλο και περισσüτερο για ν' απαλλαγεß απ' αυτÜ. Εργαζüταν τουλÜχιστον 18-20 þρες το 24ωρο, καταναλþνοντας τερÜστιες ποσüτητες καφÝ για να διατηρεß διαýγεια και καπνßζοντας αρειμανßως. Δημιοýργησε 2.504 Þρωες και κατÝκτησε το κοινü της εποχÞς.
Ο υποτυπþδης σκελετüς των Ýργων που παρÝδιδε στο τυπογραφεßο, γινüταν αριστοýργημα μÝσα απ' αλλεπÜλληλες τυπογραφικÝς διορθþσεις, σημαδεμÝνες απü χÜος προσθηκþν, διαγραφþν κι αλλαγþν. Φüβος και τρüμος των τυπογρÜφων, μποροýσε να γρÜψει βιβλßο σε 72 þρες και να του δþσει την οριστικÞ του μορφÞ, σε 60 Üγρυπνες νýχτες. ¼χι ιδιαßτερα καλüς μαθητÞς, αλλÜ καταβρüχθισε τη σχολικÞ βιβλιοθÞκη και τις üποιες γνþσεις του περß νομικÞς, τις απÝκτησεν εμπειρικÜ, σα βοηθüς σε δικηγορικü γραφεßο και στα 20 του κιüλας Ýπεισε τον πατÝρα του πως δε θα γινüτανε τßποτ' Üλλο, παρÜ μüνο συγγραφÝας.


                       Καριτατοýρα του, απü τον ΝαντÜρ το 1850

     "ΚÜθε γενιÜ εßναι δρÜμα με 4-5 εκατομμýρια πρωταγωνιστÝς. Αυτü το δρÜμα εßναι το βιβλßο μου!" εßπε κÜποτε. Το 1816 λοιπüν ο 17χρονος ΟνορÝ εγκαταλεßπει τη ΝομικÞ στη Σορβüννη για μια φτωχικÞ σοφßτα χÜριν της συγγραφικÞς τÝχνης. Πιστεýεται πως επÝλεξε τον τßτλο του σ' αντιδιαστολÞ με το Ýργο του ΔÜντη. Θεßα Κωμωδßα. Χαρακτηρßζεται η τεχνοτροπßα του ως νατουραλιστικÞ. (Ο üρος προÝρχεται απü τη λατινικÞ λÝξη natura που σημαßνει φýση, naturalismus = φυσιοκρατßα, φυσικüτητα. Εßναι κÜτι πιο πÜνω απü το ρεαλισμü. Οι νατουραλιστÝς παρατηροýνε και περιγρÜφουν ανθρþπους ψυχρÜ, αμÝτοχα, üπως Ýνα αντικεßμενο, Ýνα ζþο Þ μια μηχανÞ).
     Στο Παρßσι, πüλη 2.000.000 κατοßκων, δοκιμασμÝνη απ' αλλεπÜλληλες πολιτικÝς και κοινωνικÝς ανακατατÜξεις, η συγγραφÞ μποροýσε να προσφÝρει χρÞμα, δüξα, εξουσßα. Στη γαλλικÞ, πρþτη μεταξý των γλωσσþν, ενισχυμÝνη με το σφρßγος των νÝων ιδεþν του μετεπαναστατικοý κüσμου, οι επιφυλλßδες εßχαν απÞχηση στο πλατý κοινü, üπως σÞμερα οι επιτυχημÝνες τηλεοπτικÝς σειρÝς. ΧρειÜστηκαν üμως αρκετÜ χρüνια ακατÜβλητης προσπÜθειας, γρÜφοντας μυθιστορÞματα της σειρÜς χωρßς να τα υπογρÜφει καν ωσüτου αγγßξει την επιτυχßα. Στον σκληρü ανταγωνισμü, üπου üλα τα ρομαντικÜ θÝματα εßχαν αξιοποιηθεß, απÝδωσε συστηματικÜ μιαν ολüκληρη κοινωνßα, τους νüμους και τους αδυσþπητους μηχανισμοýς της: χαρακτÞρες απü τον επιχειρηματικü, δημοσιογραφικü, καλλιτεχνικü κüσμο, Üντρες και γυναßκες της αριστοκρατßας, παιδιÜ του δρüμου, παπÜδες και γιατροß που εξομολογοýν τις αμαρτßες του πνεýματος και της σÜρκας, στη μεγαλοýπολη Þ στην επαρχßα, διαπλÝκονται μεταξý τους σ' Üπειρους συνδυασμοýς, αναλþνουν καθÝνας τη ζωÞ του στην Ýνταση των παθþν. Ως τον αιφνßδιο θÜνατü του στο αποκορýφωμα της δüξας, Ýγραψε συνολικÜ 91 μυθιστορÞματα, 30 νουβÝλες, 5 θεατρικÜ Ýργα: Üμεσα, επßκαιρα, αποτελεσματικÜ, πεßσανε τους αναγνþστες που πολλαπλασιÜζανε τις πωλÞσεις των εφημερßδων. Κι üλα τοýτα σε χρονικü διÜστημα 25 περßπου ετþν.


                      Η κατοικßα του στο Παρßσι, τþρα πια Μουσεßο

     Οι εξαντλητικÝς λεπτομÝρειες απαιτοýν üμως κι εξαντλητικü πρüγραμμα: ΕξοπλισμÝνος με 20 ως και 50 φλιτζÜνια καφÝ και μπüλικα τσιγÜρα, αφιερωνüτανε καθημερινÜ 15 þρες στη συγγραφÞ. Η μÝρα ξεκινοýσε στις 12 τα μεσÜνυχτα, üταν ξυπνοýσε, εφοδιαζüταν κι απü τη 1 ως τις 8 Þ κι αργüτερα το πρωß Ýγραφε ακατÜπαυστα. Τις υπüλοιπες þρες διüρθωνε το ßδιο ασταμÜτητα τα γραπτÜ του κι Ýτρωγε μεγÜλες ποσüτητες φαγητοý. ΠÜντως πριν κοιμηθεß (στις 5 με 6 το απüγευμα) φρüντιζε να τρþει… ελαφριÜ, üσο ελαφριÜ μπορεß να ‘βλεπε με τη δικÞ του σκοπιÜ τα γεýματÜ του, ο πολýς κýριος ΜπαλζÜκ.
     Η εμμονÞ του με τη τελειüτητα τον οδηγοýσε πολλÝς φορÝς στο να επεμβαßνει ακüμα και στο στÜδιο της Ýκδοσης των βιβλßων του για ν’ αλλÜζει κομμÜτια που δεν τα Ýβρισκε πια αψεγÜδιαστα. Χαρακτηριστικü παρÜδειγμα της εμμονÞς του αυτÞς, εßναι η ιστορßα La Grande Bretèche, παραμελημÝνη απü τις ελληνικÝς εκδüσεις, που βρßσκεται στην 1η ενüτητα της Ανθρþπινης Κωμωδßας, ανÜμεσα στις ιστορßες Το ΜÞνυμα κι Η ΓρεναδιÝρα. Εκδüθηκε 1η φορÜ το 1832 και πÞρε τελικÞ μορφÞ 13(!) χρüνια μετÜ, απü 4 εκδüσεις κι αμÝτρητες αλλαγÝς στη δομÞ της. Σ’ αυτü το Ýργο λοιπüν, ο γιατρüς Μπιανσüν αφηγεßται σ’ Ýνα κοσμικü σαλüνι ενþπιον καλεσμÝνων την πιο τρομερÞ ιστορßα του ρεπερτορßου του, που λαμβÜνει χþρα σ’ Ýνα παλιü, σκοτεινü σπßτι με πανýψηλες στÝγες, εντελþς απομονωμÝνο, περßπου 100 βÞματα απü τη Βαντüμ, στις üχθες του Λßγηρα.


                            Μποýστο του απü τον μεγÜλο ΡοντÝν

     Λßγο τα ακραßα του ωρÜρια, λßγο τα Üπειρα φλιτζÜνια καφÝ που εßχε καταναλþσει μÝχρι τüτε και τα τσιγÜρα, πεθαßνει 5 μÞνες μετÜ το γÜμο του, στις 18 Αυγοýστου του 1850. Λßγες þρες πιο πριν τον εßχε επισκεφθεß στο σπßτι του ο Ουγκþ, που Ýπειτα στη κηδεßα του εκφþνησε Ýναν εγκωμιαστικü λüγο, ακριβþς üπως Üρμοζε: "ΣÞμερα βρßσκονται εδþ Üνθρωποι ντυμÝνοι στα μαýρα λüγω του θανÜτου του ταλαντοýχου ανθρþπου Ýνα Ýθνος θρηνεß Ýναν ιδιοφυÞ Üνδρα".
     Σε αυτüν τον ιδιοφυÞ Üνδρα χρωστοýν μερικοß απü τους σÞμερα θεωροýμενους ως κλασσικοýς λογοτÝχνες ευγνωμοσýνη: ΦλωμπÝρ, ΜαρσÝλ Προυστ, ΧÝνρυ ΤζÝιμς κι Εμßλ ΖολÜ εßναι λßγα ενδεικτικÜ ονüματα μεγÜλων συγγραφÝων που επηρεÜστηκαν απü αυτüν τον μÝγιστο. ΠοιÜ εßναι üμως η συμβουλÞ του, του δημιουργοý πÜνω απü 2.500 ηρþων, που Ýπλασε μεγÜλους συγγραφεßς; ΜÜλλον η εξÞς: "…πιÜσ' την αφÞγηση τσÜκισε τη üπως σπας τα κüκαλα ενüς κοτüπουλου και μετÜ Üστην εκεß, τσακισμÝνη, σπασμÝνη".
     Φανατικοß, σÞμερα ακüμη διαβÜζουν και ξαναδιαβÜζουν τα Ýργα του στο σýνολü τους, βυθßζονται στον πλασματικü του κüσμο αποκομßζοντας εμπειρßα και πληροφορßες, μολονüτι τα θÝματÜ του κρßθηκαν συχνÜ παρατραβηγμÝνα, προσβλητικÜ για τα χρηστÜ Þθη: η απουσßα του καλοý φÜνταζε περισσüτερο ακüμη καθþς προÝκυπτε Üδηλα απü τα γεγονüτα. Για Ýνα διÜστημα τα Ýργα του θεωροýνταν εμπορικÜ, ελαφριÜ κι υποδεÝστερης σημασßας. ΣÞμερα Ýχει κατακτÞσει τη θÝση που ονειρευüταν στο πÜνθεο της παγκüσμιας λογοτεχνßας. Η Ανθρþπινη Κωμωδßα του, θεωρεßται Üξια εκπρüσωπος του λογοτεχνικοý ρεαλισμοý, βαθειÜ και με ζωντανÜ χρþματα, τοιχογραφßα, που περιγρÜφει ανθρþπινους χαρακτÞρες κι αδυναμßες που ξεπερνοýνε την εποχÞ του.


                            ¢γαλμÜ του πÜλι απü το ΡοντÝν

ΡΗΤΑ:

¼λα φτÜνουν στην þρα τους για εκεßνους που ξÝρουν να περιμÝνουν.
Αξßζει περισσüτερο να πολεμÜς αδιÜκοπα με τους Üνδρες, παρÜ να πολεμÜς με τη γυναßκα σου.
¸νας γÝρος εßναι κÜποιος που Ýχει φÜει και βλÝπει τους Üλλους να τρþνε.
Για μια γυναßκα εßναι πολý καλλßτερο να υπακοýει σ' Ýναν Üντρα με ταλÝντο, παρÜ να τραβÜει απü τη μýτη Ýναν ηλßθιο.
Μια γυναßκα δßνει πιο γρÞγορα τον κþλο της παρÜ την καρδιÜ της.
Δεν υπÜρχει αυτü που λÝνε μεγÜλο ταλÝντο χωρßς μεγÜλη δýναμη θÝλησης.
Η πραüτητα και η υπακοÞ εßναι τα πιο ισχυρÜ üπλα της γυναßκας.
Ο εγωισμüς εßναι το δηλητÞριο της φιλßας.
¼σο περισσüτερο επικρßνεις, τüσο λιγüτερο αγαπÜς.
Στον Ýρωτα, üπως και στο κυνÞγι, η πραγματικÞ ευχαρßστηση εßναι στο καρτÝρι.
Οι γενναßοι Üντρες εßναι κακοß Ýμποροι
Να απελευθερþσεις μια γυναßκα σημαßνει να τη διαφθεßρεις.
Η γυναßκα στον Ýρωτα μοιÜζει με τη λýρα, που δεν φανερþνει τα μυστικÜ της, παρÜ μονÜχα σ’ εκεßνον που ξÝρει να τη χειρßζεται καλÜ.
Η συνεßδηση αγαπητÝ μου εßναι Ýνα ραβδß που παßρνει ο καθÝνας για να βαρÝσει τον γεßτονÜ του,
αλλÜ που δεν χρησιμοποιεß ποτÝ για τον εαυτü του.
¸νας εραστÞς μαθαßνει σε μια γυναßκα üλα üσα της κρýβει ο σýζυγüς της.
Η ελευθερßα που δüθηκε σε Ýναν διεφθαρμÝνο λαü εßναι παρθÝνα που δüθηκε στους ακüλαστους.
Για τους ηλßθιους, το κενü μοιÜζει με βÜθος. Για τον αμαθÞ το βÜθος εßναι ασýλληπτο. ¸τσι εξηγεßται ο θαυμασμüς των ανθρþπων για üλα üσα δεν καταλαβαßνουν.
¼λη η ανθρþπινη δýναμη αποτελεßται απü υπομονÞ και χρüνο.
Οι εφημερßδες εßναι το μπουρδÝλο της σκÝψης.
Οι γυναßκες δεν θÝλουν ποτÝ να ζητιανεýετε τον ÝρωτÜ τους.
Οι βασιλιÜδες και οι γυναßκες θεωροýν üτι üλα üσα γßνονται οφεßλονται σ’ αυτοýς.
Η ευημερßα φÝρνει μαζß της μια Ýξαψη, στην οποßα οι κατþτεροι Üνθρωποι ποτÝ δεν αντιστÝκονται.
Η κοινωνßα, περισσüτερο μητρυιÜ παρÜ μητÝρα, λατρεýει εκεßνα τα παιδιÜ της που κολακεýουν τη ματαιοδοξßα της.
Λßγοι Üνθρωποι ανεβαßνουν στην εκτßμησÞ μας αν τους εξετÜσουμε απü πολý κοντÜ.
¼λη η ανθρωπüτητα εßναι πÜθος. Χωρßς πÜθος, η θρησκεßα, η ιστορßα, τα μυθιστορÞματα, η τÝχνη δεν θα υπÞρχαν.
ΠρÝπει πÜντα να κÜνει κανεßς καλÜ αυτü που κÜνει, ακüμα κι αν εßναι τρÝλα.
Οι γυναßκες τα γνωρßζουν üλα απü Ýνστικτο.
Οι παρÜνομοι Ýρωτες εßναι ανεκτοß απ' τη σημερινÞ κοινωνßα, üσο δεν αποκαλýπτονται. ΑπαρÜλλακτα, üπως με τη κλεψιÜ στην αρχαßα ΣπÜρτη.
Ο εραστÞς πÜντα σκÝφτεται πρþτα την ερωμÝνη του και μετÜ τον εαυτü του. ¸νας σýζυγος κÜνει το αντßθετο.
Η δυστυχßα εßναι Ýνα σκαλοπÜτι για τον Ýξυπνο Üνθρωπο, μια κολυμβÞθρα για το χριστιανü, Ýνας θησαυρüς για τον ικανü και μια Üβυσσος για τον αδýναμο.
Δεν πρÝπει να 'σαι οýτε τρελüς οýτε να προσπαθεßς να ξεγελÜσεις αυτÞ που φλερτÜρεις. Μην μεγαλþνεις εκεßνο που μüλις αισθÜνεσαι. Μην παßρνεις μια υποκριτικÞ γλýκα με μερικÝς ρομαντικÝς φρÜσεις.
Αν μιλÜς συνÝχεια μüνο εσý, τüτε θα Ýχεις πÜντα δßκιο.
¼σο πιο πολý κρατÜει η αντßσταση, τüσο πιο δυνατÞ γßνεται η φωνÞ του Ýρωτα.
¸νας Üνθρωπος εßναι πολý ισχυρüς üταν ομολογεß την αδυναμßα του.
Ο Ýρωτας μοιÜζει με τον αÝρα. Δεν ξÝρουμε ποτÝ απü ποý μπορεß να μας Ýρθει.
Το μυστικü των μεγÜλων περιουσιþν χωρßς προφανÞ αιτßα εßναι Ýνα Ýγκλημα που Ýχει ξεχαστεß, επειδÞ Ýχει γßνει σωστÜ.
Οι περισσüτεροι Üνθρωποι της δρÜσης πιστεýουν στη μοßρα και οι περισσüτεροι Üνθρωποι της σκÝψης πιστεýουν στην πρüνοια.
Ο χρüνος εßναι το μüνο κεφÜλαιο των ανθρþπων που η μοναδικÞ τους περιουσßα εßναι η ευφυÀα τους.
Ο πειρασμüς δεν εßναι αμαρτßα. Η κακßα Ýγκειται στο να νικηθεß κανεßς απ' αυτüν.
Η μετÜνοια εßναι το τελευταßο αμÜρτημα των γυναικþν.
ΠρÝπει να εισβÜλεις μÝσα στη μÜζα των ανθρþπων σαν μπÜλα κανονιοý Þ να γλυστρÜς σαν πανοýκλα. Η τιμιüτητα εßναι Üχρηστη.
Οι γυναßκες μüνο üταν φθÜσουν στο φθινüπωρο του βßου τους γνωρßζουν πþς να κÜνουν τους Üντρες ευτυχισμÝνους.
Αν ο Τýπος δεν υπÞρχε, δεν θα Ýπρεπε να τον εφεýρουμε.
Η αγÜπη δεν εßναι μüνο συναßσθημα, εßναι και τÝχνη.
Το να ψÜχνεις την ηδονÞ, δεν σημαßνει üτι Ýχεις βρει Þδη την πλÞξη;
Τον θÝλεις να εßναι περισσüτερο Üντρας; ΠροσπÜθησε να εßσαι περισσüτερο γυναßκα.
Η ισüτητα μπορεß να εßναι δικαßωμα, αλλÜ καμιÜ δýναμη στη γη δεν θα την κÜνει γεγονüς.
Τα τρßα πιο üμορφα θεÜματα σ’ αυτüν τον κüσμο εßναι Ýνα πλοßο με üλα τα πανιÜ του ανοιχτÜ, Ýνα Üλογο που καλπÜζει και μια γυναßκα που χορεýει.
Η ζωÞ εßναι Ýνα ροýχο. ¼ταν εßναι λερωμÝνο το καθαρßζουμε, üταν τρυπÞσει το μπαλþνουμε, αλλÜ μÝνει κανεßς ντυμÝνος üσο πιο πολý μπορεß.
Η συνεßδηση εßναι Ýνας αλÜνθαστος κριτÞς, üταν δεν την Ýχουμε μπορεß ακüμα και να σκοτþσει.
Οι λαοß Ýχουν σαν εßδωλο την ελευθερßα. ΑλλÜ ποý βρßσκεται πÜνω στη γη Ýνας λαüς ελεýθερος;
¼ταν επιτßθεσαι σε κÜτι που βρßσκεται στον ουρανü, ο στüχος σου πρÝπει να εßναι ο θεüς.
Να αγαπÜς και να εßσαι ευτυχισμÝνος, αυτü εßναι το μεγαλýτερο θαýμα του κüσμου.
¼ταν μια γυναßκα αγαπÜει, συγχωρεß τα πÜντα, ακüμα και τα εγκλÞματÜ μας. ¼ταν δεν μας αγαπÜει, δεν της αρÝσει τßποτα πÜνω μας, οýτε καν οι αρετÝς μας.
Ο Ýρωτας εßναι μια αθþα πηγÞ που βγαßνει απü την κοßτη της τη στρωμÝνη με κÜρδαμο, λουλοýδια και χαλßκια, που πüτε ποτÜμι και πüτε ποταμüς, αλλÜζει üψη και φýση σε κÜθε του κýμα και ρßχνεται σ' Ýνα απροσμÝτρητο ωκεανü, üταν τα μικρÜ πνεýματα βλÝπουν τη μονοτονßα, üταν οι μεγÜλες ψυχÝς βυθßζονται στην Üβυσσο αδιÜκοπων στοχασμþν.
Η δüξα εßναι δηλητÞριο, γι’ αυτü πρÝπει να την παßρνουμε σε μικρÝς δüσεις.
Μια ολüκληρη ζωÞ υπÜρχει μÝσα στον Ýρωτα μιας þρας.
Η γραφειοκρατßα εßναι μια τερÜστια μηχανÞ, την οποßα θÝτουν σε κßνηση οι πυγμαßοι.
Ο Ýρωτας μοιÜζει με την αναπνοÞ. Δεν μπορεßς μüνο να εκπνÝεις χωρßς να εισπνÝεις. Αν σταματÞσει η εισπνοÞ, αν δεν γßνει η ανταπüδοση του αισθÞματος, χÜνεται η αναπνοÞ, χÜνεται ο Ýρωτας.
Η Üμιλλα ενθαρρýνει προς μßμηση θαυμαστþν πρÜξεων.
Η καρδιÜ μας εßναι Ýνα θησαυροφυλÜκιο. Αν το αδειÜσουμε ξαφνικÜ, καταστρεφüμαστε. Ο κüσμος δεν συγχωρεß üποιον δεßχνει Ýνα βαθý αßσθημÜ του, üπως δεν συγχωρεß και üποιον δεν Ýχει δεκÜρα.
Οι γυναßκες πÜντα φοβοýνται τα πρÜγματα που πρÝπει να μοιρÜζονται.
Εßναι εýκολο να κÜθεσαι και να κÜνεις παρατηρÞσεις. Αυτü που εßναι δýσκολο εßναι να σηκωθεßς και να αναλÜβεις δρÜση.
Η αστυνομßα κι οι ΙησουÀτες Ýχουν την αρετÞ να μην εγκαταλεßπουν ποτÝ οýτε τους εχθροýς τους οýτε τους φßλους τους.
Οι ερωτευμÝνοι δεν υποψιÜζονται τßποτα Þ τα υποψιÜζονται üλα.
Ζεις μονÜχα μια φορÜ.
Ο χρüνος εßναι το μüνο κεφÜλαιο των ανθρþπων που η μοναδικÞ τους περιουσßα εßναι η ευφυÀα τους.
¼ταν οι νüμοι γßνονται δεσποτικοß, τα Þθη χαλαρþνουν κι αντιστρüφως.


                       Μποýστο του στο κοιμητÞρι Πιερ Λασαßζ απü τον Περ ΑνζÝ

ΕΡΓΑ:

Adieu
Albert Savarus
Αlkahest
Αmour masqué.
Analytical Studies
Annette et le criminel (Argow le pirate)
Another Study of Woman
Atheist's Mass
At the Sign of the Cat and Racket
Ball at Sceaux
Beatrix (Μπεατρßξ)
Brotherhood of Consolation
Bureaucracy
Catherine De Medici
Celibates
Chef d'oeuvre inconnu
Chouans (Οι ΣουÜνοι)
Christ in Flanders (Ο Ιησοýς Χριστüς Στη ΦλÜνδρα)
Clotilde de Lusignan Þ le beau juif (Κλοτßλδη Ντε ΛουζινιÜν Þ Ο Ωραßος Εβραßος)
Collection of Antiquities
Colonel Chabert (Ο ΣυνταγματÜρχης ΣαμπÝρ)
Comédie humaine (Ανθρþπινη Κωμωδßα)
Commission in Lunacy
Contes bruns
Contes Français
Country Doctor (Επαρχιακüς Γιατρüς)
Cousine Bette (Η ΕξαδÝλφη ΜπÝττα)
Cousin Pons (Ο ΕξÜδελφος Πονς)
Cromwell (Κρüμγουελ)
Dans les parents pauvres (Οι Φτωχοß Συγγενεßς)
Daughter of Eve (H Küρη Της Εýας)
Deputy of Arcis
Deserted Woman (Η ΕγκαταλελειμÝνη Γυναßκα)
Distinguished Provincial at Paris (Ο Επαρχιþτης Στο Παρßσι)
Domestic Peace
Don Gigadas
Drama on the Seashore
Droll Stories
Eugénie Grandet (Ευγενßα ΓκραντÝ)
Duchesse of Langeais
Elixir of Life (Το ΕλιξÞριο ΖωÞς)
Episode under the Terror (¸να Επεισüδιο Την ΕποχÞ Της Τρομοκρατßας)
Eve and David (Εýα & Δαυßδ)
Exiles
Fac-simile Code des gens honnêtes ou L’art de ne pas être dupe des fripons
Facino Cane
Falthurne
Father Goriot (Mπαρμπα-Γκοριü)
Femme de trente ans (ΤριαντÜχρονη Γυναßκα)
Ferragus, chef des Dévorants
Firm of Nucingen
Folk-Tales of Napoleon
Gambara
Gaudissart
Girl with the Golden Eyes (Το Κορßτσι Με Τα ΧρυσÜ ΜÜτια)
Gobseck (ΓκομπσÝκ)
Grande Breteche
Grenadiere (Η ΓρεναδιÝρα)
Große und kleine Welt
Hated Son
The Gondreville Mystery
Honorine
Illusions perdues (ΧαμÝνa ¼νειρα)
Illustrious Gaudissart
International Short Stories
Jealousies of a Country Town
Jean-Louis Þ la Fille trouvée (Ζαν-Λουß Þ Η ¸κθετη Κüρη)
Juana
L’Excommunié
L’Héritière de Birague (H Κληρονüμος Του ΜπιρÜγκ)
La Marâtre (Η ΜητρυιÜ)
La Dernière Fée Þ la nouvelle lampe merveilleuse
La Rabouilleuse (Η ΡαμπουγÝζα)
La Fausse Maitresse

La vieille fille (Η Γεροντοκüρη)
Le Centenaire ou les Deux Beringheld
Le chef-d’ oeuvre inconnu (Το ¢γνωστο Αριστοýργημα)
Le curè de village (Ο ΕφημÝριος Του Χωριοý)
Le Droit d'aînesse et une Histoire impartiale des jésuites (Περß Δικαßου Πρωτοτοκßας, ΑντικειμενικÞ Ιστορια Ιησουúτþν)
Le Vicaire des Ardennes (Ο ΕφημÝριος Των Αρδεννþν)
Les Deux poètes (Οι Δυο ΠοιητÝς)
Les Paysans (Oι ΧωριÜτες)
Les rivalités (Οι Αντιζηλßες)
Lesser Bourgeoisie
Letters to Madame Hanska, (born Countess Rzewuska, afterwards Madame, 1833-1846)
Library of the World's Best Mystery and Detective Stories
Lords of the Housetops: Thirteen Cat Tales
Louis Lambert (Λουß ΛαμπÝρ)
Le Lys dans la vallée (To Kρßνο Στη ΚοιλÜδα)
Madame Firmiani
Magic Skin (Το Μαγικü ΔÝρμα)
Maison du Chat-qui-pelote
Maitre Cornelius
Man of Business
Marriage Contract (Συμβüλαιο ΓÜμου)
Massimilla Doni (Μασσιμßλλα Ντüνι)
Melmoth Reconciled (Ο Μελμüθ Συμφιλιþνεται)
Mémoires de deux jeunes mariées (ΑναμνÞσεις Δυο Νεüνυμφων Γυναικþν)
Mercadet
Message
Modeste Mignon (ΜοντÝστ Μινιüν)
Muse of the Department
Napoleon of the People
Old Maid
Pamela Giraud
Parisians in the Country
Passion in the Desert
Petty Troubles of Married Life
Physiology of Marriage
Pierre Grassou
Pierrette
Poor Relations
Prince of Bohemia
Purse
Recruit
Red Inn
Resources of Quinola
Rise and Fall of Cesar Birotteau (Καßσαρας Μπιροττþ)
Rue de Paris et son habitant
Sarrasine
Scenes from a Courtesan's Life (Οι Εταßρες Του Παρισιοý)
Scènes de la vie de province (ΣκηνÝς ΕπαρχιακÞς ΖωÞς)
Scènes de la vie militaire (ΣκηνÝς ΣτρατιωτικÞς ΖωÞς)
Scènes de la vie privée (ΣκηνÝς ΙδιωτικÞς ΖωÞς)
Second Home
Secrets of the Princesse de Cadignan
Seraphita (Σεραφßτα)
Sons of the Soil
Splendeurs et miseres des courtisanes (Μεγαλεßα & Δυστυχßες Των Εταιρþν)
Start in Life
Sténie Þ les erreurs philosophiques (Στενß Þ ΦιλοσοφικÜ ΣφÜλματα)
Study of a Woman
Thirteen
Traité des excitants modernes (Πραγματεßα Περß Των Νεþτερων Διεγερτικþν)
Un grand homme de province à Paris (¸νας ΜεγÜλος ¢ντρας Της Επαρχßας Στο Παρßσι)
Wann-Chlore
Un tenebreuse affaire (Μια ΣκοτεινÞ Υπüθεση)
Unconscious Comedians
Ursula
Vautrin: A Drama in Five Acts
Vendetta (ΒεντÝττα)
Vicar of Tours
Z. Marcas
Verdugo (Βερδοýγο)

------------------------------------------------------

                       Το Κορßτσι Με Τα ΧρυσÜ ΜÜτια
                                                                                     (απüσπασμα)

παριζιΑνικες φυσιογνωμΙες
     Εν' απü τα θεÜματα που προκαλοýνε το μεγαλýτερο τρüμο εßναι σßγουρα η γενικÞ üψη του παριζιÜνικου πληθυσμοý, ενüς πληθυσμοý απωθητικοý, κÜτισχνου, κιτρινÜρη, στεγνοý. ΜÞπως εξÜλλου το Παρßσι δεν εßναι Ýνας απÝραντος κÜμπος που σειÝται διαρκþς απü θýελλα συμφερüντων και παραδÝρνει κει πλÞθος ανθρþπων, που ο θÜνατος τους θερßζει με μεγαλýτερη συχνüτητα απ' οπουδÞποτε αλλοý, -που ξαναγεννιοýνται, πÜντα εξßσου Üφθονοι, με πρüσωπα διαστρεβλωμÝνα, παραμορφωμÝνα, που αποπνÝουν απü κÜθε πüρο τις σκÝψεις, τις λαχτÜρες, τα φαρμÜκια που εγκυμονεß ο εγκÝφαλüς τους Þ μÜλλον, δεν εßναι πρüσωπα, εßναι προσωπεßα, προσωπεßα αδυναμßας, δýναμης, αθλιüτητας, προσωπεßα χαρÜς, προσωπεßα υποκρισßας, üλα εξουθενωμÝνα, üλα χαραγμÝνα απü ανεξßτηλα ßχνη ξÝπνοης απληστßας. Τι γυρεýουν οι Üνθρωποι αυτοß; ΧρυσÜφι Þ την ηδονÞ;

     ΜερικÝς παρατηρÞσεις πÜνω στη ψυχÞ του Παρισιοý, ßσως να δþσουν μιαν εξÞγηση για τη νεκρικÞ üψη του πληθυσμοý του, που μονÜχα δυο ηλικßες Ýχει: τα νιÜτα Þ τα Ýσχατα γερατειÜ, -νιÜτα χλωμÜ κι Üχρωμα, γερατειÜ φτιασιδωμÝνα, σε μια προσπÜθεια να παραστÞσουνε τα νιÜτα. ΒλÝποντας αυτü το λαü που μοιÜζει ν' αποτελεßται απü εκταφιασμÝνα πτþματα, οι ξÝνοι που δεν Ýχουνε καμιÜν υποχρÝωση να εμβαθýνουνε στα πρÜματα, νιþθουνε στην αρχÞ μιαν αßσθηση αηδßας για τη πρωτεýουσα, απÝραντον εργαστÞρι κατασκευÞς απολαýσεων, üπου, üμως, δεν αργοýν να παγιδευτοýν, μ' αποτÝλεσμα να μÝνουνε και να εκφυλßζονται οικειοθελþς κι οι ßδιοι.
     Λßγα λüγια αρκοýνε για να δþσουν μιαν ιατρικÞν εξÞγηση στο σχεδüν κολασμÝνο χρþμα των παριζιÜνικων φυσιογνωμιþν. Γιατß το Παρßσι δε το βαφτßσανε κüλαση μüνο γι' αστεßο, -να 'στε σßγουροι πως η λÝξη αυτÞ εκφρÜζει την αλÞθεια. Εκεß τα πÜντα καπνßζουνε, καßγονται, τα πÜντα λÜμπουνε, βρÜζουνε, τα πÜντα κορþνουν, εξατμßζονται, σβÞνουνε, ξανανÜβουν, αστρÜφτουνε, σπινθηρßζουνε και καταστρÝφονται. ΠοτÝ, σε καμιÜ χþρα, η ζωÞ δεν υπÞρξε πιο Ýντονη, αλλÜ οýτε και πιο οδυνηρÞ. Η κοινωνßα αυτÞ, που βρßσκεται συνεχþς σε κατÜσταση τÞξης μετÜ την ολοκλÞρωση του κÜθε Ýργου, μοιÜζει να σκÝφτεται: "Ας περÜσουμε στο επüμενο!", -üπως η φýση. Κι ακριβþς üπως η φýση, ασχολεßται μ' Ýντομα, με λουλοýδια εφÞμερα, με πρÜγματα ευτελÞ και πρüσκαιρα και πετÜ φωτιÝς και φλüγες απü τον αστεßρευτο κρατÞρα της. ºσως πριν αναλýσουμε τις αιτßες που κÜνουν τη κÜθε κατηγορßα του ξýπνιου και δραστÞριου αυτοý Ýθνους να ξεχωρßζει, πρÝπει να επισημÜνουμε τη γενικÞν αιτßα π' αποχρωματßζει τ' Üτομα, τα κÜνει λßγο Þ πολý, ωχρÜ, μπλÜβα Þ καφετιÜ.
     ΕπειδÞ ενδιαφÝρεται για τα πÜντα ο ΠαριζιÜνος, καταλÞγει να μην ενδιαφÝρεται για τßποτε. ΚανÝν αßσθημα δε δεσπüζει στο φθαρμÝνο απü τη τριβÞ, πρüσωπü του, που γßνεται γκρßζο σα τον γýψο των σπιτιþν üπου κατακÜθεται η σκüνη κι η καπνιÜ. ΠραγματικÜ, αδιαφορþντας τη προηγοýμενη, γι' αυτü που θα τον μεθýσει την επüμενη, ο ΠαριζιÜνος ζει σα παιδß, üποια κι αν εßν' η ηλικßα του. ΓκρινιÜζει Þ αδιαφορεß για τα πÜντα, ανÝχεται, ξεχνÜ Þ θÝλει τα πÜντα, τα δοκιμÜζει üλα και τ' αντιμετωπßζει με πÜθος Þ τα παρατÜ δßχως δεýτερη σκÝψη, -τους βασιλιÜδες του, τις κατακτÞσεις, τη δüξα του, τα εßδωλÜ του, χÜλκινα Þ γυÜλινα- üπως πετÜ τις κÜλτσες του, τα καπÝλα και τη περιουσßα του. Στο Παρßσι, κανÝν αßσθημα δεν αντιστÝκεται στον χεßμαρρο των γεγονüτων, η ορμÞ τους παρασýρει τους ανθρþπους σ' Ýναν αγþνα που χαλαρþνει τα πÜθη: ο Ýρωτας εδþ εßναι μονÜχα πüθος και το μßσος ιδιοτροπßα- δεν υπÜρχει αληθινüς συγγενÞς πÝρ' απü το χαρτονüμισμα των χιλßων φρÜγκων, Üλλος φßλος απü τον ενεχυροδανειστÞ. ΑυτÞ η γενικÞ αδιαφορßα Ýχει τους καρποýς της. Και στο σαλüνι και στο δρüμο, κανεßς δε περισσεýει, κανεßς δεν εßν' απüλυτα χρÞσιμος, αλλ' οýτε κι απüλυτα βλαβερüς, -τüσον οι ανüητοι Þ οι απατεþνες, üσο κι οι Ýξυπνοι Þ οι τßμιοι Üνθρωποι. Στο Παρßσι υπÜρχει ανοχÞ για üλα, για τη κυβÝρνηση και τη γκιλοτßνα, για τη θρησκεßα και τη χολÝρα. ΠÜντα θα 'στε ευπρüσδεκτοι εδþ, Üν üμως λεßψετε, κανεßς δε θα σας αναζητÞσει. Εßναι μια χþρα δßχως Þθη, δßχως αρχÝς, δßχως κανÝν αßσθημα κι ωστüσο, απ' αυτÞ ξεκινοýνε και σ' αυτÞ καταλÞγουν üλα τα αισθÞματα, üλες οι αρχÝς κι üλα τα Þθη. Ποιες εßναι λοιπüν οι δυνÜμεις που την εξουσιÜζουν; Το χρυσÜφι κι η ηδονÞ! ΧρησιμοποιÞστε τις δυο αυτÝς λÝξεις για να φωτßσετε το δρüμο σας και διασχßστε το μεγÜλο, γýψινο κλουβß, αυτÞ τη κυψÝλη με τα μαýρα αυλÜκια, ακολουθÞστε τους μαιÜνδρους της σκÝψης που τη κινεß, την αναδεýει, την οργþνει. ΚοιτÜξτε γýρω σας. ΕξετÜστε πρþτα τους ανθρþπους που δεν Ýχουν τßποτα.
     ΚοιτÜξτε τον εργÜτη, τον προλετÜριο, τον Üνθρωπο που δουλεýει με τα πüδια του, τα χÝρια, τη γλþσσα, τη πλÜτη και τα μπρÜτσα του, τα πÝντε δÜχτυλα του για να ζÞσει. Ενþ εßν' ο πρþτος που θα 'πρεπε να κÜνει οικονομßα στις ζωτικÝς του δυνÜμεις, τις σπαταλÜ, ζεýει τη γυναßκα του σε κÜποιο μηχÜνημα, εκμεταλλεýεται το παιδß του καρφþνοντÜς το σε κÜποιο γρανÜζι. Ο κατασκευστÞς, το δευτερεýον κινητÞριο νÞμα ενüς λαοý που με τα βρþμικα χÝρια του πλÜθει κι επιχρυσþνει τις πορσελÜνες, ρÜβει τα κοστοýμια και τα φορÝματα, χτυπÜ το σßδερο, σκαλßζει το ξýλο, δÝνει το ατσÜλι, υφαßνει το λινÜρι, στιλβþνει τους μπροýντζους, στολßζει τα κρýσταλα, κατασκευÜζει ψεýτικα λουλοýδια, πλÝκει το μαλλß, γυμνÜζει τ' Üλογα, κεντÜ τα χαλινÜρια και τα σιρßτια, κüβει το χαλκü, βÜφει τ' αμÜξια, κλαδεýει τις γÝρικες φτελιÝς, περνÜ το μπαμπÜκι στον ατμü, φτιÜχνει τα τοýλια, κüβει το διαμÜντι, γυαλßζει τα μÝταλλα, μεταμορφþνει το μÜρμαρο σε φýλλα, ταγιÜρει τους πολýτιμους λßθους, εξωραÀζει τη σκÝψη, χρωματßζει, ασπρßζει και μαυρßζει τα πÜντα, ε λοιπüν, ο μεσÜζων αυτüς Þρθε να υποσχεθεß σ' Ýνα κüσμο ιδρþτα και θÝλησης, σπουδÞς κι υπομονÞς, πλοýσιο μεροκÜματο, εßτε στ' üνομα των ιδιοτροπιþν της πüλης, εßτε με τη φωνÞ του τÝρατος που ονομÜζεται Κερδοσκοπßα. Τüτε οι τετρÜχειρες αυτοß βÜλθηκαν να ξαγρυπνοýν, να υποφÝρουν, να δουλεýουν, να βλαστημÜνε, να μÝνουν νηστικοß, να περπατοýν. ¼λοι εξουθενþνονται για να κερδßσουνε το χρυσÜφι -τους μαγεýει. Κι ýστερα, αδιαφορþντας για το μÝλλον, γυρεýοντας Üπληστα την ηδονÞ, υπολογßζοντας στη δýναμη των χεριþν τους üπως ο ζωγρÜφος στη παλÝτα του, σκορποýν, κÜθε ΔευτÝρα, μεγιστÜνες της μιας μÝρας, το χρÞμα τους στα καπηλειÜ που ζþνουνε τη πüλη με μια ζþνη βορβüρου, τη ζþνη της πιο ξεδιÜντροπης Αφροδßτης που αδιÜκοπα τη λýνει και τη δÝνει ξανÜ κι üπου χÜνεται, üπως στα χαρτοπαßγνια, η περιουσßα ενüς λαοý, που τüσον αχαλßνωτος εßναι στην ηδονÞ του, üσο πειθαρχημÝνος εßναι στη δουλειÜ του. ΠÝντε μÝρες, λοιπüν, καμιÜν ανÜπαυση για τον εργατικü πληθυσμü! Παραδßνεται σε δραστηριüτητες που τονε κÜνουν να χÜνει την ευκινησßα του να χοντραßνει, ν' αδυνατßζει, να χλομιÜζει, αλλÜ και να ξεσπÜ σε χßλια αναβλýσματα δημιουργικüτητας. ¾στερα, στη προσπÜθεια του να διασκεδÜσει και να χαλαρþσει, καταφεýγει σε μια κουραστικÞν ακολασßα, απ' üπου αναδýεται μελανüς απü τα χτυπÞματα στους καβγÜδες, ωχρüς απü το μεθýσι Þ κßτρινος απü τη βαρυστομαχιÜ και μ' üλο που η διασκÝδαση κι η ξεκοýραση διαρκοýνε μονÜχα δυο μÝρες, κλÝβουνε το αυριανü ψωμß, τη βδομαδιÜτικη σοýπα, τα φορÝματα της γυναßκας, τις πÜνες των παιδιþν που περιφÝρονται ρακÝνδυτα. Οι Üντρες αυτοß, που δßχως αμφιβολßα γεννηθÞκανε για να 'ν' ωραßοι, γιατß κÜθε πλÜσμα Ýχει τη δικÞ του ομορφιÜ, υποτÜχθηκαν απü τα μικρÜτα τους στις διαταγÝς της δýναμης, στη βασιλεßα του σφυριοý, του σκαρπÝλου, του αργαλιοý και δεν αργÞσαν να βουτηχτοýνε στο θειÜφι. ΜÞπως εξ Üλλου ο ¹φαιστος, με την ασχÞμια και τη δýναμÞ του, δεν εßναι το σýμβολο του Üσχημου και δυνατοý αυτοý Ýθνους, που 'ν' υπÝροχο στη μηχανικÞ του επιτηδειüτητα, υπομονετικü üταν θÝλει, τρομερü μια μÝρα τον αιþνα, εýφλεκτο σα το μπαροýτι, ψημÝνο απü το ρακß για ν' ανÜψει τη πυρκαγιÜ της επανÜστασης, αρκετÜ πνευματþδες, τÝλος, þστε να παßρνει φωτιÜ με μια παραπειστικÞ λÝξη που γι' αυτü πÜντα σημαßνει: χρυσÜφι κι ηδονÞ! ΣυμπεριλαμβÜνοντας üλους εκεßνους που απλþνουνε το χÝρι για μιαν ελεημοσýνη, για νüμιμα μεροκÜματα και για τα πÝντε φρÜγκα που δßνονται σ' üλα τα εßδη της παριζιÜνικης πορνεßας, για κÜθε χρÞμα καλÜ Þ κακÜ κερδισμÝνο, ο λαüς αυτüς μετρÜ τρακüσιες χιλιÜδες Üτομα. Δßχως τα καπηλειÜ, δε θ' ανατρεπüτανε κÜθε Τρßτη η κυβÝρνηση; Ευτυχþς τη Τρßτη, ο λαüς εßναι αποχαυνωμÝνος, προσπαθεß να συνÝλθει απü το ξενýχτι, δεν Ýχει πια δεκÜρα και ξαναγυρßζει στη δουλειÜ, στο ξερü ψωμß, ερεθισμÝνος απü μιαν ανÜγκη υλικÞς παραγωγικüτητας που του γßνεται δεýτερη φýση. Ωστüσο, Ýχει φαινüμενα υποδειγματικÞς αρετÞς, Üξιους Üντρες, Üγνωστους ΝαπολÝοντες, που 'ν' αντιπροσωπευτικοß των ικανοτÞτων του üταν ανÜγονται στη πιο ψηλÞ κοινωνικÞ τους δýναμη σ' Ýνα εßδος ýπαρξης που η πνευματικÞ κι η σωματικÞ δραστηριüτητα συνδυÜζονται λιγüτερο για να δþσουνε χαρÜ και περισσüτερο για ν' αμβλýνουνε την επßδραση του πüνου.
     Τυχαßνει Ýνας εργÜτης να 'ν' οικονüμος, προικισμÝνος με την ικανüτητα της σκÝψης. ΚοιτÜζει το μÝλλον, γνωρßζει μια γυναßκα, γßνεται πατÝρας κι Ýπειτα απü μερικÜ χρüνια σκληρþν στερÞσεων, ξεκινÜ μια μικρÞν επιχεßρηση ψιλικþν, νοικιÜζει Ýνα μαγαζß. Αν οýτ' αρρþστια, οýτε κÜποιο βßτσιο, φÝρουν εμπüδια στο δρüμο του, αν ευημερÞσει, ορßστε με λßγα λüγια, η ζωÞ που φυσιολογικÜ, τονε περιμÝνει.
     Πρþτα χαιρετßστε αυτüν τον βασιλιÜ της παρισινÞς κßνησης, που υπÝταξε τον χρüνο και τον χþρο. Ναι χαιρετßστε το πλÜσμα το φτιαγμÝνο απü νßτρο κι αÝριο, που τις νýχτες φροντßζει ανελλιπþς να δþσει παιδιÜ στη Γαλλßα και τη μÝρα κÜνει ü,τι περνÜ απü το χÝρι του για την υπηρεσßα, τη δüξα και την ευχαρßστηση των συμπολιτþν του. Ο Üνθρωπος αυτüς Ýχει να λýσει Ýνα πολýπλευρο πρüβλημα: πρÝπει να φανεß συνεπÞς στις υποχρεþσεις του απÝναντι στην αξιολÜτρευτη γυναßκα του, την οικογÝνειÜ του, τον "Συνταγματικü" (Σημ. Le Constitutionnel: εφημερßδα της τüτε εποχÞς, της φιλελεýθερης αστικÞς τÜξης), το γραφεßο του, την ΕθνοφρουρÜ (Σημ. απü το 1830 κι Ýπειτα, üλοι οι πολßτες Þταν υποχρεωμÝνοι να υπηρετÞσουν Ýνα διÜστημα στην ΕθνοφρουρÜ), την ¼περα και τον Θεü ταυτüχρονα. Με τÝτοιο τρüπον üμως, þστε να μετατρÝψει σε μετρητÜ, τον Συνταγματικü, το γραφεßο, την ¼περα, την ΕθνοφρουρÜ, τη γυναßκα και τον Θεü. ΤÝλος, χαιρετßστε Ýναν Üψογο πολυθεσßτη. Στο πüδι κÜθε πρωÀ απü τις πÝντε, διασχßζει πετþντας σχεδüν την απüσταση που χωρßζει τη κατοικßα του απü την οδü ΜονμÜρτρ. ¼,τι καιρü κι αν κÜνει, με αγÝρα Þ βροχÞ, χιüνι Þ καταιγßδα, θα βρεθεß στον Συνταγματικü και θα περιμÝνει το φορτßο των εφημερßδων, αφοý Ýχει αναλÜβει τη διανομÞ τους. ΠαραλαμβÜνει Üπληστα τη πολιτικÞ αυτÞ τροφÞ, τη παßρνει και φεýγει. Στις εννιÜ, βρßσκεται πßσω στους κüλπους της οικογÝνειÜς του, χαριτολογεß με τη γυναßκα του, της κλÝβει Ýνα φιλß, απολαμβÜνει Ýνα φλιτζÜνι καφÝ Þ μαλþνει τα παιδιÜ του. Στις δÝκα παρÜ τÝταρτο, εμφανßζεται στο δημαρχεßο. Εκεß στημÝνος στο κÜθισμÜ του, σα παπαγÜλος στο ξýλο του, τυλιγμÝνος στη ζεστασιÜ που του προσφÝρει ο ΔÞμος, καταγρÜφει ως τις τÝσσερις, δßχως να τους χαρßσει οýτε δÜκρυ οýτε χαμüγελο, τους θανÜτους και τις γεννÞσεις ενüς ολÜκερου διαμερßσματος. Η ευτυχßα κι η δυστυχßα της γειτονιÜς περνÜ απü τη μýτη της πÝνας του, üπως το πνεýμα του Συνταγματικοý ταξßδευε προηγουμÝνως πÜνω στους þμους του. Τßποτα δε τονε βαραßνει! Προχωρεß πÜντα ßσια μπροστÜ, βρßσκει προκατασκευασμÝνο τον πατριωτισμü του στην εφημερßδα του, δεν αντιμιλÜ σε κανÝνα, φωνÜζει Þ χειροκροτεß μαζß μ' üλους τους Üλλους και ζει σα το χελιδüνι. Μια κι η υπηρεσßα του απÝχει μüλις δυο βÞματα απü την εκκλησßα της ενορßας του, Ýχει τη δυνατüτητα, σε περßπτωση κÜποιας σημαντικÞς τελετÞς, ν' αφÞσει στο πüδι του Ýνα κατþτερο υπÜλληλο και να πÜει να ψÜλει Ýνα ρÝκβιεμ στα λατινικÜ, με τη χορωδßα της εκκλησßας. Και της χορωδßας αυτÞς, ΚυριακÝς και γιορτÝς, αποτελεß το πιο üμορφο στολßδι και φωνÞ πιο επιβλητικÞ δεν υπÜρχει, üταν στραβþνει μ' üλη του τη δýναμη το μεγÜλο του στüμα, βροντοφωνÜζοντας Ýνα χαροýμενον ΑμÞν. Εßναι ψÜλτης. Ελεýθερος στις τÝσσερις απü την επßσησην υπηρεσßα του, εμφανßζεται για να σκορπßσει χαρÜ κι ευθυμßα στους κüλπους του που γνωστοý καταστÞματος στη ΣιτÝ (Σημ. το Ýνα απü τα δυο νησÜκια στο ΣηκουÜνα, στο κÝντρο του Παρισιοý). ΤυχερÞ η γυναßκα του, γιατß δε προλαβαßνει να τη ζηλÝψει. Εßναι Üνθρωπος της δρÜσης μÜλλον, παρÜ των αισθημÜτων. ¸τσι, μüλις φτÜνει, αρχßζει τα πειρÜγματα με τις πωλÞτριες, που με τα ζωηρÜ τους μÜτια προσελκýουν Üφθονους πελÜτες. Θεωρεß απüλαυση να βρßσκεται ανÜμεσα στα στολßδια, τα μαντßλια, τη μουσελßνα που 'χουνε ρÜψει επιδÝξιες εργÜτριες. ¹ ακüμα πιο συχνÜ, πριν το δεßπνο, εξυπηρετεß κÜποιο πελÜτη, αντιγρÜφει μια σελßδα απü το πρωτüκολλο Þ πηγαßνει στον δικαστικü κλητÞρα κÜποιο καθυστερημÝνον Ýγγραφο. ΜÝρα παρÜ μÝρα, στις Ýξι, θα τονε βρεßτε πιστü στο πüστο του. Μüνιμος μπÜσος στις χορωδßες, βρßσκεται στην ¼περα, Ýτοιμος να μεταμορφωθεß σε στρατιþτη, 'Αραβα, φυλακισμÝνο, Üγριο, χωριÜτη, σκια, πüδι καμÞλας, λιοντÜρι, διÜβολο, τζßνι, σκλÜβο, ευνοýχο, μαýρο Þ λευκü, γνωρßζοντας πÜντα πως να μιμεßται τη χαρÜ, τον πüνο, τον οßκτο, την Ýκπληξη, να βγÜζει συμβατικÝς κραυγÝς, να σωπαßνει, να κυνηγÜ, να μÜχεται, να εκπροσωπεß τη Ρþμη Þ την Αßγυπτο, αλλÜ πÜντα, βαθιÜ στη καρδιÜ του, παραμÝνει ψιλικατζÞς. Τα μεσÜνυχτα ξαναγßνεται καλüς σýζυγος, Üντρας, στοργικüς πατÝρας, γλιστρÜ στη συζυγικÞ παστÜδα με τη φαντασßα ξαναμμÝνη ακüμη απü τις πλανεýτρες σιλουÝτες των νυμφþν της ¼περας κι Ýτσι στρÝφει σ' üφελος του συζυγικοý Ýρωτα τις αχρειüτητες του κüσμου και τις μαγευτικÝς φιγοýρες της Ταλιüνι (Σημ. μεγÜλη χορεýτρια της ρομαντικÞς εποχÞς). ΤÝλος, üταν κοιμÜται, ο ýπνος του εßναι γρÞγορος και βιαστικüς, üπως η ζωÞ του. Εßν' η κßνηση μεταμορφωμÝνη σ' Üνθρωπο, η ενσÜρκωση του χþρου, ο πρωτÝας του πολιτισμοý, -τα συνοψßζει üλα: ιστορßα, λογοτεχνßα, πολιτικÞ, κυβÝρνηση, θρησκεßα, στρατιωτικÞ τÝχνη. Εßναι μια ζωντανÞ εγκυκλοπαßδεια, Ýνας τραγελαφικüς Üτλας, που προχωρεß αδιÜκοπα σαν το ßδιο το Παρßσι και ποτÝ δεν αναπαýεται. Σ' αυτüν τα πÜντα εßναι πüδια. ΚαμιÜ φυσιογνωμßα δε μπορεß να παραμεßνει ανüθευτη üταν υποβÜλλεται σε τÝτοιο μüχθο. ºσως, üπως ισχυρßζονται μερικοß εισοδηματßες φιλüσοφοι, ο εργÜτης που πεθαßνει γÝρος στα τριÜντα του, με το στομÜχι κατεστραμμÝνο απü το ρακß, να 'ναι πιο ευτυχισμÝνος απü τον ψιλικατζÞ. Ο Ýνας πεθαßνει μονομιÜς κι ο Üλλος λßγο-λßγο. Απü τις οχτþ δουλειÝς του, απü τους þμους, το λαρýγγι του, τα χÝρια, τη γυναßκα του και το εμπüριü του, κερδßζει σαν απü νοßκια, μερικÜ παιδιÜ, μερικÝς χιλιÜδες φρÜγκα και τη πιο κοπιαστικÞν ευτυχßα που 'χει ποτÝ ευφρÜνει την ανθρþπινη καρδιÜ. Η περιουσßα του και τα παιδιÜ του που συνοψßζουνε τα πÜντα γι' αυτüν, πÝφτουνε θýματα της αμÝσως ανþτερης τÜξης που αφιερþνει τα χρÞματÜ του και τη κüρη του Þ τον γιο του, που τον Ýχει στεßλει να σπουδÜσει και που πιο μορφωμÝνος απü τον πατÝρα του, ρßχνει πιο ψηλÜ τα φιλüδοξα βλÝμματα του. ΣυχνÜ ο Βενιαμßν ενüς μικρÝμπορου εποφθαλμιÜ μια θÝση στο Δημüσιο.
     Η φιλοδοξßα αυτÞ μας οδηγεß στη δεýτερη απü τις παριζιÜνικες σφαßρες. ΕλÜτε, ανεβεßτε Ýναν üροφο και πηγαßνετε στον ημιüροφο Þ κατεβεßτε απü τη σοφßτα στο τÝταρτο, μπεßτε τÝλος, στον κüσμο που 'χει κÜτι: κι εκεß το ßδιο αποτÝλεσμα. Οι χονδρÝμποροι κι οι βοηθοß τους, οι υπÜλληλοι, οι τραπεζιτικοß με τις μικρÝς θÝσεις και τη μεγÜλη τιμιüτητα, οι απατεþνες, τα τσιρÜκια, οι προúστÜμενοι κι οι κλητÞρες, οι υπÜλληλοι των δικαστικþν κλητÞρων, των δικηγüρων, των συμβολαιογρÜφων, τα ενεργÜ, σκεπτüμενα, κερδοσκοποýντα μÝλη της μικροαστικÞς τÜξης, τÝλος, που χειρßζεται τα συμφÝροντα του Παρισιοý και φροντßζει για τον ανεφοδιασμü του, καπαρþνει τα τρüφιμα, συσσωρεýει τα προúüντα που κατασκευÜζουν οι προλετÜριοι, αποθηκεýει τα φροýτα του Νüτου, τα ψÜρια του ωκεανοý, τα κρασιÜ απ' üλες τις ηλιüλουστες πλαγιÝς, που απλþνει τα χÝρια στην ΑνατολÞ, αγορÜζει τις εσÜρπες που περιφρονοýν οι Τοýρκοι κι οι Ρþσοι, φτÜνει ως τις Ινδßες, περιμÝνει υπομονετικÜ τη κατÜλληλη στιγμÞ για να πουλÞσει, κυνηγÜ το κÝρδος, προεξοφλεß επιταγÝς, εισπρÜττει üλες τις αξßες, πακετÜρει το Παρßσι ολÜκερο, φροντßζει για τα μεταφορικÜ του μÝσα, ικανοποιεß τις φαντασιþσεις των παιδιþν, επωφελεßται απü τις ιδιοτροπßες και τις διαστροφÝς των μεσüκοπων, εκμεταλλεýεται τις αρρþστιες. Ε λοιπüν üλοι αυτοß, δßχως να μεθοýνε σα τον εργÜτη, οýτε να κυλιοýνται στον βüρβορο των καπηλειþν, εξαντλοýν τις δυνÜμεις τους, εξουθενþνουνε το κορμß και τη ψυχÞ τους, το Ýνα με τ' Üλλο, οι επιθυμßες τους εξοντþνουν, ο αχαλßνωτος αγþνας τους καταστρÝφει. Σ' αυτοýς, η σωματικÞ εξÜρθρωση γßνεται κÜτω απü το μαστßγιο των συμφερüντων, κÜτω απü τη μÜστιγα των φιλοδοξιþν που τυραννοýνε τις ανþτερες τÜξεις της τερατþδους πüλης, üπως στο προλεταριÜτο η εξÜρθρωση Ýγινε κÜτω απü τον ανελÝητο ζυγü της υλικÞς παραγωγÞς που απαιτεß αδιÜκοπα ο δεσποτισμüς της αριστοκρατßας. Κι εκεß λοιπüν, για να υπακοýσουν στον παγκüσμιον αφÝντη, στην ηδονÞ Þ στο χρυσÜφι, πρÝπει να καταβροχθßζουν τον χρüνο, να τονε συμπιÝζουν, να βρßσκουνε στη μÝρα και τη νýχτα περισσüτερες απü εßκοσι τÝσσερις þρες, να εκνευρßζονται, να σκοτþνονται, να πουλÜνε τριÜντα χρüνια γηρατειþν για δυο χρüνια αρρωστημÝνης ανÜπαυσης. Μüνον ü εργÜτης πεθαßνει στο νοσοκομεßο, üταν το μαρÜζωμÜ του φτÜσει στο τελευταßο του στÜδιο, ενþ ο μικροαστüς επιμÝνει να ζει -και ζει, αλλ' αποβλακωμÝνος: θα τονε δεßτε με πρüσωπο φθαρμÝνο, ανÝκφραστο, γερασμÝνο, δßχως λÜμψη στα μÜτια, δßχως ζωηρÜδα στο περπÜτημα, να σÝρνεται μ' ηλßθιον ýφος στο βουλεβÜρτο, τη ζþνη της δικÞς του Αφροδßτης, της αγαπημÝνης του πüλης. Τι Þθελε ο αστüς; -το σπαθÜκι του εθνοφρουροý, Ýν' ανεξÜντλητο τσουκÜλι, μιαν αξιοπρεπÞ θÝση στο Πιερ ΛασÝζ (Σημ. το μεγÜλο νεκροταφεßο του Παρισιοý) και για τα γηρατειÜ του, λßγο χρυσÜφι νüμιμα κερδισμÝνο. ¼,τι εßν' η ΔευτÝρα για τον εργÜτη, εßναι για κεßνον η ΚυριακÞ. ΑνÜπαυση σημαßνει βüλτα με νοικιασμÝνο αμÜξι, εκδρομÞ στην εξοχÞ, που η γυναßκα και τα παιδιÜ του θα καταβροχθßσουνε χαροýμενα τη σκüνη Þ θα ψηθοýνε στον Þλιο. Το καπηλειü του εßναι το εστιατüριο με το ξακουστü φαγητü, ακüμα κι αν εßναι δηλητηριασμÝνο Þ κÜποιος οικογενειακüς χορüς που ασφυκτιÜ κανεßς ως τα μεσÜνυχτα. Μερικοß ανüητοι ξαφνιÜζονται απü τη σπασμωδικÞ κινητικüτητα ορισμÝνων μορßων που βλÝπουμε με το μικροσκüπιο σε μια σταγüνα νερü, αλλÜ τι Ýλεγε ο Γαργαντοýας του Ραμπελαß, παραγνωρισμÝνη φιγοýρα υπÝροχης τüλμης -τι θα 'λεγε ο γßγαντας αυτüς, που Ýπεσε απü τις ουρÜνιες σφαßρες, αν αποφÜσιζε να ψυχαγωγηθεß παρακολουθþντας τις δραστηριüτητες της δεýτερης αυτÞς σφαßρας της παριζιÜνικης κοινωνßας; Ορßστε παρÜδειγμα: ¸χετε δει κεßνες τις μικρÝς παρÜγκες που κÜνει κρýο ακüμη και το καλοκαßρι, που δε τις ζεσταßνει παρÜ Ýνα μικρü μαγκÜλι τον χειμþνα και βρßσκονται κÜτω απü τον μεγÜλο μπροýντζινο θüλο που στεγÜζει τη σιταγορÜ; Η κυρßα βρßσκεται κει απü τα χαρÜματα, εßναι πωλÞτρια και κερδßζει απü τη δουλειÜ της δþδεκα χιλιÜδες φρÜγκα τον χρüνο, απ' ü,τι λÝνε. Ο κýριος, üταν η κυρßα σηκþνεται, περνÜ σ' Ýνα σκοτεινü γραφεßο που δανεßζει τοκογλυφικÜ στους εμπüρους της γειτονιÜς του. Στις εννιÜ, βρßσκεται στην υπηρεσßα διαβατηρßων που εßναι υποτμηματÜρχης. Το βρÜδυ, βρßσκεται στο ταμεßο του θεÜτρου ΙταλιÝν Þ üποιου Üλλου θεÜτρου θÝλετε να διαλÝξετε. Τα παιδιÜ τα μεγαλþνει μια τροφüς και γυρßζουνε πßσω για να πÜνε στο κολÝγιο Þ σε κÜποιο οικοτροφεßο. Ο κýριος κι η κυρßα μÝνουνε σ' Ýνα τρßτον üροφο, δεν Ýχουνε παρÜ μια μαγεßρισσα, παραθÝτουνε δεξιþσεις σ' Ýνα σαλüνι τÝσσερα επß τρßα, φωτισμÝνο με κρεμαστÝς λÜμπες, αλλÜ δßνουν εκατüν πενÞντα χιλιÜδες φρÜγκα προßκα στη κüρη τους, ξεκουρÜζονται στα πενÞντα τους χρüνια κι αρχßζουνε τüτε να κÜνουν εμφανßσεις στα θεωρεßα του τρßτου ορüφου της ¼περας, με νοικιασμÝνον αμÜξι στον ιππüδρομο Þ με ξεθωριασμÝνη τουαλÝτα τις ηλιüλουστες μÝρες, στα βουλεβÜρτα, το στüχο üλων τους των μüχθων. Τους εκτιμοýνε στη γειτονιÜ, τους αγαποýνε στη κυβÝρνηση, Ýχουνε συγγενÝψει με τους μεγαλοαστοýς, ο κýριος παρασημοφορεßται στα εξÞντα πÝντε του με τον Σταυρü της Λεγεþνας της ΤιμÞς κι ο πατÝρας του γαμπροý, δÞμαρχος κÜποιου διαμερßσματος, τονε καλεß στις δεξιþσεις του. Οι μüχθοι μιας ολÜκερης ζωÞς οφελοýνε λοιπüν τα παιδιÜ, που η μικροαστικÞ αυτÞ τÜξη τεßνει αναπüφευκτα να τα προωθÞσει στη μεγαλοαστικÞ. Κι Ýτσι, η κÜθε σφαßρα ρßχνει τον γüνο της στην αμÝσως επüμενη. Ο γιος του πλοýσιου παντοπþλη γßνεται συμβολαιογρÜφος, του ξυλÝμπορου δικαστικüς. Οýτ' Ýνα γρανÜζι δε ξεφεýγει απü τη θÝση του, üλα ενισχýουνε την ανοδικÞ πορεßα του χρÞματος. Κι Ýτσι φτÜνουμε στον τρßτο κýκλο της κüλασης αυτÞς που ßσως κÜποια μÝρα βρεß τον ΔΑΝΤΗ της. Εßναι ο τρßτος κýκλος της κοινωνßας, κÜτι σα κοιλιÜ του Παρισιοý, που τα συμφÝροντα της πüλης χωνεýονται και συμπυκνþνονται με τη μορφÞ που λÝγεται υποθÝσεις - που κινεßται κι αναδεýεται, με μιαν οδυνηρÞ και φαρμακερÞ εσωτερικÞ κßνηση, Ýνα πλÞθος δικηγüρων και γιατρþν, συμβολαιογρÜφων, επιχειρηματιþν, τραπεζιτþν και κερδοσκüπων χονδρεμπüρων Þ δικαστþν κι εδþ οι αιτßες για τη σωματικÞ κι ηθικÞ καταστροφÞ εßναι περισσüτερες απ' οπουδÞποτε αλλοý.
     Αυτοß οι Üνθρωποι ζοýνε σχεδüν üλοι σε βρωμερÜ γραφεßα, σε μολυσμÝνες αßθουσες ακροÜσεων, σε μικρÜ σιδερüφραχτα κουβοýκλια, περνÜνε τη μÝρα τους σκυμμÝνοι κÜτω απü το βÜρος των υποθÝσεων, ξυπνÜν απü τα χαρÜματα για να προλÜβουνε, για να μην εξαπατηθοýνε, για να κερδßσουνε τα πÜντα Þ για να μη χÜσουνε τßποτε, για ν' αρπÜξουν Ýναν Üνθρωπο Þ τα λεφτÜ του, για να ξεκινÞσουν Þ να κλεßσουν μιαν υπüθεση, για να εκμεταλλευτοýν μια φευγαλÝα περßσταση, για να στεßλουν Ýναν Üνθρωπο στη κρεμÜλα Þ να τον αθωþσουν. ΞεσπÜνε πÜνω στ' ÜλογÜ τους, τα σκÜνε, τα κουρÜζουνε, τα κÜνουν να γερνÜνε κι αυτÜ πριν απü την þρα τους. Ο χρüνος εßν' ο τýραννüς τους, τους λεßπει, τους ξεφεýγει, δε μποροýν οýτε να τον παρατεßνουν, οýτε να τονε συντομεýσουν. Ποια ψυχÞ μπορεß να μεßνει μεγÜλη, αγνÞ, ηθικÞ, γενναιüδωρη και κατÜ συνÝπεια, ποιος μπορεß να μεßνει üμορφος στην εξαντλητικÞν Üσκηση ενüς επαγγÝλματος που τον αναγκÜζει να υφßσταται το βÜρος των δημοσßων αθλιοτÞτων, να τις αναλýει, να τις ζυγιÜζει, να τις εκτιμÜ και να τις εκμεταλλεýεται; Οι Üνθρωπο αυτοß καταθÝτουνε τη καρδιÜ τους, που;... δε ξÝρω, αλλÜ αν Ýχουνε καρδιÜ, κÜπου την αφÞνουνε πριν κατÝβουνε κÜθε πρωß στην Üβυσσο των βασÜνων που κατατρýχουνε τις οικογÝνειες. Γι' αυτοýς δεν υπÜρχουν μυστÞρια, βλÝπουν απü μÝσα τη κοινωνßα κι εξομολογητÝς της καθþς εßναι, τηνε περιφρονοýν. ¹ ü.τι κι αν κÜνουν απü τη συνεχÞν επαφÞ με τη διαφθορÜ, τη βλÝπουν με φρßκη και λυποýνται. ¹ απü κοýραση, σε μυστικÞ συμφωνßα, τηνε παντρεýονται κι αναγκαστικÜ, τÝλος, αντιμετωπßζουν με κυνισμü üλα τα αισθÞματα, αφοý οι νüμοι, οι Üνθρωποι, οι θεσμοß, τους αναγκÜζουν να πετÜνε σαν αρπακτικÜ üρνια πÜνω απü τα ζεστÜ ακüμη πτþματα. ΟποιαδÞποτε στιγμÞ ο Üνθρωπος των χρημÜτων ζυγßζει τους ζωντανοýς, ο Üνθρωπος των συμβολαßων ζυγßζει τους νεκροýς, ο Üνθρωπος του νüμου ζυγßζει τη συνεßδηση. ΥποχρεωμÝνοι να μιλÜν αδιÜκοπα, αντικαθιστοýνε τη σκÝψη με τον λüγο, το αßσθημα με τη φρÜση κι η ψυχÞ τους λειτουργεß απλþς σα λÜρυγγας. Φθεßρονται κι αποθαρρýνονται. ΜÞτε ο μεγαλÝμπορος, μÞτε ο δικαστÞς Þ ο δικηγüρος, μποροýν να διατηρÞσουνε την ακεραιüτητÜ τους -δεν αισθÜνονται πια, απλþς εφαρμüζουνε κανüνες. ΠαρασυρμÝνοι απü την ορμητικÞ αυτÞν ýπαρξη, δεν εßναι μÞτε σýζυγοι, μÞτε πατÝρες, μÞτ' εραστÝς. ΓλιστρÜνε σα μες σ' Ýν' Ýλκηθρο πÜνω στα πρÜγματα της ζωÞς και ζοýνε συνÝχεια κυνηγημÝνοι απü τις υποθÝσεις της μεγÜλης πüλης. Μüλις γýρισουνε σπßτι, εßν' υποχρεωμÝνοι να ξαναφýγουν αμÝσως για το χορü, για την ¼περα, για τις δεξιþσεις üπου πηγαßνουνε για να κÜνουνε πελÜτες, γνωριμßες, προστÜτες. ¼λοι τρων υπÝρμετρα, παßζουνε, ξενυχτÜνε κι οι σιλουÝτες τους στρογγυλεýουνε, πλαδαρεýουνε, κοκκινßζουνε. Στις τρομερÝς σπατÜλες των πνευματικþν τους δυνÜμεων, στους οδυνηροýς ηθικοýς σπασμοýς τους, αντιτÜσσουν üχι την ηδονÞ, που 'ν' εντελþς Üγευστη κι Üοσμη και δε προσφÝρει καμιÜν αντßθεση, αλλÜ τη κραιπÜλη, τη κρυφÞ τρομαχτικÞ κραιπÜλη, γιατß Ýχουνε τα πÜντα στη διÜθεσÞ τους και δßνουνε το ηθικü παρÜδειγμα στη κοινωνßα. Η αληθινÞ τους βλακεßα κρýβεται πßσω απü την εξειδßκευση. ΞÝρουνε το επÜγγελμÜ τους, αλλ' αγνοοýν οτιδÞποτε δεν Ýχει σχÝση μ' αυτü. Τüτε για να διασþσουνε το φιλüτιμü τους, τ' αμφισβητοýν üλα, κριτικÜρουνε χωρßς διÜκριση, φαßνονται ν' αμφιβÜλλουν, ενþ στη πραγματικüτητα τα χÜφτουν üλα και χÜνονται σ' ατÝλειωτες συζητÞσεις. Σχεδüν üλοι υιοθετοýνε τις βολικÝς κοινωνικÝς, λογοτεχνικÝς Þ πολιτικÝς προκαταλÞψεις, þστε να μην αναγκÜζονται να διαμορφþνουνε γνþμη, ακριβþς üπως προστατεýουνε τις συνειδÞσεις τους με τον αστικü κþδικα Þ το Εμπορικü ΔικαστÞριο. ¸χοντας ξεκινÞσει απü νωρßς για να φτÜσουνε σε ψηλÜ αξιþματα, βουλιÜζουνε στη μετριüτητα και για ν' ανÝβουνε στη κορυφÞ, σÝρνονται με τη κοιλιÜ. Γι' αυτü οι μορφÝς τους προσφÝρουν εκεßνη τη ξινÞ χλωμÜδα, τα ψεýτικα χρþματα, τα θολÜ μÜτια με τους μαýρους κýκλους, τα φλýαρα κι αισθησιακÜ στüματα üπου ο παρατηρητÞς αναγνωρßζει τα συμπτþματα του εκφυλισμοý της σκÝψης, μιας σκÝψης παγιδευμÝνης στα στενÜ πλαßσια της εξειδßκευσης που σκοτþνει τις δημιουργικÝς δυνÜμεις του εγκεφÜλου, το χÜρισμα να βλÝπει κανεßς Ýνα θÝμα σφαιρικÜ, να γενικεýει και να εξÜγει συμπερÜσματα. Σχεδüν üλοι συρρικνþνονται μες στο καμßνι των υποθÝσεων. ¸τσι ο Üνθρωπος που Üφησε τον εαυτü του να εμπλακεß στα γρανÜζια των πελþριων μηχανþν, δε μπορεß ποτÝ να γßνει μεγÜλος. Αν εßναι γιατρüς Þ πολý λßγο Üσκησε την ιατρικÞ Þ αποτελεß εξαßρεση, σα τον ΜπισÜ (Σημ. Ο γιατρüς Bichat πÝθανε το 1802, σ' ηλικßα 31 ετþν απü εξÜντληση), που πÝθανε νÝος. αν εßναι μεγαλοεπιχειρηματßας και παραμÝνει σπουδαßος, εßναι σχεδüν Ýνας Ζακ Κερ (Σημ. Jaques Coer (1395-1456) πλοýσιος Ýμπορος και διπλωμÜτης στην υπηρεσßα του Καρüλου Ζ'). 'Ασκησε ποτÝ το επÜγγελμÜ του ο ΡοβεσπιÝρος; Ο Δαντüν δεν Þτανε παρÜ Ýνας τεμπÝλης που περßμενε τη κατÜλληλην ευκαιρßα; ΑλλÜ στο κÜτω-κÜτω, ποιος ζÞλεψε ποτÝ τις μορφÝς του Δαντüν και του ΡοβεσπιÝρου, üσο υπÝροχες κι αν Þταν; Αυτοß οι κατεξοχÞ πολυÜσχολοι τραβοýνε πÜνω τους το χρÞμα και το σωρεýουνε για να συγγενÝψουν με τις αριστοκρατικÝς οικογÝνειες. Αν η φιλοδοξßα του εργÜτη εßν' ßδια με του μικροαστοý, ßδια εßναι και τα πÜθη του. Στο Παρßσι η ματαιοδοξßα συνοψßζει üλα τα πÜθη. Ο χαρακτηριστικüς τýπος της τÜξης αυτÞς θα 'ταν ο φιλüδοξος αστüς  που, ýστερα απü μια ζωÞ Üγχους και συνεχþν ελιγμþν, περνÜ στο Κρατικü Συμβοýλιο, üπως Ýνα μυρμÞγκι περνÜ απü μια χαραμÜδα Þ κÜποιος συντÜκτης εφημερßδας, πωρωμÝνος απü τις ßντριγκες, που ο βασιλιÜς τον Ýκανε ομüτιμο της Γαλλßας, ßσως για να εκδικηθεß την αριστοκρατßα -Þ κÜποιος συμβολαιογρÜφος που 'γινε δÞμαρχος του διαμερßσματüς του- Üνθρωπο üλοι τους που αναλþνονται στις δουλειÝς τους και που αν φτÜσουνε στο σκοπü τους, φτÜνουνε σκοτωμÝνοι. Στη Γαλλßα συνηθßζεται να δßνουνε τις μεγÜλες θÝσεις στους ηλικιωμÝνους. Ο ΝαπολÝων, ο Λουδοβßκος ΙΔ', οι μεγÜλοι βασιλεßς μüνο, θÝλανε πÜντα νÝους ανθρþπους για να ολοκληρþσουνε τα σχÝδιÜ τους.
     ΠÜνω απ' αυτÞ τη σφαßρα, ζει ο καλλιτεχνικüς κüσμος. Κι εκεß üμως τα πρüσωπα, σημαδεμÝνα με τη σφραγßδα της πρωτοτυπßας, εßν' ευγενικÜ σπασμÝνα, αλλÜ πÜντως σπασμÝνα, κουρασμÝνα, βασανισμÝνα. ΚαταπονημÝνοι απü την ανÜγκη να παρÜγουνε, πιεσμÝνοι απü τις πολυÝξοδες ιδιοτροπßες τους, εξουθενωμÝνοι απü τη μεγαλοφυÀα που τους κατατρþγει, πεινασμÝνοι για ηδονÞ, οι καλλιτÝχνες του Παρισιοý θÝλουν üλοι να συμπληρþσουν με την υπερβολικÞ δουλειÜ, τα κενÜ π' Üφησεν η οκνηρßα και γυρεýουν μÜταια να συμφιλιþσουνε τον κüσμο και τη δüξα, το χρÞμα και τη τÝχνη. Στο ξεκßνημÜ του, ο καλλιτÝχνης βρßσκετ' αδιÜκοπα κÜτω απü τη πßεση του πιστωτÞ, οι ανÜγκες του γεννÜνε χρÝη και τα χρÝη απαιτοýνε τις νýχτες του. ΜετÜ τη δουλειÜ η απüλαυση. Ο ηθοποιüς παßζει ως τα μεσÜνυχτα, μελετÜ το πρωß, κÜνει πρüβες ως το μεσημÝρι. Ο γλýπτης λυγßζει κÜτω απü τ' ÜγαλμÜ του, ο δημοσιογρÜφος εßναι μια σκÝψη που προχωρÜ üπως ο στρατιþτης στον πüλεμο, ο ζωγρÜφος της μüδας εßναι φορτωμÝνος με παραγγελßες, ο ζωγρÜφος δßχως πελατεßα υποφÝρει σαν νιþθει πως εßναι μεγαλοφυÀα. Ο ανταγωνισμüς, οι αντιζηλßες, οι συκοφαντßες δολοφονοýνε τα ταλÝντα τοýτα. Οι μεν, απελπισμÝνοι, κυλÜνε στα βÜραθρα της αμαρτßας, οι δε, πεθαßνουν νÝοι κι Üγνωστοι, επειδÞ προεξüφλησαν απü πολý νωρßς το μÝλλον τους. Λßγες απü τις μορφÝς αυτÝς, πρüωρα υπÝροχες, μÝνουν ωραßες. ΕξÜλλου η απαστρÜπτουσα ομορφιÜ των κεφαλιþν τους μÝνει παραγνωρισμÝνη. Το πρüσωπο του καλλιτÝχνη εßναι πÜντα εξωφρενικü, βρßσκεται πÜντα πÜνω Þ κÜτω απü τα συμβατικÜ μÝτρα της ιδεþδους, κατÜ τους ηλßθιους, ομορφιÜς. Ποια δýναμη τις καταστρÝφει; Το πÜθος! ¼λα τα πÜθη στο Παρßσι αναλýονται με δυο λÝξεις: χρυσÜφι κι ηδονÞ.
     Δεν ανασαßνετε πιο εýκολα τþρα; Δε νιþθετε να εξαγνßζεται η ατμüσφαιρα, ο χþρος; Εδþ, μÞτε δουλειÝς μÞτε βÜσανα. Η περιδινοýμενη σπεßρα του χρυσοý Ýχει φτÜσει στα ýψη. Απü τα βÜθη των υπογεßων, απ' üπου αρχßζει να ξεχýνεται, απü τα βÜθη των μαγαζιþν, üπου το συγκρατοýν αδýναμα φρÜγματα, απü τους κüλπους των πρακτορεßων και των μεγÜλων εργαστηρßων, üπου μετατρÝπεται σε ρÜβδους, το χρυσÜφι, με τη μορφÞ προικþν Þ κληρονομιþν στα χÝρια των νÝων κοριτσιþν Þ στα κοκαλιÜρικα δÜχτυλα των γÝρων, αναβλýζει προς την αριστοκρατßα, üπου θα λÜμψει, θ' απλωθεß, θα κυλÞσει. Μα πριν αφÞσουμε τους τÝσσερις χþρους που στηρßζεται η ψηλÞ παρισινÞ ιδιοκτησßα, δε πρÝπει, αφοý ασχοληθÞκαμε με τις ηθικÝς αιτßες, να ερευνÞσουμε και τις υλικÝς και να επιστÞσουμε τη προσοχÞ σ' Ýνα λοιμü, κατÜ κÜποιο τρüπο, λανθÜνοντα, που σταθερÜ κι επßμονα σημαδεýει τα πρüσωπα, του θυρωροý, του μαγαζÜτορα Þ του εργÜτη; Να σημειþσουμε μια καταστροφικÞν επßδραση που οδηγεß σε διαφθορÜ üμοια με κεßνη των διοικητικþν υπαλλÞλων του Παρισιοý που την ανÝχονται; Αν η ατμüσφαιρα των σπιτιþν που ζουν οι πιο πολλοß αστοß εßναι μολυσμÝνη, αν η ατμüσφαιρα των δρüμων φτýνει φριχτÜ μιÜσματα στις αποθÞκες με το ελÜχιστον οξυγüνο, μÜθετε πως και τα σαρÜντα χιλιÜδες σπßτια της μεγÜλης πüλης Ýχουνε τα θεμÝλια τους μες σ' ακαθαρσßες που η εξουσßα δεν Ýχει ακüμα σκεφτεß σοβαρÜ να μονþσει με τσιμεντÝνιους τοßχους, ικανοýς να εμποδßσουνε τον πιο δýσοσμο βüρβορο να διεισδýσει στο Ýδαφος, να δηλητηριÜσει τα πηγÜδια και να συνεχßσει να δικαιþνει υπογεßως το περßφημο üνομÜ της ΛουτÝς (Σημ. Lutetia εßναι το λατινικü -πρþτο- üνομα του Παρισιοý, προÝρχεται απ' το κÝλτικο louk-teih και σημαßνει "τüπος των βÜλτων"). Το μισü Παρßσι κοιμÜται στις δυσþδεις αναθυμιÜσεις των αυλþν, των δρüμων και των αποπÜτων.
     Ας ρßξουμε τþρα üμως μια ματιÜ στα μεγÜλα ευÜερα κι επιχρυσωμÝνα σαλüνια, τα μÝγαρα με τους κÞπους, τον πλοýσιο, αργüσχολο, ευτυχισμÝνο κüσμο των εισοδηματιþν. Οι μορφÝς εκεß εßν' αρρωστιÜρικες και βασανισμÝνες απü τη ματαιοδοξßα. Δεν υπÜρχει τßποτε το πραγματικü. Το να γυρεýει κανεßς την ηδονÞ δεν οδηγεß στην ανßα; Οι Üνθρωποι του κüσμου εξÜντλησαν απü νωρßς τις ηθικÝς τους δυνÜμεις. ΕπειδÞ η μοναδικÞ τους Ýγνοια εßν' η αναζÞτηση της διασκÝδασης, κÜνανε γρÞγορα κατÜχρηση των αισθÞσεþν τους, üπως ο εργÜτης κÜνει κατÜχρηση του πιοτοý. Η ηδονÞ μοιÜζει με ορισμÝνες ιατρικÝς ουσßες: για να πετυχαßνεις συνÝχεια τα ßδια αποτελÝσματα πρÝπει να διπλασιÜζεις τις δüσεις και στη τελευταßα περιÝχονται ο θÜνατος Þ η αποκτÞνωση. ¼λες οι κατþτερες τÜξεις υποκλßνονται μπροστÜ στους πλοýσιους και παραμονεýουν να μÜθουνε τα γοýστα τους, þστε να τα μετατρÝψουνε σε διαστροφÝς και να τα εκμεταλλευτοýν. Πως ν' αντισταθεß κανεßς στους δελεαστικοýς πειρασμοýς που κατασκευÜζονται σε τοýτη τη χþρα; ¸τσι το Παρßσι Ýχει τους θεριακλÞδες του -τζüγος, γαστρολατρεßα Þ εταßρες, εßναι τ' üπιü τους. ¸τσι απü νωρßς στους ανθρþπους αυτοýς βλÝπει κανεßς προτιμÞσεις κι üχι πÜθη, ρομαντικÝς φαντασιþσεις και χλιαροýς Ýρωτες. Εκεß βασιλεýει η ανικανüτητα, εκεß δεν υπÜρχουνε πια ιδÝες, γιατß, üπως και το ηθικü σφρßγος, Ýχουν μετατραπεß σ' ακκισμοýς του μπουντουÜρ και γυναικεßα καμþματα. ΥπÜρχουν Üγουροι νεαροß που μοιÜζουνε σαραντÜρηδες, δεκαεξÜρηδες γερο-σοφοß. Οι πλοýσιοι συναντÜνε στο Παρßσι, το πνεýμα ετοιμοπαρÜδοτο, την επιστÞμη μασημÝνη, γνþμες Þδη διατυπωμÝνες, που τους γλιτþνουν απü την υποχρεþση να 'ναι πνευματþδεις, να γνωρßζουν οτιδÞποτε Þ να 'χουνε γνþμη. Στον κüσμο αυτüν, ο παραλογισμüς εßν' ßσος με την αδυναμßα και την ελευθεριüτητα. Οι Üνθρωποι χÜνουνε τüσο πολý τον χρüνο τους, που τονε τσιγκουνεýονται. Κι üπως τους λεßπει το χÜρισμα της σκÝψης, Ýτσι τους λεßπει και κεßνο των αισθημÜτων. Οι περιπτýξεις καλýπτουν βαθιÜν αδιαφορßα κι η ευγÝνεια, αδιÜλειπτη περιφρüνηση. Εδþ κανεßς δεν αγαπÜ τον Üλλο. ΛÝξεις δßχως βÜθος, πολλÝς αδιακρισßες, κουτσομπολιÜ, πÜν' απ' üλα, κοινοτοπßες -εßναι το βÜθος της γλþσσας τους. Ωστüσο οι δýστυχοι Ευτυχεßς ισχυρßζονται πως δε συγκεντρþνονται για να ποýνε και να επινοÞσουν αποφθÝγματα στο ýφος του Λα Ροσφουκþ (Σημ. La Rochefoucauld (1613-1680) ΓÜλλος συγγραφÝας, γνωστüς για τα "ΓνωμικÜ" του). Λες και δεν υπÜρχει μÝση οδüς -την ανακÜλυψεν ο δÝκατος üγδοος αιþνας- ανÜμεσα στην υπερβολÞ και το απüλυτο κενü. Κι üταν Üνθρωποι με κýρος κÜνουν Ýνα λεπτü και διακριτικüν αστεßο, δε γßνονται κατανοητοß, Ýχοντας κουραστεß να δßνουνε δßχως να παßρνουν μÝνουνε στο σπßτι τους κι αφÞνουνε τους ανüητους να βασιλεýουνε στα εδÜφη τους. ΑυτÞ η κενÞ ζωÞ, η συνεχÞς προσμονÞ μιας ευχαρßστησης που δεν Ýρχεται ποτÝ, η μüνιμη ανßα, η μηδαμινüτητα του πνεýματος, της καρδιÜς και του νου, η κοýραση του μεγÜλου παριζιÜνικου ξεφαντþματος, καθρεφτßζονται στα χαρακτηριστικÜ και κατασκευÜζουνε χαρτονÝνια πρüσωπα, πρüωρες ρυτßδες -τη φυσιογνωμßα των πλουσßων που μορφÜζει η αδυναμßα, που ανακλÜται το χρυσÜφι κι απ' üπου Ýχει σβÞσει η εξυπνÜδα.
     Η üψη του ηθικοý Παρισιοý αποδεικνýει πως το υλικü Παρßσι δε θα μποροýσε να 'ναι διαφορετικü απ' αυτü που 'ναι. Η εστεμμÝνη πüλη εßναι μια βασßλισσα που, πÜντα Ýγκυος, Ýχει ακατανßκητα Ýντονες επιθυμßες. Το Παρßσι εßναι η κεφαλÞ της υδρογεßου, μια μεγαλοφυÀα στην εμπροσθοφυλακÞ του ανθρþπινου πολιτισμοý, Ýνας μεγÜλος Üντρας, Ýνας αδιÜκοπα δημιουργικüς καλλιτÝχνης, Ýνας πολιτικüς με μαντικÝς ικανüτητες που παρουσιÜζει αναγκαστικÜ τις ρυτßδες της μεγαλοφυÀας στον εγκÝφαλο, τα βßτσια που συναντÜ κανεßς στους μεγÜλους Üντρες, τις φαντασιþσεις του καλλιτÝχνη και την απογοÞτευση του πολιτικοý. Στη φυσιογνωμßα του διαβÜζει κανεßς τη βλÜστηση του καλοý και του κακοý, του αγþνα και της νßκης, την ηθικÞ μÜχη του 1789, που οι σÜλπιγγες της αντηχοýν ακüμη σ' üλες τις γωνιÝς του κüσμου κι επßσης τη κατÜπτωση του 1814 (Σημ. Πτþση του ΝαπολÝοντα). ΑυτÞ η πüλη δε μπορεß να 'ναι πιο ηθικÞ, οýτε πιο εγκÜρδια, οýτε πιο καθαρÞ απ' ü,τι εßναι ο κινητÞριος λÝβητας των θαυμÜσιων εκεßνων ατμοπλοßων, που τα θαυμÜζετε üταν σκßζουνε τα κýματα! Κι εξÜλλου, δεν εßναι το Παρßσι Ýν' υπÝροχο σκÜφος προικισμÝνο με νοημοσýνη; Ναι, ο θυρεüς του εßναι χρησμüς, απü κεßνους που επιτρÝπει καμιÜ φορÜ στον εαυτü της η μοßρα. To μεγÜλο κατÜρτι ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ ΤΟΥ ΠΑΡΙΣΙΟΥ εßναι μπροýτζινο, μ' ανÜγλυφες νßκες κι Ýχει για σκοπιÜ τον ΝαπολÝοντα. ΑυτÞ η ναυς Ýχει τα σκαμπανεβÜσματÜ της, αλλÜ διασχßζει τον κüσμο, ρßχνει τις ομοβροντßες της, οργþνει τις επιστημονικÝς θÜλασσες, πλÝει μ' üλα τα πανιÜ της ανοιχτÜ, φωνÜζει ψηλÜ απü τις γÜμπιες της με τη φωνÞ των σοφþν και των καλλιτεχνþν της: "Εμπρüς μαρς! ΑκολουθÞστε με!" ¸χει πολυÜριθμο πλÞρωμα που αρÝσκεται να τη στολßζει συνεχþς με καινοýργιες σημαιοýλες. ΒλÝπει κανεßς μοýτσους και χαμßνια που γελÜνε στα ξÜρτια της, αστοýς που παßζουνε το ρüλο του Ýρματος, εργÜτες και ναýτες βουτηγμÝνους στη πßσσα, στις καμπßνες της ευτυχισμÝνους επιβÜτες, κομψοýς Δüκιμους που καπνßζουνε τα ποýρα τους σκυμμÝνοι στη κουπαστÞ, παρÜλληλα στο καμποýνι, οι στρατιþτες της, εμπνευσμÝνοι απü τις νÝες ιδÝες Þ απλþς τη φιλοδοξßα, δÝνουνε σ' üλες τις ακτÝς για να σκορπßσουνε τις ζωηρÝς λÜμψεις του πολιτισμοý, γυρεýοντας μια δüξα που 'ν' απüλαυση, Þ Ýρωτες που απαιτοýνε χρυσÜφι.
     EπομÝνως η εξωφρενικÞ κινητικüτητα των προλεταρßων, ο εκφυλισμüς των συμφερüντων που συνθλßβουνε τις δυο αστικÝς τÜξεις, οι ωμüτητες της καλλιτεχνικÞς σκÝψης κι οι υπερβολÝς της ηδονÞς που γυρεýουν αδιÜκοπα οι μεγÜλοι, εξηγοýνε τη μορφολογικÞν ασχÞμια της παριζιÜνικης φυσιογνωμßας. Μüνο στην ΑνατολÞ η ανθρþπινη φυλÞ προσφÝρει μια θαυμÜσια προτομÞ. Αλλ' αυτü εßν' αποτÝλεσμα της μüνιμης ηρεμßας που αποκτοýν οι βαθεßς φιλüσοφοι με τις μακριÝς πßπες, τα κοντÜ πüδια, τους τετρÜγωνους þμους, που περιφρονοýνε κι απεχθÜνονται τη κßνηση, ενþ στο Παρßσι, Μικροß, Μεσαßοι και ΜεγÜλοι, τρÝχουνε, πηδÜνε και χοροπηδÜνε, μαστιγωμÝνοι απü μιαν ανελÝητη ΘεÜ, την ΑνÜγκη: ανÜγκη χρημÜτων. δüξας Þ ψυχαγωγßας. ¸τσι το δροσερü, ξεκοýραστο, χαριτωμÝνο, πραγματικÜ νÝο πρüσωπο, αποτελεß τη πιο ασυνÞθιστην εξαßρεση -σπÜνια το συναντÜ κανεßς. Κι αν δεßτε κÜποιο, σßγουρα ανÞκει σ' Ýναν εκκλησιαστικü νÝο ακüμα και γεμÜτο ζÞλο Þ σ' Ýνα καλωσυνÜτο σαραντÜρη αβÜ με τριπλü σαγüνι, σε κÜποια νεαρÞ κοπÝλα μ' αγνÜ Þθη, απ' αυτÝς που ορισμÝνες αστικÝς οικογÝνειες εξακολουθοýν ν' ανατρÝφουνε, σε μιαν εικοσÜχρονη μητÝρα που θηλÜζει το πρþτο της παιδß κι Ýχει ακüμη ψευδαισθÞσεις, σ' Ýνα νεαρü που μüλις κατÝφτασεν απü την επαρχßα και βρßσκεται κÜτω απü τη προστασßα μιας θρησκευÜμενης κυρßας που τον αφÞνει Üφραγκο Þ ßσως σε κÜποιο πωλητÞ που πηγαßνει για ýπνο τα μεσÜνυχτα κατÜκοπος μετÜ τη μÝρα που πÝρασε διπλþνοντας και ξεδιπλþνοντας τα τüπια με το ýφασμα και σηκþνεται απü τις εφτÜ για να τακτοποιÞσει το εμπüρευμα Þ συχνÜ, σε κÜποιον επιστÞμονα Þ ποιητÞ που ζει μοναστικÜ κι ευτυχισμÝνα με μιαν üμορφη ιδÝα και μÝνει νηφÜλιος υπομονετικüς κι αγνüς, σε κÜποιον ηλßθιο ευχαριστημÝνο με τον εαυτü του που τρÝφεται με τη βλακεßα που σκÜει απü υγεßα κι εßναι πÜντα απασχολημÝνος με το να χαμογελÜ στον ßδιο του τον εαυτü Þ στην ευτυχισμÝνη και μαλθακÞν ομÜδα των αργüσχολων -εßν' οι μοναδικοß πραγματικÜ ευτυχισμÝνοι Üνθρωποι στο Παρßσι που γεýονται κÜθ' þρα και στιγμÞ, τη ποιητικÞ του ομορφιÜ. Κι üμως υπÜρχει στο Παρßσι μια μερßδα προνομιοýχων ατüμων που επωφελοýνται απü την αδιÜκοπη κßνηση του εμπορßου, των συμφερüντων, των υποθÝσεων, των τεχνþν και του χρυσοý. Εßναι οι γυναßκες. ΥπÜρχουνε και σ' αυτÝς χßλιες μυστικÝς αιτßες που καταστρÝφουν ακüμα χειρüτερα τη φυσιογνωμßα τους, αλλÜ στο γυναικεßο κüσμο συναντÜ κανεßς μικρÝς κι ευτυχισμÝνες αποικßες που ζουν με την ανατολßτικη νοοτροπßα και μποροýν να διατηρÞσουνε την ομορφιÜ τους. ΤÝτοιες γυναßκες üμως σπανßως εμφανßζονται πεζÝς στους δρüμους, μÝνουνε κρυμμÝνες σα τα σπÜνια κεßνα φυτÜ που ανοßγουνε τα πÝταλÜ τους ορισμÝνες þρες μüνο κι αποτελοýν αληθινÝς εξωτικÝς εξαιρÝσεις. Κι ωστüσο το Παρßσι εßναι κυρßως τüπος αντιθÝσεων. Αν τ' αληθινÜ αισθÞματα εßναι σπÜνια, συναντÜ κανεßς εκεß, üπως κι αλλοý, ευγενικÝς φιλßες, αφοσßωση δßχως üρια. Σ' αυτü το πεδßο της μÜχης που συγκροýονται συμφÝροντα και πÜθη, üπως κι ανÜμεσα στις κοινωνßες κεßνες που προελαýνουνε κι üπου θριαμβεýει ο εγωισμüς, που ο καθÝνας εßν' υποχρεωμÝνος να υπερασπßζεται μüνος του τον εαυτü του και που ονομÜζουμε στρατιÝς, φαßνεται πως τα αισθÞματα, üταν εκδηλþνονται, αρÝσκονται να 'ναι πλÞρη κι η αντιπαρÜθεση τα κÜνει υπÝροχα. Το ßδιο συμβαßνει και με τα πρüσωπα. Στο Παρßσι καμιÜ φορÜ, στην υψηλÞν αριστοκρατßα, υπÜρχουν αραιοσπαρμÝνα μερικÜ γοητευτικÜ πρüσωπα νÝων ανθρþπων -καρποß ανατροφÞς κι Þθους που σÞμερα σπανßζουνε πια. Στη νεανικÞν ομορφιÜ του αγγλικοý αßματος, προσθÝτουνε τη σταθερüτητα των μεσογειακþν χαρακτηριστικþν, το γαλλικü πνεýμα, τη καθαρüτητα της μορφÞς. Τα φλογερÜ τους μÜτια, τα κüκκινα χεßλια, τα φßνα μαλλιÜ, η ασπρÜδα του προσþπου τους, η αριστοκρατικÞ κοψιÜ, του κÜνουν üμορφα λουλοýδια, που χαßρεται κανεßς να τα ξεχωρßζει στη μÜζα των Üλλων φυσιογνωμιþν, που μορφÜζουνε κουρασμÝνες, γερασμÝνες και παραμορφωμÝνες. ¸τσι, οι γυναßκες θαυμÜζουν αμÝσως τους νÝους αυτοýς με την ßδιαν Üπληστην ευχαρßστηση που νιþθουν οι Üντρες üταν κοιτÜζουν μιαν ωραßα κοπÝλα, σεμνÞ, χαριτωμÝνη, προικισμÝνη μ' üλα τα παρθενικÜ θÝλγητρα που η φαντασßα μας αρÝσκεται να στολßζει την ιδανικÞ κüρη. Αν η γρÞγορη ματιÜ που ρßξαμε στο Λαü του Παρισιοý σας Ýκανε να συνειδητοποιÞσετε τη σπανιüτητα μιας ραφαηλικÞς μορφÞς και τον παθιασμÝνο θαυμασμü που πρÝπει να εμπνÝει εκ πρþτης üψεως, θα 'χουμε δικαιþσει το κεντρικü θÝμα της ιστορßας. ¼περ ¸δει Δεßξαι, αν επιτρÝπεται να εφαρμüσουμεν Ýνα μαθηματικü τýπο στην επιστÞμη των ηθþν.
     ¸ν' απο κεßνα τα πανÝμορφα ανοιξιÜτικα πρωινÜ λοιπüν...
...

(τÝλος αποσπÜσματος
Εκδüσεις ΓρÜμματα
μτφρ.: ΡÝνας Χατχοýτ 1994)

_______________________________

     Σημ. ΔικÞ μου: Τοýτο το απüσπασμα συγκεκριμÝνα, μεταξý τüσων και τüσων Üλλων, εξ ßσου θαυμÜσιων Ýργων του, αλλÜ κι Üλλων αποσπασμÜτων που θα μποροýσα να 'χω διαλÝξει, το επÝλεξα γιατß üλη μα üλη τοýτη η... "φλýαρη" περιγραφÞ, της τüτε κοινωνßας εßναι κι ακριβÞς μα και πολλÜ Ýχει να μας πει και να μας διδÜξει για το πüσον Üλλαξεν ο... κüσμος απü τüτε μÝχρι και σÞμερα. Τα συμπερÜσματα τοýτης της σýγκρισης... δικÜ σας.    ΠÜτροκλος ΧατζηαλεξÜνδρου

 

 

Web Design: Granma - Web Hosting: Greek Servers