Εισαγωγή
Το 20ό άρθρο είναι τελείως διαφορετικό από τα πριν κι οι λόγοι είναι δυο. Ο πρώτος “μου επιβάλλεται” και θα καταλάβετε στη πορεία και τί ακριβώς εννοώ, γιατί αναγκαστικά, θα πρέπει ένα μεγάλο μέρος του να ξεκινήσει, να στηθεί και να στηριχτεί από έναν άντρα. Ο δεύτερος γίνεται προφανής, γιατί η ιστορία που θα ξετυλιχτεί εδώ πιο κάτω, είναι στα όρια του μύθου και της πραγματικότητας. Δηλαδή ουσιαστικά, πάλι “μου επιβάλλεται” κάτι που θα προτιμούσα να μην υφίστατο, αλλά εντάξει, τί να κάνουμε. Δεν αγχώνομαι γιατί αν όντως είναι πλήρως αληθινή ιστορία, τότε θα ‘χουμε όλοι μας πέσει μέσα, κι αν έγκειται στον μύθο, μπορούμε να το δούμε συμβολικά, όπως τόσα και τόσα άλλα γραφέντα και παράλληλα να μάθουμε και κάτι. Γιατί μη θαρρείτε, κι εγώ μαθαίνω σχεδόν μαζί σας, απλά προηγούμαι εφόσον τα γράφω κι εσείς όμως μετά τα διαβάζετε.
Το σημερινό άρθρο λοιπόν κυρίως γράφτηκε για τη Γιασοντάρα, τη σύζυγο του Βούδδα και τα λίγα που υπάρχουνε για τη ζωή της, -λίγα αλλά αρκετά να μου κεντρίσουνε το ενδιαφέρον να ασχοληθώ όσο μπόρεσα, μαζί της. Απλώς, πριν μάθουμε το τι και το πως με αυτή τη ΓΥΝΑΙΚΑ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ, θα πρέπει να σταθούμε στο σύζυγο, να μάθουμε όσοι δεν ξέραμε και να ξαναθυμηθούμε όσοι τα ‘χουμε ξεχάσει, γύρω από τη ζωή, τη πορεία, τις διδαχές και τα ρητά του και πως η πορεία αυτή κέντρισε το ενδιαφέρον μου για τη συμβία του.
Τώρα λοιπόν που εξηγήθηκα πλήρως, σταματώ τη φλυαρία και ξεκινάμε μαζί αυτό το συναρπαστικό ταξιδάκι. Π. Χ. ============================
Α’ Στα Όρια Του Μύθου
Ο Σιντάρτα Γκαουτάμα (σανσκρ. सिद्धार्थ गौतम , πάλι: Σιντάτα Γκοτάμα), υπήρξε πνευματικός δάσκαλος από την αρχαία Ινδία κι ιστορικός ιδρυτής του Βουδδισμού. Ο Γκαουτάμα, γνωστός κι ως Σακιαμούνι που σημαίνει σοφός (ή άρχοντας) της φυλής των Σάκυα (Σάκυα σανσκρ., Σάκκα στη γλώσσα πάλι), αποτελεί κεντρική μορφή του Βουδισμού. Αναγνωρίζεται ευρέως από τους βουδδιστές ως ο Υπέρτατος Βούδδας της εποχής μας και κατά κάποιους ο αναμορφωτής του Βραχμανισμού. Ο χρόνος της γέννησης και του θανάτου του είναι ανεξακρίβωτα, -οι περισσότεροι σύγχρονοι ιστορικοί χρονολογούνε τη ζωή του από το 563 ως το 483 π/Χ. αν κι έχει προταθεί από άλλους χρονολόγηση κατά έναν αιώνα αργότερα. Βιογραφικές αφηγήσεις, ομιλίες και μοναστικοί κανόνες συγκεντρώθηκαν μετά το θάνατό του κι απομνημονεύτηκαν από τις σάνγκα, δηλαδή τάγματα βουδιστών μοναχών. Αυτά μεταβιβάστηκαν μέσω της προφορικής παράδοσης, ως ότου 400 έτη μετά καταγράφηκαν κι αποτέλεσαν τη Τριπιτάκα (στα παλικά Τιπιτάκα, που σημαίνει Τρία Καλάθια ή Τρεις Συλλογές), συλλογή ομιλιών που αποδίδονται σ’ αυτόν.
Ο ιστορικός Σιντάρτα Γκαουτάμα είναι απλά ένας σε μια μεγάλη ακολουθία από Βούδδες, που κατευθύνεται είτε προς το άχρονο παρελθόν είτε στους μακρυνούς ορίζοντες του μέλλοντος. Εντούτοις ξεχώρισε -κι έγινε τελικά η ηγετική μορφή του Βουδισμού- καθώς δίδαξε και σε άλλους τον τρόπο για να ακολουθήσουνε τη πορεία του. Μερικοί πιστεύουν ότι δεν ήταν παρά ένας άνθρωπος που βρήκε το μονοπάτι που τον οδήγησε τελικά στη φώτισή του και το δίδαξε στους μαθητές του. Άλλοι τον θεωρούν ως τον τελευταίο μιας σειράς από Βούδδες που ήρθανε στον κόσμο για να κηρύξουν ή να αναβιώσουνε το Ντάρμα (στα παλικά Ντάμα), που αποτελεί τη διδασκαλία ή την οδό του Βούδδα. Κάποιοι άλλοι τον θεωρούν μποντισάτβα, έναν άνθρωπο που πέτυχε τη φώτιση αλλά ανέβαλε την είσοδό του στη Νιρβάνα για να βοηθήσει κι άλλους που αναζητούσανε τη φώτιση. Ο Γκαουτάμα δε διεκδίκησε τη θειότητα, ούτε επιβεβαίωσε ότι ήταν ένθεος.
Κατά τις περισσότερες παραδόσεις, γεννήθηκε στο Λουμπίνι, στη περιοχή Τεράι του Νεπάλ, στη βόρεια πλευρά της πεδιάδας του ποταμού Γάγγη και πατέρας του ήταν ο Βασιλιάς Σουντοντάνα, ήταν εξέχον ηγετικό μέλος της φυλής-φατρίας (κατά πολλούς Βασιλιάς) των Σάκυα και μητέρα του η Βασίλισσα Μάγια. Τη νύχτα που η Βασίλισσα έμεινε έγκυος, βάσει του θρύλου, ονειρεύτηκε ένα λευκό ελέφαντα να εισέρχεται στη μήτρα της. Έπειτα από 10 σεληνιακούς μήνες, ήρθε η στιγμή να γεννήσει κι όπως ήθελε η παράδοση, κίνησε για τη γη των πατέρων της. Πριν ακόμη φτάσει στη πατρίδα της, το Λουμπίνι, ξεκίνησαν οι πόνοι.
Το όνομα Σιντάρτα, σημαίνει Εκείνος Που Πετυχαίνει Τον Στόχο Του. Στον εορτασμό των γενεθλίων του, ένας ερημίτης με το όνομα Ασίτα, επισκέφθηκε το παλάτι και προφήτευσε πως το παιδί όταν μεγάλωνε, θα γινόταν είτε μεγάλος ηγεμόνας είτε άγιος. 5 μέρες μετά, τη μέρα της ονοματοδοσίας, ο Βασιλιάς κάλεσε 8 βραχμάνους για να αποκαλύψουν το μέλλον του γιου του. Όλοι επαναλάβανε τη προφητεία του Ασίτα αλλά ο νεότερος, ο Καουντίνια, ήταν ο μοναδικός που προέβλεψε ότι ο νεογέννητος πρίγκηπας θα γινοταν ο Βούδδας.
Ο Γάμος Τους
Ο πρίγκηπας Σιντάρτα, μεγάλωσε μέσα σ’ όλες τι πολυτέλειες που φρόντιζε ο πατέρας, γιατί επιθυμούσε μια μέρα ο γιος να τονε διαδεχτεί. Στα 16 του μάλιστα, τον νύμφευσε με τη πανέμορφη κι ευγενική νέα, τη Γιασοντάρα ή Μπαντακακάνα που ήτανε ξαδέλφη του και σχεδόν συνομίληκη. Το ζεύγος απέκτησε ένα γιο το Ραχούλα, 13 έτη μετά το γάμο, δηλαδή στα 29 τους. Μέχρι τότε όλα κυλούσαν ήρεμα κι ο βασιλιάς ήτανε προσεκτικός ώστε ο γιος του να μη γνωρίσει δυστυχία, παρ’ όλ’ αυτά όμως, ο Σιντάρτα δεν ένιωθε ικανοποιημένος. Μια μέρα, πήρε τ’ άλογό του και αποφάσισε να γνωρίσει τους υπηκόους του. Ο πατέρας προσπάθησε να απομακρυνθούν όλοι οι δυστυχισμένοι, γερασμένοι κι άρρωστοι άνθρωποι, ωστόσο ο Σιντάρτα είδε ένα γέρο, έναν άρρωστο κι ένα νεκρό στη πυρά. Βαθιά θλιμμένος από την ανθρώπινη δυστυχία, αποφάσισε πως έπρεπε να βρει τρόπο να σώσει την ανθρωπότητα από τον πόνο. Τότε συνειδητοποιώντας τη ματαιότητα της ζωής και τη πιθανή διέξοδό της -στο πρόσωπο του ασκητή- εγκατέλειψε τα πάντα που είχε, όπως άνετη ζωή, γυναίκα και παιδί και στα 29 χρόνια του πήγε να μαθητεύσει σ’ ένα θρησκευτικό δάσκαλο κι ασκητή τον Αλάρα Καλάμα που δίδασκε τις μεθόδους του αυτοβυθισμού και της αυτοσυνειδησίας. Δηλαδή χωρίς πολλά-πολλά, παράτησε την οικογένεια, τη νια γυναίκα του μονάχη της με το νεογέννητο παιδί τους,
Σιντάρτα & Γιασοντάρα
Απογοητεύτηκε όμως από τις περίπλοκες θεωρίες και τον εγκατέλειψε για να μαθητεύσει σ’ άλλον ασκητή τον Ουντάκα Ραμαπούττα. Την ίδια απογοήτευση ένιωσε κι εκεί κι αφού τον εγκατέλειψε κι αυτόν επιδόθηκε σε μιαν αμείλικτη άσκηση του σώματος, πιστεύοντας πως έτσι θα βρει λύτρωση. Ξεκίνησε ααι διαβάζοντας τις Βέδες, μα δε βρήκε τη παρηγοριά που ζητούσε κι έτσι συνέχισε τη σκληρή ασκητική ζωή. Πολλοί ήταν αυτοί που θαυμάζανε τις προσπάθειές του κι αποφάσισαν να γίνουν μαθητές του, η στέρηση όμως κόντεψε να τον οδηγήσει στο θάνατο. Τότε συνειδητοποίησε πως οι ακρότητες δεν προσφέρουν καμμία πρόοδο στη πνευματική ζωή και καμμία απάντηση στην αναζήτηση της Αλήθειας. Αφού δέχτηκε από μια κοπέλλα, τη Σουγίτα ένα γεύμα με ρύζι και λίγο γάλα, οι μαθητές του ύστερα από μια βδομάδα τον είχανε παρατήσει. Τέλος αφοσιώθηκε σε μια παρατεταμένη βαθειά περισυλλογή κάτω από μια συκομουριά, τη γνωστή πλέον σαν μπόντι -δέντρο.
Στην αρχική περίοδο του διαλογισμού, ανακάλυψε τη Μέση Οδό, έναν ισορροπημένο τρόπο ζωής, ελεύθερο από ακρότητες. Τότε, έπειτα από 49 μέρες και στην ηλικία των 35, μια νύχτα του Μάη που ‘χε πανσέληνο (τον μήνα Βεζάκ), έφθασε σε μιαν εσωτερική έκλαμψη, συνειδητοποιώντας ξαφνικά πως το πρόβλημα στον άνθρωπο είναι η τάχνα δηλαδή η επιθυμία, από την οποία οφείλει ν’ απαλλαγεί, για να μπει στην αιώνια μακαριότητα, τη νιρβάνα κι έτσι κατέκτησε τη Φώτιση. Τη στιγμή της Φώτισης, απέκτησε πλήρη επίγνωση της αιτίας της δυστυχίας και τα βήματα που είναι απαραίτητα για να εξαλειφθεί. Η ακριβής ημερομηνία της Φώτισης δεν είναι επίσημα γνωστή. Οι 2 παραδόσεις υιοθετούνε 2 διαφορετικές ημερομηνίες πάλι.

Σιντάρτα, Γιασοντάρα & γιος τους Ραχούλα
Η Θεραβάντα, λέγει πως η Φώτιση έλαβε χώρα το Μάη, ενώ η Μαχαγιάνα σε Κίνα, Κορέα κι Ιαπωνία 8 Δεκέμβρη. Ανεξαρτήτως ημερομηνίας, απ’ αυτή τη στιγμή οι οπαδοί του πάψαν να τον αποκαλούν με το κανονικό του όνομα κι άρχισαν ν’ αναφέρονται σε αυτόν ως το Βούδδα, τον Αφυπνισμένο ή Πεφωτισμένο. Τη στιγμή της Φώτισης, απέκτησε πλήρη επίγνωση της αιτίας της δυστυχίας και τα απαραίτητα βήματα για να εξαλειφθεί. Τις ανακαλύψεις του στα πρωταρχικά αίτια, τις αποκάλεσε Τέσσερις Ευγενείς Αλήθειες. Αυτή η διδασκαλία είναι ο πυρήνας του Βουδδισμού κι η καρδιά όλων των Βουδδιστικών διδασκαλιών. Κατανοώντας αυτές τις αλήθειες, μια κατάσταση υπέρτατης απελευθέρωσης από τη δυστυχία γίνεται δυνατή. Σύντομα σ’ όλη τη δυτική περιοχή του Γάγγη, ιδρύονται τα πρώτα ανδρικά Βουδδιστικά μοναστήρια και πολύ αργότερα μετά από αρκετούς δισταγμούς, δίνει συγκατάθεση να ιδρυθεί και το πρώτο γυναικείο μοναχικό τάγμα που προσχωρούν η θετή μητέρα του κι η σύζυγός του.
Στην ηλικία των 80, ξεκίνησε να μιλά για το θάνατό του καθώς έφερνε τα 45 έτη διδασκαλίας του στο τέλος. Αυτές οι διδασκαλίες σχημάτισαν αυτό που γνωρίζουμε σήμερα σαν Νιρβάνα Σούτρα*. Τις τελευταίες στιγμές της ζωής του, ρώτησε τους μοναχούς αν είχανε κάποια ερώτηση ή την ανάγκη να τους διασαφηνίσει κάποιο σημείο της διδασκαλίας, διώχνοντας κάθε αμφιβολία. Απάντησαν πως δεν είχαν καμμία.Τα τελευταία λόγια του ήταν: Όλα τα σύνθετα πράγματα χάνονται. Η φθορά είναι συνδεδεμένη με όλα τα σύνθετα πράγματα. Εργασθήτε για τη σωτηρία σας με πολύ ζήλο. Αγωνιστείτε επιμελώς για την απελευθέρωσή σας. Τότε ειρηνικά έκλεισε τα μάτια κι εισήλθε στη Παρινιρβάνα*. Σύμφωνα με τη παράδοση του Μαχαγιάνα, αυτό συνέβη στις 15 Φλεβάρη. Το σώμα του αποτεφρώθηκε και τα λείψανά του τοποθετήθηκαν σε στούπες.
_________________________
* Η Νιρβάνα είναι λέξη σανσκριτική που έχει ληφθεί ως θρησκευτικός-φιλοσοφικός όρος, που σημαίνει γενικά: σβέση φλόγας. Σύμφωνα με το φιλοσοφικό λεξικό του Ανδρούτσου ο όρος αυτός χαρακτηρίζει τη βουδιστική απάρνηση κάθε εγκόσμιας επιθυμίας, παντός γήινου και κατά συνέπεια κι η εξαφάνιση αυτού του ανθρώπου στο μηδέν δια της οποίας κι επέρχεται η απολύτρωση από τα δεινά της ζωής και του κόσμου.
Υιοθετήθηκε από το Βουδισμό και το Τζαϊνισμό. Χαρακτηρίζει μια κατάσταση που επιτυγχάνεται με την άσκηση κι εξαλείφει τον πόνο (που οφείλεται στο κάρμα) της γέννησης και του θανάτου στον κύκλο των αναγεννήσεων του ανθρώπου. Η νιρβάνα διαπιστώνεται τότε στην αφύπνιση ή φώτιση (μπόντι), με την οποία όλα τα στοιχεία της ύπαρξης φαίνονται καθορισμένα και, κατά συνέπεια, δεν έχουν λόγο ύπαρξης, ακόμα και το εγώ αποκαλύπτεται ως μία απατηλή συνένωση πέντε ομάδων ψυχο-μορφικών στοιχείων (σκάντα).
Στον αρχέγονο Βουδισμό, η νιρβάνα ισοδυναμούσε κυρίως με την εκμηδένιση και την εξαφάνιση του πόνου (ντούχκα) που είναι συνδεδεμένος με την επίγεια ζωή των αισθητών αντιλήψεων, της επιθυμίας (κάμα) και της δίψας (τρίσνα) της εμπειρίας. Ο βουδισμός μαχαγιάνα θεωρεί τη νιρβάνα ως μια απόλυτη κατάσταση, στην οποία το αρχέγονο φως της Συνείδησης (πραμπασβάρα-τσίττα) μοιάζει να έχει προέλθει από το κενό (σούνια), πέρα από τη διαφοροποίηση του είναι και του μη είναι. Η νιρβάνα αποτελεί το αποκορύφωμα του διαλογισμού και θεωρείται μια αρκετά αφηρημένη και αμφίσημη έννοια, για την οποία οι βουδιστές του ρεύματος μαχαγιάνα πρεσβεύουν ότι γίνεται κατανοητή μόνο όταν βιωθεί.
Ο Θάνατος Του Σιντάρτα
Παρινιρβάνα (σανσκρ. parinirvāṇa, πάλι: parinibbāna) είναι όρος που χρησιμοποιείται συνήθως για να αναφέρεται στη νιρβάνα που συμβαίνει μετά το θάνατο του σώματος κάποιου που έχει επιτύχει νιρβάνα στη διάρκεια της ζωής του. Υπονοεί απελευθέρωση από το Σαμσάρα, κάρμα κι αναγέννηση καθώς και τη διάλυση των σκανδάλων. Σε μερικές γραφές Μαχαγιάνα κυρίως στη Μαχαγιάνα Μαχαπαρινιρβάνα Σούτρα, περιγράφεται σαν η σφαίρα του αιώνιου αληθινού Εαυτού του Βούδα. Η δε, Σαμσάρα (σανσκρ: संसार, θιβετιανά: སམསར, σινχαλέζικά: සංසාර), είναι η ανάκληση των υπάρξεων. Σύμφωνα με αυτήν τα έμβια όντα δε ζουν μόνο μια φορά αλλά κι αφού μια μορφή ύπαρξης διαλυθεί, κάτι από αυτήν επιβιώνει και μεταβαίνει σε άλλη μορφή ύπαρξης. Δημιουργείται έτσι ένας ατέρμων κύκλος μετενσαρκώσεων που διατηρεί συνεχώς τα όντα σε κάποια μορφή ύπαρξης. Σε μεταφυσικό επίπεδο, ως Σαμσάρας ή κοινώς ονομαζόμενος Σασάρας, παρουσιάζεται ένας δαίμονας μεσαίας τάξης που οι ιδιότητες του, του δίνονται από τη σημασία του ονόματος του. Η μυθολογία αναφέρει ότι μοιράζει τη συνείδηση του σε διάφορους φορείς, ώστε σε περίπτωση που κατατροπωθεί, να έχει τη δυνατότητα να επιστρέψει μέσω αυτών και να συνεχίσει με αυτόν τον τρόπο τον αέανο κύκλο της ύπαρξης του.
Σαμσάρα: Ο τροχός της ζωής
————————————–
ΡΗΤΑ ΤΟΥ:
•Αν μπορούσαμε να δούμε καθαρά το θαύμα ενός και μόνο λουλουδιού, θ’ άλλαζε όλη μας η ζωή.
•Το μυστικό της ύπαρξης είναι να μη φοβάσαι. Ποτέ μη φοβάσαι τι θα απογίνεις, ποτέ μην εξαρτάσαι από κάποιον. Μόνο τη στιγμή που αρνείσαι κάθε βοήθεια γίνεσαι πραγματικά ελεύθερος.
•Το πρόβλημα είναι ότι νομίζετε πως έχετε χρόνο.
•Οι επιθυμίες είναι η πηγή της θλίψης.
•Ζήσε τη ζωή σου με τον ίδιο τρόπο που θα ήθελες τα παιδιά σου να ζήσουνε τη δική τους.
•Το μεγαλύτερο δώρο είναι η υγεία. Ο μεγαλύτερος πλούτος είναι η ικανοποίηση. Και η καλλίτερη σχέση είναι η πίστη.
•Δεν θα τιμωρηθείς για το θυμό σου, θα τιμωρηθείς από το θυμό σου.
•Το να κρατάς θυμό είναι σαν να αρπάζεις ένα αναμμένο κάρβουνο για να το πετάξεις σε κάποιον. Αυτός που καίγεται είσαι εσύ.
•Ο νους είναι το παν. Αυτό που σκέπτεσαι, αυτό γίνεσαι.
•Να μη βυθίζεσαι στο παρελθόν, να μην κάνεις όνειρα για το μέλλον, να επικεντρώνεις τη σκέψη σου στην παρούσα στιγμή.
•Να είσαι ανοικτός, και η ζωή θα είναι πιο εύκολη. Ένα κουταλάκι αλατιού σε ένα ποτήρι νερό κάνει το νερό να μην πίνεται. Ένα κουταλάκι αλατιού σε μια λίμνη δεν έχει καμιά σημασία.
•Μη πιστεύετε τίποτε, ανεξάρτητα από πού το διαβάσατε ή ποιος το είπε, ακόμα κι αν το έχω πει εγώ, αν δεν συμφωνεί με τη δική σας λογική και τον κοινό νου.
•Δεν χρειαζόμαστε περισσότερες γνώσεις, αλλά περισσότερη σοφία. Κι η σοφία προέρχεται από τη παρατήρηση.
•Μάθετε να ανταποκρίνεστε, όχι να αντιδράτε.
•Λίγοι άνθρωποι φτάνουν στην απέναντι όχθη. Οι υπόλοιποι τρέχουν πάνω-κάτω σ’ αυτή τη πλευρά.
•Δεν μπορείς να βαδίσεις στο μονοπάτι, αν δεν γίνεις το μονοπάτι.
•Όποιος δεν έχει πληγή στο χέρι του, μπορεί να αγγίξει άφοβα το δηλητήριο. Δεν υπάρχει κακό γι’ αυτόν που δεν κάνει κακό.
•Το κακό που κάνεις μένει σε σένα. Το καλό που κάνεις επιστρέφεις σε σένα.
•Όπως ο βράχος δεν μπορεί να κουνηθεί από τον άνεμο, έτσι και ο σοφός είναι αταλάντευτος μέσα σε κακολογίες και επαίνους.
•Κάθε πρωί γεννιόμαστε ξανά. Ό,τι κάνουμε σήμερα είναι αυτό που έχει τη μεγαλύτερη σημασία.
•Δεν μπορώ να πω αυτό που γνώρισα, γιατί δεν το χωρά καμμιά λέξη.
•Όλα τα σύνθετα πράγματα αποσυντίθενται. Δουλεύετε επιμελώς για τη σωτηρία σας.
*Ο άνθρωπος ας υπερνικήσει την οργή με την καλοσύνη, ας υπερνικήσει το κακό με το καλό, ας υπερνικήσει την αισχροκέρδεια με τη γενναιοδωρία, το ψέμμα με την αλήθεια.
*Η νίκη τρέφει το μίσος διότι ο ηττημένος είναι δυστυχής.
*Όλοι οι άνθρωποι τρέμουνε τη ποινή, όλοι αγαπούν τη ζωή. Θυμήσου ότι είσαι και συ όμοιος με όλους και μη προκαλέσεις σφαγή.
*Μπορεί να νικήσει κανείς χιλιάδες ανθρώπους στη μάχη, αλλά ο μεγιστος νικητής είναι ο νικητής του εαυτού του.
*Όχι από τη γέννηση του, αλλά από τη διαγωγή του, ένας γίνεται κάθαρμα κι άλλος Βράχμαν.
*Ποιός θα χρησιμοποιούσε θεληματικά σκληρή γλώσσα προς εκείνους που αμάρτησαν, αν του έλεγαν ότι όφειλε να ρίξει αλάτι και στις πληγές των δικών του αμαρτημάτων;
*Μη σκοτώνετε -για το όνομα του θεού! -κι ούτε να σφάζετε. Ούτε το ασημαντότερο πλάσμα, πάνω στον ανοδικό του δρόμο.
*Δίνετ’ ελεύθερα και παίρνετε, μ’ από κανένα μην κρατάτε. Με δίψα, απάτη ή δόλο ό,τι δικό του είναι.
*Από κακή μαρτυρία, ψέμα ή συκοφαντία μακριά. Η αλήθεια μόνον την αγνή ψυχή τη φανερώνει.
*Μακρυά από ποτά και δηλητήρια που εξάπτουνε το πνεύμα. Τα καθαρά μυαλά και τα καθαρά σώματα δε θέλουν οινοπνευματώδη.
*Του γείτονά σου τη γυναίκα μην αγγίζεις, ούτε να πέσεις σε σάρκας άνομη και αταίριαστη αμαρτία.
*Αληθινή πρόοδος στη πειθαρχία του Ευλογημένου Ενός, είναι όταν ο άνθρωπος βλέπει το αμάρτημά του στη φύση του και του φράζει το δρόμο του μέλλοντος.

Ο Τροχός Του Dharma
Το σύνολο του Ντάρμα ή Διδασκαλίας του Βούδδα είναι απλά και σύντομα διατυπωμένο στο κήρυγμά του, το γνωστό με τον τίτλο Ντάρμα- σάκρα-πραβαρτάνα-Σούττα. Περιέχει φωτεινό κανόνα ζωής. Στην αρχή διατυπώνει τις Τέσσερις Ευγενείς Αλήθειες. Η πρώτη είναι η Αλήθεια της οδύνης, του ανικανοποίητου, της δυσαρμονίας, που βλέπουμε γύρω μας και επίσης βιώνουμε μέσα μας. Η δεύτερη είναι η Αλήθεια του αιτίου της οδύνης το οποίο είναι η εγωιστική επιθυμία, η δίψα που υπάρχει μέσα σε μας και στους άλλους υλική ευημερία-χλιδή, ηδονή, δύναμη κτλ. και στην προσκόλληση σε πράγματα που περνούν. Η τρίτη είναι η Αλήθεια της εξάλειψης της οδύνης, ο ολοκληρωτικός αφανισμός της οδύνης, η οποία είναι συνώνυμη με την κατάσταση της φώτισης. Αυτή η αλήθεια μας διδάσκει ότι η θλίψη εκλείπει με την υπερνίκηση της προσκόλλησης και με την υπόταξη των επιθυμιών και παθών. Η τέταρτη αλήθεια μας διδάσκει ότι υπάρχει μια ατραπός που οδηγεί προς την απελευθέρωση από τη θλίψη. Είναι η Ευγενής Οκταπλή Ατραπός προς: Τέλεια Θέαση, Τέλειο Συναίσθημα, Τέλειο Λόγο, Τέλεια Συμπεριφορά, Τέλεια Εργασία, Τέλεια Προσπάθεια, Τέλεια Επίγνωση και Τέλειος Διαλογισμός.
Οι Τέσσερις Αλήθειες αποτελούν τον Ακρογωνιαίο Λίθο της βουδδιστικής παράδοσης:
1. Η ύπαρξη είναι πόνος. (Τα πάντα είναι φευγαλέα και μεταβάλλονται όσο κι αν δίνουν την εντύπωση πως διαρκούν, όλα τα όντα, και ο άνθρωπος, συναντούν τον πόνο σε διάφορα επίπεδα, στη γέννηση, την φθορά, την αρρώστια, τον θάνατο).
2. Αιτία του πόνου είναι η επιθυμία.(που δημιουργείται από την άγνοια, η οποία κάνει να φαίνονται αληθινά τα όσα στη πραγματικότητα είναι ψεύτικα).
3. Η κατάπαυση του πόνου. (Ονομάζεται νιρβάνα που σημαίνει σβήσιμο και πετυχαίνεται με την κατάσβεση της άγνοιας, της επιθυμίας και της απέχθειας).
4. Το μονοπάτι που οδηγεί στη κατάπαυση του πόνου. (Αποτελείται από 8 στάδια που μοιάζουν με την Ινδουϊστική γιόγκα γι’ αυτό λέγεται «οκταπλό μονοπάτι»).
Το Ευγενές Οκταπλό Μονοπάτι:
1. Ορθή θέαση (της αληθινής φύσης των πραγμάτων)
2. Ορθή Απόφαση (να εξυψώνεται κανείς σε ανώτερα επίπεδα μέσα από ανώτερες σκέψεις ανιδιοτέλειας, αυταπάρνησης και αγάπης προς όλες τις οντότητες και υπάρξεις).
3. Ορθή Ομιλία (επιμονή στην αλήθεια)
4. Ορθή Συμπεριφορά (αποφυγή αδικιών προς όλες τις εκφράσεις της ζωής)
5. Ορθή Άντληση της Ζωής (αποφυγή υπερβολικής πολυτέλειας, αποφυγή τρόπου βιοπορισμού που βλάπτει τους άλλους).
6. Ορθή Προσπάθεια (για ενθάρρυνση του καλού και πρόληψη του κακού).
7. Ορθή Σκέψη.
8. Ορθή Συγκέντρωση (πειθαρχία, εκπαίδευση κι ανάπτυξη του νου με στόχο την έκσταση, την επίγνωση και την αταραξία).
Καθεμιά από τις εκφράσεις αυτές είν’ ένας πυρήνας γύρω από τον οποίον αναπτύσσονται πολλές μεγάλες ιδέες. Ο χρόνος μας επιτρέπει δύο μόνο παρατηρήσεις. Τέλεια Θέαση δεν σημαίνει τυφλή πίστη, αλλά ένα ορισμένο ποσό γνώσεως για το σχήμα της ζωής και την λειτουργία των νόμων της φύσης και ειδικά τον νόμο της Αιωνίας Δικαιοσύνης, ή Αιτίας και Αποτελέσματος. Οι σκέψεις μας πρέπει να είναι αληθινές, ωραίες, ευγενικές έτσι ώστε να είμαστε συναισθηματικά ισορροπημένοι. Ο λόγος μας, σωστός, σοβαρός, επιβοηθητικός. Η συμπεριφορά μας πρέπει να είναι δίκαιη, ανιδιοτελής, καλοζυγιασμένη, αποτελεσματική. Δεν υπάρχει σωστή εργασία και βιος όταν προκαλεί βλάβη σε άλλα ζωντανά όντα ή όταν επιτυγχάνεται με αντικανονικά μέσα και ανέντιμη συναλλαγή. Η τέλεια προσπάθεια συνεπάγεται επιμονή στην καλοσύνη και εξαρτάται από την εκλογή ωφέλιμης εργασίας και την χρησιμοποίηση της δύναμης και επιρροής μας προς το καλύτερο. Οφείλουμε να κάνουμε τον διαλογισμό μας, πιστοί στο έργον και το καθήκον μας, επωφελούμενοι από τα λάθη μας και όχι να τα εκκολάπτουμε, ενθυμούμενοι πάντοτε τα καλά και ευχάριστα πράγματα και λησμονώντας τα κακά και δυσάρεστα. Το πνεύμα πρέπει να συγκεντρώνεται μόνον σε ψηλούς και ευγενείς στόχους, ώστε να συγκεντρώνουμε στο βάθρο του ανυψωτικές σκέψεις που θα χρησιμεύσουν ως μήτρες του χαρακτήρα μας και σαν οδηγοί στις καθημερινές μας πράξεις.
Διάφοροι θρύλοι καθώς και θαύματα κλιμακώνονται στην μετέπειτα ζωή του ως φωτισμένου, όπως η κατανίκηση του Μάρα -της προσωποποίησης του κακού-, η κάθοδος στα κατώτερα βασίλεια όπου αναστήθηκε μπροστά στο κλάμα της μητέρας του Μάιας, η επίσκεψη στους ουρανούς -ότι μετά τον θάνατό του το σώμα του ήταν άφλεκτο στην κοινή φωτιά και ότι έλιωσε μέσα σε μια φωτιά που πήγασε από το πουθενά-, κ.α.
Ο Βούδδας σύντομα απόκτησε πολυάριθμους οπαδούς και μαθητές. Παρόλο που θεωρείται συνεχιστής και ανανεωτής του Βραχμανισμού, πολλές φορές η διδασκαλία του έρχεται σε αντίθεση με αυτόν κι αντιμετωπίστηκε εχθρικά, κυρίως στη κατάργηση των ορίων των τάξεων του Βραχμανισμού -της λεγόμενης Κάστας.
Οι Διδασκαλίες του Βούδδα συγκεντρώνονται από τους μαθητές του πολλά χρόνια αργότερα (543 π.Χ.), περιέχονται στο λεγόμενο ΚΑΝΟΝΑ ΠΑΛΙ, γνωστές ως ΤΡΙΠΙΤΑΚΑ και χωρίζονται στα εξής:
~ ΣΟΥΤΑ ΠΙΤΑΚΑ (βιβλία Διδασκαλίας)
~ ΒΙΝΑΓΙΑ ΠΙΤΑΚΑ (βιβλία Ηθικών Διδαγμάτων)
~ ΑΒΙΔΑΜΜΑ ΠΙΤΑΚΑ (βιβλία Ψυχολογίας & Φιλοσοφίας)
Λίγοι άνθρωποι ζησανε μια τόσο δραστήρια ζωή. Έφθασε 80 χρονών κι ακούραστος γύριζε. Για τον τρόπο του θανάτου του αναφέρεται ότι σταμάτησε σ’ ένα χωριό, κοντά στο Κουσιναγκούρα, όπου μερικοί μεταλλεργάτες τονε προσκάλεσανε και τους μαθητές του να φάνε μαζί τους το μεσημέρι. Το φαγητό αποτελείτο από γλυκό κέικ, ρύζι και μανιτάρια. Λίγο μετά το φαγητό ο Βούδδας αισθάνθηκε άσχημα, αλλά δεν παραπονέθηκε. Όταν ένιωσε λίγο καλλίτερα συνέχισε το ταξίδι με τον μαθητή του Ανάντα, έσβησε τη δίψα του, έκανε λουτρό και πέρασε το ποτάμι. Σ’ ένα άλσος ξάπλωσε στο δεξί πλευρό και με το κεφάλι του στο βορρά. Γνωρίζοντας ότι το τέλος του ήτανε κοντά, μίλησε στους μαθητές του και τους είπε ότι δεν έπρεπε να λυπηθούν, αφού ο θάνατος είναι περιστατικό υποχρεωτικό σ\ όλα τα όντα. Τους έδωσε τις στερνές οδηγίες του και τους εξόρκισε ν’ ακολουθούν σταθερά την Αλήθεια σα φάρο, ν’ αποβλέπουνε για καταφύγιο μόνο στους εαυτούς τους και να εργάζονται με ζήλο για τη σωτηρία τους. Κι ύστερα πέρασε στη Παρανιρβάνα, τη κατάσταση από την οποία δεν υπάρχει επιστροφή. Το σώμα του κάηκε με την δέουσα τελετή κι η τέφρα μοιρασμένη σε 8 μέρη στάλθηκε σε διάφορα σημεία της χώρας, όπου αναγέρθηκαν ιερά μνημεία.
Από όλες τις αφηγήσεις προκύπτει πως η προσωπικότητα του Γκαουτάμα Βούδδα διεκρίνετο για την αξιοπρέπεια, την ομορφιά και την ελκυστικότητα της. Ο χαρακτήρας του συνδύαζε έντονη ατομικότητα, βαθειά σοβαρότητα κι αυστηρή απλότητα, με εξαιρετική ευγένεια και φιλοφροσύνη, βαθειά κατανόηση της ανθρώπινης αδυναμίας και τη πιο τρυφερή συμπόνοια για τους θλιμμένους. Η φωνή του ήτανε δυνατή, πλούσια και παλλόμενη. Η πειστική του εκφραστικότητα σχεδόν υπεράνθρωπη.
Η ευφράδειά του δεν σημαίνει ότι τον παρέσυρε σε μεγάλους λόγους. Αντίθετα, ήταν οπαδός της σιωπής, όπως όλοι οι μεγάλοι διδάσκαλοι. Δίδασκε τους ανθρώπους πιότερο με τη παρουσία και με το παράδειγμα της ζωής του, παρά με τις λέξεις που έλεγε. Συχνά καθότανε στο μέσον των μαθητών του και τηρούσε απόλυτη σιωπή. Πολλά από τα ρητά του, όπως έφθασαν ως εμάς, είναι σύντομα και νευρώδη. Η ουσία της ηθικής ζωής βρίσκεται συμπυκνωμένη σ’ αυτούς τους λίγους στίχους:
Αποχή από κάθε ενέργεια κακή.
Καλλιέργεια του κάθε τι καλού.
Διατήρησις του πνεύματος καθαρού κι αγνού.
Αυτή είναι του Βούδδα η προσταγή.
O Βούδδας πέθανε σε ηλικία περίπου 80 ετών καθισμένος ανάμεσα σε 2 δέντρα, αφού πρώτα είχε κάνει το τελευταίο κήρυγμα στους μαθητές του. Σύμφωνα με μια παράδοση, τα τελευταία του λόγια ήταν:
“Όλα τα σύνθετα πράγματα αποσυντίθενται. Δουλεύετε επιμελώς για τη σωτηρία σας“.=========================
Β’ Μια Μεγάλη Περιπέτεια
EIΣΑΓΩΓΉ: Θα μπορούσα να γράψω κι άλλα για τον Σιντάρτα, αν το άρθρο αφορούσε αυτόν μονάχα. Για τα είδη διδαχών, τις φάσεις κλπ, απλά όμως θέλησα να δώσω μιαν ιδέα, ώστε να γίνει κατανοητό το μέγεθος και να προχωρήσουμε παρακάτω, να δούμε και τη σκοπιά της συζύγου και τη πορεία της όταν έμεινε μονάχη με το νεογέννητο παιδί τους. Δεν θα πω πως κακόπεσε, δε θα πω πως πείνασε, σα βασιλοπούλα και μητέρα του διαδόχου, αλλά και σύχυγος ενός τέτοιου συζύγου. Όντας μάλιστα υπό τη προαστασία και των πεθερικών, ια μπορούσε να πει κανείς πως δεν είχε κάτι να φοβηθεί. Όμως αυτή είναι πάντα μια εύκολη προσέγγιση τέτοιων θεμάτων. Δεν είναι το χρήμα ή η υλική υποστήριζει που έρχεται να προάγει μιαν ευτυχισμένη ζωή, ούτε απαραίτητα η ασφάλεια της βασιλικής αυλής που θα σε κάνει να χαμογελας. Αν το πάρουμε λογικά, χωρίς καν να μάθουμε τί έκανε και πως έζησε, να δούμε μερικά πραγματάκια με βάση την απλή λογική και δεχτούμε εκ των προτέρων πως ήταν όπως περιγράφηκε στην αρχή, καλή κι ευγενική κοπέλλα, θα δεχτούμε πως αγαπούσε τον άντρα της κι όλο το δόμημα ως τα 29 της, ήτανε μια νέα γυναίκα, ώριμη πια κι όχι μια έφηβη, ήξερε πως πλέον έχει ευθύνη βαρειά στις πλάτες της και θα πρέπει πλέον να προσέχει το τι κάνει, γιατί έχει μεγάλο αντίκτυπο και στους υπηκόοους, και στα πεθερικά αλλά και στο σύζυγο και στη φήμη της οικογένειάς της. Δεν ήτανε πια 16 ετών κι είχε επιπλέον κι ένα παιδί, να αναθρέψει και την ευθύνη να το κάνει σωστά, και να μη του αμαυρώσει το μέλλον. Επίσης είχε και την ευθύνη στο σύζυγο. Κάθε απροσεξία, ή σφάλμα της, θα χτυπούσε όλη την οικογένεια και τη φήμη τους.
Έπειτα, ας το εξετάσουμε αλλιώς. Από αρχαιοτάτων χρόνων η θέση της γυναίκας ήταν επισφαλής. Ο Σιντάρτα, στα καλά καθούμενα, εγκαταλείπει το σπίτι, χωρίς να νοιαστεί, τι αφήνει πίσω του. Θα μου πείτε είχε αποστολή και τα ρέστα, κι όντως την έφερε σε πέρας. Ναι εντάξει, αλλά έφερε σε πέρας ένα μέρος αυτής -εντάξει μεγάλο, δε λέω, μα δεν ήτανε μόνον αυτή η αποστολή που επίσης είχε αναλάβει. Αλλά και πάλι, ας σκεφτούμε, αν αντί να πάρει τέτοιαν απόφαση ο Σιντάρτα, την έπαιρνε η Γιασοντάρα και να τη κοπανούσε από το σπίτι για μια σοβαρή… αποστολή. Τα κουδούνια θα ακουγοντουσαν ως την άκρη της Μονγκολίας…. Κανείς δε θα τη πίστευε εκ των προτέρων, -γιατί αργότερα εντάξει μπορεί να έπειθε τελικά, αλλά μέχρι τότε, αστα να πάνε. Όλοι θα λέγανε πως ξεμυαλίστηκε, πως κάποιος γκόμενος της πήρε τα μυαλά και κανείς δεν θα συνέτρεχε, πόσω μάλλον οπαδός ή μαθητής της.
Τέλος, ανάλογα το χαρακτηρα, την εποχή και την ιδιοσυγκρασία της σε συνδυασμό με το αξίωμα που είχε αλλά και το γιο, στην ουσία έχασε όλες τις διεξόδους φυγής της δια μιας. Ο Μύθος λέει πως δεν ξανα είδε άντρα στην υπόλοιπη ζωή της κι επί πραγματικώ το πιστεύω. Άλλο τώρα αν είχε βρει φόρμουλα να ξεγλυστρά που και που, αυτό δε λογίζεται καταφυγή, με τόσο ρίσκο κι άγχος. Ο Μύθος λέει πως ξεκίνησε να βοηθά τους αδυνάτους κι αυτό μπορώ να το πιστέψω επίσης. Ο Μύθος λέει πως έζησε στην αυλή και μεγάλωσε το γιο της σωστά και καλά και μόνον όταν ο Σιντάρτα επέτρεψε και σε γυναικεία μοναστήρια τη λειτουργία, πως κατέφυγε σ’ έν απ’ αυτά, κι αυτό το πιστεύω. Δηλαδή με τη μετά ζωή που έζησε κέρδισε κι αυτή μια σπουδαία θέση στη ζωή κι ίσως σπουδαιότερη.
Το έγραψα και στην αρχή και τώρα θα το επεξηγήσω περαιτέρω. Αυτό το θέμα είναι είτε μύθος, είτε πραγματικότητα. Δεν με νοιάζει, γιατί δήλωσα πως αν είναι πραγματικότητα, είναι πολύ σημαντική η παρουσία της στο όλο οικοδόμημα, αν δεν είναι κι είναι απλά μυθος, μπορεί κάλλιστα να χρησιμοποιηθεί ωφέλιμα κι έτσι, ως ας πούμε, ένα όμορφο συμβολικό και διδακτικό λογοτέχνημα, προϊόν ζωηρής φαντασίας αλλά κι επίγνωσης βαθειάς των ανθρωπίνων. Οπότε δεν ανησυχώ, ούτως ή άλλως. Γι’ αυτό πάμε παρέα τώρα να γνωρίσουμε τη Γιασοντάρα με το βίο της βάσει των όσων έχω βρει γι’ αυτήν. Και μετά κρίνετε μονάχοι… Π. Χ.
**************
Ο ΒΙΟΣ: H Γιασoντάρα (Pali: Yasodharā) ήταν η σύζυγος αλλά κι εξαδέλφη του Σιντάρτα Γκαουτάμα Βούδδα, ως ότου έφυγε από το σπίτι για να γίνει śramaṇa– η μητέρα του Rāhula κι η αδερφή του Devadatta. Αργότερα έγινε bhikkhunī και θεωρείται arahatā. ήταν η κόρη του Βασιλιά Suppabuddha και της Amita, αδελφή του πατέρα του Βούδδα, Βασιλιά Śuddhodana. Γεννήθηκε την ίδια μέρα στον μήνα Vaishaka με τον πρίγκηπα Γκαουτάμα. Ο παππούς της ήταν αρχηγός της Añjana a Koliya, κι όλοι προέρχονταιν από τη φυλή-φατρία Shakya. Οι Shakya κι οι Koliya ήτανε κλάδοι της Ādicca (σανσκρ.: Aditya) ή της δυναστείας Ikshvaku. Δεν υπήρχαν άλλες οικογένειες που να θεωρούνται ισότιμες μαζί τους στη περιοχή κι ως εκ τούτου τα μέλη αυτών των 2 βασιλικών οικογενειών παντρευόντουσαν μόνο μεταξύ τους.
H μικρή Γιασοντάρα αρεσκόταν να στέκεται
να κοιτά τους κήπους που χει φτιάξε
ο πατέρας της βάσει των υποδείξεών της
Παντρεύτηκε τον εξάδελφό της, τον πρίγκηπα Σιντάρτα, όταν ήταν κι οι δυο στα 16. Ήταν μια πανέμορφη νεαρή κοπελλίτσα με σκούρα μαύρα μαλλιά που της έφταναν ως τους αστραγάλους. Όπως ήτανε το έθιμο -βάσει άλλου μύθου- πολλές κοπέλλες από την επικράτεια κατεύθασαν στην αυλή του παλατιού κι ο πρίγκηπας, που ήτανε σε ηλικία γάμου, θα διάλεγε κείνη που του άρεσε πιο πολύ. Γινότανε δε, μεγάλος εορτασμός κι οι γονείς, επίσης έπρεπε να συμφωνήσουν αν η υποψήφια ήτανε κατάλληλη για να γενεί κόρη τους. Τελικά ο πρίγκηπας μοίρασε δώρα κι ωραία λόγια για παρηγοριά, μα τις αρνήθηκε όλες και τις ξαπόστειλε ευγενικά, καθώς δεν του είχεν αρέσει κάποια. Η όλη διαδικασία όδευε προς το τέλος της, όταν η νεαρή πριγκηπέσσα Γιασοντάρα έφτασε βιαστική και λαχανιασμένη στην αυλή, να δει μπας κι είχε μείνει κανένα δωράκι και γι’ αυτήν και μπήκε στον περίβολο ντροπαλά. Ο Πρίγκηπας Σιντάρτα, μόλις την είδε πετάχτηκε από το θρόνο του, άρπαξε ένα θαυμάσιο μαργαριταρένιο κολλιέ και σπεύδοντας σε κείνη, της το φόρεσε προσεχτικά στο λαιμό: Είχε μόλις διαλέξει την όμορφη ξαδελφούλα του για γυναίκα!
Αρχικά, ο πεθερός του Σιντάρτα, δεν ήθελε τον νεαρό αυτό για γαμπρό του. Ήξερε -καθώς υπήρχαν ήδη προφητείες- πως εκείνος ήταν άμαθος στον πόλεμο κι άγουρος, συνεπώς δεν έκανε για γαμπρός του, αλλά κι ότι κάποια στιγμή θ’ άφηνε το παλάτι και την οικογένεια για να πάει να γίνει Πεφωτισμένος. Έλα όμως που η μικρά ξεσπάθωσε και του δήλωσε ορθά-κοφτά, πως εκείνη, άλλον από τον Σιντάρτα δεν παίρνει γι’ άντρα και τέλος οι πολλές κουβέντες! Ο πατέρας όμως πάσχισε να το φέρει αλλιώς. Διοργάνωσε και καλά, ένα τσάμπιονς ληγκ με διάφορα σπορ, τοξοβολία, ξιφομαχία, ιππασία και τα ρέστα, για να τεστάρει παράλληλα τις δυνατότητες του νεαρού, αλλά και να δείξει τυχόν ανικανότητα στα μάτια της και να της αλλάξει τη γνώμη. Του κάκου! Ο Σιντάρτα πήρε χρυσό μετάλλιο σ’ όλα τα σπορ και δια περιπάτου. Τότε τί να κάνει κι ο πεθερός…: “Γαμπρούλη μου!” του φωνάζει συγκινημένος “έλα να σε αγκαλιάσω παιδί μου. Καλώς όρισες στο φτωχικό μας. Εδώ να! θα τρώμε ό,τι βρίσκεται, θα πορευόμεθα, όπως τα φέρνει η τύχη κι ο καιρός και σας εύχομαι βίον ανθόσπαρτον και καλούς απογόνους“! Η δε Γιασοντάρα, πίσω στα ιδιαίτερα δώματά της, ακούστηκε να το πανηγυρίζει δεόντως κι ένα μακρόσυρτο αλλά και δυνατό “Γ Ι Ε ΣΣΣΣ!” ηκούστη, πέρα από τα μυρωμένα ντουβάρια της παντού, -πλήν όμως ίσως να ‘ναι και μύθος.
Αλλά και πριν τον ήθελε, και στα πολύ πιο πέρα και πίσω έτη, κι αυτό μας το μαρτυρά ένας άλλος καταγεγραμμένος μύθος, στα Κινέζικα: 佛 本行 集 經, στη Συλλογική Σούτρα Των Παλαιότερων Πράξεων Του Βούδδα, η Yashodharā συναντά τον Siddhārtha Gautama 1η φορά σε μια προηγούμενη ζωή, όταν σαν νεαρός Brahmin (αρχαίος Ινδός ιερέας) Sumedha, αναγνωρίζεται επίσημα ως ο μελλοντικός Βούδδας από το Βούδδα κείνης της εποχής, Ντιπάνκαρα Βούδδα. Περιμένοντας λοιπόν στη πόλη Paduma τον Ντιμπάνκαρα Βούδδα, προσπαθεί να αγοράσει λουλούδια για προσφορά, αλλά σύντομα μαθαίνει πως ο βασιλιάς αγόρασε ήδη όλα τα λουλούδια για τη δική του προσφορά. Ωστόσο, καθώς ο Dipankara πλησιάζει, ο Sumedha διακρίνει ένα κορίτσι που ονομάζεται Sumithra (ή Bhadra) κρατώντας 8 άνθη του λωτού στα χέρια της. Της μιλά με πρόθεση να αγοράσει έν από τα άνθη της, αλλά εκείνη αναγνωρίζει αμέσως τις δυνατότητές του και του προσφέρει 5 από τους λωτούς της αν της υποσχεθεί ότι θα γίνουνε σύζυγοι σ’ όλες τις επόμενες ζωές-παρουσίες τους στη γη. Και πράγματι, του προσέφερε τα μαλλιά της κομμένα και την υπόσχεση πως σε κάθε προσπάθειά του για τη Φώτιση, θα ‘ναι μαζί του βοηθός και σύντροφος, -μαζί με τα μαλλιά κι… η πολλαπλο-ισόβια κάθειρξη! Δηλαδή τα παιδιά είχαν… ιστορία.
Ας σοβαρευτούμε γιατί πολύ στ’ αστεία το πήραμε. Λοιπόν, στα 29 τους, γέννησε το μοναδικό τους παιδί, ένα αγόρι που ονομάστηκε Ραχούλα. Την 7η νύχτα της γέννησής του, ο πρίγκηπας έφυγε από το παλάτι. Η Γιασόνταρα διαλύθηκε στη θλίψη. Ο Βούδδας έφυγε από το σπίτι του νύχτα για να βρει τη φώτιση, την άφησε να κοιμάται χωρίς να γνωρίζει γι’ αυτό. Την επόμενη μέρα, εκείνη εξεπλάγη με την απουσία του. Αργότερα, σαν έμαθε πως είχε φύγει για να βρει τη φώτιση, υπέκυψε κι έζησε μιαν απλή μοναχική ζωή. Αν κι οι συγγενείς της έστειλαν μηνύματα για να της πουν ότι θα τη συντηρούσανε, δε δέχθηκε τις προσφορές. Αρκετοί πρίγκηπες της ζήτησαν το χέρι, αλλά απέρριψε όλες τις προτάσεις. Καθ’ όλη την 6ετή απουσία του, η πριγκήπισσα Yaśodharā παρακολούθησε στενά τη πορεία του αντρός της και τις ενέργειές του, από τα νέα που μάθαινε κατά καιρούς και μάλιστα λέγεται πως προσπαθούσε να τα μιμηθεί, όσο ήταν αυτό δυνατό.
Όταν ο Βούδδας την επισκέφθηκε στο Καπιλαβάστου μετά από τη Φώτισή του, εκείνη αρνήθηκε να τονε δει, αλλά ζήτησε από από τον μικρό Ραχούλα να πάει στον πατέρα του και να ζητήσει διαδοχή. Η ίδια, σκέφτηκε: “Σίγουρα αν έχω αποκτήσει κάποια αρετή, ο Κύριός μου θα έρθει να με βρει“. Για να εκπληρώσει την επιθυμία της, ο Βούδδας ήρθε και τη θαύμασε για την υπομονή και τη μεγάλη της θυσία. Λίγο αργότερα ο γιος τους έγινε κι αυτός ασκούμενος μοναχός, η Γιασοντάρα μπήκε επίσης στο Τάγμα των Μοναχών και στη πορεία του χρόνου έφτασε στη κατάσταση του Αράτατ. Χειροτονήθηκε ως bhikkhuni με τις 500 γυναίκες, μετά που ο Mahapajapati Gotami καθιέρωσε για 1η φορά το γυναικείο μοναστικό τάγμα bhikkhuni. Τελικά πέθανε στα 78 της χρόνια, 2 χρόνια νωρίτερα από τη parinirvana του Βούδδα σύζυγού της. Τα λόγια τα τελευταία της, ωστόσο είναι κείνα που μαρτυράνε τη πλήρη αφοσίωσγ που του έδειξε όλα τα πίσω χρόνια. Ανέφερε πως δεν υπήρξε ποτέ σύζυγος κανενός άλλου παρά Εκείνου για ολόκληρο αυτό το μεγάλο χρονικό διάστημα και στα χρόνια αυτά τονε βοήθησε να πετύχει 100.000 παγκόσμιους κύκλους σε 4 άπειρες περιόδους, εκεί που άλλοι Βούδδες θα χρειάζονταν 8 ή και 16 τέτοιες περιόδους στο να πετύχουν το ίδιο αποτέλεσμα.
Ωστόσο η αφοσίωση κι η λατρεία της φάνηκε κι όταν από το παραθύρι της, έδειξε στο γιό της, Ραχούλα, τον πατέρα του να περνά με τα κίτρινα ενδύματα του μοναχού, και του είπε αυτά τα λόγια, που τα ‘χε κάμει έναν ύμνο, με τίτλο Το Λιοντάρι Των Ανθρώπων:
Τα κόκκινα, ιερά γυμνά του πέλματα κοσμεί τέλειος τροχός*
Τα μακριά του πέδιλα με φωτεινά σημάδια κοσμημένα.
Τα πόδια του με διάφορα σημάδια διδαχής διακοσμημένα.
Πράγματι, αυτός είν’ ο πατέρας σου, των άνθρωπων λιοντάρι.
Είν’ ένας πρίγκηπας ευαίσθητος, της Σάκυα καμάρι.
Το σώμα του γεμάτο με σημάδια: στόχος η ευημερία.
Πράγματι, αυτός είν’ ο πατέρας σου, των άνθρωπων λιοντάρι.
Σαν τη πανσέληνο είν το πρόσωπο του, σα φεγγάρι.
Σ’ ανθρώπους και θεούς πάντοτε είν’ αγαπητός.
Βάδισμα όμορφο, του ελέφα ευγενών φυλών, με ηρεμία.
Πράγματι, αυτός είν’ ο πατέρας σου, των άνθρωπων λιοντάρι.
Είν’ ευγενής, βαστά γερά από γενιά πολεμιστή.
Τα πόδια του από θεούς κι ανθρώπους έχουν τιμηθεί.
Στο νου του συγκεντρώνεται ηθικά, ο ιερός σκοπός.
Αυτός είν’ ο πατέρας σου, των άνθρωπων καμάρι.
Μακριά κι όμορφη η μύτη του, καλοσχηματισμένη χάρη.
Μεγάλα κι όμορφα, σαν μιας δαμάλας, βλέφαρα ίδια.
Τα μάτια του σκουρόχρωμα, ουράνιο τόξο, σκούρα φρύδια.
Πράγματι, αυτός είν’ ο πατέρας σου, των άνθρωπων λιοντάρι.
Λείος και στρόγγυλος, καλοσχηματισμένος του ο λαιμός.
Σαγόνια έχει δυνατά σαν το λιοντάρι.
Κορμί χρυσό, σαν των θηρίων βασιλιά.
Αυτός είν’ ο πατέρας σου, των άνθρωπων καμάρι.
Έχει βαθειά φωνή, γλυκειά και μαλακιά.
Η γλώσσα του είναι πορφυρή όπως το κινναβάρι.
Τα δόντια του λευκά σε κάθε τους σειρά, σαν το μαργαριτάρι.
Αυτός είν’ ο πατέρας σου, των άνθρωπων καμάρι.
Σκουρόχρωμο και όμορφο μαλλί και λαμπερό.
Το μέτωπό πλατύ, σα καλογυαλισμένο πιάτο είναι χρυσό.
Η τούφα μες στα φρύδια του, ωραία σαν άστρο πρωινό.
Όπως το πλήθος αστεριών, όλ’ ακλουθάν φεγγάρι,
έτσι και ο πατέρας σου των άνθρωπων καμάρι,
το μονοπάτι τ’ ουρανού ακολουθά σωστά
και γύρω αστράκια οι μοναχοί, ακολουθάν πιστά.
Αυτός είν’ ο πατέρας σου, των άνθρωπων λιοντάρι.
* Ντάρμα = dharma, κύκλος γνώσης/διδαχής.
Στο 13ο κεφ. του Lotus Sutra, η Yaśodharā λαμβάνει μια πρόβλεψη από τον Gautama Buddha όπως κι ο Mahapajapati. Η έννοια του ονόματος Yaśodhara (σανσκρ. από yaśas “δόξα, λαμπρότητα” + dhara “τροχός” από τη λεκτική ρίζα dhri “to bear, support”) είναι Φορέας Δόξας. Τα ονόματα που έχει ονομαστεί επίσης εκτός αυτού, είναι: Yaśodharā Theri (doyenne Yaśodharā), Bimbādevī, Bhaddakaccānā και Rāhulamātā (μητέρα του Rahula). Στη διάλεκτο Pali, το όνομα Yaśodharā δεν υπάρχει. υπάρχουνε μόνο 2 αναφορές στο Bhaddakaccānā.
Αρκετά άλλα ονόματα αναγνωρίζονται στη σύζυγο του Βούδδα σε διαφορετικές βουδιστικές παραδόσεις, συμπεριλαμβανομένων των Gopā ή Gopī, Mṛgajā και Manodharā. Σύμφωνα με τον Mulasarvastivada Vinaya και πολλές άλλες πηγές, ο Βούδδας είχε στη πραγματικότητα 3 συζύγους και μια ιστορία της Τζατάκα που ανέφερε ο Nagarjuna διευκρινίζει 2. Ο Thomas Rhys Davids προσέφερε την ερμηνεία πως ο Βούδδας είχε μια μόνη σύζυγο που απέκτησε διάφορους τίτλους κι επίθετα με τα χρόνια, οδηγώντας τελικά στη δημιουργία ιστοριών προέλευσης για πολλές γυναίκες. Ο Noel Peri ήταν ο 1ος μελετητής που εξέτασε το ζήτημα επί μακρόν, ελέγχοντας τις πηγές της Κίνας και του Θιβέτ καθώς και το Pali, λεπτομερώς. Παρατήρησε πως οι 1ες πηγές (που μεταφράστηκαν πριν από τον 5ο αι.) φάνηκαν να ταυτίζουν με συνέπεια τη σύζυγο του Βούδα ως Γκόπι κι ότι μετά από μια περίοδο ασυνέπειας το Yaśodhara εμφανίστηκε ως το αγαπημένο όνομα για τα κείμενα που μεταφράστηκαν στο 2ο μισό του 5ου αι. και μεταγενέστερα. Εκτός από τη θεωρία του Rhys David, προτείνει άλλες ερμηνείες που περιλαμβάνανε τη δυνατότητα πολλαπλών γάμων, που σε ορισμένες περιπτώσεις ταιριάζουνε καλλίτερα με τις διαφορετικές παραλλαγές στις ιστορίες της ζωής του Βούδδα, υποδηλώνοντας ότι αυτές οι ασυνέπειες εμφανίστηκαν όταν συνδυάστηκαν πολλές διαφορετικές ιστορίες σ’ ένα αφήγημα. Προτείνεται επίσης πως όλες αυτές οι εκδοχές μπορεί να οφείλονται και σε μια μεταχρονολογμένη προτίμησηση στη μονογαμία κι έτσι να προσαρμόζονται ανάλογα κι οι καταγραφές.
Όταν ο Βούδας είχε πάρει το βραδυνό του γεύμα κείνη τη μέρα, όλοι όσοι τονε γνωρίζανε σα πρίγκηπα Σιντάρτα, εκτός από τη πριγκήπισσα Γιασοντάρα, ήρθαν να του μιλήσουν. Όλοι τους έκπληκτοι αλλά χαρούμενοι που είδανε τον πρίγκηπά τους ντυμένο μοναχό με τη κίτρινη φορεσιά. Η Γιασοντάρα έμεινε στο δωμάτιό της σκεπτική, “Ο Πρίγκηπας Σιντάρτα είναι τώρα ο Πεφωτισμένος -ο Βούδδας. Τώρα ανήκει στη γραμμή με τους Βούδδες. Είναι σωστό τάχα για μένα να πάω σ’ αυτόν; Δεν με χρειάζεται και δεν θα με ξαναχρειαστεί ποτέ. Νομίζω ότι είναι καλλίτερα να περιμένω λιγάκι και να δω”.
Μετά από λίγο ο Βούδδας ρώτησε:
-“Πού είναι η Γιασοντάρα“;
-“Είναι στο δωμάτιό της“, είπε ο πατέρας του.
-“Θα πάω εκεί“, είπε ο Βούδδας και δίνοντας το μπωλ του στο βασιλιά, κίνησε για το δωμάτιό της. Όπως έβγαινε είπε στο βασιλιά: “Αφήστε τη να με σέβεται, ή ό,τι της αρέσει. Μη της λέτε τίποτα“.

Μόλις μπήκε στο δωμάτιό της, ακόμη και πριν πάρει τη θέση του, η Γιασοντάρα έσπευσε σ’ αυτόν. Έπεσε στο πάτωμα, κράτησε τους αστραγάλους του, έβαλε το κεφάλι της στα πόδια του κι έκλαιγε και πλάνταζε μέχρι τα δάχτυλα των ποδιών της να είναι μούσκεμα στα δάκρυά της. Ο Βούδδας έμεινε σιωπηλός και κανείς δεν τη σταμάτησε μέχρι να κουραστεί να κλαίει. Ο Βασιλιάς Σουντχοντάνα είπε τότε:
-“Κύριε, όταν η νύφη μου άκουσε ότι φορούσες κίτρινες ρόμπες, επίσης ντύθηκε με κίτρινη ρόμπα. Όταν άκουσε ότι παίρνατε ένα γεύμα τη μέρα, έκανε το ίδιο. Όταν άκουσε πως είχατε παρατήσει τους πολιτελείς, αναπαυτικούς καναπέδες, προτίμησε ένα χαμηλό κι άβολο καναπέ. όταν ‘έμαθε πως κοιμόσασταν σε απλό σκληρό κρεββάτι, άρχισε κι εκείνη να κοιμάται σε τέτοιο ίδιο κι όταν άκουσε πως είχατε παρατήσει τις γιρλάντες και τ’ αρώματα, επίσης τα παράτησε κι η ίδια, κι όταν πολλοί νεαροί της στείλανε μηνύματα για προσφορά βοήθειας, τα απέρριψε όλα απ’ όλους. Τόσον ενάρετη είναι η νύφη μου“.
Ο Βούδας κούνησε το κεφάλι επιδοκιμαστικά κι είπε:
-“Όχι μόνο σε αυτή τη τελευταία γέννηση, αλλά και σε μια προηγούμενη γέννηση, η Γιασοντάρα ήταν αφοσιωμένη και πιστή σε μένα“. Κι υπερθεμάτισε, πληροφορώντας τους παρισταμένους, πως σε μιαν άλλη ζωή, ήταν η ίδια με το κορμί της που τον έσωσε, μπαίνοντας μπροστά και δεχόμενη εκείνη ένα βέλος κυνηγού.
Όλοι οι μελετητές του Βούδδα έχουν ασχοληθεί με τη σύζυγό του κι όλοι έχουνε σημειώσει διαφορές. τα διαφορετικά ονόματα που της δόθηκαν, ακόμη και σε μια αίρεση. (όπως το Theravadin), αλλά κι ολάκερος ο μετά βίος της. Σε γενικες γραμμές μπορούμε να πούμε συνοπτικά τα εξής:
Η Γιασοδάρα εγκατέλειψε τη ζωή του νοικοκυριού και μπήκε στη σειρά των μοναχών ταυτόχρονα με τη Maha Pajapati Gotami. Έφτασε στο Arahanthship κι ανακηρύχθηκε η κύρια μαήτρια μεταξύ των μοναχών που πέτυχαν υπερφυσικές δυνάμεις (Maha Abhiaaa) για να θυμηθούν άπειρες εποχές του παρελθόντος. Μόνο 4 από τους μαθητές του Βούδδα είχανε πετύχει τέτοιες δυνάμεις.
Πριν όμως φτάσει να της επιτραπεί, η είσοδος στη μοναστική ζωή, λέγεται πως ακολούθησε ένα παράλληλο δρόμο, με κείνον του αγαπημένου της -προφανέστατα- συζύγου. Δηλαδή έζησε μετρημένη και φτωχική ζωή, δεν αρνήθηκε βοήθεια σε κανένα δυστυχή, δεν φείσθηκε βοήθειας και νοσηλείας μάλιστα, σε ασθενείς, πληγωμένους κλπ. Πως έζησε λιτά και προσεκτικά, και κυρίως επίσης -το τονίζω ιδιαίτερα αυτό- μοναχικά. Μπορεί να ‘χε βρει ένα υποκατάστατο για να γεμίζει κάμποσο, το κενό μιας -όσο και να το κάνουμε- τέτοιας απώλειας, μπορεί να ‘σφιγκε και τα δόντια μέχρι να αναστήσει τον μικρό της μονάχη και σωστά, αλλα μια θλίψη πάντα εμφαινότανε στο βλέμμα και στο σώμα της. Μια μοναξιά και μια θλίψη, που τα κάλυπτε όσο το δυνατόν καλλίτερα. Και γι’ αυτό αλλά και ναι, και για την υψηλή μοναστική της πορεία, είναι πιότερο αξιέπαινη, από το σύζυγο, όσο κι ακόμα ψηλώτερα κι αν ανέβαινε αυτός. Γιατί αυτός πήρε μεν μιαν απόφαση, αλλά προφανώς προμελετμένη και σίγουρα χωρίς κάποιαν έξωθεν πίεση. Εκείνη όμως πιέστηκε να πάρει ένα σωρό δύσκολες αποφάσεις. Και κατά πως μας περιγράφει ο λίγος βίος που μας έγινε γνωστός, τις διάλεξε όλες σωστές και τις υποστήριξε κατά τον καλύτερο τρόπο,
Και για να κλείσουμε λιγάκι πιο εύθυμα τούτο το μύθο/πραγματικότητα, θα σας μεταφέρω με ακόμα πιο αστείο τρόπο, από όσο το βρήκα, κάτι που πέτυχα κατά την αναζήτησή της για τυχόν στοιχεία. Μπαίνω που λέτε σε ένα χώρο, που έξω, έλεγε πχ… -όνομα και μη χωριό- Γιασοντάρα η Σύζυγος του Βούδδα. Δώστε βάση το πως προσέγγισε το θέμα:
Η Γιασοντάρα τάδε, κόρη του δείνα και της δείξε, παντρεύτηκε στα 16 της τον Σιντάρτα κλπ κι έτσι κάποια στιγμή έγινε η σύζυγος του Βούδδα, ο οποίος Βούδδας μπλα μπλά μπλα μπλα μπλα μπλα μπλα μπλα….
.
.
.
….. μπλα μπλά μπλά κλπ.. και τελικά η Γισοντάρα πέθανε 2 χρόνια πριν τον δικό του θάνατο τιμημένη κλπ…..
Όχι ερωτώ: Πιάσατε το νόημα;
Τ Ε Λ Ο Σ