Spinoza Βento de: Ο Ηθικός Της Φιλοσοφίας…

Βιογραφικό

     Ο Βento de Spinoza (Μπέντο ντε Σπινόζα) ήταν Ολλανδός φιλόσοφος, εβραϊκής καταγωγής. Το εύρος κι η σημασία του έργου του δεν έγιναν πλήρως κατανοητά παρά μόνο χρόνια μετά το θάνατό του. Θέτοντας τα θεμέλια για τον Διαφωτισμό του 18ου αι. και τη σύγχρονη κριτική της Αγίας Γραφής, περιλαμβανομένων των σύγχρονων αντιλήψεων για το άτομο κι αναμφίβολα, το σύμπαν, θεωρείται ένας από τους μεγάλους ορθολογιστές της φιλοσοφίας του 17ου αι. Το αριστούργημά του, η μεταθανάτια Ηθική, που αντιτάχθηκε στον δυϊσμό πνεύματος-σώματος του Καρτέσιου, του χάρισε την αναγνώριση ως ενός από τους σημαντικότερους διανοητές της Δυτικής φιλοσοφίας. Με την Ηθική έγραψε το τελευταίο αδιαμφισβήτητο αριστούργημα στα Λατινικά, που οι εκλεπτυσμένες αντιλήψεις της μεσαιωνικής φιλοσοφίας στρέφονται τελικά στον εαυτό τους και καταστρέφονται εντελώς. Ο φιλόσοφος Γκέοργκ Βίλχελμ Φρήντριχ Χέγκελ δήλωσε ότι από όλους τους σύγχρονους φιλοσόφους “Ή είσαι Σπινοζικός ή δεν είσαι καθόλου φιλόσοφος“.
     Το όνομά του σε διάφορες γλώσσες είναι στα Εβραϊκά ברוך שפינוזה (Μπαρούχ Σπινόζα), στα Πορτογαλικά Benedito ή Bento de Espinosa και στα Λατινικά Benedictus de Spinoza. Σε όλες αυτές τις γλώσσες ο 1ος όρος σημαίνει “ο Ευλογημένος“. Μεγάλωσε στη Πορτογαλική Εβραϊκή κοινότητα του Άμστερνταμ. Ανέπτυξε ιδέες ιδιαίτερα αντίθετες προς την Εβραϊκή Βίβλο και τη φύση του Θείου. Οι Εβραϊκές θρησκευτικές αρχές (Πορτογαλική Συναγωγή του Άμστερνταμ) εξέδωσαν ένα χερέμ (ένα είδος απαγόρευσης, απομόνωσης, εξοστρακισμού, απέλασης ή αφορισμού) εναντίον του, αποκλείοντάς τον ουσιαστικά από την Εβραϊκή κοινωνία, στα 23 του. Τα βιβλία του περιελήφθησαν επίσης αργότερα στον Κατάλογο Απαγορευμένων Βιβλίων Καθολικής Εκκλησίας. Έζησε μια εξαιρετικά απλή ζωή ως τροχιστής φακών, απορρίπτοντας επιβραβεύσεις και τιμές σε όλη του τη ζωή, περιλαμβανομένων υψηλού κύρους θέσεων διδασκαλίας. Την οικογενειακή κληρονομιά την άφησε στην αδελφή του. Τα φιλοσοφικά του επιτεύγματα και ο ηθικός του χαρακτήρας έκανε τον φιλόσοφο του 20ού αι. Ζιλ Ντελέζ να τον αποκαλέσει πρίγκηπα των φιλοσόφων.



     Ο Σπινόζα πέθανε σε ηλικία 44 ετών, μάλλον από κάποια ασθένεια των πνευμόνων, ίσως φυματίωση ή πνευμονοκονίαση, που επιδεινώθηκε από τη λεπτή σκόνη γυαλιού που εισέπνεε στο τρόχισμα των οπτικών φακών. Έχει ταφεί στον περίβολο της Νιούε Κερκ (Νέα Εκκλησία) στη Χάγη. Οι πρόγονοι του Σπινόζα ήτανε Σεφαραδίτικης Εβραϊκής καταγωγής κι ανήκανε στη κοινότητα των Πορτογάλων Εβραίων, που ‘χαν εγκατασταθεί στο Άμστερνταμ, μετά το Διάταγμα της Αλάμπρα στην Ισπανία και τη Πορτογαλική Ιερά Εξέταση (1536), που ‘χαν αποτέλεσμα αναγκαστικούς εκχριστιανισμούς κι απελάσεις από την Ιβηρική χερσόνησο. Το διάταγμα αυτό, γνωστό κι ως Διάταγμα της Απέλασης, εκδόθηκε στις 31 Μάρτη 1492 απ’ τους από κοινού Καθολικούς Μονάρχες της Ισπανίας (Ισαβέλλα Α’ της Καστίλης και Φερδινάνδο Β’ της Αραγονίας) και διέτασσε την απέλαση των Εβραίων απ’ τα Βασίλεια Καστίλης κι Αραγονίας και τα εδάφη και τις κτήσεις τους μέχρι 31 Ιουλίου του ίδιου έτους. Προσελκυόμενοι από το Διάταγμα της Ανεξιθρησκείας, που εκδόθηκε το 1579 από την Ένωση της Ουτρέχτης, Πορτογάλοι αναγκαστικά εκχριστιανισμένοι Εβραίοι πήγαν αρχικά στο Άμστερνταμ το 1593 κι αμέσως ξαναασπάσθηκαν την Εβραϊκή θρησκεία. Το 1598 τους χορηγήθηκε άδεια να κτίσουνε συναγωγή και το 1615 ψηφίστηκε διάταγμα για την αποδοχή και τη κυβέρνηση των Εβραίων. Ως κοινότητα εξορίστων, οι Πορτογάλοι Εβραίοι του Άμστερνταμ ήτανε πολύ περήφανοι για τη ταυτότητά τους.
     Η οικογένεια Σπινόζα (Εσπινόζα στα Πορτογαλικά) είχε πιθανότατα τις ρίζες της στην Εσπινόζα ντε λος Μοντέρος, κοντά στο Μπούργος ή στην Εσπινόζα ντε Θεράτο, κοντά στη Παλένθια, αμφότερες στη Βόρεια Καστίλη της Ισπανίας. Η οικογένεια απελάθηκε απ’ την Ισπανία το 1492 και κατέφυγε στη Πορτογαλία, που τους υποχρέωσε ν’ ασπασθούν τον Καθολικισμό το 1498. Ο πατέρας του Σπινόζα γεννήθηκε περίπου έναν αι. μετά απ’ αυτό τον αναγκαστικό προσηλυτισμό στη μικρή Πορτογαλική πόλη Βιδιγέιρα, κοντά στη Μπέγια του Αλεντέζου. Όταν ο πατέρας του Σπινόζα ήτανε παιδί, ο παππούς Ισαάκ ντε Σπινόζα (που ήταν από τη Λισαβόνα), πήρε την οικογένειά του στη Ναντ της Γαλλίας. Απελάθηκαν το 1615 και μετακόμισαν στο Ρότερνταμ, όπου ο Ισαάκ πέθανε το 1627. Ο πατέρας του Σπινόζα Μιγκουέλ κι ο θείος του Μανουέλ μετακόμισαν τότε στο Άμστερνταμ, όπου ασπάσθηκαν πάλι τον Ιουδαϊσμό. Ο Μιγκουέλ ήτανε πετυχημένος έμπορος κι έγινε επίτροπος της συναγωγής και της Εβραϊκής σχολής του Άμστερνταμ. Έχασε 3 συζύγους και 3 απ’ τα 6 παιδιά του, πριν ενηλικιωθούν.


                       Ο Δάσκαλος διδάσκει τον νεαρό Μπέντο

     Το Άμστερνταμ και το Ρότερνταμ λειτουργούσαν ως σημαντικά κοσμοπολιτικά κέντρα, όπου εμπορικά πλοία από πολλά μέρη του κόσμου έφερναν ανθρώπους διαφόρων εθίμων και πεποιθήσεων. Αυτή η ανθούσα εμπορική δραστηριότητα δημιούργησε μια κουλτούρα σχετικά ανεκτική του ρόλου των νέων ιδεών, προστατευμένη από το αυστηρό χέρι της εκκλησιαστικής εξουσίας. Διόλου τυχαία τα φιλοσοφικά έργα τόσο του Καρτέσιου όσο και του Σπινόζα αναπτύχθηκαν στο πολιτισμικό και πνευματικό πλαίσιο της Ολλανδικής Δημοκρατίας τον 17ο αιώνα. Πιθανολογείται ότι ο Σπινόζα ήταν μέλος ενός κύκλου φίλων, αντισυμβατικών σύμφωνα με τα κοινωνικά δεδομένα, που περιελάμβανε μέλη των Κολλεγιανών (εκλεκτικού προτεσταντικού θρησκευτικού κινήματος).Ο Μπαρούχ ντε Εσπινόζα γεννήθηκε στις 24 Νοεμβρίου του 1632 στο Γιόντενμπούουρτ (Εβραϊκή συνοικία) του Άμστερνταμ. Ήταν ο δεύτερος γιος του Μιγκουέλ ντε Εσπινόζα, ενός πετυχημένου, αν και όχι πλούσιου, Πορτογάλου σεφαραδίτη Εβραίου εμπόρου του Άμστερνταμ. Η μητέρα του, Ανα Ντεμπόρα, 2η σύζυγος του Μιγκουέλ, πέθανε όταν ο Μπαρούχ ήταν 6 ετών. Μητρική γλώσσα του Σπινόζα ήταν τα Πορτογαλικά, αν και γνώριζε επίσης Εβραϊκά, Ισπανικά, Ολλανδικά, ίσως Γαλλικά κι αργότερα Λατινικά. Αν κι έγραψε στα Λατινικά, τα έμαθε στο τέλος της νεότητάς του.
     Ο Σπινόζα είχε παραδοσιακή Εβραϊκή ανατροφή, παρακολουθώντας μαθήματα στη σύναξη Ταλμούδ Τορά του Άμστερνταμ, με επικεφαλής τον πολυμαθή και παραδοσιακό ανώτερο Ραββίνο Σαούλ Λεβί Μορτέιρα. Μεταξύ των δασκάλων του ήταν ο λιγότερο παραδοσιακός Ραββίνος Μενασέχ μπεν Ισραέλ, άνθρωπος με ευρεία μάθηση και κοσμικά ενδιαφέροντα, φίλος του Βόσιους, του Γκρότιους και του Ρέμπραντ. Παρότι προφανώς μαθητής – αστέρι και ίσως θεωρούμενος δυνητικά ραββίνος, ο Σπινόζα δεν έφτασε ποτέ στην προχωρημένη μελέτη της Τορά των ανώτερων επιπέδων του προγράμματος σπουδών. Αντίθετα, στην ηλικία των 17, μετά τον θάνατο του μεγαλύτερου αδελφού του, Ισαάκ, διέκοψε τις επίσημες σπουδές του για να αρχίσει να εργάζεται στην εισαγωγική οικογενειακή επιχείρηση. Το 1653, στα 20, άρχισε να μελετά Γαλλικά με τον Φράνσες φαν ντεν Έντεν (1602-1674) περιβόητο ελεύθερο στοχαστή, πρώην Ιησουίτη και ριζοσπάστη δημοκράτη, που πιθανότατα εισήγαγε τον Σπινόζα στη σχολαστική και στη νεότερη φιλοσοφία, περιλαμβανομένης εκείνης του Καρτέσιου (Μια δεκαετία αργότερα ο φαν ντεν Έντεν θεωρήθηκε Καρτεσιανός και αθεϊστής και τα βιβλία του μπήκαν στον Καθολικό Κατάλογο Απαγορευμένων Βιβλίων).



     Ο πατέρας του, Μιγκουέλ, πέθανε το 1654, όταν ο Σπινόζα ήταν 21. Απήγγειλε κατά τα δέοντα την Καντίς, την Εβραϊκή προσευχή πένθους, επί έντεκα μήνες, όπως απαιτούσε ο Εβραϊκός νόμος. Όταν η αδελφή του Ρεβέκκα αμφισβήτησε την κληρονομιά του, την οδήγησε στο δικαστήριο για να αποδείξει το δίκιο του, κέρδισε την υπόθεση, αλλά στη συνέχεια παραιτήθηκε από τις αξιώσεις του προς χάρη της. Ο Σπινόζα υιοθέτησε το Λατινικό όνομα Benedictus de Spinoza, άρχισε να ζει με τον φαν ντεν Έντεν και να διδάσκει στη σχολή του. Λέγεται ότι ερωτεύθηκε την κόρη του δασκάλου του Κλάρα, αλλά αυτή τον αρνήθηκε για πλουσιότερο σπουδαστή. Τη περίοδο αυτή ο Σπινόζα γνωρίστηκε επίσης με τους Κολλεγιανούς, μία αντικληρική Προτεσταντική αίρεση με τάσεις προς τον ρασιοναλισμό και τους Μεννονίτες, που υπήρχαν ήδη επί 1 αιώνα, όντας επίσης Προτεστάντες. Πολλοί από τους φίλους του ανήκαν σε ομάδες Χριστιανών αντιφρονούντων, που συναντιόντουσαν συχνά ως ομάδες συζήτησης και που συνήθως απέρριπταν την αυθεντία των καθιερωμένων εκκλησιών καθώς και τα παραδοσιακά δόγματα.
     Η ρήξη του με τα κυρίαρχα δόγματα του Ιουδαϊσμού κι ιδιαίτερα η επιμονή του στη μη Μωσαϊκή πατρότητα της Πεντατεύχου δεν ήταν ξαφνική αλλά μάλλον φαίνεται να υπήρξε το αποτέλεσμα μιας μακράς εσωτερικής διαπάλης. “Αν κάποιος πιστεύει ότι η κριτική μου (ως προς την πατρότητα της Βίβλου) είναι υπερβολική και στερούμενη επαρκούς θεμελίωσης, θα του ζητούσα να αναλάβει να μας δείξει σε αυτές τις αφηγήσεις ένα συγκεκριμένο σχέδιο, όπως θα μπορούσε να βρει μιμητές ιστορικούς στα χρονικά τους. Αν το πετύχει θα παραδεχθώ αμέσως την ήττα μου και αυτός θα είναι ο πανίσχυρος Απόλλων μου. Γιατί ομολογώ ότι όλες οι επί μακρόν προσπάθειές μου δεν είχαν ως αποτέλεσμα μια τέτοια ανακάλυψη. Πράγματι μπορώ να προσθέσω ότι δεν έγραψα τίποτα εδώ, που να μην είναι προϊόν μακρού προβληματισμού και, αν και έχω εκπαιδευθεί από την παιδική μου ηλικία στις παραδεδεγμένες πεποιθήσεις σχετικά με τη Γραφή, αισθάνθηκα τελικά υποχρεωμένος να ασπασθώ τις απόψεις που εκφράζω εδώ“.



     Από τη στιγμή που χαρακτηρίστηκε ως αιρετικός, οι συγκρούσεις του με τις αρχές έγιναν εντονότερες. Για παράδειγμα, όταν ρωτήθηκε από μέλη της συναγωγής του, ο Σπινόζα απάντησε ότι ο Θεός έχει σώμα και τίποτα στις γραφές δε λέει κάτι διαφορετικό. Αργότερα δέχθηκε στα σκαλιά της συναγωγής επίθεση από κάποιον με μαχαίρι που φώναζε “Αιρετικέ!”. Προφανώς αυτή η επίθεση τον συγκλόνισε και επί χρόνια είχε (και φορούσε) το σχισμένο του παλτό, ως ενθύμιο. Μετά τον θάνατο του πατέρα του το 1654, ο Σπινόζα και ο νεότερος αδελφός του Γαβριήλ (Αβραάμ) ανέλαβαν την οικογενειακή εισαγωγική επιχείρηση. Η επιχείρηση αντιμετώπισε σοβαρές οικονομικές δυσκολίες, ίσως λόγω του A’ Αγγλοολλανδικού Πολέμου (1652-54). Μάρτη 1656 κατέθεσε αίτηση στις δημοτικές αρχές του Άμστερνταμ να κηρυχθεί ορφανός, ώστε ν’ απαλλαγεί απ’ τα χρέη των επιχειρήσεων του πατέρα του, ώστε να μπορέσει να κληρονομήσει τη περιουσία της μητέρας του (που είχε κληρονομήσει ο πατέρας του ως παρακαταθήκη για εκείνον), χωρίς επ’ αυτής απαιτήσεις των πιστωτών του πατέρα του. Ακόμη, ενώ είχε καταβάλει σημαντική συνεισφορά στην Ταλμούδ Τορά της συναγωγής το 1654 και το 1655, μείωσε τη συνεισφορά του το Δεκέμβρη του 1655 και δεν πλήρωσε ποτέ τη κανονική του συνδρομή του Μάρτη 1656. Κατάφερε τελικά ν’ αφήσει την ευθύνη για την επιχείρηση και τα χρέη της στον νεότερο αδελφό του Γαβριήλ κι ο ίδιος να αφοσιωθεί στη φιλοσοφία και τα οπτικά. Στις 27 Ιουλίου 1656 η συνέλευση της Ταλμούδ Τορά του Άμστερνταμ εξέδωσε ένα χερέμ (ένα είδος απαγόρευσης, απομόνωσης, εξοστρακισμού, απέλασης ή αφορισμού) εναντίον του 23χρονου Σπινόζα. Ακολουθεί η μετάφραση του επίσημου πρακτικού της μομφής:

  “Οι Αρχοντες της μα’αμάντ (συνέλευση γερόντων) γνωρίζοντας από καιρό τις κακές ιδέες και πράξεις του Μπαρούχ ντε Εσπινόζα, προσπάθησαν με διάφορα μέσα και υποσχέσεις να τον επαναφέρουν από τον κακό του δρόμο. Αλλά αφού απέτυχαν να τον κάνουν να διορθώσει την ασεβή του πορεία, αντίθετα, λαμβάνοντας καθημερινά όλο και σοβαρότερες πληροφορίες για τις βδελυρές αιρέσεις που εφάρμοζε και δίδασκε και για τις αποτρόπαιες πράξεις του και έχοντας για αυτό πολλούς αξιόπιστους μάρτυρες, πείστηκαν για την αλήθεια της υπόθεσης και, αφού όλα αυτά εξετάστηκαν, αποφάσισαν ότι ο αναφερόμενος Εσπινόζα πρέπει να αφορισθεί και να αποβληθεί από τον λαό του Ισραήλ. Με την απόφαση των αγγέλων και την εντολή των αγίων αφορίζουμε, αποβάλλουμε, καταριόμαστε και αναθεματίζουμε τον Βαρούχ ντε Εσπινόζα με τη συγκατάθεση του Θεού. Ευλογημένος να είναι Εκείνος και με τη συγκατάθεση όλης της Ιεράς Συνόδου, μπροστά σε αυτούς τους ιερούς Παπύρους, με τις 613 εντολές που είναι γραμμένες σ’ αυτούς, με τον αφορισμό, με τον οποίο ο Ιησούς του Ναυή κατέλαβε την Ιεριχώ, με την κατάρα με την οποία ο Ελισαίος καταράστηκε τους νέους και με όλες τις κατάρες, που είναι γραμμένες στο Βιβλίο του Νόμου. Καταραμένος να είναι τη μέρα και καταραμένος να είναι τη νύχτα, καταραμένος να είναι όταν πλαγιάζει και καταραμένος να είναι όταν σηκώνεται, καταραμένος να είναι όταν βγαίνει και καταραμένος να είναι όταν μπαίνει. Ο Κύριος δεν θα τον λυπηθεί, ο θυμός και η οργή του Κυρίου θα επιπέσει επ’ αυτού και θα του φέρει όλες τις κατάρες, που είναι γραμμένες σε αυτό το βιβλίο, και ο Κύριος θα εξαλείψει το όνομά του κάτω από τον ουρανό και ο Κύριος θα τον απομακρύνει με τον τραυματισμό του από όλες τις φυλές του Ισραήλ με όλες τις κατάρες της διαθήκης, που είναι γραμμένες στο Βιβλίο του Νόμου. Αλλά εσείς που προσκολλάσθε παρά τω Κυρίω τω Θεώ είσθε όλοι ζωντανοί την ημέρα εκείνη. Διατάζουμε κανείς να μην επικοινωνεί με αυτόν προφορικά ή γραπτά, να μην του δείχνει καμία εύνοια, να μη μένει μαζί του κάτω από την ίδια στέγη ή σε απόσταση τεσσάρων αρσίν από αυτόν και να μη διαβάζει οτιδήποτε γραμμένο από αυτόν“.

     Η σύνοδος της Ταλμούδ Τορά εξέδιδε τακτικά μομφές, για μεγάλες και μικρές υποθέσεις, έτσι μια τέτοια ποινή δεν ήταν κάτι ασυνήθιστο.
Όμως η γλώσσα της μομφής για τον Σπινόζα είναι ασυνήθιστα σκληρή και δεν εμφανίζεται σε καμία άλλη γνωστή μομφή, που είχε εκδοθεί από την Πορτογαλική Εβραϊκή κοινότητα του Άμστερνταμ. Δεν δηλώνεται η ακριβής αιτία για την αποβολή του Σπινόζα. Η μομφή αναφέρεται μόνο στις “βδελυρές αιρέσεις που εφάρμοζε και δίδασκε” και στις “αποτρόπαιες πράξεις” του και στις καταθέσεις μαρτύρων. Δεν υπάρχει καμμία καταγραφή τέτοιας κατάθεσης, αλλά φαίνεται ότι υπήρχαν αρκετές πιθανές αιτίες για την έκδοση της μομφής.
     1ον, ήταν οι ριζοσπαστικές θεολογικές απόψεις του Σπινόζα, που προφανώς εξέφραζε δημόσια. Όπως το θέτει ο φιλόσοφος και βιογράφος του Σπινόζα, Στήβεν Νάντλερ, “Αναμφίβολα εξέφραζε ακριβώς εκείνες τις ιδέες, που σύντομα θα εμφανίζονταν στις φιλοσοφικές του πραγματείες. Στα έργα αυτά ο Σπινόζα αρνείται την αθανασία της ψυχής, απορρίπτει την έννοια ενός Θεού της θείας πρόνοιας – του Θεού του Αβραάμ, του Ισαάκ και του Ιακώβ και υποστηρίζει πως ο Νόμος ούτε δόθηκε κυριολεκτικά από τον Θεό, ούτε πιο δεσμευτικά για τους Εβραίους. Είναι λοιπόν περίεργο που ένας από τους τολμηρότερους και πιο ριζοσπάστες διανοητές της ιστορίας τιμωρήθηκε από μια Ορθόδοξη Εβραϊκή κοινότητα ;”
     2ον, είναι αρκετά βάσιμο να υποθέσει κανείς ότι τα μέλη της Εβραϊκής κοινότητας του Άμστερνταμ, σε μεγάλο βαθμό πρώην “προσήλυτοι”, που τον προηγούμενο αιώνα είχαν διαφύγει από τη Πορτογαλική Ιερά Εξέταση (και τα παιδιά και τα εγγόνια τους), πρέπει να ενδιαφέρονταν να προστατεύσουν τη φήμη τους από οποιαδήποτε σχέση με τον Σπινόζα από φόβο μήπως οι αμφιλεγόμενες απόψεις του συνεπάγονταν τη δικιά τους πιθανή δίωξη ή αποβολή. Δεν υπάρχουν ενδείξεις ότι οι δημοτικές αρχές του Άμστερνταμ ενεπλάκησαν άμεσα στη μομφή του Σπινόζα. Αλλά “το 1619 το δημοτικό συμβούλιο έδωσε ρητά εντολή στην Πορτογαλική Εβραϊκή κοινότητα να ρυθμίσουν τη συμπεριφορά τους και να εξασφαλίσουν ότι τα μέλη της κοινότητας τηρούσαν αυστηρά τον Εβραϊκό νόμο” και άλλες αποδείξεις, όπως η απαγόρευση, εγκεκριμένη από την ίδια τη συναγωγή, δημόσιων γάμων ή επικήδειων πορειών και συζητήσεων θρησκευτικών ζητημάτων με Χριστιανούς, από φόβο μήπως τέτοιες δραστηριότητες “βλάψουν την ελευθερία που απολαμβάνουμε”, καθιστούν σαφές ότι ποτέ δεν ξεχνούσαν τον κίνδυνο μήπως και ενοχλήσουν τις αρχές της πόλης. Έτσι η έκδοση της μομφής για τον Σπινόζα ήταν σχεδόν σίγουρα μια άσκηση αυτολογοκρισίας από την Πορτογαλική Εβραϊκής κοινότητα του Άμστερνταμ.
     3ον, πιθανολογείται ότι ο ίδιος ο Σπινόζα είχε ήδη πάρει την πρωτοβουλία να αποχωρισθεί τη σύνοδο της Ταλμούδ Τορά και εξέφραζε φωναχτά την εχθρότητά του προς τον Ιουδαϊσμό τον ίδιο. Είχε πιθανόν σταματήσει να παρακολουθεί λειτουργίες στη συναγωγή είτε μετά την αντιδικία με την αδελφή του, είτε μετά την επίθεση με μαχαίρι στα σκαλιά της. Είχε ίσως ήδη διατυπώσει την άποψη, που εξέφρασε αργότερα, στη Θεολογική – Πολιτική Πραγματεία του, ότι οι αρχές της πόλης όφειλαν να καταστείλουν τον Ιουδαϊσμό, ως επιζήμιο για τους ίδιους τους Εβραίους. Για οικονομικούς ή άλλους λόγους, σε κάθε περίπτωση είχε σταματήσει να καταβάλει συνδρομή στη συναγωγή από τον Μάρτιο του 1656. Είχε επίσης διαπράξει τις “αποτρόπαιες πράξεις”, σε αντίθεση με τους κανονισμούς της συναγωγής και τις απόψεις ορισμένων ραββινικών αρχών, να προσφύγει σε πολιτικό δικαστήριο αντί για τις αρχές της συναγωγής -για να παραιτηθεί από την κληρονομιά του πατέρα του. Όταν του κοινοποιήθηκε η απόφαση της μομφής φέρεται να είπε: “Πολύ καλά, αυτό δεν με υποχρεώνει να κάνω τίποτα που δεν θα είχα κάνει από μόνος μου, αν δεν φοβόμουν το σκάνδαλο.” Έτσι, σε αντίθεση με τις περισσότερες μομφές που εκδίδονταν τακτικά από τη σύνοδο του Άμστερνταμ για να νουθετήσει τα μέλη της, η μομφή που εκδόθηκε κατά του Σπινόζα δεν κατέληξε σε μετάνοια και έτσι δεν ανακλήθηκε ποτέ.



     Μετά τη μομφή λέγεται ότι απηύθυνε μια “Απολογία” (υπεράσπιση), γραμμένη στα Ισπανικά, στους πρεσβύτερους της συναγωγής, που υπερασπιζόταν τις απόψεις του ως ορθόδοξες και κατήγγελλε τους ραββίνους ότι τον κατηγορούσαν για απαίσιες πρακτικές κι άλλες αχρειότητες απλώς και μόνο επειδή είχε αδιαφορήσει για εορταστικές τελετουργίες. Αυτή η “Απολογία” δεν διασώθηκε αλλά μέρος των περιεχομένων της μπορεί να συμπεριλήφθηκε αργότερα στη Θεολογική Πολιτική Πραγματεία του. Για παράδειγμα, παρέθεσε μια σειρά αινιγματικών δηλώσεων του μεσαιωνικού βιβλικού σχολιαστή Αβραάμ Ιμπν Έζρα που υπαινίσσεται ότι ορισμένα προφανώς αναχρονιστικά αποσπάσματα της Πεντατεύχου (π.χ. “ο Χαναναίος ήταν τότε στη χώρα”, Γεν. 12.6, που ο Ιμπν Έζρα θεωρούσε μυστήριο” και προέτρεπε “αυτούς που το κατανοούν να σιωπούν”) δεν ήταν Μωσαϊκής προέλευσης, ως απόδειξη ότι οι δικές του απόψεις είχαν έγκυρο ιστορικό προηγούμενο. Η πιο αξιοσημείωτη πτυχή της μομφής ίσως δεν ήταν η έκδοσή της, ούτε η άρνηση του Σπινόζα να υπακούσει, αλλά το γεγονός ότι η αποβολή του Σπινόζα από την Εβραϊκή κοινότητα δεν οδήγησε στον προσηλυτισμό του στον Χριστιανισμό. Ο Σπινόζα κράτησε το Λατινικό (κι έτσι έμμεσα Χριστιανικό) όνομα Benedict de Spinoza, διατήρησε στενή σχέση με τους Κολλεγιανούς, Χριστιανική αίρεση, μετακόμισε ακόμη σε μια πόλη κοντά στην έδρα των Κολλεγιανών και ετάφη σε Χριστιανικό νεκροταφείο – αλλά δεν υπάρχουν ενδείξεις ή υποψία ότι δέχτηκε ποτέ να βαπτιστεί ή συμμετείχε σε Χριστιανική λειτουργία. Έτσι, από επιλογή του, ο Μπαρούχ ντε Εσπινόζα έγινε ο πρώτος κοσμικός Εβραίος της νεότερης Ευρώπης. Ο φιλόσοφος Ρίτσαρντ Πόπκιν αμφισβητεί την ιστορική αλήθεια της μομφής, που, όπως υποστηρίζει ο Πόπκιν, αναδείχθηκε σχεδόν 300 χρόνια μετά τον θάνατο του Σπινόζα. Ο Σπινόζα πέρασε τα υπόλοιπα 21 του χρόνια γράφοντας και μελετώντας ιδιωτικά ως λόγιος.
     Μετά το χερέμ οι δημοτικές αρχές του Άμστερνταμ ανταποκρινόμενες στις εκκλήσεις των ραββίνων, καθώς και του Καλβινικού κλήρου, που είχαν προσβληθεί από την ύπαρξη ενός ελεύθερου διανοητή μέσα στη συναγωγή απέλασαν αμέσως τον Σπινόζα από το Άμστερνταμ. Εζησε για λίγο μέσα ή κοντά στο χωριό Ούντερκερκ άαν ντε Άμστελ,αλλά σύντομα επέστρεψε στο Άμστερνταμ κι έζησε ήσυχα εκεί για μερικά χρόνια, δίνοντας ιδιαίτερα μαθήματα φιλοσοφίας και τροχίζοντας φακούς, πριν φύγει από τη πόλη το 1660 ή το 1661. Στο διάστημα αυτό στο Άμστερνταμ έγραψε τη Σύντομη Πραγματεία περί του Θεού, του Ανθρώπου και της Ευημερίας του, της οποίας σώζονται δύο Ολλανδικές μεταφράσεις, που ανακαλύφθηκαν το 1810.



     Ο Σπινόζα μετακόμισε γύρω στα 1660 ή 1661 από το Άμστερνταμ στο Ρίνσμπουργκ (κοντά στο Λέιντεν), την έδρα των Κολλεγιανών. Στο Ρίινσμπουργκ άρχισε να εργάζεται πάνω στις Αρχές Φιλοσοφίας του Καρτέσιου, καθώς και στο αριστούργημά του, την Ηθική. Το 1663 επέστρεψε για λίγο στο Άμστενταμ, όπου ολοκλήρωσε και εξέδωσε τις Αρχές Φιλοσοφίας του Καρτέσιου (το μόνο έργο, που εκδόθηκε στην εποχή του με το όνομά του) και στη συνέχεια μετακόμισε τον ίδιο χρόνο στο Βόορμπουργκ, λίγο έξω από τη Χάγη. Στο Βόορμπουργκ συνέχισε να εργάζεται πάνω στην Ηθική και αλληλογραφούσε με επιστήμονες, φιλοσόφους και θεολόγους από όλη την Ευρώπη. εγραψε επίσης και το 1670 εξέδωσε τη Θεολογική Πολιτική Πραγματεία του, για την υπεράσπιση της κοσμικής και συνταγματικής διακυβέρνησης – και προς υποστήριξη του Γιαν ντε Βιτ, Μεγάλου Διοικητή της Ολλανδίας, κατά του Ηγεμόνα, Πρίγκιπα της Οράγγης. Ο Λάιμπνιτς, που επισκέφθηκε τον Σπινόζα, υποστήριξε ότι η ζωή του τέθηκε σε κίνδυνο, όταν οι υποστηρικτές του Πρίγκιπα της Οράγγης δολοφόνησαν τον ντε Βιτ το 1672. Ενώ εκδόθηκε ανώνυμα, το έργο δεν έμεινε έτσι για πολύ κι οι εχθροί του ντε Βιτ το χαρακτήρισαν ως φτιαγμένο στη Κόλαση από ένα Εβραίο αποστάτη και τον Διάβολο και εκδοθέν εν γνώσει του Γιόχαν ντε Βιτ. Καταδικάσθηκε από τη Σύνοδο της Μεταρρυθμισμένης Εκκλησίας (Ολλανδική Προτεσταντική Εκκλησία) το 1673 κι απαγορεύθηκε επίσημα το 1674.

     Ο Σπινόζα έβγαζε τα προς το ζην με το τρόχισμα φακών και τη κατασκευή οργάνων, ενώ κι όσο ζούσε στο Βόορμπουργκ, μέσω αλληλογραφίας και φιλίας με τον επιστήμονα Κρίστιαν Χόυχενς και τον μαθηματικό Γιοχάνες Χούντε, συμμετείχε σε σημαντικές οπτικές έρευνες της εποχής, όπως συζητήσεις για σχεδιασμό με τον Χόυχενς μικροσκοπίου για μικρά αντικείμενα και συνεργασία σε υπολογισμούς για ένα σχεδιαζόμενο τηλεσκόπιο 12 μέτρων, που θα ήταν ένα από τα μεγαλύτερα της εποχής στην Ευρώπη. Την ποιότητα των φακών του Σπινόζα εξήρε μεταξύ άλλων ο Κρίστιαν Χόυχενς. Η τεχνική και τα όργανά του ήταν τόσο αξιόπιστα ώστε ο Κόνσταντιν Χόυχενς (αδελφός του Κρίστιαν) τοποθέτησε το 1687 έναν διαυγή και λαμπερό τηλεφακό 12,5 μέτρων από το εργαστήριο του Σπινόζα, 10 χρόνια μετά τον θάνατό του. Δεν είναι γνωστός ο ακριβής τύπος φακών που κατασκεύαζε, αλλά πιθανότατα ήταν φακοί τόσο για μικροσκόπια όσο και για τηλεσκόπια. Έχει αναφερθεί από τον ανατόμο Τέοντορ Κέρκριγκ ότι είχε κατασκευάσει ένα άριστο μικροσκόπιο, που η ποιότητά του ήταν η βάση των ανατομικών θεωριών του. Στο διάστημα που ήταν κατασκευαστής φακών κι οργάνων ενισχυόταν από μικρές αλλά τακτικές δωρεές στενών φίλων.



     Το 1670 μετακόμισε στη Χάγη, όπου ζούσε με μια μικρή σύνταξη από τον Γιαν ντε Βιτ και μια μικρή πρόσοδο από τον αδελφό του νεκρού φίλου του, Σιμόν ντε Βρι. Εργάστηκε πάνω στην Ηθική, έγραψε μια ημιτελή Εβραϊκή γραμματική, άρχισε τη Πολιτική Πραγματεία του, έγραψε 2 επιστημονικά δοκίμια (Για το Ουράνιο Τόξο και Για τον Υπολογισμό των Αλλαγών) κι άρχισε μια ολλανδική μετάφραση της Αγίας Γραφής (που αργότερα κατέστρεψε). Επέλεξε τη Λατινική λέξη caute (πρόσεχε), γραμμένη κάτω από ένα τριαντάφυλλο, σύμβολο μυστικότητας, ως σήμα του. Γιατί, έχοντας διαλέξει να γράφει σε γλώσσα τόσο ευρέως κατανοητή, ήταν υποχρεωμένος να κρύβεται για ότι έγραφε. Το 1676 συναντήθηκε στη Χάγη με το Λάιμπνιτς για συζήτηση του βασικού φιλοσοφικού του έργου, της Ηθικής, που είχε τότε ολοκληρώσει. Η συνάντηση αυτή περιγράφεται στο Ο Αυλικός και ο Αιρετικός (2009) του (Αμερικανού φιλοσόφου) Μάθιου Στιούαρτ. Η υγεία του Σπινόζα άρχισε να αδυνατίζει το 1676 και πέθανε στις 20 Φεβρουαρίου 1677, σε ηλικία 44 ετών. Λέγεται ότι ο πρόωρος θάνατός του οφειλόταν σ’ ασθένεια πνευμόνων, πιθανόν πνευμονοκονίαση, λόγω εισπνοής υαλόσκονης από τους φακούς που κατασκεύαζε. Μεταγενέστερα έγινε μνημείο στο σπίτι του στη Χάγη.
     Τα βιβλία κι οι εγκυκλοπαίδειες παρουσιάζουν συνήθως τον Σπινόζα σαν μια μοναχική ψυχή, που έβγαζε τα προς το ζην ως τροχιστής φακών, όμως στην πραγματικότητα είχε πολλούς φίλους, αλλά είχε ελαχιστοποιήσει τις ανάγκες του. Κήρυττε μια φιλοσοφία ανεκτικότητας και καλοσύνης. Ο Άντονι Γκότλιμπ (διευθυντής σύνταξης του Economist, 1997-2006) τον χαρακτήρισε ότι έζησε ζωή αγίου. Ο σχολιαστής Μ. Στιούαρτ Φελπς παρατήρησε πως Κανείς δεν έχει πλησιάσει περισσότερο την ιδανική ζωή του φιλοσόφου από τον Σπινόζα. Άλλος σχολιαστής, ο Χάρολντ Μπλουμ, έγραψε “Ως δάσκαλος της πραγματικότητας εφάρμοσε τη δική του σοφία κι ήταν σίγουρα ένα από τα πιο υποδειγματικά ανθρώπινα πλάσματα που έζησαν ποτέ“. Σύμφωνα με τους New York Times “Στην εξωτερική του εμφάνιση ήταν ανεπιτήδευτος, αλλά όχι ατημέλητος. Ο τρόπος ζωής του ήταν εξαιρετικά περιορισμένος και αποχωρητικός. Συχνά δεν έβγαινε από το δωμάτιό του για πολλές μέρες. Ήταν επίσης σχεδόν απίστευτα ολιγαρκής. Τα έξοδά του μερικές φορές ανέρχονταν σε λίγες πένες τη μέρα“. Σύμφωνα με τον Χάρολντ Μπλουμ και τη Chicago Tribune “Φαίνεται να μην είχε σεξουαλική ζωή“. Ο Σπινόζα αλληλογραφούσε επίσης με τον Πέτερ Σεράριους, ριζοσπάστη Προτεστάντη και μιλλεναριανιστή έμπορο. Ο Σεράριους ήταν προστάτης του Σπινόζα, αφότου αυτός εγκατέλειψε την Εβραϊκή κοινότητα και ακόμη έστελνε και δεχόταν επιστολές για τον φιλόσοφο σε και από τρίτους. Ο Σπινόζα και ο Σεράριους διατήρησαν τη σχέση τους μέχρι τον θάνατο του δεύτερου το 1669. Από τις αρχές της δεκαετίας του 1660 το όνομα του Σπινόζα έγινε ευρύτερα γνωστό και τον επισκέφθηκαν ο Γκόντφριντ Λάιμπνιτς και ο Χάινριχ Όλντενμπουργκ (ένας από τους μεγαλύτερους διανοούμενους της Ευρώπης του 17ου αιώνα), όπως αναφέρεται στο Ο Αυλικός και ο Αιρετικός του Στιούαρτ. Ο Σπινόζα αλληλογραφούσε με τον Όλντενμπουργκ το υπόλοιπο της σύντομης ζωής του.



     Το συγγραφικό έργο του Καρτέσιου έχει περιγραφεί ως σημείο εκκίνησης του Σπινόζα. Η 1η έκδοσή του ήτανε το γεωμετρικό του εγχειρίδιο (αποδείξεις που χρησιμοποιούσαν τη γεωμετρική μέθοδο του Ευκλείδειου προτύπου με ορισμούς, αξίωματα, κλπ.) για τα Μέρη Ι και ΙΙ του έργου Αρχές της Φιλοσοφίας του Καρτέσιου (1663). Είχε σχετιστεί με τον Λάιμπνιτς και τον Καρτέσιο ως ορθολογιστές, σε αντίθεση με τους εμπειριστές.
     Από τον Δεκέμβρη του 1664 ως τον Ιούνιο του 1665 αλληλογραφούσε με το Βίλεμ βαν Μπλίγιενμπεργκ, ερασιτέχνη Καλβινιστή θεολόγο, που συζητούσε για τον ορισμό του κακού. Αργότερα το 1665 γνωστοποιούσε στον Όλντενμπουργκ ότι είχε αρχίσει να δουλεύει νέο βιβλίο, τη Θεολογική-Πολιτική Πραγματεία, που εκδόθηκε το 1670. Ο Λάιμπνιτς διαφώνησε δριμύτατα Σπινόζα στο κατόπιν δημοσιευμένο χειρόγραφό του Αντίκρουση του Σπινόζα, αλλά είναι γνωστό ότι κι αυτός τονε συνάντησε, μια τουλάχιστον φορά (όπως αναφέρθηκε παραπάνω) και το δικό του έργο έχει μερικές εντυπωσιακές ομοιότητες με συγκεκριμένα σημαντικά σημεία της φιλοσοφίας του. Όταν οι δημόσιες αντιδράσεις στην ανώνυμα δημοσιευμένη Θεολογική-Πολιτική Πραγματεία ήταν εξαιρετικά δυσμενείς για τη φήμη του ως Καρτεσιανού, αναγκάστηκε να ματαιώσει τη δημοσίευση των περισσότερων από τα έργα του. Επιφυλακτικός κι ανεξάρτητος, είχε σφραγίδα, που τη χρησιμοποιούσε για να μαρκάρει τις επιστολές του που ήταν χαραγμένη με τριαντάφυλλο και τη λέξη caute (πρόσεχε στα Λατινικά).
     Η Ηθική κι όλα τ’ άλλα έργα του, εκτός από τις Αρχές Φιλοσοφίας του Καρτέσιου και τη Θεολογική-Πολιτική Πραγματεία, δημοσιεύθηκαν μετά τον θάνατό του στην Opera Posthuma που εκδόθηκε με μυστικότητα από τους φίλους του, για να αποφευχθεί η κατάσχεση και καταστροφή των χειρογράφων. Η Ηθική περιλαμβάνει ορισμένες ακόμη αδιευκρίνιστες ασάφειες κι είναι γραμμένη μ’ αυστηρά μαθηματική δομή, με πρότυπο Ευκλείδεια γεωμετρία κι έχει χαρακτηριστεί ως εξαιρετικά αινιγματικό αριστούργημα. Αυτές είναι οι θεμελιώδεις έννοιες, που ο Σπινόζα παραθέτει άποψη για την Ύπαρξη, όπως φωτίζεται από τη δική του επίγνωση του Θεού. Μπορεί να φαίνονται παράξενες με τη 1η ματιά. Στο ερώτημα Τι είναι; απαντά: Ουσία, τα χαρακτηριστικά κι οι τρόποι της. Ο Σπινόζα υποστήριζε ότι ο Θεός υπάρχει κι είναι αφηρημένος κι απρόσωπος. Προσέδωσε τάξη κι ενότητα στη παράδοση της ριζοσπαστικής σκέψης, προσφέροντας ισχυρά όπλα για επικράτησή της επί της παραδεδειγμένης αυθεντίας. Ως νέος προσυπέγραψε τη δυαλιστική πεποίθηση του Καρτέσιου ότι το σώμα και το πνεύμα είναι 2 διαφορετικές ουσίες, αλλά μετά άλλαξε την άποψή του κι υποστήριξε ότι δε διαχωρίζονται, όντας ενιαίο σύνολο.



     Υποστήριξε ότι τα πάντα που υπάρχουνε στη Φύση (δηλ. τα πάντα στο Σύμπαν) είναι Πραγματικότητα (ουσία) κι υπάρχει μόνο σύνολο κανόνων, που κυβερνά το σύνολό της που μας περιβάλλει και που αποτελούμε μέρος. Θεωρούσε το Θεό και τη Φύση ως 2 ονόματα για ίδια πραγματικότητα, δηλαδή ενιαία θεμελιώδη ουσία (που σημαίνει αυτό που υπόκειται μάλλον παρά ύλη), που είναι η βάση του σύμπαντος και που όλες οι μικρότερες οντότητες είναι στη πραγματικότητα τρόποι ή τροποποιήσεις, ότι όλα τα πράγματα είναι καθορισμένα απ’ τη Φύση να υπάρχουνε και να προκαλούν αποτελέσματα κι ότι η πολύπλοκη αλυσίδα αιτίου κι αιτιατού γίνεται εν μέρει μόνο αντιληπτή. Η εκ μέρους του ταύτιση του Θεού με τη φύση εξηγήθηκε πιότερο στη μετά τον θάνατό του Ηθική. Η κύρια διαφωνία του Σπινόζα με τον Καρτεσιανό δυαλισμό πνεύματος-σώματος ήταν ότι αν πνεύμα και σώμα ήτανε πράγματι ξεχωριστά, τότε δεν είναι σαφές πώς μπορούν με οποιοδήποτε τρόπο να συνεργάζονται. Το ότι οι άνθρωποι θεωρούν ότι έχουν ελεύθερη θέληση, υποστηρίζει, είναι αποτέλεσμα της συνειδητοποίησης μεν των επιθυμιών που επηρεάζουνε τον νου τους, ενώ αδυνατούν να κατανοήσουνε τις αιτίες που λόγω αυτών θέλουνε κι ενεργούν όπως κάνουν. Έχει περιγραφεί από συγγραφέα ως Επικούρειος υλιστής, αν κι είναι παραπλανητικό να αποκαλείται υλιστής (όπως ήταν οι Επικούρειοι) καθώς αντιμετωπίζει τη σκέψη (το χώρο νου και σκέψης) και το πραγματικό (φυσική πραγματικότητα), ως παράγωγα ανώτερης, άπειρης ουσίας (Deus sive Natura, ή Θεό), που εκφράζει άπειρες ιδιότητες και λειτουργίες. Π.χ., η ανθρώπινη εμπειρία δεν είναι παρά σταγόνα σ’ άπειρο ωκεανό, που συνιστά την ύπαρξη.
     Υποστηρίζει ότι ο Deus sive Natura (Θεός ή Φύση) είναι ον με απείρως πολλές ιδιότητες, που 2 μόνο είναι αντιληπτές από την ανθρώπινη νόηση η σκέψη κι η έκταση. Η περιγραφή του κατόπιν της φύσης της πραγματικότητας φαίνεται να αντιμετωπίζει τον φυσικό και διανοητικό κόσμο ως συνυφασμένους, αιτιωδώς σχετιζόμενους, και απορρέοντες από την ίδια ουσία. Είναι σημαντικό να παρατηρήσουμε εδώ στα Μέρη 3 και 4 της Ηθικής ότι ο Σπινόζα περιγράφει πώς ο ανθρώπινος νους επηρεάζεται τόσο από πνευματικούς όσο και από φυσικούς παράγοντες. Αμφισβητεί ευθέως τον δυαλισμό. Η παγκόσμια ουσία ενυπάρχει τόσο στο σώμα όσο και στο πνεύμα. Ενώ είναι διαφορετικές λειτουργίες, δεν υπάρχει θεμελιώδης διαφορά μεταξύ αυτών. Η διατύπωση αυτή είναι μια σημαντική ιστορικά επίλυση του προβλήματος πνεύματος – σώματος, γνωστής ως ουδέτερος μονισμός. Το σύστημα του Σπινόζα προβλέπει ένα Θεό, που δεν κυβερνά το σύμπαν με Πρόνοια, στο οποίο ο Θεός μπορεί να κάνει αλλαγές, αλλά ο ίδιος ο Θεός είναι το αιτιοκρατικό σύστημα του οποίου τα πάντα στη φύση αποτελούν μέρος. Ενώ θα μπορούσε να ειπωθεί ότι αυτό εξακολουθεί να αντιστοιχεί σε Θεία Πρόνοια, καθώς ο Σπινόζα υποστηρίζει ότι “τα πράγματα δεν θα μπορούσαν να είχαν γίνει από τον Θεό με οποιοδήποτε άλλο τρόπο ή σειρά από ότι συμβαίνει”, απορρίπτει άμεσα έναν υπερβατικό Θεό που αντιδρά ενεργά στα γεγονότα στο σύμπαν. Καθετί που συνέβη και θα συμβεί είναι μέρος μιας μακράς αλυσίδας αιτίου και αποτελέσματος που, σε ένα μεταφυσικό επίπεδο, οι άνθρωποι αδυνατούν να αλλάξουν. Καμία προσευχή ή ιεροτελεστία δεν θα επηρεάσει τον Θεό. Μόνο η γνώση του Θεού, ή της ύπαρξης μέσα στην οποία ζουν οι άνθρωποι, τους επιτρέπει να ανταποκρίνονται καλύτερα στον γύρω τους κόσμο. Έτσι, σύμφωνα με αυτήν την αντίληψη του συστήματος του Σπινόζα, οι άνθρωποι ζουν σήμερα μέσα στο σύμπαν και η εμπειρία προέρχεται από τον Θεό. Ο Θεός είναι εντελώς απρόσωπος για την ύπαρξη επειδή όχι μόνο είναι αδύνατο να υπάρχουν δυο άπειρες ουσίες (δύο απειρίες είναι άτοπο), αλλά ο Θεός – όντας η ανώτατη ουσία – δεν μπορεί να επηρεάζεται απ’ οτιδήποτε άλλο, αλλιώς δεν θα ήταν η θεμελιώδης ουσία.

     Εκτός από την ουσία, οι άλλες 2 θεμελιώδεις έννοιες που παρουσιάζει και αναπτύσσει στην Ηθική είναι οι ιδιότητες (που η διάνοια αντιλαμβάνεται ότι είναι περιεχόμενο της ουσίας) κι η λειτουργία (ο τρόπος ή η κατάσταση της ουσίας) της ύπαρξης. Ήτανε πλήρης ντετερμινιστής, που έκρινε ότι απολύτως οτιδήποτε συμβαίνει, συμβαίνει μέσω της διαδικασίας της αναγκαιότητας. Για αυτόν, ακόμη και η ανθρώπινη συμπεριφορά είναι πλήρως καθορισμένη, με την ελευθερία να συνίσταται στην ικανότητά μας να γνωρίζουμε ότι είμαστε καθορισμένοι και να καταλαβαίνουμε γιατί ενεργούμε όπως ενεργούμε. Έτσι, ελευθερία δεν είναι η δυνατότητα να πούμε “όχι” σε ότι μας συμβαίνει, αλλά η δυνατότητα να πούμε “ναι” και να κατανοήσουμε πλήρως γιατί τα πράγματα ήταν υποχρεωτικό να συμβούν έτσι. Διαμορφώνοντας πιο “κατάλληλες” ιδέες για το τί κάνουμε και για τα συναισθήματα και τα αισθήματά μας, γινόμαστε η επαρκής αιτία των ενεργειών μας (εσωτερικών ή εξωτερικών), που συνεπάγεται μια αύξηση δραστηριότητας (αντί για παθητικότητα). Αυτό σημαίνει ότι γινόμαστε τόσο περισσότερο ελεύθεροι, όσο και σαν τον Θεό, όπως υποστηρίζει ο Σπινόζα. Ωστόσο έκρινε επίσης ότι τα πάντα πρέπει αναγκαστικά να συμβούν με τον τρόπο που γίνονται. Κατά συνέπεια οι άνθρωποι δεν έχουν ελεύθερη βούληση. Πιστεύουν όμως ότι η βούλησή τους είναι ελεύθερη. Αυτή η ψευδαισθητική αντίληψη ελευθερίας προέρχεται από την ανθρώπινη συνείδησή μας, την εμπειρία και την αδιαφορία για τα προηγηθέντα φυσικά αίτια. Οι άνθρωποι πιστεύουν ότι είναι ελεύθεροι αλλά “ονειρεύονται με τα μάτια τους ανοικτά”. Για τον Σπινόζα οι ενέργειές μας καθοδηγούνται εξ ολοκλήρου από φυσικές παρορμήσεις. Στην επιστολή του στον Γ. Χ. Σούλερ (Επιστολή 58) έγραψε: “Οι άνθρωποι έχουν επίγνωση των επιθυμιών τους και άγνοια των αιτίων από τις οποίες (οι επιθυμίες) καθορίζονται“.
     Αυτή η εικόνα του ντετερμινισμού του φωτίζεται ακόμη πιότερο διαβάζοντας το περίφημο απόσπασμα στην Ηθική: Το βρέφος πιστεύει ότι από ελεύθερη βούληση αναζητά το μαστό, το θυμωμένο αγόρι πιστεύει ότι από ελεύθερη βούληση επιθυμεί εκδίκηση, ο συνεσταλμένος άνδρας νομίζει ότι με ελεύθερη βούληση επιζητεί τη φυγή, ο μέθυσος πιστεύει ότι με ελεύθερη εντολή του μυαλού του λέει πράγματα που ξεμέθυστος επιθυμεί να μην είχε πει … Όλοι πιστεύουν ότι μιλούν με ελεύθερη εντολή του μυαλού, ενώ στην πραγματικότητα δεν έχουν τη δύναμη να συγκρατήσουν την παρόρμηση που έχουν να μιλήσουν. Έτσι για τον Σπινόζα η ηθική και η ηθική κρίση σαν επιλογή στηρίζονται σε μια ψευδαίσθηση. Γι’ αυτόν το Φταίξιμο κι ο Έπαινος είναι ανύπαρκτα ανθρώπινα ιδανικά, μόνο στο νου μας, γιατί είμαστε τόσο εγκλιματισμένοι στην ανθρώπινη συνείδηση, που διασυνδέεται με την εμπειρία μας, ώστε έχουμε μια ψευδή ιδέα επιλογής που στηρίζεται σε αυτή. Η φιλοσοφία του έχει πολλά κοινά με τον Στωικισμό, στο βαθμό που κι οι 2 φιλοσοφίες επιδίωξαν να επιτελέσουν θεραπευτικό ρόλο, καθοδηγώντας τους ανθρώπους πώς να αποκτήσουν την ευτυχία. Εντούτοις, διέφερε έντονα από τους Στωικούς σε σημαντικό σημείο: αυτός απέρριπτε εντελώς τον ισχυρισμό τους ότι η λογική θα μπορούσε να νικήσει το συναίσθημα. Αντίθετα, υποστήριζε, το συναίσθημα μπορεί ν’ αντικατασταθεί ή να υπερνικηθεί από ισχυρότερο. Γι’ αυτόν η κρίσιμη διάκριση ήταν μεταξύ ενεργητικών και παθητικών συναισθημάτων, με τα 1α κείνα που γίνονται λογικά κατανοητά και τα 2α κείνα που δε γίνονται. Θεωρούσε επίσης ότι η γνώση των αληθινών αιτίων του παθητικού συναισθήματος μπορεί να το μεταμορφώσει σε ενεργητικό συναίσθημα, προβλέποντας έτσι μια από τις βασικές ιδέες της ψυχανάλυσης του Φρόυντ.


                                  Επιστολή στο Λάιμπνιτς

     Συμπυκνωμένα, στην αρχή τού έργου του Πραγματεία περί της βελτίωσης της Κατανόησης (Tractatus de intellectus emendatione) βρίσκεται ο πυρήνας της ηθικής φιλοσοφίας του -ότι αυτός θεωρούσε το αληθινό και τελικό καλό. Θεωρούσε ότι το καλό και το κακό είναι σχετικές έννοιες, υποστηρίζοντας ότι τίποτα δεν είναι εγγενώς καλό ή κακό, παρά μόνο σε σχέση με την ιδιαιτερότητα. Πράγματα που είχανε κλασσικά θεωρηθεί καλά ή κακά, υποστήριζε, ήταν απλώς καλά ή κακά για τους ανθρώπους. Πιστεύει σε αιτιοκρατικό σύμπαν πυ όλα τα πράγματα στη φύση προκαλούνται από ορισμένη καθορισμένη αναγκαιότητα και με τη μέγιστη δυνατή τελειότητα. Τίποτα δεν συμβαίνει τυχαία στον κόσμο του και τίποτα δεν είναι τυχαίο.
     Στο σύμπαν οτιδήποτε συμβαίνει προέρχεται από την ουσιώδη φύση των αντικειμένων ή απ’ τον Θεό/Φύση. Σύμφωνα με τον Σπινόζα η πραγματικότητα είναι τελειότητα. Αν οι περιστάσεις είναι λυπηρές, αυτό είναι αποτέλεσμα μόνο της ανεπαρκούς μας αντίληψης. Ενώ τα στοιχεία της αλυσίδας αιτίου κι αιτιατού δεν είναι πέραν της κατανόησης της ανθρώπινης λογικής, η ανθρώπινη αντίληψη του απείρως σύνθετου συνόλου περιορίζεται λόγω των ορίων της επιστήμης να λάβει εμπειρικά υπόψη της το σύνολο της αλληλουχίας. Επίσης υποστήριξε ότι η αντίληψη των αισθήσεων, αν και πρακτική και χρήσιμη για τη ρητορική, είναι ανεπαρκής για την ανακάλυψη της καθολικής αλήθειας. Η μαθηματική και λογική προσέγγισή του στη μεταφυσική, κι επομένως στην ηθική, κατέληγε στο συμπέρασμα ότι το συναίσθημα δημιουργείται από την ανεπαρκή αντίληψη. Η έννοιά του τού conatus (προσπάθεια) τονίζει ότι η φυσική τάση του ανθρώπου είναι να προσπαθεί να διατηρήσει ουσιαστική ύπαρξη κι επιβεβαίωση ότι η αρετή / δύναμη του ανθρώπου ορίζεται από την επιτυχία αυτής της διατήρησης  κι όχι από ύπαρξη καθοδηγούμενη απ’ τη λογική ως κεντρικό ηθικό δόγμα. Επίσης υψηλότερη αρετή είναι η πνευματική αγάπη ή γνώση του Θεού/Φύσης/Σύμπαντος. Στο τελευταίο μέρος της Ηθικής το ενδιαφέρον του για την έννοια της αληθινής μακαριότητας κι η εξήγησή του πώς τα συναισθήματα πρέπει να αποσπαστούν από εξωτερικά αίτια κι έτσι να τα υπερνικούν προοιωνίζονται ψυχολογικές τεχνικές που αναπτύχθηκαν τη 10ετία 1900. Η ιδέα του περί 3 ειδών γνώσης -γνώμης, λόγου, διαίσθησης- κι η άποψή του ότι η διαισθητική γνώση παρέχει τη μέγιστη ικανοποίηση του νου, οδηγεί στη πρότασή του ότι όσο πιότερο έχουμε επίγνωση του εαυτού μας και της Φύσης/Σύμπαντος, τόσο πιότερο τέλειοι και ευλογημένοι είμαστε (στη πραγματικότητα) κι ότι μόνο η διαισθητική γνώση είναι αιώνια. Εξαιρετική είναι η μοναδική του συμβολή στη κατανόηση των λειτουργιών του μυαλού, ακόμη κι αυτή την εποχή των ριζικών φιλοσοφικών εξελίξεων, απ’ την άποψη ότι οι απόψεις του παρέχουνε γέφυρα μεταξύ του μυστικιστικού παρελθόντος των θρησκειών και της σημερινής ψυχολογίας.



     Δεδομένης της επιμονής του σε τελείως καθορισμένο κόσμο, όπου βασιλεύει η αναγκαιότητα, το Καλό και το Κακό δεν έχουν κανέν απόλυτο νόημα. Ο κόσμος, όπως υπάρχει, φαίνεται ατελής μόνο λόγω της περιορισμένης αντίληψής μας. Είναι ευρέως διαδεδομένη η αντίληψη ότι ταύτιζε το Θεό με το υλικό σύμπαν. Έχει κατά συνέπεια ονομασθεί προφήτης και πρίγκηπας του πανθεϊσμού. Εν τούτοις σ’ επιστολή του στον Όλντενμπουργκ δηλώνει ότι ως προς την άποψη ορισμένων ότι ταυτίζω τον Θεό με τη φύση (θεωρούμενο ως ένα είδος μάζας ή σωματικής ύλης), κάνουν τελείως λάθος. Γι’ αυτόν, το Σύμπαν μας (Κόσμος) είναι τρόπος με 2 χαρακτηριστικά τη Σκέψη και την Έκταση. Ο Θεός έχει απείρως πολλά άλλα χαρακτηριστικά που δεν είναι παρόντα στον κόσμο μας. Σύμφωνα με τον Γερμανό φιλόσοφο Καρλ Γιάσπερς, όταν ο Σπινόζα έγραψε Deus sive Natura (Θεός ή Φύση) εννοούσε ότι ο Θεός είναι Natura naturans (Φύση που ενεργεί όπως η φύση) κι όχι Natura naturata (Φύση ήδη δημιουργημένη) και πίστευε πως ο Σπινόζα, στο φιλοσοφικό του σύστημα, δεν εννοούσε ότι Θεός και Φύση είναι όροι εναλλάξιμοι, αλλά μάλλον ότι η υπερβατικότητα του Θεού πιστοποιείται από τα απείρως πολλά χαρακτηριστικά (ιδιότητές) του κι ότι 2 χαρακτηριστικά γνωστά στους ανθρώπους, τα ονομαζόμενα Σκέψη κι Έκταση, υποδήλωναν τη πανταχού παρουσία του. Ακόμη ο Θεός και με τα χαρακτηριστικά της σκέψης και της έκτασης δεν μπορεί να ταυτισθεί αυστηρά με τον κόσμο μας. Αυτός ο κόσμος είναι βέβαια διαιρετός, αποτελείται από μέρη. Αλλά επιμένει ότι κανένα χαρακτηριστικό ουσίας δεν μπορεί πραγματικά να κατανοηθεί, που σημαίνει η ουσία να διαιρεθεί. (Που σημαίνει ότι κανείς δεν μπορεί να συλλάβει χαρακτηριστικό με τρόπο που να οδηγεί στη διαίρεση της ουσίας) κι ότι ουσία που είναι απολύτως άπειρη είναι αδιαίρετη (Ηθική, Μέρος Ι, Προτάσεις 12 και 13). Ακολουθώντας αυτή τη λογική ο κόσμος μας πρέπει να θεωρηθεί ως τρόπος με 2 χαρακτηριστικά, τη σκέψη και την έκταση. Ετσι η πανθεϊστική διατύπωση Ένα κι Όλα θα ίσχυε μόνον αν το Ένα διατηρεί την υπερβατικότητά του και το Όλα δεν ερμηνευόταν ως το σύνολο πεπερασμένων πραγμάτων.
     Ο Μαρτιάλ Γκερού (Γάλλος φιλόσοφος, 1891-1976) πρότεινε τον όρο Πανενθεϊσμός μάλλον παρά Πανθεϊσμός για να περιγράψει την άποψη του Σπινόζα για τη σχέση μεταξύ Θεού και κόσμου. Ο κόσμος δεν είναι Θεός αλλά, κατά έντονη αίσθηση, μέσα στο Θεό. Όχι μόνο τα πεπερασμένα πράγματα έχουν τον Θεό ως αιτία τους, αλλά δεν μπορούν να κατανοηθούν χωρίς τον Θεό. Μ’ άλλα λόγια, ο κόσμος είναι υποσύνολο του Θεού. Εντούτοις, ο Αμερικανός πανενθεϊστικός φιλόσοφος Τσαρλς Χάρτσχορν (1897-2000) επέμενε στον όρο Κλασσικός Πανθεϊσμός για να περιγράψει την άποψη του. Το 1785 ο Φρίντριχ Χάινριχ Γιάκομπι (Γερμανός φιλόσοφος) δημοσίευσε καταδίκη του πανθεϊσμού του Σπινόζα, μετά την υποτιθέμενη ομολογία του Λέσσινγκ, την ώρα που πέθαινε, ότι ήταν Σπινοζικός, κάτι που στην εποχή του ισοδυναμούσε με άθεο. Ο Γιάκομπι υποστήριζε ότι το δόγμα του Σπινόζα ήτανε καθαρός υλισμός επειδή όλη η Φύση και ο Θεός δεν θεωρούνται τίποτε άλλο παρά εκτεταμένη ουσία. Αυτό, για τον Γιακόμπι, ήτανε συνέπεια του ορθολογισμού του Διαφωτισμού και θα κατέληγε τελικά στον απόλυτο αθεϊσμό. Ο Μόζες Μέντελσον (Γερμανοεβραίος φιλόσοφος, 1729-1786) διαφωνούσε με τον Γιακόμπι, λέγοντας ότι δεν υπάρχει πραγματική διαφορά μεταξύ θεϊσμού και πανθεϊσμού. Το θέμα αυτό αποτέλεσε μείζον πνευματικό και θρησκευτικό ζήτημα του Ευρωπαϊκού πολιτισμού κείνη την εποχή. Η ελκυστικότητα της φιλοσοφίας του Σπινόζα στους Ευρωπαίους του τέλους του 18ου αι. συνίστατο στο ότι παρείχε μια εναλλακτική του υλισμού, του αθεϊσμού και του ντεϊσμού. 3 απ’ τις ιδέες του Σπινόζα τους γοήτευαν έντονα:

  η ενότητα όλων όσα υπάρχουν
    η κανονικότητα όσων συμβαίνουν
       η ταυτότητα πνεύματος και φύσης

     Το 1879 ο πανθεϊσμός του εγκωμιαζόταν από πολλούς αλλά από μερικούς εθεωρείτο ανησυχητικός κι επικίνδυνα επιζήμιος. Το “Θεός και Φύση” (Deus sive Natura) του Σπινόζα μιλούσε για ζώντα, φυσικό Θεό, σε αντίθεση με τη Πρώτη Αιτία της Νευτώνειας μηχανικής ή το νεκρό μηχανισμό της Γαλλικής Ανθρώπινης Μηχανής (του Γάλλου υλιστή φιλόσοφου Ζυλιέν Οφρέ ντε λα Μετρί, 1709-1751). Ο Κόλριτζ κι ο Σέλλεϋ είδανε στη φιλοσοφία του θρησκεία της φύσης. Ο Νοβάλις τον ονόμασε άνθρωπο μεθυσμένο από Θεό. Ενέπνευσε τον Σέλλεϋ να γράψει το δοκίμιο Η Αναγκαιότητα του Αθεϊσμού. Θεωρείτο άθεος γιατί χρησιμοποιούσε τη λέξη Θεός (Deus) για να δηλώσει έννοια που ήτανε διαφορετική από κείνη του Ιουδαιοχριστιανικού μονοθεϊσμού. “Ο Σπινόζα αρνείται ρητά στον Θεό προσωπικότητα και συνείδηση, δεν έχει ούτε νοημοσύνη, συναίσθημα ή βούληση, δεν ενεργεί σύμφωνα με σκοπό, αλλά όλα ακολουθούν την αναγκαιότητα από τη φύση του, σύμφωνα με τον νόμο …“. Έτσι, ο κρύος, αδιάφορος Θεός του έρχεται σ’ αντίθεση με την ιδέα ενός ανθρωπόμορφου, πατρικού Θεού που φροντίζει για την ανθρωπότητα.
     Σύμφωνα με την Εγκυκλοπαίδεια Φιλοσοφίας του Στάνφορντ ο Θεός του είναι άπειρη διάνοια, παντογνώστης κι ικανός ν’ αγαπά τόσο τον εαυτό του όσο κι εμάς, στο βαθμό που είμαστε μέρος της τελειότητάς του και συνιστά την amor intellectualist dei (πνευματική αγάπη του Θεού) ως το ανώτερο αγαθό για τον άνθρωπο. Εντούτοις, το ζήτημα είναι σύνθετο. Ο Θεός του δεν έχει ελεύθερη βούληση, δεν έχει σκοπούς ή προθέσεις κι επιμένει ότι ούτε διανόηση ούτε θέληση έχουν να κάνουν με τη φύση του. Εξ άλλου, ενώ μείς μπορεί ν’ αγαπάμε τον Θεό, πρέπει να θυμόμαστε ότι δεν είναι πραγματικά το είδος του όντος που θα μπορούσε ποτέ να μας ανταγαπήσει. Αυτός που Τον αγαπά δε μπορεί να επιδιώκει σ’ αντάλλαγμα να τον αγαπήσει ο Θεός.



     Ο Στίβεν Νάντλερ υποστηρίζει ότι η απάντηση στο ζήτημα του αθεϊσμού ή πανθεϊσμού του Σπινόζα εξαρτάται από την ανάλυση των διαθέσεων. Αν ο πανθεϊσμός συνδέεται με τη θρησκευτικότητα, τότε δεν είναι πανθεϊστής. Ο Σπινόζα πιστεύει ότι η σωστή στάση προς το Θεό δεν είναι κείνη της ευλάβειας ή του θρησκευτικού δέους αλλ’ αντίθετα, κείνη της αντικειμενικής μελέτης και λογικής, γιατί παίρνοντας τη θρησκευτική στάση αφήνεται ανοιχτό το ενδεχόμενο λάθους και δεισιδαιμονίας. Από πολλούς συγγραφείς έχουνε συζητηθεί οι ομοιότητες μεταξύ της φιλοσοφίας του και των Ανατολικών φιλοσοφικών παραδόσεων. Ο Γερμανός Σανσκριτολόγος του 19ου αι. Τέοντορ Γκόλντστύκερ ήταν από τους 1ους που πρόσεξε τις ομοιότητες μεταξύ των θρησκευτικών αντιλήψεων του Σπινόζα και της Ινδικής παράδοσης Βεντάντα, γράφοντας ότι η σκέψη του ήτανε δυτικό φιλοσοφικό σύστημα, που καταλαμβάνει εξέχουσα θέση μεταξύ των φιλοσοφιών όλων των εθνών και των εποχών, τόσο ακριβής αναπαράσταση των ιδεών της Βεντάντα που θα μπορούσαμε να υποπτευθούμε ότι ο θεμελιωτής του έχει δανεισθεί τις θεμελιώδεις αρχές του συστήματός του απ’ τους Ινδουιστές, αλλά η βιογραφία του δεν μας ικανοποιεί, γιατί δεν είχε καμμία ενημέρωση για τα δόγματά τους. Εννοούμε τη φιλοσοφία του ανθρώπου, που η ίδια η ζωή είναι εικόνα αυτής της ηθικής καθαρότητας και πνευματικής αδιαφορίας για τα πρόσκαιρα θέλγητρα αυτού του κόσμου, που ‘ναι σταθερή επιθυμία του φιλόσοφου της Βεντάντα συγκρίνοντας τις θεμελιώδεις ιδέες τους δεν θα δυσκολευόμασταν να αποδείξουμε ότι, αν ο Σπινόζα ήταν Ινδουιστής, το σύστημά του, κατά πάσα πιθανότητα, θ’ αποτελούσε τελευταία φάση της φιλοσοφίας της Βεντάντα.



     Ο Μαξ Μύλερ (Γερμανός φιλόλογος, 1823-1900) στις διαλέξεις του επεσήμανε τις εντυπωσιακές ομοιότητες μεταξύ της Βεντάντα και του συστήματος του Σπινόζα, λέγοντας “το Βράχμαν, όπως γίνεται αντιληπτό στις Ουπανισάδες κι ορίζεται από το Σανκάρα, είναι σαφώς το ίδιο με την Ουσία του Σπινόζα. Η Έλενα Μπλαβάτσκυ (Ρωσίδα αποκρυφίστρια, 1831-1891), ιδρύτρια της Θεοσοφικής Εταιρείας, σύγκρινε επίσης τη θρησκευτική σκέψη του Σπινόζα με τη Βεντάντα, γράφοντας σ’ ημιτελές δοκίμιο: “Ως προς τη Θεότητα του Σπινόζα -natura naturans-, που γίνεται αντιληπτή ως προς τα χαρακτηριστικά της απλή και μοναδική, και την ίδια Θεότητα -ως natura naturata, όπως γίνεται αντιληπτή στην ατέλειωτη σειρά τρόπων ή αλληλεξαρτήσεων, των άμεσων αποτελεσμάτων που απορρέουν από τις ιδιότητες των εν λόγω χαρακτηριστικών, είναι καθαρά και ξάστερα η Θεότητα της Βεντάντα“.
     Η Ευρώπη του ύστερου 20ού αι. επέδειξε μεγαλύτερο φιλοσοφικό ενδιαφέρον, συχνά από αριστερή ή Μαρξιστική σκοπιά. Στον Μαρξ άρεσε η αντίληψη για το σύμπαν, ερμηνεύοντας την ως υλιστική. Οι σημαντικοί φιλόσοφοι Λουί ΑλτουσέρΖιλ Ντελέζ (Γάλλος, 1925-1995), Αντόνιο Νέγκρι, Ετιέν Μπαλιμπάρ (Γάλλος, 1942-) και Μαριλένα Τσαουί (Βραζιλιάνα, 1941-) έχουνε βασιστεί στη φιλοσοφία του. Η διδακτορική διατριβή του Ντελέζ, που δημοσιεύθηκε το 1968, αναφέρεται σ’ αυτόν ως τον πρίγκηπα των φιλοσόφων. Αλλοι φιλόσοφοι βαθειά επηρεασμένοι είναι μεταξύ άλλων ο Κονσταντίν Μπρούνερ (Γερμανοεβραίος, 1862-1937) κι ο Τζον Ντέιβιντ Γκαρσία (1935-2001). Στην αγγλική γλώσσα ο Στιούαρτ Χάμσάιρ (1914-2004) έγραψε σημαντική μελέτη, ενώ εξ ίσου πολύτιμο είναι και το έργο του Χ. Χ. Τζόακιμ (1868-1938). Σ’ αντίθεση μ’ άλλους φιλοσόφους, έχαιρε ιδιαίτερης εκτίμησης απ’ το Νίτσε. Ήταν σημαντική φιλοσοφική πηγή έμπνευσης για το Τζορτζ Σανταγιάνα (Ισπανοαμερικανό φιλόσοφος, 1863-1952). Όταν αποφοίτησε απ’ το κολλέγιο δημοσίευσε δοκίμιο, Το Ηθικό Δόγμα του Σπινόζα, στο The Harvard Monthly. Μετά έγραψε εισαγωγή στα Ηθική του και De intellectus emendatione. Το 1932 προσκλήθηκε να παρουσιάσει δοκίμιο (δημοσιευμένο ως Ανώτατη Θρησκεία) σε συνάντηση στη Χάγη για τον εορτασμό των 3 αιώνων απ’ τη γέννησή του. Στην αυτοβιογραφία του τονε χαρακτήρισε ως δάσκαλο και πρότυπό του στη κατανόηση της φυσιοκρατικής βάσης της ηθικής.
     Ο φιλόσοφος Λούντβιχ Βίτγκενσταϊν τονε θύμισε με τον τίτλο (που του προτάθηκε από τον Αγγλο φιλόσοφο (1873-1958) Τ. Ε. Μουρ) της Αγγλικής μετάφρασης του 1ου του καθοριστικού φιλοσοφικού έργου Tractatus Logico-Philosophicus, νύξη στο Tractatus Theologico-Politicus του Σπινόζα. Σε άλλο σημείο του δανείστηκε εσκεμμένα την έκφραση sub specie aeternitatis (στο πλαίσιο της αιωνιότητας). Η δομή του έχει πράγματι μερικές συγγένειες με την Ηθική του Σπινόζα (αν και, ομολογουμένως, όχι με το τελευταίο του έργο Tractatus), στηρίζοντας σύνθετα φιλοσοφικά επιχειρήματα σε βασικούς λογικούς ισχυρισμούς κι αρχές. Επίσης στις προτάσεις 6.4311 και 6.45 υπαινίσσεται σπινοζική κατανόηση αιωνιότητας κι ερμηνεία της θρησκευτικής έννοιας της αιώνιας ζωής, δηλώνοντας ότι “αν με την αιωνιότητα κατανοούμε όχι αιώνια χρονική διάρκεια αλλά διαχρονικότητα, τότε ζει αιώνια αυτός που ζει στο παρόν” (6.4311) “Η ενατένιση του κόσμου στο πλαίσιο της αιωνιότητας είναι ο στοχασμός του ως περιορισμένου συνόλου” (6.45).



     Ο Λέβι Στράους (Γερμανοαμερικανός πολιτικός φιλόσοφος, 1899-1973) στο 1ο του βιβλίο Η Κριτική της Θρησκείας κατά Σπινόζα ασχολείται μ’ εξέταση των ιδεών του. Στο βιβλίο τον αναγνώρισε ως μέρος της παράδοσης του ορθολογισμού του Διαφωτισμού, που τελικά παρήγαγε τη Νεωτερικότητα. Ακόμη αναγνωρίζει τον Σπινόζα και τα έργα του ως την αρχή της Εβραϊκής Νεωτερικότητας. Πιο πρόσφατα, ο Τζόναθαν Ισραελ, Καθηγητής Νεότερης Ευρωπαϊκής Ιστορίας του Ινστιτούτου Μεταδιδακτορικών Μελετών του Πρίνστον, έχει καταλήξει στο τεκμηριωμένο συμπέρασμα ότι από το 1650 ως το 1750 ο Σπινόζα ήταν “ο κύριος αμφισβητίας των θεμελιωδών αρχών της αποκεκαλυμμένης θρησκείας, των παραδεδεγμένων ιδεών, της παράδοσης, της ηθικής και αυτού που θεωρείτο παντού, εξίσου σε απολυταρχικά και μη κράτη, ως εκ Θεού συγκροτημένη πολιτική εξουσία“.
     Ο Σπινόζα άσκησε επιρροή πέραν των ορίων της φιλοσοφίας.
     Ο μυθιστοριογράφος του 19ου αι. Τζορτζ Έλιοτ έκανε τη δική του μετάφραση της Ηθικής, τη 1η γνωστή Αγγλική μετάφρασή της. Στον Έλιοτ άρεσαν οι έντονες επιθέσεις του Σπινόζα κατά των δεισιδαιμονιών. Στην αυτοβιογραφία του Από τη Ζωή μου: Ποίηση κι Αλήθεια ο Γκαίτε αφηγείται τον τρόπο με τον οποίο η Ηθική του Σπινόζα ηρέμησε την μερικές φορές αφόρητη συναισθηματική ταραχή της νεότητάς του. Ο Γκαίτε αργότερα επέδειξε την κατανόησή του της μεταφυσικής του Σπινόζα στην αποσπασματική αποσαφήνιση ορισμένων οντολογικών αρχών του Σπινόζα με τίτλο Μελέτη Μετά Σπινόζα. Ανέφερε επίσης τον Σπινόζα, μαζί με τον Σαίξπηρ και τον Κάρολο Λινναίο, ως μία από τις ισχυρότερες επιρροές στη ζωή και το έργο του.
     Ο μυθιστοριογράφος του 20ού αι. Σώμερσετ Μωμ αναφέρθηκε στις βασικές αντιλήψεις του Σπινόζα με τον τίτλο του μυθιστορήματός του Ανθρώπινη δουλεία.
     Στο 1ο επεισόδιο του Σταρ Τρεκ “Εκεί όπου κανένας δεν έχει ξαναπάει” ο κύριος πρωταγωνιστής Γκάρι Μίτσελ φαίνεται να διαβάζει Σπινόζα και στον διάλογο υπάρχει υπαινιγμός ότι ο Κάπτεν Κιρκ μπορεί επίσης να τον έχει διαβάσει στο πλαίσιο των σπουδών του στην Ακαδημία Αστροπλοΐας.
     Ο Άλμπερτ Αϊνστάιν ανέφερε τον Σπινόζα ως τον φιλόσοφο που άσκησε μεγαλύτερη επιρροή στην άποψή του για τον κόσμο (Weltanschauung). Ταύτιζε τον Θεό (άπειρη ουσία) με τη Φύση, σε συνέπεια με τη πίστη του Αϊνστάιν σ’ απρόσωπη θεότητα. Το 1929 ρωτήθηκε με τηλεγράφημα από το Ραββίνο Χέρμπερτ Σ. Γκόλντστάιν αν πίστευε στον Θεό κι απάντησε, επίσης με τηλεγράφημα, “Πιστεύω στον Θεό του Σπινόζα, που αποκαλύπτεται στην εύρυθμη αρμονία όλων όσα υπάρχουν, όχι σε έναν Θεό που ενδιαφέρεται για τη τύχη και τις πράξεις των ανθρώπινων όντων“.

     Ο πανθεϊσμός του Σπινόζα έχει επίσης επηρεάσει την περιβαλλοντική θεωρία. Ο Άρνε Νες, πατέρας του κινήματος της βαθειάς οικολογίας, αναγνωρίζει στον Σπινόζα σημαντική έμπνευση.
     Ο Αργεντινός συγγραφέας Χόρχε Λουίς Μπόρχες επηρεάστηκε σε μεγάλο βαθμό από την άποψη του Σπινόζα για τον κόσμο. Κάνει αναφορές στο έργο του φιλοσόφου σε πολλά ποιήματα και διηγήματά του, όπως κι ο Ισαάκ Μπάσεβις Σίγκερ (Πολωνοεβραιοαμερικανός συγγραφέας, 1902-1991) στο διήγημά του Ο Σπινόζα της Λαϊκής Αγοράς.
     Ο βασικός χαρακτήρας στη Πείνα του Χόφμαν, 5ο μυθιστόρημα του Ολλανδού συγγραφέα Λεόν ντε Βίντερ (1954-) διαβάζει και σχολιάζει το έργο του Tractatus de Intellectus Emendatione στην εξέλιξη του μυθιστορήματος.
     Ο Σπινόζα έχει αποτελέσει το θέμα πολλών βιογραφιών και επιστημονικών διατριβών.
     Σημαντική ιστορική φυσιογνωμία στην Ολλανδία, όπου το πορτραίτο του παρουσιάζεται εμφανώς στο χαρτονόμισμα των 1.000 φιορινιών, νομίσματος μέχρι την εισαγωγή του ευρώ το 2002. Το ανώτερο κι εγκυρότερο επιστημονικό βραβείο της Ολλανδίας ονομάζεται Spinozaprijs (Βραβείο Σπινόζα). Συμπεριλήφθηκε στον 50-θεματικό κανόνα που επιχειρείται να συνοψίσει την ιστορία της Ολλανδίας.
     Η ζωή του Σπινόζα έχει τιμηθεί από τους εκπαιδευτικούς.
     Στη σειρά 1632 του ιστορικού μυθιστορήματος του Αμερικανού Ερικ Φλιντ (1947 -), Εβραίος κι η σύζυγός του σκοτώνονται στη διάρκεια επίθεσης στο Άμστερνταμ, αφήνοντας πίσω τους, ούτε καν 1 έτους. Η ταυτότητα του παιδιού γρήγορα αποκαλύπτεται ότι είναι ο ίδιος ο μικρός Σπινόζα.
     Το θεατρικό έργο του 2008 Νέα Ιερουσαλήμ του Αμερικανού Ντέιβιντ Ιβς (1950-) βασίζεται στο χερέμ (αποβολή) που εκδόθηκε κατά του Σπινόζα από τη σύνοδο Ταλμούδ Τορά στο Άμστερνταμ το 1656 και τα γεγονότα που το προκάλεσαν.
     Βασικές ιδέες που προκύπτουν απ’ τη σκέψη του φιλόσοφου έχουνε τη ρίζα τους στη προσπάθειά του να επιλύσει το πρόβλημα σχέσης πνεύματος κι ύλης, θεωρώντας πως ο Θεός κι ο Κόσμος είναι το ίδιο πράγμα Deus sive Naturae. Επίσης, για τους συγχρόνους του θεωρούνταν οπαδός του “ελευθεριασμού”, καθώς ένας σύγχρονός του -ο Ζαν Μπατίστ Στόππα-, τονε παρουσίαζε ως ανυποχώρητο κριτή όλων των θρησκειών, διάσημο σοφό και φιλόσοφο που ακολουθείται από πολυάριθμους αιρετικούς.
     Η ιδεώδης επιστήμη πρέπει να ερευνά τον κόσμο όχι στον συγκεκριμένο χωρόχρονο αλλά απ’ τη σκοπιά της αιωνιότητας (sub specie aeternitatis). Έτσι βλέπει ο Θεός τον κόσμο και το ίδιο κάνουμε κι εμείς στο βαθμό που μετέχουμε σε ένα απειροελάχιστο μέρος του θεϊκού νου. Η γνώση προέρχεται απαγωγικά από σαφείς και διακριτές ιδέες. Η αντικειμενική γνώση έχει μορφή μαθηματικής αλήθειας. Τα μαθηματικά δεν λειτουργούν με γενικές ιδέες που προσλαμβάνουμε μέσω των εμπειριών, αλλά με ορισμούς και έννοιες που αποδεικνύουν τις συνθήκες της αναγκαίας ύπαρξης, ενώ με την αυστηρή τους συλλογιστική προφυλάσσουν τη συνείδηση από τις διαστρεβλώσεις της φαντασίας και των συναισθημάτων στον τρόπο σύλληψης και ερμηνείας του κόσμου. Εδώ φαίνεται ότι η ηθική του κυριαρχείται απ’ τον γεωμετρικό τρόπο σκέψης καθώς επιθυμεί ν’ αντιμετωπίσει τ’ ανθρώπινα πάθη σα να ‘ναι τρίγωνα και παραλληλόγραμμα.



     Αναγνωρίζει 3 είδη γνώσης μ’ ιεραρχική δομή:

 opinio: η συγκεχυμένη και ανεπαρκής γνώση, η οποία στηρίζεται στην εμπειρία.

 ratio: είναι η κοινή γνώση βάσει της οποίας γνωρίζουμε τα χαρακτηριστικά αλλά όχι την ουσία των πραγμάτων.

 scientia intuitiva (Ενόραση): γνώση των αιτιών των πραγμάτων, δηλαδή τη γνώση των ιδιοτήτων ή κατηγορημάτων του Θεού.

   “Δεν διατείνομαι μόνον ότι η αμαρτία δεν είναι τίποτε το θετικό, βεβαιώνω ότι μιλάμε και για άτομα με έναν καθαρά ανθρώπινο τρόπο όταν λέμε ότι αμαρτάνουμε απέναντι στον Θεό ή ότι οι άνθρωποι μπορεί να προσβάλλουν το Θεό“.
  — Αλληλογραφία, Επιστολή 19 στον Blyenberg

     Το ιδεατόν (ideatum) είναι φιλοσοφικός όρος που χρησιμοποιήθηκε απ’ τον Σπινόζα. Σημαίνει το αντικείμενο που αντιστοιχεί σε κάποια ιδέα (φιλοσοφική). Παλαιότερα σήμαινε οποιοδήποτε αντικείμενο που κατασκευάζεται σύμφωνα με κάποια ιδέα, εκ των προτέρων όμως καθορισμένη.
     Ο Βενέδικτος vτε Σπινόζα έζησε στην Oλλαvδία σ’ εποχή που οι επιστημονικές ανακαλύψεις, οι θρησκευτικές διαμάχες κι οι βαθειές πολιτικές αλλαγές είχανε καταστήσει επαναστατικότερη τόσο τη φύση όσο και τη πρακτική εφαρμογή της φιλοσοφίας. Παρ’ ότι συμμετείχε με πάθος στις σύγχρονες πvευματικές διαμάχες, γι’ αυτόν η φιλοσοφία ήταν όχι όπλο, αλλά τρόπος ζωής, ιερό τάγμα, που οι θεράποντες του μεταφέρονταν αυτομάτως σε κάποιαν υπέρτατη κι βέβαιη μακαριότητα. Αλλά κάθε τάγμα απαιτεί κάποια θυσία κι αυτή που απαιτεί η φιλοσοφία -υιοθέτηση της αλήθειας ως αυθεντικού αλλά κι υπέρτατου σκοπού- δεν είναι ούτ’ εύκολο ν’ αναληφθεί, ούτε γίνεται άμεσα κατανοητή απ’ όσους τη καλλιεργούν. Για τη πλειονότητα των ανθρώπων, επομένως, ο φιλόσοφος μπορεί να φαντάζει ως πνευματικός uπονομευτής, ανατροπέας δομών νομικώς κατοχυρωμένων, καθώς κι απολογητής του Διαβόλου. Με τον τρόπο αυτό ακριβώς αvτιμετωπίστnκε απ’ τους συγχρόνους του και για αρκετά έτη μετά το θάνατό του, εθεωρείτο ο μεγαλύτερος αιρετικός του 17ου αι.


                                            Μουσείο Σπινόζα

                     Χρονολογικά

1632 Γέννηση του Σπινόζα στο Άμστερνταμ στις 24 Νοέμβρη απ’ οικογένεια Εβραίων εμπόρων οι οποίοι είχαν μεταναστεύσει από την Πορτογαλία. Ο Γαλιλαίος δημοσιεύει τους Διαλόγους, που κατάσχονται από την Ιερά Εξέταση. Κυκλοφορεί ο Ροβινσώνας Κρούσος του Ντεφόε.

1633 Ο Ντεκάρτ εγκαταλείπει το σχέδιο να δημοσιεύσει τη κοπερνίκεια πραγματεία του Ο Κόσμος (Le Monde).

1637 Δημοσιεύεται ο Λόγος περί της μεθόδου του Ντεκάρτ, συνοδευόμενος από 3 πραγματείες: ΔιοπτρικήΜετέωραΓεωμετρία.

1638 Πεθαίνει η μητέρα του Σπινόζα.

1641 Δημοσιεύονται οι Στοχασμοί περί της 1ης φιλοσο­φίας του Ντεκάρτ.

1642 Ξεσπά ο εμφύλιος πόλεμος στην Αγγλία. Ο Χομπς δηοσιεύει το έργο Περί του πολίτη (De Cive) στο Παρίσι.

1643 Ο Ντεκάρτ απειλείται με απέλαση και κάψιμο των γραπτών του από τις αρχές της Ουτρέχτης, μετά τη διαμάχη του με τον πανίσχυρο καθηγητή θεολογίας Gisbertus Voetius.

1644 Δημοσιεύονται οι Αρχές της φιλοσοφίας (Principia Philosophiae) του Ντεκάρτ.

1647 Καταδίκη και δημόσια μαστίγωση του Ουριέλ ντα Κόστα από την εβραίκή συναγωγή του Άμστερνταμ, που αρ­γότερα αυτοκτονεί. Ο Σπινόζα πρέπει να παρακολούθησε την επιβολή της ποινής. Δημοσιεύεται η γαλλική μετάφρα­ση των Αρχών της φιλοσοφίας του Ντεκάρτ. Ο Χομπς δημοσιεύει μια 2η έκdοση του De Cive στο Παρίσι.


                           Στούντιο Σπινόζα

1648 Ειρήνη του Mϋnster. Ανεξαρτησία των Ενωμένων Επαρχιών από την Ισπανία.

1649 Δημοσιεύονται τα Πάθη της ψυχής (Les Passions de l’Ame) του Ντεκάρτ.

1650 Ξεσπά κρίση στη στρατιωτική-μοναρχική διοίκηση (οίκος της Οράγγης) και τη πολιτική 8ιοίκηση της Ολλανδίας. Πεθαίνει ο Ντεκάρτ.

1651 Ο Χομπς 8ημοσιεύει τον Λεβιάθαν.

1653 Πρόεδρος του Συμβουλίου των Ενωμένων Επαρχιών (Raadspensionaris) ο Γιόχαν ντε Βιτ (Johan de Witt).

1654 Θάνατος του πατέρα του. Διευθύνει τον εμπορικό οίκο του πατέρα του τα επόμενα χρόνια μαζί με τον α8ελφό του.

1655 Ο Σπινόζα φοιτεί στη σχολή του Van den Enden εισερχόμενος σε νέο κύκλο σχέσεων και ριζοσπαστικών ι8εών.

1656 Αφορισμός απ’ την εβραϊκή κοινότητα του Άμστερνταμ.

1657 Δημοσιεύεται το έργο του Hans van SchootenΜαθηματικές ασκήσεις.

1660 Αρχίζει να εκπονεί τη Πραγματεία για τη διόρθωση του νου (Tractatus de lntellectus Emendatione). Ο Μπόυλ (Boyle) δημοσιεύει τα Νέα ψυσικομηχανικά πει­ράματα (New Expeήments Physico-Mechanical). Ο Χομπς 8ημοσιεύει το Examinatio et emendatio mathematicae hodiernae.

1661 Ο Σπινόζα εγκαθίσταται στο Ρέινσμπυρχ (Rijnsburg). Ασκεί την τέχνη λείανσης φακών για μικροσκόπια και τηλεσκόπια. Φοίτηση στο Πανεπιστήμιο του Λέιντεν. Αλλη­λογραφία με τον ‘Ολντενμπουργκ (Oldenburg), γραμματέα της Βασιλικής Εταιρείας Λονδίνου. Διαμάχη ανάμεσα στον Μπόυλ και τον Χομπς σχετικά με το κενό. Ο Χομπς 8ημοσιεύει το Dialogus physicus de natura aerae, αμφισβητώντας τα συμπεράσματα και τη πειραματική μέθο8ο του Μπόυλ.



1662 Συγγραφή της Συνοπτικής πραγματείας (Korte Verhandeling van God, de Mensch, en deszlfs Welstand) του Σπι­νόζα.

1663 Ο Σπιν6ζα εγκαθίσταται στο Φόορμπυρχ (Voorburg). Δημοσιεύει το έργο του Οι Αρχές της φιλοσοφίας του Ντε­ κάρτ, Μέρος Ι και //, συνοδευόμενο απο το επίμετρο: Μεταφυσικές σκέψεις. Γράφει τα πρώτα δοκίμια της Ηθικής. Ο Μπόυλ δημοσιεύει το έργο Experiments and Considera­ tions conceming Cowurs. Το έργο θα το πληροφορηθεί ο Σπινόζα από τον Όλντενμουργκ το 1665. Δημοσιεύεται στο Λονδίνο το έργο Optica Promota του James Gregory, που έχει βρεθεί στη βιβλιοθήκη του Σπινόζα.

1664 Απειλούνται οι σχέσεις ανάμεσα στην Ολλανδία και την Αγγλία, λόγω του ανταγωνισμού για την υπεροχή στο διε­θνές εμπόριο και στις αποικίες της Βόρειας Αμερικής και της Ανατολικής Αφρικής.

1665 Αρχή του 2ου Αγγλο-Ολλανδικού πολέμου. Αρχίζει να γράφει τη Θεολογικο-πολιτική πραγματεία, διακ6πτοντας τη συγγραφή της Ηθικής, που την άρχισε περίπου το 1662 και τη συνέχισε απ6 το 1670 μέχρι το 1675.

1666 Εκπονεί πραγματεία Περί υπολογισμού πιθανοτήτων, που εκδiδεται μαζί με άλλη μικρή πραγματεία Περί του ουράνιου τόξου, στα 1687.

1670 Δημοσιεύεται η Θεολογικο-πολιτική πραγματεία του Σπινόζα ανωνύμως. Θύελλα αντιδράσεων.

1671 Μετοίκηση του Σπινόζα στη Χάγη.



1672 Ο Λουiδοβίκος ΙΔ’ εισβάλλει στην Ολλανδία. Οι αδελφοί ντε Βιτ κατακρεουργούνται από τον όχλο. Η μοναρχία επανέρχεται.

1673 Ο Σπινόζα αρνείται την έδρα φιλοσοφίας στη Χαϊδελβέργη.

1674 Καταδίκη της Θεολογικο-πολιτικής πραγματείας από την ολλανδική συνέλευση.

1675 Ολοκληρώνεται η συγγραφή της Ηθικής, που αποφεύγει να δημοσιεύσει. Αρχίζει η συγγραφή της Πολιτικής πραγματείας.

1676 Συναντήσεις με τον Λάιμπνιτς.

1677 Θάνατος του Σπινόζα 21 Φλεβάρη. Το προηγούμενο βράδυ συγκέντρωσε τα έργα και την αλληλογραφία του σε κιβώτιο, που εμπιστεύτηκε στον ιδιοκτήτη του σπιτιού που ‘μενε, ζωγράφο Van der Spyck να το παραδώσει στον εκδότη Jan Rieuwertzστο Άμστερνταμ, όπως κι έγινε.



ΕΡΓΑ:

Συνθήκη των Τριών Απατεώνων (1777) (Le Traité des trois imposteurs)
Για τη βελτίωση της κατανόησης (1662) (Tractatus de Intellectus Emendatione)
Αρχές Καρτεσιανής Φιλοσοφίας (1663) (Principia philosophiae cartesianae)
Theologico-Political Treatise (1670), μετάφραση R. H. M. Elwes (1883) (Tractatus Theologico-Politicus)
Θεολογικοπολιτική πραγματεία, (1862)
Ηθική (1677) (Ethica Ordine Geometrico Demonstrata)
Εβραϊκή γραμματική (1677)
Short Treatise on God, Man and His Well-Being (1910)

Επιστολές
1671, 5 Οκτωβρίου: Επιστολή από τον Gottfried Leibniz
1671, 9 Νοεμβρίου: Επιστολή προς τον Gottfried Leibniz


========================


                             Περί Ανθρώπινης Ψυχής

     Αφού ο άνθρωπος είναι ένα δημιουργημένο, πεπερασμένο ον, είναι αναγκαίο ό,τι έχει από σκέψη -και αυτό που αποκαλούμε ψυχή- να είναι ένα τρόπος (modus) του γνωρίσματος που ονομάζουμε “σκέψη”, χωρίς τίποτα άλλο να ανήκει στην ουσία του, πέρα από αυτόν τον τρόπο. Τόσο ώστε, αν αυτός ο τρόπος φθαρεί, η ψυχή καταστρέφεται επίσης, αν και το ίδιο το γνώρισμα παραμένει αμετάβλητο.
     Ομοίως, ό,τι έχει από έκταση, που ονομάζουμε σώμα, δεν είναι παρά ένας τρόπος του άλλου γνωρίσματος, που λέγεται “έκταση”. Αν αυτός ο τρόπος επίσης φθαρεί, τότε το ανθρώπινο σώμα δεν υφίσταται πια, παρότι το γνώρισμα της έκτασης παραμένει αμετάβλητο.
     Για να κατανοήσουμε τώρα τι ακριβώς είναι αυτός ο τρόπος, που ονομάζουμε ψυχή, πώς προέρχεται από το σώμα και πώς η μεταβολή του εξαρτάται αποκλειστικά από το σώμα (το οποίο θεωρώ ως την ένωση ψυχής και σώματος), πρέπει να σημειώσουμε τα εξής:

  1). Ο πιο άμεσος τρόπος του γνωρίσματος που λέγεται “σκέψη” περιέχει αντικειμενικά μέσα του τη μορφική ουσία όλων των πραγμάτων• ώστε, αν υποτεθεί ότι υπάρχουν πράγματα των οποίων η ουσία δεν υπάρχει αντικειμενικά εντός του προαναφερθέντος γνωρίσματος, τότε το γνώρισμα αυτό δεν θα ήταν άπειρο ή άριστο στο είδος του. Και καθώς η Φύση ή ο Θεός είναι ένα ον, για το οποίο λέγεται ότι έχει άπειρα γνωρίσματα και περιλαμβάνει όλες τις ουσίες των δημιουργημένων όντων, είναι αναγκαίο εντός της σκέψης να παραχθεί μια άπειρη ιδέα, που περιέχει μέσα της αντικειμενικά ολόκληρη τη Φύση, όπως υπάρχει.
     Γι’ αυτό, αυτή την ιδέα την ονόμασα και δημιούργημα άμεσο του Θεού, καθώς εμπεριέχει αντικειμενικά τη μορφική ουσία όλων των πραγμάτων, χωρίς έλλειψη ή προσθήκη. Και αυτή η ιδέα είναι αναγκαία και μοναδική, λαμβάνοντας υπόψη ότι όλες οι ουσίες των γνωρισμάτων και των τρόπων που περιέχονται σ’ αυτά είναι η ουσία ενός μόνο άπειρου όντος.

  2). Πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι όλοι οι υπόλοιποι τρόποι -όπως η αγάπη, η επιθυμία και η χαρά- έχουν την αρχή τους σ’ αυτόν τον πρώτο άμεσο τρόπο, ώστε αν αυτός δεν προϋπήρχε, δεν θα μπορούσαν να υπάρξουν η αγάπη, η επιθυμία και τα παρόμοια.
     Από αυτό συνάγεται καθαρά ότι η φυσική αγάπη που έχει κάθε ον για τη διατήρηση του σώματός του δεν μπορεί να έχει άλλη προέλευση παρά την ιδέα, ή αντικειμενική ουσία, του σώματός του, που υπάρχει στο γνώρισμα της σκέψης.
     Επιπλέον, αφού για την ύπαρξη μιας ιδέας (ή αντικειμενικής ουσίας) δεν απαιτείται τίποτε άλλο πέρα από το γνώρισμα της σκέψης και το αντικείμενο (ή μορφική ουσία), είναι βέβαιο, όπως είπαμε, ότι η ιδέα είναι ο πιο άμεσος τρόπος του γνωρίσματος.
     Συνεπώς, δεν μπορεί να υπάρχει στο γνώρισμα της σκέψης κανένας άλλος τρόπος που να ανήκει στην ουσία της ψυχής κάθε πράγματος, εκτός από την ιδέα, η οποία πρέπει να αναφέρεται σε ένα πράγμα που όντως υπάρχει, και πρέπει να υπάρχει στο γνώρισμα της σκέψης. Αυτή η ιδέα φέρει μαζί της και τους άλλους τρόπους -αγάπη, επιθυμία κ.ά.

     Τώρα, αφού η ιδέα προέρχεται από την ύπαρξη του αντικειμένου, τότε αν το αντικείμενο αλλάξει ή καταστραφεί, η ιδέα επίσης αλλάζει ή καταστρέφεται στον ίδιο βαθμό. Αυτό συμβαίνει διότι είναι ενωμένη με το αντικείμενο.
     Τέλος, αν θελήσουμε να αποδώσουμε στην ουσία της ψυχής εκείνο από το οποίο εξαρτάται η ύπαρξή της, δεν θα μπορέσουμε να βρούμε τίποτα άλλο πέρα από το γνώρισμα και το αντικείμενο, για τα οποία ήδη είπαμε ότι δεν ανήκουν στην ουσία της ψυχής. Διότι το αντικείμενο δεν έχει τίποτα από σκέψη, και είναι πραγματικά διαφορετικό από την ψυχή. Όσο για το γνώρισμα, αποδείξαμε ήδη ότι δεν μπορεί να ανήκει στην ουσία που προαναφέραμε.
     Άρα, η ουσία της ψυχής συνίσταται μόνο στο είναι μιας ιδέας -δηλαδή της αντικειμενικής ουσίας- στο γνώρισμα της σκέψης, η οποία προέρχεται από την ουσία ενός αντικειμένου που υπάρχει στη Φύση. Λέγω “ενός αντικειμένου που πραγματικά υπάρχει”, χωρίς περαιτέρω διευκρινίσεις, ώστε να συμπεριλάβω εδώ όχι μόνο τους τρόπους της έκτασης, αλλά και τους τρόπους όλων των άπειρων γνωρισμάτων, που έχουν ψυχή εξίσου με εκείνους της έκτασης.
     Για να κατανοηθεί αυτή η ερμηνεία λεπτομερέστερα, θα βοηθήσει να αναλογιστούμε όσα ήδη είπα για τα γνωρίσματα. Είπα ότι τα γνωρίσματα δεν διακρίνονται ως προς την ύπαρξη, καθώς είναι τα ίδια τα υποκείμενα των ουσιών τους• ότι η ουσία καθενός τρόπου περιέχεται μέσα στα προαναφερθέντα γνωρίσματα• και ότι όλα τα γνωρίσματα ανήκουν σε ένα άπειρο ον.
     Αλλά πρέπει να σημειωθεί επιπλέον ότι οι τρόποι, όταν θεωρούνται ως μη πραγματικά υπάρχοντες, εντούτοις περιέχονται εξίσου στα γνωρίσματά τους. Και επειδή δεν υπάρχει καμία ανισότητα στα γνωρίσματα ούτε στις ουσίες των τρόπων, δεν μπορεί να υπάρχει ιδιαιτερότητα στην ιδέα, αφού αυτή δεν είναι μέσα στη Φύση.
     Αλλά όταν κάποιος από αυτούς τους τρόπους αποκτήσει πραγματική ύπαρξη και έτσι διακρίνεται από το γνώρισμά του (διότι η ιδιαιτερότητα της ύπαρξης του μέσα στο γνώρισμα καθίσταται υποκείμενο της ουσίας του), τότε εμφανίζεται μια ιδιαιτερότητα στις ουσίες των τρόπων, και κατ’ επέκταση στις αντικειμενικές τους ουσίες, που περιέχονται αναγκαία μέσα στην ιδέα.
     Γι’ αυτό χρησιμοποιήσαμε τη φράση: “η ψυχή είναι μια ιδέα που προέρχεται από ένα αντικείμενο που υπάρχει στη Φύση”.
Αλλά, εφόσον δεν έχουμε για τα υπόλοιπα γνωρίσματα τέτοια γνώση όπως έχουμε για την έκταση, ας εξετάσουμε αν, λαμβάνοντας υπόψη τους τρόπους της έκτασης, μπορούμε να ανακαλύψουμε έναν πιο ειδικό ορισμό, πιο κατάλληλο για να εκφράσει την ουσία της δικής μας ψυχής. Διότι αυτός είναι ο πραγματικός σκοπός μας.
     Θα υποθέσουμε λοιπόν ως αποδεδειγμένο ότι δεν υπάρχει άλλος τρόπος στην έκταση παρά η κίνηση και η στάση, και ότι κάθε επιμέρους σωματικό πράγμα δεν είναι παρά μια ορισμένη αναλογία κίνησης και στάσης, τόσο ώστε αν υπήρχε μόνο κίνηση ή μόνο στάση, δεν θα μπορούσε να υπάρξει κανένα ιδιαίτερο πράγμα στην έκταση.
     Το ανθρώπινο σώμα, επομένως, είναι απλώς μια συγκεκριμένη αναλογία κίνησης και στάσης.
     Άρα, η αντικειμενική ουσία αυτής της αναλογίας, μέσα στο γνώρισμα της σκέψης, είναι η ψυχή του σώματος.
     Από αυτό προκύπτει ότι όταν αλλάζει ένας από αυτούς τους τρόπους (η κίνηση ή η στάση), είτε αυξάνεται είτε μειώνεται, η ιδέα (δηλ. η ψυχή) αλλάζει ανάλογα.
     Για παράδειγμα, αν αυξηθεί η στάση και μειωθεί η κίνηση, τότε παράγεται ο πόνος ή η λύπη που ονομάζουμε “κρύο”.
     Αντιθέτως, αν αυξηθεί η κίνηση, τότε προκαλείται ο πόνος που ονομάζουμε “ζέστη”.
     Και όταν οι βαθμοί κίνησης και στάσης δεν είναι ίσοι σε όλα τα μέρη του σώματός μας, αλλά μερικά έχουν περισσότερη κίνηση ή στάση από άλλα, τότε προκύπτει διαφορά στην αίσθηση (π.χ. διαφορετικός πόνος όταν μας χτυπούν ελαφρά στο μάτι ή στο χέρι).
     Όταν οι εξωτερικές αιτίες που φέρνουν τις αλλαγές διαφέρουν μεταξύ τους και δεν έχουν όλες το ίδιο αποτέλεσμα, τότε προκύπτει διαφορετική αίσθηση στο ίδιο σημείο (π.χ. διαφορετική αίσθηση από χτύπημα με ξύλο ή σίδερο στο ίδιο χέρι).
     Και πάλι, αν η μεταβολή που συμβαίνει σε ένα μέρος είναι αιτία να επιστρέψει στην αρχική του αναλογία, τότε από αυτό προκύπτει η χαρά που ονομάζουμε ειρήνη, ευχάριστη ενέργεια και ευθυμία.
     Τέλος, αφού τώρα εξηγήσαμε τι είναι η αίσθηση, μπορούμε εύκολα να δούμε πώς από αυτή προκύπτει ανακλαστική ιδέα – δηλαδή η γνώση του εαυτού, η εμπειρία και ο λογισμός.
     Και από όλα αυτά (όπως επίσης και από το γεγονός ότι η ψυχή μας είναι ενωμένη με τον Θεό και είναι μέρος της άπειρης ιδέας που προέρχεται άμεσα από τον Θεό) μπορούμε να δούμε καθαρά την πηγή της καθαρής γνώσης και την αθανασία της ψυχής.
     Αλλά προς το παρόν, όσα έχουμε πει είναι αρκετά…
_______________________________

                       ΡΗΤΑ & Αποσπάσματα Επιστολών

     Αν βρίσκετε το φως της Γραφής καθαρότερο από το φως της λογικής (το οποίο επίσης μας δίνεται από τη θεία σοφία), έχετε αναμφίβολα δίκιο στη συνείδησή σας όταν κάνετε τη λογική σας να υποχωρήσει. Από την πλευρά μου, εφόσον ομολογώ ξεκάθαρα ότι δεν καταλαβαίνω τις Γραφές, αν και έχω αφιερώσει πολλά χρόνια σε αυτές, και επειδή γνωρίζω ότι όταν έχω μια σταθερή απόδειξη δεν μπορώ με καμία σκέψη να την αμφισβητήσω, στηρίζομαι εξ ολοκλήρου σε αυτό που η κατανόησή μου μου συστήνει, χωρίς καμία υποψία ότι εξαπατώμαι εκεί, ή ότι οι Γραφές, ακόμα κι αν δεν τις ερευνώ, μπορούν να μιλήσουν εναντίον της. Γιατί μια αλήθεια δεν μπορεί να συγκρούεται με μια άλλη, όπως έχω ήδη δείξει ξεκάθαρα στο Παράρτημα των «Αρχών του Καρτέσιου»… Αλλά αν σε κάθε περίπτωση βρήκα λάθος σε αυτό που έχω συλλέξει από τη φυσική μου κατανόηση, θα πρέπει να το θεωρήσω καλή τύχη, αφού απολαμβάνω τη ζωή, και να προσπαθήσω να το περάσω όχι κλαίγοντας και αναστενάζοντας, αλλά με ειρήνη, χαρά και χαρά, και από καιρό σε καιρό ανεβαίνοντας έτσι ένα βήμα ψηλότερα. Γνωρίζω, εν τω μεταξύ (που είναι η υψηλότερη ευχαρίστηση όλων), ότι όλα τα πράγματα συμβαίνουν με τη δύναμη και την αμετάβλητη απόφαση του πιο τέλειου Όντος.
     Όταν λέτε ότι αν αρνηθώ, ότι οι λειτουργίες της όρασης, της ακοής, της παρακολούθησης, της επιθυμίας κ.λπ., μπορούν να αποδοθούν στον Θεό ή ότι υπάρχουν σε αυτόν με οποιονδήποτε εξέχοντα τρόπο, δεν ξέρετε τι είδους Θεός είναι ο δικός μου. Υποψιάζομαι ότι πιστεύετε ότι δεν υπάρχει μεγαλύτερη τελειότητα από αυτή που μπορεί να εξηγηθεί από τις προαναφερθείσες ιδιότητες. Δεν εκπλήσσομαι. Γιατί πιστεύω ότι, αν ένα τρίγωνο μπορούσε να μιλήσει, θα έλεγε, με τον ίδιο τρόπο, ότι ο Θεός είναι κατεξοχήν τριγωνικός, ενώ ένας κύκλος θα έλεγε ότι η θεία φύση είναι κατεξοχήν κυκλική. Έτσι, ο καθένας θα απέδιδε στον Θεό τις δικές του ιδιότητες, θα υπέθετε ότι είναι σαν τον Θεό και θα έβλεπε όλα τα άλλα ως κακοσχηματισμένα.
     Η συντομία μιας επιστολής και η έλλειψη χρόνου δεν μου επιτρέπουν να υπεισέλθω στη γνώμη μου για τη θεϊκή φύση ή στα ερωτήματα που έχετε προτείνει. Εκτός αυτού, η υπόδειξη δυσκολιών δεν είναι το ίδιο με την παραγωγή λόγων. Το ότι κάνουμε πολλά πράγματα στον κόσμο από εικασίες είναι αλήθεια, αλλά ότι οι αναδιατυπώσεις μας βασίζονται σε εικασίες είναι ψευδές. Στην πρακτική ζωή είμαστε υποχρεωμένοι να ακολουθήσουμε αυτό που είναι πιο πιθανό· στην υποθετική σκέψη είμαστε υποχρεωμένοι να ακολουθήσουμε την αλήθεια. Ένας άνθρωπος θα χανόταν από την πείνα και τη δίψα, αν αρνιόταν να φάει ή να πιει, μέχρι να λάβει θετικές αποδείξεις ότι το φαγητό και το ποτό θα ήταν καλό γι ‘αυτόν. Αλλά στον φιλοσοφικό προβληματισμό αυτό δεν συμβαίνει. Αντίθετα, πρέπει να προσέξουμε να μην παραδεχτούμε ως αληθινό τίποτα, το οποίο είναι μόνο πιθανό. Γιατί όταν ένα ψεύδος έχει αφεθεί να εισέλθει, άπειρα άλλα ακολουθούν.
     Και πάλι, δεν μπορούμε να συμπεράνουμε ότι επειδή οι επιστήμες των θεϊκών και ανθρώπινων πραγμάτων είναι γεμάτες αντιπαραθέσεις και διαμάχες, επομένως ολόκληρο το αντικείμενό τους είναι αβέβαιο. Γιατί υπήρξαν πολλοί άνθρωποι τόσο ερωτευμένοι με την αντίφαση, ώστε να μετατραπούν σε γελοιοποιημένα γεωμετρικά αξιώματα.
     Αυτό με παρακινεί, πριν υπεισέλθω στους λόγους σας, να εκθέσω εν συντομία τη γνώμη μου σχετικά με το ερώτημα, αν ο κόσμος δημιουργήθηκε τυχαία. Αλλά απαντώ, ότι όπως είναι σαφές ότι η τύχη και η αναγκαιότητα είναι δύο αντιθέσεις, έτσι είναι επίσης σαφές, ότι αυτός, που ισχυρίζεται ότι ο κόσμος είναι ένα αναγκαίο αποτέλεσμα της θείας φύσης, πρέπει να αρνηθεί εντελώς ότι ο κόσμος έχει δημιουργηθεί τυχαία. λαμβάνοντας υπόψη ότι, αυτός που βεβαιώνει ότι ο Θεός δεν χρειάζεται να έχει δημιουργήσει τον κόσμο, επιβεβαιώνει, αν και σε διαφορετική γλώσσα, το δόγμα ότι έχει γίνει τυχαία. στο μέτρο που υποστηρίζει ότι απορρέει από μια επιθυμία, η οποία δεν θα μπορούσε ποτέ να έχει διαμορφωθεί. Ωστόσο, καθώς αυτή η άποψη και θεωρία είναι εκ πρώτης όψεως παράλογη, είναι κοινώς πολύ ομόφωνα αποδεκτό, ότι το θέλημα του Θεού είναι αιώνιο και ποτέ δεν ήταν αδιάφορο. Ο κόσμος είναι ένα αναγκαίο αποτέλεσμα της θείας φύσης. Ας το ονομάσουν θέληση, κατανόηση ή όποιο όνομα θέλουν, καταλήγουν επιτέλους στο ίδιο συμπέρασμα, ότι με διαφορετικά ονόματα εκφράζουν ένα και το αυτό πράγμα. Αν τους ρωτήσετε, αν το θείο θέλημα δεν διαφέρει από το ανθρώπινο, απαντούν, ότι το πρώτο δεν έχει τίποτα κοινό με το δεύτερο εκτός από το όνομά του. Ειδικά καθώς γενικά παραδέχονται ότι το θέλημα, η κατανόηση, η διάνοια, η ουσία και η φύση του Θεού είναι όλα ταυτόσημα. Γι’ αυτό, για να μη συγχέω τη θεία φύση με την ανθρώπινη, δεν αποδίδω στον Θεό ανθρώπινες ιδιότητες, όπως θέληση, κατανόηση, προσοχή, ακοή κ.λπ. Γι’ αυτό λέω, όπως έχω ήδη πει, ότι ο κόσμος είναι ένα αναγκαίο αποτέλεσμα της θείας φύσης και ότι δεν έχει φτιαχτεί τυχαία. Νομίζω ότι αυτό είναι αρκετό για να σας πείσει, ότι η γνώμη εκείνων (αν υπάρχουν) που λένε ότι ο κόσμος έχει φτιαχτεί τυχαία, είναι εντελώς αντίθετη με τη δική μου και βασιζόμενος σ’ αυτή την υπόθεση, προχωρώ στην εξέταση εκείνων των λόγων που σας οδηγούν στο συμπέρασμα της ύπαρξης όλων των ειδών των φαντασμάτων.
     Η ομορφιά, αγαπητέ μου Κύριε, δεν είναι τόσο μια ποιότητα του αντικειμένου που βλέπετε, όσο ένα αποτέλεσμα σε αυτόν που το βλέπει. Αν η όρασή μας ήταν μακρύτερη ή μικρότερη, ή αν το σύνταγμά μας ήταν διαφορετικό, αυτό που τώρα μας φαίνεται όμορφο θα φαινόταν παραμορφωμένο και αυτό που τώρα θεωρούμε παραμορφωμένο θα πρέπει να το θεωρούμε όμορφο. Το πιο όμορφο χέρι που φαίνεται μέσα από το μικροσκόπιο θα φαίνεται φρικτό. Μερικά πράγματα είναι όμορφα από απόσταση, αλλά άσχημα κοντά. Έτσι, τα πράγματα που θεωρούνται από μόνα τους και σε σχέση με τον Θεό, δεν είναι ούτε άσχημα ούτε όμορφα. Επομένως, αυτός που λέει ότι ο Θεός δημιούργησε τον κόσμο, για να είναι όμορφος, είναι υποχρεωμένος να υιοθετήσει μία από τις δύο εναλλακτικές λύσεις, είτε ότι ο Θεός δημιούργησε τον κόσμο για χάρη της ευχαρίστησης και της όρασης των ανθρώπων, είτε ότι δημιούργησε την ευχαρίστηση και την όραση των ανθρώπων για χάρη του κόσμου. Τώρα, είτε υιοθετήσουμε την πρώτη είτε τη δεύτερη από αυτές τις απόψεις, πώς ο Θεός θα μπορούσε να προωθήσει το αντικείμενό Του με τη δημιουργία φαντασμάτων, δεν μπορώ να δω. Η τελειότητα και η ατέλεια είναι ονόματα που δεν διαφέρουν πολύ από τα ονόματα ομορφιά και ασχήμια.
     Αυτό το ξέρω, ότι μεταξύ πεπερασμένου κι άπειρου δεν υπάρχει σύγκριση· έτσι ώστε η διαφορά μεταξύ του Θεού και του μεγαλύτερου και άριστου κτιστού πράγματος δεν είναι μικρότερη από τη διαφορά μεταξύ του Θεού και του ελάχιστου κτιστού.
     Αν είχα τόσο σαφή ιδέα για τα φαντάσματα, όσο έχω για ένα τρίγωνο ή έναν κύκλο, δεν θα δίσταζα καθόλου να επιβεβαιώσω ότι είχαν δημιουργηθεί από τον Θεό· αλλά όπως η ιδέα που έχω γι’ αυτά είναι ακριβώς όπως οι ιδέες, τις οποίες η φαντασία μου σχηματίζει από άρπυιες, γρυφώνες, ύδρα κ.λπ., Δεν μπορώ να τα θεωρήσω τίποτα άλλο εκτός από όνειρα, τα οποία διαφέρουν από τον Θεό τόσο ολοκληρωτικά όσο αυτό που δεν διαφέρει από αυτό που υπάρχει.
     Ήλπιζα ότι από τόσες πολλές ιστορίες θα είχατε τουλάχιστον δημιουργήσει μία ή δύο, οι οποίες δύσκολα θα μπορούσαν να αμφισβητηθούν και οι οποίες θα έδειχναν ξεκάθαρα ότι υπάρχουν φαντάσματα ή φαντάσματα. Η υπόθεση που αναφέρετε… μου φαίνεται γελοίο. Με παρόμοιο τρόπο θα ήταν κουραστικό εδώ να εξετάσουμε όλες τις ιστορίες των ανθρώπων, που έχουν γράψει για αυτά τα μικροπράγματα. Για να είμαι σύντομος, αναφέρω την περίπτωση του Ιουλίου Καίσαρα, ο οποίος, όπως μαρτυρεί ο Σουητώνιος, γελούσε με τέτοια πράγματα και όμως ήταν ευτυχισμένος. … Το ίδιο και όλοι όσοι στοχάζονται πάνω στην ανθρώπινη φαντασία και τα αποτελέσματα των συναισθημάτων, θα πρέπει να γελούν με τέτοιες αντιλήψεις· ό,τι κι αν κάνουν ο Λαβάτερ κι άλλοι, που ονειρεύτηκαν μαζί του στο θέμα, μπορεί να παράγουν το αντίθετο.
     Η γνώμη μου σχετικά με τον Θεό διαφέρει πολύ από εκείνη που συνήθως υπερασπίζονται οι σύγχρονοι Χριστιανοί. Γιατί πιστεύω ότι ο Θεός είναι από όλα τα πράγματα η αιτία έμφυτη, όπως είναι η φράση, όχι παροδική. Λέω ότι όλα τα πράγματα είναι εν Θεώ και κινούνται εν Θεώ, συμφωνώντας έτσι με τον Παύλο και, ίσως, με όλους τους αρχαίους φιλοσόφους, αν και η φρασεολογία μπορεί να είναι διαφορετική. Θα τολμήσω μάλιστα να επιβεβαιώσω ότι συμφωνώ με όλους τους αρχαίους Εβραίους, στο βαθμό που μπορεί κανείς να κρίνει από τις παραδόσεις τους, αν και αυτές είναι με πολλούς τρόπους διεφθαρμένες. Η υπόθεση ορισμένων, ότι προσπαθώ να αποδείξω στο Tractatus Theologico-Politicus την ενότητα του Θεού και της Φύσης (εννοώντας με την τελευταία μια ορισμένη μάζα ή σωματική ύλη), είναι εντελώς λανθασμένη.
Όσον αφορά τα θαύματα, είμαι της γνώμης ότι η αποκάλυψη του Θεού μπορεί να εδραιωθεί μόνο με τη σοφία του δόγματος, όχι με θαύματα, ή με άλλα λόγια με άγνοια.
     Κάνω αυτή τη κύρια διάκριση μεταξύ θρησκείας και δεισιδαιμονίας, ότι η τελευταία βασίζεται στην άγνοια, η πρώτη στη γνώση. Αυτός, νομίζω, είναι ο λόγος για τον οποίο οι Χριστιανοί διακρίνονται από τον υπόλοιπο κόσμο, όχι από την πίστη, ούτε από τη φιλανθρωπία, ούτε από τους άλλους καρπούς του Αγίου Πνεύματος, αλλά μόνο από τις απόψεις τους, εφόσον υπερασπίζονται την υπόθεσή τους, όπως όλοι οι άλλοι, με θαύματα, δηλαδή με άγνοια, η οποία είναι η πηγή κάθε κακίας. Έτσι μετατρέπουν μια πίστη, η οποία μπορεί να είναι αληθινή, σε δεισιδαιμονία.
     Δεν νομίζω ότι είναι απαραίτητο για τη σωτηρία να γνωρίσουμε τον Χριστό κατά σάρκα: αλλά όσον αφορά τον Αιώνιο Υιό του Θεού, δηλαδή την Αιώνια Σοφία του Θεού, η οποία έχει εκδηλωθεί σε όλα τα πράγματα και ιδιαίτερα στον ανθρώπινο νου, και πάνω απ’ όλα στον Χριστό Ιησού, η περίπτωση είναι πολύ διαφορετική. Διότι χωρίς αυτό κανείς δεν μπορεί να φτάσει σε κατάσταση μακαριότητας, εφόσον μόνο αυτή διδάσκει τι είναι αληθινό ή ψεύτικο, καλό ή κακό. Και, εφόσον αυτή η σοφία φανερώθηκε ιδιαίτερα μέσω του Ιησού Χριστού, όπως είπα, οι μαθητές του την κήρυξαν, στο βαθμό που τους αποκαλύφθηκε μέσω αυτού, και έτσι έδειξαν ότι μπορούσαν να χαίρονται με αυτό το πνεύμα του Χριστού περισσότερο από την υπόλοιπη ανθρωπότητα. Τα δόγματα που προστέθηκαν από ορισμένες εκκλησίες, όπως ότι ο Θεός πήρε επάνω του την ανθρώπινη φύση, έχω πει ρητά ότι δεν καταλαβαίνω· στην πραγματικότητα, για να πω την αλήθεια, δεν μου φαίνονται λιγότερο παράλογα από μια δήλωση, ότι ένας κύκλος είχε πάρει επάνω του τη φύση ενός τετραγώνου. Αυτό νομίζω ότι θα είναι επαρκής εξήγηση των απόψεών μου σχετικά με τα τρία σημεία που αναφέρθηκαν. Το αν θα είναι ικανοποιητικό για τους Χριστιανούς θα το ξέρετε καλύτερα από μένα.
     Φαίνεται ότι θέλετε να χρησιμοποιήσετε τη λογική και να με ρωτήσετε: «Πώς ξέρω ότι η φιλοσοφία μου είναι η καλύτερη από όλα όσα έχουν διδαχθεί ποτέ στον κόσμο, ή διδάσκονται, ή θα διδαχθούν ποτέ;» μια ερώτηση που θα μπορούσα με πολύ μεγαλύτερο δικαίωμα να σας ρωτήσω. γιατί δεν υποθέτω ότι έχω βρει την καλύτερη φιλοσοφία, ξέρω ότι καταλαβαίνω την αληθινή φιλοσοφία. Αν ρωτήσετε με ποιον τρόπο το γνωρίζω, απαντώ: Με τον ίδιο τρόπο που γνωρίζετε ότι οι τρεις γωνίες ενός τριγώνου είναι ίσες με δύο ορθές γωνίες: ότι αυτό είναι αρκετό, δεν θα το αρνηθεί κανείς του οποίου ο εγκέφαλος είναι υγιής και που δεν ονειρεύεται κακά πνεύματα που μας εμπνέουν ψευδείς ιδέες όπως η αληθινή. Γιατί η αλήθεια είναι ο δείκτης του εαυτού της και του τι είναι ψεύτικο.
     Αλλά εσείς, που υποθέτετε ότι βρήκατε επιτέλους την καλύτερη θρησκεία, ή μάλλον τους κουμπάρους, στους οποίους έχετε εναποθέσει την ευπιστία σας, εσείς, «που γνωρίζετε ότι είναι οι καλύτεροι μεταξύ όλων όσων έχουν διδάξει, διδάσκουν τώρα ή θα διδάξουν στο μέλλον άλλες θρησκείες. Έχετε εξετάσει όλες τις θρησκείες, αρχαίες και σύγχρονες, που διδάσκονται εδώ και στην Ινδία και παντού σε όλο τον κόσμο; Και, αν τα έχετε εξετάσει δεόντως, πώς ξέρετε ότι έχετε επιλέξει το καλύτερο» αφού δεν μπορείτε να δώσετε κανένα λόγο για την πίστη που υπάρχει μέσα σας; Αλλά θα πείτε, ότι συναινείτε στην εσωτερική μαρτυρία του Πνεύματος του Θεού, ενώ η υπόλοιπη ανθρωπότητα παγιδεύεται και εξαπατάται από τον άρχοντα των κακών πνευμάτων. Αλλά όλοι όσοι βρίσκονται έξω από το χλωμό της Ρωμαίικης Εκκλησίας μπορούν με ίσο δικαίωμα να διακηρύξουν το δικό τους δόγμα αυτό που εσείς διακηρύσσετε για το δικό σας.
     Όσο για το τι προσθέτετε για την κοινή συναίνεση μυριάδων ανθρώπων και την αδιάκοπη εκκλησιαστική διαδοχή, αυτό είναι το ίδιο το σύνθημα των Φαρισαίων. Με όχι λιγότερη εμπιστοσύνη από τους πιστούς της Ρώμης παρουσιάζουν τους μυριάδες μάρτυρές τους, οι οποίοι τόσο επίμονα όσο και οι Ρωμαίοι μάρτυρες επαναλαμβάνουν αυτά που έχουν ακούσει, σαν να ήταν προσωπική τους εμπειρία. Επιπλέον, μεταφέρουν πίσω τη γραμμή τους στον Αδάμ. Καυχιούνται με την ίδια αλαζονεία, ότι η Εκκλησία τους συνέχισε μέχρι σήμερα ασυγκίνητη και αναλλοίωτη, παρά το μίσος των χριστιανών και των ειδωλολατρών. Περισσότερο από κάθε άλλη αίρεση υποστηρίζεται από την αρχαιότητα. Αναφωνούν με μια φωνή, ότι έχουν λάβει τις παραδόσεις τους από τον ίδιο τον Θεό και ότι μόνο αυτοί διατηρούν τον λόγο του Θεού, γραπτό και άγραφο. Ότι όλες οι αιρέσεις έχουν προέλθει από αυτούς, και ότι έχουν παραμείνει σταθερές για χιλιάδες χρόνια χωρίς περιορισμό εγκόσμιας κυριαρχίας, αλλά μόνο από την αποτελεσματικότητα της δεισιδαιμονίας τους, κανείς δεν μπορεί να αρνηθεί. Τα θαύματα για τα οποία μιλούν θα κουράσουν χίλιες γλώσσες. Αλλά το κύριο καύχημά τους είναι ότι μετρούν πολύ μεγαλύτερο αριθμό μαρτύρων απ’ οποιοδήποτε άλλο έθνος, ένας αριθμός που αυξάνεται καθημερινά από εκείνους που υποφέρουν με μοναδική σταθερότητα για την πίστη που ομολογούν. Ούτε ο κομπασμός τους είναι ψευδής. Εγώ ο ίδιος γνώριζα μεταξύ άλλων κάποιον Ιούδα που ονομαζόταν πιστός, ο οποίος μέσα στις φλόγες, όταν ήδη θεωρούνταν νεκρός, ύψωσε τη φωνή του για να ψάλλει τον ύμνο που άρχιζε, «Σε σένα, ω Θεέ, προσφέρω την ψυχή μου», και έτσι το τραγούδι χάθηκε.
     Από όλα τα πράγματα που είναι πέρα από τις δυνάμεις μου, δεν εκτιμώ τίποτα περισσότερο από το να μου επιτρέπεται η τιμή να συνάψω δεσμούς φιλίας με ανθρώπους που αγαπούν ειλικρινά την αλήθεια. Γιατί, από πράγματα πέρα από τις δυνάμεις μας, πιστεύω ότι δεν υπάρχει τίποτα στον κόσμο που να μπορούμε να αγαπήσουμε με ηρεμία εκτός από τέτοιους ανθρώπους.
     Τόσο το καλύτερο; Δεν με αναγκάζουν να κάνω κάτι που δεν θα έκανα από μόνος μου αν δεν φοβόμουν το σκάνδαλο. Αλλά επειδή το θέλουν έτσι, μπαίνω ευχαρίστως στο μονοπάτι που μου ανοίγεται, με την παρηγοριά ότι η αναχώρησή μου θα είναι πιο αθώα από την έξοδο των πρώτων Εβραίων από την Αίγυπτο.
     Αφού η εμπειρία με δίδαξε ότι όλα τα συνηθισμένα περιβάλλοντα της κοινωνικής ζωής είναι μάταια κι άδεια. Βλέποντας ότι κανένα από τα αντικείμενα των φόβων μου δεν περιείχε μέσα του τίποτα καλό ή κακό, εκτός από το βαθμό που ο νους επηρεάζεται από αυτά, αποφάσισα τελικά να ρωτήσω αν θα μπορούσε να υπάρχει κάποιο πραγματικό καλό που να έχει τη δύναμη να επικοινωνεί ο ίδιος, το οποίο θα επηρέαζε το νου μεμονωμένα, αποκλείοντας οτιδήποτε άλλο: αν, στην πραγματικότητα, θα μπορούσε να υπάρχει κάτι από το οποίο η ανακάλυψη και η επίτευξη θα μου επέτρεπε να απολαμβάνω συνεχή, υπέρτατη και ατελείωτη ευτυχία.
     Το συνηθισμένο περιβάλλον της ζωής που εκτιμάται από τους ανθρώπους (όπως μαρτυρούν οι πράξεις τους) ως το υψηλότερο καλό, μπορεί να ταξινομηθεί κάτω από τα τρία κεφάλια -Πλούτη, Φήμη κι Απολαύσεις της Αίσθησης: με αυτά τα τρία ο νους είναι τόσο απορροφημένος που έχει λίγη δύναμη να σκεφτεί οποιοδήποτε διαφορετικό καλό.
     Ένας ορισμός, αν πρόκειται να ονομαστεί τέλειος, πρέπει να εξηγεί την εσώτατη ουσία ενός πράγματος και πρέπει να φροντίζει να μην υποκαθιστά αυτή οποιαδήποτε από τις ιδιότητές του. Για να δείξω το νόημά μου, χωρίς να πάρω ένα παράδειγμα που φαίνεται να δείχνει την επιθυμία να εκθέσω τα λάθη των άλλων ανθρώπων, θα επιλέξω την περίπτωση κάτι αφηρημένου, ο ορισμός του οποίου έχει μικρή σημασία. Αυτός είναι ένας κύκλος. Εάν ένας κύκλος οριστεί ως σχήμα, έτσι ώστε όλες οι ευθείες γραμμές που τραβιούνται από το κέντρο προς την περιφέρεια να είναι ίσες, ο καθένας μπορεί να δει ότι ένας τέτοιος ορισμός δεν εξηγεί καθόλου την ουσία ενός κύκλου, αλλά μόνο μία από τις ιδιότητές του. Αν και, όπως έχω πει, αυτό δεν έχει σημασία στην περίπτωση των αριθμών και άλλων αφαιρέσεων, έχει μεγάλη σημασία στην περίπτωση των φυσικών όντων και των πραγματικοτήτων, γιατί οι ιδιότητες των πραγμάτων δεν γίνονται κατανοητές όσο οι ουσίες τους είναι άγνωστες. Αν το τελευταίο παραβλεφθεί, υπάρχει αναγκαστικά μια διαστροφή της διαδοχής των ιδεών που θα έπρεπε να αντανακλούν τη διαδοχή της φύσης, και απομακρυνόμαστε πολύ από το αντικείμενό μας. Ο Θεός είναι η Έμφυτη Αιτία όλων των πραγμάτων, ποτέ πραγματικά υπερβατική από αυτά.

     Η τελειότητα ενός πράγματος δεν ακυρώνει την ύπαρξή του, αλλά, αντίθετα, την επιβεβαιώνει. Η ατέλεια, από την άλλη πλευρά, την ακυρώνει; Επομένως, δεν μπορούμε να είμαστε πιο σίγουροι για την ύπαρξη οτιδήποτε, παρά για την ύπαρξη ενός όντος απολύτως άπειρου ή τέλειου – δηλαδή, του Θεού. Διότι, στο βαθμό που η ουσία του αποκλείει κάθε ατέλεια και συνεπάγεται απόλυτη τελειότητα, κάθε αιτία αμφιβολίας σχετικά με την ύπαρξή του εξαλείφεται και δίνεται η απόλυτη βεβαιότητα για το ζήτημα. Αυτό, νομίζω, θα είναι εμφανές σε κάθε μετρίως προσεκτικό αναγνώστη.
     Για τους Natura naturans πρέπει να καταλάβουμε τι είναι από μόνο του και συλλαμβάνεται μέσω του εαυτού του, ή τέτοιες ιδιότητες της ουσίας όπως εκφράζουν μια αιώνια και άπειρη ουσία, δηλαδή … Ο Θεός, στο βαθμό που θεωρείται ελεύθερος σκοπός. Αλλά με τον όρο Natura naturata καταλαβαίνω οτιδήποτε προκύπτει από την αναγκαιότητα της φύσης του Θεού ή από τις ιδιότητες του Θεού, δηλαδή όλους τους τρόπους των ιδιοτήτων του Θεού στο βαθμό που θεωρούνται πράγματα που βρίσκονται στον Θεό και δεν μπορούν ούτε να γίνουν ούτε να νοηθούν χωρίς τον Θεό. Η τάξη κι η σύνδεση της σκέψης είναι ταυτόσημη με την τάξη και τη σύνδεση των πραγμάτων.  Η αλήθεια είναι πρότυπο του εαυτού της και του ψεύδους.

     Αυτή την προσπάθεια να κάνουμε κάτι ή να το αφήσουμε ανεκτέλεστο, μόνο και μόνο για να ευχαριστήσουμε τους ανθρώπους, την ονομάζουμε φιλοδοξία, ειδικά όταν προσπαθούμε τόσο πρόθυμα να ευχαριστήσουμε το χυδαίο, που κάνουμε ή παραλείπουμε ορισμένα πράγματα προς βλάβη δική μας ή κάποιου άλλου: σε άλλες περιπτώσεις ονομάζεται γενικά καλοσύνη. Σκοπός μου είναι να εξηγήσω, όχι το νόημα των λέξεων, αλλά τη φύση των πραγμάτων.

     Ανθρώπινη αδυναμία να μετριάσει και να ελέγξει τα συναισθήματα που ονομάζω δουλεία: διότι, όταν ένας άνθρωπος είναι έρμαιο των συναισθημάτων του, δεν είναι αφέντης του εαυτού του, αλλά βρίσκεται στο έλεος της τύχης: τόσο πολύ, που συχνά αναγκάζεται, ενώ βλέπει αυτό που είναι καλύτερο γι ‘αυτόν, να ακολουθήσει αυτό που είναι χειρότερο.
     Ένας ελεύθερος άνθρωπος σκέφτεται τον θάνατο λιγότερο από όλα τα πράγματα. Κι η σοφία του είναι ένας διαλογισμός όχι του θανάτου αλλά της ζωής.
     Οι ανάγκες πρέπει να είναι δύσκολες, αφού τόσο σπάνια βρίσκονται. Πώς θα ήταν δυνατόν, αν η σωτηρία ήταν έτοιμη στα χέρια μας, και μπορούσε χωρίς μεγάλη εργασία να βρεθεί, να παραμεληθεί σχεδόν από όλους τους ανθρώπους; Αλλά όλα τα πράγματα εξαιρετικά είναι τόσο δύσκολα όσο και σπάνια.
     Οι φιλόσοφοι αντιλαμβάνονται τα πάθη που μας ταλαιπωρούν ως κακίες στις οποίες πέφτουν οι άνθρωποι με δικό τους σφάλμα και, ως εκ τούτου, γενικά χλευάζουν, θρηνούν ή κατηγορούν ή τα εκτελούν, αν θέλουν να φαίνονται ασυνήθιστα ευσεβείς. Και έτσι νομίζουν ότι κάνουν κάτι θαυμάσιο και φτάνουν στο αποκορύφωμα της μάθησης, όταν είναι αρκετά έξυπνοι για να απονείμουν πολλαπλούς επαίνους σε τέτοια ανθρώπινη φύση, που δεν υπάρχει πουθενά, και να κάνουν λεκτικές επιθέσεις σε αυτό που, στην πραγματικότητα, υπάρχει. Γιατί αντιλαμβάνονται τους ανθρώπους, όχι όπως είναι, αλλά όπως οι ίδιοι θα ήθελαν να είναι. Από πού έχει συμβεί ότι, αντί για ηθική, έχουν γράψει γενικά σάτιρα, και ότι ποτέ δεν έχουν συλλάβει μια θεωρία της πολιτικής, η οποία θα μπορούσε να μετατραπεί σε χρήση, αλλά τέτοια που θα μπορούσε να ληφθεί ως χίμαιρα, ή θα μπορούσε να έχει διαμορφωθεί στην Ουτοπία, ή σε εκείνη τη χρυσή εποχή των ποιητών όταν, Σίγουρα, υπήρχε ελάχιστη ανάγκη. Κατά συνέπεια, όπως σε όλες τις επιστήμες, οι οποίες έχουν μια χρήσιμη εφαρμογή, έτσι ειδικά σε εκείνη της πολιτικής, η θεωρία υποτίθεται ότι έρχεται σε αντίθεση με την πράξη ; Και κανένας άνθρωπος δεν εκτιμάται λιγότερο κατάλληλος να διευθύνει τις δημόσιες υποθέσεις από τους θεωρητικούς ή τους φιλοσόφους.
     Έχω αποφασίσει να δείξω με μια ορισμένη και αναμφισβήτητη πορεία επιχειρημάτων, ή να συμπεράνω από την ίδια την κατάσταση της ανθρώπινης φύσης, όχι αυτό που είναι νέο και ανήκουστο, αλλά μόνο εκείνα τα πράγματα που συμφωνούν καλύτερα με την πράξη.
     Εργάστηκα προσεκτικά, όχι για να χλευάσω, να θρηνήσω ή να εκτελέσω ανθρώπινες πράξεις, αλλά για να τις κατανοήσω. Και, για το σκοπό αυτό, έβλεπα τα πάθη, όπως η αγάπη, το μίσος, ο θυμός, ο φθόνος, η φιλοδοξία, ο οίκτος και οι άλλες διαταραχές του νου, όχι υπό το φως των ελαττωμάτων της ανθρώπινης φύσης, αλλά ως ιδιότητες, εξίσου σχετικές με αυτήν, όπως είναι η θερμότητα, το κρύο, η καταιγίδα, η βροντή και τα παρόμοια με τη φύση της ατμόσφαιρας, Ποια φαινόμενα, αν και άβολα, είναι ωστόσο απαραίτητα και έχουν σταθερές αιτίες, μέσω των οποίων προσπαθούμε να κατανοήσουμε τη φύση τους, και ο νους έχει την ίδια ευχαρίστηση να τα βλέπει σωστά, όσο και να γνωρίζει πράγματα που κολακεύουν τις αισθήσεις.
     Μιλώντας γενικά, κατέχει κυριαρχία, στην οποία ανατίθενται με κοινή συναίνεση υποθέσεις του κράτους – όπως η θέσπιση, η ερμηνεία και η κατάργηση των νόμων, η οχύρωση των πόλεων, η απόφαση για τον πόλεμο και την ειρήνη, κ.λπ. Αλλά αν αυτή η κατηγορία ανήκει σε ένα συμβούλιο, αποτελούμενο από το γενικό πλήθος, τότε το κράτος ονομάζεται δημοκρατία. Εάν το συμβούλιο αποτελείται από ορισμένα επιλεγμένα πρόσωπα, τότε είναι αριστοκρατία . Και, αν, τέλος, η φροντίδα των υποθέσεων του κράτους και, κατά συνέπεια, η κυριαρχία ανήκει σε έναν άνθρωπο, τότε έχει το όνομα της μοναρχίας.
     Ο άνθρωπος μπορεί, πράγματι, να ενεργεί αντίθετα με τα διατάγματα του Θεού, εφόσον έχουν γραφτεί σαν νόμοι στο μυαλό μας ή στους προφήτες, αλλά ενάντια σε αυτό το αιώνιο διάταγμα του Θεού, το οποίο είναι γραμμένο σε παγκόσμια φύση, και έχει υπόψη την πορεία της φύσης στο σύνολό της, δεν μπορεί να κάνει τίποτα.
     Στη κατάσταση της φύσης, η αδικοπραγία είναι αδύνατη· ή, αν κάποιος κάνει λάθος, είναι για τον εαυτό του, όχι για κάποιον άλλο. Γιατί κανείς από το νόμο της φύσης δεν είναι υποχρεωμένος να ευχαριστήσει κάποιον άλλο, εκτός αν επιλέξει, ούτε να θεωρήσει τίποτα καλό ή κακό, αλλά αυτό που ο ίδιος, σύμφωνα με τη δική του ιδιοσυγκρασία, δηλώνει ότι είναι έτσι. Και, για να μιλήσουμε γενικά, τίποτα δεν απαγορεύεται από το νόμο της φύσης, εκτός από αυτό που είναι πέρα από τη δύναμη του καθενός.
   Η φύση δεν προσφέρει τίποτα που να μπορεί να ονομαστεί αυτός ο άνθρωπος και όχι κάποιου άλλου, αλλά, κάτω από τη φύση, τα πάντα ανήκουν σε όλους – δηλαδή, έχουν την εξουσία να το διεκδικήσουν για τον εαυτό τους. Αλλά, κάτω από την κυριαρχία, όπου καθορίζεται από το κοινό δίκαιο τι ανήκει σε αυτόν τον άνθρωπο και τι σε αυτόν, ονομάζεται δίκαιος που έχει μια συνεχή θέληση να αποδώσει σε κάθε άνθρωπο τη δική του, αλλά αυτός, άδικος που αγωνίζεται, αντίθετα, να κάνει δικό του αυτό που ανήκει σε άλλον.
     Για μια κοινοπολιτεία, της οποίας οι υπήκοοι εμποδίζονται από τον τρόμο να πάρουν όπλα, θα πρέπει μάλλον να ειπωθεί ότι είναι απαλλαγμένη από τον πόλεμο, παρά ότι έχει ειρήνη. Γιατί η ειρήνη δεν είναι απλώς απουσία πολέμου, αλλά είναι μια αρετή που πηγάζει από τη δύναμη του χαρακτήρα: γιατί η υπακοή είναι η συνεχής θέληση να εκτελεστεί αυτό που, σύμφωνα με το γενικό διάταγμα της πολιτείας, πρέπει να γίνει. Εκτός αυτού, αυτή η κοινοπολιτεία, της οποίας η ειρήνη εξαρτάται από τη νωθρότητα των υπηκόων της, που οδηγούνται σαν πρόβατα, να μάθουν μόνο σκλαβιά, μπορεί πιο σωστά να ονομαστεί έρημος παρά κοινοπολιτεία.
     Αυτός που επιδιώκει την ισότητα μεταξύ άνισων αναζητά έναν παραλογισμό.
     Όλοι οι νόμοι που μπορούν να παραβιαστούν χωρίς να βλάψουν κάποιον άλλο, δεν είναι παρά περίγελος και απέχουν τόσο πολύ από το να χαλιναγωγούν τις επιθυμίες και τις επιθυμίες των ανθρώπων, που αντίθετα τους διεγείρουν.
     Οι νόμοι που μπορούν να παραβιαστούν χωρίς να αδικηθεί ο πλησίον δεν είναι παρά ένα γέλιο · Και, μακριά από τέτοιους νόμους που περιορίζουν τις ορέξεις και τις επιθυμίες της ανθρωπότητας, μάλλον τις αυξάνουν.
     Όλοι οι νόμοι που μπορούν να παραβιαστούν χωρίς να προκληθεί τραυματισμός σε κανέναν, γελοιοποιούνται. Όχι, απέχουν τόσο πολύ από το να κάνουν οτιδήποτε για να ελέγξουν τις επιθυμίες και τα πάθη των ανθρώπων, ώστε, αντίθετα, κατευθύνουν και υποκινούν τις σκέψεις των ανθρώπων περισσότερο προς αυτά ακριβώς τα αντικείμενα, γιατί πάντα αγωνιζόμαστε προς αυτό που απαγορεύεται και επιθυμούμε τα πράγματα που δεν επιτρέπεται να έχουμε. Και οι άνθρωποι του ελεύθερου χρόνου δεν είναι ποτέ ανεπαρκείς στην εφευρετικότητα που απαιτείται για να μπορέσουν να ξεγελάσουν τους νόμους που έχουν θεσπιστεί για να ρυθμίζουν πράγματα που δεν μπορούν να απαγορευτούν εντελώς. Αυτός που προσπαθεί να καθορίσει τα πάντα με νόμο θα υποδαυλίσει το έγκλημα αντί να το μειώσει.
     Περνάω, επί μακρόν, στη τρίτη κι απόλυτα απόλυτη κυριαρχία, την οποία ονομάζουμε δημοκρατία.
     Μπορούμε να συλλάβουμε διάφορα είδη δημοκρατίας. Αλλά η πρόθεσή μου δεν είναι να θεραπεύσω κάθε είδους, αλλά μόνο αυτό, «όπου όλοι, χωρίς εξαίρεση, που οφείλουν πίστη μόνο στους νόμους της χώρας, και είναι περαιτέρω ανεξάρτητοι και αξιοσέβαστης ζωής, έχουν το δικαίωμα να ψηφίζουν στο ανώτατο συμβούλιο και να γεμίζουν τα αξιώματα του κράτους».
_____________________________

Το Ευγενές το Άτομο αγαπώ
πιότερ’ απ’ όσα θα μπορούσα να του πω
φοβάμαι πως θα μείνει μοναχό του
με το Ιερό το Φωτοστέφανό του
                                    Άλμπερτ Αϊνστάιν

Υποβολή απάντησης

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *