Βιογραφικό
Ο Ουίλλιαμ Σαίξπηρ (William Shakespeare) ήταν Άγγλος ποιητής, ηθοποιός και θεατρικός συγγραφέας. Θεωρείται ευρέως σαν ο σημαντικότερος συγγραφέας που έγραψε στην αγγλική γλώσσα κι ένας από τους σημαντικότερους δραματουργούς παγκοσμίως. Συχνά αποκαλείται εθνικός ποιητής της Αγγλίας και Βάρδος του Έιβον. Τα σωζόμενα έργα του, συμπεριλαμβανομένων κι ορισμένων συνεργασιών, αποτελούνται από περίπου 38 θεατρικά, 154 σονέτα, 2 μεγάλα αφηγηματικά αλλά και πολλά άλλα, ποιήματα. Τα έργα του έχουν μεταφραστεί στις περισσότερες γλώσσες του κόσμου κι ερμηνεύονται πιότερο συχνά από τα έργα οποιουδήποτε άλλου θεατρικού συγγραφέα. Δεν έχουν σωθεί παρά λίγες καταγραφές για την ιδιωτική ζωή του κι έχουνε σημειωθεί σημαντικές εικασίες για ζητήματα όπως η εξωτερική του εμφάνιση, η σεξουαλικότητά του, οι θρησκευτικές του πεποιθήσεις και κατά πόσον τα έργα που του αποδίδονται είναι γραμμένα από άλλους.
Ο Σαίξπηρ έγραψε τα περισσότερα από τα γνωστά έργα του μεταξύ των 1589-1613 και κατάφερε να χειριστεί με απόλυτη δεξιοτεχνία τόσο τη κωμωδία όσο και το δράμα και τη τραγωδία. Τα έργα του διαπνέονται από βαθειά κατανόηση της ανθρώπινης φύσης και παραμένουν επίκαιρα. Η επίδρασή του, ειδικότερα στην αγγλική λογοτεχνία, θεωρείται τεράστια. Οι Ρομαντικοί αναγνώρισαν την ιδιοφυΐα του κι οι Βικτωριανοί τονε λάτρεψαν κατά τρόπο που ο Τζορτζ Μπέρναρντ Σω αποκάλεσε «βαρδολατρεία». Πολλοί ιστορικοί συμφωνούν πως ο ηθοποιός, ποιητής και θεατρικός συγγραφέας Ουίλλιαμ Σαίξπηρ είναι πράγματι ένα και το αυτό πρόσωπο, όπως πιστοποιούνε σημαντικά ιστορικά ευρήματα.
Το σπίτι στο Στράτφορντ που φέρεται να γεννήθηκε, ανακαινισμένο σήμερα.
Γεννήθηκε στο χωριό Στράτφορντ-απόν-Έιβον (Stratford-upon-Avon, ή απλά Στράτφορντ) 23 Απρίλη του 1564, με άγνωστη ημερομηνία γέννησης αλλά γνωρίζουμε την ημερομηνία βάπτισης που έγινε στις 26 Απρίλη του ίδιου έτους, όπως καταγράφεται στα μητρώα της εκκλησίας του Στράτφορντ. Είναι γνωστό πως την εποχήν εκείνη η τελετή της βάφτισης γινότανε λίγες μόνο μέρες μετά τη γέννηση. Παραδοσιακά έχει επικρατήσει να θεωρείται ως ημερομηνία γέννησής του η 23η Απρίλη, μέρα του Αγίου Γεωργίου. Η ημερομηνία αυτή, που προέρχεται από μία λανθασμένη εκτίμηση ενός μελετητή του 18ου αι, αποδείχθηκε ελκυστική για τους βιογράφους δεδομένου ότι πέθανε και σε κάποιες άλλες 23 Απρίλη, του 1616 (σύμφωνα με το Ιουλιανό ημερολόγιο).
(Σημ: δική μου: Στα βιογραφικά που στήνω εδώ, βάζω τις λογικές ημερομηνίες, έτσι, όσοι γεννηθήκαν ή πεθάνανε πριν το Γρηγοριανό, βάζω του Ιουλιανού ημερολογίου και στους μετά το τωρινό, κι αυτό ισχύει για όλα τα πριν, κι αυτό θα ισχύσει και σε τούτο δω).
Ήτανε 3ο από 8 παιδιά κι ο μεγαλύτερος επιζών γιος του Τζων Σαίξπηρ και της Μαίρης Άρντεν. Η Μαίρη ήτανε κόρη εύπορου γαιοκτήμονα κι ο Τζων ήταν ένας από τους προύχοντες του χωριού, ανήκε επίσης στο σωματείο των κατασκευαστών γαντιών αλλά συμμετείχε και σ’ άλλες επιχειρήσεις, όπως στο εμπόριο δερμάτων. Είχε πολιτικές γνωριμίες κι αρκετές φορές διορίστηκε σε ανώτερες θέσεις. Για ένα διάστημα μάλιστα, όταν ο Ουίλλιαμ ήτανε 4 ετών, υπήρξε δήμαρχος του Στράτφορντ. Σαν μέλος λοιπόν μίας τόσο εξέχουσας οικογένειας ο Ουίλλιαμ έμαθε από πολύ μικρός να γράφει και να διαβάζει. Αν και δεν έχουνε σωθεί παρουσιολόγια κείνης της περιόδου, οι περισσότεροι βιογράφοι συμφωνούν ότι πιθανότατα εκπαιδεύτηκε στο Νέο Σχολείο του Στράτφορντ, το οποίο ιδρύθηκε το 1553 από το βασιλιά Εδουάρδο ΣΤ’. Κατά τη διάρκεια της Ελισσαβετιανής εποχής, τα σχολεία διέφεραν μεταξύ τους ως προς τη ποιότητα αλλά το πρόγραμμα σπουδών υπαγορεύτηκε με νόμο σε όλη την Αγγλία και το σχολείο παρείχε κλασσική παιδεία κι εντατική εκπαίδευση στη Λατινική γλώσσα. Έχοντας μελετηρό χαρακτήρα, ο Σαίξπηρ διάβαζε πολύ στα νεανικά του χρόνια, αν και δεν έγραφε πολύ. Τον περισσότερο καιρό του τονε περνούσε μελετώντας Λατινικά απαγγέλλοντας απ’ έξω μεγάλα αποσπάσματα από ποιήματα. Χωρίς να το μαντεύει, ακόνιζε έτσι τη μνήμη του και την ομιλία του, στοιχεία απαραίτητα για τη μετέπειτα σταδιοδρομία του ως ηθοποιός.

Το Νοέμβρη του 1582 παντρεύτηκε τη κατά 8 χρόνια μεγαλύτερή του, Ανν Χάθαγουεϊ. 6 μήνες αργότερα απέκτησαν κόρη, τη Σουζάνα, που τη βαπτίσανε στις 26 Μάη 1583, ενώ σχεδόν 2 χρόνια μετά, στις 2 Φλεβάρη 1585, καταγράφεται η βάπτιση των δίδυμων παιδιών τους, του Χάμνετ και της Τζούντιθ. Ο Χάμνετ πέθανε από άγνωστα αίτια σε ηλικία 11 ετών και θάφτηκε στις 11 Αυγούστου 1596. Μετά τη γέννηση των διδύμων, ο Σαίξπηρ άφησε ελάχιστα ιστορικά ίχνη μέχρι που το 1592 αναφέρεται ως μέλος της θεατρικής σκηνής του Λονδίνου. Οι μελετητές αναφέρονται στα χρόνια μεταξύ του 1585-92 ως τα “χαμένα χρόνια” του Σαίξπηρ. Πολλά έχουνε γραφτεί για τις προσπάθειες του Σαίξπηρ να επιβληθεί ως ηθοποιός και συγγραφέας στο Λονδίνο, αλλά ελάχιστα αποδίδουνε τη πραγματικότητα. Μία ιστορία του 18ου αι. φέρει τον Σαίξπηρ να ξεκινά τη θεατρική του καριέρα ως ιπποκόμος που κέρδιζε τα προς το ζην φυλάγοντας τ’ άλογα των πλούσιων θεατών και των αφεντικών των θεάτρων. Εντούτοις δεν υπάρχει κανένα ιστορικό στοιχείο που να αποδεικνύει ότι βρέθηκε σ’ αυτή τη θέση. Αντιθέτως, στα 28 του χρόνια ήτανε πλέον ένας φτασμένος ηθοποιός. Κι ως τα 52, που πέθανε, ήτανε πάντα δημοφιλής και περιζήτητος.
Δεν είναι γνωστό πότε ακριβώς άρχισε να γράφει αλλ’ αναφορές της εποχής του κι αρχεία παραστάσεων δείχνουν ότι κάποια από τα έργα του είχαν ανέβει στη λονδρέζικη σκηνή από το 1592. Οι βιογράφοι θεωρούν ότι η καριέρα του πρέπει να άρχισε μετά τα μέσα της 10ετίας του 1580. Αργότερα αυτός καθώς κι όλη η θεατρική ομάδα που ανήκε, τελούσε υπό την εύνοια της βασίλισσας Ελισσάβετ Α’ της Αγγλίας. Συχνά παίζανε μπρος στη βασίλισσα και την αυλή της τις ημέρες των Χριστουγέννων ή άλλων εορτών. Ο Αρχιθαλαμηπόλος της ήταν ο χορηγός τους γι’ αυτό και τους έλεγαν “οι Άνθρωποι του Αρχιθαλαμηπόλου” (The Lord Chamberlain’s Men). Τα έργα του εκτελούνταν μόνο πλέον απ’ αυτούς, που ήτανε πια η κορυφαία θεατρική ομάδα του Λονδίνου.
Μετά το θάνατο της Ελισσάβετ Α’ το 1603, βασιλιάς της Αγγλίας ανέλαβε ο Ιάκωβος Α’. Όταν ο νέος βασιλιάς ήρθε στο Λονδίνο, ο Σαίξπηρ μαζί με άλλους εκλεκτούς ηθοποιούς και συγγραφείς της χώρας τον υποδέχτηκε στην είσοδο της πόλης. Ευτυχώς για τον Σαίξπηρ ο βασιλιάς Ιάκωβος αγαπούσε το θέατρο το ίδιο όπως κι η προκάτοχός του. Διανοούμενος ο ίδιος υποστήριζε τη φιλολογία και προστάτευε τις τέχνες. 10 μέρες μετά τη στέψη του ο βασιλιάς πήρε επίσημα υπό την προστασία του τον θίασο του Σαίξπηρ. Από τότε η θεατρική ομάδα μετονομάστηκε σε “οι Άνθρωποι του Βασιλιά” (The King’s Men). Αρκετά νομικά έγγραφα της εποχής καταγράφουν επενδύσεις κι αγορές ακινήτων που έκανε ο Σαίξπηρ, γεγονός που πιστοποιεί πως στη διάρκεια αυτής της περιόδου κέρδισε αρκετά χρήματα. Αναφέρεται χαρακτηριστικά ότι το 1597 απέκτησε το New Place, που ήτανε το 2ο μεγαλύτερο σπίτι στο Στράτφορντ. Το 1599, ο Σαίξπηρ κι άλλα μέλη του θιάσου χτίσανε το δικό τους θέατρο στη νότια όχθη του ποταμού Τάμεση και το ονόμασαν Γκλομπ (Globe). Το 1608 ανέλαβαν επίσης το θέατρο Μπλακφράιαρς (Blackfriars).
Το ανακατασκευασμένο Θέατρο Γκλομπ, σήμερα
Κάποια από τα έργα του άρχισαν να δημοσιεύονται από το 1594. Το 1598, και καθώς είχε γίνει ήδη γνωστός, το όνομά του άρχισε να εμφανίζεται και στα εξώφυλλα. Παρά την επιτυχία του ως δραματουργός, συνέχισε να παίζει τόσο στα δικά του έργα όσο και σε έργα άλλων δραματουργών. Ο ποιητής και θεατρικός συγγραφέας Μπεν Τζόνσον τον αναφέρει στους ηθοποιούς που παίξανε σε δικά του έργα γι’ αυτό κι η απουσία του ονόματός του από τον κατάλογο των ηθοποιών που έπαιξαν το 1605 στο Βολπόνε έχει εκληφθεί από ορισμένους μελετητές ως ένδειξη ότι η καριέρα του σαν ηθοποιού πλησίαζε στο τέλος της. Ωστόσο αργότερα ο εμφανίζεται σαν ένας από τους κυριότερους ηθοποιούς σε έργα που ανεβήκανε 1η φορά στη σκηνή μετά το Βολπόνε, αν και δεν μπορούμε να γνωρίζουμε με βεβαιότητα ποιους ρόλους έπαιξε.
Κατά τη διάρκεια της καριέρας του, μοίραζε το χρόνο του μεταξύ του Λονδίνου και του Στράτφορντ. Το 1596, τη χρονιά πριν αγοράσει το New Place στο Στράτφορντ, ο Σαίξπηρ ζούσε στην ενορία της Αγίας Ελένης στο Μπίσοπσγκεϊτ του Λονδίνου, βόρεια του ποταμού Τάμεση. Μετακόμισε στην άλλη μεριά του Τάμεση, στο Σάουθγουορκ του Λονδίνου, το 1599, δηλαδή τη χρονιά που κατασκευάστηκε το θέατρο Γκλομπ. Το 1604 μετακόμισε και πάλι βόρεια του ποταμού, σε μία περιοχή με πολλά ωραία σπίτια βόρεια του Καθεδρικού ναού του Αγίου Παύλου. Εκεί νοίκιαζε δωμάτια από έναν Γάλλο Ουγενότο που κατασκεύαζε περούκες για κυρίες. Μετά το 1606 έγραψε λίγα έργα και κανένα δεν αποδίδεται σ’ αυτόν μετά το 1613. Πέθανε στις 23 Απρίλη 1616, αφήνοντας πίσω του τη σύζυγό του και 2 κόρες. Στη διαθήκη του άφησε το μεγαλύτερο μέρος της περιουσίας του στη μεγαλύτερη κόρη του, Σουζάνα, ενώ αναφέρεται ελάχιστα στη σύζυγό του, Άννα, η οποία πιθανότατα δικαιούνταν αυτομάτως το 1/3 της περιουσίας. Συγκεκριμένα έγραψε ότι της αφήνει “το δεύτερο καλλίτερό μου κρεβάτι“, ένα κληροδότημα που έχει οδηγήσει σε πολλές εικασίες. Μερικοί μελετητές βλέπουνε το κληροδότημα αυτό ως προσβολή για την Άννα, ενώ άλλοι πιστεύουν ότι αυτό είναι το γαμήλιο κρεβάτι επομένως το κληροδότημα είναι πλούσιο σε σημασία.
Ο Σαίξπηρ τάφηκε 2 μέρες μετά το θάνατό του, στο ιερό της εκκλησίας της Αγίας Τριάδας στο Στράτφορντ-απόν-Έιβον. Στον τάφο του τοποθετήθηκε έπειτα από δική του επιθυμία, επιγραφή λαξευμένη στη πέτρινη πλάκα που καλύπτει τον τάφο. Η επιγραφή περιλαμβάνει μία κατάρα ενάντια στη μετακίνηση των οστών του, η οποία κι αποφεύχθηκε επιμελώς κατά τη διάρκεια της αποκατάστασης του ναού το 2008. Η επιγραφή γράφει:
Good friend for Jesus sake forbeare,
To digg the dust encloased heare.
Bleste be ye man yt spares thes stones,
And curst be he yt moves my bones.
Φίλε καλέ μου, χάριν του Θεού μας συγκρατήσου,
και μην ανασκαλέψεις το χώμα τούτο εδώ.
Μακάριος ο, που ήσυχες τούτες τις πέτρες θα αφήσει.
Καταραμένος ο, που τα οστά μου θα κουνήσει.
Σχετικά με την επιγραφή αυτή, καλλιεργήθηκε ένας μύθος, σύμφωνα με τον οποίο αδημοσίευτα έργα του Σαίξπηρ πιθανόν να βρίσκονται εντός του τάφου. Μέχρι σήμερα δεν έχει αποπειραθεί να διαπιστωθεί η αλήθεια αυτής της υπόθεσης. Πριν το 1623, στο βόρειο τοίχο του ναού της Αγίας Τριάδας στήθηκε ένα ταφικό μνημείο του, που τον απεικονίζει την ώρα που γράφει. Η επιγραφή τονε συγκρίνει με τον Νέστορα, τον Σωκράτη και τον Βιργίλιο. Οι περισσότεροι θεατρικοί συγγραφείς της περιόδου συνήθως συνεργάζονταν με άλλους κι οι κριτικοί συμφωνούν ότι ο Σαίξπηρ έκανε το ίδιο, ως επί το πλείστον στις αρχές και στο τέλος της καριέρας του.
Τα πρώτα καταγεγραμμένα έργα του είναι ο Ριχάρδος Γ’ και τα 3 μέρη του Ερρίκου ΣΤ’, που γράφτηκανε στις αρχές της 10ετίας 1590, σ’ εποχή που το ιστορικό δράμα ήταν της μόδας. Ωστόσο τα έργα του είναι δύσκολο να χρονολογηθούνε κι οι μελέτες των κειμένων του δείχνουν ότι ο Τίτος Ανδρόνικος, Η Κωμωδία των Λαθών, το Ημέρωμα της Στρίγγλας κι Οι Δύο Άρχοντες από τη Βερόνα ανήκουν επίσης στη 1η περίοδό του. Οι 1ες ιστορίες του που αντλήθηκαν από τα Χρονικά της Αγγλίας, Σκωτίας & Ιρλανδίας του Ραφαήλ Χόλινσεντ δραματοποιούνε τα καταστροφικά αποτελέσματα της αδύναμης ή διεφθαρμένης εξουσίας κι έχουν ερμηνευθεί ως δικαιολόγηση της προέλευσης του Οίκου των Τυδώρ. Τα 1α έργα ήταν επηρεασμένα από άλλων Ελισσαβετιανών δραματουργών, από τις παραδόσεις του μεσαιωνικού δράματος κι από τα έργα του Σενέκα. Η Κωμωδία των Λαθών βασίστηκε επίσης σε κλασσικά μοντέλα, αλλά δε βρέθηκε καμία πηγή για το Ημέρωμα της Στρίγγλας, αν και σχετίζεται μ’ ένα άλλο έργο με τον ίδιο τίτλο και μπορεί να προέρχεται από τη λαϊκή παράδοση. Όπως Οι Δύο Άρχοντες από τη Βερόνα, όπου 2 φίλοι φαίνεται να εγκρίνουνε το βιασμό, έτσι κι η ιστορία της Στρίγγλας, όπου το ανεξάρτητο πνεύμα μιας γυναίκας εξημερώνεται από έναν άντρα, προβληματίζουν μερικές φορές τους σύγχρονους κριτικούς και σκηνοθέτες.
Στα μέσα της 10ετίας 1590, οι πρώιμες κλασικές κι ιταλικού τύπου κωμωδίες του Σαίξπηρ παραχωρούνε τη θέση τους στη ρομαντική ατμόσφαιρα των σημαντικότερων κωμωδιών του. Το Όνειρο Θερινής Νύχτας είναι πνευματώδες μίγμα ρομαντισμού, μαγείας και κωμικών σκηνών. Η επόμενη κωμωδία του, ο εξίσου ρομαντικός Έμπορος της Βενετίας, απεικονίζει τον εκδικητικό Εβραίο τοκογλύφο Σάιλοκ με τρόπο που αντανακλά τις απόψεις εκείνης της εποχής αλλά στα σημερινά ακροατήρια μπορεί να φαίνεται υποτιμητικός. Τα έξυπνα λογοπαίγνια στο Πολύ κακό για το τίποτα, το μαγευτικό περιβάλλον του Όπως Αγαπάτε και το ζωντανό γλέντι της Δωδέκατης Νύχτας ολοκληρώνουν τη σειρά των μεγάλων κωμωδιών του Σαίξπηρ. Μετά το λυρικό Ριχάρδο Β’, που ‘ναι γραμμένος σχεδόν εξ ολοκλήρου σε ομοιοκατάληκτο στίχο, εισήγαγε τη κωμωδία πρόζας στα έργα Ερρίκος Δ’ (1ο & 2ο μέρος) κι Ερρίκος Ε’, περί τα τέλη της 10ετίας 1590. Οι χαρακτήρες του γίνονται όλο και περισσότερο σύνθετοι κι εναλλάσσοντας επιδέξια κωμικές και σοβαρές σκηνές, πρόζα και ποίηση, επιτυγχάνει την αφηγηματική ποικιλία του ώριμου έργου του. Η περίοδος αυτή αρχίζει και τελειώνει με 2 τραγωδίες: το Ρωμαίος & Ιουλιέττα, το διάσημο ρομαντικό δράμα για την εφηβεία, την αγάπη και το θάνατο, και τον Ιούλιο Καίσαρα -βασισμένο σε μετάφραση που ‘κανε το 1579 ο σερ Τόμας Νορθ στο έργο του Πλούταρχου Βίοι Παράλληλοι εισήγαγε νέο είδος δράματος.
Στη τελευταία του περίοδο, ο Σαίξπηρ στράφηκε στο ρομαντισμό. Ορισμένοι σχολιαστές έχουνε δει αυτή την αλλαγή στη διάθεση ως απόδειξη μιας πιο γαλήνιας άποψης της ζωής από την πλευράς του, αλλά μπορεί να αντικατοπτρίζει απλώς τη θεατρική μόδα της εποχής. Ο Σαίξπηρ συνεργάστηκε με άλλο δραματουργό σε δύο επιπλέον σωζόμενα έργα: τον Ερρίκο Η’ και το Οι Δύο Συγγενείς Άρχοντες. Δεν είναι σαφές για ποιες θεατρικές επιχειρήσεις έγραψε τα 1α έργα του. Το εξώφυλλο του Τίτου Ανδρόνικου στην έκδοση του 1594 αποκαλύπτει ότι το έργο είχε παιχτεί από 3 διαφορετικούς θιάσους. Μετά από τις επιδημίες της Μαύρης πανώλης τα έτη 1592-1593, τα έργα του ερμηνεύτηκαν από το δικό του θίασο σε θέατρο βόρεια του Τάμεση. Όταν ο θίασος βρέθηκε σε διαμάχη με τον ιδιοκτήτη του οικοπέδου, οι ηθοποιοί κατεδάφισαν το θέατρο και χρησιμοποίησαν τα ξύλα για να κατασκευάσουν στη νότια όχθη του Τάμεση το θέατρο Γκλομπ, το 1ο θέατρο που χτίστηκε από ηθοποιούς για ηθοποιούς. Το Γκλομπ άνοιξε φθινόπωρο του 1599 κι ο Ιούλιος Καίσαρ ήταν από τα 1α έργα που ανεβήκανε στη σκηνή. Τα περισσότερα έργα που έγραψε μετά το 1599 γραφτήκανε για το Γκλομπ, συμπεριλαμβανομένων του Άμλετ, του Οθέλου και του Βασιλιά Ληρ.
Παρά το γεγονός ότι οι καταγραφές των παραστάσεων είναι αποσπασματικές, φαίνεται πως ο θίασος του Σαίξπηρ έπαιξε 7 φορές στην αυλή του βασιλιά Ιάκωβου Α’ από την 1η Νοεμβρίου 1604 μέχρι τις 31 Οκτωβρίου 1605, μεταξύ των οποίων αναφέρονται και 2 παραστάσεις του Έμπορου της Βενετίας. Μετά το 1608 παίζανε στο κλειστό θέατρο Μπλακφράιαρς κατά τη διάρκεια του χειμώνα και στο Γκλομπ κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού. Ο εσωτερικός χώρος σε συνδυασμό με τη μόδα της εποχής, του επέτρεψε να εισάγει πιο περίτεχνα σκηνικά. Στον Κυμβελίνο, π.χ. ο Δίας κατεβαίνει εν μέσω βροντών και κεραυνών καθισμένος πάνω σ’ έναν αετό, οπότε ρίχνει ένα κεραυνό και τα φαντάσματα πέφτουν στα γόνατά τους. Ότι έγραφε τα έργα του και τα ‘παιζε κιόλας, τον έκανε ασυναγώνιστο μεταξύ των άλλων συγγραφέων. Ο Σαίξπηρ δεν έγραφε απλά για να γράφει, αλλά για να ζει. Ζούσε τα έργα του. Όπως οι θεατές παρακολουθούσαν εκείνουν, έτσι κι εκείνος παρατηρούσε τους θεατές και παρακολουθούσε τις αντιδράσεις τους. Δεν ήταν λίγες οι φορές που άλλαζε στη σκηνή τα λόγια του προσπαθώντας ν’ αποδώσει όσο μπορούσε καλύτερα το νόημα και να ικανοποιήσει περισσότερο τους θεατές. Είχε τέτοια ικανότητα ν’ ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις του κοινού, ώστε ακόμα και σήμερα τα έργα του εξακολουθούν να γοητεύουν το θεατή με τη ζωντάνια τους.
Το 1623 δύο ηθοποιοί, που υπήρξαν φίλοι του εξέδωσαν μία συλλογή έργων του, αποτελούμενη από 36 κείμενα, εκ των οποίων τα 18 τυπωθήκανε 1η φορά. Πολλά από τα έργα του είχαν ήδη εμφανιστεί σε διάφορες εκδόσεις, για τις οποίες δεν υπάρχουν στοιχεία ότι ο Σαίξπηρ τις ενέκρινε. Υπάρχουν έργα των οποίων τα σωζόμενα αντίτυπα διαφέρουν από το ένα στο άλλο. Οι διαφορές αυτές μπορεί να οφείλονται σε αντιγραφικά ή τυπογραφικά λάθη, από σημειώσεις ηθοποιών ή του κοινού ή ακόμα κι από τα ίδια τα έγγραφα του Σαίξπηρ. Σε ορισμένες περιπτώσεις, θα μπορούσε κάλλιστα να είχε αναθεωρήσει τα κείμενα. Ωστόσο στην περίπτωση του Ληρ υπάρχουνε σημαντικές διαφορές ανάμεσα στη 1η έκδοση και σε κείνη του 1623.
Τα 1593-4, όταν τα θέατρα ήτανε κλειστά λόγω πανώλης, δημοσίευσε 2 αφηγηματικά ποιήματα μ’ ερωτικά θέματα, τα Αφροδίτη & Άδωνις κι Ο Βιασμός Της Λουκρητίας. Στο 1ο ο αθώος Άδωνις απορρίπτει τις ερωτικές προκλήσεις της Αφροδίτης ενώ στο 2ο η ενάρετη Λουκρητία βιάζεται από το λάγνο Ταρκύνιο. Μ’ επιρροή από τις Μεταμορφώσεις του Οβίδίου, τα ποιήματα δείχνουνε την ενοχή και την ηθική σύγχυση που προκύπτουν από μίαν ανεξέλεγκτη επιθυμία. Και τα 2 αποδείχθηκαν ιδιαίτερα δημοφιλή κι ανατυπώθηκαν αρκετές φορές κατά τη διάρκεια της ζωής του. Ένα 3ο αφηγηματικό ποίημα, Το Παράπονο ενός Εραστή, που μία νεαρή γυναίκα θρηνεί την αποπλάνησή της από ένα πειστικό μνηστήρα, τυπώθηκε στη 1η έκδοση των Σονέττων το 1609. Ο Φοίνικας Κι Η Τρυγόνα, που τυπώθηκε το 1601, θρηνεί το θάνατο του θρυλικού Φοίνικα και της ερωμένης του, της πιστής Τρυγόνας. Το 1599, 2 προσχέδια των σονέτων 138 κι 144 εμφανιστήκανε στον Περιπαθή Προσκυνητή, ανθολόγιο ποιημάτων υπό το όνομα του Σαίξπηρ που εκδόθηκε χωρίς την άδεια του.
Τα Σονέττα δημοσιευτήκανε το 1609 κι ήτανε τα τελευταία μη δραματικά έργα του Σαίξπηρ που εκδόθηκαν. Οι μελετητές δεν είναι βέβαιοι για το πότε γράφτηκε το καθένα από τα 154 αλλά τα στοιχεία δείχνουν ότι έγραφε σονέττα σε όλη τη διάρκεια της καριέρας του για ένα ιδιωτικό αναγνωστικό κοινό. Σύμφωνα με κάποιους αναλυτές σχεδίαζε να εκδώσει 2 αντίθετες σειρές: μία για την ανεξέλεγκτη επιθυμία για μία παντρεμμένη γυναίκα και μία για τη πολύπλοκη αγάπη για ένα νεαρό άντρα. Παραμένει ασαφές αν τα στοιχεία αυτά αντιπροσωπεύουνε πραγματικά άτομα ή αν το συγγραφικό “εγώ” με το οποίο απευθύνεται σ’ αυτούς αντιπροσωπεύει τον ίδιο τον Σαίξπηρ. Πάντως η έκδοση του 1609 αφιερώθηκε σε κάποιον κύριο “W. H.”, ο οποίος πιστώνεται ως “ο μόνος γεννήτορας” των ποιημάτων. Δεν είναι γνωστό αν αυτό γράφτηκε από τον ίδιο ή από τον εκδότη, του οποίου τα αρχικά εμφανίζονται στο κάτω μέρος της σελίδας όπου γράφτηκε η αφιέρωση. Επίσης δεν είναι γνωστό ούτε ποιος ήτανε ο κύριος W. H., παρά τις πολυάριθμες θεωρίες, ούτε αν ο Σαίξπηρ είχε δώσει την άδεια του για τη δημοσίευση των σονέττων. Οι κριτικοί τα επαινούν ως μία βαθειά περισυλλογή σχετικά με τη φύση του έρωτα, το ερωτικό πάθος, το θάνατο και το χρόνο.
Σύντομα άρχισε να προσαρμόζει το παραδοσιακό ύφος στους δικούς του σκοπούς. Ο εναρκτήριος μονόλογος στον Ριχάρδο Γ’ έχει τις ρίζες του στο μεσαιωνικό δράμα. Την ίδια στιγμή, η ζωηρή αυτογνωσία του Ριχάρδου προσβλέπει στους μονόλογους των ώριμων έργων του. Δεν υπάρχει κανένα έργο που να σηματοδοτεί αλλαγή από το παραδοσιακό στο ελεύθερο ύφος. Ο Σαίξπηρ συνδύαζε και τα 2 σε όλη τη σταδιοδρομία του, με τον “Ρωμαίο και Ιουλιέτα” να είναι ίσως το καλύτερο παράδειγμα αυτής της ανάμιξης. Στα μέσα της 10ετίας του 1590, άρχισε να γράφει πιο φυσική ποίηση. Οι μεταφορές και οι εικόνες του βαθμιαία συντονίζονταν όλο και περισσότερο με τις ανάγκες του δράματος. Η ποιητική φόρμα που χρησιμοποιούσε συνήθως, ο ανομοιοκατάληκτος στίχος σε ιαμβικό 5μετρο. Στη πράξη αυτό σήμαινε ότι οι στροφές του συνήθως δεν είχανε ρίμα και κάθε στίχος αποτελούνταν από 10 συλλαβές κατά τρόπο που να τονίζεται κάθε 2η. Οι στίχοι των 1ων έργων του είναι αρκετά διαφορετικοί από κείνους των τελευταίων. Συχνά είναι θαυμάσιοι αλλά οι φράσεις του έχουνε τη τάση να ξεκινάνε και να τελειώνουνε στο τέλος κάθε στίχου, με τον κίνδυνο της μονοτονίας. Μόλις κυριάρχησε στον παραδοσιακό ανομοιοκατάληκτο στίχο, άρχισε να διακόπτει και να υπάρχει διακύμανση στη ροή του. Αυτή η τεχνική απελευθερώνει τη νέα δύναμη και την ευελιξία της ποίησης σε έργα όπως ο Ιούλιος Καίσαρ κι ο Άμλετ.
Μετά τον Άμλετ, διαφοροποίησε ακόμα πιότερο το ποιητικό του ύφος, ιδιαίτερα στα πιο συναισθηματικά μέρη των τελευταίων τραγωδιών του. Στη τελευταία φάση της καριέρας του, υιοθέτησε πολλές τεχνικές για να πετύχει το αποτέλεσμα που επιθυμούσε. Αυτές περιλαμβάνανε τη μεταπήδηση στον επόμενο στίχο χωρίς παύση, ακανόνιστες διακοπές κι ακραίες διαφορές στη δομή και το μήκος των προτάσεων. Στον Μάκβεθ π.χ., η γλώσσα πηγαίνει από μία άσχετη μεταφορά ή παρομοίωση σε άλλη: “Κι η Ελπίς που φόρεσες μην ήτο μεθυσμένη;” (Πράξη Α’, Σκηνή Ζ’ 35-38) και “σα βρέφος νεογέννητον κι ολόγυμνον, ο Οίκτος,/ ή με μορφήν των Χερουβείμ, που σχίζουν τον αιθέρα/ στους αοράτους τ’ ουρανού επάνω ταχυδρόμους…” (Πράξη Α’, Σκηνή Ζ’ 21-25) κι ο ακροατής καλείται να ολοκληρώσει την έννοια. Τα τελευταία του ρομαντικά έργα, με τις εναλλαγές τους στο χρόνο και τις ανατροπές στη πλοκή, ενέπνευσαν το τελευταίο ποιητικό ύφος που μακριές και σύντομες προτάσεις εναλλάσσονται, υποκείμενο κι αντικείμενο αντιστρέφονται, και λέξεις παραλείπονται, δημιουργώντας εντύπωσην αυθορμητισμού.
Ο Σαίξπηρ συνδύασε τη ποιητική ιδιοφυία με τη πρακτικήν έννοια του θεάτρου. Όπως όλοι οι θεατρικοί συγγραφείς της εποχής του, δραματοποίησε ιστορίες χρησιμοποιώντας πηγές όπως ο Πλούταρχος κι ο Ραφαήλ Χόλινσεντ. Αναδιαμόρφωσε κάθε πλοκή να δημιουργήσει περισσότερα κέντρα ενδιαφέροντος και να δείξει στο κοινό όσο το δυνατόν περισσότερες πλευρές της αφήγησης. Αυτή η δύναμη του σχεδιασμού εξασφαλίζει ότι το έργο του μπορεί να επιβιώσει της μετάφρασης, του κοψίματος και της ευρείας ερμηνείας χωρίς απώλειες στον πυρήνα του δράματος. Καθώς μεγάλωνε η μαεστρία του, έδωσε στους χαρακτήρες του σαφέστερα και πιο ποικίλα κίνητρα καθώς και διακριτούς τρόπους ομιλίας. Ωστόσο, στα τελευταία έργα του διατήρησε και πτυχές του πρότερου ύφους του. Ιδιαίτερα στα τελευταία του ρομαντικά έργα σκόπιμα επέστρεψε σ’ ένα περισσότερο καλλιτεχνικό ύφος, το οποίο έδινε έμφαση στη ψευδαίσθηση του θεάτρου.
1η από 3 σελίδες της Διαθήκης του Σαίξπηρ
Το έργο του επηρέασε σημαντικά το θέατρο και τη λογοτεχνία. Συγκεκριμένα, επέκτεινε τις δραματικές δυνατότητες των χαρακτήρων, της πλοκής, της γλώσσας και του ύφους. Π.χ., μέχρι το Ρωμαίος & Ιουλιέττα τα ρομαντικά έργα δεν θεωρούνταν αξιόλογα θέματα για τραγωδίες. Οι μονόλογοι χρησιμοποιούνταν κυρίως για τη μεταφορά πληροφοριών σχετικά με τους χαρακτήρες ή τα γεγονότα, αλλά ο Σαίξπηρ τους χρησιμοποίησε για να εξερευνήσει τις σκέψεις των χαρακτήρων. Το έργο του επηρέασε σε μεγάλο βαθμό και τη ποίηση. Οι Ρομαντικοί ποιητές προσπάθησαν να αναβιώσουν το δράμα στο ύφος του αλλά με μικρή επιτυχία. Επηρέασε συγγραφείς όπως ο Τόμας Χάρντι, ο Φώκνερ κι ο Ντίκενς. Οι μονόλογοι του Αμερικανού μυθιστοριογράφου Χέρμαν Μέλβιλ οφείλουνε πολλά σ’ αυτόν. Ο καπετάνιος Άχαμπ στο Μόμπυ Ντικ είναι ένας κλασσικός τραγικός ήρωας, εμπνευσμένος από το Βασιλιά Ληρ. Οι μελετητές έχουν εντοπίσει 20.000 μουσικά κομμάτια που συνδέονται με τα έργα του. Μεταξύ αυτών συγκαταλέγονται 2 όπερες του Βέρντι: Οθέλλος και Φάλσταφ, των οποίων η κριτική αποδοχή συγκρίνεται με αυτή των πρωτότυπων θεατρικών έργων.
Ενέπνευσεν επίσης πολλούς ζωγράφους, συμπεριλαμβανομένων των Ρομαντικών και των Προρραφαηλιτών. Ο Ελβετός Ρομαντικός καλλιτέχνης Χάινριχ Φύσλι, φίλος του Ουίλλιαμ Μπλέηκ, μετέφρασε τον Μάκβεθ στα γερμανικά. Ο ψυχαναλυτής Σίγκμουντ Φρόυντ μελέτησε έργα του, κι ιδιαίτερα τον Άμλετ, για ν’ αναπτύξει τις θεωρίες του γύρω από την ανθρώπινη φύση. Την εποχή του, η αγγλική γραμματική, η ορθογραφία κι η προφορά ήτανε λιγότερο τυποποιημένες απ’ ό,τι είναι τώρα κι η χρήση της γλώσσας του βοήθησε στο σχηματισμό της σύγχρονης αγγλικής γλώσσας. Εκφράσεις όπως “with bated breath” (“με κομμένη την ανάσα”, από τον Έμπορο της Βενετίας) κι “it was a foregone conclusion” (“ήταν αναπόφευκτο”, από τον Οθέλλο) χρησιμοποιούνται πλέον στη καθομιλουμένη.
Μετά τη παλιννόρθωση της μοναρχίας το 1660 και πριν το τέλος του 17ου αι., οι κλασσικές ιδέες ήτανε στη μόδα. Το αποτέλεσμα ήταν οι κριτικοί εκείνης της εποχής να τοποθετήσουνε τον Σαίξπηρ χαμηλότερα από άλλους δραματουργούς της εποχής του. Όμως κατά τη διάρκεια του 18ου αι. άρχισαν ν’ ανταποκρίνονται στο έργο του και ν’ αναγνωρίζουνε τη φυσική μεγαλοφυία του. Μία σειρά επιστημονικών εκδόσεων των έργων του βοήθησε στην αυξανόμενη φήμη του και μέχρι το 1800 είχε καθιερωθεί ως εθνικός ποιητής. Τους 18ο-19ο αι. η φήμη του εξαπλώθηκε και στο εξωτερικό. Ανάμεσα σ’ αυτούς που τον υπερασπίστηκαν ήταν ο Βολταίρος, ο Γκαίτε κι ο Ουγκώ. Οι Βικτωριανοί ανεβάζανε συχνά έργα του υπό μορφή πλούσιου θεάματος. Ο θεατρικός συγγραφέας και κριτικός Τζορτζ Μπέρναρντ Σω χλεύασε τη λατρεία που υπήρχε για τα έργα του, ονομάζοντάς τη “βαρδολατρεία”, ενώ υποστήριζε ότι τα έργα του Ερρίκου Ίψεν τονε κάνανε παρωχημένο.
2η από 3 σελ. και φυλάσσεται στα Εθνικά Αρχεία
Η μοντερνιστική επανάσταση στις τέχνες κατά τα 1α χρόνια του 20ου αι. όχι μόνο δεν απέρριψε τον Σαίξπηρ αλλά προσάρμοσε το έργο του στις ανάγκες της αβάν-γκαρντ. Οι Εξπρεσιονιστές στη Γερμανία κι οι Φουτουριστές στη Μόσχα αναπαρήγαγαν τα έργα του. Υπό την επιρροή του, ο μαρξιστής θεατρικός συγγραφέας και σκηνοθέτης Μπρεχτ επινόησε επικό θέατρο. Ο δε ποιητής και κριτικός Τόμας Στερνς Έλιοτ τοποθετήθηκε κατά του Σω υποστηρίζοντας ότι ο “πρωτογονισμός” του Σαίξπηρ στη πραγματικότητα τον έκανε σύγχρονο. Ο Έλιοτ μαζί με τους υποστηρικτές της Νέας Κριτικής δημιουργήσανε κίνημα για τη πιο προσεκτική ανάγνωση των έργων του. Τη 10ετία του 1950, ένα κύμα νέων κριτικών προσεγγίσεων αντικατέστησε το μοντερνισμό κι άνοιξε δρόμο για τις μεταμοντέρνες μελέτες του Σαίξπηρ.
Το 1964 εορτάστηκαν με μεγαλοπρέπεια στην Αγγλία τα 400 χρόνια από τη γέννηση της “μεγαλύτερης βρετανικής συμβολής στο παγκόσμιο θέατρο”, του Σαίξπηρ, όπως έγραψε ο σερ Λόρενς Ολιβιέ. 7 πρωτοποριακοί θίασοι από την Ευρώπη κληθήκανε στο Λονδίνο για σειρά παραστάσεων. Ανάμεσα στη Κομεντί Φρανσέζ, το ιστορικό Άμπι Θίατερ και το Θέατρο Τέχνης της Μόσχας, πρόσκληση δέχθηκε κι ο Κάρολος Κουν με το δικό του σχήμα, το Θέατρο Τέχνης, για να παρουσιάσει τους Όρνιθες του Αριστοφάνη σε σκηνικά-κοστούμια του Γιάννη Τσαρούχη και μουσική του Μάνου Χατζιδάκι. Κατά τη διάρκεια του εορτασμού της 400ετηρίδας, ο Λόρενς Ολιβιέ ερμήνευσε το θρυλικό Οθέλλο του στο Νάσιοναλ Θίατερ και το Φεστιβάλ Σαίξπηρ εξέδωσε νέα σειρά γραμματοσήμων.
3η από 3 σελ. του Ηνωμένου Βασιλείου
Περίπου 150 χρόνια μετά το θάνατό του, άρχισαν να εκφράζονται αμφιβολίες σχετικά με τη ταυτότητά του και τη πατρότητα των έργων που του έχουν αποδοθεί. Συγγραφείς όπως ο Ουώλτ Ουίτμαν, ο Μαρκ Τουέην κι ο Χένρι Τζέιμς, αλλά και προσωπικότητες όπως ο Σίγκμουντ Φρόυντ, εξέφρασαν τη δυσπιστία τους σχετικά με την υπόθεση πως ο Σαίξπηρ του Στράτφορντ ταυτίζεται με το συγγραφέα που έδωσε τα σαιξπηρικά έργα. Ο σκεπτικισμός αυτός στηρίζεται σε διάφορες ενδείξεις μεταξύ των οποίων η απουσία κάποιου βιβλίου ή χειρόγραφου έργου στη -κατά τ’ άλλα λεπτομερή- διαθήκη του. Πολλοί αποδίδουν αυτή τη διαφωνία στη γενική έλλειψη κι ασάφεια γύρω από πολλά ιστορικά στοιχεία της περιόδου που έζησε. Ακόμη και το πορτραίτο του στην Εθνική Πινακοθήκη Πορτρέτων Λονδίνου αμφισβητείται έντονα πως τον απεικονίζει πράγματι, ενώ και 2ο διάσημο πορτραίτο του αποδείχθηκε με τη βοήθεια χημικής ανάλυσης ότι στη πραγματικότητα φτιάχτηκε το 19ο αι. Ορισμένοι μελετητές του έργου που αποδίδεται στον Σαίξπηρ, θεωρούνε πως ένα μέρος του πιθανά ανήκει σε άλλους συγγραφείς, μεταξύ των οποίων συγκαταλέγονται συχνά ο Φράνσις Μπέηκον, ο Κρίστοφερ Μάρλοου, καθώς κι ο 6ος κόμης του Ντέρμπυ, Ουίλλιαμ Στάνλεϊ. Ο Edward de Vere, 17ος κόμης της Οξφόρδης, θεωρείται επίσης από τους πιθανούς συγγραφείς κάποιων έργων που αποδίδονται στον Σαίξπηρ. Ιστορικά στοιχεία γύρω από την ύπαρξη του κόμη de Vere γίνανε γνωστά περίπου το 1920 κι αρκετοί πιστεύουν πως τα γεγονότα της ζωής του εμφανίζουν ομοιότητες με καταστάσεις που αποτυπώνονται και στο έργο του Σαίξπηρ. Ωστόσο, μόνο μικρή μειοψηφία ακαδημαϊκών πιστεύει ότι υπάρχει λόγος αμφισβήτησης της παραδοσιακής απόδοσης των έργων του. Η πλειοψηφία των ακαδημαϊκών μελετητών δε δέχεται τις παραπάνω εκτιμήσεις, ωστόσο θεωρεί πιθανό το ενδεχόμενο ο Σαίξπηρ να μην αποτελεί και το μοναδικό συγγραφέα των έργων του, δεδομένου ότι την εποχή εκείνη πολλοί δραματουργοί και θεατρικοί συγγραφείς συνεργάζονταν στενά μεταξύ τους.
Μερικοί μελετητές υποστηρίζουν ότι τα μέλη της οικογένειας του ήτανε Καθολικοί, σε μία εποχή που η Καθολική πρακτική ήταν αντίθετη με το νόμο. Η μητέρα του Σαίξπηρ, Μαίρη Άρντεν, σίγουρα προερχόταν από μία ευσεβή καθολική οικογένεια. Το ισχυρότερο στοιχείο θα μπορούσε να ήταν μία Καθολική δήλωση πίστης υπογεγραμμένη από τον Τζων Σαίξπηρ, που βρέθηκε το 1757 στις δοκούς ενός σπιτιού του. Ωστόσο το έγγραφο έχει χαθεί κι οι επιστήμονες διαφωνούν ως προς τη γνησιότητά του. Το 1606 το όνομα της μεγάλης κόρης του Ουίλλιαμ Σαίξπηρ, Σουζάνας, εμφανίζεται σε μία λίστα μ’ αυτούς που δεν παρευρέθηκαν στη Πασχαλινή Θεία Ευχαριστία στο Στράτφορντ. Οι μελετητές βρίσκουνε στα έργα του στοιχεία τόσον υπέρ όσο και κατά του Καθολικισμού, με αποτέλεσμα να καθίσταται αδύνατο να αποδειχθεί η αλήθεια.===================
Αφροδίτη & Άδωνις (αρχικοί 5 στίχοι)
Μόλις ο ήλιος με θωριά κόκκινη κι αναμμένη
το ύστερο είπε “χαίρε” του στη δακρυσμένη αυγή,
ο ροδοπάρειος Άδωνις με βιά κυνήγι βγαίνει,
να κυνηγάει αγαπά κι αγάπη τη περιφρονεί.
Βαλαντωμένη από κοντά, η Αφροδίτη πάει,
σαν εραστής απόκοτος, γι’ αγάπη του μιλάει:
“Τρις από μένα πι’ όμορφε” αρχίζει, “ανθών ανθέ,
γόη ασύγκριτα γλυκέ, στον κόσμο δίχως ταίρι,
συ ντρόπιασμα νυφών, συ πιο κι απ’ άντρα ποθητέ,
μ’ όψη πιο λευκορρόδινη, από ρόδο ή περιστέρι,
φύση που με τα όλα της πάσκισε να σε κάνει,
κι είπε, πως σα πεθάνεις συ κι ο κόσμος θα πεθάνει.
“Έλα, ξαλάφρωσ’ τ’ άτι σου, ω συ πλάσιμο θείο,
δεσ’ του τ’ αγέρωχο κεφάλι απ’ το καλτί, στη σέλλα,
ευδόκησε στη χάρη αυτή και θα ‘χεις για βραβείο
χίλια μελένια μυστικά να μάθεις, έλα μ’, έλα
να κάτσεις χάμω, οπού ποτέ δε σφύριξεν οχιά,
στη χλόη ξαπλωμένο θα σε πνίξω στα φιλιά.
…”
Λέει και πιάνει το ιδρωμένο χέρι, δείγμα αντρειάς
και γεροσύνης κι από τη λαχτάρα παθιασμένη
του λέει πως είναι μπάλσαμο και για καημό θεάς,
η ανώτατη θεραπεία του, π’ απ΄της γης το χώμα βγαίνει.
Και τη δανείζει δύναμη μ’ αποκοτιά περίσσα,
να τον τραβήξει απ’ τ’ άλογο του πόθου της η λύσσα…
Ο Βιασμός Της Λουκρητίας (αρχικοί 5 στίχοι)
Από τη πολιορκημένη Αρδέα παρατάει
ο αψύς Ταρκύνιος το Ρωμαϊκό στρατό
και μ’ άπιστα φτερά πόθ’ άνομου πετάει
για το Κολλάτιο, με πάθος φλογερό,
φωτιά κατ’ απ’ τη στάχτη και φέγγος σκοτεινό,
για να σφιχταγκαλιάσει εκεί τη Λουκρητία,
του Κολλατίνου την ωραία κι αγνή συμβία.
Μπορεί το παρανόμι “αγνή” να του ‘βαλ’ άτυχα,
τ΄αψύ τ’ αγκάθι στη σφοδρή του πεθυμία,
όταν ο Κολλατίνος απ’ αυτά όσο και άφρονα
παίνευε την ασύγκριτη, ροδόλευκη αρμονία,
θρίαμβο πάνω στην ουράνεια του ευτυχία,
που άσπρα θνητά, λαμπρά, σαν τ’ ουρανού το κάλλος,
του πρόσφερναν τ’ αγνό τους φως που δεν το είδε άλλος.
Τι ο ίδιος πριν μια νύχτα στου Ταρκύνιου τη σκηνή,
της ευτυχιάς του πρόδωσε το πλούσιο θησαυρό,
το ατίμητο αγαθό που του δανείσαν οι ουρανοί
για να το νέμεται: το ταίρι του το αγνό,
λογιάζοντας τόσο ψηλά τ’ ωραίο τυχερό,
που, βασιλιάδες πιο πολύ να δοξαστούν μπορούν,
μα πιο ωραία κυρά δε γίνεται να βρουν.
…
Τα κάλλη τα ίδια, πείθουν των αντρών τα μάτια
χωρίς συνήγορο, ποιά ανάγκη να προβάλλεις
και το μοναδικό σα μια κοινή πραμάτεια;
Γιατί ο Κολλατίνος έγινε τελάλης
γι’ αυτό το κόσμημα αξιάς τόσο μεγάλης;
Που ΄πρεπε να φυλά τ’ ατίμητο αγαθό του
μακρυά απ’ αυτιά κλεφτών που το ‘θελε δικό του!…
Σονέττο 02
Χειμώνες σα περάσουνε σαράντα
κι οργώσουν το κορμί το ποθεινό,
της νιότης σου η ντυσιά, που είχες πάντα
θε ναναι πια σκουπίδι ελεεινό.
Κι αν σε ρωτήσουν η ομορφιά σου πούναι,
κι ο θησαυρός σου, κείνο σου το πάθος,
θα’ν’ άδεια ξιπασιά, πως κατοικούνε
μες στων ματιών σου -αν πεις- τ’ άμετρο βάθος.
Πόσην τιμή η δικιά σου θάχε ιδή
αν έλεγες: “Τη πρότερή μου χάρη
θα φτάσει αυτό μου τ’ όμορφο παιδί”,
που από την ομορφιά σου θα ‘χει πάρει.
Γέρος σα θάσαι, αυτός θα καίει εντός του
το αίμα σου το κρύο, σαν τ’ αρρώστου.
Σονέττο 18
Πώς να σε πω; Καλοκαιριάτικο πρωί;
Έχεις πιο εύκρατη μορφή, πιο ερασμία,
γνωρίζω ανέμους που κι ο Μάης φυλλορροεί,
τα καλοκαίρια έχουν πάντα προθεσμία.
Κάποτε καίει ο επουράνιος οφθαλμός
και της χροιάς του ο χρυσός συχνά θαμπώνει,
κάποιος μοιραίος του καιρού αναπαλμός
την ομορφιά της ομορφιάς απογυμνώνει.
Μα εσύ αιώνιο θα έχεις καλοκαίρι
κι η ομορφιά σου δεν θα αλλοτριωθεί,
δεν θα επαίρεται ο Άδης πως σε ξέρει
καθώς θα γράφεσαι στου χρόνου τη πληθύ.
Όσο ζουν άνθρωποι και βλέπουν θα γυρίζουν
σ’ αυτούς τους στίχους και ζωή θα σου χαρίζουν.
Σονέττο 23
Όπως ένας αδέξιος θεατρίνος
π’ όλο ξεχνά τα λόγια του, αγχωμένος,
και σαν το άγριο, λυσσασμένο χτήνος,
που τη καρδιά του τρώει περίσσιο μένος,
έτσι κι εγώ, που ν’ ανοιχτώ φοβάμαι,
ξεχνώ τα λόγια της αγάπης τ’ άγια,
λυωμένος απ’ το εντός μου πάθος, νάμαι,
και με λυγούν βαριά, τ’ έρωτα μάγια.
Άς της καρδιάς μου που φωνάζει, νάναι
οι στίχοι μου, λοιπόν, βουβοί αγγέλοι,
κι απόκριση κι αγάπη να ζητάνε
πιότερο απ’ όσα η γλώσσα να πει θέλει.
Μάθ’ όσα ο πόθος μου έχει να σου πει:
τα μάτια σου θ’ ακούνε στη σιωπή.
Σονέττο 29
Όταν σμικρύνομαι στα μάτια όλου του κόσμου
μόνος τον εαυτό μου απόβλητο θρηνώ,
τη μοίρα μέμφομαι και λοιδορώ το φως μου
κι αναστατώνω με φωνές τον ουρανό,
και με φαντάζομαι να ’μουν αλλιώς πλασμένος,
να ’χω τη τέχνη του ενός, το νου του άλλου,
ωραίος, φέρελπις, με φίλους προικισμένος
και υποφέρω το μαρτύριο του Ταντάλου,
κι εκεί που μόλις αυτομίσητος πηγαίνω,
σε συλλογίζομαι και γίνομαι μαζί σου
κορυδαλλός, που από τη μαύρη γη τον αίνο,
ξυπνά και ψέλνει προς το φως του παραδείσου.
Τέτοιο για μένα της αγάπης σου το κλέος,
που δεν τ’ αλλάζω ούτε με σκήπτρο βασιλέως.
Σονέττο 44
Η σάρκα μου η νωθρή, σκέψη αν γινόταν,
η απόσταση για ‘με δε θα μετρούσε,
αφού, παρά τ’ όποιο κενό θα ‘ρχόταν,
όσο μακριά κι αν ήταν, εκεί που ‘σαι.
Τι κι αν πατούσα τότε ‘γώ στα ξένα,
μακρυά από σένα, αφού πετάει η σκέψη
από στεριές και πέλαγα αφρισμένα,
κι όπου θελήσει, εκεί θα ταξιδέψει;
Στη σκέψη, πως δεν είμαι σκέψη, σβήνω,
που φεύγεις και να τρέξω δε μπορώ,
και καρτερώ, όπως είμαι, μες στο θρήνο,
μια μάζα σκέτο χώμα και νερό.
Άλλο από δάκρυα, ετούτα τα στοιχεία
δε δίνουν, μάρτυρες στη δυστυχία.
Σονέττο 97
Μοιάζει χειμώνας ο καιρός που έχω φύγει
και τη χαρά του χρόνου έχασα, εσένα·
πόσο σκοτάδι έχω νιώσει, πόσα ρίγη,
πόσο Δεκέμβρη σε τοπία ερημωμένα.
Κι ήταν ο απόδημος ο χρόνος καλοκαίρι,
μεστό φθινόπωρο μέσα στο γέννημά του,
που όλο της άνοιξης το λάγνο βάρος φέρει,
σα μήτρα πλήρης μες στο πένθος του θανάτου.
Τόση πληθώρα, αποκύημα της λύπης
ήταν για μένα, και καρπός χωρίς πατέρα·
το καλοκαίρι ξέρει εσένα, κι όταν λείπεις
όλα σωπαίνουν τα πουλιά στον άδειο αγέρα.
Κι αν κελαηδήσουν, λένε πένθιμο κανόνα,
κι ωχρούν τα φύλλα με το φόβο του χειμώνα.
Σονέττο 138
Ορκίζετ’ η καλή μου ότι είν’ αλήθεια
όλα όσα λέει και τη πιστεύω, διότι
μ’ αρέσει που της νιότης την ευήθεια
μέσα μου βλέπει, κι όλη την αγνότη.
Ματαιόδοξα, θαρρώ πως με περνάει
για νιο κι ας ξέρει ότι έχω πια γεράσει,
μα λέω ‘τι η γλώσσα της δε με γελάει,
για μας τους δυο η αλήθεια ‘χει σωπάσει.
Πρέπο να λέει αλήθεια τι να το ‘χει,
κι εγώ να πω είμαι γέρος τι με βιάζει:
Πίστη στα λόγια ο έρως θέλει κι όχι
τα χρόνια μου η καλή μου να φωνάζει.
Ψέμματα εγώ λοιπόν, κι αυτή ίσα κι όμοια,
κι ο ένας τ’ άλλου πλέκουμε τα εγκώμια.
——————————-
ΑΠΟΦΘΕΓΜΑΤΑ-ΓΝΩΜΙΚΑ:
* Άγγελος του Καλού πρέπει να ήταν η αδερφή.
* Αν ένας άνθρωπος σου μιλήσει ειλικρινά θα δεις ότι είναι λίγο καλύτερος από τον κακό.
* Ανάγκη, τι μυτερή βελόνα!!!
* Ό,τι λάμπει δεν είναι χρυσός!
* Αυτό που αξίζει περισσότερο, σε οποιεσδήποτε σχέσεις, είναι όχι κείνο που παίρνεις, αλλά κείνο που δίνεις. Τα πλούσια δώρα γίνονται φτωχά, όταν αυτός που τα προσφέρει αποδειχθεί αγενής.
* Αυτός που αγαπάει να τον κολακεύουν, είναι άξιος του κόλακα.
* Το βασίλειό μου για ένα άλογο!
* Αυτός που έχει θέληση, δημιουργεί, και δημιουργεί πάρα πολλά. Αυτό είναι η απόδειξη πως δεν υπάρχει τίποτα ακατόρθωτο.
* Αυτός που πεθαίνει, με το θάνατό του ξεπληρώνει κάθε του χρέος.
* Δίνω χιλιάδες στρέμματα θάλασσα για ένα μονάχα στρέμμα άγονης γης.
* Είμαι περισσότερο αμαρτωλός απ’ την ίδια την αμαρτία.
* Είμαστε λίγοι, είμαστε λίγο ευτυχισμένοι, ας γίνουμε αδερφοί.
* Είναι καλύτερο να κλαις από χαρά, παρά να διασκεδάζεις με κλάματα.
* Είναι σοφός ο πατέρας που γνωρίζει το ίδιο του το παιδί.
* Ευτυχισμένοι είναι αυτοί που μπορούν να ακούν τους επικριτές τους και μετά να κάθονται να διαλογίζονται.
* Η αγάπη ευφραίνει, όπως ο ήλιος μετά την καταιγίδα.
* Η αρετή γίνεται απ’ την ανάγκη.
* Η γυναίκα έπρεπε να ονομαστεί αστάθεια κι όχι γυναίκα.
* Η ζωή έχει υφανθεί με το στημόνι του καλού και το υφάδι του κακού.
* Η θάλασσα έχει όρια, οι βαθιές όμως επιθυμίες δεν έχουν.
* Η κακογλωσσιά δίνει το θάνατο.
* Η καλύτερη αμοιβή είναι η αναγνώριση.
* Πόσο πικρό είναι να κοιτάς την ευτυχία με τα μάτια ενός άλλου.
* Συχνά, οι καλές τέχνες φιμώνονται από την εξουσία.
* Τα κορίτσια δεν θέλουν τίποτε άλλο από έναν σύζυγο. Μόλις όμως τον αποκτήσουν, έκτοτε τα θέλουν όλα.
* Τα παλιότερα αμαρτήματα είναι οι νεώτεροι τρόποι ζωής.
* Κάτι σάπιο υπάρχει στο βασίλειο της Δανίας.
* Λόγια, λόγια, λόγια.
* Να ζει κανείς ή να μη ζει-ιδού η απορία
* Oράτιε, υπάρχουν πράγματα σε αυτόν τον κόσμο που ούτε εμείς δεν μπορούμε να διανοηθούμε.
* Καλησπέρα και καλή βραδιά, γειά σου ομορφιά!
* Τα σκυθρωπά γεράματα και τα χαρούμενα νιάτα δεν μπορούν να ζήσουν μαζί. Η νιότη είναι γεμάτη χαρές και τα γεράματα γεμάτα έννοιες.
* Τι θαυμάσιο πράγμα που είναι ο άνθρωπος! Πόσο ευγενικός στη σκέψη! Πόσο απέραντη είναι η προσπάθειά του! Στη μορφή και στα αισθήματα, τι εκφραστικός, τι θαυμάσιος! Στη δράση, πόσο μοιάζει με τους Αγγέλους! Στην αντίληψη, πόσο μοιάζει με τον Θεό!
* Τι τεράστιος στρατός που είναι οι ανθρώπινες επιθυμίες.
* Το κακό που κάνουν οι άνθρωποι ζει ύστερα απ’ αυτούς. Το καλό, πολλές φορές, θάβεται μαζί τους.
* Το μεγαλύτερο μαρτύριο για τη γυναίκα είναι να κρατήσει μυστικό.
* Το σώμα του Θερσίτη είναι το ίδιο καλό σαν εκείνο του Αίαντα, όταν και τα δύο είναι νεκρά.
* Υπάρχει μία μόνο ιστορία για όλες τις ανθρώπινες ζωές.
* Ω, πόση μεγαλοπρέπεια και πόση αλήθεια μπορεί να δείξει η πανούργα αμαρτία!
* Ωραίες να ‘ναι όλες οι ελπίδες σου, και θα ‘σαι ευτυχισμένος και στην ειρήνη και στον πόλεμο.
* Η κοινωνία δεν είναι κατάλληλη γι’ αυτόν που είναι αντικοινωνικός.
* Ήταν ένας άνθρωπος που τα ήθελε όλα και όλους για τον εαυτό του, γι’ αυτό δεν θα γυρίσω πια να τον κοιτάξω.
* Καθετί δικό μου είναι δικό σου κι αυτό που είναι δικό σου δικό μου.
* Λένε πως ο γέρος είναι δυο φορές παιδί.
* Μερικά ελαττώματα φέρνουν τα εξωτερικά χαρακτηριστικά των προτερημάτων.
* Μερικοί ανεβαίνουν από την αμαρτία, και άλλοι πέφτουν από την αρετή.
* Μίλα ψιθυριστά, αν μου μιλάς για αγάπη.
* Να αμφιβάλεις, αν τ’ άστρα είναι φωτεινά. Να αμφιβάλεις, αν ο ήλιος κινείται. Να αμφιβάλεις, αν η αλήθεια είναι αλήθεια ή ψέμα. Μα ποτέ μην αμφιβάλεις για την αγάπη μου.
* Ο έρωτας είναι τυφλός και οι ερωτευμένοι δεν βλέπουν τι χαριτωμένες ανοησίες κάνουν.
* Ο θυμός είναι αμάρτημα, αλλά πού μπορώ να βρω τον άνθρωπο που δεν θυμώνει;
* Ό,τι έζησε πρέπει να πεθάνει και μέσα από τη φύση να περάσει στην αιωνιότητα.
* Ό,τι κι αν σου πει μια γυναίκα, μην το πάρεις στα σοβαρά. Κι όταν σου λέει ακόμα “φύγε”, δεν εννοεί αυτό, αλλά το αντίθετο.
* Οι αμαρτίες των γονιών πέφτουν πάνω στα παιδιά τους.
* Οι αμφιβολίες είναι προδότες και γίνονται αιτία να χάσουμε το καλό που θα μπορούσαμε να κερδίσουμε, γιατί μας κάνουν να φοβόμαστε να ενεργήσουμε.
* Τι είναι ένα όνομα; Αυτό που εμείς αποκαλούμε τριαντάφυλλο. Με οποιοδήποτε άλλο όνομα θα μύριζε εξίσου γλυκά.
* Οι άνθρωποι δίνουν περισσότερη αξία σ’ αυτό που επιθυμούν και δεν το αποκτούν, απ’ όση πραγματικά αυτό έχει.
* Οι άνθρωποι είναι για τους θεούς σαν τις μύγες στα μικρά παιδιά. Τους σκοτώνουν για να περνά η ώρα τους.
* Οι κακοί τρόποι των ανθρώπων ζουν πάνω στον χαλκό. Τις αρετές τις γράφουμε πάνω στο νερό.
* Όλοι οι ρήτορες σιγούν όταν μιλάει το κάλλος.
* Όσοι υποφέρουν δεν έχουν άλλη παρηγοριά απ’ την ελπίδα.
* Παχαίνουμε όλα τα πλάσματα μόνο και μόνο για να παχύνουμε τον εαυτό μας, και παχαίνουμε τον εαυτό μας για τα σκουλήκια.