Πολύκλειτος

Βιογραφικό

     Ο Πολύκλειτος (ο Πρεσβύτερος, 5ος αι. π.Χ.) θεωρείται ο κορυφαίος των γλυπτών του Πελοποννησιακού εργαστηρίου κατ’ άλλους Σικυώνιος κατ’ άλλους Αργείος γιατί κυρίως εργαζότανε στο Άργος. Από αυτό παρορμητικά μερικοί δεχθήκανε, χωρίς ν’ αληθεύει, ότι ο Σικυώνιος κι ο Αργείος Πολύκλειτος ήτανε 2 εντελώς διαφορετικά πρόσωπα. Η γνώμη αυτή αποδεικνύεται εντελώς ανυπόστατη. Ο Overbeck (gesch. der gr. plastic τόμος 1, σελ. 386) πιστεύει ότι γεννήθηκε την 74η ή 75η Ολυμπιάδα (περίπου το 482-478). Επομένως, ήταν σύγχρονος του Φειδία, αλλά νεότερός του 16-18 χρόνια. Ήταν μαθητής του υπέροχου Αργείου γλύπτη Αγελάδα* και συμμαθητής του Φειδία -αν και μικρότερος 15 τουλάχιστον χρόνια και κυρίως χαλκοπλάστης. Πιθανώς είχε συγγενική σχέση με τον Πολύκλειτο τον Νεώτερο. Ο διάσημος αυτός γλύπτης της αρχαιότητας κατέχει στην Αργεία τέχνη την ίδια θέση που κατείχε ο Φειδίας στην Αττική κι ήκμασε γύρω στο 450-420 π.χ.
      Υπήρξε καινοτόμος κι εισήγαγε μία σειρά από νεωτερισμoύς στη γλυπτική δημιουργία. Η κυριώτερη μεταβολή είναι ότι εισήγαγε ένα νέο μοτίβο στήριξης διαφοροποιώντας εντονώτερα τη λειτουργική διαφοροποίηση των σκελών ως προς τη στήριξη του κορμού. Το άνετο σκέλος ανακουφίζεται πλήρως από το βάρος κι έρχεται προς τα πίσω πατώντας με τα άκρα των δακτύλων. Αντίστοιχα το φέρον χέρι είναι αυτό που αντιστοιχεί στο άνετο σκέλος και το ελεύθερο χέρι αντιστοιχεί στο στάσιμο σκέλος. Η κεφαλή στρέφεται προς το φέρον/στάσιμο σκέλος. Αυτός είναι ο πολυκλείτιος κανόνας της ζύγισης που ενισχύει τον χιασμό των κινήσεων (ανέβασμα ισχίου φέρουσας πλευράς και κατέβασμα ώμου, και αντίθετα χαμήλωμα ισχίου και άνοδος ώμου στην άνετη πλευρά του σώματος). Ένα άλλο χαρακτηριστικό των έργων του είναι το ορθογώνιο σχήμα που δίνει στους μυς του σώματος. Κατασκεύασε πολλά αγάλματα αθλητών και λιγώτερες παραστάσεις θεών και ήταν διάσημος στην αρχαία παράδοση. Δημιούργησε σχολή κι οι μαθητές του δράσανε στο 1ο μισό του 4ου αι. π.Χ.



     Ο πατέρας του ονομάζονταν Πάτροκλος (Ω!) ή Πατροκλής. Όταν μάλιστα το Άργος απέκτησε πολύ σημαντική πολιτικά θέση εξαιτίας και της σταθερής συμμαχίας του με την Αθήνα, συγκεντρώθηκε σ’ αυτό η καλλιτεχνική δραστηριότητα του Αργειακού εργαστηρίου. Επικεφαλής του και 1ος του τεχνίτης αναδεικνύεται ο Πολύκλειτος. Προώθησε σε μέγιστο βαθμό τη τέχνη, όπως ο Φειδίας στην Αθήνα, με τις ιδιότητες εκείνες της γλαφυρότητας και της συμμετρίας, που απέρρεαν από το Δωρικό χαρακτήρα. Όπως κι ο Φειδίας ήταν υπεύθυνος για το γλυπτό διάκοσμο του Παρθενώνα, έτσι κι ο Πολύκλειτος αντίστοιχα γι’ αυτόν του Ηραίου, που οι μετόπες κι η ζωφόρος του παριστάνανε τη γέννηση του Δία, τη Γιγαντομαχία και τον Τρωικό πόλεμο.
     Δεν σώζονται πρωτότυπα έργα του, ωστόσο έχουμε την υπογραφή του σε βάσεις αγαλμάτων, όπως το ανάθημα του Πυθοκλή στην Ολυμπία για την νίκη του στο πένταθλο το 452 π.Χ. και στο ανάθημα του Αριστίωνα από την Επίδαυρο για την νική του στη πυγμαχία. Έργο του ήταν και το χρυσελεφάντινο άγαλμα της Ήρας στο Ηραίον του Άργους. Διάσημο έργο, γνωστό από τις περιγραφές αρχαίων συγγραφέων ήταν ο Διαδούμενος, νέος αθλητής που δένει ταινία γύρω από το μέτωπο του. Ο γλύπτης, σύμφωνα με τους αρχαίους συγγραφείς, είχε γράψει πραγματεία για την ορθή απόδοση των αναλογιών του ανθρωπίνου σώματος, αντιμετωπίζοντας την ως σύνθεση επιμέρους τμημάτων.
    Λίγο νεώτερος από τον Αθηναίο Φειδία ήταν ο 2ος κορυφαίος γλύπτης του 5ου αιώνα π.Χ., ο Πολύκλειτος και πολύ λίγα μας είναι γνωστά για τη ζωή και τη σταδιοδρομία του μεγάλου αυτού καλλιτέχνη, διαθέτουμε όμως μαρτυρίες για τα σημαντικώτερα έργα του, μερικά από τα οποία τα γνωρίζουμε κι από αντίγραφα των ρωμαϊκών χρόνων. Μια άλλη ενδιαφέρουσα πληροφορία είναι ότι ο Πολύκλειτος είχε γράψει ένα βιβλίο με τον τίτλο Κανών, στο οποίο εξηγούσε τις αρχές της τέχνης του κι ασχολούνταν συστηματικά με το πρόβλημα των σωστών αναλογιών του ανθρώπινου σώματος και των μελών του. Το σύγγραμμά του δεν σώθηκε, γνωρίζουμε όμως από αντίγραφα των ρωμαϊκών χρόνων ένα έργο του, στο οποίο είχεν εφαρμόσει με ακρίβεια το σύστημα των αναλογιών που περιέγραφε. Το έργο αυτό είναι ένα άγαλμα γυμνού αγένειου νέου άνδρα, που κρατούσε πιθανότατα στο αριστερό του χέρι ένα δόρυ και γι’ αυτό ονομάζεται Δορυφόρος.



     Το καλλίτερα σωζόμενο αντίγραφο προέρχεται από το θέατρο της Πομπηίας και βρίσκεται στο Αρχαιολογικό Μουσείο της Νάπολι. Είναι πολύ πιθανόν ότι το πρωτότυπο άγαλμα, που ήταν οπωσδήποτε χάλκινο, εικόνιζε έναν νεαρό ήρωα της μυθολογίας (π.χ. τον Αχιλλέα ή τον Θησέα), τον οποίο δεν μπορούμε να ταυτίσουμε με ασφάλεια. Το άγαλμα είναι αξιοσημείωτο για το στήσιμό του. Το άνετο σκέλος είναι έντονα λυγισμένο στο γόνατο κι η κνήμη πηγαίνει προς τα πίσω και πλάγια, ενώ το πόδι πατά στο έδαφος μόνο με τις άκρες των δαχτύλων. Η στάση αυτή κάνει τη λεκάνη να κλίνει προς τη πλευρά του άνετου σκέλους, ενώ οι ώμοι έχουν αντίθετη κλίση. Με τον τρόπο αυτό το άγαλμα έχει ισορροπημένη δομή, αλλά δείχνει ταυτόχρονα κινούμενο. Μπορεί δηλαδή ο θεατής, ανάλογα με την οπτική γωνία που το βλέπει να θεωρήσει ότι ο νέος στέκεται χαλαρά ή βαδίζει αργά. Έτσι ο Πολύκλειτος δημιούργησε ένα μοτίβο στήριξης που του επέτρεπε να προσαρμόζει μιαν αυστηρά δομημένη μορφή σε διαφορετικά συμφραζόμενα, χωρίς να είναι υποχρεωμένος να τη τροποποιεί πολύ και να αλλάζει τις αναλογίες της.
     Στόχος του γλύπτη ήταν να αποδώσει αρμονικά τις αναλογίες του ανδρικού σώματος. 1η φορά η γλυπτική κατακτά σε τέτοιο βαθμό τη χαλαρότητα και την ισορροπία της μορφής, όπως στο Δορυφόρο του. Η σύνθεση στηρίζεται στην ισορροπία των αντιθέσεων: το δεξί χαλαρό χέρι βρίσκεται πάνω από το πόδι που στηρίζει τη μορφή, ενώ το αριστερό χέρι που στηρίζει το δόρυ βρίσκεται πάνω από το χαλαρό πόδι. Έτσι η μυϊκή δραστηριότητα κατανέμεται και στις δυο πλευρές σε μια χιαστί κίνηση. Η απόδοση των μυών, μαρτυρεί τη πλήρη κατανόηση της ανατομίας του σώματος. Θεωρήθηκε τέλεια από τους συγχρόνους και τους μεταγενέστερους γλύπτες, οι οποίοι θεωρούσαν το έργο αυτό ως πρότυπο.



     Ο Δορυφόρος του Πολυκλείτου χρονολογείται γύρω στο 450 π.Χ κι είχε αμέσως σημαντική επιρροή στη τέχνη. Ήδη στη ζωφόρο του Παρθενώνα συναντάμε κάποιες μορφές που απηχούνε σαφώς τις αναλογίες και το στήσιμο του Δορυφόρου, δηλαδή τον πολυκλείτειο κανόνα. Έν άλλο άγαλμα με όμοια τεχνοτροπία κι αναλογίες, που αποδίδεται κι αυτό στον Πολύκλειτο, είναι ο Διαδούμενος. Κι αυτό το έργο ήτανε χάλκινο, μας είναι όμως γνωστό από μαρμάρινα αντίγραφα, το καλλίτερο από τα οποία βρέθηκε στη Δήλο και φυλάσσεται σήμερα στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο. Εικονίζεται ένας νεαρός αθλητής, αγένιος όπως ο Δορυφόρος, που μετά τη νίκη του δένει μια ταινία γύρω από το κεφάλι του. Παρ’ όλες τις ομοιότητες στη δομή του σώματος και στην απόδοση των ανατομικών λεπτομερειών (για παράδειγμα, του στήθους και των κοιλιακών μυών), ο Διαδούμενος είναι μεταγενέστερη δημιουργία και χρονολογείται πιθανότατα στη δεκαετία 430-420 π.Χ. Το αντίγραφο από τη Δήλο χρονολογείται γύρω στο 100 π.Χ.



     Δεν είναι τυχαίο ότι ο εικονιζόμενος είναι αθλητής· ο Πολύκλειτος φημιζόταν ως δημιουργός αγαλμάτων νικητών σε αθλητικούς αγώνες και ξέρουμε ότι κάποια από τα έργα του εικόνιζαν περίφημους ολυμπιονίκες. Ο Πολύκλειτος είχεν επίσης μαθητές, αρκετοί από τους οποίους διέπρεψαν με τη σειρά τους στη κατασκευή ανδριάντων αθλητών. Έτσι μπορούμε να μιλάμε για πολυκλείτεια σχολή στη γλυπτική του 2ου μισού του 5ου κι αρχών του 4ου αι. π.Χ. Είδαμε ότι ο Πολύκλειτος ήτανε πιο πολύ γνωστός για τα αγάλματα νέων ανδρών (κυρίως αθλητών) που είχε κατασκευάσει. Σύμφωνα όμως με τη μαρτυρία του περιηγητή Παυσανία (Ελλάδος Περιήγησις 2.2.4, 6.6.2), έργο του ήταν επίσης το χρυσελεφάντινο άγαλμα της Ήρας στον ναό της στο Ηραίον, το μεγάλο ιερό της θεάς κοντά στο Άργος. Ο παλαιός ναός της καταστράφηκε από πυρκαγιά το 423 π.Χ. και το άγαλμα του Πολυκλείτου έγινε για τον καινούργιο ναό, που κατασκευάστηκε στη τελευταία 20ετία του 5ου αι. π.Χ. Μια δυσκολία που δημιουργεί αυτή η πληροφορία είναι η σκέψη ότι ο Πολύκλειτος, γλύπτης, όπως είδαμε, ήδη γνωστός στα μέσα του 5ου αι., πρέπει να ήτανε πολύ ηλικιωμένος (αν ζούσε ακόμη) όταν χτιζόταν ο νέος ναός για να αναλάβει και να ολοκληρώσει ένα τέτοιο έργο. Γι’ αυτό ορισμένοι αρχαιολόγοι υπέθεσαν ότι το κατασκεύασε ένας γιος του Πολυκλείτου που είχε το ίδιο όνομα με τον πατέρα του. Δεν αποκλείεται, ωστόσο, ο γλύπτης να επέβλεψε τη δημιουργία αυτού του τόσο σπουδαίου για τη πατρίδα του αγάλματος σε μεγάλη ηλικία. Για το χρυσελεφάντινο άγαλμα της Ήρας ο περιηγητής Παυσανίας μας λέει ότι ήταν καθιστό σε θρόνο, φορούσε στεφάνι με απεικονίσεις των Ωρών (προσωποποιήσεων των εποχών του έτους) και κρατούσε στο ένα χέρι ρόδι και στο άλλο σκήπτρο.



     Η Ήρα του Πολυκλείτου που βρισκότανε στο Ηραίον του Άργους, που δεν σώζεται, χρυσελεφάντινη κι αυτή ήταν ανάλογη κι εφάμιλλη του χρυσελεφάντινου αγάλματος του Ολυμπίου Διός του Φειδία στην Ολυμπία. Όπως μας πληροφορεί ο Παυσανίας: “παρίσταντο μεγαλοπρεπώς και εύθρονος, γυμνούς έχουσα τους από ελεφαντοστούν βραχίονες, διάδημα περιδεδεμένη που κοσμούσαν οι Χάριτες και οι Ώρες, βοώπις (Βους + ωψ= με μεγάλους οφθαλμούς) και υπέρτατη“. Στο ένα χέρι κρατούσε ρόδι στο άλλο σκήπτρο που πάνω του στεκόταν ένας κόκκυγας (κότσυφας). Σύμφωνα με τη παράδοση είναι ο Δίας που πρωτοεμφανίστηκε στην Ήρα με αυτή τη μορφή. Μία ιδέα για τη δημιουργία αυτή μπορούμε ν΄ αντλήσουμε από τα νομίσματα που βρίσκονται στο Αρχαιολογικό Μουσείο του Άργους που όμως λόγω των μικρών διαστάσεων οι γλυπτικές παραστάσεις πάνω στο διάδημα αντικαταστάθηκαν με απλά κοσμήματα. Αυτής της Ήρας αντίγραφο θεωρείται η προτομή που εκτίθεται στην Λουδοβικία έπαυλη της Ρώμης. Εξέδωσε και σχετικό εγχειρίδιο ο Κανών κι ως αρχιτέκτονας εφάρμοζε την αρμονία και το κάλλος οικοδομήσας θέατρο στην Επίδαυρο που σώζονται αξιόλογα λείψανα.
     Τα αρχέτυπά του έργα, όλα σχεδόν χάλκινα και κυρίως ανδριάντες αθλητών, δεν έχουνε σωθεί. Από τις δημιουργίες του που αναφέρει η αρχαία παράδοση, λιγοστές αναγνωρίζονται με ασφάλεια σε ρωμαϊκά αντίγραφα, όπως ο Δορυφόρος και Διαδούμενος (αθλητής δένοντας ταινία), ενώ τα περισσότερα αποδίδονται με τεχνοτροπικά κριτήρια σε δικά του αρχέτυπα, όπως η Αμαζόνα του Καπιτωλίου. Δημιούργησε και άλλα θεών αγάλματα, όπως Ερμές, Ηρακλείς, αλλά κυρίως η ειδικότητά του ήταν η παράσταση του νεανικού κι όχι του θείου ιδανικού, αλλά του απόλυτου ανθρώπινου κάλλους που πηγάζει από την ακριβέστατη συμμετρία των μερών του σώματος. Γι’ αυτό κι ένα έργο του, ο Δορυφόρος ονομάσθηκε και Κανών που χρησίμευε ως υπογραμμός για τους τότε και μετέπειτα καλλιτέχνες. Μεταξύ των έργων του που διασώθηκαν ως πιστά αντίγραφα κυρίως ρωμαϊκά σε μαρμαρόγλυπτη μορφή συγκαταλέγονται και τα παρακάτω:
  Ο Διαδούμενος που παρίσταται ως νέος αθλητής να περιδένει το διάδημα της νίκης που κατά τον Πλίνιο πουλήθηκε έναντι 100 ταλάντων. Θαυμάσιο λίθινο αντίγραφο βρέθηκε και διατηρείται στην Φαρνεσιανή έπαυλη της Ρώμης. Άλλο ένα μαρμαρόγλυπτο βρέθηκε στη Δήλο που εκτίθεται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Αθηνών.



  Στα παλαιότερα έργα του Πολυκλείτου εντάσσεται και το άγαλμα του αθλητή Κυνίσκου που ήταν στημένο στην Ολυμπία, όπου και βρέθηκε η ενεπίγραφη βάση του: “Πολύκλειτος ο Αργείος εποίησεν”. Αντίγραφο του, γνωστό ως Αθλητής Westmacott, εκτίθεται στο Βρεττανικό Μουσείο.
  Ο Δορυφόρος, που ονομάζονταν κι αυτός Κανών, είναι μια γυμνή ανδρική μορφή σε ισορροπημένο σχήμα.   Λίγο αρχαιότερος από το Δορυφόρο είναι ένας Δισκοφόρος του Πολύκλειτου, που σώζεται σε πολλά αντίγραφα. Ανάμεσα στα αγάλματα γυναικών ξεχωρίζει η Αφροδίτη της Νεαπόλεως κι η πληγωμένη Αμαζόνα του Καπιτωλίου.
     Τα περισσότερα στοιχεία για την πολυκλείτεια δημιουργία έχουν αντλήσει τόσον οι αρχαίοι, όσο κι οι νεώτεροι ερευνητές από τον Κανόνα του. Ιδιαίτερα ως σύμβολο της νεανικής, αθλητικής και συμμετρικής μορφής έχει εκτεθεί εδώ και πολλές 10ετίες ένα σύγχρονο χάλκινο αντίγραφο του Κανόνα στα Προπύλαια του Πανεπιστημίου του Μονάχου, που αποτελεί οδηγό για τους νέους στη μελέτη της κλασσικής ομορφιάς και του ελληνικού δημιουργικού πνεύματος.




ΕΡΓΑ ΤΟΥ:

      Ο Ερμής στη Λυσιμάχεια: πρωτοβρέθηκε στη Λυσιμάχεια στη Θρακική χερσόνησο, όπου μεταφέρθηκε την 117,3 ολυμπιάδα τη χρονιά δηλαδή που χτίστηκε η πόλη, ενώ πριν η βάση του βρισκότανε στον Αίνο ή στη Καρία. Όπως μάλιστα μπορεί κανείς να συμπεράνει από τη στάση του δεξιού χεριού, ο Ερμής που βρίσκεται μπρος μας είναι ο λόγιος. Η στάση γενικά, η μορφή του κεφαλού κι οι αναλογίες συμφωνούν μ’ αυτές του Δορυφόρου και του Διαδούμενου. Πολυκλείτειες μορφές δείχνει και το ωραίο χάλκινο άγαλμα του Ερμή το οποίο δημοσίευσε ο Conze. ( Jachr. d; arch. inst. 1887 taf. 9).
     Η Αφροδίτη στις Αμύκλες: αυτό αποτελούσε μέρος του αναθήματος που αφιέρωσαν οι Σπαρτιάτες για τη νίκη τους στους Αιγός Ποταμούς (Ολυμπ. 93,4). Ήτανε χάλκινο και στηριζότανε πάνω σε τρίποδα.
     Ο Ζεύς Μειλίχιος: Μαρμάρινο άγαλμα τοποθετημένο στο Άργος. Το άγαλμα αυτό όπως και το επόμενο μερικοί το αποδίδουνε στο νεώτερο Πολύκλειτο. Απόλλων, Λητώ, Άρτεμη: Από λευκό μάρμαρο, στο ιερό της ορθίας Αρτέμιδος, πάνω στο όρος Λυκώνη.



     Εκείνο όμως το έργο του Πολύκλειτου που ξεπερνά όλα τα άλλα εμπνευσμένα του έργα, είναι η Ήρα, η πολιούχος θεά του Άργους Όπως μάλιστα ο Φειδίας εμπνεύστηκε από τον Όμηρο τη κατασκευή του αγάλματος του Ολυμπίου Διός, έτσι κι ο Αργείος τεχνίτης, του ίδιου του Φειδία ζήλεψε τη δόξα και βάλθηκε να δημιουργήσει ένα έργο αντίστοιχο κι αντάξιο σύντροφο του Παντοκράτορα Δία. Το κολοσσιαίο τούτο χρυσελεφάντινο άγαλμα του δαιμόνιου τεχνίτη, καθότανε πάνω σε θρόνο στο Ηραίο. Το κατασκεύασε μετά την 89,2 ολυμπιάδα (423 π.χ.), δηλαδή μετά τη καταστροφή του αρχαίου ναού. Αυτό ήτανε το πιο τέλειο κι εκλεπτυσμένο έργο που το εκτέλεσε με δημόσια παραγγελία. Ήταν η πιο άρτια παράσταση της θεάς και το πρότυπο του αρχετύπου της Ήρας. Είναι κολοσσιαίου μεγέθους, αλλά μικρότερο από το Δία και την Αθηνά του Φειδία, γιατί έπρεπε να είναι ανάλογο με το μέγεθος του ναού. Η θεά παριστάνεται να κάθεται πάνω σε χρυσό θρόνο, ντυμένη με πλούσιο φόρεμα, που άφηνε γυμνούς μόνο το λαιμό και τους ωραίους λευκούς ώμους. Σύμφωνα μάλιστα με το επίγραμμα του Παρμενίωνα που γράφτηκε για το άγαλμα της Ήρας, ο τεχνίτης έδειξε από το σώμα της θεάς μόνο ό, τι επιτρέπεται να δούνε θεοί κι άνθρωποι, ενώ συγκάλυψε ό, τι μόνο το μάτι του Δία έπρεπε να βλέπει. (Ελλ. Ανθολ. 2,185.5)

_______________________________________________

ΠΑΡΜΕΝΙΩΝΟΣ
εις άγαλμα “Ηρας.


Ωργείος Πολύκλειτος, ο και μόνος όμμασιν
“Ηρην αθρήσας, και όσην είδε τυπωσάμενος,
θνητοίς κάλλος έδειξεν, όσον θέμις
αι δ’ υπό κόλποις άγνωστοι μορφαί Ζηνί φυλασσόμεθα.

Ο Αργείος Πολύκλειτος σκάλισε την Ήρα
κι έδειξε μόνον όσα βλέπανε τα μάτια του,
απ’ το κάλλος της έδειξε στους λοιπούς θνητούς
όσον επιτρεπότανε να δούνε κι έκρυψε
απ’ τα μάτια τους όσα ο Δίας μόν’ ορά.
_________________________________________________

     Το κεφάλι με τα πλούσια μαλλιά, το έζωνε χρυσό στεφάνι, πάνω στο οποίο ήταν σμιλεμένες οι ακόλουθες της θεάς, οι Ώρες κι οι Χάριτες. Στ’ αριστερό της χέρι κρατούσε σκήπτρο, πάνω στο οποίο καθόταν ένας κούκος σύμβολο του ιερού της γάμου με το Δία και της καλότυχης γονιμότητάς της. Στο δεξί της χέρι κρατούσε ρόδι είτε για να συμβολίζει το θρίαμβό της ενάντια στην αντίζηλό της Δήμητρα η οποία μισούσε τον καρπό αυτό που συμβόλιζε το γάμο του Πλούτωνα με την αγαπημένη της θυγατέρα Περσεφόνη, είτε σα γενικό έμβλημα του γάμου. Υπήρχε όμοια ένα κλήμα αμπελιού και δέρμα λιονταριού, πάνω στο οποίο έβαζε τα πόδια της, για να φανερώσει το μίσος της κατά των δύο άλλων παλλακίδων του Δία, δηλαδή της Σεμέλης και της Αλκμήνης και κατά των γιών τους, Διόνυσου κι Ηρακλή, γιατί το κλήμα και το δέρμα του λιονταριού ήτανε σύμβολα αυτών των θεών. Τέλος, γνωρίζουμε ότι η Ήβη, το παιδί που έκανε με το Δία η ίδια η θεά, χρυσελεφάντινο κι αυτό, το φιλοτέχνησε ο Ναυκύδης μαθητής του Πολύκλειτου κι ήτανε τοποθετημένο δίπλα στο θρόνο της μητέρας του, πάνω στην ίδια βάση. Χρυσελεφάντινη την έκανε την Ήρα ο χαλκοπλάστης Πολύκλειτος, παρακινημένος βέβαια από τα έργα του ένδοξου συμμαθητή του, του Φειδία. Ο Μάξιμος ο Τύριος μάλιστα τη περιγράφει ως εξής: “Ήραν έδειξεν Αργείοις…βασιλικήν” (δηλαδή, καθισμένη πάνω σε χρυσό θρόνο). Κι ο Μαρτιάλης ακολούθως: “βοώπιν…μεγαλοπρέπειαν” (δηλαδή με μεγάλα μάτια και παρουσία μεγαλοπρεπή).



      Αυτή, λοιπόν, τη μορφή της Ήρας δεν μπορούμε να τη παραλληλίσουμε και να τη θεωρήσουμε εφάμιλλη του Ολύμπιου Δία του Φειδία, ο οποίος παράστησε έτσι το θεό όπως τον έπλασε η φαντασία όλων των Ελλήνων κι ήτανε ριζωμένος βαθιά στη συνείδηση ολόκληρου του Έθνους. Αυτό το πρότυπο ακολουθώντας όφειλε να παραστήσει την Ήρα σαν την ανώτατη βασίλισσα του ουρανού κι έξοχη σύζυγο του παντοκράτορα Δία. Αλλά, αντί να παρακινηθεί από την ιδέα που είχε ολόκληρο το έθνος για την ιδεατή μορφή της, βασίστηκε μόνο στη θρησκεία και τη λατρεία της Ήρας από τους Αργείους, που βέβαια τη τιμούσανε σα βασίλισσα του ουρανού κι ευγενή σύζυγο του Δία, αλλά τη θεωρούσαν ιδιαίτερα σα προστάτισσα κι οδηγήτρια του ιερού δεσμού του γάμου. Γι’ αυτό και την έκανε ένθρονη, με συστολή να στέκεται, ντυμένη αναμφίβολα με φόρεμα που φτάνει ως τα πόδια και με πανωφόρι που είχε πτυχές βαθιές, πάνω στο οποίο έδειχναν ακόμα λευκότερα τα χέρια της, πλασμένα από ελεφαντόδοντο. Επομένως, συγχώνευσε τη μερική αυτή ιδέα με την καθολική κι αναγκαστικά παράστησε τη θεά αυστηρή φύλακα του ιερού νόμου σε αντίθεση με την ελαφρότητα και την αστάθεια και την επιρρέπεια του συζύγου της να παραβιάζει το συζυγικό του καθήκον.
     Μαρμάρινο κεφάλι στη Νεάπολη παριστάνει τη θεά καχύποπτη, ν΄ αρπάζεται εύκολα και να μαλώνει με το Δία. Μόνο η συνεχής κι επανειλημμένη εξέταση της προτομής της θεάς μπορεί να μας κάνει ικανούς να κατανοήσουμε αυτή την αξιοθαύμαστη εργασία, η οποία είναι η τελειότερη αναπαράσταση της ιδέας της θεάς κι είναι απαράμιλλης αισθητικής αξίας. Κι είναι αναγκαία η συνεχής κι επανειλημμένη εξέταση ιδιαίτερα για τούτο: γιατί η θεά είναι κλεισμένη εντελώς στον εαυτό της και δεν μας προκαταλαμβάνει όπως ο Δίας με κείνο το γλυκύ και πράο μειδίαμα, το οποίο παίζοντας πάνω στα χείλη της προτομής μας επιτρέπει να αισθανθούμε τον πατέρα των θεών και των ανθρώπων σε όλη του τη κυριαρχία πάνω στον κόσμο. Αλλά εδώ κυριαρχεί η αυστηρότητα και το μεγαλείο. Η προτομή της Ήρας παρουσιάζεται φοβερή. Κι όμως. Είναι αλήθεια ότι μόννο αυτή η ομορφιά υποφέρει τη μεγαλοπρέπεια του βασιλιά των θεών. Ας δοκιμάσουμε, λοιπόν, εστιάζοντας στα μέρη της μορφής της να αισθανθούμε αυτή την ομορφιά. Το πολύ πλατύ και ψηλό, ιδιαίτερα μάλιστα στη μέση και προς τα κάτω, ισχυρά καμαρωτό μέτωπο, προδίδει τη πολύ ισχυρή θέληση και τον αυστηρό χαρακτήρα της θεάς. Το μέτωπο το λαμπερό και νεανικό που με την ισχυρή του απόληξη ρίχνει για τα καλά τη σκιά του στα περήφανα βαθουλωτά μάτια, αναδεικνύει το κάτω μέρος του προσώπου μέσα σε μια ουράνια καθαρότητα. Με ράχη πλατιά η ολόισια μύτη ανεβαίνει κλιμακωτά. Το λίγο ανοιχτό στόμα προδίδει την αυστηρότητα και τη τραχύτητά της. Το πηγούνι της που είναι γενικά δυνατό και προεξέχει πολύ, αλλά είναι κανονικά στρογγυλό, φανερώνει την ανεξάντλητη ενεργητικότητά της, ενώ ο λαιμός της μας αναγκάζει να αισθανθούμε την ακατάβλητη δύναμη της θέλησής της.

Το κάλλος της, λοιπόν, μοιάζει όχι με το ανοιξιάτικο μπουμπούκι, αλλά με το ρόδο που ‘ναι στην ώρα του το καλοκαίρι, όχι με τη τρυφεράδα της κόρης, αλλά με τη πληρότητα και την ωριμότητα της μεστωμένης γυναίκας. Αυτής όμως που ποτέ δεν μαραινόταν, αλλά ξανάπαιρνε πάντα πίσω τη λαμπρή της νιότη, καθώς λουζότανε στη Κάναχο πηγή.
     Αλλά παρόλο της το μεγαλείο η Ήρα είναι η θεϊκή σύζυγος στη τελειότερή της εκδοχή. Πάνω στα λουλουδιασμένα μάγουλα περνούν οι χιλιετηρίδες χωρίς ν΄ αφήνουνε τα ενοχλητικά τους ίχνη, ενώ η απαλή στρογγυλάδα της μπροστινής επιφάνειας του λαιμού, μας αφήνει το περιθώριο να μαντέψουμε τα πλούσια στήθια της, το μαλακό μαξιλάρι που πάνω του αφήνει τις έγνοιες του ο Δίας. Με την απαλότητα της σάρκας και τη περιποίηση των μαλλιών, μαλακώνει κάπως ο καλλιτέχνης την αυστηρότητα της μορφής. Πάνω απ΄ όλα η αντίθεση αυτών των μαλλιών που πλούσια κυματίζουν ήρεμα, ενώ το φως που πέφτει χάνεται στη σκιά των αυλακιών τους κάνοντάς τα να μοιάζουνε χαλαρά, με το χάλκινο λείο μέτωπο της θεάς και τον ευθυτενή λαιμό είναι απαράμιλλη. Τα απαλά μαλλιά είναι πολύ απέριττα τραβηγμένα προς τα πάνω, αλλ’ όμως χτενισμένα με μεγάλην επιμέλεια και το μαργαριταρένιο στεφάνι δείχνει, ότι η Ήρα είναι αντάξια σύζυγος του βασιλιά των θεών. Απ’ αυτή λοιπόν την ιδεατή παράσταση της βασίλισσας του ουρανού και της θεάς του γάμου, κατανοούμε τον απέραντο σεβασμό, που έτρεφε στο πρόσωπό της ο πιστός Αργείος και τη πεποίθηση πως ο γάμος είναι ιερός κι η ζωή μέγα αγαθό και πρώτο. Αυτή τη πεποίθηση ενέπνεε η θεά στους πιστούς της δούλους.



     Συνεχίζοντας στα λοιπά έργα: Hρακλής Ηγήτωρ παίρνοντας τα όπλα: Σύμφωνα με τον Lowey (inschrif. griech. bild σελ 321) βρέθηκε στη Ρώμη η εξής επιγραφή: opus polycliti. Η επιγραφή αυτή ίσως αναφέρεται σ’ αυτό το άγαλμα, διότι, όπως αναφέρει ο Πλίνιος (34, 56) στη Ρώμη ένα έργο αναφερότανε στον Πολύκλειτο ( fecit Herculem qui Romae, hagetera arma sumentem). Ηρακλής Υδροκτόνος, νικώντας την Ύδρα.
     Ο Δορυφόρος, (φέρων δόρυ), είναι ένα μαρμάρινο Ρωμαϊκό αντίγραφο του χαμένου χάλκινου πρωτοτύπου. Είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα της ώριμης κλασσικής γλυπτικής (480-323 π. Χ) Βρίσκεται στο αρχαιολογικό μουσείο της Νάπολι. Φιλοτεχνήθηκε από τον γλύπτη Πολύκλειτο από το Άργος. Χρονολογείται γύρω στο 440 π.Χ. Απεικονίζει έναν καλογυμνασμένο αθλητή ο οποίος φέρει βαρύ δόρυ. Το γλυπτό αυτό φέρει όλα τα τυπικά χαρακτηριστικά της ώριμης κλασσικής περιόδου και θεωρείται σταθμός στη γλυπτική. Θεωρείται εφαρμογή της αισθητικής θεωρίας του Πολύκλειτου του κανόνα. Ίσως ενσάρκωνε τον Αχιλλέα. Ταυτίζει την ιδέα της ανδρείας και της ομορφιάς με την ιδέα του ωραίου ήρωα. Ο Πολύκλειτος από το Άργος είχε εξειδικευτεί στη κατασκευή ανδριάντων αθλητών κι απεικόνιζε στα αγάλματά του τη χαλάρωση μετά τον αγώνα. Το σώμα του Δορυφόρου είναι δοσμένο με μαθηματική ακρίβεια στις αναλογίες και με στοιχεία αφαίρεσης. Επιδεικνύει το τέλος της εφηβείας. Η έμπειρη κατεργασία των μυών και το τριχωτό του ηβαίου επιτυγχάνουνε την αποτύπωση της ωριμότητας του ανθρώπου (όπως και στην ώριμη κλασσική γλυπτική) της τέλειας ωριμότητας του ανθρώπου. Το ανθρώπινο ανδρικό σώμα παρουσιάζεται με ιδανικές αναλογίες χάρη σε ένα σύστημα που επινόησε ο Πολύκλειτος γνωστό ως κανών, έγραψε και σχετική γραμματεία και κατασκεύασε το άγαλμα σύμφωνα με αυτόν. Φυσιοκρατία, τρισδιάστατη κάλυψη, ιδανικό κάλλος, νηφάλιο πρόσωπο, γυμνασμένο σώμα.



     Ο νέος άνδρας παριστάνεται με το δόρυ στηριγμένο στον αριστερό του ώμο, φαίνεται σα να στέκεται ενώ βαδίζει. Ο θεατής κοιτάζοντας το έχει την αίσθηση πως ο νέος την επόμενη στιγμή θα ξεκινήσει να κινείται πάλι. Το κορμί του είναι ρωμαλέο κι αθλητικό Ζυγιάζεται πάνω στο δεξί του πόδι, ενώ το αριστερό χαλαρό πατά πίσω στ’ ακροδάχτυλα. Το κεφάλι του είναι στραμμένο δεξιά. Χαρακτηριστικό για τα έργα του Πολύκλειτου είναι το χαμηλό ανάγλυφο των μαλλιών, οι φαρδιοί ώμοι και το τονισμένο κι ευδιάκριτο σχέδιο των μυών. Το άγαλμα αυτό φανερώνει μια τέλεια δομή, με τέλειες αναλογίες (συμμετρία) οι οποίες δεν ήτανε πραγματικές αλλά καθαρά θεωρητικές, υπολογισμένες με μαθηματικό τρόπο και με μεγάλη ακρίβεια, με βάση ένα κοινό μέτρο αντιπροσώπευε το σύνολο των καλύτερων αναλογιών μιας σειράς αθλητών δηλαδή ολυμπιονικών (ειδίκευσή του). Έχει ωραίο αθλητικό σώμα που αντανακλάται στο νηφάλιο και σεμνό του πρόσωπο με αυτό τον τρόπο εκφράζεται καλλίτερα το ανθρωπιστικό ιδεώδες της καλοκαγαθίας του σωματικού και ψυχικού κάλλους των πολιτών.

============================================

============================================

============================================

     Ο Διαδούμενος: Πρόκειται για αντίγραφο του 100 π.X. του φημισμένου χάλκινου αγάλματος του Διαδούμενου, που κατασκεύασε γύρω στο 450-425 π.X. ο Aργείος γλύπτης Πολύκλειτος. Tο άγαλμα ήτανε περίφημο ήδη από την αρχαιότητα κι αναφέρεται από το Pωμαίο ιστορικό Πλίνιο (nat. 34.55). Παριστάνεται νεαρός αθλητής να δένει στο κεφάλι του τη ταινία της νίκης. Δίπλα στη μορφή υπάρχει κορμός δέντρου, που αποτελεί προσθήκη του αντιγραφέα. Σε αυτόν είναι ριγμένο το ένδυμα του νέου, και πάνω του στηρίζεται μια φαρέτρα, γεγονός που έχει οδηγήσει ορισμένους μελετητές στη ταύτιση της μορφής με τον θεό Aπόλλωνα. Tο άγαλμα ενσαρκώνει το αθλητικό ιδεώδες, αλλά και τις ιδανικές αναλογίες του γυμνού ανδρικού σώματος, όπως αυτές εκφραστήκανε στον κανόνα του Πολυκλείτου, ενός από τους κατ’ εξοχήν γλύπτες χάλκινων αγαλμάτων αθλητών της κλασικής αρχαιότητας. Πρόσφατες έρευνες αποκάλυψαν ότι το γλυπτό έφερε επιχρύσωση.



     Η Πληγωμένη Αμαζόνα: Το αυθεντικό αυτού του αγάλματος πήρε το 1ο βραβείο κατά τη διάρκεια ενός διαγωνισμού στην Έφεσσο, στην οποία έλαβαν μέρος ο Πολύκλειτος, Φειδίας, Κρεσίλας, Κύδων και Φράδμων. Ο Πλίνιος μας αναφέρει τα γεγονότα: Οι κάτοικοι της Εφέσσου είχανε ζητήσει ένα άγαλμα της Αμαζόνας για τον ναό της Αρτέμιδος. Οι πιο φημισμένοι γλύπτες της Ελλάδος της εποχής ήλθανε στην Έφεσσο να λάβουν μέρος με τα έργα τους. Οι αρμόδιοι τους ζήτησαν να εκτιμήσουν οι ίδιοι τα έργα τους. Όλοι φυσικά αξιολόγησαν το έργο τους ως το καλλίτερο αλλά στη θέση του 2ου ο Πολύκλειτος έλαβε τους περισσότερους ψήφους κι αναδείχθηκε ο νικητής του διαγωνισμού. Ο Φειδίας ήλθε 2ος, Κρεσίλας 3ος, Κύδων 4ος κι ο Φράδμων 5ος. Ο Πολύκλειτος χρησιμοποιεί ξανά το κόντρα πόστο. Το άγαλμα δίνει την αίσθηση της ηρεμίας κι ανάπαυσις. Το προεξέχον αριστερό πόδι, το οποίο δέχεται το βάρος του σώματος, δίνει κίνηση στο αρμονικά συμπλεγμένο σώμα.



     Ο Αποξυόμενος: Το άγαλμα αυτό παριστάνει νεαρό με ζωστήρα να καθαρίζεται από τη σκόνη της παλαίστρας.
     Ο Αποπτερνίζων: Παριστάνει παγκρατιαστή πιθανώς να χρησιμοποιεί τη φτέρνα του για να πλήξει τον αντίπαλο.
     Οι Κανηφόροι: Τα αγάλματα αυτά ,πιθανόν, ήτανε προορισμένα σαν αφιερώματα στην Ήρα. Είναι μάλιστα γνωστό ότι και στη λατρεία της θεάς του Άργους υπηρετούσανε γυναίκες (πρβλ. arch. zeitung σελ. 253 του έτους 1866).
     Οι Αστραγαλίζοντες: Δυο παιδιά, ίσως ο Έρωτας κι ο Γανυμήδης παριστάνονται σε σύμπλεγμα να παίζουν με τους αστραγάλους. Σύμφωνα με τον Πλίνιο βρισκότανε στο ανάκτορο του αυτοκράτορα Τίτου και θεωρείτο το πιο άρτιο έργο της αρχαιότητας. (Sillig. cat. artif. SEL. 364). Μερικοί θεωρούνε την εικόνα η οποία έχει σωθεί στο Description ancient marbles τόμο 2, ότι παριστάνει το ένα μόνο παιδί να παίζει.
     Ο Αρτέμονας: Μηχανικός τον καιρό του Περικλή κι ονομάσθηκε Περιφόρητος, καθώς ήτανε κουτσός, τονε πήγαιναν με φορείο στα έργα που ήτανε κατεπείγοντα. Υπάρχουν όμως και μερικοί, οι οποίοι πιστεύουν, ότι ο Αρτέμων Περιφόρητος αποτελεί παράσταση ανθρώπου θηλυπρεπή κι έκλυτου, με σκουλαρίκια και παρασόλι, δηλαδή με εξολοκλήρου γυναικείες ιδιότητες σε αντίθεση με τον Ηρακλή τον Ηγήτορα, το πρότυπο αυτό του άριστου άνδρα, του ικανού στον πόλεμο ανθρώπου. (Πλτ. Περ. 8,27. « Έφορος δε και μηχαναίς… Περιφόρητον).
      Το άγαλμα του αθλητή Θερσίλοχου από τη Κέρκυρα ο οποίος νίκησε στην Ολυμπία και πήρε στεφάνι σε ένα παιδικό αγώνισμα.
     Του Αριστίωνα, γιου του Θεόφιλου από την Επίδαυρο , ο οποίος νίκησε στην πυγμαχία και πήρε στεφάνι. Στην Ολυμπία βρέθηκε βάση από λευκό μάρμαρο, πάνω στην οποία είναι χαραγμένη η ακόλουθη επιγραφή, η οποία συμφωνεί με όσα λέει ο Παυσανίας (6,13,6) Αριστίων Θεοφίλεος../ Πολύκλειτος εποίησε. Μερικοί αποδίδουν αυτό το έργο στο νεώτερο Πολύκλειτο. (Lowey σελ. 73),



     Το άγαλμα του Κυνίσκου πυγμάχου από τη Μαντίνεια. Βρέθηκε μάλιστα στην Ολυμπία κι επιγραφή που συμφωνεί με όσα λέει ο Παυσανίας. (Παυσ. 6,4,11 inschrif. Lowey σελ. 43).
     Το άγαλμα του Πυθοκλή από την Ηλεία, ο οποίος νίκησε στο πένταθλο. Η βάση αυτού του αγάλματος βρέθηκε στην Ολυμπία, από μαύρο ασβεστόλιθο με εγχάρακτη επιγραφή. Και αυτό και το επόμενο αποδίδονται στο νεώτερο Πολύκλειτο.
     Το άγαλμα του Ξενοκλή του Μαιναλίου που νικά παιδιά παλαιστές. Στην Ολυμπία βρέθηκε επιγραφή πάνω σε μαρμάρινη βάση.
_____________________________
 * Ο Αγελάδας υπήρξε σημαντικός αρχαίος Έλληνας γλύπτης καταγόμενος από το Άργος. Υπήρξε δάσκαλος του Φειδία, Μύρωνα και του Πολύκλειτου. Άνθισε στα 520-480 π.Χ. Δυστυχώς κανένα από τα έργα του δε σώθηκε και τα γνωρίζουμε μόνο από μαρτυρίες. Ανάμεσα στα άλλα, αναφέρονται αγάλματα αθλητών, μια σύνθεση με το άρμα, τα άλογα, τον ηνίοχο και τον ολυμπιονίκη αρματοδρόμο. Οι τρεις ανδριάντες του ολυμπιονικών χρονολογούνται στα 520-508 π.Χ. Στον Αγελάδα αποδίδεται επίσης ένα αναθηματικό δώρο στους Δελφούς που χρονολογείται στο 1ο 4ο του 5ου αι. π.Χ. Ήταν μια άλλη πολυπρόσωπη σύνθεση που παρίστανε γυναίκες κι άλογα, το αφιέρωσαν οι πολίτες του Τάραντα στους Δελφούς. Έργα του είναι ο Δίας στη Μεσσήνη κι ο Ηρακλής Αλεξίκακος στην Αθήνα. Το πιο γνωστό έργο του ήτανε το χάλκινο άγαλμα του Δία Ιθωμάτα (η ονομασία από το μεσσηνιακό φρούριο Ιθώμη, στην ακρόπολη του οποίου υπήρχε ιερό του θεού). Το άγαλμα αυτό φαίνεται ότι απεικονίζεται σε μεσσηνιακά νομίσματα και παριστάνει το Δία να βαδίζει και να έχει πάνω στο απλωμένο αριστερό του χέρι έναν αετό, ενώ στο υψωμένο δεξί του χέρι κρατά τον κεραυνό, έτοιμος να τον εκσφενδονίσει.

   “Ἀναυχίδας δὲ ὁ Φίλυος Ἠλεῖος πάλης ἔσχεν ἐν παισὶ στέφανον καὶ ἐν ἀνδράσιν ὕστερον·τούτῳ μὲν δὴ τὴν εἰκόνα ὅστις ὁ εἰργασμένος ἐστὶν οὐκ ἴσμεν, Ἄνοχος δὲ ὁ Ἀδαμάτα Ταραντῖνος, σταδίου λαβὼν καὶ διαύλου νίκην, ἐστὶν Ἀγελάδα τέχνη τοῦ Ἀργείου“.
                          Ελλάδος Περιήγησις Παυσανίας

Υποβολή απάντησης

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *