Βιογραφικό
Ο Φιλίππο Λίππι “Φρα Λίππι” (Filippo Lippi, 23 Ιουνίου 1406 – 9 Οκτώβρη 1469) ήταν Ιταλός ζωγράφος και δάσκαλος του Μποτιτσέλλι.

Γεννήθηκε σε πολυάριθμη και φτωχή οικογένεια στη Φλωρεντία γύρω στα 1406. Ο πατέρας του ονομαζόταν Τομμάζο (Tommaso) κι ήταν χασάπης. Αν και το αρχικό βαπτιστικό του όνομα ήταν διαφορετικό, δεν διασώζεται. Οι γονείς του απεβίωσαν όταν ο Φιλίππο ήταν ακόμη παιδί και την ανατροφή του ανέλαβε η θεία του] Μόνα Λαπατσία (Mona Lapaccia). Το 1420 η θεία του τον έβαλε στο Τάγμα των Καρμηλιτών (Santa Maria del Carmine) της Φλωρεντίας, όπου απέκτησε και το προσωνύμιο «Φρα» (Fra = Αδελφός), όταν έδωσε τους κανονισμένους όρκους τον επόμενο χρόνο σε ηλικία 16 ετών. Την περίοδο αυτή ο Μαζολίνο και ο Μαζάτσο είχαν αναλάβει, για λογαριασμό του Τάγματος των Καρμηλιτών, την εικονογράφηση του παρεκκλησίου Brancacci με έργα που επρόκειτο να προκαλέσουν «επανάσταση» στη φλωρεντινή σχολή.
Ο νεαρός Λίππι παρακολουθούσε στενά τις εργασίες των μεγάλων αυτών ζωγράφων, που τον αποσπούσαν από τις σπουδές του και συχνά ζωγράφιζε στα βιβλία του, όπως αναφέρει ο Βαζάρι στο Le Vite de’ più eccellenti pittori, scultori, e architettori da Cimabue insino a’ tempi nostri ( Bίοι Μεγάλων Ζωγράφων, Γλυπτών & Αρχιτεκτόνων Απ’ Την Εποχή Του Τσιμαμπούε Ως Τις Μέρες Μας): «Αντί να μελετά, δαπανούσε όλο του το χρόνο σκαρώνοντας εικόνες στα βιβλία του και στα βιβλία των άλλων». Ο ηγούμενος αποφάσισε να του δώσει την ευκαιρία να σπουδάσει ζωγραφική. Έτσι εγκατέλειψε τη μονή, χωρίς όμως να λάβει απαλλαγή από τους όρκους του. Σ’ επιστολή του, με ημερομηνία του 1439, αναφέρει ότι είναι «ένας φτωχός αδελφός, επιφορτισμένος με τη συντήρηση των 6 ανηψιών του, που είναι σε ηλικία γάμου». Ο Βαζάρι αναφέρει ότι σε ταξίδι του στην Ανκόνα συνελήφθη από Βερβέρους πειρατές και κρατήθηκε αιχμάλωτος για μια 2ετία, αλλά κάτι τέτοιο δεν φαίνεται να αληθεύει, αντίθετα φαίνεται ότι το 1434, sτη περίοδο που αναφέρει ο Βαζάρι, δεν είχε εγκαταλείψει τη Φλωρεντία, όπου είχε ήδη αρχίσει να αποκτά κάποια φήμη, ενώ σύμφωνα με άλλες πηγές κείνη την εποχή βρισκόταν στη Πάδοβα. Εκεί δεν διασώζεται κανένα έργο του, η επίδρασή του, ωστόσο, είναι εμφανής σε έργα άλλων ζωγράφων, όπως του Αντρέα Μαντένια.

Το 1437 επέστρεψε στη Φλωρεντία, όπου η οικογένεια των Μεδίκων και συγκεκριμένα ο Κόζιμο Μέντιτσι (ο πρεσβύτερος) τον πήρε υπό την προστασία του και του ανατέθηκε η εικονογράφηση ορισμένων ναών και μονών. Ο εγγονός του Κόζιμο, ο Λορέντσο των Μεδίκων, αργότερα θα πάρει υπό την προστασία του τον γιο του Φιλιππίνο. Ο Κόζιμο του ανέθεσε να κοσμήσει το προσωπικό του παρεκκλήσιο κι αυτή η ανάθεση είχε ως αποτέλεσμα τη δημιουργία της Μαντόννα που σήμερα βρίσκεται στη πινακοθήκη Ουφίτσι. Οι μεγαλύτερες ικανότητες που είχε αποκτήσει, φάνηκαν σε 2 ακόμη έργα του του 1437: Η Παρθένος και το Βρέφος ανάμεσα στους Αγίους Φρεντιάνο και Αυγουστίνο και Η Παρθένος και το Βρέφος. Και στα 2 εξακολουθεί να είναι εμφανής η επίδραση του Μαζάτσιο στον νεαρό ζωγράφο. Τα έργα αυτά έχουν, ωστόσο, σημαντική αλλαγή στο στυλ, καθώς η απεικόνιση θυμίζει πιότερο ανάγλυφο, μ’ εμφανείς τις γραμμές σχεδίασης. Τα έργα αυτά έχουν θερμά χρώματα με σκιάσεις, που πλησιάζουν σε καθαρότητα αυτά του συγχρόνου του Φρα Αντζέλικο. Το 1438 συνεχίζει την εργασία του, ζωγραφίζοντας το 3πτυχο του Αγίου Πνεύματος (San Spirito), που σήμερα βρίσκεται στο Μουσείο Λούβρου και τη Στέψη της Ευλογημένης Παρθένου, που την παράγγειλε ο Τσαρλς Μαρζουππίνι (Charles Marsuppini) και σήμερα βρίσκεται στο Μουσείο του Λατερανού στη Ρώμη.

H Λουκρέζια Μπούτι
Το 1441 ζωγραφίζει παραλλαγή του ίδιου θέματος στη Φλωρεντινή Ακαδημία κατά παραγγελία της Μονής του Σαν Αμπρότζιο, έργο που έλαβε ως αμοιβή 1.200 λίβρες. Το 1447 ζωγραφίζει για το παρεκκλήσιο της Σινιορία το περίφημο «Όραμα του Αγίου Βερνάρδου», έργο που σήμερα βρίσκεται στην Εθνική Πινακοθήκη Λονδίνου. Σε όλο αυτό το χρονικό διάστημα, ο καλλιτέχνης ζει υπό διαρκείς παρενοχλήσεις, που οφείλονται στις περί ηθικής αντιλήψεις του, ολοσχερώς εκτός εποχής. Ήταν εμφανές ότι η θρησκευτική ζωή δεν του ταίριαζε. Το 1442 ο Λίππι ονομάζεται εφημέριος στον ναό του Σαν Κίρικο (San Quirico) της Λενιάια (Legnaia), αλλά η ζωή του γίνεται περισσότερο πολυτάραχη, ενώ η φήμη που είχε αποκτήσει ήταν ενός ανθρώπου που κυριαρχείται από ερωτικές ιστορίες κι ανυπόμονου. Οι περιπέτειές του κορυφώνονται όταν το 1456 φεύγει από το Πράτο (όπου εικονογραφούσε τη γυναικεία μονή της Σάντα Μαργκερίτα) μαζί με νεαρή μοναχή, την Λουκρητία Μπούτι (Lucrezia Buti), κόρη του Φλωρεντινού Φραντσέσκο Μπούτι (Francesco Buti), που ήταν είτε δόκιμη είτε την είχε εμπιστευθεί στις μοναχές ο πατέρας της. Ο Λίππι της ζήτησε να ποζάρει για να δημιουργήσει τον πίνακα της Αγίας Μαργαρίτας (ή της Παναγίας) και τελικά συνήψε μαζί της ερωτική σχέση. Τη πήρε από τη μονή και τη μετέφερε στο σπίτι του, παρά τις προσπάθειες των μοναχών να την επαναφέρουν στη μονή.

Η Λουκρέζια Μπούτι
Τα επόμενα 2 χρόνια ζει μαζί με τη Λουκρητία, την αδελφή της και μερικές ακόμη καλόγριες. Η συμπεριφορά του, σε συνδυασμό με την αδυναμία του να παραδώσει έγκαιρα τις εργασίες πουείχε συμβόλαιο, του δημιούργησαν σοβαρά προβλήματα: Συνελήφθη, προσάχθηκε σε δίκη και βασανίστηκε. Απελευθερώθηκε χάρη στη παρέμβαση του Κόζιμο και του επιτράπηκε να απαλλαγεί από τους όρκους της ιερωσύνης. Ο Πάπας αργότερα έδωσε άδεια στον πρώην ιερέα και νυν ζωγράφο να νυμφευθεί κι από αυτό το γάμο γεννήθηκε ο γιος του, που πήρε επίσης το όνομα Φιλίππο, αλλά αποκαλούνταν Φιλιππίνο, που επρόκειτο να εξελιχθεί σε έναν από τους πλέον αξιοσημείωτους Φλωρεντινούς ζωγράφους του δεύτερου μισού του 15ου αι.
Ο Λίππι εγκαταστάθηκε στο Πράτο, κοντά στη Φλωρεντία, όπου ξεκίνησε να δημιουργεί νωπογραφίες Στο χοροστάσιο του καθεδρικού ναού του Πράτο απεικόνισε τη ζωή του Αγίου Ιωάννη του Βαπτιστή και του Αγίου Στεφάνου (στους δύο αντικριστούς τοίχους) και τα έργα αυτά θεωρούνται τα πλέον σημαντικά και μνημειώδη του ζωγράφου. Ιδιαίτερη μνεία αξίζει στην απεικόνιση της μορφής της Σαλώμης που χορεύει: Η εικόνα αυτή εμφανίζει σαφείς ομοιότητες με κατοπινές εργασίες του Μποτιτσέλλι, που υπήρξε μαθητής του, αλλά και του γιου του ζωγράφου Φιλιππίνο. Σημαντική επίσης είναι η απεικόνιση της σκηνής του θρήνου γύρω από το σώμα του Αγίου Στεφάνου. Σε αυτή τη σκηνή πιστεύεται ότι ο ζωγράφος έχει απεικονίσει και τον εαυτό του, αλλά υπάρχουν ποικίλες γνώμες σχετικά με το ποια ακριβώς μορφή τον απεικονίζει. Ο ακραίος τοίχος του χοροστασίου του ναού κοσμείται από απεικονίσεις του Σαν Τζοβάννι Γκουαλμπέρτο κι Αγίου Αλβέρτου, ενώ στον θόλο έχει δημιουργήσει μνημειώδεις απεικονίσεις των 4 Ευαγγελιστών.

Η τελευταία εργασία που ανέλαβε ήτανε στον καθεδρικό ναό του Σπολέτο το 1467. Σ’ αυτόν ξεκίνησε να ζωγραφίζει σειρά νωπογραφιών εμπνευσμένων από τη ζωή της Παρθένου, που τιτλοφόρησε Storie della Vergine (ιστορίες της Παρθένου), που περιλαμβάνονται ο Ευαγγελισμός, η Κοίμηση, η Προσκύνηση του Βρέφους κι η Στέψη της. Η σειρά δεν ολοκληρώθηκε από τον ίδιο, καθώς το 1469 απεβίωσε. Την εργασία ολοκλήρωσε ο γιος του. Ο Λίππι τάφηκε στο εσωτερικό του καθεδρικού ναού, σε μνήμα που παράγγειλε και πλήρωσε ο Λορέντσο Μέντιτσι. Σημαντικοί μαθητές του Λίππι, εκτός από το γιο, ήταν ο Μποτιτσέλλι κι ο Φραντσέσκο Πεζελλίνο (Francesco Pesellino).
===================================================


O Xορός Των 7 Πέπλων Σαλώμη (Μπούτι)

Πάλι Η Μπούτι από λεπτομέρεια πίνακά του

Προσκύνηση των Βοσκών

7 Άγιοι

Μαντόνα & Βρέφος


Η Ενθρόνιση Της Μαντόνα

Ενθρόνιση σε θόλο


Συνάντηση Ιωακείμ & Άννας


Μαντόνα & Βρέφος

Αγία Αικατερίνη & Ευαγγελιστής

Ο Άγιος Ιωάννης Ευαγγελιστής Στην Έρημο