Βιογραφικό

Ο Εντγκάρ Ντεγκά (Edgar Degas, 1834-1917, Impressionism), γεννήθηκε στο Παρίσι (σαν Hilaire-Germain-Edgar De Gas) στις 19 Ιουλίου 1834 κι ήτανε Γάλλος ζωγράφος καλλιτέχνης διάσημος για τα παστέλ σχέδια και τις ελαιογραφίες του. Παρήγαγε επίσης χάλκινα γλυπτά, εκτυπώσεις και σχέδια. Ταυτίζεται ιδιαίτερα με το θέμα του χορού. Περισσότερα από τα μισά έργα του απεικονίζουν χορευτές. Αν και θεωρείται από τους ιδρυτές του ιμπρεσιονισμού, απέρριψε τον όρο, προτιμώντας να ονομάζεται ρεαλιστής και δε ζωγράφιζε σ’ εξωτερικούς χώρους όπως έκαναν πολλοί άλλοι ιμπρεσιονιστές.

Ήταν εξαιρετικός σχεδιαστής κι ιδιαίτερα αριστοτεχνικός στην απεικόνιση της κίνησης, όπως μπορεί να φανεί στην απόδοση των χορευτών και των γυναικείων γυμνών. Εκτός από χορευτές μπαλέτου και γυναίκες λουόμενες, ζωγράφισε άλογα κούρσας κι αναβάτες αγώνων, καθώς και πορτραίτα, που είναι αξιοσημείωτα για τη ψυχολογική τους πολυπλοκότητα και την απεικόνιση της ανθρώπινης απομόνωσης.

Στην αρχή της καρριέρας του, ήθελε να γίνει ιστορικός ζωγράφος, κλίση που ήτανε καλά προετοιμασμένος απ’ την αυστηρή ακαδημαϊκή του κατάρτιση και τη στενή μελέτη της κλασσικής δυτικής τέχνης. Αρχές 10ετίας ’30 άλλαξε πορεία κι εφαρμόζοντας παραδοσιακές μεθόδους ιστορικού ζωγράφου στη σύγχρονη θεματολογία, έγινε κλασσικός ζωγράφος της σύγχρονης ζωής.
Γιος τραπεζίτη, του Ογκύστ και της Σελεστίν. Στα 13 χάνει τη μητέρα του και στα 20 παίρνει τα πρώτα μαθήματα ζωγραφικής από τον Λουί Λαμότ, παλιό μαθητή του Ενγκρ. Ένα χρόνο μετά γνωρίζει τον ίδιο τον Ενγκρ και την επόμενη χρονιά, πηγαίνει στην Ιταλία να μελετήσει ζωγράφους της Αναγέννησης. Επισκέπτεται Φλωρεντία, Νάπολι και Ρώμη.

Γεννήθηκε λοιπόν στο Παρίσι σε μέτρια πλούσια οικογένεια. Ήταν το μεγαλύτερο από τα 5 παιδιά της Célestine Musson De Gas, κρεολής από τη Νέα Ορλεάνη της Λουιζιάνα και του Augustin De Gas, τραπεζίτη. Ο παππούς του Germain Musson γεννήθηκε στο Port-au-Prince της Αϊτής, γαλλικής καταγωγής κι είχε εγκατασταθεί στη Νέα Ορλεάνη το 1810.

Υιοθέτησε αυτή τη λιγότερο μεγαλοπρεπή ορθογραφία του οικογενειακού του ονόματος Ντεγκά όταν ενηλικιώθηκε, ξεκίνησε την εκπαίδευσή του στα 11, γράφεται στο Lycée Louis-le-Grand. Η μητέρα του πέθανε όταν ήτανε 13 κι οι κύριες επιρροές γι’ αυτόν για το υπόλοιπο της νεολαίας του ήταν ο πατέρας του κι αρκετοί άγαμοι θείοι. Άρχισε να ζωγραφίζει νωρίς στη ζωή. Μέχρι τη στιγμή που αποφοίτησε από το Λύκειο με baccalauréat στη λογοτεχνία το 1853, στα 18, είχε μετατρέψει το δωμάτιο στο σπίτι του σε στούντιο καλλιτέχνη. Μετά την αποφοίτησή του, εγγράφηκε ως αντιγραφέας στο Μουσείο του Λούβρου, αλλά ο πατέρας του περίμενε να πάει στη νομική σχολή. Ο Ντεγκά εγγράφηκε κανονικά στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου του Παρισιού τον Νοέμβρη του 1853, αλλά κατέβαλε ελάχιστη προσπάθεια στις σπουδές του.

Το 1855, συνάντησε τον Jean-Auguste-Dominique Ingres, που τονε σεβότανε και που τη συμβουλή δεν ξέχασε ποτέ: «Σχεδίασε γραμμές, νεαρέ κι ακόμα περισσότερες γραμμές, τόσο από τη ζωή όσο κι απ’ τη μνήμη και θα γίνεις καλός καλλιτέχνης». Τον Απρίλη του ίδιου έτους έγινε δεκτός στην École des Beaux-Arts. Σπούδασε σχέδιο εκεί με τον Louis Lamothe, υπό την καθοδήγηση του οποίου άκμασε, ακολουθώντας το στυλ του Ingres.

Ιούλιο του 1856, ταξίδεψε στην Ιταλία, που θα παραμείνει για τα επόμενα 3 έτη. Το 1858, ενώ έμενε με την οικογένεια της θείας του στη Νάπολι, έκανε τις 1ες μελέτες για το πρώιμο αριστούργημά του Η οικογένεια Μπελέλι. Σχεδίασε επίσης και ζωγράφισε πολυάριθμα αντίγραφα έργων του Μιχαήλ Άγγελου, του Ραφαήλ, του Τιτσιάνο κι άλλων καλλιτεχνών της Αναγέννησης, αλλά -σε αντίθεση με τη συμβατική πρακτική- συνήθως επέλεγε από τέμπλο λεπτομέρεια που είχε τραβήξει τη προσοχή του: δευτερεύουσα φιγούρα ή κεφάλι που αντιμετώπιζε ως πορτραίτο.

Το 1859, επιστρέφει στο Παρίσι μετακόμισε σε ένα στούντιο στο Παρίσι αρκετά μεγάλο ώστε να του επιτρέψει να αρχίσει να ζωγραφίζει την οικογένεια Bellelli -επιβλητικό καμβά που προοριζόταν για έκθεση στο Salon, αν και παρέμεινε ημιτελής μέχρι το 1867. Άρχισε επίσης να εργάζεται σε διάφορους ιστορικούς πίνακες: Αλέξανδρος & Βουκεφάλας κι Η κόρη του Ιεφθάε το 1859-60. Sémiramis κτίριο Βαβυλώνα το 1860 και Νεαροί Σπαρτιάτες που γυμνάζονταν γύρω στο 1860. Το 1861, επισκέφθηκε τον παιδικό του φίλο Paul Valpinçon στο Ménil-Hubert-en-Exmes κι έκανε τη 1η από τις πολλές μελέτες του για τα άλογα. Εξέθεσε στο Salon 1η φορά το 1865, όταν η κριτική επιτροπή δέχτηκε τον πίνακά του Scene of War in the Middle Ages, που προσέλκυσε λίγη προσοχή. 3 χρόνια μετά γνωρίζει τον Μανέ κι επηρεασμένος, εντάσσεται στον Ιμπρεσσιονισμό. Το 1870 ξεσπά ο γαλλο-πρωσσικός πόλεμος κι επιστρατεύεται, μα κει ανακαλύπτει πρόβλημα όρασης. 2 χρόνια μετά πάει στη Νέα Ορλεάνη για να επισκεφτεί συγγενείς κι επιστρέφει μετά ένα χρόνο. Το 1874 πεθαίνει ο πατέρας του. Το 1880, κερδίζει το σεβασμό και τη καταξίωση, όλου του παριζιάνικου καλλιτεχνικού κόσμου.

Το 1894, ξεσπά η Υπόθεση Ντρέϋφους και διακόπτει παλιές φιλίες. Το 1908, η όρασή του χειροτερεύει κι η παραγωγή του μειώνεται σημαντικά. 4 χρόνια μετά, το Μητροπολιτικό Μουσείο Νέας Υόρκης, αγοράζει το έργο του “Μπαλαρίνες” ξοδεύοντας αστρονομικό για τα δεδομένα και για την εποχή, ποσό και μάλιστα για Ιμπρεσσιονιστικό πίνακα.

Το 1917 πεθαίνει στο Παρίσι, στις 27 Σεπτέμβρη, στα 83 του και τη σορό του συνώδευσαν ο Μονέ κι ο Ζαν-Λουΐ Φορέν, μεταξύ άλλων.
=====================================

Γυναίκα Χτενίζεται

Γυναίκα Δίπλα Σ’ Άνθη


Όλες Οι Κούρσες 1

2 Χορεύτριες

Στο Μπαρ Το Αψέντι


Πλας Κονκόρντ

Η Οικογένεια Μπελλέλι


Νεαροί & Νεαρές Απ’ Τη Σπάρτη Αθλούνται

Σχολή Μπαλλέττου

Πρόβα Μπαλλέττου
