Η Άννα Κανατά γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη. Στα 1991-2 σπούδασε αγιογραφία στη Σχολή Εικαστικών Τεχνών «‘Αποψη» με δάσκαλο το Γιάννη Μαράβα. Από το 1993 ασχολείται επαγγελματικά, στην αρχή με αγιογραφία -φορητές εικόνες και τοιχογραφήσεις ναών- και στη συνέχεια με τη ζωγραφική.
Στα 1997-00 φοίτησε στο εργαστήρι ζωγραφικής Χρήστου Παπαδάκη στο Πνευματικό Κέντρο Καλλιθέας. Από το 1998 διδάσκει αγιογραφία σε τμήματα ενηλίκων σε Πνευματικά Κέντρα Δήμων και συνεργάζεται με τη Νομαρχία Ανατολικής Αττικής ως εκπαιδεύτρια, σ’ επιμορφωτικά προγράμματα.
Η φίλη Άννα εκτός από ζωγράφος, γράφει κι όλας κι ιδού ένα χαρακτηριστικό δείγμα κι αυτής της πλευράς της προσωπικότητάς της.

εκθέσεις:
1994: Α’ ατομική έκθ. αγιογραφίας στο Δημαρχείο Απολλωνίας
Σίφνου.
1995: Β’ ατομική έκθεση στο Πνευματικό Κέντρο Δήμου Βάρης.
1998-99-90: Συμμετοχή σ’ αντίστοιχες εκθέσεις ζωγραφικής στο εργαστήρι
του Δήμου Καλλιθέας με δάσκαλο το Χρήστο Παπαδάκη.
2001: Συμμετοχή με 3 έργα σ’ ομαδική έκθεση ζωγραφικής σε
διοργάνωση της Νομαρχίας Ανατολικής Αττικής.
2002: Συμμετοχή στην έκθεση αγιογραφίας “Εικόνων Τέχνη Β’“
στη Πινακοθήκη Πιερίδη του Δήμου Γλυφάδας.
2003: Συμμετοχή με 2 έργα στη πανελλήνια έκθεση αγιογραφίας
“Εικόνων Τέχνη Γ’“, στο Π.Κ. «Μελίνα Μερκούρη» Δήμου
Αθηναίων.
2003: Πραγματοποιεί έκθεση αγιογραφίας με τους μαθητές της στο
Π. Κ. Δήμου Βάρης παρουσιάζοντας εργασία 5 τελευταίων ετών.
2004: Παρουσίαση έργων αγιογραφίας μαζί με μαθητές της στην
αίθουσα «Ιωνία» του Π. Κ. Δήμου Βούλας.
2005: Ιούν: Συμμετοχή σ’ έκθεση ζωγραφικής, γλυπτικής, φωτογραφίας
με θέμα: “Ανθρωπισμός-Περιβάλλον-Νόστος” σε διοργάνωση
του Ελληνικού Κέντρου Τέχνης & Πολιτισμού.
Ιούλ: Συμμετοχή σε μικτή έκθεση που διοργάνωσε επίσης το
Ε.Κ.Τ. & Π. στο Πάνορμο Λαυρίου.
2007:Νοέμ: Ατομική έκθεση Ζωγραφικής “Παιχνίδια Του Φωτός Και Της
Σκιάς” στη Pantazides Art Gallery.
Δεκ: Έκθεση του εργαστηρίου αγιογραφίας στο Π.Κ. Βάρης που
διδάσκει.
————————————————————–
“Ζωγραφίζοντας,
φέρνω κοντά συναισθήματα, όνειρα, ανθρώπους…
Τα εμφανίζω στο φως του ήλιου της συνείδησής μου.
Τα καλωσορίζω και σμίγω μαζί τους.
Τα εξιδανικεύω, τα εξωραΐζω,
δημιουργώντας τη δική μου μυθοπλασία,
τα δικά μου μικρά, προσωπικά έπη
και μετά τα προσφέρω
τροφή στη Ψυχή του Κόσμου,
τους γνωρίζω τον Κόσμο, τα μοιράζομαι.
Ζωγραφίζοντας,
απομακρύνομαι απ’ αυτά, τ’ αποχαιρετώ,
σαν παιδιά που ανάστησα τρέφοντάς τα,
αγαπώντας τα, βοηθώντας τα να εξελιχθούν,
δωρίζοντάς τους τη δική τους αυτόνομη ύπαρξη,
απελευθερώνοντάς τα στο χώρο και στο χρόν
σαν ανεξάρτητες οντότητες.
Κάθε καινούργια ‘γέννα’ κι ένας νέος κύκλος.
Κάθε κύκλος εγκαινιάζεται
μ’ ένα ‘ποίημα’ και κλείνει μ’ ένα άλλο,
σηματοδοτώντας την αρχή, τη διαδικασία της ζύμωσης,
την εξέλιξη ή το τέλος μιας εποχής,
εγκαινιάζει και ολοκληρώνει.
Όλα μαζί, μια ενότητα χρόνου.
Μονάδες μέτρησης της ζωής μου.
Κάθε έργο και μια δήλωση που αντέχει στο χρόνο,
σε αντίθεση με τις λεκτικές δηλώσεις
που αργά ή γρήγορα αυτοαναιρούνται.
Ζωγραφίζω, εντέλει, γιατί
αυτό είναι που κάνω καλύτερα
και είναι αυτό που με κάνει
να νιώθω καλύτερα,
δικαιώνοντας, έτσι την ύπαρξή μου“.
========================
σχόλιο από τον εικαστικό Μιχαήλ Αγγελάκη
Οι κατεστημένες αντιλήψεις περί τέχνης θέλουν τον καλλιτέχνη, πειθήνιο όργανο μιας παγκοσμιοποιημένης κι επιβαλλόμενης από διάφορα κέντρα εικαστικής έκφρασης. Ακόμα οι κατεστημένες αντιλήψεις περί τέχνης, θεωρούν ότι το μόνο περιεχόμενο που εκφράζει το σήμερα, είναι μια ισοπεδωτική κατάσταση πραγμάτων κι αξιών τέτοια, που να αρέσκεται στο ναρκισσισμό ατομικών ιδιαιτεροτήτων, στο παράξενο, στο εντυπωσιακό και γιατί όχι, στο βέβηλο και στο υβριστικό -με την αρχαία έννοια του όρου. Τέλος αυτές οι αντιλήψεις θεωρούν ότι η λεγόμενη Βυζαντινή τέχνη έχει κλείσει τον κύκλο της και τη κατατάσσουν στις διακοσμητικές τέχνες.
Είναι όμως έτσι; Πιστεύω πως όχι. Όσο υπάρχουν άνθρωποι με πίστη κι ελπίδα σε διαφορετικές αρχές από την σημερινή ισοπέδωση αρχών κι αξιών, θα υπάρχουν και καλλιτέχνες που θα εκφράζουν με τη λύρα τους ή με το χρωστήρα τους αυτούς τους ανθρώπους.
Η ‘Αννα Κανατά είναι μια νέα καλλιτέχνης με βαθύτατη εικαστική αντίληψη. Έχοντας εντρυφήσει αρκετά σοβαρά στην μεγάλη σχολή της Ορθόδοξης Εικονογραφίας, μπορεί να καταπιάνεται και να πειραματίζεται σε νέα υλικά και σε νέα εκφραστικά μέσα.
Η Ορθόδοξη τέχνη στην μακραίωνη παράδοση της δεν υπήρξε διόλου μονοσήμαντη και στατική. Αντίθετα και παρά τις τόσες και τόσες δυσκολίες και αντιξοότητες, επέδειξε ένα αξιοζήλευτο δυναμισμό για να υπάρχει και να εμπνέει ακόμη και σήμερα. Βασική εκφραστική της δύναμη το χρώμα και το φως. Το χρώμα του επικάθεται το ένα πάνω στο άλλο για να αναδείξει το φως. Για να εκφράσει τον ολοφώτιστο κόσμο της υπερβατικής πραγματικότητας των αγίων μορφών.
Αυτό κάνει κι η ‘Αννα Κανατά. Χωρίς να αφίσταται της εικαστικής παράδοσης, χρησιμοποιεί σαν εκφραστικό μέσον τα Fluorecent χρώματα τα οποία αναδεικνύονται με τον ιδιαίτερο φωτισμό της υπεριώδους ακτινοβολίας. Το αποτέλεσμα είναι εντυπωσιακό. Οι μορφές τόσο των αγίων άλλά και των απλών καθημερινών μορφών αποκτούν μια νέα διάσταση που επιτείνει τις προθέσεις της εικονογραφίας. Η όλη καλλιτεχνική προσπάθεια της ζωγράφου, έχει την πυκνότητα του νέου κι οι όποιες… αδυναμίες, θα ‘λεγα ότι είναι φυσιολογικές κι ευτυχώς που υπάρχουν. Είναι ο πρώτος σταθμός μιας αξιέπαινης προσπάθειας κι ενός προβληματισμού, που πιστεύω ότι το μέλλον της επιφυλάσσει ακόμα μεγαλύτερες επιτυχίες.
Μιχαήλ Αγγελάκης
——————————————————————————————
Aπουσία
Στην απουσία σου ζω σαν σ’ έρμο σπίτι μέσα
κλειστά παραθυρόφυλλα
αν είναι μέρα ή νύχτα δεν το ξέρω
θαρρώ πως είναι πάντα νύχτα…
Σκιές που παγιδεύτηκαν εντός του οι αναμνήσεις
στους λερωμένους τοίχους αργοσέρνονται
και στα ταβάνια
-με τις δυσοίωνες ρωγμές απειλητικά να χάσκουν
γέρικα ξεδοντιασμένα στόματα-
χαϊδεύουν τα δώδεκα χέρια χρώματος
τα ξεφτισμένα εδώ κι εκεί ως να φανεί η πέτρα
ανηλεής καταγραφή του χρόνου
ανατομία ενός προαναγγελθέντος έρωτος.
Το ξύλινο πάτωμα να τρίζει
στο κάθε βήμα μου, κλαίγοντας ή γελώντας
πολυκαιρισμένα, ξέθωρα τα μισοσαπισμένα του σανίδια
με δυσκολία να κρατούν τα βήματά μου
-φοβάμαι μην βουλιάξω…
μη κατακρημνιστώ
απ’ τον εύθραυστο φλοιό της απαντοχής μου
στην ουτοπία της ελπίδας που καραδοκεί
με τ’ αδηφάγο της χαμόγελο στο στόμα
(Το ξύλινο πάτωμα
όμορφο κάποτε
κείνα τα βράδια των εκστατικών χορών
τα γεμάτα αγαλλίαση
και τρυφερή εγκατάλειψη
-τ’ αθώα μας βράδια-
κάθε τριγμός του τώρα και μια λέξη
που ειπώθηκε σ’ άλλους καιρούς
μελωδίες και ήχοι που πλημμύρισαν άλλες νύχτες
τυρρανικά παραμορφώνει ό,τι ευλαβικά κατέγραψε ο χρόνος)
Κι οι πόρτες πάντα μισάνοιχτες
σα να προσμένουν κάποιο χέρι να τις κλείσει
ή να τις ανοίξει διάπλατα
μα δεν υπάρχει κανείς εκτός από μένα
-σκιά κι εγώ μες στις σκιές-
και τα ρεύματα που ορμούν από τις χαραμάδες
των σφαλιστών παραθυριών και της βαριάς εξώθυρας
της διπλοκλειδωμένης
μη τύχει και εισβάλλει άξαφνα
κείνος ο αναπάντεχος εαρινός νοτιάς
που κάποτε σάρωσε γεμάτος υποσχέσεις
τη γυάλινη ευτυχία μου
θρυμμάτισε τα οικεία όνειρα για να μου φέρει, λέει, άλλα
παίρνοντας μαζί του της ψυχής μου τα υπάρχοντα
μαζί κι ό,τι γνώριμο ως τότε
ή μη τύχει και γλιστρήσει απρόσκλητο
το φως εκείνο που έλουζε κάποτε τα μαλλιά μου
που άστραψε για λίγο μες στα μάτια σου
της ψυχής μου ιλαρό απαύγασμα…
και σκορπιστούν σαν φύλλα κίτρινα οι μνήμες.
4/4/07 1.30 πμ Τετάρτη
Ακροβατώ
Ακροβατώ
σε χάρτινη σιωπή
λέξεις καθρέφτες
μαχαίρια του χρόνου
τέμνουν τις στιγμές
μα πάλι σμίγουν.
Ακροβατώ στο διάκενο
με λέξεις χτίζω
γιοφύρια πέτρινα
χέρια σε διάταση
το κέντρο ορίζω
απ’ το εδώ και τώρα
στο επέκεινα.
Ακροβατώ
ελίσσομαι
αιωρούμαι
λέξεις κομμάτια
κερματίζομαι
μεθώ απ’ τον ίλιγγο
και μες στο βλέμμα σου
πληρούμαι.
11/3/’07
Σπουδή Στο Μαύρο
Το μαύρο χρώμα
λάτρευα από πάντα μου.
Σύμβολο της μη ύπαρξης,
του απολύτου μηδενός,
της απουσίας…
Μαύρο το χρώμα του Κενού
αυτού που ήταν εν Αρχή
του νεογέννητου Φωτός
γόνιμη μήτρα.
Το σκοτάδι,
το μυστήριο
κι ο θάνατος
μαύρα φοράνε.
Το ίδιο κι η θλίψη μου.
Έτσι η χαρά μου
περισσότερο θα λάμψει
στο μαύρο φόντο
σαν προβάλλει!
Αναμονή
Μα ώσπου να ορίσει το σύννεφο
βαθιά θα κρύβονται τ’ άγουρα σπέρματα
στην κοιλιά του χρόνου
κι η νύχτα φύλακας,
τροφός σε αγάπες αγέννητες,
εκεί, στη σκοτεινή πλευρά του φεγγαριού,
θα υφαίνει τους μύθους της,
γλυκά νανουρίσματα,
μη και ξυπνήσουν άκαιρα οι έρωτες
κι αναλωθούνε μάταια οι πόθοι.
Μια Θάλασσα Ολάκερη…
Mια θάλασσα ολάκερη εντός μου
γαλαζοπράσινα νερά τα όνειρα γίναν
κι οι πόθοι άλικα κοράλλια στους βυθούς
και μεταξένια φύκια να χορεύουν
στων υπόγειων ρευμάτων μου
τους ρυθμικούς κλυδωνισμούς
παλινδρομούσες διαθέσεις
σπειροειδή κελύφη οι προσδοκίες
από φίλντισι απαστράπτουσες
ροδόχροες οι προσμονές
κι οι ελπίδες μου κόκκοι αμέτρητοι
σε χρυσοκάστανη αμμουδιά
ν’ αναδεύονται στο σμαραγδένιο κύμα
από χέρι διάφανο αφρισμένο τρυφερό…
Μια θάλασσα ολάκερη γέμισαν τα ποτάμια μου
του έρωτα,
του πόνου,
της χαράς
γλυκόπικρο μεθύσι κι εκστατική αλμύρα.
Βουτώ στα κρύσταλλα νερά και σ’ απαντώ
μόνη μου μοίρα εσέ,
γλυκό βαρύ μου πεπρωμένο
βαθύ σκοτάδι ωκεανού τον ήλιο που μου αρνείσαι:
με τη ψαρίσια μου ουρά το κύμα της να σχίζω
στα ταραγμένα πέλαγα και μ’ αγωνία να ρωτώ
αν ζει κι αν γεύεται χαρές εκείνος που δεν ορίζω
κι αν στα νερά μου θα λουστεί
αυτός που αγαπώ…
Φλεβάρης ’07
Προς Τον Ταξιδιώτη Του Απείρου
Μη κυνηγάς,
στωικά περίμενε
αφουγκράσου
τις σιωπές, τις απουσίες
μην αδημονείς
τους πόθους σίγησε
και τις λαχτάρες
τον χρόνο ζύγισε
τα ρεύματα
τ’ ανοδικά
τα κατερχόμενα
νιώσε τους ρυθμούς
τους κύκλους
μετρονόμος γίνε
των καιρών, του απείρου
δύσε κι ανέτειλε
κι εσύ σαν τον ήλιο
σαν το φεγγάρι
γέμισε, άδειασε
το κύμα κοίτα
ξεσπά και μαζεύεται
δύναμη παίρνει φουσκώνει
απλώνει αφρούς
ξεβράζει δώρα
δες την τουλίπα
κόκκινο κύπελλο
δροσοστάλες γεμάτο
τρεις μέρες χαράς
όλο κι όλο της φτάνουν
κοίτα το σύννεφο
τώρα είναι άλογο
μετά δελφίνι
όπως ο άνεμος ορίσει
ύστερα γίνεται βροχή
χείμαρρος γίνεται
θάλασσα
χυμός των δέντρων
δάκρυ αλμυρό
Μη κυνηγάς
αυτό που δεν πιάνεται
την ηλιαχτίδα
που βούτηξε στα μάτια του
του φεγγαριού το μάλαμα
στα όμορφα μαλλιά του
τ’ άγριο ρόδο των χειλιών
Μέσα σου κοίτα
τα χνάρια βρες
τ’ αποτυπώματα
ρωγμές του πόνου
δες τες και μέτρα
άγγιξε, μάθε
και σκύψε, πιές
απ’ τις δικές σου τις πηγές
όλα εκεί που κείτονται
σ’ αιώνια γαλήνη
λίμνη ακύμαντη
όνομα άλλαξε και πες:
Με λέν’ αγάπη,
με λέν’ ειρήνη,
χαρά του κόσμου.
1-5-’07
Ιθάκη
…δεν έχω φωνή,
μνήμες μόνο, απουσίες
την θυμάμαι την Ιθάκη
παλιά κιτρισμένη απώλεια
στο δισάκι μου
μοναδικό μου υπάρχον
αφετηρία και τέλος μου
μακρύ ταξίδι…
είκοσι χρόνια κράτησε
πρώτα φωτιά και πόλεμος
μετά θεϊκές κατάρες και ναυάγια
σ’ ανταριασμένα πέλαγα
πρόσκαιρες χαρές σ’ αγκαλιές εφήμερες
-ποιάς μοίρας σκοτεινής το χρέος πληρώνω;
τώρα οι Φαίακες με κανακεύουν
σέβας και δώρα
τιμές με ντύνουν ασυνήθιστες
μου ‘λειψε μια ανάσα
ένα χαμόγελο…
μου δείχνουν το λιμάνι της απέναντι
δεν τους πιστεύω
πόσα τσιγάρα ακόμα θα μετρήσω;
πόσα απέχω;
Και είναι αυτή που άφησα,
αυτή που σπαρταρά στη μνήμη μου,
ολόφωτη ως τα τώρα;
Ένα τσιγάρο τελευταίο
και θα ξέρω…
06 Mάη ’07
=================================
Πίνακες

Αρλέττα

Σκοτεινή Θάλασσα

Διάλειμμα

Όνειρο

Καλαμιές

Τελευταίο Χιόνι

Νεκτάριος

Πορφύριος

Ροδιά Ι

Ροδιά ΙΙ

Ταξιδευτές

Υλίκη

Άτιτλο

‘Αλφα Κενταύρου

Οφθαλμός Αιωνιότητας

Ελευθερία

Γυναίκα-Έκσταση

Εραστές Σελήνης

Νίκη Σαμοθράκης

‘Αγγιγμα
