Κοτσιρέα Όλγα: Ο Μυρεψός

Βιογραφικό

     Η Όλγα Κοτσιρέα γεννήθηκε στην Αθήνα και έζησε τα πρώτα παιδικά της χρόνια στο Brisbane  της Αυστραλίας μέχρι την επιστροφή της οικογένειάς της στην Ευρώπη. Σπούδασε στο Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών. Εργάστηκε επί σειρά ετών ως καθηγήτρια στα Αρσάκεια σχολεία,  αλλά έχοντας  καλλιτεχνικές και λογοτεχνικές  αναζητήσεις, έχει πλέον αφιερωθεί στο χώρο της συγγραφής και της ζωγραφικής.  Έχουν εκδοθεί δύο βιβλία της: το παραμύθι  «Τα Δώρα Και Τα Δάκρυα» από τις εκδόσεις Πατάκη, και το ιστορικό μυθιστόρημα της  για ενήλικες «Ο Μυρεψός»  από τις εκδόσεις Τσουκάτος-Λέμβος. Τον τελευταίο χρόνο συγγράφει το καινούργιο της βιβλίο για ενήλικες.



      Στον εικαστικό χώρο έχει εικονογραφήσει 3 βιβλία για παιδιά προεφηβικής ηλικίας, ένα εξώφυλλο βιβλίου με φιλοσοφικό περιεχόμενο  με τη προσωπογραφία του Fyodor Dostoyevsky,  ενώ έργο της με τον Αίσωπο είχε εγκριθεί από την Πανελλήνια επιτροπή  και έχει ενταχτεί  στο  βιβλίο των αρχαίων ελληνικών της Α Γυμνασίου. Έχει συμμετάσχει σε ομαδικές εκθέσεις στην Αθήνα και στην επαρχία, και έχει εκθέσει έργα της στην γκαλερί Chili Art Gallery στην Αθήνα.

     Με ιδιαίτερη αγάπη για τη φύση,  ζωγραφίζει πολύ συχνά πάνω σε  φυσικά υλικά.


Όλγα ΚοτσιρέαΤα Δώρα Και Τα Δάκρυα”   Παιδικό

=====================================================

    Η εισαγωγή της παρουσίασης του βιβλίου, «Ο Μυρεψός» εκδόσεις Τσουκάτος- Λέμβος, από τον κ. Βλαδίμηρο Κυριακίδη.

     Σήμερα είμαστε δώ να ευχηθούμε καλή επιτυχία στον «Μυρεψό» και στη συγγραφέα του, κ. Όλγα Κοτσιρέα, που με το μυθιστόρημά της ταξιδεύει τους αναγνώστες 1400 χρόνια πίσω, στην Κωνσταντινούπολη του 612 μ.Χ. στα πρώτα χρόνια της βασιλείας του Ηράκλειου. Ενός από του σημαντικότερους αυτοκράτορες του Βυζαντίου που ανέλαβε την διακυβέρνηση του κράτους στο χείλος της καταστροφής μετά την οκτάχρονη τυραννία του Φωκά. Είναι χαρακτηριστικό, ότι πέρα από τη μεγάλη οικονομική ύφεση αλλά κι άλλα σοβαρά εσωτερικά προβλήματα, η αυτοκρατορία βρισκόταν τότε αντιμέτωπη και με ισχυρούς εχθρούς. Η κατάρρευση της αυτοκρατορίας ήταν προ των πυλών, μια απειλή που βασάνιζε τους βυζαντινούς πολίτες με διάφορους τρόπους, και βέβαια τον Ηράκλειο που ως αυτοκράτορας ανέλαβε τη μέγιστη ευθύνη να αναστυλώσει το κράτος.
     Με τη γραφή της η συγγραφέας ξεδιπλώνει ανάγλυφα την ιστορική εκείνη περίοδο, καθώς και τον τρόπο ζωής κι αντίληψης των βυζαντινών μεσοαστών του 7ου αιώνα. Όπως χαρακτηριστικά έχει πει και η ίδια, μαζί με τους ήρωές της μύρισε την αλμύρα του Βόσπορου, περπάτησε στα στενά, στις οδούς και στις πλατείες της Βασιλεύουσας, βρέθηκε στον ιππόδρομο, στο θέατρο, στους κήπους των ανακτόρων και στα καταγώγια της εποχής τους, μίλησε με τον τρόπο που μιλούσαν, σκέφτηκε με τον τρόπο που σκέφτονταν, εν τέλει είδε τον κόσμο μέσα από τα δικά τους μάτια.
     Έναν κόσμο και μια κοινωνία διαφορετική, αλλά και τόσο όμοια με τη δική μας, αφού είναι περισσότερα τα κοινά στοιχεία που μας συνδέουν με τους ανθρώπους εκείνων των χρόνων από τις διαφορές που μας χωρίζουν. Γιατί πέρα από τα έθιμα και τη γλώσσα, που αρκετά έχουν επιβιώσει ως τις μέρες μας με την ίδια έννοια και σημασία, αυτό που κατεξοχήν ενώνει το βυζαντινό άνθρωπο με το σύγχρονο άνθρωπο είναι η ίδια η ανθρώπινη φύση. Ο αναγνώστης στους ήρωες του βιβλίου, θα αναγνωρίσει τα ίδια πάθη και τους πόθους, τις ίδιες εμπάθειες ή τις αγωνίες, την ευτυχία ή τη δυστυχία, την αγάπη και το μίσος, τον  έρωτα ή την προδοσία, που σημαδεύουν και χαρακτηρίζουν και τους σημερινούς ανθρώπους.
     Όσοι βρήκατε την ευκαιρία να μελετήσετε το βιβλίο, ακόμα κι αν έχετε διαβάσει μόνο το οπισθόφυλλο, θα ξέρετε ήδη, ότι κεντρικός ήρωας είναι ο Ζήνωνας, ένας από τους καλύτερους έμπορους- μυρεψούς της εποχής του, του οποίου η ζωή θα ανατραπεί μετά τη γέννηση του πολυπόθητου γιου του και την δολοφονία του αδελφού του. Αποφασισμένος να βρει την αλήθεια που κρύβεται πίσω από το έγκλημα, οι έρευνες του Ζήνωνα θα ξετυλίξουν σταδιακά το μίτο των γεγονότων που κρυφά διαπλέκονταν, αποκαλύπτοντας έρωτες και προδοσίες, πάθη και ραδιουργίες, αξίες κι απαξίες αγαπημένων του ανθρώπων κι ανθρώπων που τον περιβάλλουν.
     Δίπλα στον Ζήνωνα, που στιγματίζει το μυθιστόρημα με τη δυναμική και χαρισματική του προσωπικότητα, υπάρχει και ένα πλήθος άλλων  ηρώων που δίνουν και αυτοί το στίγμα τους, με δυνατά, παράφορα, κάποιες φορές και με αντιφατικά συναισθήματα, τα οποία καθορίζουν τελικά και την πορεία των γεγονότων. Με αυτόν τον τρόπο η συγγραφέας έχει ιδιαίτερα ζωντανή αφήγηση και διατηρώντας μια ατμόσφαιρα έντασης κρατάει αμείωτο το ενδιαφέρον του αναγνώστη μέχρι την τελευταία σελίδα. Εκτός αυτών, θα διαπιστώσετε ότι έχει εντάξει στο λόγο της λέξεις που χρησιμοποιούσαν στην γλώσσα τους οι βυζαντινοί που δένει απόλυτα με την απλή αλλά συναρπαστική γραφή της.
     Πέρα από τους πλούσιους διαλόγους των ηρώων, τις δυνατές περιγραφές της ιστορικής εποχής, της Βασιλεύουσας και του τρόπου ζωής των ανθρώπων,  αναλύει σε βάθος και το χαρακτήρα των ηρώων της, ξεγυμνώνοντας ουσιαστικά την ψυχή τους με τις σκέψεις, τα λόγια,  τις αντιδράσεις και τις πράξεις τους. Όλα αυτά έχουν τη δύναμη να παρασύρουν τον αναγνώστη κάνοντάς τον να αισθάνεται, πως έχει βρεθεί στην Κωνσταντινούπολη του 7ου αιώνα και βλέποντας τον κόσμο μέσα από τα μάτια των ηρώων να μετέχει πλέον στη ζωή τους, με ένα τρόπο τόσο άμεσο και δυνατό που πολλοί  θα νοιώσουν όταν ολοκληρώσουν το βιβλίο, ότι ο Μυρεψός άφησε  τα χνάρια του στην καρδιά τους.


Μαζί με τη Χρυσούλα Κατσαμακίδου που προλογίζει το “Μυρεψό” (Καβάλα)

 Όλγα Κοτσιρέα «Ο Μυρεψός»,  Εκδόσεις Τσουκάτου Αθήνα, 2015

ΚΡΙΤΙΚΗ

     Η Όλγα Κοτσιρέα, που με τον χρωστήρα της με έχει καταπλήξει, διαθέτοντας σπάνια ευαισθησία στα έργα που φιλοτεχνεί, μας κατέπληξε εκ νέου με ένα άλλο της ταλέντο, με τη συγγραφή του πρώτου της μυθιστορήματος,  που  φέρει τον τίτλο «Ο Μυρεψός» και  το οποίο κοσμεί ένα ιδιαίτερα ατμοσφαιρικό εξώφυλλο.
     Η συγγραφέας  μας ταξιδεύει με το έργο της στη Βασιλεύουσα την εποχή του σπουδαίου αυτοκράτορα του Βυζαντίου Ηράκλειου, τον 7ο μ.Χ. αιώνα. Με το βιβλίο αυτό, κάνει αναδρομή στο παρελθόν με πνεύμα εξερευνητικό, αποδίδοντας  με παραστατικότητα, ευαισθησία και ρεαλισμό τη Βυζαντινή πρωτεύουσα,  ήθη κι έθιμα, αλλά  και τα ιστορικά δρώμενα. Εκτός από την εμπεριστατωμένη καταγραφή της ιστορικής εποχής,  το μυθιστόρημά της είναι μια σπουδή των ανθρώπων που εντάσσονται απόλυτα στο χώρο και το χρόνο εκείνης της περιόδου.
     Οι ήρωές της ζουν, εργάζονται, αγαπούν, ερωτεύονται, παραφέρονται, μισούν, υποφέρουν,  εχθρεύονται, φτάνοντας εξαιτίας των παθών  μέχρι και το φονικό.
     Ο αναγνώστης του βιβλίου δελεάζεται, γοητεύεται, ταυτίζεται με τη ρεαλιστική και μεστή αφήγησή της, κι όπως η συγγραφέας ξεδιπλώνει με μαεστρία τα μύχια της ψυχής των ηρώων της, αισθάνεται  ότι γίνεται κοινωνός  της  ζωής τους. 
     Ο όγκος του βιβλίου, όχι μόνο δε λειτουργεί σε βάρος της εξέλιξης των γεγονότων, της δομής και της πλοκής, αλλά επίσης  απογειώνει το συναισθηματικό κόσμο κάθε απαιτητικού αναγνώστη.

                                                                                                      Με Εκτίμηση

                                                   Κατερίνα Κουτσουμπού

     Η Κατερίνα Κουτσουμπού ή αλλιώς  Ταϋγέτη Γεωργίτση γεννήθηκε στη Λακωνία. Γράφει από το 1980 ποίηση, πεζογραφία και κριτικά σημειώματα για σύγχρονους ποιητές και πεζογράφους, που έχουν δημοσιευτεί σε διάφορα έντυπα και πολλά από αυτά στην εφημερίδα «Καθημερινός Παρατηρητής» των Σερρών, στην οποία διατηρούσε τη στήλη κριτικής βιβλίου επί μία δεκαετία (1990-2001). Ποιήματά της κι άλλα πεζογραφήματα δημοσιεύτηκαν σε διάφορα έντυπα. Έργα της έχουν περιληφθεί σε διάφορες ανθολογίες και εγκυκλοπαίδειες.

——————————————————————————————————-

                                                    Ο Μυρεψός (αποσπάσματα)

     Εκείνο το ανοιξιάτικο απόγευμα, στις 3 Μαρτίου του 612,  οι βάρκες έμοιαζαν να ταξιδεύουν στον ουρανό και τα κτήρια της Βασιλεύουσας να είναι χτισμένα στα νερά, αφού ο Νοτιάς είχε τυλίξει ασφυκτικά με ένα διάφανο υγρό  μανδύα,  γη,  ουρανό και θάλασσα. Αν κι έγερνε ο ήλιος στη δύση, η απρόσμενη για τέτοια εποχή ζέστη ήταν ακόμη αφόρητη. Οι οδοί που τις δύο προηγούμενες μέρες έσφυζαν από ανθρώπους για τις εορταστικές εκδηλώσεις των Καλανδών, ήταν σήμερα απελπιστικά έρημες. Οι πλανόδιοι πωλητές ξεφυσούσαν από απογοήτευση, το ίδιο και οι έμποροι καθώς  κοιτούσαν  με δυσφορία τους άδειους δρόμους. Δεν ήταν όμως αυτός ο λόγος που έκανε τον Ζήνωνα να αφήνει μικρούς αναστεναγμούς στο μυρεψείο του- το μεγαλύτερο της Πόλης.
     Ό, τι κι αν ποθούσε κάποιος, μπορούσε να το βρει στο κατάστημά του: μπαχαρικά κι αρωματικές ύλες από την Ινδία, σπάνια αραβικά αρώματα, το ευωδιαστό ξύλο της ξυλαλόης, το  εξαιρετικό μύρο της νάρδου, τα πιο εύοσμα θυμιάματα. Οι περισσότερες αρχόντισσες και πλούσιες δέσποινες έστελναν εκεί τους υπηρέτες για αγορές, ενώ από τον Δεκέμβριο του 611 προμήθευε με υλικά και το μαγειρείο του Παλατίου. Το είχε αναλάβει από τον πατέρα του πριν είκοσι έξι χρόνια μα δεν είχε αρκεστεί σε ότι του δόθηκε. Εκμεταλλευόμενος τις ευκαιρίες δεν είχε διστάσει να εγκαταλείψει τη Βασιλεύουσα προς αναζήτηση εκλεκτών αγαθών σε ασιατικές χώρες. Είχε δουλέψει σκληρά και οι κόποι του είχαν ανταμειφθεί, το μυρεψείο του ήταν το στολίδι της οδού των μυρεψείων που ξεκινούσε από τη Χαλκή πύλη των ανακτόρων κι έφθανε μέχρι το Μίλιον……..
  …Για την Ουρανία δεν υπήρχε τίποτα το εξαίσιο στις ιπποδρομίες. Η μοναδική φορά που είχε βρεθεί στον ιππόδρομο, ήταν πριν πενήντα χρόνια με τον πατέρα της όπου παρακολούθησαν μια έκτακτη τελετή που είχε διατάξει ο αυτοκράτορας Ιουστινιανός προς τιμή κάποιων πρεσβευτών. Θυμόταν πως είχε εντυπωσιαστεί από την αρένα του ιπποδρόμου και το πλήθος του κόσμου, κυρίως με τα  τεχνάσματα των σχοινοβατών και των μίμων. Ήταν, όμως, λογικό να εντυπωσιαστεί ένα μικρό κορίτσι που σπάνια έβγαινε από το σπίτι του! Έκτοτε, δεν είχε ξαναβρεθεί στον ιππόδρομο και δεν της είχε γεννηθεί ποτέ η επιθυμία να το κάνει. Γνώριζε, ωστόσο, τα πάντα για τις ιπποδρομίες από τον άντρα της που φρόντιζε τα πρώτα χρόνια του γάμου τους να της περιγράφει λεπτομερώς τους αγώνες που παρευρισκόταν.
     Εκείνη την εποχή, πιστεύοντας ότι αποτελούσε συζυγικό της καθήκον, άκουγε με υπομονή τις ατέλειωτες περιγραφές του. Γνώριζε από τον Γεώργιο, τα ονόματα των αγωνοθετών, των ηνίοχων και των αλόγων, τι φορέματα φορούσαν οι ηνίοχοι, τι στολίδια και εγκόλπια έβαζαν στα άλογα, αν κάποιο άρμα είχε συντριφτεί καθώς έστριβε στη κλειστή στροφή της αρένας, ποιος ηνίοχος είχε αποχωρήσει, ποιος είχε ρίξει με το μαστίγιο την αργυρή περικεφαλαία του αντιπάλου του, αναγκάζοντάς τον έτσι να φύγει πρόωρα ηττημένος. Και, βέβαια, ποιος Δήμος είχε κερδίσει τους περισσότερους αγώνες. Μα ήρθε μια μέρα που αγανακτισμένη του απαγόρεψε να της ξαναπεί οτιδήποτε σχετικό με τις  ιπποδρομίες, όταν της αφηγήθηκε με ανατριχιαστικές λεπτομέρειες πώς είχε χάσει τη ζωή του ένας νέος που προσπάθησε να διασχίσει την αρένα ενώ διεξαγόταν ο τρίτος αγώνας. Δεν είχε υπολογίσει καλά την απόσταση που τον χώριζε από τα άρματα και εκείνα προλαβαίνοντάς τον, τον συνέθλιψαν. Αν κι είχε ακούσει για ατυχήματα ηνιόχων που είχαν ως συνέπεια το θάνατό τους, το  φριχτό τέλος του νέου που επρόκειτο την άλλη μέρα να νυμφευτεί την είχε συγκλονίσει, εδραιώνοντάς της την πίστη πως είχαν δίκιο όσοι ιερείς κήρυτταν ότι οι ιπποδρομίες ήταν αμαρτωλή υπόθεση.
     Χιλιάδες άνθρωποι συνέρρεαν σε αυτές, και όλοι, από τον αυτοκράτορα ως τον πιο ταπεινό θεατή, αδημονούσαν να δουν τη mappa1 να πέφτει. Κι έπειτα με αλαλαγμούς, βλαστήμιες και προστυχιές, παρακολουθούσαν ένα ορμαθό αλαφιασμένων αλόγων, να περιφέρονται επτά φορές την αρένα, σα να ίππευε δαίμονας τη ράχη τους! Στο βωμό των αγώνων χάνονταν ανθρώπινες ζωές και περιουσίες, γίνονταν συμπλοκές στις οδούς, ακόμα και φόνοι, ψυχές μολύνονταν καταφεύγοντας σε μαγγανείες* με κατάδεσμους* και καταπιστεύσεις2 για να εξασφαλίσουν την ποθητή νίκη, άτιμα πρόσωπα όπως οι ηνίοχοι ηρωοποιούνταν και τίμιες γυναίκες  διακινδύνευαν την κοσμιότητά τους, παρευρισκόμενες σε ένα τόπο όπου, εκτός των αντρών, συνωστίζονταν πόρνες και ηθοποιοί.
     Πεποίθηση της Ουρανίας, όπως και της πλειοψηφίας των γυναικών, ήταν πως έπρεπε οι ιπποδρομίες και οι θηριομαχίες να καταργούνταν. Δυστυχώς, εκτός των ιερέων – και από αυτούς όχι όλοι-  οι άντρες δε συμμερίζονταν την ίδια άποψη. Η γυναικεία φύση όντας αποξενωμένη από την πολιτική σκηνή κι άμοιρη κρατικών σκοπιμοτήτων, δυσκολευόταν να κατανοήσει την αναγκαιότητα των circenses3, αλλά το έτος 613 ήταν επιτακτική για τους άρχοντες η εξασφάλιση των θεαμάτων σαν αντιστάθμισμα στην ανησυχία του λαού για την, όλο και πιο αβέβαιη, εξασφάλιση του καθημερινού άρτου.
     Ο Ηράκλειος είχε ενεργήσει συνετά διατάζοντας την έναρξη των αγώνων σύμφωνα με την παράδοση. Το χρυσούν ιπποδρόμιον με την ένταση του θεάματος θα παρείχε ένα αίσθημα ικανοποίησης και μια αίσθηση αισιοδοξίας ότι, σε πείσμα των πολύ δύσκολων καταστάσεων που αντιμετώπιζαν, κάποιοι θεσμοί παρέμεναν σταθεροί. Έστω και για λίγες μέρες, οι αγώνες θα έκαναν τους πολίτες να ξεχάσουν όσα αδυνατούσε ο ίδιος ως βασιλέας να ξεχάσει. Αποδεχόμενος το θρόνο είχε επωμιστεί τη σωτηρία της αυτοκρατορίας, ευθύνη που είχε αναδειχτεί σε τρομερό εφιάλτη μετά την απώλεια της Συρίας. Μπορεί, τελικά, και να αποδεικνύονταν οιωνός για τη βασιλεία του τα χλευαστικά λόγια που του είχε απευθύνει ο  Φωκάς, λίγο πριν το θάνατό του: όταν τον είχε αποκαλέσει άθλιο γιατί είχε διοικήσει αισχρά το κράτος, φέρνοντάς το στο χείλος της καταστροφής, εκείνος χαμογελώντας ειρωνικά είχε ρωτήσει αν θα το διοικούσε εκείνος καλύτερα.  Τρία χρόνια μετά την εκτέλεση του Φωκά ο Γολγοθάς του κράτους συνεχιζόταν και κανένας δεν μπορούσε να προβλέψει αν θα οδηγούσε στην Ανάσταση. Οι ιστορικές συγκυρίες και οι κάτοικοι της Βασιλεύουσας τον είχαν στέψει αυτοκράτορα, κι αυτός είχε ήδη χρεωθεί μια τρομερή ήττα και η ανθρώπινη αφοσίωση ανέκαθεν  ακροβατούσε σε εύθραυστες ισορροπίες.
     Το πρωί της Αναστάσιμης Δευτέρας, ο Ηράκλειος εμφανίστηκε στο Κάθισμα4 του ιπποδρόμου συνοδευόμενος από τους άρχοντες, χωρίς να γνωρίζει αν ο λαός θα τον επευφημούσε ως αυτοκράτορα ή αν θα τον αποδοκίμαζε για την άλωση της Αντιόχειας και τις κρατικές εξαγγελίες. Όρθιος στην αυτοκρατορική εξέδρα περιέφερε το βλέμμα στον  ιππόδρομο. Στην εμφάνισή του η οχλαγωγία καταλάγιασε και ένας υπόκωφος αχός ακούστηκε καθώς όλοι σηκώνονταν όρθιοι. Σε λίγο, οι Δήμοι των Βένετων και των Πράσινων έψαλαν τους αναστάσιμους χαιρετισμούς και ο λαός δια βοής ανταποκρίθηκε με ευχές. Με ένα χαμόγελο ανακούφισης ο Ηράκλειος κάθισε στο ντυμένο με πορφύρα θρόνο και έδωσε τη διαταγή να ανοίξουν οι θύρες των στοών. Οι σύρτες τραβήχτηκαν και όταν τα τέσσερα άρματα του πρώτου βαΐου5 εμφανίστηκαν, διέταξε τον μαππάριο να ρίξει τη mappa.
     Το πλήθος του κόσμου σώπασε σαν είδε τον υπεύθυνο να σηκώνει το χέρι, με μια αργή τελετουργική κίνηση. Η δεξιά του γροθιά έμεινε ακίνητη, να κρατά σφιχτά το άσπρο πανί που έτρεμε στον αέρα. Δύο άλογα χλιμίντρησαν, χτυπώντας ανυπόμονα τις οπλές τους, κι ο ηνίοχος  τράβηξε βίαια τα ηνία για να τα συγκρατήσει. Ύστερα, για δυο στιγμές κυριάρχησε μια παράδοξη απραξία θεατών και ηνίοχων, που είχαν στυλωμένα τα μάτια στο άσπρο πανί. Ο μαππάριος πήρε μια ανάσα κι έπειτα άνοιξε το χέρι. Την ίδια στιγμή οι ηνίοχοι χτύπησαν δυνατά τα ηνία και τα μαστίγια, και τα άλογα, μες στην οχλοβοή του κόσμου, ξεκίνησαν την ξέφρενη πορεία τους.
     Δύο ώρες αργότερα, μετά την ολοκλήρωση των τριών βαΐων με δύο νίκες των Βένετων και μία των Πράσινων, επικρατούσε μεγάλη αναταραχή στα εδώλια. Η παράσταση των μίμων στο διάλειμμα που μεσολαβούσε για τον τελευταίο αγώνα, δεν κατάφερνε να ηρεμήσει τους θεατές. Οι αντίπαλες ομάδες αδιαφορώντας  για την απόσταση που τους χώριζε, διαρκώς αντάλλασαν άσεμνες χειρονομίες μεταξύ τους, χλευασμού όσοι υποστήριζαν τους Βένετους, και  αγανάκτησης οι οπαδοί των Πρασίνων που έλπιζαν  πως ο τετράδρομος θα έληγε με νίκη τους και ο κομπασμός των Βενέτων θα σταματούσε. Είχε διαρρεύσει πως ο περίφημος Ικάσιος θα αγωνιζόταν ως ηνίοχος των Πρασίνων και πως στο άρμα του θα έτρεχε αριστερός ο νεοαποκτηθείς Atro. Όσο κι αν ήταν αντάξιο των φημών, το σικελιανό άλογο  αγωνιζόταν για πρώτη φορά, και μάλιστα στην πιο δύσκολη θέση αφού ζωσμένο αριστερά θα έπρεπε να συγκρατεί τα υπόλοιπα τρία στις απότομες στροφές του ιππόδρομου. Μια στιγμιαία ανυπακοή του αρκούσε για να εκτροχιαστεί ή να συντριφτεί το άρμα! Όταν επιτέλους άνοιξαν οι μαγγελάριοι  τις θύρες των στοών, τα βλέμματα χιλιάδων θεατών αναζήτησαν το μαύρο επιβήτορα. Τον εντόπισαν στη δεύτερη θύρα κι αμέσως πρόσεξαν πως στη  μέση ήταν ζεμένοι  ο καστανός Κένταυρος, η λευκή luna6 και δεξιός ο επίσης λευκός Ερμής. Άλογα που στο παρελθόν είχαν αποδείξει επανειλημμένα τις ικανότητές τους.
   «Ο Ηρακλής τρέχει αριστερός στο άρμα του Δονάτου!» Κραύγασε αναστατωμένος ο Θεόφιλος, βλέποντας το γκρίζο άλογο που είχε κληρωθεί στο ένα άρμα των Βενέτων. «Οι καταραμένοι οι Βένετοι θα κερδίσουν πάλι!» Φώναξε απογοητευμένος.
  «Μην προδικάζεις τι θα συμβεί! Δεν το ξέρεις!» Παρατήρησε εκνευρισμένος ένας στρογγυλοπρόσωπος άντρας στον Θεόφιλο.
  «Είσαι τυφλός, Ανανία; Δονάτος και Ηρακλής αγωνίζονται μαζί! Πρέπει να είναι άχρηστος ένας ηνίοχος για να χάσει τον αγώνα αν έχει αριστερό τον Ηρακλή κι ο Δονάτος είναι φοβερός!» Αντιλόγησε ο Θεόφιλος.
  « Το ίδιο κι ο Ικάσιος!» Θύμωσε ο Ανανίας.
  « Ναι, όμως ο Atro αγωνίζεται για πρώτη φορά! Πιστεύεις ότι θα νικήσει τον Ηρακλή;» Υποστήριξε ο Θεόφιλος.
  «Αν τον γλωσσοτρώς, είναι σίγουρο! Βούλωσε λοιπόν το στόμα σου να μη στο βουλώσω εγώ!» Τον απείλησε ο Ανανίας κραδαίνοντας στον αέρα το λαγοπόδαρο που είχε για να ξορκίζει το βάσκαμα των αντίπαλων. Οργισμένος ο Θεόφιλος που τον κατηγορούσε για κατσικοπόδαρο, ετοιμαζόταν να ανταπαντήσει αλλά ο Ανατόλιος που καθόταν ανάμεσα τους τον εμπόδισε.
  «Βουλώστε το και οι δυο, να δούμε τον αγώνα!» Τους είπε απότομα. « Το πανί έπεσε!»  Φώναξε στη συνέχεια, αφήνοντας μια ιαχή καθώς τα άρματα ορμούσαν στην αρένα.
     Το τέλος του πρώτου γύρου, βρήκε τα τέσσερα άρματα το ένα κοντά στο άλλο, το ίδιο και του δεύτερου, στον τρίτο όμως τα άρματα του Δονάτου και του Ικάσιου ξεχώρισαν σημαντικά, με το άρμα, ωστόσο, του Δονάτου  να προηγείται σταθερά, δύο περίπου πόδες. Οι οπαδοί των Πράσινων αναθάρρεψαν στον τέταρτο γύρο, όταν το άρμα τους έφτασε  το άρμα των Βένετων, μα έβγαλαν μια κραυγή αγωνίας σαν είδαν τον Δονάτο να τινάζει το μαστίγιο  στην περικεφαλαία στου Ικάσιου. Εκείνος, για να αποφύγει ένα μοιραίο πλήγμα, ελίχτηκε προς τα δεξιά, με αποτέλεσμα τα άλογα να πάρουν τη στροφή πολύ ανοιχτά και να μείνουν ακόμη πιο πίσω.
     Στον έκτο γύρο κι ενώ κάλπαζαν προς τη μέση του ιπποδρόμου, ο Ικάσιος κατάφερε για δεύτερη φορά να καλύψει τη διαφορά και, κάτω από τη βασιλική εξέδρα, προσπάθησε με τη σειρά του να ρίξει με το μαστίγιο την περικεφαλαία του αντιπάλου του. Δυστυχώς για τους Πράσινους αστόχησε και τα λουριά του μαστίγιου προσγειώθηκαν  στην πλάτη του Δονάτου βάφοντας κόκκινο το χρυσόβαφο φόρεμά του. Εκείνος κατάφερε να διατηρήσει την ψυχραιμία του κι ανταπέδωσε το χτύπημα  μαστιγώνοντας με λύσσα τη ράχη του Atro που κάλπαζε δεξιά του. Ο Atro ανασήκωσε νευρικά το κεφάλι αλλά συνέχισε να καλπάζει γρήγορα ανταποκρινόμενος άμεσα στην οδηγία του Ικάσιου που του ζήτησε να κινηθεί προς τα αριστερά τραβώντας με τη δύναμή του και τα άλλα άλογα, σε μια προσπάθεια να εγκλωβίσει τον αντίπαλό του ανάμεσα στο δικό του άρμα και στο κρηπίδωμα της  σπίνας7.  Το στρατήγημά του πέτυχε, κι ο Δονάτος μείωσε την ταχύτητά του, αφήνοντας έτσι τον Ικάσιο να προπορευτεί, όμως ο κίνδυνος του εκτροχιασμού ή της συντριβής ίσχυε τώρα και για τους δύο, αφού έπρεπε πολύ γρήγορα  να αντιδράσουν για να μην πάρουν την προτελευταία στροφή πολύ κλειστά.
     Ενστικτωδώς ο Δονάτος ανοίχτηκε προς τα δεξιά και έπειτα διέταξε τα άλογα να καλπάσουν αριστερά αλλά ο Ικάσιος δεν ακολούθησε την ίδια φρόνιμη τακτική. Με κοφτή την ανάσα οι θεατές είδαν τον Ικάσιο να μην παρεκκλίνει καθόλου προς τα δεξιά, ριψοκινδυνεύοντας μια συντριβή στο τοίχωμα της στροφής. Απογοητευμένοι οι Πράσινοι είδαν τον Ικάσιο να κάνει το αυτονόητο. Διέταξε με ένα χτύπημα το γρήγορο Ερμή που έτρεχε δεξιός να μειώσει τον καλπασμό του, αναγκάζοντας και τα υπόλοιπα τρία άλογα να ακολουθήσουν το ρυθμό του. Βέβαιοι οι θεατές ότι η επόμενη κίνηση του θα ήταν ένα άνοιγμα στα δεξιά, έμειναν άφωνοι όταν τον είδαν να μαστιγώνει τον Atro, διατάσσοντάς τον ταυτόχρονα με ένα τράβηγμα των ηνίων να στρίψει πολύ απότομα αριστερά. Μπροστά στα έκπληκτα μάτια τους το μαύρο άλογο στένεψε τους διασκελισμούς του και με σταθερά πατήματα πήρε πολύ απότομα τη στροφή, παρασέρνοντας και τα άλλα.
  «Τι κάνει; Θα συντριφτεί!» Κραύγασε ένας άντρας μα η κραυγή του χάθηκε από το ξεφωνητό που άφησαν ταυτόχρονα χιλιάδες στόματα  βλέποντας τον αριστερό τροχό να χτυπά στο κρηπίδωμα και το άρμα να γέρνει στον αέρα στηριγμένο μονάχα στο δεξιό τροχό. Μπροστά στα παγωμένα βλέμματα των θεατών ο Ικάσιος έγειρε το βάρος του αριστερά δίνοντας εντολή στον Atro να συνεχίσει να οδηγεί δυνατά. Η αυθόρμητη αντίδρασή του τον έσωσε και ο αριστερός τροχός προσγειώθηκε με ένα κραδασμό στο πέλμα της αρένας. Δίχως να χάσει στιγμή,  διέταξε τώρα όλα τα άλογα να επιταχύνουν τον καλπασμό τους. Αντί για τη συντριβή, ο ριψοκίνδυνος ελιγμός τού χάρισε το πολύτιμο προβάδισμα και τη νίκη.  Αδυνατώντας πλέον ο ηνίοχος των Βένετων να τον φθάσει, ύστερα από μερικές στιγμές ο Ικάσιος τερμάτιζε πρώτος κάτω από το θρόνο του Ηράκλειου.
     Λίγο αργότερα στις απονομές των βραβείων όταν ήρθε η σειρά του Ικάσιου να στεφανωθεί, χιλιάδες στόματα κραύγαζαν το όνομά του. Ακόμα κι όταν ο αυτοκράτορας κι οι άρχοντες αποσύρθηκαν στο Παλάτιο και πολλοί θεατές άρχισαν να αποχωρούν για τη μεσημεριανή τους ξεκούραση, εκατοντάδες άλλοι παρέμειναν στα βάθρα και εκστασιασμένοι σχολίαζαν τον τέταρτο βάϊο…
…………….

   …Αργά τη νύχτα ήταν ακόμα καθισμένος μπροστά από το μικρό τραπέζι του δώματος. Για μια ώρα δεν είχε μετακινηθεί, αλλά δεν ένοιωθε το μούδιασμα των χεριών του που έσφιγγαν το κεφάλι του. Όλο το απόγευμα, όποτε κι αν είχε μιλήσει, οι λέξεις έβγαιναν ασυναίσθητα από το στόμα του. Μπορεί ορισμένες προτάσεις του να μην είχαν νόημα, ειδάλλως γιατί η σύζυγός του τον είχε ρωτήσει αν ήταν καλά; Δε θυμόταν τι είχε απαντήσει, οι σκέψεις του δεν είχαν ειρμό, αφού ο δαιμονισμένος του πόθος πυρπολούσε συνέχεια το μυαλό του με ακόλαστες εικόνες. Παραγκωνίζοντας το πένθος του, υποτιμούσε τις αρχές του και χλεύαζε τη συζυγική του αγάπη, υπαγορεύοντας στη θέση τους την άμεση ικανοποίηση της επιθυμίας του για την κοπέλα.
      Εξαντλημένος, κάποια στιγμή τινάχτηκε και κατέβηκε γρήγορα τις στριφογυριστές σκάλες του δώματος. Περπάτησε αθόρυβα το διάδρομο του γυναικωνίτη και βρέθηκε σε ελάχιστες στιγμές στο ισόγειο και στο διάδρομο των υπηρετών. Το δωμάτιό της ήταν μακριά από των άλλων υπηρετών, μα, σα να είχε αποποιηθεί τον εαυτό του, δεν τον απασχολούσε αν γινόταν αντιληπτός. Πολύ σπάνια ένας υπηρέτης διακινδύνευε να προκαλέσει την οργή του αφέντη του, κατηγορώντας τον για κατάχρηση της εξουσίας του σε μία υπηρέτρια. Ούτε υπήρχε το ενδεχόμενο κάποιος συγγενής της να τον καταγγείλει, αφού είχε μόνο τη μάμμη της κι αυτή ήταν υποχρεωμένη απέναντί του για την οικονομική ενίσχυση που σποραδικά της παρείχε. Αν το μάθαινε, θα αποδεχόταν καρτερικά ότι η εγγονή της είχε γίνει η παλλακίδα του αφέντη της.
     Φθάνοντας στο κίτρινο βαμβακερό της βήλο8, σταμάτησε απότομα. Το φως ενός κεριού δραπέτευε από τη σχισμή που άφηνε αριστερά το παραπέτασμα, φέγγοντας με μια ψυχρή παλλόμενη ακτίνα το πάτωμα. Έμεινε ακίνητος, απλώς να κοιτά τη θαμπή ακτίνα που είχε τη δύναμη να σκίζει σα ρομφαία το σκοτάδι του διαδρόμου. Σήκωσε τα μάτια και διέκρινε από το στενό άνοιγμα που άφηνε το βήλο την ξάγρυπνη κοπέλα. Καθόταν στο χαμώκουμβο9 με γυρισμένη την πλάτη της σε αυτόν. Φορούσε μονάχα το μακρύ αμάνικο εσώρουχο κι είχε αγκαλιάσει σφιχτά τα πόδια. Το κεφάλι της αναπαυόταν στα γόνατα κι όπως έπεφταν τα  μαλλιά της στο πλάι, άφηναν γυμνό κι εκτεθειμένο το δεξί της λευκό ώμο. Δίπλα της, πάνω στο σκαμνί, είχε ακουμπήσει το κερί που σα να ήθελε να διασκεδάσει τη μοναξιά της, σκόρπιζε το φως του με θερμές αναλαμπές. Την κοίταξε μερικές στιγμές κι ύστερα επέστρεψε στον κοιτώνα του δώματος. Ξάπλωσε και δίχως να σκέφτεται, άκουγε για πολύ ώρα το θυελλώδη άνεμο που είχε ξεσπάσει. Οι ριπές του γρονθοκοπούσαν ασταμάτητα τους τοίχους και όπως κάποιες από αυτές εισχωρούσαν με βία στις χαραμάδες, έσκουζαν πότε  σα μοιρολογήτρες κι άλλοτε σα μαινάδες…
———————————————————————

 1 Το άσπρο πανί που είχε καθιερωθεί από τους ρωμαϊκούς χρόνους να ρίχνει στον αέρα ο υπεύθυνος  (μαππάριος), δίνοντας έτσι την έναρξη των αγώνων.
 2 Όταν κάποιος χρησιμοποιούσε τη μαγεία για να κάνει κακό σε κάποιον άλλον, επιζητώντας μερικές φορές ακόμα και το θάνατό του.
 3 Θέαμα. Το κλασσικό ρωμαϊκό αίτημα panem et circenses ( άρτος και θεάματα) αποτέλεσε αίτημα του λαού και στους βυζαντινούς χρόνους. 
 4 Εξέδρα από όπου ο αυτοκράτορας παρακολουθούσε με την ακολουθία του τους αγώνες. Συνδεόταν άμεσα με τα ανάκτορα.
 5 Στις ιπποδρομίες γίνονται τέσσερεις αγώνες κάθε φορά με διαφορετικά άρματα και ηνίοχους. Ο κάθε αγώνας ονομαζόταν Βάιος και τα άρματα διέσχιζαν το στίβο του ιπποδρόμου 7 φορές όπως γινόταν και στις ρωμαϊκές ιπποδρομίες.
 6 Σελήνη.
 7 Το στενόμακρο και λοξά κτισμένο κρηπίδωμα που υπήρχε στον κεντρικό χώρο του ιπποδρόμου, του πέλματος. Ο τοίχος της σπίνας περιέκλειε νερό σε διάφορα επίπεδα (δεξαμενές με ψάρια) ενώ στις άκρες των πλευρών της σπίνας υπήρχαν πλήθος αγαλμάτων.
 8 Κουρτίνα. Αντί για πόρτα στα χρόνια του βυζαντίου υπήρχαν κουρτίνες στην είσοδο των δωματίων, όπως ίσχυε και στους πρωτύτερους αιώνες στην Ελλάδα και τη Ρώμη.
 9 Χαλί. Η τιμή των χαλιών εξαρτιόταν από την  ποιότητα  των χαλιών, ανάλογα με το μαλλί με το οποίο ήταν υφασμένο. Σε χαμώκουμβα κοιμόντουσαν κατεξοχήν  οι φτωχοί και οι υπηρέτες, αλλά  υπήρχαν  και μεσοαστοί που συνήθιζαν  να κοιμούνται σε καλής ποιότητας χαμώκουμβα.

Υποβολή απάντησης

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *