Blake William: Κολασμένα Ρομαντικός Βάρδος

     Το βιογραφικό του υπάρχει ήδη ΕΔΏ! στη Πινακοθήκηκαθώς ήτανε και ζωγράφος, οπότε μπορείτε να σπεύσετε πρώτα ή μετά από δω κι εκεί. Εδώ θα παραθέσω και μερικά ποιήματά του.  Π. Χ.

_____________

                    ΠΟΙΗΜΑΤΑ

         Παροιμίες Της Κόλασης

Η δεξαμενή περιέχει, η πηγή ξεχειλίζει.
Nα σκέπτεσαι το πρωί, να πράττεις το μεσημέρι,
vα δειπνείς το βράδυ, να κοιμάσαι τη Νύχτα.
Να περιμένεις δηλητήριο από το στάσιμο νερό.

Αυτός που δέχεται μ’ ευγνωμοσύνη
έχει πλούσια σοδειά.
Η Αφθονία είναι Ομορφιά
Το πουλί φωλιά, η αράχνη ιστό,
ο άνθρωπος τη φιλία.

Η ψυχή της γλυκειάς χαράς
ποτέ δε λερώνεται..
Τις ώρες της ανοησίας τις μετρά το ρολόι,
οι ώρες της σοφίας δεν μπορούν να μετρηθούν.

Τον καιρό της σποράς μάθαινε,

τον καιρό του θερισμού δίδασκε,
τον χειμώνα απολάμβανε.
Οδήγησε το κάρο και το αλέτρι σου
πάνω από τα κόκκαλα των νεκρών.

Ο δρόμος της υπερβολής καταλήγει
στο παλάτι της σοφίας.
Η Σύνεση είναι μια πλούσια άσχημη γεροντοκόρη,
που τη φλερτάρει η Ανικανότητα.

Αυτός που επιθυμεί αλλά δεν πράττει,
γεννάει την πανούκλα.
Το κομμένο σκουλήκι
δίνει άφεση στο αλέτρι.

Βούτηξε στο ποτάμι εκείνον
που αγαπάει το νερό.
Ο ηλίθιος δεν βλέπει το ίδιο δέντρο
που βλέπει ο σοφός.

Αυτός που το πρόσωπο του
δεν αναδίνει φως,
δεν θα γίνει ποτέ άστρο.
Η Αιωνιότητα είναι ερωτευμένη
με τους καρπούς του χρόνου.

Η εργατική μέλισσα
δεν έχει καιρό για θλίψη.
Η τροφή που χορταίνει
δεν πιάνεται με δίχτυ ή παγίδα.

Την κακή χρονιά βγάλε το τεφτέρι,
το ζύγι και το μέτρο.
Κανένα πουλί δεν ανεβαίνει στα ύψη
αν πετάει με τις δικές του φτερούγες.

Το νεκρό κορμί δεν παίρνει εκδίκηση
για τις πληγές του.
Η πιο υψηλή πράξη είναι
να επιδιώκεις μιαν άλλη.

Αν ο τρελλός επέμενε στη τρέλλα του
θα γινότανε σοφός.
Η τρέλλα είναι ο μανδύας της απάτης.
Η ντροπή είναι ο μανδύας της Έπαρσης.

Οι Φυλακές είναι χτισμένες
με τις πέτρες του Νόμου,
τα Πορνεία με πλίνθους Θρησκείας.
Η έπαρση του παγονιού
είναι η δόξα του Θεού.

Η λαγνεία του τράγου
είναι γενναιοδωρία του Θεού.
Η οργή του λιονταριού
είναι η σοφία του Θεού.

Η γύμνια της γυναίκας
είναι το έργο του Θεού.
Η υπερβολική λύπη γελάει.
Η υπερβολική χαρά θρηνεί.

Ο βρυχηθμός των λιονταριών,
το ουρλιαχτό των λύκων,
το μάνιασμα της ταραγμένης θάλασσας
και το σπαθί του ολέθρου
είναι κομμάτια αιωνιότητας,
πολύ μεγάλα για το μάτι του ανθρώπου.

Η αλεπού καταριέται το δόκανο,
όχι τον εαυτό της.
Οι χαρές γονιμοποιούν.
Οι λύπες γεννούν.

Ο άντρας ας φορέσει
τομάρι του λιονταριού,
η γυναίκα προβιά προβάτου.
Ο τρελλός με αυτάρεσκο χαμόγελο
κι ο σκυθρωπός βαρύθυμος τρελλός
μια μέρα θα νομιστούν σοφοί,
για όλους, ράβδος.

Αυτό που σήμερα είναι αποδεδειγμένο,
κάποτε δεν ήταν παρά γέννημα της φαντασίας.
Ο αρουραίος, ο ποντικός, η αλεπού, ο λαγός
κοιτούν ρίζες,
το λιοντάρι, η τίγρη, το άλογο, ο ελέφαντας
κοιτούν καρπούς.
Μια σκέψη γεμίζει το άπειρο.

Λέγε πάντα ελεύθερα τη γνώμη σου
κι ο τιποτένιος θα σε αποφύγει.
Ό,τι πιστευτό, είναι εικόνα της αλήθειας.

Ο αετός δεν έχασε ποτέ του τόσο χρόνο
όσο τότε που βάλθηκε να μάθει απ’ το κοράκι.
Η αλεπού προνοεί για τον εαυτό της,
αλλά ο Θεός προνοεί για το λιοντάρι.

Όπως το αλέτρι υπακούει στις λέξεις,
έτσι και ο Θεός ανταμείβει τις προσευχές.
Οι τίγρεις της οργής είναι σοφότερες
από τα άλογα της μάθησης.

Από το στάσιμο νερό να περιμένεις δηλητήριο.
Ποτέ δεν θα μάθεις τι είναι αρκετό
αν δεν μάθεις τι είναι πιότερο από αρκετό.
Ν’ ακούς τις κατηγόριες του τρελλού.
Είναι βασιλικός τίτλος!

Τα μάτια της φωτιάς,
τα ρουθούνια του αέρα,
το στόμα του νερού,
τα γένια της γης.
Ο άτολμος τολμηρός στο δόλο.

Η μηλιά δεν ρωτάει ποτέ την οξιά
πως να μεγαλώσει,
ούτε το λιοντάρι το άλογο
πως να πιάσει τη λεία του.

Αν άλλοι δεν ήταν ανόητοι,
θα ‘πρεπε να ‘μασταν εμείς.
Η ψυχή της γλυκειάς ηδονής
ποτέ δεν μιαίνεται.

Όταν κοιτάς έναν Αετό,
κοιτάς ένα μέρος του Πνεύματος.
Ύψωσε το βλέμμα σου!
Όπως η κάμπια διαλέγει
τα πιο όμορφα φύλλα
για ν’ αποθέσει τ’ αυγά της,
έτσι και ο παπάς εξαπολύει
τη κατάρα του πάνω
στις πιο όμορφες χαρές.

Για να γεννηθεί ένα αγριολούλουδο
χρειάζεται τοκετός αιώνων.
Η κατάρα δυναμώνει, η ευχή χαλαρώνει.
Το καλύτερο κρασί είναι το πιο παλιό,
το καλύτερο νερό είναι το πιο φρέσκο.

Οι προσευχές δεν οργώνουν!
Οι ύμνοι δεν θερίζουν!
Οι χαρές δεν γελούν!
Οι θλίψεις δεν κλαίνε!

Το κεφάλι Ευγένεια,
η καρδιά Πάθος,
τα γεννητικά όργανα Ομορφιά,
χέρια και πόδια Αναλογία.

Ό,τι ο αέρας για το πουλί
κι η θάλασσα για το ψάρι,
έτσι κι η καταφρόνια
για τον αξιοκαταφρόνητο.

Το κοράκι θα ‘θελε όλα να ‘ναι μαύρα,
η κουκουβάγια όλα να είναι λευκά.
Το Σφρίγος είναι Ομορφιά.
Αν το λιοντάρι έπαιρνε συμβουλές
από την αλεπού, τότε θα γινόταν πονηρό.

Η Πρόοδος φτιάχνει ίσιους δρόμους,
αλλά οι ανώμαλοι δρόμοι χωρίς την Πρόοδο
είναι οι δρόμοι της Ιδιοφυΐας.

Καλύτερα πνίξε μωρό στη κούνια
παρά τρέφε ανικανοποίητους πόθους.
Εκεί που απουσιάζει ο άνθρωπος,
η φύση είναι στείρα.

Η Αλήθεια δεν μπορεί να ειπωθεί
έτσι που να είναι κατανοητή,
αλλά όχι πιστευτή.
Φτάνει! ή Περισσεύει.

=================


                  Αιωνιότητα

Όποιος για τον εαυτό του τη χαρά κρατά
Τη φτερωμένη τη ζωή τη καταργεί,
Μα όποιος φιλάει τη χαρά όταν πετά
Ζει στης Αιωνιότητας τη χαραυγή.

           Οιωνοί της Αθωότητας

Για να δεις τον κόσμο σε ένα κόκκο άμμου
Και τον παράδεισο σε ένα αγριολούλουδο
Κράτησε το άπειρο στη παλάμη σου
Και την αιωνιότητα σε μίαν ώρα.

Ένας κοκκινολαίμης πετρίτης σε κλουβί
Φέρνει όλο τον ουρανό σε οργή.
Ένας περιστερώνας γεμάτος περιστέρια
Φέρνει ρίγος σε όλες τις περιοχές της κόλασης.

Ένα πεινασμένο σκυλί στην πύλη του αφεντικού
Προβλέπει τη καταστροφή του κράτους.
Ένα άλογο που το κακομεταχειρίστηκαν στο δρόμο
Ζητά από τον ουρανό ανθρώπινο αίμα.

Κάθε κραυγή ενός κυνηγημένου λαγού
Σχίζει μια ίνα από τον εγκέφαλο.
Μια σιταρήθρα τραυματισμένη στο φτερό
Ένα χερουβείμ σταματά να τραγουδά

Ένας ψαλιδισμένος κόκκορας έτοιμος για μάχη
Φοβίζει τον ήλιο που ανατέλλει.
Κάθε λύκου και λιονταριού η κραυγή
Από την κόλαση εγείρει μια ανθρώπινη ψυχή.

Το άγριο ελάφι που περιπλανάται εδώ και εκεί
Εμποδίζει τη φροντίδα της ανθρώπινης ψυχής
Το κακομεταχειρισμένο αρνί τρέφει δημόσια διαμάχη
Και όμως συγχωρεί την λεπίδα του χασάπη.

Η νυχτερίδα που φευγαλέα πετά στο δειλινό
Άφησε το μυαλό που δεν θέλει να πιστέψει
Η κουκουβάγια που καλεί τη νύχτα
Μιλά στον τρόμο του άπιστου.

Αυτός που θα πληγώσει έναν τρυποφράχτη
Δεν θα αγαπηθεί ποτέ από άνθρωπο
Αυτός που στο βόδι θυμό προκάλεσε
Δεν θα αγαπηθεί ποτέ από γυναίκα.

Το αχαλίνωτο αγόρι που σκοτώνει τη μύγα
θα νιώσει την αγριότητα της αράχνης
Αυτός που βασανίζει το δαιμόνιο του σκαραβαίου
Υφαίνει κλήματα σε ατέλειωτη νύχτα.

Η κάμπια πάνω στο φύλλο
Σου επαναλαμβάνει τη θλίψη της μητέρας της
Μην σκοτώνεις ούτε το σκόρο, ούτε την πεταλούδα
Διότι η τελική κρίση πλησιάζει.

Αυτός που θα εκπαιδεύσει άλογο για πόλεμο
Δεν θα περάσει ποτέ το αντιδιαμετρικό εμπόδιο
Το σκύλο του ζητιάνου και τη γάτα της χήρας
Τάισε τα και θα παχύνεις.

Η σκνίπα που τραγουδά το τραγούδι του θέρους
Παίρνει δηλητήριο από τη γλώσσα του συκοφάντη
Το δηλητήριο του φιδιού και της σαλαμάνδρας
Είναι ο ιδρώτας του ποδιού της ζήλιας.

Το δηλητήριο της μέλισσας
είναι η ζήλια του καλλιτέχνη.
Το ένδυμα του πρίγκηπα
και τα κουρέλια του ζητιάνου
Είναι δηλητηριώδη μανιτάρια
στα σακούλια του φιλάργυρου
Μια αλήθεια ειπωμένη με κακό σκοπό
Νικά όλα τα ψέμματα
που μπορείς να επινοήσεις.

Είναι σωστό, έτσι έπρεπε να είναι
Ο άνθρωπος έγινε για τη χαρά και τη λύπη
Και όταν αυτό εμείς σωστά γνωρίζουμε
Τον κόσμο με ασφάλεια διασχίζουμε.

Χαρά και λύπη είναι τέλεια υφασμένα,
Μια ενδυμασία για τη θεϊκή ψυχή.
Κάτω από κάθε θλίψη και πεύκο
Τρέχει μια χαρά με μεταξωτό νήμα.

Το μωρό είναι κάτι περισσότερο από φασκιά
Σε όλα αυτά τα ανθρώπινα κράτη
Φτιάχτηκαν εργαλεία, και ανθρώπινα χέρια γεννήθηκαν
Κάθε αγρότης καταλαβαίνει.

Κάθε δάκρυ από κάθε μάτι
Γίνεται ένα μωρό στην αιωνιότητα.
Αυτό συλλαμβάνεται από τη λαμπρότητα του θηλυκού
Και επιστρέφει στη δική του απόλαυση.

Το βέλασμα, το αλύχτισμα,
το μούγκρισμα κι ο βρυχηθμός
Είναι κύματα που σκάνε
στην ακτή του Ουρανού.

Το μωρό που κλαίει κάτω από την βέργα
Γράφει την εκδίκηση στα βασίλεια του θανάτου
Τα κουρέλια του ζητιάνου, κυματίζοντας στον αέρα,
Σχίζουν κουρελιάζοντας τους Ουρανούς.

Ο στρατιώτης, οπλισμένος με σπαθί και όπλο
Παραλυμένος χτυπά ο καλοκαιρινός ήλιος.
Το φαρδίνι του φτωχού αξίζει περισσότερο
Από όλο το χρυσό στις ακτές της Αφρικής.

Μισό φαρδίνι στυμμένο από τα χέρια του εργάτη
Θα αγοράσει και θα πουλήσει τις εκτάσεις του φιλάργυρου
Ή, αν προστατεύεται από ψηλά
Κι αυτό ολάκερο το έθνος πουλά και αγοράζει.

Αυτός που εμπαίζει την πίστη του βρέφους
Θα εμπαιχτεί σε μεγάλη ηλικία και στο θάνατο.
Αυτός που θα διδάξει το παιδί να αμφιβάλλει
Από το σάπιο τάφο ποτέ δεν θα ξεφύγει.

Αυτός που σέβεται την πίστη του βρέφους
Θριαμβεύει πάνω στην κόλαση και στο θάνατο.
Τα παιχνίδια του παιδιού και η λογική του γέροντα
Είναι οι καρποί των δύο εποχών.

Ο ερωτών, που κάθεται έτσι πονηρός,
Ποτέ δεν ξέρει πώς να απαντήσει.
Αυτός που απαντά με τα λόγια της αμφιβολίας
Σβήνει το φως της γνώσης.

Το ισχυρότερο δηλητήριο που έχουμε γνωρίσει
Προέρχονταν από το δάφνινο στέμμα του Καίσαρα.
Το τίποτα μπορεί να παραμορφώσει το ανθρώπινο γένος
Όπως το σιδερένιο στήριγμα της πανοπλίας.

Όταν ο χρυσός και οι πολύτιμοι λίθοι κοσμούν το άροτρο,
Η ζήλια θα προσκυνήσει τις ειρηνικές τέχνες.
Ένα αίνιγμα, ή η κραυγή του τριζονιού,
Είναι μια ταιριαστή απάντηση στην αμφιβολία.

Η ίντσα του μυρμηγκιού και το μίλι του αετού
Κάνει την ανάπηρη φιλοσοφία να χαμογελάσει.
Αυτός που αμφιβάλλει από αυτό που βλέπει
Ποτέ δεν θα πιστέψει, κάνε αυτό που σ’ ευχαριστεί.

Αν ο ήλιος και το φεγγάρι αμφέβαλλαν
Αμέσως θα έσβηναν.
Το να έχεις πάθος μπορεί να σου κάνει καλό,
Αλλά δεν υπάρχει καλό αν το πάθος είναι μέσα σου.

Η πόρνη και χαρτοπαίκτης, από το κράτος
Αδειοδοτημένοι, οικοδομούν τις τύχες του έθνους.
Η κραυγή της πόρνης από δρόμο σε δρόμο
Θα υφάνει το σάβανο της παλιάς Αγγλίας.

Η κραυγή του νικητή, η κατάρα του ηττημένου,
Χορεύουν μπροστά από την νεκροφόρα της νεκρής Αγγλίας.

Κάθε νύχτα και κάθε αυγή
Μερικοί στη μιζέρια γεννιούνται,
Κάθε αυγή και κάθε νύχτα
Μερικοί γεννιούνται σε γλυκιά απόλαυση.

Μερικοί γεννιούνται σε γλυκιά απόλαυση,
Μερικοί γεννιούνται στην ατελείωτη νύχτα.

Οδηγούμαστε στο να πιστεύουμε ένα ψέμα
Όταν βλέπουμε όχι με το μάτι,
Το οποίο γεννήθηκε σε μια νύχτα για να χαθεί σε μια νύχτα,
Όταν η ψυχή κοιμόταν στις ακτίνες του φωτός.

Ο Θεός φαίνεται, και ο Θεός είναι φως,
Σε αυτές τις φτωχές ψυχές που κατοικούν στη νύχτα.
Μόνο η ανθρώπινη μορφή φανερώνεται,
Σ’ αυτούς που κατοικούν στα βασίλεια της μέρας.

                Χωρίς Τίτλο

Του δικού μου του ανέμου φόβο είχα, η μανία
μη χαλάσει όλα τ άνθη τα σωστά και τα ωραία,
και ο ήλιος ο δικός μου έκαιγε μεγάλη φλόγα,
και τ’ αγέρι το δικό μου έπαψε πνοή να έχει.

Άνθος όμως απ’ τα ωραία μήτε ένα δεν ευρέθη
όμορφο και γινωμένο πάνω σε κανένα δέντρο –
όλα ετούτα ‘δω τα άνθη έγιναν και μεγαλώσαν
άκαρπα, και ψευτισμένα, όμορφα μόνο στο μάτι.

Του δικού μου του ανέμου φόβο είχα· η μανία
μη χαλάσει όλα τ’ άνθη τα σωστά και τα ωραία,
και ο ήλιος ο δικός μου έκαιγε μεγάλη φλόγα,
και τ’ αγέρι το δικό μου έπαψε πνοή να έχει.
Άνθος όμως απ’ τα ωραία μήτε ένα δεν ευρέθη
όμορφο και γινωμένο πάνω σε κανένα δέντρο-
όλα ετούτα ’δω τα άνθη έγιναν και μεγαλώσαν
άκαρπα, και ψευτισμένα, όμορφα μόνο στο μάτι.

      Ο Κήπος Του Έρωτα

Στον κήπο του Έρωτα επήγα,
Και είδα κείνο που δεν είχα ξαναδεί:
Ένα Ξωκλήσι είχε χτιστεί καταμεσής,
Εκεί που έπαιζα συχνά πάνω στη χλόη.

Και στο Ξωκλήσι οι πόρτες ήτανε κλειστές,
Και «Απαγορεύεται» έγραφε πάνω από τη πύλη
Κι έτσι επέστρεψα στου Έρωτα τον Κήπο
Που είχε πολλά υπέροχα λουλούδια,

Και τονε βρήκα γεμάτον από μνήματα,
ταφόπλακες εκεί που θα ‘τανε λουλούδια
Και Ιερείς με μαύρα ράσα περπατούσαν,
Και δένανε τους πόθους μου και τις χαρές μ’ αγκάθια.

                 Τραγούδι

Τι όμορφα τριγύριζα χωράφι το χωράφι
και ένιωθα ολάκερη τη θερινή τη δόξα,
μέχρι που εγώ ο πρίγκιπας του έρωτα τον είδα
‘κείνον που σύρθηκε όμορφα μέσα στις ηλιαχτίδες.

Όλα τα κρίνα μου ‘πλεξε να βάλω στα μαλλιά
και ρόδα κατακόκκινα να έχω για στεφάνι,
στους κήπους του με τράβηξε στην τόση ομορφιά
που όλες οι χρυσές χαρές ανθίζουν το κοτσάνι.

Του Μάη οι γλυκοδροσιές νότισαν τα φτερά μου
κι ο Φοίβος φλόγισε μ’ ορμή την όμορφη φωνή μου,
στα ξαφνικά με έπιασε με δίχτυ μεταξένιο
και σε κλουβί με έκλεισε χρυσό μαλαματένιο.

Απ’ έξω εκείνος κάθεται, του αρέσει να μ’ ακούει
κι ύστερα με χαμόγελο στα χέρια του με παίζει,
μ’ ανοίγει το χρυσό φτερό που τώρα δεν πετάει,
η λευτεριά μου χάθηκε κι εκείνος το γλεντάει.

Το Δέντρο Με Το Δηλητήριο

Θύμωσα με το φίλο μου:
είπα την οργή μου, η οργή μου έσβησε.
Θύμωσα με τον εχθρό μου:
δεν το είπα, η οργή μου θέριεψε.

Και τη πότιζα με φόβο
Νύχτα και μέρα με τα δάκρυά μου
Με χαμόγελα την έκρυψα
και με γλυκές, απατηλές γητειές.

Μέρα και νύχτα κείνη θέριευε,
μέχρι που γέννησε λαμπρό μήλο,
κι ο εχθρός μου το ‘δε να λάμπει
κι ήξερε ότι ήτανε δικό μου.

Κλεφτά μπήκε στον κήπο μου
όταν η νύχτα είχε ρίξει τα πέπλα της
και την αυγή τον είδα με χαρά
ξαπλωμένο να κείτεται κάτω απ’ το δέντρο.
















Υποβολή απάντησης

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *