ΔΗΜΙΟΥΡΓΟΙ: Επιγραμματοποιοί
Συνεχίζοντας την ασχολία και τη παρουσίαση με τα του Επιγράμματος, σε τούτο το 2ο άρθρο, θα παρουσιαστούν, όλοι οι Δημιουργοί επιγραμμάτων, που φιλοξενούνται μ’ έν έστω επίγραμμα στο Στέκι αλλά και γενικά, ακόμα κι αν δεν υπάρχει κάτι δικό τους, κι είναι το πολύ μέχρι και το τέλος του 4ου αι. μ.Χ. -εκτός όσων υπήρχαν ή υπάρχουνε πλέον εδώ, και των Κεφαλά & Πλανούδη, που ήδη περιγράφησαν στο πριν άρθρο με τις Ανθολογίες.
Βιογραφικά Αρχαιοτέρων Αλφαβητικά
Πρώτα θα παρουσιαστεί αλφαβητική λίστα των αρχαιοτέρων επιγραμματοποιών (Σημ: από αρχαιοτάτων μέχρι και τον 4ο αι. μ.Χ.) και μετά ένας-ένας με στοιχεία του -όσα βρεθήκανε και δε μπορώ να πω πως βρήκα και πολλά σε πολλούς, δυστυχώς- σε κάθε γράμμα.
Α
Άγις (επιγραμματοποιός), Άγις ο Αργείος, Αδαίος ο Μακεδών, Αδαίος ο Μυτιληναίος, Αδριανός, Αθηναίος, Αιμιλιανός ο Νικαεύς, Αισχίνης ο επιγραμματοποιός, Αισχύλος, Αίσωπος, Ακήρατος ο γραμματικός, Αλέξανδρος Μαγνήτης, Αλέξανδρος ο Αιτωλός, Αλκαίος ο Μεσσήνιος, Αλκαίος ο Μυτιληναίος, Αλκμάν, Αλφειός ο Μυτιληναίος, Αμμιανός, Αμμωνίδης, Αμμώνιος, Ανακρέων, Ανδρόνικος, Ανταγόρας ο Ρόδιος, Αντίγονος ο Καρύστιος, Αντίμαχος, Αντιμέδων, Αντίοχος, Αντίπατρος ο Θεσσαλονικεύς, Αντίπατρος ο Σιδώνιος (επιγραμματοποιός), Αντίστιος, Αντιφάνης ο Μακεδών, Αντιφάνης ο Μεγαλοπολίτης, Αντίφιλος ο Βυζάντιος, Αντώνιος Θαλλός, Αντώνιος ο Αργείος, Ανύτη, Απολλινάριος, Απολλωνίδης ο Σμυρναίος, Απολλώνιος ο γραμματικός, Άρατος ο Σολεύς, Αρέθας ο διάκονος, Αριστόδικος ο Ρόδιος, Αριστοτέλης, Αρίστων, Αρτεμίδωρος, Αρτέμων, Αρχέλαος (επιγραμματοποιός), Αρχίας ο Αντιοχεύς, Αρχίας ο Βυζάντιος, Αρχίας ο Μακεδών, Αρχίας ο Μυτιληναίος, Αρχίας ο Αντιοχέας ή νεώτερος, Αρχίλοχος, Αρχίμηλος, Αρχιμήδης επιγραμματοποιός, Ασίνιος Κουαδράτος, Ασκληπιάδης ο Αδραμυττηνός, Ασκληπιάδης ο Σάμιος, Αυτομέδων.
Ο Άγις ήταν αρχαίος Έλληνας επιγραμματοποιός επίγραμμα του οποίου περιλαμβανόταν στο Στέφανο του Μελεάγρου και που ακολουθεί ως πρότυπο τον Λεωνίδα τον Ταραντίνο. Σώζεται 1 επίγραμμά του (VI 152) στη ΠΑ. Ο Pierre Waltz κι η Πάπυρος-Λαρούς-Μπριτάννικα τον διακρίνουνε ρητά από τον Άγι τον Αργείο.
Ο Άγις ο Αργείος ήταν αρχαίος Έλληνας ποιητής από το Άργος και σύγχρονος του Μ. Αλεξάνδρου, τον οποίο συνόδεψε στη μικρασιαστική εκστρατεία. Ο Κούρτιος όπως κι ο Αρριανός κι ο Πλούταρχος τονε περιγράφουν ως κόλακα του βασιλέα. Ο Κούρτιος μάλιστα τον αποκαλεί “συνθέτη των χειρότερων ποιημάτων μετά το Χοιρίλο” (pessimorum carminum post Choerilum conditor). Ο Αθήναιος αναφέρει τον Άγι ως συγγραφέα ενός έργου για τη τέχνη του μαγειρέματος (ὀψαρτυτικά). Από κάποιους θεωρείται ότι είναι ο Άγις του οποίου επίγραμμα έχει σωθεί στη ΠΑ.
Ο Αδαίος ο Μακεδών ήταν έλληνας ποιητής που περιλαμβανόταν στον Στέφανο του Μελεάγρου. Ο Πιέρ Βαλτς τον εταυτίζει με το ρήτορα Αδδαίο, σύγχρονο του Σενέκα πρεσβύτερου κι αναφερόμενο στο Controversiae του Λατίνου συγγραφέα, ενώ ο Γιόχαν Γιάκομπ Ράισκε (Johann Jakob Reiske) υποστήριξε πως ο Αδαίος ο Μυτιληναίος είναι το ίδιο πρόσωπο. Στη ΠΑ σώζονται τέσσερα επιγράμματά του (VI 228 & 258, IX 300, X 20), 3 απ’ τα οποία υπήρχανε και στη ΠλΑν. Με το όνομα Αδαίος ή Αδδαίος (αλλά όχι με το επίθετο “ο Μακεδών“) υπάρχουνε κι άλλα ποιήματα στη ΠΑ.
Ο Αδαίος ή Αδδαίος ο Μυτιληναίος (3ος αι. π.Χ.) ήτανε συγγραφέας 2 συγγραμμάτων σχετικών με τη τέχνη, που τα μνημονεύει ο Αθήναιος. Στο 1ο, στο Περί Διαθέσεων, πραγματευόταν μάλλον το θέμα του χώρου στην αρχιτεκτονική, ενώ το 2ο, το Περί Αγαλματοποιών, το επέκρινε έντονα ο Πολέμων ο Ιλιεύς (στο Πρός Αδαίον και Αντίγονον πολεμικό του έργο). Κανέν απ’ τα έργα του δεν έχει διασωθεί. Διασώζεται όμως 1 επίγραμμα στο 7ο βιβλίο της ΠΑ που φέρει το όνομά του (ΕΑ, 7.305). Παλαιότερα, ορισμένοι μελετητές ταύτισαν τον Αδαίο τον Μυτιληναίο με τον Μακεδόνα ποιητή Αδαίο, που επιγράμματά του περιλαμβάνονται επίσης στη ΠΑ -ταύτιση που όμως δεν είναι γενικά αποδεκτή απ’ όλους τους σύγχρονους μελετητές.
Ο Αδριανός υπάρχει στο Στέκι κι είναι ΕΔΩ!
Ο Αθήναιος ο επιγραμματοποιός ήταν αρχαίος Έλληνας ποιητής, που μνημονεύεται απ’ το Διογένη Λαέρτιο, συγγραφέα του 3ου αιώνα μ.Χ. (VI, 14 & VII, 30) και δεν πρέπει να ταυτίζεται με τον Αθήναιο τον Nαυκρατίτη, συγγραφέα των Δειπνοσοφιστών. Σώζεται 1 επίγραμμά του στη ΠΑ (ΙΧ 496), το ίδιο κείμενο που βρίσκεται στο Λαέρτιο.
Ο Αιμιλιανός ο Νικαεύς ήταν Έλληνας επιγραμματοποιός που έζησε τον 1ο΄μ.Χ. αι.. Πρέπει να ταυτιστεί με τον ομώνυμο ρήτορα που αναφέρεται από τον Σενέκα (Controversiae, X 34, 25). Στη ΠΑ σώζονται 3 επιγράμματά του από τον Στέφανο του Φιλίππου του Θεσσαλονικέως (VII 623, IX 218, IX 756). Δεν υπάρχουν άλλα στοιχεία…
Για τον Αισχίνη τον επιγραμματοποιό δεν έχουμε καθόλου στοιχεία.
Ο Αισχύλος υπάρχει στο Στέκι κι είναι ΕΔΩ!
Ο Αίσωπος υπάρχει στο Στέκι κι είναι ΕΔΩ!
Ο Ακήρατος ο γραμματικός ήταν αρχαίος Έλληνας ποιητής που φαίνεται πως έζησε από τα μισά του 1ου π.Χ. ως και τα μισά του 1ου μ.Χ. αι., επίγραμμα του οποίου διασώθηκε στη ΠΑ (επιτύμβιο επίγραμμα VII 138 για τον Έκτορα). Κατά τον Menk περιλαμβανότανε στο Στέφανο του Φιλίππου του Θεσσαλονικέως. Το ίδιο επίγραμμα διασώθηκε και στη ΠλΑν, στο 14ο κεφάλαιο Εις Ήρωας του 3ου βιβλίου της (L.3, T.14, E.15). Τίποτε άλλο δεν μας είναι γνωστό.
Ο Αλέξανδρος Μαγνήτης ήταν αρχαίος Έλληνας ποιητής, επίγραμμα του οποίου σώθηκε στη ΠΑ (αναθηματικό επίγραμμα VI 182) με τον τίτλο Αλεξάνδρου Μαγνήτου. Το ίδιο επίγραμμα σώθηκε και στη ΠλΑν, στο 15ο τόμο του 6ου βιβλίου της (L.6, T.15, E.10). Σύμφωνα με τον D.L. Page αν και στο επίγραμμά του δεν υπάρχουν άμεσες πληροφορίες που να βοηθάνε στη χρονολόγησή του, το θέμα και το ύφος του υποδεικνύουν ότι το συνέθεσε κατά τη περίοδο του Στεφάνου του Φιλίππου του Θεσσαλονικέως, (90 π.Χ. – 40 μ.Χ.) και συγκεκριμένα προς το τέλος της περιόδου αυτής. Το συγκεκριμένο είναι ένα από τα 15 επιγράμματα που υπάρχουν στην ΕΑ, με κοινό θέμα, την αφιέρωση στον Πάνα των εργαλείων της τέχνης τους από 3 αδέλφια, τον Πίγρητα, τον Δάμιδα και τον Κλείτορα, ένα κυνηγό πουλιών, ένα κυνηγό αγριμιών κι ένα ψαρά.
Ο Αλέξανδρος ο Αιτωλός (4ος-3ος αι. π.Χ.) ήταν αρχαίος Έλληνας ποιητής και γραμματικός από τη περιοχή της Αιτωλίας κι είναι ο μόνος γνωστός αντιπρόσωπος της αρχαίας Αιτωλικής ποίησης. Η πόλη καταγωγής του ήταν η Πλευρώνα κι οι γονείς του ονομάζονται Σάτιρος και Στρατόκλεια, ωστόσο ο ίδιος πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του στην Αλεξάνδρεια όπου και με τη πάροδο του χρόνου αναδείχθηκε σε έναν από τους 7 σημαντικότερους τραγωδούς της πόλης οι οποίοι απάρτιζαν την Αλεξανδρινή Πλειάδα*. Έγινε γνωστός από το 280 π.Χ. κι έπειτα κατά τη βασιλεία του Πτολεμαίου Β´ Φιλάδελφου που ενθάρρυνε ιδιαίτερα την ανάπτυξη των τεχνών και των γραμμάτων κατά τη βασιλεία του, και στο πλαίσιο αυτό τοποθέτησε τον Αλέξανδρο στη βιβλιοθήκη της Αλεξάνδρειας ώστε να καταλογογραφήσει όλες τις διαθέσιμες τραγωδίες και σατιρικά έργα. Αναφέρεται πως πέρασε επίσης κάποιο χρόνο μαζί με τους ποιητές Άρατο κι Ανταγόρα στην αυλή του Αντίγονου Β´ Γονατά.
Ενώ ήτανε γνωστός κυρίως ως τραγικός ποιητής, ο ίδιος εμφανίζεται να ‘χε προτίμηση στα επικά ποιήματα, ελεγείες, επιγράμματα καθώς και τα Ιωνικά ποιήματα (γνωστά κι ως κίναιδα**). Από τα ερωτικά του ποιήματα διασώζονται οι τίτλοι και κάποια αποσπάσματα από 3 απ’ αυτά, τα Αλιεύς, Κίρκα κι Ελένη. Διασώζονται επίσης κάποια αποσπάσματα από τις ελεγείες του. Τα κίναιδα ποιήματα αναφέρονται από τον Στράβωνα, και τον Αθήναιο, ενώ αυτά που ακολουθούνε το μέτρο του ανάπαιστου κι εξυμνούν τον Ευριπίδη διασώζονται μέσω του Αύλου Γέλλιου.
* Σε αντίθεση με τη κωμωδία που ανανεώθηκε χάρη στον Μένανδρο και τους συγχρόνους του, δε συνέβη το ίδιο και με τη τραγωδία που φαίνεται να ‘χασε τον βηματισμό της μετά το θάνατο του τελευταίου μεγάλου τραγικού, του Ευριπίδη, το 406 π.Χ. Η παρακμή του είδους αντικατοπτρίζεται στο γεγονός ότι από τον 4ο αι. και μετά γράφονταν λίγες τραγωδίες κι ο βασικός κορμός των παραστάσεων αφορούσε την επανάληψη των μεγάλων τραγωδιών του 5ου αι. με τη ταυτόχρονη άνοδο των ηθοποιών σε βάρος των δημιουργών.
Τα ελάχιστα δείγματα πρωτότυπης θεατρικής δημιουργίας κατά την ελληνιστική περίοδο δε χωράνε στα κλασσικά καλούπια. Μια χαρακτηριστική αλλαγή είναι η συγγραφή τραγωδιών στο πλαίσιο της ελληνιστικής αυλής, συχνά προς τιμή του μονάρχη-μαικήνα των τεχνών, με συγκεκαλυμμένα εγκωμιαστική πρόθεση. Η τραγική Πλειάδα που έδρασε στην Αλεξάνδρεια κατά τον 3ο αι. υπό τη πατρονία του Πτολεμαίου Β΄ του Φιλάδελφου αριθμούσεν 7 διακεκριμένα μέλη-ποιητές τραγωδιών, μεταξύ των οποίων πιο ονομαστοί ήταν ο Λυκόφρονας από τη Χαλκίδα κι ο Αλέξανδροςο Αιτωλός. Ένα δείγμα γραφής εγκωμιαστικής τραγωδίας είναι οι Κασσανδρεῖς του Λυκόφρονα, ιστορικό δράμα για τον Κάσσανδρο.
Η τραγωδία στα ελληνιστικά χρόνια χαρακτηρίζεται από διαφορετικές τάσεις: 1ον, οι παραστάσεις τραγωδιών φαίνεται ότι εστίαζαν στο πάθος, δηλαδή στη συναισθηματική φορτισμένη παρουσίαση ακραίων ή αποτρόπαιων πράξεων επί σκηνής∙ 2ον, οι τραγικοί ποιητές αυτή την εποχή ήταν συχνά και φιλόλογοι που μελετούσαν και σχολίαζαν τη δραματική παραγωγή του χρυσού αιώνα της Αθήνας, με χαρακτηριστικούς εκπροσώπους τους ποιητές της Πλειάδας που ήτανε ταυτόχρονα και λόγιοι του Αλεξανδρινού Μουσείου∙ και 3ον, αυτή την εποχή αναπτύχθηκεν ιδιαίτερη μορφή δράματος προορισμένη αποκλειστικά γι’ ανάγνωση κι όχι για παράσταση.
Σ’ αυτή τη τελευταία κατηγορία ίσως ανήκουν κι οι 3 πιο γνωστές (και πολύ διαφορετικές μεταξύ τους) ελληνιστικές τραγωδίες. Ένα ιστορικό δράμα βασισμένο στην ηροδότεια αφήγηση για το Γύγη και τη γυναίκα του Κανδαύλη σε ιαμβικούς 3μέτρους∙ ένα ιαμβικό ποίημα γραμμένο σε αινιγματικό ύφος με θέμα τη προφητεία της Κασσάνδρας σχετικά με τον Τρωικό Πόλεμο, η Αλεξάνδρα του Λυκόφρονα σε 1474 στίχους∙ κι η τραγωδία Ἐξαγωγή του Εζεκιήλ γραμμένη από Ιουδαίο της Αλεξάνδρειας, που πραγματευότανε σε δραματική μορφή την έξοδο των Εβραίων από την Αίγυπτο υπό τον Μωυσή.
** Κατά τον Κοραή, η λογοτεχνική ονομασία κίναιδος προκύπτει από το τρόπο έκφρασης που εμφανιζότανε στην Ιωνία και συνήθως περιείχε βωμολοχίες (Άτακτα, Αδαμάντιος Κοραής, Τυπογραφείου Εβεράρτου, Χίος 1830).
Ο Αλκαίος ο Μεσσήνιος ήταν αρχαίος Έλληνας επιγραμματοποιός. Ήταν σύγχρονος του Φιλίππου Ε΄ της Μακεδονίας (220-178 π.Χ.), που στην αρχή εκθείαζε για τους αγώνες του υπέρ των Ελλήνων. Μετά όμως στράφηκε εναντίον του. Είναι ο μόνος πολιτικός ποιητής της ΠΑ. Σώθηκαν σ΄αυτήν 22 επιγράμματά του από το Στέφανο του Μελεάγρου. Πρόκειται για τα επιγράμματα V 10, VI 218, VII 1, 5 (αποδιδόμενο και σ’ άγνωστο), 55, 247, 412, 495, IX 518, 519, 588, ΧΙ 12, ΧΙΙ 29, 30, 64, ΧVΙ 5, 7, 8, 196, 226. Τα VII 429 και 536 αποδίδονται και στον Αλκαίο τον Μυτιληναίο αλλά ο Waltz πιθανολογεί ότι πρόκειται περί εσφαλμένης γραφής του ονόματος του Μεσσήνιου.
Ο Αλκαίος ο Μυτιληναίος υπάρχει στο Στέκι κι είναι ΕΔΩ!
Ο Αλκμάν υπάρχει στο Στέκι κι είναι ΕΔΩ!
Ο Αλφειός ο Μυτιληναίος ήταν Έλληνας επιγραμματοποιός που έζησε την εποχή του Αυγούστου στη Ρώμη. Σώζονται περί τα 10 επιγράμματά του στη ΠΑ.
Ο Αμμιανός ήταν Έλληνας ποιητής που ‘ζησε στις αρχές του 2ου μ.Χ. αιώνα κι έγραψε σκωπτικά επιγράμματα εναντίον των ημιμαθών σοφιστών και ρητόρων. Στη ΠΑ σώζονται 26 επιγράμματά του από το Ανθολόγιο του Διογενιανού.
Για τον Αμμώνιο δεν έχουμε καθόλου στοιχεία.
Ο Ανακρέων υπάρχει στο Στέκι κι είναι ΕΔΩ!
Για τον Ανδρόνικο δεν έχουμε καθόλου στοιχεία.
Για τους Αντίμαχο κι Αντίοχο δεν έχουμε καθόλου στοιχεία.
Ο Ανταγόρας ήταν Έλληνας ποιητής του 3ου π.Χ. αι. με καταγωγή από τη Ρόδο. Έζησε στην Αθήνα και στη Μακεδονία, προσκεκλημένος του Αντίγονου Γονατά. Γνωστά έργα του είναι η χαμένη Θηβαΐδα κι ο Ύμνος στον Έρωτα, από τον οποίο σώζονται λίγοι στίχοι. Σώζονται επίσης 2 επιγράμματά του στη ΠΑ (VII 103 και IX 147).
Ο Αντίγονος ο Καρύστιος (λατ: Antigonus Carystius, 250 π.Χ. – 197 π.Χ.) ήταν αρχαίος Έλληνας συγγραφέας, ποιητής, ιστορικός, βιογράφος μα κυρίως γλύπτης κι επιγραμματοποιός και πιο συγκεκριμένα χαλκοπλάστης, από τη Κάρυστο, ο οποίος έζησε στην Αθήνα και μετά στη Πέργαμο. Φιλοτέχνησε αρκετούς χάλκινους ανδριάντες, διακρίθηκε όμως κι ως συγγραφέας. Συνέγραψε την Ιστορία της ζωγραφικής και της ανδριαντοποιίας από την οποία άντλησε υλικό ο Πλίνιος (Nat. Hist. xxxiv 19), ενώ από το έργο του Βίοι φιλοσόφων περιέσωσε πολλά αποσπάσματα ο Διογένης Λαέρτιος. Διασώθηκε ακέραιο το έργο του Αντιγόνου Ιστοριών παραδόξων συναγωγή.
Είναι πάντως αμφισβητήσιμο το αν ο γλύπτης κι ο συγγραφέας των, πλην της Ιστορίας της ζωγραφικής έργων, είναι το ίδιο πρόσωπο. Εξαιρετική μονογραφία για τον Αντίγονο έγραψε ο μεγάλος Γερμανός φιλόλογος Ούλριχ Φον Βιλαμόβιτς (Ulrich von Wilamowitz-Moellendorff).

Ο Αντιμέδων ο Κυζικηνός ήταν Έλληνας επιγραμματοποιός του οποίου σώζεται το επίγραμμα ΧΙ 46 στη ΠΑ, όπως παραδόθηκε από τον Πλανούδη κι από άλλα χειρόγραφα. Ο Codex Parisinus αποδίδει το επίγραμμα στον Αυτομέδοντα. Οι εκδόσεις Les Belles Lettres ακολουθούν τη 1η εκδοχή ενώ ο Paton κι ο Αριστ. Σκιαδάς τη 2η. Στο ίδιο το χειρόγραφο της ΠΑ (σελ. 514) αναφέρεται ως «Αντιμέδοντ Κυζηκηνού», ενώ ο Jacobs, δημοσίευσε το επίγραμμα ΧΙ 46 αναφέροντάς το ως «Αυτoμέδοντος Κυζικηνού», αναφέροντας ότι είχε πηγή το απόγραφο Gothano (ex apographo Gothano edita) της ΠΑ. Στην έκδοση της ΠλΑν από τον Hieronymo de Bosch το ίδιο επίγραμμα αναφέρεται ως «Αυτομέδοντος Κυζικηνού», ενώ τα άλλα επιγράμματα του Αυτομέδοντος, έχουν τίτλο μόνο τη λέξη «Αυτομέδοντος», χωρίς το χαρακτηρισμό.
Ο Αντίπατρος ο Θεσσαλονικεύς υπήρξε πολυγραφότατος επιγραμματοποιός των αρχών του 1ου μ.Χ. αι., φίλος και διοικητικός υπάλληλος των Ρωμαίων. Στη ΠΑ υπάρχουν 90 επιγράμματά του. Άλλα 15 αποδίδονται σε Αντίπατρο χωρίς όμως να καθορίζεται αν ανήκουν σ’ αυτόν ή στον συνώνυμό του Σιδώνιο. Ο Φίλιππος ο Θεσσαλονικεύς τονε συμπεριέλαβε στον Στέφανό του.
Ο Αντίπατρος ο Σιδώνιος ήταν επιγραμματοποιός από τη Σιδώνα. Έζησε στη Ρώμη και πέθανε στις αρχές του 1ου αι. π.Χ. σε βαθιά γεράματα. Απολάμβανε μεγάλης εκτίμησης σα ποιητής κι ο Μελέαγρος τον περιέλαβε στο Στέφανό του. Στη ΠΑ σώζονται 80 τουλάχιστον επιγράμματά του.
Ο Αντίστιος ήταν Έλλην επιγραμματοποιός που άκμασε περί το 20 μ.Χ. Δεν υπάρχουν άλλες πληροφορίες για τη ζωή του. Στην ΕΑ σώζονται 4 επιγράμματά του από τον Στέφανο του Φιλίππου (VI 237, VII 366, XI 40, XVI 243).
Ο Αντιφάνης ο Μακεδών ή Αντιφάνης ο Μεγαλοπολίτης ή Αντιφάνης Επιγραμματικός ήταν αρχαίος Έλληνας επιγραμματοποιός του 1ου αιώνα π.Χ. και 1ου αι. μ.Χ., από τον οποίο διασώζονται 10 επιγράμματα στην ΕΑ. Έζησε μετά την εποχή του Μελεάγρου, αλλά πριν την εποχή του Φίλιππου του Θεσσαλονικέα ο οποίος περιέλαβε τα επιγράμματά του στον Στέφανό του. Υπάρχει και Αντιφάνης κωμωδιογράφος που όμως δεν άφησε επιγράμματα.
Ο Αντίφιλος ο Βυζάντιος ήταν αρχαίος Έλληνας επιγραμματοποιός που έζησε την εποχή του Αυγούστου και του Τιβερίου. Θεωρείται από τους πιο κομψούς και γόνιμους ποιητές της ΠΑ, στην οποία σώζονται περί τα 50 άριστα επιγράμματά του.
Ο Αντώνιος ο Αργείος είναι ποιητής της ΕΑ. Εμφανίζεται με το επίγραμμα 102 του 9ου βιβλίου της ΠΑ με τα επιδεικτικά επιγράμματα κι εκτιμάται ότι ήτανε του 1ου αι. Το επίγραμμα αυτό αφορά τις Μυκήνες και βρίσκεται σ’ αλληλουχία 4 επιγραμμάτων για φημισμένα, αλλά ερημωμένα πια μέρη (επ.101-104). Βρίσκεται επίσης και στη ΠλΑν. στο L1.T.70 E.24 (Βιβλίο 1, Κεφάλαιο Ο, Επ. 24, σελ. 325 στον τόμο 1 της έκδοσης του Γκρότιους), στο κεφάλαιο που ‘χει τίτλο “εις πόλεις“. Το ύφος και το θέμα του επιγράμματος δείχνει ότι θα μπορούσε να ‘τανε μέρος του Στεφάνου του Φιλίππου του Θεσσαλονικέως, αλλά δεν υπάρχουνε στοιχεία που να τεκμηριώνουνε κάτι τέτοιο. Όσον αφορά στη ταυτότητά του, έχει αναφερθεί η πιθανότητα να συμπίπτει με τον Αντώνιο το Θαλλό από τον Jacobs, κάτι που σύμφωνα με τους Gow και Page (1968) δε δικαιολογείται, δεδομένου ότι αυτός ο Αντώνιος ο Θαλλός ήταν απ’ τη Μίλητο. Δεδομένου ότι ο Αντώνιος αναφέρεται ως Αργείος, θεωρείται πως ούτε κι η εκτίμηση του Stadtmueller ότι θα μπορούσε να ‘χε γραφεί «ή Αλφειού» είναι πιθανή.
Ο Αντώνιος o Θαλλός (1ος αι. π.Χ.) ήταν αρχαίος Έλληνας ποιητής από τη Μίλητο, 5 από τα επιγράμματα του οποίου περιέχονται στην ΕΑ (AP VI.91, 235; VII.188,373; IX.220) προερχόμενα από τον Στέφανο του Φιλίππου, με το 1o εξ αυτών να ‘ναι προς τιμή του Ρωμαίου αυτοκράτορα ή της οικογενείας του. Πιθανώς πρόκειται για τον ίδιο Θαλλό ο οποίος ονομάζεται σε μια επιγραφή που ανακαλύφθηκε στη Ρώμη κι αναφέρεται ως ο απελευθερωμένος σκλάβος του Ρωμαίου στρατηγού Γερμανικού. Το όνομα εμφανίζεται με διάφορες παραλλαγές στα επιγράμματα, όπως Θάλλου, Θαλοῦ Μιλησίου, Θυηλάου και Θυΐλλου.
Η Ανύτη υπάρχει στο Στέκι κι είναι ΕΔΩ!
Ο Απολλινάριος ήταν Έλληνας επιγραμματοποιός του 1ου αι. μ.Χ. Στη ΠΑ σώζονται 2 σκωπτικά επιγράμματά του (ΧΙ 399 και 421). Κατά τον Χέρμαν Μπέκμπυ περιλαμβανόταν στο Ανθολόγιο του Διογενιανού. Ο Oμπρετόν διερωτάται όμως μήπως πρόκειται για τον Απολλινάριο της Λαοδικείας (4ος αι. μ.Χ.) ή για τον πατέρα του Απολλινάριο της Αλεξανδρείας.
Ο Απολλωνίδης ο Σμυρναίος γεννήθηκε στη Σμύρνη κι έζησε τον 1ο μ.Χ. αι. Περιλαμβανότανε στο Στέφανο του Φιλίππου του Θεσσαλονικέως και θεωρείται από τους καλύτερους ποιητές της συλλογής αυτής. Σώζονται 31 επιγράμματά του στη ΠΑ. Ο Ράισκε (Johann Jakob Reiske), μελετητής της ΕΑ, θεωρούσε (χωρίς στοιχεία για να στηρίξει την υπόθεση αυτή), ότι αυτός ο Απολλωνίδης ήταν ο ίδιος με τον Απολλωνίδη τον Νικαέα.
Ο Άρατος ο Σολεύς υπάρχει στο Στέκι κι είναι ΕΔΩ!
Για τους Απολλώνιο το γραμματικό, Αρέθα το διάκονο, Αρίστονα κι Αρτέμονα, κι Αρτεμίδωρο, δεν έχουμε καθόλου στοιχεία.
Ο Αριστόδικος ο Ρόδιος ήταν αρχαίος Έλληνας ποιητής από τη Ρόδο, 2 από τα επιγράμματα του οποίου περιέχονται στην ΕΑ και πιθανώς προέρχονται από τον Στέφανο του Μελεάγρου.
Ο Αριστοτέλης υπάρχει στο Στέκι κι είναι ΕΔΩ!
Ο Αρχέλαος ήταν έλληνας επιγραμματοποιός στον οποίο με επιφύλαξη αποδίδεται 1 επίγραμμα της Πλαν. (L.4 T.8 E.35 – Libr.4, Titulus 8, Epigram 35) (ΕΑ XVI 120). Στην ΕΑ δεν αναφέρεται άλλο επίγραμμα που να του αποδίδεται. Το επίγραμμά που αποδίδει η Πλαν. σε αυτόν ή στον Ασκληπιάδη αφορά χάλκινο άγαλμα του Μ. Αλεξάνδρου που ‘χε πλάσει ο Λύσιππος που το παρουσιάζει τόσο ζωντανό που μοιάζει σα να μιλά κι είναι γραμμένο σε Δωρική διάλεκτο (Τόλμαν = Τόλμην, όλαν = όλην, μορφάν = μορφήν, Γαν = Γην). Οι 2 τελευταίοι στίχοι του επιγράμματος σώζονται και στο βιβλίο Χιλιάδες του βυζαντινού λόγιου και ποιητή Ιωάννη Τζέτζη που ‘ζησε το 12ο αι., χωρίς όμως να γίνεται αναφορά στη πατρότητά του. Κατά τον Paton έζησε τον 4ο αιώνα π.Χ. και περιλαμβανότανε στο Στέφανο του Μελεάγρου. Σύμφωνα με άλλες πηγές, ο βίος του τοποθετείται κατά τον 3ο ή 2ο αι. π.Χ.
Σύμφωνα με τον Τζόζεφ Τόμας καταγόταν απ’ την Αίγυπτο και του αποδίδεται (εκτός από τη παρουσία του στην ΕΑ), το έργο “Περιγραφή περίεργων και παράξενων Ζώων“, που ‘χει χαθεί. Καταγόταν από τη Χερσόνησο της Αιγύπτου κι ο Jacobs θεωρεί ότι ζούσε στην εποχή του Αλεξάνδρου (333-323 π.Χ.) ή του Πτολεμαίου Σωτήρα (305-282 π.Χ.), ενώ ο Lobeck θεωρεί ότι ζούσε στην εποχή του Πτολεμαίου Γ’ Ευεργέτη (246-222 π.Χ.) ενώ τέλος ο Westermann πίστευε ότι ζούσε στην εποχή του Πτολεμαίου Β’ του Φιλάδελφου (284-246 π.Χ.). Η Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια τον αναφέρει να κατάγεται από τη Κύπρο αλλά εκεί αναφέρεται ως μυθογράφος κι ιστορικός.
Ο Αρχίας υπήρξεν ελάχιστα γνωστός ποιητής. Πρέπει να ‘τανε σύγχρονος του Αρχία του Αντιοχέα (ή νεώτερο, παρακάτω), με τον οποίον ο Beckby τον ταυτίζει. Υπάρχουν 5 επιγράμματα στη ΠΑ με το όνομά του, από το Στέφανο του Μελεάγρου. Ο Αρχίας ο Αντιοχεύς, Aulus Licinius Archias ήταν Έλληνας επιγραμματοποιός. Γεννήθηκε περί το 120 π.Χ. Ήρθε στη Ρώμη και ζούσε τη προστασία των Λουκούλλων. Έγινε Ρωμαίος πολίτης το 89 π.Χ. αλλά ο Γράτιος αμφισβήτησε την πολιτογράφησή του και τότε ο Κικέρων τον υπερασπίστηκε με τον λόγο του Pro Archia poeta. Ύμνησε τους πολέμους του Γάιου Μάρτιου κατά των Κίμβρων και του Λούκουλλου κατά του Μιθριδάτη. Στη ΠΑ σώθηκαν 7 επιγράμματά του. Κατά τον Hermann Beckby όμως όλοι οι Αρχίες της Ανθολογίας ταυτίζονται μαζί του. Ο Αρχίας ο Βυζάντιος ήταν επιγραμματοποιός, που περιλαμβανόταν, κατά τον Menk, στο Στέφανο του Φιλίππου. Κατά τον Hermann Beckby ταυτίζεται με τον Αρχία τον Αντιοχέα. Στη ΠΑ σώζεται το VII 278 επίγραμμά του. Ο Αρχίας ο Μακεδών ήταν Έλληνας επιγραμματοποιός. Κατά τον Hermann Beckby ταυτίζεται με τον Αρχία τον Αντιοχέα. Στη ΠΑ σώζεται το VII 140 επίγραμμά του. Ο Αρχίας ο νεότερος είναι ελάχιστα γνωστός επιγραμματοποιός, που περιλαμβανόταν στο Στέφανο του Φιλίππου. Κατά τον Hermann Beckby και τον Η. Law ταυτίζεται με τον Αρχία τον Αντιοχέα. Στη ΠΑ σώζεται το VII 278 επίγραμμά του.
Ο Αρχίλοχος υπάρχει στο Στέκι κι είναι ΕΔΩ!
Ο Αρχίμηλος ήταν αρχαίος Έλληνας ποιητής που ζούσε περί το 220 π.Χ. στην Αθήνα. Σύμφωνα με τον Αθήναιο (5- 209 π.Χ.) έγραψε ένα εγκωμιαστικό ποίημα για το πλοίο του Ιέρωνα και τιμήθηκε με χρηματική αμοιβή. Θεωρείται από ορισμένους ως ο ποιητής του επιγράμματος VII 50 της ΠΑ, που αποδίδεται από τον Paton σε άγνωστο επιγραμματοποιό ονόματι Αρχιμήδης κι από τον Waltz (με κάποιαν επιφύλαξη) στον ομώνυμο μεγάλο μαθηματικό.
Ο Αρχιμήδης ο επιγραμματοποιός είναι αμφισβητούμενης ταυτότητας ποιητής ενός επιγράμματος (VII 50) της ΠΑ. Στο κείμενο του Jacobs διαβάζουμε ΑΡΧΙΜΗΛΟΥΣ. Στα σχόλιά του αναφέρει το σχόλιο του λημματιστή «αρχιμήδους σκοπτικόν» αλλά συμφωνεί με τον Brunck ότι το επίγραμμα πρέπει να αποδοθεί στον Αρχίμηλο. Ο Waltz δεν βλέπει για ποιον λόγο δεν πρέπει ν’ αποδοθεί το επίγραμμα στον μεγάλο μαθηματικό. Ο Paton δέχεται την ύπαρξη ενός αγνώστου εποχής Αρχιμήδη κι η εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος-Λαρούς-Μπριτάννικα το αποδίδει στον Αρχίμηλο. (Προσωπική άποψη: έν εκ των δυο ονομάτων σίγουρα δεν κάνει στη γενική -ους, Είτε το ένα είτε το άλλο θα κάνει -ου, άρα όποιο κλίνεται σωστά σε -ους είναι κι ο επιγραμματοποιός –Αρχίμηλος Αρχιμήλου, Αρχιμήδης Αρχιμήδους ή το ανάποδο. Το λέω γιατί το όλο θέμα παίζει με τυχόν τυπογραφικό λάθος στο Λ-Δ, Π.Χ.).
Ο Ασίνιος Κουαδράτος (3ος αι. μ.Χ.) ήτανε Ρωμαίος ιστορικός που έγραψε τα έργα του στην ελληνική γλώσσα, σε ιωνική διάλεκτο. Είναι γνωστός για 2 έργα, το Ρωμαϊκή χιλιαρχία (σε 15 βιβλία), ιστορία της Ρώμης και τα Παρθικά (σε τουλάχιστον 9 βιβλία), πιθανότατα ιστορία των πολέμων της Ρώμης στη Παρθία. Σύμφωνα με τον Σούιδα η Ρωμαϊκή χιλιαρχία κάλυπτε τη περίοδο από την ίδρυση της Ρώμης μέχρι την εποχή του Αλεξάνδρου Σεβήρου που πέθανε το 235. Από τα έργα του μένουν λίγα αποσπάσματα τα περισσότερα από τα οποία έχουν διασωθεί στο έργο Εθνικά του Στεφάνου του Βυζαντίου. Φαίνεται ότι το έργο του ήταν ευρύτερα γνωστό, δεδομένου ότι γίνεται αναφορά σε αυτό κι από άλλους συγγραφείς, από την Historia Augusta (έργο του 4ου αι. περίπου), από τον Ζώσιμο, τον Αγαθία και τον Ευάγριο τον Σχολαστικό. Από το κείμενο μάλιστα του Αγαθία, μελετητές υποστηρίζουν ότι πιθανώς είχε γράψει κι έργο με τίτλο Γερμανικά. Επιπλέον, σε αυτόν αποδίδεται και το επίγραμμα 312 στο 7ο βιβλίο (τα επιτύμβια) της ΠΑ.
Στον Ασίνιο Κουαδράτο με το πλήρες όνομά του αναφέρονται ο Στέφανος ο Βυζάντιος, στα λήμματα Γηλύς και Μεσσήνη, ο Αγαθίας, ο Ευάγριος ο Σχολαστικός . Στον Σούιδα, καταγράφεται ως Κορδάτος. Ο τίτλος, Χιλιαρχία, παραπέμπει σε ιστορία που περιλαμβάνει χίλια χρόνια, είτε για τον εορτασμό που έκανε για την χιλιετία to 248 ο Φίλιππος ο Άραβας (Ρωμαίος αυτοκράτορας από το 244 έως το 249). Τα μικρά αποσπάσματα που έχουν σωθεί στα λήμματα για τα Σόλυμα, Συρβανή και Τιγρανόκερτα, δεν επιτρέπουν τη μονοσήμαντη ταυτοποίηση της χρονικής περιόδου και το θέμα που πραγματεύονταν. Υποθέσεις μελετητών είναι ότι αφορούσε κάποιον πόλεμο της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας εναντίον των Σασσανιδών. Αναφορές υπάρχουν μέχρι το 9ο βιβλίο των Παρθικών. Θεωρείται ότι θα μπορούσαν να έχουν γραφεί είτε για να εορταστεί η εκστρατεία του Αλεξάνδρου Σεβήρου το 232-233, στην οποία αντιμετώπισε τον πρώτο Σασσανίδα ηγέτη Αρντασίρ (Ardashir), είτε για πόλεμο που έγινε 10 χρόνια αργότερα και στον οποίο πήραν μέρος ο Γορδιανός Γ΄, ο πραιτωριανός έπαρχος Τιμησίθεος κι ο Φίλιππος ο Άραβας, ο οποίος αργότερα έγινε αυτοκράτορας.
Ο Αγαθίας ο Σχολαστικός στο έργο του Περί της Ιουστινιανού βασιλείας αναφέρει πληροφορίες από τα Γερμανικά του Ασινίου Κουαδράτου. Με βάση αυτό το κείμενο μελετητές θεωρούν πιθανό ότι υπήρχε κι έργο του με όνομα «Γερμανικά», ενώ άλλοι θεωρούν ότι στην υπόθεση αυτή δεν υπάρχει ικανή στήριξη. Δεν υπάρχουν επιβεβαιωμένες πληροφορίες για άλλες δραστηριότητές του ή την οικογένειά του, παρά μόνο εκτιμήσεις.
Στην Ολυμπία, έχει βρεθεί επιγραφή με την οποία τιμάται κάποιος C. Ασίνιος Κουαδράτος (το C αποδίδεται συνήθως ως Caius, Γάιος), ανθύπατος (πιθανότατα της Αχαΐας) κι «Ύπατος αποδεδειγμένος» (consul designatus), γιατί τίμησε την Ολυμπία με τους λόγους και τις πράξεις του. Θεωρείται ότι πιθανότατα αυτός είναι το ίδιο πρόσωπο με τον ιστορικό. Θεωρείται από μελετητές ότι ήταν μέλος της οικογένειας των Ασινίων της Αρχαίας Ρώμης και συγκεκριμένα παιδί του Γάιου Ιουλίου Ασινίου Κουαδράτου (Gaius Julius Asinius Quadratus), αδελφού του Γάιου Ασινίου Ρούφου (Gaius Asinius Rufus, γεννημένου περίπου το 160) και του Γάιου Ασινίου Κουαδράτου Πρότιμου (Gaius Asinius Quadratus Protimus γεννημένου περίπου το 165), Ανθυπάτου της Αχαΐας περίπου το 211 ή το 220.
Για τον Ασκληπιάδη τον Αδραμυττηνό δεν έχουμε καθόλου στοιχεία.
Ο Ασκληπιάδης ο Σάμιος ήταν αρχαίος Έλληνας επιγραμματοποιός που ‘ζησε τον 3ο αι. π.Χ. στην Αλεξάνδρεια. Σώζονται περί τα 50 επιγράμματά του στη ΠΑ. Τα περισσότερα από αυτά είναι γοητευτικές εκμυστηρεύσεις, στις οποίες ο ποιητής αποκαλύπτει τις ερωτικές του θλίψεις, κλπ.. Υπήρξε φίλος κι ίσως και δάσκαλος του Θεοκρίτου. Θεωρείται από τους σπουδαιότερους Αλεξανδρινούς ποιητές.
Ο Αυτομέδων ήταν επιγραμματοποιός του οποίου 12 επιγράμματα σώζονται στη ΠΑ, ενώ στη ΠλΑν, από αυτά, 5 σώζονται με τ’ όνομά του, 2 εμφανίζονται ως ανώνυμα κι 1 αποδίδεται σε άλλον. Ο Αυτομέδων αναφέρεται από το Φίλιππο το Θεσσαλονικέα στο προοίμιο του Στεφάνου του που σώζεται στο 4ο βιβλίο της ΠΑ.
Β
Βακχυλίδης, Βάσσος Λόλλιος, Βησαντίνος, Βηστίνος, Βιάνωρ, Bόηθος ο ελεγειογράφος
Ο Βακχυλίδης υπάρχει ολόκληρος ΕΔΩ!
Ο Βάσσος Λόλλιος ήταν Έλληνας ποιητής του 1ου μ.Χ. αι. απ’ τη Σμύρνη, που εμφανίζεται στη ΠΑ κι ως Βάσσος, Βάσσος ο Σμυρναίος, Λόλλιος Βάσσος. Έζησε στη Ρώμη και συνδέθηκε με το Γερμανικό του οποίου υπήρξε πιστός οπαδός. Στη ΠΑ σώζονται περί τα 12 επιγράμματα υπό τα παραπάνω ονόματα. Περιλαμβανότανε στο Στέφανο του Φιλίππου.
Υπό το όνομα Βησαντίνος εμφανίζεται στη ΠΑ το επίγραμμα ΙΧ 118. Πρόκειται για τους στίχους 527-528 του Θέογνι, προερχόμενους, κατά τον Berg, από τον Μίμνερμο. Το όνομα είναι κατά πάσαν πιθανότητα εθνικό (Βυζαντινός) κι ο Waltz τοποθετεί τον ποιητή στα χρόνια του Αδριανού (αρχές 1ου αιώνα). Ο Paton τον αγνοεί στον κατάλογο του βιβλίου ΙΧ αλλά αποδίδει σ’ αυτόν το από τον Waltz αποδιδόμενο στον Βηστίνο επίγραμμα ΧV 25.
Με το όνομα Βηστίνος φέρεται στην έκδοση των Belles Lettres το επίγραμμα ΧV 25 της ΠΑ. Κατά την ίδια πηγή πρόκειται για τον L. Julius Vestinus, λεξικογράφο των χρόνων του Αδριανού. Ο Paton αποδίδει το επίγραμμα στο Βησαντίνο. Για τα 2 αυτά ονόματα υπάρχει μεγάλη αβεβαιότητα στις πηγές.
Ο Βιάνωρ ήτανε γραμματικός κι επιγραμματοποιός από τη Βιθυνία. Έζησε στις αρχές του 1ου μ.Χ. αιώνα και περιλαμβανόταν στο Στέφανο του Φιλίππου. Σώζονται περί τα 21 επιγράμματά του, από τα πολύ καλά της ΠΑ.
O Βόηθος ο ελεγειογράφος (1ος αι.π.Χ.) ή Βόηθος ο Ταρσεύς, ήταν αρχαίος Έλληνας επιγραμματοποιός απ’ τη Ταρσό στη Μ.Ασία. Έν απ’ τα επιγράμματα του αφορά στον που ‘τανε διάσημος μίμος της εποχής. Το επίγραμμά του αυτό ήταν μέρος του Στεφάνου του Φιλίππου που σώζεται στη ΠΑ. Ο Στράβωνας περιγράφει το Βόηθο ως ένα κακό πολίτη και κακό ποιητή, που κέρδισε την εύνοια του Μάρκου Αντωνίου με μερικούς στίχους που ‘γραψε αυτοσχεδιάζοντας για τη μάχη των Φιλίππων κι ως ανταμοιβή του έδωσε τη διεύθυνση του γυμνάσιου και της τέλεσης των δημοσίων αγωνισμάτων στην Ταρσό (ο Στράβων αναφέρει ότι στην Ταρσό τότε ήταν δημοφιλείς καλλιτέχνες που έφτιαχναν ποιήματα αυτοσχεδιάζοντας, όπως ο Βόηθος αλλά κι ο τραγικός ποιητής Διογένης ο Ταρσεύς). Στο πόστο αυτό βρέθηκε ένοχος για υπεξαίρεση χρημάτων, μα κατάφερε να γλιτώσει κολακεύοντας τον Αντώνιο. Μετά από κάποιο καιρό όμως απελάθηκε από τον Αθηνόδωρο με τη σύμφωνη γνώμη και του αυτοκράτορα πλέον.
Γ
Γαιτουλικός, Γάλλος, Γαυραδάς, Γεμίνος, Γερμανικός, Γλαύκος ο Αθηναίος, Γλαύκος ο Νικοπολίτης, Γλύκων, Γρηγόριος ο Ναζιανζηνός
Για τους Γαιτουλικό, Γάλλο, Γαυραδά, Γεμίνο, Γερμανικό, Γλαύκο τον Αθηναίο, δεν έχουμε καθόλου στοιχεία.
Ο Γλαύκος ο Νικοπολίτης ήταν επιγραμματοποιός περιλαμβανόμενος στο Στέφανο του Μελεάγρου. Ένα επίγραμμά του (VII 285) διασώθηκε στη ΠΑ (του 10ου αι.), ενώ άλλα 3 υπό το όνομα Γλαύκος (IX 341, XII 44, XVI 111 – το τελευταίο στο Πλαν. παράρτημα) αποδίδονται σ’ αυτόν. Το επίγραμμά του ανθολογείται ακόμη και στα τελευταία χρόνια (1991).
Ο Γλύκων ήτανε ποιητής της ΠΑ και δε ξέρουμε τίποτα παραπάνω. Σώζεται το Χ 124 επίγραμμά του ενώ πιθανολογείται πως ανήκουνε σ’ αυτόν και τα 3 επόμενα ανώνυμα.
Ο Άγιος Γρηγόριος ο Ναζιανζηνός υπάρχει ολόκληρος ΕΔΩ!
Δ
Δαμάγητος (επιγραμματοποιός), Δαμόστρατος (επιγραμματοποιός), Δημήτριος ο Βιθυνός, Δημιουργός, Δημόδοκος, Δημόκριτος (επιγραμματοποιός), Διογένης επίσκοπος Αμισού, Διογένης ο Λαέρτιος, Διόδωρος, Διόδωρος ο γραμματικός, Διόδωρος Ζωνάς, Διόδωρος ο Σάρδειος, Διόδωρος ο Ταρσεύς, Διοκλής ο Καρύστιος (ποιητής), Διονύσιος ο Άνδριος, Διονύσιος ο Κυζικηνός, Διονύσιος ο Ρόδιος, Διονύσιος ο σοφιστής, Διοσκορίδης (επιγραμματοποιός), Διότιμος ο Αθηναίος, Διότιμος ο Μιλήσιος, Διοφάνης ο Μυριναίος, Δίφιλος ο Σινωπεύς, Δούρις ο Ελεάτης, Δωσιάδας.
Με το όνομα Δαμάγητος επιγράφονται 13 (Smith, 1870) ή 11 επιγράμματα της ΕΑ. 10 εξ αυτών βρίσκονται στη ΠΑ (VI 277, VII 9, 231, 355, 432, 438, 497, 540, 541, 735) κι 1 στη ΠλΑν. (1.95). Από το περιεχόμενό τους εκτιμάται ότι γραφτήκανε προς το τέλους του 3ου αι.π.Χ. Τα επιγράμματα αυτά ήταν μέρος του Στεφάνου του Μελεάγρου. Δεν είναι γνωστό αν πρόκειται για το ίδιο πρόσωπο που αναφέρει ο Στέφανος ο Βυζάντιος. Τ’ όνομά δίνεται κι από τον Σχολιαστή στον Απολλώνιο τον Ρόδιο (Smith) με τη μορφή Δημάγητος.
Ο Δαμόστρατος, γιός του Αντίλα, θεωρείται συγγραφέας 1 επιγράμματος στην ΕΑ (στο Στέφανο του Μελεάγρου) με τον τίτλο Δαμοστράτου ἀνάθημα ταῖς νύμφαις όπου περιγράφονται αναθηματικές προσφορές ξύλινων αγαλματιδίων και δέρματα ζώων προς τις Ναϊάδες, αλλά το κατά πόσον ήταν ο ίδιος ο συγγραφέας ή το άτομο που αφιερώνεται το ανάθημα στις νύμφες είν’ ασαφές. Ο λόγιος του 18ου αι. Γιόχαν Γιάκομπ Ράισκε θεώρησε πως μπορεί να πρόκειται για το Δημόστρατο, Ρωμαίο γερουσιαστή που ‘ζησε τον 1ο αι. μ.Χ. ο οποίος έγραψε 1 ποιήμα σχετικά με την αλιεία με τίτλο ἁλιευτικά και το οποίο αναφέρεται συχνά από τους αρχαίους συγγραφείς, ωστόσο έζησε τον 1ο αι. μ.Χ. σε αντίθεση με τον επιγραμματοποιό Μελέαγρο που έζησε τον 1ο αιώνα π.Χ. και συμπεριέλαβε τον Δαμόστρατο στο Στέφανο.
Για τους Δημήτριο το Βιθυνό και Δημιουργό, δεν έχουμε καθόλου στοιχεία.
Ο Δημόδοκος, αποκαλούμενος και Δημόδοκος ο Λέριος ήτανε γνωμικός φιλόσοφος κι επιγραμματοποιός του 5ου αι. π.Χ. Ήταν από τη Λέρο κι έζησε τον 5ο π.Χ. αι., λίγο μετά το Φερεκύδη. Ο Αριστοτέλης τον μνημονεύει στα Ηθικά Νικομάχεια. Οι εκδότες του Αριστοτέλη, ο Γερμανός Ζέλλος (το 1820) στις σημειώσεις του παραθέτει σχόλιο του περιπατητικού Ασπασίου, που θέλει τον Δημόδοτο Μιλήσιο να είναι «Λάριος» στο γένος, δηλαδή προφανώς από λάθος αντιγραφικό, «Λέριος» (από τη Λέρο). Στις νεώτερες εκδόσεις του Διογένη του Λαέρτιου αναφέρεται επίσης ως Λέριος. Είναι γνωστός από διάφορα ηθολογικά σκωπτικά επιγράμματα. Στη ΠΑ σώζονται 4 επιγράμματά του (ΧΙ 235, 236, 237 κι ενδεχομένως το 238) που διακρίνονται για την επιθετική τους διάθεση εναντίον των κατοίκων ορισμένων περιοχών. Αμυνόμενος μετέτρεψε ένα σκωπτικό σχόλιο εις βάρος των Χιωτών.
Ο Δημόκριτος ο επιγραμματοποιός ήταν Έλληνας που αναφέρεται από το Διογένη Λαέρτιο και χαρακτηρίζεται σαφής κι ανθηρός. Στη ΠλΑν. σώζεται 1 επίγραμμά του (ΕΑ XVI 180).
Για το Διογένη επίσκοπο Αμισού δεν έχουμε καθόλου στοιχεία.
Ο Διογένης ο Λαέρτιος υπάρχει ολόκληρος ΕΔΩ!
Για τους Διονύσιο τον Άνδριο, Διονύσιο τον Κυζικηνό, Διονύσιο τον Ρόδιο, δεν υπάρχουνε καθόλου στοιχεία.
Ο Διονύσιος ο σοφιστής είναι ελάχιστα γνωστός αρχαίος Έλληνας ποιητής. Περιλαμβανόταν στο Ανθολόγιον Επιγραμμάτων του Διογενειανού. Σώζεται 1 επίγραμμά του στη ΠΑ (V 81).
Ο Διόδωρος Ζωνάς (ή Διόδωρος ο Σάρδιος ή Ζωνάς ο Σαρδιανός -μνημονεύεται στο γράμμα Ζ– όπως εμφανίζεται στη ΠΑ) υπήρξε επιφανής ρήτορας από τις Σάρδεις την εποχή των Μιθριδατικών πολέμων (84-64 π.Χ.). Κατηγορήθηκε ότι παρακίνησε τις πόλεις της Ασίας ν’ αποστατήσουν από την εξουσία του Μιθριδάτη ΣΤ’ αλλά κατόρθωσε ν’ ανασκευάσει τη κατηγορία. Στη ΠΑ σώζονται επιγράμματά του κι υπό τα ονόματα Διόδωρος ο Σάρδειος και Ζωνάς ο Σαρδειανός. Υπάρχει στη ΠΑ κι άλλος Διόδωρος Ζωνάς, συγγενής του, τον οποίον ο Στράβων αναφέρει ως νεώτερον. Και για να ολοκληρωθεί η σύγχυση εμφανίζονται στη ΠΑ κι ένας Διόδωρος ο Γραμματικός, ο Διόδωρος ο Ταρσεύς καθώς και Ζωνάς και Διόδωρος χωρίς ειδικότερο προσδιορισμό.
Ο Διοκλής ο Καρύστιος (1ος αι.μ.Χ.) ή Ιούλιος Διοκλής -μνημονεύεται και στο γράμμα Ι– ή Διοκλής Ρήτωρ, ήταν αρχαίος Έλληνας ποιητής από τον οποίο σώζονται 4 επιγράμματα στην ΕΑ. Το όνομα του δείχνει πως είχε ελληνική καταγωγή κι είχε αποκτήσει τη Ρωμαϊκή υπηκοότητα. Θεωρείται πιθανό να πρόκειται για το Διόδη τον Καρύστιο, που αναφέρεται συχνά από τον Σενέκα, ενώ κατά το παρελθόν θεωρούνταν πως πιθανόν να ‘ταν ο -κατά πολύ αρχαιότερος- ιατρός με το ίδιο όνομα. Το όνομα του ποιητή αναφέρεται με διάφορους τρόπους στα επιγράμματα του. Επιγράμματα του Διοκλή του Καρυστίου περιλαμβάνονταν στο Στέφανο του Φιλίππου του Θεσσαλονικέως.
Ο Διοσκορίδης ή Διοσκουρίδης (3ος αι. π.Χ.) ήταν ο τελευταίος από τους μεγάλους επιγραμματοποιούς των Αλεξανδρινών Χρόνων. Ως πιθανός τόπος καταγωγής του αναφέρεται η Ισσός. Ήταν μιμητής του Ασκληπιάδη και τα ποιήματά του είχανε τα πιο διαφορετικά θέματα. Ηρωϊκά, ερωτικά (από τα τολμηρότερα της ΠΑ) αφιερωμένα σε ποιητές, παιδεραστικά, κι άλλα που μιλούσανε γι’ απλούς ανθρώπους. 40 απ’ αυτά βρίσκονται συγκεντρωμένα στη ΠΑ παρμένα από το Στέφανο του Μελεάγρου.
Για τους Διότιμο τον Αθηναίο, Διότιμο τον Μιλήσιο, Διοφάνη τον Μυριναίο, δεν έχουμε καθόλου στοιχεία.
Ο Δίφιλος ο Σινωπεύς υπάρχει κι είναι ΕΔΩ!
Για τους Δούρι τον Ελεάτη, Δωσιάδα, δεν έχουμε καθόλου στοιχεία.
Ε
Εκαταίος ο Θάσιος, Ελλάδιος ο Αλεξανδρεύς, Εμπεδοκλής ο Ακραγαντινός, Επίγονος ο Θεσσαλονικεύς, Ερμόδωρος ο επιγραμματοποιός, Ερμοκρέων, Ερύκιος ο Θεσσαλός, Ερύκιος ο Κυζικηνός, Ετρούσκος (ποιητής), Ευγένης, Εύηνος ο Αθηναίος, Εύηνος ο Ασκαλωνίτης, Εύηνος ο γραμματικός, Εύηνος ο Σικελιώτης, Ευνομιανός, Εύοδος, Ευπίθιος, Ευρυπίδης, Ευφορίων ο Χαλκιδεύς
Για τον Εκαταίο Θάσιο δεν έχουμε καθόλου στοιχεία.
Ο Ελλάδιος ο Αλεξανδρεύς ήτανε γραμματικός του 4ου αι.μ.Χ. αρχικά ιερέας σε κάποιο ναό του Διός στην Αλεξάνδρεια, που τον εγκατέλειψε όταν, το 389, ο πατριάρχης Θεόφιλος Β´ ξεσήκωσε τους Αλεξανδρινούς εναντίον των ειδωλολατρών. Πήγε στη Πόλη κι απέκτησε την εύνοια του αυτοκράτορα Θεοδόσιου Β’ του οποίου έγραψε κι εγκώμιο.
Ο Εμπεδοκλής ο Ακραγαντινός υπάρχει ολόκληρος ΕΔΩ!
Με το όνομα Ερμοκρέων σώζεται 1 επίγραμμα στη ΠΑ (ΙΧ 327). Ο Waltz, ακολουθώντας τον Σαλμάσιο (Claude de Saumaise) πιστεύει ότι πρόκειται περί λάθους κι ότι τ’ όνομα αυτού που αναφέρεται στο ποίημα εξελήφθη ως όνομα του ποιητή.
Με το όνομα Ερύκιος ο Θεσσαλός σώζεται το επίγραμμα VII 397 στη ΠΑ. Ο Waltz πιστεύει ότι πρόκειται περί λάθους ενός αντιγραφέα κι αποδίδει το επίγραμμμα στον Ερύκιο τον Κυζικηνό. Ο Paton πιστεύει ότι ενδέχεται να υπήρξαν 2 ποιητές με το ίδιο όνομα. Ο Ερύκιος ο Κυζικηνός ήταν Έλληνας επιγραμματοποιός των αρχών του 1ου μ.Χ. αι. Στη ΠΑ σώζονται 14 επιγράμματά του από το Στέφανο του Φιλίππου.
Ο Επίγονος ο Θεσσαλονικεύς ή γραμματικός ή σχολαστικός, ήταν αρχαίος Έλληνας επιγραμματοποιός. Του αποδίδονται 2 έργα στην ΕΑ, εκ των οποίων το ένα (AP IX 260) οι μεν ΠλΑν. αποδίδει σ’ αυτόν, ενώ η ΠΑ το αποδίδει στον ποιητή Σεκούνδο (D/R) του 2ου αι. μ.Χ (θεωρείται πιο πιθανό).
Ο Ερμόδωρος ήταν αρχαίος Έλληνας επιγραμματοποιός. Στη ΠλΑν. σώζεται 1 επίγραμμά του από τον Στέφανο του Μελεάγρου (ΕΑ XVI 170).
Ο Εύηνος ο Ασκαλωνίτης ήταν Έλληνας ποιητής που έζησε μεταξύ του 50 π.Χ.-50 μ.Χ. Σώζεται 1 επίγραμμά του στη ΠΑ (IX 75) από τον Στέφανο του Φιλίππου του Θεσσαλονικέως. Είναι ενδεχόμενο κάποια από τα 6 επιγράμματα που αποδίδονται στην ΕΑ σ’ αυτόν χωρίς προσδιορισμό να ‘ναι δικά του.
Για τους Ετρούσκο (ποιητή), Ευγένη, Εύηνο Αθηναίο, Εύηνο γραμματικό, Εύηνο Σικελιώτη, Εύοδο, Ευπίθιο, δεν έχουμε καθόλου στοιχεία.
Υπό τ’ όνομα Ευνομιανός υπάρχει στην έκδοση Jacobs (που βασίζεται στον Brunck) το επίγραμμα ΙΧ 193 της ΠΑ. Οι Paton & Waltz παραλείπουνε τ’ όνομα αυτό από τις εκδόσεις τους.
Ο Ευρυπίδης υπάρχει στο Στέκι ΕΔΩ!
Ο Ευφορίων (3ος αι. π.Χ., γεν. περίπου 275 π.Χ.) γιος του Πολύμνητου, ήταν αρχαίος Έλληνας ποιητής κι επιγραμματοποιός με καταγωγή από τη Χαλκίδα. Πέρασε σημαντικό μέρος της ζωής του στην Αθήνα, όπου και κατόρθωσε να συγκεντρώσει μεγάλο πλούτο. Αρχικά σπούδασε φιλοσοφία με τον φιλόσοφο Λακύδη τον Κυρηναίο και τον Πρύτανη και κατόπιν έγινε μαθητής κι ο νεαρός ερωμένος του ποιητή Αρχίβουλου.
Κατά το 221 π.Χ. προσκλήθηκε από τον Αντίοχο τον Μέγα της δυναστείας των Σελευκιδών, στη βασιλική αυλή του στη Συρία. Εκεί βοήθησε στη δημιουργία της βιβλιοθήκης της Αντιοχείας, της οποίας και έγινε βιβλιοθηκονόμος έως το τέλος της ζωής του, όταν και πέθανε στην Απάμεια ή την Αντιόχεια. Η ύπαρξη επιγράμματος που τοποθετεί τον τάφο του στον Πειραιά, πιθανώς αναφέρεται σε κενοτάφιο. Έγραψε μυθολογικά έπη (όπως το Θρᾷξ), ερωτικές ελεγείες, επιγράμματα, καθώς κι ένα σατιρικό ποιήμα (Άραι, «κατάραι») κατά τα πρότυπα του έργου Ήβης του Καλλίμαχου του Κυρηναίου. Αρκετά πεζά έργα με θεματολογία εμπνευσμένη από τα στοιχεία της αρχαιότητας και της ιστορίας, αποδίδωνται επίσης σε αυτόν. Όπως κι ο σύγχρονος του ποιητής Λυκόφων, του άρεσε να χρησιμοποιεί αρχαΐζουσες και σπάνιες εκφράσεις κι ο πολυμαθής χαρακτήρας των εκφράσεων του έκανε τη γλώσσα που χρησιμοποιούσε ιδιαίτερα δυσνόητη.

Οι μετέπειτα Ρωμαίοι, έτρεφαν μεγάλη εκτίμηση για τις ελεγείες του και τις μεταφράσαν καθώς και μιμηθήκαν στα δικά τους έργα, με τα πιο γνωστά παραδείγματα να είναι αυτά των ποιητών Προπέρτιου, Τίβουλλου, Κορνέλιου Γάλλου και του αυτοκράτορα Τιβέριου, κατά τον 1ο αι. π.Χ.. Ο κλασικός φιλόλογος του 19ου αι., Αύγουστος Μάινεκε, συγκέντρωσε τα διασωζόμενα κομμάτια του έργου του και τα εξέδωσε στη βιογραφία De Euphorionis Chalcidensis vita et scriptis (Η ζωή του Ευφορίωνος του Χαλκιδαίου και τα γραπτά του) του 1823, καθώς και στην ανθολογία με τον τίτλο Ανάλεκτα Αλεξανδρινά του 1843, βιβλία που αποτέλεσαν και τη βάση για τις νεότερες σύγχρονες εκδόσεις του έργου του Ευφορίωνα. Κατά τα νεώτερα χρόνια, περαιτέρω κείμενα ανακαλύφθηκαν και στους παπύρους της Οξυρρύγχου*.
Ζ
Ζηλωτός, Ζηνόβιος, Ζηνόδοτος, Ζωνάς ο Σαρδειανός, Ζωνάς, Ζώσιμος ο Θάσιος
Ο Ζηλωτός (1ος αι. μ.Χ.) ήταν αρχαίος Έλληνας επιγραμματοποιός του οποίου διασώζεται 1 επίγραμμα στην ΕΑ με τον τίτλο Ζηλωτού, οι δε Βασσού και το οποίο είχε αρχικά συμπεριληφθεί στο Στέφανο του Μελέαγρου. Είναι αβέβαιο το κατά πόσο ο ίδιος ονομάζεται και Βασσός ή πρόκειται για διαφορετικά άτομα.
Ο Ζηνόβιος ήτανε γραμματικός άγνωστης εποχής. Έγραψε ένα υπόμνημα στο Ὀνοματικόν του Απολλώνιου του Δύσκολου, από το οποίο διασώθηκαν κάποια αποσπάσματα. Στο 9ο βιβλίο της ΕΑ περιλαμβάνεται κι 1 επίγραμμα κάποιου γραμματικού Ζηνόβιου. Ορισμένοι μελετητές ταυτίζουν τον Ζηνόβιο αυτόν (τον επιγραμματοποιό) με τον σοφιστή και παροιμιογράφο Ζηνόβιο, άλλοι όμως (όπως ο Ουίλλιαμ Σμιθ) απορρίπτουνε τη ταύτισην αυτή κι αφήνουν το θέμα ανοικτό.
Ο Ζηνόδοτος καταγόταν από την Έφεσο κι έζησε τον 4ο αιώνα π.Χ. (325 – 260 π.Χ.). Ήταν ποιητής με πνεύμα βαθιά ερευνητικό και είχε για δάσκαλο τον Φιλητά από την Κω. Υπήρξε ο πρώτος βιβλιοθηκονόμος και διευθυντής της βιβλιοθήκης της Αλεξάνδρειας και αναφέρεται ως «τών εν Αλεξάνδρεια βιβλιοθηκών προύστης», όπως αναφέρονται όλοι οι υπεύθυνοι της Αλεξανδρινής Βιβλιοθήκης. Ασχολήθηκε ιδιαίτερα με τη μελέτη του Ομήρου καθώς και φιλοτέχνησε κριτική έκδοσή του. Το λεξικό Σούδα ή Σουίδα, ένα από τα σημαντικότερα ελληνικά λεξικά το οποίο γράφτηκε τον δέκατο αιώνα, αναφέρει ότι ανέλαβε ως παιδαγωγός της βασιλικής οικογένειας καθώς έκανε το δάσκαλο στα παιδιά του Πτολεμαίου. Στη συνέχεια χρίστηκε προϊστάμενος της Βιβλιοθήκης από τον Πτολεμαίο Α’, θέση την οποία διατήρησε και κατά το διάστημα που ανέβηκε στον θρόνο ο μαθητής του Πτολεμαίος ο Φιλάδελφος.
Σύμφωνα με τη Σούδα, είναι ο πρώτος φιλόλογος στον κύκλο του Μουσείου που ανέλαβε να φέρει σε πέρας μια ολοκληρωμένη κριτική έκδοση του Ομήρου. Αλλά, στα λεγόμενα του Ιωάννη Τζέτζη, τον 12ο αιώνα, αναδύεται το πρόβλημα της πρώτης έκδοσης των ομηρικών επών, που είχε ως πρωταγωνιστή τον Πεισίστρατο, ενώ είχαν περάσει ήδη τριακόσια χρόνια από την εποχή του ως τον Ζηνόδοτο. Συνεπώς, δεν μπορεί να προσδιοριστεί ακριβώς η έκταση και η φύση των εργασιών του Ζηνοδότου στον Όμηρο. Όμως, δεν αποκλείεται να υπήρξε ο πρώτος διορθωτής των ομηρικών επών, αν κρίνουμε και από τις φιλολογικές παρεμβάσεις του Αρίσταρχου, αργότερα, ο οποίος απέρριπτε ομηρικές λέξεις από την έκδοση του Ζηνοδότου.
Τον 6ο αιώνα π.Χ., ο Ζηνόδοτος είχε στη διάθεσή του το «αττικό» χειρόγραφο, πιθανά το επίσημο κείμενο του Ομήρου που ακολουθούσαν πιστά οι ραψωδοί κατά τη διάρκεια των απαγγελιών τους στις εορτές των Παναθηναίων και το οποίο χρησιμοποίησε πρωτίστως στην έκδοσή του, γεγονός που απέκρυψαν οι Αλεξανδρινοί φιλόλογοι για λόγους υστεροφημίας. Την ίδια στιγμή που οι συνάδελφοί του μετέφραζαν τις τραγωδίες και τις κωμωδίες, ο Ζηνόδοτος ασχολήθηκε με τον Όμηρο. Εξέδωσε τη Διόρθωση καθώς και το Γλωσσάριο της Ιλιάδας και της Οδύσσειας ενώ απέρριψε τους Ομηρικούς Ύμνους ως μεταγενέστερους.
Ο Ζηνόδοτος μελέτησε με ένα νέο τρόπο, τους έλληνες κλασικούς συγγραφείς και ασχολήθηκε με την κριτική διόρθωση και την επιμέλεια ελλήνων επικών και λυρικών ποιητών καθώς και με την ταξινόμησης αυτών, αφού επινόησε το αλφαβητικό σύστημα ταξινόμησης. Επιπρόσθετα, συνέγραψε την πρώτη κριτική έκδοση του Πινδάρου και υπομνημάτισε την Θεογονία του Ησιόδου. Μετά τον θάνατό του, στη θέση του προϊσταμένου της Βιβλιοθήκης τοποθετήθηκε ο Απολλώνιος ο Ρόδιος ο οποίος γεννήθηκε στην Αλεξάνδρεια, μεταξύ του 295 και 290 π.Χ. και ονομάστηκε έτσι επειδή πέρασε το μεγαλύτερο διάστημα της ζωής του στη Ρόδο. Οι μαθητές του Αρίσταρχος απ’ τη Σαμοθράκη κι Αριστοφάνης ο Βυζάντιος που ‘χε σπουδάσει κοντά του, και στον Καλλίμαχο, συμπληρώσανε στη συνέχεια το έργο του.
Σημ:Ζηνόδοτος είναι ανδρικό αρχαίο ελληνικό κι ελληνιστικό όνομα που ‘φεραν οι εξής γραμματικοί: Ζηνόδοτος ο Εφέσιος (περίπου 325 – 260 π.Χ.), συγγραφέας, κριτικός του έργου του Ομήρου, ποιητής, διευθυντής της βιβλιοθήκης της Αλεξάνδρειας, Ζηνόδοτος (στωικός), 150 π.Χ., Ζηνόδοτος (φιλόσοφος), τέλος του 5ου αι. π.Χ., νεοπλατωνικός φιλόσοφος που έζησε στην Αθήνα κι υπάρχουνε κι άλλοι γραμματικοί με το όνομα Ζηνόδοτος.
Ζωνάς και Ζωνάς ο Σαρδιανός εμπλέκονται κι αναφέρεται το πως, σε πρότερο βιογραφικό στον Διόδωρο Ζωνά!
Ο Ζώσιμος ο Θάσιος (1ος αι.π.Χ.) ήταν αρχαίος Έλληνας επιγραμματοποιός από τη Θάσο. Θεωρείται πως έζησε σε κάποιο χρονικό σημείο ανάμεσα στο 150 π.Χ. και 50 π.Χ., και κάποια από τα επιγράμματα του συμπεριλήφθηκαν στο Στέφανο του Μελεάγρου κατά την αρχαιότητα και κατ’επέκταση συμπεριλαμβάνονται και στην ΕΑ (6,183 -185 κι ίσως και το 6,15 αντί του επιγραμματοποιού Αντίπατρου του Σιδώνιου).
Η
Ηγέμων, Ηγήσιππος (επιγραμματοποιός), Ηδύλος, Ηλιόδωρος ο Εμεσηνός, Ηρακλείδης ο Σινωπεύς, Ηράκλειτος (επιγραμματοποιός), Ήριννα, Ηρόδικος ο Βαβυλώνιος
Για τον Ηγέμονα δεν υπάρχουνε καθόλου στοιχεία.
Ο Ηγήσιππος ήταν Έλληνας επιγραμματοποιός που ‘ζησε περί το 300 π.Χ. και περιλαμβανότανe στo Στέφανο του Μελεάγρου. Στη ΠΑ σώζονται 8 επιγράμματά του, 3 αναθηματικά και 5 επιτύμβια, σε λιτό κι αυστηρό ύφος.
Ο Ηδύλος ήταν Αθηναίος ή Σάμιος αρχαίος Έλληνας ποιητής της Ελληνιστικής Περιόδου. Λέγεται πως η μητέρα του ήταν Αθηναία ποιήτρια Ηδύλη κι η γιαγιά του επίσης, Μοσχίνη η Αττική. Γεννήθηκε περί το 300 π.Χ. κι έζησε στη Σάμο και στην Αλεξάνδρεια στα χρόνια του Πτολεμαίου Φιλαδέλφου. Ποιήματά του, του Ποσείδιππου και του Ασκληπιάδη ήταν μέρος της συλλογής επιγραμμάτων με τον τίτλο Σωρός. Έγραψε το επύλλιο Γλαύκος, που αναφερόταν στο θαλάσσιο θεό Γλαύκο (το έργο αυτό πιθανόν να συνδέεται με τη πληροφορία του Αθήναιου πως ο ποιητής αυτοκτόνησε από έρωτα για κάποιο Γλαύκο) και σχόλια στα ποιήματα του Καλλίμαχου. Το έργο του εκφράζει μιαν επικούρεια αντίληψη της ζωής. Στη ΠΑ σώζονται 11 επιγράμματά του από το Στέφανο του Μελεάγρου (80 π.Χ.). Αναφέρεται από τον Αθήναιο στους Δειπνοσοφιστές του. Έγραψε πλήθος επιγραμμάτων, που στα περισσότερα εξυμνεί το κρασί. Τ’ όνομά του δε, είναι υποκοριστικό του ηδύς με τη συνήθη κατάληξη των αρχαίων στα υποκοριστικά –λος!
Ο Ηλιόδωρος ο Εμεσηνός, αναφερόμενος κι Ηλιόδωρος επίσκοπος Τρίκκης ήταν εξελληνισμένος Σύρος μυθιστοριογράφος, ο οποίος έζησε τον 3ο ή 4ο αι. μ.Χ. κι ο οποίος στα τέλη του 4ου αι. έγινε επίσκοπος Τρίκκης. Από τους σημαντικότερους εξελληνισμένους Σύρους συγγραφείς. Καλλιέργησε το ερωτικό ελληνιστικό μυθιστόρημα. Καθοριστικοί παράγοντες για τη διαμόρφωση του έργου του στάθηκαν ο τόπος καταγωγής του κι η εποχή του: Καταγόταν από την Έμεσα (σημερινή Χομς) της Συρίας κι υπάρχουν λίγα στοιχεία για τη ζωή του, πότε γεννήθηκε και πέθανε. Πατέρας του αναφέρεται ο Θεοδόσιος, ιερέας του θεού Ηλίου[3]. Υπήρξε ο συγγραφέας του μυθιστορήματος Αἰθιοπικὰ ἢ τὰ περὶ Θεαγένην καὶ Χαρίκλειαν σε δέκα βιβλία[4], το οποίο θεωρείται το τελευταίο μάλλον μεγάλο μυθιστόρημα της ελληνικής αρχαιότητας[5]. Μαζί με τον Χαρίτωνα, Ξενοφώντα, Αχχιλέα Τάτιο και Λόγγο συγκαταλέγεται μεταξύ των “πατέρων του ευρωπαϊκού μυθιστορήματος”. Το έργο του Αιθιοπικά εξελίσσεται σε μια φανταστική χώρα, την Αιθιοπία, και διηγείται τον έρωτα μεταξύ του νεαρού Θεαγένη, άρχοντα της Θεσσαλίας, και της πανέμορφης Χαρίκλειας, κόρης του βασιλιά της Αιθιοπίας. Η πρώτη αναφορά για τον Ηλιόδωρο γίνεται από τον Κωνσταντινουπολίτη νομικό Σωκράτη (380 – 450 μ.Χ.), ο οποίος λέει πως η συγγραφή των «Αιθιοπικών» έγινε όταν αυτός ήταν σε νέος και πριν ακόμα γίνει χριστιανός και χειροτονηθεί επίσκοπος Τρίκκης (τα σημερινά Τρικάλα Θεσσαλίας). Ο Ηλιόδωρος, μάλιστα, σαν επίσκοπος είχε εισηγηθεί την αγαμία των κληρικών που την εποχή εκείνη δεν ίσχυε.
Τα Αἰθιοπικὰ ἢ τὰ περὶ Θεαγένην καὶ Χαρίκλειαν μεταφράστηκαν στα λατινικά, στις τότε νεογέννητες ευρωπαϊκές γλώσσες και ο Θερβάντες τα αναφέρει σαν πρότυπο. Απόσπασμά τους αναφέρεται από τον Σαίξπηρ στη “Δωδεκάτη νύχτα”, από τον Ραμπελέ στον “Γαργαντούα” ενώ ο Ρακίνας αντλεί έμπνευση από αυτά. Πάρα πολλοί δραματουργοί προσπάθησαν να το δραματοποιήσουν ολόκληρο ή ανά επεισόδια. Τον 17ο αιώνα στη Γερμανία ανέβηκαν έξι “Αιθιοπικά δράματα”, στη Γαλλία και στην Αγγλία θεατρικές διασκευές και στην Ισπανία έγινε ιδιαίτερα δημοφιλές ένα τρίπρακτο δράμα βασισμένο σε αυτά. Συνθέτες της όπερας, όπως ο Τζιουζέπε Βέρντι, πεζογράφοι αλλά και εικαστικοί εμπνεύστηκαν από τα Αιθιοπικά.
Ο πλήρης τίτλος, Ἡλιοδώρου: Αἰθιοπικὰ ἢ τὰ περὶ Θεαγένην καὶ Χαρίκλειαν. Το κατά την εκτίμηση των περισσότερων ερευνητών μεταγενέστερο από τα σωζόμενα αρχαία μυθιστορήματα (στην κατηγορία «ιδεώδες ελληνικό μυθιστόρημα» / όρος του Τόμας Χαιγκ) φαίνεται να γράφτηκε στα μέσα του 3ου αι. μ.Χ., με εκτιμήσεις που το φέρνουν και έως το τέλος του 4ου. Φανερά επηρεασμένο από τη Δεύτερη Σοφιστική, κάτι που μαρτυρεί όχι μόνο η γλώσσα αλλά και η έντονα κλασικίζουσα λογιοσύνη του συγγραφέα. Γνωρίζουμε και για τον Ηλιόδωρο, όπως και για τους προηγούμενους μυθιστοριογράφους, ελάχιστα, και πάλι με σιγουριά μόνο ό,τι δηλώνει ο ίδιος, -εδώ στην κατακλείδα: «Τοιόνδε πέρας ἔσχε τὸ σύνταγμα τῶν περὶ Θεαγένην καὶ Χαρίκλειαν Αἰθιοπικῶν∙ ὃ συνέταξεν ἀνὴρ Φοῖνιξ Ἐμεσηνός, τῶν ἀφ’ Ἡλίου γένος, Θεοδοσίου παῖς Ἡλιόδωρος. / Έτσι έφτασε στο τέλος του το σύγγραμμα των Αιθιοπικών ή των Περί Θεαγένην και Χαρίκλειαν∙ το συνέγραψε ένας Φοίνικας Εμεσηνός, από το γένος του Ήλιου, ο γιος του Θεοδοσίου Ηλιόδωρος.» και «ο συγγραφέας μας είναι Έλληνας από τη συριακή πόλη Έμεσα, καταγόμενος από το ιερατικό γένος του Ήλιου -από όπου, πιθανώς, και το όνομά του.»
Αν το μυθιστόρημα του Χαρίτωνα αφήνει την εντύπωση της χάρης και της αθωότητας, του Ξενοφώντα μια-δυο εγκιβωτισμένες δυνατές ιστορίες, του Λόγγου τη μετρημένη οικονομία, του Τάτιου την οιστρήλατη άνιση αφήγηση, στα Αιθιοπικά έχουμε σχεδόν σε κάθε παράγραφο λόγιες αναφορές, κυρίως στον Όμηρο, γενικότερα στην κλασική γραμματεία και πολύ συχνά στο δράμα, οι εικόνες του διακρίνονται από θεατρικότητα, και κάθε τόσο παραπέμπουν στην τέχνη του θεάτρου με την υπόδειξη κιόλας του ίδιου του συγγραφέα. Αλλά το πιο ενδιαφέρον στοιχείο, και όπου αισθητά υπερέχει από τους άλλους, είναι στη σύνθεση της αφήγησης. In media res, δηλαδή ξεκινώντας από το μέσον του πραγματικού χρόνου, όπως κι η Οδύσσεια, με πολλές αναδρομές, εναλλαγές από το γ’ στο α’ πρόσωπο αφήγησης, και σ’ αυτό κατά τον τρόπο του θαλασσινού έπους, αλλά και με ιδιοχαρακτηριστικό του, ένα πρόσωπο να συστήνεται ή να αφηγείται την προσωπική του ιστορία όχι με το που εμφανίζεται αλλά αφού το παρακολουθήσουμε για ένα διάστημα ενταγμένο στην κοινή δράση.
Ο Ηλιόδωρος, κυρίως για τη δυναμική σύνθεση, αλλά και για τις υπόλοιπες αρετές του, τις άρτιες περιγραφές, τη λογιοσύνη, τις ευφάνταστες περιπέτειες των εραστών του, τον εξωτισμό των εμπειριών τους, για πολλούς αιώνες θεωρούνταν ισάξιος του Ομήρου και του Βιργιλίου. Κανείς δε θα υπερασπιζόταν σήμερα μια τόσο υπερβολική εκτίμηση, όμως και δε θα αμφισβητούσε ότι υπήρξε από τους συγγραφείς που άσκησαν τη μεγαλύτερη επιρροή όχι μόνο στους μέσους χρόνους αλλά και στην αρχή των νεότερων, τον ανιχνεύουμε φέρ’ ειπείν στον Σαίξπηρ, στον Θερβάντες, στον Καλντερόν, στον Ρακίνα.
Ο Ηρακλείδης ο Σινωπεύς ήταν Έλληνας ποιητής με καταγωγή από τη Σινώπη. Διασώζεται τουλάχιστον 1 από τα επιγράμματά του στην ΕΑ, ωστόσο είναι πιθανό πως υπάρχουν κι άλλα 2 δικά του αν και δε γίνεται μνεία για τον τόπο καταγωγής του σ’ αυτά. Φέρεται να ‘τανε διάσημος ποιητής, καθώς ο Διογένης Λαέρτιος τονε περιγράφει ως ἐπιγραμμάτων ποιητὴς λιγυρός, ενώ αναφέρει πως υπήρχαν αλλά 14 άτομα με αυτό το όνομα.
Ο Ηράκλειτος (καμμιά σχέση με τον Ηράκλειτο το σοφό) ήταν αρχαίος Έλληνας ποιητής. Καταγόταν από την Αλικαρνασσό κι έζησε το πρώτο μισό του 3ου π.Χ. αι. Ήτανε σύγχρονος και φίλος του Καλλίμαχου που στο άκουσμα του θανάτου του έγραψε το επίγραμμα VII 80. Σ’ αυτό αναφέρει τη συλλογή ελεγειών του Ηράκλειτου Αηδόνες. Χάθηκαν όμως, παρά τη περί του αντιθέτου βεβαιότητα του Καλλίμαχου. Περιλαμβανόταν στο Στέφανο του Μελεάγρου και στη ΠΑ σώθηκε μόνον 1 επίγραμμά του.
Η Ήριννα ή Έριννα υπάρχει στο Στέκι κι είναι ΕΔΩ!
Ο Ηρόδικος ο Βαβυλώνιος, ο επονομαζόμενος Κρατήτειος, ήτανε γραμματικός του 2ου μισού του 2ου π.Χ. αι. Η επωνυμία αυτή οφείλεται στο ότι ανήκε στη φιλολογική σχολή της Περγάμου, που ‘χεν ιδρυθεί από τον Κράτητο Μαλλώτη. Έγραψε το σύγγραμμα “Προς τον Φιλοσωκράτη” το οποίο αποτελεί αμφισβήτηση του Πλάτωνα και των Σωκρατικών και του οποίου αποσπάσματα υπάρχουν στους “Δειπνοσοφιστές” του Αθηναίου. Έργα του αναφέρονται το Σύμμεικτα Υπομνήματα όπου περιγράφει τα συμπόσια κι οι Κωμωδούμενοι σχετικά με την Αρχαία και μέση Αττική Κωμωδία. Ο Paton του αποδίδει το επίγραμμα L.2 T.10 E.6 της ΠλΑν, (XVI 19A στην ΕΑ του Paton), που απουσιάζει από την έκδοση του Jacobs. Υπήρξεν εχθρός του Αρίσταρχου και των μαθητών του, τους οποίους χαρακτήρισε ως «γωνιοβόμβικες» επειδή δημιουργούσαν βόμβο (βουητό) στις γωνίες των σχολείων κι ως «μονοσύλλαβους» επειδή ασχολούνταν με τα μονοσύλλαβα.
Θ
Θαλλός ο Μιλήσιος, Θεαίτητος ο Κυρηναίος, Θέογνις ο Μεγαρεύς, Θεοδώρητος, Θεοδωρίδας ο Συρακούσιος, Θεόκριτος ο Συρακούσιος, Θεόδωρος ο ανθύπατος, Θεοσέβεια, Θεοφάνης, Θέων ο Αλεξανδρεύς, Θουκυδίδης, Θυΐλλος, Θυμοκλής, Θωμάς ο Σχολαστικός, Θωμάς Πατρίκιος
Ο Αντώνιος Θαλλός (1ος αι. π.Χ.) ήταν αρχαίος Έλληνας ποιητής από τη Μίλητο, 5 από τα επιγράμματα του περιέχονται στην ΕΑ (AP VI.91, 235; VII.188,373; IX.220) προερχόμενα από τον Στέφανο του Φιλίππου, το 1ο απ’ αυτά είναι προς τιμή του Ρωμαίου αυτοκράτορα ή της οικογενείας του. Πιθανώς πρόκειται για τον ίδιο Θαλλό ο οποίος ονομάζεται σε μια επιγραφή που ανακαλύφθηκε στη Ρώμη κι αναφέρεται ως ο απελευθερωμένος σκλάβος του Ρωμαίου στρατηγού Γερμανικού.Το όνομα εμφανίζεται με διάφορες παραλλαγές στα επιγράμματα, όπως Θάλλου, Θαλοῦ Μιλησίου, Θυηλάου και Θυΐλλου.
Ο Θεαίτητος ο Κυρηναίος ήταν Έλληνας ποιητής που έζησε περί το 270 π.Χ., φίλος και συμπατριώτης του Καλλίμαχου, που έγραψε προς τιμή του το επίγραμμα ΙΧ 565 της ΠΑ. Περιλαμβανότανε στο Στέφανο του Μελεάγρου και στη ΠΑ διασωθήκανε 4 τουλάχιστον επιγράμματά του. Η επιγραμματική του ποίηση είχε μεγάλην επιτυχία στην εποχή του, αντίθετα προς τα δραματικά του έργα.
O Θέογνις ο Μεγαρεύς, υπάρχει ολόκληρος ΕΔΩ!
Γα τον Θεοδώρητο, δυστυχώς δεν υπάρχουνε καθόλου στοιχεία.
Ο Θεοδωρίδας ο Συρακούσιος (3ος αι.π.Χ.) ήταν αρχαίος Έλληνας λυρικός ποιητής κι επιγραμματοποιός από τις Συρακούσες. Θεωρείται πως έζησε την ίδιαν εποχή με τον ποιητή Ευφορίωνα, κατά τη 10ετία του 230 π.Χ. μιας κι υπάρχουν αναφορές του ενός προς τον άλλο στα επιγράμματα τους, καθώς επίσης και του ποιητή Μνασάλκα, τον οποίο κι επέκρινε πως αντέγραφε απροκάλυπτα τον ελεγειακό ποιητή του 5ου αιώνα π.Χ., Σιμωνίδη τον Κείο. Εκτός από τα 18 επιγράμματα του τα οποία διασώζονται στην ΕΑ, έγραψε κι ένα λυρικό ποιήμα με τίτλο Εἰς Ἔρωτα, ένα διθύραμβο με την ονομασία Κένταυροι, και μερικά άλλα ποιήματα από τα οποία διασώζονται κάποια αποσπάσματα αλλά όχι οι τίτλοι τους.
Για τον Θεόκριτο υπάρχουν ήδη στοιχεία στο Στέκι, ΕΔΩ!, που φυσικά εν καιρώ θα εμπλουτιστούν.
Για τους Θεόδωρο τον ανθύπατο, Θεοσέβεια, Θεοφάνη, δεν υπάρχουνε καθόλου στοιχεία.
Ο Θέων ο Αλεξανδρεύς (περ. 335 μ.Χ. – περ 405 μΧ.) ήταν Έλληνας λόγιος και μαθηματικός, που έζησε στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου.
Υπήρξεν ο τελευταίος διευθυντής της Βιβλιοθήκης της Αλεξάνδρειας πριν τη καταστροφή της, καθώς και του «Μουσείου» (πανεπιστημίου) της (Λεξικό της Σούιδας, όπου αναφέρεται ως σύγχρονος του Πάππου), μέχρι που και το δεύτερο έπαψε να λειτουργεί με διαταγή του Αυτοκράτορα Θεοδοσίου το 391. Ο Θέων ήταν ο πατέρας της περίφημης μαθηματικού και νεοπλατωνικής φιλοσόφου Υπατίας.
Το κορυφαίο επίτευγμα του Θέωνος μάλλον αποδείχθηκε η έκδοση από αυτόν των Στοιχείων του Ευκλείδη, περί το 364, από την οποία η ανθρωπότητα διδασκόταν Γεωμετρία επί 15 αιώνες, και ανατυπωνόταν μέχρι το 1814 -«παραμένει ακόμα ένα λαμπρό βοήθημα» κατά τη διατύπωση του Καρλ Σαγκάν. Ακόμα, συνέγραψε Αριθμητική κι έγραψε ακόμα για τα «σημεία και εξετάσεις» των πτηνών, για την ανατολή του Σειρίου και για τις πλημμύρες του Νείλου.
Ωστόσο, ο κύριος όγκος της συνεισφοράς του Θέωνος αποτελείται από σχόλια πάνω σε σημαντικά έργα των συγγραφέων των ελληνιστικών χρόνων. Σε αυτά περιλαμβάνονται οι ευκλείδειες «συνομιλίες» («Συνουσίαι») και σχολιασμοί («Εξήγησεις») του «Προχείρου Κανόνος», του «Μικρού αστρολάβου» και της «Αλμαγέστης» του Πτολεμαίου, καθώς και του αστρονομικού ποιητή Αράτου. Σήμερα σώζεται το 1ο βιβλίο από τα σχόλια στον Πτολεμαίο κι αποσπάσματα από τα άλλα.
Στον Θέωνα αυτόν αποδίδονται, χωρίς μεγάλη βεβαιότητα, 2 επιγράμματα της ΠΑ (VII 292, IX 41).
Ο Θουκυδίδης υπάρχει στο Στέκι κι είναι ΕΔΩ!
Ο Θυΐλλος (Σατύριος Θυΐλλος, Θυΐλλος και Σάτυρος Θυΐλλος) υπήρξεν Έλλην επιγραμματοποιός. Αναφέρεται στη ΠΑ και τη ΠλΑν με διάφορες μορφές του ονόματός του. Ο Jacobs υποθέτει ότι τα επιγράμματα ανήκουνε σε 2 διαφορετικά πρόσωπα, τον Σάτυρο και τον Θυΐλλο. Κατά τον Pierre Waltz ανήκε στο περιβάλλον του Κικέρωνα και περιλαμβανότανε στον Στέφανο του Φιλίππου. Στη ΠΑ σώζονται 3 επιγράμματά του.
Ο Θυμοκλής ήταν αρχαίος ποιητής, από τον οποίο σώζεται στη ΠΑ μόνον 1 ωραιότατο επίγραμμά του απ’ τη Μούσα Παιδική του Στράτωνα (XII 32). Δεν είναι γνωστός από άλλες πηγές.
Υπό το όνομα Θωμάς σώζονται 2 επιγράμματα στην ΕΑ, το XVI 315 (Θωμά Σχολαστικού) και το XVI 379 (Θωμά Πατρικίου) (συγκεκριμένα στη ΠλΑν). Ο Paton τα αποδίδει σε ένα πρόσωπο, τον Θωμά τον Σχολαστικό. Χωρίς περαιτέρω στοιχεία κι εδώ δυστυχώς.
Ι
Ιουλιανός, Ιούλιος Διοκλής, Ιούλιος Λεωνίδας, Ιούλιος Πολύαινος, Ισίδωρος ο Αιγεάτης, Ισίδωρος ο σχολαστικός, Ιφίων ο Κορίνθιος, Ίων ο Χίος
Για τον Ιουλιανό, όστις δεν είναι άλλος από το γνωστό μας Παραβάτη ή Μέγα, που έζησε κι έδρασε τον 4ο μ.Χ. αι. θα γίνει ξεχωριστή αναφορά, εν ευθέτω.
Ο Ιούλιος Διοκλής, δεν είναι άλλος παρά ο Διοκλής ο Καρύστιος (ποιητής) που περιγράφηκε στο γράμμα Δ!
Με το όνομα Ιούλιος Λεωνίδας υπάρχουνε 2 επιγράμματα στη ΠΑ (ΙΧ 42 και ΧΙΙ 20). Οι Jacobs και Paton ταυτίζουν τον ποιητή τους με τον Λεωνίδα τον Αλεξανδρέα, -μνημονεύεται στο γράμμα Λ-, ενώ ο Waltz πιστεύει ότι είναι πιθανότερο ν’ ανήκουν στον T. Julius Leonidas, παιδαγωγό των γιων του Γερμανικού.
Ο Ιούλιος Πολύαινος είναι ποιητής της ΠΑ, που εμφανίζεται με 3 επιγράμματα στο 9ο βιβλίο της (Επιδεικτικά): ΙΧ 1.7-9. Τα επιγράμματα αυτά είχαν ανθολογηθεί κι από τον Πλανούδη (L.1 T.25. E.1 – Βιβλίο 1, Κεφάλαιο 45, Επίγραμμα 1, L.1 T.31 E.1, L.1 T.31 E.7 -αναφέρεται απλά ως Πολύαινος, αλλά είναι από τα ποιήματα που στη ΠΑ αναφέρονται καθαρά ως Ιουλίου Πολυαίνου). Ένα 4ο επίγραμμα στη ΠλΑν, στο L.1 T.33 E.1 αναφέρεται απλά Πολύαινος, αλλά αποδίδεται στον Πολύαινο το Σάρδιο. Από τον Waltz (Waltz 1960) ταυτίζεται με τον Πολύαινο το Σάρδιο, που μνημονεύεται στο γράμμα Π!
Για τους Ισίδωρο Αιγεάτη, Ισίδωρο σχολαστικό, Ιφίωνα τον Κορίνθιο, δεν έχουμε καθόλου στοιχεία.
Ο Ίων ο Χίος υπάρχει ολόκληρος ΕΔΩ!
Κ
Καλλέας, Καλλικτήρ (ή Κιλλάκτωρ), Καλλίμαχος, Καπίτων, Καρφυλλίδης, Κερεάλιος, Κλεόβουλος ο Ρόδιος, Κόιντος ή Μαίκιος Κόιντος, Κομητάς ο σχολαστικός, Κομητάς Χαρτουλάριος, Κορνήλιος Λόγγος, Κράτης ο Θηβαίος, Κράτης ο γραμματικός ή Μαλλώτης, Κριναγόρας, Κυλλήνιος, Κύριλλος
Για τους: Καλέα, Καπίτωνα, Καρφυλλίδη, Κερεάλιο, Κομητά τον σχολαστικό, Κομητά Χαρτουλάριο, Κορνήλιο Λόγγο, Κυλλήνιο και Κύριλλο, δεν έχουμε καθόλου στοιχεία.
Ο Καλλικτήρ ήταν αρχαίος Έλληνας ποιητής από τη Μαγνησία, γνωστός μόνον από 4 επιγράμματά του που σώζονται στη ΠΑ. Ο Waltz υποθέτει πως ανήκε στην Αλεξανδρινή Περίοδο, ότι περιλαμβανόταν στο Επιγραμμάτων Ανθολόγιον του Διογενιανού και τον ταυτίζει με τον Κιλλάκτορα. Ο Paton τους διαχωρίζει. Σύμφωνα και με την έκδοση Anthologia graeca ad palatini codicis fidem edita του Tauchnitz (1819), ταυτίζεται με τον Κιλλάκτορα και του αποδίδονται τα επιγράμματα V 29, X 2, XI 5, 6, 118, 333 της ΠΑ.
Ο Κιλλάκτωρ ήταν αρχαίος Έλληνας ποιητής, γνωστός μόνο από επιγράμματά του που βρίσκονται στην ΕΑ. Ο Waltz τον ταυτίζει με τον Καλλικτήρα. Ο Paton τους διαχωρίζει. Με το όνομα του Κιλλάκτορα σώζονται στη ΠΑ 2 επιγράμματα (V 29 και 45).
Ο Καλλίμαχος ο Κυρηναίος ήταν αρχαίος ποιητής, επιγραμματοποιός κι εκπρόσωπος της Αλεξανδρινής ποίησης, ο οποίος άκμασε την εποχή των Πτολεμαίων, Φιλάδελφου κι Ευεργέτη. Καταγόταν από μεγάλη οικογένεια της Κυρήνης, του Λιβυκού, που ανήγε τη καταγωγή της στον μυθικό οικιστή της πόλης Βάττο. Μεγάλωσε και σπούδασε στην Αθήνα αλλά πέρασε μέγα μέρος της ζωής του στην Αλεξάνδρεια εργαζόμενος στην αλεξανδρινή βιβλιοθήκη. Στην Αλεξάνδρεια ίδρυσε γραμματική σχολή με μαθητές του, φημισμένους σοφούς όπως ο Αριστοφάνης ο Βυζάντιος, Απολλώνιος ο Ρόδιος, ο Ερατοσθένης κ.ά. Ο Απολλώνιος, εκτός από μαθητής υπήρξε κι ισχυρός αντίζηλος κι εχθρός του, με τον οποίο φαίνεται ότι τα βρήκανε μετά, αφού μετά θάνατον οι τάφοι τους ήτανε πλάϊ-πλάϊ.

Σπάραγμά του στους Πάπυρους της Οξυρρύγχου
Το λεξικό Σούδα ή Σουίδα, που γράφτηκε το 10ο αι. μ.Χ. αναφέρει πως έγραψε 800 τόμους έργων. Το σπουδαιότερο πεζό του έργο ήταν οι Πίνακες των εν πάση παιδεία διαλαμψάντων και ων συνέγραψαν, ένας κατάλογος σε 120 βιβλία που περιλάμβανε όλα τα έργα όλων των συγγραφέων, σύμφωνα με το είδος των έργων τους κατά αλφαβητική σειρά. Από το ποιητικό του έργο σώθηκαν 6 Ύμνοι, 64 επιγράμματα στη ΠΑ από τον Στέφανο του Μελεάγρου και μερικά αποσπάσματα από άλλα έργα του. Τα σπουδαιότερα από τα έργα του ήταν ένα επύλλιο, η Εκάλη, τα Αίτια, που ήτανε ποιήματα πάνω σε διάφορα θέματα και κατέληγαν στον περίφημο Βόστρυχο της Βερενίκης, γνωστό κυρίως από τη μετάφραση του Λατίνου ποιητή Κάτουλλου.
Υπήρξε από τους αντιπροσωπευτικούς ποιητές της ελληνιστικής εποχής. Δεν ασχολήθηκε με τα μεγάλα θέματα της κλασσικής ποίησης αλλά με τη καθημερινότητα και τους λαϊκούς μύθους. Μεγάλη ήταν η επίδρασή του στον ελληνιστικό χώρο καθώς επίσης και στη Ρώμη. Το ιδιότυπο, σύντομο μα περιεκτικό ύφος του το μιμήθηκε ύστερα από αιώνες ένας άλλος Αλεξανδρινός
ποιητής, ο Καβάφης.

Αναπαράσταση Εσωτερικού Βιβλιοθήκης Αλεξάνδρειας
Ο Καλλίμαχος θεωρείται, πατέρας της βιβλιογραφίας, ο 1ος καταλογογράφος στην ιστορία της Βιβλιοθηκονομίας και το 1ο σύστημα ταξινόμησης ανά κατηγορίες, αποδίδεται στους δικούς του Πίνακες1. Εκτός από τη συμβολή του στη βιβλιογραφία, είναι γνωστός στην ιστορία των βιβλίων για πείραγμα του σε θραύσματα (επιμ. Pfeiffer) 465 ότι ένα “μεγάλο βιβλίο είναι ένα μεγάλο κακό” (μέγα βιβλίον μέγα κακών), το μέγα βίβλίον ἴσον ‥ ɛἷναί ṯῷ μɛγάλῳκακῷ, το σπουδαίο βιβλίο είναι ίσο με ένα μεγάλο κακό.

Κι εξωτερικού της
—————————————
1 Με όγκο 120 βιβλία από πάπυρο, αυτός ο κατάλογος ανήλθε σε συστηματική έρευνα της ελληνικής λογοτεχνίας μέχρι την εποχή του. Αντιπροσώπευε επίσης τη προέλευση της βιβλιογραφίας. Μόνο λίγα σπαράγματα σώζονται γιατί η ενδεχόμενη καταστροφή της βιβλιοθήκης, σε συνδυασμό με τη διασπορά σε αναφορές σε αυτό και σε άλλα αρχαία έργα, είναι τα μόνα στοιχεία που έχουμε σήμερα. Οι Βιβλιογραφικές μεθόδοι που ανέπτυξε έχουνε θέση σε σύγχρονη βιβλιοθήκη. Μια ανάλυση των 8 υπόλοιπων τμημάτων από τους Πίνακες δείχνει ότι:
1 Διαιρεί συγγραφείς σε τάξεις και μέσα τους, τις κατηγορίες, αν κρίνεται σκόπιμο, σε υποδιαιρέσεις.
2 Έχει κανονιστεί οι συγγραφείς να τοποθετούνται σε κατηγορίες ή υποδιαιρέσεις αλφαβητικά.
3 Προστίθεται στ’ όνομα του συγγραφέα (ει δυνατόν) και μερικά προσωπικά δεδομένα.
4 Όπου αναφέρεται σε συγγραφέα σε τίτλους έργων του, συνδυάζει έργα του ίδιου είδους σ’ ομάδες (όχι περισσότερες από 8 παραπομπές)
5 Παρέθεσε στο άνοιγμα μερικά από τα λόγια του κάθε έργου, καθώς και την έκταση του, δηλαδή αριθμό γραμμών.
Οι Πίνακες δεν ήταν ούτε απογραφή ούτε ένας πλήρης κατάλογος των έργων της βιβλιοθήκης. Δεν ήτανε λίστα με όλα τα αντίγραφα ενός έργου που είχε η βιβλιοθήκη ή που ανήκει και δεν δίνουν ένδειξη για το πώς να εντοπισθεί κάποιο εκεί, αλλά απαιτούσανε βοήθεια από το βιβλιοθηκονόμο. Ήτανε χτισμένοι σε προϋπάρχουσες πρακτικές μιας λίστας αποφάσεων (συμπεριλαμβανομένων των πινάκων του Αριστοτέλη περί των ποιητών), της διαλογής (όπως δοξογραφίες του Θεόφραστου που είναι ταξινομημένο τοπικά και χρονικά) κι αλφαβητικά, τις αρχές της οποίας ήταν πιθανό ήδη ότι έχει καταλάβει, αν και δεν είχε ποτέ τεθεί σε τέτοια εκτεταμένη χρήση ποτέ πριν από τώρα. Κατά τον Blair ήταν ο διευθύνων μιας φιλολογικής ενημέρωσης πολύ πριν τη σύγχρονη εποχή.
Τα σωζόμενα σπαράγματα από τους Πίνακές του δημοσιευτήκανε 1η φορά σ’ έντυπη μορφή στους Ύμνους Επιγράμματα Και… (Hymni, epigrammata et) που επιμελήθηκε ο Θεόδωρος JGF Graevius et al. (2 τόμοι, Ουτρέχτη, 1697).
———————————————-
Ο Κλεόβουλος ο Ρόδιος υπάρχει ολάκερος κι είναι ΕΔΩ!
Ο Κόιντος ή Μαίκιος Κόιντος ήταν επιγραμματοποιός ελάχιστα γνωστός. Από το όνομά του πιθανολογείται ότι ήτανε ρωμαϊκής καταγωγής. Εμφανίζεται στη ΠΑ ως Μαίκιος Κόιντος, Κόιντος και Μαίκιος. Σώζονται 12 επιγράμματά του από το Στέφανο του Φιλίππου.
Ο Κράτης ο Θηβαίος ή Κράτης ο κυνικός ήτανε κυνικός φιλόσοφος από τη Θήβα. Έδωσε όλη του τη περιουσία για να ζήσει στη πενία, στους δρόμους της Αθήνας. Σεβαστός στο λαό της έμεινε γνωστός ως ο δάσκαλος του Ζήνωνα του Κιτιέα, τον δημιουργό του Στωικισμού. Διάφορα τμήματα των διδασκαλιών του έχουνε διασωθεί, συμπεριλαμβανομένης περιγραφής για ιδανική κυνική πολιτεία.
Γεννήθηκε περίπου το 365 π.Χ. στη Θήβα. Ήτανε γιος του Άσκονδου και διάδοχος σε τεράστια περιουσία, που απαρνήθηκε για να ζήσει ζωή εντίμου πενίας στην Αθήνα. Ο Διογένης Λαέρτιος διασώζει διάφορες ιστορίες της ζωής του. Μία αναφέρει ότι τόσο πολύ τονε συντάραξε η ζωή και τα δεινά του ζητιάνου βασιλιά, Τήλεφου, που δώρισε όλη του τη περιουσία στους πολίτες της Θήβας. Μια άλλη αναφέρει ότι έδωσε χρήματα σε κάποιον τραπεζίτη και του ζήτησε να τα δώσει στους γιούς του, αν αποδειχθούνε κοινοί πολίτες. Αν όμως γίνουνε φιλόσοφοι, να δώσει τα λεφτά στους πολίτες, μιας κι όντως οι φιλόσοφοι δε χρειάζονται τίποτα.
Μετακόμισε στην Αθήνα που σύμφωνα με τη παράδοση, έγινε μαθητής του Διογένη του Κυνικού. Η ακριβής σχέση μεταξύ Διογένη και Κράτη είναι αβέβαιη, όμως υπάρχει μια αναφορά του Κράτη που αποκαλεί τον εαυτό του ως “συμπολίτη του Διογένη, που δεν επιβουλεύεται με φθόνο“. Θεωρείται επίσης μαθητής του Βρύσωνα και του Στίλπωνα. Έζησε ζωή ευχάριστης απλότητας και σύμφωνα με τον Πλούταρχο, που έγραψε λεπτομερή βιογραφία του που δυστυχώς δε σώζεται, καταγράφει τι είδους άνθρωπος ήταν: “Αλλά ο Κράτης μόνο με το πορτοφόλι του και τον κουρελιασμένο μανδύα του, χαρωπός συνέχιζε τη ζωή του, σαν να ήταν συνέχεια γιορτή“.
Τράβηξε τη προσοχή της Ιππαρχίας, αδερφή ενός μαθητή του, του Μητροκλή. Αυτή λέγεται πως τον ερωτεύτηκε, τη ζωή του και τη διδασκαλία του, οπότε απαρνήθηκε κι αυτή τη περιουσία της οικογένειάς της, όπως κι αυτός και τον παντρεύτηκε. Ο γάμος ήταν αξιοσημείωτος για την αρχαία Αθήνα μιας και βασιζότανε στον αμοιβαίο σεβασμό και την ισότητα μεταξύ του ζευγαριού. Η Ιππαρχία εμφανιζόταν παντού δημόσια μαζί με τον Κράτη, οπότε διάφορες ιστορίες αναφέρονται σε αυτό, επειδή αξιοσέβαστες γυναίκες δεν συμπεριφέρονταν έτσι. Απέκτησαν τουλάχιστον 2 παιδιά, ένα κορίτσι κι ένα αγόρι με το όνομα Πασικλής. Αναφέρεται ότι πήγε τον γιό του σε οίκο ανοχής και του είπε ότι με αυτό τον τρόπο νυμφεύτηκε ο πατέρας του. Όπως κι ότι επέτρεψε στη κόρη του, γάμο για 30 μέρες σε πιθανό μνηστήρα.

Ιππαρχία & Κράτης σε ελαιογραφία
Ήτανε δάσκαλος του Ζήνωνα του Κιτιέα κι αποτέλεσε αναμφισβήτητα τη μεγαλύτερη επιρροή γι’ αυτόν και την ανάπτυξη της Στωικής φιλοσοφίας του. Ο Ζήνων αναφέρεται πάντα στο όνομα του Κράτη με τον μεγαλύτερο σεβασμό κι ορισμένα γεγονότα του Κράτη πιθανόν να διασωθήκανε χάρη στο Ζήνωνα. Άλλοι μαθητές του είναι ο Μητροκλής, ο Μόνιμος και πιθανώς οι Μένιππος, Κλεομένης, Θεόμβροτος και Πασικλής. Ο Κράτης ήτανε στη Θήβα το 307 π.Χ. όταν ο Δημήτριος ο Φαληρεύς εξορίστηκε εκεί. Λέγεται ότι πέθανε σε μεγάλη ηλικία περίπου το 285 π.Χ. και θάφτηκε στη Βοιωτία.
Ο Κράτης ο Μαλλώτης ή Κράτης ο γραμματικός, υπήρξεν αρχαίος Έλλην στωικός φιλόσοφος από τους σημαντικότερους γραμματικούς και κατασκευαστής υδρογείου σφαίρας. Ίδρυσε στη Πέργαμο δική του σχολή κι αντιτάχτηκε ριζικά στην Αλεξανδρινή διδασκαλία του Αρίσταρχου από τη Σαμοθράκη ως προς τη γραμματική και την ερμηνεία του Ομήρου. Γεννήθηκε στη Μάλλο της Κιλικίας κι έγινε φιλόσοφος. Το 167 π.Χ. περίπου ή κατά άλλους το 169 ή 170 π.Χ. πήγε με αποστολή του βασιλιά Ατταλού Β’ της Περγάμου στη Ρώμη όπου δίδαξε κι ίδρυσε τη γραμματική.
Ασχολήθηκε με το σφαιρικό σχήμα της Γης. Ο Ερατοσθένης είχεν ήδη υπολογίσει τη διάμετρό της κι είχεν εκφράσει τη θεωρία της Γεωκεντρικότητας. Ο Κράτης ήταν ο 1ος που κατασκεύασε υδρόγειο σφαίρα, που παρουσίασε στη Πέργαμο το 150 π.Χ. περίπου. Υποστήριζε ότι η Γη διαιρείται σε 5 ζώνες, από τις οποίες 2 πολικές, 2 εύκρατες και 1 καυτή, ενώ τη διαίρεσε σε 4 κατοικήσιμες και μη περιοχές. Ισχυρίζονταν ότι οι πολικές ζώνες ήτανε πολύ ψυχρές και δυσμενείς για την ανάπτυξη της ανθρώπινης ζωής, ενώ ο Ισημερινός ήταν πολύ καυτερός κι επίσης δυσμενής. Υπήρχαν όμως και 2 εύκρατες ζώνες. Η οικουμένη, που ήτανε δικός του ορισμός, περιείχε όλες τις τότε γνωστές περιοχές της Ασίας, Αφρικής κι Ευρώπης. Οι άλλες 3 περιοχές ήταν oι Περίοικoι, Αντίποδες κι Αντίοικοι.

H Yδρόγειος κατά τον Κράτη!
Oι Περίοικoι κι Αντίποδές του (150 π.χ.) υπάρχουν αναμφισβήτητα κι αντιστοιχούν κατά προσέγγιση στη Βόρεια Αμερική και τη Νότια Αμερική αντίστοιχα, αλλά η ήπειρος Αντίοικοι, ή Terra Australis, δεν αντιστοιχεί, εκτός από θραύσματα (Αυστραλασία, Νότια Αφρική). Κι ο Ωκεανός στη πραγματικότητα περιβάλλει τον πλανήτη, αλλά στις 60 μοίρες νότιο γεωγραφικό πλάτος, όχι στον Ισημερινό. Ήξερε επίσης ότι οι εποχές του κλίματος στο βόρειο ημισφαίριο ήταν αντίθετες με αυτές στο νότιο ημισφαίριο. Οι ιδέες του ήτανε σημαδιακές για την επιστήμη από την αρχαιότητα και μέχρι τα τέλη του μεσαίωνα. Συνέταξε πολυάριθμα συγγράμματα κι εξηγήσεις του Ομήρου, από τα οποία σώζονται μόνο τίτλοι και μερικά αποσπάσματα.
Πιθανότατα απεβίωσε το 145 π.Χ.
Ο Κριναγόρας (Μυτιλήνη, 70 ή 65 π.Χ. – 10 μ.Χ.) ήταν αρχαίος Έλληνας ποιητής που έζησε τμήμα της ζωής του στη Ρώμη. Πριν εγκατασταθεί εκεί είχε πάει δύο φορές σαν πρεσβευτής της πατρίδας του, το 45 και το 26 π.Χ.. Προσκολλήθηκε στην οικογένεια του Αυγούστου κι αφιέρωσε πολλά του επιγράμματα σε μέλη της. Θεωρείται από ορισμένους ως ένας από τους καλύτερους ποιητές της ΠΑ. Ο Albin Lesky τονε θεωρεί «φορέα νεωτερισμού», καθώς τα επιγράμματά του αντλήσανε στοιχεία εκτός του παλαιού θεματικού κύκλου, ενώ ο Ελύτης τον παρουσιάζει σα ξεριζωμένο ειδωλολάτρη, ελάσσονα ποιητή, στον οποίο πάτρωνες ανέθεταν τη συγγραφή επιγραμμάτων, από τα οποία λιγοστά μόνο φέρουν ίχνη αυθεντικής ποιητικής φωνής. Σώζονται 52 του επιγράμματα, από το Στέφανο του Φιλίππου.
Λ
Λάκων, Λεωνίδας ο Αλεξανδρεύς, Λεωνίδας ο Ταραντίνος, Λιβάνιος, Λουκιανός ο Σαμοσατεύς, Λουκίλλιος, Λυσίστρατος
Για τον Λάκονα δεν έχουμε καθόλου στοιχεία.
Ο Λεωνίδας ο Αλεξανδρεύς ήταν Έλλην επιγραμματοποιός του 1ου μ.Χ. αι. Γεννήθηκε στην Αίγυπτο και πήγε στη Ρώμη όπου εργάστηκε σα γραμματικός. Έγραψε 3 βιβλία επιγραμμάτων που τα ονόμασε “Χάριτες” και τ’ αφιέρωσε στον αυτοκράτορα. Πολλά απ’ τα επιγράμματά του είναι ισόψηφα, δηλ. κάθε δίστιχο του καθενός δίνει το ίδιο άθροισμα αν τα γράμματά του ληφθούν υπ’ όψιν σαν (ελληνικοί) αριθμοί. Στη ΠΑ σωθήκανε 43 περίπου επιγράμματά του. Επίσης αναφέρεται και με το όνομα -καθ’ υπόθεσιν- Ιούλιος Λεωνίδας, στο γράμμα Ι!
Ο Λεωνίδας ο Ταραντίνος ήταν αρχαίος Έλληνας ποιητής επιγραμμάτων από τον Τάραντα, που άκμασε μεταξύ του 300 και του 250 π.Χ. Σωθήκανε πολλά επιγράμματά του, πάνω από 100 στη ΠΑ. Μιμείται την Ανύτη από τη Τεγέα. Τα έργα του αναφέρονται στο μεγαλύτερο μέρος τους στον εργαζόμενο λαό. Φτωχός και περιπλανώμενος κι ο ίδιος, γράφει επιγράμματα για ταπεινούς ανθρώπους, ψαράδες, κλώστριες, γεωργούς, εργάτες, κλπ.. Κατόρθωσε να απεικονίσει με γοητευτικό τρόπο τη φτωχή κι εργατική ζωή, με τις χαρές που προσφέρει η Φύση στον άνθρωπο. Το λεξιλόγιό του περιλάμβανε σπάνιες λέξεις καθώς και δικές του σύνθετες, ανακατεμένες με τις πιο κοινές καθημερινές. Ήτανε, σύμφωνα με τον Μενάρδο, ο ποιητής του προλεταριάτου, μεταχειρίστηκε όμως και τη «μεγαληγορίαν του Ασιανού ύφους» (Τρυπάνης). Η επίδρασή του στους μεταγενέστερους ήτανε μεγάλη. Σώζονται 105 επιγράμματά του από το Στέφανο του Μελεάγρου.
Ο Λιβάνιος ευρίσκεται ολάκερος ΕΔΩ!
Ο Λουκιανός ο Σαμοσατεύς βρίσκεται στο Στέκι, κι είναι ΕΔΩ!
Ο Λουκίλλιος ήταν Έλληνας σατιρικός ποιητής (139-59 π.Χ,). Έζησε την εποχή του Νέρωνα, ο οποίος τον χρηματοδοτούσε. Έσκωψε με μεγάλη δύναμη τους δοκησίσοφους και σολοικίζοντες γραμματικούς, ποιητές, ρήτορες, φιλοσόφους, μουσικούς, αστρολόγους και σατίρισε ψηλούς, κοντούς, αδύνατους, γριές, πυγμάχους, γιατρούς, δειλούς κ.τ.λ. Περιλαμβανόταν στο Ανθολόγιο του Διογενιανού και σώθηκαν 180 επιγράμματά του στη ΠΑ, όμως τα 57 αμφισβητούνται.
Ο Λυσίστρατος ήταν Αθηναίος μάντης και ποιητής χρησμολογιών που έζησε στα τέλη του 6ου ή στις αρχές του 5ου π.Χ. αι.. Τ’ όνομά του αναφέρεται με επιφύλαξη στα κείμενα των εκδόσεων της ΠΑ του Waltz και του Paton. Πρόκειται για ένα στίχο (ΙΧ 509) που απαντά στον Ηρόδοτο και προβλέπει την έκβαση της ναυμαχίας της Σαλαμίνας.
Μ
Μάγνος Ιατρός, Μαίκιος Κόιντος ή Κόιντος, Μανέθων, Μαριανός, Μάρκος Αργεντάριος, Μάρκος ο νεότερος, Μελέαγρος (επιγραμματοποιός), Μένανδρος ο κωμικός, Μενεκράτης ο Σάμιος, Μενεκράτης ο Σμυρναίος, Μεσομήδης, Μίμνερμος, Μνασάλκας (ποιητής), Μοιρώ η Βυζαντία, Μόσχος ο Συρακούσιος, Μούκιος Σκευόλας, Μούνδος Μουνάτιος, Μουσίκιος, Μυρίνος
Ο Μάγνος Ιατρός ονομάζεται ο επιγραμματοποιός, που επίγραμμά του στη ΠλΑν (ΕΑ: XVI 270). Δεν μας είναι γνωστός από άλλη πηγή. Ο Paton εκτιμά με επιφύλαξη ότι έζησε τον 4ο μ.Χ. αι.
Ο Μαίκιος Κόιντος ή Κόιντος, αναφέρθηκε πριν, στο κάππα, στο λήμμα, Κόιντος ή Μαίκιος Κόιντος.
Ο Μανέθων, Μανέθως, Μανέθωνας ήταν Αιγύπτιος αρχιερέας κι ιστορικός που έζησε τον 3ο αι. π.Χ. Καταγόταν από τη Σεβέννυτο της Κάτω Αιγύπτου, αλλά έζησε στη Διόσπολη και στην Ηλιούπολη στις οποίες ήταν αρχιερέας. Θεωρείται ο μεγαλύτερος Αιγύπτιος ιστορικός, έγραψε στα Ελληνικά την ιστορία της Αιγύπτου από την αρχαιότητα μέχρι την εποχή του Μ. Αλέξανδρου. Χάρις δε στην ιδιότητά του είχε φιλία με τον Πτολεμαίο Β’ Φιλάδελφο που του ζητούσε τις συμβουλές του. Σύμφωνα με τον Πλούταρχο, ήταν ένας από τους 2 ιερείς συμβούλους του Φαραώ που τους είχε αναθέσει τη διάδοση της λατρείας του θεού Σέραπη, στο ναό του οποίου είναι χαραγμένο τ’ όνομά του στη βάση ενός ανδριάντα, στη Καρχηδόνα της Αιγύπτου*. Έργα του είναι:
____________________________________________________________________________________
* Αιγυπτιακά: Η ιστορία της Αιγύπτου γραμμένη σε 3 βιβλία στα Ελληνικά με πλήρεις καταλόγους όλων των Αιγυπτίων βασιλέων. Τα Αιγυπτιακά φτάσανε σε μας μετά από παρεμβάσεις, αφού έχει χαθεί από την αρχαιότητα. Διασώζεται μόνον ο κατάλογος των Δυναστειών, ένα τρίτο του καταλόγου των ονομάτων των βασιλέων και μερικά αποσπάσματα του κειμένου. Ακόμα κι αυτά που διασώζονται δεν είναι γνήσια έγγραφα, αλλά αντίγραφο του Βυζαντινού μοναχού Γεώργιου Σύγγελου και μιας μετάφρασης στα αρμενικά. Τα αντίγραφα αυτά βασίζονται σε αυτά που ‘χανε γράψει ο Φλάβιος Ιώσηπος και 2 χριστιανοί ιστορικοί, ο Αφρικανός κι ο Ευσέβιος από την Καισάρεια. Τα κείμενα αυτά έχουν εκδοθεί από το Fruin (Leiden 1847), από τον Müller στον 2ο τόμο του Fragmenta historicorum graecorum (Παρίσι 1848) κι από τον Unger (Βερολίνο 1867).
————————————————————————————-
* Βίβλος Σώθεως
* Ιερόν Βιβλίον
* Επιτομή των φυσικών επιστημών
* Περί εορτών
* Περί αρχαϊσμού και ευσέβειας
* Περί κατασκευής κυφίων
* Προς Ηρόδοτον
* Αποτελέσματα, το ποίημα
* Επίσης διασώζεται έν έπος σε 6 τόμους με τίτλο Αποτελέσματα που είναι γραμμένο στα Ελληνικά και περιγράφει πως τα άστρα επηρεάζουν τη μοίρα των ανθρώπων. Το έργο αυτό εκδόθηκε από τον Gronovius, Leiden 1698, από τους Axt & Rigler, Κολωνία 1832 κι από τον Köchly στο Corpus poetatarum epicorum graecorum, 7ος τόμος, Λειψία 1858. Το έπος αυτό αν και φέρει τ’ όνομα του είναι μεταγενέστερο, ίσως από τον 5ο αι. μ.Χ. κι αποτελείται από διάφορα τμήματα.

Στη ΠΑ σώζεται ένας αμφισβητούμενος στίχος του (ΙΧ 491).
Για τον Μαριανό δεν έχουμε καθόλου στοιχεία.
Ο Μάρκος Αργεντάριος ήταν αρχαίος Έλληνας επιγραμματοποιός. Έζησε στα μέσα του 1ου μ.Χ. αι. Ίσως είναι ο ρήτωρ Αργεντάριος που μνημονεύεται στις Suasoria του Σενέκα. Είναι ποιητής ερωτικός, ξένοιαστος και χαριτωμένος. Σώθηκαν 37 επιγράμματά του στη ΠΑ από το Στέφανο του Φιλίππου.
Για τον Μάρκο τον νεώτερο δεν έχουμε καθόλου στοιχεία.
Ο Μελέαγρος υπάρχει ολάκερος ΕΔΩ!
Ο Μένανδρος ο κωμικός, υπάρχει στο Στέκι κι είναι ΕΔΩ!
Ο Μενεκράτης ο Σάμιος ήτανε ποιητής (επιγραμματοποιός) του 4ου ή 3ου π.Χ. αι. Διασώζεται 1 αμφισβητούμενο όμορφο 2στιχο επίγραμμά του για τα γηρατειά στον 9ο τόμο της ΕA (AP IX 55) καθώς και πιθανώς το επίγραμμα 54. Το κείμενο της ΠΑ αποδίδει το επίγραμμα 54 σε κάποιο Μενεκράτη χωρίς επιθετικό προσδιορισμό. Κατά συνέπεια δε θα μπορούσε να λεχθεί με απόλυτη βεβαιότητα αν ποιητής toy ήταν ο Σμυρναίος ή ο Σάμιος ή, ίσως, κάποιος άλλος 3ος, αλλά το ίδιο επίγραμμα, εμφανίζεται ως: «Μενεκράτους Σαμίου» στο Στοβαίο, καθώς επίσης και στην Ευφημιανή Συλλογή (συνήθως αποκαλούμενη στη βιβλιογραφία ως Syll. E.), με την ένδειξη «εις γήρας». Στη ΠΑ εμφανίζονται 3 επιγράμματα με το όνομα Μενεκράτης: Βιβλίο 9, επίγραμμα 54: Μενεκράτους Βιβλίο 9, επίγραμμα 55: Λουκιλλίου ή μεν Μενεκράτους Σαμίου Βιβλίο 9, επίγραμμα 390: Μενεκράτους Σμυρναίου. Στο προοίμιο της ανθολογίας Στέφανος του Μελεάγρου, αναφέρεται ότι έχει περιληφθεί σε αυτήν ποιητής με το όνομα αυτό χωρίς να δηλώνεται ποιος από τους παραπάνω είναι.
Ο Μενεκράτης ο Σμυρναίος ήτανε ποιητής της Ελληνιστικής Εποχής. Διασώζονται 2 επιγράμματα του στον 9ο τόμο της ΠΑ (το 390,-που φέρει το όνομά του- κι, ίσως, το -αμφισβητούμενο- 54, Στη ΠΑ εμφανίζονται 3 επιγράμματα με αυτό το όνομα: Βιβλίο 9, επίγραμμα 54: Μενεκράτους Βιβλίο 9, επίγραμμα 55: Λουκιλλίου ή μεν Μενεκράτους Σαμίου Βιβλίο 9, επίγραμμα 390: Μενεκράτους Σμυρναίου. Στο προοίμιο της ανθολογίας Στέφανος του Μελεάγρου, αναφέρεται ότι έχει περιληφθεί σ’ αυτή ποιητής με το όνομα αυτό χωρίς να δηλώνεται ποιος από τους παραπάνω είναι. Ορισμένοι μελετητές ταυτίζουνε τον Μενεκράτη το Σμυρναίο, με τον Μενεκράτη τον Εφέσιο που μνημονεύει ο Βάρρων.
Ο Μεσομήδης ήταν αρχαίος Έλληνας λυρικός ποιητής και μουσικός από τη Κρήτη, που έζησε το 2ο αι. μ.Χ. κι ευνοήθηκε από το Ρωμαίο Αυτοκράτορα Αδριανό. Σωθήκανε 2 επιγράμματά του στη ΠλΑν (XIV 63 & XVI 323 στην ΕΑ) κι ένας ωραιότατος Υμνος εις Νέμεσιν, σημαντικός για τη μελέτη της Ιστορίας της Μουσικής γιατί διασώθηκαν με αυτόν αρχαία μουσικά σημεία. Επίσης συνέγραψε το Εγκώμιον Αντινόου κι άλλα έργα. Έχουν σωθεί διάφορα έργα του, ποιήματα αλλά και μουσικά μέλη (κείμενο και μουσική). Σε διάφορα χειρόγραφα, με 1η έντυπη έκδοση (editio princeps) τη Dialogo della musica antica e della moderna, που τυπώθηκε από τον Βιντσέντσο Γκαλιλέι (Vincenzo Galilei), πατέρα του γνωστού αστρονόμου, στη Φλωρεντία το 1581, τα μουσικά μέλη (ποιητικό κείμενο και μουσική) – αρχικά είχαν αποδοθεί στο Διονύσιο, που ‘χε συντάξει το κείμενο που προηγούνταν αυτών.
Ο Μίμνερμος ήταν ελεγειακός ποιητής από τη Κολοφώνα της Μ. Ασίας, που άκμασε τη περίοδο 630-600 π.Χ. Θεωρείται πατέρας της ερωτικής ελεγείας. Είναι ο ποιητής του έρωτα και της μελαγχολίας και τα ποιήματά του μιλάνε για την ηδονή, την απόλαυση και το φόβο των γηρατειών. Οι αρχαίοι τον αποκαλούσαν λιγναιτάδη “διά το εμμελές και λιγύ” και τον ανέφεραν όχι ως ελεγειοποιό, αλλά σαν αυλητή. Αλλά ο Μίμνερμος υπήρξε εξαιρετικός ποιητής ελεγειών, εξέφρασε προσωπικά συναισθήματα και δημιούργησε υποκειμενική ποίηση. Η αγωνία για τα γερατειά τον απασχόλησε ιδιαίτερα, που την περιέγραψε με απλότητα και δύναμη.
Ανάμεσα στα σωζόμενα έργα του, ένα ποίημα αναφέρεται στη διαμάχη μεταξύ των ιωνικών πόλεων της Μ.Ασίας και των βασιλιάδων της Λυδίας και την αντίθεση των τότε κατοίκων με τους προγόνους τους, που κάποτε είχαν νικήσει το Λυδό βασιλιά Γύγη. Ωστόσο, τα πιο σημαντικά έργα του ήταν μια σειρά από ελεγείες που αναφέρονται στη Ναννώ, αυλητρίδα και, κατά κάποιους, αγαπημένη του ποιητή. Στη ΠΑ σώζεται 1 επίγραμμά του (IX 50). Στη ΠλΑν (στην έκδοση του Ιερώνυμου ντε Μπος) αναφέρεται ότι υπάρχουν 2.
Ο Μνασάλκας ή Μνασάλκης ήτανε ποιητής κι επιγραμματοποιός απ’ τις Πλαταιές της Σικυώνας στη βόρεια Πελοπόννησο κι έζησε τον 3ο αι. π.Χ., περίπου στο 250 π.Χ.. Ωστόσο υπάρχουν κι εκτιμήσεις που τονε χρονολογούνε στον 4ο ή 2ο αι. π.Χ. Τού αποδίδονται 18 ποιήματα, κυρίως ταφικά κι αφιερωματικά κι η πλειοψηφία τους είναι μέρος της ΠΑ. Τμήματα του έργου του έχουν ανακαλυφθεί σε πάπυρο του 2ου αι. π.Χ., 2 εκ των οποίων δε περιέχονται σε ανθολογία. Δέχτηκε κριτική για το έργο του από τον σύγχρονο του, Θεοδωρίδα τον Συρακούσιο, που τον περιγράφει ως ελεγειοποιό που αντέγραψε απροκάλυπτα τον ελεγειακό ποιητή του 5ου αι. π.Χ., Σιμωνίδη τον Κείο. Άλλες επιρροές που διακρίνουνε το έργο του είν’ αυτές από την Ανύτη και τον Ασκληπιάδη τον Σάμιο. Οι ιστοριογραφικές πηγές αναφέρουν επίσης ότι του ‘χεν απονεμηθεί ο τιμητικός τίτλος του προξένου στον Ωρωπό.
Τα παρακάτω επιγράμματα αποτελούν το διασωζόμενο έργο του:
Πρόμαχος, Κλεόλαος, Κλείτος, Αλέξανδρος, Αλέξανδρος υιός του Φυλλέα, Κλεώνυμος, Ησίοδος, Ποίμανδρος, Ακρίς, Θανούσα ακρίς, Αιθυία, Οι λυτρωτές, Αριστοκράτεια, Κλειώ, Πρόκνη, Σύριγξ, Ειναλία, Αντιλέων.
Η Μοιρώ η Βυζαντία υπάρχει στο Στέκι κι είναι ΕΔΩ!
Ο Μόσχος ο Συρακούσιος ήταν αρχαίος Έλληνας βουκολικός ποιητής και μαθητής του Αλεξανδρινού λόγιου Αρίσταρχου της Σαμοθράκης. Γεννήθηκε στις Συρακούσες της Μεγάλης Ελλάδας και το κύριο μέρος του έργου του έλαβε χώρα στα μέσα του 2ου αι. π.Χ. Από τα έργα του μας σώθηκαν λίγα βουκολικά αποσπάσματα και το σύντομο ειδύλλιο Ἔρως δραπέτης, όπου μικρό παιδί ο Έρωτας έχει εξαφανιστεί, κι η μητέρα του Αφροδίτη, τον παρουσιάζει ως επικίνδυνο κι ορίζει αμοιβή για όποιον τον εντοπίσει ένα φιλί της κι όχι μόνο. Πιο γνωστό είναι το επύλλιο Εὐρώπη, όπου περιγράφει με πολλή χάρη την αρπαγή της θυγατέρας του βασιλιά της Φοινίκης από τον Δία και το γαμήλιο ταξίδι τους στη Κρήτη. Στα λίγα του έργα που διασώζονται διακρίνεται μια επιρροή από το Θεόκριτο. Τα λοιπά έργα του, 3 αποσπάσματα από βουκολικά ποιήματα, καθώς κι ένα επίγραμμα σε ελεγειακό δίστιχο το οποίο κι αποτελεί μέρος του σώματος της ΕΑ. Τα διασωζόμενα του βουκολικά αποσπάσματα, συντέθηκαν σε δακτυλικό 6μετρο και τη δωρική διάλεκτο και δεν ασχολούνται τόσο με βουκολική θεματολογία αλλά εστιάζουνε κυρίως σε ερωτικά και μυθολογικά θέματα. Το χαρακτηριστικό αυτό, εκτιμάται πως εμφανίζεται και στα βουκολικά ποιήματα του Βίωνα του Σμυρναίου.

Η Ευρώπη, μαζί και με την Εκάλη του Καλλίμαχου, είναι από τα χαρακτηριστικά παραδείγματα του Ελληνιστικού φαινομένου του επύλλιου. Εκτιμάται πως είναι πολύ πιθανό πως το έργο του Μόσχου είχε σημαντική επιρροή στην Ελληνική βουκολική ποίηση, και πως η επιρροή του Έρως Δραπέτης γίνεται αισθητή στη ποίηση του Βίωνα και τους ύστερους βουκολικούς ποιητές. Κατά τη περίοδο της Αναγέννησης το έργο του μεταφράστηκε καθώς και μιμήθηκε από συγγραφείς όπως ο Ιταλός ποιητής του 16ου αι. Τορκουάτο Τάσο, κι ο Άγγλος δραματικός ποιητής Μπεν Τζόνσον. Στο παρελθόν του αποδίδονταν κι άλλα 2 ποιήματα που σύμφωνα με μεταγενέστερες εκτιμήσεις δεν ανήκουνε σ’ αυτόν, ωστόσο συχνά συμπεριλαμβάνονται στις συλλογές των έργων του. Το πλέον γνωστό είναι ο Επιτάφιος Βίωνος για το Βίωνα τον Σμυρναίο, ο οποίος είχε μια μακρά παράδοση στη βουκολική ποίηση. Το άλλο πρόκειται για το Μεγάρα που αναφέρεται στη Μεγάρα της μυθολογίας που ήταν σύζυγος του Ηρακλή, και περιέχει διαλόγους σε επικό ύφος μεταξύ της μητέρας και της συζύγου του κατά την απουσία του. Πέρα από τη ποίηση του ήταν επίσης γνωστός και για το γραμματικό του έργο, από το οποίο δεν διασώζεται τίποτα.
Για τον Μούκιο Σκευόλα δεν έχουμε καθόλου στοιχεία.
Ο Μούνδος Μουνάτιος (λατ: Mundus Munatius) ή Μούνδος Επιγραμματικός ήταν αρχαίος Έλληνας επιγραμματοποιός του οποίου το έργο περιλαμβάνεται στην ΕΑ και θεωρείται πως έζησε μετά τον 1ο αι. μ.Χ. μιας και το λατινογενές όνομα του δεν ήτανε κοινό κείνη την εποχή. Από τα επιγράμματα του διασώζεται μόνο ένα ποιήμα σχετικά με τα ερείπια των Μυκηνών, στο 9ο βιβλίο της ΠΑ, επίγραμμα 103 (AP IX 103).
Ο Μουσίκιος ήταν αρχαίος Έλληνας ποιητής γνωστός μόνο από τη ΠΑ στην οποία σώζεται μόνον 1 επίγραμμά του (ΙΧ 39), το οποίο από το Διογένη Λαέρτιο (ΙΙΙ 33) αποδίδεται στον Πλάτωνα.
Ο Μυρίνος είναι άγνωστος ποιητής, που έζησε τον 1ο π.Χ. ή τον 1ο μ.Χ. αι. και περιλαμβανότανε στο Στέφανο του Φιλίππου. Από τον Reiske (Ράισκε) διατυπώθηκε η άποψη ότι πρόκειται για το Ρωμαίο λόγιο Licinius Varron Murena. Στη ΠΑ σώζονται 4 επιγράμματά του.
Ν
Νέστωρ ο Λαρανδεύς, Νέστωρ ο Νικαεύς, Νικαίνετος, Νίκανδρος ο Κολοφώνιος, Νίκαρχος, Νικίας (επιγραμματοποιός), Νικόδημος ο Ηρακλεώτης, Νικόμαχος, Νουμήνιος ο Ταρσεύς, Νοσσίς
Ο Λεύκιος Σεπτίμιος Νέστωρ (Lucius Septimus Nestor) ή Νέστωρ ο Λαρανδεύς, ήταν Έλληνας ποιητής με καταγωγή από τα Λάρανδα στη Λυκαονία κοντά στη Καππαδοκία της Μ.Ασίας, που έζησε τέλη 2ου μ’ αρχές 3ου αι. Συνέθεσε αρκετά ποιήματα σχετικά με διάφορα θέματα κατά τη παράδοση των ελληνιστικών ποιητών όπως οι Νίκανδρος και Παρθένιος, ωστόσο το σημαντικότερο έργο του φαίνεται πως υπήρξε η λειπογραμματική Ιλιάδα στο οποίο έκανε επίδειξη της ποιητικής δεξιότητας του και των γνώσεων του περί των Ομηρικών κειμένων. Αν κι υπήρξε φημισμένος κατά την εποχή που έζησε, διασώζονται πολύ λίγα αποσπάσματα από το συνολικό έργο του, ωστόσο η επιρροή που άσκησε διακρίνεται στα Διονυσιακά του Νόννου ο οποίος υιοθέτησε στοιχεία από τον γιο του Νέστωρα, τον Πείσανδρ
ο, ο οποίος επίσης υπήρξε ποιητής.
Το λεξικό Σούιδα (10ος αι.) ονομάζει τον Νέστωρα ως τον συγγραφέα 2 ποιημάτων, της λειπογραμματικής Ιλιάδας (Ἰλιὰς λειπογράμματος) και του έργου Μεταμορφώσεις, ενώ σημειώνει πως έγραψε κι άλλα ποιήματα τα οποία ωστόσο δεν αναφέρει τους τίτλους τους. Αρκετά αποσπάσματα από τις Μεταμορφώσεις μεταφέρθηκαν στο ποιητικό σώμα κειμένων της ΕΑ. Δεν διασώζονται αποσπάσματα από την Ιλιάδα, αλλά θεωρείται πως το ποιήμα αφορούσε την ίδια την ίδια του Ομήρου, με τη διαφορά το γράμμα που αντιστοιχούσε στην αρίθμηση της κάθε ραψωδίας (π.χ. Α´, Β´ κτλ) απουσίαζε εντελώς από το κείμενο και γίνοντανε χρήση εναλλακτικών λέξεων που δεν το περιείχαν. Ο μεταγενέστερος ποιητής, Τριφιόδωρος (4ος-5ος αι.), έγραψε λειπογραμματική Οδύσσεια ακολουθώντας την ίδια πρακτική με τον Νέστωρα.
Υπάρχουνε κι άλλα έργα που του αποδίδονται από το σύγγραμμα Γεωπονικά (10ος αι.), τα οποία αφορούν συγγράματα διδακτικής ιατρικής ποίησης όπως ο Ἀλεξίκηπος (προστατευμένος κήπος) κι η Πανάκεια. Συγκεκριμένα σε ότι αφορά τον Αλεξίκηπο εκτιμάται πως ανήκει στην παράδοση του γραπτού των Αλεξιφαρμάκων του Νίκανδρου. Πολύ πιθανώς πρόκειται για το ίδιο άτομο στο οποίο αποδίδεται το έργο Ἀλεξανδρειάς από τον Στέφανο Βυζάντιο που το χρησιμοποίησε ως πηγή τοπονυμίων. Ενδεχομένως το έργο αφορά τον Ρωμαίο αυτοκράτορα του 3ου αι., Αλέξανδρο Σεβήρο, αν κι είναι επίσης πιθανό να πρόκειται για τον Μέγα Αλέξανδρο ή και σύγκριση μεταξύ τους.
Για τον Νέστορα τον Νικαέα, δεν υπάρχουνε διόλου στοιχεία.
Ο Νικαίνετος ἐποποιός ήταν αρχαίος Έλληνας επιγραμματοποιός κι επικός ποιητής του 3ου αι.π.Χ. που ‘ζησε στη Σάμο κι είχε καταγωγή απ’ τ Άβδηρα της Θράκης. Διασώζονται 6 επιγράμματα του στη ΠΑ, ενώ 1 απ’ αυτά αμφισβητείται. Αναφέρεται από τον Στέφανο Βυζάντιο ως ένας από τους γνωστούς Αβδηρίτες επικούς ποιητές. Σώζονται επίσης 6 στίχοι από το έργο του Λύρκος.
Ο Νίκανδρος ο Κολοφώνιος (4ος π.Χ- 3ος π.Χ αι.)γεννήθηκε στη Κλάρο, κοντά στη Κολοφώνα, γιος του Δαμαίου, όπου η οικογένειά του ήταν υπεύθυνη από γενιά σε γενιά για το ιερατείο του Απόλλωνα, υπήρξε κι ο ίδιος ιερεύς του. Άκμασε κατά τη βασιλεία του Αττάλου Γ’ της Περγάμου. Ήτανε σύγχρονος του Αράτου και του Θεοκρίτου.
Από έναν αρκετό αριθμό βιβλίων που έγραψε, πρόζα κι έμμετρο στίχο, μόνο 2 διασώζονται ολόκληρα. Αυτά είναι:
Τα Θηριακά, είναι ποίημα σε δακτυλικό 6μετρο, αποτελούμενο από 958 στίχους. Περιγράφεται η φύση δηλητηριωδών ζώων και τις επιδράσεις των δηλητηρίων τους που προκαλούνε, καθώς και τα αντίστοιχα αντίδοτα. Περιγράφει 14 είδη ιοβόλων ερπετών. Στο ίδιο έργο αναγράφονται 125 φυτά. Είναι ο 1ος αρχαίος Έλληνας που αναφέρει την ιατρική χρήση των βδελλών.
Τα Αλεξιφάρμακα, αποτελείται από 630 στίχους στο ίδιο μέτρο, που αναφέρονται γενικά στα δηλητήρια αναλύοντας 19 εξ αυτών, 8 ζωικών κι 11 φυτικών, ενώ παράλληλα παρέχει συνταγές για την αντιμετώπισή τους. Σημαντικό μέρος αυτού του συγγράμματος βρίσκεται σήμερα στη Μονή Ιβήρων στο Άγιον Όρος. Η κύρια πηγή πληροφοριών του Νικάνδρου φέρεται ο ιατρός Απολλόδωρος.
3 επιγράμματά του από τον Στέφανο του Μελέαγρου σώζονται στη ΠΑ (VII 435, VII 526, IX 503A).
Άλλα έργα που είχε συγγράψει που δεν έχουν όμως διασωθεί είναι:
Αιτωλικά (Γεωγραφικό ίσως περί πανίδας και χλωρίδας)
Βοιωτικά (ομοίως με παραπάνω)
Γεωργικά
Εξηγητικά εις Ιπποκράτην
Ετεριούμενα, το σύγγραμμα αυτό είχε σχολιάσει ο Αντωνίνος Λιβεράλις κι ο Οβίδιος.
Ευρώπεια
Θηβαϊκά
Ιάσεων συναγωγή βιβλία 3.
Κολοφωνιακά
Κυνηγετικά ή Θηρευτικά
Μελισσουργικά
Οιταϊκά
Οφιακά
Περί ποιητών
Προγνωστικά, που πιθανώς αναφέρονταν στα πρώτα συμπτώματα δηλητηριάσεων.
Σικέλεια
Τα έργα του επαινέθηκαν από τον Κικέρωνα (De oratore, i. 16), έγιναν αντικείμενο μίμησης του Οβιδίου και του Λουκιανού, και χρησίμευσαν συχνά ως πηγές για τον Πλίνιο κι άλλους συγγραφείς.
Ο Νίκαρχος ήταν Έλληνας επιγραμματοποιός του 1ου μ.Χ. αι.. Για τη ζωή του δε διαθέτουμε πληροφορίες. Αρκετά επιγράμματά του σώζονται στη ΠΑ ενώ αποσπάσματά του βρεθήκανε και σε παπύρους στην Οξύρρυγχο* της Αιγύπτου.
Ο Νικίας από τη Μίλητο (αναφερόμενος στη διεθνή βιβλιογραφία και Νικίας ο Μιλήσιος), ήταν ιατρός, λόγιος, ποιητής κι επιγραμματοποιός του 3ου αι. π.Χ, συμμαθητής του φημισμένου, αργότερα, ιατρού Ερασίστρατου και στενός φίλος του ποιητή Θεοκρίτου. Τον αναφέρει στο ειδύλλιό του με τίτλο Κύκλωψ (Ειδύλλιο XI), καθώς και στο ειδύλλιο αρ. 28 XXVIII (Ηλακάτη) με το οποίο συνοδεύει το δώρο του, ένα αδράχτι (ηλακάτη) από ελεφαντόδοντο, προς τη σύζυγο του Νικία, Θευγενὶδα, για να την ευχαριστήσει για τη φιλοξενία. Ο Μελέαγρος τον αναφέρει στο εισαγωγικό του ποίημα στο Στέφανό του, εκεί που παρομοιάζει τους ποιητές με λουλούδια του στεφάνου ως «χλοερόν τε σύσιμβρον Νικίου», όπου το σύσιμβρο, (αναφερόμενο και σκύμβρο ή συσίμβριο) αναφέρεται φυτό, το οποίο περιγράφεται στα Γεωπονικά (περί σκύμβρα) ως «ορέξεως ενεργητικόν και έρων κινητικόν». Σημειώνεται ότι η παρομοίωση του Μελεάγρου, γίνεται με φυτό με θεραπευτικές ιδιότητες, συσχετίζοντας το ιατρικό του επάγγελμα. Τα επιγράμματα που αποδίδονται σε αυτόν είναι στη ΠΑ τα VI 122, 127, 170, VII 200, IX 315, 564, 398 ενώ στη ΠλΑν βρίσκονται και τα XVI 188, 189 που δεν υπάρχουνε στη ΠΑ.
Οι Νικόδημος ο Ηρακλεώτης, Νικόμαχος, Νουμήνιος ο Ταρσεύς, στερούνται λοιπών στοιχείων, δυστυχώς.
Η Νοσσίς ή Νόσσις υπάρχει στο Στέκι κι είναι ΕΔΩ!
Ξ
Ξενοκράτης, Ξενόκριτος ο Ρόδιος, Ξενοφάνης ο Κολοφώνιος
Ο Ξενοκράτης ο Χαλκηδόνιος ήτανε πλατωνικός φιλόσοφος και μαθηματικός. Γεννήθηκε περίπου 396-5 π.Χ. στη Χαλκηδόνα και πέθανε το 314 π.Χ. στην Αθήνα. Ήταν ο 3ος διευθυντής (σχολάρχης) της Ακαδήμιας μετά τον θάνατο του Πλάτωνα και ανέλαβε μετά το θάνατο του Σπευσίππου το 339 π.Χ.. Η θητεία του ολοκληρώθηκε μαζί με το φυσικό του θάνατο το 314 π.Χ. Ο Ξενοκράτης παρ’όλο που μέχρι την ηλικία των 30 διήγε βίο άσωτο, όταν εισήλθε στην Ακαδημία Πλάτωνος άλλαξε, και έχαιρε της αμέριστης εκτίμησης των Αθηναίων ως άντρας ηθικός και εγκρατής. Χαρακτηριστικό είναι πως αναφορές της εποχής σημειώνουν πως απέκρουσε τις ερωτικές προτάσεις δύο εκ των καλυτέρων εταίρων της εποχής όπως η Λαΐς κι η Φρύνη.
Υπήρξεν από τους πλέον πιστούς στον Πλάτωνα. Ως διευθυντής της Ακαδήμιας εκλέχτηκε από τα γραμμένα μέλη με συνυποψήφιους ως επί το πλείστον ξένους (μη Αθηναίους πολίτες). Η διαδικασία αυτή ήταν πρωτόγνωρη με δεδομένο ότι ο προηγούμενος (Σπεύσιππος) ορίστηκε απ’ευθείας από τον Πλάτωνα. Η εκλογή του Ξενοκράτη είχε ως αποτέλεσμα την έντονη αντίδραση του Αριστοτέλη που δεν ήταν Αθηναίος κι ως επακόλουθο την αποχώρηση του και την ίδρυση από μέρους του νέας φιλοσοφικής σχολής (Περιπατητική Σχολή). Σε αντίθεση με τον Σπεύσιππο διέμενε στους χώρους της Ακαδήμιας όπως μεταγενέστερα ο Πολέμων κι ο Αρκεσίλαος. Κατά τη διάρκεια της θητείας του ο μετέπειτα διάδοχός του, Πολέμων, εισήλθε στο χώρο που δίδασκε τρεκλίζοντας κι εμφανώς μεθυσμένος. Ο Χαλκηδόνιος φιλόσοφος παρέμεινε απαθής και συνέχισε τη παράδοση του ως το τέλος, γεγονός που συγκλόνισε τον Πολέμονα, άλλαξε άρδην τον τρόπο ζωής του και τον μετέτρεψε σε φίλο της σχολής και της φιλοσοφίας.
Ίσως το σημαντικότερο επίτευγμά του (πέρα από τα δικά του έργα τα οποία δε διεσώθησαν στο σύνολο τους) ήταν η επεξεργασία και συμπλήρωση του όλου πλατωνικού συστήματος, δηλαδή, ενός οντολογικού κι ανθρωπολογικού οικοδομήματος. Βάσει των τίτλων των 72 έργων του και των λίγων αποσπασμάτων που γνωρίζουμε, τα βασικά στοιχεία του έργου του συνέκλιναν στη Λογική, τη Γνωσιοθεωρία, και τα Μαθηματικά. Η φυσική και πολιτική φιλοσοφία δεν ανήκαν στα πεδία ενδιαφέροντός του. Από τα στοιχεία που διαθέτουμε πρέπει να ήταν ο 1ος που ανέδειξε τη 3μερή διάκριση της Φιλοσοφίας σε λογική, φυσική και ηθική. Ασχολήθηκε κυρίως με τη φύση των Θεών και τη σχέση τους με τα ουράνια σώματα και την Ηθική και τις προεκτάσεις της στη καθημερινή ζωή. Ήτανε γνώστης κι ευνοϊκά διακείμενος στη Πυθαγόρεια διδασκαλία κι εν γένει φιλοσοφία και το γεγονός αυτό τον επηρέασε ώστε να διατυπώσει τα Πλατωνικά δόγματα επενδεδυμένα με Πυθαγόρεια λογική. Μαθητές του ήταν ο Πολέμων ο οποίος τον διαδέχθηκε το 314 π.Χ., ο Ζήνων ο Κιτιεύς, ο Επίκουρος κι ο Κράτης ο Αθηναίος.
Ο Ξενόκριτος ο Ρόδιος ήταν αρχαίος Έλληνας επιγραμματοποιός από τη Ρόδο και δε γνωρίζουμε πολλά για τη ζωή του. Διασώζονται 2 επιγράμματα στην ΕΑ, το Εις Λυσιδίκην ναυαγήσασαν Κυμαίαν (AG VII 291) για το κενοτάφιο μιας ναυαγού μ’ αυτό τ’ όνομα και το Εις άγαλμα Ερμού (AG XVI 186) σχετικά με μια ερμή (λίθινη στήλη με προτομή άνδρα) που εύχεται ν’ αποκτήσει χέρια και πόδια ώστε να αγωνιστεί στη παλαίστρα. Εκτιμάται πως έζησε σε κάποια χρονική περίοδο ανάμεσα στον 3ο αι. π.Χ. και 1ο αι. μ.Χ.
Ο Ξενοφάνης ο Κολοφώνιος υπάρχει ολόκληρος ΕΔΩ!
Ο
Οινόμαος ο Γαδαρηνός, Όμηρος, Ονέστης, Όνεστος ο Βυζάντιος, Όνεστος ο Κορίνθιος
Ο Οινόμαος ο Γαδαρηνός ήτανε κυνικός φιλόσοφος των ρωμαϊκών χρόνων, που ‘ζησε στα χρόνια του αυτοκράτορα Αδριανού και πριν από τον Πορφύριο. Είχε τοποθετηθεί κατά της μαντείας και των χρησμών. Η φιλοσοφία του όμως συνίστατο όχι τόσο πολύ σε κάποιο συγκεκριμένο σύστημα, αλλά σε έναν αυθόρμητο κι ασυγκράτητο τρόπο σκέψης και ζωής. Φαίνεται ότι συνέγραψε αρκετά έργα, από τα οποία όμως αναφέρονται οι εξής πέντε τίτλοι:
Περί της Ομήρου φιλοσοφίας
Περί κυνισμού
Περί Κράτητος, Διογένους κι άλλων κυνικών
Αυτοφωνία του κυνός
Φωρά γοήτων
Σημαντικά αποσπάσματα του έργου του διασώθηκαν από τον Ευσέβιο, που λέει πως έγραφεν ασταμάτητα σα να ‘ταν υπό την επιρροή κάποιου δαίμονα. Σ’ αυτόν αποδίδεται το επίγραμμα ΙΧ 479 της ΠΑ.
Ο Όμηρος υπάρχει στο Στέκι κι είναι ΕΔΩ!
Με το όνομα αυτό (Ονέστης ή Όνεστος) υπάρχουν 8 επιγράμματα στη ΠΑ. 1 επίγραμμα ακόμη (VII 274) αποδίδεται στον Όνεστο τον Βυζάντιο κι άλλο 1 (ΙΧ 216) στον Όνεστο τον Κορίνθιο. Ο Jacobs δε διαχωρίζει τους ποιητές των 10 αυτών επιγραμμάτων στον κατάλογό του ούτε ο Waltz στα βιογραφικά του των ποιητών. Ο Beckby αντίθετα δέχεται την ύπαρξη 2 ποιητών. Πρόκειται, κατά τον Waltz, για αυλικό ποιητή της εποχής του Αυγούστου, -πράγμα μάλλον ασαφές-, ρωμαϊκής μάλλον καταγωγής, όπως υποδηλώνει το όνομά του, που περιλαμβανόταν στο Στέφανο του Φιλίππου.
Π
Παγκράτης, Πάμφιλος, Παντέλειος, Παρμενίων (επιγραμματοποιός), Παρμένων, Πείσανδρος ο Ρόδιος, Πέρσης ο Θηβαίος, Πέρσης ο Μακεδών, Πέρσης ο ποιητής, Πίνυτος, Πίσων, Πιττακός, Πλάτων, Πλάτων ο κωμικός, Πολέμων Α΄ ο Ποντικός, Πολύαινος ο Σάρδιος, Πολύστρατος, Πομπήιος ο νεότερος, Ποσείδιππος, Πραξιτέλης, Πτολεμαίος (επιγραμματοποιός), Πυθαγόρας, Πωλλιανός
Για τους: Παγκράτη, Παντέλειο, Πέρση Μακεδόνα, Πέρση ποιητή, Πίνυτο, Πίσωνα, Πλάτωνα νεότερο, Πολύστρατο και Πομπήιο νεότερο, δυστυχώς δεν έχουμε καθόλου στοιχεία.
Ο Πάμφιλος ήτανε ζωγράφος του 4ου αι. π.Χ. από την Αμφίπολη, μαθητής του Ευπόμπου και δάσκαλος του Απελλή που ίδρυσε το 360 π.Χ. σχολή ζωγραφικής στη Σικυώνα, της οποίας κορυφαίος εκπρόσωπος ήταν ο Πολύκλειτος. Απέβλεπε κυρίως στην ακρίβεια των αναλογιών κι απαιτούσε για το λόγο αυτό από τους μαθητές του τη σπουδή της γεωμετρίας. Ενήργησε και πέτυχε την εισαγωγή της ζωγραφικής στα σχολεία. Δίδασκε επί μισθώ, ένα τάλαντο που έπαιρνε για διδασκαλία 12 ετών. Μνημονεύονται δυο εικόνες, η εν Φλειούντι νίκη των Αθηναίων κι ο Οδυσσέας επί σχεδίας. Επίσης συνέγραψε περί ζωγραφικής και ζωγράφων και φέρεται να ‘χει αφήσει κι επιγράμματα, αλλά τούτο δεν είναι σίγουρο.
Ο Παρμενίων ήτο Μακεδών επιγραμματοποιός που ‘ζησε την εποχή του Αυγούστου. Στη ΠΑ σώζονται 15 επιγράμματά του απ’ το Στέφανο του Φιλίππου.
Με το όνομα αυτό (Παρμένοντος) σώζεται στη ΠΑ το επίγραμμα XΙΙΙ 18. Το όνομα αυτό αναφέρεται στο ποίημα ως όνομα του αφιερωτή κι οι φιλόλογοι θεωρούν αδικαιολόγητη τη ταύτισή του με τον ποιητή και το επίγραμμα αδέσποτο. Ο Πάτον αποδίδει το επίγραμμα στον Παρμενίωνα.
Ο Πείσανδρος ο Ρόδιος ήταν αρχαίος Έλληνας επικός ποιητής των μέσων του 7ου αι. π.Χ. από τη πόλη Κάμειρο. Οι Αλεξανδρινοί γραμματικοί τονε θεωρούσαν κορυφαίο ποιητή, ισάξιον Ομήρου κι Ησιόδου. Το έπος του, Ηράκλεια εξυμνούσε σε 12 ραψωδίες τους ισάριθμους άθλους του Ηρακλή. Ο Πείσανδρος ήταν ο 1ος που τονε περιέγραψε να φέρει ρόπαλο. Μολονότι από το έργο αυτό σώθηκαν μόνο 3 στίχοι, είναι γνωστό ότι είχε πολύ μεγάλη επίδραση κατά την αρχαιότητα. Αυτός διεμόρφωσε τον θρύλο του, φτιάχνοντας από προγενέστερες διηγήσεις μία συνεκτικήν αφήγηση, που έγινε από τότε αυθεντική για τον Ηρακλή και τον κύκλο των άθλων του.
Στον Πείσανδρο αποδίδεται κι 1 επίγραμμα της ΠΑ (VII 304).
Ο Πέρσης ο Θηβαίος ήταν επιγραμματοποιός στην ΕΑ. Στη ΠΑ υπάρχουν 9 επιγράμματά του, ανάμεσα στα οποία κι εξαίρετα επιτύμβια επιγράμματα, ενώ στη ΠλΑν υπάρχουνε τα 5. Ο ποιητής αναφέρεται πως έχει παρόμοιο ύφος με αυτό του Αδαίου με την ίδια απλοϊκότητα και καλό γούστο, αλλά μικρότερη δύναμη. Στο προοίμιό του στο Στέφανο, ο Μελέαγρος αναφέρεται στον Περσέα ως «εὐώδη σχοῖνον ἀμησάμενος». Σ’ άλλο επίγραμμα αναφέρεται και κάποιος Πέρσης ο Μακεδών αν και το ύφος των ποιημάτων δε δείχνει διαφορετικό σύμφωνα με τον Mackail.
Ο Πιττακός ο Μυτιληναίος υπάρχει στο Στέκι κι είναι ΕΔΩ!
Ο Πλάτων υπάρχει στο Στέκι κι είναι ΕΔΩ!
Ο Πλάτων ο κωμικός ήταν Αθηναίος ποιητής της αρχαίας αττικής κωμωδίας, σύγχρονος του Αριστοφάνη (τέλη 5ου-αρχές 4ου π.Χ. αι.). Στην Σουίδα αναφέρονται 30 τίτλοι έργων του, ορισμένα από τα οποία θεωρούνται νόθα. Στα πρώιμα έργα του ασχολήθηκε με πολιτικά θέματα κι είναι χαρακτηριστικό ότι έδωσε σε αρκετές από τις κωμωδίες του τα ονόματα των προσώπων που σατύριζε : Πείσανδρος (422 π.Χ.), Κλεοφών, Υπέρβολος (419 π.Χ.) Άλλα έργα του με πολιτικό περιεχόμενο είναι : Νίκαι (420 π.Χ.), Σοφισταί (411 π.Χ.) και μετά το τέλος του Πελοποννησιακού Πολέμου οι Πρέσβεις, Συμμαχίαι, Ελλάς. Έγραψε και κωμωδίες με μυθολογικές υποθέσεις (Άδωνις, Γρύπες, Ευρώπη, Ζευς κακούμενος, Μενέλεως, Φάων). Η κωμωδία Αφ’ ιερών (387 π.Χ.) πρέπει να ήταν η τελευταία του. Αποσπάσματα μόνο σώθηκαν από τα έργα του κι από αυτά διαπιστώνεται ότι γλώσσα και μέτρο μοιάζουνε πολύ με του Αριστοφάνη. Σώζεται επίσης στη ΠΑ το επίγραμμα ΙΧ 359 από το Στέφανο του Μελεάγρου, για τη προέλευση του οποίου στη ΠΑ αναφέρεται ότι είναι του Ποσειδίππου, κατ’ άλλους όμως είναι δικό του.
Ο Πολέμων Α’ ο Ποντικός, γιος του ρήτορα Ζήνωνα της Λαοδικείας, ήτανε βασιλιάς του ανατολικού τμήματος του Πόντου (37-8 π.Χ.), τον οποίον εγκατέστησε στο θρόνο ο Μάρκος Αντώνιος ως ανταμοιβή της βοήθειας που προσέφερε στους Ρωμαίους εναντίον των Πάρθων. 3 επιγράμματα της ΠΑ αποδίδονται σ’ αυτόν (V 68, IX 746, XI 38) εκ των οποίων το 1ο αμφισβητούμενο. Ορισμένοι φιλόλογοι αποδίδουνε τα επιγράμματα αυτά στον εγγονό του Πολέμωνα Β’ (38-63 μ.Χ.).
Ο Πολύαινος ο Σάρδιος ήτανε σοφιστής που ‘ζησε στη Ρώμη την εποχή του Ιουλίου Καίσαρα. Στη ΠΑ σώζονται 4 επιγράμματά του από το Στέφανο του Φιλίππου (ΙΧ 1, 7, 8, 9). Από κάποιους ταυτίζεται με τον Ιούλιο Πολύαινο.
Ο Ποσείδιππος, αναφερόμενος και ως Ποσείδιππος ο Πελλαίος, αλλά κι ως ο επιγραμματογράφος ήταν επιγραμματοποιός από τη Πέλλα. Γεννήθηκε περί το 300 π.Χ., έζησε στη Σάμο, που συνδέθηκε με τον Ασκληπιάδη και τον Ηδύλο κι εγκαταστάθηκε τελικά στην Αλεξάνδρεια. Αποδίδεται σ’ αυτόν ένα έπος υπό τον αδιευκρίνιστο τίτλο Ασωπία ή Αισώπεια ή (και 😉 Αιθιοπία, αλλά και δυο πιθανώς συλλογές επιγραμμάτων, ο Σωρός και τα Επιγράμματα. Η πηγή που αναφέρει γι’ αυτά, είναι ξεκάθαρη στο ότι στο 1ο υπήρχαν επιγράμματά του, αλλά όχι αν αποτελείτο μόνο από δικά του ή αν ήταν ήτανε συλλογή με επιγράμματα από διαφόρους ποιητές ή αν τη συλλογή την είχε κάνει ο ίδιος, ενώ για το 2ο, φαίνεται ότι ο Ποσείδιππος είχε έλεγχο του κειμένου. Οι μελετητές εκτιμούν ότι στα Επιγράμματα είχε συλλέξει όλα τα επιγράμματά του. Στη ΠΑ σώζονται 22 επιγράμματά του από το Στέφανο του Μελεάγρου, με ερωτικό κυρίως θέμα, ορισμένα εκ των οποίων αποδίδονται είτε σ’ αυτόν, είτε σε άλλον επιγραμματοποιό από τους συντάκτες της Ανθολογίας.
Επιγράμματά του βρεθήκανε και στον Πάπυρο του Μιλάνου*. 2 από τα 112 επιγράμματα στον πάπυρο αυτό αποδίδονται στον Ποσείδιππο ήδη από γραπτά του Ιωάννη Τζέτζη. Τα υπόλοιπα επιγράμματα δεν είναι γνωστό αν είναι του Ποσείδιππου ή είναι ανθολογία που περιέχει και επιγράμματα του Ποσείδιππου.
Ένας ιστορικός, Ποσείδιπος από την Κνίδο, εικάζεται ότι είναι πιθανό να είναι ο ίδιος ο επιγραμματοποιός. Αυτό προκύπτει από ένα παράθεμα του από τον Τζετζή το οποίο στο τέλος έχει επίγραμμα του Ποσείδιππου, αλλά και από άλλες περιστάσεις.
______________________________________________
* Ο Πάπυρος του Μιλάνου (αναφερόμενος επίσημα P. Mil. Vogl. VIII 309) είναι πάπυρος του τέλους του 3ου – αρχών του 2ου αι. που βρέθηκε στην Αίγυπτο. Περιέχει πάνω από 600 γραμμές με 112 επιγράμματα, από τα οποία δυο ο Ιωάννης Τζέτζης απέδιδε στον Ποσείδιππο. Τα επιγράμματα του παπύρου θεωρούνται ότι ήταν όλα (ή τα περισσότερα) του Ποσειδίππου. Ο πάπυρος αγοράστηκε από το Πανεπιστήμιο του Μιλάνου το 1992 και το περιεχόμενό του εκδόθηκε 1η φορά το 2001, από τον Guido Bastianini, τον Claudio Gallazzi και τον Colin Austin. Τα επιγράμματα του παπύρου του Μιλάνου είναι η τελευταία προσθήκη στο σώμα κειμένων της ΕΑ και χαρακτηρίζεται ως το σημαντικότερο εύρημα Ελληνιστικής λογοτεχνίας του 20ου αι.
Ο Πάπυρος του Μιλάνου χωρίζεται στα εξής εννέα κεφάλαια:
* Λιθικά 1-20, 20 επιγρ. (το Λιθικά εννοεί πολύτιμους λίθους)
* Οιωνοσκοπικά (21-35, 15 επιγρ.)
* Αναθεματικά (36-41, 6 επ. αφιερώματα στην Αρσινόη Β΄, βασίλισσα του Πτολεμαϊκού Βασιλείου)
* Επιτύμβια (42-61, 20 επ.)
* Ανδριαντοποιϊκά (62-70, 9 επ.)
* Ιππικά (71-88, 18 επ. εξύμνηση των νικών που πέτυχαν οι Πτολεμαίοι σε πανελλήνιους αγώνες)
* Ναυαγικά (89-94, 6 επ.)
* Ιαματικά (95-101 7 επ.)
* Τρόποι (102-109 8 επ. ανάμεσα σε άλλα, παρουσιάζονται και σημαντικοί άνδρες της αυλής των Πτολεμαίων)
* 110-112
—————————————————————–
Ο Πραξιτέλης υπάρχει ολόκληρος στο Στέκι κι είναι ΕΔΩ!
Ο Πυθαγόρας υπάρχει στο Στέκι κι είναι ΕΔΩ!
Ο Πτολεμαίος ήταν Έλληνας επιγραμματοποιός. Τίποτα δεν είναι γνωστό για τη ζωή του και δε μπορεί να ταυτιστεί με βεβαιότητα με κανέναν από τους γνωστούς Πτολεμαίους. Στη ΠΑ σώζονται 2 επιγράμματά του.
Ο Πωλλιανός ήταν γραμματικός και ποιητής, που έζησε την εποχή του Αδριανού κι έγραψε 2 συλλογές ποιημάτων. Στην ΕΑ σώζονται 5 επιγράμματά του (ΧΙ 127, 128, 130, 167, ΧVI 150).
Ρ
Ράρος, Ριανός ο Κρης
Για το Ράρο δεν έχουμε καθόλου στοιχεία.
Ο Ριανός ο Κρης ήταν Έλληνας ποιητής και γραμματικός, κάτοικος Κρήτης, φίλος του Ερατοσθένη (275-195 π.Χ.). H Σούδα λέει ότι αρχικά ήτανε σκλάβος και παρατηρητής στη παλαίστρα αλλ’ αργότερα στη ζωή του απέκτησε καλή μόρφωση κι αφιερώθηκε στη μελέτη γραμματικής, μάλλον στην Αλεξάνδρεια. Ετοίμασε αναθεώρηση της Ιλιάδας και της Οδύσσειας, που χαρακτηρίστηκε από σωστή κρίση και ποιητικό αισθητήριο, ενώ τα σχόλια περιλαμβάνανε συχνά δυναμικές παρατηρήσεις του. Έγραψε επίσης επιγράμματα, 11 απ’ τα οποία σώζονται στη ΠΑ και στον Αθήναιο και δείχνουνε κομψότητα και ζωντάνια. Ιδιαίτερα γνωστός όμως έγινε σα συγγραφέας επών (μυθολογικών κι εθνογραφικών), το πιο διάσημο απ΄αυτά ήτανε τα 6 βιβλία των Μεσσηνιακών που ασχολούνταν με το 2ο Μεσσηνιακό Πόλεμο και τη κεντρική φιγούρα του Αριστομένη, τα οποία χρησιμοποιήθηκαν από τον Παυσανία στο 4ο βιβλίο του σαν έγκυρη πηγή. Άλλα παρόμοια ποιήματα ήταν τα Αχαϊκά, τα Ηλιακά και τα Θεσσαλικά. Τα Ηράκλεια ήταν ένα μεγάλο μυθολογικό έπος, μάλλον μίμηση του ομώνυμου ποιήματος του Πανυάσι, που είχε τον ίδιο αριθμό βιβλίων (14).
Σ
Σαβίνος ο γραμματικός*, Σάμος ή Σάμιος, Σαπφώ, Σατύριος, Σάτυρος, Σεκούνδος ο Ταραντίνος, Σεραπίων, Σιμίας ο γραμματικός, Σιμίας ο Ρόδιος, Σιμμίας ο Θηβαίος, Σιμωνίδης ο Κείος, Σκυθίνος, Σπεύσιππος, Στατύλλιος Φλάκκος (ή Φλάκκος**), Στέφανος ο γραμματικός, Στράτων ο Σάρδειος, Στράβων, Συνέσιος ο φιλόσοφος, Σωκράτης
Για τους: Σάμο ή Σάμιο, Σεκούνδο τον Ταραντίνο, Σεραπίωνα, Σιμία το γραμματικό, Στέφανο το γραμματικό, Συνέσιο το φιλόσοφο, και Σωκράτη, δυστυχώς δεν υπάρχουνε καθόλου στοιχεία.
Ο Σαβίνος ο γραμματικός ήτανε ποιητής που εμφανίζεται στη ΠΑ (VI 158). Ο Jacobs τον ταυτίζει στο κατάλογό του με τον Τύλλιο Σαβίνο. Ο Waltz κι ο Paton τους διαχωρίζουν απ’ αλλήλων.
Η Σαπφώ υπάρχει στο Στέκι κι είναι ΕΔΩ!
Ο Σατύριος ήταν επιγραμματοποιός. Το Παλατινό χειρόγραφο τον θέλει Σάτριο, ο Πλανούδης Σατύριο. Ο Jacobs υιοθετεί τη 2η εκδοχή, ο Waltz τη 1η. Ο Paton επιτείνει την σύγχυση δεχόμενος αρχικά την εκδοχή Σατύριος αλλά ταυτίζοντάς τον μετά με τον Σάτυρο. Το επίγραμμα του Σάτριου ή Σατύριου που σώζεται στη ΠΑ είναι το VI 11.
Ο Σάτυρος ήταν επιγραμματοποιός του 1ου π.Χ. αι. Στην ΕΑ σώζονται 5 επιγράμματά του (Χ 6, 11, 13, XVI 153, 195). O Πλανούδης αποδίδει τα επιγράμματα Χ 5 και Χ 6 στον «Σάτυρο Θυΐλλο» αλλά μάλλον πρόκειται περί σύγχυσης οφειλόμενης στην γειτνίαση του Χ 5 (Θυΐλλου) με το Χ 6 (Σατύρου).
Ο Σιμίας ήταν Έλληνας γραμματικός και ποιητής που άκμασε περί το 300 π.Χ. και καταγόταν από τη Ρόδο. Έγραψε σύγγραμμα λεξικολογικού περιεχομένου (Γλώσσαι), ύμνους (στο Διόνυσο, στην Εστία, στον Ηρακλή κ.ά.) και διάφορα άλλα ποιήματα (Απόλλων, Γοργώ, Μήνες).

Στη ΠΑ σώζονται περί τα 11 επιγράμματα του (Σιμίου, Σιμίου Γραμματικού). 3 απ’ αυτά, τα XV 22, 24, 27, έχουνε γραφτεί έτσι ώστε οι στίχοι τους να εικονίζουνε το σχήμα του αντικειμένου για το οποίο μιλούν (Πέλεκυς, Πτέρυγες Έρωτος, Ωόν).
Ο Σιμμίας ο Θηβαίος ήταν μαθητής του Σωκράτη και φίλος του Κέβη. Αναφέρεται στα απομνημονεύματα του Ξενοφώντα, στον κύκλο του Σωκράτη. Επίσης αναφέρεται στα έργα του Πλάτωνα, Φαίδων, Κρίτων, Φαίδρος και στις 12 επιστολές. Σύμφωνα με το Διογένη το Λαέρτιο ήτανε συγγραφέας 23 σύντομων διαλόγων που δεν σώζονται σήμερα. Στο Σιμμία αποδίδεται από τη ΠΑ το επίγραμμα VII 21. Στη ΠλΑν είναι το επίγραμμα L.3 T.25 E.39 (σύμφωνα με την έκδοση του Ιερώνυμου ντε Μπος*). Οι περισσότεροι κριτικοί το αποδίδουν στον Σιμία τον Ρόδιο.
_____________________________________________________________
* Προσοχή, για να μη μπερδευτούμε: Ο Ιερώνυμος ντε Μπος (Hieronymus de Bosch) ή Τζερόνιμο ντε Μπος (Jeronimo de Bosch) (1740-1811) ήτανε ποιητής και σημαντικός λόγιος της λατινικής γλώσσας. Έγραψε αρκετά βιβλία, με ιδιαίτερα σημαντικά το Poëmata (1803) και το Anthologia Graeca, που περιείχε τη ΠλΑν, με μετάφραση στα λατινικά. Καμμιά σχέση με το ζωγράφο. Το όνομά του στην έκδοση της ΠλΑν αναφέρεται ως Hieronymο de Bosch (για την ακρίβεια ab Hieronymο de Bosch, δηλαδή του Ιερώνυμου ντε Μπός), αλλά σε πίνακές του και στον τίτλο βιβλίων του αναφέρεται ως Jeronimo De Bosch ή Hieronymi De Bosch. Μπορεί να αναφέρεται και με άλλες παραλλαγές π.χ. Hieronimus de Bosch, Geronimo de Bosch, Heinrich van den Bosch, Jeronomio de Bosch, Jeronymo de Bosch ή Hieronymus Boschius.
Γεννήθηκε στο Άμστερνταμ στις 23 Μαρτίου 1740. Ήταν μαθητής του Pieter Burman και του Vander Wilp. Στα 20 έγινε αρχιγραμματέας του Δήμου στη γενέτειρά του, εργασία που του επέτρεπε να ασχοληθεί παράλληλα με τη συγγραφή και τη μελέτη. Το 1800 έπιασε δουλειά στο Πανεπιστήμιο Λέιντε (Leyde). Πέθανε εκεί 1η Ιουνίου 1811.
————————————————————
Ο Σιμωνίδης ο Κείος υπάρχει στο Στέκι κι είναι ΕΔΩ!
Ο Σκυθίνος ο Τήιος (απ’ τη Τέω της Ιωνίας) ήταν ο ιαμβικός ποιητής του 4ου π.Χ. αι. που μετέγραψε σε τροχαϊκά 4μετρα (ή επιχείρησε να μεταγράψει) το Περί Φύσεως φιλοσοφικό έργο του Ηρακλείτου, όπως μας πληροφορεί ο Διογένης ο Λαέρτιος επικαλούμενος παλαιότερη μαρτυρία του Ιερώνυμου του Ρόδιου. Στίχους του διέσωσεν ο Πλούταρχος ενώ ο Αθήναιος κι ο Στοβαίος αναφέρουν αποσπάσματα από τα πεζά έργα του Ἱστορία και Περὶ Φύσεως αντίστοιχα. Στο Σκυθίνο αποδίδονται και 2 επιγράμματα που περιλαμβάνονται στο 12ο βιβλίο της ΕΑ. Όλα τα (ελάχιστα) διασωθέντα αποσπάσματα των έργων του, εκτός από τα επιγράμματα, συμπεριελήφθησαν από τον Χ. Ντιλς στην ανθολογία Poetarum philosophorum fragmenta.
Ο Σπεύσιππος υπάρχει στο Στέκι κι είναι (κάτω από τη Περικτιόνη) ΕΔΩ!
Ο Στατύλλιος Φλάκκος ή Φλάκκος, ήτανε ποιητής του 1ου π.Χ. αι., ρωμαϊκής κατά πάσα πιθανότητα καταγωγής, όπως υποδηλώνει το επίθετό του. Δεν είναι τίποτα γνωστό για τη ζωή του. Ο Waltz πιθανολογεί τη ταύτισή του με τον επικούρειο Statilius, που σκοτώθηκε το 42 π.Χ. στους Φιλίππους πολεμώντας στο πλευρό του Βρούτου. Στη ΠΑ σώζονται περί τα 15 επιγράμματά του προερχόμενα από το Στέφανο του Φιλίππου.
Ο Στράβων υπάρχει στο Στέκι κι είναι ΕΔΩ!
O Στράτων υπήρξεν Έλληνας ποιητής. Έζησε το 2ο αι. π.Χ. και καταγόταν από τις Σάρδεις. Συνέθεσε τη περιβόητη Μούσα Παιδική, συλλογή από 258 παιδεραστικά επιγράμματα 26 ποιητών, που σώθηκε ολόκληρη και που αποτελεί το XII βιβλίο της ΠΑ. 98 από τα επιγράμματα αυτά είναι δικά του. Παρ’ όλο το περιεχόμενό τους (που στην εποχή του ήταν πιότερο αποδεκτό) τα ποιήματα αυτά διακρίνονται για τη χάρη τους και τη κομψότητά τους.
Τ
Τιβέριος Ιλλούστριος, Τιμοκρέων, Τίμων, Τραϊανός, Τρύφων, Τρωΐλος, Τύλλιος Λαυρέας, Τύλλιος Σαβίνος*, Τύμνης
Για τους: Τίμων, Τιβέριος Ιλλούστριος, Τρύφων, Τρωΐλος, Τύλλιος Λαυρέας, δεν υπάρχουνε στοιχεία δυστυχώς.
Ο Τιμοκρέων ήταν αρχαίος Έλληνας λυρικός ποιητής, αλλά κι αθλητής του πεντάθλου, από την Ιαλυσό της Ρόδου, που έζησε το 1ο μισό του 5ου αι. π.Χ..Είχε διακριθεί ιδιαίτερα στη ποίηση παροινίων (άσματα τη συνοδεία οίνου σε συμπόσια κλπ), τα οποία μετέτρεπε παρά τις δυσκολίες της δωρικής ποίησης σε γελοία άσματα. Γι΄ αυτό κι από τον Σουΐδα κατατάσσεται στους ποιητές της παλαιάς κωμωδίας. Μετά τη περίοδο των Περσικών Πολέμων κατηγορήθηκε (471 π.Χ.) ότι εμήδισε κι εξορίσθηκε (αυτή κι οι παρακάτω είναι πληροφορίες που μας δίνει ο Πλούταρχος στη βιογραφία του Θεμιστοκλέους). Επιπλέον, σατίρισε δριμύτατα με ποίημά του, από το οποίο σώθηκαν μόλις 15 στίχοι, το Θεμιστοκλή για πολιτικούς λόγους κι επειδή δεν φρόντισε να τον ανακαλέσει από την εξορία. Στο ποίημα αυτό, ο Τιμοκρέων γράφει ότι μονάχα ένας δίκαιος άνδρας υπάρχει: ο Αριστείδης. Την εποχή που κατηγορήθηκε για μηδισμό, έγραψε ένα 5στιχο όπου ανέφερε πως έχει κι άλλους ομόθυμους: «δεν είμαι γω μονάχα κολοβή αλεπού, είναι κι άλλοι».
Σατίρισε επίσης τον Σιμωνίδη ως φλύαρο και ταυτολόγο (ΠΑ, ΧΙΙΙ 31), οπότε ο τελευταίος του απάντησε με σαρκαστικό επίγραμμα (ΠΑ, VII 348). Σε σχόλιό του ο Τιμοκρέων εύχεται ο τυφλός Πλούτος να μην υπάρχει ούτε στη γη, ούτε στη θάλασσα, αλλά να εξαφανισθεί στα Τάρταρα, γιατί αυτός είναι ο αίτιος για όλα τα κακά. Από το έργο του Τιμοκρέοντος, εκτός από το παραπάνω επίγραμμα, έχουν σωθεί μόνο λίγα αποσπάσματα, που πρωτοδημοσιεύθηκαν από τον Bergk με τον τίτλο Poetae Lyrici Graeci.
Ο Μάρκος Ουλπιός Νέρβας Τραϊανός (Marcus Ulpius Nerva Traianus) ήτανε Ρωμαίος αυτοκράτορας από το 98 έως το θάνατό του το 117. Επίσημα χαρακτηρισμένος από τη Ρωμαϊκή Σύγκλητο ως optimus princeps (ο καλλίτερος ηγεμόνας), έμεινε στην ιστορία ως ένας επιτυχημένος στρατιωτικός-αυτοκράτορας που ηγήθηκε της μεγαλύτερης στρατιωτικής επέκτασης στη ρωμαϊκή ιστορία, οδηγώντας την αυτοκρατορία στην επίτευξη της μέγιστης εδαφικής έκτασης. Είναι επίσης γνωστός για τη φιλανθρωπική του διακυβέρνηση, επιβλέποντας εκτεταμένα προγράμματα ανοικοδόμησης δημοσίων κτιρίων και εφαρμόζοντας πολιτικές κοινωνικής πρόνοιας, η οποία του χάρισε διαρκή φήμη ως τον δεύτερο από τους πέντε καλούς αυτοκράτορες που κυβέρνησαν σε μία εποχή ειρήνης και ευημερίας στην περιοχή της Μεσογείου.
Γεννήθηκε 18 Σεπτέμβρη 53 μ.Χ.στην επαρχία Βαιτική. Η μη αριστοκρατική οικογένεια του Τραϊανού ήταν ιταλικής κι ίσως ιβηρικής καταγωγής. Ήταν ο 1ος αυτοκράτορας που δεν ανήκε σε ευγενή οικογένεια της Ρώμης. Πριν γίνει, διετέλεσε διοικητής του ρωμαϊκού στρατού στη περιοχή του Ρήνου. Επί των ημερών του, η αυτοκρατορία επεκτάθηκε σε νέα και πλούσια εδάφη στη περιοχή της Δακίας με τους δύο δακικούς πολέμους (101-106), ενώ ξεκίνησε κι εκστρατεία εναντίον των Πάρθων. Στο οικονομικό πεδίο, ελάττωσε τους φόρους κι ενίσχυσε το σύστημα δωρεάν παροχής σιτηρών (alimenta). Με τα χρήματα από τα πλούσια λάφυρα των δακικών πολέμων βελτίωσε τα οικονομικά των επαρχιακών πόλεων, ενώ αύξησε τη κρατική παρέμβαση στη διοίκηση διορίζοντας λογιστές που επέβλεπαν τα οικονομικά των πόλεων. Το 104 του απονεμήθηκε ο τίτλος του optimus princeps.

Ίσως ήταν η καλύτερη περίοδος της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, αφού η ακμή της έφτασε στο απόγειό της. Οι αρχαίοι συγγραφείς εκφράζουνε για το πρόσωπό του θαυμασμό που ξεπερνά οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο. Σημαντική ήταν η δημοτικότητά του, σε αντίθεση με τα αισθήματα απέχθειας για το Δομιτιανό κι η συμφιλιωτική και μετριοπαθής πολιτική του προς τη Σύγκλητο. Μοναδική ήτανε κι η γοητεία της προσωπικότητάς του. Οι στρατιώτες ήταν αφοσιωμένοι στον αυτοκράτορα που μοιραζόταν μαζί τους τα λάφυρα του πολέμου και έσχιζε τα ρούχα του για να δέσει τις πληγές τους. Προσέφερε άφθονα άρτο και θεάματα (panem et circenses) κι ήξερε ν’ ανεβάζει το ηθικό του λαού με τις νίκες του. Πέθανε στις 8 Αυγούστου 117 κατά τη διάρκεια εκστρατείας κατά των Πάρθων. Του αποδίδονται 2 επιγράμματα της ΠΑ (το αμφισβητούμενο ΙΧ 388 και το ΧΙ 418).
Ο Τύλλιος Σαβίνος μνημονεύτηκε στο σίγμα στο λήμμα, Σαβίνος ο Γραμματικός.
Ο Τύμνης ήτανε ποιητής από τη Καρία ή τη Κρήτη, που μάλλον έζησε στο 2ο μισό το 3ου π.Χ. αι. Στη ΠΑ σώζονται 7 επιγράμματά του που περιλαμβανόταν στο Στέφανο του Μελέαγρου.
Φ
Φαεννός, Φαίδιμος (επιγραμματοποιός), Φάλαικος, Φανίας ο γραμματικός, Φιλήμων, Φιλητάς ο Κώος, Φίλιππος ο βασιλεύς, Φίλιππος ο Θεσσαλονικεύς, Φιλόδημος ο Επικούρειος, Φιλίσκος, Φιλόξενος, Φιλόστρατος, Φίλων, Φλάκκος**, Φρόντων, Φωκάς ο διάκονος, Φωκυλίδης
Για τους: Φαεννός, Φάλαικος, Φανίας ο γραμματικός, Φιλίσκος, Φιλόστρατος, Φίλων, Φρόντων και Φωκάς, δυστυχώς δεν έχουμε καθόλου στοιχεία.
Ο Φαίδιμος (Phaedimus Epigrammaticus), στο λεξικό Liddell-Scott, θεωρείται πως έζησε το 2ο αι.π.Χ. Ο Mackail εκτιμά πως ο Φαίδιμος που του αποδίδει η ΠΑ τα επιγράμματα αυτά, είναι ο Φαίδιμος ο Βισανθηνός αρχαίος Έλλην επικός ποιητής από τη Βισάνθη (σημερινό Τεκιρντάγ, η παλαιά Ραιδεστός στη Ανατολική Θράκη), που σύμφωνα με τον Αθήναιο, ήτανε συγγραφέας ενός έπους με το όνομα Ηράκλεια. Η ίδια εκτίμηση γίνεται κι από πηγή που θεωρεί ότι ο επικός ποιητής έζησε τον 3ο αιώνα π.Χ.
Ο Φίλιππος Ε’ ο Βασιλεύς υπάρχει ολάκερος ΕΔΩ!
Ο Φίλιππος ο Θεσσαλονικεύς υπάρχει ολάκερος ΕΔΩ!
Ο Φιλήμων υπάρχει ΕΔΩ!
Ο Φιλητάς ο Κώος ή Φιλήτας (περίπου 340 π.Χ. / περίπου 285 π.Χ.) ήταν αρχαίος Έλληνας ποιητής από τη Κω κατά την Ελληνιστική περίοδο. Ήτανε γιος του Τήλεφου. Αναφέρεται ότι ήταν δάσκαλος του Ζηνόδοτου του Εφέσιου, αλλά και του Αράτου του Σολέα κι άλλων ποιητών. Στη Κω, έγινε επίσης δάσκαλος του Πτολεμαίου Φιλάδελφου, που γεννήθηκε στο νησί. Στη συνέχεια θεωρείται ότι πήγε στην Αλεξάνδρεια γύρω στο 297/6 π.Χ., συνοδεύοντας τον Πτολεμαίο. Περί το 290 π.Χ. επέστρεψε στη Κω. Επέδρασε σημαντικά στην αλεξανδρινή ποίηση.

Κύρια έργα του ήταν ελεγείες. Σε μια συλλογή ελεγειών του έδωσε ως τίτλο το όνομα της ερωμένης του Βιττίς ή Βαττίς. Έχουνε διασωθεί μόνον αποσπάσματα ελεγειών, συγκεκριμένα δυο αποσπάσματα από ελεγεία για τη θεά Δήμητρα, το επύλλιο Ερμής, ερωτικό ποίημα με τίτλο Παίγνια. Άλλο έργο του ήταν το Άτακτοι γλώσσαι με συλλογή λέξεων δυσνόητων και σπάνιων που προέρχονταν από παλαιότερα ποιήματα. Στην ΕΑ υπάρχουνε 2 επιγράμματα (AP VI 210, AP VII 480), που αποδίδονται στον Φιλήτα το Σάμιο (Φιλήτα Σαμίου). Μελετητές εκτιμούν ότι είναι πιθανώς το ίδιο πρόσωπο με τον Φιλητά τον Κώο.
Ο Φιλόδημος (110 π.Χ.-35 π.Χ.) όπως κι ο Μελέαγρος, γεννήθηκε στα Γάδαρα της Παλαιστίνης κι ήταν Έλληνας επικούρειος φιλόσοφος και ποιητής, με πλούσιο συγγραφικό έργο. Μετοίκησε στην Αθήνα όπου μαθήτευσε στην Επικούρεια Φιλοσοφική Σχολή την εποχή που ήτανε σχολάρχης ο Ζήνων ο Σιδώνιος. Αργότερα μετοίκησε εκ νέου, τη 10ετία του 70 αρχικά στη Ρώμη και κατόπιν στη περιοχή της Νάπολης, όπου συνδέθηκε με τον Πείσωνα (πεθερό του Ιούλιου Καίσαρα). Έζησε κυρίως στην περιοχή της Καμπανίας (Ηράκλειον, κοντά στην Νεάπολη), όπου ίδρυσε επικούρεια φιλοσοφική σχολή που είχεν ιδιαίτερη ακτινοβολία. Είναι πιο πολύ γνωστός για τις εκλαϊκευτικές φιλοσοφικές πραγματείες παρά για τα επιγράμματά του.
Φιλοσοφικά κείμενά του ανακαλυφθήκανε σχετικά πρόσφατα, όταν στα μέσα του 18ου αι, στο Ηράκλειο (Herculaneum), σημερινό Ερκολάνο, πόλη παραθαλάσσια πλησίον της Πομπηίας, η αρχαιολογική σκαπάνη έφερε στο φως 1100 περίπου παπυρικά κείμενα που βρεθήκανε θαμμένα (αποτέλεσμα της γνωστής ηφαιστιακής έκρηξης) στο εσωτερικό μιας επιβλητικής ρωμαϊκής βίλας. Οι πάπυροι περιέχουν στη πλειονότητά τους έργα του Επίκουρου κι άλλων μεταγενεστέρων Επικουρείων, μεταξύ των οποίων και πολλά έργα του Φιλόδημου. Επίσης έχουνε σωθεί και 30 επιγράμματά του που εμπεριέχονται στη ΠΑ και ΠλΑν και 12 αλλού, τα περισσότερα μ’ ερωτική θεματολογία.
«Είναι από τους πιο λεπταίσθητους, αλλά και πιο τολμηρούς, επιγραμματοποιούς του ερωτικού 5ου βιβλίου της ΠΑ, όπου έχουνε διασωθεί περίπου 30 επιγράμματά του (άλλα 12 περιέχονται σε άλλα βιβλία)» (Ν. Χουρμουζιάδης).
Πέθανε γύρω στο 40-35 π.Χ.
Ο Φιλόξενος υπάρχει ΕΔΩ!
Ο Φλάκκος μνημονεύτηκε στο σίγμα, ως Στατύλλιος Φλάκκος.
Ο Φωκυλίδης ή Φωκυλίδης ο Μιλήσιος, τέλη του 6ου αι. – αρχές 5ου αι. π.Χ., ήταν ελεγειακός ποιητής που ασχολήθηκε αποκλειστικά με τη σύνταξη γνωμικών (ηθικοί κανόνες) σε 6μετρα που προτάσσονταν πάντα η φράση «Καί τόδε Φωκίδεῳ» και γι΄ αυτό ονομάσθηκε και γνωμικός ποιητής. Τα γνωμικά που έγραψε δεν διασώζονται ως ολοκληρωμένο έργο αλλά είναι διάσπαρτα σε αναφορές άλλων συγγραφέων. Μαζί με τον σύγχρονό του Δημόδοκο από τη Λέρο αλληλοπειράζονταν με στίχους.
Μηδενί δίκην δικάσης, πριν αμφοίν (των δύο μερών) μύθον ακούσης.
Η φιλοχρημοσύνη μήτηρ κακότητος απάσης.
Χ
Χαιρήμων
Με το όνομα Χαιρήμων φέρεται αρχαίος Άθηναίος τραγικός ποιητής που άκμασε περίπου το 380 π.Χ.. Απ’ τα έργα του μόνο λιγα αποσπάσματα έχουνε διασωθεί καθώς και κάποια επιγράμματά του στην ΕΑ (VII 469, 720, 721). Ο ποιητής Χαιρήμων μνημονεύεται επίσης (Σουίδας) κι ως κωμικός ποιητής, που φέρεται και να είναι αυτός που εισήγαγε στη τραγωδία σκηνές από τον κοινό βίο με τάση διακωμώδησης.
——————————————-
* Δεν υπάρχει καμμιά ασφαλής πληροφορία χρονικά, έτσι, με όχι κι ασφαλήν εκτίμησιν ομολογώ, τον άφησα στους αρχαιότερους. Φέρεται να ταυτίζεται με τον άλλο Σαβίνο και τον Τύλλιο που έχουνε κι αυτοί αστεράκι κόκκινο.