Alma-Tadema

Βιογραφικό

Ο Sir Lawrence Alma-Tadema (18361912 Victorian Art) υπήρξεν από τους πιο γνωστούς, επιτυχημένους και δημοφιλείς καλλιτέχνες του 19ου αιώνα, καταμεσίς της Βικτωριανής Τέχνης. Η φήμη του κράτησε όσο ζούσε και λίγα χρόνια μετά το θάνατό του, αλλά όχι και για πολύ, γιατί ξεχάστηκε κατόπιν. Μέλος του Τάγματος της Αξίας, Μέλος της Βασιλικής Ακαδημίας, ήταν Ολλανδός ζωγράφος, που απέκτησε τη βρεττανική ιθαγένεια. Ανήκε στην Ακαδημαϊκή Σχολή ζωγραφικής κι έδρασε στα τέλη της βικτωριανής εποχής στην Αγγλία. Υπήρξε πολύ δημοφιλής για τις εξιδανικευμένες και με εκθαμβωτικά χρώματα σκηνές του, από την αρχαία Ελλάδα και τη Ρώμη.      Κλασσικός ζωγράφος, έγινε διάσημος για τις απεικονίσεις του για την πολυτέλεια και τη παρακμή της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, με άθλιες φιγούρες τοποθετημένες σε υπέροχους μαρμάρινους εσωτερικούς χώρους ή με φόντο το εκθαμβωτικό γαλάζιο της Μεσογείου και του ουρανού. Ο Alma-Tadema θεωρήθηκε ένας από τους πιο δημοφιλείς βικτωριανούς ζωγράφους. Αν και θαυμάστηκε κατά τη διάρκεια της ζωής του για τα σχέδια και τις απεικονίσεις της κλασσικής αρχαιότητας, το έργο του έπεσε σε ύβρη μετά το θάνατό του και μόνον από τη 10ετία του 1960 έχει επανεκτιμηθεί για τη σημασία του στη βρεττανική τέχνη του 19ου αι.

Αυτοπροσωπογραφία

Γεννήθηκε στο μικρό χωριό Ντρόνραϊπ (Dronrijp), 3 μίλια δυτικά του Λεουβάρντεν, στη βόρεια Ολλανδία, στις 8 Γενάρη 18366ο παιδί του Πίετερ Γίλτες Τάντεμα (Pieter Jiltes Tadema, 797-1840) συμβολαιογράφου του χωριού και το 3ο παιδί της Hinke Dirks Brouwer (περ. 1800-1863). Ο πατέρας του είχε 3 γιους από προηγούμενο γάμο. Το 1ο παιδί των γονιών του πέθανε νεαρό και το 2ο ήταν η Atje (περ. 1834-1876), αδελφή του, στην οποία είχε μεγάλη αγάπη. Το επώνυμο Tadema είναι ένα παλιό φριζικό πατρώνυμο, που σημαίνει “γιος του Tade“, ενώ τα ονόματα Lourens κι Alma προέρχονται από το νονό του.
     Οι γονείς του θέλανε διακαώς, ο γιος τους να σπουδάσει δικηγόρος και για τούτο το λόγο, τονε στείλανε στο σχολείο της περιοχής. Μολονότι ήτανε καλός μαθητής, ήθελε να γίνει καλλιτέχνης και προσπάθησε με φιλότιμο κι ενθουσιασμό να πετύχει και τους δυο στόχους, πράγμα που επέδρασε… δυσμενώς στην υγεία του κι οι γιατροί είπανε πως δε του μένει και πολλή ζωή. Η μητέρα του λοιπόν τότε, σκέφτηκε να του επιτρέψει να ξοδέψει το λίγο χρόνο που του… απέμενε, σ’ ότι εκείνος επιθυμούσε. Αλλά… ευτυχώς, μετά τούτο, ο ασθενής ανάνηψεν αμέσως.
     Η οικογένεια Tadema μετακόμισε το 1838 στη κοντινή πόλη Leeuwarden, όπου η θέση του Pieter ως συμβολαιογράφου θα ήταν πιο προσοδοφόρα. Ο πατέρας πέθανε όταν ο Lourens ήταν 4 ετών, αφήνοντας τη μητέρα του με 5 παιδιά: τον Lourens, την αδελφή του και 3 αγόρια από τον 1ο γάμο του πατέρα. Η μητέρα του είχε καλλιτεχνικές τάσεις κι αποφάσισε ότι τα μαθήματα ζωγραφικής πρέπει να ενσωματωθούν στην εκπαίδευση των παιδιών. Έλαβε τη 1η του καλλιτεχνική εκπαίδευση μ’ ένα τοπικό ζωγράφο που προσλήφθηκε για να διδάξει τα μεγαλύτερα ετεροθαλή αδέλφια του.

Το πατρικό του Σπίτι

     Αυτό σηματοδότησε την αρχή της νέας του ζωής κι έτσι το 1851, μιας κι είχε καλλιτεχνική ιδιοσυγκρασία, αποφασίζει ν’ αρχίσει σπουδές στη ζωγραφική, με καθηγητή το Βέλγο ζωγράφο ιστορικών θεμάτων Χέντρικ Λέυς (Hendrik Leys, 1815–1869). Το 1852 εισήλθε στη Βασιλική Ακαδημία της Αμβέρσας στο Βέλγιο όπου σπούδασε πρώιμη ολλανδική και φλαμανδική τέχνη, υπό τον Gustaf Wappers. Κατά τη διάρκεια των τεσσάρων ετών του Alma-Tadema ως εγγεγραμμένος φοιτητής στην Ακαδημία, κέρδισε πολλά βραβεία. Πριν φύγει από την Ακαδημία, στα τέλη του 1855, έγινε βοηθός του ζωγράφου και καθηγητή Louis (Lodewijk) Jan de Taeye, του οποίου τα μαθήματα ιστορίας κι ιστορικής φορεσιάς είχε απολαύσει πολύ στην Ακαδημία. Παρόλο που ο ντε Ταγιέ δεν ήταν εξαιρετικός ζωγράφος, ο Άλμα-Ταντέμα τονε σεβάστηκε κι έγινε βοηθός του στούντιο, δουλεύοντας μαζί του για 3 χρόνια.
     Ο De Taeye του σύστησε βιβλία που επηρεάσανε την επιθυμία του να απεικονίσει διάφορα θέματα στην αρχή της καρριέρας του. Ενθαρρύνθηκε να απεικονίσει την ιστορική ακρίβεια στους πίνακές του, ένα χαρακτηριστικό για το οποίο ο καλλιτέχνης έγινε γνωστός. To 1859 βοήθησε το δάσκαλό του στις τοιχογραφίες του Δημαρχείου (Στάντχαους) της Αμβέρσας. Άφησε την Ακαδημία5 χρόνια μετά, μα συνέχισε να μαθαίνει, ενώ παράλληλα διδασκόταν ιστορία Γερμανίας, Γαλλίας και Βελγίου, κάτω από τη καθοδήγηση του Καθηγητή Αρχαιολογίας της Αρχαιολογικής Ακαδημίας Αμβέρσας,Λουΐ Ντε Ταγιέ. Αποτέλεσμα τούτων των ιδιαίτερων σπουδών ήταν ο πίνακας Φάουστ & Μαργαρίτα, το 1857 και λίγο αργότερα, το 1859, πηγαίνει μαθητής στο ατελιέ του Λέυς, πάντα στην Αμβέρσα.

     Εγκατέλειψε το στούντιο του Taeye τον Νοέμβρη του 1858 επιστρέφοντας στο Leeuwarden πριν εγκατασταθεί στην Αμβέρσα, όπου άρχισε να συνεργάζεται με τον ζωγράφο Baron Jan August Hendrik Leys, που το στούντιό του ήταν ένα από τα πιο δημοφιλή στο Βέλγιο. Εξέθεσε τον 1ο του πίνακα, που είχε μεσαιωνικό θέμα, στο Σαλόν των Βρυξελλών το 1857. Το έργο του όμως που δημιούργησε αίσθηση και θετικά σχόλια από κριτικούς και καλλιτέχνες, όταν εκτέθηκε το 1861 στο Συνέδριο των Καλλιτεχνών της Αμβέρσας, ήταν Η Εκπαίδευση Των Τέκνων Του Κλόβι Α’ (1861). Λέγεται ότι έθεσε τα θεμέλια της φήμης και της αξίας του. Ο Άλμα-Τάντεμα ανέφερε ότι αν κι ο Λέυς πίστευε ότι ο ολοκληρωμένος πίνακας ήταν καλλίτερος απ’ ό,τι περίμενε, ήταν επικριτικός για την επεξεργασία του μαρμάρου, που το συνέκρινε με το τυρί.
     Πήρε αυτή τη κριτική πολύ σοβαρά και τον οδήγησε να βελτιώσει τη τεχνική του και να γίνει ο κορυφαίος ζωγράφος μαρμάρου και πολύχρωμου γρανίτη στον κόσμο. Παρά τις όποιες επιπλήξεις του δασκάλου του, έγινε ευπρόσδεκτο τόσον από κριτικούς όσο κι από καλλιτέχνες και τελικά αγοράστηκε και στη συνέχεια δόθηκε στον βασιλιά Leopold του Βελγίου. Ένα χρόνο αργότερα, το 1862, κέρδισε χρυσό μετάλλιο σε μια έκθεση στο Άμστερνταμ. που το 1868 του ‘φερε τη πρώτη μεγάλη επιτυχία. Το 1862 άφησε και το ατελιέ του Λέυς κι άρχισε δική του προσωπική καρριέρα, καθιερώνοντας τον εαυτό του ως σημαντικό κλασσικό-ευρωπαίο καλλιτέχνη.
     Το 1860 έγινε φίλος με την αγγλο-ολλανδική οικογένεια καλλιτεχνών Dommersen στην Ουτρέχτη. Το 1862 έφτιαξε σχέδια με μολύβια, της κυρίας Cornelia Dommershuizen και ενός από τους γιους της Thomas Hendrik, των οποίων αδέρφια ήταν οι ζωγράφοι Pieter Cornelis Dommersen και Cornelis Christiaan Dommersen.
     Το 1863 επρόκειτο να αλλάξει τη πορεία της προσωπικής κι επαγγελματικής ζωής του: στις 3 Γενάρη πέθανε η μητρυιά του και στις 24 Σεπτέμβρη νυμφεύτηκε, στο Δημαρχείο της Αμβέρσας, τη Marie-Pauline Gressin-Dumoulin de Boisgirard, κόρη του Eugène Gressin-Dumoulin, τη Γαλλίδα δημοσιογράφο που ζει κοντά στις Βρυξέλλες. Τίποτα δεν είναι γνωστό για τη συνάντησή τους και λίγα για την ίδια τη Pauline, καθώς ο Alma-Tadema δεν μίλησε ποτέ γι’ αυτή μετά το θάνατό της το 1869. Η εικόνα της εμφανίζεται σε πολλά λάδια, αν και ζωγράφισε το πορτραίτο της μόνο 3 φορές, η πιο αξιοσημείωτη εμφανίστηκε στο My στούντιο (1867). Το ζευγάρι είχε 3 παιδιά. Ο μεγαλύτερος και μοναδικός γιος τους έζησε μόνο λίγους μήνες πεθαίνοντας από την ευλογιά. Οι δύο κόρες τους, η Λώρενς (1864-1940) κι η Άννα (1867-1943), είχανε καλλιτεχνικές τάσεις: η 1η στη λογοτεχνία, η 2η στη ζωγραφική. Καμμιά τους δεν παντρεύτηκε.

Οι  2 Κόρες του: Άννα & Λώρενς Άλμα-Τάντεμα

     Ο Άλμα-Ταντέμα κι η σύζυγός του περάσανε το μήνα του μέλιτος στη Φλωρεντία, τη Ρώμη, τη Νάπολη και τη Πομπηία. Αυτή, η 1η του επίσκεψη στην Ιταλία, ανέπτυξε το ενδιαφέρον του να απεικονίσει τη ζωή της αρχαίας Ελλάδας και της Ρώμης, ειδικά τη 2η, αφού βρήκε νέα έμπνευση στα ερείπια της Πομπηίας, που τονε γοήτευσε και θα εμπνεύσει μεγάλο μέρος του έργου του τις επόμενες 10ετίες.
     Το καλοκαίρι του 1864, γνώρισε τον Ernest Gambart, τον πιο επιδραστικό εκδότη κι έμπορο έργων τέχνης της περιόδου. Ο Γκάμπαρτ εντυπωσιάστηκε πολύ με το έργο του, -εκείνη την εποχή ζωγράφιζε τις Αιγύπτιες Σκακίστριες (1865). Ο έμπορος, αναγνωρίζοντας τα ασυνήθιστα χαρίσματα του νεαρού ζωγράφου, του έδωσε εντολή για 24 πίνακες και κανόνισε να εμφανιστούνε στο Λονδίνο 3 από τους πίνακές του. Το 1865, ο Ταντέμα μετακόμισε στις Βρυξέλλες όπου ονομάστηκε ιππότης του Τάγματος του Λεοπόλδου. Στις 28 Μάη 1869, μετά από χρόνια κακής υγείας, η Pauline πέθανε από ευλογιά στο Schaerbeek του Βελγίου, σε ηλικία 32 ετών. Ο θάνατός της άφησε τον Tadema απογοητευμένο και καταθλιπτικό. Σταμάτησε να ζωγραφίζει για σχεδόν 4 μήνες.
     Η αδερφή του Artje, που ζούσε με την οικογένεια, βοήθησε με τις δύο κόρες τότε ηλικίας πέντε και δύο. Η Άρτζε ανέλαβε το ρόλο της οικονόμου και παρέμεινε στην οικογένεια μέχρι το 1873 όταν παντρεύτηκε. Στη διάρκεια του καλοκαιριού ο ίδιος άρχισε να υποφέρει από ένα ιατρικό πρόβλημα το οποίο οι γιατροί στις Βρυξέλλες δεν μπόρεσαν να διαγνώσουν. Ο Γκάμπαρτ τελικά συμβούλεψε να πάει στην Αγγλία γι’ άλλη ιατρική γνωμάτευση. Λίγο μετά την άφιξή του στο Λονδίνο το Δεκέμβρη του 1869, ο Άλμα-Ταντέμα προσκλήθηκε στο σπίτι του ζωγράφου Ford Madox Brown. Εκεί γνώρισε τη Laura Theresa Epps, η οποία ήτανε 17 ετών και την ερωτεύτηκε με τη πρώτη ματιά.
    Το ξέσπασμα του Γαλλο-Πρωσικού Πολέμου τον Ιούλιο του 1870 ενθάρρυνε τον Άλμα-Ταντέμα να εγκαταλείψει την ήπειρο και να μετακομίσει στο Λονδίνο. Ο έρωτάς του με τη Laura Epps έπαιξε μεγάλο ρόλο στη μετεγκατάστασή του στην Αγγλία κι επιπλέον ο Gambart θεώρησε ότι η κίνηση θα ήταν επωφελής για τη καρριέρα του καλλιτέχνη. Αναφέροντας τους λόγους για τη μετακόμισή του, ο Tadema είπε απλά: “Έχασα τη πρώτη μου γυναίκα, μια Γαλλίδα κυρία με την οποία νυμφεύτηκα το 1863, το 1869. Έχοντας πάντα μια μεγάλη προτίμηση για το Λονδίνο, το μόνο μέρος όπου, μέχρι τότε, η δουλειά μου είχε βρει αγοραστές, αποφάσισα να φύγω από την ήπειρο και να πάω να εγκατασταθώ στην Αγγλία, όπου βρήκα ένα πραγματικό σπίτι“.

     Με τις μικρές του κόρες και την αδελφή του Άτζε, έφτασε στο Λονδίνο αρχές Σεπτέμβρη 1870. Ο ζωγράφος δεν έχασε χρόνο για να επικοινωνήσει με τη Λώρα και κανονίστηκε να της δίνει μαθήματα ζωγραφικής. Σ’ ένα απ’ αυτά, της έκανε πρόταση γάμου. Καθώς ήτανε τότε 34 κι εκείνη τώρα μόλις 18, ο πατέρας της ήταν αρχικά αντίθετος στην ιδέα. Ο Δρ Epps συμφώνησε τελικά με τη προϋπόθεση ότι πρέπει να περιμένουν μέχρι να γνωριστούν καλλίτερα. Παντρεύτηκαν τον Ιούλιο του 1871. Η Λώρα, με το όνομα του άντρα της πλέον, κέρδισε επίσης μεγάλη φήμη ως καλλιτέχνιδα κι εμφανίζεται σε πολλούς καμβάδες του μετά το γάμο τους (Οι γυναίκες της Άμφισσας (1887) είναι ένα αξιοσημείωτο παράδειγμα). Αυτός ο 2ος γάμος είχε διάρκεια κι ευτυχία, αν κι άτεκνος κι η Λώρα έγινε θετή μητέρα της Άνν και της Λώρενς. Η Άνν έγινε ζωγράφος κι η Λόρενς μυθιστοριογράφος.
    Στην Αγγλία υιοθέτησε αρχικά το όνομα Laurence Alma Tadema αντί για Lourens Alma Tadema κι αργότερα χρησιμοποίησε τη πιο αγγλική ορθογραφία Lawrence για το επίθετό του. Ενσωμάτωσε επίσης το Άλμα στο επώνυμό του, έτσι ώστε εμφανίστηκε στην αρχή των καταλόγων της έκθεσης, με το “Α” και όχι με το “Τ”. Ουσιαστικά δεν έκανε παύλα το επώνυμό του, αλλά το έκαναν άλλοι κι από τότε έγινε συνήθεια.
     Η περίοδος 1862-70 χαρακτηρίστηκε ως Περίοδος Continental και τον καθιέρωσε στο καλλιτεχνικό στερέωμα μεταξύ των άλλων πατριωτών κι Ευρωπαίων συναδέλφων του. Τα μεροβινικά θέματα ήτανε το αγαπημένο θέμα του ζωγράφου μέχρι τα μέσα της 10ετίας του 1860. Ωστόσο, τα μεροβινικά θέματα δεν είχαν μεγάλη διεθνή απήχηση, έτσι πέρασε σε θέματα ζωής στην αρχαία Αίγυπτο, που ήτανε πιο δημοφιλή. Στη διάρκεια μιας επίσκεψης του στην Ιταλία το 1863, άρχισε να ενδιαφέρεται για την ελληνική και τη ρωμαϊκή αρχαιότητα και την αιγυπτιακή αρχαιολογία. Από τότε η θεματολογία των πινάκων του προερχόταν αποκλειστικά από τις πηγές αυτές. Αντίθετα με τον Φρέντερικ Λέιτον, που ενδιαφερότανε για το μυθολογικό παρελθόν, αυτός επικέντρωνε το ενδιαφέρον του σε θέματα από τη καθημερινή ζωή της αυτοκρατορικής Ρώμης. Η κεντρική του παρουσία όμως ήτανε κυρίως κλασσική κι αρχίζει μετά το 1870 κι αφορά στην Αρχαία Αίγυπτο, πρώτα, το 1872 με το έργο Αιγύπτια Χήρα κι έπειτα Αρχαία Ελληνική & Ρωμαϊκή Ιστορία με τα έργα: Ρωμαϊκή Οικογένεια (1878) & Ακρόαση Στον Αγρίππα (1876).
     Μετά την άφιξή του στην Αγγλία, όπου επρόκειτο να περάσει το υπόλοιπο της ζωής του, η καρριέρα του ήταν μια συνεχής επιτυχία. Έγινε από τους πιο διάσημους κι ακριβοπληρωμένους καλλιτέχνες της εποχής του, αναγνωρισμένος και πολυβραβευμένος. Μέχρι το 1871 είχε γνωρίσει κι είχε γίνει φίλος με τους περισσότερους μεγάλους προρραφαηλίτες ζωγράφους κι εν μέρει λόγω της επιρροής τους ο καλλιτέχνης φωτίζει τη παλέτα του, διαφοροποιεί τις αποχρώσεις του κι ελαφραίνει το πινέλλο του.

     Το 1872 ο Alma-Tadema οργάνωσε τους πίνακές του σε ένα σύστημα ταυτοποίησης, συμπεριλαμβάνοντας έναν αριθμό opus κάτω από την υπογραφή του κι εκχωρώντας τους αριθμούς των προηγούμενων εικόνων του επίσης. Το πορτραίτο της αδερφής μου, Artje, ζωγραφισμένο το 1851, είναι αριθμημένο με το opus I, ενώ 2 μήνες πριν από το θάνατό του ολοκλήρωσε τις προετοιμασίες στο Κολοσσαίοopus CCCCVIII. Ένα τέτοιο σύστημα καθιστούσε πιο δύσκολο το πέρασμα των πλαστών ως πρωτότυπων.
     Το 1873 η βασίλισσα Βικτώρια στο Συμβούλιο με επιστολή της απένειμε το δίπλωμα ευρεσιτεχνίας, που έκανε τον Άλμα Τάντεμα και τη σύζυγό του, αυτό που είναι ακόμη μέχρι σήμερα, οι τελευταίοι Βρετανοί Ντενίζεν (η νομική διαδικασία θεωρητικά δεν έχει καταργηθεί θεωρητικά στην Αγγλία), με ορισμένα περιορισμένα ειδικά δικαιώματα φυσικά που δέχονται κι απολαμβάνουν μόνον οι Βρετανοί υπήκοοι (δηλαδή, αυτοί θα ονομάζονταν τώρα Βρεττανοί πολίτες). Το προηγούμενο έτος ο ίδιος κι η σύζυγός του έκαναν ένα ταξίδι στην ήπειρο που διήρκεσε 6 μήνες και τους οδήγησε στις Βρυξέλλες, τη Γερμανία και την Ιταλία. Στην Ιταλία, μπόρεσε να ξαναδεί τα αρχαία ερείπια. αυτή τη φορά αγόρασε αρκετές φωτογραφίες, κυρίως ερείπια, που ξεκίνησανε τη τεράστια συλλογή του με φύλλα με αρχειακό υλικό που χρησιμοποιήθηκε για την ολοκλήρωση των μελλοντικών πινάκων.
     Αφού εγκαταστάθηκε τον Σεπτέμβρη του 1870 κι απέκτησε την αγγλική υπηκοότητα, εκλέχθηκε το 1876 εταίρος της Βρεττανικής Βασιλικής Ακαδημίας (British Royal Academy) κι ακαδημαϊκός το 1879. Το 1899 ονομάστηκε ιππότης από τη Βασίλισσα Βικτώρια και το 1905 του απονεμήθηκε το Παράσημο Της Αξίας (Order of Merit). Έτυχε της πλατειάς αναγνώρισης, τόσον από τους φίλους και συναδέλφους καλλιτέχνες, όσο κι από τις κυβερνήσεις όλων των Ευρωπαϊκών κρατών κι ήταν ο πιο ακριβοπληρωμένος ζωγράφος της εποχής του.
     Το Γενάρη του 1876, νοίκιασε ένα στούντιο στη Ρώμη. Η οικογένεια επέστρεψε στο Λονδίνο τον Απρίλη, επισκεπτόμενοι το Παρισινό Σαλόν κατά την επιστροφή. Στο Λονδίνο συναντιόταν τακτικά με τον καλλιτέχνη Emil Fuchs. Μεταξύ των σημαντικότερων από τις εικόνες του κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου ήταν ένα κοινό στο Αγρίππα (1876). Όταν ένας θαυμαστής του πίνακα προσφέρθηκε να πληρώσει ένα σημαντικό ποσό για έναν πίνακα με παρόμοιο θέμα αυτός απλώς γύρισε τον αυτοκράτορα για να τον δείξει να φεύγει, στο Μετά το κοινό. Στις 19 Ιουνίου 1879, έγινε Βασιλικός Ακαδημαϊκός, το πιο προσωπικό του βραβείο. 3 χρόνια αργότερα, μια μεγάλη αναδρομή ολόκληρου του έργου του οργανώθηκε στη Γκαλερί Grosvenor στο Λονδίνο, συμπεριλαμβανομένων 185 πινάκων του.

     Το 1883 επέστρεψε στη Ρώμη και, κυρίως, στη Πομπηία, όπου είχαν πραγματοποιηθεί περαιτέρω ανασκαφές από την τελευταία του επίσκεψη. Πέρασε σημαντικό χρόνο μελετώντας το χώρο, πηγαίνοντας εκεί καθημερινά. Αυτές οι εκδρομές του έδωσαν μια άφθονη πηγή θεμάτων καθώς άρχισε να προάγει τις γνώσεις του για τη καθημερινή ρωμαϊκή ζωή. Κατά καιρούς, όμως, ενσωμάτωνε τόσα πολλά αντικείμενα στους πίνακές του, που κάποιοι έλεγαν ότι μοιάζουν με καταλόγους μουσείων.
     Ο Άλμα Τάντεμα ήτανε ζωγράφος ιστορικών θεμάτων, σκηνών καθημερινής ζωής από τη ρωμαϊκή ιστορία και τα έργα του είχανε τεράστια δημοτικότητα στις μεσοαστικές τάξεις της βικτωριανής Αγγλίας. Στον πίνακά του Το Μοντέλο Του Γλύπτη, ή Venus Esquilana, που αποτέλεσε ρήξη με τις συμβατικές αξίες της εποχής, ο ζωγράφος διηγείται το μύθο του Πυγμαλίωνα, όπου ένας γλύπτης ερωτεύεται το γυμνό άγαλμα που φιλοτέχνησε, κάνοντας ευχή στους θεούς να του το ζωντανέψουν. Παρουσιάζει το γυναικείο γυμνό με ένα τρόπο εξιδανικευμένης ομορφιάς, όπως αρμόζει στο κλασσικό θέμα του, έτσι ώστε να είναι συμβατό και με την αυστηρή ηθική του κοινού της βικτωριανής εποχής.
    Ρωμαϊκό περιεχόμενο έχουν 2 άλλα έργα του: Ανακηρύσσοντας τον Κλαύδιο αυτοκράτορα (Proclaiming Claudius Emperor, 1867), όπου ο Κλαύδιος, ενώ περίτρομος και γονυπετής εκλιπαρεί τη φρουρά των Πραιτωριανών να μη τονε σκοτώσουν, οι λεγεωνάριοι, απροσδόκητα και προς μεγάλη του έκπληξη, τον ανακηρύσσουν αυτοκράτορα, μετά τη δολοφονία του τυραννικού Καλιγούλα. Ο 2ος πίνακας με τον τίτλο Αφ’ υψηλού (A Coign of Vantage, 1895) παρουσιάζει 3 νεαρές Ρωμαίες ν’ αγναντεύουν από ψηλά την άφιξη του ρωμαϊκού στόλου. Έν άλλο αξιόλογο έργο του, μεταξύ άλλων, είναι Η ανεύρεση του Μωϋσή (1902), όπου με εκθαμβωτικά χρώματα κι αιγυπτιακή ατμόσφαιρα απεικονίζει μια σκηνή στο Νείλο, με μια Αιγύπτια πριγκήπισσα να δέχεται στην αγκαλιά της τον Μωϋσή, που μόλις έχει σωθεί από τα νερά του ποταμού. Σε αυτά περιλαμβάνονται ακόμη τα έργα Αιγύπτιες παίκτριες σκακιού (1865), Τα ρόδα του Ηλιογάβαλου (1888), Άνοιξη (1894), Αγαπημένη συνήθεια (1909, Πινακοθήκη Τέιτ, Λονδίνο).
     Ο Άλμα Τάντεμα ειδικεύτηκε σε σκηνές ρωμαϊκών λουτρών, που τα σχεδίαζε με αρχαιολογική ακρίβεια κι εξειδικευμένη τεχνική τελειότητα. Μεταξύ αυτών περιλαμβάνονται οι πίνακες: Ένα αποδυτήριο (1886, An Apodyterion, Jerdein Collection, Λονδίνο) και Το ψυχρό δωμάτιο του λουτρού (1890, The Frigidarium), όπου απεικονίζονται γυμνά κορίτσια σε διάφορες στάσεις. Οι πίνακες αυτοί ζωγραφίστηκαν με μοντέλα Ιταλίδες, που ποζάρανε για το ζωγράφο στη βίλλα του στο St. John’s Wood του Λονδίνου. Κατά καιρούς, φιλοτεχνούσε έντονα ερωτικούς πίνακες. Το αριστούργημά του είναι ο πίνακας Στο Ανάκλιντρο (In the Tepidarium, 1881, Lady Lever Art Gallery, Port Sunlight, Cheshire), όπου απεικονίζει μια γυμνή κοπέλα ξαπλωμένη νωχελικά και σε προκλητική στάση πάνω σε μια προβιά αρκούδας, κρατώντας στο ένα χέρι της φτερό στρουθοκαμήλου και στο άλλο στλεγγίδα*
___________
*Η στλεγγίδα (αρχ. ελλ. στλεγγίς) ήταν αντικείμενο υγιεινής στην αρχαία Ελλάδα. Η χρήση του συνηθίζοντανε πολύ στους Ελληνικούς και Ρωμαϊκούς χρόνους. Το χρησιμοποιούσαν στο μπάνιο για να ξύνουν με αυτό το δέρμα και ν’ αφαιρούν επιφανειακά τις ακαθαρσίες. Χρησιμοποιούνταν επίσης για την απομάκρυνση του ιδρώτα, της σκόνης και του ελαίου από το σώμα. Αρχικά είχε σχήμα ελαφρώς καμπύλου ελάσματος σαν κυρτό μαχαίρι (μη ακονισμένο φυσικά), που ξεκινούσε από στρογγυλή λαβή. Τη χρησιμοποιούσανε κατά μήκος των μελών του σώματος, ξύνοντας την επιδερμίδα. Οι στλεγγίδες ως επί το πλείστον ήταν μεταλλικές (από χαλκό ή σίδηρο), ενώ συχνά ήσαν χαραγμένες στη λαβή με το όνομα του εργαστηρίου κατασκευής. Απεικονίζονται σ’ αρκετά πήλινα ομοιώματα κι έργα γλυπτικής όπως Ο Αποξυόμενος του Λύσιππου. Βρισκότανε σε χρήση στον ελληνικό αθλητισμό από τις αρχές του 6ου αι. π.Χ. έως την υστερορρωμαϊκήν εποχή.
___________________________________

                     Άλμα Τάντεμα δια χειρός Alfred Waterhouse

     Όπως ερμηνεύει τη σημειολογία του πίνακα αυτού ο Πήτερ Γουέμπ (Peter Webb) στο έργο του The Erotic Arts, ο ερωτισμός κυριαρχεί σ’ όλα τα στοιχεία του πίνακα, από το προκλητικά ροδαλό δέρμα του κοριτσιού και τη γεμάτη εκστασιασμό στάση του μέχρι το φτερό της στρουθοκαμήλου που καλύπτει το αιδοίο και το αντικείμενο για τον καθαρισμό του σώματος που έχει καθαρά φαλλικούς συνειρμούς. Ο Julian Treuherz, Φύλακας της Γκαλερί Τέχνης Εθνικού Μουσείου Λίβερπουλ, τη περιγράφει ως μια “εξαιρετική ζωγραφισμένη εικόνα που φέρει μιαν ισχυρή ερωτική φόρτιση, σπάνια για έναν βικτωριανό πίνακα γυμνού“. Το The Tepidarium (1881) του Alma Tadema περιλαμβάνεται στο βιβλίο του 2006, 1001 Πίνακες Που Πρέπει Να Δείτε Πριν Πεθάνετε.
     Η παραγωγή του μειώθηκε με τη πάροδο του χρόνου, εν μέρει λόγω υγείας, αλλά και λόγω της εμμονής του να διακοσμήσει το νέο του σπίτι, στο οποίο μετακόμισε το 1883. Ωστόσο, συνέχισε να εκθέτει όλη τη 10ετία του 1880 και την επόμενη 10ετία, λαμβάνοντας ένα μεγάλο βραβείο στη πορεία, συμπεριλαμβανομένου του Μετάλλου της Τιμής στην Παρισινή Έκθεση Universelle του 1889, εκλογή σε επίτιμο μέλος της Δραματικής Εταιρείας του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης το 1890 και το Μεγάλο Χρυσό Μετάλλιο στη Διεθνή Έκθεση στις Βρυξέλλες του 1897. Το 1899 ανακηρύχθηκε ιππότης στην Αγγλία, μόλις ο 8ος καλλιτέχνης από την ήπειρο που έλαβε αυτή τη τιμή. Όχι μόνο βοήθησε με την οργάνωση του βρεττανικού τμήματος στην Έκθεση Universelle του 1900 στο Παρίσι, παρουσίασε επίσης 2 έργα που του χάρισαν το δίπλωμα Grand Prix. Βοήθησε επίσης με τη Παγκόσμια Έκθεση του Σεντ Λούις το 1904 όπου εκπροσωπήθηκε κι ήταν ευπρόσδεκτος.
     Στη διάρκεια αυτής της περιόδου, ήτανε πολύ ενεργός με το θέατρο και τη παραγωγή, σχεδιάζοντας πολλά κοστούμια. Άπλωσε επίσης τα καλλιτεχνικά του όρια κι άρχισε να σχεδιάζει έπιπλα, συχνά πρότυπα από μοτίβα Πομπηίας ή Αιγύπτου, εικονογραφήσεις, υφάσματα και κατασκευή πλαισίων. Στα τέλη του 1902 επισκέφτηκε την Αίγυπτο. Αυτά τα άλλα ενδιαφέροντα επηρέασαν τους πίνακές του, καθώς συχνά ενσωμάτωσε μερικά από τα σχέδια επίπλων του στη σύνθεση κι επίσης χρησιμοποίησε πολλά από τα δικά του σχέδια για τα ρούχα των θηλυκών θεμάτων του. Κατά τη διάρκεια της τελευταίας περιόδου δημιουργικότητάς του, ο Alma-Tadema συνέχισε να παράγει πίνακες που επαναλάμβαναν την επιτυχημένη φόρμουλα των γυναικών σε μαρμάρινες βεράντες με θέα στη θάλασσα, όπως στο Silver Favorites (1903). Μεταξύ του 1903 και του θανάτου του, ζωγράφιζε λιγότερο αλλά εξακολουθούσε να παράγει φιλόδοξους πίνακες όπως το The Finding of Moses (1904).
    Στις 15 Αυγούστου 1909, η γυναίκα του Άλμα Τάντεμα, Λώρα, πέθανε στα 57 της. Ο θλιμμένος χήρος ξεπέρασε τη 2η γυναίκα του σε λιγότερο από 3 χρόνια. Η τελευταία του μεγάλη σύνθεση ήταν HΠροετοιμασία στο Κολοσσαίο (1912). Το καλοκαίρι του 1912, συνοδευόμενος από τη κόρη του Άννα στο Kaiserhof Spa, στο Βισμπάντεν της Γερμανίας, όπου επρόκειτο να υποβληθεί σε θεραπεία για εξέλκωση του στομάχου. Πέθανε εκεί στις 28 Ιουνίου 1912 σε ηλικία 76 ετών. Τάφηκε στη κρύπτη του καθεδρικού ναού του Αγίου Παύλου στο Λονδίνο. στο Λονδίνο, πλούσιος και διάσημος. Μια μπλε πλάκα που αποκαλύφθηκε το 1975 τιμά τη μνήμη του Alma-Tadema στο 44 Grove End Road, St John’s Wood, το σπίτι του από το 1886 μέχρι το θάνατό του το 1912.
     Τα τελευταία χρόνια της ζωής του, είδαν την άνοδο του Μετα-Ιμπρεσσιονισμού, του Φοβισμού, του Κυβισμού και του Φουτουρισμού, που όλα αυτά αποδοκίμασε. Όπως έγραψε ο μαθητής του John Collier, “είναι αδύνατο να συμβιβαστεί η τέχνη του Alma-Tadema με αυτή του Matisse, Gauguin και Picasso“.

     Τα έργα του είναι αξιοσημείωτα για τον τρόπο με τον οποίο ζωγραφίζονται λουλούδια, υφές και σκληρές αντανακλαστικές ουσίες, όπως μέταλλα, αγγεία και κυρίως μάρμαρο -πράγματι, η ρεαλιστική του απεικόνιση του μαρμάρου τον οδήγησε να αποκαλείται εκπέμπων ζωγράφος. Το έργο του δείχνει μεγάλο μέρος της εξαιρετικής εκτέλεσης και του λαμπρού χρώματος των παλιών Ολλανδών δασκάλων. Από νωρίς δε, στη καρριέρα του, ο Alma-Tadema ασχολήθηκε ιδιαίτερα με την αρχιτεκτονική ακρίβεια, περιλαμβάνοντας συχνά αντικείμενα που είδε σε μουσεία -όπως το Βρεττανικό Μουσείο στο Λονδίνο- στα έργα του. Διάβασε επίσης πολλά βιβλία και πήρε πολλές εικόνες απ’ αυτά. Συγκέντρωσε τεράστιο αριθμό φωτογραφιών από αρχαίους χώρους στην Ιταλία, που χρησιμοποίησε για να επιτύχει πιότερην ακρίβεια στις λεπτομέρειες των συνθέσεών του.
     Ήτανε τελειομανής. Εργάστηκε επιμελώς για να αξιοποιήσει στο έπακρο τους πίνακές του, συχνά επανειλημμένα επεξεργάζοντας τμήματα πινάκων πριν τα βρει ικανοποιητικά με τα δικά του υψηλά πρότυπα. Μια ιστορία λέει ότι ένας από τους πίνακές του απορρίφθηκε κι αντί να τονε κρατήσει, έδωσε τον καμβά σε μια υπηρέτρια που τον χρησιμοποίησε ως κάλυμμα τραπεζιού. Ήταν ευαίσθητος σε κάθε λεπτομέρεια κι αρχιτεκτονική γραμμή των πινάκων του, καθώς και στα σκηνικά που απεικόνιζε. Για πολλά από τα αντικείμενα στους πίνακές του, θα απεικόνιζε αυτό που ήτανε μπροστά του, χρησιμοποιώντας φρέσκα λουλούδια που εισήχθησαν από όλη την ήπειρο κι ακόμη κι από την Αφρική, σπεύδοντας να τελειώσει τους πίνακες πριν πεθάνουν τα λουλούδια. Ήταν αυτή η δέσμευση για την αλήθεια που του χάρισε την αναγνώριση, αλλά επίσης έκανε πολλούς από τους κριτικούς του να υιοθετήσουν αρνητική στάση απέναντι στα σχεδόν εγκυκλοπαιδικά έργα του.
     Το έργο του έχει συνδεθεί με αυτό των Ευρωπαίων συμβολιστών ζωγράφων. Ως καλλιτέχνης με διεθνή φήμη, μπορεί να αναφερθεί ως επιρροή σε ευρωπαϊκές προσωπικότητες όπως ο Κλιμτ κι ο Φέρναντ Κνόπφ. Κι οι 2 ζωγράφοι ενσωματώνουνε κλασσικά μοτίβα στα έργα τους και χρησιμοποιούνε τις ασυνήθιστες συνθετικές συσκευές του Alma-Tadema, όπως απότομο κόψιμο στην άκρη του καμβά. Αυτοί, όπως κι ο ίδιος, χρησιμοποιούν επίσης κωδικοποιημένες εικόνες για να μεταφέρουν νόημα στους πίνακές τους.

     Για όλη την ήσυχη γοητεία και την ευρυμάθεια των πινάκων του, ο ίδιος ο Alma-Tadema διατήρησε μια νεανική αίσθηση κακού. Όπως ένα παιδί στ’ αστεία του και στις ξαφνικές εκρήξεις κακού χαρακτήρα, που θα μπορούσαν ξαφνικά να υποχωρήσουνε σ’ ένα ελκυστικό χαμόγελο. Στη προσωπική του ζωή, ήταν εξωστρεφής κι είχε μιαν εξαιρετικά ζεστή προσωπικότητα. Είχε τα περισσότερα χαρακτηριστικά ενός παιδιού, σε συνδυασμό με τα χαρακτηριστικά ενός ολοκληρωμένου επαγγελματία. Τελειομανής, παρέμεινε από όλες τις απόψεις ένας επιμελής, αν και κάπως εμμονικός και παιδικός δουλευτής. Ήταν ένας εξαιρετικός επιχειρηματίας κι ένας από τους πλουσιότερους καλλιτέχνες του 19ου αι. Ήτανε τόσο σταθερός σε θέματα χρήματος όσο και με τη ποιότητα της δουλειάς του. Ως άντρας, ήταν ένας ισχυρός, διασκεδαστικός και μάλλον ασταθής κύριος. Δεν υπήρχε καμμία ένδειξη για τον λεπτό καλλιτέχνη σ’ αυτόν. Ήταν ένας χαρούμενος λάτρης του κρασιού, των γυναικών και των πάρτυ.
     Η σχολαστική αρχαιολογική έρευνα του Alma-Tadema, συμπεριλαμβανομένης της έρευνας για τη ρωμαϊκή αρχιτεκτονική, οδήγησε τους πίνακές του να χρησιμοποιηθούν ως πηγή υλικού από τους σκηνοθέτες του Χόλιγουντ στο όραμά τους για τον αρχαίο κόσμο για ταινίες όπως η Δυσανεξία του DW Griffith (1916), Ben Hur (1926), Κλεοπάτρα (1934) και κυρίως από όλα, το επικό ριμέικ του Σεσίλ Β. ΝτεΜιλ για τις Δέκα Εντολές (1956). Πράγματι, ο Jesse Lasky Jr., συν-συγγραφέας στις Δέκα Εντολές, περιέγραψε πώς ο σκηνοθέτης συνήθιζε ν’ απλώνει εκτυπώσεις ζωγραφικής του Alma-Tadema για να δείξει στους σκηνογράφους του την εμφάνιση που ήθελε να επιτύχει. Οι σχεδιαστές του βραβευμένου με Όσκαρ ρωμαϊκού έπους Gladiator χρησιμοποίησαν τους πίνακες του ως κεντρική πηγή έμπνευσης. Οι πίνακες του αποτέλεσαν επίσης την έμπνευση για το σχεδιασμό του εσωτερικού του κάστρου Cair Paravel στην ταινία του 2005 The Chronicles of Narnia: The Lion, the Witch and the Wardrobe.
     Το 1962, ο έμπορος τέχνης της Νέας Υόρκης Robert Isaacson πραγματοποίησε τη 1η επίδειξη του έργου του Alma-Tadema σε 50 χρόνια. στα τέλη της 10ετίας των ’60ς, η αναβίωση του ενδιαφέροντος για τη βικτωριανή ζωγραφική πήρε ώθηση και πραγματοποιήθηκαν μια σειρά από καλοπληρωμένες εκθέσεις. Ο Allen Funt, δημιουργός κι οικοδεσπότης της αμερικανικής έκδοσης της τηλεοπτικής εκπομπής Candid Camera, ήτανε συλλέκτης ζωγραφικών έργων Alma Tadema σε μια εποχή που η φήμη του καλλιτέχνη τον 20ο αι. ήτανε στο ναδίρ της. σε σχετικά λίγα χρόνια αγόρασε 35 έργα, περίπου το 10% της παραγωγής του. Αφού ο Φουντ λήστεψε από το λογιστή του (ο οποίος στη συνέχεια αυτοκτόνησε), αναγκάστηκε να πουλήσει τη συλλογή του στο Sotheby’s στο Λονδίνο το Νοέμβρη του 1973. Απ’ αυτή τη πώληση, το ενδιαφέρον για τον Άλμα-Τάντεμα ξύπνησε ξανά.

Aυτοπροσωπογραφία

     Το 1960, η Γκαλερί Newman προσπάθησε αρχικά να πουλήσει, στη συνέχεια να χαρίσει (χωρίς επιτυχία) ένα από τα πιο διάσημα έργα του, The Finding of Moses (1904). Ο αρχικός αγοραστής είχε πληρώσει 5,250 £ για την αγορά του κι οι επόμενες πωλήσεις ήταν 861 £ το 1935, 265 £ το 1942 κι αγοράστηκε στις 252 £ το 1960 (αφού δεν κατάφερε να καλύψει το αποθεματικό του), αλλά όταν η ίδια φωτογραφία δημοπρατήθηκε στο Christies στη Νέα Υόρκη τον Μάη του 1995, πουλήθηκε για 1,75 εκατομμύρια λίρες. Στις 4 Νοέμβρη 2010 πωλήθηκε για 35.922.500 δολάρια σε έναν άγνωστο πλειοδότη στο Sotheby’s New York, νέο ρεκόρ τόσο για ένα έργο Alma-Tadema όσο και για ένα βικτωριανό πίνακα. Στις 5 Μάη 2011, η συνάντηση του Αντώνιου και της Κλεοπάτρας: 41 π.Χ. πωλήθηκε στον ίδιο οίκο δημοπρασιών για 29,2 εκατομμύρια δολάρια.
     Ο Alma Tadema θεωρήθηκε ένας από τους πιο δημοφιλείς βικτωριανούς ζωγράφους. Ήταν ένας από τους πιο επιτυχημένους οικονομικά ζωγράφους της βικτωριανής εποχής, αν και δεν ταίριαζε ποτέ με τον Edwin Henry Landseer. Για πάνω από 60 χρόνια έδωσε στο κοινό του αυτό ακριβώς που ήθελαν: διακριτικοί, περίτεχνοι πίνακες όμορφων ανθρώπων σε κλασσικά περιβάλλοντα. Οι λεπτομερείς ανακατασκευές του στην αρχαία Ρώμη, με αδύναμους άνδρες και γυναίκες που ποζάρουν ενάντια στο λευκό μάρμαρο, στο εκθαμβωτικό φως του ήλιου, δώσανε στο κοινό του μια γεύση από ένα κόσμο του είδους που θα μπορούσαν κάποτε να κατασκευάσουνε για τον εαυτό τους τουλάχιστον θεωρητικά, αν όχι στη πραγματικότητα.
     Όπως και με άλλους ζωγράφους, τα δικαιώματα αναπαραγωγής για εκτυπώσεις συχνά αξίζανε πιότερο από τον καμβά κι ένας πίνακας με τα δικαιώματά του εξακολουθούσε να έχει πωληθεί στον Gambart για 10.000 λίρες το 1874. Χωρίς δικαιώματα πωλήθηκε ξανά το 1903, όταν οι τιμές του Alma-Tadema ήταν πραγματικά υψηλότερες, για 6 2.625. Οι τυπικές τιμές ήταν μεταξύ 2.000 και 3.000 λιρών τη 10ετία του 1880, αλλά τουλάχιστον τρία έργα πωλήθηκαν για μεταξύ 5.250 και 6.060 λιρών το 1900. Οι τιμές διατηρήθηκαν καλά μέχρι τη γενική κατάρρευση των βικτωριανών τιμών στις αρχές της 10ετίας του 1920, όταν πέσανε στις εκατοντάδες, όπου παρέμειναν μέχρι τη 10ετία του 1960. Ως το 1969 είχαν πιάσει ξανά 64.600 (αν και με αυτά τα στοιχεία πρέπει να σκεφτεί κανείς την επίδραση του πληθωρισμού).
     Η καλλιτεχνική του κληρονομιά σχεδόν εξαφανίστηκε. Καθώς οι τάσεις του κοινού γενικότερα και των καλλιτεχνών ειδικότερα έγιναν πιο δύσπιστες για τις δυνατότητες ανθρώπινων επιτευγμάτων, οι πίνακές του καταγγέλλονταν όλο και περισσότερο. Είχε ανακηρυχθεί “ο χειρότερος ζωγράφος του 19ου αιώνα” από τον Τζον Ράσκιν κι ένας κριτικός παρατήρησε ακόμη ότι οι πίνακές του ήταν “αρκετά άξιοι για να στολίσουνε κουτιά από μπέρμπον“. Μετά από αυτή τη σύντομη περίοδο ενεργού χλευασμού, οδηγήθηκε σε σχετική αφάνεια για πολλά χρόνια. Μόνο από τη δεκαετία του 1960 το έργο του επαναξιολογήθηκε για τη σημασία του εντός του 19ου αι. και πιο συγκεκριμένα, στην εξέλιξη της αγγλικής τέχνης.
Θεωρείται τώρα ως ένας από τους κύριους ζωγράφους κλασσικού θέματος και τα έργα του καταδεικνύουνε τη φροντίδα και την ακρίβεια μιας εποχής που μαγνήτισε προσπαθώντας να απεικονίσει το παρελθόν, μερικά από τα οποία ανακτήθηκαν μέσω αρχαιολογικών ερευνών.

$$$$$$$$$$$$$$$$$$$$$$$$$$$

Ρωμαικός Χορός

Τελετή Ανθέων Από Βακχίδες

Ρωμαϊκά Λουτρά Του Καρακάλλα

Στο Κολοσιαίο

Στο Ατελιέ Μου

Στο Ανάκλιντρο

Σκίαστρο Της Αφροδίτης

Ασημί Ομορφιές

Ανθοστόλιστη Σημαία

Αλκαίος & Σαπφώ

Ρωμαϊκή Οικογένεια

Τα Ρόδα Του Ηλιογάβαλου

Ονειρεμένη Θέα

Αγαπημένος Ποιητής

Διδαχή Ομήρου

Ένα Φιλί!

Στα Αποδυτήρια Θερμών Λουτρών

Γυναίκες Της Άμφισσας

Μια Ελληνίδα

Γκαλερί Ζωγραφικής

Φάουστ & Μαργαρίτα

Ερωτική Αναπόληση

Διαφορετική Άποψη

Με Τον Ήλιο & Το Γαλάζιο Του Ιονίου

Βακχίς

Μη Μου Ζητάτε Τίποτε Άλλο

Ανοιξιάτικη Προσφορά

Αγαπημένη Ενασχόληση

Άδικη Σύγκριση

94 Βαθμοί Υπό Σκιάν

                           Η Βοηθός Στα Λουτρά

                       Αφιέρωμα Στο Βάκχο

                    Ιέρεια Του Απόλλωνα

                           Σ’ Αγαπώ, Μ’ Αγαπάς;

                          Αιγύπτια Χήρα

    Θρήνος Για Το Χαμό του Πρωτοτόκου Γιου Του Φαραώ

                    Στον Κήπο Με Τα Ρόδα

 Ο Φειδίας Δείχνει τη Ζοφόρο Του Παρθενώνα Σε Φίλους

Ηλιόλουστες Μέρες

             Δυο Κοπέλλες Πιτσιλιούνται

                       Η Τυφλή Ζητιάνα

                             Γυμνό Μοντέλο

        Η Αλλαγή Της Πάολα Από Τον Άγιο Τζερόμ

                                 Ελπίδα

                               Τίβουλλος

Υποβολή απάντησης

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *