Έκθεση Ιδεών
Από μικρό κοριτσάκι ήτανε φευγάτη... Όταν λέμε φευγάτη, όχι παλαβό ή
ανεμοπιασμένο πλάσμα, αλλά στον κόσμο της. Τον είχε φτιάξει μάλιστα έτσι
βολικό, για να μπορεί να καταφεύγει κει όποτε τη στρίμωχνε η ζωή.
Σκανταλιάρικο, λιπόσαρκο μα νευρώδες, μάλλωνε με τ' αγόρια κι αγαπούσε
από μικρή τις μηχανές. Χαριτωμένο, ωστόσο όχι όπως όλα τ' άλλα
κοριτσάκια, στο σπίτι με τις κούκλες και τα συναφή.
Πολύ μικρή
καβάλησε μηχανή και πολύ μικρή -σχετικά- πρωτοέκανε έρωτα. Σ' ηλικία
δεκατεσσάρων ετών είχε δοκιμάσει και τις δυο αυτές εμπειρίες κι ενώ η
πρώτη τη μάγεψε, η δεύτερη... έ! έτσι κι έτσι. Αφού τέλειωσε λοιπόν το
δημοτικό και μπήκε στο γυμνάσιο, άρχισε ν' αναπτύσσει επαναστατικές
τάσεις. Δηλαδή όχι τίποτε πολιτικά και τα ρέστα, απλά όπως λέμε, πνεύμα
αντιλογίας κι αντίδρασης. Η φαντασία όμως, φαντασία κι ο κόσμος της
πάντα παρών, για να καταφεύγει όταν στριμωχνόταν από τη ζωή και τα
παράξενά της.
Τελειώνοντας το γυμνάσιο και με την είσοδό της στο
λύκειο, έκοψε τα μαλλάκια της αγορίστικα, εξακολουθούσε να καβαλά
μηχανή -όχι μηχανάκι, μηχανή παρακαλώ-, εξακολουθούσε ναναι κόντρα σ'
όλα και ναχει τον κόσμο της, αν και πιο εμπλουτισμένο τώρα. Έτσι όταν τα
βαρετά μαθήματα, τη κουράζανε, ξεγλυστρούσεν από τη τάξη και πετούσε
κεί. Πρώτη στην αντίδραση, πρώτη στις κινητοποιήσεις, μέτρια μαθήτρα και
τελευταία στην ...ενσωμάτωση του βηματισμού της κατά τη διάρκεια των
δοκιμών στις εθνικές παρελάσεις.
Τώρα πια, παντρεμμένη κι
έχοντας ένα γιο στη εφηβεία, δεν έχει παρατήσει ακόμα τις δυο μεγάλες
παιδικές της αγάπες: Τις μηχανές και τον φανταστικό της κόσμο. Για να
λέμε και την αλήθεια, ίσως δεν έχει ακόμα βρει ευκαιρία ή δεν έχει
κρίνει σκόπιμο, ν' απεκδυθεί το εφηβικό, πειραχτήρι, σκανταλιάρικο
κοριτσόπουλο εκείνο της αντίδρασης. Αν την αντικρύσει κανείς, είναι σα
να βλέπει μια λιονταρίνα στο κλουβί, κάπως ηρεμισμένη με τη πάροδο του
χρόνου, μα πάντα με το μάτι να παραφυλά, μπας και βρει τη πόρτα της
εξόδου. Να κυκλοφορεί με χάρη στο μεγάλο κι άνετο κλουβί, να τρώει και
να πίνει, να πλαγιάζει ή να πλησιάζει τα κάγκελα, δοκιμάζοντας με τα
δόντια της την αντοχή τους, μπας και με τον καιρό, αδυνατίσανε καθόλου,
και να επιστρέφει ήρεμα στα πιο μέσα μέρη, για να ταξιδέψει,
αγναντεύοντας απλανώς.
Στο λύκειο λοιπόν, ήτανε μέτρια μαθήτρια
μα το μόνο μάθημα που λάτρευε, ήταν η έκθεση. Όχι πως κι εκεί τα
πήγαινε θαυμάσια, μα επειδή είχεν αυτή τη ζωηρή φαντασία και της άρεσε
να γράφει, χανότανε στον κόσμο του θέματος και γέμιζε φύλλα. Συνήθως
ήταν εκτός θέματος, μα τούτο λίγο την ένοιαζε. Εκείνο που θυμάται όμως
ακόμα μ' ...εύθυμη νοσταλγία και χαμογελά, είναι κείνη τη φορά που είχε
γράψει μιαν έκθεση που κατάλαβεν αμέσως πως ήτανε στα "μέτρα" της. Το
χέρι της έτρεχε σαν τρελλό πάνω στο χαρτί και αράδιαζε γραμμές και
σελίδες. Το θέμα δε καταφέρνει να το θυμηθεί, μα θυμάται πως εκείνο τον
καιρό, είχε βγεί το άλμπουμ των Pink Fleud με τίτλο "The Wall" και το
θυμάται γιατί είχε κλείσει τη πολύφυλλη έκθεσή της με τη φράση:
"...ο καθένας μας δεν είναι παρά ένα τούβλο στον τοίχο".
Η έκθεση γινότανε κάθε Δευτέρα. Τη πρώτη Δευτέρα, γράφανε και -σα
λυκειόπαιδες πλέον έγραφαν εκθέσεις ιδεών-, τη δεύτερη, διαβάζανε τις
καλύτερες και γινόταν ο σχολιασμός. Κάθε δεύτερη Δευτέρα λοιπόν ήξερε
την επωδό του καθηγητή της:
-"Εσύ παιδί μου Β., είσαι όπως πάντα εκτός θέματος κι είναι κρίμα γιατί απ' όσο βλέπω δε σου λείπουν οι ιδέες"
και που ναξερε πως όταν εκείνος έλεγεν αυτά τα λόγια, η μικρή είτε είχε
ξεκινήσει το ταξίδι της, είτε θα του βγαζε τη γλώσσα κρυφά,
κοροϊδευτικά.
Έτσι λοιπόν εκείνη τη μια πρώτη Δευτέρα, όταν παρέδωσε το τετράδιό της στον καθηγητή (hey teacher...!),
εκείνος, όντας σίγουρος γι' άλλη μια της απότυχία, έριξε μια γρήγορη
ματιά, πρόλαβε να δει το κλείσιμό της και της πέταξε πειραχτικά:
-"Ώστε λοιπόν πιστεύεις πως κι εγώ ακόμα είμαι ...τούβλο";
-"Φυσικά!" του απάντησεν ήρεμα κείνη.
Αυτός κοκκίνησε, θόλωσε και την έσυρε στον Διευθυντή. Δώσε-πάρε, νασου
με δυο μέρες αποβολή λόγω αυθάδειας η μικρά. Σιγά που την ένοιαξε.
Τορριξε στις βόλτες με τη μηχανή ή με τη φαντασία κι αφού βόσκησε
καλά-καλά τη τροφή που τη μάγευε, χωρίς ναχει σχολειο και μάλιστα
δικαιολογημένα, επέστρεψε μετά δυο μέρες στη ρουτίνα της.
Την
επόμενη Δευτέρα, την ώρα της κρίσης, ο καθηγητής, αφού ξερόβηξε
καλά-καλά, ανάγγειλε στη τάξη, πως μπορεί η Β. νάταν αυθάδης, αλλά είχε
γράψει για πρώτη φορά τη καλύτερην έκθεση στη τάξη. Πρώτη φορά ήταν
εντός θέματος και φυσικά με πάρα πολύ στρωτή κι ορθή επιχειρηματολογία.
Έτσι λοιπόν, γυρνώντας προς το μέρος της (leave the kids alone...!),
της ζήτησε, κατά τα συνηθισμένα, ν' ανέβει στην έδρα και να διαβάσει
την έκθεσή της στη τάξη. Η μικρή ατίθαση, ήρεμα κι απλά απάντησεν:
-"Όχι!"
Ο καθηγητής ταχασε.
-"Γιατί;" τη ρώτησε με μεγάλην απορία.
Εκείνη, πήρε μιαν ανάσα και του απάντησε θαρραλέα, με το πιο αφοπλιστικό κι απλόν ύφος:
-"Γιατί δε θέλω να γίνω κι εγώ, έν ακόμα τούβλο στον τοίχο"!
Αύγουστος '06