Βιογραφικü
Ο ΚωνσταντÞς γεννÞθηκε 14 ΓενÜρη 1991 στο Κερατσßνι διαμÝνει στη Νßκαια και γρÜφει üποτε του καπνßσει. Εßναι ο μεγαλýτερος γιος του ΠÜτροκλου ΧατζηαλεξÜνδρου και πηγαßνει Α' Λυκεßου (εποχÞ που 'γραψε το κειμενÜκι. Τþρα πηγαßνει Γ' κι ο Θεüς να βÜλει το χÝρι του). ¸χει Üλλα δυο αδÝρφια, τον ΥÜκινθο (ενÜμιση χρüνο μικρüτερο) και τον ΓιαννÜκη (γεννηθÝντα το 1999) που προς το παρüν δεν Ýχουνε δεßξει παρüμοιο ενδιαφÝρον.
Το κεßμενο αυτü συμπεριελÞφθη σε κÜποιο διαγωνισμü, αφοý προκρßθηκε απü τα σχολεßα της Νßκαιας, (που δε θυμÜμαι καν τ' üνομÜ του) και ...πÜτωσε, προς μεγÜλην Ýκπληξη κι απογοÞτευσÞ μας. Ελπßζω να μην Þταν αυτÞ η αιτßα που 'χει σιγÞσει τüσο καιρü, -εκτüς κι αν ετοιμÜζει κÜτι μεγÜλο. (βλ. κι Εδþ)
--------------------------------------------------------------------------------------------
Η Λýση Του Γρßφου
¹τανε καλοκαßρι. Ο ΠÝτρος κι η οικογÝνειÜ του πÞγανε διακοπÝς στο χωριü τους, στη ΜυτιλÞνη. Το χωριü της ΠÝτρας Þτανε μιÜμιση þρα μακριÜ, απü το λιμÜνι του νησιοý. Ο δεκατετρÜχρονος ΠÝτρος, θα συναντοýσε στο χωριü, το ξÜδερφο και συνομßληκü του, Νικüλα.
Μüλις φτÜσαν εκεß με το αυτοκßνητü τους, κÜνανε μια στÜση κι αυτüς βγÞκε για να ξαναθυμηθεß τα "στÝκια" του. Στη κεντρικÞ πλατεßα, υπÞρχεν Ýνας πýργος, που 'τανε σα τριþροφη πολυκατοικßα, αλλÜ για τα μÜτια των κατοßκων, φÜνταζε ουρανοξýστης. Εκτüς απ' αυτüν, υπÞρχε κι Ýνα κτßσμα, -σÞμα κατατεθÝν του χωριοý- το παλιü ταχυδρομεßο κατÜλληλα διαμορφωμÝνο, για να γßνονται εκδηλþσεις, εκθÝσεις κι Üλλα τÝτοια. Τα σπιτÜκια, μικρÝς μονοκατοικßες, με κεραμοσκεπÝς που το τοπικü χρþμα διατηριüταν αυστηρÜ. Περπατþντας λοιπüν εκεß, πÝρασεν η þρα χωρßς να το καλοκαταλÜβει και ξεκινÞσανε για το κτÞμα του θεßου ΜιχÜλη.
Στο αγρüκτημα τοýτο, μüλις λßγα χιλιüμετρα μακριÜ, θυμüταν Ýνα ειδικü δωμÜτιο, που 'χανε φτιÜξει με το ξÜδερφü του, κÜτι σαν Αρχηγεßο. Σε κεßνο το χþρο, εßχανε πρüσβαση, μÝσα απü 'να μυστικü πÝρασμα, απü το δωμÜτιο του Νικüλα. Δεν εßχε φυσικü φωτισμü και για τοýτο, εßχανε βÜλει μια λÜμπα. Επßσης, την ...επßπλωση συμπλÞρωναν, Ýνα γραφειÜκι με διÜφορα χαρτικÜ και μια ξεχαρβαλωμÝνη πολυθρüνα.
Μüλις μπÞκανε στο αγρüκτημα, περνþντας απü τη μεγÜλη αυλüπορτα, εßδε το θεßο του να ταÀζει τα γουροýνια. Μüλις τους εßδε, παρÜτησε τα πÜντα, χαροýμενος κι Ýτρεξε να τους καλωσορßσει.
-"Γεια σας", εßπε γελαστÜ, "πþς περÜσατε το χειμþνα; Εßχατε καλü ταξßδι";
-"Μια χαρÜ θεßε. O Νικüλας που 'ναι"; ρþτησεν ο ΠÝτρος βιαστικüς.
-"ΠρÝπει να βλÝπει τηλεüραση. Ρßξε μια ματιÜ μÝσα. Θα 'χει τελειþσει τþρα πια την αγγαρεßα που του 'χα αναθÝσει". Ο ΠÝτρος Ýτρεξε μÝσα δßχως δεýτερη κουβÝντα κι Üφησε τους δικοýς του να ποýνε τα υπüλοιπα.
Ο Νικüλας ζοýσε μüνος με το πατÝρα του, γιατß η μητÝρα του εßχε πεθÜνει κι Ýτσι Þταν αναγκασμÝνος να βοηθÜ σ' üλες τις δουλειÝς, του σπιτιοý και του κτÞματος. ΜπÞκεν ο ΠÝτρος, δε βρÞκε τον Νικüλα κι Ýτσι σκÝφτηκε το Αρχηγεßο. ΑνÝβηκε τις λßγες σκÜλες μÝχρι το δωμÜτιü του με σκοπü να περÜσει μες απü το μυστικü πÝρασμα. Μüλις Ýφτασε στο κεφαλüσκαλο κι αφοý βεβαιþθηκε πως δε τüνε κοßταζε κανεßς, Ýκανε τρÝχοντας τον υπüλοιπο δρüμο. Το δωμÜτιο του Νικüλα Þτανε μεγÜλο, -Ýνα παλιü ξýλινο κρεβÜτι, μια μεγÜλη ξýλινη ντουλÜπα- κι Þτανε φρεσκοβαμÝνο Ýτσι þστε να μοιÜζει με βυθü, που 'τανε γεμÜτος ψÜρια. Βεβαιþθηκε πÜλι πως δε κοιτÜζει κανεßς και πßεσε το σημÜδι στο τοßχο, που τþρα Ýμοιαζε να 'ναι, το μεγÜλο μÜτι ενüς ψαριοý. Τüτε σχηματßστηκε με τριξßματα, το Üνοιγμα κι ο ΠÝτρος χþθηκε μÝσα του.
Η χαρÜ του Νικüλα Þτανε πελþρια, αν κι Þξερε πως θα φτÜσουν οι ...επισκÝψεις που τüσο περßμενε. ΑγκαλιαστÞκανε με χαρÜ κι ανταλλÜξανε τα νÝα τους. Ο Νικüλας εßχε Ýνα Üσχημο μαντÜτο: Το παλιü ταχυδρομεßο, θα φιλοξενοýσε μιαν Ýκθεση σπÜνιων αντικειμÝνων, απ' ολÜκερο το νησß κι ο φüβος Þτανε πως ο "Γρßφος" -διαβüητος κλÝφτης κÜθε πρÜγματος που μπορεß να 'χε αξßα- θα ...χτυποýσε πÜλι!
Επρüκειτο περß ενüς πολý παρÜξενου ληστÞ, που Üφηνε πßσω, μετÜ τις ...βρομοδουλειÝς του, Ýνα γρßφο. Δεν εßχε καταφÝρει να λýσει κανεßς, μÞτ' Ýναν, üπως και να συλλÜβει τον κακοýργο! ΥποθÝτανε πως οι γρßφοι τοýτοι, μπορεß να 'ταν οδηγßες για τη ταυτüτητα, για το που 'χε το λημÝρι του Þ μερικοß Üλλοι λÝγανε, πως Þτανε τα μÝρη που φυλοýσε τα κλεμÝνα.
Αφοý τα 'πανε λοιπüν οι δυο τους, αποφασßσανε να βγοýνε μια βüλτα στο χωριü. ΑφÞσανε να περÜσουνε τελευταßα, απü τη πλατεßα και φυσικÜ το παλιü ταχυδρομεßο και μüλις Ýφτασαν εκεß, ακοýσανε φωνÝς:
-"ΒοÞθεια... Ληστεßα... τρÝξτε χωριανοß... Αστυνομßααααα" Þταν Ýνας παπποýς που φþναζε, τρομαγμÝνος. Τι εßχε συμβεß; Τα δυο παιδιÜ τρÝξανε, περßεργα, να δοýνε. Η πüρτα του παλιοý ταχυδρομεßου Þτανε σπασμÝνη και προφανþς, ο "Γρßφος" εßχε κÜνει πÜλι το ...θαýμα του! ΜπÞκανε δειλÜ και προσεχτικÜ, μην αγγßξουνε τßποτε, -το 'χανε δει στη τηλεüραση- κι εßδανε στο πÜτωμα πεταμÝνο, Ýνα μεγÜλο κßτρινο χαρτß μ' Ýνα μεγÜλο ερωτηματικü! Τα παιδιÜ, ρßξανε μια ματιÜ να δοýνε τι γρÜφει:
"Αν θÝλεις κÜτι για να βρεις,
τüτε καλÜ να ψÜξεις,
στη μοýρη μου μπροστÜ θα δεις,
συνεχþς να κουνÜ μια γραμμÞ.
Μπüι και χρüνος βοηθÜν στη στιγμÞ"!
Τα δυο παιδιÜ, αποστηθßσανε το γρßφο και βγÞκανε χωρßς να πειρÜξουνε τßποτ' Üλλο. Ο ΠÝτρος εßδε το Νικüλα σκεφτικü.
-"Τι σκÝφτεσαι; Και πρþτα-πρþτα, πες τι Üλλα ξÝρεις" ρþτησε το ξÜδερφü του.
-"Δε πεßνασες ακüμα; Εßν' þρα φαγητοý. ΠÜμε πριν αρχßσουν να μας ψÜχνουνε και στα λÝω στο δρüμο" απÜντησεν ο Νικüλας.
ΠÞρανε το δρüμο της επιστροφÞς και στη διÜρκεια του, ο ΠÝτρος Ýμαθε, πως οι κλοπÝς εßχανε ξεκινÞσει πριν δυο χρüνια περßπου, -δεν εßχανε πÜει πÝρυσι το καλοκαßρι για διακοπÝς εκεß-, κι üλα üσα Þξερε για τους γρßφους και τις υποψßες. Τα δυο ξαδÝρφια λατρεýανε τους γρßφους κι ειδικüτερα ο ΠÝτρος, μα η λογικÞ τοýτων εδþ, Þτανε παρÜξενη και προς το παρüν Üλυτη κι ακαταλαβßστικη. ¸πειτα, ο Νικüλας Ýβγαλε απü τη τσÝπη και του 'δωσε, Ýνα χιλιοτσαλακωμÝνο χαρτÜκι. Εκεßνος διÜβασε δυνατÜ:
"Για να μη λυπÜσαι,
κοßτα στα παλιÜ.
ΣωστÜ θα με θυμÜσαι,
γιατß Ýκανα πολλÜ"!
-"Που το βρÞκες αυτü"; ρþτησε παραξενεμÝνος ο ΠÝτρος
-"¸κλεψε και το σπßτι μας ο κακοýργος", απÜντησε στεναχωρημÝνα ο Üλλος, "πÝρυσι"!
-"ΠÞρε πολλÜ";
-"ΚοσμÞματα πανÜκριβα της μαμÜς, ενθýμια που φυλοýσε ο μπαμπÜς και κÜτι λßγα χρÞματα. 'Αλλωστε" χασκογÝλασε, "δεν εßμαστε δα και πλοýσιοι"!
-"¸λα σκοýπισε τα μÜτια σου και φτÜσαμε για το φαÀ, μη σε δοýνε Ýτσι"!
ΤρÝξανε τα τελευταßα μÝτρα και μπÞκανε στη τραπεζαρßα, αναψοκοκκινισμÝνοι και φουριüζοι, ακριβþς την þρα που οι Üλλοι στρþνανε τραπÝζι.
-"'Αντε να πλýνετε τα χÝρια σας κι ελÜτε να φÜμε" εßπεν η μαμÜ του ΠÝτρου. Υπακοýσανε κι üσο τρþγανε δεν ανταλλÜξανε κουβÝντα. Το θÝμα συζÞτησης των μεγÜλων, ανÜμεσα στις απολαυστικÝς μπουκιÝς, Þτανε, -τι Üλλο;- η σημερινÞ θρασýτατη κλοπÞ. Τα δυο αγüρια ρßχνανε συνωμοτικÝς ματιÝς μεταξý τους. ¼ταν τελειþσανε, βοηθÞσανε λιγÜκι στο μÜζεμα του τραπεζιοý κι Ýπειτα τρÝξανε στο Αρχηγεßο τους. ΜπÞκανε μÝσα.
-"Το 'φτιαξες πολý καλü. ΜπρÜβο σου ρε συ"!
-"Ευχαριστþ... μα σιγÜ τις παλιατσαρßες" το πρüσωπü του ωστüσο Þτανε γελαστü.
-"Λοιπüν τι κÜνουμε";
-"Τι θÝλεις να κÜνουμε; Τι μποροýμε να κÜνουμε εμεßς, δυο παιδιÜ; Μπορεß να 'μαστε ...μεγÜλοι και τρανοß εξερευνητÝς μα..."
-"Αυτü που μποροýμε"!
-"...εδþ η αστυνομßα δε μπορεß ... Τι εννοεßς, 'μποροýμε'; Τι σκÝφτεσαι";
-"Να προσπαθÞσουμε να λýσουμε τους γρßφους. Τι Üλλο";
-"Ααα καλÜ ... αυτü ναι... μα δε μου 'ρχεται καμιÜ ιδÝα. Τι λες κι εσý";
-"'Αλλους Ýχεις κρατÞσει; Εννοþ απü τις Üλλες κλοπÝς..."
-"¼χι δυστυχþς. Σε κÜθε κλοπÞ που μÜθαινα, Üκουγα και το γρßφο μα δε συγκρÜτησα κανÝνα..." ο Νικüλας Ýδειξε στεναχωρημÝνος.
-"Κρßμα! ºσως περισσüτεροι να βοηθοýσανε καλýτερα, για να καταλÜβουμε το σκεπτικü τους. Δε πειρÜζει... ας κοιτÜξουμε αυτοýς".
ΚαθαρογρÜψανε και τους δυο γρßφους σ' εν' Üλλο χαρτß και πασχßσανε για þρα πολλÞ να βροýνε κÜτι, μα χωρßς αποτÝλεσμα. ΚÜποια στιγμÞ βαρεθÞκανε κι ο ΠÝτρος ρþτησε:
-"Ο μπαμπÜς σου εßχε Üδεια και δε δοýλευε σÞμερα";
-"¼χι! Δε δουλεýει πια στο Δημαρχεßο. ΜετÜ τις τελευταßες εκλογÝς, ο νÝος ΔÞμαρχος, -ξÝρεις, ο Μανüλης ο Ρßος- τον Ýδιωξε για να κÜνει χþρο σε δικοýς του. ¸τσι πιστεýει ο μπαμπÜς μου".
-"ΔηλαδÞ, εδþ και σχεδüν δυο χρüνια, ο μπαμπÜς σου εßν' Üνεργος";
-"Εεε... δουλεýει στο χτÞμα και τα καλοκαßρια νοικιÜζουμε το πατρικü της μαμÜς. Τα καταφÝρνει... ΣÞμερα üμως Ýκανε αργßα γιατß Þξερε πως θα 'ρθεßτε".
-"Τι περßεργο! Δυο χρüνια Üνεργος, δυο χρüνια εκλογÝς με νÝο ΔÞμαρχο και το ßδιο κι η αρχÞ των κλοπþν".
-"Τι θες να πεις";
-"Τßποτε! Συμπτþσεις... ΠÜμε πÜλι στη πλατεßα";
-"Α! Ναι ...πÜμε..."
Η φασαρßα εßχε κοπÜσει, στη πλατεßα του χωριοý. ΡωτÞσανε γýρω για τα νÝα και μÜθανε πως ο "Γρßφος" εßχε κλÝψει Ýνα και μüνο πανÜκριβο και σπÜνιο αντικεßμενο, -μιαν εικüνα του 17ου αιþνα- και πως η Ýκθεση τελικÜ θα γινüτανε, μιας κι Þτανε δýσκολο να ματαιωθεß. ¸πειτα με μüνον Ýνα αντικεßμενο να λεßπει κι Ýνα σωρü Üλλα παρüντα, δε θα φαινüτανε καν η απουσßα. ΣÞμερα λοιπüν το βραδÜκι, θα γινüντανε τα εγκαßνια κι Þτανε καλεσμÝνος üλος ο κüσμος!
Ο ΠÝτρος Ýπεισε το Νικüλα, να πÜνε κι απü τον Πýργο. Του Üρεσε ν' ανεβαßνει στο πιο ψηλü σημεßο του και να κοιτÜζει πÝρα στο 'καβÜκι', στις ψαρüβαρκες. Ο Üλλος δÝχτηκε βαριεστημÝνα. ¼ταν φτÜσανε, ο ΠÝτρος κοßταξε ψηλÜ κι ...Ýμεινε κüκαλο! Γοýρλωσε τα μÜτια κι ο Νικüλας τρüμαξε:
-"Τß Ýγινε ρε συ"; ρþτησε και κοßταξε κι αυτüς επÜνω. Δεν εßδε τßποτε το περßεργο και στρÜφηκε πÜλι στο ξÜδερφü του. "Τß σε τσßμπησε";
-"Δε το βλÝπεις μωρÝ";
-"Ε καλÜ... Ýτσι κÜνουνε στις εκλογÝς! ΚρεμÜνε τις αφßσες και μετÜ, üταν περÜσουνε, ξεχνÜνε να τις ξεκρεμÜσουνε. Και στην ΑθÞνα δε γßνεται αυτü";
-"Ναι... δε λÝω... μα... αυτüς εßν' ο πρþην ΔÞμαρχος, Ýτσι δεν εßναι";
-"Ναι ο κýριος ΣαραντÜρης. Καλüς Üνθρωπος! Εßχε δþσει δουλειÜ και στο μπαμπÜ... Δε καταλαβαßνω... τι τρÝχει";
-"Βρε κουτÝ, τß λÝει η αφßσα; ΚÜναμε πολλÜ και θα κÜνουμε ακüμα περισσüτερα. Δε το βλÝπεις λοιπüν";
-"Ε ναι... Ýκανε πολ... ααα δεν εννοεßς..."
-"Εßναι ψηλÜ, εßναι ρολüι, εßν' η μοýρη του κι Ýκανε πολλÜ, παλιÜ... Τη γραμμÞ üμως δε βλÝπω..."
-"Η γραμμÞ θα 'ναι κÜποιος δεßκτης, για να κινεßται, μÜλλον εßναι ο δευτερολεπτοδεßκτης που μοιÜζει κιüλας σα βÝλος και ...τß να δεßχνει Üραγε";
-"Δε κινεßται... εßναι σταματημÝνος... Üρα κÜτι θα δεßχνει... πÜμε"!
ΑνεβÞκανε, χωρßς Üλλη σκÝψη Þ φüβο, μÞτε τους πÝρασε απü το νου να καλÝσουνε την αστυνομßα. ΦτÜσανε στο πεζοýλι, κÜτω απü το ρολüι και κοιτÜξανε απü κοντÜ. Ο σταματημÝνος δεßκτης, σημÜδευε, Ýνα σημεßο κÜτω στο πεζοýλι, που βρισκüταν Ýνα χαρτÜκι, πατημÝνο με μια πÝτρα στη γωνιÜ του, þστε να φαßνεται καθαρÜ. Ο Νικüλας το σÞκωσε και διÜβασε δυνατÜ:
"ΜπρÜβο σου μÝχρις εδþ.
'Ακου üμως και αυτü:
Τους ανθρþπους βοηθþ,
να μας Ýρθουν στο χωριü
Μη ψÜξεις το λημÝρι μου"!
Ρßξανε μια καλÞ ματιÜ τριγýρω χωρßς να βροýνε κÜτι Üλλο και γυρßσανε πßσω στο χτÞμα. Σ' üλο το δρüμο δε μßλησε κανεßς τους. ΠÞγανε κατ' ευθεßαν στο Αρχηγεßο, βγÜλανε πÜλι τους γρßφους, μαζß με το καινοýργιο και σπÜσανε κÜμποσο το κεφÜλι τους να βροýνε τι σημαßνει!
-"Πως βοηθÜ να 'ρθοýνε στο χωριü; ¸χει πλοßο Þ λεωφορεßο"; ρþτησεν ο ΠÝτρος.
-"¼χι! Ο πρþην ΔÞμαρχος δεν Ýχει καμιÜ σχÝση με τÝτοια", απÜντησεν ο Νικüλας σκεφτικüς.
-"Τüτε; Τι";
-"ºσως με καμιÜ διαφημιστικÞ εκστρατεßα... ξÝρεις για τουρßστες"!
-"¸χει κÜνει κÜτι τÝτοιο";
-"Που να θυμÜμαι! 'Αλλωστε, üλοι οι ΔÞμαρχοι κÜνουνε..."
-"Το βρÜδυ θα πÜμε στην Ýκθεση"!
-"Τι να κÜνουμε 'κει";
-"Δε θα το κÜνουμε 'κει... Ýννοια σου"!
-"ΑλλÜ";
-"Θα πÜμε να 'κüψουμε' φÜτσες κι αμÝσως μετÜ θα πÜμε ...αλλοý"!
-"Που αλλοý";
-"Δε ξÝρω ακüμα... θα δοýμε. Πρþτα θα δοýμε αν εßν' üλοι 'κει και μετÜ ...βλÝπουμε".
-"Δε πÜμε να παßξουμε λßγη μπαλßτσα; ΒαρÝθηκα..."
-"ΑμÝ! ¸τσι κι αλλιþς δεν Ýχουμε να κÜνουμε τßποτε μÝχρι το βρÜδυ".
Τα δυο παιδιÜ, παßξανε με τη ψυχÞ τους κι üταν Üρχισε να σκοτεινιÜζει, πλυθÞκανε, βÜλανε τα καλÜ τους και ξεκινÞσανε για την Ýκθεση. ¹τανε ακüμα νωρßς σα φτÜσανε και ζητÞσανε χαρτζιλßκι για να πÜρουνε παγωτÜ, δßνοντας ραντεβοý, Ýξω απü την Ýκθεση σε μισÞ þρα.
Η πλατεßα εßχε θÝα προς το 'καβÜκι' κι εßδανε καθαρÜ, Ýνα μεγÜλο κι üμορφο σκÜφος να ξεφορτþνει κüσμο 'κεß πÝρα. ΘαυμÜσανε τ' üμορφο σκαρß και μüλις πÞρανε τα παγωτÜ τους, τρÝξανε να το δουν απü κοντÜ. ¼μορφο και παρÜξενο πλοßο. ΡωτÞσανε και μÜθανε πως Þταν ιστιοπλοúκü 'καταμαρÜν' κι ανÞκε στον πρþην ΔÞμαρχο. ¸χει μπει στο κüπο να μεταφÝρει επßσημο κüσμο απü το Μüλυβο. ΚοιταχτÞκανε με νüημα και πÞγανε παραπÝρα. Ο Νικüλας Ýδειξε προς το σκÜφος και ρþτησε:
-"Τι λÝει εκεß πÝρα, εσý που ξÝρεις εγγλÝζικα";
-"Τ' üνομα του εßναι... σιγÜ να δω... α εßναι 'Μairy Lee', τßποτε σπουδαßο δηλαδÞ..."
-"Α..."
-"Επ... για στÜσου... ε λοιπüν Ýχεις ...δßκιο..."
-"Τι δßκιο; Τι εßπα";
-"Δες τ' üνομα... Μairy Lee... ΜÝρι Λη... ΜÝρι Λη... λημÝρι... αυτü εßναι"!!!
-"Τþρα νομßζω πρÝπει να πÜμε στην αστυνομßα..." εßπε ο Νικüλας πρÜγματι τρομαγμÝνος κι Ýκπληκτος!
-"Τþρα ξÝρω που θα πÜμε μετÜ... üταν üλοι μας νομßζουνε στην Ýκθεση"!
-"Εßσαι τρελüς"!
-"ΠÜμε και θ' αργÞσουμε στο ραντεβοý με τους δικοýς μας"!
ΑποφÜγανε τα παγωτÜ στην επιστροφÞ και συναντηθÞκανε με τους δικοýς τους Ýξω απü την Ýκθεση. ΜπÞκανε μÝσα κι εßδανε πως ο ΔÞμαρχος Ýβγαζε λüγο. ΤÝλειωσε σýντομα και κÜλεσε τους επισκÝπτες να θαυμÜσουνε τα σπÜνια αντικεßμενα που φιλοξενοýσεν ο χþρος. Εßχε πολý κüσμο κι ο ΠÝτρος ρωτοýσε συνÝχεια το Νικüλα κι εκεßνος του τους Ýδειξε üλους: Το δÜσκαλο, το γιατρü, τον πρþην ΔÞμαρχο, τον αστυνüμο, τον επιστÜτη του χþρου, με τις οικογÝνειÝς τους και το τωρινü ΔÞμαρχο, που 'ταν ανýπαντρος. ¼λοι Þταν εκεß. ¹ταν üμως και κÜποιος, Üγνωστος παρÜξενος Üνθρωπος, που δε τον Þξερε ο Νικüλας, ντυμÝνος στα μαýρα. ΠουκÜμισο, παντελüνι κι Ýνα περßεργο καπÝλο σα του Ζορρü, που δεν Üφηνε να φανεß καθαρÜ, το πρüσωπü του. Φαινüταν απü μακριÜ πολý ýποπτος! Σε λßγο εßχαν ανακατευτεß με το πλÞθος που θαýμαζε κι αναφωνοýσε κÜθε τüσο με τα εκθÝματα, ο ΠÝτρος σκοýντησε το ξÜδερφü του:
-"Λοιπüν, εßσ' Ýτοιμος Νικüλα";
-"¸τοιμος, για τι πρÜμα";
-"Καιρüς να μας ...χÜσουνε. ΠÜμε στο Λη ΜÝρι"!
-"Εßσαι τρελüς ρε συ..." εßπε μα ...χαθÞκανε και σýντομα βρεθÞκανε να τρÝχουνε κατÜ το 'καβÜκι'.
Το σκÜφος Þταν εκεß και μÜλιστα αφýλαχτο. ΦÜνταζε απειλητικü στο μισοσκüταδο. ¼σο κι αν ψÜξανε, δε βρÞκανε τρüπο ν' ανεβοýνε.
-"Τþρα, τι κÜνουμε μßστερ ΣÝρλοκ Χολμς"; ρþτησε ο Νικüλας πειραχτικÜ, μα Ýδειχνε τρομαγμÝνος.
-"Σσσσ... μßλα σιγÜ... δε ξÝρω... δε κÜνουμε τßποτε... δε μποροýμε..." κι αλλÜζοντας τüνο πρüσθεσε, "λÝω να περιμÝνουμε Þ ν' ανεβεß Ýνας μας πÜνω κι ο Üλλος να φυλÜ τσßλιες"!
ΤελικÜ, μιας και δεν υπÞρχε τρüπος να γßνει το δεýτερο, προσπαθÞσανε να βροýνε μÝρος να κρυφτοýνε. Η νýχτα στη ΠÝτρα πÝφτει πολý δροσερÞ κι ανατριχιÜσανε και οι δυο. Ο Νικüλας επÝμενε πως πρÝπει να πÜνε αμÝσως στην αστυνομßα. Τη σýντομη διαμÜχη διÝκοψε μια σκληρÞ φωνÞ:
-"Τß κÜνετε 'δω";
Γυρßσανε τρομαγμÝνοι κι οι δυο. Δε μποροýσανε να βροýνε τßποτε να ποýνε, για λßγο. Ο ΠÝτρος συνÞλθε πρþτος:
-"ΚοιτÜζαμε το 'καταμαρÜν' κýριε..." κι η φωνÞ του Ýτρεμε απü τη δροσιÜ, την υγρασßα και το φüβο. ΚατÜλαβε πως εßχανε μπλÝξει Üσχημα και με τη ξεροκεφαλιÜ του εßχε μπλÝξει και το ξÜδερφü του.
-"Ααα μÜλιστα... κι ενþ οι δικοß σας εßναι στην Ýκθεση ε; Τßνος τα πουλÜτε αυτÜ";
-"Κýριε ΔÞμαρχε..." πετÜχτηκε ξεθαρρεμÝνος ο Νικüλας, "να σας εξηγÞσω... ανακαλýψαμε κÜτι πολý σημαντικü..." μα δε τÝλειωσε τη φρÜση του!
-"Τß ανακαλýψατε δηλαδÞ"; ρþτησε μαλακÜ ο ΔÞμαρχος.
-"ΒρÞκαμε το 'Γρßφο'... δηλαδÞ... εεε Ýτσι νομßζουμε..." κüμπιασε ο Νικüλας.
-"Ααα þστε σεις βρÞκατε το δεýτερο γρßφο μου, παλιüπαιδα! Γι' αυτü δεν Ýχουνε δÝσει χειροπüδαρα ακüμα αυτüν τον ηλßθιο τον ΣαραντÜρη! ¸χω βÜλει στο σκÜφος του την εικüνα, σαν απüδειξη για να κÜνει φυλακÞ το υπüλοιπο της ζωÞς του. Κι εγþ μετÜ θα βγαßνω μüνιμα ΔÞμαρχος. Μπορεß να 'χασε μα εßναι καλüς και δημοφιλÞς... ΞÝρετε τß θα πÜθετε; Θα σας φÜνε τα ψÜρια" εßπεν οργισμÝνος κι Üρχισε να κινεßται απειλητικÜ προς τα τρομαγμÝνα παιδιÜ.
-"ΣιγÜ κýριε ...πρþην ΔÞμαρχε... ΨηλÜ τα χÝρια"! ακοýστηκε μια νÝα φωνÞ πßσω κι üλοι γυρßσανε παραξενεμÝνοι. Με μεγÜλη Ýκπληξη, εßδανε το παρÜξενο, μαυροφορεμÝνο, 'ýποπτο' Üντρα να κρατÜ Ýνα πιστüλι και ν' απειλεß τον Ρßο.
-"Ποιüς εßσαι συ" εßπε τρομαγμÝνος αυτüς.
-"Η κακÞ σου τýχη φßλε" απÜντησε χαμογελþντας ο ξÝνος. "Αστυνüμος Πετρüπουλος της μυστικÞς. Τþρα θÝλω να μου πεις, üλα üσα δεν εßπες πριν που κρυφÜκουγα. Νüμιζες πως θα τη γλιτþσεις ε; Ας εßναι καλÜ τοýτα τα παιδιÜ που με βÜλανε σ' υποψßες. ΜÜλλον Üσε, καλýτερα να μας τα πεις üλα στο τμÞμα. ΠÜμε üλοι... Εμπρüς"! Γυρßζοντας προς τα παιδιÜ: "Δε ξÝρω τι να πρωτοκÜνω με σας. Να σας φιλÞσω Þ να σας δεßρω; ΒοηθÞσατε πολý χωρßς να το ξÝρετε μα δε πρÝπει να κινδυνεýετε τüσο με τÝτοια αποβρÜσματα. ΕλÜτε για λßγο στο τμÞμα να πεßτε κι εσεßς τι ξÝρετε και μετÜ γραμμÞ για τους γονιοýς σας"!
Πριν τελειþσει η πρþτη νýχτα της Ýκθεσης, η εικüνα εßχεν επιστραφεß στη θÝση της, τα παιδιÜ εßχαν ανακατευτεß ξανÜ με το πλÞθος κι üλα δεßχνανε μια χαρÜ, εκτüς που Ýλειπε ο ΔÞμαρχος. Η απουσßα δε πÝρασε απαρατÞρητη κι οι απορßες θα λυνüντανε την επομÝνη. Την απουσßα του ξÝνου δε τη θυμÞθηκε κανεßς.
Την Üλλη μÝρα στο σπßτι, στο πρωινü, τα νÝα εßχανε γßνει το θÝμα, απü τους μεγÜλους. Μικρü το χωριü βλÝπετε. Οι γονεßς τα κουβεντιÜζανε και τα παιδιÜ κρατοýσανε σιωπÞ, üπως εßχαν υποσχεθεß. Τα κοσμÞματα της μαμÜς του Νικüλα θα επιστρÝφονταν, üχι üμως και τα χρÞματα. ΝÝος ΔÞμαρχος ανÝλαβε πÜλι ο παλιüς και θα 'παιρνε πßσω στη δουλειÜ το θεßο ΜιχÜλη και μÜλιστα σα μüνιμο, αυτÞ τη φορÜ. ΤÝλος, για την ανÜμιξη των δυο παιδιþν δεν εßχε βγει τßποτε στη φüρα, πÜλι κατÜ τη συμφωνßα.
-"Λοιπüν θεßε, πρÝπει να 'σαι ευχαριστημÝνος. Νικüλα τι θα γßνει με κεßνο το ψÜρεμα που λÝγαμε; ¹ μπας και φοβÜσαι"; εßπεν ο ΠÝτρος γελþντας ειρωνικÜ.
-"Φýγαμε ρε ΠετρÜκη, σιγÜ μη σε φοβηθþ..." και τα δυο παιδιÜ πεταχτÞκανε πÜνω.
-"Να προσÝχετε παιδιÜ..." εßπεν η μαμÜ του ΠÝτρου γελαστÞ.
-"ΕντÜξει" κι οι δυο με μια φωνÞ και τρÝξαν Ýξω.
Εßχανε καιρü να ψαρÝψουνε μαζß και τοýτη τη φορÜ, δεν εßχανε και πολý το νου τους σ' αυτü. Δε πιÜσανε τßποτε. Θα θÝλανε να γßνουνε διÜσημοι κι ειδικÜ ο ΠÝτρος, ονειρευüτανε να τüνε γρÜψουν οι εφημερßδες, σαν Þρωα, μα üταν το 'πε στον Νικüλα, εκεßνος σÞκωσε τους þμους κι απÜντησε μισοαστεßα-μισοσοβαρÜ:
-"Δε πειρÜζει ρε συ! Την ...επüμενη φορÜ"!
ΓελÜσανε κι οι δυο με τον αστεßο τρüπο που το 'χε πει.
Μερικοýς μÞνες αργüτερα, ο ΠÝτρος, πßσω στην ΑθÞνα πια, Ýλαβεν Ýνα κομψü δÝμα με βιβλßα, δþρο απü μια διαφημιστικÞ κλÞρωση, με δυσανÜγνωστο üνομα. ¼λη η σειρÜ του ΧÜρι Πüτερ, του 'Αρχοντα Των Δαχτυλιδιþν, Των Παιδιþν ΝτετÝκτιβ και μια σειρÜ περιπετειþν του ΣÝρλοκ Χολμς! Τι χαρÜ που 'κανε και σκÝφτηκε πως κι ο Νικüλας θα 'χε λÜβει Ýνα παρüμοιο δÝμα.
Σε κÜποιο βιβλßο, απ' αυτÜ, βρÞκεν Ýνα σημεßωμα που 'λεγε:
"Μαýρο πÝπλο κι αν φορþ,
νýχτα εßναι και μπορþ.
Μα εσý θα καταλÜβεις,
üταν üλα τοýτα λÜβεις.
Δες! Καινοýργιο αστερÜκι
βγÞκε μες στον ουρανü.
Φχαριστþ συνεταιρÜκι
και ποτÝ δε λησμονþ"!
Ν.Π.
Σε δυο διαφορετικÜ μÝρη, δυο διαφορετικÜ παιδιÜ λýσανε τοýτο το γρßφο αμÝσως: Νικüλαος Πετρüπουλος με προαγωγÞ, αλλÜ και ...Νικüλας-ΠÝτρος τα ...συνεταιρÜκια. Δυο διαφορετικÜ παιδιÜ, σε δυο διαφορετικÜ μÝρη, χαμογελÜσανε μ' ευχαρßστηση και πÝσανε με τα μοýτρα στη μελÝτη. ΦυσικÜ, στα κενÜ των μαθημÜτων τους...
ΓενÜρης 2005
Ο Κακομοßρης
¸νας πολßτης μπαßνει στο κτßριο της εφορßας. Η þρα εßναι 9 το πρωß κι αυτüς ανεβαßνει...
Στον 1ο üροφο
ΠΟΛ ΚαλημÝρα κýριε.
ΥΠ1 (διαβÜζει βιβλßο).
ΠΟΛ ΚαλημÝρα σας κýριε...
ΥΠ1 (συνεχßζει)
ΠΟΛ ΚΑΛΗΜΕΡΑ (σ' αυτü το σημεßο ο υπÜλληλος πετÜγεται) ΚΥΡΙΕ!
ΥΠ1 Τι θÝλετε κýριε και μ' ενοχλεßτε πρωινιÜτικα;
ΠΟΛ ¹ρθα να καταθÝσω μια φορολογικÞ δÞλωση.
ΥΠ1 ΛυπÜμαι, δεν εßμαι εγþ αρμüδιος. ΠρÝπει να πÜτε στον 7ο üροφο. ¼μως το ασανσÝρ εßναι χαλασμÝνο, οπüτε θα πÜτε με τα πüδια.
ΠΟΛ Ευχαριστþ κýριε. ΚαλημÝρα σας.
Στον 7ο
ΠΟΛ ΚαλημÝρα σας κυρßα μου.
ΥΠ2 (παßζει χαρτιÜ στο computer)
ΠΟΛ ΚΑΛΗΜΕΡΑ!
ΥΠ2 (αγανακτισμÝνη αφοý Ýχασε). Τß θÝλετε κýριε;
ΠΟΛ Για μια δÞλωση Þρθα...
ΥΠ2 ΠÜτε στον 2ο üροφο.
ΠΟΛ Μα μου εßπαν üτι εδþ θα...
ΥΠ2 Κýριε φýγετε Ýχω δουλειÜ.
Στον 2ο
ΠΟΛ Συγνþμη για την ενüχληση...
ΚΑΘ (σταματÜ το σκοýπισμα) Tι θÝλετε κýριε; Αν σας στεßλανε, ο υπÜλληλος που δουλεýει εδþ Ýχει Üδεια. ΠÜτε στον 11ο üροφο.
Στον 11ο
ΠΟΛ ΚαλημÝρα.
ΥΠ3 ΖΖΖΖΖΖΖΖΖΖΖ.
ΠΟΛ ΚΥΡΙΕ!
ΥΠ3 Ε... α... ναι τß θÝλετε κýριε;
ΠΟΛ Μια δÞλωση...
ΥΠ3 ΠÜτε στον 5ο üροφο.
ΠΟΛ (ευγενικÜ) Ποý εßναι ο προúστÜμενος;
ΥΠ3 Στον 6ο.
ΠΟΛ Ευχαριστþ.
Στον 6ο
ΠΟΛ Γεια σας πÜλι.
ΚΑΘ Γεια σας.
ΠΟΛ ΨÜχνω τον προúστÜμενο.
ΚΑΘ (γελþντας). Εßναι στον 10ο.
Στον 10ο
ΠΟΛ Εßστε ο προúστÜμενος ;
ΠΡΟ Ναι.
ΠΟΛ ¸χω Ýρθει απü τις 9 και εßναι 12 και Ýχω πÜει σε üλο το κτßριο.
ΠΡΟ ΚαλÜ κýριε δεν Ýχετε οικογÝνεια να πÜτε;
ΠΟΛ ΕΧΩ! Η ΓΥΝΑΙΚΑ ΜΟΥ Μ' ΕΣΤΕΙΛΕ ΓΙΑ ΜΙΑ ΔΗΛΩΣΗ!
ΠΡΟ Α, τüτε πÜτε στον 8ο üροφο.
ΠΟΛ (ζαλισμÝνος) Λßγο νερü...
ΠΡΟ Το κυλικεßο εßναι στον... ημιüροφο...
ΠΟΛ (σωριÜζεται κÜτω).
Σπßτι του
ΠΟΛ Ποý εßμαι;
ΓΥΝ Σπßτι. Στο κρεβÜτι με υπερκüπωση. ΚαλÜ Ýσκαβες;
ΠΟΛ ¼χι, δε μου το ζητÞσανε αυτü.
ΓΥΝ Δε πÞγες στην εφορßα;
ΠΟΛ (ουρλιÜζει) ΝΑ ΜΗ ΞΑΝΑΚΟΥΣΩ ΑΥΤΗ ΤΗ ΛΕΞΗ! ΝΑ ΜΗ ΤΗ ΞΑΝΑΚΟΥΣΩ ΠΟΤΕ!!!
Απρßλης 2005
-----------------------------------------------------------------------------------------
(Πρüκειται για Ýνα μικρü αστεßο σεναριÜκι για κÜποιο θεατρικü σκετς που του ζητÞσανε να κÜνει για το σχολεßο. το 'κανε γρÞγορα και μ' Üνεση που μ' εξÝπληξε και μπορεß να μην εßναι κÜτι τρομερü αλλÜ εßναι 14ων ετþν κι ...εμÝνα μ' αρÝσει! Εßναι τα πρþτα που 'γραψε. Τþρα μαζß μ' Ýνα φßλο του, γρÜφουν Ýνα "Φανταστικü" βιβλßο επηρεασμÝνοι απü Ýνα videogame. Επßσης ζωγραφßζει καλÜ... (εδþ δε μου 'μοιασε... ευτυχþς...).
ΠÜτροκλος ΧατζηαλεξÜνδρου