|
|
Φανταστικό
Langelaan George:
Η Μύγα |
Βιογραφικό
Ο Τζορτζ Λαντζελάαν Άγγλος συγγραφέας και δημοσιογράφος, γεννήθηκε 19 Γενάρη 1908 στο Παρίσι, κι έγινε κυρίως γνωστός το 1957, χάρη στο διήγημά του "Η Μύγα", που ενέπνευσε μετέπειτα τον Ντέιβιντ Κρόνεμπεργκ (David Croneberg) το 1986 να το κάνει ταινία με τον ίδιο τίτλο, αλλά και τον Χάουαρντ Σορ (Howard Shore) να στήσει μια θαυμάσια όπερα το 2008. Δικαίως εντάσσεται στους συγγραφείς της ΕΦ και μάλιστα είναι από τους καλύτερους του είδους. Kατά τη διάρκεια του Β' Παγκ. Πολ. εργάστηκε σα κατάσκοπος, για τους συμμάχους και σαν ειδικός πράκτορας της SOE (Special Operation Executive). Από τις αναμνήσεις του εκεί, έγραψε πολλά έργα. Αρχικά διώχτηκε απ' τη Γαλλία τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής, αλλά επέστρεψε στις 7 Σεπτέμβρη 1941 και με τον κωδικό "Λάνγκντον", αποκατέστησεν επαφή μεταξύ ελεύθερου κόσμου και γαλλικής αντίστασης. Κατόπιν επέστρεψε στην Αγγλία και πήρε μέρος στην απόβαση της Νορμανδίας που 'μελλε να 'ναι η αρχή του τέλους των ναζί. Μετά τον πόλεμο ονομάστηκε λοχαγός και φυσικά παρασημοφορήθηκε για την αξιόλογη δράση του. Απ' όλα του πιο γνωστό είναι όπως είπαμε και πριν, "Η Μύγα" (The Fly). Πρωτοπαρουσιάστηκε στο περιοδικό PLAYBOY τον Ιούνιο του 1957, κι αμέσως τράβηξε τη προσοχή του κοινού και γυρίστηκε ταινία σχεδόν αμέσως, (1958) απ' τον σκηνοθέτη Κουρτ Νόιμαν (Kurt Neumann), σε σενάριο του Τζέιμς Κλαβέλ (James Clavell) και πρωταγωνιστές τους Βίνσεντ Πράις (Vincent Price) και Ντέιβιντ Χέντισον (David Hedison). Στο ριμέικ του 1986 με σκηνοθέτη τον Κρόνεμπεργκ, πρωταγωνιστές ήταν οι Τζεφ Γκόλντμπλουμ (Jeff Goldblum) και Τζίνα Ντέιβις (Geena Davis). Όσον αφορά στην όπερα, παίχτηκε στο Παρίσι το 2008, στο Theatre du Chatelet, με σκηνοθέτη πάλι τον Κρόνεμπεργκ, συνθέτη τον βραβευμένο Χάουαρντ Σορ, παραγωγό τον Πλάθιντο Ντομίνγκο (Placido Domingo), ενώ το λιμπρέτο έγραψε ο επίσης βραβευμένος με Τόνι και ταλαντούχος Ντέιβιντ Χένρι Χουάνγκ (David Henry Hwang). Όλα του τα έργα (νουβέλες και διηγήματα) τα 'γραψε στη 10ετία '50-'60. Πέθανε στις 9 Φλεβάρη 1972, σ' ηλικία 64 ετών.
----------------------------------------------------------
Πάντα μ' εκνεύριζαν τα τηλέφωνα και τα κουδουνίσματα τους. Πριν χρόνια, όταν κυρίως κρέμονταν στους τοίχους, απλώς δε μ' άρεσαν, σήμερα όμως, φυτεμένα σε κάθε κόχη και γωνιά, μου προκαλούν πραγματική αποστροφή. Στη Γαλλία λέμε ότι ο καρβουνιάρης είναι άρχοντας στο σπίτι του· με την εισβολή του τηλεφώνου αυτό πια δεν ισχύει κι υποθέτω ότι ούτε ο Εγγλέζος είναι πια κύριος του ίδιου του κάστρου του. Στο γραφείο, το ξαφνικό χτύπημα του τηλεφώνου μ' ενοχλεί. Σημαίνει πως, παρ' ό,τι κι αν κάνω, παρά τον χειριστή του τηλεφωνικού κέντρου και παρά τη γραμματέα μου, παρά τους τοίχους και τις πόρτες, κάποιος άγνωστος μπαίνει στο δωμάτιο και στο γραφείο μου για να μιλήσει μες στ' αφτί μου, εμπιστευτικά -είτε μ' αρέσει είτε όχι. Στο σπίτι, το αίσθημα είναι ακόμη πιο δυσάρεστο, όμως το χειρότερο είναι όταν το τηλέφωνο χτυπά στην καρδιά της νύχτας. Αν μ' έβλεπε κανείς τότε ν' ανάβω το φως και να σηκώνομαι αγουροξυπνημένος για ν' απαντήσω, θα του φαινόμουν σαν οποιοσδήποτε άνθρωπος που κοιμόταν και τον ενόχλησαν. Η αλήθεια, ωστόσο, είναι ότι εκείνη τη στιγμή παλεύω να πνίξω τον πανικό μου, μια αίσθηση ότι κάποιος άγνωστος έχει εισβάλλει μες στο σπίτι και στο υπνοδωμάτιο μου. Όταν πια καταφέρνω να σηκώσω το ακουστικό και να πω: "Ici Monsieur Delambre. Je vous ecoute", είμαι επιφανειακά ήρεμος, όμως φυσιολογικός ξαναγίνομαι, μόνον όταν αναγνωρίσω τη φωνή στην άλλη άκρη της γραμμής και καταλάβω τι θέλουν από μένα. Αυτή η προσπάθεια, να τιθασεύσω μια καθαρά ζωώδη αντίδραση και τον φόβο που τη συνοδεύει ήταν τόσο αποτελεσματική ώστε, όταν μου τηλεφώνησε η νύφη μου στις δύο το πρωί, για να μου ζητήσει να πάω στο σπίτι της, αφού όμως πρώτα ειδοποιήσω την αστυνομία ότι είχε μόλις σκοτώσει τον αδερφό μου, τη ρώτησα ήσυχα πώς και γιατί είχε σκοτώσει τον Αντρέ. -"Για τ' όνομα του Θεού, Φρανσουά... Δε μπορώ να σου εξηγώ απ' το τηλέφωνο. Πάρε σε παρακαλώ την αστυνομία κι έλα γρήγορα". -"Ίσως θα 'ταν καλύτερα, να σε δω πρώτα, Ελέν". -"Όχι, καλύτερα τηλεφώνησε πρώτα στην αστυνομία, διαφορετικά θ' αρχίσουν να σε ρωτάν ένα σωρό περίεργα πράγματα. Έτσι κι αλλιώς θα δυσκολευτούνε πολύ να πιστέψουν ότι το 'κανα μόνη... Κι επί τη ευκαιρία, υποθέτω ότι πρέπει να τους πεις ότι ο Αντρέ... το πτώμα του Αντρέ, είναι στο εργοστάσιο. Μπορεί να θέλουν να πάνε εκεί πρώτα". -"Είπες ότι ο Αντρέ είναι στο εργοστάσιο"; -"Ναι... κάτω απ' την ατμόσφυρα". -"Κάτω από τι"; -"Την ατμόσφυρα! μη ρωτάς όμως άλλα. Έλα γρήγορα, σε παρακαλώ, Φρανσουά! Κατάλαβε σε παρακαλώ ότι φοβάμαι... ότι τα νεύρα μου δε θ' αντέξουνε για πολύ"! Έχετε ποτέ επιχειρήσει να εξηγήσετε σ' ένα νυσταγμένο αστυνομικό ότι η νύφη σας τηλεφώνησε για να σας πει ότι έχει μόλις σκοτώσει τον αδερφό σας με μια ατμόσφυρα; Προσπάθησα να επαναλάβω τις εξηγήσεις μου, αλλά δε μ' άφησε. -"Oui. Monsieur, oui, σας ακούω... αλλά ποιος είστε; Πώς ονομάζεστε; Πού κατοικείτε; Είπα πού κατοικείτε"; Εκείνη τη στιγμή ο Επιθεωρητής Χαράς πήρε το τηλέφωνο κι ανέλαβε την υπόθεση. Εκείνος τουλάχιστον έδειξε να καταλαβαίνει κάτι. Θα τον περίμενα; Ναι, θα περνούσε και θα πηγαίναμε μαζί στο σπίτι του αδερφού μου. Πότε; Σε πέντε δέκα λεπτά. Μόλις είχα προλάβει να βάλω το παντελόνι μου, να χωθώ σ' ένα πουλόβερ και ν' αρπάξω το παλτό και το καπέλο μου, όταν μια μαύρη Σιτροέν, με τον προβολέα να στριφογυρίζει, σταμάτησε μπρος στη πόρτα μου. -"Υποθέτω ότι έχετε νυχτοφύλακα στο εργοστάσιό σας, κύριε Ντελάμπρ. Σας τηλεφώνησε;" ρώτησε ο Επιθεωρητής Χαράς, αφήνοντας τον συμπλέκτη μόλις γλίστρησα στη θέση του συνοδηγού. -"Όχι. Βέβαια ο αδερφός μου θα μπορούσε να 'χε μπει στο εργοστάσιο απ' το εργαστήριό του, όπου δουλεύει συχνά ως αργά το βράδυ... μερικές φορές κι όλο το βράδυ". -"Η εργασία του καθηγητού Ντελάμπρ έχει σχέση με την επιχείρηση σας"; -"Όχι, ο αδερφός μου κάνει, ή μάλλον έκανε ερευνητική δουλειά για το Υπουργείο Αερομεταφορών. Επειδή ήθελε να μένει μακριά απ' το Παρίσι και συγχρόνως κοντά σε έμπειρα χέρια που θα φτιάχνανε τις πολύπλοκες συσκευές για τα πειράματα του, του πρόσφερα ένα από τα παλιά εργαστήρια του εργοστασίου κι εγκαταστάθηκε στο πρώτο σπίτι που είχε χτίσει ο παππούς μας στην κορυφή του λόφου, πίσω απ' το εργοστάσιο". -"Μάλιστα, καταλαβαίνω. Μιλούσε καθόλου για τη δουλειά του; Τί είδους έρευνες έκανε"; -"Σπάνια μιλούσε σχετικά. Υποθέτω ότι το Υπουργείο μπορεί να σας πει περισσότερα. Το μόνο που ξέρω είναι ότι επρόκειτο να πραγματοποιήσει κάποια πειράματα που σχεδίαζε επί μήνες, κάτι για τη διάσπαση της ύλης, απ' ό,τι μου είχε πει". Κατεβάζοντας ταχύτητα, ο Επιθεωρητής οδήγησε το αυτοκίνητο μες απ' την ανοιχτή πόρτα του εργοστασίου και το κόλλησε πίσω από ένα περιπολικό που προφανώς τον περίμενε. Δε χρειάστηκε ν' ακούσω τον αστυφύλακα. Ήξερα τώρα πως ο αδερφός μου ήταν νεκρός· ένιωθα σα να το 'χα μάθει χρόνια πριν. Τρέμοντας σα φύλλο, ακολούθησα τον Επιθεωρητή. Κάποιος άλλος αστυνομικός βγήκε από μια πόρτα και μας οδήγησε σ' ένα τμήμα του εργοστασίου που όλα τα φώτα ήταν αναμμένα. Περισσότεροι αστυνομικοί βρίσκονταν γύρω από την ατμόσφυρα, παρακολουθώντας δυο άντρες να στήνουν μια φωτογραφική μηχανή. Σημάδευε χαμηλά κι έσκυψα να δω. Ήτανε λιγότερο τρομαχτικό απ' ό,τι φοβόμουν. Αν και δεν είχα δει ποτέ τον αδερφό μου μεθυσμένο, φαινόταν σα να κοιμόταν ύστερα από μια φοβερή κραιπάλη. Ήτανε πεσμένος μπρούμυτα, πλάι ακριβώς στις βαριές πλάκες της ατμόσφυρας. Μόνο που το κεφάλι και το χέρι του είχαν πολτοποιηθεί εντελώς· σάμπως να 'χε συρθεί ο ίδιος κάτω απ' τον μεταλλικό όγκο της σφύρας. Αφού μίλησε στους συνεργάτες του, ο Επιθεωρητής στράφηκε προς το μέρος μου: -"Πώς γίνεται να σηκώσουμε το σφυρί, κύριε Ντελάμπρ"; -"Θα το σηκώσω εγώ". -"Μήπως θέλετε να φωνάξουμε κάποιον απ' τους υπαλλήλους σας"; -"Όχι, δεν έχω πρόβλημα. Εδώ είναι ο πίνακας με τους διακόπτες. Αρχικά ήταν σφύρα ατμού, τώρα όμως, πια όλα δουλεύουν με ηλεκτρισμό. Κοιτάξτε, Επιθεωρητά, το σφυρί έχει τοποθετηθεί στους 50 τόνους κι η κρούση του στο μηδέν". -"Στο μηδέν..."; -"Ναι, αυτό σημαίνει ότι το σφυρί θα χτυπήσει ως την επιφάνεια του εδάφους. Το 'χουν επίσης προγραμματίσει για μονά χτυπήματα, που σημαίνει ότι πρέπει να το σηκώνουν μετά από κάθε κρούση. Δε ξέρω τι θα 'χει να πει για όλ' αυτά, η νύφη μου, αλλά για ένα πράγμα είμαι σίγουρος: ότι δεν ήξερε πώς να χειρίζεται το μηχάνημα". -"Μήπως το 'χαν αφήσει έτσι χθες βράδυ μετά το τέλος της βάρδιας"; -"Σίγουρα όχι. Η κρούση δε προγραμματίζεται ποτέ στο μηδέν, κύριε Επιθεωρητά". -"Μάλιστα. Μπορεί να σηκωθεί μαλακά"; -"Όχι. Η ταχύτητα επαναφοράς δεν ελέγχεται. Δεν είναι όμως μεγάλη όταν έχει προγραμματιστεί για μονά χτυπήματα". -"Σωστά. Θέλετε να μου δείξετε να το κάνω 'γώ; Δε θα 'ναι πολύ ωραίο θέαμα, ξέρετε". -"Όχι, όχι, κύριε Επιθεωρητά. Είμαι εντάξει". -"Όλα έτοιμα;" ρώτησε τους υπόλοιπους ο Επιθεωρητής. "Εντάξει λοιπόν κύριε Ντελάμπρ. Όποτε θέλετε". Κοιτώντας τη πλάτη του αδερφού μου, πάτησα αργά αλλά σταθερά το κουμπί της επαναφοράς. Η ασυνήθιστη σιωπή του εργοστασίου έσπασε απ' τον στεναγμό του συμπιεσμένου αέρα που διέτρεξε τους κυλίνδρους, ένα στεναγμό που πάντα μου θύμιζε γίγαντα να παίρνει βαθιά ανάσα πριν χτυπηθεί τελετουργικά με κάποιον άλλο γίγαντα κι η χαλύβδινη μάζα της σφύρας τρέμισε κι ύστερα σηκώθηκε γοργά. Άκουσα ακόμη τον ρουφηχτό ήχο καθώς άφησε τη μεταλλική βάση και νόμισα ότι θα τρελαινόμουν καθώς είδα το σώμα του Αντρέ ν' ανασηκώνεται σαν αιμάτινη χαλκομανία. -"Δεν υπάρχει κίνδυνος να ξανακατέβει, κύριε Ντελάμπρ"; -"Όχι, σε καμιά περίπτωση", μουρμούρισα καθώς γύριζα τον διακόπτη ασφαλείας κι ύστερα, στρέφοντας απότομα, ξέρασα μπροστά στα μάτια ενός κάτωχρου νεαρού αστυνομικού. Επί εβδομάδες στη σειρά ο Επιθεωρητής Χαράς εργαζότανε στην υπόθεση, ακούγοντας, ρωτώντας, ερευνώντας κάθε γωνιά του εργοστασίου, κάνοντας αναφορές, τηλεγραφώντας και τηλεφωνώντας δεξιά κι αριστερά. Αργότερα, γίναμε αρκετά φίλοι και μου εξομολογήθηκε ότι για ένα μεγάλο διάστημα με θεωρούσε υπ' αριθμόν ένα ύποπτο, αλλά τελικά είχε εγκαταλείψει την ιδέα, όχι μόνο γιατί δεν υπήρχε κάποια ένδειξη, αλλά ούτε καν το παραμικρό κίνητρο. Η Ελέν, η νύφη μου, υπήρξε τόσο ήρεμη σ' όλο αυτό το διάστημα που οι γιατροί τελικά επιβεβαίωσαν αυτό που από καιρό θεωρούσα σαν τη μόνη πιθανή λύση: ότι δηλαδή ήταν τρελή. Φυσικά, ούτε γι' αυτό υπήρχε κάποια απόδειξη. Η γυναίκα του αδερφού μου δεν ενδιαφέρθηκε ποτέ να υπερασπιστεί τον εαυτό της, ούτε την ένοιαξε όταν κατάλαβε ότι οι άνθρωποι τη θεωρούσανε τρελή, πράγμα που επιβεβαίωσε τη θεωρία για τη διαταραχή του μυαλού της. Επωμίστηκε το φόνο του συζύγου της κι απόδειξε εύκολα ότι γνώριζε τον χειρισμό της ατμόσφυρας. Δε διευκρίνισε ωστόσο ποτέ γιατί, ούτε πώς, ούτε κάτω από ποιες συνθήκες σκότωσε τον αδερφό μου. Το μέγα μυστήριο ήταν πώς και για ποιο λόγο ο αδερφός μου είχε τόσο πρόθυμα βάλει το κεφάλι του κάτω απ' τη σφύρα, τη μόνη πιθανή εξήγηση για τον δικό του ρόλο σ' αυτό το δράμα. Ο νυχτοφύλακας είχε πράγματι ακούσει τη σφύρα· μάλιστα ισχυρίστηκε ότι την είχε ακούσει δυο φορές. Αυτό ήταν πολύ παράξενο, κι όμως ο μετρητής, που πάντα έμπαινε στο μηδέν ύστερα από κάθε χρήση, τον επιβεβαίωσε αφού τώρα έδειχνε τον αριθμό δύο. Επίσης, ο εργάτης που ήταν υπεύθυνος για το μηχάνημα είπε ότι μετά τη βάρδια είχε βάλει τον μετρητή στο μηδέν. Παρολαυτά η Ελέν επέμενε ότι είχε χρησιμοποιήσει μόνο μια φορά τη σφύρα, κι αυτό ήταν μια ακόμη απόδειξη της τρέλας της. Ο Επιθεωρητής Χαράς που 'χε αναλάβει την υπόθεση σκέφτηκε αρχικά μήπως το θύμα δεν ήταν ο αδερφός μου. Περί αυτού όμως δεν υπήρχε καμιά αμφιβολία κι όχι μόνο γιατί υπήρχε στο πόδι του η ουλή από τα θραύσματα μιας οβίδας στην οπισθοχώρηση του 1940· αλλά ήταν και τ' αποτυπώματα του αριστερού του χεριού που ταίριαζαν σ' αυτά που βρέθηκαν στο εργαστήριο και στα προσωπικά του αντικείμενα στο σπίτι. Ένας φρουρός τοποθετήθηκε στο εργαστήριο και την επόμενη μέρα κατέφθασαν μισή ντουζίνα αξιωματούχοι του Υπουργείου Αερομεταφορών. Διέτρεξαν τις σημειώσεις του και πήραν κάποια απ' τα όργανά του, πριν όμως φύγουν είπαν στον Επιθεωρητή ότι τα πιο ενδιαφέροντα κείμενα κι όργανα είχαν καταστραφεί. Το εργαστήριο της αστυνομίας στη Λυόν, ένα από τα διασημότερα στον κόσμο, ανέφερε ότι το κεφάλι του Αντρέ είχε τυλιχτεί σ' ένα κομμάτι βελούδου πριν πολτοποιηθεί από τη σφύρα και μια μέρα ο Επιθεωρητής Χαράς μου 'δειξε ένα κουρελιασμένο ύφασμα που αμέσως αναγνώρισα σαν το καφέ βελούδινο τραπεζομάντιλο όπου σερβίριζαν τα γεύματα του Αντρέ όταν δε μπορούσε να εγκαταλείψει το εργαστήριό του. Ύστερα από λίγες μέρες στη φυλακή, η Ελέν μεταφέρθηκε σ' ένα γειτονικό άσυλο, ένα από τα τρία στη Γαλλία που φιλοξενούν παρανοϊκούς εγκληματίες. Ο ανιψιός μου Χένρι, ένα αγόρι έξι χρονών, ίδιος ο πατέρας του, εγκαταστάθηκε στο σπίτι μου κι έγιναν όλες οι νομότυπες ενέργειες ώστε να αναλάβω την επιμελητεία του. Η Ελέν, μια απ' τις πιο ήσυχες ασθενείς του ασύλου, επιτρεπόταν να δέχεται επισκέψεις κι έτσι πήγαινα και την έβλεπα κάθε Κυριακή. Μια δυο φορές ο Επιθεωρητής είχε έρθει μαζί μου, ενώ αργότερα έμαθα ότι την είχε επισκεφτεί και μονάχος. Όμως δεν καταφέραμε ποτέ ν' αποσπάσουμε κάποια πληροφορία απ' τη νύφη μου που έδειχνε να έχει γίνει παντελώς αδιάφορη. Σπάνια απαντούσε σε κάποια ερώτησή μου κι ακόμη πιο σπάνια στον Επιθεωρητή. Περνούσε τον καιρό της ράβοντας αλλά η αγαπημένη της διασκέδαση ήταν να πιάνει μύγες που τις άφηνε όλες ελεύθερες ύστερα από προσεχτική εξέταση. Η Ελέν πέρασε μόνο μια κρίση υστερίας -περισσότερο μια νευρική κατάπτωση, αποφάνθηκε ο γιατρός που διέταξε μορφίνη για να την ηρεμήσει- όταν είδε μια νοσοκόμα να σκοτώνει μύγες. Μετά από εκείνη την κρίση της, ο Επιθεωρητής Χαράς ήρθε να με δει. -"Έχω ένα παράξενο προαίσθημα ότι εκεί βρίσκεται το κλειδί της υπόθεσης, κύριε Ντελάμπρ", είπε. Δεν τον ρώτησα πώς έγινε κι είχε κιόλας μάθει για την κρίση της Ελέν. -"Δε σας καταλαβαίνω, Επιθεωρητά. Η καημένη κυρία Ντελάμπρ θα μπορούσε να 'χε δείξει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για οτιδήποτε άλλο. Δεν πιστεύετε πως οι μύγες είναι απλώς ένα σύμπτωμα του παραληρήματός της"; -"Νομίζετε πως είναι πράγματι τρελή;" ρώτησε. -"Αγαπητέ μου Επιθεωρητά, δε χωρά νομίζω καμιά αμφιβολία. Εσείς αμφιβάλλετε"; -"Δε ξέρω. Παρόλα όσα λένε οι γιατροί, έχω την εντύπωση πως η κυρία Ντελάμπρ έχει πολύ καθαρό μυαλό... ακόμα κι όταν πιάνει μύγες". -"Αν υποθέσουμε πως έχετε δίκιο, τότε πώς εξηγείτε τη συμπεριφορά της απέναντι στο αγοράκι της. Φέρεται σα να μην είναι δικό της παιδί". -"Να σας πω την αλήθεια, κύριε Ντελάμπρ, έχω σκεφτεί και γι' αυτό. Μπορεί να προσπαθεί να το προστατέψει. Μπορεί να το φοβάται ή ακόμη και να το μισεί". -"Φοβάμαι ότι δε σας καταλαβαίνω, αγαπητέ Επιθεωρητά". -"Έχετε προσέξει, για παράδειγμα, ότι ποτέ δε πιάνει μύγες όταν ο μικρός είναι μπροστά"; -"Όχι. Τώρα όμως που το λέτε, έχετε δίκιο. Ναι, αυτό είναι παράξενο... Πάλι όμως, δεν καταλαβαίνω". -"Το ίδιο κι εγώ κύριε Ντελάμπρ. Και πολύ φοβάμαι ότι δε θα καταλάβουμε ποτέ, εκτός κι αν ίσως η νύφη σας καλυτερέψει". -«Οι γιατροί δεν δίνουνε πολλές ελπίδες». -"Ναι. Ξέρετε αν ο αδερφός σας πειραματιζότανε με μύγες"; -"Πράγματι, δε ξέρω, αλλά δε το βρίσκω απίθανο. Ρωτήσατε σχετικά τους ανθρώπους του Υπουργείου; Ήξεραν τα πάντα για τις εργασίες του". -"Ρώτησα και με κορόιδεψαν". -"Τους καταλαβαίνω". -"Είστε πολύ τυχερός, κύριε Ντελάμπρ, που κάτι καταλαβαίνετε. Εγώ δε καταλαβαίνω τίποτα... για την ώρα τουλάχιστον". . . . . -"Πες μου, θείε, οι μύγες ζούνε πολύ καιρό"; Τελειώναμε το γεύμα μας, κι ακολουθώντας μιαν εδραιωμένη παράδοση μεταξύ μας, έβαζα λίγο κρασί στο ποτήρι του Χένρι για να βουτήξει μέσα ένα μπισκότο. Αν ο Χένρι δε κοιτούσε το ποτήρι του να γεμίζει ως τα χείλη αλλά έβλεπε τα μάτια μου, το βλέμμα μου θα το τρόμαζε. Αυτή ήταν η πρώτη φορά που ανέφερε τις μύγες κι ανατρίχιασα στην ιδέα ότι μπορεί να ήταν παρών κι ο Επιθεωρητής Χαράς. Φαντάζομαι τη λάμψη στα μάτια του καθώς θ' αποκρινόταν στον ανιψιό μου με άλλη ερώτηση. Μπορούσα σχεδόν να τον ακούσω να λέει: -"Δε ξέρω, Χένρι. Γιατί ρωτάς"; -"Γιατί είδα πάλι τη μύγα που 'ψαχνε η μαμά". Μόνον αφού είχα κατεβάσει μονορούφι το κρασί του Χένρι κατάλαβα ότι είχε απαντήσει στην ενδόμυχη ερώτησή μου. -"Δεν ήξερα ότι η μητέρα σου έψαχνε για μια μύγα". -"Ναι, έψαχνε. Η μύγα έχει μεγαλώσει πολύ, αλλά την αναγνώρισα". -"Πού είδες αυτή τη μύγα, Χένρι; Και... πώς την αναγνώρισες"; -"Σήμερα το πρωί, πάνω στο γραφείο σου, θείε Φρανσουά. Το κεφάλι της είναι άσπρο αντί για μαύρο κι έχει κάτι περίεργα πόδια". Νιώθοντας ολοένα και περισσότερο σαν τον Επιθεωρητή Χαράς, αλλά προσπαθώντας να δείχνω αδιάφορος, συνέχισα: -"Και πότε είδες αυτή τη μύγα πρώτη φορά"; -"Τη μέρα που 'φυγε ο μπαμπάς. Την είχα πιάσει αλλά η μαμά μ' ανάγκασε να την αφήσω. Κι ύστερα ήθελε να τη ξαναβρώ. Θα 'χε αλλάξει γνώμη" κι ανασηκώνοντας τους ώμους όπως ακριβώς ο αδερφός μου, πρόσθεσε, "ξέρεις τώρα πώς είναι οι γυναίκες". -"Νομίζω ότι κείνη η μύγα πρέπει να 'χει πεθάνει πια και μάλλον έκανες λάθος, Χένρι", είπα και σηκώθηκα απ' το τραπέζι. Μόλις όμως βγήκα απ' την τραπεζαρία, έτρεξα πάνω στο γραφείο μου. Δε βρήκα ωστόσο καμιά μύγα. Είχα ενοχληθεί, πολύ περισσότερο απ' ό,τι θα πίστευα. Ο Χένρι είχε μόλις αποδείξει ότι ο Χαράς ήτανε πιο κοντά σε κάποιο στοιχείο απ' ό,τι φαινόταν όταν μου αφηγούνταν τις σκέψεις του σχετικά με το κυνήγι μυγών της Ελέν. Για πρώτη φορά σκέφτηκα μήπως ο Χαράς ήξερε πολύ περισσότερα απ' ό,τι άφηνε να φανεί. Για πρώτη φορά επίσης αναρωτήθηκα για την Ελέν. Ήταν πράγματι τρελή; Ένα παράξενο, τρομαχτικό συναίσθημα με πλημμύρισε κι όσο πιο πολύ το σκεφτόμουν, τόσο πιο πολύ ένιωθα πως ο Χαράς είχε δίκιο: Η Ελέν την είχε γλιτώσει μ' αυτή τη ψυχασθένειά της. Ποιός όμως να 'ταν ο λόγος για ένα τέτοιο φρικιαστικό έγκλημα; Τί την είχε οδηγήσει ως εκεί; Τί ακριβώς είχε συμβεί; Ξανάφερα στο μυαλό μου όλες εκείνες τις ερωτήσεις που είχε υποβάλλει ο Επιθεωρητής στην Ελέν, άλλοτε τρυφερά σα νοσοκόμα κι άλλοτε ψυχρά και βλοσυρά, σαν να γάβγιζε. Η Ελέν είχε απαντήσει σ' ελάχιστες, πάντα με μιαν ήσυχη, απαλή φωνή και χωρίς να δίνει σημασία στον τρόπο που ετίθετο η ερώτηση. Αν και ζαλισμένη, είχε επιδείξει αξιοθαύμαστη λογική. Μορφωμένος και καλλιεργημένος, ο Χαράς ήτανε κάτι παραπάνω από ένας έξυπνος αστυνομικός. Ήταν ένας πανούργος ανατόμος της ψυχής κι ήξερε να ξεχωρίζει το ψέμα από μια άστοχη παρατήρηση πριν ακόμη αυτό προφερθεί. Ήξερα ότι είχε αποδεχθεί σαν αληθινές τις λιγοστές απαντήσεις της νύφης μου. Υπήρχαν όμως κι όλες εκείνες οι ερωτήσεις που δεν είχε απαντήσει: οι πιο άμεσες και οι πιο σημαντικές. Απ' την αρχή κιόλας η Ελέν είχε υιοθετήσει ένα πολύ απλό σύστημα. "Δε μπορώ ν' απαντήσω σ' αυτήν την ερώτηση", θα 'λεγε με την ήπια, χαμηλή φωνή της. Κι αυτό ήταν όλο! Η επανάληψη της ίδιας ερώτησης δεν έδειξε να την ενοχλεί ποτέ. Σ' όλες τις ώρες της ανάκρισης της, ποτέ δεν υπέδειξε στον Επιθεωρητή ότι κάποια ερώτηση είχε ξαναγίνει. Έλεγε απλώς, "Δεν μπορώ ν' απαντήσω σ' αυτήν την ερώτηση", σα να 'ταν η πρώτη φορά που διατυπωνόταν μια τέτοια ερώτηση κι η πρώτη φορά που έδινε μια τέτοια απάντηση. Αυτό το κλισέ είχε γίνει το ανυπέρβλητο σύνορο, πίσω απ' το οποίο ο Επιθεωρητής Χαράς δε μπορούσε να ρίξει ούτε ένα βλέμμα, να πάρει κάποια ιδέα γι' αυτά που σκεφτόταν η Ελέν. Η νύφη μου είχε απαντήσει πρόθυμα στις ερωτήσεις σχετικά με τη ζωή της με τον αδερφό μου -μια ευτυχισμένη και δίχως εξάρσεις ζωή- ως το τέλος αυτής της συνύπαρξης. Για το θάνατό του ωστόσο, το μόνο που έλεγε ήταν ότι τον είχε σκοτώσει με την ατμόσφυρα, αρνιόταν όμως να εξηγήσει το λόγο, τι ήταν εκείνο που την είχε σπρώξει σ' αυτό το δράμα και πώς έπεισε τον αδερφό μου να βάλει το κεφάλι του κάτω απ' το σφυρί. Κάτι τέτοιες στιγμές, απλώς επαναλάμβανε, σαν δίσκος που κόλλησε, "Δε μπορώ ν' απαντήσω σ' αυτήν την ερώτηση". Η Ελέν, όπως ανέφερα ήδη, είχε δείξει στον Επιθεωρητή ότι γνώριζε να χειρίζεται την ατμόσφυρα. Ο Χαράς είχε βρει ένα μονάχα σημείο που δεν ταίριαζε με τις δηλώσεις της νύφης μου κι αυτό ήταν ότι το σφυρί είχε χρησιμοποιηθεί δυο φορές. Ο Χαράς δε λογάριαζε να το αποδώσει κι αυτό στην τρέλα. Αυτό το ολοφάνερο ψεγάδι στον αδιαπέραστο τοίχο άμυνας της Ελέν έμοιαζε σα ρήγμα που ο Επιθεωρητής μπορεί και να κατάφερνε να εκμεταλλευτεί. Όμως η νύφη μου δεν άργησε να χαλυβδώσει τη θέση της δηλώνοντας: -"Εντάξει, σας είπα ψέματα. Πράγματι, χρησιμοποίησα τη σφύρα δυο φορές. Μη με ρωτήσετε όμως γιατί, δεν πρόκειται να σας πω". -"Αυτή είναι η μόνη σας... ανακρίβεια, κυρία Ντελάμπρ;" ρώτησε ο Επιθεωρητής, προσπαθώντας να επωφεληθεί απ' το πλεονέκτημα της στιγμής. -"Μάλιστα... και το γνωρίζετε καλά, κύριε Επιθεωρητά". Κι ενοχλημένος, ο Χαράς είχε διαπιστώσει ότι η Ελέν τον διάβαζε σαν ανοιχτό βιβλίο. Σκέφτηκα να καλέσω τον Επιθεωρητή, όμως δίστασα στη σκέψη ότι αναπόφευκτα θ' άρχιζε τις ερωτήσεις στον Χένρι. Δίσταζα όμως και για άλλο λόγο, επειδή φοβόμουν ότι θα 'ψαχνε να βρει τη μύγα που 'λεγε ο Χένρι. Αυτό τον τελευταίο φόβο μου δε μπορούσα να τον εξηγήσω. Ο Αντρέ δεν ήταν από εκείνους τους αφηρημένους καθηγητές που προχωράνε κάτω απ' τη βροχή με κλειστή ομπρέλα στο χέρι. Ήταν άνθρωπος, είχε αίσθηση του χιούμορ, αγαπούσε τα παιδιά και τα ζώα και δεν άντεχε να βλέπει κάποιον να υποφέρει. Τον είχα δεί να εγκαταλείπει τη δουλειά του για να δει την παρέλαση της ντόπιας πυροσβεστικής ή να παρακολουθήσει να περνούν οι ποδηλάτες του Γύρου της Γαλλίας, ή ακόμη και ν' ακολουθεί ένα τσίρκο στην παρέλασή τον μες απ' το χωριό. Του άρεσαν παιχνίδια λογικής και ακρίβειας, όπως το μπιλιάρδο και το τένις, το μπριτζ και το σκάκι. Πώς να εξηγήσω λοιπόν το θάνατό του; Τι τον είχε κάνει να βάλει το κεφάλι του κάτω απ' την ατμόσφυρα; Δε θα μπορούσε να 'ταν αποτέλεσμα κάποιου στοιχήματος ή μια δοκιμασία του θάρρους του. Απεχθανόταν τα στοιχήματα κι όσους είχαν αυτό το πάθος. Όποτε άκουγε να προτείνεται κάποιο στοίχημα, υπενθύμιζε απαράλλαχτα στους παρόντες ότι, τελικά, το στοίχημα δεν είναι παρά ένα συμβόλαιο ανάμεσα σ' έναν ανόητο κι έναν απατεώνα, ακόμη κι αν δεν ήταν σίγουρο ποιος ήτανε ποιος. Δυο μόνον εξηγήσεις έβρισκα πιθανές για τον θάνατο του Αντρέ. Είτε είχε τρελαθεί, είτε υπήρχε κάποιος λόγος για ν' αφήσει τη γυναίκα του να τον σκοτώσει μ' αυτό τον αλλόκοτο κι ειδεχθή τρόπο. Και ποιος ακριβώς ήταν ο ρόλος της γυναίκας του σ' αυτή την ιστορία; Μήπως ήτανε και οι δυο τρελοί; Έχοντας τελικά αποφασίσει να μη μιλήσω στον Χαράς για τις αθώες αποκαλύψεις του ανιψιού μου, σκέφτηκα ν' αποτανθώ στην ίδια την Ελέν. Έδειξε να περίμενε την επίσκεψή μου γιατί ήρθε στο σαλόνι πριν καλά καλά η προϊσταμένη μ' αφήσει να μπω. -"Ήθελα να σου δείξω τον κήπο μου", εξήγησε η Ελέν βλέποντάς με να κοιτώ το παλτό που κρεμόταν στους ώμους της. Σαν μια απ' τις λογικές τροφίμους, της επιτρεπόταν να βγαίνει στον κήπο ορισμένες ώρες της ημέρας. Είχε ζητήσει και της είχαν παραχωρήσει ένα μικρό κομμάτι γης όπου φύτευε λουλούδια και της είχα στείλει σπόρους και μερικές τριανταφυλλιές απ' τον κήπο μου. Με οδήγησε κατευθείαν σ' ένα χωριάτικο ξύλινο πάγκο που είχε φτιάξει στα ανδρικά εργαστήρια και είχε μόλις εγκαταστήσει κάτω από 'να δέντρο, πλάι στα λουλούδια της. Προσπαθώντας να βρω τρόπο προσέγγισης στο θέμα του θανάτου του Αντρέ, απόμεινα για λίγο σκεφτικός, σχεδιάζοντας αόριστα σχήματα στο χώμα με την άκρη της ομπρέλας μου. -"Φρανσουά, θέλω να σε ρωτήσω κάτι", είπε ύστερα από λίγο η Ελέν. -"Ό,τι θέλεις, Ελέν". -"Πες μου, οι μύγες ζούνε πολύ"; Κοιτώντας την εμβρόντητος ήμουν έτοιμος να της πω ότι κι ο γιος της μ' είχε ρωτήσει το ίδιο ακριβώς πράγμα λίγες ώρες νωρίτερα, όταν ξαφνικά συνειδητοποίησα, πως εδώ βρισκόταν το άνοιγμα που 'ψαχνα κι ίσως ακόμη κι η ευκαιρία για ένα καίριο πλήγμα, ένα χτύπημα που θα σώριαζε τη γρανιτένια άμυνά της, λογική ή παράλογη. Παρατηρώντας την προσεχτικά, είπα: -"Δε ξέρω, Ελέν όμως η μύγα, που 'ψαχνες ήτανε στο γραφείο μου σήμερα το πρωί". Χωρίς αμφιβολία, το πλήγμα ήτανε καίριο. Στριφογύρισε το κεφάλι της με τέτοια δύναμη που άκουσα τα κόκαλα του αυχένα της να τρίζουν. Άνοιξε το στόμα, όμως δεν είπε λέξη· μόνο τα μάτια της έδειχναν να ουρλιάζουν από τρόμο. Ναι, σίγουρα είχα προκαλέσει κάποιο ρήγμα, αλλά πού ακριβώς; Σίγουρα ο Επιθεωρητής θα γνώριζε πώς θα προχωρούσε μ' ένα τέτοιο πλεονέκτημα, εγώ όχι. Το μόνο που ήξερα ήταν, ότι δε θα της έδινε χρόνο να σκεφτεί, να συνέλθει, ενώ εγώ το μόνο που κατάφερα, κι αυτό με πολύ κόπο, ήταν να διατηρήσω το ανέκφραστο πρόσωπο ενός παίκτη του πόκερ, ελπίζοντας ότι η άμυνα της Ελέν θα σκορπίζονταν σαν χάρτινος πύργος. Θα πρέπει να της είχε κοπεί η ανάσα, γιατί ξαφνικά παρ' ολίγο να πνιγεί κι έβαλε και τα δυο της χέρια μπρος στο ακόμη ανοιχτό στόμα της. -"Φρανσουά... Τη σκότωσες;" ψιθύρισε, με τα μάτια της να ψάχνουν μες στα δικά μου. -"Όχι". -"Τότε την έχεις... Την έχεις μαζί σου! Δώστη μου!" φώναξε σχεδόν αδράχνοντάς με κι ήξερα ότι αν ένιωθε αρκετά δυνατή δε θα δίσταζε να με ψάξει η ίδια. -"Όχι, Ελέν, δεν την έχω". -"Όμως, τώρα πια ξέρεις... Έχεις μαντέψει, έτσι δεν είναι"; -"Όχι, Ελέν. Ένα πράγμα μόνο ξέρω κι αυτό ότι δεν είσαι τρελή. Όμως θέλω να τα μάθω όλα και θα το πετύχω αυτό έτσι κι αλλιώς. Μπορείς να διαλέξεις: είτε μου τα λες όλα κι αποφασίζουμε τι θα γίνει, είτε..." -"Είτε; Πες. Πες το"! -"Ησύχασε, Ελέν... Είτε σε βεβαιώνω πως ο φίλος σου ο Επιθεωρητής θα πάρει αύριο κιόλας στα χέρια του αυτή τη μύγα". Έμεινε ακίνητη, κοιτώντας τις παλάμες της πάνω στη ποδιά της κι αν κι έκανε κρύο, το μέτωπο και τα χέρια της ήταν ιδρωμένα. Χωρίς καν να παραμερίσει ένα βόστρυχο μαλλιών που έπεφτε μπροστά στο στόμα της, μουρμούρισε: -"Αν σου πω... μου υπόσχεσαι ότι θα σκοτώσεις αυτή τη μύγα πριν οτιδήποτε άλλο"; -"Όχι, Ελέν. Δε μπορώ να σου δώσω τέτοια υπόσχεση πριν μάθω τι συμβαίνει". -"Όμως, Φρανσουά, πρέπει να καταλάβεις. Υποσχέθηκα στον Αντρέ ότι θα σκότωνα τη μύγα. Αυτή η υπόσχεση πρέπει να κρατηθεί και δε θα πω τίποτε άλλο, αν δε μου το υποσχεθείς με τη σειρά σου". Ένιωσα το αδιέξοδο. Δεν έχανα ακόμη έδαφος, έχανα όμως την πρωτοβουλία. Ψάρεψα στα θολά: -"Ελέν, φυσικά καταλαβαίνεις ότι μόλις η αστυνομία εξετάσει τη μύγα, θα καταλάβουν ότι δεν είσαι τρελή, οπότε..." -"Φρανσουά, όχι! Για χάρη του Χένρι! Μα δε καταλαβαίνεις; Περίμενα αυτή τη μύγα· έλπιζα ότι θα μ' έβρισκε εδώ, αλλά φυσικά δε μπορούσε να ξέρει τι είχα απογίνει. Τί άλλο θα μπορούσε να κάνει απ' το να πάει σε άλλους ανθρώπους που αγαπά, στο Χένρι, σε σένα... εσένα που πρέπει να 'χεις αντιληφθεί τι πρέπει να γίνει". Ήτανε πράγματι τρελή, ή υποκρινόταν πάλι; Τρελή όμως ή όχι, είχε παγιδευτεί. Αναρωτήθηκα με τι τρόπο να καταφέρω το τελικό χτύπημα, χωρίς τον κίνδυνο να μου ξεγλιστρήσει. Ύστερα είπα αργά: -"Πες μου τα όλα, Ελέν. Μόνο τότε θα μπορώ να προστατέψω το παιδί σου". -"Να προστατέψεις το παιδί μου από τι; Δεν καταλαβαίνεις ότι αν βρίσκομαι εδώ, είναι μόνο για να μη είναι το παιδί ο γιος μιας που εκτελέστηκε επειδή σκότωσε τον πατέρα του; Δεν καταλαβαίνεις ότι θα προτιμούσα κατά πολύ την γκιλοτίνα απ' τη ζωή του ζωντανού-νεκρού, σ' αυτό το άσυλο φρενοβλαβών"; -"Καταλαβαίνω, Ελέν, και θα κάνω το καλύτερο δυνατό για το παιδί, είτε μου πεις είτε όχι. Ακόμη κι αν αρνηθείς να μου πεις εγώ θα κάνω ό,τι μπορώ για να προστατεύσω τον Χένρι, όμως καταλαβαίνεις ότι το παιχνίδι θα 'χει πια φύγει από τα χέρια μου, αφού ο Επιθεωρητής Χαράς θα έχει τη μύγα". -"Όμως γιατί πρέπει να μάθεις;" είπε μάλλον παρά ρώτησε η νύφη μου, προσπαθώντας να διατηρήσει τη ψυχραιμία της. -"Γιατί οφείλω να μάθω πώς και γιατί πέθανε ο αδερφός μου, Ελέν". -"Εντάξει. Ας γυρίσουμε στο... σπίτι. Θα σου δώσω αυτό που ο Επιθεωρητής θα αποκαλούσε 'απολογία' μου". -"Θες να πεις ότι την έχεις γράψει"! -"Ναι δεν ήταν ακριβώς για σένα αλλά μάλλον για τον φίλο σου, τον Επιθεωρητή. Είχα καταλάβει ότι αργά ή γρήγορα θα πλησίαζε κοντά στην αλήθεια". -"Τότε δε θα χεις αντίρρηση να του τη διαβάσω"; -"Κάνε ό,τι νομίζεις καλύτερο, Φρανσουά. Περίμενέ με ένα λεπτό". Αφήνοντας με στο σαλόνι, η Ελέν ανέβηκε στο δωμάτιό της. Σε λιγότερο από ένα λεπτό είχε επιστρέψει μ' ένα μεγάλο κίτρινο φάκελο. -"Άκου, Φρανσουά· μπορεί να μην είσαι τόσο έξυπνος όσο ο αδερφός σου, αλλά δεν είσαι και βλάκας. Το μόνο που σου ζητώ είναι να το διαβάσεις μόνος. Ύστερα, κάνε ό,τι νομίζεις". -"Αυτό στο υπόσχομαι, Ελέν", είπα παίρνοντας τον πολύτιμο φάκελο. "Θα το διαβάσω σήμερα και παρόλο που αύριο δεν είναι ημέρα επισκέψεων, θα 'ρθω να σε δω". -"Όπως θέλεις", είπε η νύφη μου, χωρίς καν να με αποχαιρετήσει επιστρέφοντας στο δωμάτιό της. Μόνον όταν έφτασα σπίτι μου, καθώς προχωρούσα απ' το γκαράζ στην είσοδο, μονάχα τότε διάβασα την επιγραφή στον φάκελο.
ΠΡΟΣ ΚΑΘΕ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΜΕΝΟ (Πιθανόν τον Επιθεωρητή Χαράς)
Αφού ειδοποίησα το υπηρετικό προσωπικό να με σερβίρουν αμέσως ένα ελαφρύ δείπνο στο γραφείο μου και στη συνέχεια να μη μ' ενοχλήσουν, έτρεξα πάνω, πέταξα το φάκελο της Ελέν στο γραφείο κι εξέτασα για μιαν ακόμη φορά το χώρο πριν κλείσω τα παντζούρια και τραβήξω τις κουρτίνες. Το μόνο που βρήκα ήταν έν από καιρό νεκρό κουνούπι κολλημένο στον τοίχο κοντά στο ταβάνι. Αφού υπέδειξα στην καμαριέρα ν' αφήσει τον δίσκο με το φαγητό σ' ένα τραπέζι πλάι στο τζάκι, έβαλα ένα ποτήρι κρασί και κλείδωσα την πόρτα πίσω της. Στη συνέχεια αποσύνδεσα το τηλέφωνο -πράμα που κάνω πια πάντα τα βράδια- κι άφησα μόνον αναμμένη τη λάμπα πάνω στο γραφείο. Έσκισα τον παχύ φάκελο της Ελέν κι έβγαλα μια χοντρή στοίβα από πυκνογραμμένες σελίδες. Διάβασα τις εξής αράδες όμορφα στοιχημένες στο κέντρο της πρώτης σελίδας:
Τα παρακάτω δεν αποτελούν ομολογία, γιατί, αν και σκότωσα τον άντρα μου, δεν είμαι δολοφόνος. Απλώς ακολούθησα κι εκτέλεσα με κάθε πίστη τη τελευταία του επιθυμία πολτοποιώντας το κεφάλι και το δεξί του χέρι κάτω απ' την ατμόσφυρα στο εργοστάσιο του αδερφού του.
Χωρίς καν ν' αγγίξω το ποτήρι με το κρασί πλάι στον αγκώνα μου, γύρισα σελίδα κι άρχισα να διαβάζω.
Ένα χρόνο περίπου πριν το θάνατό του (άρχιζε το χειρόγραφο), ο άντρας μου μου είχε μιλήσει για κάποια απ' τα πειράματά του. Ήξερε πολύ καλά πως οι συνάδελφοι του στο Υπουργείο Αερομεταφορών θα 'χαν απαγορεύσει μερικά σα πολύ επικίνδυνα, κείνος όμως ήθελε να 'χει θετικά αποτελέσματα πριν ανακοίνωσει την ανακάλυψή του. Ενώ μέχρι κείνη τη στιγμή μόνον ήχος κι εικόνα είχαν μεταδοθεί από ραδιόφωνο και τηλεόραση, ο Αντρέ ισχυριζόταν ότι είχε βρει κάποιο τρόπο να μεταβιβάζει την ύλη. Οποιοδήποτε υλικό αντικείμενο, τοποθετημένο στον πομπό του απεσυντίθετο αυτόματα κι επανασυντίθετο σε έναν ειδικό δέκτη. Ο Αντρέ θεωρούσε την ανακάλυψή του σα τη πιο σπουδαία απ' την εποχή του τροχού. Εκτιμούσε πως η μεταφορά της ύλης με ταυτόχρονη «αποσύνθεση-ανασύνθεση» θ' άλλαζε τελείως τη ζωή, όπως τη ξέραμε ως τότε. Θα σήμαινε το τέλος κάθε μεταφορικού μέσου, όχι μόνον αντικειμένων αλλά κι ανθρώπων. Ο Αντρέ, ο πραγματιστής εκείνος επιστήμων που δεν επέτρεπε ποτέ θεωρίες ή ονειροβασίες στη δουλειά του, έβλεπε κιόλας τον καιρό που δε θα υπήρχανε πια αεροπλάνα, πλοία, τρένα ή αυτοκίνητα κι επομένως ούτε δρόμοι ή σιδηροδρομικές γραμμές, λιμάνια, αεροδρόμια και σταθμοί. Όλ' αυτά θ' αντικαθίσταντο από σταθμούς με πομπούς και δέκτες ύλης σ' όλο τον πλανήτη. Οι ταξιδιώτες και τ' αγαθά θα μπαίνανε σ' ειδικές καμπίνες και με το πάτημα ενός κουμπιού, απλώς θα εξαφανίζονταν για να εμφανιστούν σχεδόν αμέσως στον επιλεγμένο σταθμό υποδοχής. Ο Αντρέ είχε τοποθετήσει τον δέκτη λίγα μόνο μέτρα μακριά απ' τον πομπό, σ' ένα διπλανό δωμάτιο στο εργαστήριο του και στην αρχή συνάντησεν ένα σωρό επιπλοκές. Το πρώτο επιτυχημένο πείραμά του έγινε μ' ένα σταχτοδοχείο απ' το γραφείο του, ένα σουβενίρ από κάποιο ταξίδι μας στο Λονδίνο. Αυτή ήτανε κι η πρώτη φορά που μου μίλησε για τα πειράματά του κι έτσι δεν είχα ιδέα για τι πράγμα συζητούσε, κείνη τη μέρα που μπήκε τρέχοντας στο σπίτι και πέταξε το σταχτοδοχείο πάνω στη ποδιά μου. -"Ελέν, κοίτα! Για ένα κλάσμα του δευτερολέπτου, για ένα εκατομμυριοστό του δευτερολέπτου, το σταχτοδοχείο είχε αποσυντεθεί εντελώς. Για μια στιγμή δεν υπήρχε καθόλου! Εξαφανίστηκε! Δεν απόμεινε τίποτα, απολύτως τίποτα! Μόνον άτομα που ταξίδευαν στο διάστημα με τη ταχύτητα του φωτός! Και την επόμενη στιγμή, τα άτομα συγκεντρώθηκαν πάλι μαζί στο σχήμα ενός σταχτοδοχείου"! -"Αντρέ, ησύχασε... ησύχασε! Τί 'ναι αυτό το παραλήρημά σου"; Άρχισε να σχεδιάζει πάνω σε μια επιστολή που έγραφα. Γέλασε με το βλοσυρό μου ύφος, σάρωσε όλα τα γράμματά μου από το τραπέζι κι είπε: -"Δε καταλαβαίνεις, έτσι; Ας τα πάρουμε απ' την αρχή. Θυμάσαι που σου 'χα διαβάσει κάποτε άρθρο για μυστηριώδεις ιπτάμενες πέτρες, που φαίνεται να μη προέρχονται από κάπου ιδιαίτερα και που πέφτουνε σποραδικά σε μερικά σπίτια στην Ινδία; Προσγειώνονται μες στα δωμάτια σα να 'χουν ριχτεί απ' έξω, παρ' όλο που πόρτες και παράθυρα είναι κλειστά". -"Ναι, θυμάμαι. Και θυμάμαι, ακόμη ότι ο Καθηγητής Οζιέ, ο φίλος σου απ' το Πανεπιστήμιο, που μας είχε επισκεφτεί για λίγες μέρες, παρατήρησε ότι αν δεν υπήρχε κάποιο τέχνασμα στην όλη υπόθεση, η μοναδική εξήγηση ήταν ότι οι πέτρες είχαν αποσυνθεθεί, πέρασαν τους τοίχους και ξανασυντέθηκαν πριν πέσουν στο πάτωμα ή τους απέναντι τοίχους". -"Σωστά. Κι εγώ πρόσθεσα πως υπήρχε κι άλλη πιθανότητα, η πρόσκαιρη και τμηματική αποσύνθεση των τοίχων τη στιγμή που περνούσαν οι πέτρες". -"Ναι. Τα θυμάμαι, όλ' αυτά, κι υποθέτω ότι θυμάσαι κι εσύ πως δε μπόρεσα να σας καταλάβω, πράγμα που σ' ενόχλησε αρκετά. Ε, λοιπόν, ακόμη δε μπορώ να καταλάβω γιατί και πώς, ακόμη κι αποσυνθεμένες, οι πέτρες μπορούν να περάσουν μέσα από 'να τοίχο ή μια κλειστή πόρτα". -"Κι όμως είναι δυνατό, γιατί τα άτομα που συγκροτούν την ύλη δεν είναι πια μαζί όπως τα τούβλα ενός τοίχου. Έχουν διασπαστεί στην απεραντοσύνη του χώρου". -"Θες να πεις ότι αποσύνθεσες το σταχτοδοχείο, κι ύστερα το ξανάφτιαξες, αφού πρώτα το πέρασες μέσα από κάτι άλλο"; -"Ακριβώς. Το πέρασα μες απ' τον τοίχο που χωρίζει τον πομπό από τον δέκτη μου". -"Και θα με θεωρούσες αρκετά ανόητη αν ρωτήσω πώς θα επωφεληθεί η ανθρωπότητα από σταχτοδοχεία που ταξιδεύουν μες από τοίχους"; Ο Αντρέ έδειξε να προσβάλλεται, γρήγορα όμως κατάλαβε ότι τον πείραζα κι έτσι γεμάτος ενθουσιασμό, μου μίλησε για κάποιες απ' τις δυνατότητες της ανακάλυψης του. -"Δεν είναι υπέροχο, Ελέν;" είπε τέλος με κομμένη την ανάσα. -"Ναι, Αντρέ. Ελπίζω μονάχα να μη μεταβιβάσεις κι εμένα· θα φοβόμουνα πολύ να βγω απ' τον δέκτη όπως το σταχτοδοχείο σου". -"Τί εννοείς"; -"Θυμάσαι τι έγραφε κάτω απ' το σταχτοδοχείο"; -"Ναι, φυσικά: ΙΑΠΩΝΙΚΗΣ ΚΑΤΑΣΚΕΥΗΣ. Αυτό ήταν και το αστείο σχετικά με το εγγλέζικο σουβενίρ μας". -"Οι λέξεις είναι ακόμη εκεί, Αντρέ. Όμως... κοίτα"! Πήρε το σταχτοδοχείο από τα χέρια μου, συνοφρυώθηκε και πήγε ως το παράθυρο. Ύστερα έγινε κάτωχρος και κατάλαβα ότι είχε δει την απόδειξη ότι το πείραμα του ήταν πράγματι αλλόκοτο. Οι δυο λέξεις ήταν ακόμη εκεί, όμως ανάποδα: ΣΗΥΕΚΣΑΤΑΚ ΣΗΚΙΝΩΠΑΙ. Χωρίς κουβέντα, έχοντάς με ξεχάσει τελείως, έτρεξε στο εργαστήριό του. Τον είδα μόνον το επόμενο πρωί, κουρασμένο κι αξύριστο ύστερα από μια νύχτα κοπιαστικής δουλειάς. Λίγες μέρες αργότερα, ο Αντρέ είχε μιαν άλλη επιπλοκή που τον έβγαλε απ' τα νερά του και τον έκανε κατσούφη και σκυθρωπό για κάμποσο διάστημα. Έδειξα υπομονή για λίγο καθώς όμως είμαι δύστροπο άτομο, κάποιο βράδυ καβγαδίσαμε άσκημα για ασήμαντη αφορμή και τον κατηγόρησα για τη κατήφειά του. -"Συγγνώμη, γλυκιά μου. Αντιμετωπίζω πολλά προβλήματα και σου μεταφέρω τον εκνευρισμό μου. Δυστυχώς όμως, το πρώτο πείραμά μου μ' έμψυχο ζώο αποδείχτηκε μεγάλη αποτυχία". -"Αντρέ! Πειραματίστηκες με τον Νταντέλο, έτσι δεν είναι"; -"Ναι. Πώς το 'ξερες;" αποκρίθηκε άτολμα. "Αποσυντέθηκε τέλεια, όμως δεν εμφανίστηκε ποτέ ξανά στον δέκτη". -"Ω, Αντρέ! Τί απόγινε τελικά ο καημένος"; -"Τίποτα... απλώς δεν υπάρχει πια ο Νταντέλο, μονάχα τα διασπασμένα άτομα μιας γάτας να περιφέρονται, ένας θεός ξέρεις πού, στο διάστημα". Ο Νταντέλο ήταν ένας μικρός άσπρος γάτος που 'χαμε βρει ένα πρωί στον κήπο και που στη συνέχεια υιοθετήσαμε. Τώρα ήξερα με ποιο τρόπο είχε εξαφανιστεί κι ήμουν πολύ θυμωμένη με το όλο θέμα, όμως ο άντρας μου φαινόταν τόσο απελπισμένος που δεν είπα τίποτα. Τις επόμενες εβδομάδες είδα λίγο τον Αντρέ. Γευμάτιζε κυρίως στο εργαστήριο. Τις περισσότερες νύχτες κοιμόταν εκεί. Ένα βράδυ ήρθε σπίτι για δείπνο όλο χαμόγελα και κατάλαβα ότι οι μπελάδες του είχαν τελειώσει. Μούτρωσε, ωστόσο, όταν είδε ότι είχα ντυθεί για έξοδο. -"Ω, θα βγεις έξω, Ελέν"; -"Ναι, οι Ντρίλλονς με κάλεσαν για μια παρτίδα μπριτζ, αλλά μπορώ να τους τηλεφωνήσω και να το αναβάλλω". -"Όχι, δεν πειράζει". -"Πειράζει και παραπειράζει. Για πες μου τί τρέχει, αγάπη μου"; -"Να, επιτέλους όλα έχουν τελειοποιηθεί και θα 'θελα να 'σουν η πρώτη που θα έβλεπε το θαύμα". -"Υπέροχα, Αντρέ! Φυσικά και θα το δω". Αφού τηλεφώνησα στους γείτονες να τους πω πόσο λυπόμουν και τα λοιπά, έτρεξα στην κουζίνα κι είπα στη μαγείρισσα πως είχε δέκα ακριβώς λεπτά στη διάθεσή της για να ετοιμάσει ένα εορταστικό δείπνο. -"Εξαίσια ιδέα, Ελέν", είπε ο άντρας μου όταν εμφανίστηκε η καμαριέρα με τη σαμπάνια ύστερα από το δείπνο μας στο φως των κεριών. "Θα γιορτάσουμε με ανασυνθεμένη σαμπάνια!" και παίρνοντας το δίσκο απ' τα χέρια της, κατευθύνθηκε προς το εργαστήριο. -"Πιστεύεις ότι θα 'ναι το ίδιο καλή όσο πριν την αποσύνθεση της;" ρώτησα, κρατώντας τον δίσκο ενώ ο άντρας μου άνοιγε τη πόρτα και τα φώτα. -"Μη φοβάσαι καθόλου, θα δεις! Φέρτην εδώ καλή μου", είπε ανοίγοντας την πόρτα ενός τηλεφωνικού θαλάμου που 'χε αγοράσει και μετατρέψει σ' αυτό που αποκαλούσε πομπό. "Βάλτην εδώ πάνω", πρόσθεσε, τοποθετώντας ένα σκαμνί μες στο θάλαμο. Αφού έκλεισε προσεχτικά τη πόρτα, με οδήγησε στην άλλη άκρη του δωματίου και μου 'δωσε ένα ζευγάρι πολύ σκούρα γυαλιά ηλίου. Έβαλε κι αυτός ένα ζευγάρι και πήγε κοντά στον πίνακα δίπλα στον πομπό. "Έτοιμη;" είπε σβήνοντας τα φώτα."Μη βγάλεις τα γυαλιά πριν σου πω". -"Ούτε που θα σαλέψω, μην ανησυχείς", είπα, με τα μάτια καρφωμένα στον δίσκο με τη σαμπάνια που φωτιζόταν από ένα πρασινωπό λαμπύρισμα μες απ' τη τζαμωτή πόρτα του τηλεφωνικού θαλάμου. -"Φύγαμε", είπε κατεβάζοντας ένα διακόπτη. Το δωμάτιο λούστηκε ξαφνικά στο φως μιας εκτυφλωτικής πορτοκαλιάς λάμψης. Μες στον τηλεφωνικό θάλαμο είδα μια σπινθηριστή μπάλα φωτός κι ένιωσα την πύρινη ανάσα της στο πρόσωπο, τον λαιμό και τα χέρια. Όλη η ιστορία δε κράτησε παρά ένα κλάσμα του δευτερολέπτου κι όμως σα να 'χα κοιτάξει για ώρα τον ήλιο, τα μάτια μου είχανε γεμίσει μαύρα αστέρια με πρασινωπό περίγραμμα. -"Εt voila! Μπορείς να βγάλεις τα γυαλιά, Ελέν". Λίγο θεατρινίστικα ίσως, ο άντρας μου άνοιξε τη πόρτα του θαλάμου. Αν και μου 'χε πει τι να περιμένω, έμεινα κατάπληκτη διαπιστώνοντας ότι η σαμπάνια, τα ποτήρια, ο δίσκος και το σκαμνί είχαν εξαφανιστεί. Ο Αντρέ με οδήγησε επίσημα στο διπλανό δωμάτιο που βρισκότανε δεύτερος τηλεφωνικός θάλαμος. Ανοίγοντας διάπλατα τη πόρτα, σήκωσε θριαμβευτικά το δίσκο με τη σαμπάνια από το σκαμνί. Νιώθοντας κάπως σαν τον αφελή θεατή κάποιας παράστασης που τον παρασύρει επί σκηνής ο ταχυδακτυλουργός, μόλις που συγκρατήθηκα να ρωτήσω: "Πού είναι κρυμμένοι οι καθρέφτες;" πράγμα που 'ξερα ότι θα τονε δυσαρεστούσε πολύ. -"Σίγουρα πίνεται;" ρώτησα καθώς βγήκε ο φελλός. -"Απολύτως", είπε ο Αντρέ, δίνοντάς μου ένα ποτήρι. "Αυτό όμως δεν είναι τίποτα. Πιες και θα σου δείξω κάτι ακόμη πιο εκπληκτικό". Πήγαμε πάλι στο άλλο δωμάτιο. -"Ω, Αντρέ! Θυμήσου τον άμοιρο Νταντέλο"! -"Αυτό δεν είναι παρά ένα ινδικό χοιρίδιο, Ελέν. Όμως μην ανησυχείς, δεν πρόκειται να πάθει τίποτα". Απόθεσε το χνουδωτό ζωάκι στο πράσινο επίσμαλτο δάπεδο του θαλάμου κι έκλεισε γρήγορα τη πόρτα. Έβαλα πάλι τα μαύρα γυαλιά κι είδα κι ένιωσα ξανά την έντονη σπινθηριστή λάμψη. Χωρίς να περιμένω τον Αντρέ ν' ανοίξει τη πόρτα, έτρεξα στο διπλανό δωμάτιο όπου τα φώτα είχανε παραμείνει αναμμένα και κοίταξα στο δέκτη. -"Ω, Αντρέ! Cheri! Είν' εδώ πράγματι!" φώναξα ξαναμμένη, βλέποντας το μικρό πλασματάκι να τρέχει γύρω γύρω. "Είναι υπέροχο, Αντρέ! Λειτουργεί! Πέτυχες"! -"Το ελπίζω, μόνο που πρέπει να κάνουμε υπομονή, θα ξέρω σίγουρα σε λίγες βδομάδες". -"Τί εννοείς; Κοίτα! Το ποντικάκι είναι ολοζώντανο όπως όταν το 'χες βάλει στον άλλο θάλαμο". -"Ναι, έτσι δείχνει. Πρέπει όμως να εξετάσω και τα εσωτερικά του όργανα κι αυτό θα πάρει κάποιο διάστημα. Αν το ζωάκι εξακολουθεί να παραμένει ζωντανό ύστερα από ένα μήνα, τότε θα θεωρήσουμε ότι πέτυχε το πείραμα". Παρακάλεσα τον Αντρέ να μ' αφήσει να φροντίζω εγώ το ινδικό χειρίδιο. -"Εντάξει μα μη το πεθάνεις απ' το πολύ φαγητό" συμφώνησε χαμογελώντας για τον ενθουσιασμό μου. Αν και δε μου επετράπη να πάρω τον Χοπ-λα (αυτό το όνομα είχα δώσει στο ινδικό χοιρίδιο) από το κουτί του στο εργαστήριο, του είχα δέσει φιόγκο μια ροζ κορδέλα και τον τάιζα δυο φορές τη μέρα. Ο Χοπ-λα δεν άργησε να συνηθίσει τη ροζ κορδέλα κι έγινε ένα πολύ ήμερο κατοικίδιο, όμως εκείνος ο μήνας της αναμονής μου φάνηκε σα χρόνος. Και τότε μια μέρα, ο Αντρέ έβαλε τον Μίκετ, το κόκερ σπάνιελ μας, στο πομπό του. Δε μου το 'χε πει πριν, γιατί ήξερε καλά ότι δε θα συμφωνούσα να πειραματιστεί με τον σκύλο μας. Όταν όμως μου το είπε, ο Μίκετ είχε κιόλας μεταφερθεί μ' επιτυχία μισή ντουζίνα φορές κι έδειχνε ν' απολαμβάνει τη διαδικασία· δεν προλάβαινε καλά καλά να βγει απ' το δέκτη κι έτρεχε πάλι στο άλλο δωμάτιο, ξύνοντας με τα νύχια του την πόρτα του πομπού για... άλλη μια γύρα, όπως έλεγε ο Αντρέ. Πίστευα ότι ο άντρας μου θα προσκαλούσε κάποιους απ' τους συναδέλφους του καθώς και τους ειδικούς απ' το Υπουργείο Αερομεταφορών να 'ρθουν ως εδώ. Συνήθως έτσι έκανε όταν τέλειωνε κάποια έρευνα και πριν τους εγχειρίσει τις μακροσκελείς αναφορές που δακτυλογραφούσε πάντα ο ίδιος, θα πραγματοποιούσε ένα-δυο πειράματα μπρος τους. Αυτή τη φορά όμως συνέχισε την εργασία του. Τελικά κάποιο πρωί τον ρώτησα πότε σκεφτόταν να δώσει το ...πάρτυ-έκπληξη, όπως αποκαλούσαμε αυτές τις συγκεντρώσεις. -"Όχι ακόμη, Ελέν. Αυτή η ανακάλυψη είναι πολύ σημαντική. Με περιμένει πολλή δουλειά ακόμα. Κατανοείς ότι υπάρχουν κάποια μέρη της διαδικασίας αυτής που ούτε εγώ μπορώ καλά-καλά να συλλάβω; Λειτουργεί σωστά, όμως δε μπορώ να πως απλώς σ' όλους αυτούς τους διαπρεπείς καθηγητές ότι κάνω έτσι κι έτσι και ξαφνικά, πουφ, το θαύμα συνετελέσθη! Πρέπει να εξηγήσω το πώς και γιατί λειτουργεί σωστά. Κι ακόμη πιότερο, πρέπει να είμαι έτοιμος ν' αντιμετωπίσω με επιχειρήματα κάθε δύσπιστη κριτική που δε παραλείπουν να κάνουν όποτε βρίσκονται αντιμέτωποι με κάτι καλό". Μερικές φορές με καλούσε στο εργαστήριό του να παραβρεθώ σε κάποιο καινούργιο πείραμα, αλλά δε μιλούσαμε ποτέ για τη πορεία της εργασίας του παρά μονάχα αν αναφερόταν ο ίδιος. Φυσικά δε μου πέρασε ποτέ απ' το μυαλό ότι, σε κείνο το στάδιο τουλάχιστον, θα 'χε πειραματιστεί με άνθρωπο, ακόμη όμως κι αν είχα σκεφτεί κάτι τέτοιο -γνωρίζοντας τον άντρα μου- είναι σίγουρο ότι δε θ' άφηνε κανέναν άλλο να μπει στον πομπό αν δεν το δοκίμαζε πρώτα ο ίδιος. Μόνον μετά το ατύχημα διαπίστωσα πως είχε εγκαταστήσει παρόμοιο σύστημα διακοπτών και μέσα στον θάλαμο αποσύνθεσης, ώστε να μπορεί να δοκιμάσει το πείραμα στον εαυτό του. Εκείνο το πρωινό που ο Αντρέ επιχείρησε το φοβερό αυτό πείραμα, δεν εμφανίστηκε για φαγητό. Έστειλα μια καμαριέρα μ' ένα δίσκο, όμως επέστρεψε άπρακτη μ' ένα σημείωμα που είχε βρει καρφιτσωμένο στη πόρτα του εργαστηρίου: ΜΗΝ ΕΝΟΧΛΕΙΤΕ, ΕΡΓΑΖΟΜΑΙ.
Άφηνε συχνά τέτοια σημειώματα έξω απ' τη πόρτα του και παρ' όλο που το πρόσεξα, δεν έδωσα ιδιαίτερη προσοχή στον ασυνήθιστα μεγάλο γραφικό χαρακτήρα αυτού του σημειώματος. Αμέσως μετά απ' αυτό κι ενώ έπινα τον καφέ μου, ο Χένρι μπήκε χαρούμενος στο δωμάτιο για να μου αναγγείλει πως είχε πιάσει μια περίεργη μύγα που 'θελε να δω. Αρνούμενη ακόμη και να κοιτάξω στη κλειστή παλάμη του, τον διέταξα να την αφήσει αμέσως. -"Μα μαμά, έχει πολύ περίεργο λευκό κεφάλι"! Τράβηξα τον Χένρι ως το ανοιχτό παράθυρο και τονε πρόσταξα ν' αφήσει αμέσως τη μύγα, πράγμα που 'κανε. Ήξερα πως ο Χένρι την είχε πιάσει επειδή του φάνηκε περίεργη ή διαφορετική από τις άλλες, όμως ήξερα επίσης ότι ο πατέρας του αποδοκίμαζε κάθε είδους βαναυσότητα προς το ζωικό βασίλειο κι ότι θα γινόταν φασαρία έτσι και μάθαινε πως ο γιος του είχε κλείσει τη μύγα σε κανένα μπουκάλι ή σε κανένα κουτί. Το ίδιο βράδυ, την ώρα του δείπνου, ο Αντρέ δεν είχε φανεί ακόμη οπότε, ελαφρά ανήσυχη, πήγα στο εργαστήριο και χτύπησα τη πόρτα. Δεν απάντησε, όμως τον άκουσα να κινείται στον χώρο κι ύστερα γλίστρησε ένα σημείωμα κάτω απ' τη πόρτα. Ήταν δακτυλογραφημένο:
ΕΛΕΝ, ΕΧΩ ΠΡΟΒΛΗΜΑ. ΒΑΛΕ ΤΟ ΠΑΙΔΙ ΓΙΑ ΥΠΝΟ ΚΙ ΕΛΑ ΣΕ ΜΙΑ ΩΡΑ.
Χτύπησα και φώναξα τρομαγμένη, μα ο Αντρέ δε φαινόταν να με προσέχει κι έτσι, αόριστα καθησυχασμένη απ' τον οικείο ήχο της γραφομηχανής, γύρισα στο σπίτι. Αφού έβαλα τον Χένρι στο κρεβάτι, επέστρεψα στο εργαστήριο όπου βρήκα άλλο ένα σημείωμα μπρος απ' τη πόρτα. Το χέρι μου έτρεμε καθώς το σήκωνα γιατί ήξερα πια ότι κάποιο ανεπανόρθωτο κακό είχε συμβεί. Διάβασα:
ΕΛΕΝ, ΠΡΩΤΑ ΑΠ' ΟΛΑ ΘΕΛΩ ΝΑ ΜΗ ΧΑΣΕΙΣ ΤΗ ΨΥΧΡΑΙΜΙΑ ΣΟΥ ΚΑΙ ΝΑ ΜΗ ΚΑΝΕΙΣ ΚΑΤΙ ΒΙΑΣΤΙΚΟ ΓΙΑΤΙ ΜΟΝΟΝ ΕΣΥ ΜΠΟΡΕΙΣ ΝΑ ΜΕ ΒΟΗΘΗΣΕΙΣ. ΕΙΧΑ ΕΝΑ ΣΟΒΑΡΟ ΑΤΥΧΗΜΑ. ΓΙΑ ΤΗΝ ΩΡΑ ΔΕΝ ΚΙΝΔΥΝΕΥΩ ΙΔΙΑΙΤΕΡΑ ΑΝ ΚΑΙ ΠΡΟΚΕΙΤΑΙ ΓΙΑ ΖΗΤΗΜΑ ΖΩΗΣ ΚΑΙ ΘΑΝΑΤΟΥ. ΕΙΝΑΙ ΑΝΩΦΕΛΟ ΝΑ ΜΟΥ ΑΠΕΥΘΥΝΕΙΣ ΤΟ ΛΟΓΟ. ΔΕ ΜΠΟΡΩ Ν' ΑΠΑΝΤΗΣΩ. ΔΕ ΜΠΟΡΩ ΝΑ ΜΙΛΗΣΩ. ΘΕΛΩ ΝΑ ΚΑΝΕΙΣ ΜΕ ΚΑΘΕ ΠΡΟΣΟΧΗ ΑΥΤΟ ΠΟΥ ΘΑ ΣΟΥ ΖΗΤΗΣΩ. ΧΤΥΠΑ ΠΡΩΤΑ ΤΡΕΙΣ ΦΟΡΕΣ ΓΙΑ ΝΑ ΜΟΥ ΔΕΙΞΕΙΣ ΟΤΙ ΚΑΤΑΛΑΒΕΣ ΚΙ ΟΤΙ ΣΥΜΦΩΝΕΙΣ ΚΙ ΥΣΤΕΡΑ ΦΕΡΕ ΜΟΥ ΜΙΑ ΚΟΥΠΑ ΓΑΛΑ ΜΕ ΡΟΥΜΙ. ΔΕΝ ΕΦΑΓΑ ΤΙΠΟΤΑ ΟΛΗ ΜΕΡΑ ΚΙ ΑΥΤΟ ΜΟΥ ΦΤΑΝΕΙ.
Τρέμοντας από φόβο, μη ξέροντας τι να κάνω και καταπνίγοντας την έντονη επιθυμία να του φωνάξω και να χτυπώ τη πόρτα ώσπου να μ' ανοίξει, χτύπησα τρεις φορές όπως μου ζήτησε κι έτρεξα στο σπίτι να ετοιμάσω αυτά που 'θελε. Σε λιγότερο από πέντε λεπτά ήμουν πίσω. Βρήκα κι άλλο μήνυμα στη πόρτα:
ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΕ ΠΡΟΣΕΚΤΙΚΑΤΙΣ ΟΔΗΓΙΕΣ. ΟΤΑΝ ΧΤΥΠΗΣΕΙΣ Θ' ΑΝΟΙΞΩ, ΘΑ ΠΑΣ ΣΤΟ ΓΡΑΦΕΙΟ ΜΟΥ ΚΑΙ Θ' ΑΦΗΣΕΙΣ ΤΗ ΚΟΥΠΑ ΜΕ ΤΟ ΓΑΛΑ. ΥΣΤΕΡΑ ΘΑ ΠΑΣ ΣΤΟ ΑΛΛΟ ΔΩΜΑΤΙΟ ΠΟΥ 'ΝΑΙ Ο ΔΕΚΤΗΣ. ΠΡΟΣΠΑΘΗΣΕ ΝΑ ΒΡΕΙΣ ΜΙΑ ΜΥΓΑ ΠΟΥ 'ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ 'ΝΑΙ ΚΕΙ. ΕΓΩ ΔΕ ΜΠΟΡΩ ΝΑ ΤΗ ΒΡΩ. ΔΥΣΤΥΧΩΣ ΔΕ ΜΠΟΡΩ ΝΑ ΔΙΑΚΡΙΝΩ ΕΥΚΟΛΑ ΜΙΚΡΑ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΑ. ΠΡΙΝ ΜΠΕΙΣ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΥΠΟΣΧΕΘΕΙΣ ΟΤΙ ΘΑ ΜΕ ΥΠΑΚΟΥΣ ΑΝΕΠΙΦΥΛΑΚΤΑ. ΜΗ ΜΕ ΚΟΙΤΑΞΕΙΣ ΚΑΙ ΝΑ ΘΥΜΑΣΑΙ ΠΩΣ Η ΟΜΙΛΙΑ ΕΙΝΑΙ ΑΝΩΦΕΛΗ. ΔΕ ΜΠΟΡΩ Ν' ΑΠΑΝΤΗΣΩ. ΧΤΥΠΑ ΞΑΝΑ ΤΡΕΙΣ ΦΟΡΕΣ ΑΝ ΕΧΩ ΤΗΝ ΥΠΟΣΧΕΣΗ ΣΟΥ. Η ΖΩΗ ΜΟΥ ΟΛΗ ΕΞΑΡΤΑΤΑΙ ΑΠ' ΤΗ ΒΟΗΘΕΙΑ ΣΟΥ.
Πέρασε λίγη ώρα ώσπου να βρω την αυτοκυριαρχία μου κι ύστερα χτύπησα αργά τρεις φορές. Ακουσα σύρσιμο ποδιών πίσω απ' τη πόρτα, ύστερα το χέρι του Αντρέ να παλεύει με την κλειδαριά κι η πόρτα άνοιξε. Με την άκρη του ματιού μου τον είδα να στέκεται πίσω απ' την πόρτα, αλλά χωρίς να κοιτάξω περισσότερο, πήγα τη κούπα στο γραφείο του. Προφανώς με παρακολουθούσε κι έπρεπε να δείχνω ήρεμη και συγκεντρωμένη. -"Cheri μπορείς να υπολογίζεις σε μένα", είπα μαλακά, κι αφήνοντας το γάλα κάτω απ' τη λάμπα του γραφείου του, τη μοναδική αναμμένη εκεί μέσα, προχώρησα στο διπλανό δωμάτιο όπου όλα τα φώτα καταύγαζαν. Η πρώτη μου εντύπωση ήταν ότι κάποιος σίφουνας είχε βγει στροβιλίζοντας απ' τον δέκτη. Χαρτιά πεταμένα παντού, μια σειρά δοκιμαστικοί σωλήνες σπασμένοι καταγής, καρέκλες και σκαμνιά αναποδογυρισμένα και μια κουρτίνα κρεμότανε μισοσχισμένη. Σε μια μεγάλη εμαγιέ λεκάνη στο πάτωμα μισοκαιγόταν ακόμη ένας σωρός από έγγραφα. Ήξερα ότι δε θα μπορούσα να βρω τη μύγα που 'θελε ο Αντρέ. Οι γυναίκες γνωρίζουνε πράγματα για τα οποία οι άντρες χρειάζονται κάθε επαγωγική λογική· είναι μια μορφή γνώσης που εκείνοι δύσκολα αποκτούν και την οποία αποκαλούν υποτιμητικά διαίσθηση. Ήξερα ήδη ότι η μύγα που γύρευε ο Αντρέ ήταν εκείνη που είχε πιάσει ο Χένρι και που τον είχα αναγκάσει ν' αφήσει. Ακουσα τον Αντρέ να σέρνει τα βήματά του στο διπλανό δωμάτιο κι ύστερα ένα περίεργο γουργουρητό και ρούφηγμα σα να παιδευόταν να πιει το γάλα του. -"Αντρέ δεν υπάρχει μύγα εδώ. Μπορείς να μου δώσεις κάποια ένδειξη που θα με βοηθήσει; Αν δε μπορείς να μιλήσεις, χτύπα... ξέρεις, μια φορά για ναι, δυο φορές για όχι". Είχα προσπαθήσει να ελέγξω τη φωνή μου και να μιλήσω απόλυτα ήρεμα όμως ένας κόμπος απελπισίας στάθηκε στο λαιμό μου όταν τον άκουσα να χτυπά δυο φορές. -"Μπορώ να 'ρθω κοντά σου; Δε ξέρω τι συνέβη όμως ό,τι κι αν είναι αυτό θα φανώ γενναία, γλυκέ μου". Μετά από μια στιγμή δισταγμού, χτύπησε μια φορά στο γραφείο του. Στη πόρτα στάθηκα εμβρόντητη στη θέα του, με τυλιγμένο κεφάλι κι ώμους με το καφέ βελούδινο ύφασμα που 'χε πάρει από ένα τραπέζι πλάι στο γραφείο του, το τραπέζι κείνο που 'τρωγε όταν δεν ήθελε ν' αφήσει στη μέση τη δουλειά του. Καταπνίγοντας ένα γέλιο που εύκολα θα μπορούσε να μετατραπεί σε λυγμό, είπα: -"Θα ψάξουμε επισταμένα αύριο με το φως της μέρας. Γιατί δε πέφτεις να κοιμηθείς τώρα; Θα σε βάλω στο δωμάτιο των φιλοξενουμένων αν θες και δε θ' αφήσω κανένα να σε δει". Το αριστερό του χέρι χτύπησε δυο φορές στο γραφείο. -"Μήπως χρειάζεσαι γιατρό"; -"Όχι", χτύπησε. -"Θα 'θελες να καλέσω τον καθηγητή Οζιέ; Ίσως θα μπορούσε να βοηθήσει..." Χτύπησε απότομα "Όχι"! Δεν ήξερα τι να κάνω. 'Υστερα του είπα: -"Ο Χένρι έπιασε σήμερα μια μύγα που 'θελε να μου δείξει, όμως τον ανάγκασα να την αφήσει. Θα μπορούσε να 'ταν αυτή που ψάχνεις; Το παιδί είπε ότι είχε λευκό κεφάλι". Ο Αντρέ άφησε ένα παράξενο μεταλλικό αναστεναγμό, μόλις πρόλαβα να δαγκώσω το χέρι μου για να μην ουρλιάξω. Το δεξί του χέρι είχε γλιστρήσει απ' το τραπεζομάντιλο κι αντί για τα μακριά του δάχτυλα έβλεπα τώρα ένα γκρίζο κούτσουρο με μικρά μπουμπούκια στην άκρη, σα κορμός δέντρου να κρέμεται απ' το μανίκι ως το γόνατο. -"Αντρέ, mon cheri, πες μου τι συνέβη. Θα μπορούσα να 'μουνα πιότερο χρήσιμη αν ήξερα. Ω... είναι φοβερό!" ξέσπασα σε λυγμούς. Χτυπώντας μια φορά, έδειξε τη πόρτα με το αριστερό του χέρι. Βγήκα έξω και γλίστρησα στο πάτωμα κλαίγοντας ενώ κείνος κλείδωνε τη πόρτα πίσω μου. Ύστερα τον άκουσα να χτυπά πάλι τη γραφομηχανή. Περίμενα. Τελικά τον άκουσα να σέρνει τα βήματα ως τη πόρτα και να γλιστρά ένα σημείωμα από κάτω.
ΕΛΑ ΠΑΛΙ ΤΟ ΠΡΩΙ. ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΣΚΕΦΤΩ ΚΑΙ ΘΑ ΣΟΥ 'ΧΩ ΔΑΚΤΥΛΟΓΡΑΦΗΣΕΙ ΜΙΑΝ ΕΞΗΓΗΣΗ. ΠΑΡΕ ΕΝΑ ΑΠ' ΤΑ ΥΠΝΩΤΙΚΑ ΜΟΥ ΧΑΠΙΑ ΚΑΙ ΞΑΠΛΩΣΕ. ΣΕ ΧΡΕΙΑΖΟΜΑΙ ΦΡΕΣΚΙΑ ΚΑΙ ΔΥΝΑΤΗ ΑΥΡΙΟ, ΦΤΩΧΗ ΜΟΥ ΑΓΑΠΗ.
-"Θέλεις τίποτε για τη νύχτα;" φώναξα πίσω απ' τη πόρτα. Χτύπησε δυο φορές κι ύστερα άκουσα πάλι τη γραφομηχανή του. Ξύπνησα απότομα με τον ήλιο στο πρόσωπο μου. Είχα βάλει το ξυπνητήρι στις πέντε αλλά δεν το άκουσα, πιθανόν εξαιτίας των υπνωτικών χαπιών. Είχα κοιμηθεί σα μολύβι, χωρίς ούτε ένα όνειρο. Τώρα ξαναβρισκόμουνα στο ζωντανό εφιάλτη μου και κλαίγοντας σα μωρό σηκώθηκα απ' το κρεβάτι. Ήταν μόλις εφτά! Έτρεξα στη κουζίνα και χωρίς να πω λέξη στους ξαφνιασμένους υπηρέτες, έφτιαξα γρήγορα ένα δίσκο με καφέ, ψωμί και βούτυρο. Από εκεί γραμμή στο εργαστήριο. Ο Αντρέ άνοιξε μόλις χτύπησα κι έκλεισε ξανά καθώς μετέφερα το δίσκο στο γραφείο. Το κεφάλι του ήταν ακόμη καλυμμένο, κατάλαβα όμως απ' το τσαλακωμένο του κουστούμι και το ανοιχτό ράντζο ότι τουλάχιστον θα είχε επιχειρήσει να ξεκουραστεί. Πάνω στο γραφείο του βρισκόταν ένα δακτυλογραφημένο κείμενο. Το πήρα στα χέρια μου. Ο Αντρέ άνοιξε την άλλη πόρτα κι υποθέτοντας ότι ήθελε να μείνει μόνος, προχώρησα στο διπλανό δωμάτιο. Έσπρωξε τη πόρτα, και τον άκουσα να βάζει καφέ ενώ διάβαζα:
ΘΥΜΑΣΑΙ ΤΟ ΠΕΙΡΑΜΑ ΜΕ ΤΟ ΤΑΣΑΚΙ; ΕΙΧΑ ΕΝΑ ΠΑΡΟΜΟΙΟ ΑΤΥΧΗΜΑ ΠΡΟΧΘΕΣ ΒΡΑΔΥ: ΜΕΤΕΦΕΡΑ ΕΠΙΤΥΧΗΜΕΝΑ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΜΟΥ. ΣΤΟ ΔΕΥΤΕΡΟ ΠΕΙΡΑΜΑ ΧΘΕΣ, ΜΙΑ ΜΥΓΑ ΠΟΥ ΔΕΝ ΕΙΧΑ ΠΡΟΣΕΞΕΙ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ 'ΧΕ ΜΠΕΙ ΣΤΟΝ ΑΠΟΣΥΝΘΕΤΗ. ΜΟΝΗ ΜΟΥ ΕΛΠΙΔΑ ΕΙΝΑΙ ΝΑ ΒΡΩ ΑΥΤΗ ΤΗ ΜΥΓΑ ΚΑΙ ΝΑ ΚΑΝΩ ΞΑΝΑ ΤΟ ΠΕΙΡΑΜΑ ΜΑΖΙ ΤΗΣ. ΠΑΡΑΚΑΛΩ ΨΑΞΕ ΤΗ ΜΕ ΠΡΟΣΟΧΗ, ΓΙΑΤΙ ΑΝ ΔΕ ΒΡΕΘΕΙ, ΘΑ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΘΕΣΩ ΕΝΑ ΤΕΛΟΣ Σ' ΟΛΑ ΑΥΤΑ.
Αχ μακάρι να 'τανε λίγο πιο σαφής! Ανατρίχιασα στη σκέψη ότι θα πρέπει να 'χε παραμορφωθεί φοβερά κι ύστερα έκλαψα πικρά καθώς φαντάστηκα το πρόσωπό του γυρισμένο μέσα-έξω ή ίσως τα μάτια του στη θέση των αυτιών ή το στόμα του στο σβέρκο ή ακόμη χειρότερα! Ο Αντρέ έπρεπε να σωθεί! Γι' αυτό, έπρεπε να βρεθεί η μύγα! Ανακτώντας την αυτοκυριαρχία μου, είπα: -"Μπορώ να περάσω μέσα"; Άνοιξε τη πόρτα. "Μην απελπίζεσαι· η μύγα θα βρεθεί. Δεν είναι πια στο εργαστήριο αλλά δε μπορεί να 'χει πάει μακριά. Υποθέτω ότι έχεις παραμορφωθεί, τρομερά ίσως, αλλά μη σου περνάει καν απ' το μυαλό να θέσεις τέλος σ' όλα αυτά, όπως γράφεις· αυτό δε θα τ' αφήσω να γίνει ποτέ. Αν είναι απαραίτητο, αν δε θέλεις να σε δει κανείς, θα σου φτιάξω μια μάσκα ή μια κουκούλα ώστε να συνεχίσεις την εργασία σου ώσπου να γίνεις πάλι καλά. Αν δε μπορείς να δουλέψεις τότε θα καλέσω τον Δρ Οζιέ και τους άλλους φίλους σου κι αυτοί θα σε σώσουν". Άκουσα ξανά εκείνον τον μεταλλικό αναστεναγμό καθώς χτυπούσε βίαια στο γραφείο του. -"Μη συγχύζεσαι. Ηρέμησε παρακαλώ. Δε θα κάνω τίποτα χωρίς να σε ρωτήσω πρώτα. Πρέπει όμως κι εσύ να μ' εμπιστευτείς, να βασιστείς πάνω μου και να μ' αφήσεις να σε βοηθήσω όσο καλύτερα μπορώ. Έχεις παραμορφωθεί φριχτά, αγάπη μου; Δεν πρόκειται να φοβηθώ... είμαι γυναίκα σου, ξέρεις". Όμως εκείνος χτύπησε πάλι αποφασιστικά "Όχι!" και μου 'δειξε τη πόρτα. -"Εντάξει. Πηγαίνω να ψάξω για τη μύγα τώρα, αλλά υποσχέσου μου ότι δε θα κάνεις καμιά ανοησία· υποσχέσου μου ότι δε θα κάνεις τίποτε βιαστικό ή επικίνδυνο πριν μ' ενημερώσεις πρώτα"! Σήκωσε το αριστερό του χέρι κι ήξερα πως είχα την υπόσχεσή του. Δε θα ξεχάσω ποτέ κείνο το ολοήμερο αδιάκοπο κυνήγι της μύγας. Έκανα ανάστατο το σπίτι κι έβαλα όλους τους υπηρέτες να ψάχνουν. Τους είπα ότι μια μύγα είχε δραπετεύσει απ' το εργαστήριο του Καθηγητή κι ότι έπρεπε να τη πιάσουμε ζωντανή, ήταν όμως ολοφάνερο ότι με θεωρούσανε κιόλας τρελή. Εξάλλου έτσι είπαν αργότερα στην αστυνομία κι εκείνο το ολοήμερο κυνήγι για τη μύγα μπορεί και να ήταν αυτό που μ' έσωσε απ' τη γκιλοτίνα. Ρώτησα το Χένρι σχετικά και καθώς δε με κατάλαβε αμέσως, τονε ταρακούνησα άγρια και τονε χαστούκισα κάνοντας τον να βάλει τα κλάματα μπρος στις εμβρόντητες καμαριέρες. Συνειδητοποιώντας ότι δε πρέπει να χάσω τον έλεγχο, φίλησα και κανάκεψα το καημένο το παιδί και του 'δωσα τελικά να καταλάβει τι ζητούσα. Ναι, θυμήθηκε, είχε βρει τη μύγα δίπλα στο παράθυρο της κουζίνας· ναι, την είχε αφήσει αμέσως όπως του είχα πει. Ακόμη και το καλοκαίρι έχουμε πολύ λίγες μύγες γιατί το σπίτι μας βρίσκεται στην κορφή ενός λόφου και η παραμικρή αύρα της κοιλάδας φυσά γύρω του. Παρ' όλα αυτά, κατάφερα να πιάσω δεκάδες μύγες εκείνη τη μέρα. Σ' όλα τα περβάζια των παραθύρων και σ' όλο το κήπο είχα τοποθετήσει πιάτα με γάλα, ζάχαρη, μαρμελάδα, κρέας, οτιδήποτε μαζεύει τις μύγες. Απ' όσες πιάσαμε, αλλά κι απ' όσες είδα χωρίς να μπορέσουμε να πιάσουμε, καμιά δεν έμοιαζε με κείνη που είχε πιάσει ο Χένρι τη προηγούμενη μέρα. Εξέτασα κάθε μια με μεγεθυντικό φακό αλλά καμιά δεν είχε λευκό κεφάλι. Το μεσημέρι πήγα στον Αντρέ λίγο γάλα και πουρέ. Του 'δειξα μερικές απ' τις μύγες που είχαμε πιάσει, αλλά μου 'δωσε να καταλάβω πως ήταν άχρηστες. -"Αν δε βρούμε κείνη τη μύγα ως το βράδυ, θα δούμε τι θα κάνουμε. Και προτείνω το εξής: Θα καθίσω στο δίπλα δωμάτιο. Αν δε μπορείς ν' απαντάς μ' ένα ναι ή μ' ένα όχι με τη μέθοδο των χτυπημάτων, θα δακτυλογραφείς ό,τι θες να μου πεις και θα το ρίχνεις κάτω απ' τη πόρτα. Συμφωνείς"; -"Ναι", χτύπησε ο Αντρέ. Ως το σούρουπο δεν είχαμε βρει τη μύγα. Την ώρα του δείπνου, καθώς ετοίμαζα τον δίσκο του Αντρέ, κατέρρευσα κι άρχισα να κλαίω στη κουζίνα, μπρος στους σιωπηλούς υπηρέτες. Η καμαριέρα μου υπέθεσε πως είχα καβγαδίσει με τον άντρα μου, πιθανόν για τη χαμένη μύγα, απ' ό,τι έμαθα όμως αργότερα η μαγείρισσα ήταν κιόλας σίγουρη ότι μου 'χε στρίψει. Χωρίς λέξη, σήκωσα τον δίσκο κι ύστερα τον ακούμπησα πάλι κάτω καθώς σταμάτησα πλάι στο τηλέφωνο. Ότι σίγουρα επρόκειτο για θέμα ζωής και θανάτου για τον Αντρέ, δεν είχα καμιά αμφιβολία. Ούτε αμφέβαλα καθόλου ότι σχεδίαζε ν' αυτοκτονήσει, εκτός αν τον έκαναν ν' αλλάξει γνώμη ή αν εμπόδιζα από μια τέτοια δραστική απόφαση. Θα 'μουν αρκετά δυνατή; Δε θα με συγχωρούσε ποτέ αν δεν τηρούσα την υπόσχεσή μου αλλά, κάτω απ' αυτές τις περιστάσεις, τί σημασία μπορεί να 'χε; Στο διάβολο οι υποσχέσεις! Ο Αντρέ έπρεπε να σωθεί πάση θυσία! Κι έχοντας πάρει την απόφαση, σχημάτισα το νούμερο του Δρ Οζιέ. -"Ο Καθηγητής λείπει και δε θα επιστρέψει παρά στο τέλος της εβδομάδας", είπε μια ευγενική, άχρωμη φωνή από την άλλη άκρη της γραμμής. Αυτό ήταν! Θα 'πρεπε να παλέψω μόνη κι αυτό θα 'κανα, θα 'σωζα τον Αντρέ με κάθε τρόπο. Ολη η νευρικότητά μου είχε εξαφανιστεί όταν ο Αντρέ μου άνοιξε να περάσω μέσα κι αφού άφησα τον δίσκο με το φαγητό στο γραφείο του, πήγα στο διπλανό δωμάτιο, όπως είχαμε συμφωνήσει. -"Το πρώτο πράγμα που θέλω να μάθω", είπα καθώς εκείνος έκλεισε τη πόρτα πίσω μου, "είναι τι συνέβη ακριβώς. Μπορείς σε παρακαλώ, να μου πεις"; Περίμενα υπομονετικά καθώς δακτυλογραφούσε μιαν απάντηση που γλίστρησε κάτω απ' τη πόρτα λίγο μετά.
ΘΑ ΠΡΟΤΙΜΟΥΣΑ ΝΑ ΜΗ ΣΟΥ 'ΛΕΓΑ. ΑΦΟΥ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΦΥΓΩ. ΘΑ ΠΡΟΤΙΜΟΥΣΑ ΝΑ ΜΕ ΘΥΜΑΣΑΙ ΟΠΩΣ ΗΜΟΥΝ ΠΡΙΝ. ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΚΑΤΑΣΤΡΕΨΩ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΜΟΥ ΜΕ ΤΕΤΟΙΟ ΤΡΟΠΟ ΩΣΤΕ ΚΑΝΕΙΣ ΝΑ ΜΗ ΜΠΟΡΕΣΕΙ ΝΑ ΚΑΤΑΛΑΒΕΙ ΤΙ ΜΟΥ ΣΥΝΕΒΗ. ΕΧΩ ΦΥΣΙΚΑ ΣΚΕΦΤΕΙ Ν' ΑΠΟΣΥΝΘΕΣΩ ΑΠΛΩΣ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΜΟΥ ΜΕΣ ΣΤΟΝ ΠΟΜΠΟ, ΟΜΩΣ ΘΑ ΠΡΟΤΙΜΟΥΣΑ ΝΑ ΜΗ ΤΟ ΚΑΝΩ ΓΙΑΤΙ, ΑΡΓΑ Ή ΓΡΗΓΟΡΑ, ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΒΡΕΘΩ ΞΑΝΑΣΥΝΘΕΜΕΝΟΣ. ΚΑΠΟΥ, ΚΑΠΟΤΕ, ΚΑΠΟΙΟΙ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΕΣ ΘΑ ΚΑΝΟΥΝΕ ΠΑΛΙ ΤΗΝ ΙΔΙΑ ΑΝΑΚΑΛΥΨΗ. ΚΑΤΕΛΗΞΑ ΛΟΙΠΟΝ Σ' ΕΝΑ ΤΡΟΠΟ ΠΟΥ ΟΥΤΕ ΑΠΛΟΣ ΕΙΝΑΙ ΟΥΤΕ ΕΥΚΟΛΟΣ, ΑΛΛΑ ΠΟΥ ΜΠΟΡΕΊΣ ΝΑ ΜΕ ΒΟΗΘΗΣΕΙΣ.
Για κάποιες στιγμές σκεφτόμουν ότι είχε παραφρονήσει. -"Αντρέ", είπα τελικά, "ό,τι και να 'χεις σκεφτεί δε πρόκειται να συμπράξω σε μια τέτοια δειλή λύση. Όσο φριχτά κι αν ήταν τ' αποτελέσματα του πειράματος σου, είσαι ζωντανός άνθρωπος, έχεις μυαλό... και ψυχή. Δεν έχεις δικαίωμα ν' αυτοκτονήσεις. Το ξέρεις αυτό"! Η απάντηση δακτυλογραφήθηκε γοργά και γλίστρησε κάτω απ' τη πόρτα.
ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ 'ΜΑΙ ΖΩΝΤΑΝΟΣ ΑΛΛΑ ΔΕΝ ΕΙΜΑΙ ΠΙΑ ΑΝΘΡΩΠΟΣ. ΟΣΟ ΓΙΑ ΤΟ ΜΥΑΛΟ Ή ΤΟ ΠΝΕΥΜΑ ΜΟΥ. ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΕΞΑΦΑΝΙΣΤΟΥΝ ΑΠΟ ΣΤΙΓΜΗ ΣΕ ΣΤΙΓΜΗ. ΕΙΝΑΙ ΗΔΗ ΔΙΑΤΑΡΑΓΜΕΝΟ. ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ ΨΥΧΗ ΧΩΡΙΣ ΜΥΑΛΟ. ΤΟ ΞΕΡΕΙΣ ΑΥΤΟ!
-"Τότε θα πρέπει να πεις στους υπόλοιπους επιστήμονες για την ανακάλυψή σου. Αυτοί θα σε βοηθήσουν και θα σε σώσουν, Αντρέ". Πισωπάτησα τρομαγμένη καθώς χτύπησε οργισμένα δυο φορές τη πόρτα. "Γιατί; Γιατί αρνείσαι τη βοήθεια που ξέρεις ότι θα σου 'διναν μ' όλη τη καρδιά τους"; Κάμποσα άγρια χτυπήματα στη πόρτα μ' έκαναν να καταλάβω πως δε θα δεχότανε ποτέ μια τέτοια λύση. Έπρεπε να βρω άλλα επιχειρήματα. Επί ώρες όπως μου φάνηκε, του μιλούσα για το παιδί μας, για μένα, για την οικογένειά του, για το καθήκον του απέναντι σε μας και στην υπόλοιπη ανθρωπότητα. Δεν έδινε καμιά απάντηση. Τελικά φώναξα: -"Αντρέ... μ' ακούς"; -"Ναι", χτύπησε πολύ απαλά. -"Τότε, πρόσεξε. Έχω μιαν άλλην ιδέα. Θυμάσαι το πρώτο σου πείραμα με το σταχτοδοχείο; Λοιπόν, σκέφτηκες ότι αν το περνούσες μια δεύτερη φορά, μπορεί τα γράμματα να έβγαιναν με τη σωστή σειρά"; Πριν καλά καλά τελειώσω, χτυπούσε κιόλας τη γραφoμηχαvή του και μια στιγμή αργότερα διάβαζα την απάντησή του:
ΤΟ 'ΧΩ ΗΔΗ ΣΚΕΦΤΕΙ. ΓΙ' ΑΥΤΟ ΧΡΕΙΑΖΟΜΟΥΝΑ ΤΗ ΜΥΓΑ. ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΜΠΕΙ ΜΑΖΙ ΜΟΥ ΣΤΟΝ ΘΑΛΑΜΟ. ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΑ ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ ΕΛΠΙΔΑ.
-"Παρόλαυτά προσπάθησε... Δε ξέρεις ποτέ"!
ΕΧΩ ΗΔΗ ΠΡΟΣΠΑΘΗΣΕΙ ΕΦΤΑ ΦΟΡΕΣ! δαχτυλογράφισε γρήγορα.
-"Αντρέ! Προσπάθησε ξανά, σ' εκλιπαρώ"! Η απάντησή του αυτή τη φορά αναπτέρωσε ελάχιστα τις ελπίδες μου, γιατί καμιά γυναίκα δε κατάλαβε ποτέ, ούτε πρόκειται ποτέ να καταλάβει, πώς ένας άντρας στα πρόθυρα του θανάτου μπορεί να διατηρεί το χιούμορ του.
ΘΑΥΜΑΖΩ ΤΗΝ ΥΠΕΡΟΧΗ ΓΥΝΑΙΚΕΙΑ ΣΟΥ ΛΟΓΙΚΗ. ΘΑ ΜΠΟΡΟΥΣΑΜΕ ΝΑ ΣΥΝΕΧΙΖΟΥΜΕ ΑΥΤΟ ΤΟ ΠΕΙΡΑΜΑ ΩΣ ΤΗ ΔΕΥΤΕΡΑ ΠΑΡΟΥΣΙΑ. ΩΣΤΟΣΟ, ΜΟΝΟ ΓΙΑ ΝΑ ΣΟΥ ΔΩΣΩ ΑΥΤΗ ΤΗΝ ΙΚΑΝΟΠΟΙΗΣΗ, ΠΙΘΑΝΟΝ ΤΗ ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΠΟΥ ΘΑ ΜΠΟΡΕΣΩ ΝΑ ΣΟΥ ΠΡΟΣΦΕΡΩ, ΘΑ ΔΟΚΙΜΑΣΩ ΜΙΑ ΑΚΟΜΗ ΦΟΡΑ. ΑΝ ΔΕ ΜΠΟΡΕΙΣ ΝΑ ΒΡΕΙΣ ΤΑ ΜΑΥΡΑ ΓΥΑΛΙΑ, ΣΤΡΕΨΕ ΑΠΛΩΣ ΤΑ ΝΩΤΑ ΣΟΥ ΣΤΗ ΜΗΧΑΝΗ ΚΑΙ ΚΛΕΙΣΕ ΤΑ ΜΑΤΙΑ ΜΕ ΤΑ ΧΕΡΙΑ. ΠΕΣ ΜΟΥ ΟΤΑΝ ΕΙΣΑΙ ΕΤΟΙΜΗ.
-"Έτοιμη, Αντρέ!" φώναξα χωρίς να ψάξω για τα γυαλιά κι ακολουθώντας τις οδηγίες του. Τον άκουσα να μετακινείται κι ύστερα ν' ανοίγει και να κλείνει την πόρτα του αποσυνθέτη. Μετά από 'να διάστημα που φάνηκε ατέλειωτο, αλλά που πιθανό να μη ξεπερνούσε το ένα λεπτό, άκουσα ένα βίαιο κρότο και μια φωτεινή λάμψη έφτασε Στα κλειστά μου μάτια. Γύρισα καθώς η πόρτα άνοιγε. Με το κεφάλι και τους ώμους καλυμμένους ακόμη με το καφέ βελούδινο τραπεζομάντιλο, ο Αντρέ έβγαινε άτσαλα απ' το θάλαμο. -"Πώς νιώθεις, Αντρέ; Καμιά διαφορά;" ρώτησα, αγγίζοντας το χέρι του. Προσπάθησε να μ' αποφύγει και σκόνταψε πάνω σ' ένα σκαμνάκι. Έκανε μια απεγνωσμένη προσπάθεια να ξαναβρεί ισορροπία και το καφέ ύφασμα γλίστρησε μαλακά απ' τους ώμους και το κεφάλι του καθώς ο ίδιος έπεφτε βαριά πίσω. Η φρίκη ήταν τόση αναπάντεχη που ξεπέρασε τις δυνάμεις μου. Μάλιστα, είμαι σίγουρη ότι ακόμη κι αν γνώριζα, η ίδια η φρίκη δε θα μπορούσε να είναι λιγότερο τρομαχτική. Προσπαθώντας να δαγκώσω και τα δυο μου χέρια για να πνίξω τις κραυγές μου κι ενώ μάτωσα τα δάχτυλά μου, ούρλιαξα ξανά και ξανά. Δε μπορούσα να τραβήξω τα μάτια μου από πάνω του, δε μπορούσα καν να τα κλείσω κι ωστόσο ήξερα πως αν κοίταζα ακόμη λίγο αυτή τη φρίκη, θα συνέχιζα να ουρλιάζω σ' όλη την υπόλοιπη ζωή μου. Αργά, το τέρας, το πράμα αυτό που είχε υπάρξει σύζυγος μου, σκέπασε το κεφάλι του, σηκώθηκε, βρήκε ψηλαφώντας το δρόμο του ως τη πόρτα και τη διάβηκε. Αν κι ουρλιάζοντας ακόμη είχα κλείσει τα μάτια. Εγώ που υπήρξα πάντοτε αληθινή καθολική, που πίστευα στο Θεό και τη μετέπειτα ζωή, δεν έχω σήμερα παρά μια ελπίδα: όταν πεθάνω, να πεθάνω για πάντα γιατί αλλιώς δε θα μπορέσω ποτέ να ξεχάσω! Μέρα και νύχτα, ξύπνια ή στον ύπνο μου, το βλέπω και ξέρω ότι είμαι καταδικασμένη να το βλέπω, ίσως ακόμη και στην απόλυτη λήθη! Ως ότου πάψω να υπάρχω ολοκληρωτικά, τίποτε δε μπορεί, τίποτε δε θα μπορέσει ποτέ να με κάνει να ξεχάσω αυτό το τρομαχτικό λευκό τριχωτό κεφάλι με χαμηλό, επίπεδο κρανίο και τα δυο μυτερά αφτιά. Ρόδινη κι υγρή, η μύτη ανήκε επίσης σε μια γάτα, μια τεράστια γάτα. Όμως τα μάτια! Ή μάλλον εκεί που 'πρεπε να βρίσκονται τα μάτια υπήρχαν τώρα δυο καφετιά εξογκώματα σε σχήμα δίσκου. Αντί για στόμα ανθρώπινο ή ζώου βρισκόταν μακριά τριχωτή κάθετη σχισμή απ' όπου κρεμότανε τρεμάμενη προβοσκίδα που πλάταινε στην άκρη, σα τρομπέτα κι απ' όπου έσταζε συνέχεια σάλιο. Θα πρέπει να λιποθύμησα, γιατί βρήκα τον εαυτό μου καταγής στο τσιμεντένιο δάπεδο του εργαστηρίου, να κοιτά τη κλειστή πόρτα απ' όπου ερχόταν ο ήχος της γραφομηχανής του Αντρέ. Μουδιασμένη και κενή, θα πρέπει να 'χα ύφος ανθρώπων μετά από κάποιο φοβερό ατύχημα, όταν ακόμη δεν έχουν συνειδητοποιήσει καλά-καλά το μέγεθος της συμφοράς τους. Στο νου μου ήρθε ο άντρας που 'χα δει κάποτε στην αποβάθρα ενός σταθμού τραίνων, να κοιτά ηλίθια το πόδι του πάνω στις ράγες απ' όπου είχε μόλις περάσει ένα τρένο. Ο λαιμός μου πονούσε φοβερά κι αναρωτήθηκα μήπως οι φωνητικές μου χορδές είχαν καταστραφεί τελείως κι αν θα μπορούσα να μιλήσω ξανά. Ο ήχος της γραφομηχανής σταμάτησε ξαφνικά κι ένιωσα πάλι έτοιμη να ουρλιάξω καθώς κάτι άγγιξε τη πόρτα κι ένα χαρτί γλίστρησε από κάτω. Τρέμοντας από φόβο και αηδία, σύρθηκα ως εκεί που μπορούσα να το διαβάσω χωρίς να το αγγίξω:
ΤΩΡΑ ΚΑΤΑΛΑΒΑΙΝΕΙΣ. ΑΥΤΟ ΤΟ ΤΕΛΕΥΤΑΙΟ ΠΕΙΡΑΜΑ ΗΤΑΝ ΜΙΑ ΝΕΑ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ, ΦΤΩΧΗ ΜΟΥ ΕΛΕΝ. ΥΠΟΘΕΤΩ ΠΩΣ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΕΣ ΤΜΗΜΑ ΤΟΥ ΚΕΦΑΛΙΟΥ ΤΟΥ ΝΤΑΝΤΕΛΟ. ΟΤΑΝ ΜΟΛΙΣ ΠΡΙΝ ΛΙΓΟ ΜΠΗΚΑ ΣΤΟΝ ΑΠΟΣΥΝΘΕΤΗ ΤΟ ΚΕΦΑΛΙ ΜΟΥ ΗΤΑΝ ΜΟΝΟ ΜΙΑΣ ΜΥΓΑΣ. ΤΩΡΑ ΑΠ' ΑΥΤΟ ΕΧΟΥΝ ΑΠΟΜΕΙΝΕΙ ΤΑ ΜΑΤΙΑ ΚΑΙ ΤΟ ΣΤΟΜΑ. ΤΑ ΥΠΟΛΟΙΠΑ ΑΝΤΙΚΑΤΑΣΤΑΘΗΚΑΝ ΑΠΟ ΚΟΜΜΑΤΙΑ ΤΟΥ ΚΕΦΑΛΙΟΥ ΤΗΣ ΓΑΤΑΣ. ΑΜΟΙΡΕ ΝΤΑΝΤΕΛΟ, ΤΑ ΑΤΟΜΑ ΣΟΥ ΔΕ ΞΑΝΑΒΡΕΘΗΚΑΝ ΠΟΤΕ ΜΑΖΙ. ΚΑΤΑΛΑΒΑΙΝΕΙΣ ΤΩΡΑ ΟΤΙ ΥΠΑΡΧΕΙ ΜΟΝΟ ΜΙΑ ΛΥΣΗ; ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΕΞΑΦΑΝΙΣΤΩ. ΧΤΥΠΑ ΤΗ ΠΟΡΤΑ ΟΤΑΝ ΕΙΣΑΙ ΕΤΟΙΜΗ ΚΑΙ ΘΑ ΣΟΥ ΕΞΗΓΗΣΩ ΤΙ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΚΑΝΕΙΣ.
Φυσικά είχε δίκιο, κι ήταν λάθος και σκληρό εκ μέρους μου να επιμένω για ένα καινούργιο πείραμα. Ήξερα ότι δεν υπήρχε τώρα πια ελπίδα, πως άλλα πειράματα θα πρόσθεταν μόνον νέες επιπλοκές. Σηκώθηκα ζαλισμένη, πήγα ως την πόρτα και προσπάθησα να μιλήσω, αλλά δε βγήκε ήχος απ' το λαιμό μου... έτσι χτύπησα μια φορά. Μπορείτε να μαντέψετε τα υπόλοιπα. Μου εξήγησε το σχέδιο του με σύντομα δαχτυλογραφημένα μηνύματα κι εγώ συμφώνησα... συμφώνησα σ' όλα! Με το κεφάλι μου να φλέγεται, αλλά τρέμοντας από ρίγη κρύου, σαν αυτόματο, τον ακολούθησα στο σιωπηλό εργοστάσιο. Στο χέρι μου κρατούσα μια σελίδα γεμάτη επεξηγήσεις: τι έπρεπε να γνωρίζω για την ατμόσφυρα. Χωρίς να σταθεί ή να κοιτάξει πίσω, μου 'δειξε τον πίνακα χειρισμού της ατμόσφυρας καθώς πέρασε δίπλα του. Εγώ δε προχώρησα παραπέρα και τον είδα να σταματά μπρος στο φοβερό μηχάνημα. Γονάτισε, τύλιξε προσεχτικά το ύφασμα γύρω απ' το κεφάλι του κι ύστερα ξάπλωσε καταγής. Δεν ήταν δύσκολο. Δε σκότωνα τον άντρα μου. Ο Αντρέ, ο δύστυχος Αντρέ, είχε φύγει εδώ και καιρό, σα να 'χαν περάσει χρόνια και χρόνια. Εγώ απλώς εκτελούσα την τελευταία του επιθυμία... που ήτανε και δική μου. Χωρίς να διστάσω, με το βλέμμα καρφωμένο στο ακίνητο σώμα, πάτησα σταθερά το κουμπί της κρούσης. Η βαριά μεταλλική μάζα φαινόταν να κατεβαίνει αργά. Δεν ήταν τόσο ο κρότος της σφύρας όσο το τσάκισμα των οστών που μ' έκανε ν' αναπηδήσω. Ο άντρ... το πράγμα κείνο ρίγησε για μια στιγμή κι ύστερα έμεινε ακίνητο. Μόνο τότε πρόσεξα ότι είχε ξεχάσει να βάλει το δεξί του χέρι, το άκρο της μύγας, κάτω απ' τη σφύρα. Ο αστυνόμος μπορεί να μη καταλάβαινε όχι όμως κι οι επιστήμονες και δεν έπρεπε! Αυτή ήταν επίσης η τελευταία επιθυμία του Αντρέ! Έπρεπε να το κάνω και μάλιστα γρήγορα· ο νυχτοφύλακας θα πρέπει να 'χε ακούσει το θόρυβο και θα εμφανιζόταν από στιγμή σε στιγμή. Πάτησα το άλλο κουμπί κι η σφύρα ανασηκώθηκε αργά. Προσπαθώντας να μη κοιτώ, έσκυψα, σήκωσα και μετακίνησα το δεξί χέρι που 'ταν απίθανα ελαφρύ. Πίσω στο πίνακα χειρισμού, πάτησα πάλι το κουμπί και το σφυρί κατέβηκε δεύτερη φορά. Ύστερα έτρεξα στο σπίτι. Τα υπόλοιπα τα ξέρεις και μπορείς να ενεργήσεις όπως κρίνεις.
Έτσι τελείωνε το χειρόγραφο της Ελέν. Την επόμενη μέρα τηλεφώνησα στον Επιθεωρητή Χαράς να τον καλέσω σε δείπνο. -"Ευχαρίστως, κύριε Ντελάμπρ. Επιτρέψτε μου ωστόσο να ρωτήσω: τον επιθεωρητή καλείτε ή απλώς τον κύριο Χαράς"; -"Έχετε καμιά προτίμηση"; -"Όχι αυτή τη στιγμή". -"Τότε ελάτε με όποια ιδιότητα θέλετε. Οχτώ η ώρα είναι καλά για σας"; Αν κι έβρεχε, ο Επιθεωρητής έφτασε με τα πόδια κείνο το βράδυ. -"Αφού δεν ήρθατε με τη μαύρη Σιτροέν σας, να υποθέσω ότι διαλέξατε τον κύριο Χαράς, εκτός υπηρεσίας"; -"Αφησα το αυτοκίνητο σ' ένα δρομάκι παραπάνω", μουρμούρισε χαμογελώντας ο Επιθεωρητής καθώς η καμαριέρα λύγιζε απ' το βάρος του αδιάβροχού του. "Merci", είπε ένα λεπτό μετά καθώς του 'δινα ένα ποτήρι Περνό, όπου έριξε λίγες σταγόνες νερό, παρακολουθώντας το κεχριμπαρένιο υγρό να μεταμορφώνεται σ' ένα αχνογάλαζο γαλάκτωμα. -"Μάθατε για τη δύστυχη νύφη μου"; -"Ναι, λίγο μετά αφού μου τηλεφωνήσατε το πρωί. Τα συλληπητήριά μου, αλλά νομίζω ότι ήταν το καλύτερο για όλους. Καθώς έχω αναλάβει την υπόθεση του αδερφού σας, η υπόθεση περνάει αυτομάτως στα χέρια μου". -"Υποθέτω πως ήταν αυτοκτονία". -"Χωρίς αμφιβολία. Υδροκυάνιο, διαπίστωσαν σωστά οι γιατροί· βρήκα ένα δεύτερο χάπι στη φόδρα του φορέματός της". -"Monsieur est servi", ανήγγειλε η καμαριέρα. -"Μετά θα 'θελα να σας δείξω ένα πολύ περίεργο ντοκουμέντο. Χαράς". -"Α, μάλιστα. Άκουσα πως η κυρία Ντελάμπρ έγραφε πολύ, αλλά δε μπορέσαμε να βρούμε τίποτ' άλλο εκτός απ' το σύντομο σημείωμα που μας πληροφορούσε για την αυτοκτονία της". Κατά τη διάρκεια του δείπνου μας μιλήσαμε για πολιτική, βιβλία και ταινίες καθώς και για την τοπική ποδοσφαιρική ομάδα που ο Επιθεωρητής υποστήριζε θερμά. Μετά το δείπνο, τον οδήγησα στο γραφείο μου όπου μια ζωηρή φωτιά -συνήθεια που 'χα αποκτήσει στην Αγγλία κατά τη διάρκεια του πολέμου- έκαιγε στο τζάκι. Χωρίς καν να ρωτήσω, του 'δωσα το μπράντι του κι έβαλα για μένα αυτό που κείνος αποκαλούσε «σκαθαροζούμι με σόδα» -ένα ποτήρι ουίσκι. -"Θα 'θελα να διαβάσετε αυτό, Χαράς- πρώτον γιατί προοριζόταν και για σας και, δεύτερον, γιατί θα σας ενδιαφέρει. Αν πιστεύετε ότι ο Επιθεωρητής Χαράς δε θα 'χε αντίρρηση, θα ήθελα να το 'καιγα στη συνέχεια". Χωρίς να πει λέξη, πήρε τη δέσμη τα χαρτιά που μου 'χε δώσει τη προηγουμένη η Ελέν και κάθισε να τα διαβάσει. -"Τί σκέφτεστε για όλα αυτά;" τον ρώτησα είκοσι λεπτά περίπου αργότερα αφού δίπλωσε προσεχτικά το χειρόγραφο της Ελέν, το 'βαλε μες στο κίτρινο φάκελο και το 'ριξε στη φωτιά. Ο Χαράς κοίταξε τις φλόγες να γλύφουνε το φάκελο απ' όπου ξεπηδούσαν μικρές γκρίζες τούφες καπνού και μόνον όταν τονε τύλιξε για τα καλά η φωτιά είπε σηκώνοντας τα μάτια του στα δικά μου: -"Νομίζω πως αυτό αποδεικνύει με σιγουριά πως η κυρία Ντελάμπρ ήτανε παράφρων". Για λίγο απομείναμε να κοιτάμε τις φλόγες να καταβροχθίζουνε την ομολογία της Ελέν. -"Ένα παράξενο πράγμα μου συνέβη σήμερα το πρωί. Χαράς. Πήγα στο νεκροταφείο, όπου θάψαμε τον αδελφό μου. Ήταν εντελώς έρημο κι εγώ ήμουν μόνος". -"Όχι ακριβώς, κύριε Ντελάμπρ. Ήμουν κι εγώ εκεί αλλά δεν ήθελα να σας ενοχλήσω". -"Τότε θα με είδατε..." -"Ναι, σας είδα να θάβετε ένα σπιρτόκουτο". -"Ξέρετε τί είχε μέσα"; -"Μια μύγα, υποθέτω". -"Ναι, τη βρήκα σήμερα το πρωί, πιασμένη στον ιστό μιας αράχνης". -"Ήταν νεκρή"; -"Όχι, όχι εντελώς... Όμως... τη σκότωσα... ανάμεσα σε δυο πέτρες. Το κεφάλι της ήταν λευκό... ολόλευκο".
-------------------------------------------------------------------------------- George Langelaan "The Fly" 1957
|
|
|