ΕμφÜνιση Προσþπου & Σκýλου Σε Τοπßο Με ΦρουτιÝρα
(Σκýλος-Πρüσωπο-ΦρουτιÝρα! Η δυνατüτητα, του να παßξει κανεßς με τη σýνθεση. Μια ιστüρια που εισχωρεß, μÝσα στην Üλλη, τüσο μÜλιστα εμπλεκüμενα, þστε να μη ξεχωρßζει κανεßς, ποια ακριβþς σημεßα ανÞκουν στη μια και ποια στην Üλλη. Μια γυναßκα -και, κατ' επÝκτασιν, Ýνας Üντρας πßσω της-, μια κατÜσταση κι Ýνας σκýλος. Τι ενþνει κι ως ποιο βαθμü, αυτÝς τις τρεις, φαινομενικÜ Üσχετες καταστÜσεις, μεταξý τους; Οι λεπτομÝρειες που συμπληρþνουνε το πßνακα, ßσως απαντοýνε, μ' απαντοýν, üχι στο τι ενþνει, μα στο τι χωρßζει. Λανθανüντως üμως, δßνουν απÜντηση (;) και στο Üλλο κομμÜτι. ΑυτÞ Þταν η κεντρικÞ ιδÝα, μα η ιστορßα τελικÜ, Þρθε μπρος στα μÜτια μου και με βρÞκε, απρüσμενα και ξαφνικÜ, üταν "Üνεργος" χÜζευα...)
Στη ΧρονιÜ Του Σκýλου
ΔευτÝρα πρωÀ, þρα 11 περßπου, Ηλεκτρικüς. ΜπÞκα απü ΠειραιÜ και θα κατÝβαινα Ομüνοια. ¼χι πως δε το 'χα ξανακÜνει δηλαδÞ και φυσικÜ θα το κÜνω και στο μÝλλον, δεν εßναι κÜτι τρομερü κι οýτε αξßζει να το διηγηθεß κανεßς. Ευτυχþς εßχα βρει θÝση, γιατß εßχα χÜσει το αμÝσως προηγοýμενο, για ελÜχιστα δευτερüλεπτα. ¸κλεισε τις πüρτες του κυριολεκτικÜ στη μοýρη μου κι εγþ Ýπνιξα με κüπο μια βαριÜ βρισιÜ, που 'φτασε σχεδüν ως την ...Ýξοδο! Εßχα Ýνα σημαντικü -Ýτσι πßστευα τüτε- επαγγελματικü ραντεβοý και κινδýνευα να καθυστερÞσω, πρÜγμα που δεν Þθελα με τßποτε.
ΠεριμÝνοντας το επüμενο -που δεν Üργησε και πολý, ευτυχþς- η σκÝψη μου ανÝτρεξε στον ερχομü μου εδþ, στις μικροκαθυστερÞσεις, σε πιθανÝς ολιγωρßες και τα ρÝστα. Η χοντρÞ κυρßα που βÜδιζε μπροστÜ μου με το πÜσο της, κρατþντας τσÜντες και χÜσκοντας στις βιτρßνες, κλεßνοντÜς μου το δρüμο. Το μηχÜνημα κοπÞς εισιτηρßων, που πρωτüτρεξα μα Þταν χαλασμÝνο. Στο αμÝσως επüμενο, Þταν κÜποιος που δε μποροýσε ακüμα να καταλÜβει τι Ýπρεπε να κÜνει και που να χþσει το κÝρμα, που κρατοýσε στο χÝρι. ΕλÜχιστα χαμÝνα δευτερüλεπτα, που üμως τελικÜ, üπως αποδεßχτηκε, απÝβησαν μοιραßα κι εγþ τþρα περιμÝνω τον επüμενο συρμü. Η μüνη σκÝψη που 'ταν ανακουφιστικÞ: θα ταξßδευα καθιστüς, γιατß το προηγοýμενο εßχε φýγει, εντελþς γεμÜτο κι εßχε αδειÜσει ο σταθμüς.
ΜπÞκα στο Üδειο ακüμα βαγüνι κι Ýκατσα να περιμÝνω αγχωμÝνος, γιατß η þρα που θα 'φτανα στο ραντεβοý, Þταν αβÝβαιη. ΕπÝλεξα μεσαßο βαγüνι, λüγω προορισμοý -Ομüνοια-, μÝσον βαγονιοý και μεσαßο κÜθισμα κι üχι προς παρÜθυρο. Με θλßβει να κοιτÜζω Ýξω, απü βαγüνι ηλεκτρικοý. ΕπÝλεξα επßσης να καθßσω με βλÝμμα προς τα πßσω κι üχι προς τη κßνηση του συρμοý. ΜÝχρι να ξεκινÞσει, -κι ευτυχþς δεν Üργησε πολý- εßχε κι üλας γεμßσει. Τüσην þρα θα νομßσετε πως φλυαρþ εκ ...πεποιθÞσεως, μα πιστÝψτε με, τοýτη τη φορÜ δε το κÜνω γι' αυτü. ΠεριγρÜφω üλο το υπüβαθρο, θÝλοντας να δþσω Ýμφαση στο γιατß τελικÜ Þταν μÜλλον εξοργιστικÞ εýνοια(;) της τýχης, να βρεθþ σ' ΑΥΤΟ το βαγüνι, σ' ΑΥΤΗ τη θÝση, ΑΥΤΗ τη συγκεκριμÝνη χρονικÞ στιγμÞ.
¼ταν λοιπüν ξεκßνησε, εßδα κι Üλλους σα κι εμÝνα, με τις μοýρες κολλημÝνες πÜνω στις κλειστÝς πüρτες και με βρισιÝς Ýτοιμες στο στüμα. ¸νιωσα τυχερüς που εγþ Þμουν απü τη ..."καλÞ" μÝσα πλευρÜ. Περνþντας το ΦÜληρο, γÝμισε ακüμα λßγο και μÜλλον το ßδιο θα 'γινε και στο ΜοσχÜτο, -δε κοßταζα γιατß Ýστελνα Ýνα τρυφερü μÞνυμα, με το κινητü, σχεδüν στην Üλλη Üκρη της πüλης- και μÜλλον εκεß κÜπου ανÝβηκε στο τρÝνο, ο τýπος. Μεταξý ΜοσχÜτου και ΚαλλιθÝας, πÝρασε απü δßπλα μου κι üρθιος, πÞγε κι Ýκατσε ακριβþς απÝναντι.
Ψηλüς, αθλητικüς, üμορφος, πολý προσεγμÝνα καλοντυμÝνος, -φοροýσε σκοýρο μπλε κοστοýμι, μια πανÝμορφη, κομψÞ και γουστüζα γραβÜτα, ξεσφιγμÝνη ανÜλαφρα στο λαιμü κι Ýνα σιÝλ πουκÜμισο- και κρατοýσε Ýνα χαρτοφýλακα. Εßχε μαýρα πυκνÜ μαλλιÜ, με λßγες διÜσπαρτες Üσπρες τρßχες, üμορφα, μελαγχολικÜ, μεγÜλα μÜτια και σκοýρα γραμμÝνα φρýδια. Μελαψüς στο δÝρμα, με σαρκþδη κι üμορφα χεßλη, Ýνα ζευγÜρι ακριβÜ γυαλιÜ ηλßου ανεβασμÝνα στο πÜνω μÝρος του μετþπου και στο αφτß, εßχε το ακουστικü του κινητοý. Με μιÜ φρÜση, Þταν Ýνας üμορφος Üντρας, -Ýδειχνε επιτυχημÝνος-, γýρω στα σαρÜντα. Εßχα συνÞθειο να κοιτÜζω πÜντα τις φυσιογνωμßες γýρω μου κι Ýτσι τον πρüσεξα, -κυρßως λüγω της εμφÜνισης, που τη ζÞλεψα τ' ομολογþ- μα στη ΚαλλιθÝα, μπÞκαν κι Üλλοι κι Ýτσι χÜθηκε απü τ' οπτικü μου πεδßο.
Στα ΠετρÜλωνα, η κατÜσταση ξεκαθÜρισε κÜπως. Το κενü δημιουργÞθηκε ξανÜ και τον εßδα πÜλι κατÜφατσα, αυτÞ τη φορÜ üμως μιλοýσε. Στην αρχÞ, πßστεψα πως μιλοýσε στο κινητü, μÝσω του ακουστικοý, μα δεν Þταν Ýτσι. Τη λÜθος σκÝψη, την Ýκανα, γιατß μÞτε μιÜ στιγμÞ δε μου πÝρασε απü το νου πως θα μποροýσε Ýνας τÝτοιος Üντρας να μιλÜ ...μüνος! Ναι... Παραμιλοýσε... Αν δεν Þταν αυτü, δε θα υπÞρχε καν ιστορßα... Δεν Ýμοιαζε τρελüς, τουναντßον! Απü τη μεγÜλη μου Ýκπληξη, χÜζεψα τüσο, που αν με παρακολουθοýσε κανεßς, μ' ανοιχτü το στüμα, θα περνοýσα εγþ για τρελüς σε κεßνον.
¼ταν κÜπως συνÞλθα, σκÝφτηκα, "τι παρÜξενος που 'ναι ο κüσμος! ΚολλÜ σε πρÜγματα και χÜνει την ουσßα..." ΤρÜβηξα το βλÝμμα μου, μη τυχüν με δει και με παρεξηγÞσει. ΜετÜ τον σταθμü του Ταýρου, üλο το διÜστημα μεταξý μας εκκενþθηκε κι Ýτσι αναγκαστικÜ, με τη φορÜ που κοιτοýσα και τη θÝση που κατεßχε αυτüς, αν σÞκωνα τα μÜτια, τον εßχα φÜτσα-κÜρτα, που λÝνε. Μιλοýσε, σε τακτÜ διαστÞματα. Κοιτοýσε ολüγυρα, με κοιτοýσε κι εμÝνα, μα δε νομßζω να μ' Ýβλεπε πραγματικÜ, αν καταλαβαßνετε τι εννοþ...
ΣκÝφτηκα τüτε, σαν Ýνα προσωπικü στοßχημα με τον εαυτü μου, να ..."διαβÜσω" τι Ýλεγε... Πρüσεξα πως επαναλÜμβανε περιοδικÜ, κÜποιες λÝξεις. Η καθαρüτητα της Ýκφρασης, η περιοδικüτητα αυτÞ και το λιτü της φρÜσης, με βοÞθησε να δω το μÞνυμα. ¸λεγε τρεις λÝξεις, üλες κι üλες και μÜλιστα Ýντονα: "Αχ τι Ýπαθα"! (Παýση.) "Αχ τι Ýπαθα"! ¼λο την ßδια φρÜση... την ßδια απελπισμÝνη φρÜση...
Λßγο πριν το Θησεßο, Üνοιξε μια καπνοσακοýλα, Ýστριψε τσιγÜρο, με τρεμÜμενα χÝρια και το 'βαλε στο στüμα, üταν ο συρμüς, ξεκινοýσε απü το Θησεßο για ΜοναστηρÜκι. Δε το Üναψε φυσικÜ, γιατß σκÝφτηκε αμÝσως, την απαγüρευση, -τüσο χαμÝνα τα 'χε, που προς στιγμÞ το 'χε ξεχÜσει- κι Ýτσι τþρα πια, την ßδια αυτÞ φρÜση, τη ..."διÜβαζα" απü τις κινÞσεις του τσιγÜρου.
ΠÜλεψα με δυü ιδÝες: Να του προσφÝρω τη θÝση μου Þ να σηκωθþ και να του χτυπÞσω ενθαρρυντικÜ, αντρßκεια τη πλÜτη, να του πω πως δε πρÝπει να παßρνει τüσο βαριÜ, üτι και να 'ταν αυτü που τον απασχολοýσε, πως δεν εßναι μüνος σε τοýτο το κüσμο κι Üλλα τÝτοια παρηγορητικÜ λüγια -τα συνηθßζω κÜτι τÝτοια- μα πριν αποφασßσω, το τρÝνο Ýφτασε ΜοναστηρÜκι, σταμÜτησε, Üνοιξαν οι πüρτες κι ο δυστυχÞς, κατÝβηκε σα χαμÝνος... Εßναι τüσο κοντÜ, αυτοß οι δυü σταθμοß, που δε προφταßνει κανεßς ν' αποφασßσει, να προσεγγßσει, Ýνα συνÜνθρωπü του, που δεßχνει να υποφÝρει. ΤÜχα εßναι μακριÜ οι Üνθρωποι, μεταξý τους;
Δεν εßχα καταφÝρει να μαντÝψω πως θα κατÝβαινε, γιατß δε κινÞθηκε με την ανυπομονησßα εκεßνων που πλησιÜζουν στο τÝρμα της διαδρομÞς τους και προσεγγßζουν τη πüρτα. Αυτü, απü μüνο του Ýδειχνε, πως ο τýπος, δε βιαζüταν να πÜει κÜπου. 'Αρα δε πÞγαινε στο ..."κακü", αλλÜ μÜλλον Ýφευγε απ' αυτü. ¸να σωρü σκÝψεις και συνειρμοß: Απþλεια μεγÜλης επαγγελματικÞς θÝσης Þ συμφωνßας; -Μην φανεß παρÜξενο! Για Ýνα ΓιÜπη, αυτü εßναι μεγÜλη απþλεια, ειδικÜ αν συμβεß λüγω, κακοý του χειρισμοý Þ αδικßας προς το πρüσωπü του κι εßχε στηρßξει πολλÜ, πÜνω 'κει-. ¸φευγε απü μιÜ κακÞ συνÜντηση, μιÜ κακÞ κουβÝντα, που στο Üκρο της εßχε αποτÝλεσμα, Ýνα πικρü, οριστικü, ερωτικü χωρισμü; -Φοροýσε βÝρα στο δεξß παρÜμεσο-. Εßχε λÜβει κακü μαντÜτο, για κÜποιο θÜνατο αγαπημÝνου προσþπου; ΜÞπως αφορýσε στη δικÞ του υγεßα; ΣκÝφτηκα üλα τοýτα, λüγω της εργÜσιμης μÝρας κι þρας κι η παντελÞς Ýλλειψη βιασýνης απü μÝρους του.
Συνειρμοß... Συνειρμοß ...συνειρμοß... Με οδÞγησαν στη σκÝψη του θÜνατου. Απü κει, μÝσω μιÜς πολυδαßδαλης διαδρομÞς, πÝρασε απü το νου μου, πως εßχε τýχει να δω, δυü θανÜτους σκýλων κι ενüς τρßτου, που μου τον εßχαν περιγρÜψει, γιατß αυτüς ο σκýλος, συνÝβαινε να 'ναι ο αγαπημÝνος μου Μπüμπυ. Ο σκýλος που 'χα κατÜ την εφηβεßα μου και τον λÜτρευα!
..........
¹τανε σκυλß του σαλονιοý και του καναπÝ. Πολý καλüς, πιστüς, με οξýτατη αντßληψη και τρüπους. ¼ταν τον μαζÝψαμε σπßτι, -ποιüς ξÝρει απü που εßχε αφεθεß Þ ξεφýγει- τον... πεßσαμε να ξεχÜσει και τον καναπÝ και το μÝσα φυσικÜ. ¸μενε Ýξω στο σκυλüσπιτο που του 'φτιαξε ο πατÝρας μου και σιγÜ-σιγÜ συνÞθισε στην ιδÝα. ΠÜντως üποτε του δινüταν η ευκαιρßα, πηδοýσε κι Üραζε σε καναπÝδες... Το σπßτι μας Þταν Ýξω και κÜπως μακριÜ, απü το χωριü και φυσικÜ κι απü το παραλιακü δρüμο. Ο Μπüμπυ, δεν απομακρυνüταν ποτÝ απü το σπßτι, παρ' üλο που δε τον δÝναμε ποτÝ. Εκτüς, αν ερχüταν ο θειüς μου, -που το τÜúζε κοψιδÜκια κι Üφθονα κüκαλα-, που Ýμενε καμμιÜ πεντακοσαριÜ μÝτρα μακριÜ μα ο Μπüμπυ τον μυριζüταν και φυσικÜ, Ýσπευδε. Το ξÝραμε και δε του κÜναμε παρατÞρηση, παρÜ μüνο τη πρþτη φορÜ και τοýτο γιατß ανησυχÞσαμε που χÜθηκε ξαφνικÜ. Επßσης του Üρεσε να πηγαßνει να κοιμÜται στον ßσκιο του μεγÜλου αυτοκινÞτου, του θειοý μου.
¸τσι, üταν εξαφανßστηκε, Ýνα πρωúνü, δεν ανησυχÞσαμε γιατß πιστÝψαμε πως εßχαν Ýρθει οι συγγενεßς μας. Εγþ μÜλιστα το χÜρηκα ιδιαßτερα, γιατß με τα ξαδÝρφια μου περνοýσαμε πολý καλÜ. Στο μÝρος που Ýμενα, λßγα πρÜματα σπουδαßα συνÝβαιναν κι Ýτσι η εξαφÜνιση του Μπüμπυ, μου 'φερνε ρßγη ... συγκινÞσης. Δεν εßχα ακüμα τη δυνατüτητα, βλÝπετε, να συνδυÜσω την εξαφÜνιση του, με τη φρÝσκια παρουσßα, μιας θηλυκιÜς σκυλßτσας, στη γειτονιÜ. ¸μενα λοιπüν να περιμÝνω πüτε θα ακοýσω τα κουδοýνια των ποδηλÜτων τους, για να πÜμε να παßξουμε μπÜλα.
¼ταν βρÜδιασε πλÝον, αρχßσαμε ν' ανησυχοýμε κÜπως και πÞρα το ποδÞλατο να ψÜξω να τον βρω. ΕρημιÜ! Πßκρα! -Και για την απουσßα των ξαδερφþν μου μα πια και για τον Μπüμπυ-! ΠερÜσανε μÝρες, χωρßς ßχνος του. ΚÜθε νÝα, απομÜκρυνε την ελπßδα, πως θα το βρßσκαμε ζωντανü. Ο πατÝρας μου εßπε "κÜπου θα πÞγε να κρυφτεß, για να πεθÜνει, üταν κατÜλαβε πως πλησιÜζει το τÝλος του" το συνηθÜνε οι σκýλοι μερικÝς φορÝς. ¸πειτα απü δυü βδομÜδες περßπου - δε θυμÜμαι ακριβþς- μου εξιστüρησε κÜποιος, που 'τυχε να παρακολουθÞσει, τη φÜση, χωρßς üμως να ξÝρει πως το σκυλß Þταν δικü μου.
Η καινοýργια σκυλßτσα της γειτονιÜς, ανÞκε σε μιÜ οικογÝνεια, που 'χε μαγαζß στη παραλßα. Εκεßνη λοιπüν Ýφτασε στο ..."καιρü" της κι ο δικüς μας τη περιτριγýριζε, εν αγνοßα μας. Τον εßχε παλαβþσει η μυρωδιÜ που εξÝπεμπε ο οßστρος της και την ακολοýθησε τη μοιραßα εκεßνη μÝρα. ΒλÝπετε, αυτÞ εßχε τη συνÞθεια, να κυνηγÜει το αμÜξι των γειτüνων μας, μÝχρι το μαγαζß τους κι ο Μπüμπυ απü κοντÜ! Εκεßνη üμως Þξερε απü συνÞθεια, να περνÜει θαυμÜσια κι ακßνδυνα, τη λεωφüρο και φυσικÜ δεν αγüταν μÞτε απü τη ...μýτη, μÞτε απü τη ...στýση της. Η Τζßλντα -Ýτσι τη φþναζαν- πÝρασε κι εκεßνη τη μÝρα το δρüμο, προσÝχοντας μα ο δικüς μας ...φουλ καψοýρης, δε πρüσεξε. Εßχε τα μÜτια και τη μουσοýδα του κολλημÝνη ...πßσω της και δεν εßδε το αυτοκßνητο που τον σκüτωσε. ΠÝθανε ερωτευμÝνος κι επß τüπου, -ευτυχþς- χωρßς να καταλÜβει τßποτε. Ο φßλος μου εßπε: "ºσα που κουνÞθηκε λιγÜκι κι αυτü Þταν üλο κι üλο"! (Τα μÜτια λßγο παßξανε στης τουφεκιÜς τον Þχο)...
..........
ΚατÝβαινα τη Σüλωνος, κÜποιο απομεσÞμερο -θυμÜμαι- στην αριστερÞ λωρßδα της. Δßπλα μου, στη δεξιÜ, Ýνα γρÞγορο αυτοκßνητο, με τα ηχεßα του να δονοýν το σýμπαν. ΞεκινÞσαμε μαζß στο φανÜρι της ΙπποκρÜτους, μα εκεßνος αν και βρÝθηκε λßγο πßσω εξ αιτßας αντανακλαστικþν, γρÞγορα ξεχýθηκε μπροστÜ. Στο αμÝσως επüμενο φανÜρι κι ενþ θαýμαζα, βλαστημþντας τη μπαγκατÝλλα μου, τα φρÝνα στρßγγλισαν ανατριχιαστικÜ και το αμÜξι του κοκÜλωσε. ¸νας αποστεωμÝνος σκýλος, κρατþντας ακüμα σφιχτÜ στα σαγüνια του, Ýνα κλεμμÝνο κομμÜτι κρÝας, -κλεμμÝνο απü μαγαζß Þ απü Üλλους πειναλÝους αδÝσποτους- εßχε πατηθεß Üσχημα απü τον Üλλο. Τι ειρωνεßα! ΟλÜκερο σχεδüν το μικρü κορμß του, εßχε γßνει μÜζα, εκτüς απü το κεφÜλι, που στα σαγüνια του Þταν καλÜ σφιγμÝνο το ¸παθλοΧωρßςΝικητÞ...
..........
Κερατσßνι, δρüμος κατωφερÞς μ' ιδιαßτερη δυσκολßα στο φρενÜρισμα. ΑυτÞ τη φÜση, λüγω θÝσης, την εßδα καθαρÜ. Εκεßνο το απüβραδο καλοκαιριοý, δυü αμÜξια üλα κι üλα, κατηφορßζαμε εκεßνο το δρομÜκι κι ευτυχþς, ο μπροστινüς μου προπορευüταν κÜμποσο. ¸να σουβλατζßδικο, üτι εßχε αρχßσει να ετοιμÜζεται, για να δεχτεß τους πελÜτες του κι Ýνας σκýλος ως φαßνεται, τριγýριζε πεινασμÝνος κι εκεßνη την þρα βρÞκε να ...παραξεθαρρÝψει, μ' αποτÝλεσμα, ο ιδιοκτÞτης εκνευρισμÝνος, να το τρομÜξει. Το σκυλß στρÜφηκε να ξεφýγει, χωρßς να προσÝξει τßποτ' Üλλο, παρÜ μüνο τον Üμεσο κßνδυνο του σουβλατζÞ. Ευτυχþς λοιπüν που 'χα μια μικρÞ απüσταση απü το μπροστινü μου, αλλÜ ευτυχþς που εßχα ..."πιÜσει" τη φÜση κι Ýκοψα σχεδüν Üμεσα. Ο μπροστινüς μου δε πρüφταινε, γιατß Þταν πÜρα πολý κοντÜ κι Ýτσι σκüτωσε το σκýλο. ΠροσπÝρασα και στη λεωφüρο που 'ταν κοντÜ, σταμÜτησα να ελεγξω. Στο καθρεφτÜκι μου εßδα το σκýλο διαλυμÝνο και τους δυü -σουβλατζÞ κι οδηγü- να βρßζονται Üσχημα... Βιαζüμουν πολý κι üταν βρÞκα Üδειο το δρüμο Ýστριψα κι απομακρýνθηκα...
..........
Το τρÝνο Ýφτασε Ομüνοια. Κüντεψα να ξεχαστþ και πετÜχτηκα πÜνω σαν ελατÞριο για να κατεβþ, σπρþχνοντας μια κυρßα. Μουρμοýρισα μια "συγγνþμη" που δεν Üκουσε κανεßς ενþ Üκουσα τα εξ αμÜξης.
¸φτασα στο ...σπουδαßο ραντεβοý μου, πÝντε λεπτÜ νωρßτερα...
..........
Το ßδιο βρÜδυ αργÜ, ερεθισμÝνος ακüμα απü το πρωúνü συμβÜν, πριν γυρßσω σπßτι, σταμÜτησα σ' Ýνα διανυκτερεýον, απ' αυτÜ που σερβßρουν τυρüπιτες, σÜντουιτς, καφÝδες κλπ. ΠÞρα Ýνα καφÝ, μια τυρüπιτα και προσπÜθησα να συγκεντρþσω τις σκÝψεις μου. Το μαγαζß, στη βραδινÞ βÜρδια, το κρατοýσε μια νεαρÞ κοπÝλα, που μου τρÜβηξε αμÝσως τη προσοχÞ. ¹ταν πρüσχαρη, γελαστÞ, ευγενικÞ κι ομορφοýλα! ¼πως πÜντα, της Ýπιασα κουβÝντα, αν κι üπως προεßπα, Þταν ανοιχτüς Üνθρωπος, Üρα δεν Ýκανα κανÝνα σπουδαßο κατüρθωμα. Δεν εßχε δουλιÜ εκεßνη την þρα κι ßσως μÜλιστα ο τρüπος και τα γκρßζα μου μαλλιÜ, σιγÜ-σιγÜ την Ýκαναν ν' ανοιχτεß και να μου μιλÞσει για τη ζωÞ της.
ΠρÝπει να πω, πως μιλοýσε πολý þριμα, στρωτÜ και μυαλωμÝνα, για την ηλικßα της, -Þταν στα εικοσιτρßα- πρÜγμα που με κÝντρισε ακüμα πιüτερο. Της το 'πα κι αμÝσως μετÜ την προÝτρεψα, να μην ανοßγεται τüσο πολý και τüσο εýκολα σ' αγνþστους. Εκεßνη χαμογÝλασε κι ομολüγησε, πως της αρÝσει να μιλÜ με τους ανθρþπους, πως μπορεß να μαντεýει φυσιογνωμικÜ τους ακßνδυνους κι üτι εßχε διατελÝσει σε βραδινÞ βÜρδια, στη Πλατεßα ΒÜθης, που εßναι πÜρα πολý δýσκολο στÝκι τη νýχτα και πως κουλÜντριζε μια χαρÜ και τους ...επικßνδυνους. Εγþ επÝμεινα να της λÝω πως δε ξÝρει κανεßς τι κρýβει μÝσα στη ψυχÞ του ο καθÝνας κι Üρα να προσÝχει.
-"¸ννοια σας και ξÝρω να ξεχωρßζω! Ο πατÝρας αλλÜ κι η ßδια η ζωÞ μ' Ýχουν διδÜξει κατÜλληλα" επÝμεινε κι αυτÞ με τη σειρÜ της.
-"ΕντÜξει! Δεν Ýχω λüγο να σ' αμφισβητÞσω..." συνθηκολüγησα με μισÞ καρδιÜ!
-"¸πειτα... ΠÜντα προτιμþ να μιλþ και να συναναστρÝφομαι, ανθρþπους που 'ναι αρκετÜ μεγαλýτεροß μου", υπερθεμÜτισε γελαστÞ.
-"Ε üχι... δε το δÝχομαι... δηλαδÞ, θÝλω να πω πως...üλα χρειÜζονται. Οι σαχλαμαρßτσες και τα σοβαρÜ. Τα σωστÜ και τα λÜθη. Εßσαι σε μια ηλικßα, που ακüμα üλα σου επιτρÝπονται. Που üλα εßναι υπü Ýλεγχο κι υπü αμφισβÞτηση. Θα 'ναι κρßμα ν' αρνιÝσαι την ηλικßα σου" της εßπα, καμαρþνοντας σα διÜνος!
-"¸ννοια σας κι üλα Ýχουν θÝση, στη ζωÞ μου, στο μÝτρο του δυνατοý φυσικÜ. ΠÜντως να ξÝρετε πως ο Üντρας που αγαπþ κι εßμαι αρραβωνιασμÝνη, εßναι κοντÜ στην ηλικßα σας", με κατακεραýνωσε!
-"Δε νομßζω... εγþ εßμαι σαραντατριþν..." εßπα Ýκπληκτος.
-"Αα κι εκεßνος το ßδιο. Και για να σας προλÜβω, τα πÜμε πολý καλÜ μαζß. Συμφþνησε μÜλιστα κι ο πατÝρας μου, παρüλο που στην αρχÞ εßχε ζωηρÝς αντιρρÞσεις".
Τüτε τη κοßταξα πιο προσεκτικÜ, ακüμα Ýκπληκτος, -προσπαθþντας üμως να μη το δεßξω-, σα γυναßκα. ¹ταν μετρßου αναστÞματος, προς το κοντü, κÜπως γεματοýλα, üμορφη, με σαρκþδη χεßλη, υπÝροχα, μακριÜ, πυρüξανθα μαλλιÜ, καστανοπρÜσινα, εκφραστικÜ, γελαστÜ μÜτια κι Ýξοχο χαμüγελο.
-"Δε τον αδικþ! Απü πολλÝς πλευρÝς, εßναι δýσκολη μια τÝτοια σχÝση. Κυρßως εßναι η διαφορÜ φÜσης μεταξý των δυü ηλικιþν. Εßναι η πρþτη σου σχÝση"; ρþτησα ξεθαρρεμÝνος.
-"¼χι φυσικÜ! Εßχα Üλλες δυü σχÝσεις πριν, με κοντινÝς μου ηλικßες κι εßδα πως δεν Ýχω να πÜρω απ' αυτοýς. Δε με γεμßζουν"!
-"Ε Üμα εßστε καλÜ κι αγαπημÝνοι μεταξý σας, τüτε üλοι οι Üλλοι κι üλα τ' Üλλα, περισσεýουν".
-"Εßμαστε μιÜ χαρÜ, δüξα τω Θεþ, παρüλο που 'χουμε προβλÞματα..."
-"Και ποιüς δεν Ýχει; ΚανÜ καυγαδÜκι";
-"¼χι! Εννοþ προσωπικÜ προβλÞματα Ýκαστος"... και τüτε Üρχισε να μου λÝει... να μου λÝει... ν' αραδιÜζει... αφÞνωντας με εντελþς Üναυδο... Πως Ýχει ανÜγκη αυτÞ τη δουλιÜ, πως επÝλεξε τη νýχτα, γιατß Ýχει καλýτερο μισθü, παρüλους τους κινδýνους κι αναγκαστικÜ Ýμαθε να τους αντιμετωπßζει καλÜ... Πως ο πατÝρας της Þταν συνταξιοýχος κι ανÞμπορος λüγω σοβαροý προβλÞματος υγεßας... πως η μαμÜ κατÜκοιτη απü χρüνια... πως ο αδερφüς της Þταν Üμυαλος, Üκαρδος κι Üνεργος και τους ταλαιπωρεß üλους... Πως η μικρüτερÞ της αδελφÞ, εßχε μια σπÜνια εκφυλιστικÞ νüσο κι Þδη βρισκüταν σε πολý Üσχημο στÜδιο, χωρßς ßαση κι επιστροφÞ, με προκαθορισμÝνο τÝλος... Πως ο αρραβωνιαστικüς της, εßχε χÜσει πρüσφατα τη μαμÜ του, που της εßχε ιδιαßτερη αδυναμßα και μαζß με τον αδερφü του, εßχαν πÜθει μεγÜλο ψυχικü ταρÜκουλο... Πως Þταν κι οι δυü τους εργÝνηδες εκ πεποιθÞσεως και χωρßς αυτÞν πια Þταν ανßκανοι να τα φÝρουν βüλτα... Πως εßχαν στρÝψει το ενδιαφÝρον τους στο σκυλÜκι της, που το θεωροýσαν πια, Ýνα εßδος ...μετεμψýχωσης της μαμας τους, μα πως εκεßνο εßχε μπει πια σε βαθý στÜδιο γηρατειþν και μ' üλα τα σημÜδια τους πÜνω του... Πως δεν εßχε κι αυτü, πολλÞ ζωÞ και το 'τρεχαν στους γιατροýς... Πως αυτü εßχε κλονßσει ψυχολογικÜ τον Üντρα της... Πως -οýτε λßγο, οýτε πολý- εκεßνο το μικρü κοριτσÜκι, εßχε επωμισθεß -Üκουσον Κýριε, Üκουσον- δυü σπßτια μ' Ýνα τσοýρμο ανθρþπους που περßμεναν απ' αυτÞν, οικονομικÞ, ηθικÞ αλλÜ κι υπηρεσιακÞ υποστÞριξη...
Πολý βαρý φορτßο, γι' αυτÝς τις νεανικÝς μα γερÝς πλÜτες!
¼ταν ολοκλÞρωσε κι Ýχοντας δει που τη κοßταζα με θαυμασμü και με στüμα που Üνοιγε ολοÝνα και περισσüτερο, μου χαμογÝλασε ακüμα πιο πλατιÜ -δεν εßχε σταματÞσει στιγμÞ να χαμογελÜ, üσο Ýλεγε- και μου 'ριξε τη ...χαριστικÞ βολÞ:
-"Ωστüσο, üλα περνοýν! Μ' Ýνα χαμüγελο"!
Της εξÝφρασα την Ýκπληξη και το θαυμασμü μου, της Ýδωσα να καταλÜβει πως τη σεβüμουν πια απεριüριστα, παρüλο που 'μουν πÜνω απü εßκοσι χρüνια μεγαλýτερüς της και τη παρακÜλεσα να μη μου ξαναμιλÞσει στο πληθυντικü. Της χαμογÝλασα κι εγþ και της διηγÞθηκα τη πρωúνÞ ιστορßα του τρÝνου. Λßγο αργüτερα, Ýπεσε δουλιÜ στο μαγαζß κι απομακρυνθÞκαμε. Λßγο πριν φýγω για ýπνο, βρÞκα μιαν ευκαιρßα και της ζÞτησα την Üδεια να γρÜψω κÜποια στιγμÞ την ιστορßα αυτÞ, μιας και γρÜφω που και που.
-"ΒÝβαια" της εßπα, "δε θα πω για πρüσωπα Þ ονüματα". ΔÝχτηκε πρüσχαρα και καληνυχτιστÞκαμε.
...........
ΠÝρασε καιρüς κι εßχα στο νου μου γερÜ καρφωμÝνα, αυτÜ τα δυü περιστατικÜ. ¹ξερα πως θα 'γραφα κÜτι, κÜποια στιγμÞ, μα κÜτι περßεργες συγκυρßες, δε μ' Üφηναν να τα επεξεργαστþ κατÜλληλα. Αντßθετα, Ýγραψα γι' Üλλα πρÜματα, στο μεταξý. ¸πειτα δεν Þξερα ακüμα, πως να τα χρησιμοποιÞσω. ΔηλαδÞ δεν εßχα βρει ακüμα το πως, αυτÜ τα δυü διαφορετικÜ πρÜματα, μποροýσαν να συνδεθοýν. ΟυσιαστικÜ, δεν εßχ' ανακαλýψει καν πως συνδÝονται. Τüτε, Ýτυχε να ξαναδþ το πßνακα του Dali, ευρισκüμενος στη διαδικÜσια σýνδεσης κειμÝνων μου με πßνακες του. Νομßζω πως εßναι πια εýκολο να καταλÜβετε, τι επακολοýθησε! ¼λα εßχανε μπει στη θÝση τους κι εγþ απλÜ κρατοýσα, στυλü και χαρτß. Οι εντολÝς... Üνωθεν!
Η τελευταßα προσθÞκη! Τι συνδÝει üλα τοýτα; Η προσωπικÞ "ζυγαριÜ" του καθενüς. ΓιÜπης, κοπελιÜ και 3 σκýλοι. ¸καστος, ρισκÜρει, λυπÜται, ευτυχεß, κλαßει, χαμογελÜει και γενικÜ χαρÜζει το μονοπÜτι της ζωÞς του, στηριζüμενος στο που γÝρνει, κÜθε φορÜ η προσωπικÞ του "ζυγαριÜ"! Πεßνα, ¸ρωτας, ΚαθÞκον, ΕπαγγελματικÞ Καταξßωση, Επιβßωση. Σωστü; ΛÜθος; Δεν εßμαι 'γω, αυτüς που θα το κρßνει, μÞτε κι εσεßς! Εγþ απλÜ το 'γραψα, εσεßς απλÜ το διαβÜσατε κι εκεßνοι-ες απλÜ Ýτσι το θÝλουν κι Ýτσι το ζουν!
Το ¸παθλοΧωρßςΝικητÞ απονÝμεται εξ ßσου σ' üλους κι üλες μας... αλλÜ στο τÝλος της γιορτÞς!
"Σ' αυτÜ,
που μας ωθοýν ΜÜης 2003
τυφλÜ..."