ÐåæÜ

Ðïßçóç-Ìýèéá

Ï Dali & Åãþ

ÈÝáôñï-ÄéÜëïãïé

Äïêßìéá

Ó÷üëéá-Áñèñá

ËáïãñáöéêÜ

ÅíäéáöÝñïíôåò

ÊëáóóéêÜ

Áñ÷áßá Åëë Ãñáìì

ÄéáóêÝäáóç

ÐéíáêïèÞêç

ÅéêáóôéêÜ

Ðáãê. ÈÝáôñï

Ðëçñ-Ó÷ïë-Åðéêïéí.

Öáíôáóôéêü

Åñ. Ëïãïôå÷íßá

Ãëõðô./Áñ÷éô.

ÊëáóóéêÜ ÉÉ

 
 

Öáíôáóôéêü 

Abernathy Robert Harwood: Ôáëáíôïý÷ïò ÊáèçãçôÞò-ÌõóôÞñéïò



                                         Βιογραφικü

     Για τη ζωÞ του Ρüμπερτ ΑμπερνÜθυ υπÜρχουνε γνωστÜ, ελÜχιστα στοιχεßα ακüμα κι αν Ýχουμε φτÜσει στον 21ο αι. με το γκουγκλ και τüσα και τüσα μÝσα επιπλÝον, μα δυστυχþς: Οýτε μια φωτογραφßα... Ας εßναι...
    Ο Ρüμπερτ ΧÜργουντ ¢μπερνÜθι (το πραγματικü πλÞρες üνομÜ του Þτανε Robert Harwood Abernathy) ξÝρουμε πως Þτανε καθηγητÞς Πανεπιστημßου στις Γλþσσες με ιδιαßτερην εξειδßκευση στις  σλÜβικÝς και παρÜλληλα Ýγραφε ιστορßες ΕΦ και τις δημοσßευε σε διÜφορα περιοδικÜ. ΓεννÞθηκε στις 6 Ιουνßου 1924 στο Τοýξον στην Αριζüνα, ΗΠΑ, και πÝθανε κει στις 6 Απρßλη 1990 στην ηλικßα των 66 ετþν. Πρωτοξεκßνησε να δημοσιεýει, με τη ΚληρονομιÜ (Heritage), ιστορßα του που την Ýστειλε στο περιοδικü Astounding, τον Ιοýνιο του 1942. Εκεßνη την εποχÞ, εßχανε πολλÞ πÝραση οι ιστορßες με πλανÞτες κι εκεßνος τροφοδοτοýσε τακτικÜ με τÝτοιες τα περιοδικÜ. ΜÜλιστα ειδικοß γνþστες την εποχÞ εκεßνη της 10ετßας 40-50, τη θεωροýν ως τη ΧρυσÞ ΕποχÞ της ΕΦ.
     Σαν συγγραφÝας Þταν αρκετÜ αξιüπιστος, και ταλαντοýχος με πολλÞ και πλοýσια φαντασßα κι αξιοσÝβαστος Üνθρωπος και καθηγητÞς, που ωστüσο, κατÜ τη διÜρκεια της ζωÞς του δεν κατüρθωσε να "ξεκολλÞσει" απü τις δημοσιεýσεις στις σελßδες των διÜφορων περιοδικþν της ΕΦ και να περÜσει στις σελßδες ενüς βιβλßου που να φÝρει την υπογραφÞ του και σßγουρα κανεßς δεν θα 'μενε αδιÜφορος στη πλοýσια φαντασßα του. Αντ' αυτοý, παρÝμεινε να διδÜσκει στο ΠανεπιστÞμιο του ΚολορÜντο μÝχρι την οριστικÞ πλÝον συνταξιοδüτησÞ του. ΠÜντως πολλÝς ιστορßες του πλÝον Ýχουνε συμπεριληφθεß σε διÜφορες Ανθολογßες του εßδους. ΓενικÜ, δýσκολα να μην εμπεριÝχεται μια Ýστω ιστορßα του σε κÜποιαν Ανθολογßα ΕΦ -κι Ýγραψε πÜμπολλες κι ενδιαφÝρουσες.

     ΠαρακÜτω θα προσθÝσω κÜποια Ýργα του, ενδεικτικÜ, τα περιοδικÜ που πρωτοδημοσιευτÞκανε και τις χρονολογßες τους:

"Peril of the Blue World" in Planet Stories, Winter 1942
"The Canal Builders" in Astounding, January 1945
"Heritage" (novella) in Astounding, June 1947
"The Dead-Star Rover" in Planet Stories, Winter 1949
"Strange Exodus" in Planet Stories, Fall 1950
"The Rotifers" in if, March 1953
"Axolotl" (also published as "Deep Space") in F&SF, January 1954
"Heirs Apparent" (novella) in F&SF, June 1954
"Pyramid" (novella) in Astounding, July 1954
"Single Combat" in F&SF, January 1955
"Junior" in Galaxy, January 1956
"Grandma's Lie Soap" in Fantastic Universe, February 1956
     
=========================


                                 ΠαρÜξενη ¸ξοδος

     Ο Γουεστüβερ ταρÜχτηκε üταν σκüνταψε πÜνω στο τÝρας, γιατß απü üτι Þξερε κανÝνα δεν εßχε περÜσει απü εδþ.
     Ανηφüριζε κατÜ τους λüφους, Üλλοτε τσαλαβουτþντας στο νερü μÝχρι τη μÝση, κι Üλλοτε σκαρφαλþνοντας πÜνω σε σχετικÜ στεγνÜ υψþματα. ΔεξιÜ και αριστερÜ, Üκουγε το μελαγχολικü βουητü του πλημμυρισμÝνου ποταμοý, και πßσω του, τα νερÜ που φοýσκωναν και που μüλις εßχε προλÜβει να αποφýγει. Ο νυχτιÜτικος ουρανüς Þταν μολυβÝνιος, και το φεγγÜρι Ýνας μουντüς κßτρινος δßσκος που Üφηνε το ποτÜμι ναι τους λüφους, ακüμα και τη λÜσπη, βυθισμÝνα στο σκοτÜδι.
     Δεν εßχε προσπαθÞσει να βρει την αιτßα για τη πλημμýρα, αλλÜ την εßχε δεχτεß απλÜ, μουδιασμÝνα, σα μια ακüμα εκδÞλωση της αναταραχÞς και της σýγχυσης ενüς κüσμου που κατÝρρεε. ¸τσι κι αλλιþς, Þταν εξαντλημÝνος, τα πüδια του δεν τον κρατοýσαν Üλλο. Δεν εßδε αλλÜ μÜλλον διαισθÜνθηκε το τεßχος που ορθωνüταν μπροστÜ του, και νüμιζε üτι Þτανε κατακüρυφος βρÜχος σε κÜποια απογυμνωμÝνη βουνοπλαγιÜ, μÝχρι που το πüδι του γλßστρησε σε μια τρýπα κι Ýπεσε μπροστÜ και τα απλωμÝνα χÝρια του βυθßστηκαν στη λÜσπη που σκÝπαζε μα αμυδρÜ, αποκρουστικÞ κι ελαστικÞ επιφÜνεια.
     ΤινÜχτηκε σαν να εßχε ζεματιστεß και κατρακýλησε μÝσα στη μοýχλα. Για πολλÜ λεπτÜ, σκοτεινüς, Üμορφος πανικüς πλημμýρισε το μυαλü του. ¸πειτα κατüρθωσε να επιβληθεß στον εαυτü του και προσπÜθησε να αναλýσει την κατÜσταση. Δεν μποροýσε να διακρßνει τßποτα μερικÝς γιÜρδες πÜρα πÝρα, αλλÜ Þταν εýκολο να φανταστεß τα υπüλοιπα -τη πελþρια μορφÞ που Ýμοιαζε με γυμνοσÜλιαγκα να απλþνεται βαριÜ απü την μßα Üκρη της κοιλÜδας μÝχρι την Üλλη, και το κεφÜλι της και την ουρÜ της να ξεχειλßζουν πÜνω στους λüφους, πÝντε μßλια μακριÜ το Ýνα απü το Üλλο. Το κτÞνος θα Ýμενε Ýτσι Þρεμο μÝχρι το πρωß -να κοιμÜται, αν αυτÜ γνþριζαν τον ýπνο. Κι αυτü εξηγοýσε τη πλημμýρα: το σþμα του τÝρατος εßχε σχηματßσει φρÜγμα που πßσω του το ποτÜμι ανÝβαινε σταθερÜ κεßνες τις πρþτες þρες της νýχτας. Κι αν δεν μετακινιüταν μÝχρι τα χαρÜματα, τüτε το επßπεδο θα υψωνüταν ακüμα περισσüτερο.
     Ο Γουεστüβερ στÜθηκε ακßνητος μες στη μαυρßλα. Για πüση þρα, δεν Þξερε. Δεν Ýδωσε σημασßα στο νερü που σκÝπασε τα πüδια του, τýλιξε τους αστραγÜλους κι Üρχισε να σκαρφαλþνει προς τα γüνατÜ του. ΣυνÞλθε μüνον üταν εßδε το φεγγÜρι να προβÜλλει μÝσα απü μια ρωγμÞ στο συννεφιασμÝνο ουρανü. Το μουντü του φως Ýλαμψε ολüγυρα πÜνω στο νερü, που απλωνüταν ομοιüμορφα σα σεντüνι με μερικÜ σκüρπια υψþματα να σπÜνε την μονοτονßα -κορυφÝς λοφßσκων σαν κι αυτÞ που πÜνω της εßχε καταφýγει και που γρÞγορα θα εξαφανßζονταν üλες κÜτω απü το χεßμαρρο.

     Για μια στιγμÞ γνþρισε την απüγνωση. Ο δρüμος που εßχε αφÞσει πßσω του Þταν αδιÜβατος, κι ο δρüμος μπροστÜ του, Þρθε να βοηθÞσει. Προχþρησε παραπατþντας, πßεσε το κορμß του στη λασπερÞ, ζεστÞ επιφÜνεια του ποδιοý του τÝρατος, κι απλþνοντας τα χÝρια, ψηλÜφισε πÜνω απü το κεφÜλι του -βρÞκε προεξοχÝς, κι Üρχισε να σκαρφαλþνει με μια δýναμη που δεν Þξερε üτι υπÞρχε μÝσα του. ¸νιωσε ευγνωμοσýνη üταν κρýφτηκε και πÜλι το φεγγÜρι, καθþς σκαρφÜλωνε την επßπεδη γλιστερÞ επιφÜνεια του ποδιοý. Üκουγε üμως ακüμα τον παφλασμü του πλημμυρισμÝνου ποταμοý απü κÜτω. Το κουρασμÝνο μυαλü του μουρμοýρισε προδοτικÜ: "ΚοιμÜμαι - εφιÜλτης εßναι". Μια φορÜ, ακοýγοντας την ýπουλη εκεßνη φωνÞ, γλýστρησε και για μερικÝς στιγμÝς Ýμεινε να κρÝμεται ζαλισμÝνος απü τα χÝρια, κι Ýπειτα üταν βρÞκε καινοýριο στÞριγμα αγκιστρþθηκε γερÜ και στÜθηκε για μερικÜ λεπτÜ λαχανιασμÝνος ενþ η καρδιÜ του σφυροκοποýσε στο στÞθος του.
     ¸πειτα απü λßγη þρα, ξαναβρÞκε το κουρÜγιο να συνεχßσει την αναρρßχηση του και σýρθηκε, τρÝμοντας και βαριανασαßνοντας στο σχετικÜ ασφαλÝς σημεßο üπου πλÜταινε το πüδι. Απü πÜνω του ορθωνüταν ο μεγÜλος μαýρος απüτομος γκρεμüς που Ýφτανε στη κορφÞ της καμπουριασμÝνης ρÜχης του τÝρατος, βουνü που Ýπρεπε να σκαρφαλþσει. Πανικüβλητος, κατÜλαβε üτι το εξαντλημÝνο του κορμß δε θα μποροýσε να φτÜσει εκεß πÜνω και να αντιμετωπßσει Ýπειτα και την ατελεßωτη επικßνδυνη κÜθοδο απü την Üλλη πλευρÜ, που Ýπρεπε να τελειþσει πριν απü την αυγÞ... αλλÜ üχι τþρα... üχι τþρα...
     ¸μεινε ξαπλωμÝνος σε μια κατÜσταση ανÜμεσα στην εγρÞγορση και το üνειρο, ψηλÜ πÜνω στο πλευρü του τÝρατος. Και του φαινüταν üτι το κολοσσιαßο κορμß σÜλευε, φοýσκωνε κι αναστÝναζε -αλλÜ Þξερε üτι τα τÝρατα δεν ανÝπνεαν üπως τα ζþα που Ýχουνε ραχοκοκαλιÜ. Ο

Γουεστüβερ Þταν Ýνας απü κεßνους τους ανθρþπους που üταν η ανθρωπüτητα πολεμοýσε ακüμα, εßχε συγκεντρþσει Ýνα θησαυρü γνþσεων σχετικÜ με τον εχθρü -τον εχθρü που δεν εßχε οýτε εγκÝφαλο οýτε üργανα, αλλÜ Þταν απλÜ τüσο τερÜστιος που η ανθρþπινη ευφυßα και τα ανθρþπινα üπλα δεν μποροýσαν να τον καταστρÝψουν...
     Ο Γουεστüβερ δεν Ýβλεπε πια το βρþμικο φεγγαρüφωτο, τη μακρινÞ αδýναμη λÜμψη του ποταμοý Þ τη πλαγιÜ του ζωντανοý βουνοý. Εßδε, üπως εßχε δει απü Ýνα αεροπλÜνο ψηλÜ στον ουρανü, Ýνα τερÜστιο δÝντρο απü καπνü που σηκωνüταν κι απλωνüταν κÜτω απ' το μεσημεριÜτικο Þλιο, γαλατερÜ λευκüς πÜνω-πÜνω και μαýρος και γλιερüς χαμηλÜ, και κÜτω απü το μαýρο σýννεφο κÜτι που σφÜδαζε και κυλοýσε τεμπÝλικα σε μια κυκλþπεια αγωνßα θανÜτου. Η εικüνα διαλýθηκε και στη θÝση της εμφανßστηκε το πρüσωπο ενüς ανθρþπου -κÜποιου που θα μποροýσε τþρα να εßναι ζωντανüς Þ νεκρüς, κÜπου αλλοý μÝσα στο χÜος ενüς ερειπωμÝνου πλανÞτη. ¹ταν Ýνα συνηθισμÝνο πρüσωπο, στρογγυλωπü, με γυαλιÜ, αλλÜ σημαδεμÝνο τþρα απü την τραγωδßα. Η φωνÞ που το συνüδευε Þταν μονüτονη, ξερÞ, διδαχτικÞ:

   "ΥπÜρχουνε τüσα πολλÜ, κι εμεßς Ýχουμε καταστρÝψει τüσα λßγα -και για να σκοτþσουμε αυτÜ τα λßγα χρειαστÞκαμε τα πιο ισχυρÜ μας üπλα. Η εξÝταση κεßνων που σκοτþθηκαν μας αποκÜλυψε γιατß τα συνηθισμÝνα βλÞματα, οι βüμβες και δηλητÞρια δεν φÝρνουν κανÝν αποτÝλεσμα -ξεχωριστÜ βÝβαια απü τη κυριþτερην αιτßα που εßναι το μÝγεθüς τους. Ο οργανισμüς των πλασμÜτων αυτþν εßναι τüσο χαλαρüς που Ýνας τοπικüς τραυματισμüς δεν επηρεÜζει καθüλου το σýνολο. ΚατÜ κÜποιο τρüπο, το καθÝνα απü αυτÜ εßναι Ýνα ξεχωριστü κýτταρο -σαν τους μýκητες, τις γÞινες μορφÝς ζωÞς που τους μοιÜζουν περισσüτερο απü κÜθε Üλλη. ΑυτÞ η εκπληκτικÞ ομοιüτητα, σε συνÜρτηση με το γεγονüς üτι ανÜμεσα σε üλους τους πλανÞτες του Ηλιακοý ΣυστÞματος διÜλεξαν τη Γη για να επιτεθοýν, δεßχνει üτι ο κüσμος απü üπου προÝρχονται θα πρÝπει να μοιÜζει πολý με το δικü μας. Αλλ' ενþ στη Γη οι μýκητες εßναι πιο ανεπτυγμÝνοι διχτυωτοß οργανισμοß κι η ζωÞ που Ýχει επικρατÞσει εßναι πολυκυτταρικÞ, στον κüσμο απü üπου κατÜγονται τα τÝρατα, φαßνεται üτι οι συνθÞκες ευνüησαν μονοκυτταρικÞ ανÜπτυξη. Το τερÜστιο μÝγεθος των τερÜτων εßναι μÜλλον αποτÝλεσμα αυτÞς της ανειδßκευτης δομÞς και ßσως για τον ßδιο λüγο κατÜφεραν αυτü που δεν Ýχει κατορθþσει ακüμα οýτε η προικισμÝνη με νοημοσýνη κυτταρικÞ ζωÞ -να απελευθερωθοýν δηλαδÞ απü ýπαρξη δεμÝνη με την επιφÜνεια ενüς κüσμου, και να κατακτÞσουν το διÜστημα. Το κατüρθωσαν üχι με εφευρÝσεις αλλÜ με τη προσαρμογÞ, üπως κÜποτε η ζωÞ βγÞκε απü τη θÜλασσα για να κατακτÞσει την ξηρÜ. Τα τÝρατα που κατÝβηκαν στη Γη πρÝπει να αντιπροσωπεýουν το τελικü αποτÝλεσμα μακρüχρονης εξÝλιξης που συμπληρþθηκε στο ßδιο το διÜστημα. Εßναι ολοφÜνερα üντα απü το βαθý διÜστημα και με οδηγü το Ýνστικτü τους, μποροýν να κατευθýνουν τους εαυτοýς τους απü πλανÞτη σε πλανÞτη κι απü αστÝρι σε αστÝρι, ψÜχνοντας για τροφÞ σε Þλιους και κüσμους σαν το δικü μας. ¼ταν κατεβοýν σε τÝτοιο πλανÞτη, διασχßζουν ολüκληρη την επιφÜνειÜ του απορροφþντας συστηματικÜ κÜθε φαγþσιμη ýλη -üτι ζωντανü δηλαδÞ δεν εßναι αρκετÜ ευκßνητο για να τα αποφýγει. ΜοιÜζουνε κÜμπιες που Ýχουν καταλÜβει Ýνα πλανÞτη και δεν ξεκινÜνε για τον επüμενο πριν τον απογυμνþσουν απü üλα τα φýλλα του. Ο Üνθρωπος εßναι πολý ευκßνητο εßδος, γι' αυτü οι Üμεσες απþλειÝς μας απ' αυτÞ την εισβολÞ εßναι πολý ελαφρÝς και θα εξακολουθÞσουν να εßναι πολý ελαφρÝς. ΑλλÜ üταν τα τÝρατα θα Ýχουν τελειþσει με τη Γη, δεν θα 'χει μεßνει καθüλου βλÜστηση για να τραφεß ο Üνθρωπος, κανÝνα σπßτι, καμßα πüλη, καμιÜ απü τις σταθερÝς εγκαταστÜσεις του πολιτισμοý και τÝλος θα εßναι πολý πιο τρομερü παρÜ αν μας Ýχουν καταβροχθßσει üλους τα τÝρατα".

     Ο Γουεστüβερ ξýπνησε, νιþθοντας λουσμÝνος στον κρýο ιδρþτα του εφιÜλτη -Ýπειτα üμως κατÜλαβε üτι μια ψιλÞ βροχοýλα εßχε του 'χε μουσκÝψει πρüσωπο και ροýχα. Αυτü, κι ο ýπνος, τον αναζωογüνησαν και το μυαλü του καθÜρισε για πρþτη φορÜ μετÜ απü πολλÝς μÝρες και θυμÞθηκε üτι δεν Ýπρεπε να κοιμηθεß, αλλÜ να συνεχßσει, να ψÜχνει με πεισματωμÝνη ελπßδα Ýνα καταφýγιο που θα εßχε μεßνει ανÝπαφο κατÜ κÜποιο θαυματουργü τρüπο, Ýνα καταφýγιο üπου ßσως να σωζüνταν ακüμα ο πολιτισμüς και η επιστÞμη, κι üπου θα υπÞρχαν τα μÝσα γα να εφαρμüσει την ιδÝα που εßχε συλλÜβει για την καταστροφÞ των τερÜτων. ΑνακÜθισε κι Ýψαξε με το βλÝμμα τον ουρανü, γυρεýοντας σημÜδι που θα του Ýλεγε πüσες þρες εßχε κοιμηθεß. ΧαμηλÜ στο δυτικü ορßζοντα ανακÜλυψε τη σβησμÝνη λÜμψη που σÞμαινε üτι το φεγγÜρι Ýδυε. Και στην ανατολÞ Ýνα εντονüτερο φως πÜλευε κιüλας μÝσα απü τα σýννεφα και την ομßχλη, κÜθε στιγμÞ λιγüτερο αδýνατο και απατηλü, πικρÞ πραγματικüτητα της μÝρας που χÜραζε.
     ΑλλÜ üταν Üρχισε να σκαρφαλþνει με τη δýναμη που του Ýδινε η απüγνωση, ο ουρανüς που φωτιζüταν λßγο - λßγο, τον Ýκανε να συνειδητοποιÞσει ακüμα πιο Ýντονα πüσο μÜταιη Þταν η προσπÜθειÜ του. Με την αυγÞ, το τÝρας θα Üρχιζε να μετακινιÝται, να σÝρνεται προς την ανατολÞ, σπρωγμÝνο απü την ßδια θολÞ φωτοτροπικÞ παρüρμηση που θα πρÝπει να οδηγοýσε αυτÜ τα πλÜσματα μÝσα απü τα διαστρικÜ βÜθη σε αστÝρια ηλιακοý τýπου. ¼λα τους σÝρνονταν ασταμÜτητα γýρω απü τη Γη, προς την ανατολÞ, ξεκοιλιÜζοντας ηπεßρους και ρουφþντας τους ωκεανοýς, και τþρα πια üτι εßχε απομεßνει απü τον ανθρþπινο πολιτισμü θα πρÝπει να λιμοκτονοýσε πÝρα απü τον Αρκτικü κýκλο, Þ πÜνω σε πλοßα στη θÜλασσα. Οι ορδÝς που ζοýσαν ακüμα και περιπλανιüντουσαν στις κÜποτε πολυπληθεßς κι εýφορες περιοχÝς -δεν θα ζοýσαν πολý. Για Ýναν Üνθρωπο σαν τον Γουεστüβερ που Þταν κÜποτε επιστÞμονας, το πιο συντριπτικü δεν Þταν η προοπτικÞ του θανÜτου, αλλÜ το θανατηφüρο πλÞγμα που εßχε δεχτεß η ανθρþπινη περηφÜνια του, η περηφÜνια του πνεýματος και της θÝλησης -που εßχε νικηθεß απü τον üγκο
και το Ýνστικτο της πεßνας.
     ΚοντÜ στη κορφÞ της ρÜχης του τÝρατος, σκüνταψε κι Ýπεσε στα τÝσσερα πÜνω στο πρασινωπü τραχý πετσß. Στην αρχÞ νüμισε πως εßχε ζαλιστεß κι εßχε παραπατÞσει, Ýπειτα üμως συνειδητοποßησε üτι η επιφÜνεια κÜτω απü τα πüδια του εßχε μετακινηθεß. Αναμφßβολα, ακüμα και στο θολü φως της χαραυγÞς, οι λüφοι κι οι κοιλÜδες της ρυτιδιασμÝνης ρÜχης Üλλαζαν σχÞμα, καθþς η τερÜστια πρωτοπλασματικÞ μÜζα σερνüταν, κυλοýσε κÜτω απü το πετσß της. Με αργÝς περισταλτικÝς κινÞσεις, τα κýματα ξεκßνησαν για την ανατολÞ, προς το κεφÜλι του τÝρατος. Μποροýσε βÝβαια να μεßνει εκεß που βρισκüταν, σþος και αβλαβÞς. ΠÜνω στη ρÜχη του τÝρατος, δεν εßχε τßποτα να φοβηθεß οýτε απü αυτü οýτε απü τα üμοιÜ του. ¹ξερε üμως με απελπιστικÞ βεβαιüτητα üτι μÝχρι να πÝσει η νýχτα και να μεßνει πÜλι ακßνητο το τÝρας θα Þταν

τüσο αδýναμος απü την εξÜντληση κι απü την πεßνα που δε θα μποροýσε πια να κατÝβει. Καθþς Ýμεινε σωριασμÝνος κεß που εßχε πÝσει, Ýνιωσε αυτÞ την αδυναμßα να τον τυλßγει, δßχως να τη σταματÜ πια εκεßνη η θÝληση που τüσο καιρü τον πßεζε να συνεχßσει πεισματικÜ το δρüμο του.
     ¸μεινε πÜλι μισολιπüθυμος, σε Ýνα λÞθαργο που αν δεν αντιδροýσε θα γινüταν ολοÝνα βαθýτερος μÝχρι το θÜνατο. ΑπομονωμÝνες σκÝψεις πÝρναγαν απü το νου του. ΣκÝφτηκε üτι βρισκüταν σε ιδεþδες σημεßο να κÜνει τα πειρÜματα που του επÝτρεπαν να αποδεßξει τη θεωρßα του για τον τρüπο καταστροφÞς των τερÜτων -αν μüνο κÜποιος εßχε σκεφτεß να εγκαταστÞσει Ýνα βιολογικü εργαστÞριο στη ρÜχη του πλÜσματος. ΒÝβαια η κυματοειδÞς κßνηση θα δημιουργοýσε ειδικÜ τεχνικÜ προβλÞματα... Ηλιθιüτητα... ¸πειτα νüμισε üτι Ýβλεπε το πρüσωπο του ΣÜττον, καθþς ο βιολüγος Ýδινε Þρεμα την αναφορÜ του στην ΠροεδρικÞ ΕπιτροπÞ για εξüντωση... Η προφητεßα του ΣÜττον εßχε αποδειχτεß εκατü τα εκατü σωστÞ. Τα τÝρατα δεν επρüκειτο να κορÝσουν την πεßνα τους πριν αφομοιþσουν μÝσα τους üλες τις οργανικÝς ουσßες του κüσμου αυτοý που Þταν η βορÜ τους. Κι οι Üνθρωποι θα πεινοýσαν, üπως κι εκεßνος πεινοýσε τþρα...

     ΚÜνοντας μια προσπÜθεια, ο Γουεστüβερ ανÜγκασε τον εαυτü του να ξυπνÞσει, ανακÜθισε, κι Ýπειτα σηκþθηκε üρθιος, σμßγοντας τα φρýδια για να μπορÝσει να εξετÜσει Þρεμα και λογικÜ την τρομερÞ Ýμπνευση που του εßχε Ýρθει. Τα σýννεφα εßχαν αρχßσει να αραιþνουν, ο Þλιος μεσουρανοýσε κιüλας, ψÞνοντας το γυμνü κινοýμενο οροπÝδιο που πÜνω του στεκüταν ο Üντρας. Η ιδÝα που εßχε γεννηθεß μÝσα του φαινüταν να αντÝχει αυτü το φως, να γßνεται μÜλιστα κι ελπßδα. Με τρεμÜμενα δÜχτυλα, Ýβγαλε απü τη ζþνη του το ελαφρü τσεκοýρι και με πυρετþδικη επιμονÞ Üρχισε να σκÜβει το κρουστιασμÝνο τομÜρι του τÝρατος. Η ξερÞ, γεμÜτη λÝπια επιδερμßδα του φÜνηκε αφÜνταστα χοντρÞ. ΕπιτÝλους üμως κατÜφερε να τη σπÜσει και να φτÜσει στο μαλακüτερο πρωτüπλασμα απü κÜτω. Χτυπþντας και σκÜβοντας με το τσεκοýρι μÝσα στην τρýπα που εßχε ανοßξει, Ýσκισε μερικÜ βαριÜ κομμÜτια απü τη σÜρκα του ζþου. ¸νας κυματισμüς που δεν Üνηκε στην κßνηση της πορεßας, διαπÝρασε την επιφÜνεια του τÝρατος. Ο Γουεστüβερ Üρχισε να γελÜ ξÝφρενα με μια ξαφνικÞ αßσθηση δýναμης. Εκεßνος, το ασÞμαντο ανθρþπινο μαμοýνι, εßχε κÜνει το γιγÜντιο τÝρας να αναριγÞσει σα σκýλος που τον εßχε δαγκþσει ψýλλος. Η παρομοßωση Þταν πετυχημÝνη: σαν ψýλλος εßχε εγκατασταθεß πÜνω σε Ýνα μεγαλýτερο ζþο, και επρüκειτο να τραφεß απü αυτü. Τα κομμÜτια που εßχε κüψει Þταν γκρßζα κι αποκρουστικÜ, αλλÜ απü μελÝτες που εßχε κÜνει μαζß με τον ΣÜττον, Þξερε üτι τα τÝρατα, μüλο που Þταν εξωγÞινα, στη βασικÞ χημικÞ τους σýνθεση Þταν φτιαγμÝνα απü πρωτεÀνες, λßπη κι υδατÜνθρακες, üπως ο Üνθρωπος Þ οι αμοιβÜδες, κι επομÝνως μποροýσαν να γßνουν τροφÞ.
     Τα σπßρτα του Þταν στεγνÜ μÝσα στην αδιÜβροχη θÞκη τους. Αναψε φωτιÜ με μερικÜ χαλαρÜ ινþδη λÝπια που ξερßζωσε απü τη ρÜχη του τÝρατος, και μισÞ þρα αργüτερα εßχε χορτÜσει. Θες η μακρüχρονη νηστεßα, θες η αθÝλητη αηδßα Þ ßσως απλÜ η κßνηση του πλÜσματος, του Ýφεραν ναυτßα αλλÜ κατüρθωσε να επιβληθεß στον εαυτü του και να κρατÞσει το παρÜξενο γεýμα του μες στο στομÜχι του. ¸πειτα Üρχισε να τον βασανßζει η δßψα. ΠÝρασε λßγη þρα ωστüσο, πριν μπορÝσει ν' αποφασßσει να πιει το Üχρωμο υγρü που 'χε μαζευτεß στη πληγÞ του τÝρατος.

Κι Ýτσι Üρχισε για αυτüν μια παρÜξενη ζωÞ -η ζωÞ ενüς παρÜσιτου, ενüς ψýλλου πÜνω σε σκýλο. Το τÝρας σερνüταν τη μÝρα κι αναπαυüταν τη νýχτα. ΔυναμωμÝνος ο Üντρας θα μποροýσε να το εßχε εγκαταλεßψει τüτε, αλλÜ κατÜ κÜποιο τρüπο οι μÝρες περνοýσαν και δεν το αποφÜσιζε. ΚαμιÜ φορÜ, οι μÝρες που Ýμενε ξαπλωμÝνος, μισονανουρισμÝνος απü τη πολýωρη αιþρηση, με τα χÝρια πÜνω απü το κεφÜλι του για να προστατεýεται απü τον Þλιο, προσπαθοýσε να πεßσει τον εαυτü του üτι δεν Ýμενε μüνο γιατß Þταν δεμÝνος με τη μοναδικÞ πηγÞ τροφÞς που γνþριζε σε ολüκληρο τον κüσμο -üχι γιατß εßχε αρχßσει να αναπτýσσει τη ψυχολογßα του ψýλλου. ¹ταν Üνθρωπος κι επιστÞμων, κι Ýκανε Ýνα πεßραμα... Η ζωÞ του στη ρÜχη του τÝρατος απüδειχνε κÜτι, κÜτι πολý σημαντικü για τον Üνθρωπο, το εξαφανισμÝνο εßδος -αλλÜ για ολοÝνα και μεγαλýτερες χρονικÝς περιüδους δεν κατüρθωνε να θυμηθεß τι Þτανε...

     ¸να πρωινü, ωστüσο, θυμÞθηκε.

     Ξýπνησε με τον Þλιο να ζεσταßνει το κορμß του, συνειδητοποιþντας ταυτüχρονα üτι κÜτι ασυνÞθιστο συνÝβαινε. ΠÝρασε Ýνα διÜστημα πριν προσδιορßσει τι Þταν αυτü που δεν πÞγαινε καλÜ, κι üταν το κατÜλαβε, πετÜχτηκε üρθιος. Ο Þλιος εßχε κιüλας ανατεßλει και το τÝρας θα Ýπρεπε να Ýχει πÜλι αρχßσει τη σταθερÞ, αδηφÜγα πορεßα του προς την ανατολÞ. ΑλλÜ δεν υπÞρχε καμßα κßνηση. Η μεγÜλη ζωντανÞ Ýκταση Ýμενε ακßνητη γýρω του. ΑναρωτÞθηκε Ýντρομος μÞπως εßχε πεθÜνει. Σε λßγο ωστüσο, Ýνιωσε Ýνα αδýναμο ρßγος, κι Ýνα ανασÞκωμα κÜτω απü τα πüδια του κι Üκουσε μακρινÜ γουργουρητÜ κι αναστενÜγματα. Το μυαλü του εßχε πÜλι να λειτουργεß, λες κι η διακοπÞ της αιþρησης εßχε
ξορκßσει το λÞθαργο που τον εßχε κυριÝψει. ΚαταλÜβαινε τþρα üτι εßχε φτÜσει στα πρüθυρα της τρÝλλας üλο τον καιρü που εßχε περÜσει εδþ πÜνω, της τρÝλας που χτυπÜει τους ερημßτες Þ τους χαμÝνους σε νησιÜ ναυαγοýς. Κι η δικÞ του μοναξιÜ Þταν πιο παρÜξενη απü üλες εκεßνες.
ΑφουγκρÜστηκε εντατικÜ τους δυσοßωνους Þχους της αλλαγÞς μÝσα στα σωθικÜ του τÝρατος, και σε αστραπÞ διορατικüτητας κατÜλαβε τι σÞμαιναν. Στα νεκρÜ κορμιÜ των ΤιτÜνων που εßχα υποκýψει στις ατομικÝς βüμβες, οι επιστÞμονες εßχαν βρει την απÜντηση στο αßνιγμα πως τα πλÜσματα αυτÜ διÝσχιζαν το διÜστημα με βοÞθεια τερÜστιων πüρων, θυλÜκων αερßων που στο ζωντανü ζþο υφßσταντο εξαιρετικÜ μεγÜλες πιÝσεις και που θα μποροýσαν να τιναχτοýν Ýξω για να δþσουν þθηση στο τÝρας σαν αντιδραστÞρες. Η πυραυλικÞ προþθηση βÝβαια δεν Þταν καινοýριο φαινüμενο στη ζωολογßα: εßχε αναπτυχθεß πολλοýς αιþνες πριν την εμφÜνιση του ανθρþπου απü τις σουπιÝς και απü κεßνους τους παρÜξενους εκφυλισμÝνους  συγγενεßς των σπονδυλωτþν που λÝγονται χιτωνοφüρα εξαιτßας της φανταχτερÞς κυτταρινικÞς πλαστικÞς πανοπλßας τους...
     Το τÝρας που πÜνω του ο Γουεστüβερ εßχε ζÞσει σα παρÜσιτο, παρÞγε αÝρια στο σþμα του κι ετοιμαζüταν να φýγει απü τη κατεστραμμÝνη Γη. Αυτü Þταν το νüημα του γαργαντουανþν γουργουρητþν του. Και σÞμαιναν ακüμα üτι Ýπρεπε επιτÝλους να το εγκαταλεßψει -τþρα Þ ποτÝ- Þ να απογειωθεß μαζß του και να πεθÜνει απü ασφυξßα στη στρατüσφαιρα. Ο Üντρας σκαρφÜλωσε βιαστικÜ στη ψηλüτερη προεξοχÞ της ρÜχης και στÜθηκε να κοιτÜξει γýρω του. Αυτü που εßδε τον Ýφερε στο χεßλος της απüγνωσης. Γιατß ολüγυρα Ýβλεπε μüνο γαλÜζιο νερü, κýματα να χορεýουν και να αστρÜφτουν στο δροσερü αγÝρι. Και μυρßζοντας τον αÝρα αναγνþρισε την αλμýρα της θÜλασσας. Ενþ εκεßνος κοιμüταν, το τÝρας εßχε διασχßσει την ακτÞ και δροσιζüταν τþρα στα ρηχÜ - για κεßνο - σε βÜθος κÜπου πενÞντα Þ εκατü οργιÝς. ΠÝρα μακριÜ απü εκεß που εßχε Ýρθει, διÝκρινε Ýνα ακρωτÞρι ειρωνικÜ, απελπιστικÜ απüμακρο.
     ΦυσικÜ -το πελþριο τÝρας θα Ýμπαινε μÝσα στη θÜλασσα για να επιπλεýσει ο πρησμÝνος üγκος του και να μπορÝσει να επιταχυνθεß και να απογειωθεß. Δε θα μποροýσε ποτÝ να ανασηκωθεß στον αÝρα απü την ξηρÜ. Θα Ýπρεπε να το εßχε προβλÝψει αυτü και να εßχε δραπετεýσει Ýγκαιρα. Τþρα που εßχε λýσει το πρüβλημα της ανθρþπινης επιβßωσης... ΑλλÜ ο αστραφτερüς ωκεανüς γÝλαγε ειρωνικÜ, κυλþντας μακριÜ το Ýνα κýμα μετÜ το Üλλο, και πÝρα απü κεßνο το γαλÜζιο ακρωτÞρι, δεν θα υπÞρχε τßποτα παρÜ η ερημωμÝνη ξηρÜ, üπου Üνθρωποι μεταμορφωμÝνοι σε κτÞνη, πολεμοýσαν μανιασμÝνα για τα τελευταßα απομεινÜρια τροφÞς. Εßχε χÜσει το λογαριασμü των ημερþν που εßχε περÜσει πÜνω στη ρÜχη του τÝρατος, αλλÜ ο βιασμüς της Γης θα πρÝπει να εßχε τελειþσει πια. Δεν αμφÝβαλλε üτι τα πλÜσματα θα Ýφευγαν για το Ηλιακü Σýστημα üπως εßχαν Ýρθει - σε Ýνα σμÞνος που φαινüταν να οδηγεßται απü μια και μüνο βοýληση και που οι αστρονüμοι της Γης στην αρχÞ εßχαν νομßζει üτι Þταν κομÞτης. Αφοý Ýφευγε αυτü, δεν υπÞρχε αμφιβολßα üτι θα Ýφευγαν και τα υπüλοιπα.
     Ο Γουεστüβερ κÜθισε για λßγο κρατþντας το κεφÜλι του στα χÝρια και συνÝχισε να αφουγκρÜζεται τα μουρμουρητÜ. Και τüτε θυμÞθηκε τις φωνÝς. Τις εßχε ξανακοýσει ξυπνþντας -Þταν μακρινÝς, πνιχτÝς φωνÝς που δεν μποροýσε να ξεχωρßσει τα λüγια τους, üχι οι μικρÝς κοντινÝς φωνοýλες που καμιÜ φορÜ, τα ζεστÜ μεσημÝρια μßλαγαν καθαρÜ στο αυτß του και φþναζαν ακüμα και το üνομÜ του. ΑυτÝς οι τελευταßες Þτανε
παραισθÞσεις -ακüμα και τüτε τις εßχε αüριστα δεχτεß σα τÝτοιες- αλλÜ οι φωνÝς -με τη νÝα πνευματικÞ του διαýγεια Ýνιωσε ξαφνικÜ σßγουρος üτι υπÞρχανε πραγματικÜ. Κι Ýνα Üγριο , λευκü φως η ελπßδα Üστραψε μÝσα του κι Ýπεσε μπροýμυτα στην τραχεßα επιφÜνεια, κι Üρχισε να τη γρονθοκοπÜ και να φωνÜζει:
 -"ΒοÞθεια! Εδþ εßμαι! ΒοÞθεια!"

     ΣταμÜτησε να ακοýσει Üγρια Ýνταση, και το μüνο που Üκουσε Þταν τα πνιχτÜ ρεψßματα βαθιÜ μÝσα στο τÝρας. ¸πειτα πÞδηξε üρθιος κι Üρπαξε το τσεκοýρι του κι Ýτρεξε με κομμÝνη την ανÜσα στο μÝρος που εßχε σκÜψει για να φÜει. Οι πληγÝς που Üνοιγε εßχαν την τÜση να κλεßνουν και να θεραπεýονται κατÜ τη διÜρκεια της νýχτας. Τþρα Üρχισε να δουλεýει με μανιασμÝνα χτυπÞματα, πλαταßνοντας την τελευταßα τρýπα, πετσοκüβοντας και σχßζοντας ολοÝνα βαθýτερα. Εßχε βυθιστεß σχεδüν ολüκληρος μÝσα στη κοιλüτητα üταν μια σκιÜ Ýπεσε πÜνω του απü πßσω. Γýρισε απüτομα, γιατß δεν Þταν δυνατü να υπÜρχει σκιÜ πÜνω στη ρÜχη του τÝρατος. ¸νας Üντρας στεκüταν και τον παρατηροýσε Þρεμα -Ýνας ηλικιωμÝνος Üντρας με τριμμÝνα μαýρα ροýχα - στηριγμÝνος σε Ýνα μπαστοýνι. Η ρÜβδος, τα γÝνια, και μια φλüγα που σιγüκαιγε πßσω απü καλοσυνÜτα μÜτια, τον Ýκαναν να μοιÜζει με τους παλιοýς προφÞτες.
 -"Ποιος εßσαι;" ρþτησε ξÝπνοα ο Γουεστüβερ, σχεδüν δßχως Ýκπληξη.
 -"Εßμαι ο ΙεροκÞρυκας", εßπε ο γÝρος. "Ο Κýριος με Ýστειλε για να σε σþσω. ΣÞκω, τÝκνον μου, και ακολοýθησÝ με".
     Ο Γουεστüβερ δßστασε.
 -"ΜÞπως σε φαντÜζομαι μüνο;" παρακÜλεσε. "ΚÜποιος Üλλος βρÞκε στα αλÞθεια τη λýση;"

Τα φρýδια του ΙεροκÞρυκα Ýσμιξαν αδιüρατα, αλλÜ Ýπειτα το βλÝμμα του Üλλαξε σε καλοσυνÜτη κατανüηση.
 -"¸μεινες πολý καιρü μüνος. ¸λα μαζß μου, θα σε οδηγÞσω στο Γιατρü".

     Ο Γουεστüβερ δεν Þταν ακüμα βÝβαιος üτι ο Üλλος Þταν κÜτι περισσüτερο απü Ýνα φÜντασμα της παιδικÞς του ηλικßας -ο ΙεροκÞρυκας, ο Γιατρüς, επüμενος στη σειρÜ θα Þτανε σßγουρα ο ΔÜσκαλος- που εßχε Ýρθει να του κλÝψει και τα τελευταßα απομεινÜρια της λογικÞς. Κοýνησε üμως το κεφÜλι του με ýφος παιδιÜστικÞς υπακοÞς και τον ακολοýθησε. ¼ταν, μερικÝς εκατοντÜδες γιÜρδες πιο κοντÜ στο κεφÜλι του τÝρατος ο Üλλος σταμÜτησε σε μια μαýρη ρωγμÞ του ρυτιδιασμÝνου δÝρματος, στο στüμιο ενüς τοýνελ που κατÝβαινε στο απüλυτο σκοτÜδι -κατÜλαβε üτι και ο ΙεροκÞρυκας κι η δικÞ του τρελÞ ελπßδα Þταν πραγματικÜ γεγονüτα.
-"Εκεß κÜτω. Μες στη κοιλιÜ του ΛεβιÜθαν", εßπε ο γÝρος με επισημüτητα κι ο Γουεστüβερ τον ακολοýθησε, αυτÞ τη φορÜ με προθυμßα.
     Η κÜθοδος μÝσα στο στενü, συστρεφüμενο πÝρασμα Ýμοιαζε με Ýνα ταξßδι στην Κüλαση... Κι ακüμα περισσüτερο, η φαντασßα κανενüς δαιμονολüγου δε θα μποροýσε να τη συλλÜβει αν δεν εßχε ζÞσει ο ßδιος την ανεßπωτη φρßκη των μαλακþν λασπερþν τοιχωμÜτων που κÜθε
στιγμÞ Ýμοιαζαν να σφßγγονται για να τους παγιδÝψουν. Ο αÝρας Þταν ζεστüς και βρωμοýσε με τη γνþριμη βαριÜ γλυκερÞ μυρωδιÜ του Üχρωμου αßματος του τÝρατος... ¸πειτα, üπως το περßμενε, Ýνα φως Ýλαμψε μπρος τους, το πÝρασμα Ýγινε ευρýτερο κι ο Γουεστüβερ στÜθηκε üρθιος, λυμÝνα γüνατα, να κοιτÜ μια αßθουσα σκαμμÝνη μες στο αληθινü στομÜχι του ΛεβιÜθαν. Το δÜπεδο κÜτω απü τα πüδια του Þτο στÝρεο, üπως κι ο τοßχος που Üγγιξε με το τρεμÜμενο δÜχτυλü του. Στη ζÜλη του διÝκρινε εργαλεßα στηριγμÝνα στους τοßχους, φτυÜρια, λοστοýς, τσεκοýρια και πÝντε-Ýξι ανθρþπους, Üντρες και γυναßκες με τραχιÜ βρþμικα ροýχα που τον περιεργÜζονταν με ζωηρü ενδιαφÝρον.
     Ο ΙεροκÞρυκας στÜθηκε δßπλα του, κοντανασαßνοντας και σκουπßζοντας το μÝτωπü του. Με μια χειρονομßα üμως απÝκρουσε την ευλαβικÞ προθυμßα των Üλλων.
 -"¼χι, θα τον πÜω στο Γιατρü εγþ ο ßδιος. Εσεßς üλοι πρÝπει τþρα να βιαστεßτε για να κλεßσετε το Üνοιγμα".

     ΧρειÜστηκε να συρθοýν μÝσα απü Ýνα δεýτερο τοýνελ, αλλÜ εδþ τα τοιχþματα Þτανε στÝρεα üπως και του δωματßου που εßχαν αφÞσει πßσω τους. ΒγÞκαν σε μια πιο ευρýχωρη σπηλιÜ που üπως κι η πρþτη φωτιζüταν μüνο τþρα το ζαλισμÝνο του μυαλü συνειδητοποßησε πüσα απßθανα Þταν üλα αυτÜ -με λαμπτÞρες φθορßου, κι Þταν γεμÜτη με αστραφτερÜ γυÜλινα και μεταλλικÜ üργανα. ΠÜνω σε συσκευÞ με πολλοýς σωλÞνες που μÝσα τους Ýσταζαν υγρÜ, σα μηχÜνημα κλιματισμοý, Þταν σκυμμÝνος Ýνας Üντρας.
 -"Λειτουργεß;" ρþτησε ο ΙεροκÞρυκας.
 -"Λειτουργεß", απÜντησε ο Üλλος δßχως να τραβÞξει το βλÝμμα του απü το μηχÜνημα.
     Φυσαλßδες ανÝβαιναν στην επιφÜνεια του υγροý που γÝμιζε τους σωλÞνες, ανÝβαιναν κι Ýσπαγαν, ανÝβαιναν κι Ýσπαγαν, με μια παρÜξενη γοητευτικÞ μονοτονßα. Η γεμÜτη Ýνταση στÜση των δýο μυημÝνων Ýκανε τον Γουεστüβερ να καταλÜβει üτι κÜτι τρομαχτικÜ σημαντικü 
εξαρτιüταν απü την επιτυχßα του θαýματος που παρÞγαγε εκεßνες τις φυσαλßδες. Ο θαυματοποιüς ανασηκþθηκε, σκουπßζοντας τα χÝρια του στο παντελüνι του, καθþς στρÜφηκε με Ýνα χαμüγελο ικανοποßησης στο στρογγυλü πρüσωπü του -και τüτε κι εκεßνος κι ο Γουεστüβερ πÜγωσαν απü την Ýκπληξη της αναγνþρισης. Ο ΣÜττον συνÞλθε πρþτος.
 -"Καλωσüρισες στη κιβωτü, Μπιλ" εßπε Þρεμα. "Μüλις πρüλαβες -νομßζω απü στιγμÞ σε στιγμÞ σηκþνουμε Üγκυρα". Τα Ýξυπνα μÜτια του

μελÝτησαν το πρüσωπο του Γουεστüβερ κι Ýκανε μια χειρονομßα προς την κατεýθυνση ενüς κιβωτßου στον τοßχο απÝναντι απü τη συσκευÞ του.
 -"ΚÜθισε. Φαßνεσαι να πÝρασες πολλÜ".

 -"ΣωστÜ". Ο Γουεστüβερ κÜθισε ζαλισμÝνος. "Ζω üμως εδþ κι αρκετü καιρü στην κιβωτü σας. ΑλλÜ σαν εκτοπαρÜσιτο".
 -"Καιρüς Þταν να ενωθεßς με τα ενδοπαρÜσιτα. Ευτυχþς που σκÜλισες αρκετÜ βαθιÜ εκεß πÜνω þστε να δημιουργÞσεις κραδασμοýς εδþ κÜτω. Εßχες λοιπüν και εσý την ßδια ιδÝα";
 -"ΚατÜ τýχη", παραδÝχτηκε ο Γουεστüβερ. "Περιπλανιþμουνα σε üλη τη χþρα -το αεροπλÜνο μου Ýπεσε επιστρÝφοντας απü τη Νüτιο ΑμερικÞ, üπου εßχαμε πÜει να κυνηγÞσουμε Ýντομα. Εßχε οργανþσει την επιχεßρηση κÜποιος που εßχε επηρεαστεß απü τον Πüλεμο των Κüσμων του ΓουÝλς. Νομßζω üτι ο πιλüτος μου τρελÜθηκε. ¸βλεπες üλη την Ýκταση της καταστροφÞς απü εκεß πÜνω... Εγþ üμως δεν Ýπαθα τßποτα κι Üρχισα να περπατÜω - γυρεýοντας κÜποιο μÝρος με ανθρþπους κι εργαστÞρια για να μπορÝσω να δοκιμÜσω τη μÝθοδο που εßχα σκεφτεß για την καταστροφÞ των τερÜτων. Νüμιζα -ακüμα το νομßζω- üτι Ýχω ανακαλýψει Ýναν αλÜνθαστο τρüπο για να σκοτþσουμε".
     Ο ΣÜττον κοýνησε σκεφτικÜ το κεφÜλι.
 -"¹ταν πολý αργÜ - Þ πολý νωρßς, ßσως. Αυτü θα πρÝπει να το κουβεντιÜσουμε".

     Ο Γουεστüβερ τÝλειωσε τη σýντομη εξιστüρησÞ του για το πως κατÜληξε να ζει στη ρÜχη του τÝρατος. Ο Üλλος χαμογελοýσε ευτυχισμÝνα.
 -"Εσý Üρχισες με την εφαρμογÞ, ενþ εγþ ανακÜλυψα πρþτα τη θεωρßα".

 "Δεν Ýχω προχωρÞσει και πολý στη θεωρßα", εßπε ο Γουεστüβερ, "αλλÜ νομßζω üτι την Ýχω συλλÜβει σε γενικÝς γραμμÝς. ΜÝχρι να Ýρθουν τα τÝρατα, ο Üνθρωπος Þταν Ýνα παρÜσιτο πÜνω στη Γη. ΒασικÜ, ο παρασιτισμüς -πÜνω στα πρÜσινα φυτÜ και τα προúüντα τους- Þταν ο τρüπος ζωÞς μας, üπως κι üλων των ζþων απü την αρχÞ. ΑλλÜ τα τÝρατα αφομοßωσαν μÝσα τους üλη τη φυτικÞ τροφÞ, ακüμα και τις οργανικÝς ουσßες του εδÜφους. Κι Ýτσι δεν υπÜρχει παρÜ μüνο μια λýση - να μεταφÝρουμε τον παρασιτισμü μας στη μοναδικÞ πηγÞ τροφÞς που Ýχει απομεßνει -στα ßδια τα τÝρατα. Τα τÝρατα παραλßγο να μας νικÞσουν, γιατß Ýχουν δυο ειδικÜ πλεονεκτÞματα προσαρμογÞς -το πελþριο μÝγεθüς τους και την ικανüτητα να διασχßζουν το διÜστημα. Ο Üνθρωπος üμως πÜντοτε κÝρδιζε τη μÜχη των προσαρμογþν, γιατß μποροýσε να αυτοσχεδιÜσει καινοýριες ανÜλογα με τις ανÜγκες που παρουσιÜζονταν. Η μεγαλýτερη κρßση που αντιμετþπισε ποτÝ η ανθρωπüτητα απαßτησε την πιο ριζικÞ καινοτομßα στον τομÝα της ζωÞς μας".
 -"Το 'θεσες πολý ωραßα", επιδοκßμασε ο ΣÜττον. "Μüνο που το κÜνεις να φαßνεται εýκολο. ΜÝχρι να φτÜσω κι εγþ σε αυτü το σημεßο, υπÞρχε τÝτοια αναστÜτωση που αντιμετþπισα τρομακτικÝς δυσκολßες για να βÜλω σε εφαρμογÞ την ιδÝα μου. Οι μüνοι που μπüρεσα να βρω για να με βοηθÞσουν Þταν ο ΙεροκÞρυκας κι ο λαüς του. ¸χουνε πßστη που μετακινεß βουνÜ, και που Ýκανε αυτü το αυτομετακινοýμενο βουνü κατοικÞσιμο".
 -"Εßναι λοιπüν κατοικÞσιμο;" Η ερþτηση του Γουεστüβερ Þταν καθαρÜ ρητορικÞ. Ο ΣÜττον Ýδειξε το μηχÜνημα με τις φυσαλßδες δßπλα του. "Αυτü το πρÜγμα κατασκευÜζει τþρα αÝρα, που θα τον χρειαστοýμε üταν το τÝρας βρεθεß στο διÜστημα. ¼ταν ψÜχναμε για κÜποιο δηλητÞριο που θα σκüτωνε τα τÝρατα, βρÞκα τυχαßα τον καταλýτη που κÜνει το αßμα τους να αποβÜλλει το οξυγüνο του -το αßμα του εßναι αυτü που βλÝπεις να ρÝει μÝσα απü τα φßλτρα. ¸χουμε μια ηλεκτρικÞ γεννÞτρια που λειτουργεß με τη πßεση των εσωτερικþν αερßων του τÝρατος. ¸χουμε να λýσουμε ακüμα πολλÜ προβλÞματα πριν γßνουμε αυτÜρκεις εδþ μÝσα -αλλÜ το τÝρας μας μοιÜζει τüσο στη βασικÞ του κατασκευÞ που το σþμα του περιÝχει üλες τις ουσßες που χρειÜζεται κι η ανθρþπινη ζωÞ".
 -"Τüτε", ο Γουεστüβερ Ýριξε γýρω του μια ματιÜ γεμÜτη θαυμασμü, "φαßνεται üτι ο κυριüτερος κßνδυνος εßναι η κλειστοφοβßα".
 -"Μην ανησυχεßς. Η σπηλιÜ δεν πρüκειται να καταρρεýσει. Περιστοιχιζüμαστε απü στÝρεους κυστοειδεßς ιστοýς. ΑλλÜ", κι ο τüνος του ΣÜττον Ýγινε σοβαρüτερος "ßσως υπÜρχουν Üλλοι ψυχολογικοß κßνδυνοι. Δε νομßζω üτι üλοι οι επιβÜτες μας -εßμαστε πενÞντα Ýνας, πενÞντα δýο τþρα- Ýχουν ακüμα συνειδητοποιÞσει üτι αυτÞ η αποικßα δεν εßναι απλÜ μια προσωρινÞ λýση. Η ανθρþπινη ιστορßα Ýχει να γνωρßσει τÝτοια καμπÞ απü τüτε που οι Üνθρωποι Üρχισαν για πρþτη φορÜ να πελεκÜνε τις πÝτρες. Ο Mensch Als Raubtier του ΣπÝνγκλερ -αν υπÞρξε ποτÝ- θα πρÝπει να αντικατασταθεß απü τον Mensch Als Schmarotzer κι η προσαρμογÞ μπορεß να εßναι δýσκολη. ΠρÝπει να καταστρþσουμε την υπüλοιπη ζωÞ μας -και τη ζωÞ των παιδιþν μας και των παιδιþν των παιδιþν μας- σαν παρÜσιτα μÝσα σε αυτü το τÝρας κι üποια Üλλα μπορÝσουμε να μολýνουμε, üταν συγκεντρωθοýν και πÜλι üλα μαζß στο διÜστημα".
 -"Για το μÝλλον" διÝκοψε ο ΙεροκÞρυκας που παρακολουθοýσε καλοσυνÜτα τη συζÞτηση των δýο βιολüγων, "θα φροντßσει ο Κýριος, üπως φρüντισε και για τον ΙωνÜ üταν εκεßνος ζÞτησε τη βοÞθεια του μÝσα απü τη κοιλιÜ της φÜλαινας".
 -"ΑμÞν", συμφþνησε ο ΣÜττον. ΑλλÜ το βλÝμμα που Ýριξε στον Γουεστüβερ Þτανε παρÜξενα ανÞσυχο. "Μιλþντας για το μÝλλον σκÝφτηκα την ιδÝα που ανÝφερες -το σχÝδιü σου για να σκοτþσουμε τα τÝρατα".
     Ο Γουεστüβερ Ýτριψε Üθελα τα χÝρια του, σαν Üνθρωπος που εßχε μεßνει αναγκαστικÜ Üπραγος για πολý καιρü. Με σýντομες, κοφτÝς φρÜσεις εξÞγησε στον ΣÜττον το σχÝδιο που τον Ýκαιγε τον καιρü των πικρþν περιπλανÞσεþν του πÜνω στην ερειπωμÝνη χþρα. Θα Þταν
πολý εýκολο να το πραγματοποιÞσουν με την πλεονεκτικÞ θÝση του ενδοπαρασßτου, απομονþνοντας απλÜ για πολý καιρü κÜποια ισχυρÞ Ýκκριση -ορμüνες, Ýνζυμα Þ κÜτι παρüμοιο, απü το αßμα του πλÜσματος, þστε να το σκοτþσει üταν θα ξανÜμπαινε απüτομα στον οργανισμü του.
 -"Στην αρχÞ σκÝφτηκα üτι θα μποροýσαμε να Ýχουμε τα ßδια αποτελÝσματα με τη σýνθεση -αλλÜ Ýτσι θα εßναι πολý πιο απλü".

 -"¼μορφο κι απλü". Ο ΣÜττον χαμογÝλασε στραβÜ. "Τüσο πολý που μακÜρι να μην το εßχες σκεφτεß ποτÝ".
     Ο Γουεστüβερ τον κοßταξε Ýκπληκτος.
 -"Γιατß;"

 -"Τüσην þρα που μου περιÝγραφες το σχÝδιü σου, Þσουνα τüσο ενθουσιασμÝνος που φαινüσουνα σχεδüν Ýτοιμος να το εφαρμüσεις τþρα αμÝσως".
 -"¼χι! Καταλαβαßνω βÝβαια -δηλαδÞ βλÝπω τι εννοεßς- νομßζω".
     Ο Γουεστüβερ κατσοýφιασε. Ο ΣÜττον χαμογÝλασε αδιüρατα.

 -"Ναι, Μπιλ, νομßζω üτι καταλαβαßνει. Για να επιζÞσουμε, θα πρÝπει να εßμαστε καλÜ παρÜσιτα. Αυτü σημαßνει πρþτα-πρþτα για τις επüμενες γενιÝς, üτι θα κρατÜμε τον αριθμü μας περιορισμÝνο. ¸να καλü παρÜσιτο δεν καταστρÝφει, οýτε καν κουρÜζει το ζþο που το τρÝφει. Δεν θÝλουμε να ακολουθÞσουμε το θλιβερü παρÜδειγμα των ειδþν που απÝτυχαν, üπως τα Ýντομα της βουβωνικÞς πανþλης Þ του τυφοειδοýς πυρετοý. Καλýτερα να ακολουθÞσουμε το παρÜδειγμα της ταπεινÞς ταινßας. Η ιδÝα σου εßναι επικßνδυνη για τον ßδιο λüγο. Τα τÝρατα θα πρÝπει να περνÜνε χιλιÜδες χρüνια στο διαστρικü διÜστημα. ¼λο αυτü τον καιρü θα ζουν αποκλειστικÜ απü το λßπος τους -τα καýσιμα που αποθÞκευσαν στη Γη- κι εμεßς θα κÜνουμε το ßδιο. ¸χουμε μπροστÜ μας μια ολüκληρη καινοýρια ιστορßα του ανθρþπου με συνθÞκες τüσο αλλαγμÝνες που δεν μποροýμε οýτε καν να προβλÝψουμε το δρüμο που θα πÜρει. ΥπÜρχει πολý μεγÜλος κßνδυνος οι Üνθρωποι να πολλαπλασιαστοýν τüσο πολý που θα σκοτþσουν τα τÝρατα. ΦαντÜσου üμως Ýναν αγþνα για Lebensraum üταν ο μüνος ζωτικüς χþρος που υπÜρχει εßναι μερικÝς χιλιÜδες τÝρατα που το καθÝνα τους μπορεß να θρÝψει Ýνα πολý περιορισμÝνο αριθμü ανθρþπων -κι η μÝθοδüς σου εßναι Ýνας εýκολος τρüπος να καταστρÝψουμε αυτοýς τους μικροýς κüσμους που θα κατοικÞσουν οι απüγονοß μας. Η ιδÝα σου εßναι σωστüς δυναμßτης, πολý επικßνδυνη για να τη κρατÞσουμε μÝσα στο σπßτι".
     Ο Γουεστüβερ Ýσκυψε το κεφÜλι, αλλÜ εßχε παρατηρÞσει μια παρÜξενη λÜμψη προσδοκßας στο βλÝμμα του ΣÜττον καθþς μιλοýσε. ΣκÝφτηκε για λßγο, και το πρüσωπü του Üνοιξε.
 -"Θα μποροýσαμε ßσως να βροýμε κÜποιο τρüπο να καταγρÜψουμε την ιδÝα μου, Ýνα τρüπο που δε θα μπορεß να τον καταλÜβει κÜποιος αν δεν εßναι αρκετÜ Ýξυπνος þστε να ξÝρει πüτε θα πρÝπει να τη χρησιμοποιÞσει. ¸να αßνιγμα για τους απογüνους μας -που θα τους φανεß πολý χρÞσιμο κÜποια μÝρα".

     ΕπιτÝλους ο ΣÜττον χαμογÝλασε.
 -"¸τσι μπρÜβο. ΒλÝπω üτι τα σκÝφτηκες üλα, μÝχρι το τÝλος... ΑυτÞ η φÜση της ιστορßας μας δεν θα διαρκÝσει αιþνια. ΚÜποτε τα τÝρατα θα φτÜσουνε σε Ýναν Üλλο πλανÞτη που δε θα διαφÝρει πÜρα πολý απü τη Γη, γιατß τÝτοιοι κüσμοι εßναι η βορÜ τους. Μια ταινßα μπορεß να διασχßσει της Ýρημο της ΣαχÜρας μÝσα στο Ýντερο μιας καμÞλας -"

     Η φωνÞ του πνßγηκε μÝσα σε Ýνα μεγÜλο σφυριχτü βρυχηθμü. Μια ακαταμÜχητη πßεση παραμüρφωσε τα τοιχþματα της σπηλιÜς κι Ýριξε κÜτω τους τρεις Üντρες. Ο ΣÜττον παραπÜτησε μεθυσμÝνα και προχþρησε με κüπο μÝχρι τα πολýτιμα üργανα του για να τα προστατεýσει. Γýρισε προς τους Üλλους, πασχßζοντας να κρατÞσει την ισορροπßα του, και φωνÜζοντας κÜτι. Κι Ýπειτα, βλÝποντας üτι ο κεραυνüς σκÝπαζε τα λüγια του, Ýκανε μια χειρονομßα προς τη Γη που εγκατÝλειπαν.
     ¹ταν Ýνας αποχαιρετισμüς μισολυπημÝνος, μισοθριαμβευτικüς.
______________________________________________

Abernathy Robert
Strange Exodus (1950)

 

 

Web Design: Granma - Web Hosting: Greek Servers