Απόψε
Κοίτα Ψυχή μου άγρια πάντα το σκοτάδι,
μην αποστρέφεις απ' τα βάραθρα το βλέμμα,
βυθίσου μες στη λάμψη των ψυχών και το αίμα,
με λάσπη κι αίμα φτιάχνει η Μοίρα το υφάδι.
Σεισμούς γεμάτο και φωτιές αυτό το βράδυ·
γίνε η κατεύθυνση -η κοίτη για το ρέμα
της λάβας το ασυγκράτητο- και μ' ένα γνέμα
σύγκορμο κίνησε το ανθρώπινο κοπάδι.
Ψυχή μου πάντα άγρια, τον κόσμο μέτρα,
στη μήτρα του ηφαιστείου βύθισε το σπέρμα
και φτιάξε στίχους από σίδερο και πέτρα·
ορμή μου αδίστακτη, εκεί 'ναι το τέρμα·
τη λευτεριά σου άδραξε· και στη φωτιά της
απόψε ποιητής και αύριο επαναστάτης!
Στη Ναταλία
Πολεμιστής, μπροστά στον πόνο γονατίζω·
μπροστά στον βράχο τον ασύντριφτο σωπαίνω·
τη σκέψη μου στα μαύρα έγκατα βυθίζω
και βλέπω, Κόρη, να φιλάς τον Ματωμένο.
Και λες: "Το πρόσωπό του πάντα ψηλαφίζω
και στον αέρα της νυχτιάς τον ανασαίνω
τον 'Αγγελο του Έρωτα και πάλι σφύζω
απ' της Αγάπης τον παλμό τον μακρυσμένο".
Κι εγώ στην πέτρα κάποιος πάντα που σκαλίζει
το οργισμένο της Αγάπης σου το κύμα
καθώς ξεσπά και υψώνεται και αφρίζει
στο πάντα αταίριαστο για τις Αγάπες μνήμα...
... Σιωπή... Μια θέρμη απλώνεται -και σε καλύπτει-
από την αδιαπέραστη της Μοίρας κρύπτη...
Το Βλέμμα Που Ανταλλάξαμε
To βλέμμα που ανταλλάξαμε
μες στη σιωπή
και που φωτιά δεν πήρε
και δεν έγινε φιλί
κι από τη μνήμη σου έσβησε
κι έκανα λέξη στο χαρτί
πύρινος στέκει επάνω μας
κριτής μας γιατί ζει·
θα φύγεις θα χαθώ
ποιος ξέρει ποια στιγμή
μα είναι γραφτό στην κόλαση
να σμίξουμε φρικτοί
μια παγωμένη κόλαση
χτισμένη από σιωπή·
θα σε κοιτάζω αιώνια
θα με κοιτάς κι εσύ
και θα 'μαι δίχως γλώσσα
και θα 'σαι δίχως ακοή
τόσο κοντά και όμως
για πάντα οι μακρινοί
γιατί κι οι δυο μας ένοχοι
κι οι δυο αμαρτωλοί
Εγώ γιατί σε ντράπηκα
γιατί φοβήθηκες Εσύ.
Στίχοι Γυμνοί Που Το Γυμνό Σου Δείχνουν Σώμα
Στίχοι γυμνοί που το γυμνό σου δείχνουν σώμα
και που αν τους φωνάξεις, λες, θα κοκκινίσεις·
"κάνε", ζητάς, "λιγότερο πυρό το χρώμα,
εκτεθειμένο το κορμί μου μην αφήσεις.
Υπάρχει κάτι εκεί που καίει και ξεσχίζει,
κάτι που θα 'θελα γοργά να το ξεχάσω·
κάτι σαν τέρας που κινείται και μουγκρίζει.
Τους στίχους σου ψιθυριστά θα τους διαβάσω".
(Τους στίχους μου δεν τους αντέχουνε τα χείλη;
Να τους φωνάξει δεν τολμά κανένα στόμα;
Ευλογημένη νύχτα εσύ, ακριβή μου φίλη,
τα ψιθυρίσματα δεν τα έμαθα ακόμα).
Και να τους ψιθυρίσεις όμως -δεν αλλάζει
τίποτα· ετούτο το κορμί δεν παίρνει ντύμα·
λύκος ο άνεμος εκεί πάντα θα ουρλιάζει
και πάντα πύρινο θα υψώνεται το κύμα.
Βαγδάτη 1207 μ.Χ.
'Αψογη είσαι·
την ομορφιά σου ομολογούν οι ομορφότερες,
μπροστά σου γονατίζουν οι ανδρείοι·
Ατίμητο στολίδι της Βαγδάτης,
της Περσίας μονάκριβο καύχημα
σε αποκαλούν οι ποιητές
και ο σύζυγός σου υπερήφανος
ευφραίνεται με τα δίκαια λόγια του Σουλτάνου -
"Δεν υπάρχει άλλη γυναίκα σαν κι αυτήν,
την ομορφιά της που λάμπει
ξεπερνά μόνον η τιμιότητά της που αστράφτει·
τυχερός ο άνδρας που την ορίζει".
Όμως εγώ -που από μπρος σου πέρασα-
σε κοίταξα
και σ' έχω κάνει ν' αναρωτιέσαι.
Χωρίς Τίτλο
Φίλε μου Φίλε μου
βλέπω στα μάτια σου την έχθρα που ανάβει
λόγια πικρά κι εσύ απόμερα ετοιμάζεις
καρφιά σ' έναν αόρατο σταυρό·
εχθρούς
εχθρούς μού κέρδισαν οι στίχοι
λόγια ερπετά
οι περήφανοι ρυθμοί.
Ποίηση που μου αύξησες τη φτώχεια
που μου πολλαπλασίασες τη μοναξιά
να 'ξερες πόσο φως μού έχεις κοστίσει
αφού στο μαύρο μόνο
καταδέχεσαι να ανθείς.
Πόσες Φορές Ξανά Και Ξανά Φιλημένη
Πόσες φορές ξανά και ξανά φιλημένη
πόσες φορές ξανά και ξανά ποθητή.
Κι εσύ μου δίνεσαι
με την αφέλεια όλη της άνοιξης
τη θριαμβεύουσα ανθοφορία της
γεμάτη υποσχέσεις για καρπούς.
Κι εγώ εδώ να προσπαθώ
κάθε έρωτα που προηγήθηκε να σβήσω
κάθε φιλί και χάδι που σε είχε.
Να σε κερδίσω απ' την αρχή
κι ολόκληρη·
ν' αλώσω κάθε μνήμη
στο τώρα στο μετά στο πριν
παρθένα του φιλιού μου να σε κάνω.