Βιογραφικü
Η Αικατερßνη ΓκριτζÜπη γεννÞθηκε στην ΑθÞνα με ρßζες απü το ΚαρπενÞσι (μητÝρα) και τη ΛειβαδιÜ (πατÝρας), ζει κι εργÜζεται στο κλεινüν Üστυ και γρÜφει για χüμπυ. Αλλ' ας την αφÞσουμε να μας μιλÞσει η ßδια για τον εαυτü της:
...Μια φορÜ κι Ýνα καιρü Þταν Ýνα μικρü κοριτσÜκι. ¹ταν σαν Üγγελος. Ξανθü γλυκü με κÜτι τερÜστια μπλε μÜτια. Ο θεοýλης το Ýστειλε στη γη για να δει να μÜθει και να γßνει μÜλλον καλüς Üνθρωπος. ΑλλÜ δεν του το εßπε. Το Ýστειλε Ýχοντας σβÞσει τις μνÞμες του απü το αüρατο. Το κοριτσÜκι μεγÜλωνε και μÜλιστα κÜτω απü δýσκολες συνθÞκες γιατß Ýπρεπε να βιþσει πρÜγματα απü αυτÞ τη ζωÞ αλλÜ βαθιÜ μÝσα του Ýνοιωθε üτι εßναι Ýνα διαφορετικü πλÜσμα. Χωρßς να ξÝρει το γιατß. ¸βλεπε την καλοσýνη αλλÜ και την κακßα των ανθρþπων. Τη διαφορετικüτητα του καθενüς και τη δικιÜ του και πως αυτü επηρεÜζει τις ζωÝς των Üλλων. Πüσον αλληλÝνδετα εßναι üλα. ΠÝρασε ο καιρüς και το κοριτσÜκι Ýγινε μια γλυκειÜ μελαχροινÞ πια κοπÝλα (μÜλλον τα ξανθÜ της τα μαλλÜκια Üρχισαν να σκουραßνουν üσο ξεθþριαζε η αθþοτητα που εßχε üταν Þρθε στη γη) η οποßα παρüλο που Ýζησε τüσα σκληρÜ πρÜγματα δεν το Ýβαζε κÜτω. ¹ξερε üτι Ýχει Ýνα σκοπü κι Ýψαχνε να τον βρει. ΣÞμερα που μιλÜμε Ýχει χÜσει πολλÜ, Ýχει κερδßσει Üλλα τüσα και νομßζει üτι τα καταφÝρνει αρκετÜ καλÜ, αλλÜ θÝλει ακüμη πολλÞ δουλειÜ και προσπÜθεια για να γßνει Üρτιος και καθαρüς Üνθρωπος þστε να μπορÝσει üταν Ýρθει η þρα, να επιστρÝψει απαστρÜπτουσα εκεß που ανÞκει...
======================
AλÝξης
ΚÜποια στιγμÞ "κουρÜζεσαι" απü τις εντυπþσεις που αφÞνει πÜνω σου ο χρüνος. Κι Ýρχεται η στιγμÞ που πρÝπει να αποχωριστεßς πρÜγματα αγαπημÝνα. ΠρÜγματα αγαπημÝνα üπως αυτü το σπßτι που σου Ýχει δþσει τüσες ευτυχισμÝνες στιγμÝς. ¹ταν το καταφýγιο της üλα αυτÜ τα χρüνια της δυστυχßας της. ΑυτÞ η φωλιÜ την εßχε βοηθÞσει να ανταπεξÝλθει στις τüσο δýσκολες στιγμÝς της ζωÞς της. ΑλλÜ γι´αυτüν τα πÜντα. Του το χρωστοýσε.
¹ταν ΣÜββατο πρωß. ¸να συνηθισμÝνο ανοιξιÜτικο πρωινü το οποßο της ξυπνοýσε παρüλα αυτÜ, φοβερÜ Ýντονες αναμνÞσεις τις οποßες εßχε φροντßσει τüσα χρüνια να κρýψει καλÜ. ¼λα αυτÜ τα γεγονüτα üμως την εßχαν αναστατþσει κι Ýφεραν στην επιφÜνεια üλα αυτÜ τα ξεχασμÝνα (νüμιζε) συναισθÞματα. ¢φησε το βλÝμμα της να ατενßσει στις δροσοσταλßδες που κρÝμονταν στις βελüνες του πεýκου που στüλιζε το μπαλκüνι της και το μυαλü της να γυρßσει 10 χρüνια πßσω. Πßσω στα πιο ευτυχισμÝνα χρüνια της ζωÞς της. Στη ξÝγνοιαστη ηλικßα των 25 χρüνων. ΞÝγνοιαστη ναι. Δεν πÝρναγε ποτÝ απü το μυαλü της τι της επιφýλασσε το μÝλλον. ¸να μÝλλον λαμπρü σýμφωνα με τα μÝχρι τüτε δεδομÝνα. Τüτε Þταν που εμφανßστηκε στη ζωÞ της ο ΑλÝξης.
Η ΚÝρκυρα τüτε μπορεß να εßχε πολý κüσμο, ξÝνο κüσμο, τουρισμü αλλÜ για τους ντüπιους δεν Þταν παρÜ Ýνα χωριü. Μια μικρÞ κοινωνßα που üλοι Þταν μια οικογÝνεια και τα νÝα διαδßδονταν γρÞγορα. Ο ΑλÝξης νÝος 30 ετþν, Üντρας ωριμüτατος για την ηλικßα του αλλÜ κυρßως πολý μορφωμÝνος. Ο ιδανικüς γαμπρüς τουλÜχιστον για τις μανÜδες που εßχαν κορßτσια της "παντρειÜς". Τον εßχαν στο μÜτι τα μισÜ σπßτια του χωριοý. Η ΜαριÜννα εκτüς απü το γεγονüς üτι εßχε πολý προοδευτικÜ μυαλÜ για την ηλικßα της εßχε θÝσει κι Üλλες προτεραιüτητες στη ζωÞ της. Εκτüς απü üλα αυτÜ θεωροýσε üτι γινüταν πολý χαμüς για το τßποτα. "ΣιγÜ, ποιüς εßναι εξÜλλου αυτüς ο κýριος ΑλÝξης απü την ΑθÞνα που Þρθε να αναστατþσει τη Þσυχη ζωÞ του χωριοý μας;" σκÝφτηκε.
¼λα αυτÜ üμως μÝχρι που Þρθαν πρüσωπο με πρüσωπο. Μüλις τον αντßκρυσε λες και χÜθηκε üλος ο κüσμος απü μπροστÜ της. Στεκüταν απÝναντι του σα χαζÞ Ýχοντας χÜσει τα λüγια της και το χρþμα της. Δεν περßμενε ποτÝ üτι θα Ýχανε τα μυαλÜ της κι οýτε περßμενε üτι θα γýριζε αυτüς ποτÝ üποιος και να Þταν να την κοιτÜξει. ΜετÜ που το καλοσκÝφτηκε üτι εßχε πει στον εαυτü της μÝχρι τüτε, εßχε και μια δüση κακßας λüγω ζÞλειας απÝναντι στις Üλλες κοπÝλες. Να üμως που τþρα αυτüς στεκüταν απÝναντι της. Της μßλησε. ΑλλÜ κυρßως τη διαπÝρασε με το βλÝμμα του. Αυτü το βλÝμμα που ακüμα και σÞμερα üταν το σκÝφτεται την πιÜνει Ýνα ρßγος. ΚÜποια στιγμÞ κατÜφερε να αρθρþσει κÜποιες κουβÝντες πολý απρüσωπες θÝλοντας να ανοßξει η γη να την καταπιεß και κοßταξε να απομακρυνθεß üσο πιο γρÞγορα γινüτανε με σκοπü üμως να επανÝλθει πιο θαρραλÝα.
ΞανασυναντηθÞκανε μια εβδομÜδα αργüτερα στο πÜρτυ της εξαδÝλφης της η οποßα εßχε βÜλει τον ΑλÝξη στο μÜτι και της εκθεßαζε τα προσüντα του, üχι μüνο της εκπαßδευσης αλλÜ και τα σωματικÜ:
-"Τι να σου πω ΜαριÜννα μου; Ψηλüς, μελαχροινüς, αθλητικüς κι αυτÜ τα μÜτια του… τα πρüσεξες τα μÜτια του";
-"Ε.. üχι..." απÜντησε αδιÜφορα αντιλαμβανüμενη τη ψεýτικη αδιαφορßα που Ýδειξε αλλÜ και το ταυτüχρονο φοýντωμα που Ýνοιωσε μüλις το θυμÞθηκε.
Το ßδιο βρÜδυ προσπÜθησε να του αντισταθεß üταν Þρθε να τη χαιρετÞσει αλλÜ παρüλα αυτÜ την υπνþτισε. Μπüρεσε üμως να ξεφýγει πιο εýκολα αυτÞ τη φορÜ και να πÜρει λßγο το πÜνω χÝρι. Αυτü που ανακÜλυπτε με Ýκπληξη Þταν üτι εßχαν πÝσει πÜνω του üλες σαν τα κορÜκια. ¼λες οι κοπÝλες του χωριοý. ΑλλÜ αυτüς για Ýνα ανεξÞγητο λüγο, εßχε αποφασßσει να πολιορκÞσει εκεßνη, τη ΜαριÜννα. Το εßχε η τýχη της. Οι μÝρες περνοýσαν κι ο ΑλÝξης την πολιορκοýσε με Ýνα τρüπο τüσο ευγενικü, τüσο λεπτü, χωρßς να δßνει δικαιþματα σε κανÝνα και χωρßς να αφÞνει καμμßα μÜνα απογοητευμÝνη για τη μοναχοκüρη της þστε να της επιτρÝψει να χýσει το φαρμÜκι της απü ζÞλεια για τη ΜαριÜννα. Η αντßσταση της λßγο-λßγο με τον καιρü μαλÜκωνε þσπου τελικÜ ενÝδωσε στη γοητεßα του, ενÝκυψε στη θÝληση του ξεχνþντας üτι η μÜνα της την εßχε τÜξει σε μεγαλÝμπορα.
¸ζησε με τον ΑλÝξη τις πιο ευτυχισμÝνες μÝρες της ζωÞς της. Αυτü εßναι το μüνο σßγουρο. Ναι! τις πιο ευτυχισμÝνες μÝρες της ζωÞς της. Αυτü Ýχει να το λεει. Δεν εßχε δει Üλλη ευτυχßα στη ζωÞ της μÝχρι σÞμερα που τον ξανασυνÜντησε για να τις ξυπνÞσει üλες αυτÝς τις ξεχασμÝνες μνÞμες. ΘυμÜται τι εßχε γßνει üταν ο ΑλÝξης Þρθε να τη ζητÞσει σε γÜμο κι η μÜνα της του πÝταξε κατÜμουτρα πως η ΜαριÜννα εßναι ταγμÝνη αλλοý. Ακοýς εκεß ταγμÝνη αλλοý!!! Λες κι Þταν κανÝνα αντικεßμενο τÜμα στην Παναγßα της ΤÞνου. ¸ξαλλος Ýγινε και οι τρüποι του δεν του επιτρÝπανε να φερθεß κι αναλüγως για να ξεσπÜσει. ΦυσικÜ üταν η κυρÜ-Σοýλα επÝσπευσε τους γÜμους της ΜαριÜννας με το χοντρü γÝρο της αρεσκεßας της και βλÝποντÜς τη να μαραζþνει μÝρα τη μÝρα, πÞρε τη μεγÜλη απüφαση για το χατÞρι και των δýο.
¼ταν η ΜαριÜννα Ýμαθε τους αρραβþνες του ΑλÝξη με την εξαδÝλφη της Ýμεινε Üφωνη. Στην αρχÞ εκτüς απü τις λιποθυμßες, τις ανορεξßες και το γεγονüς του üτι Ýκανε να τη δει ο Ýξω κüσμος καμμιÜ βδομÜδα Ýνοιωθε φοβερÜ προδομÝνη. Παρüλο που ο ΑλÝξης Ýκανε üτι πÝρναγε απü το χÝρι του, διακριτικÜ πÜντα, για να τη συναντÞσει δεν τα κατÜφερε. Ο χρüνος üμως κατÜφερε να τις φÝρει λογικÝς σκÝψεις στο μυαλü. "Στο κÜτω-κÜτω της γραφÞς τß φταιει ο ΑλÝξης αν η μÜνα μου εßναι ξεροκÝφαλη κι εγþ δεν εßχα το σθÝνος να αντισταθþ στη θÝληση της";
Η μοιραßα μÝρα Ýφτασε: Ο γÜμος της εξαδÝλφης. ¸φτασε στην εκκλησßα με κομμÝνα τα πüδια. Οýτε η ßδια δεν ξÝρει πως τα κατÜφερε να κρατηθεß στη διÜρκεια του μυστηρßου και να μη καταρρεýσει, να γßνει ρεζßλι. ΜετÜ το γÜμο στο σπßτι την πλησßασε ο ΑλÝξης και μη μπορþντας να τον αποφýγει, üχι για λüγους κακßας αυτÞ τη φορÜ, αλλÜ γιατß δεν μποροýσε üπως πÜντα να του αντισταθεß, αρχßσανε να μιλÜνε. Εκεß της πÝφτει η κεραμßδα:
-"¹ταν ο μüνος τρüπος ΜαριÜννα για να τα καταφÝρω να εßμαι κοντÜ σου. Να εßμαι δßπλα σου χωρßς να δημιουργηθεß σκÜνδαλο. Να αναπνÝω τον αÝρα που αναπνÝεις. Να μπορþ να σε βλÝπω. Δεν θα το Üντεχα να σε χÜσω".
-"Μα ΑλÝξη..." κατÜφερε να αρθρþσει κατÜχλωμη "με Ýχασες üταν η μÜνα μου αρνÞθηκε να γßνω δικÞ σου κι εγþ δεν αντιστÜθηκα στη θÝληση της".
-"Μα τß μποροýσες να κÜνεις ΜαριÜννα; Να λερþσεις την τιμÞ σου και να εßσαι διωγμÝνη απü την κοινÞ γνþμη του τüπου που μεγÜλωσες; Δεν θα μποροýσες να το αντÝξεις αυτü κι οýτε εγþ θα μποροýσα να το επιτρÝψω".
-"Αντßο ΑλÝξη"!
-"Αντßο ΜαριÜννα"!
Αυτü το αντßο κρÜτησε 10 ολüκληρα μαρτυρικÜ χρüνια για τη ΜαριÜννα. ¸να αντßο χωρßς να επικοινωνÞσουν οýτε μια φορÜ. ΑλλÜ η σκÝψη του και μüνο την Üφηνε πολλÝς νýχτες Üγρυπνη. Η σκÝψη του ΑλÝξη κι η σκÝψη του γουρουνιοý που εßχε πÜρει για Üντρα της. Δεν τον Üντεχε. ¼σο πÝρναγαν τα χρüνια η ζωÞ της γινüταν üλο και πιο ανυπüφορη. Ευτυχþς μετÜ απü 6 χρüνια ενüς Üθλιου γÜμου ο Üντρας της Ýκανε το μüνο καλü που της εßχε κÜνει μÝχρι τþρα. Την Üφησε χÞρα. ΠροσευχÞθηκε στο Θεü να τη συγχωρÞσει γιατß δεν Ýνοιωθε παρÜ μüνον ευτυχßα üταν πÝθανε. Και μÜλιστα üχι ευτυχßα, ανακοýφιση!
ΜετÜ απü 4 χρüνια κατÜφερε να ορθοποδÞσει. ΣυναισθηματικÜ, ψυχολογικÜ κι οικονομικÜ. Τüτε Þταν που ξαφνικÜ μετÜ απü τüσα χρüνια εμφανßστηκε ο ΑλÝξης. Δεν Þξερε γι' αυτüν τüσα χρüνια που εßναι, τι κÜνει. Δεν εßχε προσπαθÞσει να μÜθει γιατß δεν εßχε εμπιστοσýνη στον εαυτü της αν θα καταφÝρει να χαλιναγωγÞσει τα συναισθÞματα της. Και τþρα ξαφνικÜ μετÜ τüσο καιρü πÜλι μπροστÜ της, ακριβþς την κατÜλληλη στιγμÞ. Στεκüταν εκεß μπροστÜ της üπως την πρþτη φορÜ πριν απü τüσα χρüνια. Την κατακλýσαν ακριβþς τα ßδια συναισθÞματα üπως την πρþτη φορÜ. ¸νοιωσε κοριτσÜκι πÜλι κοκκινßζοντας μπροστÜ του. Μüλις πÝρασε η πρþτη Ýκπληξη τον παρατÞρησε καλÜ. ¹ταν το ßδιο üμορφος, πολý πιο þριμος κýριος πια, αλλÜ το βλÝμμα του εßχε μια θλßψη που πιθανüν την κουβαλοýσε μαζß του üλα αυτÜ τα χρüνια κι η εξαδÝλφη της παρüλο που τον ποθοýσε τüσο δεν κατÜφερε να τη γιατρÝψει κι απü üτι Ýμαθε αργüτερα οýτε να τον κρατÞσει κοντÜ της. Δεν Þταν καθüλου δυσαρεστημÝνη απü τη ζωÞ που της πρüσφερε ο ΑλÝξης. Την πρüσεχε και με το παραπÜνω αλλÜ αυτüς δεν ζοýσε παρÜ μüνο για τη στιγμÞ που θα μποροýσε να ξαναβρεθεß κοντÜ στη ΜαριÜννα.
-"¹ρθα και δεν πρüκειται να ξαναφýγω απü κοντÜ σου ποτÝ".
-"Οýτε εγþ πρüκειται να σε ξαναχÜσω για τßποτα στον κüσμο. Δεν θα ξανÜκανα ποτÝ το ßδιο λÜθος", του εßπε και τον αγκÜλιασε σφιχτÜ σαν να προσπαθοýσε σε μια στιγμÞ να του δþσει üλες τις αγκαλιÝς που δεν μπüρεσε τüσα χρüνια φοβοýμενη üτι üλα Þταν Ýνα üνειρο και ξαφνικÜ θα ξýπναγε απü αυτü.
Τþρα στο μπαλκüνι αναπüλησε üλα αυτÜ τα χρüνια. ¼λες αυτÝς τις φριχτÝς στιγμÝς που πÝρασε μακρυÜ του αλλÜ ατενßζει και στο μÝλλον. ¸να μÝλλον που üπως τüτε, φαßνεται λαμπρü αλλÜ αυτÞ τη φορÜ εßναι στα δικÜ τους χÝρια και στηριγμÝνο σε γερÝς βÜσεις. ΒÜσεις που κÜτι την Ýκανε να πιστεýει πως üσο θα περνοýν τα χρüνια τüσο θα δυναμþνουν και θα μπορÝσει εκεß να στηρßξει τον κüσμο üλο.
............
Το Aγüρι Kαι Tο Δελφßνι
Μια φορÜ και Ýνα καιρü Þταν Ýνα μικρü αγüρι, πολý μοναχικü.
Μια μÝρα εßχε πÜει στη θÜλασσα, να χαζÝψει τα σýννεφα και τα κýματα, καθþς Þταν τα μüνα με τα οποßα μποροýσε να κÜνει ευχÜριστα παρÝα. Εκεß που Ýπαιζε με την Üμμο και χÜζευε τα σχÞματα που παßρνανε τα σýννεφα και τα κýματα της θÜλασσας εμφανßστηκε Ýνα δελφßνι.
-Γιατß εßσαι τüσο θλιμμÝνος; Τον ρþτησε.
Το αγüρι κοßταξε το δελφßνι και απüρησε...
-Μα; ΜιλÜνε τα δελφßνια;
ΜιλÜνε, εßπε το δελφßνι αλλÜ μποροýν να ακοýσουν μüνον üσοι Ýχουν αγνÞ καρδιÜ. ¼πως τα παιδιÜ. Λοιπüν θα μου πεις γιατß εßσαι τüσο θλιμμÝνος;
Γιατß δεν Ýχω φßλους αποκρßθηκε το αγüρι. Τα Üλλα παιδιÜ δε με καταλαβαßνουν.
-ΘÝλεις να πÜμε μια βüλτα;
-Μα πως;
-¸λα και θα δεις.
Το αγüρι ανÝβηκε στη ρÜχη του δελφινιοý και αυτü με μßα βουτιÜ βρÝθηκε στο βυθü της θÜλασσας.
Το αγüρι τρüμαξε κι Ýκλεισε για μια στιγμÞ τα μÜτια του. ΑλλÜ Ýνοιωθε Þρεμο και ασφαλÞς. ¼ταν τα Üνοιξε πÜλι δεν πßστευε σε αυτü που Ýβλεπε.
Μια πανδαισßα χρωμÜτων.
ΚορÜλλια, κοχýλια, ψÜρια πολýχρωμα, ανεμþνες, και χρþματα πολλÜ χρþματα. Ο Þλιος Ýπαιζε με το νερü. Οι ακτßνες του Ýδιναν χιλιÜδες αποχρþσεις üπως Ýπεφταν πÜνω στο νερü και το φþτιζαν.
-Που εßμαστε;
-Σε Ýνα κüσμο μαγικü. Στο δικü σου κüσμο. ¸τσι üπως εσý θα Þθελες να εßναι.
Το αγüρι δεν πßστευε στα μÜτια του.
ΞαφνικÜ μπÞκαν σε μßα σπηλιÜ. Το φως του Þλιου κι εδþ Ýκανε τα πÜντα να λαμπυρßζουν. Εßχε τüσες σταγüνες που üλα φαßνονταν χρυσÜ. ¹ταν τüσο Þρεμα μÝσα σ’ αυτÞ τη σπηλιÜ. Το δελφßνι πλησßασε κοντÜ σε Ýνα βρÜχο και το αγüρι κατÝβηκε.
Μπορεßς να ξεκουραστεßς λßγο του εßπε, γιατß Ýχουμε δρüμο μπροστÜ μας. Και πριν προλÜβει το αγüρι να μιλÞσει, Ýδωσε μια και βοýτηξε πÜλι στα βαθιÜ νερÜ.
-Ε! Που πας; φþναξε το αγüρι. Το δελφßνι üμως εßχε Þδη χαθεß.
Κοßταξε γýρω του να δει το χþρο που βρßσκεται θαυμÜζοντας τους σταλακτßτες και τους σταλαγμßτες.
Εκεß που κοιτοýσε ξεχασμÝνο εμφανßστηκε μπροστÜ του μια γοργüνα.
-Μα; λÝει πÜλι το αγüρι... Οýτε γοργüνες υπÜρχουν. Πως εßναι δυνατüν;
-Εßναι. Του απÜντησε γλυκÜ η γοργüνα. Γιατß μη ξεχνÜς τþρα εßσαι στο δικü σου μαγικü κüσμο. Τα πÜντα μποροýν να συμβοýν.
-Εßσαι τüσο üμορφη, της εßπε το αγüρι.
-ΕπειδÞ με βλÝπεις με τα μÜτια της ψυχÞς σου κι Ýχεις καλÞ ψυχÞ, του εßπε η γοργüνα. Γι' αυτü να προσÝχεις. Να μη την πληγþσεις.
-Μα πως να το κÜνω αυτü; Ρþτησε το αγüρι.
-Μεγαλþνοντας να κρατÞσεις την καλωσýνη σου και να εßσαι δßκαιος του εßπε και του ξαναχαμογÝλασε.
Πριν προλÜβει να ρωτÞσει τι εννοεß, δßνει μια η γοργüνα κι εξαφανßζεται κι αυτÞ στο νερü üπως πριν απü λßγο το δελφßνι. Το μüνο που Ýμεινε Þταν τα κυκλÜκια που σχημÜτισε η ουρÜ της πριν βυθιστεß κι αυτÞ τελεßως στο νερü.
Το αγüρι κοßταζε τους κýκλους που σχηματßζονταν στο νερü σαν μαγεμÝνο.
ΠÜλι μüνος Ýμεινα σκÝφτηκε. ΑλλÜ πριν ολοκληρþσει τη σκÝψη του εμφανßστηκε πÜλι το δελφßνι.
-Εßσαι Ýτοιμος να συνεχßσουμε του λÝει;
Το αγüρι κοýνησε καταφατικÜ το κεφÜλι του κι ανÝβηκε πÜλι στη ρÜχη του δελφινιοý.
-Εßδα μια γοργüνα, εßπε στο δελφßνι και του φÜνηκε üτι αυτü χαμογÝλασε. Που πÜμε τþρα; Ρþτησε πÜλι το αγüρι.
-Νýχτωσε. ¿ρα να δοýμε τ’ Üστρα του λÝει το δελφßνι και με μια βουτιÜ πÜλι βρÝθηκε απü το βυθü της θÜλασσας να πετÜει στον ουρανü ανÜμεσα σε χιλιÜδες αστÝρια που λαμπιρßζανε.
Το αγüρι μαγεμÝνο Üπλωσε το χÝρι του και αστερüσκονη Üρχισε να σκορπßζεται παντοý και να πÝφτει σαν ασημÝνια βροχÞ. Δε μποροýσε να το πιστÝψει. ¼λα αυτÜ που ονειρευüταν τþρα τα ζοýσε.
¹ταν τüσο üμορφα εκεß ψηλÜ. ΔιαφορετικÜ απü το βυθü μα μια Üλλη εξßσου üμως ομορφιÜ. ΧÜζευε και Þθελε να μην τελειþσουν ποτÝ ετοýτες οι üμορφες στιγμÝς. Και üπως γýρισε το κεφÜλι του εßδε το φεγγÜρι. ¹ταν μισü. ¸τσι üπως το Ýλουζε το φως των αστεριþν το ασημß του χρþμα λαμπýριζε παιχνιδιÜρικα. ¢πλωσε πÜλι του χÝρι του αλλÜ πριν προλÜβει να το ακουμπÞσει του μßλησε το δελφßνι.
-ΚÜτσε λßγο εδþ. ¸χει ωραßα θÝα. Και τον ακοýμπησε πÜνω στο μισογεμισμÝνο φεγγÜρι.
Το αγüρι δε μποροýσε να χορτÜσει üλα αυτÜ που Ýβλεπε. Κοιτοýσε γýρω του και ευχÞθηκε δυνατÜ να μην τελειþσει αυτü το üνειρο ποτÝ.
-Μα τα üνειρα κι ο μαγικüς μας κüσμος δεν τελειþνει ποτÝ. ΠÜντα υπÜρχουν μÝσα μας. Μαζß με την παιδικüτητα και την αθωüτητα μας. ΑπλÜ μεγαλþνοντας το ξεχνÜμε. Αν τα θες απλÜ κρÜτησε τα ζωντανÜ. Του εßπε το φεγγÜρι. Και το αγüρι αυτÞ τη φορÜ δε ρþτησε γιατß το φεγγÜρι μιλÜει.
Σηκþθηκε üμως üρθιο πÜνω στο φεγγÜρι να σκεφτεß τι θÝλει πÜλι να πει.
¸τσι üμως üπως σηκþθηκε απüτομα στραβοπÜτησε και Ýπεσε πÜνω απ´το φεγγÜρι μÝσα στον ουρανü. ΠÝρασε ανÜμεσα απ’ τα χιλιÜδες Üστρα κρατþντας πÜλι τα μÜτια του κλειστÜ. Και üταν Ýνοιωσε να ακουμπÜει κÜπου μαλακÜ τα Üνοιξε.
Μια üμορφη κοπÝλα του χαμογελοýσε γλυκÜ üπως η γοργüνα στη σπηλιÜ.
-ΑγÜπη μου, σε πÞρε ο ýπνος στην Üμμο κοιτÜζοντας τα αστÝρια. ΑλλÜ κοιμüσουν τüσο γλυκÜ που λυπÞθηκα να σε ξυπνÞσω, του εßπε και ξÜπλωσε δßπλα του.
Και το αγüρι Þταν πλÝον Üντρας δεν Þταν παιδß. Την κοßταξε και της εßπε:
-Τþρα κατÜλαβα τι εννοοýσαν το δελφßνι, η γοργüνα και το φεγγÜρι.
-Ποιο δελφßνι; ΠοιÜ γοργüνα; Το φεγγÜρι;
-Τßποτα. Της εßπε και την πÞρε τρυφερÜ αγκαλιÜ. Κοßτα πως λαμπυρßζουν τ’ Üστρα; Της χαμογÝλασε...
...............
Μια ΦορÜ Κι ¸να Καιρü ¹ταν Ο ¢νθρωπος…
... που δεν Þξερε ποια εßναι η καταγωγÞ του.
Γνþριζε για πατÝρα του τον Θεü ΠατÝρα ΠαντοκρÜτορα και για μητÝρα του τη ΜÜνα Γη. Στην αρχÞ εßχε διÜφορες αναζητÞσεις αλλÜ üλες αυτÝς οι αναζητÞσεις πηγÜζανε κυρßως απü την παρατηρηση του πρωτüγνωρου δηλαδÞ της ßδιας της ζωÞς. Παρατηροýσε τα πÜντα γýρω του αλλÜ και τον νßδιο του τον εαυτü. Το σþμα του, τη συμπεριφορÜ του και γενικüτερα üλες του τις αντιδρÜσεις που τον ξÜφνιαζαν. ¸χοντας γνþση του απολýτου τßποτα üλα φÜνταζαν περßεργα. Ακüμα και το χασμουρητü του Þ το φρÝρνισμα του. Παρατηροýσε με μεγαλýτερη περιÝργεια τα πÜντα γýρω του. Τη φýση δηλαδÞ γιατß τüτε δεν υπÞρχε κÜτι Üλλο προς παρατÞρηση. Τα ζþα, τα πουλιÜ, τα δÝντρα , τα φυτÜ. Και απü üλη αυτÞ την αυτοπαρατÞρηση και την παρατÞρηση της φýσης Ýβγαζε τα πρωτüγονα συμπερÜσματα του και Üρχισε να προοδεýει.
Η αρχικÞ πρüοδος φυσικÜ Þτα αργÞ και σταδιακÞ. Παραδεßγματος χÜριν εßδε üτι üταν πονÜει το στομÜχι του μπορεß κÜτι να τον Ýχει ενοχλÞσει Þ να πεινÜει. ¢ρα δεν Ýπρεπε να ξαναφÜει αυτü που τον πεßραξε Þ να ζεσταßνει το σþμα του και να τρþει üτι επιθυμεß για να επιβιþσει. ¼λα βασισμÝνα στο Ýνστικτο της αυτοσυντÞρησης. Εßδε üτι κÜποια πρÜγματα του Þταν δυσÜρεστα Þ ευχÜριστα. Παραδεßγματος χÜρις κÜποιες οσμÝς, Þ το κρýο, Þ το φως. ¼πως επßσης στο πÝρασμα του χρüνου Üρχισε να βλÝπει üτι Ýχει την δυνατüτητα επιλογÞς. Του αρÝσε το Üσπρο και üχι το μαýρο, του Üρεσε το βουνü και üχι η θÜλασσα κλπ. Του αρÝσουν τα πουλιÜ και üχι τα ερπετÜ, τα δÝντρα και üχι τα λουλοýδια κλπ. ¸τσι Üρχισε να χτßζει τον προσωπικü του κþδικα συμπεριφορÜς καθþς και μÝσα απü την παρατÞρηση της φýσης να υιοθετεß συμπεριφορÝς αλλÜ και να τις μεταλλÜσει. Η φýση Üλλωστε Þταν ο μοναδικüς παιδαγωγüς του και τα ζþα Ýχουν ανεπτυγμÝνο το Ýνστικτο γενικÜ αλλÜ κυρßως το Ýνστικτο της αυτοσυντÞρησης. ¸τσι μαζß με üλα τα Ýμφυτα χαρακτηριστικÜ του, την υιοθεσßα συμπεριφορþν και την παρατÞρηση προχωροýσε μÝσα στους αιþνες.
Στην αρχÞ Þταν γυμνüς και απροστÜτευτος και δεν εßχε καν ομιλßα. ΜετÜ Üρχισε να προστατεýεται Þ και να αμýνεται. Να μιμεßται τις κραυγÝς των ζþων αλλÜ και να προστατεýει και το σþμα του. ¢ρχισε να ντýνεται. Να φτιÜχνει καλýβες. Να επιλÝγει την τροφÞ του αλλÜ και το σημαντικü να μην εßναι πλÝον μüνο μονÜδα αλλÜ να δημιουργεß δεσμοýς, οικογÝνεια με την τüτε Ýννοια και να αναπτýσσει συναισθÞματα. ΣταμÜτησε να Ýχει τις αρχικÝς πρωτüγονες εκδηλþσεις. ¢ρχισε να μιλÜει και να ανακαλýπτει τη δýναμη του μυαλοý του. ΑρχικÜ με τυχαßες εφευρÝσεις που του κÜνανε τη ζωÞ πιο εýκολη και αργüτερα σκεπτüμενος πως θα διευκολýνει τη ζωÞ του η οποßα φυσικÜ üσο προχωροýσε και πρüοδευε γινüταν στην ουσßα πιο πολýπλοκη. Το δικαßωμα της επιλογÞς τον ανÜγκαζε να κÜνει πιο πολýπλοκες σκÝψεις και να βρßσκει πιο περßεργες λýσεις. Κι üταν Üρχισε να αναπτýσσεται λοιπüν και να δημιουργεß μικρÝς ομÜδες ξαφνικÜ Ýκανε και την εμφÜνιση του του αßσθημα της ιδιοκτησßας.
¸κανε και την εμφÜνιση του στην ουσßα ο πüλεμος του καλοý και του κακοý μÝσα απü το αγνü και το πονηρü. Τüτε Üρχισαν üλα τα προβλÞματα της ανθρωπüτητας μονü που δεν Þταν σε θÝση να το δει. Και üσο περνοýσαν üπως εßπαμε τα χρüνια και τον συνÝπαιρνε η ανακÜλυψη üτι εßχε και μυαλü τüσο εστιÜζει στο να κÜνει üλο και περισσüτερα πρÜγματα. Μüνο που τßποτα δεν γßνεται χωρßς κüστος σε αυτÞ τη ζωÞ. Παρüλο που ο Üνθρωπος δεν Þταν σε θÝση αν το δει. Διüτι ο Üνθρωπος εßναι το πιο αχÜριστο ον που υπÜρχει πÜνω στον πλανÞτη μας. Ο Θεüς του χÜρισε τον παρÜδεισο κι αυτüς προσπÜθησε να δημιουργÞσει την κüλαση και να ζει μÝσα σε αυτÞ και μετÜ να διαμαρτýρεται üτι δεν του αρÝσει και να προσπαθεß να βρει νÝες λýσεις þστε να δημιουργÞσει πÜλι τον παρÜδεισο.
ΥπÜρχει λοιπüν κÜποιο ον πÜνω στον πλανÞτη μας που εßναι πιο χαζü και να νομßζει üτι εßναι πιο εξýπνο; Να Ýχει τις πιο μαζοχιστικÝς τÜσεις και να νομßζει üτι üλα εßναι τÝλεια και να εθελοτυφλεß για τα πÜντα και να νομßζει üτι αυτü ειναι το ιδανικü; Δεν υπÜρχει γιατß δυστυχþς üταν σου χαρßζουν κÜτι δεν το εκτιμÜς. Και συνÞθως λÝνε πως üταν χÜσεις κÜτι τüτε θα το εκτιμÞσεις. Ο Üνθρωπος απü την απληστßα του και την αχαριστßα του λοιπüν δεν Þταν σε θÝση να το δει οýτε αυτü. Εßχε τον ΠαρÜδεισο και τον Ýχασε μÝσα απü τα χÝρια του.
ΣταμÜτησε να σÝβεται τα πÜντα και προπÜντων τον ßδιο του τον εαυτü.
¢ρα καλþς δεν τραβÜει αυτÜ που τραβÜει σÞμερα;
................
Η ΦΕΥΓΑΛÝΑ ΕΙΚüΝΑ ΜΙÜΣ ΕΚΔΡΟΜÞΣ
ΕισαγωγÞ: ΚιτρινισμÝνες, σκüρπιες σελßδες-σκÝψεις:
¸χει σουρουπþσει, κÜνει ζÝστη κι Ýχω κÜτσει στη βερÜντα ακοýγοντας τη βουÞ της πüλης. Μüλις ξýπνησα και συνÝρχομαι απü Ýνα πονοκÝφαλο (που μÜλλον μου προκÜλεσε το κρασß που Þπια το μεσημÝρι). Εχω κÜτσει λοιπüν με τις ζωτικÝς και νοητικÝς μου λειτουργßες στο ρελαντß και βÜζω σε μια τÜξη τα πρÜγματα. H σημερινÞ ροÞ μου εßναι σαν να εßμαι εγþ η Τßνκερ Μπελ κι εσý ο ΠÞτερ Παν κι Ýχουμε την ευχÝρεια να εßμαστε στη χþρα της φαντασßας και να Ýχουμε την ελευθερßα να πετÜμε απü 'δω κι απü 'κει και να δοκιμÜζουμε συναισθÞματα (Ýτσι θα μπορÝσεις και να μου δικαιολογÞσεις το πüσο ξεφεýγω üταν φαντÜζομαι και τις εναλλαγÝς της συναισθηματικÞς μου κατÜστασης). ΕτοιμÜσου ßσως για Ýνα ταξßδι στη χþρα του ποτÝ. ΠρÝπει να μολογÞσω üτι αν ßσως εßχα επιλογÞ θα διÜλεγα ανÜλογα τη διÜθεση και διαφορετικÞ εποχÞ για να ζÞσω. Οπüτε ελπßζω να απολαýσεις üλες τις πτυχÝς του ταξιδιοý και να σε αποζημιþσει η μοναχικÞ διαμονÞ στο üμορφο αυτü νησß.
Η θÝα απü το μπαλκüνι εßναι Þρεμη στο σοýρουπο. ΒλÝπω απÝναντι το βουνü και το ΤÝρα-ΠÝτρα φωτισμÝνο και σκÝφτομαι üτι θα 'θελα να Þμουν αυτÞ τη στιγμÞ συγγραφÝας Þ στο δÜσος της Βουλþνης την εποχÞ του Μεσαßωνα (λατρεýω για κÜποιο λüγο αυτÞ την εποχÞ χωρßς τα αρνητικÜ της, το ντýσιμο των γυναικþν, τα κτßρια, τον ερωτισμü, την ελευθερια) Þ σ' Ýνα σπßτι με κεραμßδια μÝσα σ' Ýνα δÜσος στη Σκωτßα, να κÜθομαι υπü το φως των κεριþν σ' Ýνα γραφεßο ξýλινο με μια πÝννα στο χÝρι και μπρος μου να 'χω κßτρινο χαρτß που να λαχταρÜ να το ακουμπÞσει η πÝννα και να το γεμßσει εμπειρßες, Ýξω ν' ακοýγονται οι Þχοι της φýσης, ρυÜκι, πουλιÜ... Αντ' αυτοý βÝβαια Ýχω την πüλη που ποτÝ δεν κοιμÜται αλλÜ αγαπþ τους Þχους της μερικÝς φορÝς ειδικÜ τα βρÜδυα του Αυγοýστου...
¼ταν αυτüς την κοιτÜ και τη διαπερνÜ με το βλÝμμα, üταν αυτÞ τον κοιτÜ στα μÜτια και δεν χρειÜζεται να μιλÞσει... τüτε ξÝρουνε κι οι δυο üτι τα λüγια εßναι περιττÜ! ¼ταν τα χεßλη σμßξουνε, τα δÜχτυλα μπλÝξουνε και τα σþματα διαπεραστοýν απü Ýνα ηλεκτρικü ρεýμα που θα τα ανατριχιÜσει. οι δυο ψυχÝς γßνονται μια. Οι δýο αýρες γßνονται τüσον Ýντονες και τεßνουν να ενωθοýν. ¼ταν αυτüς κατÝβει να τη φιλÞσει πßσω απ' το αυτß στον αλαβÜστρινο λαιμü της τüτε της κüβονται τα γüνατα που νοιþθει τη ζεστÞ του ανÜσα στο δÝρμα της. ¼ταν τα χÝρια του αρχßζουνε και χαúδεýουνε το κορμß της κι αυτü ανταποκρßνεται στο κÜλεσμα του, τüτε ξÝρει üτι εßναι Ýτοιμη να τον δεχτεß. ¼ταν αγγßξει το στÞθος της και νοιþθει üτι αγγßζει το πιο πολýτιμο πρÜγμα, τüτε αυτüς εßναι Ýτοιμος να της δοθεß. Τüτε εßναι που τα δυο σþματα μποροýν να γßνουν Ýνα. ¼ταν ο κüλπος της αρχßζει να συσπÜται και να δßνει τους καρποýς της τüτε εßναι που η δικÞ του εßσοδος εßναι εφικτÞ. ¼ταν αυτüς αρχßζει να βυθßζεται και να νοιþθει üτι μüνο εκεß εßναι η θÝση του στη ζÝστη της φωλιÜ, τüτε εßναι που οι δυο σÜρκες Ýσονται εις μια. ¼ταν καθ' üλη τη διÜρκεια μποροýν να κοιτÜζονται στα μÜτια και να μη χρειÜζονται να ειπωθεß τßποτα γιατß τα βλÝμματα λÝνε τüσα üσα δεν θα λÝγανε χßλιες λÝξεις, üταν τα σþματα και τα χÝρια μπαßνουν σ' Ýνα μαγικü χορü, οι δυο αýρες Ýχουνε γßνει μια πýρινη πýλη που τους προστατεýει. ¼ταν Ýρχεται η κορýφωση και νοιþθουν üτι Ýνας δßνει στον Üλλο τους καρποýς του... τüτε αυτü εßναι Ýρωτας!
¼ταν τελειþσει αυτü το μακρý ταξßδι. ¼ταν μπορÝσεις να ακοýσεις πÜλι τη φωνÞ του πüθου σου μη φοβηθεßς. Και μη ξεχÜσεις στο ταξßδι αυτü την παλιÜ σας αγÜπη κι üταν κÜνεις μικρÜ διαλεßμματα ανÜπαυλας πρüσφερε Ýνα ποτÞρι κρασß για να μεθýσετε. Κι üταν σας σκεπÜζει η νýχτα, Ýκανα ευχÞ, το φεγγÜρι να σας οδηγεß να δεßτε τα ξεχασμÝνα μονοπÜτια σας. Να δεßτε τις ξεχασμÝνες με προσμονÞ ανÜσες σας. Την πüρτα που χτυπÜς για παρηγοριÜ να μην Ýχεις την ανÜγκη της να σε ζεσταßνει. Να βρßσκεις παρηγοριÜ στη δικÞ της αγκαλιÜ. Μη φοβÜσαι. ΒοÞθησε με μüνο να σε βοηθÞσω ν' ανεβεßς ψηλÜ. ΒοÞθα με μüνο να μπορþ να σου δεßχνω το δρüμο για την αγÜπη που διÜλεξες. ΒοÞθα με μüνο να σου θυμßζω...
Η ΕκδρομÞ
Η ζωÞ εßναι Ýνα θαýμα.
Η φýση μας το αποδεικνýει καθημερινÜ. Μας δεßχνει απλüχερα το μεγαλεßο της ζωÞς και τον κýκλο της. Τη γÝννηση, την πορεßα, το θÜνατο. Την εξυγßανση, την ανανÝωση. Τον τρüπο να χειριζüμαστε τα πÜντα. Μüνο που εμεßς χαμÝνοι στην καθημερινüτητα μας δεν εßμαστε πÜντα σε θÝση να το δοýμε. ¸τσι περνÜ ο καιρüς κι αφÞνουμε το πολυτιμüτερο πρÜγμα που Ýχουμε, τη ζωÞ μας, να κυλÜ σαν νερÜκι μÝσα απü τα χÝρια μας.
Εßτε γιατß μας παρασýρει η καθημερινüτητα, εßτε γιατß δεν μποροýμε να ξεφýγουμε απü τα πρÝπει μας, εßτε γιατß απλÜ δεν Ýχουμε τη δýναμη να αντιμετωπßσουμε τα πρÜγματα και πολý περισσüτερο τον ßδιο μας τον εαυτü. ΘÝλει δýναμη να πιστÝψουμε σε μας. ΘÝλει δýναμη να βγοýμε απü το κουκοýλι μας και να ξεδιπλωθοýμε και να εκτεθοýμε. Να αποτινÜξουμε τις συνÞθειες και τα πρÝπει που üλοι μÝχρι την ενηλικßωση μας (η οποßα δεν Ýρχεται üπως γνωρßζετε üλοι πÜντα στα 18) πασχßζουν να βÜλουν στο σακουλÜκι μας φροντßζοντας, κατÜ τη δικÞ τους απüψη, για το καλü μας. Μη γνωρßζοντας το πüσο κακü μπορεß να μας κÜνουν εν αγνοßα τους. Μετατοπßζοντας πÜνω μας τα δικÜ τους θÝλω Þ τα δικÜ τους βÜρη. ¢ραγε να σκÝφτηκε ποτÝ κανεßς τους, üτι οι νÝοι αντÝχουν περισσüτερο, και να το κÜνουν αυτü; ¹ απλÜ πετοýν απü πÜνω τους τα σακκιÜ με την Üμμο γιατß το αερüστατο Ýχει αρχßσει να χÜνει ýψος;
ΑυτÜ σκεφτüταν η ηρωßδα μας η ΙσμÞνη üταν αποφÜσισε να οργανþσει γι' Üλλη μια φορÜ τη ζωη της και να βρει το κουρÜγιο να συνεχßσει. Να συνεχßσει να ζει πραγματικÜ αυτÞ τη φορÜ κι üσο γßνεται πιο συνειδητÜ κι ευχαριστþντας για τις πολλαπλÝς ευκαιρßες που της δßνονται παρüλο που τις πÝταγε μÝχρι σÞμερα με τα επαναλαμβανüμενα λÜθη της. ΚÜτι Þθελε να της δεßξει η ζωÞ κι αυτü που την Ýκανε να θυμþνει με τον εαυτü της, Þταν üτι üτι δεν μποροýσε να το δει. ¹ταν πολý αυστηρÞ με τον εαυτü της για να δεχτεß üτι δεν Þταν ικανÞ, üχι ακüμα τουλÜχιστον, να δει. ΦυσικÜ και πολý εγωßστρια για να δεχτεß κÜποια πρÜγματα. ¸τσι πÞγαινε πÜντα απü το δýσκολο δρüμο. ºσως να μην Þρθε ακüμη η þρα μου, σκÝφτηκε και τßναξε το κεφÜλι σαν να 'θελε να φýγουν üλες αυτÝς οι σκÝψεις γßατι Üρχισαν να γßνονται πολλÝς και βαρειÝς. ¸τσι αποφÜσισε να τινÜξει απü πÜνω της και το παρελθüν της για να στρþσει γερÝς βÜσεις για Ýνα υγιÝς μÝλλον και ν' αγαπÞσει επιτÝλους τον εαυτü της που τüσο αρνιüταν τüσο καιρü. Με την ελπßδα (που πÜντα πεθαßνει τελευταßα) να τη συνοδεýει στην νÝα αυτÞ πορεßα που αποφÜσισε να χαρÜξει. Και το βιβλßο, αγÜπησε τον εαυτü σου, η ζωÞ θα σε αγαπÞσει που αποφÜσισε να κÜνει δþρο στον εαυτü της σαν Ýνα καρüτο για την ßδια, να πετýχει το στüχο της. ¹ μÜλλον ακüμα καλλßτερα σαν οδηγü για να μην ξεφεýγει απü αυτüν.
¢λλωστε ακüμα κι αν δεν πετýχει τον τελικü προορισμü, αυτü που 'χει σημασßα εßναι το ταξßδι κι η προσπÜθεια. Καλλßτερα να 'χεις προσπαθÞσει για κÜτι παρÜ να μεßνεις με το απωθημÝνο. ¼χι Üλλα απωθημÝνα.
ΑυτÜ σκÝφτηκε και χαμογÝλασε για να συνεχßσει...
... να συνεχßσει με Üλλες προοπτικÝς κι Üλλα üπλα. Και τις μÝχρι σÞμερα εμπειρßες üποιες κι αν εßναι αυτÝς.
Εßχαν πÜει üλοι μαζß να περÜσουν Ýνα Σαββατοκýριακο μüνοι τους η παλιÜ παρÝα, μακρυÜ απ' üλ' αυτÜ που τους κρατοýσανε χωριστÜ. Να νοιþσουν και να ζÞσουν την υπεροχÞ και την ανεμελιÜ που εßχαν πριν 10 χρüνια. Η ιδιομορφßα Þταν üτι η σýσταση της παρÝας Þταν περßεργη. Απαρτιζüταν και απü κολλητοýς Þ κολλητÝς που εßχαν και Ýξω απü τον κýκλο ΤΗΣ παρÝας. Η ΙσμÞνη εßχε φÝρει τον κολλητü της το ΚωστÞ απü τα παιδικÜ της χρüνια (θυμÞθηκε και χαμογÝλασε που η γιαγιÜ του Þθελε να τους παντρÝψει). Ο ΜιχÜλης üπως πÜντα μüνος και μοναχικüς και εκεß για üλους αυτÞ τη φορÜ και με την αδελφÞ του, ο ΓερÜσιμος το ουδÝτερο παιδß μαζß με μßα φßλη και ο ΟρÝστης ο πÜντα εντüς και πÜντα εκτüς.
¼λη μÝρα γυρνοýσαν στους δρüμους, μιλοýσαν, παßζανε, φιλοσοφοýσαν, διαφωνοýσαν, συμφωνοýσαν, γεμßζανε νÝες εντυπþσεις (μÜλλον η ανÜγκη τους να Ýχουν και κÜτι για üταν το παραμýθι τελειþσει). Εßχαν üλοι ξανανοιþσει με τα γÝλια, τις χαρÝς, τα πειρÜγματα, την φιλικÞ αλλÜ και ερωτικÞ ατμüσφαιρα που μüνοι τους δημιουργοýσαν και κρατοýσαν σε απüσταση. Σε απüσταση; ¼χι üλοι...
Η ΙσμÞνη κι ο ΟρÝστης δεν Þταν σßγουροι αν παιζανε ξανÜ με τη φωτιÜ. Δεν Þταν σßγουροι πüσο δυνατοß Þταν οι σημερινοß δεσμοß τους για να μπορÝσουν να τους κρατÞσουν μακρυÜ. Κι αν üχι μακρυÜ, πüσο δυνατοß Þταν για να μην επηρεαστοýν ουσιαστικÜ κι αμετÜβλητα απ' αυτÞ τη συνÜντηση. Περισσüτερο η ΙσμÞνη, ßσως αυτüς Þταν κι ο λüγος που αντß να 'ρθει με την αδελφÞ της, Þρθε με τον ΚωστÞ, να την κρατÞσει σε περßπτωση παρÝκλισης.
Αφοý γυρßσαν üσο μποροýσαν, το σοýρουπο τους βρÞκε αποκαμωμÝνους Ýξω απü το σοýπερ μÜρκετ της μικρÞς πüλης που εßχαν επιλÝξει να μεßνουν.
ΑποφÜσισαν να πÜρουν εφüδια για το βρÜδυ. ΜερικÜ μπουκÜλια καλü κρασß γιατß η νýχτα ßσως και να Þταν μεγÜλη. Ο ΟρÝστης ευτυχþς κρατοýσε τις αποστÜσεις για τις οποßες τον πειρÜζαν οι πιο κολλητοß κι η ΙσμÞνη κρατοýσε τα βÝλη της ειρωνßας της μακρυÜ που τüσο εýκολα κι εýστοχα μποροýσε να του πετÜξει.
ΦτÜνοντας σπßτι εßχε ενα γλυκü φως το φεγγÜρι, που τους Ýκανε ακüμα πιο εýθραστη την ισορροπßα κι Ýδινε τροφÞ για τη ψιλÞ κουβÝντα που θα επακολουθοýσε υπü το φως των κεριþν στο πÜτωμα του σπιτιοý. Μπαßνοντας, ο καθÝνας ανασκουμπþθηκε να κÜνει τα δικÜ του για να μπορÝσουν με την ησυχßα τους ν' απολαýσουν τη βραδυÜ. Η Μýριαμ, η αδελφÞ του ΜιχÜλη σαν πιο μικρÞ και πιο μακρυÜ αλλÜ και καλüς παρατηρητÞς χρüνια της παρÝας, αποφÜσισε να τους ταÀσει μÝχρι να μαζευτοýν üλοι πßσω στο σαλüνι.
ΒÜλαν üλοι κρασß και πιÜσανε ψιλοκουβÝντα μÝχρι να φÝρει η Μýριαμ τις λιχουδιÝς της που üταν Þρθαν τις τιμÞσαν üλοι δεüντως. Κι εκεß που üλοι βολεýτηκαν κι Üρχισαν να χαλαρþνουν ο ΟρÝστης ανακοινþνει üτι δεν θα μεßνει κι üτι πρÝπει να γυρßσει πßσω. Τον κοιτÜξαν üλοι κι Üρχισαν να κÜνουν διÜφορα σχüλια, πλην της ΙσμÞνης που κρατιüταν να μη του πετÜξει πως επιτÝλους για μια φορÜ στη ζωÞ του ας Ýκανε αυτü που Þθελε αυτüς κι üχι üτι θÝλανε οι Üλλοι. Να 'ναι καλÜ ο ΜιχÜλης που του εßχε και πιο πολý θÜρρος (φßλοι σχολικοß), που του το πÝταξε σαν τσιμεντüλιθο. Ευτυχþς, σκÝφτηκε η ΙσμÞνη, γιατß εγþ θα Þμουν η κακιÜ, Üσε που δεν Þμουν σßγουρη για την υποκειμενικüτητα της σκÝψης μου. Ο ΟρÝστης ταλαντεýτηκε για λßγο αλλÜ η ΙσμÞνη τον Þξερε πολý καλÜ, πιÝστηκε πολý δεν Þταν σßγουρη αν θα υποκýψει στη δýναμη της παρÝας Þ στην αδυναμßα του. Τον κοßταξε με αγωνßα ßσως πρþτη φορÜ τüσο Ýντονα απü την þρα που συναντηθÞκανε. ºσως Þταν η πρþτη φορÜ που την κοßταξε κι αυτüς στα μÜτια απü την þρα που την συνÜντησε κι αποφασιστικÜ εßπε πως θα μεßνει. Μη ξÝροντας κανεßς απü τους δυο αν τους Ýφυγε Ýνα βÜρος Þ αν σφßχτηκε το στομÜχι τους πιο πολý για τη Ýκβαση της βραδυÜς...
ΑρκετÞ þρα επικρÜτησε σιγÞ, Þταν τα συναισθÞματα που προσπαθοýσαν να βολευτοýν πριν εκδηλωθοýν, Þταν η κοýραση της ημÝρας που τους Ýκανε να προσπαθοýν να χαλαρþσουν, Þταν το φως των κεριþν που δημιουργοýσε ατμüσφαιρα. ΣιγÜ-σιγÜ αρχßσαν να ξεμουδιÜζουν. Η Μýριαμ σηκþθηκε κι Üρχισε να μαζεýει τα πιÜτα, η ΙσμÞνη προσφÝρθηκε να τη βοηθÞσει γιατß δεν Þξερε πως να καταπολεμÞσει τη νευρικüτητα της που δεν Þθελε να φανεß. Τα αγüρια Üρχισαν να μιλÜνε για διÜφορα αδιÜφορα θÝματα...
Η Μýριαμ στην κουζßνα Ýπλενε σιωπηλÜ τα πιÜτα κοιτþντας κλεφτÜ την ΙσμÞνη λες και περßμενε κÜποιο ξÝσπασμα. Η ΙσμÞνη σιωπηλÜ τη βοÞθησε μÝχρι να τελειþσουν προσπαθþντας να συγκρατÞσει αυτü το κýμα που Þθελε να βγει απü την ψυχÞ της προς τα Ýξω. Τελεßωσαν και γýρισαν μαζß με τους Üλλους στο σαλüνι. ΨÜξανε κι οι δυο γωνιÝς να βολευτοýν. Σαν τα γατÜκια που θÝλουν να κουρνιÜσουν. Η Μýριαμ πÞγε και χþθηκε δßπλα στο ΓερÜσιμο. Η ΙσμÞνη παρüλο που διακαþς Þθελε να κÜτσει κοντÜ στον ΟρÝστη προτßμησε την ασφαλÞ αγκαλιÜ του ΜιχÜλη. Με το ΜιχÜλη εßχαν μια επαφÞ ψυχικÞ πολý προσωπικÞ. Αρκοýσε να κοιταχτοýν. Με το που τον κοßταξε η ΙσμÞνη, Ýκανε χþρο και την προσκÜλεσε να καθßσει. Της Ýβαλε Ýνα ποτÞρι κρασß και την þρα που της το Ýδινε την κοßταξε με αυτü το ýφος που Ýλεγε: "μην ανησυχεßς, üλα θα πÜνε καλÜ".
Για κανα δßωρο ακοýγαν μουσικÞ και μιλοýσαν χαμηλüφωνα σχετικÜ. ¢λλες φορÝς σε πηγαδÜκια των δυο, Üλλες φορÝς üλοι μαζß. Ο ΟρÝστης μιλοýσε αδιÜφορα αλλÜ üταν την κοιτοýσε το βλÝμμα του δεν Þταν καθüλου αδιÜφορο. ΚÜποια στιγμÞ αποφÜσισαν να πÜνε για ýπνο γιατß δεν θÝλανε να χÜσουν üλη την ΚυριακÞ στο κρεβÜτι. ¢ρχισαν να σηκþνονται. ΘÝλανε να απολαýσουν και την αυριανÞ μÝρα. Να κρατÞσουν üτι μποροýσαν απü αυτÞ τη συνÜντηση.
Ο ΜιχÜλης με τον ΟρÝστη στο ßδιο δωμÜτιο κι ο ΓερÜσιμος με τον Κþστα σε Ýνα δεýτερο. Τα κορßτσια μαζß. Το σπßτι Üρχισε να ηρεμεß üχι üμως κι η ΙσμÞνη. Αντß να ηρεμεß Ýνοιωθε Ýνα πλÜκωμα. Αυτü του, δε ξÝρω τι θÝλω. Κοßταξε τη μικρÞ δßπλα της. Κοιμüταν σαν αγγελοýδι. ΑποφÜσισε να βγει για Ýνα τσιγÜρο στο μπαλκüνι. ¢νοιξε σιγÜ την πüρτα να μην ανησυχÞσει τους υπüλοιπους και κατÝβηκε στο σαλüνι. ¢νοιξε την μπαλκονüπορτα κι Ýνα γλυκü αερÜκι της δρüσισε το πρüσωπο. ¢ναψε το τσιγÜρο και τρÜβηξε την πρþτη ρουφιξιÜ με κλειστÜ μÜτια και της Ýφυγε Ýνας βαρýς αναστεναγμüς σαν λυγμüς.
Κλαßς; ¢κουσε τη φωνÞ του ΟρÝστη πßσω της κι αναπÞδησε ξαφνιασμÝνη. Συγγνþμη, της εßπε, δεν Þθελα να σε τρομÜξω. ΚατÝβηκα να κÜνω Ýνα τσιγÜρο. Τον κοßταξε λÝγοντας μüνο Ýνα, κι εγþ.
Κρυþνεις; τη ρþτησε και την αγκÜλιασε τρυφερÜ απü τους þμους.
Εßπε Ýνα ξεψυχισμÝνο üχι, γιατß η ανατριχßλα που Ýνοιωσε δεν Þταν απü το κρýο αλλÜ απü την ανÜσα του δßπλα στο λαιμü της, ελπßζοντας να την αφÞσει. Εßπαμε... κι οι αντιστÜσεις Ýχουν τα üρια τους.
Γιατß δεν κοιμÜσαι, της λÝει και της χÜιδεψε τρυφερÜ την πλÜτη.
Δεν μποροýσα κι εßπα να κÜνω Ýνα τσιγÜρο, του απÜντησε μετρþντας τα πλακÜκια στο πÜτωμα.
Της σÞκωσε το κεφÜλι πιÜνοντας την απαλÜ απü το πηγοýνι και την κοßταξε στα μÜτια ρωτþντας γιατß δεν μποροýσε να κοιμηθεß.
Δεν μπüρεσε να απαντÞσει... Ýσπασε κÜθε της αντßσταση και τα μÜτια της Üρχισαν να τρÝχουν ποτÜμια κι Ýνοιωθε μια αγωνßα γιατß αν τη ρωτοýσες γιατß κλαßει τþρα, δεν θα 'ξερε ν' απαντÞσει. Λßγο η εικονικÞ κατÜσταση που εßχε δημιουργηθεß, λßγο üλα üσα ξÝθαψε κι ανÝσυρε στη μνÞμη της, λßγο η αγωνßα της αν Ýπρεπε να νοιþθει Ýτσι, λßγο οι ενοχÝς, λßγο απü üλα...
Ευτυχþς ο ΟρÝστης δεν τη ρþτησε. ΑπλÜ σκοýπισε τα δÜκρυα της και της Ýδωσε το τσιγÜρο του να τραβÞξει μια ρουφηξιÜ. ¢φησε Üλλον Ýνα βαθý αναστεναγμü εßπε ευχαριστþ και γýρισε να φýγει. Την Ýπιασε απü το χÝρι την τρÜβηξε και τη φßλησε τρυφερÜ. Εγþ σε ευχαριστþ, της εßπε και γυρßσανε στα δωμÜτια.
Η μÝρα που ξημÝρωνε Þταν αυτÞ της αποχþρησης. Πßσω πÜλι στην πüλη. Στους ρυθμοýς τους καθημερινοýς. ΥπÞρχε μια περßεργη ατμüσφαιρα. Γλυκüπικρη. ΑυτÞ η αßσθηση του, αφÞνω πßσω κÜτι üμορφο για να γυρßσω στη ρουτßνα την οποßα üμως και δεν μπορþ να αποφýγω. ¢λλωστε πÜντα οι αποχωρισμοß δεν Þταν ευχÜριστοι. ¢ρχισαν να ξυπνοýν üλοι σιγÜ-σιγÜ και να σπÜει η ησυχßα που επικρατοýσε στο σπßτι.
Πρþτη σηκþθηκε η ΙσμÞνη. ¸πρεπε εκτüς απü τα πρÜγματα της να τακτοποιÞσει κι αυτÞ την ßδια. Να βÜλει σε μια τÜξη τις σκÝψεις της και τον συναισθηματικü της κüσμο. ¸φτιαξε μια κοýπα αχνιστü καφÝ κι Ýκατσε διπλωμÝνη και κουκουλωμÝνη δßπλα στο παρÜθυρο σκεπασμÝνη με μια κουβÝρτα κρατþντας τον καφÝ ανÜμεσα στις παλÜμες και κοßταζε Ýξω το θαýμα της φýσης. Την ανατολÞ. ¸κανε μια απεγνωσμÝνη προσπÜθεια με τη ζÝστη που Ýβγαζε ο καφÝς στις παλÜμες της σε συνδυασμü με τις ακτßνες του Þλιου που Üρχισαν να ξεπροβÜλλουν δειλÜ-δειλÜ στον ορßζοντα σα φοβισμÝνο ζωÜκι σε απÝραντο κι Üγνωστο λιβÜδι που δεν ξÝρει τι θα αντιμετωπßσει, να ζεστÜνει και την τερÜστια παγωμÜρα που εßχε απλωθεß στη ψυχÞ της. Το εßχε τερÜστια ανÜγκη. ¸νοιωθε üτι μÝσα της υπÞρχε Ýνας διÜφανος κρυστÜλλινος πÜγος που εßχε αρχßσει να ραγßζει επικßνδυνα κι αν δεν ερχüταν κÜτι να το ζεστÜνει και να λυþσει ομαλÜ, θα 'σπαγε σε χιλιÜδες κομμÜτια που δεν θα μποροýσε μετÜ με τßποτα να επαναφÝρει. Κι Þδη εßχε αρχßσει να ακοýει τις ρωγμÝς να μεγαλþνουν επικßνδυνα...
¸νοιωθε αυτÞ την παγωμÜρα να απλþνεται με γρÞγορους ρυθμοýς σε üλο της το κορμß σαν ασθÝνεια. Μüνο με την ιδÝα τρομοκρατÞθηκε κι ανατρßχιασε. ΑισθÜνθηκε üτι σε λßγο θα Ýμοιαζε σαν τη βασßλισσα του χιονιοý. Απü παιδß, Þταν το μüνο παραμýθι που την τρüμαζε. Κοßταζε στο παραμýθι το παγωμÝνο κι Üδειο απο συναισθÞματα βλÝμμα της και για το μüνο που Þταν σßγουρη Þταν üτι δεν θα Þθελε ποτÝ να της μοιÜσει. Εßχε μπει μÝχρι και στη διαδικασßα να τη λυπÜται επειδÞ δεν μποροýσε να νοιþσει. Θεωροýσε üτι δεν υπÜρχει πιο üμορφο απü τα συναισθÞματα και πüσω μÜλλον την εκδÞλωση τους. Μüνο που η πορεßα της ζωÞς της την Ýκανε να πιστεýει πως αυτü Þταν Ýνα μεγÜλο ψÝμμα.
Αισθανüταν üτι η μοßρα της Ýπαιζε κÜποιο παιχνßδι. Γιατß να μην εßναι τα πρÜγματα πιο απλÜ. Δεν εßχε ζητÞσει ποτÝ τßποτα ιδιαßτερο στη ζωÞ της. Δεν εßχε ποτÝ πρüθεση να βλÜψει κανÝναν κι εßχε πÜντα τις καλλßτερες προθÝσεις για üλο τον κüσμο. ΑλλÜ üχι οι Üλλοι γι' αυτÞν. Κι αναρωτιüταν γιατß σ’ αυτÞν. Γιατß; Τß εßχε κÜνει κι Ýπρεπε να πληρþνει τη ζωÞ της με τüση πßκρα. ΛÝνε πως ü,τι κÜνεις σου Ýρχεται διπλü πßσω. Τß εßχε κÜνει τüσο κακü, για να της χαρßζει η ζωÞ μüνο πßκρα; ¼ποια στιγμÞ της ζωÞς της Ýνοιωθε λßγη χαρÜ πÜντα θα συνοδευüταν με πολý πüνο και πολý πßκρα. Φοβüταν πλÝον να χαρεß. Και τις λßγες στιγμÝς που ξεχνιüταν μετÜ δεν μποροýσε να ησυχÜσει γιατß περιμÝνε με αγωνßα τι κακü θα συμβεß. Εßχε αρχßσει να μην αντÝχει Üλλο αυτü το μαρτýριο.
Τ Ε Λ Ο Σ