Πολλές φορές στη ζωή μας, τα πράγματα δεν είναι όπως δείχνουν ή ακόμα χειρότερα, δεν είναι μήτε καν έτσι, όπως φανταζόμασταν ότι θα δείχνανε. Πολλάκις επίσης, η δύναμη είναι μια αξία, που για να ‘χει αντίκρυσμα, πρέπει να εξαργυρώνεται με τα αντίστοιχα «τιμαλφή» κι αναλόγως αυτών και στα αντίστοιχα «κέντρα». Τέλος, μια κερδισμένη θέση στη σκακιέρα, σε κάποια χρονική στιγμή, δε σημαίνει απαραίτητα και νίκη στο τέλος της παρτίδας.
Ο Ίψεν, υπήρξεν αναμφιβόλως αριστοτέχνης στο να στήνει τα έργα του με την ακρίβεια δημιουργού-σκακιστή, που μπορεί να στήσει ένα θαυμάσιο σκακιστικό πρόβλημα. Τούτο βέβαια ισχύει για όλα του τα θεατρικά, αλλά ειδικά σε τούτο δω, η αίσθηση αυτή είναι απείρως εντονώτερη. Βέβαια, δε θα ισχυριστώ άνετα πως υπάρχει και λύση...
Οι ήρωες είναι κλεισμένοι στα εξηντατέσσερα τετράγωνα, «λεύτεροι». Οι κινήσεις τους αυστηρά περιορισμένες και προκαθορισμένες μπορώ να πω, από τις ηθικές, θρησκευτικές, κοινωνικοπολιτικές συμβάσεις, σε παράλληλη κι αλληλεπιδρούσα σφοδρώς σύνδεση, με τα προσωπικά τους «θέλω». Μπορεί τάχα να ξεφύγει κανείς απ' αυτό τον ιψενικό σχεδιασμό; Σαν πρώτη απάντηση, ρωτώ: μπορεί τάχα ο βασιλιάς στο σκάκι να κινηθεί έστω ένα τετραγωνάκι παραπάνω, ώστε να απεμπλακεί απ' ό,τι τον απειλεί; Η απάντηση σαφώς είναι ίδια κι είναι Όχι! Ωμά, κάθετα, ξεκάθαρα και σίγουρα! Όχι!
Αυτό το έργο, είναι από τα λιγότερο παιγμένα κι εμφανισμένα στη χώρα μας -αν δεν κάνω λάθος- κι όμως θεωρώ πως είναι ιδιαίτερα δυνατό και θεσμικό. Έτσι ασχολήθηκα λιγάκι παραπάνω μαζί του. Ξεκινώντας από την πρώτη πράξη, έχω να πω, πως πετυχαίνει θαυμαστά να ξετυλίξει το νήμα της ιστορίας, να στήσει το δίχτυ της πλοκής και παράλληλα να μας ενημερώσει, μέσα από τον διάλογο των ηρώων με λίγες φράσεις, για το τι έχει συμβεί πριν, και για το πως θα βαδίσει το θέμα. Ο διάλογος είναι ζωντανός κι οι ελάχιστες περιγραφές είναι εξαιρετικά κατατοπιστικές. Όχι υπερβολικά, όχι αφαιρετικά, αλλά όσον ακριβώς χρειάζεται.
Ο κεντρικός ήρωας, Ρόσμερ, είναι ο βασιλιάς των μαύρων, ο οποίος ακόμα δεν έχει αρχίσει να δέχεται τα αλλεπάλληλα «ρουά», αλλά από μια τρομερήν αισιοδοξία ίσως, ανοησία κατ' άλλους, γενναιότητα για μερικούς άλλους, έχει «απεκδυθεί» μια-μια όλες τις άμυνές του και βρίσκεται σε ξεκάθαρα ανοιχτό σημείο στη κάτω άκρη της σκακιέρας του Ίψεν. Πράγμα που σημαίνει πως, ανά πάσα στιγμή, μπορεί εύκολα να απειληθεί. Ας δούμε μαζί ποιές ήταν οι άμυνές του: Η οικογενειακή παράδοση του οικοσήμου των Ρόσμερ, (στους τοίχους κρεμασμένα τα πορτρέτα των προγόνων του, που κάποτε είχανε στην κατοχή τους το Ρόσμερσχολμ, τον μαύρο Πύργο δηλαδή), η θρησκευτική κάλυψη που του παρείχε το σχήμα του, ως πάστορας, η πολιτική κάλυψη, μιας κι είχεν επιλέξει το συντηρητικό καθεστώς, ο μάλλον επιτυχημένος και καθώς πρέπει γάμος του και τέλος οι γύρω του φίλοι και συμμαχητές. (Αυτή τη λέξη παρακαλώ να την κρατήσουμε, έτσι καταπώς γράφεται, γιατί θα την ξαναχρειαστούμε).
Όταν λοιπόν εμείς στήνουμε τα πιόνια, καθώς ορίζει ο Δάσκαλος-Ίψεν, η κατάσταση μας το βεβαιώνει: ο μαύρος βασιλιάς έχει μείνει ακάλυπτος, έχει χάσει τη σύζυγό του, (δε γνωρίζουμε τι την οδήγησε στην αυτοκτονία, εδώ ίσως μόνον ο εξαιρετικός Ίρβιν Γιάλομ να μπορούσε να μας δώσει πειστικές απαντήσεις με τόσο λίγα στοιχεία), έχει αποφασίσει με σθένος να απεκδυθεί το ιερατικό σχήμα, (πιθανόν επειδή πιέστηκε να το ενδυθεί, από τους γονείς του, ως πιθανή σταδιοδρομία των Ρόσμερ: στα πορτρέτα εμφανίζονται είτε στρατιωτικοί, είτε πάστορες), έχει αποφασίσει να μεταφέρει τις πολιτικές του αγωνιστικές πεποιθήσεις στο ριζοσπαστικό κόμμα (θελγόμενος από τη νέα πνοή, τις νέες ιδέες, τις πιθανές νέες ευκαιρίες, αν κι από το ίδιο το έργο δεν εμφανίζεται πουθενά πως έστεργε με μεγάλη ζέση στις προηγούμενες, παρά μόνον εξ οικογενειακής παραδόσεως -νάτη πάλι η οικογενειακή παράδοση) κι επίσης, έχει αποφασίσει να συνεχίσει να διατηρεί μια συγκατοίκηση-φιλία μέσα στον ίδιο του τον πύργο, με μια νεαρή ύπαρξη, μιαν ελεύθερη γυναίκα κι αυτό μάλιστα από τον καιρό που δεν ήταν ακόμα χήρος κι ακόμα ο χαμός της συζύγου του είναι πρόσφατος.
Όπως βλέπουμε λοιπόν, έχει πετάξει πάνωθέ του, κάθε τι που θα μπορούσε να τον προστατέψει, έχει εκτεθεί, έχει απομακρυνθεί από τα ηθικά ειωθότα της εποχής και περιοχής του και φυσικά, συνέπεια όλων αυτών των επιλογών είναι να απομακρυνθούν κι οι φίλοι του από κοντά του. Θα ρωτήσει κανείς: όλων των επιλογών; Χμμ... όχι ακριβώς... όχι όλων... μερικών μόνο... δηλαδή ουσιαστικά μόνο μιας! Ποιάς; Η σύζυγος φρεσκοπεθαμένη, έχει αυτοκτονήσει υπενθυμίζω μην μπορώντας ν' αντέξει άλλο τη ζωή της, και μες στο σπίτι υπάρχει ένας θηλυκός πειρασμός. Ο αδελφός της συζύγου του και καλύτερός του φίλος κάνει την πάπια! Τίποτε το μεμπτόν, ακόμα κι όταν παραμένει η κατάσταση. Παρατά το σχήμα του και πάλι όλοι κάνουνε την πάπια. Όχι μόνον αυτό, μα εξακολουθεί να θεωρείται ιερός, μάγκας κι αξιοσέβαστος. Όταν όμως αλλάζει πολιτικές πεποιθήσεις, κι ακόμα να σκεφτεί κανείς πως είναι στη ...σκέψη του η αλλαγή, μην έχοντας ακόμα αναλάβει καν ουσιαστικότερη δράση από το να το εκφράσει, τότε... του πέφτει ο ουρανός στο κεφάλι!
Κι ιδού το θαυμάσιο:
"Φίλε μου, γουστάρεις να καθαρίσεις τη γυναικούλα σου και να τη πέσεις σε κάτι νέο, φρέσκο και ζουμερό; Μαγκιά σου! Κάνε το διακριτικά και κανένα πρόβλημα, μαζί σου κι εμείς. Γιατί τάχα; Αχ... γιατί κι εμείς θα θέλαμε να κάνουμε κάτι τέτοιο κι ίσως στο μέλλον να χρειαστούμε συμμαχητή.
Δε γουστάρεις να ‘σαι άλλο, πάστορας; Ε σιγά! Απλά κάμε το προσεχτικά και κανένα πρόβλημα. Δε πρέπει ποτέ να τα βάζεις, φανερά τουλάχιστον, με την Εκκλησία. Όλα καλά φίλε μου. Θέλεις να κατακεραυνώσεις έναν αντίπαλο ή να καταχραστείς την εξουσία σου προς όφελός σου ή της ομάδας μας; Όλα καλά φίλε μου. Κάνε το!
Τί; Θέλεις να στραφείς προς το ριζοσπαστικό κόμμα; Ε όχι και δα! Αυτό πάει πολύ. Δηλαδή τίμιοι να ‘μαστε, αυτό και μόνο ν' άλλαζες πάλι, θα ‘σουνα κατάπτυστος και βδέλυγμα. Θα σε κάνουμε ρόμπα κι αν δεν έχουμε κάτι να σου προσάψουμε, ε όλο και κάτι θα βρούμε, στην ανάγκη θα το δημιουργήσουμε. Θα σε τσακίσουμε φίλε μου κι όταν θα ‘χουμε τελειώσει μαζί σου, δε θα ξέρεις ποιο είναι το μπρος και ποιο το πίσω σου!"
Αυτή λοιπόν είναι η κατάσταση του φτωχού μαύρου βασιλιά στη σκακιέρα του θεατρικού αυτού. Η ηρωΐδα από την άλλη, είναι ένα άτομο, απ' αυτά που θα μπορούσε κανείς να χαρακτηρίσει παρασιτικούς οργανισμούς, έστω με την καλή έννοια. Πάντα υπηρετώντας κάποιον προσπαθεί να πετύχει το κάτι παραπάνω, να κερδίσει μια μονιμότητα, να γίνει μια μικρή βασίλισσα. Πρώτα υπηρετεί τον πατέρα της, με δίχως ουσιαστικόν όφελος. Μετά ένα μεγάλο γιατρό και το μόνο που κερδίζει είναι να κληρονομήσει τη βιβλιοθήκη του. Τέλος, υπηρετώντας την ήδη άρρωστη σύζυγο του πάστορα, διακρίνει τη θαυμάσια ευκαιρία που της παρουσιάζεται και προσπαθεί να δρέψει αυτό που λαχταρά. Βέβαια γνωρίζει πως δεν έχει καμμιάν από τις ασπίδες, που ωστόσο διέθετε ο Ρόσμερ, όπως οικογενειακή παράδοση κι οικόσημο, ιερατικό η περιουσιακό σχήμα, καλούς κι ισχυρούς φίλους. Ξεκινά λοιπόν με μόχθο αξιέπαινο να καλύψει αυτό το χάντικαπ και ...σχεδόν τα καταφέρνει.
Αποφασίζει να στραφεί στους ριζοσπάστες, γιατί εκεί, υποτίθεται, δε μετράν οικογενειακές παραδόσεις και σχήματα και πείθει και τον Ρόσμερ να την ακολουθήσει σ' αυτό το δύσβατο, τελικά, μονοπάτι. Μετά την ευτυχή (;) συγκυρία της αυτοκτονίας της συζύγου, αρχίζει να βλέπει πως σε λίγο θα ‘ναι η Κυρά του Πύργου. Κι ήθελε τόσο λίγο ακόμα... τόσο λίγο. Δυστυχώς είχε την ατυχία να πέσει σ' ένα βασιλιά τόσον άχρηστο, τόσον ευαίσθητο και τόσο δειλό που το σχέδιό της ανατρέπεται.
Στην αρχή είχα απαντήσει «Όχι!» στην ερώτηση αν θα μπορούσαν να γλυτώσουν οι ήρωες, έτσι καταπώς έχουνε στηθεί από τον Ίψεν και τώρα θα εξηγήσω το γιατί.
Πρώτες απαντήσεις, σε πρώτα επίπεδα διερεύνησης, είναι δυο: Η εξαιρετική ευαισθησία και δειλία. Θέλουν ν' αλλάξουνε ζωή, μα έχουνε την ευαισθησία να συγκινούνται από μικρολεπτομέρειες και να εκτρέπονται από τον στόχο τους. Θέλουνε ν' αλλάξουνε ζωή μα δειλιάζουνε σε μια πιθανή κατακραυγή του άμεσου κοινωνικού περιγύρου. Μα αν το πάμε βαθύτερα, θέλουν ν' αλλάξουνε ζωή, αλλά ...όχι δα και πολύ... λιγάκι μόνο... Πόσο; Ε... να κρατήσω τον πύργο, να κρατήσω τους παλιούς φίλους, να κρατήσω την ιερότητα του σχήματος που παράτησα, να κρατήσω την επίφαση ηθικής και νομιμότητας, να κρατήσω την οικογενειακή παράδοση, αυτή που ανέτως απεμπόλησα, εν μέρει, και από την άλλη, οι ριζοσπάστες να ξετρελαθούν από τη χαρά τους που τους έκανα την τιμή και να με χρίσουν αμέσως βασιλιά τους. Κι όλα τούτα, αν είναι δυνατόν, χωρίς ν' ανοίξει μύτη. Λογικά πράγματα δηλαδή.
Μια πολύ δυνατή φιγούρα, είναι ο καλός φίλος Κρολ. Ναι αυτός που ανέχεται τα πάντα, πλην αλλαγής πολιτικής. Μια ηθική επιλεκτική, δεν είναι δα κι ό,τι ασυνήθιστο. Η Ηθική πολλάκις επηρεάζεται από το ίδιον Συμφέρον. Μπορεί να εθελοτυφλεί, όταν θέλει, ακόμα και σε αίσχη, και μπορεί να πατάσσει εκεί που θέλει, ακόμα και σε κάτι ανύπαρκτο. Αρκεί να μη θιχτούνε τα βασικά συμφέροντά της. Ο Κρολ λοιπόν είναι ένας φίλος, μα τί Φίλος; Απ' αυτούς που αν τους έχεις, τότε σίγουρα δεν ξέρεις τι σου γίνεται. Δηλητηριώδης, μεθοδικός, συμβασιούχος, ποταπός κι άνθρωπος που δεν έχει κανέναν ενδοιασμό να μετέρθει το κάθε τι. Όσον ο Ρόσμερ ήτο φίλος, κι αγκάθια να του πρόσφερε, θα τα ‘βλεπε ρόδα. Μετά, και ρόδα θα μπορούσε να τα δει ως κόπρανα. Καταφέρνει να πιέσει τόσο πολύ και τόσο καλά, που σχεδόν κλείνει κάθε δρόμο προς τη διαφυγή.
Ο Μόρτενσγκαρντ είναι μια φιγούρα που μάλλον μας εμφανίζεται ως η πιο λογική. Είναι ο νέος ηγέτης, ο ριζοσπαστικός βδελυρός αυτός άνθρωπος που εξοβελίστηκε κάποτε απ' αυτή την κοινωνική ομάδα, με ενορχηστρωτή τον Κρολ κι εκτελεστικό όργανο (εκούσια ή ακούσια) τον ίδιο τον Ρόσμερ, που τον κατακεραύνωσε από τον ιερατικό άμβωνα. Ωστόσο δε κρατά κακία, αν και του το υπενθυμίζει τεχνηέντως. Δε βλέπει τη μεταστροφή του Ρόσμερ ως το εξαιρετικό συμβάν, επειδή έχει ήδη αποσχιστεί το σχήμα κι άρα «δεν πρέπει να τα βάζουμε με την Εκκλησία».
Ο παλιός, καλός καθηγητής γερο-Βρέντελ, είναι ένα φιλικό πιόνι, μα τόσον άχρηστο, ώστε μάλλον στρέφεται εναντίον του Ρόσμερ, παρά που βοηθά. Προφταίνει ωστόσο να μας γνωστοποιήσει πως είναι μια συγκλονιστικής λογοτεχνικής και φιλοσοφικής δύναμης συγγραφέας: ο αιώνιος «αδικημένος» καλλιτέχνης με το άγραφο έργο, που αν και μόνον αποφάσιζε να το κάνει γραπτό, κατεβάζοντάς το από τ' άστρα, θα μάζευε τα λογοτεχνικά βραβεία σωρηδόν. Αχ... ας όψεται... η ατυχία, το πιοτό, η κοινωνία... Για να δούμε κι αυτούς τους ριζοσπάστες τι καπνό φουμάρουνε, μπας κι έτσι κερδίσουμε καμμιά θεσούλα και να μπορέσουμε να ξεδιπλώσουμε το μεγάλο μας ταλέντο. Μα κι εδώ τελικά πνίγει τα όψιμα όνειρά του σε μερικές μποτίλιες μπίρας.
Η δεύτερη πράξη είναι κολοσσιαία κατά την ταπεινή μου γνώμη. Συνθέτει με πολύ δυνατό τρόπο μιαν ενορχηστρωμένη πρώτην επίθεση, που όμως τελικά είναι κι αρκετή, για να γκρεμίσει τον πύργο, -όχι το Ρόσμερσχολμ αλλά τον πύργο- της άμμου που ‘χεν επιχειρήσει να στήσει ο καημένος ο Ρόσμερ. Σωριάζεται στα πόδια του, σαν ρινίσματα, από στοιχείο που δεν ξέρει καν τι είναι. Σκόνη; Πυρίτιδα; Υγρές στάλες δακρύων; Αρχαία σκουριά; Και κλονίζεται... Η Ρεβέκα από την άλλη, που ‘θελε να καβαλήσει το σωστό άλογο, για την πορεία προς το βασιλικό θρόνο, διαπιστώνει το μέγεθος της αποτυχίας. Βλέπετε, ήθελε να κάνει ό,τι έκανε, αλλά να διατηρήσει και την επίφαση του έρωτα. Αλλά για να ερωτευτεί μια γυναίκα νεώτερη έναν άντρα, θα πρέπει να της κερδίσει πρώτα-πρώτα το σεβασμό. Ο Ρόσμερ χάνει αυτό το πλεονέκτημα κι έτσι: «Μη με ρωτήσεις ποτέ, Ρόσμερ, γιατί δε θα σε παντρευτώ», του λέει σε κάποια στιγμή. Ε φυσικά! Τί να του πει; Πως ήθελε τα πάντα κι ήθελε και τον Έρωτα πειρατή, κι όχι νερόβραστο αργόσχολο που στη πρώτη στραβή συντρίβεται. Δε λέγονται αυτά τα πράγματα. Τώρα ίσως, τότε όμως -μη ξεχνάμε πως το έργο γράφτηκε το 1882- με τίποτα.
Η τρίτη πράξη φέρνει την οριστική λύση του γόρδιου δεσμού, έτσι καταπώς είχε δεθεί από τις πράξεις όλων των ηρώων. Μια λύση που σήμερα ίσως δε θα ακολουθιόταν, αλλά τότε ήτανε στην ημερήσια διάταξη. Μια λύση που εξυψώνει τους αποτυχημένους ήρωες και που τελικά έτσι όπως είχε στηθεί το έργο, η μόνη που θα μπορούσε να συμβεί και να ‘χει τέτοιον αποτέλεσμα. Πάντως αν θα ‘θελα να βρω ένα ψεγάδι σ' αυτό το έργο, θα ‘ταν ακριβώς αυτή η λύση. Ωστόσο αναγνωρίζω πως κάποτε -τότε- συνέβαινε και πως μια τέτοια λύση φορτίζει συναισθηματικά το έργο, όπως και στα περισσότερα δημώδη μας άσματα, όπως το φινάλε του «Νεκρού Αδερφού».
Πάτροκλος Χατζηαλεξάνδρου Νοέμβρης 2007