Αυτό το άρθρο βγήκε, όχι δεν θα το έλεγα κατά λάθος, απλά χωρίς να το ‘χω προτεραιότητα, για την ακρίβεια δεν το ‘χα σκεφτεί καν, μα ετοιμάζοντας τους δημιουργούς των επιγραμμάτων, έπεσα πάνω του κι εντυπωσιάστηκα. Δεδομένου πως είχα αρκετά στοιχεία και πολλά ακόμα εύρισκα, σκέφτηκα πως δεν του αρμόζει ένα βιογραφικό τηλεγράφημα, όπως συνήθως στήνω στους άλλους δημιουργούς -χωρίς να τους υποτιμώ, κάθε άλλο, απλά βρίσκω ελαχιστότατα- παρά ένα πλήρες θαυμάσιο αφιέρωμα κι ένα διάλειμμα από το τεράστιο πόνημα με τα επιγράμματα, τις ανθολογίες και τους δημιουργούς των. Πράγματι άξιζε ο κόπος και το ξεχωριστό για κείνον που τόσα έκαμε και τόσο καλός και φιλειρηνιστής ήταν. Κλείνοντας το πρόλογο, θα δηλώσω πως από τα των επιγραμμάτων, έχουνε μπει στο νου μου 3-4 ακόμα τέτοια κομμάτια… Απολαύστε λοιπόν όσο κι εγώ… Πάτροκλος
Βιογραφικό
Ο Πόπλιος Αίλιος Τραϊανός Αδριανός (Publius Aelius Traianus Hadrianus, 24 Γενάρη 76 μ.Χ.-10 Ιουλίου 138 μ.Χ.), ήτανε Ρωμαίος αυτοκράτωρ το 117–138 μ.Χ., καθώς επίσης στωικός κι επικούρειος φιλόσοφος. Είναι ο 3ος από τους λεγόμενους Πέντε Καλούς Αυτοκράτορες. Η βασιλεία του είχε διστακτικό ξεκίνημα, ένδοξη περίοδο ακμής και τραγικόν επίλογο.
Παρόλο που σύμφωνα με μεταγενέστερη παράδοση γεννήθηκε στην Ιτάλικα, πόλη στην επαρχία Hispania Baetica (η νοτιότερη ρωμαϊκή επαρχία στην Ιβηρική Χερσόνησο, που περιλαμβάνει τη σύγχρονη Ισπανία και Πορτογαλία), ο ίδιος αναφέρει στη σήμερα χαμένη αυτοβιογραφία του πως γεννήθηκε στη Ρώμη στις 24 Ιανουαρίου 76, από οικογένεια με ιταλικές ρίζες, που διέμενε στην Ισπανία για πολλές γενεές. Ωστόσο, ίσως αυτό να ήταν κάποιος πολιτικός ελιγμός εκ μέρους του, ώστε να αποδείξει πως ήταν Ρωμαίος από κάθε άποψη.
Πατέρας του ήταν ο Ρωμαίος από την Ισπανία, Πόπλιος Αίλιος Αδριανός Άφερ, που ως συγκλητικός της πραιτωρικής βαθμίδας περνούσε πολύ από τον καιρό του στη Ρώμη. Οι πρόγονοί του κατάγονταν από την Αδρία, το σύγχρονο Άτρι, μία αρχαία πόλη στο Πικηνόν της Ιταλίας. Ωστόσο η οικογένεια εγκαταστάθηκε στην Ιτάλικα λίγο μετά την ίδρυσή της από το Σκιπίωνα τον Αφρικανό. Ο Άφερ ήταν εξάδελφος απ’ τη πλευρά του πατέρα του με το μέλλοντα αυτοκράτορα Τραϊανό.
Μητέρα του ήταν η Δομίτια Παυλίνα από τις Γάδες (το Κάδιξ). Ήτανε κόρη διακεκριμένης οικογένειας Ρωμαίων από την Ισπανία. Μοναδική αδερφή του Αδριανού ήταν η Αιλία Δομίτια Παυλίνα. Οι γονείς τους πέθαναν το 85/86 όταν ο ήταν μόλις 9 ετών κι έτσι πέρασε στη κηδεμονία του Τραϊανού και του Πόπλιου Ακιλίου Αττιανού. Έλαβε μόρφωση σε διάφορα πεδία, όπως όλοι οι νεαροί αριστοκράτες της εποχής του. Μάλιστα του άρεσε τόσο πολύ να μελετά την ελληνική λογοτεχνία που τον αποκαλούσαν Graeculus (Έλληνάκι, Γραικύλο).

Ο Αδριανός επισκέφτηκε και πάλι την Ιτάλικα στα 14 και κατετάγη στο στρατό, αλλά ανακλήθηκε από τον Τραϊανό που από ‘κεί κι έπειτα ανέλαβε τη διαπαιδαγώγησή του. Δεν επέστρεψε ποτέ πια εκεί αν κι αργότερα η πόλη ανακηρύχθηκε colonia προς τιμή του. Η 1η του στρατιωτική θέση ήτανε χιλίαρχος (tribunus militum) στη λεγεώνα Legio II Adiutrix. Αργότερα, πήρε μετάθεση για την Legio I Minervia στη Γερμανία. Όταν ο Νέρβας πέθανε το 98, έσπευσε να ενημερώσει προσωπικά τον Τραϊανό. Αργότερα έγινε λεγάτος μιας λεγεώνας στην Άνω Παννονία και κατόπιν κυβερνήτης της επαρχίας αυτής. Υπήρξεν επίσης άρχων της Αθήνας για κάποιο σύντομο διάστημα, όπου κι ονομάστηκε Αθηναίος πολίτης.
Συμμετείχε ενεργά στους πολέμους εναντίον των Δακών (ως λεγάτος της Legio V Macedonica) και πιθανολογείται πως ο Τραϊανός τον αντάμειψε για τις επιτυχίες του. Επειδή κατά τα χρόνια που βρισκότανε στο θρόνο δεν διεξήχθησαν πόλεμοι, οι στρατιωτικές αρετές του Αδριανού δεν μπορούν να προσδιοριστούν σήμερα με ακρίβεια, ωστόσο το γνήσιο ενδιαφέρον του κι οι γνώσεις του για τον στρατό, καθώς κι η ικανότητα που έδειξε στον τομέα της διοίκησης, καταδεικνύουνε πιθανό ταλέντο στη στρατηγική.
Συνόδεψε τον Τραϊανό στην εκστρατεία του ενάντια στη Παρθία ως μέλος τους επιτελείου του. Ούτε κατά τη διάρκεια της αρχικής νικηφόρου φάσης, ούτε στη 2η φάση του πολέμου, όταν η επανάσταση εξαπλώθηκε στη Μεσοποταμία, ο Αδριανός έκανε κάτι αξιοσημείωτο. Εντούτοις, όταν ο κυβερνήτης της Συρίας έπρεπε να αποσταλεί στη Δακία που είχανε ξεσπάσει νέες φασαρίες, ονομάστηκε αντικαταστάτης του, λαμβάνοντας αυτόνομη διοικητική εξουσία. Ο Τραϊανός, σοβαρά άρρωστος κείνη τη στιγμή, αποφάσισε να επιστρέψει στην Ρώμη, ενώ ο Αδριανός έμεινε στη Συρία για να προστατεύσει τις ρωμαϊκές κατακτήσεις.
Έφτασε μέχρι τον Σελινούντα πριν αρρωστήσει τόσο ώστε να μη μπορεί να συνεχίσει το ταξίδι του. Αν κι ο Αδριανός ίσως ήταν η προφανής επιλογή για τη διαδοχή, δεν είχε ποτέ υιοθετηθεί από τον αυτοκράτορα. Η επίσημη εκδοχή ήταν ότι, ενώ ο Τραϊανός κειτόταν ετοιμοθάνατος, με τη σύζυγό του Πομπηία Πλωτίνα να τονε φροντίζει, κατονόμασε διάδοχό του τον Αδριανό. Οι φήμες της εποχής θέλουνε τη Πλωτίνα θερμή υποστηρίκτρια του Αδριανού κι εκείνον να της χρωστά την άνοδό του στο θρόνο. Ωστόσο το θέμα παραμένει σκοτεινό μέχρι σήμερα. Γοργά εξασφάλισε την υποστήριξη των λεγεώνων -ένας πιθανός ανταγωνιστής, ο Λεύκιος Κιέτος, αποπέμφθηκεν άμεσα. Η αποδοχή της Συγκλήτου ακολούθησε όταν παρουσιαστήκανε πιθανώς πλαστά έγγραφα υιοθεσίας από τον Τραϊανό (αν κι ήταν υπό τη κηδεμονία του). Η φήμη για πλαστογράφηση εγγράφου ήταν ελάσσονος σημασίας -η νομιμότητα του Αδριανού προέκυψε από την έγκριση της Συγκλήτου και των στρατευμάτων της Συρίας.

Παρόλο που του αναγνωρίζονται μεγάλες ικανότητες στρατιωτικές και διοικητικές, και παρόλο που τον έχει υιοθετήσει ο Τραϊανός, όμως διστάζει να τον χρίσει διάδοχό του φοβούμενος τις κάπως φιλειρηνικές διαθέσεις που διαβλέπει σ’ αυτόν. Ο ξαφνικός θάνατος όμως του Τραϊανού κι η μεσολάβηση της αυτοκράτειρας Πλωτίνας- κυκλοφόρησαν φήμες για πλαστή διαθήκη που εκμαίευσε η Πλωτίνα από τον άντρα της πριν ξεψυχίσει- χρίζουν τον Αδριανό Αυτοκράτορα, υποσκελίζοντας έτσι τους ανταγωνιστές του και σώζοντας την αυτοκρατορία από έναν πιθανό εμφύλιο πόλεμο.
Ο Αδριανός δεν πήγε αμέσως στη Ρώμη -ήταν απασχολημένος με την αποκατάσταση της τάξης στην Ανατολή και με τη κατάπνιξη της επανάστασης των Ιουδαίων που ξέσπασε κατά τη διάρκεια της θητείας του Τραϊανού. Κατόπιν πήγε να εξασφαλίσει τα σύνορα στο Δούναβη. Ο Αττιανός, ο πρώην προστάτης του, ορίστηκε τοποτηρητής του θρόνου κι ανακάλυψε σκευωρία που εμπλέκονταν 4 σημαντικοί συγκλητικοί, ανάμεσά τους κι ο Λεύκιος Κιέτος και ζήτησε από τη Σύγκλητο το θάνατό τους. Δεν τέθηκε θέμα δίκης, συνελήφθησαν κι εκτελέστηκαν. Επειδή απουσίαζε κείνη την εποχή, μπόρεσε να υποστηρίξει πως ο Αττιανός έδρασε με δική του πρωτοβουλία.
Παρά τις ικανότητές του στη στρατιωτική διοίκηση, η βασιλεία του χαρακτηρίστηκε από την απουσία μεγάλων πολεμικών συγκρούσεων, μ’ εξαίρεση το 2ο πόλεμο ανάμεσα στους Ιουδαίους και τους Ρωμαίους. Εγκατέλειψε τις κατακτήσεις του Τραϊανού στη Μεσοποταμία, αποφασίζοντας πως ήταν αδύνατο να διαφυλαχθούνε. Παραλίγο να ξεσπάσει πόλεμος με τη Παρθία, γύρω στο 121, αλλ’ η απειλή αποφεύχθηκε όταν διαπραγματεύτηκε μ’ επιτυχία συνθήκη ειρήνης.
Η 1η περιοδεία του ξεκίνησε το 121 και στόχευε αρχικά στο να καλύψει τα νώτα του ώστε ν’ αποκτήσει την ελευθερία ν’ ασχοληθεί με τους πολιτιστικούς του στόχους. Ταξίδεψε βόρεια, με κατεύθυνση τη Γερμανία κι επόπτευσε τα σύνορα Δούναβη-Ρήνου, καταβάλλοντας χρήματα για την ενίσχυση των αμυντικών έργων. Ωστόσο ήτανε ταξίδι στα όρια της Αυτοκρατορίας που αποτέλεσε ίσως τη πιο χαρακτηριστική του επίσκεψη. Μαθαίνοντας για μια πρόσφατη επανάσταση, διέσχισε τη θάλασσα με προορισμό τη Βρετανία. Πριν την άφιξή του εκεί, είχε ξεσπάσει μεγάλη επανάσταση που κράτησε περίπου 2 έτη (119-121). To 122 ξεκίνησε η ανέγερση του περίφημου Τείχους του Αδριανού.
Κατασκευάστηκε κυρίως για να προστατέψει την επαρχία της Βρετανίας, εμποδίζοντας μελλοντικές επιδρομές μικρής κλίμακας κι ανεπιθύμητη μετανάστευση απ’ τη βόρεια χώρα της Καληδονίας (η σημερινή Σκωτία). Τη Καληδονία κατοικούσαν φυλές γνωστές στους Ρωμαίους ως Καληδόνιοι. Ο Αδριανός συνειδητοποίησε πως οι τελευταίοι θ’ αρνούνταν να συνυπάρξουν με τους Ρωμαίους. Επίσης γνώριζεν ότι παρόλο που η Καληδονία ήτανε πολύτιμη, το δύσκολο έδαφος και τα υψίπεδα θα κάνανε πολυδάπανη τη κατάκτησή της. Αποφάσισε να κτίσει τείχος. Αντίθετα με τις οχυρώσεις στη Γερμανία, που χτίστηκαν από ξύλινους πασσάλους, η έλλειψη ξύλου στη περιοχή είχεν αποτέλεσμα πέτρινη κατασκευή. Τα ερείπια αυτού του τείχους μέχρι σήμερα εκτείνονται σε πολλά χιλιόμετρα και φέρουν ακόμη το όνομά του. Από πολλές απόψεις αντανακλούνε την αποφασιστικότητά του να βελτιώσει και ν’ αναδομήσει την Αυτοκρατορία στο εσωτερικό της και να μη προχωρήσει σε νέους πολέμους και κατακτήσεις.
Υπό τις οδηγίες του ανηγέρθη στην Υόρκη ένα ιερό προς τιμήν της Βρεττανίας, τιμώντας τη σα θεότητα και κόπηκαν νομίσματα που παρουσίαζαν γυναικεία μορφή ως προσωποποίηση της Βρετανίας, με την επιγραφή BRITANNIA. Μέχρι το τέλος του 122, ολοκλήρωσε τη περιοδεία του στη Βρετανία κι έφυγε από κεί χωρίς να επιστρέψει ποτέ. Δεν είδε συνεπώς ποτέ τελειωμένο το τείχος που φέρει το όνομά του.
Η ειρηνιστική πολιτική ενδυναμώθηκε με την ανέγερση μόνιμων αμυντικών έργων στα σύνορα της αυτοκρατορίας. Το πιο γνωστό είναι το ογκώδες Τείχος του Αδριανού στη Μεγάλη Βρετανία. Τα σύνορα στο Δούναβη και το Ρήνο ενδυναμώθηκαν με μια σειρά ξύλινων κυρίως οχυρώσεων, παρατηρητηρίων κι οχυρών, με τα τελευταία να διευκολύνουν ιδιαιτέρως την επικοινωνία και τη τοπικήν ασφάλεια. Παρόμοια τείχη, πλίθινα αυτή τη φορά, έκτισε κατά μήκος κρίσιμων διαβάσεων στη Βόρεια Αφρική (Μαυριτανία), με μήκος πολλών δεκάδων χιλιομέτρων το καθένα. Για να κρατά ψηλά το ηθικό των στρατιωτών και να μη μένουν αδρανείς, ο Αδριανός όρισε να γίνονται συχνά γυμνάσια και μάλιστα επέβλεπε ο ίδιος τις διάφορες στρατιές. Παρόλο που τα νομίσματα που έκοψε απεικονίζουνε τόσο πολεμικές όσο κι ειρηνικές σκηνές, η πολιτική του Αδριανού ήταν η επιβολή της ειρήνης με τη δύναμη, ακόμη και την απειλή.
Το 123, κατέφθασε στη Μαυριτανία όπου οδήγησε προσωπικά μιαν εκστρατεία εναντίον τοπικών επαναστατών. Ωστόσο αυτή η επίσκεψη έμελλε να είναι σύντομη, καθώς έφτασαν αναφορές ότι η Παρθία προετοιμαζότανε πάλι για πόλεμο. Έτσι κινήθηκε γρήγορα στα ανατολικά. Ταξιδεύοντας είναι γνωστό πως κάποια στιγμή έκανε στάση στη Κυρήνη και προσέφερε χρήματα για τη στρατιωτική εκπαίδευση νέων αριστοκρατικής καταγωγής. Η Κυρήνη είχεν ήδη επωφεληθεί απ’ τη γενναιοδωρία του αυτοκράτορα το 119, όταν είχε λάβει πόρους για την ανοικοδόμηση των δημόσιων κτιρίων που ‘χανε καταστραφεί κατά τη διάρκεια της πρόσφατης ιουδαϊκής επανάστασης.
Αυτό το μεγάλο όνειρο, η κατάκτηση των περιοχών απ’ τις οποίες περνούσε ο δρόμος του μεταξιού και του εμπορίου με την Ασία και τις οποίες έλεγχαν οι Εβραίοι και Άραβες και τις οποίες επιχείρησε να κατακτήσει κι ο Μέγας Αλέξανδρος είχε καταντήσει για τη Ρώμη ” η μεγάλη περιπέτεια της Ασίας» λόγω του δύσκολου της κατάκτησης και της διατήρησης των περιοχών αυτών. Στο φιλόδοξο αυτό σχέδιο της Αυτοκρατορίας τόλμησε να δώσει τέλος ο Αδριανός, ως αυτοκράτορας πια, συνάπτοντας ειρήνη με τους Πάρθους.
Όταν αφίχθη στον Ευφράτη, έλυσε το πρόβλημα μέσω διακανονισμού με τον βασιλιά των Πάρθων, Χοσρόη Α’. Κατόπιν έσπευσε να ελέγξει την ρωμαϊκή άμυνα προτού αναχωρήσει για τη Δύση κατά μήκος της ακτής του Ευξείνου Πόντου. Ο Αδριανός θεωρείται επίσης ιδρυτής της Αδριανούπολης. Πιθανώς πέρασε το χειμώνα στη Νικομήδεια, τη πρωτεύουσα της Βιθυνίας. Καθώς η Νικομήδεια είχε χτυπηθεί από σεισμό μόλις λίγο καιρό πριν την επίσκεψή του, ο Αδριανός στάθηκε γενναιόδωρος παρέχοντας ποσά για έργα ανοικοδόμησης. Είναι κάτι παραπάνω από πιθανό να επισκέφτηκε τη Κλαυδιούπολη, όπου και γνώρισε τον όμορφο Αντίνοο, ένα νεαρό αγόρι που ‘μελλε να γίνει εραστής του. Ανέπτυξε πολυσυζητημένη ερωτική σχέση κι οι πηγές δεν αναφέρουνε τίποτα για το χρόνο της συνάντησής τους, αλλά υπάρχουν απεικονίσεις του Αντινόου που τον παρουσιάζουν ως νέο άνδρα περίπου είκοσι ετών. Καθώς αυτές χρονολογούνται λίγον καιρό πριν τον θάνατο του Αντινόου από πνιγμό το 130, είναι πιθανότερο να ήταν τότε 13 ή 14 ετών. Είναι επίσης πιθανό ο Αντίνοος να εστάλη στην Ρώμη για να εκπαιδευτεί ως ακόλουθος του αυτοκράτορα και σταδιακά να έγινε ο ευνοούμενός του. Ο έρωτάς τους πέρασε στην Ιστορία, μια σχέση ρομαντική, σφοδρή και τραγική.
Μετά τη γνωριμία του με τον Αντίνοο, ο Αδριανός ταξίδεψε κατά μήκος της Ανατολίας. Η διαδρομή που ακολούθησε δεν είναι εξακριβωμένη. Διάφορα περιστατικά περιγράφονται από τις πηγές, όπως η ίδρυση μιας πόλης στη Μυσία, μετά από το επιτυχές κυνήγι ενός κάπρου. Κάποιοι ιστορικοί αμφισβητούν το γεγονός αυτό. Την εποχή αυτή, γίνονται σχέδια για την ανοικοδόμηση ενός ναού στη Μικρά Ασία, που θα αφιερωνόταν στον Τραϊανό και τον Αδριανό και θα κατασκευαζόταν από εκθαμβωτικό λευκό μάρμαρο.
Το απόγειο της περιοδείας αυτής ήταν ο προορισμός που ο φιλέλληνας Αδριανός πρέπει να ‘χε απ’ την αρχή στο μυαλό του, η Ελλάδα. Έφτασε το φθινόπωρο του 124 εγκαίρως για τη συμμετοχή του στα Ελευσίνια Μυστήρια. Κατά παράδοση, σε κάποιο στάδιο της τελετής οι νεοφώτιστοι έπρεπε να φέρουν όπλα, αλλά αυτό αποφεύχθηκε, για την ασφάλεια του αυτοκράτορα που βρισκόταν ανάμεσά τους. Μετά από αίτηση των Αθηναίων πραγματοποίησε αναθεώρηση του συντάγματός τους. Επιπροσθέτως, δημιουργήθηκε μια νέα φυλή που έλαβε το όνομά του.
Στη διάρκεια του χειμώνα περιόδευσε στη Πελοπόννησο. Η ακριβής διαδρομή παραμένει ασαφής, ωστόσο ο Παυσανίας αναφέρει διάφορα σημάδια, όπως οι ναοί που έχτισε ο αυτοκράτορας και το άγαλμά του που κατασκεύασαν οι ευγνώμονες κάτοικοι της Επιδαύρου ευχαριστώντας τον για ευεργεσίες. Ήταν ιδιαίτερα γενναιόδωρος με τη Μαντίνεια, γεγονός που ενισχύει την άποψη πως ο Αντίνοος ήταν ήδη εραστής του Αδριανού, καθώς υπήρχε ισχυρός δεσμός ανάμεσα στη Μαντίνεια και την πατρίδα του Αντινόου, την Βιθυνία.
Μέχρι τον Μάρτη του 125, ο Αδριανός είχε φθάσει στην Αθήνα όπου και πρωτοστάτησε στα Διονύσια. Τα οικοδομικά έργα του Αδριανού στην Αθήνα ήταν αξιοσημείωτα. Φρόντισε για την αποπεράτωση του Ναού του Ολυμπίου Διός, που κτιζόταν επί 5 αιώνες και ξεκίνησε την ανοικοδόμηση πολλών δημόσιων κτιρίων, ανάμεσα στα οποία και ένα υδραγωγείο. Η Πύλη του Αδριανού κι η Βιβλιοθήκη του Αδριανού σώζονται ακόμη σήμερα. Στη διάρκεια της επίσκεψής του στην Ελλάδα το 125, προσπάθησε να δημιουργήσει ένα είδος περιφερειακής βουλής για να ενώσει όλες τις ημιαυτόνομες πρώην πόλεις-κράτη σ’ όλη την Ελλάδα και την Ιωνία. Η βουλή αυτή, γνωστή ως Πανελλήνιον, απέτυχε παρά τις έντονες προσπάθειες να υπάρξει συνεργασία ανάμεσα στους Έλληνες.
Επιστρέφοντας στην Ιταλία, ο Αδριανός έκανε στάση στην Σικελία. Νομίσματα τον τιμούν ως ανορθωτή του νησιού, αν και δεν υπάρχουνε στοιχεία του τί έκανε για να κερδίσει αυτόν τον τίτλο. Πίσω στην Ρώμη στάθηκε εφικτό να δει ο ίδιος ολοκληρωμένες τις εργασίες στο Πάνθεον. Επίσης είχε ολοκληρωθεί κι η βίλλα του Αδριανού στο Tibur (σήμ.Τίβολι), ένα ευχάριστο θέρετρο στους Λόφους της Σαβίνας, για όταν δεν θα άντεχε την διαμονή στην πόλη. Στις αρχές του Μάρτη 127 ο Αδριανός ξεκίνησε νέα περιοδεία κατά μήκος της Ιταλίας. Και πάλι οι ιστορικοί είναι σε θέση να συνθέσουν τη διαδρομή που ακολούθησε περισσότερο από τις δωρεές που έκανε σε διάφορα μέρη παρά από τις ιστορικές πηγές. Για παράδειγμα, εκείνη την χρονιά επανέφερε την λατρεία της θεότητας της γης Κούπρα στην πόλη Κούπρα Μαρίτιμα. Κάποια στιγμή που δεν είναι προσδιορίσιμη, συνέβαλε στα έργα αποξήρανσης της λίμνης Φουτσίνο. Λιγότερο ευπρόσδεκτη στάθηκε η ιδέα του να διαιρέσει την Ιταλία σε 4 περιοχές υπό αυτοκρατορικούς λεγάτους. Η πρωτοβουλία αυτή δεν έτυχε αποδοχής και δεν επιβίωσε για πολύ καιρό μετά τον θάνατο του Αδριανού.
Αυτή περίπου την εποχή ο Αδριανός αρρώστησε. Η φύση της ασθένειάς του δεν είναι γνωστή, δεν εμπόδισε πάντως την αναχώρησή του την άνοιξη του 128 με προορισμό την Αφρική. Η άφιξή του συνοδεύτηκε με τον καλό οιωνό του τερματισμού μιας περιόδου ξηρασίας. Μαζί με τις συνηθισμένες του ευεργεσίες και δωρεές βρήκε χρόνο να επιθεωρήσει τα στρατεύματα, ενώ ο λόγος που εκφώνησε επιβιώνει μέχρι τις μέρες μας. Ο Αδριανός επέστρεψε στην Ιταλία το καλοκαίρι του 128, αλλά η παραμονή του ήταν σύντομη προτού ξεκινήσει μια νέα 3ή περιοδεία. Το Σεπτέμβρη του 128 παρέστη και πάλι στα Ελευσίνια Μυστήρια. Αυτή τη φορά η περιοδεία του στην Ελλάδα πρέπει να επικεντρώθηκε στην Αθήνα και τη Σπάρτη. Ό Αδριανός είχε στον νου του μία ελληνική αναβίωση μέσω Δελφικής Αμφικτυονίας, αλλά αποφάσισε πλέον κάτι πολύ πιο μεγαλεπήβολο. Το νέο του Πανελλήνιον επρόκειτο να είναι ένα συμβούλιο που θα έφερνε κοντά τις ελληνικές πόλεις όπου και να βρίσκονταν γεωγραφικά. Το μέρος συνάντησης θα ήταν ο νέος ναός του Διός στην Αθήνα. Έχοντας θέσει σε κίνηση τις προετοιμασίες – το να αποφασιστεί ποιας πόλης το αίτημα να αναγνωριστεί ως ελληνική θα ‘παιρνε από μόνο του πολύ χρόνο- αναχώρησε για την Έφεσο.
Τον Οκτώβρη του 130 κι ενώ ο Αδριανός κι ο περίγυρός του έπλεαν στο Νείλο, ο Αντίνοος πνίγηκε για άγνωστους λόγους, αν και προτάθηκαν όλες οι εκδοχές: ατύχημα, αυτοκτονία, φόνος ή θρησκευτική θυσία. Ο αυτοκράτορας πόνεσε βαθύτατα. Διέταξε να θεοποιηθεί ο Αντίνοος, έδωσε σε πόλεις το όνομά του, έκοψε μετάλλια με την μορφή του και αγάλματά του κατασκευάστηκαν σε όλα τα μέρη της αυτοκρατορίας. Προς τιμήν του ανεγέρθηκαν ναοί στην Βιθυνία, την Μαντίνεια στην Αρκαδία, και στην Αθήνα, ενώ οργανώθηκαν και εορτές για να τον τιμήσουν. Η πόλη της Αντινοοπόλεως ή Αντινόη ιδρύθηκε στα ερείπια της Μπέσα, όπου και πέθανε. Ήταν αυτοκτονία ή ήταν δολοφονία;
Ο Αντίνοος υπό Φαρνέζε
Οι κινήσεις του Αδριανού μετά την ίδρυση της Αντινοοπόλεως στις 30 Οκτώβρη 130 είναι ασαφείς. Είτε επέστρεψε στη Ρώμη, είτε όχι, πέρασε τον χειμώνα του 131-132 στην Αθήνα και πιθανώς παρέμεινε στην Ελλάδα ή και ανατολικότερα εξαιτίας νέας επανάστασης των Ιουδαίων που ξέσπασε το 132. Επιγραφές καθιστούν σαφές πως τέθηκε ο ίδιος επί κεφαλής του στρατού στο πεδίο της μάχης το 133, κατόπιν επέστρεψε στη Ρώμη, ίσως την ίδια χρονιά και σχεδόν σίγουρα (κρίνοντας και πάλι από επιγραφές) περνώντας από το Ιλλυρικό.
Το 130 επίσης, επισκέφθηκε τα ερείπια της Ιερουσαλήμ, που άφησε πίσω του ο 1ος Ρωμαιο-Ιουδαϊκός πόλεμος του 66-73. Υποσχέθηκε ν’ ανοικοδομήσει τη πόλη, αλλά σχεδίαζε να τη κάνει παγανιστική μητρόπολη, που θα ονόμαζε Αιλία Καπιτωλίνα. Ένας νέος παγανιστικός ναός πάνω στα ερείπια του 2ου Ναού της Ιερουσαλήμ επρόκειτο ν’ αφιερωθεί στο Δία (Γιούπιτερ). Επιπροσθέτως, απαγόρευσε τη περιτομή, που την έβλεπε ως ένθερμος φιλέλλην που ήταν, ως ακρωτηριασμό. Ρωμαϊκό νόμισμα με την επιγραφή Αιλία Καπιτωλίνα (Aelia Capitolina) κόπηκε το 132.
Η στάση αυτή του Αδριανού πυροδότησε νέα μεγάλη επανάσταση (132- 135), υπό τον Μπαρ Κόκχμπα και τον Ακίμπα μπεν Τζόζεφ. Κατόπιν αυτού, ο Αδριανός κάλεσε τον στρατηγό του Σέξτο Ιούλιο Σεβήρο από τη Βρετανία και σώματα στρατού κατέφθασαν ακόμη κι από το Δούναβη. Οι απώλειες των Ρωμαίων ήτανε βαρύτατες και πιστεύεται ότι μια ολόκληρη λεγεώνα, η XXII Deiotariana καταστράφηκε. Οι απώλειες ήτανε τόσο μεγάλες ώστε ο Αδριανός στην αναφορά του προς τη Σύγκλητο παρέλειψε τη καθιερωμένη φράση «Εγώ και οι λεγεώνες είμαστε καλά». Εντούτοις οι δυνάμεις του Αδριανού τελικά καταπνίξανε την επανάσταση. Σύμφωνα με το Δίωνα Κάσσιο, κατά τη διάρκεια του πολέμου 580.000 Ιουδαίοι χάσανε τη ζωή τους, 50 οχυρωμένες πόλεις και 985 χωριά καταστράφηκαν ολοσχερώς.
Μετά τη λήξη του πολέμου, συνέχισε τις θρησκευτικές διώξεις κατά των Ιουδαίων, σύμφωνα με το Βαβυλωνιακό Ταλμούδ. Αποπειράθηκε να ξεριζώσει τον Ιουδαϊσμό, που τον έβλεπε ως την αιτία συνεχών επαναστάσεων, κήρυξε εκτός νόμου τη Τορά, το εβραϊκό ημερολόγιο κι εκτέλεσε Ιουδαίους λόγιους. Ο ιερός πάπυρος κάηκε τελετουργικά στο Όρος του Ναού. Στο πρώην σκευοφυλάκιο του Ναού εγκατέστησε 2 αγάλματα, του Δία και δικό του. Στη προσπάθεια να διαγράψει κάθε ανάμνηση της Ιουδαίας, αφαίρεσε το όνομά της απ’ το χάρτη και το αντικατέστησε με το Συρία Παλαιστίνα, από τους Φιλισταίους, αρχέγονους εχθρούς των Ιουδαίων. Επανίδρυσε την Ιερουσαλήμ υπό τη μορφή ρωμαϊκής παγανιστικής πόλης, με το όνομα Αιλία Καπιτωλίνα (Aelia Capitolina) κι απαγόρευσε στους Εβραίους να εισέρχονται σε αυτήν.
Πέρασε τα τελευταία χρόνια της ζωής του στη Ρώμη. Το 136, αφιέρωσε έναν νέο ναό, το Ναό της Αφροδίτης και της Ρώμης, στο μέρος όπου βρίσκεται ο Χρυσός Οίκος του Νέρωνα. Η Έπαυλη του Αδριανού στη Ρώμη κτίστηκε από το 118 ως το 134. Βρίσκεται σε απόσταση 30 χιλιομέτρων από την Ρώμη, 5 χιλιόμετρα από το Τίβολι του Λάτιου. Ήταν το καλοκαιρινό ανάκτορο του Αυτοκράτορα. Είχε οικοδομική έκταση 120 εκταρίων, στην οποία ο Αδριανός είχε κατασκευάσει μινιατούρες φημισμένων κτηρίων και εγκαταστάσεων όπως τις είχε δει στα ταξίδια του, στην Ελλάδα και στην Αίγυπτο. Θεωρείται το εκτενέστερο και σπουδαιότερο Ρωμαϊκό ανάκτορο όλων των εποχών, ανάλογο με το μεταγενέστερο Παλάτι των Βερσαλλιών.
Περίπου αυτή την εποχή, και υποφέροντας από προβλήματα υγείας, άρχισε να τον απασχολεί το ζήτημα της διαδοχής. Το 136 υιοθέτησε έναν από τους υπάτους αυτού του έτους, τον Λεύκιο Κεϊόνιο Κόμμοδο, που έλαβε το όνομα Λεύκιος Αίλιος Καίσαρ. Ήταν ταυτόχρονα προγονός και γαμπρός του Γάιου Αβίδιου Νιγρίνου, ενός από τους 4 άντρες που εκτελέστηκαν στα 118, ωστόσο και ο ίδιος είχε εύθραυστη υγεία. Λαμβάνοντας το αξίωμα του χιλιάρχου και την διοίκηση της Παννονίας, ο Αίλιος Καίσαρ εξελέγη ξανά ύπατος για το έτος 137, αλλά πέθανε την 1η Ιανουαρίου 138.
Μετά τον θάνατο του Αελίου, ο Αδριανός υιοθέτησε τον Τίτο Αυρήλιο Φούλβο Βοϊόνιο Άρριο Αντωνίνο (μέλλοντα αυτοκράτορα Αντωνίνο Πίο), που είχε υπηρετήσει ως ένας από του τέσσερις αυτοκρατορικούς λεγάτους της Ιταλίας και σε άλλες διοικητικές θέσεις στην Ασία. Στις 25 Φεβρουαρίου 139 ο Αντωνίνος έλαβε το αξίωμα και την εξουσία του χιλιάρχου. Επίσης, για να εξασφαλίσει το μέλλον της δυναστείας, ο Αδριανός απαίτησε από τον Αντωνίνο να υιοθετήσει τόσο τον Λεύκιο Κεϊόνιο Κόμμοδο (γιο του αποθανόντος Αίλιου Καίσαρα), όσο και τον Μάρκο Άννιο Βέρο (τον μελλοντικό αυτοκράτορα Μάρκο Αυρήλιο), εγγονό του ισχυρού συγκλητικού που έφερε το ίδιο όνομα και που υπήρξε στενός φίλος του Αδριανού. Ο Άννιος είχε ήδη αρραβωνιαστεί την κόρη του Αίλιου Καίσαρα, την Κεϊονία Φαβία.
Όσον αφορά την επιλογή διαδόχου, μετά από πολλούς δισταγμούς, ορίζει τον ευνοούμενο του Λούκιο, τον οποίο ο Αντίνοος μάλλον δεν συμπαθούσε. Ο Λούκιος ήτανε Ρωμαίος πατρίκιος είχε παντρευτεί κόρη συγκλητικού, είχε αποκτήσει μαζί της 3 παιδιά όμως με την άσωτη ζωή που έκανε, δυστυχώς αρρώστησε και πέθανε σε ηλικία μόνο 26 ετών! Ο Αδριανός τότε επιλέγει ως άμεσο διάδοχο του, τον ευσεβή και καλοσυνάτο συγκλητικό Αντωνίνο κι ως δεύτερο χρονολογικά διάδοχο του το 17χρονο μακρινό συγγενή του Μάρκο Αυρήλιο, στον οποίο διέκρινε πνευματικά και ψυχικά χαρίσματα και στον οποίο ο Αντωνίνος θα παρέδιδε την εξουσία αργότερα.
Οι αρχαίες πηγές παρουσιάζουν τα τελευταία χρόνια του Αδριανού ως μια περίοδο διαμάχης και δυστυχίας. Η υιοθεσία του Αίλιου Καίσαρα αποδείχτηκε μη δημοφιλής. Ο γαμπρός του Αδριανού, Λεύκιος Ιούλιος Ούρσος Σερβιανός, αν και πολύ ηλικιωμένος, ήταν από την αρχή της βασιλείας του αυτοκράτορα υποψήφιος για τον θρόνο. Ο εγγονός του, Φούσκος, πιστεύεται πως συνωμότησε να πάρει ο ίδιος τον θρόνο και είναι πιθανό το 137 να αποπειράθηκε πραξικόπημα στο οποίο συμμετείχε και ο παππούς του. Όποια και να είναι η αλήθεια, ο Αδριανός τους καταδίκασε σε θάνατο. Σύμφωνα με διηγήσεις, ο Σερβιανός πριν το θάνατό του τονε καταράστηκε «να αποζητά τον θάνατο αλλά να μη μπορεί να πεθάνει». Η προσευχή εκπληρώθηκε. Ο Αδριανός υπέφερε από την τελευταία παρατεταμένη του ασθένεια και απετράπη πολλές φορές από από την αυτοκτονία. Σύμφωνα με την Historia Augusta λίγο πριν αναπαυθεί συνέθεσε το ακόλουθο ποίημα:
Animula, vagula, blandula
Hospes comesque corporis
Quae nunc abibis in loca
Pallidula, rigida, nudula,
Nec, ut soles, dabis iocos…
Α! συ πλανεύτρα, διαβατάρικη ψυχούλα μου,
μες στο κορμί μου ταίρι κι αγαπούλα μου,
σύντομα θα κινήσεις γι’ άλλους σκοτεινούς
τόπους και ομιχλώδεις και ψυχρούς.
Και τέλος πια τ’ αστεία ούλα μου.
Άρρωστος πια, περιμένοντας το θάνατο, αρχίζει να γράφει τα απομνημονεύματα του απευθυνόμενος στο Μάρκο Αυρήλιο, το νεαρό διάδοχό του θέτοντας το σκοπό της συγγραφής του. Γράφει μεταξύ άλλων «ο γραπτός λόγος μ’ έμαθε να ακούω την ανθρώπινη φωνή…σου προσφέρω μια αφήγηση απαλλαγμένη από προμελετημένες ιδέες…φτιαγμένη από την εμπειρία ενός μόνο ανθρώπου, όπως εγώ… Βασίζομαι πάνω σ’ αυτήν την επιθεώρηση των γεγονότων για να προσδιοριστώ, να κριθώ ίσως ή να γνωρίσω καλύτερα τον εαυτό μου προτού πεθάνω…Τρία μέσα έχω για να αποτιμήσω την ανθρώπινη ύπαρξη: τη μελέτη του εαυτού μου, την παρατήρηση των άλλων και τα βιβλία…Από αυτές τις μεθόδους, η πιο δύσκολη, επικίνδυνη και λογική είναι η παρατήρηση του εαυτού μου».
Τη τελευταία περίοδό του ως αυτοκράτορας, τη ζει τον περισσότερο καιρό αποτραβηγμένος στην πανέμορφη έπαυλη του «Αδριάνα», στο σημερινό Τίβολη, έξω απ’ Ρώμη. Αυτά που τον απασχολούν πολύ τώρα είναι το πώς θα απαλύνει την ασθένεια που τον ταλαιπωρεί και η επιλογή διαδόχου του, δια μέσου του θεσμού της υιοθεσίας, αφού ο ίδιος δεν είχε αποκτήσει παιδιά. Η υδροπεκία καρδιάς, από την οποία πάσχει, του προκαλεί πρηξίματα στα άκρα και δυσφορία στο αναπνευστικό, που τον κάνουνε δυσκίνητο, βαρύθυμο, γι’ αυτό αναγκάζεται να διοικεί από την έπαυλη του, μες στο πάρκο της οποίας έχει κτίσει δικαστήριο κι άλλα δημόσια κτήρια.
Ο Αδριανός άφησε τη τελευταία του πνοή 10η Ιουλίου, στη ρωμαϊκή του βίλλα στις Βαΐες σε ηλικία 62 ετών. Εντούτοις, ο άνθρωπος που πέρασε τόσο μεγάλο μέρος της ζωής του ταξιδεύοντας δεν είχε φθάσει ακόμη στο τέλος του ταξιδιού του. Κηδευτηκε αρχικά στους Πουτέολι (σημ. Pozzuoli), κοντά στις Βαΐες, σε ένα κτήμα που κάποτε ανήκε στον Κικέρωνα. Λίγο αργότερα, τα λείψανά του μεταφέρθηκαν στη Ρώμη και θάφτηκαν στους Κήπους της Δομιτίας, κοντά στο ημιτελές μαυσωλείο του. Μετά την ολοκλήρωση του Μαυσωλείου του Αδριανού (το σημερινό Καστέλ Σαντ’ Άντζελο) στη Ρώμη το 139 από τον διάδοχό του, Αντωνίνο Πίο, το σώμα του αποτεφρώθηκε και οι στάχτες του τοποθετήθηκαν εκεί μαζί με της συζύγου του, της Βίμπια Σαμπίνα και του πρώτου από τους υιοθετημένους γιους του, Λεύκιου Αίλιου. Ο Αντωνίνος τον θεοποίησε το 139 και του αφιέρωσε ένα ναό στο Πεδίο του Άρεως.
Η ζωή του σαν αυτοκράτορα της αχανούς Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας επί 21 χρόνια (117μΧ-138μΧ). Περιλαμβάνει την εξωτερική του πολιτική, που σημαδεύτηκε απ’ την αλλαγή της επεκτατικής, επιθετικής πολιτικής των Ρωμαίων -που κυριαρχούσε για 2 αιώνες περίπου- σε αμυντική κι ειρηνική. Συνεχίζει με την εσωτερική του πολιτική, η οποία χαρακτηρίζεται από την προσπάθεια του Αδριανού να μπει τάξη σ’ όλους τους τομείς διοίκησης. Στα οικονομικά περικόπτονται περιττές δαπάνες κι οργανώνεται καλύτερα η γεωργία και το εμπόριο. Κτίζονται πολλά δημόσια έργα, δρόμοι, γεφύρια, υδραγωγεία, που συμβάλλουν στην ανάπτυξη της οικονομίας. Ακόμα και το κτίσιμο της πόλης Αντινόης στην Ερυθρά θάλασσα σκοπό είχε να τονώσει το εμπόριο με τις Ινδίες. Στη νομοθεσία αναθεωρείται μέρος του ισχύοντος δικαίου για να περιοριστεί η πολυνομία κι η ασάφεια των νόμων, που προκαλούσαν σύγχυση στην εφαρμογή τους. Προσπαθεί να επιβάλει περισσότερη κοινωνική δικαιοσύνη βελτιώνοντας τη θέση της γυναίκας, των δούλων και των φτωχών.
Τα ταξίδια του Αδριανού στις διάφορες κτήσεις της Αυτοκρατορίας του. Από τα 21 χρόνια που κυβέρνησε, τα 14 χρόνια τα έζησε εκτός Ρώμης συμμετέχοντας σε εκστρατείες, πολέμους, επιθεωρήσεις, ταξίδια αναψυχής. Αγαπημένοι τόποι ήταν η Ελλάδα, κυρίως η Αθήνα, η Αντιόχεια, η Νικομήδεια της Βιθυνίας, οι αρχαιολογικοί τόποι της Αιγύπτου και γενικά τον γοήτευαν οι τόποι για τη φυσική ομορφιά τους, το κλίμα αλλά περισσότερο κι ως τόποι πολιτισμού κι ελληνικής παιδείας.
Τότε επεκτάθηκε η Ρωμαϊκή Αθήνα, πολλά μνημεία της οποίας σώζονται ακόμα και σήμερα για να μας θυμίζουν το σύντομο αλλά δημιουργικό πέρασμα του Αδριανού από την πόλη των Αθηνών. Αυτός επέλεξε να επεκτείνει την πόλη προς το ποταμό Ιλισό σε μια περιοχή ειδυλλιακή για το κατάφυτο περιβάλλον της, κι αποπεράτωσε το ναό του Ολυμπίου Διός, που τα απομεινάρια της ομορφιάς του εκφράζουνε σήμερα οι 15 σωζόμενοι από τους 104, κομψοί και πανύψηλοι κίονες του! Η σωζόμενη επίσης μέχρι σήμερα Πύλη του Αδριανού -όπως ονομάζεται κι όπως δηλώνει η επιγραφή πάνω σ’ αυτή- οριοθετεί από τη μια πλευρά τη (κλασσική) πόλη του Θησέα προς την Ακρόπολη κι απ’ την άλλη τη (ρωμαϊκή) πόλη του Αδριανού προς τον Ιλισσό. Στην Αθήνα λοιπόν του 2ου αιώνα μ.Χ, ο Αδριανός ευτύχησε να έχει έναν ευρύ κύκλο φίλων -τον πάμπλουτο Αττικό με το γιο του Ηρώδη, τον ιστορικό Αρριανό, το ρήτορα Πολέμωνα, το φιλόσοφο Χαβρία, το στωϊκό φιλόσοφο Ευφράτη, ο οποίος μάλιστα ζήτησε την άδεια του για να αυτοκτονήσει(!) κι ηθοποιούς της Αττικής κωμωδίας. Ζώντας λοιπόν σ’ αυτό το πνευματικό περιβάλλον πλούτισε την Αθήνα με πολλά μνημεία, όπως τη Βιβλιοθήκη στη Ρωμαϊκή Αγορά, Αδριάνειο υδραγωγείο που λειτουργούσε ως το 19ο αιώνα. Το Ωδείο κάτω από την Ακρόπολη, το γνωστό Ηρώδειο κτίστηκε από το φίλο του Ηρώδη γιο του Αττικού. Όλα αυτά συνετέλεσαν ώστε στην Αθήνα να ζήσει μια απ’ τις πιο ευτυχισμένες περιόδους της ζωής του.
Το πιο λυρικό τμήμα του έργου κι αφιερώνεται στην ιδιωτική ζωή του Αδριανού και κύρια στη σχέση του με το νεαρό ευνοούμενο του, τον Αντίνοο, τον οποίο έχασε σε ηλικία 20 ετών, μάλλον από πνιγμό, ενώ βρισκόντουσαν στην Αίγυπτο. Η συμβατική σχέση του Αδριανού με τη σύζυγο του Σαβίνη, οι ανάλαφρες αγάπες του -όπως τις αποκαλεί- με Ρωμαίες πατρικίες, ο κύκλος των νεαρών ευνοουμένων που περιέβαλλε τον αυτοκράτορα, όλα αυτά ζωντανεύουν τα ερωτικά ήθη της εποχής, έστω για την άρχουσα τάξη της Ρώμης. Αυτή η ελευθεριάζουσα συμπεριφορά δεν εμπόδισε τον Αδριανό να θρηνήσει και να πενθήσει το θάνατο του όμορφου Αντίνοου, προς τιμή του οποίου έκτισε την πόλη Αντινόη στην Αίγυπτο, στις ακτές της Ερυθράς Θάλασσας, έκοψε νομίσματα με τη μορφή του και καθιέρωσε γιορτές για να θυμούνται όλοι το όμορφο αγόρι από τη Βιθυνία της Μικράς Ασίας, μετά το θάνατο του οποίου ο Αδριανός έπεσε σε βαριά θλίψη.
Στο ερωτικό πάθος του Αδριανού και την απύθμενη θλίψη του για το χαμό του αγαπημένου Αντίνοου, ο ποιητής βρίσκει άλλη μια “μάσκα” που του επιτρέπει να ξεδιπλώσει μια ακόμα πτυχή της ανεξερεύνητης ψυχής του που μάχεται ενάντια στη ματαιότητα του εφήμερου πάθους και στο φόβο του θανάτου. Η μάσκα αυτή του προσφέρεται στη μορφή του Ρωμαίου Αυτοκράτορα και στο φλογερό πάθος του τελευταίου για τον ωραίο έφηβο που “πνίγηκε στο Νείλο” ή, σύμφωνα με άλλη εκδοχή, που αυτοκτόνησε αυτοθυσιαζόμενος για να δώσουν οι θεοί μακροζωία στον γενναιόδωρο ευεργέτη του. Ο θάνατος του νέου, ξαφνικός, αδικαιολόγητος, και παράλογος, προκαλεί απύθμενη οδύνη και υπαρξιακή αγωνία στον αυτοκράτορα, που γυρεύει παρηγοριά στη θεοποίηση του νέου. 6 χρόνια αργότερα, ο Αδριανός θα πάρει δηλητήριο και θα βάλει τέλος στη ζωή του.
Περιγράφεται συχνά ως ο πιο πολύπλευρος από τους Ρωμαίους αυτοκράτορες. Του άρεσε να επιδεικνύει τις γνώσεις του σ’ όλα τα πνευματικά και καλλιτεχνικά πεδία. Πάνω απ’ όλα, υπήρξε προστάτης των τεχνών: η Βίλλα του Αδριανού στο Τίβολι ήτανε το εξοχότερο ρωμαϊκό παράδειγμα αλεξανδρινού κήπου, που αναβίωνε έν ιερό τοπίο, χαμένο σήμερα σε μεγάλο μέρος εξαιτίας της καταστροφής των ερειπίων από τον Καρδινάλιο ντ’ Έστε που αφαίρεσε μεγάλο μέρος των μαρμάρων για να χτίσει τη Βίλλα ντ’ Έστε. Στη Ρώμη, το Πάνθεον, αρχικά χτισμένο από τον Αγρίππα και κατεστραμμένο από φωτιά το 80, χτίστηκε εκ νέου, με τη θολωτή μορφή που βλέπουμε μέχρι σήμερα. Είναι από τα πλέον διατηρημένα αρχαία ρωμαϊκά κτίρια κι επηρέασε σημαντικά πολλούς από τους μεγάλους αρχιτέκτονες της Ιταλικής Αναγέννησης και του Μπαρόκ.
Πριν καν αρχίσει η περίοδος της βασιλείας του, έδειχνε μεγάλο ενδιαφέρον για την αρχιτεκτονική αλλ’, απ’ ό,τι φαίνεται, οι ενθουσιώδεις του προσπάθειες δε τυγχάνανε πάντα καλύτερης κριτικής. Για παράδειγμα, ο Απολλόδωρος της Δαμασκού, διάσημος αρχιτέκτων του Φόρουμ του Τραϊανού, απέρριψε τα σχέδιά του. Όταν ο Τραϊανός, προκάτοχος του Αδριανού, συμβουλεύτηκε τον Απολλόδωρο για κάποιο πρόβλημα σχετικό με την αρχιτεκτονική, ο Αδριανός διέκοψε για να συμβουλέψει κάτι, πράγμα που έκανε τον Απολλόδωρο ν’ απαντήσει: Ξεκουμπίσου και ζωγράφιζε τις κολοκύθες σου. Δεν έχεις ιδέα γι’ αυτά τα θέματα. Κολοκύθες εννοούσε τους θόλους που ‘χε σχεδιάσει ο Αδριανός, όπως το Σεραπείο στη βίλλα του. Λέγεται ότι μόλις διαδέχτηκε τον Τραϊανό στον αυτοκρατορικό θρόνο, εξόρισε τον Απολλόδωρο και τελικά τονε θανάτωσε. Είναι πολύ πιθανόν η ιστορία αυτή να κατασκευάστηκε αργότερα για να δυσφημίσει το χαρακτήρα του, καθώς ο Αδριανός, παρόλο που ‘τανε πολύ δημοφιλής στην αυτοκρατορία, δε θαυμαζόταν ανεξαιρέτως απ’ όλους, ούτε στη διάρκεια της ζωής του ούτε αργότερα.
Το Μαυσωλείο του σήμερα είναι το Καστέλ Σαντ’ Άντζελο
Χάρη στον Ανδριανό και στην ιστορία του μπορείς να εξερευνήσεις πολλούς διαφορετικούς τομείς που σχετίζονται με τον αρχαίο κόσμο. Εκτός από μεγάλος ταξιδευτής, υπήρξε και μεγάλος προστάτης των τεχνών και της λογοτεχνίας. Ενδιαφερόταν για τη φιλοσοφία, τη ζωγραφική, την ποίηση, τη μουσική και τη γεωμετρία. Επίσης, έδειξε ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την αρχιτεκτονική και κόσμησε τις πόλεις της αυτοκρατορίας του με όλων των ειδών τα κτίρια. Πολλά μουσεία ανά τον κόσμο σήμερα εκθέτουν τουλάχιστον ένα αριστούργημα της περιόδου του Αδριανού ή ανάθεσης του ίδιου του Αδριανού. Η βίλα του στο Τίβολι είναι ένα τεράστιο, ανοιχτό μουσείο εκπληκτικής ρωμαϊκής αρχιτεκτονικής, γεμάτο με αναπαραγωγές σε πλήρη κλίμακα των αγαπημένων του μνημείων από την Ελλάδα και την Αίγυπτο. Την περίοδο της βασιλείας του Αδριανού οι πόλεις ανά τη ρωμαϊκή αυτοκρατορία άνθισαν. Πολλά είναι τα αξιοπρόσεκτα από τα μοναδικά έργα τέχνης και τα λαμπρά κτίρια που ανέγειρε ή σχεδίασε ο ίδιος. Τα ίχνη του Τείχους του Αδριανού συνθέτουν ένα μαγευτικό ταξίδι που σου προσφέρει μια μοναδική εσωτερική ανασκόπηση μιας γοητευτικής περιόδου της αρχαίας ιστορίας, όπως επίσης σου δημιουργεί έναν τεράστιο σεβασμό για τους στρατιώτες που μηχανεύτηκαν κι έχτισαν τα τείχη. Το Τείχος του Αδριανού κατέχει ξεχωριστή θέση στο πολιτιστικό τοπίο του Ηνωμένου Βασιλείου. Το τείχος του Αδριανού, χτίστηκε μεταξύ 122-127 μ.Χ. στην Μεγάλη Βρετανία, στα εκατό χιλιόμετρα από τη θάλασσα της Ιρλανδίας μέχρι την Βόρεια Θάλασσα και προστάτευε από τις επιδρομές για τρεις αιώνες τα βόρεια σύνορα της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας.
Οι ευεργεσίες του Αδριανού στην Ελλάδα ήταν πολλές και πολλών ειδών. Κατάφερε να βάλει τον εαυτό του στην καρδιά του ελληνικού κόσμου, της ιστορίας του και του πολιτισμού του και νομίζω ότι πέτυχε να ενώσει τους Ρωμαίους με τους Έλληνες. Δεν έχετε παρά να κοιτάξετε τις αναρίθμητες επιγραφές, τις αφιερώσεις και τα δημόσια έγγραφα που υπάρχουν ανά την ελληνική επικράτεια για να διαπιστώσετε την ευγνωμοσύνη που οι άνθρωποι εκφράζουν στον ευεργέτη τους. Επίσης, είναι εκπληκτικό ότι τοποθέτησαν άγαλμά του, σύμφωνα με τον Παυσανία, μέσα στον Παρθενώνα, κάτι που επιβεβαιώνει ακόμα περισσότερο την εξαιρετικής σημασίας παρουσία του Αδριανού στην κλασσική Αθήνα. Όλα αυτά είναι επιτεύγματα που δεν μπορείς παρά να θαυμάσεις. Η Πύλη του Αδριανού είναι Ρωμαϊκή αψίδα. Δίνει πρόσβαση στο Ναό του Ολυμπίου Διός και κτίστηκε προς τιμή του Αδριανού στα πλαίσια της διαμονής του στην Αθήνα το έτος 131μ.Χ και για τα πολεοδομικά έργα που έκανε και διεύρυνε την Αθήνα. Η Πύλη είναι κορινθιακού ρυθμού, ενώ καινοτομεί αρχιτεκτονικά διότι συνδυάζει την Ρωμαϊκή αψίδα με το Ελληνικό αέτωμα. Μαζί με τους Αέρηδες και το μνημείο του Λυσικράτη ήταν ένα από τα αξιοθέατα των Αθηνών στην αρχαιότητα. Η βιβλιοθήκη του Αδριανού κτίστηκε γύρω στο 132 μ.Χ. από τον αυτοκράτορα Αδριανό.
Καταστράφηκε από τους Ερούλους (267 μ.Χ.) και μετά ενσωματώθηκε στο υστερορρωμαϊκό τείχος. Επισκευάσθηκε από τον Ρωμαίο έπαρχο Ερκούλιο (412 μ.Χ.). Τον 5ο αιώνα μ.Χ. στο μέσον της αυλής κτίσθηκε το τετράκογχο κτήριο παλαιοχριστιανικής εκκλησίας. Αφού αυτό καταστράφηκε στη συνέχεια κτίσθηκαν μια τρίκλιτη βασιλική (7ος αιώνας μ.Χ.) και μια μονόκλιτη (11ος αιώνας).
Ο Αδριανός πραγματοποίησε 5 επισκέψεις στην Αθήνα, από τις οποίες τις 3 ως Αθηναίος πολίτης με μεγάλη διάρκεια παραμονής, ενώ και πριν βασιλέψει είχε περιβληθεί το αξίωμα του επώνυμου άρχοντος, που έλαβε για 2η φορά κι ως αυτοκράτορας το 135 μ.Χ. Φιλοτιμήθηκε να λαμπρύνει και να επεκτείνει την κάτω πόλη της Αθήνας με νέα πολυτελέστατα έργα, όπως Ναός της Ήρας και του Πανελλήνιου Δία, κοινό ιερό όλων των θεών, γυμνάσιο και μεγαλοπρεπής στοά με βιβλιοθήκη στην Αγορά Παράλληλα νοτιοανατολικά της Ακρόπολης, στις όχθες του Ιλισού, με αφετηρία τη γνωστή Πύλη του Αδριανού, ανέγειρε καινούργια πόλη, που την ονόμασε Αδριανούπολη (σε αντιδιαστολή με την αρχαία Αθήνα του Θησέα). Μέγιστο καλλώπισμα της νέας πόλης ήταν ο Ναός του Ολυμπίου Διός, όπου διέπρεπε ένα χρυσελεφάντινο άγαλμα του θεού, του οποίου τα θεμέλια είχε θέσει ο Πεισίστρατος 650 χρόνια νωρίτερα. Τιμώντας τον οι Αθηναίοι δημιούργησαν νέα φυλή που την ονόμασαν Αδριανίδα και τον απεκάλεσαν Ολύμπιο, Σωτήρα και Κτίστη σε πολλές επιγραφές. Ο Αδριανός όμως ευεργέτησε και άλλες πόλεις της Ελλάδας, όπως τα Μέγαρα, όπου έχτισε ναό του Απόλλωνος, η Κόρινθος, όπου κατασκεύασε λουτρά και κρήνες, η Μαντίνεια, όπου ίδρυσε ναό του Ποσειδώνος, οι πολεις της Φωκίδας Άβαι και Υάμπολις, όπου έχτισε ναό του Απόλλωνος, ενώ διαπλάτυνε και τη δύσβατη οδό από τα Μέγαρα μέχρι την Κόρινθο, ώστε να μπορούν να διέρχονται δύο αντίθετα κινούμενα άρματα.
Έγραψε ποίηση λατινικά κι ελληνικά. Θεωρείται πως συνέγραψε και 3-4 επιγράμματα. Τα αποδιδόμενα επιγράμματα της ΠΑ είναι τα VI 332, VΙΙ 674, ΙΧ 387 (αποδιδόμενο και στο Γερμανικό) και το ΙΧ 402. 2 απ’ αυτά βρίσκονται και στη ΠλΑν. Σώζεται το ποίημα που ‘γραψε στα λατινικά την ώρα του θανάτου του. Επίσης συνέγραψε την αυτοβιογραφία του, εργασία όχι και τόσο μεγάλη σ’ έκταση ή αποκαλυπτικότητα, αλλά με στόχο να ξεκαθαρίσει διάφορες φήμες και να εξηγήσει διάφορες πράξεις του. Το έργο αυτό δεν έχει διασωθεί αλλ’ απ’ ό,τι φαίνεται χρησιμοποιήθηκε από συγγραφέα ,είτε τον Μάριο Μάξιμο είτε κάποιον άλλο, σα βάση για το βίο του στο έργο Historia Augusta. Άλλη προσφορά του στη τέχνη ήταν η γενειάδα. Τα πορτραίτα των αυτοκρατόρων μέχρι τότε τους παρουσιάζανε ξυρισμένους, ιδεατές απεικονίσεις Ελλήνων αθλητών. Ο Αδριανός είχε γενειάδα όπως δείχνουν όλα του τα πορτρέτα. Οι διάδοχοί του αυτοκράτορες θ’ απεικονίζονταν με γενειάδες για πάνω από 1,5 αιώνα. Μα το καλό ήτανε πως Ελληνολάτρες, σε βαθμό που μπορούν να θεωρούνται πλήρως εξελληνισμένοι, ήταν κι οι επόμενοι δύο αυτοκράτορες, Αντωνίνος (138-161) και Μάρκος Αυρήλιος (161-180), χάρη στην υποστήριξη των οποίων φαίνεται ότι αρκετές ελληνικές πόλεις προάχθηκαν σε ακμή, απολαμβάνοντας ελευθερία και αυτονομία και διανύοντας περίοδο οικονομικής ευμάρειας, που χαρακτηρίζεται από την ύπαρξη σε όλες γυμνασίων, κρηνών, στοών, ναών, τεχνουργείων και σχολών. Κι αυτό άνετα θα το αποδώσουμε στη διδαχή κι επίδραση του προκατόχου των. Τέλος να πω πως ο Αδριανός εκτιμούσε τον Αντίμαχο και τη “Θηβαΐδα” του πιότερο κι από τη ποίηση του Ομήρου.
Ο λυρισμός του έργου επίσης δεν είναι κραυγαλέος αλλά συγκαλυμμένος κι αποκαλύπτεται σιγά-σιγά ξαφνιάζοντας τον αναγνώστη, που διαβάζει αργά και προσεκτικά, αλλιώς προσπερνιέται χωρίς να γίνει αντιληπτός. Ο Αδριανός συγκινείται πολύ από την ομορφιά της φύσης, του τοπίου, αλλά κι απ’ την τέχνη, που δημιουργεί ο άνθρωπος για τον άνθρωπο είτε πρόκειται για ποίηση, είτε γι’ αγάλματα ακόμα και για επιστημονικά και τεχνολογικά έργα. Ακόμα συγκινείται πολύ απ’ την ομορφιά του νεανικού, εφηβικού κορμιού, απ’ την ευγένεια και τη γενναιοδωρία της ψυχής, απ’ τον ανθρώπινο πόνο απ’ όπου κι αν προέρχεται. Γράφει “και τι άλλο είναι η ηδονή από μια στιγμή παράφορης προσοχής που παραχωρούμε στο κορμί μας;” και σε άλλο σημείο “η σάρκα αυτό το όργανο το φτιαγμένο από μυς, αίμα κι επιδερμίδα, αυτό το άλικο σύννεφο που έχει γι’ αστραπή του την ψυχή“. Ο λυρισμός εκφράζεται συνήθως με συνεχή ασύνδετα σχήματα που κρατούν την ανάσα του αναγνώστη μέχρι να ολοκληρωθούν ή με λίγες παρομοιώσεις, μεταφορές, εικόνες που ξεπηδούν μέσα από σύντομες περιγραφές, ικανές όμως να ξυπνήσουν το λυρισμό στη ψυχή του αναγνώστη.
Ο Αδριανός ήταν ουμανιστής και βαθύτατα φιλέλληνας σ’ όλα του τα γούστα. Αγαπούσε τις διδαχές των φιλοσόφων Επικτήτου, Ηλιοδώρου και Φαβωρίνου και γενικά θεωρείται επικούρειος, όπως κι ορισμένοι απ’ τους φίλους του. Φρόντισε για τις κοινωνικές ανάγκες του ρωμαϊκού λαού. Μείωσε αν και δε κατάργησε τη δουλεία, εξανθρώπισε το νομικό κώδικα κι απαγόρευσε τα βασανιστήρια. Έκτισε βιβλιοθήκες, υδραγωγεία, λουτρά και θέατρα. Θεωρείται από πολλούς ιστορικούς σοφός και δίκαιος: ο Σίλλερ τον αποκαλεί πρώτο υπηρέτη της Αυτοκρατορίας, ενώ ο Έντουαρντ Γκίμπον θαύμαζε την ευρεία κι ενεργή του ευφυΐα, καθώς και τη δικαιοσύνη και μετριοπάθεια που τονε χαρακτήριζαν.
Έκανε μεγάλα ταξίδια, επιθεωρώντας και βελτιώνοντας τη πολεμική ετοιμότητα των λεγεώνων που στρατοπέδευαν σε κάθε επαρχία. Ακόμη και πριν την άνοδό του στο θρόνο, είχε ταξιδέψει στο εξωτερικό με το ρωμαϊκό στρατό, αποκτώντας μεγάλη πείρα. Πέρασε κάτι παραπάνω απ’ το μισό της βασιλείας του εκτός της Ιταλικής Χερσονήσου. Άλλοι αυτοκράτορες άφηναν τη Ρώμη μόνο για να πραγματοποιήσουνε πολεμικές εκστρατείες, επιστρέφοντας μόλις οι πόλεμοι τελείωναν. Ένας προγενέστερος αυτοκράτορας, ο Νέρων, κάποτε ταξίδεψε στην Ελλάδα κι επικρίθηκε για τρυφηλότητα. Ο Αδριανός, αντίθετα, ταξίδευε θεωρώντας το σημαντικό κομμάτι των διοικητικών του καθηκόντων, επιδιώκοντας να αισθανθούν οι υπήκοοί του μέλη μιας συμπολιτείας πολιτισμένων λαών που θ’ απολαμβάνανε κοινό ελληνικό πολιτισμό. Αυτό το ξεκαθάρισε στη Σύγκλητο και στο ρωμαϊκό λαό. Στάθηκε εφικτό να το κάνει επειδή στην Ρώμη είχε πιστόν υποστηρικτή ανάμεσα στα υψηλότερα κλιμάκια της ρωμαϊκής κοινωνίας, ένα βετεράνο στρατιωτικό που ονομαζόταν Μάρκιος Τούρβος. Επίσης, υπάρχουν ενδείξεις σε κάποιες ιστορικές πηγές πως στρατολόγησε μυστική αστυνομία, τους frumentarii, για ν’ ασκεί έλεγχο κι επιρροή σε περίπτωση που κάτι δεν πήγαινε καλά ενώ απουσίαζε στα ταξίδια του.
Οι επισκέψεις του σε διάφορες περιοχές συνοδεύτηκαν από δωρεές που περιελάμβαναν οδηγίες για την ανέγερση δημόσιων κτιρίων. Ήτανε γεμάτος θέληση να ενδυναμώσει την αυτοκρατορία εκ των έσω βελτιώνοντας τις υποδομές, αντί να κατακτά και να εκμηδενίζει εξωτερικούς εχθρούς. Η προσήλωσή του στα ελληνικά ιδεώδη ενδυνάμωναν τις απόψεις του: όπως πολλοί αυτοκράτορες πριν από αυτόν, οι επιθυμίες του γίνονταν αποδεκτές σχεδόν πάντα. Στα ταξίδια τονε συνόδευε πλήθος αυλικών, ανάμεσά τους διοικητικοί υπάλληλοι και κατά πάσα πιθανότηταν αρχιτέκτονες κι οικοδόμοι. Ως αποτέλεσμα η επίσκεψή του σε μία χώρα σήμαινε μεγάλο οικονομικό βάρος για τον τόπο. Αν κι η άφιξή του είχε σαν επακόλουθο παροχή διάφορων ευεργεσιών είναι πιθανόν αυτοί που επωμίζονταν τα έξοδα συντήρησης της αποστολής να ‘τανε διαφορετικής τάξης απ’ αυτούς που καρπώνονταν τα οφέλη. Για παράδειγμα, όταν επισκέφτηκε την Αίγυπτο ζητήθηκαν μεγάλες ποσότητες προμηθειών, βάρος που επωμίστηκαν οι απλοί αγρότες και που ‘φερε σε κάποιο βαθμό, πείνα και δυσκολίες.
Η στάση του Αδριανού απέναντι στο θάνατο; Η αυτοκτονία -που ως λύση προβλημάτων προβαλλόταν από στωϊκούς φιλόσοφους της εποχής- απασχόλησε και τον Αδριανό αλλά τελικά την αρνήθηκε ως δειλία (;), μη θέλοντας ν’ αμαυρώσει τη προσωπικότητα του και την υστεροφημία του. Στον απολογισμό ζωής που κάνει, πριν πεθάνει, μετρά η κληρονομιά που αφήνει πίσω του για τις μελλοντικές γενιές μέσα απ’ το κυβερνητικό του έργο κι αισθάνεται σχετικά ικανοποιημένος απ’ τον τρόπο που δαπάνησε τη σύντομη ζωή του.
Ο στοχασμός είναι έντονος μες στο έργο αλλά όχι ευδιάκριτος άμεσα. Ήταν άτομο που ‘χε διαμορφωθεί με την ελληνική παιδεία και δεν αφήνεται έρμαιο των γεγονότων και των πράξεων του αλλά στοχάζεται πάνω σ’ αυτά και προσπαθεί να επεμβαίνει καθορίζοντας τα, όσο μπορεί, διότι το απρόβλεπτο της τύχης καιροφυλακτεί και ανατρέπει μερικές φορές τους σχεδιασμούς του. Γράφει σ’ ένα σημείο “η ηθική είναι μια ιδιωτική συμφωνία. Η αξιοπρέπεια είναι μια δημόσια υπόθεση“.
Αυτό που διαπερνά όλο το έργο είναι η πολιτική του σκέψη. Βλέποντας αγριότητες του Σαρματικού πολέμου, γράφει «ο ρωμαϊκός στρατός έσφαζε τους (βαρβάρους) αιχμαλώτους γιατί δεν μπορούσαν να τους προωθήσουν στα σκλαβοπάζαρα της Ρώμης και της Ασίας, ενώ οι εχθροί μας,(βάρβαροι) έκαιγαν ζωντανούς τους αιχμαλώτους τους […] Λυπόμουνα κείνους τους νεκρούς που θα μπορούσε να είχε αφομοιώσει η Ρώμη και να χρησιμοποιούνταν μια μέρα σα σύμμαχοι εναντίον ορδών πιο άγριων ακόμα […] Γύρισα στη Ρώμη γεμάτος τιμές. Αλλά είχα γεράσει». Και στη συνέχεια τεκμηριώνοντας την αλλαγή της πολιτικής του από επεκτατική σε φιλειρηνική γράφει «Να βρεθεί κάποιος να εναντιωθεί στην πολιτική των κατακτήσεων […] Αυτοί οι μακροχρόνιοι πόλεμοι εξαντλούσαν τα αποθέματα μιας χώρας (της Ιταλίας) …σε άντρες. Όσοι δεν πέθαιναν…τους τοποθετούσαν με το ζόρι στις νέες κτήσεις. Ακόμα και στην επαρχία το σύστημα στρατολόγησης (από ντόπιους) προκαλούσε αταξία σ’ όλους τους οικονομικούς κλάδους […]
Επίσης το βάρβαρο χρυσάφι που είχεν ανασύρει από τη κοίτη του Δούναβη, οι 500.000 βώλοι χρυσού του βασιλιά Δεκέβαλου φτάσανε ίσα-ίσα για τις γενναιοδωρίες (του Τραϊανού) προς τον (ρωμαϊκό) όχλο, για τις στρατιωτικές δωρεές (προς τους αξιωματούχους), μια παράλογη χλιδή των αγώνων και για τα πρώτα έξοδα της μεγάλης περιπέτειας της Ασίας (εκστρατεία εναντίον Πάρθων) Τούτα τα βάρβαρα πλούτη, παρουσιάζανε μια πλαστή εικόνα της πραγματικής οικονομικής κατάστασης. Ό,τι ερχόταν από τον πόλεμο, ξαναγυρνούσε στον πόλεμο.[…] Δεν είχα την αφέλεια να πιστεύω ότι θα ήταν πάντα στο χέρι μας ν’ αποφεύγουμε όλους τους πολέμους. Αλλά δεν τους ήθελα παρά μόνο αμυντικούς. Ονειρευόμουνα μια στρατιά ειδικά εκπαιδευμένη για να διατηρεί την τάξη στα σύνορα και να παίζει εκπολιτιστικό ρόλο στις επαφές του με τους βαρβάρους των περιοχών αυτών. Η όποια μεγαλύτερη επέκταση της απέραντης αυτοκρατορίας…τελικά θα μας σκότωνε».
Το όραμα του Αδριανού για την Ειρήνη ήταν μια παγκόσμια ειρήνη, βασισμένη στις αξίες του Ανθρωπισμού, της Ελευθερίας και της Ευτυχίας του ανθρώπου. Επεδίωκε ειρήνη όχι μόνο με τους βαρβάρους στα σύνορα της αυτοκρατορίας αλλά και μεταξύ των λαών στο εσωτερικό της αυτοκρατορίας. «οι αιώνια ασυμβίβαστοι Έλληνες και Εβραίοι» τον προβληματίζουν πολύ. «η τάξη στα σύνορα δεν έχει καμιά αξία, αν δεν έπειθα τούτον τον εβραίο παλιατζή κι αυτόν τον έλληνα μπακάλη να ζήσουν ειρηνικά πλάι πλάι». Δεν μπορούσε όμως ν’ αρνηθεί και τους αμυντικούς πολέμους, όταν χρειαζόντουσαν, για να διατηρηθεί η εδαφική ακεραιότητα της Ρωμαϊκής επικράτειας. Η εδραίωση της Ειρήνης «ήταν ο στόχος μου, όχι όμως και το είδωλο μου» έλεγε.
Ακόμα θαυμάζει τον ελληνικό πολιτισμό για «το σπέρμα των ιδεών με το οποίο γονιμοποίησε τον κόσμο» αλλά αισθάνεται κι υπερήφανος για το ρωμαϊκό πολιτισμό κι αναγνωρίζει ομοιότητες και διαφορές τους κι ελπίζει ότι η κληρονομιά της Ρώμης στην ανθρωπότητα θα είναι εξίσου σπουδαία με την προσφορά των Ελλήνων για τη δημιουργία ενός κόσμου, πιο ελεύθερου, πιο ανθρώπινου, πιο ευτυχισμένου. Γράφει «θα ήθελα να απόφευγα τη στιγμή, που οι βάρβαροι απ΄ το εξωτερικό κι οι δούλοι απ’ το εσωτερικό θα χιμήξουν πάνω σ’ αυτόν τον κόσμο( της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας) που τους ζητάει να τον σέβονται ή να τον υπηρετούν αλλά που τα οφέλη του δεν είναι γι αυτούς.[…]Επιμένω: το πιο απόκληρο από τα πλάσματα ο δούλος, που καθαρίζει βρωμιές της πόλης, κι ο λιμασμένος βάρβαρος, που τριγυρίζει τα σύνορα, πρέπει να έχουν συμφέρον να δουν τη Ρώμη να διαρκεί»!
Ελπίζει να υπάρξει ένας κόσμος καλύτερος στο μακρινό μέλλον, που ο ηρωισμός θα έχει αποκτήσει καινούργιο νόημα «όταν θα έχουμε ελαφρώσει τις άχρηστες δουλείες, τις δυστυχίες (του ανθρώπου) που δεν είναι απαραίτητες, θα υπάρχει πάντα για να κρατά την ηρωική αρετή του ανθρώπου, η μακρά σειρά των πραγματικών δεινών του ανθρώπου, ο θάνατος, τα γηρατειά, οι αρρώστιες δίχως γιατρειά, ο έρωτας δίχως ανταπόκριση, η προδομένη φιλία, η μετριότητα μιας ζωής λιγότερο πλατειάς απ’ τα σχέδια μας και περισσότερο μουντής απ’ τα όνειρα μας, όλες οι δυστυχίες που οφείλονται στη θεϊκή φύση των πραγμάτων»!!
Θέλω να κλείσω αυτό το πολύ ενδιαφέρον και συναρπαστικόν άρθρο, με ποίημα που συνέθεσε ο Φερνάντο Πεσσόα, για τον έρωτα Αδριανού-Αντίνοου, με τίτλο τ’ όνομα του 2ου κι είναι μόνον έν απόσπασμα:
Αντίνοος
Έτσι συνέχιζε, σαν εραστής που περιμένει,
από τόπο σε τόπο μ’ αμφιβολία στο ταραγμένο νου του.
Πότε ήταν η ελπίδα του ένας σκοπός μεγάλος
που ‘τρεφε τη θέλησή του για ζωή, πότ’ ένιωθε τυφλός
μπροστά στην ορατή, θολή, ακαθόριστη επιθυμία.
Όταν ο θάνατος κι ο έρωτας συναντιώνται
τι νιώθουμε δεν ξέρουμε!
Όταν ο θάνατος τον έρωτα αποτρέπει
δεν ξέρουμε τι ξέρουμε.
Πότε η αμφιβολία του ελπίζει,
πότε η ελπίδα του αμφιβάλλει.
Πότε, αυτό που ονειρεύτηκε η επιθυμία του,
το νόημα του ονείρου αψηφά
και σε βαρύθυμο κενό παγώνει.
Μετά οι θεοί ξανάδωσαν ζωή
στη σβησμένη της αγάπης λάμψη.
“Ο θάνατός σου μου ‘χει δώσει μεγαλύτερη ηδονή
μανιασμένο πάθος σαρκικό για αιώνια ζωή.
Τη μοίρα την αυτοκρατορική μου εμπιστεύομαι
πως οι υπέρτατοι θεοί που αυτοκράτορα με κάναν,
θα στέρξουν να μη μου στερήσουν μια πιο γνήσια ζωή.
Η επιθυμία μου είναι να ζεις
για πάντα και να μένεις
μια παρουσία σαρκική
στη φίλτατή τους χώρα,
την όμορφη, αν όχι ωραιότερη, αφού εκεί
τίποτα τις πεθυμιές μας δε βρωμίζει
ούτε πονά η καρδιά μας μ’ αλλαγές
και χρόνο και αγώνα”.
Φερνάντο Πεσσόα (για τον έρωτα Αδριανού-Αντίνοου απόσπασμα)