Βιογραφικό
Ο Χανς Χόλμπαϊν ο νεότερος (Hans Holbein der Jüngere, Late Renaissance), ήτανε Γερμανός ζωγράφος, σχεδιαστής και χαράκτης της Αναγέννησης. Θεωρείται από τους μεγαλύτερους προσωπογράφους του 16ου αι. Επίσης φιλοτέχνησε έργα θρησκευτικού περιεχομένου, σάτιρας και μεταρρυθμιστικής προπαγάνδας, ενώ σπουδαία ήτανε κι η συνεισφορά του στο σχεδιασμό βιβλίων. Αναφέρεται ως νεότερος ώστε να διακρίνεται από τον πατέρα του, Χανς Χόλμπαϊν τον πρεσβύτερο, διακεκριμένο ζωγράφο της Ύστερης Γοτθικής τεχνοτροπίας.
Εργάστηκε κυρίως στη Βασιλεία στα πρώτα χρόνια της καρριέρας του. Αρχικά ζωγράφιζε τοιχογραφίες και θρησκευτικά έργα, ενώ παράλληλα σχεδίαζε υαλογραφίες κι έντυπα βιβλία. Αναλάμβανε, ακόμη, πορτραίτα, κάνοντας αίσθηση διεθνώς με προσωπογραφίες του Έρασμου, ουμανιστή φιλοσόφου από το Ρόττερνταμ. Όταν η Μεταρρύθμιση έφτασε στη Βασίλεια, ο Χόλμπαϊν εργάστηκε για πελάτες κι από τις 2 αντιμαχόμενες θρησκευτικές παρατάξεις. Η μέχρι τότε γοτθική τεχνοτροπία του εμπλουτίστηκε από νέες καλλιτεχνικές τάσεις στην Ιταλία, τη Γαλλία και τις Κάτω Χώρες, καθώς κι από τον Αναγεννησιακό Ουμανισμό. Το αποτέλεσμα ήταν μικτή αισθητική καθαρά προσωπικού στυλ και χαρακτήρα.

Δια Χειρός Χόλμπαϊν Πρεσβύτερου 2 αδέλφια: Αμβρόσιος & Χανς
Το 1517, πατέρας και γιος ξεκινάνε κοινό έργο στη Λουκέρνη, ζωγραφίζοντας εσωτερικές κι εξωτερικές τοιχογραφίες για τον έμπορο Jakob von Hertenstein. Ενώ βρισκότανε στη Λουκέρνη σχεδίαζεν επίσης προσχέδια για υαλογραφίες. Τα αρχεία της πόλης μαρτυρούνε πως στις 10 Δεκέμβρη 1517, έλαβε πρόστιμο για 5 λίβρες επειδή ξεκίνησε καυγά σε δημόσιο χώρο μ’ ένα χρυσοχόο που ονομαζότανε Κάσπαρ, που τιμωρήθηκε επίσης με το ίδιο ποσό. Το χειμώνα εκείνο, επισκέφτηκε πιθανώς τη Βόρεια Ιταλία, αν και δεν διασώζεται κανέν αποδεικτικό στοιχείο του ταξιδιού. Πολλοί μελετητές υποστηρίζουν πως εκεί μελέτησε τις τοιχογραφίες μεγάλων καλλιτεχνών της περιοχής, όπως ο Αντρέα Μαντένια, προτού επιστρέψει στη Λουκέρνη. Κάλυψε 2 επιφάνειες στην οικία του Hertenstein με αντίγραφα έργων του Μαντένια, συμπεριλαμβανομένων των Θριάμβων του Καίσαρα. Το 1519, μετακόμισε πίσω στη Βασιλεία. Τα ίχνη του αδερφού του χάνονται τη περίοδο αυτή κι η επικρατούσα υπόθεση είναι πως απεβίωσε. Ο Χόλμπαϊν ανέκτησε τη θέση του στους καλλιτεχνικούς κύκλους της πόλης διατηρώντας σταθερά απασχολημένο εργαστήρι. Εισήλθε στη συντεχνία των ζωγράφων κι έλαβε τα δικαιώματα δημότη της πόλης. Παντρεύτηκε την Έλσμπεθ Σμιντ, χήρα ελάχιστα μεγαλύτερη από κείνον, που μεγάλωνε ήδη ένα βρέφος, το Φράντζ και διατηρούσε το βυρσοδεψείο του αποθανόντος συζύγου της. Χάρισε στο Χόλμπαϊν επίσης ένα γιο, το Φίλιπ, κατά το πρώτο έτος του γάμου τους. Συνολικά απέκτησε 4 παιδιά.
Υπήρξε παραγωγικός στη διάρκεια της περιόδου στη Βασιλεία, που συνέπεσε με την άφιξη του Λουθηρανισμού. Ανέλαβε σύνολο σημαντικών έργων, όπως οι εξωτερικές τοιχογραφίες του Οίκου του Χορού κι οι εσωτερικές τοιχογραφίες της αίθουσας συνεδριάσεων του Δημαρχείου της πόλης. Για τις πρώτες ξέρουμε απ’ τα προπαρασκευαστικά τους σχέδια. Από κείνες του Δημαρχείου σώζονται μόνο κακοδιατηρημένα τμήματα. Φιλοτέχνησεν επίσης σειρά από θρησκευτικούς πίνακες, καθώς και σχέδια για υαλογραφίες. Σ’ επαναστατική για την εικονογράφηση βιβλίων περίοδο, εργάστηκε για τον εκδότη Johann Froben. Στα χαρακτικά της περιόδου αυτής συναντούμε το Χορό του Θανάτου, τις Εικόνες (με θέματα από την Παλαιά Διαθήκη) και τη σελίδα που έφερε τον τίτλο της Βίβλου του Μαρτίνου Λουθήρου. Μέσω της χαρακτικής, απέκτησε πιο εκλεπτυσμένη αντίληψη των τεχνικών απόδοσης της έκφρασης και του χώρου.

Αυτοπροσωπογραφία του
Ασχολήθηκε στη Βασιλεία επίσης με αναμνηστικά πορτραίτα, που ανάμεσα τους και το διπλό πορτραίτο των Jakob & Dorothea Meyer και το 1519, κείνο του νεαρού ακαδημαϊκού Boniface Amerbach. Σύμφωνα με τον ιστορικό της τέχνης Πωλ Γκανζ, το πορτραίτο του Amerbach σηματοδοτεί πρόοδο στη τεχνική του, κυρίως με τη χρήστη αδιάσπαστων χρωμάτων. Για τον Meyer ζωγράφισε ένα ρετάμπλ με τη Παναγία, που περιλάμβανε πορτραίτα του δωρητή, της συζύγου και της κόρης του. Το 1523 ζωγράφισε τα πρώτα του πορτραίτα του εξέχοντος λογίου της Αναγέννησης Έρασμου, που απαιτούσανε πιστότητα προκειμένου να τα στείλει σε φίλους και θαυμαστές του σε ολόκληρη την Ευρώπη. Αυτά κατέστησαν τον Χόλμπαϊν καλλιτέχνη διεθνούς εμβέλειας. Επισκέφτηκε τη Γαλλία το 1524, πιθανώς σε αναζήτηση δουλειάς στην αυλή του Φραγκίσκου Α’. Όταν αποφάσισε να κάνει το ίδιο στην Αγγλία το 1526, ο Έρασμος τον συνέστησε στο φίλο του, Τόμας Μορ, λόγιο και πολιτικό. «Οι τέχνες παγώνουν στο μέρος αυτό του κόσμου», έγραψε, «κι αυτός είναι ο μόνος τρόπος ώστε να αποκτήσει η Αγγλία μερικούς αγγέλους».
Στη διάρκεια του ταξιδιού του, πραγματοποίησε στάση στην Αμβέρσα. Εκεί αγόρασε καμβάδες από βελανιδιά κι ίσως συνάντησε το ζωγράφο Quentin Matsys (1466-1569). Ο Σερ Τόμας Μορ τον υποδέχτηκε στην Αγγλία και του εξασφάλισε ένα σύνολο παραγγελιών. «Ο ζωγράφος σου, αγαπητέ μου Έρασμε,» έγραψε, «είναι θαυμάσιος καλλιτέχνης». Ο Χόλμπαϊν φιλοτέχνησε διάσημη προσωπογραφία του Μορ, καθώς και πορτραίτο με το σύνολο της οικογένειάς του. Το ομαδικό αυτό πορτραίτο, πρωτότυπης σύλληψης, είναι σήμερα μελετήσιμο μόνο από προπαρασκευαστικό σχέδιο καθώς κι από αντίγραφα άλλων καλλιτεχνών. Σύμφωνα με τον ιστορικό τέχνης Beyer, «προσέφερε το πρελούδιο ενός είδους που δε γνώρισε πραγματική αποδοχή παρά μέσω της δανέζικης ζωγραφικής του 17ου αι.».

Στη πρώτη παραμονή του στην Αγγλία, εργάστηκε κυρίως για κύκλο ουμανιστών που διατηρούσανε σχέσεις με τον Έρασμο. Ανάμεσα στις παραγγελιοδόχους του συναντάμε το Γουίλιαμ Γουόρχαμ (περ.1450-1532), Αρχιεπίσκοπο του Καντέρμπουρυ, που ‘χε στη κατοχή του έν από τα πορτραίτα του Έρασμου που είχε στο παρελθόν δημιουργήσει ο Χόλμπαϊν. Επίσης το Βαυαρό αστρονόμο και μαθηματικό Nicholas Kratzer (1487-1550), που εργαζόταν ως δάσκαλος για την οικογένεια του Μορ και που οι σημειώσεις διακρίνονται στο προπαρασκευαστικό σχέδιο της ομαδικής προσωπογραφίας της οικογένειας. Παρ’ όλο που δεν εργάστηκε για το βασιλιά στη διάρκεια της 2ετούς αυτής παραμονής εκεί, δημιούργησε πορτραίτα αυλικών, για παράδειγμα του Σερ Χένρι Γκίλντφορντ (1489-1532) και της συζύγου του Λαίδης Μαίρη, όπως και της Ανν Λόβελλ, που τα χαρακτηριστικά της αναγνωριστήκανε πρόσφατα στο έργο Λαίδη με σκίουρο και ψαρόνι. Το Μάη του 1527 ζωγράφισε πανόραμα της πολιορκίας της Τερουάν (γαλλικά: Thérouanne) για την επίσκεψη πρεσβείας απ’ τη Γαλλία. Από κοινού με τον Kratzer, επινόησαν ταβάνι με πλανητικά σύμβολα, που από κάτω δείπνησαν οι επισκέπτες. Ο χρονικογράφος Έντουαρντ Χωλ (1498-1547) περιέγραψε το θέαμα ως απεικόνιση «ολόκληρης της Γης, περιτριγυρισμένης από τη θάλασσα, σα χάρτη».
Στις 29 Αυγούστου 1528, ο Χόλμπαϊν αγόρασε οίκημα στη Βασιλεία, στο St Johanns-Vorstadt. Υποθέτουμε πως επέστρεψε στην έδρα του προκειμένου να διατηρήσει την ιδιότητα του δημότη, καθώς είχε εξασφαλίσει άδεια 2τούς απουσίας μόνο. Έχοντας αυξήσει τη προσωπική του περιουσία στην Αγγλία, αγόρασε και 2ο οίκημα το 1531. Στη περίοδο αυτή στη Βασιλεία, ζωγράφισε την Οικογένεια του Καλλιτέχνη, που απεικονίζει την Έλσμπεθ, με τα 2 μεγαλύτερα παιδιά του ζεύγους, το Φίλιπ και την Κατερίνα, θυμίζοντας αμυδρά τη Παρθένο με το Θείο Βρέφος και το Βαπτιστή. Ο ιστορικός της τέχνης Τζον Ρόουλαντς χαρακτηρίζει το έργο ως «ένα από τα συγκινητικότερα πορτραίτα στην ιστορία της τέχνης».

Η Οικογένεια Του Καλλιτέχνη (σύζυγος & τα 2 πρώτα τέκνα τους)
Η Βασιλεία πέρασε ταραγμένη περίοδο στη διάρκεια της απουσίας του. Μεταρρυθμιστές, συνεπαρμένοι με τις ιδέες του Ούλριχ Ζβίγγλιου (1484-1531), επεδείκνυαν εικονοκλαστική συμπεριφορά απαγορεύοντας τις εικόνες στους ναούς. Απρίλη του 1529, ο ελεύθερα σκεπτόμενος Έρασμος ένιωσε υποχρεωμένος να εγκαταλείψει το καταφύγιό του για το Φράιμπουργκ ιμ Μπράισγκαου. Οι εικονοκλάστες πιθανώς κατέστρεψαν ορισμένα από τα θρησκευτικά έργα του Χόλμπαϊν, ωστόσο οι λεπτομέρειες παραμένουν άγνωστες. Οι γνώσεις μας για τις θρησκευτικές πεποιθήσεις του Χόλμπαϊν είναι αποσπασματικές κι ασαφείς. «Η θρησκευτική πλευρά των έργων ζωγραφικής του υπήρξε πάντα διφορούμενη», υποστηρίζει ο ιστορικός τέχνης Τζον Νορθ, «κι έτσι παρέμεινε». Σύμφωνα με μητρώο που δημιουργήθηκε ώστε να επιβεβαιωθεί πως όλοι οι εξέχοντες πολίτες ασπάζονταν τα νέα δόγματα: «ο Δάσκαλος Χανς Χόλμπαϊν, ο ζωγράφος, λέει πως πρέπει να είμαστε καλύτερα πληροφορημένοι για την Αγία Τράπεζα πριν τη πλησιάσουμε». Το 1530, οι αρχές κάλεσαν το Χόλμπαϊν να δικαιολογήσει την απουσία του από τη λειτουργία των μεταρρυθμιστών. Λίγο αργότερα, ωστόσο, συμπεριελήφθη στον κατάλογο κείνων «που δεν έχουνε σοβαρές ενστάσεις κι επιθυμούν να συνυπάρχουν με άλλους Χριστιανούς».
Εμφανώς διατήρησε την εύνοια που απολάμβανε και με το καινούριο καθεστώς. Το συμβούλιο των μεταρρυθμιστών του κατέβαλε το ποσό των 50 φλορινιών και του ανέθεσε να συνεχίσει τις τοιχογραφίες του Δημαρχείου. Ωστόσο επέλεξαν αυτή τη φορά θέματα από τη Παλαιά Διαθήκη σε αντίθεση με το παρελθόν οπότε κι είχε επιλέξει θέματα από τη κλασσική ιστορία και τις αλληγορίες. Οι τοιχογραφίες του Ροβοάμ και της Συνάντησης ανάμεσα στο Σαούλ και το Σαμουήλ είχαν απλούστερο σχέδιο σε σχέση με τις παλαιότερες. Την ίδια περίοδο εργάστηκε για παραδοσιακούς του πελάτες. Ο παλαιός του εργοδότης Jakob Meyer του ανέθεσε να συμπληρώσει πρόσωπα και λεπτομέρειες στο οικογενειακό παρεκκλήσι που φιλοτέχνησε το 1526. Η τελευταία παραγγελία προς τον καλλιτέχνη τη περίοδο αυτή ήταν η διακόσμηση της όψης 2 ρολογιών στη πύλη της πόλης το 1531. Η έλλειψη χρηματοδοτών στη Βασιλεία οδήγησε ίσως στην απόφαση να επιστρέψει στην Αγγλία στις αρχές του επόμενου έτους.

Ο Έρασμος
Μετά τη Βασιλεία, συνέχισε τη δράση του στην Αγγλία το 1532. Επέστρεψε μάλιστα σ’ εποχή που το πολιτικό και θρησκευτικό περιβάλλον άλλαζε με δραματικούς ρυθμούς. Το 1532 ο Ερρίκος ο Η’ προετοιμαζόταν να λάβει διαζύγιο από την Αικατερίνη της Αραγωνίας και να παντρευτεί την Άννα Μπολέυν, αψηφώντας τον Πάπα. Ανάμεσα σε κείνους που δηλώνανε την αντίθεσή τους στις πράξεις του βασιλιά ήταν κι ο παλαιός οικοδεσπότης και προστάτης, Σερ Τόμας Μορ, που παραιτήθηκε από Λόρδος Καγκελάριος το Μάη του 1532. Κατά τα φαινόμενα ο Χόλμπαϊν κράτησε τις αποστάσεις του από τον κύκλο του Μορ στη παραμονή του αυτή, και σύμφωνα με τον Έρασμο, «εξαπάτησε κείνους που είχε πάει με συστάσεις».
Αυτή τη φορά εργάστηκε για 2 νέους χρηματοδότες. Βρήκε εύνοια μέσα στους ριζοσπαστικούς νέους κύκλους εξουσίας της οικογένειας Μπολέυν και του Τόμας Κρόμγουελ. Ο τελευταίος έγινε γραμματέας του βασιλέως το 1534, ελέγχοντας όλες τις πτυχές της διακυβέρνησης, μαζί της καλλιτεχνικής προπαγάνδας. Ο Μορ εκτελέστηκε το 1535, όπως κι ο Τζον Φίσερ, που το πορτραίτο είχε επίσης κατασκευάσει ο Χόλμπαϊν. Δημιούργησε τα πορτραίτα διάφορων αυλικών, κατόχων γης κι επισκεπτών στην εποχή αυτή. Το διασημότερο κι ίσως πιο αριστουργηματικό έργο της περιόδου ήταν Οι Πρέσβεις. Αυτό το πορτραίτο σε φυσικό μέγεθος απεικονίζει το Ζαν ντε Ντιντεβίλ, πρέσβη του Φραγκίσκου Α’ της Γαλλίας το 1533, και το Ζώρζ ντε Σελβ, επίσκοπο Λαβόρ, που επισκέφτηκε το Λονδίνο την ίδια χρονιά. Στο έργο έχουν ενσωματωθεί σύμβολα και παράδοξα, μαζί κι ενός παραμορφωμένου κρανίου. Σύμφωνα με τους μελετητές σ’ αυτά είναι κωδικοποιημένες αινιγματικές αναφορές στη μάθηση, τη θρησκεία, τη θνητότητα και τη παραίσθηση, στη παράδοση της ΒΕ Αναγέννησης. Οι ιστορικοί τέχνης, Oskar Bätschmann & Pascal Griener, υποστηρίζουν πως στο πίνακα «επιστήμες και τέχνες, αντικείμενα πολυτελείας και δόξας, αναμετρώνται με το μεγαλείο του Θανάτου».

προσχέδιο για πίνακα της οικογένειας του Μορ
Οι παραγγελίες του στα 1α στάδια της 2ης παραμονής του στην Αγγλία είναι για πορτραίτα Λουθηρανών εμπόρων της Χανσεατικής Ένωσης. Οι έμποροι κατοικούσαν και συναλλάσσονταν στο Στίλγιαρντ (Steelyard), ένα σύμπλεγμα από αποθήκες, γραφεία και κατοικίες στη βόρεια όχθη του Τάμεση. Ο Χόλμπαϊν νοίκιασε σπίτι στη κοντινή Μέιντεν Λέιν (Maiden Lane) κι απεικόνισε ποικιλοτρόπως τους πελάτες του. Το πορτραίτο του Georg Gisze απ’ το Γκντανσκ παρουσιάζει τον έμπορο να περιβάλλεται από εξαίσια ζωγραφισμένα σύμβολα της δουλειάς του. Του Derich Berck απ’ τη Κολωνία, είναι κλασσικά απλό, πιθανώς εμπνευσμένο από τον Τιτσιάνο. Για την έδρα της συντεχνίας στο Στίλγιαρντ ζωγράφισε 2 μνημειώδεις αλληγορίες, το Θρίαμβο του Πλούτου και το Θρίαμβο της Φτώχειας, αμφότερα χαμένα σήμερα. Οι έμποροι παραγγείλανε στον καλλιτέχνη απεικόνιση του Παρνασσού για τη πομπή της παραμονής της στέψης της Άνν Μπολέυν στις 31 Μάη 1533.
Επιβεβαιωμένα πορτραίτα της Ανν Μπολέυν απ’ τον Χόλμπαϊν δε σώζονται σήμερα, ίσως επειδή η μνήμη της καταδιώχθηκε μετά την εκτέλεσή της για προδοσία, αιμομιξία και μοιχεία το 1536. Το ότι ο καλλιτέχνης εργάστηκε απευθείας για την Ανν και τον κύκλο της είναι, ωστόσο, ξεκάθαρο. Σχεδίασε κύπελλο που χάραξε σχέδιο δικής της έμπνευσης με γεράκι που στέκεται ανάμεσα σε τριαντάφυλλα, καθώς και κοσμήματα και βιβλία που συνδέονται με κείνη. Επίσης σκιτσάρισε αρκετές γυναίκες από το περιβάλλον της, όπως τη Τζέιν Πάρκερ, κουνιάδα της βασίλισσας. Την ίδια περίοδο, εργάστηκε για τον Τόμας Κρόμγουελ που εργαζότανε πυρετωδώς για τις μεταρρυθμίσεις του Ερρίκου. Του παρήγγειλε εικόνες σχετικές με τη Μεταρρύθμιση και τη βασιλεία, όπως σειρά από ξυλογραφίες που στρέφονταν κατά του κλήρου και τη σελίδα που φιλοξενεί τον τίτλο της αγγλικής μετάφρασης της Βίβλου από τον Μάιλς Κόβερντεϊλ. Ο Ερρίκος ο Η’ είχε παράλληλα ξεκινήσει μεγαλειώδες πρόγραμμα χρηματοδότησης καλλιτεχνών. Οι προσπάθειές του να αποδώσει δόξα στον καινούριο του ρόλο ως Κεφαλή της Εκκλησίας κορυφώθηκε με τη κατασκευή του Ανακτόρου Νόνσατς (Nonsuch Palace), που ξεκίνησε το 1538.

Ο Κρόμγουέλ
Το 1535 είχεν εξελιχθεί σε Βασιλικό Ζωγράφο στην αυλή του Ερρίκου Η’ της Αγγλίας. Απ’ τη θέση αυτή, σχεδίασε όχι μόνο πορτραίτα κι εορταστικές διακοσμήσεις, αλλά και κοσμήματα, πιάτα κι άλλα πολυτελή αντικείμενα. Τα πορτραίτα της βασιλικής οικογένειας και διάφορων ευγενών αποτελούνε ζωντανή ανάμνηση λαμπρής αυλής στη βαρυσήμαντη εποχή που ο Ερρίκος εδραίωνε τη κυριαρχία του πάνω στην Εκκλησία της Αγγλίας. Το 1536 κάνει τα πορτραίτα όλων των αυλικών του Παλατιού. Το 1539 πάει στο Ντιρέν για να ζωγραφίσει την Άννα της Κλέβης, την οποία παντρεύεται ο Βασιλιάς Ερρίκος το 1540. Η ακριβής ημερομηνία θανάτου δεν μας έγινε γνωστή, αλλά πάντως φαίνεται πως πέθανε κάπου μεταξύ 7 Οκτώβρη και 29 Νοέμβρη 1543, σε ηλικία 45-46 ετών, σε σχετικά μικρήν ηλικία, από πανώλη.
Η τέχνη του εκτιμήθηκε από νωρίς στη καρριέρα του. Ο Γάλλος ποιητής και μεταρρυθμιστής Νικολά Μπουρμπόν (~ 1503-1550) τον αποκάλεσε Απελλή της εποχής, χαρακτηριστικό δείγμα αναγνώρισης από τους συγχρόνους του. Έχει περιγραφεί επίσης ως φαινόμενο που συνέβη μοναχά μια φορά στην ιστορία της τέχνης, καθώς δε δημιούργησε σχολή. Μετά το θάνατό του, ορισμένα απ’ τα έργα του χάθηκαν, αλλά τα περισσότερα μπήκαν σε συλλογές και μέχρι το 19o αι. είχεν αναγνωριστεί σαν ένας από τους μεγάλους δεξιοτέχνες της προσωπογραφίας. Πρόσφατες εκθέσεις τονίσανε τη ποικιλομορφία στο έργο του. Αφιέρωσε την ενεργητικότητά του σε σχέδια που κυμαίνονται από περίτεχνα κοσμήματα μέχρι μνημειώδεις τοιχογραφίες. Η τέχνη του έχει αποκαλεστεί ρεαλιστική, καθώς σχεδίαζε και ζωγράφιζε με σπάνιαν ακρίβεια. Τα πορτραίτα του ήταν φημισμένα στην εποχή τους για την ομοιότητα με τα πραγματικά πρόσωπα κι είναι μέσα από τα μάτια του Χόλμπαϊν που πολλές διάσημες μορφές των ημερών του όπως οι Έρασμος και Μορ, εξακολουθούν «να παίρνουν εικόνα. Αυτός ωστόσο, δεν ήτανε ποτέ ικανοποιημένος απλά με την εξωτερική εμφάνιση. Ενσωμάτωνε στρώματα συμβολισμού, αλληγορίας και παράδοξου στη τέχνη του, που εξακολουθούν να γοητεύουνε τους μελετητές. Σύμφωνα με την άποψη του ιστορικού τέχνης Έλλις Γουότερχαους (1905-1985), οι προσωπογραφίες του «παραμένουν αξεπέραστες για τη σιγουριά την οικονομία της δήλωσης, τη διείσδυση στο χαρακτήρα και συνδυασμένο πλούτο στη καθαρότητα της τεχνοτροπίας».

Το Εργαστήρι του
=================================================

Οι Πρεσβευτές

Ο Άμερμπαχ
Η Άννα Της Κλέβης
Ο Ερρίκος ο 8ος
προσχέδιο για ολόσωμο πορτραίτο Ερρίκου 8ου
Μελάγχθων
Έρασμος
Λαΐς Η Κορινθία
Το Ζεύγος Έλλιοτ
Μαρία, Μη Μου Άπτου
3 πίνακες από το “Χορό Του Θανάτου”
Λαίδη Με Σκίουρο & Ψαρόνι (Ανν Λόβελ)
Ντόροθυ Μέγιερ σύζυγος του Δημάρχου της Βασιλείας Γιάκομπ

Βωμός Του Πάθους
Ο Ιησούς Χριστός Στο Τάφο

Κριστίνα Βασίλισσα

Η Ανν Μπολέυν