Kirsch Ingrid Hella Irmelinde (Sarah Kirsch): Επαναστάτρια Αντικομφορμίστρια Ποιήτρια

Βιογραφικό

     Η Ingrid Hella Irmelinde “Sarah” Kirsch (Ίνγκριντ Χέλλα Ιρμελίντε Μπέρνσταϊν -Σάρα Κιρς), αλλά είχε αλλάξει το μικρό της όνομα σε Sarah για να διαμαρτυρηθεί για τον αντισημιτισμό του πατέρα της, γεννήθηκε τις 16 Απρίλη 1935 στη κωμόπολη Limlingerode (Λίμλινγκερόντε) της Πρωσσικής Σαξονίας της Θουριγγίας. Ήτανε Γερμανίδα συγγραφέας που, εκτός από τις ιστορίες και τα παιδικά βιβλία της, είναι περισσότερο γνωστή για τα ποιήματά της. Ο παππούς της Paul Bernstein βάφτισε την εγγονή του στις 19 Μάη 1935 στην εκκλησία του δίπλα. Η μητέρα της Elisabeth Bernstein ήταν νοικοκυρά, ανήκε στο κίνημα Wandervogel, διάβαζε πολύ και μετέδωσε την αγάπη της κόρης της για τη ποίηση. Ο πατέρας της, Hermann Bernstein, ήταν μηχανικός τηλεπικοινωνιών. Πέρασε τη παιδική και νεανική της ηλικία στο Χάλμπερσταντ το 1937-38. Το έντονο ενδιαφέρον της για τη φύση εκφράστηκε, μεταξύ άλλων, στο γεγονός ότι ξεκίνησε μαθητεία ως δασοκόμος μετά την αποφοίτησή της από το γυμνάσιο, αλλά σύντομα τη διέκοψε.
     Μεταξύ 1954-58 σπούδασε Βιολογία στη Χάλλε (Ζάαλε), απ’ όπου αποφοίτησε με πτυχίο βιολογίας κι από το 1963-65 σπούδασε μαζί με τον σύζυγό της λογοτεχνία στο Ινστιτούτο Λογοτεχνίας Johannes R. Becher στη Λειψία. Το 1958 είχε γνωρίσει τον ποιητή Ράινερ Κιρς, με τον οποίο παντρεύτηκε το 1960. Ο γάμος τους κράτησε ως το 1968. Από το 1960 δημοσιεύει ποιήματα σε ανθολογίες και περιοδικά με το ψευδώνυμο Σάρα, που το έχει επιλέξει ως διαμαρτυρία ενάντια στην εξόντωση των Εβραίων στη διάρκεια του Τρίτου Ράιχ. Το 1965, συνέγραψε βιβλίο ποιημάτων με τον Kirsch. Από το 1965 και μετά, και οι δύο έζησαν ως ανεξάρτητοι συγγραφείς στο Halle (Saale) και η Sarah Kirsch έγινε μέλος της Ένωσης Συγγραφέων της ΛΔΓ. Το 1965, μαζί με τον σύζυγό της, δημοσίευσε τον ποιητικό τόμο Gespräch mit dem Saurier, που κι οι δύο έλαβαν το μετάλλιο Erich Weinert, το βραβείο τέχνης του FDJ. Δύο χρόνια αργότερα, το 1967, δημοσίευσε τον πρώτο της τόμο ποίησης με τον τίτλο Landaufenthalt. Μετά το διαζύγιό της μετακόμισε στο Ανατολικό Βερολίνο, όπου γέννησε τον γιο της Moritz το 1969 από σύντομη σχέση με τον Karl Mickel κι  εργάστηκε ως δημοσιογράφος, υπάλληλος στη ραδιοφωνία και μεταφράστρια. Το 1973 δημοσίευσε τον ποιητικό τόμο Zauberspruch καθώς και τους πεζούς τόμους Die Pantherfrau και Die ungehigen bergehohe Wellen auf See. Την ίδια χρονιά, έγινε μέλος του διοικητικού συμβουλίου της Ένωσης Συγγραφέων της ΛΔΓ. Στη Δ. Γερμανία, 1η επιλογή ποιημάτων δημοσιεύθηκε το 1969 απ’ τη Verlag Langewiesche- Brandt, και το 1974 άλλη με τίτλο Es war dieser merkwürdige Sommer ως βιβλιόφιλη έκδοση του Berliner Handpresse. Έγινε μέλος του διοικητικού συμβουλίου της ένωσης συγγραφέων της ΛΔΓ. Ως 1η υπογράφουσα της διακήρυξης διαμαρτυρίας κατά του εκπατρισμού του Βολφ Μπίρμαν, εκδιώχθηκε το 1976 από την ένωση συγγραφέων της ΛΔΓ. Το επόμενο έτος έλαβε την άδεια να μετακομίσει στο Δυτικό Βερολίνο με το γιο της.

                                                 το 1975

    Είναι κυρίως γνωστή για τη ποίησή της, αλλά έγραψε επίσης πεζά και μετέφρασε παιδικά βιβλία στα γερμανικά, ωστόσο ήταν επικριτική και προς τη Δύση. Διαμαρτυρήθηκε για την απέλαση του Wolf Biermann από την Αν. Γερμανία το 1976, που οδήγησε στον αποκλεισμό της από το Κόμμα Σοσιαλιστικής Ενότητας της Γερμανίας (SED). Το 1978 έγινε μέλος του διεθνούς κέντρου P.E.N της Δ.Γερμανίας. Ήταν υπότροφος της Villa Massimo στη Ρώμη, όπου γνώρισε τον Wolfgang von Schweinitz, με τον οποίο έζησε τα επόμενα χρόνια. Το 1980 μαζί με τον Γκύντερ Γκρας, τον Τόμας Μπρας και τον Πέτερ Σνάιντερ έγραψε ανοικτή επιστολή προς τον Ομοσπονδιακό Καγκελάριο Χέλμουτ Σμιτ ζητώντας κριτική στάση απέναντι στην αμερικανική εξωτερική πολιτική. Το 1992 αρνήθηκε να γίνει μέλος της Ακαδημίας Τεχνών Βερολίνου με την αιτιολογία, ότι ως οργανισμός προσφέρει καταφύγιο σε πρώην μέλη των κρατικών μυστικών υπηρεσιών. Το 1996 ανέλαβε την έδρα Aδελφοί Γκριμ στο Πανεπιστήμιο Κάσσελ, ήταν επίσης προσκεκλημένη λέκτορας στο Πανεπιστήμιο Johann Wolfgang Goethe στη Φρανκφούρτη το 1996-97.και διετέλεσε προσκεκλημένη καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο Φρανκφούρτης. Αφού μετακόμισε από το Δυτικό Βερολίνο, έζησε με τον γιο της Moritz στο Bothel, στην περιοχή Rotenburg, από το 1981 ως το Μάη του 1983. Εκεί έγραψε την ποιητική της συλλογή Katzenleben, που εκδόθηκε το 1984. Μετά το 1983, ζει απομονωμένη στη Tielenhemme an der Eider, περιοχή Dithmarschen, Schleswig-Holstein. Από το 1992 διετέλεσε μέλος της Ελεύθερης Ακαδημίας Τεχνών Αμβούργου. Το 2005 τιμήθηκε το Βραβείο Λογοτεχνίας του κρατιδίου της Βαυαρίας για το σύνολο του έργου της, ενώ δεν αποδέχθηκε τον Ομοσπονδιακό Σταυρό Αξίας εξαιτίας του ναζιστικού παρελθόντος του τότε Ομοσπονδιακού Προέδρου Καρλ Κάστενς. Το 2006, της απονεμήθηκε η τιμητική έδρα του κρατιδίου του Σλέσβιχ-Χόλσταϊν από το κράτίδιο σε αναγνώριση κι εκτίμηση των εξαιρετικών υπηρεσιών της στη λογοτεχνία του Σλέσβιχ-Χόλσταϊν καθώς και του απαράμιλλου λυρικού της έργου. Μέχρι το θάνατό της από σύντομη ασθένεια, στις 5 Mάη 2013, υπήρξε μέλος του Συλλόγου Έλζε Λάσκερ-Σύλερ. Οι στάχτες της είναι θαμμένες στον κήπο του σπιτιού της στο Tielenhemme.
    Τα προσωπικά αντικείμενά της κι άλλα. βρίσκονται στο Γερμανικό Αρχείο Λογοτεχνίας στο Marbach. Μέρη του μπορούν να προβληθούν στη μόνιμη έκθεση του Μουσείου Σύγχρονης Λογοτεχνίας στο Marbach. Σύμφωνα με τη πλήρη ανασκόπηση, οι μεγάλοι γερμανόφωνοι μεταπολεμικοί ποιητές ήταν σε μεγάλο βαθμό Ανατολικογερμανοί (ή Αυστριακοί) που γεννήθηκαν στα μέσα ως τέλη 10ετίας ’30, συμπεριλαμβανομένων πανύψηλων μορφών όπως ο Volker Braun, ο Heinz Czechowski» κι η Kirsch που ήταν «η πιο εξέχουσα γυναίκα εκπρόσωπος αυτής της γενιάς. Κέρδισε πολλά βραβεία και τιμητικές διακρίσεις, συμπεριλαμβανομένου του γερμανικού διεθνούς λογοτεχνικού Petrarch-Preis το 1976, του βραβείου Peter-Huchel το 1993 και του βραβείου Georg Büchner το 1996.
     Θεωρείται από τις σημαντικότερες Γερμανίδες ποιήτριες. Η ποίησή της είναι ανοιχτή στη μορφή, συνήθως χωρίς ομοιοκαταληξία και σ’ ελεύθερο στίχο. Παρ’ όλ’ αυτά, ο ρυθμός παίζει σημαντικό ρόλο στην έννοια της ταχύτητας αναπνοής, όπως κι οι αλλαγές γραμμών, που δημιουργούν ροή ή δύσπνοια. Η Kirsch συχνά συνδυάζει τεχνικές ή παλιομοδίτικες εκφράσεις με περιστασιακό τόνο. Χαρακτηριστικό των μεταφορών της είναι οι εικόνες που ξεκινούν από την ενατένιση της καθημερινής ζωής, της φύσης ή του τοπίου, αλλά αποξενώνονται ή παίρνουν απροσδόκητη στροφή. Συχνά αντιπαραβάλλει την ακριβή παρατήρηση της φύσης με τη συναισθηματική ζωή του λυρικού εαυτού ή του πολιτικού στοχασμού. Ενώ τα πρώιμα ποιήματα κυριαρχήθηκαν από την αντιπαράθεση με τον πόλεμο και τον εθνικοσοσιαλισμό, αργότερα κυριαρχούνε το ποίημα τοπίου κι ο προβληματισμός για τη παγκόσμια κρίση του πολιτισμού. Η Kirsch δεν ανήκει σε καμμία σχολή, αλλά μερικές φορές αποδίδεται στη Νέα Υποκειμενικότητα. Ονόμασε την Annette von Droste-Hülshoff ως λογοτεχνικό μοντέλο. Επιπλέον, το έργο της επηρεάζεται απ’ τους Johannes Bobrovsky και Vladimir Mayakovsky. Η δημοσίευση της μακροχρόνιας αλληλογραφίας της με την Christa Wolf, που κι οι 2 συγγραφείς έριξαν ανοιχτά φως σε επαγγελματικά κι ιδιωτικά θέματα πέρα από τη καθημερινή ζωή στη ΛΔΓ, προκάλεσε αίσθηση.

   “Εκ των υστέρων, συνειδητοποιώ ότι αυτό που μου άρεσε περισσότερο στα 17 μου στη σχολή του Oberlin College (1969-86) ήταν η ευκαιρία που είχα να αλληλεπιδράσω κάθε άνοιξη μ’ εξέχοντα συγγραφέα από γερμανόφωνη χώρα. Το πρόγραμμα Max Kade German Writer-in-Residence έφερε συγγραφείς της Δ. Γερμανίας, της Α. Γερμανίας, της Αυστρίας και της Ελβετίας στη πανεπιστημιούπολη μας κάθε χρόνο για διαμονή διάρκειας περίπου 3 μηνών. Στο 1ο μου έτος στο Oberlin, ο πρόεδρος του τμήματος μου ανέθεσε να φροντίσω το διάσημο θεατρικό συγγραφέα Tankred Dorst, που δεν είχα πολλές επαφές κι ανταποδοτικές συζητήσεις. Φοβήθηκα στην αρχή, αφού ήταν ο 1ος ζωντανός συγγραφέας που γνώρισα ποτέ, αλλά σύντομα το ξεπέρασα κι άρχισα να απολαμβάνω την αλληλεπίδραση και τη κοινωνικοποίηση μαζί του και με τους συγγραφείς που ακολούθησαν τα βήματά του. Χωρίς αμφιβολία, το πρόγραμμα επισκεπτών συγγραφέων μας με προετοίμασε καλά για τα επιστημονικά έργα που θα αναλάμβανα στη διάρκεια της 1ης μου εκπαιδευτικής άδειας κι αργότερα στη καρριέρα μου, καθώς αυτές οι πρωτοβουλίες με φέρανε σε άμεση επαφή με μεγάλο αριθμό συγγραφέων της Α. Γερμανίας. Ενώ ήμουν στο Oberlin College, είχα τη χαρά να συνδιοργανώσω 12 Γερμανούς συγγραφείς κι έπαιξα καθοριστικό ρόλο στο να φέρω 5 συγγραφείς της Α.Γερμανίας στη πανεπιστημιούπολη μας: Christa Wolf (1974), Ulrich Plenzdorf (1975), Jurek Becker (1978), Bernd Jentzsch (1982) και Karl-Heinz Jakobs (1986). Αλλά είχα επίσης 2 πολύ απογοητευτικές εμπειρίες, που αφορούσανε γυναίκες συγγραφείς από τη ΛΔΓ -τη Sarah Kirsch και τη Helga Schütz- άτομα που ήμουν πρόθυμος αλλά δεν μπορούσα να φέρω στο Oberlin. Έχω γράψει αλλού για την Helga Schütz, εξηγώντας γιατί η Ένωση Συγγραφέων της ΛΔΓ αρχικά δεν της επέτρεπε να επισκεφθεί το Oberlin και γιατί τελικά της επετράπη να το κάνει αφού είχα μετακομίσει στο Delaware. Η Kirsch ήταν εντελώς άλλο θέμα.
     Η 1η Ανατολικογερμανίδα συγγραφέας στο Oberlin College ήταν η Christa Wolf, που πέρασε 6 βδομάδες μαζί μας την άνοιξη του 1974. Συνοδευόταν από τον σύζυγό της Gerhard, γνωστό λογοτεχνικό μελετητή κι εκδότη που είχε διασυνδέσεις με πολλούς σύγχρονους συγγραφείς και εκδότες της ΛΔΓ. Ήταν εξέχουσες προσωπικότητες της λογοτεχνικής σκηνής της Ανατολικής Γερμανίας. Κι οι δύο είχαν μεγάλη επιρροή, αν και με διαφορετικούς τρόπους. Ενώ ήμουν στο Ανατολικό Βερολίνο εκείνο το Σεπτέμβρη, οι Wolf με σύστησαν σε 2 γνωστούς συγγραφείς στον κύκλο των φίλων τους, τον Volker Braun και τη Sarah Kirsch κι επίσης άνοιξαν το δρόμο για συναντήσεις το Νοέμβρη με 3 μέλη της λογοτεχνικής αριστοκρατίας της ΛΔΓ, τον Stephan Hermlin, τον Günter Kunert και τον Franz Fühmann. Ο Ulrich Plenzdorf με σύστησε σε 2 στενούς φίλους του, τους πεζογράφους Klaus Schlesinger και Martin Stade, πρόσωπα που θα ‘βλεπα συχνά τα επόμενα χρόνια. Όταν επέστρεψα στο Ανατολικό Βερολίνο τον Νοέμβρη, ο Plenzdorf μου δάνεισε ένα φορητό μαγνητόφωνο για να το χρησιμοποιήσω στις συνεντεύξεις με συγγραφείς που είχα προγραμματίσει να επισκεφθώ.
     Μια άλλη συγγραφέας που γνώρισα καλά ήταν η Sarah Kirsch, που κείνη την εποχή ήταν από τις πιο στενές φίλες της Christa Wolf. Τη συνάντησα το φθινόπωρο του 1975 και την επισκέφθηκα πολλές φορές εκείνο το έτος, καθώς και το 1976, ενώ εργαζόμουν σε διάφορα προγράμματα βιβλίων στη ΛΔΓ. Αυτή κι ο μικρός γιος της Moritz ζούσαν σε μοντέρνο πολυώροφο διαμέρισμα στο νησί Fisher στον ποταμό Spree, στο κέντρο του Βερολίνου. Στη διάρκεια των επισκέψεών μου στο Ανατολικό Βερολίνο, η Sarah κι εγώ μαζευόμασταν από καιρό σε καιρό για δείπνο σε εστιατόριο ή ένα ποτήρι γαλλικό κόκκινο κρασί και τυρί (επίσης γαλλικό) στο σπίτι της, και σταδιακά γίναμε καλοί φίλοι. Ήταν ένα συγκρατημένο, λιτό άτομο που κρατούσε τις δικές της συμβουλές και προτιμούσε να αποφεύγει τα φώτα της δημοσιότητας. Τα πήγαμε πολύ καλά κι απόλαυσα πάρα πολύ την παρέα της. Ευτυχώς, έδειξε γνήσιο ενδιαφέρον για το έργο που έκανα, που περιελάμβανε -μεταξύ άλλων- επισκέψεις, συνεντεύξεις και συλλογή κειμένων κι άλλου υλικού από περίπου 50 συγγραφείς της Α.Γερμανίας. Ήτανε πάντα πρόθυμη να ακούσει αναφορές για τις επισκέψεις μου με αυτούς τους συγγραφείς, επίσης να ακούσει πώς εγώ ως ξένος από τις ΗΠΑ έβλεπα κάθε έναν από αυτούς και τα έργα τους. Ένα βράδυ, αφού είχα τελειώσει την αφήγηση όσων είχα βιώσει κείνο το απόγευμα στη διάρκεια της πολύωρης επίσκεψής μου με τον εξέχοντα θεατρικό συγγραφέα της ΛΔΓ Πίτερ Χακς, η Σάρα είπε: ‘Ντικ, τα μάτια σου είναι μικροσκοπικά, αλλ’ αυτά τα μάτια βλέπουνε τα πάντα’. Τι κομπλιμέντο ήταν αυτό“!

     Η Sarah κέρδισε αρχικά εξέχουσα θέση στη 10ετία του ’60 ως μέλος ομάδας ποιητών της ΛΔΓ που αμφισβήτησαν την επίσημη πολιτιστική-πολιτική επιταγή ότι η λογοτεχνία πρέπει πρωτίστως να ενισχύει τις αξίες και ν’ αντικατοπτρίζει τα επιτεύγματα της σοσιαλιστικής κοινωνίας. Το 1960, παντρεύτηκε τον αμφιλεγόμενο λυρικό ποιητή Rainer Kirsch και στη συνέχεια κι οι 2 είχαν μέντορα τον Gerhard Wolf. Η Sarah και ο Rainer Kirsch εντάχθηκαν σε μια ομάδα άλλων επίδοξων ποιητών -Wolf Biermann, Heinz Czechowski, Elke Erb, Volker Braun και Karl Mickel, μεταξύ άλλων- που συλλογικά χάραξαν νέα κατεύθυνση στη ποίηση της ΛΔΓ. Τα ποιήματά τους έδιναν έμφαση στις υποκειμενικές προσεγγίσεις της πραγματικότητας σε αντίθεση με τις ιδεολογικές επιβεβαιώσεις της σοσιαλιστικής κοινωνίας. Το 1967, δημοσίευσε την πρώτη της ατομική ποιητική συλλογή, A Stay in the Country (Landaufenthalt), που διεκδίκησε επίσημα και θεματικά νέα ποιητική ταυτότητα. Ο Heinz Czechowski, ο σημαντικός ποιητής από το Halle, σχολίασε: “Με τα ποιήματα της Sarah νέος, προηγουμένως ανήκουστος τόνος μπορούσε να ακουστεί στη γερμανική λυρική ποίηση“. Μερικοί μυημένοι αναφέρθηκαν σ’ αυτό τον τόνο ως Sarah-Sound. Τα ποιήματά της βασίζονταν κυρίως στη προσωπική εμπειρία και τόνιζαν το υποκειμενικό συναίσθημα και συχνά ήταν διακριτικά επικριτικά για τις συνθήκες της ΛΔΓ. Η ανεξάρτητη ποιήτρια Kirsch αναγνωρίστηκε ως σημαντικό ταλέντο, αλλά κι αντιμετωπίστηκε με καχυποψία από τις πολιτιστικές αρχές του SED.


                             Η Σάρα με τον Σύζυγο στη μέση

     Ωστόσο, σ’ αντίθεση με αρκετούς συναδέλφους της -π.χ. Stefan HeymGünter KunertReiner KunzeJurek Becker & Wolf Biermann– δεν ήταν ανοιχτά εχθρική προς το καθεστώς SED και ποτέ δε θεωρήθηκε ταραχοποιός. Παρ’ όλ’ αυτά, για να βγει εκτός γραμμής σε μία μόνο περίπτωση, θα γίνει persona non grata στα μάτια της πολιτιστικής γραφειοκρατίας της ΛΔΓ. Το αμάρτημά της ήταν να διαμαρτυρηθεί, μαζί με την Christa Wolf και 10 άλλους κορυφαίους συγγραφείς της ΛΔΓ, για τον εκπατρισμό από τη κυβέρνηση το Νοέμβρη του 1976 του αντιφρονούντος τραγουδοποιού/ποιητή Wolf Biermann, ενώ βρισκότανε σε περιοδεία συναυλιών στη Δ. Γερμανία. Η τιμωρία της γι’ αυτή τη παράβαση ήταν εξαιρετικά σκληρή κι είχε ολέθριες οικονομικές συνέπειες. Πληροφορήθηκε ότι τα γραπτά της δεν θα δημοσιεύονταν πλέον στη ΛΔΓ, ότι δεν θα λάμβανε πλέον ελεύθερο μεταφραστικό έργο, κύρια πηγή εισοδήματός της εκείνη την εποχή, ούτε θα της επιτρεπόταν να συμμετέχει σε δημόσιες εκδηλώσεις οποιουδήποτε είδους. Δεδομένου ότι ήταν διαζευγμένη κι ότι είχε 6χρονο γιο, η ξαφνική αδυναμία της να κερδίσει εισόδημα σύντομα έγινε σημαντικό υπαρξιακό πρόβλημα. Η λύση της ήταν να υποβάλει αίτηση για μόνιμη βίζα εξόδου που θα της επέτρεπε να μετακομίσει στη Δύση. Το έκανε, αλλά η βίζα δεν ήτανε διαθέσιμη. Οι κυβερνητικές αρχές είχανε σαφώς αποφασίσει να τη παραδειγματίσουν, έτσι ώστε άλλοι απείθαρχοι συγγραφείς να μη μπούνε σε πειρασμό ν’ ακολουθήσουνε τα βήματά της.
      Πρέπει να αναφέρω ότι είχε ρομαντική σχέση με Γερμανό συγγραφέα που ζούσε στο Δ. Βερολίνο, εραστή που ερχότανε περιοδικά στο Αν. Βερολίνο για να την επισκεφθεί. Αυτή η ασυνήθιστη σχέση συνέβαλε σημαντικά στην επιθυμία της να μετακομίσει, αλλά για περισσότερο από 6 μήνες η αίτησή της για βίζα αγνοήθηκε. Τελικά, το καλοκαίρι του 1977, τηε επετράπη να μεταναστεύσει στο Δ. Βερολίνο. Την επισκέφθηκα κείνο το φθινόπωρο και ρώτησα πώς κατάφερε να πάρει τη βίζα. Ήμουνα τόσο απελπισμένη, είπε, που τελικά αποφάσισα να απευθυνθώ απευθείας στον ηγέτη του κόμματος SED Erich Honecker. Του έγραψα ένα γράμμα και του είπα ότι είχα υποβάλει αίτηση για μόνιμη βίζα εξόδου πριν από περισσότερους από 6 μήνες, αλλά  -παρά τις επανειλημμένες ερωτήσεις μου- δεν είχα λάβει ακόμη απάντηση. Είπα ότι χρειαζόμουν απεγνωσμένα τη βοήθειά του κι ήθελα να παρέμβει σύντομα, πολύ σύντομα. Τόνισα ότι αυτό ήταν επείγον ζήτημα ζωής και θανάτου και κατέληξα ζητώντας του να έχει κατά νου ότι το διαμέρισμά μου βρισκότανε στον 17ο όροφο. Στη συνέχεια, ο Honecker παρενέβη, πιθανώς λόγω της συγκαλυμμένης απειλής αυτοκτονίας της κι η αίτησή της για βίζα εγκρίθηκε αμέσως. Τον Αύγουστο του 1977, η Sarah κι ο γιος της Moritz μετακομίισανε στο Δ. Βερολίνο, χωρίς τυμπανοκρουσίες.
     Το φθινόπωρο του 1977, πέρασα 2 μήνες στο Αν. Βερολίνο με την οικονομική υποστήριξη μιας υποτροφίας του IREX (Διεθνές Συμβούλιο Έρευνας & Ανταλλαγών). Στη διάρκεια αυτής της περιόδου έκανα αρκετά ταξίδια στο Δ. Βερολίνο για να την επισκεφθώ, που είχε κάποια δυσκολία να επανεγκατασταθεί και να εγκλιματιστεί στη ζωή στη Δύση. Μια μέρα μου είπε για κάτι που της είχε συμβεί λίγο πριν φύγει από τη ΛΔΓ, κατά πάσα πιθανότητα λόγω της συμμετοχής της στη διαμαρτυρία για την αποβολή του Wolf Biermann από τη ΛΔΓ, περιστατικό που την απώθησε και τη τρόμαξε. Είπε ότι είχε επιστρέψει στο διαμέρισμά της στο 17ο όροφο απόγευμα για να βρει αυτό ζωγραφισμένο με τόλμη στο εξωτερικό της πόρτας εισόδου:
     Επέστρεψα στο Αν. Βερολίνο μέσα Μάη 1978, για να ολοκληρώσω το έργο που θα μπορούσε να γίνει μόνο στη ΛΔΓ σε 2 έργα που θα κορυφώνονταν με εκδόσεις βιβλίων: Σύγχρονη ποίηση της Αν. Γερμανίας (δίγλωσση ανθολογία) και Λογοτεχνία της ΛΔΓ στη διάρκεια της απόψυξης (ένα ντοκιμαντέρ). Με την άδεια της Sarah, δημοσίευσα επιλογή από τα ποιήματά της και στα δύο αυτά βιβλία, καθώς και τη γραπτή απάντησή της στις ερωτήσεις της συνέντευξής μου στο βιβλίο εστιάζοντας στη περίοδο της απόψυξης. Συναντηθήκαμε μερικές φορές τον Μάη/Ιούνιο του 1978, αλλά δεν φανταζόμουν ότι δεν θα έβλεπα ποτέ ξανά τη Σάρα -κι όμως, αυτό συνέβη! Το καλοκαίρι αναχώρησε για την Ιταλία, όπου, χάρη σ’ επιχορήγηση από τη κυβέρνηση, μπόρεσε να περάσει το επόμενο 6μηνο ως φιλοξενούμενη καλλιτέχνιδα στη Γερμανική Ακαδημία Ρώμης στη Villa Massimo. Η διαμονή της επέτρεψε ν’ αφοσιωθεί ξανά στη συγγραφή, μετά από αρκετά χρόνια συναισθηματικής και ψυχικής αναταραχής και σηματοδότησε την αρχή ενός νέου κεφαλαίου στη προσωπική κι επαγγελματική της ζωή.



     Το 1979, μετά την επιστροφή της στο Δ. Βερολίνο, πρότεινα στους συναδέλφους μου στο Oberlin να τη προσκαλέσουμε να γίνει η Γερμανίδα συγγραφέας μας για το εαρινό 6μηνο του 1980 και τα μέλη της γερμανικής σχολής ήτανe πρόθυμα να το κάνουν. Αλλά, όπως θα μάθαινα, η ζωή της Sarah είχε πάει σε νέα κατεύθυνση. Είχε γνωρίσει έναν νεαρό Γερμανό συνθέτη στη Villa Massimo, τον Wolfgang von Schweinitz και συνδέθηκε ρομαντικά μαζί του. Αυτή κι ο Βόλφγκανγκ είχαν αποφασίσει ν’ απομακρυνθούν από το Βερολίνο και τους πολλούς περισπασμούς του που καθιστούσανe πολύ δύσκολο για τη Σάρα να γράψει. Όταν επικοινώνησα μαζί της και της απηύθυνα τη πρόσκληση, μου είπε ότι ετοιμάζονταν να μετεγκατασταθούνε και ν’ αγκαλιάσουνε διαφορετικό τρόπο ζωής στην αγροτική κωμόπολη Bothel στη Κάτω Σαξονία. Εκεί, ενώ ζούσε στην ήσυχη ύπαιθρο με τον Wolfgang, το γιο Moritz και τη μητέρα της, έγραψε τη συλλογή ποιημάτων που δημοσιεύθηκε με τον τίτλο Cat Lives (Katzenleben, 1984).
     Η πλησιέστερη γειτόνισσα της, Johanna Amthor, έχει γράψει και δημοσιεύσει στο διαδίκτυο τις Αναμνήσεις της Sarah Kirsch στο Bothel από το 1980 έως το 1983 (Erinnerungen an Sarah Kirsch in Bothel von 1980 bis 1983). Θυμάται πόσο αγαπούσε η Σάρα το επίπεδο, ελώδες τοπίο και τη ζωή στην εξοχή. Παρέχει επίσης περιγραφή της που συμπίπτει με την ανάμνησή μου από τη Σάρα, γι’ αυτό την έχω μεταφράσει και τη συμπεριλαμβάνω εδώ. “Η Σάρα ήταν μικροκαμωμένη και λεπτή τότε. Είχε ίσια μαλλιά, βαμμένα κόκκινα και φορούσε γυαλιά με χοντρό σκελετό. Της άρεσε να φορά φουσκωτά παντελόνια και νορβηγικά πουλόβερ. Έκανε επίσης πλέξιμο κι αργότερα έδενε υπέροχα χαλιά. Αλλά όχι πριν μετακομίσουμε στο Tielenhemme. Η Σάρα φαινόταν πολύ μετριοπαθής στη συμπεριφορά της, σχεδόν ντροπαλή, θα μπορούσε να πει κανείς. Είχε ευχάριστη άλτο φωνή, κάπνιζε πολύ, ήτανε καλή μαγείρισσα, είχε ωραία και μερικές φορές γήινη αίσθηση του χιούμορ“.
     Το φθινόπωρο του 1982,στη διάρκεια του 1ου 6μήνου μου ως πρόεδρος του Γερμανικού & Ρωσικού Τμήματος Oberlin College, επικοινώνησα με τη Sarah και τη κάλεσα επίσημα να περάσει το εαρινό εξάμηνο του 1983 στο Oberlin, ως Γερμανός Συγγραφέας. Παρακάτω είναι η μετάφρασή μου της επιστολής που έγραψε ως απάντηση στη δεύτερη πρόσκλησή μου να επισκεφθώ το Oberlin. Αντανακλά την αποφασιστικότητά της να μην ξοδεύει χρόνο ταξιδεύοντας και διαβάζοντας από τα έργα της, αλλά να κάνει αυτό που ‘θελε κι έπρεπε να κάνει περισσότερο -να βλέπει τα λουλούδια να ανθίζουν, να ‘ναι εκεί για το γιο της και να γράφει!

                            Bothel, 16 Οκτωβρίου 82

Αγαπητέ Dick
     Ευχαριστώ πολύ για τη μακρά τηλεγραφική πρόσκληση, αλλά δεν μπορώ και δεν θέλω να φύγω απ’ αυτό το μέρος. Όλα όσα είναι εδώ με χρειάζονται κι επίσης δεν θα μπορούσα να δω τα λουλούδια μου να ανθίζουνε. Σοβαρά, είμαι σε θέση να δουλέψω πολύ καλά εδώ κι έχω παραχωρήσει στον εαυτό μου ένα διάλειμμα 2 ετών απ’ τις δημόσιες αναγνώσεις, διαφορετικά σταδιακά κάποιος αρχίζει να φοβάται αυτή τη δραστηριότητα. Ήτανε πολύ ωραίο που με σκεφτήκατε αρκετές φορές, ότι εξακολουθείτε να πιστεύετε ότι πρέπει να επισκεφθώ το Oberlin. Προερχόμενος από τη ΛΔΓ, αυτό θα ‘τανε πράγματι κάτι διαφορετικό. Εκεί κάποιος άδραξε κάθε ευκαιρία για να μπορέσει να ταξιδέψει.
     Ελπίζω ότι τα πάτε καλά μαζί με τους οικείους σας, ότι το έργο σας εξακολουθεί ν’ αποτελεί πηγή ευχαρίστησης. Ο Moritz, εν τω μεταξύ, είναι σχεδόν τόσο ψηλός όσο εγώ, 13 ετών, ευδοκιμεί εδώ. Πρόσφατα, ταξίδεψε μόνος του 1η φορά να επισκεφθεί έναν φίλο του στο Berlin-W.
     Πολλές ευχές κι από τους δυο μας!

                                                                      Δική σου, Σάρα

     Πιότερο απ’ ό,τι άλλο, λαχταρούσε τη μοναξιά της φύσης που τόνωσε τη δημιουργικότητά της περισσότερο από οτιδήποτε άλλο. Το 1983 μετακόμισε με τον σύντροφό της Βόλφγκανγκ και τον γιο της Μόριτς στο Σλέσβιχ-Χόλσταϊν. Μετακόμισαν σε πρώην σχολείο στο Tielenhemme (περιοχή Dithmarschen), έναν αγροτικό δήμο με πληθυσμό περίπου 170 ατόμων, που βρίσκεται κοντά στα σύνορα με τη Δανία. Γοητεύτηκε από την άγονη και την έκταση του παρθένου τοπίου που τους περιβάλλει. Η Joey Horsley, στο βιογραφικό της δοκίμιο για τη Kirsch, μας λέει: “Εδώ φύλαγε πρόβατα, γάτες κι ένα γαϊδούρι, παρατηρούσε κι απορροφούσε τη φύση και τον κόσμο κι έγραφε καθημερινά για τα επόμενα 20 χρόνια. Ασχολήθηκε επίσης με τη ζωγραφική. Οι ακουαρέλες της εμφανίζονται σε μερικές από τις δημοσιεύσεις της“. 
     Αφού μετακόμισε στη Δύση τον Αύγουστο του 1977, δημοσίευσε συλλογή 40 νέων ποιημάτων με τίτλο Flying Kites (Drachensteigen, 1979). Αυτά τα ποιήματα αντικατοπτρίζουν, μεταξύ άλλων, το χωρισμό της από τη ΛΔΓ και την ευτυχία της να βρίσκεται στην Ιταλία με νέο εραστή. Το 1ο ποίημα που ‘γραψε μετά την αποχώρησή της από τη ΛΔΓ, “The End of the String” / “Der Rest des Fadens“, (Το Τέλος Του Σπάγγου) εμφανίζεται παρακάτω.

ΒΡΑΒΕΙΑ:

1965: Μετάλλιο Erich Weinert (Βραβείο Τέχνης του FDJ), με τον Rainer Kirsch
1965: Βραβείο Τέχνης της πόλης του Halle
1973: Βραβείο Heinrich Heine του Υπουργείου Πολιτισμού της ΛΔΓ
1976: Βραβείο Petrarch, μαζί με τον Ernst Meister
1978: Γερμανική Ακαδημία Ρώμης Villa Massimo, Υποτροφία
1980: Αυστριακό Κρατικό Βραβείο Ευρωπαϊκής Λογοτεχνίας
1981: Βραβείο Γερμανών Κριτικών
1983: Βραβείο Roswitha (Λογοτεχνία Gandersheim Αναμν. Μετάλλιο Roswitha)
1984: Βραβείο Friedrich Hölderlin της πόλης του Bad Homburg
1986: Βραβείο Λογοτεχνίας Οίνου
1988: Συγγραφέας πόλης του Μάιντς
1988: Βραβείο Τέχνης του κρατιδίου του Schleswig-Holstein
1992: Βραβείο Λογοτεχνίας Ida Dehmel της GEDOK
1992: Τιμητικό δώρο της Heinrich Heine Society
1993: Βραβείο Peter Huchel
1993: Βραβείο Λογοτεχνίας του Ιδρύματος Konrad Adenauer
1996: Βραβείο Georg Büchner της Γερμανικής Ακαδημίας Γλώσσας & Λογοτεχνίας
1996: Καθηγήτρια Αδελφών Γκριμ
1997: Βραβείο Annette von Droste Hülshoff Περιφερειακή Ένωση Βεστφαλία-Lippe
2000: Βραβείο Πολιτισμού της Περιφέρειας Dithmarschen
2005: Βραβείο Jean Paul του Ελεύθερου Κράτους της Βαυαρίας
2006: Τάγμα Αξίας της Θουριγγίας
2006: Βραβείο Johann Heinrich Voß λογοτεχνίας και πολιτικής της Otterndorf
2007: Βραβείο Samuel Bogumil Linde



ΕΡΓΑ:

Βερολίνο-ηλιόλουστη πλευρά. Deutschlandtreffen der Jugend in der hauptstadt (1964)
Gespräch mit dem Saurier (1965), ποιήματα, μαζί με τον Rainer Kirsch
Ο μεθυσμένος ήλιος (1966), παιδικό βιβλίο. Εικονογράφηση: Erich Gürtzig
Landaufenthalt (1967), ποιήματα
Zauberspruch (1973), ποιήματα
Θλιβερή μέρα
Η γυναίκα πάνθηρας. 5 ιστορίες από το κασετόφωνο (1973), Πεζογραφία
Die ungehigen bergehohe Wellen auf See (1973), Πεζογραφία
Ήταν αυτό το παράξενο καλοκαίρι (1974), επιλογές ποιημάτων
Caroline im Wassertropfen (1975), παιδικό βιβλίο. Εικ. Erdmut Oelschläger
Between Autumn and Winter (1975), παιδικό βιβλίο μαζί με την Ingrid Schuppan
Ούριος άνεμος. Gedichte (1976), ποιήματα
Το καλοκαίρι (1977)
Μουσική στο νερό (1977)
Χειμωνιάτικα ποιήματα (1978)
Katzenkopfpflaster (1978), ποιήματα
Επτά δέρματα. Ποιήματα 1962–1979 (1979)
Kite Flying (1979), ποιήματα
Χωρισμός (1979), ποιήματα
Wind and Shadow, μαζί με τον Kota Taniuchi
La Pagerie (1980), πεζογραφία, ποιήματα
Geschlechtertausch (1980), με τους Irmtraud Morgner και Christa Wolf
Hans mein Igel (1980), παιδικό βιβλίο με τους αδελφούς Grimm εικ.Paula Schmidt
Papiersterne (1981), σε μουσική του Wolfgang von Schweinitz
Erdreich (1982), ποιήματα
Between Autumn and Winter (1983),
Katzenleben (1984), ποιήματα
Landwege. Eine Auswahl 1980–1985 (1985), με επίλογο του Günter Kunert
100 ποιήματα και μια συζήτηση για τα ποιήματα. (1985)
Reisezehrung (1986), Πεζογραφία
Irrstern (1987), πεζογραφία
Βιβλίο με ποιήματα της Sarah Kirsch Βερολίνο (1987)
Allerlei-Rauh. Eine Chronik (1988), πεζογραφία
Αέρας και νερό. Gedichte und Bilder, 1988
Ζεστασιά χιονιού. Ποιήματα (1989)
Χειμερινή μουσική (1989)
Die Flut (1990), επιλογή, που συντάχθηκε από τον Gerhard Wolf
Schwingrasen (1991), Πεζογραφία
Affeu (1991), ημερολόγιο εικόνων
Erlkönigs Tochter (1992), ποιήματα
Das simple Leben (1994), Πεζογραφία και ποιήματα
Απύθμενος (1996)
Werke, Πλήρης έκδοση, 5 τόμοι σε μια θήκη (1999)
Katzen sprrangen am Rande und lachten, ποιήματα & πεζογραφία, επιλογή Ζυρίχη
Sarah Kirsch και Christoph W. Aigner: Beim Malen bin ich wegtritt (2000)
Κύκνος αγάπη. Γραμμές και θαύματα (2001), λυρικές μινιατούρες
Icelandhoch, Tagebruchstücke (2002), Πεζογραφία
Kommt der Schnee im Sturm geflogen (2005), Πεζογραφία
Γαρίφαλα κούκος (2006), πεζογραφία
Regenkatze (2007), Πεζογραφία (Λυρικό ημερολόγιο)
Sommerhütchen (2008)
Φλυαρία κοράκι. Deutsche Verlagsanstalt, Μόναχο 2010,
Μάρτιος βιολέτες. Deutsche Verlags-Anstalt, Μόναχο 2012
Ιούνιος Νοέμβριος. Deutsche Verlagsanstalt, Μόναχο 2014
Ice Roses: Selected Poems, Carcanet, 2014
Αγγλικά Πεζογραφία; Deutsche Verlags-Anstalt, Μόναχο 2015
Ελεύθεροι στίχοι: 99 ποιήματα, Manesse Verlag, Ζυρίχη 2020


=========================

Το Τέλος Του Σπάγγου

Πετώντας χαρταετούς.
Παιχνίδι γι’ ατελείωτες πεδιάδες
χωρίς δέντρα και νερό.

Στον ανοιχτό ουρανό
Ένα χάρτινο αστέρι
Αμείλικτο ανατέλλει,
Τραβιέται προς το φως,
 ψηλότερα -ο χαρταετός,
μακρυά απ’ το βλέμμα
και προς τα μπρος,
πάντα προς τα μπρος…

Το μόνο που μας μένει
είναι το τέλος του σπάγγου
και το γεγονός
ότι σας γνωρίσαμε…

Γατίσια Ζωή

Οι ποιητές όμως αγαπούν τις γάτες
Τις ανεξέλεγκτες πράες ελεύθερες
Αυτές που περνούν τις βροχές του Νοέμβρη
Μισοκοιμισμένες χουζουρεύοντας
Σε μεταξωτές πολυθρόνες ή κουρέλια
Που απαντούν βουβές, τινάζονται και συνεχίζουν
Να ζουν πίσω απ΄ τους φράχτες των νοικοκυραίων
Όταν ο παρανοϊκός γείτονας
Παρακολουθεί ποιος μπαίνει ποιος βγαίνει
Και ο ύποπτος στους τέσσερεις τοίχους του
Έχει αφήσει τους φραγμούς προ πολλού πίσω του.

Παύση Aναπνοής

Ο ουρανός είναι καπνός,
γκρι στάχτη, γκρι ποντίκι,
γκρι μολύβδου, γκρι πέτρα,
γκρίζo στη χώρα
των ξαφνικών βροχών
συνεχούς βροντής,
τα φουσκωμένα λιβάδια,
οι κήποι σαπίζουνε
και τα σκυλιά
στη διάρκεια της νύχτας
έχουν μεγαλώσει πτερύγια,
βουτούν μετά από κάθε ασημένιο κουτάλι
που πέφτει από το παράθυρο,
όταν αμέσως φτιάχνονται
μαρμελάδες σε κουζίνες,
πετούν μέσα από καλές καιρικές συνθήκες
από τις συζύγους των αγροτών
με σανό στο παντελόνι τους,
ατμό στους αλήτες τους
στα χωράφια με γογγύλια
το μεσημέρι.

Ελεύθεροι Στίχοι

Χθες το βράδυ ξύπνησα
ήξερε ότι πρέπει να πω αντίο
τώρα σε αυτούς τους στίχους.
Έτσι πάει πάντα
Μετά από μερικά χρόνια.
Πρέπει να βγουν έξω στον κόσμο.
Δεν είναι δυνατόν να τα κρατήσετε
Παντοτινά! εδώ κάτω από τη στέγη.
Φτωχά πράγματα.
Πρέπει να ξεκινήσουν για τη πόλη.
Σε μερικούς θα επιτραπεί
να επιστρέψουν αργότερα.
Αλλά οι περισσότεροι από αυτούς
εξακολουθούν να κρέμονται εκεί έξω.
Ποιος ξέρει τι θα γίνει με αυτούς.
Πριν Βρείτε την ηρεμία τους. 

Η Αρχή Της Μέρας

Τα λουλούδια του θερμοκηπίου φωσφορίζουν
Στο μισοσκότεινο διάδρομο,
πίσω απ’τη πλάτη του σπιτιού
Ο πρωινός ολόφρεσκος
ήλιος ξεφαντώνει
Σε μαγιάτικα όργια,
η γριά εβγήκε σώα
Τον χειμώνα, στολίζεται πίστη
Γλυκιά ελπίδα,
η κορυφή του δέντρου
παρακινεί τα πουλιά
Να κάνουν σαματά,
κουβαλούν κλαδάκια,
εφορμούν και ανεβαίνουν,
στο κατόπι κι οι γάτες
Ο τυφλοπόντικας βάζει μπροστά
την μοναχική του τέχνη
Ηλικιωμένες γυναίκες σε κήπους
διώχνουνε κότες,
ισιώνουνε λάκκους
Είναι ευχαριστημένες στον πάνω κόσμο
Και μνημονεύουν τους άντρες
που έχουν κιόλας τερματίσει
Στην άκρη του χωριού
μέσα σε φέρετρα.

Ερημιά

Με τύφλωνε ο ήλιος βάδιζα
Σε μια ιρλανδέζικη ερημιά.
Μπεκάτσες. Βίαιο φτεροκόπημα
Ανέβαζε τους παλμούς της καρδιάς
Σημύδες μου χτυπούσαν
άκομψα την πλάτη
Από μακρυά άκουγα τσεκούρια
Δέντρα να πέφτουν
Μια εφημερίδα
που δεν μπορούσα να διαβάσω
Βολόδερνε στον αέρα.
Από τους αμμόλοφους
Πρόβαλαν μορφές με μαλλιά αραιά
Μάτια αστέρια πόδια στον αέρα
Όπως τις περιγράφουν βιβλία παλιά
Και σωριάζονταν στο χώμα

   Τεχνητός Κόσμος

Ο βιαστικός χειμωνιάτικος ήλιος
Έκανε ζημιά στα σπαρτά
Παγετός κατέστρεψε τις ρίζες
Τα χωράφια άψυχες λούτσες.
Ένας καθεδρικός του Αγίου Πέτρου
από σύννεφα
Καθρεφτίζονταν.
Ολλανδικά μαύρα κοράκια
Χτυπούσαν τα φτερά.

         Ίδιον

Το παγώνι περιφρονεί
το κοτέτσι τις νύχτες
Κάθεται καλύτερα στη καμινάδα
Ζεσταίνει την ουρίτσα του.
Στο φτενό φεγγαρόφωτο
Δείχνει τεράστιο.
Ένα φτερό
Αυτό με το μάτι
Σκέπαζε το παράθυρό μου.
Το πρωί
Πετά απ΄τη στέγη
Χαράζει

   Αναπόφευκτο Κρύο

Καθόμουν με μια ασπρογκρίζα γάτα
Που δεν ανήκει κανενός
στον ήλιο του δειλινού
Που αργόσβηνε
Μας περιέβαλε τόση νωθρότητα
που ήμασταν ανίκανες
να φύγουμε απ’ τον τόπο.
Οι αγελάδες μαδούσαν το αραιό χόρτο
Κι έβηχαν με ανθρώπινη φωνή
Η γάτα ήταν έγκυος
Μια δύσκολη ζωή
Διαγραφόταν μπρος στα φυλλοβόλα.

      Καλοκαίρι

Αραιοκατοικημένη η χώρα.
Παρά τα τεράστια χωράφια
και τις μηχανές
Τα χωριά ναρκωμένα περιφραγμένα
Με κλαδεμένα καλλωπιστικά.
Σπάνια πετυχαίνει
τις γάτες μια πέτρα.

Τον Αύγουστο πέφτουν αστέρια.
Τον Σεπτέμβρη βάζουν μπρος το κυνήγι.
Η σταχτόχηνα ακόμα πετά,
βολτάρει το λελέκι
Σε λιβάδια αφαρμάκωτα.
Αχ, τα σύννεφα
Σαν τα βουνά
πετούν πάνω απ΄τα δάση.

Αν κανείς δεν κρατά
εδώ εφημερίδα
Πάει να πει πως ο κόσμος είναι εντάξει.
Σε καζάνια γεμάτα
μαρμελάδα δαμάσκηνο
Το πρόσωπό σου μια χαρά
καθρεφτίζεται και τα χωράφια λάμπουνε
αναψοκοκκινισμένα.

    Καλωσόρισμα

Όταν ο πάγος ραγίσει,
γυρίσει ο αέρας,
αλλάξει κατευθύνσεις,
Ανοίγει μονοπάτι στο φως,
το ξανακλείνει,
Ψηλών δέντρων γερτών
Τα τελευταία μετρημένα φύλλα
όταν πάρει,
Ζυγώνει ο χασάπης
Κρατά το καπέλο σφιχτά
Και μπαίνει
στην ασπρισμένη κουζίνα.


Υποβολή απάντησης

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *