Βιογραφικό
Ο Niccolò di Bernardo dei Machiavelli (Νικολό Μακιαβέλλι) ήταν Ιταλός διπλωμάτης, πολιτικός, ιστορικός, στρατιωτικός σύμβουλος, Ουμανιστής και συγγραφέας του 16ου αι., περιόδου της Αναγέννησης. Έμεινε γνωστός κυρίως για τις πολιτικές του ιδέες. Τα 2 διασημότερα φιλοσοφικά βιβλία του: Ο Πρίγκηπας (ο πρωταρχικές και κυριολεκτικός τίτλος του Ηγεμόνα του) κι το Οι Διατριβές Για Το Λίβιο, δημοσιεύθηκαν μετά το θάνατό του. Η φιλοσοφική του κληρονομιά παραμένει αινιγματική, αλλά αυτό δεν πρέπει ν’ αποτελεί έκπληξη για ένα στοχαστή που κατανόησε την ανάγκη να δουλέψει μερικές φορές από τις σκιές. Δεν υπάρχει ακόμα καθιερωμένη επιστημονική άποψη σχετικά με σχεδόν οποιαδήποτε πτυχή της φιλοσοφίας του. Οι φιλόσοφοι διαφωνούνε σχετικά με τη γενική πρόθεσή του, το καθεστώς ειλικρίνειας, της ευσέβειάς, την ενότητα των έργων και το περιεχόμενο της διδασκαλίας του.
Η επιρροή του ήτανε τεράστια. Αναμφίβολα κανείς φιλόσοφος από την αρχαιότητα, με πιθανή εξαίρεση τον Kant, δεν έχει επηρεάσει τόσο βαθιά τους διαδόχους του. Πράγματι, η ίδια λίστα αυτών των διαδόχων διαβάζεται σχεδόν σαν να ήταν η ίδια η ιστορία της σύγχρονης πολιτικής φιλοσοφίας. Ο Μπέικον, ο Descartes, ο Spinoza, ο Bayle, ο Hobbes, ο Locke, ο Rousseau, ο Hume, ο Smith, ο Montesquieu, ο Fichte, ο Hegel, ο Marx κι ο Nietzsche μεταξύ αυτών των οποίων οι ιδέες κρύβονται με την αντίληψη της σκέψης του Machiavelli. Ακόμη κι εκείνοι που προφανώς απορρίψανε τα θεμέλια της φιλοσοφίας του, όπως ο Montaigne, τονε θεωρούσανε συνήθως ως ένα τρομερό αντίπαλο κι έκριναν απαραίτητο να ασχοληθούν με τις συνέπειες αυτής της φιλοσοφίας.
Συνήθως ο βίος του διαιρείται σε 3 περιόδους: τη νεότητά του. το έργο του για τη φλωρεντινή δημοκρατία και τα τελευταία του χρόνια, που συνέθεσε τα σημαντικώτερα φιλοσοφικά του γραπτά. Το μεγαλύτερο μέρος της διπλωματικής και φιλοσοφικής καρριέρας του αποτέλεσε αντικείμενο δύο σημαντικών πολιτικών γεγονότων: τη γαλλική εισβολή στην Ιταλία το 1494 από τον Charles VIII. και το διώξιμό του σπό τη Ρώμη το 1527 από το στρατό του αυτοκράτορα Κάρολου V.
Γεννήθηκε 3 Μάη 1469, σε μία κάπως διακεκριμένην οικογένεια της Φλωρεντίας, μεγάλωσε στη περιοχή Santo Spirito, γιος του Μπερνάρντο και της Μπαρτολομέα Νέλλι (Bartolomea di Stefano Nelli) κι είχεν ακόμα 3 αδέλφια: Primavera, Margherita, και Totto.. Ο πατέρας του, δικηγόρος το επάγγελμα που ξόδεψε σημαντικό μέρος του πενιχρού εισοδήματός του σε βιβλία και που φαίνεται να λάτρευε τον Κικέρωνα, μερίμνησε ώστε ο νεαρός να λάβει ουμανιστικήν εκπαίδευση, σύμφωνη με τα κλασσικά κι ουμανιστικά πρότυπα της εποχής. Έτσι, από μικρός είχε πρόσβαση σε πολλούς κλασσικούς συγγραφείς που τον επηρεάσανε βαθιά, όπως λέει στους Λόγους του, τα πράγματα που διαμορφώνουν ένα αγόρι τρυφερών χρόνων θα ρυθμίσουν εκ των υστέρων τη συμπεριφορά του. Δεν γνωρίζουμε αν διάβάζε ελληνικά, αλλά διαβάζε σίγουρα τους Έλληνες συγγραφείς σε μετάφραση: Θουκυδίδη, Πλάτωνα, Ξενοφώντα, Αριστοτέλη, Πολύβιο, Πλούταρχο και Πτολεμαίο. Σπούδασε λατινικά ήδη από την ηλικία των 7 και μεταφράζοντας έργα στα λατινικά στα 12. Μεταξύ των Λατίνων συγγραφέων που διάβασε ήταν οι: Πλαύτος, Τερέντζος, Ιούλιος Καίσαρ, Κικέρων, Σαλλούστιος, Βιργίλιος, Λουκρήσιος, Τίβουλλος, Οβίδιος, Σενέκας Τάκιτος, Πρίσιαν Μακρόβιους και Τίτος Λίβιος. Μεταξύ των αγαπημένων του Ιταλών ήταν οι Δάντης και Πετράρχης.
Στα 12 του ξεκίνησε σπουδές υπό τον ιερέα Paolo da Ronciglione, ένα διάσημο δάσκαλο που δίδαξε πολλούς εξέχοντες Ουμανιστές. Ίσως αργότερα να παρακολούθησε τη διδασκαλία του Marcello di Virgilio Adriani, καθηγητή στο Πανεπιστήμιο της Φλωρεντίας. Τα ημερολόγια όμως του πατέρα του Μακιαβέλλι, από τα οποία αντλούμε τα στοιχεία για τη παιδική ηλικία του, τελειώνουνε το 1487. Για τα επόμενα 10 έτη, υπάρχει κενό στις δραστηριότητες του Νικολό. Το 1497 επιστρέφει στο ιστορικό αρχείο γράφοντας δύο γράμματα σε μια διαμάχη με την οικογένεια Pazzi. Υπήρχανε πολλές σημαντικές ημερομηνίες, με καθοριστικά και σημαίνοντα γεγονότα, κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου. Η συνωμοσία Pazzi εναντίον των Medici σημειώθηκε το 1478. Ο Savonarola άρχισε να κηρύττει στη Φλωρεντία το 1482, τον ίδιο χρόνο που πέθανε ο Λορέντζο Μέντιτσι ο Μεγαλοπρεπής κι ο Rodrigo Borgia ανέβηκε στον παπικό θρόνο ως Αλέξανδρος VI. Το 1490, αφού κήρυξε αλλού αρκετά χρόνια, ο Savonarola επέστρεψε στη Φλωρεντία κι ανατέφέρθηκε στο San Marco. Το 1494 πήρε την εξουσία στη Φλωρεντία όταν οι Medici εκδιώχθηκαν μετά την εισβολή του Charles VIII. Η μητέρα του Machiavelli πέθανε το 1496, το ίδιο έτος που ο Savonarola θα παρώτρυνε τη δημιουργία του Μεγάλου Συμβουλίου. Στις 12 Μάη 1497, ο Σαβοναρόλα αφορίστηκε από τον πάπα Αλέξανδρο VI. Στις 23 Μάη 1498, σχεδόν έν έτος μετά, απαγχονίστηκε και στη συνέχεια κάηκε στον πάσσαλο με 2 άλλους κοινούς κλέφτες στη Piazza della Signoria.
Πρέπει να πω εδώ πως τις μεγαλύτερες επιρροές τις δέχθηκε, όμως, από τον Καίσαρα Βοργία, έναν πανούργο και σκληρό άνθρωπο, εκ των ηγετών της παπικής πολιτείας. Ο Μακιαβέλλι δεν συμφωνούσε με τις τακτικές του, ωστόσο πίστευε ότι με έναν κυβερνήτη σαν τον Βοργία οι Φλωρεντινοί θα μπορούσαν να ενώσουν την Ιταλία, κάτι που αποτελούσε όνειρο και στόχο του σ’ όλη τη ζωή του.
Η εκπαίδευση αυτή κι η σχέση του με Φλωρεντίνους ουμανιστές είχαν ως αποτέλεσμα να λάβει το 1498 το αξίωμα 2ου καγκελλαρίου της φλωρεντινής δημοκρατίας. Απ’ τη θέση αυτή ασχολούνταν με τη διοίκηση των περιοχών υπό τον έλεγχο της Φλωρεντίας, ήταν επίσης στους 6 γραμματείς του 1ου καγκελλάριου και μέλος του συμβουλίου των Δέκα Του Πολέμου που συνεπαγότανε τη συμμετοχή του σε διπλωματικές αποστολές. Οι αποστολές τονε φέρανε σ’ επαφή με αρκετές από τις ισχυρώτερες πολιτικές προσωπικότητες της εποχής στην Ευρώπη, όπως το βασιλιά της Γαλλίας Λουδοβίκο ΙΒ’, τον Πάπα Ιούλιο Β’ και τον αυτοκράτορα της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας Μαξιμιλιανό Α’. Του έκανε επίσης μεγάλη εντύπωση ο Καίσαρας Βοργίας, που ‘χε διοριστεί από τον πατέρα του, τον Πάπα Αλέξανδρο ΣΤ’, Δούκας της Ρωμανίας. Οι κρίσεις που διατύπωνε στις επιστολές προς τη φλωρεντινή σινιορία γι’ αυτά τα πρόσωπα που συνάντησε σαν απεσταλμένος, αποτελέσανε τη 1η ύλη για τα πορτραίτα τους που σκιαγράφησε στο έργο του Il principe (Ο Ηγεμών).
Αλλά ας τα πάρουμε με τη σειρά: Λίγο καιρό μετά τον θάνατο του Σαβονάρολα, διορίστηκε για να υπηρετήσει υπό τον Αντριάνι ως επικεφαλής της Δεύτερης Καγκελλαρίας. Ήταν 29 ετών και δεν είχε προηγούμενη πολιτική εμπειρία. Ένα μήνα μετά την πρόσληψή του, διορίστηκεν επίσης για να υπηρετήσει ως Γραμματέας των 10, που ήταν η επιτροπή για τον πόλεμο. Το Νοέμβρη του 1498 ανέλαβε τη 1η του διπλωματική αποστολή, που αφορούσε ένα σύντομο ταξίδι στο Piombino. Το Μάρτη του 1499, στάλθηκε στη Pontedera να διαπραγματευτεί μια διαφορά περί της αμοιβής του μισθοφόρου καπετάνιου Jacopo d’Appiano. Τον Ιούλιο του ίδιου έτους, θα επισκεφθεί τη Countess Caterina Sforza στο Forli. Η 1η μεγάλη αποστολή ήταν στη γαλλική αυλή, από τον Ιούλιο του 1500 ως το Γενάρη του 1501. Εκεί θα συναντούσε τον Ζωρζ ντ’ Αμπουάζ, τον καρδινάλιο της Ρουέν και τον υπουργό Οικονομικών του Louis XII. Το 1501, θα πραγματοποιούσε 3 ταξίδια ‘ στη Πιστόια, που χωριζόταν σε κομμάτια με διαμάχες μεταξύ των διαφόρων φατριών. Στην επόμενη 10ετία, θ’ αναλάμβανε πολλές άλλες αποστολές, μερικές από τις οποίες τον κράτησαν μακρυά από το σπίτι για μήνες , όπως π.χ. αποστολή του 1507 στη Γερμανία.
Τον Αύγουστο του 1501 νυμφεύτηκε τη Marietta di Ludovico Corsini. Με κείνην αποκτήσανε πολλά παιδιά: Bernardo, Primerana (που πέθανε νέα), ανώνυμη κόρη (που επίσης πέθανε νεαρή), Baccina, Ludovico, Piero, Guido και Totto. Συνδέθηκεν όμως επίσης ρομαντικά με άλλες γυναίκες, όπως η κοκότα La Riccia κι η τραγουδίστρια Barbera Salutati. Το 1502, συναντήθηκε 1η φορά με τον Cesare Borgia. Την ίδια χρονιά, η Φλωρεντία υποβλήθηκε σε μια σημαντική συνταγματική μεταρρύθμιση, που θα έθετε τον Piero Soderini ως ισόβιο gonfaloniere (προηγουμένως η θητεία ήτανε 2 μήνες). Ο Soderini του επέτρεψε να δημιουργήσει φλωρεντιανή πολιτοφυλακή το 1505-6. Η πολιτοφυλακή ήταν ιδέα που ο Μακιαβέλλι είχε προωθήσει, ώστε η Φλωρεντία να μη χρειαστεί να βασιστεί σε ξένα ή μισθοφορικά στρατεύματα. Το 1507 θα διοριστεί να υπηρετήσει ως καγκελλάριος της νεοσυσταθείσης Ομάδας Των 9, επιτροπή που αφορούσε στη πολιτοφυλακή. Επίσης μεταξύ 1502-7, συνεργάζεται με τον Da Vinci σε διάφορα έργα. Το πιο αξιοσημείωτο ήταν η προσπάθεια να συνδεθεί ο ποταμός Άρνο με τη θάλασσα. για την άρδευση της κοιλάδας Arno. και να διακόψει τη παροχή νερού στη Πίζα. Στη διάρκεια αυτής της περιόδου, ο Cesare Borgia έγινε δούκας Valentinois τέλη θέρους 1498. Ο πατέρας του Machiavelli, Bernardo, πέθανε το 1500. Ο Αλέξανδρος VI πέθανε Αύγουστο 1503 κι αντικαταστάθηκε από τον Πίο ΙΙΙ (που έμεινε στο παπικό θώκο λιγώτερο από μήνα). Ο Ιούλιος ΙΙ θα χρισθεί πάπας λίγον αργότερα τον Νοέμβρη 1503.
Πίνακας του Ντομένικο Τζιρλαντάγιο
Το καλοκαίρι του 1512, η πολιτοφυλακή του Machiavelli συνετρίβη στο Prato. Ο Soderini εξορίστηκε και μέχρι τη 1η Σεπτέμβρη ο Giuliano de ‘Medici θα επιστρέψει δριμύτερος στη Φλωρεντία για να αποκαταστήσει τον έλεγχο των Medici πάνω στη πόλη. Η θητεία του Machiavelli για τη διακυβέρνηση της Φλωρεντίας θα διαρκέσει τελικά από τις 19 Ιουνίου 1498 ως τις 7 Νοεμβρη 1512. Ήταν ένας από τους λίγους αξιωματούχους της δημοκρατίας που απολύθηκαν με την επιστροφή των Medici. Τούτο έγινε με τη βοήθεια των ισπανικών στρατευμάτων του Φερδινάνδου, κι οι Μέδικοι επιστρέψανε στη Φλωρεντία. Ο Μακιαβέλλι δεν διώχθηκε μόνο από τη θέση του αλλά λίγους μήνες μετά υπέστη βασανιστήρια και φυλακίστηκε για μικρό διάστημα, ως ύποπτος συμμετοχής σε συνωμοσία εναντίον του νέου καθεστώτος. Στις αρχές του 1513, φυλακίστηκε για 22 μέρες και βασανίστηκε με το strappado, -τεντώνει υπερβολικά κι οδυνηρά τους ώμους. Απελευθερώθηκε το Μάρτη κι αποσύρθηκε σε μια οικογενειακή κατοικία (εξακολουθεί να υπάρχει) στο Sant’Andrea στη Percussina.
Αυτό ήτανε μεγάλη απώλεια για τον Νικολό, από τα αξιώματα στη φυλακή. Στο πατρικό του εκεί το 2ο μισό του 1513 πρέπει να ξεκίνησε να γράφει αμέσως, τον Ηγεμόνα, -σε μιαν αποτυχημένη προσπάθεια να ξαναποκτήσει την εύνοια των Μεδίκων. Στις 10 Δεκέμβρη του ίδου χρόνου, έγραψε στο φίλο του, πως χρειάστηκε πολύ σκληρή δουλειά αυτό το βιβλίο για να το φέρει σε πέρας. Επίσης ξεκίνησε να γράφει τους Λόγους Για Το Λίβιο. Τα επόμενα χρόνια συμμετείχε στις συζητήσεις μια ομάδας ουμανιστών που συναντώνταν στους κήπους του Κόζιμο Ρουτσελάι και συνέγραψε κωμωδία, τον Μανδραγόρα (1518) -πιθανότατα το καλλίτερο έργο του- και τη Τέχνη Του Πολέμου (1521). Επηρεασμένος από τις συζητήσεις αυτές ολοκλήρωσε και τις Διατριβές για τα 1α 10 βιβλία της Ιστορίας του Τίτου Λίβιου και τέλος, έγραψεν επίσης ποίηση και θεατρικά.
Φίλοι όπως ο Francesco Guicciardini και προστάτες όπως ο Lorenzo di Filippo Strozzi προσπάθησαν, μ’ επιτυχία, να αποκαταστήσουνε τη σχέση του με τους Medici. Κάτι πρέπει να ‘χε πιάσει και το 1520, που επέστρεψε, στάλθηκε σε μια μικρή διπλωματική αποστολή στη Λούκα, όπου θα γράψει τη Ζωή Του Καστρούτσιο Καστρακάνι. Εντυπωσιασμένος, ο Giuliano de Medici του προσέφερε θέση στο Πανεπιστήμιο της Φλωρεντίας ως επίσημος ιστοριογράφος της πόλης. Ο Giuliano θα του αναθέσει επίσης την Ιστορία Της Φλωρεντίας, -θα τη τελειώσει το 1525. Εν τω μεταξύ, το 1520, δημοσίευσε τη Τέχνη του Πολέμου, τη μόνη μεγάλη πεζή εργασία που θα δημοσιεύσει στη διάρκεια της ζωής του. Ήταν καλά δεκτή στη Φλωρεντία και στη Ρώμη. Διηύθυνε επίσης τη 1η παραγωγή του Clizia το Γενάρη 1525. Το καθεστώς των Μεδίκων, όμως, ανατράπηκε το Μάη του 1527, η δημοκρατία παλινορθώθηκε κι ο Μακιαβέλλι έχασε τη θέση του. Απογοητευμένος πέθανε λίγο αργότερα στη Φλωρεντία από πάθηση του στομάχου, στις 21 Ιουνίου 1527, σε ηλικία μόλις 58 ετών. Είναι θαμμένος στη βασιλική της Φλωρεντίας, τη Santa Croce.
Ο Θάνατος Του Μακιαβέλλι
Στο παρασκήνιο -ή αν προτιμάτε στο προσκήνιο- αυτής της εποχής συνέβησαν τα εξής: Ο Giovanni de ‘Medici έγινε Πάπας ως Λέων Χ μετά το θάνατο του Ιούλιου ΙΙ, το 1513. Ήταν ο πρώτος Φλωρεντίνος που έγινε ποτέ πάπας. Τον Οκτώβρη του 1517, ο Μαρτίνος Λουθήρος έστειλε τις 95 Θέσεις του στον Άλμπερτ του Μάιντς, προκάλεσε σάλο στους κόλπους της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας κι έτσι, το 1521 αφορίστηκε από τον Λέοντα Χ. Το 1522 πέθανε στη Ρώμη ο Piero Soderini. Το 1523 ο Giuliano de ‘Medici έγινε Πάπας ως Κλήμης VII και το 1527, απέρριψε το αίτημα του Henry VIII για ακύρωση του γάμου του. 5 χρόνια μετά, στις 6 Μάη 1527, η Ρώμη κυριεύθηκε από τον αυτοκράτορα Κάρολο V.

Αν φιλόσοφος σημαίνει, να σκέφτεται και να ερευνά κανείς χωρίς φόβο για όρια ή φραγμούς, ο Machiavelli υπήρξεν η επιτομή του. Αν και δεν είναι ξεκάθαρο τι ακριβώς σημαίνει αίτιο γι’ αυτόν, λέει πως είναι “καλό να λογαριάζεται για τα πάντα“. Και συνεχίζει: “Δεν κατακρίνω ούτε θα κρίνω ποτέ σαν ελάττωμα, την υπεράσπιση οιασδήποτε γνώμης με αίτιο ή αίτια, χωρίς να επιθυμώ να χρησιμοποιήσω εξουσία ή δύναμη γι’ αυτό“. Ισχυρίζεται δε, ότι δε θα λογοδοτεί για ορισμένα θέματα, αλλά τότε ακριβώς το κάνει ούτως ή άλλως. Και προτείνει πως ένας ηγέτης πρέπει να είναι ένας “αναζητητής με ευρείς ορίζοντες” και “παθητικός ακροατής της αλήθειας“. Αλλά τι εννοεί ακριβώς με τη λέξη φιλοσοφία; Σημειωτέον, η λέξη δεν εμφανίζεται στον Ηγεμόνα ή στις Διατριβές του. Η λέξη φιλόσοφος/οι, εμφανίζεται 1 φορά στον Ηγεμόνα και 3 φορές στις Διατριβές. Ο Machiavelli περιστασιακά αναφέρεται σε άλλους φιλοσοφικούς προκατόχους. Υποθέτουμε πως και τα 2 βιβλία αυτά περιέχουνε μιαν ενιαία μακιαβελλική φιλοσοφία. Άλλοι μελετητές δε χρησιμοποιούν αυτή την υπόθεση. Ανεξάρτητα απ’ αυτό, ακολουθεί μια σειρά αντιπροσωπευτικών θεμάτων ή σημείων που θα μπορούσαν να επιδέχονται πολλές ερμηνείες.
Ο Μακιαβέλλι είναι πεπεισμένος ως προς την ένδεια της κλασσικής φιλοσοφίας κι αρνείται την αυθεντία στη φυσική τάξη, που οι αρχαίοι σέβονταν. Δεν πιστεύει στην ύπαρξη καθολικού λόγου κι ως εκ τούτου, το μόνο που μπορούσε να κάνει ήταν να φανταστεί τους ανθρώπους χωρίς πίστη και χωρίς νόμο. Γράφει στις Διατριβές: “όποιος θεμελιώνει πολιτεία και της βάζει νόμους, να παίρνει προκαταβολικά για κακούς όλους τους ανθρώπους“. Στον Ηγεμόνα υποδεικνύεται ο ουσιώδης δεσμός ανάμεσα στη κακία και την ελευθερία. Το πρώτο μέλημα είναι να ελεγχθεί η τύχη κι από εκεί και πέρα να παραχθεί έργο. Ο ηγεμόνας υπό αυτή την έννοια συγκεντρώνει την αυθεντία επί παντός και τη βούληση να εφαρμόζει στους άλλους ό,τι αποφασίζει. Μάλιστα είναι ο μόνος που μπορεί με τη στάση του ν’ αφυπνίσει την ηθική στους ανθρώπους. Εκ πείρας γνωρίζει πως οι άνθρωποι κάνουνε το καλό μόνον από ανάγκη κι είναι διατεθειμένος να τους αναγκάσει να μεταβάλλουνε σταδιακά τη κακία σε ανιδιοτέλεια. Ο τρόπος που ο Φλωρεντινός στοχαστής βλέπει τη δράση αποτελεί, από κάθε άποψη, εγγύηση για τη παλινόρθωση του λόγου, που θα πιστεύαμε ότι απειλείται, από τη στιγμή που καταργείται κάθε υπερβατική τάξη. Είναι λοιπόν προφανές ότι ο Μακιαβέλλι τείνει να μετατρέψει τη θεωρία σε δράση.
Η σκέψη του δέχθηκε είτε σημαντικές επικρίσεις είτε πλήρη αποδοχή. Είναι πολλοί εκείνοι που τονε θεωρούν πατέρα της σύγχρονης πολιτικής επιστήμης κι επίσης αρκετοί εκείνοι που τονε χαρακτηρίζουν απλά κυνικό, διεφθαρμένο κι αυταρχικό. Ο Ηγεμόνας επηρέασε τη πολιτική σκέψη πολλών πολιτικών και στοχαστών κι άσκησε σημαντική επίδραση σε πολιτικές εξελίξεις της εποχής του και μεταγενέστερων περιόδων.
Όταν επανέρχονται οι Μέδικοι στη Φλωρεντία, η μεγαλοαστική τάξη αυτή τη φορά δε δείχνεται διατεθειμένη να δεχτεί αναντίρρητα την πρωτοκαθεδρία τους και δημιουργεί ένα θεσμικό πλαίσιο με τον άκοπο να τους απορροφήσει μέσα σ’ αυτό. Αντιδρούν μ’ ένα πραξικόπημα και προβαίνουνε σε συνταγματική μεταρρύθμιση που επαναφέρει το προ του 1494 καθεστώς, με τη διαφορά ότι τώρα θεσμοποιούνται αστυνομευτικά μέτρα που τότε θεωρούνταν έκτακτα. Η κοινωνική βάση της παλιάς κυριαρχίας των είχεν αποσυντεθεί, η αδιάκοπη οικονομική και πολιτική κρίση είχε κατακερματίσει την άρχουσα τάξη κι είχε δημιουργηθεί πολιτικό κενό, εφόσον καμμιά άλλη τάξη δεν πρόβαλλε, ούτε κι ήτανε σε θέση να ‘χει, αξιώσεις κυριαρχίας. Έτσι οι Μέδικοι, από την ίδια τη δυναμική των πραγμάτων, τείνουν να καλύψουν από μόνοι τους αυτό το κενό και δε νοιάζονται πια να στηριχτούνε στο α ή β τμήμα της ανώτερης τάξης, όσο ν’ αντιπαραταχτούνε σ’ όλα τους και ν’ ασκήσουν ανεξάρτητη εξουσία. Τώρα λοιπόν οι επιδιώξεις τους παίρνουν αυτόματα χροιά ηγεμονική, μολονότι οι ίδιοι δεν προχωράνε θαρρετά και συνειδητά σ’ αυτό το δρόμο, θέλοντας πάντα να κρατούνε, σαν επίφαση της κυριαρχίας τους, το χαρακτήρα που αυτή είχε πριν από το 1494.
Χωρίς αμφιβολία, ο Ηγεμών είναι το πιο επαναστατικό έργο του και παραμένει ένα οργανικό έργο γραμμένο με πάθος: Σ’ αυτό ο συγγραφέας αρνείται τα παραδοσιακά πολιτικά συστήματα και στρέφεται στο άτομο και στις αρετές του. Ο στόχος είναι η νέα ηγεμονία, η μελέτη μιας καινούριας εμπειρίας για μια κοινωνία που βρίσκεται σε κρίση. Εντυπωσιάζεται απ’ αυτές τις νέες ηγεμονίες που δημιουργήθηκαν με βία κι επιπλέον γοητεύεται από τους αρχηγούς των στρατευμάτων. Πέρ’ απ’ αυτά, προβληματίζεται με τη δημιουργία των μεγάλων δυτικών μοναρχιών (Ισπανία, Γαλλία, Γερμανία), που κυβερνώνται από έναν απόλυτο Ηγεμόνα. Σ’ αυτό το έργο του εμβαθύνει με απλό ύφος και σαφήνεια στην έκφραση, στα βασικά στοιχεία της τέχνης τού να κυβερνάς. Μελετώντας τη ιστορία, τη ζωή και το έργο των μεγάλων ανδρών, δείχνει πως πρέπει να είναι ένας πραγματικός ηγεμόνας για να είναι αρεστός στους υπηκόους του και φόβος για τους εχθρούς του. Μέσα από βαθειάν ανάλυση της ευρωπαϊκής πολιτικής του 16ου αι., παραθέτει γεγονότα και τεκμηριώνει απόψεις που βγαίνουν απόλυτα αληθινές στις επόμενες γενιές και παρουσιάζονται ίδιες ακόμη και στις μέρες μας.
Η ειλικρίνεια του λόγου του μπορεί να σοκάρει τον αναγνώστη, όμως δεν παύουν να είναι πέρα για πέρα αληθινά τα όσα περιγράφει από τη θέση του επαγγελματία πολιτικού. Το έργο, παρά την επαναστατικότητά του, έχει τις ρίζες του στη παραδοσιακή φιλοσοφία του Μεσαίωνα. Πράγματι, για τον Μακιαβέλλι, το Κράτος δεν είναι η συνολική συνείδηση των πολιτών αλλά το ευφυές δημιούργημα ενός ηθικού ατόμου, είναι ένα δημιούργημα ξένο προς την ηθική πραγματικότητα του λαού. Αν και το έργο δηλώνει την εποχή που γράφτηκε, αξίζει τον κόπο να διαβαστεί, γιατί ο Μακιαβέλλι είναι ένας μεγάλος τεχνίτης τόσο της καθαρής πολιτικής όσο και του πάθους και της ορμής γι’ αυτό που γράφει.
Γράφτηκε το 1513, αλλά δεν έπαψε να σχολιάζεται συνεχώς, επί 5 αιώνες. Δεν λέει τι ο άνθρωπος πρέπει να κάνει. Λέγει τι ο άνθρωπος κάνει. Δεν είναι μόνο βιβλίο Ιστορίας ή Πολιτικής Επιστήμης. Είναι και βιβλίο ανθρώπινης ψυχολογίας κι Ανθρωπολογίας. Τα κύρια dramatis personnae, είναι δύο. Ο Ηγέτης κι ο Λαός, αλλά σε αναγκαία σχέση συνεργίας. Σε αυτή τη διαλεκτική, ο αγιασμένος σκοπός του Μακιαβέλλι είναι πρώτιστα η ευημερία του Λαού κι οι επιδιώξεις του Έθνους. Ο σκόπος αυτός, κινεί τα μέσα κατά τα ήθη της εκάστοτε εποχής. Τα οιαδήποτε μέσα, απογυμνωμένα του σκοπού και σ έλλειψη συνεργίας Ηγέτη και Λαού οδηγούνε σε πρόσκαιρες και καταστρεπτικές λύσεις. Εκείνος που, περισσότερο από κάθε άλλον, κατάλαβε τη θέση του Μακιαβέλλι είναι ο Ρουσσώ, όταν γράφει στο Κοινωνικό Συμβόλαιο ότι “φαίνεται να δίνει μαθήματα στους βασιλείς, ενώ αυτός, δίνει μεγάλα στους λαούς –ο Ηγεμών είναι η Βίβλος των δημοκρατών, (le Prince est le livre des republicains).
Αν κι η επιρροή του ως στρατιωτικού θεωρητικού συνήθως θεωρείται μικρότερη από κείνη του πολιτικού φιλοσόφου, ο ίδιος θεωρούσε τη Τέχνη Του Πολέμου σαν το πιο σημαντικό του έργο, αφού αφορούσε αποκλειστικά στον πόλεμο, ο οποίος ήτανε γι’ αυτόν η σημαντικότερη πλευρά της διπλωματίας. Ο Βολταίρος είχε πει: “Ο Μακιαβέλλι δίδαξε στην Ευρώπη τη τέχνη του πολέμου. Μέχρι τότε τονε κάνανε χωρίς να τονε γνωρίζουν“.
Έχει μεταφραστεί αμέτρητες φορές κι έχει υποβληθεί σε άπειρα σχόλια. Ένα έργο που για κάποιους είναι διάφανο και τίμιο, ενώ για άλλους αντίθετα, είναι διαβολικό και συκοφαντικό. Ο Ηγεμόνας στη συναρπαστική πορεία του σημάδεψε τους αιώνες προκαλώντας ζωηρήν αίσθηση, κατακτώντας αναγνώστες που πίστεψαν ότι βρήκανε και βρίσκουνε στις σελίδες του πολύτιμες συνταγές για να τις εφαρμόσουν, άλλος στη πολιτική, άλλος στο στρατό, άλλος στην ερωτική πολιορκία, άλλος στις οικονομικές συναλλαγές. Είναι βιβλίο που τον έκανε παγκόσμια διάσημο, τον απασχόλησε ήδη από το 1513, τον 1ο χρόνο παραμονής του στην εξοχή. Ήτανε προϊόν προσωπικής κι εθνικής τραγωδίας, που δημιουργήθηκε ωστόσο, μέσα σε πνεύμα ελπίδας.
Ο λαός παραπλανημένος από απατηλά αγαθά, επιδιώκει πολλές φορές την αυτοκαταστροφή του, προκαλώντας, κινδύνους και καταστροφές στις Δημοκρατίες. Εκτός κι αν κάποιος, τον οποίο εμπιστεύεται. Τον καθοδηγεί, ώστε να αναληφθεί τι είναι καλό και τι είναι κακό γι’ αυτόν. Κείνα τα κράτη, όπου η πολιτική ζωή δεν έχει διαφθαρεί, δεν επιτρέπουνε στους πολίτες τους να διάγουν ως αργόσχολοι ευγενείς. Βέβαια θα πρέπει να λάβουμε υπ’ όψη μας και την εποχή του Μακιαβέλλι.
Το έργο αυτό πρέπει να διαβάζεται σαν ωδή στον πολιτικό αμοραλισμό; Ένα πρακτικό εγχειρίδιο, ένα how to do it της κατάκτησης και της διατήρησης της εξουσίας δίχως ηθικές αναστολές; Ή, αντίθετα, ως ένα δείγμα πραγματιστικής και ρεαλιστικής ανάλυσης; Σε μιαν εποχή σαν αυτή που ζούμε, εποχή κρίσης και δοκιμασίας για τη δημοκρατία, απόρριψης της πολιτικής κι όλων των φορέων της σε μια τέτοιαν εποχή, νιώθουμε όλοι την ανάγκη να ξανασκεφτούμε τι είναι, τι επιδιώκει και με ποια μέσα η πολιτική. Υπό αυτή την οπτική γωνία, να ξαναδιαβάζει κανείς τον Ηγεμόνα δεν είναι μόνον απολαυστικό αλλά και χρήσιμο κι επίκαιρο. Μονάχα ο Ηγεμόνας είχε δει -μέχρι πρότινος- το φως στα ελληνικά, ενώ τα ελάχιστα πράγματα που γράφτηκαν για τον Μακιαβέλλι, αν και δε δημοσιεύτηκαν όλα σ’ εφημερίδες, παραμένουνε σε τούτο ή εκείνο το επίπεδο της επιφυλλιδογραφίας, κι οι συγγενείς τους εμπνεύστηκαν άλλοτε από τη θεά Φήμη και άλλοτε από τη θεά Τύχη. Είναι από τα έργα που επιζήσανε στο διάλογο με την αιωνιότητα. 500 περίπου χρόνια και πάνω έχουνε περάσει απ’ τη συγγραφή του κι εξακολουθεί ν’ αποτελεί παγκοσμίως αντικείμενο πολλαπλής μελέτης κι έρευνας, σε μέγεθος αντιστρόφως ανάλογης από τη μικρή έκτασή του. Αυτό που θέλει ο λαός είναι πιο τίμιο απ’ αυτό που θέλουν οι μεγάλοι, επειδή μόνον αυτοί θέλουν να καταπιέζουν, ενώ εκείνος μόνο να μη καταπιέζεται. Το καλλίτερο φρούριο που υπάρχει είναι να μην είναι κανείς μισητός στο λαό, γιατί, ακόμα κι αν έχεις φρούρια κι ο λαός σε μισεί, δεν θα σε σώσει. Οι αδικίες πρέπει να γίνονται όλες μαζί, έτσι ώστε, κρατώντας λιγώτερο, να ενοχλούνε λιγώτερο και τα ευεργετήματα να γίνονται σιγά-σιγά, για να διαρκεί περισσότερο η γεύση τους.
Από τα βιβλία που θα προκαλούνε πάντα συζητήσεις και διχογνωμίες, έργο που έχει επηρεάσει και διαμορφώσει όσο ελάχιστα τη δυτική πολιτική σκέψη κι επιστήμη. Και παρ’ ότι στα λεξικά πλείστων γλωσσών το επίθετο “μακιαβελλικός” σημαίνει απερίφραστα “ραδιούργος” κι “αδίστακτος”, τα στοιχεία που ξεχωρίζουν εδώ, πέρα από τη δεδομένη και διαχρονική “παράβλεψη” της ηθικής στη κούρσα για ισχύ κι εξουσία, δεν είναι παρά η καθαρή λογική σκέψη κι ένας αδιαμφισβήτητος προοδευτισμός τόσο στη πολιτική κι ιστορική θεώρηση των πραγμάτων (εκκοσμίκευση έναντι των θεοκρατικών αντιλήψεων του Μεσαίωνα) όσο και στα απαιτούμενα μέσα για την επίτευξή της (ηγετικές ικανότητες κι ευνοϊκή συγκυρία -occasione- για τη δραστική ανθρώπινη παρέμβαση στη “φυσική τάξη”). Πέρα από τις εξόχως διεισδυτικές ματιές στον τρόπο σκέψης και δράσης των εξουσιαζόντων, ο Ηγεμόνας του Μακιαβέλλι ακτινογραφεί τον ίδιο τον άνθρωπο ως πολιτικό ον, με μιαν εμβρίθεια πολύ λιγότερο “μακιαβελλική” απ’ όσο ίσως νομίζουμε.
Ο Ηγεμόνας τέλος, απέκτησε θερμούς θαυμαστές, μεταξύ των οποίων πολλές ιστορικές προσωπικότητες όλων των εποχών, όπως ο Ερρίκος H’ ή ο Ζαν Ζακ Ρουσσώ, αλλά κι ο Χίτλερ κι ο Μουσολίνι. Επέσυρε όμως και σφοδρές επικρίσεις για κυνισμό, καιροσκοπισμό και πανουργία, κι οι κατακριτέες απόψεις αυτού του βιβλίου συμπυκνώνονται στον τόσο αρνητικό όρο “μακιαβελλισμός”, τον οποίο πλάσαν οι Γάλλοι και με τον οποίο κανένας πολιτικός δεν θα ‘θελε να τονε συσχετίζουν.
Είναι η τομή ανάμεσα σε 2 κόσμους: τον Παλαιό που ξεκίνησε περίπου από τον Αυγουστίνο κι είχε τη θρησκεία στη καρδιά της πολιτικής και τον Νέο που ανέτειλε με τον Μακιαβέλλι, ο οποίος καθάρισε τον κήπο της πολιτικής φιλοσοφίας προτείνοντας την ωμή αντινομία ανάμεσα στις ανάγκες της πολιτικής πράξης και τις επιταγές της ηθικής. Για κείνον, ο κόσμος είναι μοντέρνος. Η αλλαγή είναι παντοδύναμη κι η ικανότητα του ανθρώπου δοκιμάζεται μόνο στη πράξη. Δεν υπάρχει φυσική τάξη των πραγμάτων. Ναι, λέει ο μεγάλος Φλωρεντίνος στοχαστής, η βία είναι βασικό συστατικό της πολιτικής. Το να κλείνουμε τα μάτια μας δεν αλλάζει το δεδομένο. Αυτό που πρέπει να μας απασχολεί είναι η οικονομία της βίας, η χρησιμοποίησή της στον απαραίτητο βαθμό για την επιδίωξη του επιθυμητού σκοπού. Το σκάνδαλο που προκάλεσε αυτή η νέα πρόταση ζωής δεν είχε προηγούμενο, με αποτέλεσμα το μένος της Καθολικής Εκκλησίας: το βιβλίο να βρεθεί επί αιώνες στον index των απαγορευμένων βιβλίων της. Ο Μακιαβέλλι είναι το κακό: ακόμα κι ο Σαίξπηρ χρησιμοποιεί τ’ όνομά του ως συνώνυμο του Σατανά! Είναι συζητήσιμο αν υπάρχει κείμενο που να επηρέασε περισσότερο την δυτική σκέψη. Ο Ηγεμόνας είναι από τα βιβλία που ξεκινούν μια βιβλιοθήκη.
Ο Μακιαβέλλι έγραψε επίσης θεατρικά έργα, ποίηση και μυθιστορήματα. Υπήρξεν επίσης μεταφραστής κλασσικών έργων και θεωρείται εκπρόσωπος της λόγιας λατινικής κωμωδίας. Τα έργα του είναι:
* Discorso sopra le cose di Pisa (Λόγος περί των πραγμάτων της Πίζας)’, 1499
* Del modo di trattare i popoli della Valdichiana ribellati (Περί του τρόπου μεταχείρισης των επαναστατημένων κατοίκων της Βαλντικιάνα), 1502
* Del modo tenuto dal duca Valentino nell’ ammazzare Vitellozzo Vitelli, Oliverotto da Fermo, etc. (Περί των μεθόδων που υιοθετήθηκαν από τον Δούκα Βαλεντίνο όταν δολοφόνησε τους Βιτελόζο Βιτέλι, Ολιβερότο ντα Φέρμο, Σινιόρ Πάολο και τον Δούκα της Γκραβίνα Ορσίνι, 1502)
* Discorso sopra la provisione del danaro (Λόγος περί της προμηθείας του χρήματος, 1502)
* Decennale primo (Πρώτη δεκαετία, 1506), ποίημα
* Ritratto delle cose dell’Alemagna (Απεικόνιση των πραγμάτων της Γερμανίας, 1508-1512)
* Decennale secondo (Δεύτερη δεκαετία), 1509
* Ritratti delle cose di Francia (Απεικονίσεις των πραγμάτων της Γαλλίας, 1510)
* Discorsi sopra la prima deca di Tito Livio (Διατριβές επί των δέκα πρώτων [βιβλίων] του Τίτου Λίβιου – 3 τομ., 1512-1517)
* Il Principe (Ο Ηγεμών, 1513) -μτφ. Νίκος Καζαντζάκης (εκδ. “Γαλαξίας”)
* Andria (Ανδρία, 1517, μετάφραση της κωμωδίας του Τερέντιου)
* Mandragola (Ο Μανδραγόρας – 1518, πεντάπρακτη κωμωδία σε πρόζα, με έμμετρο πρόλογο) -μτφ. Παντελής Πρεβελάκης (εκδ. “Σχολή Μωραΐτη”) // -μτφ. Τάκης Κονδύλης (εκδ. “Κάλβος“,, όπως κι όλες οι μεταφράσεις του ιδίου).
* Della lingua (1514, Περί Γλώσσας)
* Clizia (1525, κωμωδία σε πρόζα)
* Belfagor arcidiavolo (Ο αρχιδιάβολος Μπελφαγκόρ, 1515, μυθιστόρημα) -μτφ. Τάκης Κονδύλης (εκδ. “Κάλβος”)
* Asino d’oro (Ο Χρυσούς Όνος – 1517, ποίημα, μια νέα εκδοχή του Χρυσού Όνου του Απουλήιου)
* Dell’arte della guerra (Περί της τέχνης του πολέμου, 1519-1520) -μτφ. Τάκης Κονδύλης (εκδ. “Κάλβος”)
* Discorso sopra il riformare lo stato di Firenze (Διατριβή επί της μεταρρύθμισης της πολιτείας της Φλωρεντίας 1520)
* Sommario delle cose della citta di Lucca (Σύνοψη των πραγμάτων της πόλης της Λούκας, 1520)
* Vita di Castruccio Castracani da Lucca (Η ζωή του Καστρούτσιο Καστρακάνι της Λούκα, 1520) -μτφ. Σ.Τριανταφύλλου (εκδ. “Άρκτος”)
* Istorie fiorentine (Φλωρεντινές ιστορίες – 8 βιβλία, 1520-1525). -μτφ. Τάκης Κονδύλης (εκδ. “Κάλβος”)
* Discorso delle cose fiorentine dopo la morte di Lorenzo (Διατριβή περί των πραγμάτων της Φλωρεντίας μετά τον θάνατο του Λορέντσο) -μτφ. Τάκης Κονδύλης (εκδ. “Κάλβος”)
* Frammenti storici (Αποσπάσματα ιστορικά 1525)
* Lettere (Επιστολές) -μτφ. Τάκης Κονδύλης (εκδ. “Κάλβος”)
…..
Επιτυχημένος ηγεμόνας, κατά τον Μακιαβέλλι, είναι ο προικισμένος με αρετή (virtu, με τη σημασία της δύναμης και της ικανότητας προσαρμογής) κι αυτός που ξέρει να αδράχνει τις ευκαιρίες που του προσφέρει η τύχη. Ο επιτυχημένος ηγεμόνας καθοδηγείται όχι από το θρησκευτικό δόγμα ή από τα ηθικά παραγγέλματα, αλλά από την αυστηρά ωφελιμιστική επιλογή των μέσων που είναι κατάλληλα για τους σκοπούς του. Μπορεί να χειραγωγεί τους νόμους που διέπουν την πολιτική συμπεριφορά και να διαμορφώνει την πορεία των γεγονότων, σύμφωνα με τα σχέδιά του.
Ας δούμε μερικά από τα αποφθέγματά του, που περικλείονται μες στα βιβλία του, -κυρίως στον Ηγεμόνα του:
* Να ξέρεις πως για να αποκτήσεις την εξουσία δύο τρόποι ανέκαθεν υπάρχουν:
να τη κληρονομήσεις ή να τη κατακτήσεις. Δύο μέσα ανέκαθεν υπάρχουν: τα όπλα τα δικά σου ή τα όπλα των άλλων. Δύο προϋποθέσεις ανέκαθεν υπάρχουν: η τύχη ή η ικανότητα.
* Ο Ηγέτης όμως που θα μείνει στην εξουσία πιότερο, είναι κείνος που θα στηριχτεί λιγότερο στη τύχη του.
* Όταν αποκτάς την εξουσία από κληρονομιά, τα πράγματα είναι για σένα ευκολώτερα. Υπό δυο όμως προϋποθέσεις: Ότι θα κρατήσεις τα μέσα επιβολής των προκατόχων σου κι ότι θα τα προσαρμόσεις στις νέες περιστάσεις.
* Ο Ηγέτης αποκτά κύρος με το να είναι είτε αληθινός φίλος είτε πραγματικός εχθρός. Δηλαδή παίρνει θέση, καθαρά, υπέρ της μιας ή της άλλης πλευράς. Αυτή η τακτική έχει πολύ περισσότερα πλεονεκτήματα από την απλή ουδετερότητα.
* Τους αντιπάλους σου ή πρέπει να τους παίρνεις με το μέρος σου ή να τους εκμηδενίζεις
* Η πρώτη εντύπωση που δημιουργεί ένας ηγεμόνας είναι αυτή που δίνουν οι άνθρωποι που τον περιστοιχίζουν.
* Πιο δύσκολο και πιο επικίνδυνο πράγμα δεν υπάρχει από το να αλλάξεις τους θεσμούς της εξουσίας που μόλις απέκτησες.
* Δεν πρέπει ποτέ να αφήνει κανείς να συνεχίζεται μια ανωμαλία για να αποφύγει έναν πόλεμο, γιατί δεν τον αποφεύγει, αλλά μόνο αλλάζουν οι συνθήκες προς όφελος των αντιπάλων του.
* Ο μόνος τρόπος να διατηρήσεις την Εξουσία είναι μόνο με τη καλή διαχείρισή της.
* Ο άνθρωπος είναι καλός μόνο όταν είναι αδύναμος.
* Συμβαίνει, όλοι οι ένοπλοι προφήτες να είναι νικητές κι οι άοπλοι να χάνονται.
* Κάνε το κακό μια κι έξω, αλλά το καλό δίνε το σιγά-σιγά.
* Όταν η θέληση είναι μεγάλη, οι δυσκολίες δεν μπορεί να είναι μεγάλες.
* Ποτέ και τίποτε μεγάλο δεν επιτεύχθηκε χωρίς κίνδυνο.
* Οι πρίγκηπες κι οι κυβερνήσεις είναι, μακράν, τα πιο επικίνδυνα στοιχεία σε μια κοινωνία.
* Μια αλλαγή αφήνει τη πόρτα ανοιχτή για να μπο;yνy κι άλλες.
* Να θυμάσαι πως πάντα οι άνθρωποι θα επιδιώκουν να βελτιώσουνε τη ζωή τους αλλάζοντας αρχηγό.
* O μόνος τρόπος να προφυλαχτείς από την κολακεία είναι να δώσεις στους άλλους να καταλάβουν ότι δεν προσβάλλεσαι όταν λένε την αλήθεια. Αλλά όταν όλοι μπορούν να σου λένε την αλήθεια, χάνεις το σεβασμό τους.
* Ποτέ μη προσπαθείς να κερδίσεις με τη βία αυτό που μπορεί να αποκτηθεί με πονηριά.
* Γενικά οι άνθρωποι είναι αγνώμονες, ασταθείς κι υποκριτές, -προτιμούν να αποφεύγουν τον κίνδυνο κι είναι αχόρταγοι για κέρδος.
* Η υπόσχεση που δόθηκε ήταν μια αναγκαιότητα του παρελθόντος. Ο λόγος που δεν κρατήθηκε είναι μια αναγκαιότητα του παρόντος.
* Έναν ηγέτη πρέπει να τον φοβούνται και να τον αγαπούν. Αν δεν γίνεται και τα δύο, τότε καλύτερα μόνο να τον φοβούνται.
* Το καλλίτερο κάστρο που θα μπορούσε να κατέχει ένας ηγεμόνας είναι η αγάπη του λαού του.
* Ο πόλεμος αρχίζει όταν θέλεις, αλλά δεν τελειώνει όταν θέλεις.
* Όπως οι άνθρωποι στους γαληνεμένους καιρούς λαβαίνουν τα μέτρα τους και φτιάχνουν προχώματα και φράγματα για τα άγρια ποτάμια, ώστε όταν φουσκώσουν να μη σταθεί τόσο ξέφρενη και Βλαβερή η ορμή τους, έτσι πρέπει να κάνουν και με την τύχη.
* Αυτός που θέλει να τον υπακούν πρέπει να ξέρει να διατάζει.
* Οι άνθρωποι έχουν το ελάττωμα, όταν έχει νηνεμία, να νομίζουν ότι δεν θα έρθει ποτέ καταιγίδα και δεν προετοιμάζονται.
* Aν όλοι οι άνθρωποι ήταν καλοί, αυτό το δίδαγμα δεν θα ήταν καλό. Αλλά επειδή είναι κακοί κι οι ίδιοι δεν θα κρατούσανε το λόγο τους απέναντι σου, ούτε κι εσύ πρέπει να τονε κρατήσεις.
* Η τύχη είναι γυναίκα και γι’ αυτό ευνοεί τον νέο που τη χειρίζεται με τόλμη.
* Η αρετή κι ο πλούτος σπάνια πηγαίνουνε στον ίδιο άνθρωπο.
* Η φιλοδοξία είναι τόσο δυνατό πάθος, που όσο ψηλά και αν φθάσει κανείς δεν είναι ικανοποιημένος.
* Ο καθένας βλέπει αυτό που φαίνεσαι. Λίγοι καταλαβαίνουν αυτό που είσαι.
* Οι άνθρωποι είναι τόσο αφελείς και τόσο έτοιμοι να υπακούσουν, ώστε ποτέ δεν θα λείψουνe τα θύματα σ’ έναν αχρείο για να κάνει τις απάτες του.
* Μόλις κυριαρχήσει σε μια πόλη ένας κυβερνήτης, θα πρέπει να σκεφtεί τι τιμωρίες θα επιβάλει. Πρέπει να τις επιβάλει όλες μια κι έξω και να μη τις ανανεώνει κάθε μέρα.
* Ο σκοπός αγιάζει τα μέσα.
* Οι λαοί δεν έχουν σταθερά ιδανικά. Πιο εύκολα πείθονται από ένα δημαγωγό, παρά κρατάνε σταθερά τα πιστεύω τους.
* Σε έναν ηγεμόνα δεν λείπουνε ποτέ οι νόμιμοι Διατριβές για να παραβεί μια υπόσχεση.
* Ο απλοϊκός λαός πάντα παρασύρεται από την εξωτερική εμφάνιση κι ο κόσμος αποτελείται κυρίως από απλοϊκούς.
* Οι άνθρωποι ξεχνούν ευκολ;vτερα το θάνατο του πατέρα τους παρά την απώλεια της περιουσίας τους.
* Προκαλεί κανείς το ίδιο μίσος με τις καλές πράξεις όσο και με τις κακές.
* Δεν υπάρχει τίποτε πιο σημαντικό για τον ηγεμόνα από το να φαίνεται ότι είναι θρήσκος.
* Δεν υπάρχει πιο σίγουρο σημάδι παρακμής σε μια χώρα από το να βλέπεις τις θρησκευτικές τελετές να περιφρονούνται.
* Πριν από οτιδήποτε άλλο, να είσαι οπλισμένος.
* Οι άνθρωποι έχουνe τη τάση να σφάλλουνe περισσότερο στις γενικεύσεις τους παρά στις πιο εξειδικευμένες παρατηρήσεις τους.
* Ο Θεός δεν είναι πρόθυμος να τα κάνει όλα για μας, γι’ αυτό μας στερεί την ελεύθερη θέληση και το μέρος της δόξας που μας ανήκει.
* Οι άνθρωποι γενικά κρίνουν με βάση τα φαινόμενα κι όχι τα έργα, γιατί όλοι μπορούν να βλέπουνε και ν’ ακούνε, λίγοι όμως είναι κείνοι που μπορούνε και να κρίνουν.
* Σήμερα είναι αναγκαίο σε όλους τους ηγεμόνες να ευχαριστούν μάλλον το λαό παρά το στρατό, γιατί ο λαός είναι ισχυρώτερος απ’ το στρατό.
* Η επιθυμία της εξουσίας, είναι κάτι πολύ φυσικό κι ανθρώπινο. Μόνο που στην αναγνωρίζουν ως τέτοιο, μόνον αν τελικά καταφέρεις να τη κερδίσεις, αλλιώς τιμωρείσαι αμείλικτα σα στασιαστής.
* Τα θεμέλια όλων των κρατών, τόσο των νέων, όσο και των παλιών, είναι οι καλοί νόμοι και οι στρατοί, και καθώς δεν μπορεί να υπάρχει καλή νομοθεσία όταν το κράτος δεν είναι γερά εξοπλισμένο, έτσι και όταν το κράτος δεν έχει απόλυτη ασφάλεια δεν έχει καλή νομοθεσία.
* Επίσης, πρέπει να σκεφτούμε ότι δεν υπάρχει πράγμα πιο δύσκολο να το μελετήσει κανείς, πιο αμφίβολο να το πετύχει και πιο επικίνδυνο να το χειριστεί, από το να επιστατήσει στην εισαγωγή νέων θεσμών, για τον λόγο ότι ο εισηγητής έχει εχθρούς όλους εκείνους που επωφελούνται από τους παλιούς θεσμούς και έχει χλιαρούς υποστηρικτές όλους εκείνους που επωφελούνται από τους νέους.
* Ετσι, ένας συνετός ηγεμόνας δεν πρέπει να κρατά τον λόγο του όταν κάτι τέτοιο στρέφεται εναντίον του και όταν οι Διατριβές που τον έκαναν να τον δώσει έχουν εκλείψει. Αν όλοι οι άνθρωποι ήταν καλοί, αυτό το δίδαγμα δεν θα ήταν καλό. Αλλά επειδή είναι κακοί και οι ίδιοι δεν θα κρατούσαν τον λόγο τους απέναντι σου, ούτε και εσύ πρέπει να τον κρατήσεις.
* Γιατί γενικά για τους ανθρώπους μπορούμε να πούμε τα ακόλουθα: είναι αχάριστοι, ασταθείς, ψεύτες και υποκριτές, αποφευγουν τους κινδύνους, είναι άπληστοι στο κέρδος και, όσο τους κάνεις καλό, είναι όλοι με το μέρος σου.
* Αν ένας ηγεμόνας θέλει να διατηρήσει την εξουσία του, είναι συχνά αναγκασμένος να μην είναι καλός, γιατί όταν το σύνολο – είτε είναι οι υπηκόοι είτε οι στρατιώτε είτε οι ευγενείς, που εσύ κρίνεις ότι έχεις την ανάγκη τους για να κρατηθείς στην εξουσίας – είναι διεφθαρμένο, σε συμφέρει να ακολουθείς τις διαθέσεις του, για να το ικανοποιείς. Τότε τα καλά έργα είναι επιζήμια για σένα.
* Τους αντιπάλους σου ή πρέπει να τους παίρνεις με το μέρος σου ή να τους εκμηδενίζεις.
* Αν είσαι πραγματικός ηγέτης, σου υποκλίνονται όλοι με το που εμφανίζεσαι.
* Μπορείς να αλλάξεις τους θεσμούς ή με την πειθώ ή με τη βία. Η ιστορία δείχνει πως όσοι εφάρμοσαν τον πρώτο τρόπο και κακό τέλος είχαν και τους θεσμούς δεν άλλαξαν, ενώ όσοι χρησιμοποίησαν το δεύτερο και δεν κινδύνεψαν κι είχαν αποτέλεσμα.
* Το λιοντάρι δεν ξέρει να προστατευtεί από παγίδες κι η αλεπού δεν μπορεί να αντιμετωπίσει τους λύκους. Πρέπει να είσαι λοιπόν αλεπού για να αναγνωρίζεις τις παγίδες και λιοντάρι για να τρομάζεις τους λύκους.
* Οι καλοί θεσμοί που δεν έχουνε στήριγμα στρατιωτικό ξεφτίζουνε το ίδιο μ’ ένα περήφανο, βασιλικό αρχοντικό, καταστόλιστο με πετράδια και χρυσάφι, που όμως είναι ξέσκεπο και δεν έχει τίποτα να το φυλάξει απ’ τη βροχή.
* Τον νέο ηγέτη, κείνοι που τον ανέδειξαν, σίγουρα θα τον πουν αχάριστο, επειδή, ακόμα κι αν έχει κάθε πρόθεση, δεν υπάρχει περίπτωση να μπορέσει να τους αλλάξει τη ζωή, στο βαθμό και με τον τρόπο που φαντάστηκαν.
* Όσοι ηγέτες κι αν αλλάξουν, οι υφιστάμενοι θα παραμείνουν υφιστάμενοι που όσες φορές κι αν απογοητευθούν από την αλλαγή του Ηγέτη τους, πάντα θα επιδιώκουν να βελτιώσουν τη ζωή τους αλλάζοντας Ηγέτη.
* Όταν υπάρχουνε πολλοί δήθεν Ηγέτες που σκοτώνονται μεταξύ τους για το ποιος είναι ανώτερος, ικανότερος, δυνατότερος κι εξυπνότερος, τότε σίγουρα όλοι τους δεν είναι παρά μετριότητες. Το μόνο που κάνουν είναι να προσφέρουνε θέαμα στους υφισταμένους τους.
* Επειδή πρόθεσή μου είναι να γράψω χρήσιμα πράγματα γι’ αυτούς που θα τα καταλάβουν, μου φάνηκε πιο ταιριαστό να φτάσω μέχρι την υπαρκτή αλήθεια του πράγματος, αντί για τη φαντασία του.
Ο Νικολό Μακιαβέλλι, αυτοβιογραφούμενος μέσα από μία επιστολή του, αναφέρεται στη ζωή του στο κτήμα του, όπου είχεν αποτραβηχτεί, όταν στις 7 Νοέμβρη 1512, είχεν εκπέσει του αξιώματος του, είχε συλληφθεί και βασανιστεί, το Φλεβάρη του 1523, ως ύποπτος συνωμοσίας κι είχε αποφυλακισθεί το Μάρτη του ίδιου χρόνου. Η συνεργασία με τους Μέδικους επιτεύχθηκε τ0 1520, όταν του ανέθεσαν να γράφει την Ιστορία της Φλωρεντίας.
Προς τον
ΦΡΑΓΚΙΣΚΟ ΒΕΤΤΟΡΙ,
Πρέσβη της Φλωρεντίας
στην Αγία Παπική Έδρα,
Ρώμη.
Φλωρεντία, 10 Δεκεμβρίου 1513
Εξοχώτατε Πρέσβη,
Η Θεία Χάρις φτάνει πάντα στην ώρα της», γιατί εκεί που πίστευα πως έχασα οριστικά την εκτίμησή σας και πάψατε να μου γράφετε, έλαβα την επιστολή σας στις 23 του περασμένου μήνα κι ευχαριστήθηκα πολύ που έμαθα νέα σας, αλλά και που είδα πόσο καλά ασκείτε το δημόσιο λειτούργημά σας. Η γνώμη μου είναι να συνεχίσετε με τον ίδιο τρόπο, επειδή όποιος θυσιάζεται για τους άλλους και ταλαιπωρείται και κανείς δεν πρόκειται να του το αναγνωρίσει. Κι επειδή η τύχη έχει την παραξενιά να θέλει να κάνει τα πάντα μόνη της, θα πρέπει να την αφήνουμε να τα κάνει, αντί να μπλεκόμαστε τα πόδια της.
{…}
Από τότε που με βρήκαν οι μεγάλες συμφορές κάθομαι συνέχεια στο εξοχικό μου σπίτι και είναι ζήτημα αν κοιμήθηκα στην Φλωρεντία πάνω από είκοσι βράδια. Όλον το Σεπτέμβρη σηκωνόμουν καθημερινά πάρα πολύ πρωί, έφτιαχνα τις ξώβεργές μου, φορτωνόμουν κι ένα σωρό κλουβιά στην πλάτη μου και έπαιρνα τους δρόμους, σαν τον Γκέτα στον «Αμφιτρύωνα». Γύριζα με δύο μέχρι έξι τσίχλες. Κάποτε όμως, αυτή η ανέμελη ζωή -έστω εκνευριστική και περίεργη- τελείωσε. Θέλετε να σας πω πώς είναι η ζωή μου σήμερα; Ακούστε:
Σηκώνομαι το πρωί και πηγαίνω σε ένα μικρό δάσος που έχω, κάθομαι μια-δυο ώρες με τους ξυλοκόπους, που άλλο δεν κάνουν παρά να τσακώνονται ή μεταξύ τους ή με τους γείτονες. Με το δάσος αυτό είχα ιστορίες. Ο Φροζίνο ντα Παντσάνο έστειλε να πάρει ένα μεγάλο σωρό ξύλα χωρίς να μου πει τίποτε. Όταν του ζήτησα να με πληρώσει, ήθελε να κρατήσει από το ποσό δέκα λίρες που του χρωστούσα, λέει, εδώ και τέσσερα χρόνια από τα χαρτιά, όταν παίξαμε μια μέρα στο σπίτι του Αντόνιο Γκουιτσιαρντίνο. Με πιάσαν τα διαόλια μου! Ευτυχώς που μπήκε στη μέση ο Τζιοβάννι Μακιαβέλι και μας χώρισε. Τότε δε που είχε εκείνη τη τραμουντάνα, έδινα ξύλα σε όλους, κάποτε όμως αναγκάστηκα να τους πω ότι δεν έχω άλλα. Όλοι τους θύμωσαν και τους έκανα εχθρούς μου.
Μετά, φεύγω από το δασάκι μου και πηγαίνω σε μια πηγή κι από εκεί σε ένα άλλο δάσος που κρατάω για να κυνηγάω. Πάντα έχω μαζί μου κάποιο Βιβλίο, τον Δάντη ή τον Πετράρχη ή κάποιον από τους μικρότερους ποιητές π.χ. τον Τίβουλλο ή τον Οβίδιο. Διαβάζω τα πάθη και τους έρωτες και αναλογίζομαι τα δικά μου. Έτσι ξεχνιέμαι λιγάκι. Μετά, κατεβαίνω στο πανδοχείο, πιάνω κουβέντα στους περαστικούς, ρωτάω για νέα από τα μέρη τους και παρατηρώ τα γούστα και τις παραξενιές τους. Κάποια στιγμή έρχεται η ώρα του φαγητού. Πηγαίνω σπίτι και μαζί με την οικογένειά μου τρώμε εκείνα που το φτωχικό πατρικό μου κτήμα μας δίνει.
Μετά το φαγητό γυρνώ στο πανδοχείο. Εκεί συναντιέμαι με την παρέα μου, δηλ. τον ξενοδόχο, ένα χασάπη, ένα μυλωνά και δύο φουρνάρηδες. Παίζουμε κρίκα και τρικ-τρακ για πενταροδεκάρες, αλλά κάθε φορά κάποια στιγμή αρχίζουν οι καβγάδες, και οι βρισιές και οι φωνές μας ακούγονται μέχρι το Σαν Κασιάνο. Βουτηγμένος έτσι στη χυδαιότητα, δεν αφήνω το μυαλό μου να μουχλιάσει και ρουφώ την κακεντρέχεια της μοίρας μου, προσπαθώντας να δείχνω ευχαριστημένος που με ποδοπατεί και περιμένοντας μπας και κάποια στιγμή νιώσει λίγη ντροπή γι’ αυτό που κάνει.
Με το που θα πέσει το βράδυ, γυρνώ στο σπίτι μου και μπαίνω στο γραφείο μου. Είναι η στιγμή που αποβάλλω τη λασπωμένη καθημερινότητά μου και ενδύομαι χιτώνα βασιλικό κι επίσημο για να μπορέσω να εισέλθω στις αυλές εκείνων των σοφών της αρχαιότητας -σε αυτού του είδους τις αυλές, βλέπετε, πάντα είμαι καλοδεχούμενος- και να τραφώ από την πνευματική τροφή για την οποία ζω και για την οποία είμαι γεννημένος. Δεν ντρέπομαι να συνομιλώ μαζί τους, ακόμη να τους ρωτώ για τις αιτίες των πράξεών τους. Εκείνοι, από ευγένεια μάλλον, μου απαντούν, και για τέσσερις ώρες δεν νιώθω την παραμικρή πλήξη, ξεχνώ τις στενοχώριες μου, τη φτώχεια μου, το φόβο του θανάτου. Τους αφοσιώνομαι ολότελα. Κρατώ και σημειώσεις από τις συνομιλίες μου μαζί τους, γιατί, που λέει και ο Δάντης, «για να μάθεις πρέπει να θυμάσαι αυτά που μαθαίνεις ». Κι αυτά που έμαθα, τα έκανα ένα μικρό Βιβλίο, τον «Ηγεμόνα». Προσπαθώ να εμβαθύνω στο θέμα. Τί είναι εξουσία, πόσα ήδη εξουσίας υπάρχουν, πώς κατακτιέται, πώς διατηρείται, γιατί χάνεται. Κάποιες από τις σκέψεις μου μπορεί να τις βρείτε ιδιόρρυθμες. Νομίζω πως αυτό είναι κάτι που πρέπει να σας ευχαριστήσει, ιδίως επειδή είστε διαχειριστής εξουσίας καινούργιος.
{…}
Μίλησα με το Φίλιππο για αυτό το μικρό μου έργο, επειδή δεν μπορώ να αποφασίσω αν θα έπρεπε να το αφιερώσω στον Ιουλιανό, το δούκα του Νεμούρ. Αλλά μήπως πρόκειται να το διαβάσει; Άσε που αυτός εκεί ο Αρντινγκέλλι θα το οικειοποιηθεί και θα αποσπάσει τιμές και δόξες με τον δικό μου κόπο.
Πρέπει όμως κάπου να το αφιερώσω, επειδή υπάρχει κι αυτή η Βιοτική ανάγκη που με κατατρέχει. Αυτά που είχα στην άκρη τελειώνουν και δεν ξέρω πόσο μπορώ να αντέξω πριν καταντήσω από τη φτώχεια μου αντικείμενο περιφρόνησης. Με ενδιαφέρει πολύ να δουλέψω για τους Μέδικους, ακόμα κι αν με χρησιμοποιήσουν για να κυλάω μια πέτρα. Αν λοιπόν διάβαζαν αυτό το Βιβλίο μου θα καταλαβαίνανε πως δεκαπέντε χρόνια που αφοσιώθηκα στη μελέτη των τεχνικών της διοίκησης, ούτε κοιμόμουνα ούτε έπαιζα. Και στον καθένα, νομίζω, θα άρεσε να είχε στην υπηρεσία του κάποιον που απέκτησε εμπειρία με έξοδα άλλων. Όσο δε για την εντιμότητα μου, αυτό είναι κάτι για το οποίο δε θα πρέπει να αμφιβάλουν, αφού, τη στιγμή που επί σαράντα τρία χρόνια παρέμεινα έντιμος, θα ήταν πολύ δύσκολο να ξεγίνω σ’ αυτή την ηλικία.
Τι καλλίτερος μάρτυς άλλωστε της τιμιότητας και της καλωσύνης μου θα μπορούσε να υπάρξει παρά η ίδια η φτώχεια μου;
Σας χαιρετώ και θα ‘θελα να μου γράφατε τη γνώμη σας πάνω στο θέμα.
Οι ψευδείς ειδήσεις, τα εναλλακτικά γεγονότα, οι διαρκώς μεταβαλλόμενες θέσεις κι αντικρουόμενες πράξεις των πολιτικών και των δημόσιων προσώπων που επηρεάζουνε τη κοινή γνώμη, είναι οι συνιστώσες της τρέχουσας παγκόσμιας πραγματικότητας, την οποία πλέον ονομάζουμε post-truth εποχή. Ως πολίτες νιώθουμε πως είναι σχεδόν πρακτικά αδύνατο να διακρίνουμε ποια δήλωση ενέχει σπέρματα αλήθειας και ποιο μεγαλόπνοο σχέδιο όσων φλερτάρουν με τη ψήφο μας δεν είναι τίποτε άλλο παρά ένα ακόμα πονηρά διατυπωμένο ψεύδος που στόχο έχει να χαϊδέψει τα αυτιά και τις μύχιες επιθυμίες μας και να κατευνάσει τις όποιες ανασφάλειές μας. Κι ως σκλάβοι ματαιοδοξίας που διακρίνει το κατά τα άλλα ανώτερο είδος μας πιστεύουμε πως τα προβλήματα αυτά είναι καινοφανή, άρα δυσεξήγητα και προς το παρόν ανεπίλυτα. Πως οι νέες τεχνολογικές, κοινωνικές, επικοινωνιακές και πολιτικές συνθήκες εντός των οποίων εξελίσσονται όλες οι πτυχές της ανθρώπινης δραστηριότητας έχουνε δημιουργήσει νέα προβλήματα, που απαιτούν νέα εργαλεία προκειμένου αρχικά να αναλυθούνε και να εξηγηθούν ώστε πιθανόν κάποτε να επιλυθούν.
Ωστόσο, πριν πάνω από 500 χρόνια, ένας πολιτικός, διπλωμάτης, φιλόσοφος και συγγραφέας παρουσίασε, ανέλυσε κι επιδίωξε να εξηγήσει τον τρόπο σκέψης, τις τακτικές και τα στρατηγήματα των ηγεμόνων διαχρονικά. Μπορεί το ευρύ κοινό να ‘χει συνδέσει το Νικολό Μακιαβέλλι με δολοπλοκίες, ραδιουργίες και στυγνές πολιτικές που στοχεύουνε στην ύπουλη χειραγώγηση του λαού και στην εκτροπή, όμως η αλήθεια είναι τελείως διαφορετική. Όπως έχουνε σχολιάσει οι: Σπινόζα, Ντιντερό και Γκράμσι, μια έντιμη και καλοπροαίρετη ανάγνωση του έργου του αποκαλύπτει πως η συγγραφή ενός δοκιμίου που συμβουλεύει την άρχουσα τάξη πώς να κατακτήσει και να διατηρήσει την εξουσία, ήταν ένα πρόσχημα. Εξάλλου, οι Ευγενείς κι ο Κλήρος γνωρίζανε κι εφάρμοζαν ήδη πολύ καλά όσα κείνος διατυπώνει στον Ηγεμόνα. Ο απώτερος στόχος του ήταν ν’ ανοίξει τα μάτια των κοινών θνητών σχετικά με τους πραγματικούς παράγοντες που λαμβάνουν υπόψη τους τα κέντρα εξουσίας όταν αποφασίζουνε και τη σκληρή πραγματικότητα, που νομοτελειακά καθορίζει τις πολιτικές που εφαρμόζονται, ανεξάρτητα από τα μεγάλα λόγια και τα ιδεώδη που διατυμπανίζουν οι πάσης φύσεως ηγέτες: “Αλλά, καθώς η πρόθεσή μου είναι να γράψω κάτι χρήσιμο για όποιον είναι σε θέση να καταλάβει, μου φάνηκε πιο χρήσιμο να φτάσω μέχρι τη πραγματική αλήθεια του πράγματος παρά να μείνω στη φαντασίωσή της“,
Το πιο εντυπωσιακό είναι πως όποιος ανατρέξει σήμερα στο έργο του, θα αντιληφθεί άμεσα τη διαχρονικότητα των θέσεων που διατυπώνει και την οικουμενική ισχύ όσων περιγράφει. Αυτή η αλήθεια του πράγματος στην οποία αναφέρεται, παραμένει απελπιστικά επίκαιρη, παρά τις φαινομενικά τεράστιες αλλαγές που έχουνε συντελεστεί. Το γεγονός πως σήμερα οι χώρες στη πλειονότητά τους διοικούνται από εκλεγμένους προέδρους και πρωθυπουργούς κι όχι από μονάρχες ελέω Θεού, σε συνδυασμό με τ’ ό,τι η υποχρεωτική εκπαίδευση αποτελεί κανόνα, για τις χώρες της Δύσης τουλάχιστον, θα περίμενε κανείς να ‘χει εξυψώσει το λαό από υποκινούμενο όχλο σε συνειδητοποιημένους πολίτες, καθιστώντας παρωχημένες τις διαπιστώσεις του. Δυστυχώς όμως, η πραγματικότητα δείχνει πως οι διαφορές μεταξύ των Φλωρεντινών του 16ου αι. και των πολιτών του κόσμου του 21ου αι. είναι ελάχιστες. Μάλιστα, κάποια εδάφιά του, που ο Ρουσσώ το ‘χε αποκαλέσει βιβλίο των ρεπουμπλικανών, μοιάζουν σαν να γράφτηκαν μόλις χτες για να περιγράψουνε τη τρέχουσα πολιτική κατάσταση.
Το 1513 ο Μακιαβέλλι έλεγε πως “οι άνθρωποι αλλάζουν εύκολα τον ηγεμόνα τους, πιστεύοντας ότι θα καλυτερέψουνε τη κατάστασή τους“. Τον 20ό αι. το σύνθημα της Αλλαγής εξέφρασε πολλάκις την επιθυμία των ψηφοφόρων να επιλέξουν νέους ηγέτες, προσδοκώντας τη βελτίωση του βιοτικού τους επιπέδου. Η αλλαγή αυτή επήλθε, αλλά η μεγάλη ειρωνεία είναι πως παρά την άνοδό τους στην εξουσία διά της εκλογικής διαδικασίας αρκετοί από τους νέους ηγέτες που ενσάρκωσαν το δημοκρατικά διατυπωμένο αυτό αίτημα εν τέλει συμπεριφερθήκανε λίαν ηγεμονικά, παραδίδοντας τα σκήπτρα στους απογόνους τους. Η δυσαρέσκεια που προέκυψε απ’ αυτή τη νέα καθεστηκυία τάξη, που ουσιαστικά δεν διέφερε και τόσο πολύ από τη παλιά, σε συνδυασμό με τις διεθνείς οικονομικές συγκυρίες, επανέφερε στο προσκήνιο ακόμα πιο επιτακτική την ανάγκη για αλλαγή κι έστρεψε τους πολίτες σε πολιτικούς σχηματισμούς που υπόσχονται εύκολες λύσεις στα τρέχοντα δομικά προβλήματα των ευρωπαϊκών κοινωνιών. Όμως θα περίμενε κανείς οι σύγχρονοι, ενημερωμένοι πολίτες να ταχθούν υπέρ της σοφής επιλογής των ουσιαστικών κι εκ βάθρων αλλαγών αντί για ένα φρεσκαρισματάκι στους τοίχους των ήδη υπαρχόντων θεσμών μας. Για ποιό λόγο, άραγε, η πλειονότητα των πολιτικών των δυτικών δημοκρατιών φαίνεται να φοβάται να βαδίσει σ’ αυτό το μονοπάτι, ενώ οι λιγοστοί ένθερμοι υπέρμαχοι των αλλαγών δεν εισακούονται; Επίσης, πρέπει να σκεφτούμε ότι δεν υπάρχει πράγμα πιο δύσκολο να το μελετήσει κανείς, πιο αμφίβολο να το πετύχει και πιο επικίνδυνο να το χειριστεί, από το να επιστατήσει στην εισαγωγή νέων θεσμών, για το λόγο πως ο εισηγητής έχει εχθρούς όλους εκείνους που επωφελούνται από τους παλιούς θεσμούς κι έχει χλιαρούς υποστηρικτές όλους εκείνους που επωφελούνται από τους καινούργιους. Απ’ ό,τι φαίνεται, οι διαρθρωτικές αλλαγές διατηρούνε τον ίδιο βαθμό δυσκολίας για τους πολιτικούς που θα επιθυμούσαν να τις εφαρμόσουν, από την εποχή του Μακιαβέλλι ως σήμερα. Και δεν είναι παράλογο.
5 και περιπλέον, ολάκερους αιώνες πριν, ο πατέρας της σύγχρονης ρεαλπολιτίκ επιχειρηματολογεί βασιζόμενος σε 2 εξίσου ενδιαφέροντα στοιχεία. 1ον, η σκοπιμότητα του να επιμένει κάποιος σε μιαν αδύνατη τοποθέτηση. Κάτι τέτοιο συνεπάγεται τριγμούς κι αδιέξοδα τόσο στο εσωτερικό, όσο και στις εξωτερικές σχέσεις ενός κράτους, ενώ ανέκαθεν το να κυβερνάς απαιτούσε να συμβιβάζεσαι ώστε εν ευθέτω να προχωρήσεις έστω και με πολύ αργούς ρυθμούς. Επιπλέον, ο πρεσβύτερος Μακιαβέλλι είχε δανειστεί κατά καιρούς από φίλους Αριστοτέλη, Πλίνιο τον Νεότερο, Πτολεμαίο, Ιουστίνο, Φλάβιο Μπιόντο, αλλά και τη Βίβλο. Αυτή την αγάπη του για τη γνώση τη μεταλαμπάδευσε στο μεγαλύτερο γιο του, ο οποίος σε νεαρή ηλικία έφθασε μέχρι σημείου ν’ αντιγράψει ιδιοχείρως το De Rerum Natura του Λουκρήτιου. Μάλιστα ο Νικολό θεωρούσε πάντα τον εαυτό του πρωτίστως άνθρωπο των γραμμάτων και δευτερευόντως θεωρητικό της πολιτικής.
Οταν δημιούργησε τη δική του οικογένεια, υπογράμμιζε στο γιο του, Γκουίντο, τη μεγάλη σημασία που είχε η μελέτη της μουσικής και των ουμανιστικών επιστημών, “καθώς αυτές του προσφέρανε τη λίγη εκτίμηση της οποίας ίσως απολαμβάνω“. Νωρίτερα, σ’ ένα σονέττο του προς τον Τζιουλιάνο ντε Μέντιτσι, που ‘γραψε στη φυλακή, περιέγραφε τον εαυτό του ως ποιητή και το 1517 γκρίνιαζε στο Λουντοβίκο Αλαμάνι, επειδή ο διάσημος ποιητής Λουντοβίκο Αριόστο είχε παραλείψει να συμπεριλάβει τ’ όνομά του στους ποιητές που παρέθετε στο έργο του Orlando Furioso, “αγνοώντας με λες κι είμαι κανένας άχρηστος“.
Πολλές ιδέες που εμπεριέχονται στον Ηγεμόνα εμφανίζονται και στην αλληλογραφία ανάμεσα στον Μακιαβέλλι και το Βετόρι το καλοκαίρι του 1513, καθώς και σε διάφορες άλλες πηγές. Π.χ., το ερώτημα αν είναι καλλίτερο για έναν ηγεμόνα να τον αγαπούν ή να τον φοβούνται, υπήρχεν ήδη στο Del Felilce Progresso di Borso d’ Este, το οποίο είχε γραφτεί από τον Μικέλε Σαβοναρόλα (θείο του, πιο γνωστού, Τζιρολάμο) περίπου 60 έτη πριν από τον Ηγεμόνα. Ωστόσο, ενώ ο Σαβοναρόλα προέκρινε την αγάπη, ο Νικολό προτιμούσε το φόβο, με το επιχείρημα πως οι άνθρωποι, μ’ ελάχιστες εξαιρέσεις, είναι γεμάτοι ελαττώματα κι υπόσχονται να κάνουνε τα πάντα για τον ηγέτη τους, όταν δε διαφαίνεται κανένας κίνδυνος στον ορίζοντα, “αλλά επαναστατούν όταν ο κίνδυνος πλησιάζει“.
