Prada Juan Manuel De: Αντίλογος Στον Χένρι Μίλερ

Βιογραφικό

Ο Χουάν Μανουέλ Ντε Πράδα  είναι Ισπανός συγγραφέας, φιλόλογος, κριτικός λογοτεχνίας κι αρθρογράφος, γεννημένος στις 8 Δεκέμβρη 1970 στο Baracalbo κι έζησε παιδικά χρόνια και πρώτη νιότη στη Zamora. Ολόκληρο τ’ όνομά του είναι Juan Manuel Prada Blanco. Σπούδασε Δίκαιο, στο Πανεπιστήμιο της Σαλαμάνκα κι αποφοίτησε μεν, μα είχε λογοτεχνική κλίση. Έγραψε το 1ο του βιβλίο το 1994 και γνώρισε ανάμικτη επιτυχία. Συνέχισε να γράφει και 3 χρόνια μετά βραβεύτηκε. Είναι λόγιος, παραδοσιακός και συντηρητικός κι υποστηρίζει με θάρρος και δημόσια τη καθολική εκκλησία στα θέματα ευθανασίας, άμβλωσης, καθώς και στο θέμα του γάμου μεταξύ των ομοφυλοφίλων.
Βαπτισμένος στη βισκαϊκή πόλη Baracaldo ως Juan Manuel de Prada Blanco, πέρασε τα παιδικά και νεανικά του χρόνια στη Ζαμόρα, τη γη καταγωγής των γονιών του, όπου επέστρεψαν όταν ο μελλοντικός συγγραφέας ήτανε πολύ νέος. Γονείς του είναι ο Pedro de Prada Casas (Arquillinos, 20 Αυγούστου 1946) κι η María del Tránsito Blanco Casado.
Στα 16 έγραψε τη 1η του ιστορία, The Devil of the Mother-of-Pearl Flashes. Εκείνη τη περίοδο ολοκλήρωσε τη μετάφραση κάποιων μυθιστορημάτων pulp αισθητικής. Σπούδασε νομικά στο Πανεπιστήμιο της Σαλαμάνκα, όπου απέκτησε πτυχίο Νομικής, αν και ποτέ δεν άσκησε το επάγγελμα. Στις 23 Φλεβάρη 2022, υπερασπίστηκε τη διδακτορική του διατριβή με τίτλο Το δικαίωμα στο όνειρο: ζωή & έργο της Ana María Martínez Sagi στη Φιλολογική Σχολή του Πανεπιστημίου Complutense της Μαδρίτης, αποκτώντας διδακτορικό δίπλωμα στην Ισπανική Φιλολογία. Η διατριβή, που έλαβε εξαιρετική μνεία, εποπτεύθηκε από τους Gonzalo Santonja και Jaime Olmedo.
Στα νιάτα του είχε τη φιλία και τη λογοτεχνική εύνοια του Francisco Umbral -που θα κατέληγε να αποστασιοποιηθεί-, του Camilo José Cela και του Pere Gimferrer. Στην ωριμότητά του, αναγνωρίζει τη μεγαλύτερη επιρροή του στον αείμνηστο Αργεντινό συγγραφέα Leonardo Castellani. Άλλοι λογοτεχνικοί φίλοι του είναι οι Luis Alberto de Cuenca, José Luis Garci, Gonzalo Santonja και Rafael Reig.
Το 1ο σχετικό έργο του ήταν το Coños (1994), ακολουθώντας το πρότυπο του Senos, του Gómez de la Serna. Τον επόμενο χρόνο, δημοσίευσε το El silencio del patinador, συλλογή 12 διηγημάτων που συμπίπτουν με τη χρήση της αφήγησης σε πρώτο πρόσωπο. Το τελευταίο απ’ αυτά θα ήταν το σπέρμα του 1ου του μυθιστορήματος, Las máscaras del héroe (1996), που αναδημιουργεί την ισπανική λογοτεχνική μποέμ από τις αρχές του 20ού αι. μέχρι τον εμφύλιο και λαμβάνει ως αναφορές ντοκυμανταίρ έργα όπως La novela de un literato, του Rafael Cansinos Assens και La Automoribundia του Ramón Gómez de la Serna. Ο σχεδόν πλήρης κατάλογος των Ισπανών συγγραφέων της περιόδου πριν από τον εμφύλιο πόλεμο παρελαύνει μέσα από τις σελίδες του. Με αυτό έλαβε μεγάλη κριτική υποδοχή στη Γαλλία: “A new Grandee of Spain” (Frédéric Vitoux, Le Nouvel Observateur). Ο Arturo Pérez-Reverte είπε για τις Μάσκες του ήρωα ότι ήταν ίσως το καλύτερο ισπανικό μυθιστόρημα των τελευταίων 20 ετών. Τον επαίνεσε επίσης στο άρθρο “Ένας μυθιστοριογράφος με μαύρα πόδια”, που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό XLSemanal. Αυτό το μυθιστόρημα επιλέχθηκε μεταξύ των 100 καλύτερων μυθιστορημάτων στα ισπανικά του 20ού αι. από την εφημερίδα El Mundo.
Το 2ο μυθιστόρημά του, The Tempest (1997), με αστυνομική πλοκή, τιμήθηκε με το βραβείο Planeta, που προσαρμόστηκε στο σινεμά σ’ έκδοση που απορρίφθηκε από τον συγγραφέα. Το 1998, το περιοδικό The New Yorker τον επέλεξε ως έναν από τους 6 σημαντικότερους συγγραφείς κάτω των 35 στην Ευρώπη, μαζί με τους Γερμανούς Marcel Beyer και Ingo Schulze, τη Γαλλίδα Marie Darrieussecq, το Βρεττανό Lawrence Norfolk και το Ρώσο Viktor Pelevin. Στη συνέχεια έγραψε το μυθιστόρημα Las esquinas del aire, για τη φιγούρα της Ana María Martínez Sagi και τη συλλογή δοκιμίων Tornados y eccéntricos (ασχολείται με τους Armando Buscarini, Pedro Luis de Gálvez, Fernando Villegas Estrada, Mario Arnold, Nicasio Pajares, Iván de Nogales, Xavier Bóveda, Gonzalo Seijas, Pedro Boluda, Pedro Barrantes, Vicente Massot, Eliodoro Puche, Daja-Tarto και Margarita de Pedroso) που μαζί με τις Μάσκες του Ήρωα αποτελούν τη 3λογία της αποτυχίας του. Από το 2003 είναι το La vida invisible, που κέρδισε το Βραβείο Μυθιστορήματος Primavera και το Εθνικό Βραβείο Αφήγησης. και το 2007 El séptimo velo, βραβείο Biblioteca Breve.

Το 2009 δημοσίευσε το La nueva tiranía, συλλογή άρθρων ενάντια στο προοδευτικό Matrix κι ένα χρόνο μετά το Nadando contra corriente, συλλογή άρθρων για τη λογοτεχνία και το σινεμά. Το 2012 εμφανίστηκε το Me findará la muerte, φιναλίστ του Βραβείου Κριτικών Castilla y León το επόμενο έτος. Το 2014 δημοσίευσε το Morir bajo tu cielo, βασισμένο σε σενάριο για άτυχες ταινίες, που επρόκειτο να σκηνοθετήσει ο José Luis Garci, Από το 2015 είναι το Dinero, demogresca y otros podemonios. Το 2016 και το 2019 δημοσίευσε τα Blackbird Whitebird, Black Swan και Lucia in the Night αντίστοιχα και τα δύο από την Editorial Espasa.
Το 2016 δημοσίευσε το μυθιστόρημα White Blackbird, Black Swan, ξεκαθάρισμα λογαριασμών με τον εκδοτικό κόσμο και με τον εαυτό του, εν μέρει αυτοβιογραφικό. Το φθινόπωρο του 2020 δημοσίευσε συλλογή από τις στήλες που έγραψε φέτος στο Diario ABC σχετικά με τη κρίση του κορονοϊού: Επιστολές από τον ανηψιό στο διάβολό του, που δημοσιεύθηκε στο “Homo Legens”, που καθιερώνει σαφή αναφορά στο έργο Γράμματα από τον διάβολο στον ανηψιό του του C. S. Lewis. Του απονεμήθηκε ομόφωνα το βραβείο λογοτεχνίας Castilla y León για το 2021 από τη κριτική επιτροπή, αποτελούμενη από τους καθηγητές πανεπιστημίου Asunción Escribano (καθηγήτρια ισπανικής γλώσσας & λογοτεχνίας στο Ποντιφικό Πανεπιστήμιο της Σαλαμάνκα), Carmen Morán (καθηγήτρια ισπανικής λογοτεχνίας στο Πανεπιστήμιο του Βαγιαδολίδ) και Pedro Ojeda (καθηγητή ισπανικής λογοτεχνίας στο Πανεπιστήμιο του Μπούργκος). ο συγγραφέας Antonio Piedra. ο κριτικός λογοτεχνίας Alfonso García κι ο Carlos Travesí, γραμματέας. Η κριτική επιτροπή τον δικαίωσε με το εκτεταμένο έργο του, τη γνώση της γλώσσας και την εθνική και διεθνή προβολή του και με τη μεταλογοτεχνική του πτυχή, πολύ μεταμοντέρνα, στην επανανάγνωση της πρωτοπορίας και στην ανακύκλωση διαφόρων λογοτεχνικών υλικών. Την ίδια χρονιά δημοσίευσε το A Library in the Oasis, συλλογή κριτικών της χριστιανικής λογοτεχνίας που έργα συγγραφέων όπως οι Cervantes, G.K. Chesterton, Leonardo Castellani, Hilaire Belloc, Georges Bernanos, Léon Bloy, Ernest Hello, Gustave Thibon, Graham Greene, Robert Hugh Benson, Enrique Álvarez, Pablo d’Ors, Flannery O’Connor, Shūsaku Endō, Giovanni Papini, John Henry Newman και Fabrice Hadjadj.
Το 2023 δημοσίευσε Raros como yo, κριτικές άδικα ξεχασμένων ή/και καταραμένων συγγραφέων όπως Rafael García Serrano, Carolina Nabuco, Juan Antonio de Zunzunegui, Concha Espina, Concha Alós, Adares, Elisabeth Mulder, Pedro Roca, Félix Minaya, Diego San José de la Torre, Rafael Alberto Arrieta, Jacinto Miquelarena, Manuel D. Benavides, Fortunio Bonanova, Silverio Lanza, Alejandro Sawa, António Ferro, Felisberto Hernández, John Franklin Bardin, J.J. Bermúdez Olivares, María Luz Morales, Irene Polo, Carme Guasch και Llucieta Canyà. Όσον αφορά το στυλ του, είναι μπαρόκ, με επιρροές από τρομερισμό. Ωστόσο, αυτός ο τρομερισμός εξαφανίζεται στο μυθιστόρημά του “White Blackbird, Black Swan”. Στη καρριέρα του των 3 10ετιών, αξίζει ν’ αναγνωριστεί η προοδευτική μετατόπιση από την αισθητική στη πολιτική.

============================

   …Δάσκαλος της σκαιότητας, σκανδαλώδης συγγραφέας, ακούραστος επιβήτορας, ο Χένρι Μίλερ καλλιέργησε λογοτεχνία σημαδεμένη από την υπερβολή και τη φρενίτιδα. Σ’ ένα από τα κείμενα του έργου του μας περιγράφει πως, γοητευμένος απ’ αυτή την ανεξερεύνητη πραγματικότητα του αιδοίου, παίρνει ένα φακό και ζητάει από τη πόρνη, με την οποία εκείνη τη στιγμή συνουσιαζόταν ν’ ανοίξει τα πόδια της και μαζί τους τις πόρτες του ναού της. Με το τρόπο αυτό, με το φακό επί σκοπόν, ο Χένρι Μίλερ εξερευνά τη γεωγραφία του αιδοίου, αυτό το σωρό από υποστρώματα που ολοένα αναδιπλώνονται μπροστά στην ώθηση των δακτύλων του μέχρι να του επιδείξουν τον απόκρυφο ανθό της κλειτορίδας, ο οποίος (μιας κι είναι πόρνη η γυναίκα που συμφώνησε να χρησιμεύσει ως πειραματόζωο) υποθέτουμε ότι θα είναι παραγινωμένος και λίγο πιο κόκκινος απ’ όσο επιβάλλει η λεπτότητα. Τελικά, ικανοποιημένος από την ανακάλυψή του, ο Χένρι Μίλερ έσβησε το φακό κι επέστρεψε στις ασχολίες του, οι οποίες δε ξέρω αν ήταν λογοτεχνικές ή απλά ακόλαστες.
     Λοιπόν: έχει έρθει η στιγμή, τώρα που ο Χένρι Μίλερ έχει αρχίσει ν’ αμφισβητείται, να καταδικαστεί αυτή η συμπεριφορά. Ακούστε δω, κύριε Μίλερ: είστε ένας άξεστος! Ένας αγροίκος, αυτό είστε, για να ξέρετε! Το αιδοίο δε πρέπει να το προσεγγίζει κανείς με φακό, το αιδοίο πρέπει να προσεγγίζεται με σπίρτο, ει δυνατόν κοντό, που θα καίγεται όσο προχωράει η εξερεύνηση, και σ’ αυτό το προοδευτικό σβήσιμο του σπίρτου να μαντεύει κανείς περισσότερο (παρά να βλέπει) τη φυσιογνωμία του αιδοίου, το οποίο κατά πάσα πιθανότητα θ’ ανοιχτεί δίχως να προβάλλει αντίσταση μπροστά στον αναισθητικό καπνό του σπίρτου.
     Η σπηλαιολογία του αιδοίου απαιτεί χειροτεχνικές μεθόδους που αυξάνουν εκείνο το πυρετώδικο τρέμουλο των χεριών που μπαίνουν σ’ ένα περίβολο γεμάτο σταλακτίτες και σταλαγμίτες, φουσκωμένο από τα χλιαρά βρύα της ήβης, ξέχειλο από υγρά και σεμνοτυφία. Στο αιδοίο, κύριε Μίλερ, πρέπει να προστρέχει κανείς όπως στα ερημητήρια που κρύβουν έναν άγιο της δικής μας λατρείας, με το κερί αναμμένο και τη παλλόμενη καρδιά παιδιού, που ξεκινάει την αναζήτηση του θησαυρού. Στο αιδοίο, κύριε Μίλερ, πρέπει να πηγαίνει κανείς εφοδιασμένος με αναχρονιστικά εργαλεία, ένα σπίρτο ή ένα καντηλέρι, ποτέ με ηλεκτρικό φως. Το αιδοίο είναι ένα αρχαιολογικό εύρημα, μια σπηλιά που κρύβει την ανεξάντλητη φλέβα της ηδονής, ανακατεμένο με απολιθώματα και χαραμάδες, εύθραυστο και πολύτιμο σα τριλοβίτης και πρέπει να το επισκέπτεται κανείς με χέρια γαντοφορεμένα και σπίρτα που βγάζουν λιγοστό φώς, προσέχοντας να μη καψαλίσει την ήβη ή με κεριά σε καντηλέρια που ανακατεύουν τα δάκρυα του κεριού με τα δάκρυα των άφθονων χυμών και ηδύποτων που περιέχει το αιδοίο. Η εξερεύνηση, η ενδοσκόπηση του αιδοίου, κύριε Μίλερ, απαιτεί ταμπεραμέντο θηλυπρεπούς μόδιστρου κι εσείς, κύριε Μίλερ, παραείστε φαλλοκράτης.

————————————————————————————–

 Απόσπ. από το βιβλίο: “Αιδοία” του Χουάν Μανουέλ Δε Πράδα Εκδ Καστανιώτη.

Υποβολή απάντησης

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *