Βιογραφικό

Ο Ραφαέλο Σάντσιο ντα Ούρμπινο ‘Ραφαήλ’ (Raffaello Sanzio da Urbino ‘Raffael’, 1483-1520, High Renaissance), ήταν Ιταλός μεγάλος ζωγράφος που γεννήθηκε 6 Απρίλη 1483, στο Ούρμπινο, γιος του Τζιοβάνι Σάντι Ντι Πιέτρο και της Μάγια Ντι Μπατίστα Ντι Νικόλα Κιάρλα. Ο πατέρας του ήταν ποιητής και ζωγράφος, στην ομάδα του Φρεντερίκο Ντα Μοντεφέλτρε, με καλή αίσθηση κι ο μικρός Ραφαήλ, από νωρίς τονε βοηθά στο εργαστήρι του. Στα 8 χάνει τη μητέρα του κι ο πατέρας ξαναπαντρεύεται, λίγους μήνες μετά. 3 χρόνια μετά πεθαίνει κι ο πατέρας του, ενώ η μητριά του εξαφανίζεται για να μη πάρει την ευθύνη του. Έτσι ο 11χρονος Ραφαήλ στρέφεται στην εκκλησία και πιο συγκεκριμένα στο θείο του Μπαρτολομέο. Το 1500 είναι πια ένας ανεξάρτητος καλλιτέχνης και στα χρονικά αναφέρεται ως αρχιτεχνίτης. Τον επόμενο χρόνο, φιλοτεχνεί εικόνα, για τον ναό του Αγίου Νικολάου, στη Φλωρεντία.

Σύμφωνα με τον Βαζάρι, ο πατέρας του τον έβαλε ως μαθητευόμενο στο εργαστήριο του Περουτζίνο, δασκάλου της Ούμπρια, «παρά τα δάκρυα της μητέρας του». Πηγή της μαθητείας αυτής ήταν μόνο ο Βαζάρι και άλλος ένας κι αμφισβητήθηκε, καθώς η ηλικία των 8 θεωρείται πολύ νωρίς για να ξεκινήσει τέτοια μαθητεία. Μια εναλλακτική θεωρία είναι ότι έλαβε τουλάχιστον κάποια εκπαίδευση από τον Τιμοτέο Βίτι, ο οποίος ήταν ζωγράφος της Αυλής στο Ουρμπίνο από το 1495. Οι περισσότεροι σύγχρονοι ιστορικοί συμφωνούν ότι ο Ραφαήλ εργάστηκε τουλάχιστον ως βοηθός του Περουτζίνο από το 1500 περίπου. Η επιρροή του Περουτζίνο στην πρώιμη δουλειά του Ραφαήλ είναι πολύ σαφής: «πιθανώς κανείς άλλος ιδιοφυής μαθητής δεν έχει απορροφήσει ποτέ τόσο πολύ τη διδασκαλία του δασκάλου του, όσο ο Ραφαήλ», σύμφωνα με τον Heinrich Wölfflin.

Ο Βαζάρι έγραψε ότι ήταν αδύνατο να διακρίνει κανείς τίνος είναι ένα έργο μεταξύ των δύο τους σε αυτή την περίοδο, αλλά πολλοί σύγχρονοι ιστορικοί τέχνης ισχυρίζονται ότι το καταφέρνουν καλύτερα και ανιχνεύουν το χέρι του σε συγκεκριμένες περιοχές έργων του Περουτζίνο ή του εργαστηρίου του. Εκτός από τη στυλιστική εγγύτητα, οι τεχνικές τους είναι πολύ παρόμοιες, όπως για παράδειγμα η βαφή που εφαρμόζεται χοντρικά, χρησιμοποιώντας μέσο για βερνίκι, σε σκιές και σκούρα ρούχα, αλλά πολύ λεπτό στις περιοχές της σάρκας. Υπερβολική ρητίνη στο βερνίκι προκαλεί συχνά ρωγμές σε περιοχές χρωμάτων στα έργα και των 2 καλλιτεχνών. Το εργαστήρι του Περουτζίνο ήταν ενεργό στη Περούτζια και στη Φλωρεντία, διατηρώντας ενδεχομένως 2 μόνιμες έδρες. Ο Ραφαήλ χαρακτηρίζεται ως «δάσκαλος», δηλαδή πλήρως εκπαιδευμένος, τον Δεκέμβρη του 1500.

Το 1504 μαθητεύει κοντά στους 2 μεγάλους ζωγράφους της εποχής Μιχαήλ Άγγελο και Λεονάρντο Ντα-Βίντσι. 4 χρόνια μετά, πάει στη Ρώμη, όπου ο Πάπας Ιούλιος Β’ του αναθέτει το διάκοσμο των διαμερισμάτων του, στο Βατικανό. Εκεί ολοκληρώνει σ’ ένα χρόνο το έργο “Η Σχολή Των Αθηνών”. Το 1512 ξεκινά τις εργασίες στο ταφικό παρεκκλήσι του Κίτζι, στη Σάντα Μαρία. 2 χρόνια μετά διορίζεται αρχιτέκτονας του Αγίου Πέτρου. Σκοπεύει να παντρευτεί τη Μαρία Μπιμπιένα, ανηψιά ενός καρδιναλίου. Την επόμενη χρονιά, ο Πάπας Λέων Ι’ του αναθέτει τη συντήρηση και καταγραφή των αρχαίων μαρμάρων.

Το 1520, Μεγάλη Παρασκευή, 6 Απρίλη κι ενώ θα ‘κλεινε τα 37 του χρόνια, πεθαίνει ξαφνικά. Αφήνει σχεδόν ολοκληρωμένο το έργο του: “Μεταμόρφωση”.Ο θάνατός του προκάλεσε συγκίνηση, γιατί θεωρούνταν ο μεγαλύτερος καλλιτέχνης όλων των εποχών και φυσικά όσοι βλέπανε το τελευταίο, όλο ζωή πίνακα κι από την άλλη μεριά το νεκρό κορμί του, νιώθανε μεγάλο και πικρό πόνο.
Τα έργα του θαυμάζονται για τη σαφήνεια των μορφών, την ευκολία της σύνθεσης και την οπτική επίτευξη του νεοπλατωνικού ιδεώδους του ανθρώπινου μεγαλείου. Ήταν απ’ τους επιφανέστερους καλλιτέχνες της εποχής του, που η φήμη κι η αξία του υπήρξαν ανάλογες με κείνες του Μιχαήλ Άγγελου και του ντα Βίντσι, άλλωστε μαζί αποτελούν τους 3 μεγάλους εικαστικούς καλλιτέχνες της Ώριμης Αναγέννησης.

Από το 1517 μέχρι το θάνατό του, ο Ραφαήλ ζούσε στο Παλάτσο Καπρίνι, που βρισκόταν στη γωνία της πλατείας Scossacavalli και της οδού Alessandrina στο Borgo, σε ένα παλάτι μάλλον μεγαλόπρεπου στιλ που σχεδίασε ο Μπραμάντε. Δεν παντρεύτηκε ποτέ, αλλά το 1514 αρραβωνιάστηκε με τη Μαρία Bibbiena, ανιψιά του Καρδιναλίου Medici Bibbiena. Φαίνεται ότι πείστηκε να το κάνει αυτό από τον φίλο του τον Καρδινάλιο, και η έλλειψη ενθουσιασμού του συνάγεται από το ότι δεν έγινε γάμος ως τον θάνατό του το 1520. Λέγεται ότι είχε πολλές σχέσεις, αλλά μόνιμη εμμονή στη παραμονή του στη Ρώμη ήταν «La Fornarina», η Margherita Luti, κόρη του αρτοποιού (fornaro) Francesco Luti απ’ τη Σιένα, που ζούσε στη Via del Governo Vecchio. Έγινε αξιωματούχος της Παπικής Αυλής, γεγονός που του έδωσε ισχύ στην Αυλή και πρόσθετο εισόδημα, κατόπιν αναγορεύτηκε ιππότης Παπικού Τάγματος. Ο Βαζάρι ισχυρίζεται ότι είχε για κάποια στιγμή τη φιλοδοξία να γίνει Καρδινάλιος, ίσως μετά από ενθάρρυνση του Πάπα Λέοντα, που μπορεί επίσης να οφείλεται η καθυστέρηση του γάμου του.

Margherita Luti (Φουρναροπούλα)
Ήταν εξαιρετικά παραγωγικός. Διηύθυνε ασυνήθιστα μεγάλο εργαστήριο και, παρά τον πρόωρο θάνατό του στα 37, άφησε τεράστιο έργο. Πολλά απ’ τα έργα του βρίσκονται στο Παλάτι του Βατικανού, οι τοιχογραφίες στις λεγόμενες «Αίθουσες του Ραφαήλ» που ήταν το κεντρικό και μεγαλύτερο έργο της καρριέρας του. Το πιο γνωστό έργο του είναι η «Σχολή των Αθηνών» στην «Αίθουσα της Υπογραφής». Μετά τα πρώτα του χρόνια στη Ρώμη, μεγάλο μέρος του έργου του εκτελέστηκε από το εργαστήριό του με βάση σχέδιά του, με σημαντική απώλεια ποιότητας. Άσκησε μεγάλη επιρροή όσο ζούσε, αν κι εκτός Ρώμης το έργο του ήταν κυρίως γνωστό από αντίγραφα.

Μετά το θάνατό του, η επιρροή του μεγάλου αντιπάλου του, Μιχαήλ Άγγελου, ήτανε πιο διαδεδομένη μέχρι τον 18ο & 19ο αι., οπότε οι πιο γαλήνιες κι αρμονικές αναλογίες του Ραφαήλ θεωρήθηκαν και πάλι ως υψηλότερα πρότυπα. Η τεχνοτροπία του διακρίνεται σε 3 φάσεις και 3 στυλ, που αναλύθηκε 1η φορά από το Βαζάρι: τα 1α του χρόνια στην Ούμπρια, στη συνέχεια περίοδος περίπου 4 ετών (1504-08) που απορρόφησε τις καλλιτεχνικές παραδόσεις της Φλωρεντίας, ακολουθούμενες από τα τελευταία έντονα και θριαμβευτικά του 12 χρόνια στη Ρώμη, δουλεύοντας για 2 Πάπες και τους στενούς συνεργάτες τους.

Ζωγράφισε πολλά έργα του σε βάση ξύλου (Η Παναγία με τα γαρύφαλλα), αλλά χρησιμοποίησε επίσης καμβά (Μαντόνα Σιξτίνα) κι ήτο γνωστό ότι χρησιμοποιούσε λάδια ξήρανσης όπως λινέλαιο ή έλαια καρυδιάς. Η παλέτα του ήτανε πλούσια και χρησιμοποιούσε σχεδόν όλες τις τότε διαθέσιμες χρωστικές ουσίες, όπως ουλτραμαρίν, κίτρινο μολυβδοκασσίτερου, καρμίνη, κιννάβαρι, αλιζαρίνη, βερντιγκρί κι ώχρα. Σ’ αρκετούς πίνακές του (Ansidei Madonna) χρησιμοποίησε ακόμη και τη σπάνια βραζιλίνη, μεταλλική χρυσόσκονη και την ακόμη λιγότερο γνωστή μεταλλική σκόνη βισμουθίου.
=========================

4η Αίθουσα Της Σφραγίδας

Ο Θρίαμβος Της Γαλάτειας


Αποκαθήλωση

Ελιζαμπέτα Γκονζάγκα

Η Πυρκαγιά Στο Μπόργκο


Η Μαντόνα Του Λειμώνα


Μαντόνα Σιξτίνα

Όραμα

Πάπας Ιούλιος ΙΙ

Πορεία Προς Γολγοθά



Η Αγία Οικογένεια

Το Θαυματουργό Ψάρεμα

Μεταμόρφωση

Kαρδινάλιος Φαρνέζε

Η Σχολή Των Αθηνών
