Spinrad Norman Richard: Λόγια Ηχώ Επιστημονικής Φαντασίας

Βιογραφικό

     Ο Norman Richard Spinrad (Νόρμαν Ρίτσαρντ Σπίνραντ) είναι Αμερικανός συγγραφέας ΕΦ, δοκιμιογράφος και κριτικός. Η μυθοπλασία του έχει κερδίσει το Prix Apollo και έχει προταθεί για πολλά βραβεία, συμπεριλαμβανομένου του βραβείου Hugo και πολλών βραβείων Nebula.
     Γεννημένος στη Νέα Υόρκη στις 15 Σεπτέμβρη 1940,, είναι απόφοιτος του Bronx High School of Science. Το 1957 εισήλθε στο City College της Νέας Υόρκης και αποφοίτησε το 1961 με πτυχίο Bachelor of Science ως pre-law major. Έχει ζήσει στο Σαν Φρανσίσκο, το Λος Άντζελες, το Λονδίνο, το Παρίσι και τη Νέα Υόρκη. Παντρεύτηκε τη συνάδελφό του μυθιστοριογράφο N. Lee Wood το 1990. Χώρισαν το 2005. Ο Spinrad υπηρέτησε ως Πρόεδρος Συγγραφέων ΕΦ & Φανταστικού Αμερικής (SFWA) από το 1980 ως το 1982 και ξανά από το 2001 ως το 2002. Έχει επίσης εργαστεί ως παρουσιαστής ραδιοφωνικών εκπομπών, φωνητικός καλλιτέχνης, λογοτεχνικός πράκτορας και Πρόεδρος του World SF.
    Το έργο του έχει, τα τελευταία 50 χρόνια, προκαλέσει αντιδράσεις που κυμαίνονται από “διεφθαρμένες, κυνικές, εντελώς αποκρουστικές” (Donald Wollheim) ως “απολαυστικά τρελές” (Thomas M. Disch) κι “εξαιρετικές” (Ursula Le Guin). Ίσως ο αγαπημένος μου χαρακτηρισμός του είναι από τον Isaac Asimov, που, κάπως υποτιμητικά, παρατήρησε ότι “επιδεικνύει συνεχώς το θάρρος να είναι διαφορετικός“. Θα ήθελα να απεικονίσω αυτή τη καθοριστική για τη καρριέρα αναζήτηση καινοτομίας εξετάζοντας 5 από τα βασικά μυθιστορήματά του που κυμαίνονται από τη 10ετία του ’60 ως τη 10ετία του ’90, όλα πρόσφατα διαθέσιμα.
    Συχνά χαρακτηρίζεται αναγωγικά ως συγγραφέας του Νέου Κύματος της ΕΦ λόγω της σχέσης του με τον Michael Moorcock, το περιοδικό New Worlds κι άλλους συγγραφείς όπως ο Thomas M. Disch, ο Samuel R. Delany κι η Pamela Zoline, ξεκίνησε δημοσιεύοντας 3 ιστορίες στο Astounding του John Campbell (μετονομάστηκε σε Analog από τη στιγμή που εμφανίστηκε ο Spinrad στις σελίδες του). Αυτά τα 3 συγκεντρωμένα με άλλα πρώιμα αξιοσημείωτα έργα στη συλλογή The Last Hurrah of the Golden Horde (1970), αποκαλύπτουνε σταθερή κατανόηση των σχετικιστικών διαστημικών ταξιδιών κι άλλων δυσκαμψιών του σκληρού ΕΦ που συνήθως δεν βλέπει κανείς να σχετίζονται με τον Spinrad. Υπογραμμίζουν επίσης θεματικές ανησυχίες που επανεμφανίζονται συχνά σε όλη τη μυθοπλασία του: εκτοπισμός κι αποξένωση, που π.χ., οδηγούν τον Ben Ezra να συλλογιστεί ότι η ζωή σε διαστημόπλοιο είναι κατάλληλη μόνο για Τσιγγάνους κι Εβραίους (Outward Bound) και ζητήματα ηθικής ευθύνης, οντολογίας και σολιψισμού (Μερικές φορές ξεχνάω ότι είμαι τρελλός και μετά γίνομαι πιο τρελλός).
     Επανεξετάζοντας το έργο του Spinrad, εντυπωσιακός με τις χαμαιλεοντικές αλλαγές της φωνής, του στυλ και του ρυθμού του. Σε συνέντευξή του στο περιοδικό Locus το 1999, ο Spinrad περιέγραψε τον εαυτό του ως αναρχικό και συνδικαλιστή.



     Μερικοί κριτικοί έχουν σημειώσει ουτοπικά θέματα στα έργα του. Σε συνέντευξη του 1999, μίλησε για τις ελπίδες του για το ρόλο της ΕΦ στη κοινωνία:

   “Πόση ΕΦ δημοσιεύεται τώρα που διαδραματίζεται σε κόσμους που είναι καλύτεροι από τους δικούς μας; Όχι ότι έχουν μεγαλύτερα εμπορικά κέντρα ή ταχύτερα διαστημόπλοια, αλλά όπου οι χαρακτήρες είναι ηθικά ανώτεροι, όπου η κοινωνία λειτουργεί καλύτερα, είναι πιο δίκαιο; Όχι πολλοί. Γίνεται δύσκολο να γίνει αυτό, και αυτή είναι μια σχέση ανατροφοδότησης με αυτό που συμβαίνει στον πολιτισμό, με την επιστημονική φαντασία να είναι η δευτερεύουσα νότα. Οι άνθρωποι δεν το πιστώνουν πια! Όχι μόνο καλύτερα gizmos και περισσότερο εξοπλισμό εικονικής πραγματικότητας, αλλά καλύτερες κοινωνίες. Οι άνθρωποι δεν πιστεύουν ότι το μέλλον θα είναι ένα καλύτερο μέρος. Και αυτό είναι πολύ τρομακτικό“.

     Σύμφωνα με τον κριτικό Galen Strickland:

   “Ο Spinrad δεν ακολούθησε ποτέ την εύκολη πορεία της καλλιτεχνικής επανάληψης, ούτε προσάρμοσε τις σκέψεις του στις επιταγές οποιουδήποτε συντάκτη. Κάθε ένα από τα βιβλία του είναι μοναδικό και εξερευνά δρόμους σκέψης και εικασιών που λίγοι άλλοι έχουν ταξιδέψει. Το σεξ και η εξουσία είναι συνήθως τα κύρια θέματά του“.

     Τα ναρκωτικά που αλλοιώνουν τη συνείδηση συχνά κατέχουν εξέχουσα θέση στις ιστορίες του. Σύμφωνα με τον Spinrad:

   “Αν υπάρχει ένα κενό στην ιστορία της αμερικανικής λογοτεχνικής ιστορίας στο δεύτερο μισό του εικοστού αιώνα, όπως διαδίδεται σήμερα, είναι η επιρροή του γρασιδιού και των ψυχεδελικών φαρμάκων, όχι μόνο στη ζωή των συγγραφέων, αλλά και στο περιεχόμενο όσων έχουν γραφτεί, καθώς και στη μορφή και το ύφος. Είναι δύσκολο να είσαι κριτικά ή βιογραφικά θαρραλέος όταν τόση πολλή δημιουργική δουλειά έγινε υπό την επήρεια αδικημάτων που μπορούν να φυλακιστούν“.

     Ο Spinrad δυσκολεύτηκε να βρει έναν εκδότη πρόθυμο να τυπώσει το Bug Jack Barron ως βιβλίο. Ο εκδότης Michael Moorcock τύπωσε το μυθιστόρημα σε δόσεις στο περιοδικό New Worlds. Η εταιρεία περιπτέρων WHSmith αρνήθηκε να διανείμει ένα από τα τεύχη λόγω της δόσης του μυθιστορήματος του Spinrad. Το Συμβούλιο Τεχνών της Μεγάλης Βρετανίας, το οποίο επιδότησε το New Worlds, άσκησε δημόσια πίεση στο WHSmith και ανάγκασε την εταιρεία να διανείμει το τεύχος. Αυτό οδήγησε σε καταγγελίες του Spinrad, του Συμβουλίου Τεχνών και των Νέων Κόσμων στο Βρετανικό Κοινοβούλιο.
     Ο Spinrad δεν μπόρεσε να βρει έναν Αμερικανό εκδότη για το μυθιστόρημά του Osama the Gun 2007. Μια επιστολή απόρριψης, αφρίζοντας στο στόμα, δήλωνε ότι κανένας Αμερικανός εκδότης δεν θα την αγγίξει. Αποφάσισε να εκδώσει ο ίδιος το μυθιστόρημα ως ηλεκτρονικό βιβλίο. Το βιβλίο, που έχει αρκετές σκηνές που διαδραματίζονται στο Παρίσι, έχει εκδοθεί στα γαλλικά απ’ τον εκδοτικό Flammarion ως J’ai lu (2011).
    Δεδομένου του ευρέος φάσματος λογοτεχνικών προσεγγίσεων και των ευρέων φιλοσοφικών προβληματισμών του, τίθεται το ερώτημα: πώς αξιολογούμε το έργο με οποιονδήποτε ουσιαστικά ενοποιημένο τρόπο, αντί ως μεμονωμένα ή ασυνεχή πειράματα στη μορφή; Ίσως τα πιο κατάλληλα κριτήρια που μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε είναι οι ιδέες του ίδιου για το τι είναι και τι κάνει η ΕΦ. Αλλά ακόμη κι εδώ, πρέπει να βαδίσουμε προσεκτικά. Έχει παραχωρήσει πολλές συνεντεύξεις στη διάρκεια των 50 ετών του στο SF κι έχει επίσης γράψει εκτενώς ως κριτικός. Οι θεωρητικές του ιδέες για το SF, επομένως, είναι συχνά τόσο περίπλοκες -και πολεμικές- όσο κι η μυθοπλασία του. Αντί για εξαντλητική ανάλυση όλων αυτών των θέσεων, αντ’ αυτού να επικεντρωθώ σε θεμελιώδη έννοια που έχει επιστρέψει αρκετές φορές. Όταν ρωτήθηκε για τη διαδικασία συγγραφής του σε μια συνέντευξη του 1978 για το CONTACT: SF A Critical Journal of Speculative Fiction, ξεκίνησε την απάντησή του λέγοντας: “Η ιδέα, υποθέτω, για μένα, η ουσία της ΕΦ είναι η ψυχολογική αλληλεπίδραση μεταξύ συνείδησης και περιβάλλοντος“. Σε μια από τις στήλες του On Book για την ΕΦ του Asimov, ο Spinrad επέστρεψε σε αυτή τη διατύπωση το 2005, αν και με πολύ λιγότερο διστακτικούς όρους: “Όλη η αληθινή ΕΦ επικεντρώνεται στην αλληλεπίδραση του εξωτερικού περιβάλλοντος -φυσικό, πολιτικό, πολιτιστικό, γλωσσικό, οτιδήποτε κι οτιδήποτε- με τη ζωή και τη συνείδηση των χαρακτήρων. Αν το κάνει αυτό κι υπάρχει κάποιο υποθετικό στοιχείο στα εξωτερικά του φανταστικού σύμπαντος, είναι αληθινή ΕΦ κι αν δεν το κάνει, δεν είναι αληθινή. Τελεία και παύλα“. Πετυχαίνουν λοιπόν τα μυθιστορήματα του Spinrad σύμφωνα με αυτή την άποψη της ΕΦ;



     Οι Σολαριανοί (1966), ήταν το πρώτο δημοσιευμένο μυθιστόρημα του Σπίνραντ. Σε αντίθεση με το αμφιλεγόμενο μεταγενέστερο έργο του Spinrad, αυτό το μυθιστόρημα είναι μια mainstream διαστημική όπερα που περιλαμβάνει διαστημικές μάχες, ταχύτερους από το φως διαστημικούς δίσκους και έναν εξωγήινο εχθρό, τον Duglaari. Η πλοκή του μυθιστορήματος αφορά έναν διοικητή στόλου που ονομάζεται Palmer ο οποίος έρχεται σε επαφή με μια φυλή που ονομάζεται Solarians, οι οποίοι βγαίνουν από την απομόνωση για να βοηθήσουν την ανθρωπότητα στον μακρύ πόλεμό της εναντίον των Duglaari.
     Το Bug Jack Barron (1969), μια προ-cyberpunk ιστορία ενός κυνικού, εκμεταλλευτικού παρουσιαστή talk show που σταδιακά αποκαλύπτει μια συνωμοσία σχετικά με μια θεραπεία αθανασίας και τις μεθόδους που χρησιμοποιούνται σε αυτή τη θεραπεία, δημοσιεύτηκε σε συνέχειες στο βρετανικό περιοδικό New Worlds κατά τη διάρκεια της σύνταξης του Michael Moorcock. Με τη σαφή γλώσσα του και την κυνική στάση του απέναντι στους πολιτικούς, προκάλεσε την οργή ενός Βρεττανού βουλευτή για τη μερική χρηματοδότηση του περιοδικού από το Βρεττανικό Συμβούλιο Τεχνών.



     Το Σιδερένιο Όνειρο (1972) είναι ένα εναλλακτικό ιστορικό μυθιστόρημα, το μεγαλύτερο μέρος του οποίου είναι το μεσαίο μέρος που αποτελείται από ένα φανταστικό κλασικό μυθιστόρημα φαντασίας με τίτλο Άρχοντας της Σβάστικας, γραμμένο από τον Αδόλφο Χίτλερ, ο οποίος ασχολήθηκε με την επιστημονική φαντασία αφού απέτυχε ως πολιτικός. Το πρώτο μέρος εξηγεί ότι ο αποθανών συγγραφέας Χίτλερ ήταν συγγραφέας επιστημονικής φαντασίας και ότι αυτό το μυθιστόρημα επαινέθηκε ευρέως από το fandom. Το τρίτο μέρος είναι μια κριτική ανασκόπηση του μυθιστορήματος και των συνεπειών του. Σύμφωνα με τον Σπίνραντ, το βιβλίο απαγορεύτηκε για 25 χρόνια στη Γερμανία, αλλά τελικά αθωώθηκε μετά από εφέσεις. Ακριβέστερα, το βιβλίο ευρετηριάστηκε από το Ομοσπονδιακό Τμήμα Μέσων Ενημέρωσης Επιβλαβών για τους Νέους, επομένως επιτράπηκε η πώληση του βιβλίου, αλλά απαγορεύτηκε η δημόσια προβολή του βιβλίου ή των εξωφύλλων του, παρά το γεγονός ότι δεν υπήρχαν σβάστικες στο εξώφυλλο της πρώτης γερμανικής έκδοσης. Το Iron Dream κέρδισε το βραβείο Prix Tour-Apollo κι ήταν υποψήφιο για το American Book Award.
     Το A World Between (1979) αφηγείται μια ελαφρώς ταραγμένη περίοδο στον πλανήτη Pacifica, μια ουτοπική, δημοκρατική ηλεκτρονικά διαμεσολαβημένη κοινωνία, στην οποία προσγειώνεται ένα πλοίο από καθεμία από τις δύο παρατάξεις στον Ροζ και Μπλε Πόλεμο: το συγκαταβατικά πατερναλιστικό Ινστιτούτο Υπερβατικής Επιστήμης από τη μία πλευρά, και τις λυσσαλέες λεσβίες Φεμοκράτες που μισούν τον άνθρωπο από την άλλη. Κανείς δεν έχει χειρότερη μοίρα από την πολιτική αμηχανία και το status quo αποκαθίσταται από το απλό γεγονός ότι η κοινωνία του Ειρηνικού είναι καλύτερη από κείνη οποιασδήποτε από τις φατρίες εκτός κόσμου.



     Το The Void Captain’s Tale (1983) διαδραματίζεται τρία ή τέσσερις χιλιάδες χρόνια στο μέλλον σε μια εποχή που ονομάζεται Second Starfaring Age, ένα σκηνικό που ο Spinrad επανεξέτασε στο μυθιστόρημα του 1985 Child of Fortune. Το βιβλίο περιέχει στοιχεία εξομολόγησης, ιστορίας αγάπης, ερωτισμού και τρόμου.
     Το Child of Fortune (1985) πραγματεύεται τις περιπέτειες μιας νεαρής γυναίκας, της Moussa, στην αναζήτησή της για το αληθινό της κάλεσμα. Στη κουλτούρα της, νέοι της ηλικίας και της τάξης της αναλαμβάνουν μια περιπλάνηση κατά τη διάρκεια της οποίας περιπλανιούνται από πλανήτη σε πλανήτη, ελεύθεροι να πάνε οπουδήποτε και να κάνουν ό, τι θέλουν. Κατά τη διάρκεια των ταξιδιών τους είναι γνωστοί ως Παιδιά της Τύχης και αντιμετωπίζονται με επιείκεια και καλοσύνη από τους περισσότερους στη μνήμη της δικής τους περιπλάνησης. Τα Παιδιά της Τύχης συνδυάζουν στοιχεία τσιγγάνων, χίπις της Αμερικής της δεκαετίας του 1960 και άλλων ομάδων και θρύλων, συμπεριλαμβανομένου του Peter Pan. Ενώ μερικοί γονείς δίνουν στα παιδιά τους πολλά χρήματα για το ταξίδι, οι γονείς της Moussa πιστεύουν ότι θα μάθει περισσότερα με πραγματική περιπλάνηση κι όχι με μια επιδοτούμενη περιοδεία, οπότε της δίνουν μόνο ένα κουπόνι για ένα εισιτήριο χωρίς επιστροφή στο σπίτι. Η Moussa γίνεται “ruespieler” ή αφηγήτρια και παίρνει το όνομα “Wendy” προς τιμήν του Pater Pan, του άντρα που συναντά, αγαπά και χάνει κατά τη διάρκεια της περιπλάνησης της. Το wanderjahr έχει μια επιφανειακή ομοιότητα με το Grand Tour που πολλοί νέοι άνδρες της ανώτερης τάξης ανέλαβαν μετά την ολοκλήρωση του σχολείου, με τη διαφορά ότι τα παιδιά της τύχης αναμένεται να έχουν εξερευνήσει τον εαυτό τους καθώς και τον κόσμο κατά τη διάρκεια των ταξιδιών τους και να επιστρέψουν στο σπίτι γνωρίζοντας ποιοι είναι και ποιο μέρος θέλουν για τον εαυτό τους.
     Ο βασιλιάς των Δρυίδων (2003) είναι ιστορικό μυθιστόρημα για τη σύγκρουση μεταξύ του Vercingetorix και της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Ο Spinrad έγραψε το σενάριο για ένα επεισόδιο της αρχικής τηλεοπτικής σειράς Star Trek, με τίτλο The Doomsday Machine (1967). Αυτό το επεισόδιο ήταν υποψήφιο για βραβείο Hugo. Έγραψε επίσης ένα σενάριο Star Trek για το Star Trek: Phase II και επεισόδια για το Land of the Lost and Werewolf.
     Έχει πιστωθεί ως σεναριογράφος σε δύο ταινίες μεγάλου μήκους, The Red Siren και Druids. Η Universal Pictures αγόρασε τα δικαιώματα της ταινίας για τον Bug Jack Barron κι ο Κώστας Γαβράς επρόκειτο να σκηνοθετήσει. Ο Harlan Ellison έγραψε μια πρώιμη εκδοχή του σεναρίου, αλλά η ταινία δεν έγινε ποτέ.
    Έχει επίσης δημοσιεύσει περίπου 60 διηγήματα συγκεντρωμένα σε μισή ντουζίνα τόμους. Τα μυθιστορήματα κι οι ιστορίες έχουν εκδοθεί σε περίπου 15 γλώσσες.
     Το πιο πρόσφατο μυθιστόρημά του στα αγγλικά είναι το He walked among us, που εκδόθηκε τον Απρίλη του 2010 από τον Tor σε σκληρό εξώφυλλο και τον Απρίλη του 2011 σε χαρτόδετο βιβλίο.

ΡΗΤΑ:

 * Έτσι, ο ανθρώπινος πολιτισμός υπήρξε τόσο προϊόν της διαδικασίας της φυσικής επιλογής όσο και το ανθρώπινο είδος. Δεν είμαστε απλώς κουρδιστά πορτοκάλια, το ίδιο το ρολόι, ο κοινωνικός προγραμματισμός που καθορίζει το ρεπερτόριο συμπεριφοράς μας, ο τρόπος που ανταποκρινόμαστε στον κόσμο γύρω μας, είναι ο ίδιος το προϊόν μιας τυφλής ντετερμινιστικής διαδικασίας.

 * Το καρότο είναι ισχυρότερο από το μαστίγιο.

 * Το να αποκτήσεις επίγνωση μιας διαδικασίας ελέγχου σημαίνει να υπερβείς τον ντετερμινισμό αυτής της διαδικασίας.

 * Η πιο θλιβερή μέρα της ζωής σου δεν είναι όταν αποφασίζεις να ξεπουληθείς. Η πιο θλιβερή μέρα της ζωής σου είναι όταν αποφασίζεις να ξεπουληθείς και κανείς δεν θέλει να αγοράσει.

 * Οποιαδήποτε προσπάθεια ηθελημένης άγνοιας θα ήταν τώρα μάταιη ή χειρότερη. Το μόνο φυλαχτό ενάντια στην υπερβολική γνώση που θα μπορούσε να έχει εξουσία θα ήταν περισσότερη γνώση.

 * Ακόμα και τώρα, δεν μπορώ να αποφασίσω αν ήμουν ανόητο κορόιδο ή ευγενής και τραγικός εραστής. Ή αν αυτά τα δύο είναι ένα και το αυτό.

 * Ιδιοφυΐα όπως η δική σου είναι ένα γενετικό χάρισμα. Έτσι έχω ακούσει από τους γονείς μου.

 * Η εκτίμηση του γνώστη είναι η υψηλότερη ευχαρίστηση του καλλιτέχνη.

 * Ο αληθινός πολιτισμός αποτελείται ακριβώς από συμβάσεις, τελετουργίες και τρόπους πλάγιας επικοινωνίας, όπου το χάος μέσα και το κενό χωρίς μπορούν να εκφραστούν και να περιοριστούν μέσα στην αρμονική συναίνεση της κοινής κοινωνικής αντικειμενικότητας, διατηρώντας έτσι τη φούσκα της κατασκευασμένης πραγματικότητας, την απαραίτητη ψευδαίσθηση.

 * Φλεγόμενοι πυρσοί που αψιδώνουν από χέρι σε χέρι, το μεταξωτό κύλισμα της σάρκας πάνω στη σάρκα, τεντωμένο σύρμα που δονείται στον ανθρώπινο λόγο, ιδεογραμματικές χειρονομίες φόβου, αγάπης και οργής, η μαθηματική χάρη των σωμάτων που κινούνται μέσα στο χώρο -όλα έμοιαζαν να αποκαλύπτονται ως σκιές στο κενό, η πανοπλία της προσπάθειας του ανθρώπου να υπερβεί το σύμπαν του χώρου και του χρόνου μέσα από την υπερυλική καθαρότητα της αφηρημένης μορφής.
     Ωστόσο, πέρα από αυτόν τον ευγενή χορό της ανθρώπινης τέχνης, η υψηλότερη έκφραση της προσπάθειας του πνεύματός μας να υπερβεί τη σφαίρα του χρόνου και της μορφής, βρισκόταν αυτό που δεν μπορούσε να περιβληθεί από το τέχνασμα του ανθρώπου. Από το τίποτα γεννιόμαστε, στο τίποτα δεν πηγαίνουμε. Το σύμπαν που γνωρίζουμε δεν είναι παρά το κενό που γύρισε πίσω στον εαυτό του, και η μορφή δεν είναι παρά το τελικό πέπλο της ψευδαίσθησης.
     Αγγίζουμε αυτό που βρίσκεται πέρα μόνο σε εκείνες τις φευγαλέες σπάνιες στιγμές όπου η πραγματικότητα της μορφής διαλύεται – μέσω του μορίου και του φορτίου, της τελειότητας της διαλογιστικής έκστασης, της οργασμικής απώλειας του εγώ, των υπερβατικών κορυφών της τέχνης, ίσως τη στιγμή του θανάτου μας.
     Αληθινή δεν είναι η ιστορία του ανθρώπου από τις χρωστικές ουσίες που λερώνονται στους τοίχους των σπηλαίων μέχρι τη σημερινή εποχή μας, τις επιστήμες και τις τέχνες μας, τις θρησκείες και τις φιλοσοφίες μας, τους πολιτισμούς μας και τα ευγενή όνειρά μας, τους ηρωισμούς μας και τις πιο σκοτεινές πράξεις μας, αλλά ο χορός του πνεύματος γύρω από αυτό το κεντρικό κενό, η προσπάθεια υπέρβασης κι ο θανάσιμος φόβος του ίδιου;

 * Εδώ, παρέα με τα ανόητα δέντρα, τα πουλιά που πετούν ελεύθερα, τα έντομα και τους βατράχους που πέρασαν από το ερέθισμα απευθείας στην ανταπόκριση χωρίς το ενδιάμεσο διάστημα συνείδησης, ήλπιζα να χαθώ στη ζωντανή μάνταλα των λιγότερο αυτοβασανισμένων μορφών της εξέλιξης.

 * Μου μιλάει κάτι πραγματικά πέρα από το κενό ή είναι απλώς η δική μου επιθυμία;

 * Σε 15.000.000.000 χρόνια εξελίχθηκε το πνεύμα από λιγότερο από σκόνη”, είπε. Σε 15.000.000.000 περισσότερα δεν θα επιστρέψει αυτό το σύμπαν των άστρων σε λιγότερο από σκόνη; Από πού ήρθε; Τι υπάρχει όταν έχει φύγει;

 * Αν υπάρχει το μονοπάτι για να υπερβεί το πνεύμα αυτό το θλιβερό σχέδιο πραγμάτων εξ ολοκλήρου, πρέπει να υπάρχει για όλους. Ή για κανέναν, σκέφτηκα, αλλά καταδέχτηκα να μην φωνάξω.

 * Κάτω από όλη αυτή την ευθυμία και την μπαρόκ πολυπλοκότητα βρισκόταν το απλό και τόσο προσεκτικά διαψευσμένο: πέρα από το λεπτό μέταλλο που μας περιέβαλλε ήταν το ατελείωτο κενό χωρίς χιούμορ. Κούφιο ηχεί το γέλιο των ορφανών τη νύχτα.

 * Δεν μπορούσα να αρνηθώ ότι το πνεύμα μου έλκονταν ανήθικα από αυτόν τον υπέρτατο πειρασμό, καθώς η συνείδησή μου απωθούνταν ηθικά από αυτόν.

 * Δεν ήταν η αυθαίρετη διάκριση μεταξύ ψευδαίσθησης και πραγματικότητας η ίδια η απόλυτη ψευδαίσθηση;

 * Για να πω την αλήθεια, βασανίστηκα από τις αντιλήψεις και τον επακόλουθο πειρασμό τους, ο οποίος από έναν κοινωνικό ορισμό με καθιστούσε παράλογο, αν και από μια πιο απόλυτη άποψη αυτό από το οποίο θα μπορούσε να ειπωθεί ότι υπέφερα ήταν μια υπερβολική διορατικότητα.

 * Η κοινωνική ηθική απαιτεί μια κοινή μήτρα κοινοτικής πραγματικότητας με την οποία να συσχετιστεί η σκέψη και η πράξη, και η ψευδαίσθηση μιας αντικειμενικής ηθικής αισθητικής απαιτεί τουλάχιστον την πεποίθηση ότι η αντικειμενική πραγματικότητα είναι κάτι περισσότερο από μια αντίφαση στους όρους.

 * Ποια ηθική υποχρέωση έχετε απέναντι σε κείνους που ηθελημένα αρνούνται να ανοίξουν τα μάτια τους και σας θεωρούν τρελούς που σας βλέπουν;

 * Θέλω να σε πάω όσο πιο κοντά μπορείς, θέλω να νιώσω την έκστασή σου όπως νιώθεις εσύ τη δική μου, θέλω να γεφυρώσω το τελευταίο χάσμα μεταξύ μας, θέλω να βρεθούμε μαζί σε ένα μέρος όπου ο ένας μπορεί να ξέρει ότι ο άλλος δεν ψεύδεται.

 * Εκείνη τη στιγμή, τώρα πραγματικά πιστεύω, η πράξη έγινε, με την έννοια ότι η απόφαση της διαθήκης είναι η πραγματική ουσία της πράξης.

ΕΡΓΑ:

μυθοπλασία
Οι Σολαριανοί (1966)
Πράκτορας του χάους (1967)
Οι άντρες στη ζούγκλα (1967)
Μπαγκ Τζακ Μπάρον (1969)
Το σιδερένιο όνειρο (1972)
Περνώντας μέσα από τη φλόγα (1975)
Ένας κόσμος ανάμεσα (1979)
Τραγούδια από τα αστέρια (1980)
Το παιχνίδι του μυαλού (1980)
Η ιστορία του κενού καπετάνιου (1983)
Καβάλα στη δάδα (1984)
Παιδί της τύχης (1985)
Μικροί ήρωες (1987)
Τα παιδιά του Χάμελιν (1991)
Ρωσική Άνοιξη (1991)
Από μηχανής Θεός Χ (1993)
Εικόνες στα 11 (1994)
Vampire Junkies (1994)
Ημερολόγια των χρόνων της πανούκλας (1995)
Καλοκαίρι του θερμοκηπίου (1999)
Περπάτησε ανάμεσά μας (2003)
Ο βασιλιάς των Δρυίδων (2003)
Μέξικα (2005)
Οσάμα το όπλο (2011)
Η Λαϊκή Αστυνομία (2017)

συλλογές
Ο τελευταίος τυφώνας της Χρυσής Ορδής (1970)
No Direction Home (1975)
Το μέλλον με τα αστέρια (1979)
Άλλη Αμερική (1988)
Deus X και άλλες ιστορίες (2003)

τηλεπαιγνίδια
“The Doomsday Machine” (Star Trek: Η πρωτότυπη σειρά))
“Tag Team” (Γη των Χαμένων)
“Grey Wolf” (Λυκάνθρωπος)

μη μυθοπλασίας
Θραύσματα της Αμερικής (2013)
ΕΦ στον πραγματικό κόσμο. Carbondale, IL: Πανεπιστημιακός Τύπος του Νότιου Ιλινόις, 1990

========================

                                        H Παλιά Καλή Εποχή

Η Έντνα διάλεξε να ξυπνήσει εκείνο το πρωί μ’ ένα παλιό κλασσικό πρόγευμα τύπου Α. Ο Τζων διάβαζε την εφημερίδα του τρώγοντας τηγανίτες και λουκάνικα στην κουζίνα του παλιού τους σπιτικού. Τα παιδιά κατάπιναν βιαστικά το φαγητό τους και βιάζονταν να τρέξουν στο σχολείο.
Μετά από το χτεσινό πραγματοχρονοβιωμένο πρωινό με τον Τζων ένιωθε πραγματικά την ανάγκη να ηρεμήσει με μια παλιά καθησυχαστική κασέτα από το αρχείο της. Όσο κι αν είχε γυριστεί πολύ παλιά, στην τηλεοπτική εποχή του 1987 – 88 με μια πρόχειρη οικιακή κάμερα, όσο κι αν ήταν γεμάτη χιόνια και τρεμουλιάσματα, της Έντνας της άρεσε ακόμη να την παίζει τρεις-τέσσερις φορές τη βδομάδα, προτιμώντας την από τις πρωινές σαπουνόπερες ή τα πιο πρόσφατα οικιακά γυρίσματα. Για κάποιον ανεξήγητο λόγο η κασέτα αυτή είχε πιάσει πώς ακριβώς ήταν το πρωινό στην παλιά καλή εποχή με τον Τζων και τα παιδιά, και για τον ίδιο λόγο αποτελούσε την καλύτερη επιλογή της από τα προγράμματα πρωινού.
Εντνα: -“Σάμυ, δεν θα σηκωθείς από το τραπέζι αν δεν πιεις όλο το γάλα σου“!
Σάμυ: -(καθυστερώντας τις τελευταίες γουλιές): “Έλα τώρα, μαμά, θ’ αργήσω“!
Έντνα: -“Όχι, αν φροντίσεις να μη σταματήσεις όπως συνήθως για καραμέλες“!
Φυσικά η παλιά αυτή κασέτα δεν είχε γυριστεί από τη δική της στέρεο προοπτική, κι ήταν κάπως αλλόκοτο να βλέπεις τον εαυτό σου μέσα στο ίδιο σου το οικιακό πρόγραμμα. Επιπλέον δεν είχε την ποιότητα που είχαν οι σαπουνόπερες πρωινού. Από την άλλη μεριά όμως οι σαπουνόπερες δεν ήταν εξατομικευμένες, κι από τις υπόλοιπες οικιακές της κασέτες με τον Τζων καμιά δεν είχε τα παιδιά στην ηλικία του δημοτικού.
Ο Τζων την πίεζε πάντα να χρονοβιώνει μαζί του πραγματικά προγράμματα. Της μιλούσε μέσα από το κανάλι επικοινωνίας και της έδειχνε κασέτες που είχε φτιάξει μόνος του, μ’ αυτήν μέσα, ή προσπαθούσε να την προσελκύσει με κοινές οικιακές κασέτες.
Αλλοτε πάλι τη βομβάρδιζε με πορνογυρίσματα.
Όμως οι οικιακές κασέτες που προγραμμάτιζε για να χρονοβιώσουν μαζί διαδραματίζονταν όλες σε εξωτικούς τόπους, και οι ιστορίες ήταν καθαρά στο στυλ των αντρικών φαντασιώσεων. H ιδέα του Τζων για ένα ευχάριστο χρονοβιωμένο πρόγραμμα και για τους δυο είχε να κάνει με καμήλες και καραβάνια στην έρημο, διαστημικά ταξίδια σε εξωτικούς πλανήτες γεμάτους αλλόκοτα, πλάσματα, ταξίδια στις Νότιες Θάλασσες, εξερευνήσεις χαμένων πόλεων και μάχες σε δίκαιους πολέμους. Μέσα σ’ όλα αυτά ο δικός της ρόλος ήταν συνήθως κάτι ανάμεσα στη Γουώντερ Γούμαν και την Ατυχη Σκλάβα. Βέβαια όλα αυτά έδειχναν τι ακριβώς ήθελε να πραγματοχρονοβιώνει μαζί της ο Τζων, αλλά η Έντνα προτιμούσε τις δικές της σαπουνόπερες και τις ρομαντικές ιστορικές ταινίες της, τις οποίες ο Τζων αρνιόταν κατηγορηματικά και ανένδοτα να χρονοβιώνει μαζί της. Όσο για τα πορνοκανάλια που της ζητούσε να πραγματοχρονοβιώσει μαζί του, ο μοναδικός τρόπος να τα χαρακτηρίσει κανείς ήταν με τη λέξη αηδιαστικά.
Παρ’ όλα αυτά βέβαια ο Τζων ήταν ο άντρας της, και παραδεχόταν ότι όφειλε κάπου-κάπου να εκτελεί τα συζυγικά της καθήκοντα. Έτσι λοιπόν για πέντε ή δέκα φορές την κάθε εποχή έσφιγγε τα δόντια της και δεχόταν να πραγματοχρονοβιώσει ένα από τα χυδαία αντρικά πορνοκανάλια του στο ρόλο του σεξουαλικού αντικειμένου. Κάπου-κάπου, λιγότερο συχνά, δεχόταν κι αυτός να χρονοβιώσει ένα ερωτικό ιστορικό μαζί της, μόνο και μόνο όμως με την απειλή ότι αν δεν δεχόταν θα του στερούσε την εύνοιά της στα πορνοκανάλια.
Για όλους αυτούς τους λόγους το λιγότερο απωθητικό κανάλι επαφής και για τους δύο ήταν το πρόγραμμα του μεσημεριανού φαγητού, και αυτό είχε και την πιο συχνή χρήση.
Τζων: -“(σκουπίζοντας το στόμα του με την πετσέτα): Λοιπόν, γλύκα μου, ξεκινάμε για τις αλυκές. Είσαι έτοιμη, Έλι“;
Έλι: Πρέπει να κάνω τσίσα μου πρώτα.

ΑΠΟΛΥΤΟΣ ΤΗΛΕΟΠΤΙΚΟΣ ΠΑΡΑΔΕΙΣΟΣ ΣΠΟΤ 60 Νο 12 ΟΡΙΣΤΙΚΗ ΚΟΠΙΑ ΜΕΤΑΔΟΣΗΣ ΣΕ ΠΡΩΤΟ ΜΟΝΤΑΖ.

Μια σειρά από χαμηλά ροζ κτίρια που τονίζουν τα χρώματα της ανατολής του ηλίου μέσα από τις φοινικιές.
Φωνή του εκφωνητή οφ (μεσαία προς έντονη πειστικότητα): Απόλυτος Τηλεοπτικός Παράδεισος, ο τέλειος τόπος απόσυρσης για τους ηλικιωμένους της Ηλεκτρονικής Εποχής…
Μια γpήγopη εναλλαγή από μονταρισμένες σκηνές παρμένες από περιπετειώδεις ιστορίες, πορνό, σαπουνόπερες κ.λπ. Επιλογή από τις πιo ζωηρές και τραβηχτικές σκηνές που διαθέτουμε, με ιδιαίτερη έμφαση στις ακριβές σκηνές πλήθους και τα σπέσιαλ εφέ.
Φωνή οφ του εκφωνητή (οργασμική): Είκοσι πλήρη κανάλια πορνογραφίας, τριάντα πέντε κανάλια περιπέτειας, σαράντα κανάλια με σαπουνόπερες συνεχείας – ζωντανή πολύπλευρη περιπλάνηση σε πάνω από εκατό πιθανές πραγματικότητες, σκηνοθετημένες από τα μεγαλύτερα ταλέντα του Χόλυγουντ…

ΓΚΡΟ-ΠΛΑΝ ΑΝΔΡΙΚΟΥ ΚΕΦΑΛΙΟΥ

Έξυπνος με καλοχτενισμένα, κομψά γκρίζα μαλλιά. Ένα ζευγάρι χέρια του τοποθετεί τηλεοπτικά γυαλιά πάνω στα μάτια. (Τα ακουστικά είναι ήδη τοποθετημένα).
Φωνή του εκφωνητή οφ (υπηρεσιακή): Ζείτε μαζί με τον κεντρικό ήρωα σε ένα θαυμαστό κόσμο σεξ και περιπέτειας μέσα από την ηλεκτρονική μαγεία της ολικής στέρεο TV!

ΜΕΣΑΙΟ ΠΛΑΝΟ ΕΝΟΣ ΔΙΑΣΗΜΟΥ ΠΑΛΙΟΥ ΗΘΟΠΟΙΟΥ

Επιλογή ηθοποιού αναγνωρισμένης αξίας που να δέχεται να υπογράψει έναντι διακοσίων χρόνων Παραδείσου.
Διάσημος Παλιός Ηθοποιός: Και μη νομίζετε ότι είναι μόνον αυτά! Μπορείτε να τραβήξετε την οικογένειά σας! Τους φίλους σας! Πάρτε μαζί σας τους αγαπημένους σας στον Απόλυτο Τηλεοπτικό Παράδεισο και κρατήστε τους για πάντα μαζί σας!

Η ΚΑΜΕΡΑ ΚΑΝΕΙ ΤΡΑΒΕΛΙΝΓΚ ΠΙΣΩ ΩΣ ΤΟ ΟΛΟΚΛΗΡΟ ΠΛΑΝΟ

Βλέπουμε τον Διάσημο Παλιό Ηθοποιό να μπαίνει με τη βοήθεια κάποιων σε μια διαφανή αμνιοτική δεξαμενή. Συνεχίζει να μιλάει και να χαμογελάει καθώς οι νοσοκόμοι τον δένουν πάνω στην κουκέτα, τοποθετούν τα ακουστικά και τα στέρεο TV γυαλιά, συνδέουν την αναπνευστική του μάσκα και το σωλήνα αφόδευσης κι αρχίζουν να γεμίζουν τη δεξαμενή με υγρό.
Διάσημος Παλιός Ηθοποιός: Μια απέραντη βιντεοθήκη! Προγράμματα φτιαγμένα στα μέτρα του καθενός! Λυπάμαι που δεν ήρθα πιο νωρίς!
Του συνδέουν το μικρόφωνο λάρυγγος, το χέρι του στερεώνεται πάνω στο κουμπί συντονισμού, ο θρεπτικός ορός τοποθετείται στο χέρι του (όχι πλάνο της βελόνας, παρακαλώ) η αμνιακή δεξαμενή σκεπάζεται και σφραγίζεται. Η κάμερα πλησιάζει για ένα γκρο-πλαν του Διάσημου Παλιού Ηθοποιού. Τον βλέπουμε να αιωρείται μακάριος μέσα στη δεύτερη μήτρα του.
Διάσημος Παλιός Ηθοποιός: (φιλτραρισμένος ήχος): Δεν θα ξαναβγώ ποτέ – και χαίρομαι γι’ αυτό!

ΦΟΝΤΟ ΠΟΥ ΞΑΝΑΝΟΙΓΕΙ ΔΕΙΧΝΟΝΤΑΣ ΤΟ ΗΛΙΟΒΑΣΙΛΕΜΑ ΠΑΝΩ ΑΠΟ ΤΟΝ ΑΠΟΛΥΤΟ ΤΗΛΕΟΠΤΙΚΟ ΠΑΡΑΔΕΙΣΟ.

Ο ήλιος βυθίζεται στη θάλασσα, με γρήγορη κίνηση, πάνω από τα ρόδινα κτίρια αποθήκευσης των πελατών, και ένας κατάφωτος αστροφώτιστος ουρανός εμφανίζεται στο πλάνο σαν ηλεκτρονική οθόνη.
Φωνή οφ του εκφωνητή (σαν από το υπερπέραν): Κανένας άνθρωπος δεν γνωρίζει τις βουλές του Κυρίου για τη μεταθανάτια ζωή, αλλά στον Απόλυτο Τηλεοπτικό Παράδεισο η σύγχρονη βιολογική επιστήμη σας εγγυάται διακόσια σίγουρα χρόνια ηλεκτρονικού παραδείσου μέσα στην ασφάλεια και την άνεση της ατομικής σας δεξαμενής. Και μην ξεχνάτε ότι η ετήσια καταβολή είναι μικρότερη απ’ όσο φαντάζεστε!

ΦΕΗΝΤ-ΑΟΥΤ

Τζων: -“Ίσως να καταφέρουμε να πάμε στη λίμνη αυτό το Σαββατοκύριακο“.
Έντνα: -“Είπαν πως θα ‘χει καλό καιρό και ζέστη, άκουσα από το μετεωρολογικό...”
Αυτή την τελευταία εποχή ο Τζων είχε αρχίσει να φέρεται όλο και πιο περίεργα, ακόμη και στο διάστημα της μεσημεριανής τους χρονοβίωσης. Η κουβέντα του γινόταν όλο και πιο χυδαιολογική και ασυνάρτητη. Είχε αρχίσει να υιοθετεί περίπλοκους χαρακτήρες, ακόμη και στο πρωινό, και η χτεσινή πραγματοχρονοβίωση του πρωινού ήταν ανυπόφορη για την Έντνα.
Της είχε μιλήσει το προηγούμενο βράδυ και την κάλεσε να πάρουν μαζί το πρωινό την επόμενη μέρα στη Χαβάη, όπου είχαν πραγματοχρονοβιώσει το μήνα του μέλιτός τους στο αχνό, μακρινό παρελθόν πριν από τόσες εποχές που δεν υπήρχε γραμμένη κασέτα γι’ αυτή την περίπτωση. Τότε κανείς δεν έκανε κασέτες, γιατί ούτε να φανταστεί δεν μπορούσε την περίπτωση ν’ αποσυρθεί στον Απόλυτο Τηλεοπτικό Παράδεισο. Η αλήθεια ήταν πως o Τζων είχε πολύ καιρό να την καλέσει σε πραγματοχρονοβίωση του κοινού τους παρελθόντος, ακόμη και σε διασκευασμένη μορφή, και γι’ αυτό όταν της είπε ότι είχε προγραμματίσει ειδικό πρωινό στην ακτή της Χαβάης, η Έντνα ενθουσιάστηκε και δέχτηκε να πραγματοχρονοβιώσει το πρόγραμμά του παρά τους δικαιολογημένους δισταγμούς της.
Το πρόγραμμα την ξύπνησε στην αμμουδιά, μπροστά σε μια ανατολή όπου ο τεράστιος χρυσός δίσκος αναδυόταν από τη σκοτεινή θάλασσα σε γρήγορη σπασμωδική κίνηση, σαν μια κουρτίνα που σηκώνεται, φωτίζοντας τον λαμπερό γαλάζιο ουρανό που εμφανίστηκε ξαφνικά όπως βρέθηκε κι εκείνη ξαπλωμένη πάνω στην άμμο.
Όλα αυτά με μουσική υπόκρουση που προερχόταν από ένα σήριαλ του παλιού καλού καιρού και λεγόταν Χαβάη 5-0, καθώς ένα μεγαλόπρεπο κύμα φούσκωνε κι έσπαγε στην ακτή, φούσκωνε και πάλι έσπαγε, ξανά και ξανά πίσω από ένα παραπέτασμα αφρού.
Ο Τζων εμφανιζόταν στο ρόλο ενός ηλιοκαμένου αθλητικού Αδωνη που φορούσε μια απίθανα κοντή χορταρένια φούστα. Ένα τραπέζι πρωινού ήταν στημένο στην ακροθαλασσιά κόντρα στο αιώνιο κύμα που φούσκωνε αφρίζοντας κι έσπαγε, φούσκωνε κι έσπαγε μακριά και πάνω τους.
Γυμνοί Πολυνήσιοι, όμορφοι σαν θεοί ένας νεαρός γι’ αυτήν, μια κοπέλα για τον Τζων τους βοήθησαν να σηκωθούν και τους οδήγησαν στις ψηλές καρέκλες από μπαμπού στις δύο πλευρές του αλλόκοτου τραπεζιού. Το τραπέζι ήταν μια πλάκα λειασμένου οψιδιανού τοποθετημένη πάνω σε βικτοριανά μπρούτζινα πόδια. Στη μέση είχε ένα βαθούλωμα από το οποίο ξεκινούσε ένα αυλάκι που κατέληγε στην πλευρά του τραπεζιού που ανοιγόταν προς τη θάλασσα.
Όλα αυτά δεν είχαν σίγουρα καμμιά σχέση με το μήνα του μέλιτός τους στη Χαβάη όπως τον θυμόταν η Έντνα, και δεν χρειαζόταν βιντεοκασσέτα για να το ξέρει αυτό!
-“Καλώς ήρθες, αρκτική θεά του έρωτα, στη φιλόξενη αγκαλιά μου“, είπε ο Τζων τραγουδιστά με μια περίεργη, σπασμένη φωνή. Χτύπησε τα χέρια του. “Μια σπονδή προς τιμήν σου“.
Η γυμνή κόρη εμφάνισε ένα γουρουνάκι που στρίγκλιζε και το τοποθέτησε στο κέντρο του τραπεζιού. Ο γυμνός νεαρός έδωσε στον Τζων μια τεράστια μασέτα. “Χάι!” ούρλιαξε ο Τζων κόβοντας στα δύο το γουρουνάκι μ’ ένα κατέβασμα της λάμας. Το αίμα μαζεύτηκε στο κεντρικό βαθούλωμα του τραπεζιού κι ύστερα άρχισε να κυλά προς τη θάλασσα. Μόλις οι πρώτες σταγόνες άγγιξαν τον ωκεανό, τα νερά άλλαξαν αυτόματα χρώμα και για λίγα λεπτά το κύμα που φούσκωνε από πάνω τους έγινε αιμάτινο.
Λίγα λεπτά αργότερα, όταν το αιώνιο κύμα ξανάγινε γαλάζιο νερό και το υποκειμενικό της Έντνας ξαναγύρισε σ’ ένα πλάνο του τραπεζιού, οι ματωμένες σάρκες είχαν αντικατασταθεί από ένα λευκό τραπεζομάντιλο, δυο πιάτα με ζαμπόν και αβγά, μια καφετιέρα και μια μποτίλια με σκούρο ντόπιο ρούμι.
-“Ω, Τζων“, είπε αηδιασμένη η Έντνα, “είναι όλα τόσο… τόσο
-“Αλλόκοτα; Υπερβολικά; Παρανοϊκά;” είπε νευρικά ο Τζων με μια γκριμάτσα ενοχλημένη που παραμόρφωνε τα όμορφα, εικοσάχρονα χαρακτηριστικά του. “Είσαι τόσο ντροπαλή, Έντνα. Δεν νιώθεις τίποτα από διασκέδαση. Φαντασία μηδέν“.
-“Το να σκοτώνεις ζώα δεν έχει καμμιά σχέση με διασκέδαση, ούτε με φαντασία“, είπε αγανακτισμένη η Έντνα.
Ο Τζων γέλασε μ’ ένα περίεργο νευρικό γέλιο. Μια φάλαινα αναδύθηκε κάπου κοντά και στη στιγμή ένα γιγάντιο καλαμάρι τύλιξε τα πλοκάμια του γύρω της. Μια θανάσιμη μάχη άρχισε. -“Να σκοτώνω ζώα;” είπε ο Τζων. “Μα δεν υπάρχει εδώ τίποτα ζωντανό να το σκοτώσεις! Εδώ δεν είναι η Γη, είναι ο Παράδεισος, και μπορούμε να κάνουμε ό,τι θέλουμε χωρίς συνέπειες. Τι άλλο μας μένει να κάνουμε;”
-“Μπορούμε να πάρουμε ένα φυσιολογικό, πολιτισμένο πρωινό σαν κανονικοί άνθρωποι“.
-“Φυσιολογικό, πολιτισμένο πρωινό!” φώναξε ο Τζων. “Κανονικοί άνθρωποι!” Κάπου μέσα στο νησί ένα ηφαίστειο άρχισε να εκρήγνυται. Τρομοκρατημένοι οι ιθαγενείς άρχισαν να τρέχουν κυνηγημένοι από τη καυτή λάβα. “Και τι σε νοιάζει αν είσαι κανονικός άνθρωπος, όταν δεν είσαι καν ζωντανή, πριγκίπισσά μου;”
-“Δεν έχω ιδέα για τι πράγμα μιλάς“, είπε δήθεν αδιάφορα η Έντνα. Μέσα της όμως κάποιο κομμάτι της ήξερε πολύ καλά, κι αυτό το κομμάτι ήταν παγωμένο από το φόβο.
-“Έλα τώρα που δεν ξέρεις, γλυκιά μου Έντνα!” είπε κοροϊδευτικά ο Τζων. “Τι σε κάνει, κούκλα μου, να είσαι τόσο βέβαιη ότι είμαστε ακόμη ζωντανοί; Για σκέψου, πόσες τηλεοπτικές εποχές πέρασαν από τότε που αποσυρθήκαμε; Εκατό; Διακόσιες; Χρόνια ατέλειωτα κι ανεξιχνίαστα, εκλεκτή μου φίλη. Μπορείς έστω και να μαντέψεις μόνο, μικρή μου σκλάβα; Εγώ δεν μπορώ“.
Η Έντνα άσπρισε. Δεν της άρεσε καθόλου αυτό το είδος κουβέντας. Ήταν χειρότερο απο τα φαλλοκρατικά περιπετειώδη προγράμματά του, χειρότερα από τα πορνό που της επέβαλλε, χειρότερα σ’ ένα πολύ διαφορετικό επίπεδο που η Έντνα είχε εξασκήσει τον εαυτό της να μην αντιμετωπίζει.
-“Φυσικά και είμαστε ζωντανοί“, του είπε. “Αυτή τη στιγμή πραγματοχρονοβιώνουμε, δεν είναι έτσι;”
Καλλονές με μαγιό έκαναν θαλάσσιο σκι στη σειρά σαν χορεύτριες στο κοίλωμα του κύματος. Ένας ιπτάμενος δίσκος προσγειώθηκε στην ακτή. Ένα τεράστιο καβούρι άρπαξε τους υπηρέτες τους στις δαγκάνες του. Τους τράβηξε μακρυά καθώς εκείνοι ούρλιαζαν.
-“Α, αφροπλασμένη Αφροδίτη μου, πώς μπορούμε να είμαστε σίγουροι γι’ αυτό; Εσύ μπορεί να τα έχεις τινάξει από χρόνια κι εγώ να παίζω μια παλιά κασέτα της εποχής που ζούσες ακόμη. Και, το πλέον αποτρόπαιο, μπορεί κι εγώ να μην είμαι ζωντανός, και το πρόγραμμα αυτό να είναι δικό σου“.
-“Δεν υπάρχει καμιά περίπτωση να είναι δικό μου αυτό το πρόγραμμα, Τζων Ρότζερς!” φώναξε η Έντνα. “Μόνον εσύ θα μπορούσες να με καλέσεις σ’ ένα τέτοιο πρόγραμμα πρωινού!”
-“Ντρέπομαι, άρα υπάρχω“, σάρκασε ο Τζων. Ακούστηκε ο κρότος ενός κεραυνού. Κοπάδια από δελφίνια πήδησαν μέσα κι έξω από το μεγάλο κύμα.
Τα πράγματα συνέχισαν έτσι, στο ίδιο στυλ. Σκλάβοι από τη Νουβία τους άναβαν τα τσιγάρα τους. Γλάροι χόρευαν τρελά. Ένα όργιο ακολούθησε. Και μέσα σ’ όλα αυτά ο Τζων φλυαρούσε και παραληρούσε σαν παπαγάλος, μέσα στο αθλητικό σώμα του. Μόνον ένα πράγμα εμπόδισε την Έντνα να γυρίσει το κουμπί και να συντονιστεί σε κάποια σαπουνόπερα πρωινού, κι αυτό ήταν ο αόριστος, μακρινός φόβος ότι μια τέτοια κίνηση κινδύνευε να πυροδοτήσει μια οριστική ρήξη μεταξύ τους, τη ρήξη ανάμεσα σ’ αυτήν και σε κάτι που δεν μπορούσε πια να το φέρει πολύ ξεκάθαρα στο μυαλό της.
Τζων (σηκώνεται από το τραπέζι): -“Και τι φαγητό έχουμε απόψε“;
Έντνα: -“Ψητό κοτόπουλο γεμισμένο με καλαμποκόψωμο, όπως σου αρέσει“.
Της δίνει ένα γρήγορο φιλί στο στόμα.
Τζων: -“Μμμμ…! Γυρίζοντας θα προσπαθήσω να φέρω ένα μπουκάλι απ’ αυτό το γερμανικό κρασί που σ’ αρέσει, αν δεν αργήσω πολύ“.
Ανοίγει την πόρτα, κουνά το χέρι του και φεύγει.
Εντνα: -“Καλή δουλειά“.
Τώρα όμως, καθώς κοιτά την εικόνα της να αποχαιρετά τον Τζων που φεύγει για τη δουλειά του σ’ αυτή τη θολή, ασαφή παλιά ταινία που της φαινόταν τόσο ηρεμιστική, η Έντνα σκέφτεται ότι θα αργήσει πολύ να δεχτεί ξανά να πραγματοχρονοβιώσει κάτι με τον “πραγματικό” Τζων, έναν Τζων που δεν τον έβρισκε πια ίδιο με τον σύζυγό της στις παλιές ταινίες, έναν Τζων που δεν ήταν σίγουρη ότι ήθελε να τον ξέρει.
Στο κάτω-κάτω, σκέφτηκε, καθώς γύρισε το κουμπί στη Βασίλισσα Ελισάβετ, το αγαπημένο της ιστορικό σήριαλ γι’ αυτή την εποχή, κάτι τέτοιο θα μπορούσε να της αχρηστέψει τις οικιακές της κασέτες με τον Τζων, και τότε τι θα έκανε αν δεν μπορούσε πια να ζει άνετα στο ίδιο της το παρελθόν;
Τώρα βρισκόταν ήδη καθισμένη στο θρόνο της, είχε βραδιάσει και ο σερ Γουώλτερ Ράλεϋ υποκλινόταν μπροστά της μ’ ένα παιδικό σπίθισμα στα μάτια που την έκανε να αναριγεί από ευχαρίστηση.
Μέσα σ’ ένα τεράστιο, μαρμάρινο ρωμαϊκό λουτρό ο Τζων κυλιόταν ανάμεσα σε γυμνά δεκαπεντάχρονα κορίτσια. Με την επαναληπτική του Ρέμιγκτον σκότωνε ινδιάνους σαν σπουργίτια. Αρπαγμένος από ένα κλαδί έκανε κούνια πάνω από μια ζούγκλα γεμάτη δεινοσαύρους. Αφήνοντας πίσω μακριά τους άλλους, έπαιρνε πρώτος την τελική στροφή στο Γκραν Πρι του Μονακό.
Ανία και πλήξη! Νευριασμένος ο Τζων πάτησε το ένα μετά το άλλο τα κουμπιά των καναλιών, ανίκανος να βρει κάτι που να τραβήξει την προσοχή του. Τι φρικτή εποχή κι αυτή, ακόμα χειρότερη κι από την προηγούμενη! Ούτε ένα πρόγραμμα περιπέτειας δεν είχε τίποτα το πρωτότυπο. Τα πορνοκανάλια του έφερναν στο μυαλό την Έντνα και την αναθεματισμένη άρνησή της για οτιδήποτε ήταν ακόμη ικανό να τον ερεθίσει. Όσο για τις παλιές οικιακές ταινίες, ήξερε εκ πείρας ότι τον έκαναν έξω φρενών.
Φυσικά είχε ένα μεγάλο αρχείο από κλαsσικές εγγραφές και ειδικά κατασκευασμένες επιλογές από το οποίο μπορούσε να αντλήσει όταν η πραγματοχρονοβίωση γινόταν βαρετή, κι έτσι άρχισε να φυλλομετράει το βίντεξ του, ψάχνοντας απελπισμένα για κάτι που θα γέμιζε αυτό το χρονικό διάστημα.
Πετώντας με το ατομικό διαστημικό καταδιωκτικό του πάνω από μια εξωγήινη γυάλινη πόλη, έβλεπε το κρουστικό του κύμα να συντρίβει τους κρυστάλλινους πύργους καθώς υψωνόταν για να συναντήσει τους αντιπάλους του. Αρμενίζοντας με ανοιχτά πανιά κυνηγούσε το πλούσιο εμπορικό πλοίο. Εμπρός παιδιά, βαράτε, μ’ όλα τα κανόνια! Στο παζάρι πουλιόταν σαν σεξουαλικός σκλάβος μπροστά σ’ ένα πλήθος ξαναμμένες γυναίκες. Έκανε αεροπλανικές ακροβασίες γύρω από έναν ουρανοξύστη με την Λόις Λέην στην αγκαλιά του.
Ήταν αλήθεια πως η βιβλιοθήκη του διέθετε μερικές διαλεχτές ταινίες, αλλά τις είχε παίξει τόσο πολύ μέσα στις ατέλειωτες εποχές, που κι η παραμικρή τους λεπτομέρεια του φαινόταν χαραγμένη στην πραγματοχρονική του μνήμη. Είχε χάσει την ικανότητα να ξαφνιάζει τον εαυτό του ακόμη και με τη χυδαιότητά του, και ήταν αναγκασμένος να πηγαίνει όλο και πιο μακριά για να αποτρέψει… να αποτρέψει… να αποτρέψει…
Εμπρός, Ελαφρά Ταξιαρχία! Χιλιάδες δεκαπεντάχρονες γκρούπι όρμησαν ουρλιάζοντας πάνω στη σκηνή, του άρπαξαν την κιθάρα του, του ξέσκισαν τα ρούχα: “Ειλικρινά, Σκάρλετ“, είπε καθώς εκείνη γονάτιζε μπροστά του, “δεν δίνω δεκάρα“.
Αν είχε τουλάχιστον η Έντνα την εξυπνάδα να του φερθεί σαν πραγματική σύζυγος! Αυτός έκανε ό,τι περνούσε από το χέρι του για να είναι πραγματικός σύζυγός της. Μήπως δεν την καλούσε τακτικά να πραγματοχρονοβιώσει μαζί του τα πορνοκανάλια και μήπως δεν φρόντιζε να διαλέγει τα πιο εξωτικά σεξουαλικά προγράμματα; Μήπως δεν την καλούσε σ’ όλα τα καλύτερα περιπετειώδη προγράμματά του; Δεν την είχε καλέσει στο πιο καλό του ειδικό πρόγραμμα φαγητού αντί για τις παλιές οικιακές κασέτες;
Έκανε ό,τι μπορούσε για να γίνεται η μέρα της ενδιαφέρουσα και γεμάτη εκπλήξεις’ κι αυτή, πώς του τα ανταπέδιδε όλα αυτά; Με παράπονα για τις βρώμικες σκέψεις του, με την επιμονή της να τον παγιδεύσει μέσα σ’ ένα απ’ αυτά τα γλυκανάλατα ιστορικά σήριαλ και με τη βαρετή επιθυμία της να χρονοβιώνει μαζί του τις ίδιες πάντα μουχλιασμένες οικιακές κασέτες. Τι νόημα είχε λοιπόν να αποσυρθεί κανείς στον Απόλυτο Τηλεοπτικό Παράδεισο, όταν φοβόταν τη χυδαιότητα, όταν επέμενε στο ρεαλισμό και δεν ζητούσε τίποτε άλλο από το να αναβιώνει ξανά και ξανά το ίδιο παλιό και βαρετό παρελθόν;
Διασχίζοντας με μεγάλες δρασκελιές τη ζούγκλα, ένας τεράστιος, τριχωτός γορίλας χτυπούσε το στήθος του κάνοντας τους ιθαγενείς να τρέχουν τρομοκρατημένοι. Εκτελώντας ένα βιαστικό ‘Ιμελμαν όρμησε ξωπίσω από τον Κόκκινο Βαρώνο με τα πολυβόλα να ξερνάνε φωτιά. ‘Ένα απολαυστικό τσιμπούκι από τη θρυλική Μαίριλυν Μονρόε.
Τι στην οργή, αυτή η ιδέα να αποσυρθούν στον Απόλυτο Τηλεοπτικό Παράδεισο πριν καλά-καλά κλείσουν τα εξήντα πέντε, ήταν ιδέα της Έντνα, είπε μέσα του ο Τζων, αν και κατά βάθος ήξερε πως αυτό δεν ήταν απόλυτα σωστό. Δεδομένου ότι τα παιδιά τους βρίσκονταν στην άλλη άκρη της χώρας και η οικονομία ήταν σε τέτοια χάλια και τίποτε το σημαντικό δεν γινόταν στην πραγματική τους ζωή, το μόνο πράγμα που τους εμπόδιζε να ανταλλάξουν τα χρήματα της Κοινωνικής Ασφάλισης με μια εφάπαξ πληρωμή διακοσίων χρόνων Απόλυτου Τηλεοπτικού Παραδείσου, ήταν η δουλειά του. Ο Τζων πίστευε τότε ότι αν δούλευε άλλα δέκα χρόνια και αποταμίευε με τον ίδιο ρυθμό, θα κατάφερναν να αγοράσουν πενήντα ακόμη χρόνια Παραδείσου. Όταν όμως το κόστος ζωής αυξήθηκε τόσο που δεν μπορούσε πια να αποταμιεύει… ε τότε πια δεν χρειαζόταν και πολύ κόπο για να πεισθεί, δεδομένου μάλιστα πως κυκλοφορούσε η φήμη ότι η Κοινωνική Ασφάλιση ήταν στα πρόθυρα της χρεοκοπίας και το πιο έξυπνο που είχε να κάνει κανείς ήταν να μπει στον Παράδεισο όσο ήταν ακόμη δυνατόν.
Τι αξία έχουν όμως διακόσια δέκα χρόνια Απόλυτου Τηλεοπτικού Παραδείσου, όταν η γυναίκα σου επιμένει να ζει με τις ατέρμονες ταινίες του παρελθόντος της; Πώς να διασκεδάσεις όταν δεν σου μένουν παρά τα προγράμματα των εκπομπών και η προσωπική σου φαντασία;
Έχοντας μόλις σώσει μια ξανθή καλλονή, κάνει έρωτα μαζί της πάνω στο καταματωμένο κορμί του σφαγμένου δράκοντα, αλλά η εικόνα αρχίζει να τρεμοπαίζει. Πηδάει από το αεροπλάνο με ανοιχτά τα χέρια σαν πουλί, μόνο που ο αέρας αρχίζει να μεταβάλλεται σ’ ένα παχύρρευστο υγρό που τον πνίγει. Ο Ταρζάν, βασιλιάς της Ζούγκλας, κάνει έρωτα σε μια ενθουσιασμένη λέαινα, αλλά ξαφνικά νιώθει μια δυσάρεστη πίεση στους βολβούς των ματιών.
Ω Θεέ μου, πάλι αυτή η αίσθηση! Εδώ και κάποιο διάστημα κάποιο πράγμα είχε αρχίσει να διαβρώνει τον Τζων Ρότζερς. Το ένιωθε καθαρά. Δεν ήξερε τι ήταν, ήξερε όμως πως δεν ήθελε να ξέρει τι ήταν.
Έχω βαρεθεί πια να είμαι υποχρεωμένος να γεμίζω όλα τα χρονικά κενά της μέρας μου με κάτι που πρέπει να διαλέξω μόνος μου, είπε ταραγμένος μέσα του. Βέβαια θα μπορούσε να χρονοβιώσει μαζί με την Έντνα και να την αφήσει να του γεμίσει εκείνη μερικά από τα χρονικά κενά, αλλά τα προγράμματά της του έφερναν εμετό.
Ο εραστής της αχόρταγης Αικατερίνης της Μεγάλης ένιωθε ένα κύμα ναυτίας να τον κατακλύζει, ακόμη και τη στιγμή που η όμορφη τσαρίνα τον γέμιζε χάδια. Η ψυχή του Ναπολέοντα ήταν γεμάτη με ακατονόμαστο φόβο, ακόμη και τη στιγμή που παρήλαυνε επικεφαλής της θριαμβικής εισόδου του στο Παρίσι. Γιατί η σκέψη που είχε χωθεί κλεφτά μέσα στο μυαλό του ήταν: τι θα γινόταν αν δεν διάλεγε τίποτα για να γεμίσει το χρονικό κενό; Ήταν δυνατόν; Θα εξακολουθούσε να βρίσκεται εκεί; Πού βρισκόταν;
Αυτά τα ερωτήματα τον πλημμύριζαν με μια τεράστια, άμορφη, απειλητική και πνιγερή φρίκη που τον αποσπούσε από το χαρακτήρα του κεντρικού ήρωα και τον έκανε να βλέπει ολόκληρη τη σκηνή σαν μέσα από το μάτι μιας βιντεοκάμερας: σειρές από στίγματα, πίεση πάνω στους βολβούς των ματιών του…
Ανατρίχιασε εσωτερικά. Σπασμωδικά γύρισε το κουμπί σ’ ένα οικιακό πορνό όπου η Έντνα κι αυτός έκαναν έρωτα πάνω στη χορταριασμένη πλαγιά ενός ηφαιστείου σε έκρηξη. Η Έντνα ούρλιαζε και τον καταριόταν και βογκούσε καθώς της το έχωνε βαθιά, αλλά… αλλά…
-“Έντνα, πρέπει να βγω από δω μέσα! Τι στην οργή εννοώ μ’ αυτό“;
Γεμάτος πανικό άνοιξε το κουμπί επικοινωνίας: “Έντνα, πρέπει να πραγματοχρονοβιώσω μαζί σου“, της είπε τσιριχτά! “Τώρα!”
-“Έχω συντονιστεί στο Κινεζικό Ιστιοφόρο, και είναι το καλύτερό μου ιστορικό σήριαλ“, παραπονέθηκε η φωνή της καθώς εκείνος συνέχιζε να χτυπιέται πάνω της, στη πλαγιά του ηφαιστείου.
-“Σε παρακαλώ Έντνα, πορνοκανάλι Οχτώ, έλα να το χρονοβιώσεις μαζί μου τώρα, αν δεν δεχτείς… αν δεν δεχτείς…” Ένα κύμα καυτής λάβας κατηφόρισε μουγκρίζοντας και αφρίζοντας από την κορυφή του βουνού καθώς η Έντνα προχωρούσε ακάθεκτη με μουγκρητά και βρομόλογα προς τον οργασμό.
-“Όχι τώρα Τζων, βλέπω το δικό μου πρόγραμμα“, είπε η μακρυνή φωνή της.
-“Έντνα! Έντνα! Έντνα!” ούρλιαξε ο Τζων πλημμυρισμένος από έναν πανικό που δεν τον καταλάβαινε, δεν ήθελε να τον καταλάβει.
-“Τζων!” Η φωνή έδειξε επιτέλους κάποιο ενδιαφέρον και φάνηκε να προέρχεται από την Έντνα που σφάδαζε και βογκούσε παραδομένη στους σπασμούς του οργασμού της καθώς το κύμα της λάβας τους τύλιγε μέσα στις ανώδυνες φλόγες. “Τζων, είσαι αηδιαστικός!” είπε η Έντνα στη στιγμή της κορύφωσης. “Αν θέλεις να χρονοβιώσεις μαζί μου, πρέπει να έρθεις σε μια οικιακή κασέτα, τώρα. Ταινία Ε“.
Ξετρελλαμένος από φόβο, θυμό και αυτοπεριφρόνηση, την ακολούθησε στην οικιακή ταινία. Βρέθηκαν καθισμένοι στην πίσω βεράντα του εξοχικού τους στη λίμνη και κοίταζαν την εξέδρα όπου τα παιδιά έπαιζαν ένα αυτοσχέδιο ουώτερ πόλο. Χριστέ μου…
-“Πες μου λοιπόν, τι είναι αυτό που σε αναστάτωσε, Τζων“, είπε η Έντνα με ήρεμη τυπικότητα, γεμίζοντάς του ένα ποτήρι λεμονάδα.
Ο Τζων δεν ήξερε τι να πει. Δεν ήξερε πώς να το αντιμετωπίσει. Δεν ήθελε καν να ξέρει τι είχε να αντιμετωπίσει. Μιλούσε σ’ ένα φάντασμα. Μιλούσε στη γυναίκα του που μιλούσε σ’ ένα φάντασμα. Μιλούσε…
-“Πρέπει να κάνουμε πιο συχνές πραγματοχρονοβιώσεις, Έντνα“, κατάφερε να πει τελικά. “Είναι σημαντικό. Δεν πρέπει να μένουμε μόνοι μας τόσο πολύ“.
-“Δεν έχω ιδέα για τι πράγμα μιλάς“, είπε νευρικά η Έντνα. “Όσο για την πραγματοχρονοβίωση, δεν έχω καμιά αντίρρηση να χρονοβιώνω τακτικά μαζί σου ορισμένα γεύματα, φτάνει να φέρεσαι σαν άνθρωπος. Εδώ. Στο σπίτι. Στο μήνα του μέλιτός μας. ‘H ακόμη και σε κάποιο καλό εστιατόριο. Όχι όμως σ’ αυτά τα αηδιαστικά προγράμματά σου Τζων, και αυτό ισχύει διπλά για τα πορνοκανάλια σου. Δεν σε καταλαβαίνω, Τζων. Έχεις γίνει διεστραμμένος. Μερικές φορές νομίζω πως αρχίζεις να τρελλαίνεσαι“.
Μια έκρηξη πολύχρωμου χιονιού θόλωσε στιγμιαία την παλιά ταινία. Η Έντνα συνέχισε να πίνει τη λεμονάδα της. Τα μάτια του Τζων έτσουζαν. Πνιγόταν.
-“Ώστε αρχίζω να τρελλαίνομαι, ε;” φώναξε βραχνά ο Τζων. “Και τι να πει κανείς για σένα, Έντνα, που ζεις στο παρελθόν και προσπαθείς να πείσεις τον εαυτό σου ότι ζούμε πραγματικά σ’ αυτό το παρελθόν, αντί για εδώ, σ’ αυτό… σ’ αυτό
-“Στον Απόλυτο Τηλεοπτικό Παράδεισο, Τζων” είπε κοφτά η Έντνα. “Όπου μπορούμε να προγραμματίζουμε όλες τις χρονικές στιγμές μας όπως μας αρέσει. Κι αν τα δικά μου προγράμματα δεν σου αρέσουν, δεν έχεις παρά να αποφεύγεις να τα χρονοβιώνεις μαζί μου! Όσο για τα δικά σου, αναρωτιέμαι πώς τα αντέχεις“.
-“Μα δεν τα αντέχω πια!” φώναξε ο Τζων καθώς ένας σκιέρ πέρασε από μπροστά τους τραβηγμένος από ένα κρις κραφτ. “Αυτό είναι που με τρελλαίνει“. Από κάπου ακουγόταν ο ήχος μιας παρτίδας σόφτμπωλ. Ένα 747 γλίστρησε στον ουρανό.
-“Μπαμπά! Μπαμπά!” φώναξαν τα παιδιά κουνώντας του το χέρι.
-“Αυτό όμως είναι χειρότερο!” ούρλιαξε ο Τζων απέναντι σε μια Έντνα νεανική και σφριγηλή μέσα στο μπικίνι της. Ένας γειτονικός σκύλος τους πλησίασε κουνώντας την ουρά του, και η Έντνα του έδωσε το χέρι της να το γλείψει. “Δεν είναι πραγματικά όλα αυτά, δεν είναι καν μια καθαρή φαντασίωση, είσαι νεκρή εδώ μέσα Έντνα, νεκρή και ζεις μέσα από τις παλιές ατέρμονες ταινίες σου κολυμπώντας μέσα σε… κολυμπώντας μέσα σε...”
Η ανάσα του κόπηκε. Η εικόνα ενός εμβρύου εμφανίστηκε και χάθηκε, εμφανίστηκε πάλι. Ένιωσε κάτι να κολλάει πάνω στο πρόσωπό του σαν ένας ωκεανός χρόνου που τον έπνιγε, που τον τραβούσε στα βάθη. Τίποτα δεν ήταν πραγματικό. Τίποτα εκτός απ’ αυτό που είχε γίνει η Έντνα και που μιλούσε μέσα από το νεκρό ομοίωμά της στην όχθη της λίμνης.
-“Σταμάτα, Τζων! Δεν θέλω ν’ ακούω άλλο τέτοιες αηδίες!
-“Για τ’ όνομα του Θεού, Έντνα, είμαστε νεκροί, δεν το βλέπεις; Είμαστε νεκροί και ταξιδεύουμε αιώνια μέσα στις ίδιες τις ταινίες μας και μόνο“.
-“Αντίο, Τζων“, είπε παγερά η Έντνα, πίνοντας άλλη μια γουλιά από τη λεμονάδα της. “Σε προτιμώ όπως ήσουν πριν!”
-“Έντνα! Έντνα! Μη διακόπτεις την κοινή χρονοβίωση! Είναι το μόνο που μας έχει απομείνει!
-“Τι θα ‘λεγες αγάπη μου, αν σου πρότεινα να μπούμε μέσα για λίγο απογευματινό έρωτα“;
Ένας κεραυνός σκίζει τον ουρανό. Αρχίζει να βρέχει. Η Έντνα γελά και ξεκουμπώνει το σουτιέν του μαγιό της.
-“Α, βράχηκα. Δεν φέρνεις μια πετσέτα να με σκουπίσεις“;
Σηκώνεται με πνιχτά γελάκια και πιάνοντας τον Τζων απο το χέρι τον οδηγεί μέσα.
-“Ω, όχι, όχι!” φώναξε ο Τζων καθώς το δικό του υποκειμενικό την ακολούθησε μέσα. Γιατί η Έντνα δεν βρισκόταν εκεί, κι αυτός θυμόταν κάθε σκηνή, κάθε γωνία, κάθε σπέσιαλ εφέ αυτού του προγράμματος. Κάτι μέσα του έσπασε. Έπρεπε να βγει από εδώ μέσα. Γύρισε το κουμπί του βίντεξ του στη γρήγορη τυχαία αναζήτηση, ανίκανος να βρει μόνος του πρόγραμμα για να γεμίσει αυτό το χρονικό διάστημα.
Με τη Μαίριλυν Μονρόε να του κάνει τσιμπούκι ταξιδεύει στο Σπάνις Μέην -το έμβρυο που κολυμπά στον αιώνιο αμνιόσακο- ένας γιγάντιος γορίλας κυνηγά φοβισμένος ιθαγενείς στο δείπνο με την Έντνα και τα παιδιά στη τραπεζαρία του σπιτιού τους -εκατομμύρια ηλεκτρονικές κουκίδες που τρεμοσβήνουν μέσα στα μάτια του- πετά σαν πουλί ανάμεσα στους ουρανοξύστες της Νέας Υόρκης και γύρω από τον Πύργο του Άιφελ -πνίγεται μέσα στον ωκεανό του χρόνου- επικεφαλής του ιππικού ορμά να στήσει τη σημαία στην Ιβοζίμα -πνευμόνια που λαχταρούν να βγουν σε μια επιφάνεια που δεν υπάρχει- δρασκελίζει τη πόρτα του διαστημόπλοιου αντικρίζοντας τον τριπλό ήλιο -παγιδευμένος για πάντα στη γλοιώδη κινούμενη άμμο- καταφθάνει στο χαρέμι του σουλτάνου με το περιπολικό του Βασιλιά Αρθούρου…
Ξύπνιος, ξύπνιος, ζωντανός για μια φρικτή, φοβερή στιγμή διαύγειας – κολυμπώντας και ασφυκτιώντας μέσα στην αμνιοτική κινούμενη άμμο με ακατανόητες εικόνες να πολιορκούν τα μάτια του – ξυπνώντας από ένα ατέλειωτο ασφυκτικό όνειρο σ’ ένα ατέλειωτο ασφυκτικό όνειρο που δεν λεει να διαλυθεί, δεν μπορεί να διαλυθεί, αλλιώς θα ήταν…
Ξιφομαχεί με τους σωματοφύλακες κρεμασμένος από ένα κλαδί στη ζούγκλα του Γκρέητ Μπάριερ Ρηφ με την Έντνα σε μια αιώρα να ουρλιάζει στο αποκορύφωμα του οργασμού μέσα στο χαρέμι με δώδεκα ουρί πετώντας στο διάστημα ουρλιάζοντας γύρω από τον τεράστιο δαχτυλιδοφορο Κρόνο ουρλιάζοντας μπροστά στο παγερό νεκρό μαύρο και γεμάτο φωσφορικά στίγματα αιώνιο κενο ασφυκτιώντας καθώς πνίγεται ουρλιάζοντας  Θεέ μου ω Θεέ μου ω Θεέ μου ω…
Καθώς έβγαινε απαλά από το υποκειμενικό της Βασίλισσας Ελισάβετ, ή Έντνα σκεφτόταν τον Τζων. Πότε είχε συμβεί αυτή η τελευταία φρικτή τους χρονοβίωση; Ήταν στην ίδια τηλεοπτική εποχή;
Είχε έρθει ώρα για φαγητό και η Έντνα προγραμμάτισε την ταινία δείπνου Γ. Αυτή, ο Τζων και τα παιδιά κάθονταν και έτρωγαν δείπνο Ευχαριστιών. Εκείνη φορούσε τα καλά της, τα παιδιά ήταν συγυρισμένα και καλοχτενισμένα, ο Τζων φορούσε κουστούμι.
Τζων: -“Η γέμιση είναι υπέροχη, αγάπη μου“!
Σαμυ: -“Μπορώ να φάω και το άλλο πόδι“;
Ελι: -“Δώσε μου τη σάλτσα“.
Εντνα: -“Τι ωραία που είναι να τρωμε όλοι μαζί ήσυχα το δείπνο των Ευχαριστιών, δεν συμφωνείς, Τζων“;
Η Έντνα αισθανόταν τόσο καλά, τόσο συμφιλιωμένη με τον εαυτό της, με την οικογένειά της, με τον κόσμο. Θα ‘πρεπε να καλέσω τον Τζων να πραγματοχρονοβιώσει μαζί μου αυτό το υπέροχο δείπνο των Ευχαριστιών, σκέφτηκε μητρικά. Πρέπει πραγματικά να του δώσω μια τελευταία ευκαιρία να φερθεί σαν σωστός πατέρας και σύζυγος.
Γεμάτη από αισθήματα Χριστιανικής φιλανθρωπίας γύρισε το κουμπί στο κανάλι του. “Τζων;” του φώναξε καθώς έτρωγε μια πιρουνιά λιωμένης γλυκοπατάτας με καστανή ζάχαρη, δίνοντας ταυτόχρονα το αλάτι στον χαμογελαστό σύζυγό της που δεν παρέλειψε να της δώσει ένα πεταχτό φιλί πάνω στη βέρα της. “Έχω προγραμματίσει ένα δείπνο Ευχαριστιών με σένα και τα παιδιά και θα ‘θελα να φερθείς σαν καλός πατέρας και να το χρονοβιώσεις μαζί μας“.
Δεν ακούστηκε τίποτα από το κανάλι της φωνής, ενώ ο Τζων έδινε το άλλο πόδι της γαλοπούλας στον Σάμυ. Μετά, καθώς ο Σάμυ το έπαιρνε και το δάγκωνε με παιδική λαιμαργία, ο Τζων ούρλιαξε.
Ήταν μια μακρόσυρτη, φρικτή, τρεμουλιαστή κραυγή που έκανε τα δόντια της Έντνας να τρίξουν και δηλητηρίασε τη στιγμή με αξέχαστη φρίκη.
-“Τζων Ρότζερ είσαι ένα κτήνος. Δεν σε αναγνωρίζω πια κι ούτε θέλω να σε ξέρω!” φώναξε η Έντνα απέναντι στο φοβερό ουρλιαχτό κι έκοψε την επαφή για πάντα.
Τζων: -“Μη καταπίνεις αμάσητο το φαγητό σου, Σάμυ, γιατί θα μεταμορφωθείς σε γαλοπούλα“.
Σαμυ (φωνή γαλοπούλας): -“Γλουγλουγλου“!
Γελάνε καλόκαρδα και oi τέσσερις.
Τζων: -“Αγάπη μου, δώσε μου κι άλλο λίγο αρακά. Παιδιά, τι λέτε, η μαμά σας δεν είναι η καλύτερη μαγείρισσα του κόσμου“;
Σάμυ και Ελι: -“Ναιαιαι, Μαμά“!
Η Έντνα έλαμπε ολόκληρη καθώς έδινε στον Τζων το μπολ με τον αρακά. Εκείνος της χαμογέλασε. Η Έντνα χαλάρωσε. Τι ωραίο που ήταν να τρως ένα όμορφο, πολιτισμένο δείπνο Ευχαριστιών με τον άντρα σου και την οικογένειά σου ακριβώς όπως το θέλεις!
Όλοι μαζί για πάντα με ηρεμία και αγάπη.
Αποφάσισε για μετά το δείπνο να βάλει ένα ρομαντικό πορνό. Θα συναντούσε τον Τζων σ’ ένα κομψό καφέ της παλιάς Βιέννης θα χόρευαν μαζί βαλς σε μια πολυτελή αίθουσα χορού, θα έπιναν σαμπάνια σε βάρκα στο Σηκουάνα και μετά θα έκαναν έρωτα πάνω σ’ ένα δέρμα αρκούδας μπρος στο αναμμένο τζάκι.
Η Έντνα ήξερε καλά ότι όλα θα ήταν τέλεια…
___________________________
Norman Spinrad
Prime Time (1980)
μτφρ.Μαρίνα Λώμη

Υποβολή απάντησης

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *