Wilmot John 2nd Earl of Rochester: Φιλοσοφημένος Ακόλαστος Ποιητής

Βιογραφικό

     Ο John Wilmot 2nd Earl of  Rochester (Τζων Γουίλμοτ 2ος κόμης Ρότσεστερ) ήταν Άγγλος ποιητής κι αυλικός της αποκατάστασης του βασιλιά Καρόλου Β’, που αντέδρασε ενάντια στον πνευματικό αυταρχισμό της πουριτανικής εποχής. Ενσάρκωσε αυτή τη νέα εποχή κι έγινε τόσο γνωστός για το ρακένδυτο τρόπο ζωής του όσο και για την ποίηση, αν και τα δύο ήτανε συχνά αλληλένδετα. Πέθανε εξ αιτίας σεξουαλικά μεταδιδόμενης λοίμωξης στα 33 του.
     Περιγράφηκε από τον σύγχρονό του Άντριου Μάρβελ ως “ο καλύτερος Άγγλος σατιρικός” και γενικά θεωρείται ο πιο σημαντικός ποιητής κι ο πιο μορφωμένος μεταξύ των εξυπνάκηδων της Αποκατάστασης. Η ποίησή του λογοκρίθηκε ευρέως στη διάρκεια της Βικτωριανής εποχής, αλλά γνώρισε αναβίωση από τη 10ετία του 1920 και μετά, με επανεκτιμήσεις από σημαντικές λογοτεχνικές προσωπικότητες όπως ο Graham Greene κι ο Ezra Pound. Η κριτικός Βίβιαν ντε Σόλα Πίντο συνέδεσε τον φιλελευθερισμό του με τον χομπσιανό υλισμό. Στη διάρκεια της ζωής του, ήτανε περισσότερο γνωστός για το A Satyr Against Reason and Mankind και παραμένει ένα από τα πιο γνωστά έργα του σήμερα.

    Γεννήθηκε 1η Απρίλη 1647 από την Anne και τον Henry Wilmot στο Ditchley Park του Oxfordshire, κοντά στο Woodstock. Ήταν το οικογενειακό κτήμα του 1ου συζύγου της Άννας, Sir Francis Henry Lee, που ‘χε πεθάνει το 1640. Ο Χένρι Γουίλμοτ έγινε βαρόνος Γουίλμοτ του Άντερμπερι τον Ιούνιο του 1642 κι έγινε αντιστράτηγος του 1643 πριν από το γάμο του με την Άννα το επόμενο έτος. Η οικογένειά της, ήταν εξέχουσα στην κοινοβουλευτική υπόθεση. Στη διάρκεια του 1644 διοίκησε το βασιλικό ιππικό σε σειρά σημαντικών μαχών. Στις 8 Αυγούστου απομακρύνθηκε από τη διοίκηση, φυλακίστηκε και στη συνέχεια εξορίστηκε για χρονικό διάστημα ως τιμωρία για τη προσπάθειά του να επιτύχει προσέγγιση μεταξύ του βασιλιά Καρόλου Α’ και του Κοινοβουλίου, σχέδιο που ‘μοιαζε προδοσία σε ορισμένους ανώτερους βασιλόφρονες. Η κρίση του Έντουαρντ Χάιντ, 1ου κόμη του Κλάρεντον, για άνθρωπο περήφανο και φιλόδοξο κι ανίκανο να ‘ναι ικανοποιημένος βασίστηκε στην αναγνώριση της σχεδόν πλήρους έλλειψης αυτοσυγκράτησης του Γουίλμοτ. Στο έργο του History of the Rebellion and Civil Wars in England (1702-1704), έγραψε ότι ο Wilmot έπινε σκληρά, αγαπούσε την ακολασία και μάλιστα εμπνεύστηκε στην άσκησή της. Επίσης, δεν εκτιμούσε υποσχέσεις, επαγγέλματα ή φιλίες, σύμφωνα με οποιουσδήποτε κανόνες τιμής ή ακεραιότητας. Αλλά βίωσε ενδοιασμούς από τη θρησκεία για να τον τρομάξει. Αυτή η βακχική, ευμετάβλητη φιγούρα -που απεικονίζεται σε μερικές αφηγήσεις ως ένας χαρούμενος, τολμηρός ιππέας- δεν ήταν, αναγκαστικά, παρούσα στη γέννηση του γιου του.
    Η μητέρα του, συμφωνούν όλες οι μαρτυρίες, ήταν ευσεβής, πουριτανική, ισχυρού χαρακτήρα και σκληρόμυαλη όσον αφορά τη προστασία της περιουσίας της. Το 1652 αναγκάστηκε να φύγει στην εξορία με τα παιδιά της. Ο Χάιντ (παρεμπιπτόντως, συγγενής της), διαχειριζόμενος τις βασιλικές περιουσίες από διάφορους σταθμούς στο εξωτερικό, έγραψε στον Χένρι, που κείνη την εποχή βρισκότανε στη Γερμανία για τις δουλειές του βασιλιά. Παρατήρησε, ότι ο γιος του Γουίλμοτ ανυπομονούσε για νέα του. Δεν είναι πιθανό να είδαν ποτέ πολύ ο ένας τον άλλο, παρά τις φαντασιώσεις ορισμένων ρομαντικών βιογράφων για μυστικές επισκέψεις από το Wilmot σε φυγή. Η Λαίδη Άννα επέστρεψε με τους γιους της στο Ντίτσλεϊ το 1656 για ν’ αμφισβητήσει τη προσπάθεια του Κοινοβουλίου να κατασχέσει τα κτήματά της. Μέχρι κείνη τη στιγμή ο σύζυγός της, χρησιμοποιώντας την εμπειρία του στη μεταμφίεση, δραπέτευσε από τις συνέπειες της εντελώς ανεπιτυχούς προσπάθειας να υποδαυλίσει βασιλική εξέγερση στη βόρεια Αγγλία. Πέθανε στην ηπειρωτική Ευρώπη στις 19 Φλεβάρη 1658, όντας σχεδόν εντελώς ξένος προς το γιο του, αλλά θέτοντας πρότυπο ζωής γι’ αυτόν που χαρακτηρίζεται από παληκαριά, ανασφάλεια, ακολασία κι αν ο Χάιντ έχει δίκιο, τεταμένη σχέση με τη θρησκεία. Δεδομένων των ταραγμένων καιρών, όμως, ο χαρακτήρας του John μπορεί να ‘χε προκύψει εντελώς ανεξάρτητα απ’ το παράδειγμα του πατέρα.
    Ο Paul Davis περιγράφει τον Henry ως θρύλο των Cavalier, τολμηρό bon vivant κι ήρωα πολέμου που μόνος του σχεδίασε τη μελλοντική διαφυγή του Charles II στην ήπειρο (συμπεριλαμβανομένης της διάσημης απόκρυψης σε βελανιδιά) μετά τη καταστροφική μάχη του Worcester το 1651. Από τα 7 του, δίδασκόταν ιδιωτικά, 2 χρόνια μετά παρακολούθησε το γυμνάσιο στο κοντινό Μπέρφορντ. Ο πατέρας του πέθανε το 1658 κι ο Τζον κληρονόμησε τον τίτλο του κόμη του Ρότσεστερ τον Απρίλη του ίδιου έτους. Το Γενάρη του 1660, έγινε δεκτός ως κοινός συνεργάτης στο Wadham College Οξφόρδης, νέο και συγκριτικά φτωχό κολλέγιο. Ενώ ήταν εκεί, λέγεται, πως ο 13χρονος έγινε ακόλαστος. Τον Σεπτέμβρη του 1661 του απονεμήθηκε τιμητικό Μ.Α. από τον νεοεκλεγέντα πρύτανη του πανεπιστημίου, Έντουαρντ Χάιντ, κόμη του Κλάρεντον, οικογενειακό φίλο.
     Ο Τζων διαδέχθηκε τον τίτλο του πατέρα -ανίσχυρο και φτωχό τίτλο- Φλεβάρη του 1658. Πολύτιμη περιουσία να άφηνε ο πατέρας στο νεαρό Ρότσεστερ, δεν θα ήτο δυνατόν κείνη την εποχή. Το 1650 ο Χένρι Γουίλμοτ είχε συνοδεύσει την άτυχη εκστρατεία του Καρόλου Β ́ στη Σκωτία, που κορυφώθηκε με ολοκληρωτική ήττα στα χέρια του Όλιβερ Κρόμγουελ στο Γουόρσεστερ το επόμενο έτος. Το επεισόδιο της απόδρασης του Καρόλου, που συχνά θυμάται και εξωραΐζει ο ίδιος, πιστώνει στον Γουίλμοτ κυρίως ότι έσωσε τον κύριό του σε αυτό το σημείο. Έτσι, ο Κάρολος Β ́ φιλοξένησε το 2ο κόμη του Ρότσεστερ με ιδιαίτερη εύνοια στην αποκατεστημένη αυλή κι υπέμεινε τις επακόλουθες βιαιοπραγίες κι υπερβολές του με αξιοσημείωτη, και περιστασιακά σκανδαλώδη, αυτοσυγκράτηση. Η αυλή επρόκειτο να ‘ναι σκηνή της άνθησής του. Όταν ο διάσημος αστρολόγος John Gadbury στο έργο του Ephemeris (1698) χαρτογράφησε το ωροσκόπιο του νεαρού John Wilmot, σημείωσε ότι οι κυρίαρχοι πλανήτες τονε σπρώχνανε στη ποίηση και σε μεγάλο απόθεμα ενεργών πνευμάτων. Αυτό που τον προετοίμαζε ο συνδυασμός των γονιών του ήταν, ίσως, το πιο αποφασιστικό.
     Ως πράξη ευγνωμοσύνης προς τον γιο του Ερρίκου, ο Κάρολος Β’ του απένειμε ετήσια σύνταξη 500 λιρών. Τον Νοέμβρη του 1661 ο Κάρολος έστειλε το Ρότσεστερ σε 3ετή περιοδεία στη Γαλλία και την Ιταλία και διόρισε τον γιατρό Άντριου Μπάλφουρ ως κυβερνήτη του. Αυτό τον εξέθεσε σε ασυνήθιστο βαθμό στην ευρωπαϊκή (ιδιαίτερα γαλλική) γραφή και σκέψη. Το 1664 ο Ρότσεστερ επέστρεψε στο Λονδίνο κι έκανε το επίσημο ντεμπούτο του στην αυλή Αποκατάστασης τα Χριστούγεννα. Έχει προταθεί από αρκετούς μελετητές ότι ο βασιλιάς ανέλαβε πατρικό ρόλο στη ζωή του Ρότσεστερ. Ο Κάρολος Β’ του πρότεινε γάμο με τη πλούσια κληρονόμο Ελίζαμπεθ Μάλετ. Οι συγγενείς της αντιτάχθηκαν στο γάμο με το φτωχό Ρότσεστερ, που συνωμότησε με τη μητέρα του για να την απαγάγει. Ο Samuel Pepys περιέγραψε την απόπειρα απαγωγής στο ημερολόγιό του στις 28 Μαΐου 1665:

   “Από εκεί στο Lady Sandwich’s, όπου, προς ντροπή μου, δεν είχα πάει πολύ καιρό πριν. Εδώ, της είπα μια ιστορία ότι ο Λόρδος Ρότσεστερ το ‘σκασε τη περασμένη Παρασκευή το βράδυ με τη κυρία Μάλετ, τη μεγάλη ομορφιά και τύχη του Βορρά, που είχε καθίσει στο Γουάιτ Χολ με τη κυρία Στιούαρτ και πήγαινε σπίτι στα καταλύματά της με τον παππού της, τον Λόρδο Χέιλι, με πούλμαν κι ήταν στο Charing Cross που αρπάχτηκε από άλογο και από πεζούς και τονε πήρανε βίαια και το βάλανε σε άμαξα με 6 άλογα και 2 γυναίκες προμήθευσαν να την υποδεχτούν και μεταφέρθηκαν. Μετά από άμεση καταδίωξη, ο Λόρδος Ρότσεστερ (που ο βασιλιάς είχε μιλήσει συχνά με τη κυρία, αλλά χωρίς επιτυχία) μεταφέρθηκε στο Uxbridge. αλλά η κυρία δεν έχει ακουστεί ακόμα κι ο βασιλιάς θυμωμένος και ο Κύριος του μήνυσε στον Πύργο“.


                                                 Ο Πατέρας του

     Ο 18χρονος Ρότσεστερ πέρασε 3 βδομάδες στον Πύργο κι αφέθηκε ελεύθερος μόνο αφού έγραψε μετανοημένη συγγνώμη στον βασιλιά. Προσπάθησε να εξιλεωθεί εθελοντικά για το ναυτικό στο Β’ Ολλανδικό Πόλεμο χειμώνα του 1665, υπηρετώντας υπό τον κόμη του Σάντουιτς. Το θάρρος του στη μάχη του Vågen, υπηρετώντας στο πλοίο του Thomas Teddeman, τον έκανε ήρωα πολέμου. Ευχαριστημένος με τη συμπεριφορά του, ο Κάρολος τονε διόρισε Κύριο Της Κρεβατοκάμαρας Μάρτη του 1666, γεγονός που του χορήγησε προνομιακά καταλύματα στο Γουάιτχολ και σύνταξη 1.000 λιρών ετησίως. Ο ρόλος περιελάμβανε, 1 βδομάδα στις 4, να βοηθά το βασιλιά να ντύνεται και να γδύνεται, να σερβίρει τα γεύματά του όταν δειπνεί ιδιωτικά και να κοιμάται στους πρόποδες του κρεβατιού του βασιλιά. Καλοκαίρι του 1666, επέστρεψε στη θάλασσα, υπηρετώντας στο HMS Victory υπό τον Έντουαρντ Σπράγκε. Έδειξε εξαιρετικό θάρρος στη μάχη, συμπεριλαμβανομένης της κωπηλασίας μεταξύ πλοίων πάλι κάτω από βαριά πυρά κανονιών, για να μεταδώσει τα μηνύματα του Spragge γύρω από το στόλο.
     Μετά την επιστροφή του συνέχισε το φλερτ στην Ελίζαμπεθ Μάλετ. Αψηφώντας τις επιθυμίες της οικογένειάς της, η Malet κλέφτηκε ξανά με το Rochester Γενάρη του 1667 και παντρεύτηκαν στο παρεκκλήσι του Knightsbridge. Απέκτησαν 4 παιδιά: τη λαίδη Άννα Γουίλμοτ (1669–1703), τον Τσαρλς Γουίλμοτ (1671–1681), τη λαίδη Ελίζαμπεθ Γουίλμοτ (1674–1757) και τη λαίδη Μάλετ Γουίλμοτ (1676–1708/1709). Οκτώβρη του 1667, ο μονάρχης χορήγησε στο Ρότσεστερ ειδική άδεια να εισέλθει στη Βουλή των Λόρδων νωρίς, παρά το γεγονός ότι ήταν 7 μήνες ανήλικος. Η πράξη ήτανε προσπάθεια να ενισχύσει τον αριθμό των υποστηρικτών του μεταξύ των Λόρδων. Η έφηβη ηθοποιός Nell Gwyn τον πήρε σχεδόν σίγουρα εραστή της. Μετά έγινε ερωμένη του Καρόλου, παρέμεινε δια βίου φίλη και πολιτική συνεργάτις κι η σχέση της με τον βασιλιά έδωσε στο Rochester επιρροή και κύρος στην Αυλή.
     Η ζωή του Ρότσεστερ μοιράστηκε μεταξύ της οικιακής ζωής στη χώρα και ταραχώδους ύπαρξης στο δικαστήριο, όπου ήτανε γνωστός για τη μέθη, τις ζωηρές συζητήσεις και τα υπερβολικά πανηγύρια ως μέρος της Εύθυμης Συμμορίας (όπως τα περιέγραψε ο Andrew Marvell). Η εύθυμη συμμορία άκμασε για περίπου 15 χρόνια μετά το 1665 και περιλάμβανε τον Henry JermynCharles Sackville κόμη του Dorset. John Sheffield κόμη του Mulgrave. Χένρι Κίλιγκρεου, Σερ Charles Sedley; οι θεατρικοί συγγραφείς William Wycherley και George Etherege και George Villiers, 2ο Δούκα του Μπάκιγχαμ. Ο Γκίλμπερτ Μπάρνετ έγραψε γι’ αυτόν ότι, “Για πέντε χρόνια μαζί ήταν συνεχώς μεθυσμένος… και δεν… τέλεια Κύριος του εαυτού του … που τον οδήγησε να κάνει πολλά άγρια κι ασύδοτα πράγματα“. Το ημερολόγιο του Pepys καταγράφει τέτοια περίπτωση στις 16 Φλεβάρη 1669, όταν ο Rochester προσκλήθηκε να δειπνήσει με τον βασιλιά και τον ολλανδό πρεσβευτή:

   “Ο βασιλιάς δείπνησε χθες στο ολλανδικό πρεσβευτή, μετά το δείπνο ήπιαν και ήταν αρκετά χαρούμενοι. και μεταξύ της υπόλοιπης συντροφιάς του βασιλιά υπήρχε αυτός ο άξιος συνάδελφος ο Λόρδος μου του Ρότσεστερ και ο Τομ Κίλιγκρεου, του οποίου η ευθυμία και το τρέλο προσέβαλαν τον πρώτο τόσο πολύ που έδωσε στον Τομ Κίλιγκριου ένα κουτί στο αυτί παρουσία του Βασιλιά, που προσβάλλουν πολύ τους ανθρώπους εδώ στο Δικαστήριο...”

     Οι ενέργειές του θεωρήθηκαν αδίκημα κατά του βασιλιά κι απαγορεύτηκε από την αυλή, αν κι ο βασιλιάς σύντομα ζήτησε την επιστροφή του. Το 1673, άρχισε να εκπαιδεύει την Ελίζαμπεθ Μπάρι ως ηθοποιό. Έγινε η πιο διάσημη ηθοποιός της ηλικίας της. Την πήρε ως ερωμένη του το 1675. Η σχέση διήρκεσε περίπου 5 χρόνια και γέννησε κόρη, πριν πέσει σε πικρία αφού ο Ρότσεστερ άρχισε να δυσανασχετεί με την επιτυχία της. Ο Ρότσεστερ έγραψε αργότερα: “Με ποιο πρόσωπο μπορώ να κλίνω / Να σε καταραστώ να είσαι μόνο δική μου; … Ζήσε σύμφωνα με τον ισχυρό σου νου / Και γίνε η ερωμένη της ανθρωπότητας“. Όταν ο σύμβουλος του βασιλιά και φίλος του Ρότσεστερ, Τζορτζ Βίλιερς, έχασε την εξουσία το 1673, η θέση του Ρότσεστερ έπεσε επίσης Στους εορτασμούς των Χριστουγέννων στο Whitehall κείνης της χρονιάς, έδωσε σάτιρα στον Κάρολο Β’, In the Isle of Britain -που επέκρινε το βασιλιά για εμμονή με το σεξ εις βάρος του βασιλείου του. Η αντίδραση του Καρόλου σ’ αυτή τη σατιρική απεικόνιση είχε αποτέλεσμα την εξορία του από την αυλή μέχρι τον Φλεβάρη. Στη διάρκεια αυτή κατοικούσε στο κτήμα του στο Adderbury. Παρ’ όλ’ αυτά, Φλεβάρη του 1674, μετά από πολλές αιτήσεις του, ο βασιλιάς τον διόρισε Ranger of Woodstock Park.


                                                  Η Νέλλυ Γκιν

     Τον Ιούνιο του 1675 “ο Ρότσεστερ μετά από μεθύσι σε παραλήρημα χτύπησε το dyill (δηλαδή το ηλιακό ρολόι) που βρισκότανε στη μέση του Privie Garding, που εκτιμημόταν ως το σπανιότερο στην Ευρώπη. Ο John Aubrey έμαθε τι είπε ο Rochester με αυτή την ευκαιρία όταν συνήρθε από τα γλέντια του με τον Charles Sackville, τον Λόρδο Buckhurst και τον Fleetwood Sheppard για να δει το αντικείμενο: “Τι … Στέκεσαι εδώ για να γαμήσεις τον χρόνο; Κατάρα, πιάστε δουλειά“. Εικάζεται ότι το σχόλιο δεν αναφέρεται στο ίδιο το καντράν, που δεν ήταν φαλλικό στην εμφάνιση, αλλά σε πίνακα του βασιλιά δίπλα στο καντράν που απεικόνιζε το φαλλικό σκήπτρο του. Ο Ρότσεστερ εγκατέλειψε ξανά την Αυλή κι έπεσε ξανά σε δυσμένεια το 1676. Στη διάρκεια μιας συμπλοκής αργά το βράδυ με τη νυχτερινή φρουρά, ένας από τους συντρόφους του, ο Ρότζερ Ντάουνς, σκοτώθηκε σε συμπλοκή. Ο Ρότσεστερ αναφέρθηκε ότι εγκατέλειψε τη σκηνή του συμβάντος κι η θέση του με τον μονάρχη έφτασε στο χαμηλότερο επίπεδο όλων των εποχών. Μετά από αυτό κατέφυγε για λίγο στο Tower Hill, όπου υποδύθηκε έναν κομπογιαννίτη. Κάτω από αυτό το πρόσωπο, ισχυρίστηκε ότι ήταν ικανός στη θεραπεία της στειρότητας κι άλλων γυναικολογικών διαταραχών. Ο Gilbert Burnet σημείωσε με πικρία ότι η πρακτική του δεν ήταν χωρίς επιτυχία, υπονοώντας τη μεσιτεία του εαυτού του ως κρυφού δότη σπέρματος. Σε ορισμένες περιπτώσεις, ανέλαβε επίσης το ρόλο της σοβαρής και μητρικής κυρίας Μπέντο, πιθανώς για να μπορεί να επιθεωρεί τις νεαρές γυναίκες ιδιωτικά χωρίς να προκαλεί τις υποψίες των συζύγων τους.
     Στα 33 του, πέθαινε από αυτό που συνήθως περιγράφεται ως επιπτώσεις της τριτογενούς σύφιλης, της γονόρροιας ή άλλων αφροδισίων ασθενειών, σε συνδυασμό με τις επιπτώσεις του αλκοολισμού. Η Carol Richards το αμφισβήτησε, υποστηρίζοντας ότι είναι πιο πιθανό να πέθανε από νεφρική ανεπάρκεια λόγω χρόνιας νεφρίτιδας (νόσος του Bright). Η μητέρα του κανόνισε να τον παρακολουθήσουνε τις τελευταίες βδομάδες οι θρησκευτικοί συνεργάτες της, ιδιαίτερα ο Γκίλμπερτ Μπάρνετ, αργότερα επίσκοπος του Σόλσμπερι. Αφού άκουσε για την αποχώρηση του Burnet από το πλευρό του, ο Rochester μουρμούρισε τα τελευταία του λόγια: “Με άφησε ο φίλος μου; Τότε θα πεθάνω σύντομα“. Νωρίς το πρωί στις 26 Ιουλίου 1680, πέθανε “χωρίς ρίγος ή ήχο”. Θάφτηκε στην εκκλησία Spelsbury στο Oxfordshire.
     Αποκήρυξη του φιλελευθερισμού και της μεταστροφής στον αγγλικανικό χριστιανισμό, μερικά αποσπάσματα της ζωής και του θανάτου του αξιότιμου John Wilmot κόμη του Ρότσεστερ, δημοσιεύθηκε από τον αιδεσιμότατο Burnet. Επειδή αυτή η αφήγηση εμφανίζεται στα γραπτά του ίδιου του Burnet, η ακρίβειά της έχει αμφισβητηθεί απ’ ορισμένους μελετητές, που τονε κατηγορούν ότι διαμόρφωσε την αφήγηση της καταγγελίας του Ρότσεστερ για τον φιλελευθερισμό για να ενισχύσει τη δική του φήμη. Από την άλλη, ο Graham Greene, στη βιογραφία του Wilmot, αποκαλεί το βιβλίο του Burnet πειστικό.
     Το ποιητικό έργο του ποικίλλει ευρέως στη μορφή, το είδος και το περιεχόμενο. Ήταν μέρος ενός όχλου κυρίων που έγραφαν με ευκολία, που συνέχισαν να παράγουνε ποίηση σε χειρόγραφα κι όχι σ’ εκδόσεις. Κατά συνέπεια, μερικά από τα έργα του ασχολούνται μ’ επίκαιρες ανησυχίες, όπως σάτιρες αυλικών υποθέσεων σε συκοφαντίες, σε παρωδίες του στυλ των συγχρόνων του, όπως ο Sir Carr Scrope. Είναι επίσης αξιοσημείωτο το αυτοσχέδιο πειραχτικό επίγραμμά του για το βασιλιά Κάρολο Β’:

Έχουμε έναν αρκετά
πνευματώδη βασιλιά,

που στον λόγο του
κανείς μας δεν βασίζεται.

Ποτέ δεν είπε μιάν ανοησία,
μα ούτε κι έκανε καμμιά σοφία.


                                             Elizabeth Μalet

     Ο Κάρολος υποτίθεται ότι απάντησε: “ Είν’ αλήθεια, γιατί τα λόγια μου είναι δικά μου, αλλά οι πράξεις μου είν’ αυτές των υπουργών μου“.
     Η ποίησή του εμφανίζει γνώση κι επιρροές. Αυτές περιελάμβαναν απομιμήσεις των Malherbe, Ronsard και Boileau. Επίσης μετέφρασε ή διασκεύασε κλασσικούς συγγραφείς όπως ο Πετρώνιος, ο Λουκρήτιος, ο Οβίδιος, ο Ανακρέων, ο Οράτιος κι ο Σενέκας. Τα γραπτά του ήτανε ταυτόχρονα θαυμαστά και διαβόητα. Ο Σάτυρος εναντίον της ανθρωπότητας (1675), από τα λίγα ποιήματα που δημοσίευσε (σε ευρεία έκδοση το 1679), είναι καυστική καταγγελία του ορθολογισμού και της αισιοδοξίας που αντιπαραβάλλει την ανθρώπινη δολιότητα με τη ζωώδη σοφία. Το μεγαλύτερο μέρος της ποίησής του δε δημοσιεύθηκε με τ’ όνομά του παρά μόνο μετά το θάνατο. Επειδή τα περισσότερα από τα ποιήματά του κυκλοφόρησαν μόνο σε χειρόγραφη μορφή στη διάρκεια της ζωής του, είναι πιθανό ότι μεγάλο μέρος της γραφής του δεν σώζεται. Ο Burnet ισχυρίστηκε ότι η εμπειρία μεταστροφής του τον οδήγησε να ζητήσει να καούν όλα τα βέβηλα κι άσεμνα γραπτά του. Δεν είναι σαφές πόσα από τα γραπτά του καταστράφηκαν.
     Ο Ρότσεστερ ενδιαφερόταν επίσης για το θέατρο. Εκτός απ’ το ενδιαφέρον του για τις ηθοποιούς, έγραψε μια προσαρμογή του Βαλεντινιανού του Φλέτσερ (1685), σκηνή για τη Κατάκτηση της Κίνας του Σερ Ρόμπερτ Χάουαρντ, πρόλογο στην Αυτοκράτειρα του Μαρόκου (1673) του Elkanah Settle κι επιλόγους στο Love in the Dark (1675) του Sir Francis Fane, στο Circe, a Tragedy του Charles Davenant (1677). Το πιο γνωστό δραματικό έργο που του αποδίδεται όμως, τα Σόδομα ή την Πεμπτουσία της Ακολασίας, δεν έχει ποτέ αποδειχθεί επιτυχώς ότι γράφτηκε απ’ αυτόν. Οι μεταθανάτιες εκτυπώσεις των Σοδόμων, ωστόσο, οδήγησαν σε διώξεις για αισχρότητα και καταστράφηκαν. Στις 16 Δεκεμβρη 2004, από τα λίγα σωζόμενα αντίγραφα των Σοδόμων πωλήθηκε από τον οίκο Sotheby’s για 45.600 λίρες. Τα γράμματά του προς τη σύζυγό του και τον φίλο του Χένρι Σάβιλ δείχνουν αξιοθαύμαστη μαεστρία της εύκολης, καθομιλουμένης πεζογραφίας.
     Η υποτροφία έχει εντοπίσει περίπου 75 αυθεντικά ποιήματά του. 3 μεγάλες κριτικές εκδόσεις του στον 20ό αι. έχουν υιοθετήσει πολύ διαφορετικές προσεγγίσεις για τη πιστοποίηση και την οργάνωση του κανόνα του. Η έκδοση του David Vieth του 1968 υιοθετεί έντονα βιογραφική οργάνωση, εκσυγχρονίζοντας την ορθογραφία κι επικεφαλίζοντας τα τμήματα του βιβλίου του Prentice WorkEarly Maturity, Tragic Maturity και Disillusionment & Death. Η έκδοση του Keith Walker (1984) υιοθετεί προσέγγιση βασισμένη στο είδος, επιστρέφοντας στις παλαιότερες ορθογραφίες και τυχαίες σε προσπάθεια να παρουσιάσει έγγραφα πιο κοντά σ’ αυτά που θα ‘χε λάβει κοινό του 17ου αι. Στην έκδοση του Harold Love στο Oxford University Press (1999), το επιστημονικό πρότυπο, σημειώνει την ιστορία του variorum ευσυνείδητα, αλλά οργανώνει έργα σε τμήματα του είδους που ταξινομούνται από το ιδιωτικό στο δημόσιο.
     Ο Ρότσεστερ ήτανε πρότυπο για σειρά από ήρωες σε έργα της εποχής, όπως ο Don John στο The Libertine του Thomas Shadwell (1675) κι ο Dorimant στο The Man of Mode (1676) του George Etherege. Εν τω μεταξύ, εγκωμιάστηκε από τους συγχρόνους του, όπως η Aphra Behn κι ο Andrew Marvell, που τονε περιγράψαν ως τον μόνο άνθρωπο στην Αγγλία που ‘χε την αληθινή φλέβα της σάτιρας. Ο Ντάνιελ Ντεφόε τον ανέφερε στο Moll Flanders και τονε συζήτησε σ’ άλλα έργα. Ο Βολταίρος, που είπε για το Ρότσεστερ ως άνθρωπος της ιδιοφυΐας, ο μεγάλος ποιητής, θαύμαζε τη σάτιρά του για την ενέργεια και τη φωτιά και μετέφρασε μερικές γραμμές στα γαλλικά για να επιδείξει τη λαμπερή φαντασία που μόνο η κυριότητά του μπορούσε να καυχηθεί.
     Μέχρι τη 10ετία 1750, η φήμη του υπέφερε καθώς η φιλελευθερότητα της εποχής της Αποκατάστασης υποχώρησε. Ο Σάμιουελ Τζόνσον τον χαρακτήρισε ως άχρηστο κι έκλυτο. Ο Horace Walpole τονε περιέγραψε ως άνθρωπο που οι μούσες αρέσκονταν να εμπνέουν αλλά ντρέπονταν να ομολογήσουν. Παρά τη γενική περιφρόνηση, ο Γουίλιαμ Χάζλιτ σχολίασε ότι οι στίχοι του κόβονται και λάμπουν σαν διαμάντια, ενώ τα επιγράμματά του ήταν τα πιο πικρά, τα λιγότερο κοπιαστικά και τα πιο αληθινά που γράφτηκαν ποτέ. Αναφερόμενος στη προοπτική του, ο Χάζλιτ έγραψε ότι η περιφρόνησή του για όλα όσα σέβονται οι άλλοι ισοδυναμεί σχεδόν με υποτέλεια. Εν τω μεταξύ, ο Γκαίτε παρέθεσε το Ένας Σάτυρος εναντίον της Λογικής και της Ανθρωπότητας στα αγγλικά στην Αυτοβιογραφία του. Παρ’ όλ’ αυτά, το έργο του αγνοήθηκε σε μεγάλο βαθμό καθ’ όλη τη βικτωριανή εποχή.


                                                   Ο Κάρολος ΙΙ

     Η φήμη του θα αρχίσει ν’ αναβιώνει μετά τη 10ετία του 1920. Ο Έζρα Πάουντ, στο ABC of Reading, συνέκρινε τη ποίησή του ευνοϊκά με πιο γνωστές προσωπικότητες όπως ο Αλεξάντερ Πόουπ κι ο Τζον Μίλτον. Ο Graham Greene τονε χαρακτήρισε ως κακομαθημένο πουριτανό. Αν κι ο F.R. Leavis υποστήριξε ότι δεν είναι μεγάλος ποιητής οποιουδήποτε είδους, ο William Empson τονε θαύμαζε. Πιο πρόσφατα, η Germaine Greer αμφισβήτησε την εγκυρότητα της εκτίμησής του ως μεθυσμένου ακόλαστου και χαιρέτισε την ευαισθησία ορισμένων από τους στίχους του. Συμπεριλήφθηκε στο #6 του Time Out Top 30 chart of London’s most erotic writers. Ο Τομ Μόρις, αναπληρωτής διευθυντής του Εθνικού Θεάτρου, δήλωσε: “Ο Ρότσεστερ μου θυμίζει ανυπότακτο λαθροκυνηγό, που κινείται αθόρυβα μες στη νύχτα και φωτογραφίζει κάθε σύμβαση που κινείται“. Ο επίσκοπος Burnett, που τον υποχρέωσε σε απίθανη μετάνοια στο νεκροκρέβατο, είπε ότι δεν ήτανε σε θέση να εκφράσει οποιοδήποτε συναίσθημα χωρίς όρκους κι αισχρότητες. Έμοιαζε πανκ με παλτό. Αλλά μόλις σκοτωθούν οι ψάθινες κούκλες, ο Ρότσεστερ γιορτάζει σε δικό του σεξουαλικό τοπίο“.
     Η ποίησή του, με τους διαυγείς ερωτικούς στίχους, τα λαμπούνια, τα μπουρλέσκ και τις αιχμηρές σάτιρες, έχει διάρκεια. Το φιλοσοφικό και θρησκευτικό υπόβαθρο -που συχνά ανιχνεύεται στη βαθειά αηδία και τις μισάνθρωπες συμπεριφορές, στην άλλη όψη της αριστοκρατικής ξεγνοιασιάς- έχει γοητεύσει ιδιαίτερα τους σύγχρονους αναγνώστες. Η ποιητική δεξιοτεχνία του είναι επανειλημμένα εμφανής στην υπαινικτικότητα και τη παρωδία που φέρει στο στίχο. Ότι εξυμνήθηκε απ’ τους συγχρόνους του για τις αυτοσχέδιες αναφορές του στο στίχο δε θα φανεί, στους αναγνώστες που έχουνε δοκιμάσει τους καρπούς της διάνοιάς του, υπερβολικούς επαίνους, όσο μακρυνά λαμπερός κι απίθανα θεατρικός πρέπει να φαίνεται τώρα ο κόσμος του. Κατατάχθηκε ως ποιητής 2ος μόνο μετά τον John Dryden, κρίση που αποδόθηκε τόσο στην ιδιοφυΐα του όσο και στη σκανδαλώδη ασέλγειά του. Η εντυπωσιακή γνώμη του Marvell, όπως καταγράφηκε από τον John Aubrey στο έργο του Brief Lives (1813), είναι σίγουρος οδηγός για τη καρδιά της απήχησής του στις εγγράμματες τάξεις: “Ο κόμης ήταν ο μόνος στην Αγγλία που είχε αληθινή φλέβα Σατύρου“.
     Οι ιδιωτικές επιστολές του, πιο ολοκληρωμένες κι ακριβείς τώρα από ποτέ, δεν έλειψαν ποτέ από τους αναγνώστες. Είναι καλός ανταποκριτής -εν μέρει λόγω της φαινομενικής απροσεξίας του γι’ αποτέλεσμα και της συνακόλουθης απροθυμίας του προσώπου του κι εν μέρει για τον αντίθετο λόγο, δηλαδή τη μελετημένη τυπικότητα της προσφώνησης (για παράδειγμα, σ’ ερωμένη) και τη διασκεδαστική επιείκεια στις προσποιήσεις και τις υποκρισίες της κοινωνικής συμπεριφοράς. Σ’ όλα τα γραπτά του, εκτός από τους διαχρονικούς ερωτικούς στίχους, μεταφέρει την αναζωογονητική αίσθηση ενός ματιού που έχει δει μέσα από το άθλιο επίχρισμα της ανθρώπινης συμπεριφοράς κι όμως απολαμβάνει τις αμφιθυμίες του. Το γεγονός ότι τέτοιος άνθρωπος εναλλάξ γοήτευσε και προκάλεσε την οργή του κυρίου του, του Καρόλου, δεν πρέπει να απορεί. Η φήμη του είναι εξ ίσου άνιση. Άλλοτε ηθικοί προβληματισμοί, άλλοτε αισθητικοί ή φιλοσοφικοί, κυριαρχούνe στις εκτιμήσεις για τη θέση του στη λογοτεχνία. Ενώ η διάλυσή του έχει οδηγήσει κατά καιρούς σε αποστροφή και την παρ’ ολίγον έκλειψη του έργου του, στη διάρκεια της ζωής του ήταν ο μηδενιστικός αθεϊσμός του που ανησύχησε και διαταράχθηκε πιότερο. Γι’ αυτό, η έκθεση του επισκόπου Gilbert Burnet σχετικά με τη συζήτηση του Ρότσεστερ μαζί του, Some Passages (1680), έγινε μπεστ σέλλερ. Μετέπειτα έκδοση του έργου του Burnet έχει τον εύστοχο τίτλο LibertineΈνας καθρέφτης για τους άθεους (1690). Αν κρίνει κανείς από τον πολλαπλασιασμό των εκτυπώσεων, τα γραπτά του ίδιου του Ρότσεστερ παρέμειναν πολύ δημοφιλή καθ’ όλη τη διάρκεια του 1ου μισού του 18ου αι. Η φήμη του έφτασε στο σημείο που ο Βολταίρος μπορούσε να γράψει στο Lettres philosophiques (1734), “Tout le monde connoit de réputation le Comte de Rochester” (Όλοι γνωρίζουν τη φήμη του κόμη του Ρότσεστερ).


                                                       Nell Gwyn

     Πρόσθεσε ότι οι συγγραφείς κουτσομπολιού τον έχουν απεικονίσει ως άνθρωπο της ευχαρίστησης, αλλά θα ‘θελε να κάνει γνωστή την ιδιοφυΐα, του μεγάλου ποιητή. Η διάδοση της εικόνας που ήθελε να διορθώσει οφείλει πολλά στα Mémoires de la Vie du Comte de Grammont (1713, μεταφρασμένο ως Memoirs of the Life of Count de Grammont, 1714). Γραμμένα από τον κουνιάδο του Philibert de Gramont, Anthony Hamilton, πιθανώς από υπαγόρευση του ίδιου του Gramont, αυτά τα αστικά και διασκεδαστικά ανέκδοτα χρησιμοποιούνται σχεδόν σε κάθε βιογραφικό σημείωμα του Rochester, αν κι η αξιοπιστία τους είναι ύποπτη. Ομοίως, τα απομνημονεύματα του Ρότσεστερ με τη μορφή επιστολής του Seigneur de Saint-Evrémond προς την Hortense Mancini, Δούκισσα του Μαζαρίνου, που εμφανίστηκαν στην έκδοση του 1707 των έργων του Ρότσεστερ, θεωρούνται τώρα αμφίβολα στην απόδοση και, σε κάποιο βαθμό, παραπλανητικά. (Απορρίπτεται από τον εκδότη του Saint-Evrémond, Pierre Des Maizeaux) Ωστόσο, τέτοια σχεδόν σύγχρονα πορτραίτα του συγγραφέα στο κοινωνικό του περιβάλλον παρέχουνε πολύτιμες αναφορές στην εποχή, συμπεριλαμβανομένης της απόλαυσης της χαριτωμένης υπερβολής, το κατώφλι της σάτιρας. Το πόση ζήτηση είχανε τέτοια ανέκδοτα μεταξύ των θεατών μεσαίων τάξεων θα μπορούσε να υποδειχθεί από βιαστικά συνταχθέντες τόμους όπως το JESTS: OR, Wit Refin’d του Pinkethman. Όντας πρωτοχρονιάτικο δώρο για νέους κυρίους και κυρίες (1721). Αυτή η συλλογή φιλοδοξούσε ν’ αντληθεί από τα γραπτά των μεγαλύτερων ιδιοκτητών της εποχής, όπως ο Ben Jonson, ο Rochester κ.ά., “προσαρμοσμένοι στη συνομιλία των ανθρώπων του καλύτερου γούστου“. Σε τέτοιες γραμμές – ζωή εναντίον εργασίας -η φήμη του τεντώνεται ή διαιρείται. Η συνετή αφήγησή του στο έργο του Σάμιουελ Τζόνσον Lives of the Poets (1779-1781) δίνει τόσο αποδοκιμασία για τις άγριες φάρσες, τις σάλπιγγες της υπερβολής και τη λάμψη του γενικού χαρακτήρα του, όσο και κάποιους επαίνους για τα έργα του (ειδικά όταν μιμούνται τους κλασσικούς προς όφελος), με συγκρατημένους επαίνους για μυαλό, που η μελέτη θα μπορούσε να οδηγήσει στην αριστεία..
     Ο Αλεξάντερ Πόουπ εντόπισε στο Ρότσεστερ τους υπαινιγμούς ποιητικής πρακτικής προσαρμογής κλασσικών κι άλλων (συνήθως νεοκλασσικών) έργων με λεπτότητα στο αγγλικό ηρωικό δίστιχο, το οποίο ο ίδιος επρόκειτο να φέρει στη τελειότητα. Για τους ανθρώπους τέλη 18ου αι. κι αρχές του επόμενου, ωστόσο, το είδος της επίπληξης που προτείνεται στην Ιστορία της Μεγάλης Βρεττανίας του David Hume (1754-1757) κυριάρχησε: “το ίδιο το όνομα του Ρότσεστερ είναι προσβλητικό για τα μέτρια αυτιά“. Η επακόλουθη παραμέληση του έργου του ανακουφίστηκε μόνο λόγω της ύστερης ρομαντικής οικειοποίησης της ζωής του. Δεν είναι ασυνήθιστο να γίνονται συγκρίσεις από σχολιαστές του 19ου αι. μεταξύ του Τζορτζ Γκόρντον, του Λόρδου Βύρωνα και του Ρότσεστερ, που ‘φτασε να θεωρείται ρομαντική φιγούρα και τύπος ξένου. Σ’ αυτό το πλαίσιο του ρομαντισμού, έχει μεγάλο ενδιαφέρον ότι ο Giuseppe Verdi (που θα χρησιμοποιούσε δις το έργο του Byron) επέλεξε Ρότσεστερ ήδη από τον Ιούλιο του 1835 ως θέμα της 1ης του όπερας. Αλλά αυτό που ‘μελλε να ‘ναι το Rocester του έγινε το Oberto του όταν η δράση μεταφέρθηκε από την Αγγλία της Αποκατάστασης στη μεσαιωνική Ιταλία. Η πιθανή πηγή έμπνευσής του είναι το γαλλικό δράμα σε 3 πράξεις, Rochester, των Benjamin Antier και Théodore Nezel, που δημοσιεύθηκε στο Παρίσι το 1829. Αυτό συνοψίζει τον Ρότσεστερ ως ακόλαστο και σαγηνευτή και με μακάβρια αίγλη εντοπίζει τις ενέργειές του σε μελοδραματική λύση. Εφευρετική πινελιά είναι η δημιουργία ενός χαρακτήρα που ονομάζεται Cowley (ο Rochester θαύμαζε τον ποιητή Abraham Cowley στον υψηλότερο βαθμό), που, ως αξιωματικός υπεύθυνος συμμορίας τύπου, πιέζει στην υπηρεσία του Βασιλικού Ναυτικού όλους τους πιστωτές του Rochester. Αν κι η ποιότητα του έργου δύσκολα θα προκαλούσε σοβαρό ενδιαφέρον για το Ρότσεστερ, η γαλλική λογοτεχνική κριτική (παίρνοντας το σύνθημά της από Βολταίρο, ίσως) τον συζήτησε σοβαρά. Στο La Revue de Deux Mondes (Αύγουστος 1857), ο E.D. Forgues υιοθέτησε προοπτική που θα αναπτυσσόταν από βιογράφους του 20ού αι. Κοιτάζοντας τις θρησκευτικές ευαισθησίες του Ρότσεστερ, ο Forgues δεν είδε ριζοσπάστη σκεπτικιστή, αλλ’ απελπισμένο πιστό (un croyant désesperé), που ως εκ τούτου φωνάζει βακχικά ρεφραίν στη θριαμβευτική παρέλαση των καιρών. Ο Hippolyte Taine, ωστόσο, υιοθέτησε πολύ πιο καταδικαστική γραμμή ενάντια στην ηθική εξαχρείωση του Ρότσεστερ στο έργο του Histoire de la Littérature Anglaise (1863).

                 Το Σπίτι που γεννήθηκε Ditchley Park

     Tέλη του 19ου αι. το σχέδιο ανάκτησης, αναθεώρησης κι επανέκδοσης ποίησης του 17ου γενικά παρέκαμψε το Ρότσεστερ, αν κι ο Sir Edmund Gosse το 1899 παρείχε επιλογή στο The English Poets, που εκδόθηκε από τον T.H. Ward. Έκρινε πως, από ορισμένες απόψεις, τον τελευταίο και καλύτερο από τους ποιητές, αλλά πρόσθεσε επίσης ότι ήτανε σαν παιδί που κύλησε στη λάσπη, αηδιάζοντας τον αναγνώστη. Πριν από τον Α’ Παγκ. Πόλ. υπήρχανε σημάδια αναβίωσης σοβαρού ενδιαφέροντος. Στο The Cambridge History of English Literature (1912), ο Charles Whibley αρνήθηκε την άποψη του Johnson ότι το καλύτερο ποίημά του ήταν το On Nothing κι έθεσε σταθερά στο προσκήνιο το ποίημα A Satyr against Reason and Mankind, που πολλοί σύγχρονοι κριτικοί έχουνε συμφωνήσει ότι είναι το αριστούργημά του.
     Ο Ντέιβιντ Μ. Βιθ, που θεωρείται ευρέως ότι παρήγαγε τη πιο ενδελεχή έρευνα των πηγών και πιο αξιόπιστη περιγραφή του κανόνα του Ρότσεστερ, καθώς και πολλά άλλα που είχαν αξία για να φωτίσουνε το έργο του, εξέφρασε τη κυρίαρχη άποψη των μελετών του Ρότσεστερ -ότι το σοβαρό επιστημονικό ενδιαφέρον για τον ποιητή ξεκίνησε τη 10ετία του 1920. Πρόσθεσε ότι “η ώθηση φαίνεται να ήταν η βαθειά απογοήτευση της μεταπολεμικής γενιάς, που μίλησε εύγλωττα. η χαμένη γενιά βρήκε το Ρότσεστερ“. Ο Vieth παρατήρησε ότι ο Whibley είχε επιτέλους διαχωρίσει την ηθική από τη ποίηση, επιτρέποντας στην επιστήμη να προχωρήσει σύμφωνα με πιο αντικειμενικές αρχές από ό, τι μέχρι τώρα. Παρ’ όλ’ αυτά, μεγάλο μέρος του ακαδημαϊκού ενδιαφέροντος και μεγάλο μέρος του γενικού αναγνώστη γι’ αυτόν εξακολουθεί να πυροδοτείται σε μεγάλο βαθμό από το ενδιαφέρον για τη σκέψη, τη διανοητική κατάσταση και τη προσωπικότητά του, ακόμα κι αν έλκεται πολύ λιγότερο από το ανέκδοτο από ό,τι σε παλαιότερες εποχές. Ακόμα κι έτσι, μετά την έκδοση του John Hayward (1926) και τα βιβλία του Johannes Prinz το 1926 και το 1927, μεγάλο μέρος του έργου της 10ετίας του 1930 ήτανε βιογραφικό. Όπως και με τις εκδόσεις του Ρότσεστερ, έτσι κι οι βιογραφίες γράφτηκαν και δημοσιεύτηκαν μ’ επιφυλακτικό μάτι για δίωξη. Η υπόκλιση ήτανε κοινή μέχρι σχεδόν το τελευταίο τέταρτο του 20ού αι., δείχνοντας έτσι ότι, τουλάχιστον από άποψη, ηθική κι η ποίηση παρέμειναν σταθερά συνυφασμένες. Το Lord Rochester’s Monkey, γραμμένο από τον Graham Greene στις αρχές της 10ετίας του 1930, δε δημοσιεύθηκε μέχρι το 1974. Ο Prinz έγραψε στην έκδοση του 1927 ότι ο Rochester ήτανε συγγραφέας ταμπού κι έτσι αποδείχθηκε. Ο Vieth, που κατέγραψε την αυξανόμενη παλίρροια της ακαδημαϊκής και κριτικής προσοχής μέχρι το 1982 στο Rochester Studies, 1925-1982: An Annotated Bibliography (1984), κατέληξε ότι ο ποιητής συνέθεσε περίπου μισή ντουζίνα σάτιρες και τραγούδια που ‘ναι πέρα από κάθε σύγκριση, ριζικά διαφορετικά από οτιδήποτε άλλο γράφτηκε ποτέ και ότι αν κι έγραψε λιγότερο από οποιονδήποτε άλλο σημαντικό ποιητή, είναι σίγουρα ένας.
     Ο νεαρός κόμης με την εκπαίδευσή του φαίνεται να ήταν στα χέρια της ικανής μητέρας και του εφημέριου, Φράνσις Γκίφαρντ. Στάλθηκε μετά να παρακολουθήσει το Burford Grammar School κοντά στο Oxfordshire, όπου η εκπαίδευση επικεντρώθηκε στους Λατίνους συγγραφείς. Αυτή η εκπαίδευση σύντομα φάνηκε στα δικά του έργα, ειδικά στην άνεσή του να μεταφράζει και να προσαρμόζει τους κλασσικούς στη δική του έκφραση. Τι ακριβώς ήταν αυτό που άντλησε απ’ τους Λατίνους κλασσικούς είναι ζήτημα μεγάλου ενδιαφέροντος για τους λογοτέχνες του 20ού αι., που ενδιαφέρονται πιότερο απ’ τους ομολόγους του 17ου για τον προσδιορισμό της πρωτοτυπίας και της γνησιότητας της συγγραφής. Στην εποχή του τα γεγονότα ερμηνεύονταν σύμφωνα με τα κλασσικά παραδείγματα της πολιτικής, κοινωνικής και φαντασιακής ζωής όπως διδάσκονταν στα σχολεία. Η συνήθεια στην ώριμη ποίησή του να υπαινίσσεται ταυτόχρονα το κλασσικό μοντέλο και στη συνέχεια να το βυθίζει στη διάβρωση του σύγχρονου κυνισμού το κάνει συναρπαστικό ανάγνωσμα σ’ αυτό τον αιώνα. Στην εποχή του αυτή η συνήθεια θεωρήθηκε ως συστατικό του πνεύματος. Το ίδιο ισχύει και για χρήση της θρησκευτικής και λειτουργικής γλώσσας από το Ρότσεστερ, που αναφέρεται συχνά.
     Σύμφωνα με τα πρότυπα της προηγούμενης γενιάς, που οι αίθουσες διδασκαλίας τους δεν ενοχλούνταν από τις αναταραχές του εμφυλίου πολέμου, ο Ρότσεστερ πρέπει να φαινόταν σαφώς υποβαθμισμένος. Ο John F. Moehlmann τον αποκαλεί ημι-μορφωμένο. Σεπτέμβρη του 1661 αποφοίτησε από το Μάστερ στην Οξφόρδη (ήτανε 14) σ’ επίσημη τελετή όπου ο  Χάιντ, τώρα κόμης του Κλάρεντον, Πρύτανης του Πανεπιστημίου και Λόρδος Καγκελάριος της Αγγλίας, τον φίλησε στο αριστερό μάγουλο. Η πανεπιστημιακή καρριέρα του ήταν πράγματι γρήγορη. 18 Γενάρη 1660 είχε γίνει δεκτός ως κοινός πολίτης (δηλαδή, ως ευγενής) του Wadham College, που ιδρύθηκε το 1612. Ο Wadham συνδέθηκε ιδιαίτερα με τις αναδυόμενες πειραματικές επιστήμες και μερικές φορές πιστεύεται ότι αυτό το ακαδημαϊκό περιβάλλον τον επηρέασε. Εισήλθε στο σχολείο υπό τη καθοδήγηση του μαθηματικού Phineas Bury, αλλά πιο σημαντικός δάσκαλος ήταν ο γιατρός Robert Whitehall του Merton College, που μπορεί να τον εισήγαγε στην ακόλασία. Λέγεται ότι ο Whitehall τον δίδαξε να πίνει πολύ στις ταβέρνες της Οξφόρδης, όπου έγινε δεκτός με τη μεταμφίεση που παρείχε δανεικό φόρεμα αφέντη. Αυτή είναι αβάσιμη, αν και κερδίζει αξιοπιστία από το γεγονός ότι ο Rochester άφησε 4 ασημένια δοχεία στο κολλέγιο του στη πτώση από το πανεπιστήμιο. Τέτοια δώρα, ωστόσο, ήτανε κοινά δείγματα εκτίμησης από τους φοιτητές στα κολλέγιά τους.


                                    Ελίζαμπεθ Μάλλετ

     Στη διάρκεια της σύντομης παραμονής του στο πανεπιστήμιο, 3 ποιήματα που του αποδίδονται εμφανίστηκαν σε 2 συλλογές εγκωμίου και παρηγοριάς της Οξφόρδης. Η Epicedia Academiæ Oxoniensis (1660) είναι συλλογή ποιημάτων που συλλυπούνται τη βασιλομήτορα, Ενριέττα Μαρία, για το θάνατο από ευλογιά της κόρης της Μαρίας, της πριγκήπισσας. Στο Ρότσεστερ αποδίδεται λατινικό ποίημα, In Obitum Serenissimae Mariae Principis Arausionensis κι αγγλικό, To Her Sacred Majesty, the Queen Mother, on the Death of Mary, Princess of Orange. Το 1ο είναι εντυπωσιακό για την αντανάκλαση της ιατρικής γνώμης σχετικά με το θέμα των θανατηφόρων φλυκταινών στο πρόσωπο γυναίκας. Στη συνέχεια, το ποίημα διαμορφώνεται για να επαινέσει θεά ομορφιά –tota venustas– απόλυτη ομορφιά πολύ ωραία γι’ αυτή τη θνητή ζωή. Το τελευταίο ποίημα, σε κομψά 2στιχα μ’ έπαρση, προβάρει τις μεγάλες δυστυχίες της χήρας του Καρόλου Α’ και τη προτρέπει αρκετά αυστηρά να μείνει στην Αγγλία παρά να επιστρέψει στη Γαλλία. Αλλά είναι το ποίημα της Britannia Rediviva (1660) που γιορτάζει το ξαναβασιλιά, που αποστρέφεται ως θριαμβευτικό ιερό της Αρετής, που είναι πιο εντυπωσιακό για την εφευρετικότητά του. Ο Charles Williams παρατηρεί ότι αυτές οι εναρκτήριες γραμμές έχουνε κάτι από τις τελευταίες τρελλές μεταφορές των μεταφυσικών ποιητών και ότι ο Cowley θα μπορούσε να τις έχει γράψει. Ομοίως, αξίζει να σημειωθεί ο επιδέξιος χειρισμός του οξύμωρου του ακόλουθου 2στιχου: “Συγχωρέστε αυτόν τον μακρυνό φόρο τιμής, που συναντά / τη πιο ευδέξια προσέγγισή σας στα καθιστά πόδια“. Ωστόσο, μετά τον ισχυρισμό του Anthony Wood ότι ο Whitehall έγραψε πραγματικά αυτούς τους στίχους, λίγοι σχολιαστές ήταν πρόθυμοι να τους αποδώσουν εξ ολοκλήρου στο Rochester. Η ηλικία του, 13, είναι η αιτία της δυσπιστίας. Ορισμένοι κριτικοί πιστεύουν ότι ένας βαθμός συνεργασίας είναι πιθανός κι ο Vieth προσθέτει την άποψή του ότι αυτή τη στιγμή οι μεγάλες ποιητικές δυνατότητες του Rochester δεν θα μπορούσαν να ‘χανε προβλεφθεί. Από την άλλη, πρέπει να ληφθεί υπόψη η ακρίβειά του κι αυτή η ακρίβεια δεν είναι χωρίς πολύ γνωστό προηγούμενο: ο Cowley συνέθεσε το Τhe Tragicall Historie of Pyramus and Thisbe όταν ήτανε 10 και δημοσίευσε τα ποιήματά του, Poetical Blossomes, το 1633, όταν ήταν μόλις μεγαλύτερος από τον Rochester. Ο Δρ Τζόνσον παρατήρησε ότι η ζωή του Ρότσεστερ είχε τελειώσει πριν αρχίσουν να εμφανίζονται οι ικανότητες πολλών άλλων ανδρών.
     Οι αντιφατικές απόψεις για τη ζωή και τα έργα του αφθονούν, ακόμη και σχετικά με τα νιάτα του. Ενώ ο Wood, για παράδειγμα, δεν πιστώνει τη πατρότητα αυτών των ποιημάτων από τον Rochester, είχε την άποψη ότι ο Rochester ήταν άνθρωπος με τα πιο σπάνια μέρη, και το φυσικό του ταλέντο ήταν εξαιρετικό, πολύ βελτιωμένο από τη μάθηση και τη βιομηχανία, γνωρίζοντας καλά όλους τους κλασσικούς συγγραφείς, Έλληνες και Λατίνους. Πράγμα πολύ σπάνιο (αν όχι ιδιόμορφο γι’ αυτόν) μεταξύ εκείνων της ποιότητάς του. Ο Thomas Hearne αναφέρει ότι ο ιδιωτικός δάσκαλος του Rochester, Giffard, είπε για τον πρώην μαθητή του “ότι ο Κύριός μου καταλάβαινε πολύ λίγα ή καθόλου ελληνικά κι ότι είχε μόνο λίγα λατινικά κι ότι επομένως είναι μεγάλο λάθος να τον κάνουμε (όπως έκαναν ο Burnett και ο Wood) τόσο σπουδαίο Master of Classick Learning. Η μαρτυρία του πρέπει ίσως να σταθμιστεί έναντι του γεγονότος ότι ήλπιζε να ‘ρθει στην Οξφόρδη με τον Ρότσεστερ αφεντικό του, αλλ’ αντικαταστάθηκε. Εκτός απ’ αυτές τις λεπτομέρειες, έδωσε επίσης στον Hearne περιγραφή της καλής επιρροής του στον νεαρό κόμη, υπονοώντας ότι αν είχε συνεχιστεί έτσι, δεν θα υπήρχε ακολασία.
     Η Βασιλική Εταιρεία, που οι άνδρες Wadham ήταν εξέχοντες, ιδρύθηκε το 1660. Το αν ο Ρότσεστερ έλαβε ή όχι το αποτύπωμα της νέας πειραματικής επιστημονικής μάθησης στη διάρκεια της θητείας του στην Οξφόρδη είναι άλλο ερώτημα χωρίς οριστική απάντηση. Σίγουρα μετά έδειξε κάτι περισσότερο από κοινό ενδιαφέρον για τα υλικά και χημικά φαινόμενα και για τη φιλοσοφία που καλλιέργησε τέτοιες μελέτες, δηλαδή αυτή του Thomas Hobbes. Σ’ αυτό τον αυστηρά σκεπτικιστικό ή αθεϊστικό υλισμό τον τράβηξαν έντονα, αν και φαίνεται ότι είχε ελάχιστο ενδιαφέρον για το εκτεταμένο σχέδιο πολιτικών σχέσεων του Χομπς που διερευνήθηκε στο Λεβιάθαν (1651).



     Μετά την Οξφόρδη, υπό την ευθύνη του Δρ Andrew Balfour, ενός τριαντάχρονου Σκωτσέζου γιατρού και ανθρώπου της μάθησης, ο Rochester ξεκίνησε μια μεγάλη περιοδεία στη Γαλλία και την Ιταλία στις 21 Νοεμβρίου 1661. Λίγα μπορούν να ειπωθούν με βεβαιότητα για αυτή την περίοδο της ζωής και της εκπαίδευσης του Ρότσεστερ, περίοδο που ολοκληρώθηκε το 1664, όταν επέστρεψε στην Αγγλία και παρουσιάστηκε στο δικαστήριο. Απόσταγμα των γεγονότων αυτής της περιοδείας δόθηκε προφανώς από το Rochester στο νεκροκρέβατό του στον Burnet. Μεταξύ των ισχυρισμών που καταγράφηκαν είναι ότι ήξερε γαλλικά κι ιταλικά κι ότι όφειλε περισσότερα στον Balfour, που ενθάρρυνε τις λογοτεχνικές του αναζητήσεις, παρά σε οποιονδήποτε άλλο εκτός από τους γονείς του. Αργότερα ο Μπάλφουρ έγραψε για τη μεγάλη περιοδεία με τη μορφή ενός Γράμματος σε έναν φίλο,  που θα μπορούσε ν’ ανακατασκευαστεί το τυπικό δρομολόγιο του Ρότσεστερ. Η Vivian de Sola Pinto κάνει ακριβώς αυτό στο Enthusiast in Wit (1962). Τεκμηριώνεται ότι μέχρι τον Οκτώβρη 1664 ο Ρότσεστερ κι ο Μπάλφουρ βρίσκονταν στη Βενετία κι ότι μετά τον ίδιο μήνα ο Ρότσεστερ εγγράφηκε ως φοιτητής του Αγγλικού Έθνους στο Πανεπιστήμιο της Πάντοβα, διάσημο, μεταξύ άλλων, για τις ανατομικές κι ιατρικές σπουδές του, καθώς και για τη συχνή απειθαρχία των φοιτητών του. Επιστρέφοντας στην Αγγλία στο τέλος του έτους, πήγε στο παλάτι του Whitehall για να παρουσιάσει στον Κάρολο επιστολή από την αδελφή του, Henrietta, δούκισσα της Ορλεάνης, που η αναχώρηση από τη Βρεττανία με τη μητέρα της, Henrietta Maria, θρηνήθηκε στο To Her Sacred Majesty. Η απάντηση του Καρόλου στην αδελφή του δείχνει ότι έλαβε την επιστολή που μετέφερε ο Ρότσεστερ στις 25 Δεκέμβρη 1664.
     Δεν είναι γνωστό αν ο Ρότσεστερ έγραψε ποίηση στη διάρκεια της περιοδείας του. Εδώ, όπως κι αλλού, η αντιστοίχιση του λογοτεχνικού του έργου με τη ζωή του είναι σε μεγάλο βαθμό θέμα εικασιών. Πιθανόν κάποια από τα λυρικά ερωτικά ποιήματα γραμμένα με συμβατικούς όρους με ποιμενικά ονόματα όπως Strephon, Daphne, Olinda, Phyllis και Alexis χρονολογούνται από αυτή την περίοδο. Στο πιο καταπονημένο από όλα τα λυρικά θέματα -περιφρονημένη αγάπη- μερικά απ’ αυτά τα ποιήματα εντυπωσιάζουν με τη δεξιοτεχνία τους και την υπόρρητη εμπιστοσύνη του ποιητή, ακόμη κι όταν δικαιολογούν την ψυχρή περίληψη του Δρ Τζόνσον:

   “Τα τραγούδια του δεν έχουν ιδιαίτερο χαρακτήρα: αφηγούνται, όπως κι άλλα, με απαλή κι εύκολη γλώσσα περιφρόνησης και καλοσύνης, παρακμής κι εγκατάλειψης, απουσίας κι ασυνέπειας με τους κοινούς τόπους τεχνητής ερωτοτροπίας. Είναι συνήθως ομαλά κι εύκολα. αλλά έχουν λίγη φύση και λίγο συναίσθημα“.

     Ίσως αυτοί οι στίχοι να ήταν μέρος της κομψής τέχνης του αριστοκρατικού φλερτ, αλλά ακριβώς πίσω απ’ τη τετριμμένη συμβατικότητα ενός ποιήματος όπως το A Dialogue between Strephon and Daphne μπορεί να εντοπιστεί στυπτική μυρωδιά κυνισμού του Rochester, που μεταμορφώνει το συνηθισμένο. Ο Στρέφον, κατηγορούμενος για ψευδορκία στον έρωτα, προσβάλλει την αγωνία της Δάφνης μ’ επιπόλαιη ανωτερότητα. Όπως συμβαίνει συχνά στον κόσμο της εξυπνάδας και της Αποκατάστασης, οι γυναίκες αποδεικνύονται ότι έχουνε ξεπεράσει τους άνδρες. Στο τέλος αυτού του ποιήματος, η Δάφνη παραμερίζει ανησυχητικά τη μάσκα συμβατικής εγκαταλελειμμένης βοσκοπούλας: Πιθανώς τέτοιες λεπτές κι όμορφα διαχειριζόμενες ιδέες προέρχονται από τις εμπειρίες του Ρότσεστερ στο Whitehall, που ο Prinz χαρακτηρίζει ως διαβόητη γυναικοκρατία της αυλής του Καρόλου. Κάποιοι άλλοι στίχοι, πάλι απροσδιόριστης χρονολογίας, έχουνε χαιρετιστεί ως διαχρονικοί κι εξαίσιοι. Ένα τραγούδι που συχνά χαίρει αυτής της εκτίμησης είναι το τραγούδι Απουσία από σένα, μαραζώνω ακόμα, με την ωραία υποτιμημένη ειρωνεία και τις παραπονετικές διαφοροποιήσεις της γλώσσας της θρησκευτικής λαχτάρας. Η επιστολή του Saint-Evrémond τονε περιγράφει στη 1η του εμφάνιση στο δικαστήριο:

   “Το πρόσωπό του ήταν χαριτωμένο, ψηλό και λεπτό, το ύφος και το σχήμα του είχανε κάτι εξαιρετικά ελκυστικό. Και για το μυαλό του, ανακάλυψε γοητείες που δεν πρέπει να κατανοηθούνε. Το πνεύμα του ήτανε δυνατό, λεπτό, μεγαλειώδες και φοβερό. Ήταν απόλυτα καλοαναθρεμμένος και στολισμένος με φυσική σεμνότητα που έγινε εξαιρετικά αυτός. Ήτανε κύριος τόσο των αρχαίων όσο και των σύγχρονων συγγραφέων, καθώς κι όλων εκείνων στα σύγχρονα γαλλικά κι ιταλικά, για να μη πω τίποτα για τους Άγγλους, που ήταν άξιοι της ανάγνωσης ενός ανθρώπου με καλή λογική. Απ’ όλ’ αυτά τράβηξε συζήτηση τόσο συναρπαστική, που κανείς δεν μπορούσε ν’ απολαύσει χωρίς θαυμασμό κι ευχαρίστηση και λίγοι χωρίς αγάπη“.


                                               John Wilmot Burnet

     Όμορφος, πνευματώδης και λεπτός στα μέσα, ο Ρότσεστερ είχε έρθει για να δοκιμάσει την εξυπνάδα του και να βρει νύφη που θα μπορούσε να του προσφέρει επαρκή περιουσία. Ενώ ήταν ακόμα στην Οξφόρδη, του ‘χε χορηγηθεί σύνταξη 500 λιρών. Η γενναιοδωρία του Καρόλου Β’, ωστόσο, ήρθε σε δυσανάλογα μέρη: το ονομαστικό ποσό της σύνταξης κι η αβεβαιότητα της πραγματικής πληρωμής. Οποιαδήποτε προσπάθεια κατανόησης του Ρότσεστερ και των έργων του θα ήταν ελλιπής αν δεν αναγνώριζε πόσο κεντρική ήταν η οικονομική επισφάλεια στη ζωή του. Εν ολίγοις, ήτανε πάντα εξαρτημένος, επειδή είχε μικρή περιουσία και, παρ’ όλο που κατάφερε να παντρευτεί κληρονόμο, είχε μικρή πρόσβαση στον πλούτο της. Ο Ρότσεστερ συμπεριφερόταν στον Κάρολο, μερικές φορές, σαν υπηρέτης ενός αφέντη κι άλλες σαν ένα επαναστατικό κι απείθαρχο παιδί σε πατέρα. Δεν είχε κανένα κυρίαρχο μερίδιο στη πολιτική του έθνους. Όπως έχει δείξει ο Basil Greenslade στο δοκίμιό του, Affairs of State (στο Jeremy Treglown’s Spirit of Wit, 1982), ο πατέρας του δεν του άφησε κανένα πολιτικό βάρος, κανένα ενδιαφέρον. Ο Henry Wilmot ήταν ουσιαστικά στρατιώτης, όχι μεγάλος γαιοκτήμονας. Ο γιος του, λοιπόν, έπρεπε να κάνει την αυλή και το δορυφόρο της, το θέατρο, την αρένα του. Τα γραπτά του αποκαλύπτουν έντονο ενδιαφέρον για τη δύναμη των γυναικών μ’ επιρροή κι, όχι σπάνια, περιφρόνηση για τη πολιτική της αυλής. Η κύρια, αν όχι η μοναδική, πηγή ανεξαρτησίας του, θα μπορούσε να συναχθεί το συμπέρασμα, ήταν η δική του διάνοια. Αλλά ήταν επίσης -δεδομένων των καιρών, των επικρατουσών συμβάσεων συμπεριφοράς και της κοινωνικής του κάστας- άνθρωπος που διοικούνταν από ισχυρές επιταγές τιμής. Από την ένταση μεταξύ αυτής της άποψης για τον κόσμο και της χομπσιανής άποψης για τις επιταγές του ατομικού συμφέροντος, ο Ρότσεστερ δημιούργησε τον εκπληκτικό, διασκεδαστικό κι αηδιαστικό λογοτεχνικό κόσμο του.
     Από τη 1η του εμφάνιση στο δικαστήριο μέχρι τη θεαματική απαγωγή της κληρονόμου, Elizabeth Malet, ο Rochester άφησε λίγο χρόνο να περάσει. Ο Samuel Pepys ανέφερε στο ημερολόγιό του ότι στις 26 Μάη 1665, η δεσποινίς Malet -ανήλικη, όπως κι ο Rochester- επέστρεφε στα καταλύματά της με τον παππού της Francis, Lord Hawley, όταν ο προπονητής τους αναχαιτίστηκε από το Rochester και σώμα ένοπλων. Οι απαγωγείς της την έβαλαν σε άμαξα με 6 άλογα και 2 γυναίκες που της παρείχαν για να την υποδεχτούν και την μετέφεραν μακριά από το Charing Cross. Ο Rochester συνελήφθη στο Uxbridge, στο δρόμο προς το Oxfordshire, και δεσμεύτηκε στον Πύργο του Λονδίνου μ’ εντολή του βασιλιά, όπου ο Aubrey θυμάται να τον είδε. Η δεσποινίς Malet σύντομα αποκαταστάθηκε στην οικογένειά της κι ο Rochester, μετά από σύντομη φυλάκιση, απολύθηκε υπό όρους στις 19 Ιουνίου ως απάντηση στην αναφορά, που προέτρεπε, μεταξύ άλλων ελαφρυντικών, Ότι η απροσεξία, η άγνοια σε νόμους και το πάθος ήτανε περιπτώσεις του αδικήματός του. Οι πολλοί άλλοι μνηστήρες της δεσποινίδος Μάλετ τρέφονταν έτσι με περισσότερες υποσχέσεις, πιστεύοντας ότι ο μεγάλος θυμός του βασιλιά εναντίον του Ρότσεστερ θ’α ακύρωνε την υποστήριξή του για το γάμο. Μέχρι τις 25 Νοέμβρη 1666, ωστόσο, η πλούσια κληρονόμος -που πιστεύεται ότι άξιζε 10000  λίρες ετησίως -ήταν ακόμα απαλλαγμένη από βάρη. Η Pepys ανέφερε τη περιφρονητική περιγραφή της για τους μνηστήρες της:

   “Ο Λόρδος μου Χέρμπερτ θα την είχε -ο Λόρδος μου Χίντσινγκμπρουκ ήταν αδιάφορος να την έχει- ο Λόρδος μου Τζ. Μπάτλερ μπορεί να μη την είχε- ο Λόρδος μου του Ρότσεστερ θα την είχε αναγκάσει κι ο Sir Francis Popham που ωστόσο είναι πιθανό να την έχει) θα φιλούσε το παντελόνι της για να την έχει….”

     Όταν ανατράπηκε προσωρινά, αναζήτησε τη τύχη του στον Β’ Ολλανδικό Πόλεμο. Ο βασιλιάς κανόνισε ο ναύαρχος Έντουαρντ Μόνταγκιου, 1ος κόμης του Σάντουιτς, να τονε φιλοξενήσει και στις 15 Ιουλίου 1665 έφτασε με τη ναυαρχίδα Revenge. Αυτό είναι ίσως σημάδι ότι η ικεσία του προς τον βασιλιά να συγχωρήσει το 1ο λάθος του, και να μην υποστεί ούτε αδίκημα για να περισώσει τη καταστροφή του, είχε απαντηθεί. Είναι επίσης ένα πρότυπο της μελλοντικής σχέσης μεταξύ Charles και Rochester. Η επακόλουθη αποστολή που αποσκοπούσε στον αιφνιδιασμό των ολλανδικών στόλων σε ουδέτερο αγκυροβόλιο στο Μπέργκεν της Νορβηγίας και στην απογείωση με τα λάφυρα έχει συχνά περιγραφεί. Μακρά επιστολή από το Ρότσεστερ σώζεται, όπως κι ανεξάρτητες αναφορές για τη γενναιότητά του. Είναι επίσης σαφές ότι ο σκεπτικισμός του σχετικά με τους ισχυρισμούς της θρησκείας ήταν απασχολημένος εκείνη την εποχή, όπως φαίνεται από τις τελικές συνομιλίες του με τον Burnet. Αλλά η ελπίδα του για υλικές ανταμοιβές δεν επρόκειτο να εκπληρωθεί.
     Πριν ξεκινήσει η δράση, μαζί με 2 άλλους κύριους εθελοντές, ένας από τους οποίους είχε υπαινιγμούς για το θάνατό του, συζήτησαν το ερώτημα αν υπάρχει ή όχι μετά θάνατον ζωή, ερώτημα που πρότειναν να λύσουν με πειραματικό τρόπο. Ο Ρότσεστερ κι ο Τζον Γουίνθαμ σύναψαν επίσημη συμφωνία ότι όποιος πέθαινε, θα εμφανιζόταν ξανά στον επιζώντα και θα ειδοποιούσε για το μέλλον. Ο Edward Montagu, που ο προάγγελος θανάτου επρόκειτο ν’ αποδειχθεί αληθινός, αρνήθηκε να συνάψει αυτό το σύμφωνο. Όπως αποδείχθηκε, αυτός κι ο Windham έπεσαν από μία μόνο σφαίρα κανονιού στη διάρκεια ενός εχθρικού βομβαρδισμού στις 2 Αυγούστου. Ο Windham πέθανε αμέσως, ο άλλος μια ώρα μετά, η κοιλιά του ξεριζώθηκε από το βλήμα. Αυτή η ιστορία ειπώθηκε στον Burnet από τον Rochester, που πρόσθεσε ότι η αποτυχία του Windham να επανεμφανιστεί μετά το θάνατο ήταν μεγάλη παγίδα γι’ αυτόν στη πάλη του με τους ισχυρισμούς της θρησκείας, αν και το προαίσθημα του θανάτου του συντρόφου του τον εντυπωσίασε με την άποψη ότι η ψυχή διέθετε φυσική σύνεση.
     Τέτοιες σκέψεις παραλείπονται εντελώς από το μακροσκελές γράμμα που ‘γραψε στη μητέρα του την επόμενη μέρα. Αντ’ αυτού, της παρέχει λεπτομερή περιγραφή της πορείας προς τη δράση που επινόησε ο διοικητής, Sir Thomas Teddeman, αφήγηση που περιλαμβάνει εκφράσεις ευχαριστιών για το μέγα έλεος των θεών που δεν άφησαν το πλοίο να βυθιστεί στη βραχώδη ακτογραμμή. Η επιστολή περιγράφει επίσης τον ενθουσιασμό των ναυτικών για λάφυρα, μερικοί για διαμάντια, μερικοί για μπαχαρικά, άλλοι για πλούσια μεταξωτά κι εγώ για πουκάμισα και γαλότσες. Είχα μεγαλύτερη ανάγκη. Ολοκληρώνει την αφήγηση παρατηρώντας: Μr Mountegue &; Thom: Ο αδελφός του Windhams σκοτώθηκε με ένα πυροβολισμό, αλλά ο Παντοδύναμος Θεός ευχαρίστως με προστάτευσε από κάθε είδους κακό. Φαίνεται να ενδιαφέρεται να δείξει συμβατική ευσέβεια στη μητέρα του. Αποφεύγει επίσης να αναφέρει το δικό του θάρρος. Πράγματι, η επιστολή υποδηλώνει σχεδόν αυτοκαταστροφικό πατριωτικό κίνητρο. Η αφήγηση του Burnet υποστηρίζει αυτή την ετοιμότητα να διακινδυνεύσει τη ζωή του στην άμυνα και την υπηρεσία της χώρας του. Δεν υπάρχει καμμία αναφορά στην ακολασία. Ίσως ο Burnet να ‘χει δίκιο όταν υποθέτει μείωση τέτοιων τάσεων μέχρι που ο Rochester βυθίστηκε για άλλη μια φορά στην αυλή και παραδόθηκε, με βίαιη αγάπη για ευχαρίστηση και διάθεση για υπερβολική ευθυμία. Το ένα τον ενέπλεξε σε μεγάλο αισθησιασμό. Η άλλη τον οδήγησε σε πολλές περιπέτειες και πανηγύρια, που συχνά κινδύνευε η ζωή του. Αυτή η αναμφίβολα αληθινή απεικόνιση της ζωής του υποδηλώνει μ’ ενδιαφέρον τη συνήθεια του μυαλού του -την επικίνδυνη μικροπολιτική που δίνει στην ώριμη ποίησή του το πλεονέκτημά της.
     Ο επόμενος αξιοσημείωτος κίνδυνος για τη ζωή του ήταν τον Ιούνιο του 1666. Και πάλι εθελοντής, αυτή τη φορά υπό τις διαταγές του Sir Edward Spragge, ο Rochester έλαβε μέρος σε τέσσερις ημέρες άγριας μάχης στη Μάγχη. Σε μια απελπιστική στιγμή, ο Spragge έπρεπε να στείλει ένα μήνυμα σε έναν από τους καπετάνιους του. Δεδομένου ότι οι περισσότεροι από τους άλλους εθελοντές στο πλοίο είχαν σκοτωθεί, ο Rochester εκτέλεσε το έργο σε μια ανοιχτή βάρκα κάτω από βαριά πυρά. Συχνά γίνεται επίκληση περιπτώσεων αξιοσημείωτου θάρρους του σε αντίθεση με τους ισχυρισμούς για δειλία στη μετέπειτα συμπεριφορά του στο δικαστήριο, ειδικά σε σχέση με μονομαχίες και πράξεις μεθυσμένης βίας στις οποίες επιδόθηκε ο ίδιος και οι φίλοι του. Αν και υπάρχουν κάποιες ιστορίες δειλίας που δεν μπορούν να απορριφθούν, δεν είναι όλες αξιόπιστες, ενώ το θάρρος και η παρουσία του μυαλού του Ρότσεστερ πιστοποιούνται από ανεξάρτητους μάρτυρες, σε μία περίπτωση αντίπαλο για το χέρι της δεσποινίδος Malet. Στην έκδοση των επιστολών του Ρότσεστερ (1980), ο Jeremy Treglown γράφει ότι η ζωή του ποιητή είναι ένα από τα “διάσημα παράδοξα”. Πράγματι, το παράδοξο θάρρους-δειλίας γοήτευσε το Ρότσεστερ. Το έζησε στα άκρα, και το τοποθετεί σε μια θεμελιώδη θέση στη χλευαστική, χομπσιανή, απομυθοποίηση της ανθρώπινης αξίωσης,

Σάτυρος εναντίον της Λογικής και της Ανθρωπότητας:

Κοιτάξτε στο κάτω μέρος
του τεράστιου σχεδίου του,

Όπου η σοφία, η δύναμη
και η δόξα του ανθρώπου ενώνονται:

Το καλό που ενεργεί,
το κακό που υπομένει,

Είναι όλα από φόβο,
για να νιώσει πιο ασφαλής

Μόνο για ασφάλεια,
μετά τη φήμη διψάμε,

Γιατί όλοι οι άνθρωποι
θα ήταν δειλοί αν άντεχαν.

     Όποιες κι αν ήταν οι παρορμήσεις που τον συγκίνησαν στους πολέμους, είναι βέβαιο ότι κάποια απτή ανταμοιβή, ή παρηγοριά, ήρθε στο δρόμο του. Μεταξύ 1ης και 2ης περιόδου της ναυτικής του θητείας, του χορηγήθηκαν 750 λίρες στις 31 Οκτώβρη 1665 και τον Μάρτη του 1666 διορίστηκε κύριος της κρεβατοκάμαρας με μισθό 1000 λιρών ετησίως, που όμως δεν εγκρίθηκε μέχρι τον Οκτώβρη -προάγγελος του συστήματος οικονομικών του Καρόλου. Διορίστηκε λοχαγός στο σύνταγμα ιππικών φρουρών του πρίγκιπα Ρούπερτ τον Ιούνιο, ενώ προετοιμάστηκε επίσης να πάρει τη θέση του στη Βουλή των Λόρδων. Πιθανώς ο βασιλιάς επιθυμούσε να παράσχει στον άξιο πλέον Ρότσεστερ δείγματα εύνοιας επαρκή για να δελεάσει τον Μάλετ, αλλά αυτά είναι μόνο εικασίες. Εν πάση περιπτώσει, παντρεύτηκαν στις 29 Γενάρη 1667. Στις 4 Φλεβάρη ο Pepys καταγράφει ό,τι στο θέατρο είδε:

   “Ο Λόρδος μου Rochester κι η κυρία του, η κυρία Mallett, που μετά απ’ όλη αυτή την αγάπη τονε παντρεύτηκε. Κι, όπως ακούω μερικούς να λένε στην αυλή, είναι πράξη φιλανθρωπίας μεγάλη γιατί δεν έχει περιουσία“.

     Υπήρξε μεγάλη υποθετική κι ευφάνταστη ανακατασκευή αυτού του γάμου, που τείνει να τονίσει τη φαινομενική επιτυχία του και τη διαρκή αμοιβαία στοργή του. Υπάρχει ένταλμα γι’ αυτό στις επιστολές που ‘γραψε ο Rochester στη σύζυγό του και στις δυστυχώς λίγες απαντήσεις της που επέζησαν. Ο Vieth τείνει να ερμηνεύσει την αλληλογραφία ως απόδειξη ότι ο Rochester κι η σύζυγός του απολάμβαναν ασυνήθιστα ευτυχισμένο γάμο. Έτσι, το παράδοξο της οικιακής του φιλικότητας και της σεξουαλικής εξαχρείωσής του στην αυλή είναι πιο εντυπωσιακά χαραγμένο. Ενάντια σ’ αυτή τη φτιάξη θα μπορούσε να υποστηριχθεί ότι ο γάμος συνίστατο μάλλον πιότερο σε χωρισμό παρά σ’ ένωση, και σε απογοήτευση, συχνά οικονομική, παρά ικανοποίηση. Υπάρχουν επίσης πολλές προτάσεις ότι ο Ρότσεστερ διατηρούσε σχέσεις με τις γυναίκες στη πόλη. Πράγματι, σκέλος πρόσφατης κριτικής αναδεικνύει αντιληπτό πρωτοφεμινισμό στη σεξουαλική πολιτική της ποίησής του, όπου ερμηνεύεται ως απόρριψη της υποδούλωσης απ’ τη σεξουαλική δύναμη. Μπορεί επίσης όλες οι εμπειρίες του να υπόκεινται στο θεμελιώδη σκεπτικισμό που εξέφρασε στη σύζυγό του σ’ επιστολή στα τέλη του 1680;. Η 1η σελίδα της επιστολής χάνεται. Η υπόλοιπη αρχίζει, “Έτσι δημιουργείται δυσαναλογία μεταξύ των επιθυμιών μας κι αυτού που ‘χει ορίσει για να τις ικανοποιήσει“. Ο Treglown εικάζει ότι το 1ο μέρος της πρότασης πρέπει να αφορούσε την αθανασία και την ιδέα ότι στον επόμενο κόσμο καλοπροαίρετη θεότητα αντισταθμίζει τις απογοητεύσεις αυτού του κόσμου. Το απόσπασμα υποδηλώνει ότι βρήκε στο σεξ, στην αγάπη και σ’ όλα τα έργα αναπόφευκτη απογοήτευση. Ωστόσο, έντονη αμοιβαία συμπάθεια του νου σκιαγραφείται έντονα σ’ αυτό το έγγραφο. Προσθέτει ότι οποιοδήποτε όφελος αποκτάται από κολακεία, φόβο ή υποταγή είναι κατάλληλο μόνο για σκυλί και στη συνέχεια προειδοποιεί τη κόμισσα να μη χάσει αυτό το γράμμα: “Δεν είναι κατάλληλο για κάθε σώμα να τελειώσει“. Αυτή είναι εικόνα του γάμου τους κοντά στο τέλος. Στο αρχικό του στάδιο ανήκει ζευγάρι στίχων με τη μορφή παραπόνου (Δώσε μου άδεια να σε καταφέρω, που ο εραστής παρουσιάζεται ως σκλάβος δεμένος με δουλική αλυσίδα) κι απάντηση σ’ αυτό. Το τελευταίο είναι πνευματώδης απόρριψη της έκκλησης για καλοσύνη, που αξιοποιεί τη γλώσσα του σεξ και της εξουσίας αρκετά άμεσα σε σημείο:

Μη σκέφτεσαι, Θύρσις,
θα ‘ρθω, με την αγάπη μου
η αυτοκρατορία χάνει.

Γίνε η σταθερή
μες στην απελπισία:

σύντομα θα καταχραστείς
και τη καλωσύνη…

     Αυτός ο αγέρωχος τόνος αποκαλύπτεται τότε ως προσποιητής, γιατί δεν μένει άλλη τέχνη που να κερδίσει την αγάπη του. Ένα χειρόγραφο, ένα από τα επτά στο χέρι της Λαίδης Ρότσεστερ, υποστηρίζει την απόδοση του ποιήματος σ’ αυτήν. Η φευγαλέα ματιά που παρέχει αυτό πνευματώδους, αμοιβαία εκτιμητικής σχέσης δεν επισκιάζεται πουθενά στην αλληλογραφία τους. Αυτή η άποψη ενισχύεται ακόμη κι από τον τόνο της επιστολής που έγραψε η λαίδη Ρότσεστερ από την εξοχή προς τη πόλη, που ρωτά αν η αβεβαιότητα της να δει τον σύζυγό της να δοκιμάσει την υπομονή ή την υπακοή της. Θα ‘πρεπε, ρωτά, να ξεχάσει τις ελπίδες της να τονε δει και στη μνήμη μόνο να βασανίζει τον εαυτό της αντί να τονε προβληματίζει με την υπενθύμιση ότι το άκουσμα λέει ψέματα σε τέτοιο πλάσμα όπως αυτή; Σ’ αυτό το στάδιο εξακολουθεί να εμψυχώνεται από τη ποιότητα που τρελλός μνηστήρας είχε περιγράψει χρόνια νωρίτερα ως ματαιοδοξία κι ελευθερία της άμαξάς της.
     Ο Pinto πρότεινε ότι στα πρώτα χρόνια του γάμου τους έβλεπαν ο ένας τον άλλον ως παθιασμένο βοσκό και τη περιφρονημένη βοσκοπούλα του rococco Arcadia. Απ’ αυτή τη σχέση, κι όχι, ας πούμε, από τη σχέση του με τη μεγάλη ηθοποιό Ελίζαμπεθ Μπάρι, προέρχονται πολλά ερωτικά τραγούδια που τονε κάνουνε, σύμφωνα με τον Πίντο κόντρα στον Δρ Τζόνσον, όχι απλώς έναν από τον όχλο των κυρίων που έγραφαν μ’ ευκολία, αλλά μάλλον από τους μεγάλους ερωτικούς ποιητές του κόσμου, άξιο να κατατάσσεται μαζί με τον Κάτουλλο και τον Μπερνς. Τραγούδια αυτού του διαμετρήματος περιλαμβάνουν τα My dear mistress has a heartWhile on those lovely looks I gaze και το ευρέως θαυμαστό Absent from thee, I languish still, που μεταξύ άλλων, τον οδήγησε σε συγκρίσεις με τον John Donne. Ο σύγχρονος συντάκτης του, Paul Hammond, π.χ., γράφει ότι ο Donne είναι η πιο σημαντική επιρροή του και θεωρεί ότι αυτός έχει επαναφέρει δύναμη Donnean στον αγγλικό στίχο. Αυτά τα ποιήματα που εκφράζουνε την αγωνία αντισταθμίζονται από ποιήματα πιο παιγνιώδους ερωτισμού, όπως το As Chloris full of harmless thought (που πρώτα δημοσιεύτηκε ως Corydon and Cloris 1676). Σε αυτό η βοσκοπούλα γοητεύεται από κωμικό βοσκό που διατάζει αμυδρά να σταματήσει. Δεν το κάνει.

Έτσι εκείνη,
που οι πρίγκηπες
είχαν αρνηθεί

με όλο το πομπώδες “έχει” τους,
Ήτανε στο τυχερό λεπτό προσπάθειας
κι υποχώρησε στο πάθος.

     Είναι ένας άλλος Chloris, ή ο ίδιος, που κατεβαίνει κάθετα στον κόσμο, που εμφανίζεται στο Fair Chloris in a pigsty lay, ποίημα στην επικράτεια του πιο άσεμνου χιούμορ του Ρότσεστερ. Ονειρεύεται επείγουσα προειδοποίηση από το πάθος της ότι έν απ’ τα “τρυφερά κοπάδια” της κινδυνεύει κοντά στο στόμιο της σπηλιάς της. Η ιστορία του είναι τέχνασμα, γιατί την ακολουθεί στη σπηλιά και τη βιάζει. Τότε

Τρομαγμένη ξυπνά,
και ξυπνά παγωμένη.

Η φύση έτσι ευγενικά
χαλάρωσε στα όνειρα
που μεγάλωσαν τα γουρούνια της
που μουγκανίζουν.

Κι ο αντίχειράς της
ανάμεσα στα πόδια της:

Είν’ αθώα κι ευχαριστημένη.

     Συχνά αυτοί οι πρόσχαροι, άσεμνοι στίχοι έχουνε παρωδική σχέση με πιο νηφάλια τραγούδια (όπως αυτά του Francis Quarles) ή επιδίδονται σε κακεντρεχή απάντηση σε πιο χαρούμενες απόψεις του κόσμου (π.χ., το Phyllis, be gentler, I advise του Rochester απαντά στο To the VirginsTo Make Much of Time του Robert Herrick). Όπου ο Donne φαίνεται να είναι η πηγή, είναι αξιοσημείωτο ότι η πανταχού παρούσα κοσμολογική του επίγνωση απορρίπτεται υπέρ κόσμου χωρίς αίσθηση μεγαλύτερης τάξης, ή ακόμα κι αταξίας, αλλά μάλλον κόσμου που αποτελείται απλώς από διαδοχικά πράγματα που δεν τείνουνε προς καμμία κατεύθυνση. Το ήθος του, αν μπορεί κανείς να το διαβάσει στη λυρική του ποίηση, είναι χωρίς κανόνες ουσιαστικά, αν κι εκφράζεται σε φάσμα συναισθημάτων από καλοήθη διασκέδαση ως βαθιά αηδία.
     Είναι πιθανό ότι το σκοτεινότερο μέρος του φάσματός του -καθώς κι οι σάτιρες, τα λαμπιόνια και τα δραματικά κομμάτια- ανήκουνε στη πλευρά της πόλης της ζωής του. Η Λαίδη Ρότσεστερ περνούσε τον περισσότερο χρόνο της στο Άντερμπερι και στα κτήματα των γονιών της στο Σόμερσετ, αν κι είχε ραντεβού στην αυλή να παρακολουθήσει την Άννα, Δούκισσα της Υόρκης. Στη διάρκεια αυτών των καθηκόντων φαίνεται ότι η λαίδη πείστηκε, με την έγκριση του συζύγου της, να ασπαστεί τη ρωμαϊκή θρησκεία. Πιθανώς είδε ότι θα ήτανε σε καλύτερη θέση να υπερασπιστεί τα συμφέροντά της στη κρυπτορωμαϊκή ατμόσφαιρα που επικρατούσε στην αυλή και κατάφωρα στον Ιάκωβο, Δούκα της Υόρκης. Όπως κι αν ήταν αυτό, δεν ήταν σε καμμία περίπτωση τόσο δεμένη με την αυλή και τη πόλη όσο κείνος. Το πώς τον επηρέασε η διχοτόμηση πόλης-υπαίθρου εκφράζεται αξιομνημόνευτα από τον Aubrey:

   “Στη χώρα ήτανε γενικά αρκετά πολιτισμένος. Συνήθιζε να λέει ότι όταν ήρθε στο Μπρέντφορντ, σε κοντινή απόσταση απ’ το Λονδίνο, ο Διάβολος μπήκε μέσα του και δεν τον άφησε ποτέ μέχρι να ‘ρθει ξανά στη χώρα“.

     Το πρώτο τους παιδί, η Άννα, γεννήθηκε και βαφτίστηκε τον Απρίλη του 1669, όταν ο Ρότσεστερ βρισκότανε στο Παρίσι, εξόριστος από την αυλή για τη συμμετοχή του σε μονομαχία. Αυτό το παράπτωμα ακολούθησε σκληρά μετά το επαίσχυντο ξέσπασμα ασήμαντης βίας στην αυλή το Φλεβράρη. Ο Pepys σοκαρίστηκε πιότερο από τη φαινομενική αδιαφορία του βασιλιά παρά απ’ την ίδια τη πράξη. Αναφέρει ότι ο βασιλιάς κι η παρέα έπιναν στη κατοικία του Ολλανδού πρεσβευτή,

   “Κι ανάμεσα στην υπόλοιπη συντροφιά του Βασιλιά, υπήρχε κείνος ο άξιος συνάδελφος ο Λόρδος μου Ρότσεστερ κι ο Τ. Κίλιγκρεου, που η ευθυμία κι η κακομεταχείριση προσέβαλαν τόσο πολύ τον 1ο, ώστε έδωσε στον Τ. Κίλιγκριου κουτί στο αυτί παρουσία του Βασιλιά. πολύ προσβάλλουνε τους ανθρώπους εδώ στην Αυλή, για να δούνε πόσο φτηνός γίνεται ο βασιλιάς“.

     Την άλλη μέρα ο Pepys είδε το βασιλιά να περπατά ελεύθερα με το Ρότσεστερ και σχολιάζει την αιώνια ντροπή του μονάρχη να ‘χει τόσο αδρανή απατεώνα σύντροφό του. Ο Pepys είχε καταγράψει νωρίτερα την αποστροφή του για τον ανόητο λόγο του βασιλιά, όταν ο Κάρολος είπε ιστορία για τα ρούχα και το χρυσό του Ρότσεστερ που κλάπηκαν ενώ ήταν με τη πόρνη του. Το σεξ κι οι καβγάδες, θα μπορούσε κανείς να συμπεράνει, ήταν οι ασχολίες του. Στη πραγματικότητα, ενώ βρισκότανε στο Παρίσι συμμετείχε σε υπόθεση στην όπερα. Η εριστική φύση του, παρά την υπερβολή στα απόκρυφα, ήτανε πολύ αληθινή. Ο Hearne καταγράφει περίεργη εξήγηση που άκουσε από τον Giffard σχετικά μ’ αυτό το χαρακτηριστικό του Rochester:

   “Λέει ότι ο Ld. μου είχε φυσική ασθένεια πάνω του, που ήταν εξαιρετική και πιστεύει ότι αυτή θα μπορούσε να ‘ναι ευκαιρία να συντομεύσει τις ημέρες του, που ήταν ότι μερικές φορές δεν μπορούσε να ‘χει σκαμνί για 3 βδομάδες ή ένα μήνα μαζί. Αυτό που η Δυσθυμία του είπε η Κυριότητά του ήταν πολύ μεγάλη περίσταση αυτής της ζεστασιάς και της θερμότητας που πάντα εξέφραζε, ο Εγκέφαλός του θερμαινόταν από τις αναθυμιάσεις και το Χιούμορ που ανέβαιναν και εκκενώνονταν με αυτόν τον τρόπο“.

     Στον κατάλογο των χόμπι και των συνθημάτων για βία πρέπει επίσης να προστεθεί η προτίμηση του Ρότσεστερ για ποτό. Στον Burnet είπε ότι ήταν μεθυσμένος συνεχώς για 5 χρόνια, ποτέ σ’ αυτό το διάστημα αρκετά ψύχραιμος για να είναι τέλεια κύριος του εαυτού του. Αυτή η περιγραφή είναι απολύτως αξιόπιστη απ’ τ’ αποδεικτικά στοιχεία της συμπεριφοράς του στη 10ετία του 1670 -τις επιστολές και τα ποιήματά του- με το leitmotiv της μέθης και της ναυτίας. Κανείς ποιητής, ακόμη και κείνης της εποχής, δεν έχει ξεπεράσει τον Ρότσεστερ απ’ αυτή την άποψη. Το κομψό έργο του Πίνοντας ένα μπολ, διασκευή του Ανακρέοντα μέσω του Pierre de Ronsard και πιο σαφής κι από τους 2, μπορεί με κάποια βεβαιότητα ν’ αποδοθεί στα τέλη του 1673 λόγω αναφορών σε στρατιωτικές υποθέσεις εκείνης της χρονιάς. Το ποίημα διατηρεί τη συνουσία (σχεδόν αδιάφορη για το αν είναι με υπέροχα αγόρια ή γυναίκες) και πίνει σε είδος συμβιωτικής ισορροπίας: “Έρως και Βάκχος οι άγιοί μου είναι / Είθε να πίνουν και να βασιλεύει ακόμα η αγάπη“. Μαζί αυτές οι επιδιώξεις επισκιάζουν όλες τις άλλες αξιώσεις για τη ζωή: ο ομιλητής αποποιείται κάθε ενδιαφέρον για στρατιωτικό ηρωισμό (ωραία αυτο-υποτίμηση, χαρακτηριστική του Ρότσεστερ) ή το μεγαλύτερο σύμπαν των αστεριών και των αστερισμών.
Η Ανάπηρη Ακολασία, γραμμένη πιθανότατα το 1675 σύμφωνα με χειρόγραφη χρονολόγηση, αναπτύσσει έξοχα τη σύγκριση μεταξύ απόστρατου ναυάρχου προηγούμενων πολέμων που παρακολουθεί τη πρόοδο ναυμαχίας μ’ ενσυναισθητικό ενθουσιασμό και σχεδόν ανίκανης ακολασίας:
Αν και φουντώνει η μάχη μέσω του ποτού, ο ομιλητής θα συμβουλεύσει τη νεολαία να μη συρρικνωθεί από την ευγενή μέγγενη. Σε ζευγάρι διάσημων ηρωικών στροφών ανακαλεί παλιές δόξες που τροφοδοτούνται από το κρασί, με όρους που προσκαλούνε σε αυτοβιογραφική ερμηνεία:

Θα μιλήσω για πόρνες
που δέχτηκαν επίθεση,
απ’ τους άρχοντές τους στο σπίτι.

Οι συνοικίες των Bawds χτυπήθηκαν
και το φρούριο κέρδισε.

Τα παράθυρα κατεδαφίζονται,
τα ρολόγια ξεπερνιούνται.

Κι όμορφα δεινά
απ’ το τέχνασμα μου έγιναν.

Ούτε θα ξεχαστεί
η αγάπη μας, Χλωρίδα,

Όταν κάθε το καλοπροαίρετο linkboy
προσπάθησε ν’ απολαύσει,

Και το καλύτερο φιλί ήταν
η αποφασιστική παρτίδα

Είτε το αγόρι σε γάμησε,
είτε εγώ το αγόρι.

     Ο άγριος καθημερινός γύρος διάλυσης απεικονίζεται και πάλι στο Regime d’viver (πιθανώς από το Rochester κατά την άποψη του Walker, ψευδές στην άποψη του Vieth, αλλά παρ’ όλ’ αυτά εύστοχο), που ‘ναι καυστική ψεύτικη ομολογία, εγκληματολογική περιγραφή για το πώς το σεξ και το ποτό αποκρύπτουν όλα τα άλλα εκτός, στη περίπτωση της πόρνης, τα χρήματα:

Σηκώνομαι στις έντεκα,
δειπνώ περίπου δύο,

Μεθάω πριν απ’ τις εφτά
και το επόμενο πράγμα που κάνω,

Στέλνω για τη πόρνη μου,
όταν από φόβο ενός χειροκροτήματος,

ξοδεύω στο χέρι της
φτύνω στην αγκαλιά της.

Τότε με ληστεύει και μ’ αφήνει:

Ορμώ και βρυχάμαι
και πέφτω σε οργή,

Και λείπει η πόρνη μου,
εγώ άδεια σελίδα μου:

Τότε άρρωστος από τη σοδειά,
όλο το πρωί, καταφέρομαι
εναντίον των ανδρών μου,

Και στο κρεβάτι χασμουριέμαι,
μέχρι τις έντεκα πάλι.

     Αυτός ο αυτοσαρκασμός είναι σε μικρό κλειδί σε σύγκριση μ’ αυτό που ο Treglown περιέγραψε ως το καλύτερο ποίημα που γράφτηκε ποτέ για τη πρόωρη εκσπερμάτιση. Το The Imperfect Enjoyment προέρχεται από είδος που καθιερώθηκε από τον Οβίδιο και τον Πετρώνιο μεταξύ των αρχαίων και γιορτάστηκε από τους καλούς φίλους του Ρότσεστερ George Etherege (στο The Man of Mode, 1676) κι Aphra Behn (στο The Rover, 1677). Ο Dorimant στο 1ο θεατρικό κι ο Willmore στο 2ο έχουν ως πρότυπο το Rochester. Στο ποίημα, ο ομιλητής ξεφεύγει απ’ τη παράδοση της σφοδρότητας του υβρεολογίου εναντίον του προσβλητικού μέλους. “Εσύ δόλιος, λιποτάκτης της φλόγας μου“. Στη τελευταία προσβολή ελπίζει ότι “δέκα χιλιάδες ικανότερα τσιμπήματα συμφωνούν / Να κάνουν την αδικημένη Corinna σωστή για σένα“. Η βίαιη καταγγελία του βίαιου μέλους της απαρτίας ελέγχεται από το καλό χιούμορ του ποιήματος.
     Το αν η βία κι η σφοδρότητα του A Ramble in St. James’s Park ελέγχεται επίσης είναι αμφισβητούμενο ερώτημα. Οι εκδότες της έκδοσης του Πίντο το απέκρυψαν και στη συνέχεια κρίθηκε μη εκτυπώσιμο. Για τη κατανόηση της σεξουαλικής πολιτικής του Ρότσεστερ, είναι κεντρικό. Το 1988 άλλη εξέταση του ποιήματος, από τη Marianne Thormählen, έδειξε πόσο μακρινή είναι η προοπτική συναίνεσης για το Rochester και πόσο εξαιρετικά περίπλοκα είναι τα κρίσιμα κι ακαδημαϊκά προβλήματα. Η εισαγωγή του βίαιου 2ου μισού αυτού του ποιήματος εξαρτάται από το ποιος πιστεύεται ότι είναι ο ομιλητής: ο Κάρολος Β’, ο ήρωας κλόουν, ένας ξεθωριασμένος επιβήτορας, ένα σατιρισμένο fop, ο ηρωικός εαυτός ή ίσως ο Rochester. Ο ομιλητής, για να ανακουφίσει τη μέθη με περίοδο ασέλγειας, εισέρχεται σε τοπίο που ‘ναι γκροτέσκα απόδοση του locus amoenas (ευχάριστο μέρος) τροπάριο, όχι απλώς κήπος που ευνοεί την αγάπη, αλλά σκηνή αρπακτικής συνουσίας, όπου με αιμομικτική γέννηση / Παράξενα δάση ξεπηδούν από τη γεμάτη γη” και όπου μανδραγόραδες ψηλοί ανέβηκαν / Των οποίων οι άσεμνες κορυφές γάμησαν τον ίδιο τον ουρανό. Εδώ η Corinna, που ‘χει περιφρονήσει τον ομιλητή, φλερτάρει με fops κι ανόητους. Στην αρχή διασκεδάζει, αλλά στη συνέχεια ξεσπά μια θύελλα άγριας αγανάκτησης ενάντια στους ανόητους όλων των ειδών:

Θεοί! ότι ένα πράγμα
που θαυμάζω από μένα

θα πρέπει να πέσει
σε τόσο πολύ ατιμία.

Αν είχε διαλέξει,
για να τρίψει τον κώλο της,

κάποιος άκαμπτος κλόουν
ή καλά κρεμασμένος εφημέριος,

κάθε εργασία που το σπερματικό φράγμα
είχε γεμίσει το μουνί της με υγιεινό χυμό,
η διαδικασία θα έπρεπε να ‘χε ‘παινεθεί
με την ελπίδα πως είχε σβήσει
μια φωτιά που άναψα.

     Η κούραση συνεχίζεται για 70 ακόμη στίχους. Δεν είναι η απιστία της Corinna που μετρά -η πίστη σ’ αυτό τον κόσμο δεν σημαίνει τίποτα- αλλά ότι πρέπει να επιλέξει τέτοιους ανόητους για να ικανοποιήσει τη φαγούρα της. Αν κι οι Corinnas του Ρότσεστερ έχουνε κάθε δικαίωμα στη λυσσαλέα ασυδοσία, οι ανόητοι βάζουνε τον ομιλητή πέρα από κάθε μέτρο. Γραμμές όπως αυτές είναι υπεύθυνες για τη κρίση του Sir Sidney Lee, στο Λεξικό Εθνικής Βιογραφίας, για τον Rochester ως τον συγγραφέα του πιο βρώμικου στίχου στη γλώσσα.
     Η λογοτεχνική παραγωγή του ήτανε σε πλήρη έξαρση στη 10ετία του 1670, ακόμη κι όταν η ζωή του σημαδεύτηκε όλο και πιότερο από βίαιη ιδιοσυγκρασία, κατάφωρες αδιακρισίες και σχεδόν συνήθεις εξορίες από την αυλή. Λίγο αφ’ ότου ο John Dryden του ‘ίχε αφιερώσει τον γάμο του A-La-Mode το 1673 κι ο Elkanah Settle του ‘χε αφιερώσει  την αυτοκράτειρα του Μαρόκου, ο Rochester προσέβαλε το βασιλιά παρουσιάζοντάς του φανάρι για τη πολιτική του και τους τρόπους του – “Το σκήπτρο και το τσίμπημά του έχουν μήκος. / Και μπορεί να επηρεάσει αυτόν που παίζει με τον άλλο, / … / Ανήσυχος κυλάει από πόρνη σε πόρνη, / Ένας χαρούμενος μονάρχης, σκανδαλώδης και φτωχός“. Το τελευταίο δίστιχο αρχίζει: “Όλους τους μονάρχες τους μισώ“. Αυτό που σκόπευε να του δώσει του Κάρολου ήταν το Signior Dildo, έργο υψηλού πνεύματος, που σκανδαλωδώς παίζει με τον ενθουσιασμό των Αγγλίδων κυριών για τη πιθανή άφιξη του ιταλικού δονητή, που προτιμήθηκε πολύ απ’ τους συζύγους τους: “Αυτό το σημαίνον είναι υγιές, ασφαλές, έτοιμο και χαζό / Όπως πάντα ήταν κερί, καρότο ή αντίχειρας“. Με την ευκαιρία των τελωνειακών υπαλλήλων, ή αγροτών, που κατάσχουνε φορτίο δερμάτινων δονητών, ο Henry Savile, σταθερός φίλος του Rochester, του γράφει στη χώρα πως εκεί έχει πρόσφατα δυστυχώς κατασχεθεί κουτί απ’ αυτά τα δερμάτινα όργανα.  Έφερε κάτω ένα από αυτά, αλλά αυτοί οι βάρβαροι αγρότες παρακινούμενοι από την υποκίνηση των συζύγων τους τους ψήφισε απαγορευμένα αγαθά έτσι ώστε να καούνε χωρίς έλεος. Ο Ρότσεστερ καλείται να σκεφτεί τα θρησκευτικά και στρατιωτικά του καθήκοντα. Ο Χέιγουορντ περιέγραψε τους Ballers ως το πιο άγριο κι άτακτο σύνολο νεαρών ανδρών και γυναικών που έχουν συναντηθεί ποτέ.


                                              Eλίζαμπεθ Μπάρρυ

     Η αντίδραση του Pepys δείχνει πώς θα εξελισσόταν η φήμη του Ρότσεστερ τη τελευταία 10ετία της ζωής του. Η πόλη βρίθει από ιστορίες για τις ταραχώδεις περιπέτειές του, ακόμη κι όταν η επιρροή του στο θέατρο αυξήθηκε, καθώς η ποίησή του (ειδικά η σάτιρά του) επαινέθηκε ευρέως από ειδικευμένους συγχρόνους του και καθώς η οικογένειά του μεγάλωνε κι ευημερούσε. Ο γιος του Κάρολος γεννήθηκε Γενάρη του 1671, η 2η κόρη του, Ελισάβετ, Ιούνιο του 1674 κι η 3η κόρη του, Μάλετ, Γενάρη του 1675. Άλλη κόρη γεννήθηκε από την Elizabeth Barry το 1677 στο τέλος της παρατεταμένης και παθιασμένης σχέσης τους, που στη διάρκειά της προπόνησε το ταλέντο της για τη σκηνή.
     Μετά την εξορία για προσβολή του εύθυμου μονάρχη, ήτανε και πάλι υπέρ κι η αύξηση της περιουσίας του σηματοδοτήθηκε από την επιχορήγηση στις 27 Φλεβάρη 1674 του Rangership του Woodstock Park και στη συνέχεια στις 2 Μάη του Keepership, που του επέτρεψε να ζήσει στο ωραίο καταφύγιο στο πάρκο. Μέχρι τα τέλη του 1675, ωστόσο, είχε χάσει την επιστροφή αυτού του άνετου διορισμού -ένδειξη του πόσο άσχημα είχε πέσει και πάλι σε δυσμένεια. Αιτία πρέπει να ήταν η μεθυσμένη καταστροφή των περίτεχνων γυάλινων ηλιακών ρολογιών του βασιλιά στις 25 Ιουνίου 1675, απόδραση που καταγράφηκε από τον John Aubrey στη σύντομη ζωή του Linus. Η προσβολή του στη Λουίζα Ρενέ ντε Κερουάλ, δούκισσα του Πόρτσμουθ, μπορεί επίσης να συνέβαλε στην απώλεια της εύνοιας του (η αλληλογραφία του δείχνει ότι το πώς τη προσέβαλε ήταν ασαφές γι’ αυτόν). Σε περίοδο ντροπής όπως αυτή, έπαιξε τη διάσημη μεταμφίεσή του ως Dr. Bendo, το mountebank, στο Tower Hill. Αυτή η βιρτουόζικη επίδειξη εξαπάτησης στη πράξη κι η επακόλουθη επίδειξη της ανθρώπινης ευπιστίας έχει συγκριθεί από την Anne Righter με τον σκηνικό χαρακτήρα του Volpone. Σε μη σωζόμενη γενική επικεφαλίδα, Η διαφήμιση του Δρ Μπέντο, ο Μπέντο ρώτησε: “Φταίω λοιπόν εγώ αν ο απατεώνας, με την εξυπνάδα και τις προσπάθειές του, κάνει τον εαυτό του τόσο σαν εμένα που κατά συνέπεια δεν μπορώ ν’ αποφύγω να του μοιάσω;” Όπως επισημαίνει ο Righter, το πνεύμα του Bendo, όπως και του εφευρέτη του, εξαρτάται από τη συγκεχυμένη αντίθεση στη ταυτότητα. Αξίζει επίσης να σημειωθεί ότι παρουσιάζει σημαντική γνώση της σύγχρονης ιατρικής, με ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τα παράπονα των γυναικών, ιδιαίτερα τις παραμορφώσεις της ομορφιάς του προσώπου.
     Τη νύχτα 17 Ιουνίου 1676, μαζί με άλλους στο χωριό Έπσομ, που ‘χαν επισκεφθεί για ιπποδρομίες, ξεκίνησε φιλονικία πρώτα με τον τοπικό αστυφύλακα και στη συνέχεια κάλεσε σε βοήθειά του. Η μάχη κορυφώθηκε με τον θανάσιμο τραυματισμό του συντρόφου του Ρότσεστερ, Λοχαγού Ντάουνς, που ‘χε παρεμβληθεί μεταξύ του τραβηγμένου σπαθιού του Ρότσεστερ και του αστυφύλακα. Ο Downs χτυπήθηκε. Ο Ρότσεστερ κι οι άλλοι τράπηκαν σε φυγή, αφήνοντάς τονε στη μοίρα του. Έτσι, ο ναυτικός ήρωας απέκτησε πλέον τη φήμη της βίαιης δειλίας. Στις 4 Ιουνίου 1677, όταν μάγειρας μαχαιρώθηκε μέχρι θανάτου σε ταβέρνα όπου έτρωγε ο Ρότσεστερ, στιγμιαίες φήμες τον ονόμασαν δολοφόνο. Σ’ επιστολή προς τον Σάβιλ αναφέρεται σε αυτό και σε άλλα απόκρυφα γεγονότα, συμπεριλαμβανομένων των υπαίθριων ακολασιών στο Γούντστοκ. Πολλά χρόνια νωρίτερα, το 1669, είχε χαρακτηριστεί δειλός για τη συμπεριφορά του σε μονομαχία με τον Τζον Σέφιλντ, 3ο κόμη του Μάλγκρεϊβ. Παρέμειναν ισόβιοι εχθροί και πολέμησαν επανειλημμένες λογοτεχνικές αψιμαχίες. Θα μπορούσε να κριθεί ότι βγήκε νικητής όταν γελοιοποίησε τον Mulgrave ως My Lord All-Pride, που δημοσιεύθηκε σε broadside του 1679, που αρχίζει, “Ξεχειλίζοντας από υπερηφάνεια, η απεχθής απάτη φουσκώνει. / ΠρΤον ενοχλεί, ρίχνει το δηλητήριό του κατευθείαν και μυρίζει“. Άλλο θύμα της λογοτεχνικής μονομαχίας ήτανε το αντίπαλο πνεύμα Sir Carr Scroope, που τον έστειλε ο Rochester στο ποίημα του 1678 On Poet Ninny. Ο Σκρουπ είχε γράψει νωρίτερα γι’ αυτόν: “Η πέννα σου είναι γεμάτη, τόσο ακίνδυνη όσο το σπαθί σου“. Αυτές ήταν αψιμαχίες στον μεγαλύτερο λογοτεχνικό πόλεμο που αναπτύχθηκε μεταξύ του Rochester και του Dryden. Νωρίτερα, φυσικά, ήταν ο προστάτης του Dryden και πολλά υπερβολικά κομπλιμέντα πέρασαν μεταξύ τους. Η αντιστροφή φαίνεται στο An Allusion to Horace του Rochester, το οποίο ξεκινά:

         Dryden

Ήταν κλεμμένοι, άνισοι,
όχι βαρετοί πολλές φορές.
Ποιος ανόητος προστάτης
βρίσκεται εκεί για το δικό του
Τόσο τυφλά μεροληπτικό
για να μου το αρνηθεί; 


                                    Ο Τάφος Του
   
     Ο ανόητος προστάτης είναι ο Mulgrave. Μέχρι το 1676 ο κόσμος του θεάτρου κι η εξυπνάδα είχαν πάρει θέση στη διαμάχη. Ο Thomas Otway, ο Elkanah Settle, ο Thomas Shadwell, ο George Villiers, 2ος δούκας του Μπάκιγχαμ, ο George Etherege, ο William Wycherley, ο John Crowne κι ο Francis Fane όλοι κάποια στιγμή ήτανε στο πλευρό του Rochester. Το αν είχε ή όχι κάποιο ρόλο στο βάναυσο, άνανδρο ξυλοδαρμό του Dryden στο Rose Alley στις 18 Δεκέμβρη 1679, που πιστεύεται ότι ήταν απάντηση στο Δοκίμιο για τη σάτιρα, δεν έχει επιλυθεί. Έχει αποδοθεί σε μεγάλο βαθμό στην ανυποληψία του. Ο Treglown έχει επιστολή από το Rochester προς τον Savile στις 21 Νοέμβρη 1679, που το ποίημα του Dryden ονομάζεται συκοφαντία, αλλά η επιστολή που φέρει απειλή σωματικής βίας –αφήστε το repartee στον Black Will με χάδι– είναι απ’ τις αρχές του 1676.
     Το θεατρικό έργο του Ρότσεστερ περιλαμβάνει μερικούς προλόγους κι επιλόγους, σκηνή για θεατρικό έργο του Σερ Ρόμπερτ Χάουαρντ και τον Βαλεντινιανό (1685), προσαρμογή του ομώνυμου έργου του Τζον Φλέτσερ. Το χειρόγραφο αντίγραφο της έκδοσης του έχει τίτλο Ο βιασμός της Λουκίνας. Ο Pinto θεωρεί το έργο του ως μεταμόρφωση χαλαρά δομημένου μελοδράματος σε συμβολικό ποίημα γεμάτο βαθύ νόημα. Μπορεί να μην εκτελέστηκε μέχρι το 1684 και δεν δημοσιεύθηκε μέχρι το 1685. Τα Σόδομα συνήθως αποδίδονταν στον Ρότσεστερ μέχρι πρόσφατα, παρά  ποίημα που του αποδίδεται στην έκδοση του 1680, Upon the Author of the Play call’d Sodom, που καταγγέλλει έντονα το έργο. Το έργο έχει προκαλέσει εξαιρετικά έντονες αντιδράσεις κι εξακολουθεί να συζητείται πολύ. Οι εκδόσεις είναι πολύ δύσκολο να βρεθούνε. Λέγεται ότι υπήρχε  έκδοση του 1684, που δεν σώζεται πλέον κι ο J.W. Johnson αναφέρει έκδοση του 1689, που οι τυπογράφοι της διώχθηκαν. Η έκδοση του 1904 του L.S.A.M. von Römer, η βάση των σύγχρονων, επισημαίνει με χρήσιμο τρόπο την ομοιότητα στο θέμα μεταξύ αυτού του έργου και του αποσπάσματος του Βαλεντινιανού στο οποίο ο Chylax χαρακτηρίζει την αγάπη των γυναικών ως τοκογλυφία, αλλά την αγάπη των αγοριών ως ανιδιοτελή Φλόγα.
     Σίγουρα τα Σόδομα εξετάζουνε την αρένα της σεξουαλικής πολιτικής και της γυναικοκρατίας και δεν στερούνται πνεύματος. Η κατανόηση του έργου και της σχέσης του με το Ρότσεστερ, ωστόσο, είναι παράδειγμα του προβλήματος της υποτροφίας του Ρότσεστερ. Π.χ., αν και το ποίημα του 1680 (από τα πολλά που καταγγέλλουν το έργο) έχει αναφερθεί ως απόδειξη ότι δεν έγραψε τα Σόδομα, έχει επίσης χρησιμοποιηθεί η απόδειξη ότι έγραψε το έργο με σκεπτικό ότι δείχνει χαρακτηριστική μετατόπιση σε αντιθετική φωνή και στάση. Ο Ντάστιν Χ. Γκρίφιν υποστηρίζει ότι το έργο είναι ερωτικό κι επομένως όχι από τον Ρότσεστερ, ενώ ο Άλμπερτ Έλις υποστηρίζει ότι είναι φιλοσοφικό κι ηθικό έργο κι ότι είναι από το Ρότσεστερ. Έχει επίσης υποστηριχθεί ότι είναι έργο του John Oldham. Ο Α. Σ. Γ. Έντουαρντς, ωστόσο, σοφά προειδοποιεί ενάντια στην αναζήτηση μοναδικού συγγραφέα, συμβουλή που μπορεί να ‘ναι πολύτιμη σε συζητήσεις γι’ άλλα έργα που αποδίδονται στο Ρότσεστερ. Η υπόθεση για την πατρότητα του Ρότσεστερ υποστηρίζεται εκτενώς από τον J. W. Johnson. Όπως και να καταλήξει η υπόθεση, η κρίση του Sir Sidney Lee ότι πρόκειται για έργο απαράδεκτης βρωμιάς δεν είναι πιθανό ν’ αποθαρρύνει τους αναγνώστες υπό το πρίσμα των σύγχρονων ηθών.
     Η πραγματική φήμη του Ρότσεστερ στηρίζεται στις μεγάλες σάτιρες που ρωτούν, με τα λόγια από το Tunbridge Wells, “τι πράγμα είναι ο άνθρωπος, ότι έτσι / Σε όλες τις μορφές του, είναι γελοίος;”. Οι σάτιρες φέρουν μαζί τους τη παράδοξα αναζωογονητική γεύση αυτού που στο Γράμμα από την Αρτεμισία ονομάζει αηδιαστικό ρεύμα της ζωής. Στις 29 Φλεβάρη 1676 έγραψε: “Αυτή τη μέρα έλαβα τα δυσάρεστα νέα του θανάτου και της ταφής μου“, προσθέτοντας ότι τώρα θα συνεχίσει να ζει από κακία. Αυτή η παράνοια είναι το προζύμι της σάτιράς του. Όταν ο Burnet αντιτάχθηκε στη κακία του, ο Rochester απάντησε:

   “Άνθρωπος δε μπορούσε να γράψει με ζωή, εκτός αν θερμαινόταν από εκδίκηση. Διότι, να γράψεις σάτιρα χωρίς μνησικακία πάνω στις ψυχρές αντιλήψεις της φιλοσοφίας, ήταν σαν άνθρωπος να ‘κοβε εν ψυχρώ τους λαιμούς των ανθρώπων που ποτέ δεν τον είχαν προσβάλει“.

     Κάθε άλλο παρά ψυχρά, δίνει στη μηδενιστική φιλοσοφία της εποχής τη πιο πυρακτωμένη, λαϊκή έκφρασή της -ειδικά στο On Nothing και στο Satyr against Reason and Mankind, με την αξιομνημόνευτη φιγούρα του λογικού ανθρώπου να πέφτει από το βουνό των άχρηστων εικασιών του (πιθανώς παρωδία της Σάτιρας III του Donne)) στην απέραντη θάλασσα της αμφιβολίας. Η αστική, αυτοσαρκαστική πόζα αποδίδεται όμορφα στο πορτραίτο του Rochester και του πιθήκου του (περίπου το 1675, αποδίδεται στον Jacob Huysmans).
     Καθώς η υγεία του επιδεινώθηκε γρήγορα από πολλαπλές αιτίες, συμπεριλαμβανομένων των επιπτώσεων της σπατάλης, ο κόσμος περίμενε το θάνατό του με ανυπομονησία. Οι συζητήσεις του για τη θεολογία και τη φιλοσοφία με το κουαρτέτο των θείων μ’ επικεφαλής τον ακούραστο επίσκοπο Burnet καταγράφονται λεπτομερώς απ’ αυτόν, όπως κι η μετάνοιά του, που μεταδόθηκε θρίαμβος για τη καθιερωμένη πίστη. Ο θάνατός του γιορτάστηκε από κείνους που ενδιαφέρονταν για τα ήθη του έθνους και την αποτελεσματικότητα της θρησκείας, καθώς κι από τους βιβλιοπώλες που (απλώς για χάρη του κέρδους, έγραψε ο Wood) έσπευσαν να τυπώσουν μη εξουσιοδοτημένες εκδόσεις των ποιημάτων του και των Μερικών Αποσπασμάτων του Burnet.
     Τον θάνατό του θρήνησαν όμως οι ποιητές, που γράψανε πολλούς ποιμενικούς θρήνους για τον Στρέφοντα (το όνομά του στην Αρκαδία). Αυτοί οι συχνά κομψοί θρήνοι, όπως αυτός του Thomas Flatman, παρέχουν απόσταση από την αγριότητα του To the Postboy του ίδιου του Rochester. Αν και πιθανότατα γράφτηκε μερικά χρόνια πριν από το 1680, αυτό το ποίημα θεωρείται συχνά ως ο επίλογός του:

Γιε πόρνης, ο Θεός σε καταριέται!
μπορείτε να πείτε

ένας απαράμιλλος συνομήλικος
ο πιο εύκολος δρόμος προς τη κόλαση;

Ξεπέρασα τον Βάκχο,
ορκίστηκα της δικής μου κατασκευής

Οι όρκοι θα τρόμαζαν τις Ερινύες
και θα έκαναν τον Πλούτωνα να τρέμει.

Έχω στριφογυρίσει περισσότερες πόρνες
με περισσότερους τρόπους από των Σοδόμων

 * Θεατρικό έργο, The Libertine (1994), γράφτηκε από τον Stephen Jeffreys κι ανέβηκε από το Royal Court Theatre. Στη ταινία του 2004 The Libertine, βασισμένη στο θεατρικό έργο του Jeffreys, πρωταγωνίστησαν οι Johnny Depp ως Rochester, Samantha Morton ως Elizabeth Barry, John Malkovich ως King Charles II & Rosamund Pike ως Elizabeth Malet. Ο Michael Nyman μελοποίησε ένα απόσπασμα από το ποίημα του Rochester Signor Dildo για τη ταινία.

 * Το έργο The Ministry of Pleasure του Craig Baxter δραματοποιεί επίσης τη ζωή του, παρουσιάστηκε στο Latchmere Theatre του Λονδίνου το 2004.

 * Ο Rochester είναι ο κεντρικός χαρακτήρας στην ερωτική νουβέλα της Anna Lieff Saxby του 1996, No Paradise but Pleasure.

 * Η ιστορία της ζωής του στο ιστορικό μυθιστόρημα της Susan Cooper-Bridgewater Of Ink, Wit and Intrigue – Lord Rochester in Chains of Quicksilver, 2014.

 * Το τραγούδι του Nick Cave του 2004 There She Goes, My Beautiful World, από το άλμπουμ Abattoir Blues / The Lyre of Orpheus, περιλαμβάνει τους στίχους “John Wilmot penned his poetry / Riddled with the pox“.

 * Η Germaine Greer δημοσίευσε κομμάτι με τίτλο Doomed to Sincerity για τη ζωή του.

========================

           Δάφνη

Ανόητο σουέιν, θα σε κάνω να ξέρεις:
“Ήταν η πρακτική μου εδώ και πολύ καιρό.
Ενώ μάταια με νόμιζες αληθινό,
Ήμουνα ψεύτικος στη περιφρόνησή σου.
Με τα δάκρυά μου, μεταμφίεση της καρδιάς μου,
Εγώ την αγάπη σου και εσύ περιφρονάς.
η κορασίδα πιότερη χαρά ανακαλύπτει
Να κάνει ανόητους, παρά να κρατά εραστές.

Το θριαμβικό ιερό της αρετής! σ’ ένα προσκύνημα,
που ασχολούνται με αυτό τρία βασίλεια.
που σ’ εκστατικό καθήκον να ‘ρθουν προσπαθούν
από τον εαυτό τους κι απ’ το σπίτι τους.

Επιστολή από Αρτεμισία στη πόλη προς Χλόη στην εξοχή
(1679)

Αγάπη, το πιο γενναιόδωρο πάθος του μυαλού
Το πιο απαλό καταφύγιο που μπορεί να βρει η αθωότητα
Όταν η λατρεία του νεαρού δασκάλου μου έρχεται στη πόλη,
Από παιδαγωγός και μητέρα μόλις ταιριάζει δωρεάν,
Ο κληρονόμος κι οι ελπίδες μιας μεγάλης οικογένειας;
Ποιος με δυνατή μπύρα και βόειο κρέας κυβερνά η χώρα,
Κι από τη κατάκτηση ήταν ανόητοι.
Και τώρα, με προσεκτική προοπτική να διατηρήσει
αυτόν τον χαρακτήρα, μήπως διασταύρωση του στελέχους
Πρέπει να επιδιορθώσει τη φυλή booby, οι φίλοι του παρέχουν
Ένας ξάδερφος του για να είναι η νύφη του…

Ο κόσμος φαίνεται σαν μια μεγάλη οικογένεια,
που ο άρχοντας, καταπιεσμένος από περηφάνεια και φτώχεια,
(ότι στους λίγους μεγάλη γενναιοδωρία μπορεί να δείξει)
είναι αδύναμος να λιμοκτονήσει το πολυάριθμο τραίνο από κάτω.

Νεκροί γινόμαστε η ξυλεία του κόσμου

Είναι ένας καλός κόσμος για να ζεις,
να δανείζεις, ή να ξοδεύεις, ή να ενδίδεις.
Αλλά το να ζητιανεύεις ή να δανείζεσαι,
ή να παίρνεις το δικό σου,
είναι ο χειρότερος κόσμος που έγινε ποτέ.

Γεννημένος για τον εαυτό μου,
μου αρέσει μόνο ο εαυτός μου,
Και πρέπει να ολοκληρώσω
τη κρίση μου καλή, ή καμμία:
Γιατί θα μπορούσε η λογική μου
να ‘ναι μηδενική, πώς θα ‘πρεπε να ξέρω
αν ένας άλλος άνθρωπος ήταν καλός ή όχι;

Έτσι αποφασίζω για τη δική μου ποίηση,
ότι είναι το καλύτερο.
Κι υπάρχει μια φήμη για μένα.
Αν τότε είμαι ευτυχισμένος, τι προωθεί,
αν αξίζει οφειλόμενο, ή αλαζονεία;
Ω, αλλά ο κόσμος
θα προσβληθεί με αυτόν τον τρόπο!
Γιατί τότε ο κόσμος
θα υποφέρει γι’ αυτό, όχι εγώ.
Μήπως αυτός ο πικάντικος κόσμος
και συμφώνησα, να τον αφήσω
να ‘χει την κτηνώδη θέλησή του πάνω μου;
Γιατί πρέπει να έλκεται
η εκδιδόμενη αίσθησή μου
σε κάθε κανόνα που γεννούν
τα μουχλιασμένα έθιμά τους;

Αλλά οι άνθρωποι μπορεί να σας επικρίνουν.
Είναι δύο προς ένα,
όταν λογοκρίνουν, θα κάνουν λάθος.
Δεν υπάρχει τίποτα στη Γη,
που να μπορώ να ονομάσω,
τόσο ανόητο, και τόσο ψεύτικο,
όσο η κοινή φήμη
αποκαλεί τον αυλικό knave,
τον απλό άνθρωπο αγενή,
τον Haughty τον τάφο
και τον ευχάριστο άσεμνο,
τον αυθάδη τον ζωηρό, τον λυπημένο,
τον κακό τον οικείο, τον εφεδρικό τρελλό.

Η φτωχή αβοήθητη γυναίκα
δεν ευνοείται περισσότερο,
είναι μια πονηρή υποκριτής
ή δημόσια πόρνη.
Τότε ποιος ο διάβολος θα το έδινε αυτό
-για να είναι ελεύθερος
από την αθώα μομφή της ατιμίας
Αυτά τα πράγματα θεωρούνται
με κάνουν (παρά τις αδρανείς φήμες)
να μείνω στο σπίτι και να γράψω.

Για αιχμηρή σάτιρα θα διάλεγα τον Buckhurst,
Ο καλύτερος καλός άνθρωπος με τη χειρότερη φύση.

Οι άγγελοι ακούν όταν μιλάει:
Είναι η χαρά μου, το θαύμα όλης της ανθρωπότητας.
Αλλά η ζηλιάρα καρδιά μου θα σπάσει
Αν ζήσουμε μια μέρα κάτω.

Τότε μη μιλάτε για Ασυνέπεια,
Ψεύτικες Καρδιές και αθετημένους όρκους.
Αν εγώ, ως εκ θαύματος, μπορώ να είμαι
αυτό το ζωντανό Λεπτό αληθινό σε σένα,
είναι όλα όσα επιτρέπει ο Παράδεισος.

Έτσι, όταν πλησιάζουν οι μέρες
της ανικανότητάς μου,
Και είμαι δίπλα στην ευλογιά
και την άτυχη ευκαιρία
του κρασιού Driv’n
απ’ τις ευχάριστες Billows της ακολασίας
Στη θαμπή ακτή της τεμπέλικης εγκράτειας.
Οι Πόνοι Μου τουλάχιστον
κάποια ανάπαυλα θα αντέξουν
Ενώ βλέπω τις Μάχες που διατηρείτε,
Όταν Στόλοι από Γυαλιά πλέουν
γύρω από το Διοικητικό Συμβούλιο,
Από τις Πλατιές Πλευρές του Πνεύματος θα βρέξει.

Έτσι, σαν πολιτικός, θα επιβάλω ευγενικά,
Κι ασφαλείς από τον κίνδυνο,
θα συμβουλεύσω γενναία.
Προστατευμένοι στην ανικανότητα,
σας παροτρύνουν να χτυπήσετε,
κι, όντας καλός για τίποτα άλλο,
να είστε σοφοί.

Δείτε την ευγενική γη
που δέχεται σπόρους
Σε κάθε σιτάρι γεννάει:
Σε αυτήν δεν πέφτουν
ανεπιθύμητα ντους,
η πρόθυμη μήτρα Της
τα διατηρεί όλα,
Και θα περιοριστεί η Καιλία μου;
Όχι, ζήσε σύμφωνα με τον ισχυρό νου σου,
και γίνε η ερωμένη της ανθρωπότητας!

Μήπως, για άλλη μια φορά
περιπλανώμενος από αυτόν τον ουρανό,
πέφτω σε κάποια βάση καρδιάς πιο άκαρχη,
άπιστη σε σένα, ψεύτικη, ασυγχώρητη,
και χάνω την αιώνια ανάπαυσή μου.

Στα μαραμένα χείλη σου και στεγνά,
που σαν άγονα αυλάκια κείτονται,
Μελαγχολικά φιλιά θα χύσω,
Θα αποκατασταθεί η νεανική σου καρδιά.
(Τέτοια ντους το φθινόπωρο του φθινοπώρου,
Και μια δεύτερη ανάκληση άνοιξη)?
Ούτε από σένα θα αποχωριστείς ποτέ,
Αρχαίο Πρόσωπο της Καρδιάς μου.

Αντίο, γυναίκα! Σκοπεύω
στο εξής κάθε βράδυ να κάθομαι
με τον άσεμνο, καλοπροαίρετο φίλο μου,
πίνοντας για να δημιουργήσω πνεύμα.

Γυμνή ξάπλωσε, σφιγμένη στη λαχταριστή αγκαλιά μου,
γέμισα αγάπη κι εκείνη ολόγυρα γοητείες.
Κι οι δύο εξίσου εμπνευσμένοι με πρόθυμη φωτιά,
λιώνουν μέσα από την καλοσύνη,
φλέγονται στην επιθυμία.
Με τα χέρια, τα πόδια, τα χείλη κοντά
προσκολλώνται στην αγκαλιά.

Εσύ δόλιος, λιποτάκτης της φλόγας μου,
ψεύτικος στο πάθος μου,
μοιραίος στη φήμη μου,
μέσα από ποια λανθασμένη μαγεία αποδεικνύεσαι
τόσο αληθινός στην ασέλγεια,
τόσο αναληθής στην αγάπη;

Αλλά ω, πόσο αργά κυλούν
τα λεπτά Όταν απουσιάζει
από τα μάτια της,
που τρέφει την αγάπη μου,
που είναι η ψυχή μου:
Μαραζώνει και πεθαίνει.

το φράξιμο κάθε ευχαρίστησης,
οι αποσκευές της ζωής,
Είναι το καλύτερο που μπορεί να ειπωθεί
για μια πολύ καλή σύζυγο.

Μεγάλο αρνητικό,
πόσο μάταια θα ρωτούσε,
θα καθόριζε, θα διέκρινε,
θα δίδασκε, θα επινόησε,
δεν θα άντεχες να δείξεις
τις βαρετές φιλοσοφίες τους;
Είναι, ή δεν είναι,
τα δύο μεγάλα άκρα της μοίρας,
κι αλήθεια ή ψέμα, το θέμα συζήτησης,
που τελειοποιούν, ή καταστρέφουν
τα τεράστια σχέδια της μοίρας.

Ο Ελέφαντας δεν κερδίζεται ποτέ με Θυμό,
Ούτε αυτός ο άνθρωπος,
που θα διεκδικήσει
ένα Λιοντάρι, πρέπει να τον πάρε
ιμε τα δόντια.

Δεν υπάρχει πράγμα στη γη
που να μπορώ να ονομάσω,
τόσο ανόητο, και τόσο ψεύτικο,
όσο η κοινή φήμη.

        Σταθερότητα

Δεν μπορώ να αλλάξω,
όπως κάνουν οι άλλοι,
Αν και περιφρονείτε άδικα.
Από κείνο το φτωχό κύκνο,
αυτό αναστενάζει για σένα
Γιατί μόνο εσύ γεννήθηκε.
Όχι, Phyllis, όχι,
η καρδιά σου να κινηθεί
Ένας πιο σίγουρος τρόπος
θα προσπαθήσω:
Και για να εκδικηθώ
τη προσβεβλημένη αγάπη μου,
Θα συνεχίσει να αγαπά,
θα εξακολουθεί να αγαπά
και θα πεθάνει.

Όταν, σκοτωμένος από θλίψη,
ο Αμύντας ψεύδεται.
Κι εσύ στο νου θα καλέσεις
Οι αναστεναγμοί που τώρα
δεν λυπούνται σηκώνονται.
Τα δάκρυα που μάταια πέφτουν:
Αυτή η ώρα καλωσορίσματος
που τελειώνει αυτό το έξυπνο,
Θα αρχίσει τότε τον πόνο σου;
Γιατί τέτοια πιστή, τρυφερή καρδιά
Δεν μπορεί ποτέ να σπάσει,
δεν μπορεί ποτέ να σπάσει μάταια.

         Η Ατελής Απόλαυση

Γυμνή ξάπλωσε, σφιγμένη στα λαχταριστά χέρια μου,
Γέμισα με αγάπη, κι εκείνη ολόκληρη γοητείες.
Και οι δύο εξίσου εμπνευσμένοι με πρόθυμη φωτιά,
Λιώνοντας μέσα από την καλοσύνη, φλεγόμενη στην επιθυμία.
Με τα χέρια, τα πόδια, τα χείλη κοντά προσκολλημένα στην αγκαλιά,
Με κουμπώνει στο στήθος της και με ρουφάει στο πρόσωπό της.
Η ευκίνητη γλώσσα της, η μικρότερη αστραπή της αγάπης, έπαιζε
Μέσα στο στόμα μου, και στις σκέψεις μου μεταφέρονται
Γρήγορες διαταγές ότι πρέπει να προετοιμαστώ να ρίξω
Ο κεραυνός που διαλύει τα πάντα παρακάτω.
Η φτερουγισμένη ψυχή μου, ξεπήδησε με το μυτερό φιλί,
Κρέμεται αιωρούμενη στα γαλήνια χείλη της ευδαιμονίας.
Αλλά ενώ το πολυάσχολο χέρι της θα καθοδηγούσε αυτό το μέρος
Που πρέπει να μεταφέρει την ψυχή μου στην καρδιά της,
Σε υγρές αρπαγές διαλύω όλα τα άλλα,
Λιώστε στο σπέρμα και περάστε σε κάθε πόρο.
Ένα άγγιγμα από οποιοδήποτε μέρος της δεν είχε κάνει:
Το χέρι της, το πόδι της, το ίδιο της το βλέμμα είναι μουνί.
Χαμογελώντας, φωνάζει με ένα ευγενικό μουρμουρητό θόρυβο,
Και από το σώμα της σκουπίζει τις μουντές χαρές,
Όταν, με χίλια φιλιά περιπλανιέται o’er
Το λαχανιασμένο στήθος μου, “Δεν υπάρχει πια;”
Κλαίει. “Όλα αυτά στην αγάπη και την αρπαγή που οφείλεται.
Δεν πρέπει να πληρώσουμε ένα χρέος και στην ευχαρίστηση;”
Αλλά εγώ, ο πιο εγκαταλελειμμένος, έχασα τον άνθρωπο ζωντανό,
Για να δείξω την επιθυμητή υπακοή μου μάταια προσπαθώ:
Αναστενάζω, αλίμονο! και φιλί, αλλά δεν μπορεί να περιστραφεί.
Οι πρόθυμες επιθυμίες μπερδεύουν την πρώτη μου πρόθεση,
Η επιτυχία της ντροπής αποτρέπει περισσότερη επιτυχία,
Και η οργή επιτέλους με επιβεβαιώνει ανίκανο.
Ev’n το δίκαιο χέρι της, που θα μπορούσε να προσφέρει επιστροφή θερμότητας
Στην παγωμένη ηλικία, και να κάνει τους κρύους ερημίτες να καίγονται,
Εφαρμόζεται στην αγαπημένη μου σκωρία, δεν ζεσταίνει πια
Από τη φωτιά στις στάχτες θα μπορούσε να αποκατασταθούν οι φλόγες του παρελθόντος.
Τρέμουλο, σύγχυση, απελπισία, limber, ξηρό,
Ένα επιθυμητό, αδύναμο, ασυγκίνητο κομμάτι λέω ψέματα.
Αυτό το βέλος της αγάπης, του οποίου το σημείο διάτρησης, συχνά προσπάθησε,
Με παρθένο αίμα δέκα χιλιάδες υπηρέτριες έχουν πεθάνει,
Ποια φύση εξακολουθεί να κατευθύνεται με τέτοια τέχνη
Ότι μέσα από κάθε μουνί έφτασε σε κάθε καρδιά –
Αποφασισμένος, δεν θα εισβάλει απρόσεκτα
Γυναίκα ή άνδρας, ούτε η μανία της έμεινε:
Όπου τρύπησε, ένα μουνί που βρήκε ή έφτιαξε —
Τώρα η νωθρότητα βρίσκεται σε αυτή τη δυστυχισμένη ώρα,
Συρρικνώθηκε και χωρίς χυμό σαν μαραμένο λουλούδι.
Εσύ δόλιος, λιποτάκτης της φλόγας μου,
Ψεύτικο στο πάθος μου, μοιραίο στη φήμη μου,
Μέσα από αυτό που κάνεις λάθος μαγεία αποδεικνύεις
Τόσο αληθινό στην ασέλγεια, τόσο αναληθές στην αγάπη;
Τι στρείδι-σκωρία-ζητιάνος-κοινή πόρνη
Απέτυχες σε όλη σου τη ζωή πριν;
Όταν η φαυλότητα, η αρρώστια και το σκάνδαλο δείχνουν το δρόμο,
Με πόση επίσημη βιασύνη υπακούς!
Σαν ένας αγενής, βρυχώμενος έκτορας στους δρόμους
Ποιος τσακώνεται, σφαλιάρει και δικαιώνει ό,τι συναντά,
Αλλά αν ο βασιλιάς ή η χώρα του διεκδικήσει τη βοήθειά του,
Ο κακοποιός rakehell συρρικνώνεται και κρύβει το κεφάλι του.
Εἰς ὁ ὁποῖος ἐν τῷ κτηνὸ ἐν τῷ
Σπάει κάθε στιφάδο, εισβάλλει κάθε μικρή πόρνη,
Αλλά όταν η μεγάλη Αγάπη η αρχή προστάζει,
Βασάνη στον πρίγκιπά σου, δεν τολμάς να σταθείς.
Το χειρότερο μέρος μου, και στο εξής μισούσε περισσότερο,
Μέσα από όλη την πόλη μια κοινή γαμημένη θέση,
Σε ποιον κάθε πόρνη ανακουφίζει το μυρμήγκιασμα μουνί της
Καθώς τα γουρούνια στις πύλες τρίβονται και γρυλίζουν,
Είθε να είσαι θήραμα σε αδηφάγα chancres,
Ή στην κατανάλωση κλάματος σπατάλη?
Είθε να στραγγαλίσεις και να λιθοβολήσεις τις μέρες σου.
Είθε να μην κατουρηθείς ποτέ, ποιος αρνήθηκε να ξοδέψει
Όταν όλες οι χαρές μου έγιναν σε ψεύτικο εσύ εξαρτώνται.
Και είθε δέκα χιλιάδες ικανότεροι να συμφωνήσουν
Να κάνεις το αδικημένο Corinna σωστό για σένα.

Αγάπη & Ζωή: Ένα Τραγούδι…

Όλη μου η πριν ζωή
δεν είναι πια δική μου,
Οι ώρες που πετούσα
έχουν φύγει,
όπως τα παροδικά όνειρα
πετάξανε μακρυά,
μα οι εικόνες τους, που κρύβονται
βαθιά μες στη καρδιά
και μόναχα στη μνήμη,
έχουν μείναι.

Ο καιρός που πρόκειται να ‘ρθει
δεν είναι πια -και πώς μπορεί- δικός μας;
Ετούτη η στιγμή
είν’ όλο το παιγνίδι
κι ότι, όσο γίνει πιο γοργά,
Φύλις, θα ‘σαι μονάχη.

Τότε να μη μιλάς
εσύ για ασυνέπεια,
Ψεύτικους έρωτεςς
κι αθετημένους όρκους.
Αν εγώ, εκ θαύματος,
μπορώ να είμαι
αυτό το ζωντανό λεπτό
για ‘σε μονάχα αληθινό,
είναι το μόνο σου λεπτό
π’ αφίνει ο Παράδεισος.

Το ψεύτικο τραγούδι

Περιστρέφομαι όπως κι άλλοι,
Είμαι νέος, δεν έχω παραμορφωθεί,
καρδιά μου τρυφερή,
ειλικρινής κι αληθινή,
Δεν αξίζει να περιφρονηθεί.

Γιατί Φυλλίς τότε, γιατί θα περιστρέψεις,
Με σαράντα εραστές περισσότερους;
Μπορώ (είπε) με τη Φύση να προσπαθήσω,
Αλίμονο είμαι, αλίμονο είμαι πόρνη.

Ήταν όλο μου το σώμα λαρδί o’er,
Με βελάκια αγάπης, τόσο παχιά,
Που μπορεί να βρείτε σε ev’ry πόρο,
Ένα καλά κολλημένο όρθιο τσίμπημα.

Ενώ ακόμα τα μάτια μου ήταν ελεύθερα,
Η καρδιά μου, ποτέ δεν θα αμφέβαλλε,
Μέσα στην οργή και την έκσταση,
Να ευχηθώ αυτά τα μάτια,
να ευχηθώ αυτά τα μάτια
να γαμηθούν.

Ένα τραγούδι μιας νεαρής κοπέλας στον αρχαίο εραστή της

Αρχαίος άνθρωπος, για τον οποίο εγώ
Όλη η κολακευτική νεολαία αψηφά,
Ας είναι πριν γεράσεις,
Πόνος, τρέμουλο, τρελό, κρύο;
Αλλά συνέχισε όπως είσαι,
Αρχαίο πρόσωπο της καρδιάς μου.

Στα μαραμένα χείλη σου και στεγνά,
Τα οποία σαν άγονα αυλάκια βρίσκονται,
Μελαγχολικά φιλιά θα χύσω
Θα αποκατασταθεί η νεανική σου [θερμότητα]
(Τέτοια ντους το φθινόπωρο του φθινοπώρου,
Και μια δεύτερη ανάκληση άνοιξης).
Ούτε από σένα θα αποχωριστείς ποτέ,
Αρχαίο πρόσωπο της καρδιάς μου.

Το ευγενέστερο μέρος σου, το οποίο αλλά για να ονομάσω
Στο φύλο μας θα μετριόταν ντροπή,
Με την παγωμένη λαβή της ηλικίας δαιμονισμένη,
Από τον πάγο [του] ελευθερώνεται,
Και γαλήνιος από το αναζωογονητικό μου χέρι,
Στην προηγούμενη ζεστασιά και σθένος στέκονται.
Το μόνο που μπορεί να φτάσει η επιθυμία ενός εραστή
Για τη χαρά σου η αγάπη μου θα διδάξει,
Και γιατί η ευχαρίστησή τους θα βελτιωθεί
Όλα αυτά που μπορεί να προσθέσει η τέχνη στην αγάπη.
Κι όμως σε αγαπώ χωρίς τέχνη,
Αρχαίο πρόσωπο της καρδιάς μου.

    σάτιρα εναντίον της ανθρωπότητας
(1679)

Αν εγώ, που με δικό μου κόστος είμαι
ήδη ένα από αυτά τα παράξενα, θαυμαστά πλάσματα του ανθρώπου,
ένα πνεύμα ελεύθερο, να διαλέξω για το δικό μου μερίδιο,
τι είδους σάρκα και αίμα θα ήθελα να φορέσω,
θα ήμουν σκύλος, πίθηκος ή αρκούδα
ή οτιδήποτε άλλο, εκτός από αυτό το μάταιο ζώο,
που είναι τόσο περήφανο που είναι λογικό.

Λόγος, ένα Ignis fatuus του Νου,
που αφήνει πίσω του το φως της Φύσης, την Αίσθηση.
Ενώ ο παραπλανημένος Ακόλουθος σκαρφαλώνει με πόνο,
τα Βουνά των Ιδιοτροπιών, σκοντάφτοντας στον ίδιο του τον εγκέφαλο,
σκοντάφτοντας από τη σκέψη στη σκέψη, πέφτουν με
τα μούτρα στην απέραντη θάλασσα της αμφιβολίας, όπου σαν να πνίγονται,
τα βιβλία τον σηκώνουν για λίγο και τον κάνουν να προσπαθήσει
να κολυμπήσει με ουροδόχους κύστες της φιλοσοφίας.

Τότε τα γηρατειά και η εμπειρία, χέρι-χέρι,
τον οδηγούν στο θάνατο, και τον κάνουν να καταλάβει,
Μετά από μια αναζήτηση τόσο οδυνηρή, και τόσο μεγάλη,
που όλη του τη ζωή ήταν στο λάθος.

Γιατί οι εξυπνάδες αντιμετωπίζονται ακριβώς όπως οι κοινές πόρνες.
Πρώτα τους απολαμβάνουν και μετά τους διώχνουν από τις πόρτες.

Γιατί όλοι οι Άνθρωποι θα ήταν δειλοί αν άντεχαν:
Και η Τιμιότητα είναι ενάντια σε κάθε κοινή λογική.

Οι περισσότεροι άνθρωποι είναι δειλοί, όλοι οι άνθρωποι πρέπει να είναι Knaves.
Η διαφορά βρίσκεται, απ’ όσο μπορώ να δω,
όχι στο ίδιο το πράγμα, αλλά στο βαθμό.

Αλλά ένας πράος ταπεινός Άνθρωπος μετριοπαθούς Λογικής,
ο Οποίος, κηρύττοντας την Ειρήνη, ασκεί την εγκράτεια.
Του οποίου η ευσεβής ζωή είναι μια απόδειξη που πιστεύει,
Μυστηριώδεις Αλήθειες, τις οποίες κανένας άνθρωπος δεν μπορεί να συλλάβει.
Αν στη Γη κατοικούν τέτοιοι Θεοειδείς Άνθρωποι,
θα τους αποκηρύξω εδώ το Παράδοξό μου.
Λατρεύετε αυτά τα Ιερά της Αρετής, αποτίετε
φόρο τιμής και, με τον κόσμο του όχλου, οι Νόμοι τους υπακούουν.
Αν υπάρχουν τέτοια, αλλά δώσε μου τουλάχιστον αυτό,
ο Άνθρωπος διαφέρει περισσότερο από τον Άνθρωπο, παρά ο Άνθρωπος από το Θηρίο.

             Στην ερωμένη του

Γιατί σκιάζεις το υπέροχο πρόσωπό σου; Ο γιατί
Μήπως αυτό το εκλειπόμενο χέρι σου αρνείται
Η λιακάδα του αναζωογονητικού ματιού του Ήλιου;

Χωρίς το φως σου, ποιο φως παραμένει μέσα μου;
Εσύ είσαι η ζωή μου. Ο δρόμος Μου, το φως Μου είναι μέσα σου.
Ζω, κινούμαι και από τις ακτίνες σου βλέπω.

Εσύ είσαι η ζωή μου, αν απομακρυνθείς
Η ζωή μου είναι χίλιοι θάνατοι. Εσύ είσαι ο τρόπος μου-
Χωρίς εσένα, Αγάπη, ταξιδεύω όχι παρά αδέσποτα.

Το φως μου είσαι χωρίς το ένδοξο βλέμμα σου
Τα μάτια μου σκοτεινιάζουν με την αιώνια νύχτα.
Αγάπη μου, εσύ είσαι ο δρόμος μου, η ζωή μου, το φως μου.

Εσύ είσαι ο δρόμος μου. Περιπλανιέμαι αν πετάξεις.
Εσύ είσαι το φως μου. αν κρύβομαι, πόσο τυφλός είμαι!
Εσύ είσαι η ζωή μου. Αν αποσυρθείς, πεθαίνω.

Τα μάτια μου είναι σκοτεινά και τυφλά, δεν μπορώ να δω:
Σε ποιον ή πού πρέπει να φύγει το σκοτάδι μου,
Αλλά σε αυτό το φως;-και ποιος είναι αυτό το φως εκτός από σένα;

Αν έχω χάσει το δρόμο μου, αγαπητέ εραστή, πες,
Θα περιπλανηθώ ακόμα με αμφίβολο τρόπο;
Αγάπη, θα ξεστρατίσει ένα αρνί από το μαντρί του Ισραήλ;

Ο δρόμος Μου χάθηκε, τα περιπλανώμενα βήματά μου ξεστρατίζουν.
Δεν μπορώ να πάω, ούτε μπορώ να μείνω με ασφάλεια.
Ποιον να αναζητήσω εκτός από εσένα, το δρόμο μου, το δρόμο μου;

Κι όμως στρέφεις το πρόσωπό σου μακριά και με πετάς!
Και όμως μηνύω για χάρη και εσύ με αρνείσαι!
Μίλα, θυμώνεις, Αγάπη, ή μόνο με δοκιμάζεις;

Εσύ είσαι ο δρόμος του προσκυνητή, το μάτι του τυφλού,
Η ζωή του νεκρού. Σε σένα βασίζονται οι ελπίδες μου:
Αν αφαιρέσω, σίγουρα θα πεθάνω.

Διάλυσε τις ηλιαχτίδες σου, κλείσε τα φτερά σου και μείνε!
Δείτε, δείτε πώς είμαι τυφλός, και νεκρός, και αδέσποτος!
-Ω είσαι η ζωή μου, το φως μου, ο δρόμος μου!

Τότε δούλεψε το θέλημά σου! Αν το πάθος με προστάζει να φύγω,
Η λογική μου θα υπακούσει, τα φτερά μου θα είναι
Μην τεντωθείς μακρύτερα από μένα σε σένα!

              Πάνω στο τίποτα

Τίποτε! ο μεγαλύτερος αδελφός σου ακόμη και στη Σκιά:
Αυτό είχε ένα ον πριν φτιαχτεί ο κόσμος,
Και καλά σταθερή, μόνο η τέχνη του τέλους δεν φοβάται.

Πριν ο Χρόνος και ο Τόπος ήταν, ο Χρόνος και ο Τόπος δεν ήταν,
Όταν πρωτόγονο Τίποτα Κάτι ευθεία γεννήθηκε?
Τότε όλοι προχώρησαν από το μεγάλο ενωμένο Τι.

Κάτι, το γενικό χαρακτηριστικό όλων,
Αποκομμένο από σένα, το μοναδικό πρωτότυπο του,
Στον απεριόριστο εαυτό σου πρέπει να πέσει αδιακρίτως.

Κι όμως Κάτι πρόσταξε η ισχυρή δύναμή σου,
Και από το καρποφόρο χέρι του Κενού
Άρπαξαν ανθρώπους, θηρία, πουλιά, φωτιά, αέρα και γη.

Ύλη ο πονηρός απόγονος της φυλής σου,
Με τη Μορφή βοήθησε, πέταξε από την αγκαλιά σου,
Και το επαναστατικό Φως έκρυψε το αιδεσιμότατο σκοτεινό πρόσωπό σου.

Με τη Μορφή και την Ύλη, ο Χρόνος και ο Τόπος ενώθηκαν.
Σώμα, ο εχθρός σου, με αυτές συνδυάστηκαν οι λεύγες
Να χαλάσεις το ειρηνικό σου βασίλειο και να καταστρέψεις όλη τη γραμμή σου.

Αλλά το turncoat Time βοηθά τον εχθρό μάταια,
Και δωροδοκούμενος από σένα, καταστρέφει τη βραχύβια βασιλεία τους,
Και στην πεινασμένη μήτρα σου διώχνει πίσω τους δούλους σου ξανά.

Αν και τα μυστήρια αποκλείονται από τα λαϊκά μάτια,
Και το θείο μόνο με εγγύηση pries
Στους κόλπους σου, όπου βρίσκεται η αλήθεια κατ’ ιδίαν,

Ωστόσο, αυτό για σένα ο σοφός μπορεί αληθινά να πει:
Εσύ από το ενάρετο τίποτα δεν καθυστερείς,
Και για να είναι μέρος μαζί σου, οι πονηροί προσεύχονται σοφά.

Μεγάλο αρνητικό, πόσο μάταια θα ήταν ο σοφός
Ερευνήστε, ορίστε, διακρίνετε, διδάξτε, επινοήστε,
Δεν στάθηκες να δείξεις τις τυφλές φιλοσοφίες τους!

Είναι, ή δεν είναι, τα δύο μεγάλα άκρα της μοίρας,
Και Σωστό ή Λάθος, το θέμα της συζήτησης,
Που τελειοποιούν ή καταστρέφουν τα τεράστια σχέδια του κράτους –

Όταν έχουν βασανίσει το στήθος του πολιτικού,
Μέσα στον Κόρφο σου αναπαύσου με ασφάλεια,
Και όταν μειώνονται σε σένα, είναι λιγότερο ανασφαλείς και καλύτεροι.

Αλλά Τίποτα, γιατί το Κάτι εξακολουθεί να επιτρέπει
Ότι οι ιεροί μονάρχες πρέπει να κάθονται στο συμβούλιο
Με άτομα που σκέφτονται πολύ στην καλύτερη περίπτωση για τίποτα δεν ταιριάζει,

Ενώ βαρύ Κάτι απέχει σεμνά
Από τα ταμεία των πριγκίπων και από τα μυαλά των πολιτικών,
Και τίποτα εκεί σαν μεγαλοπρεπές Τίποτα δεν βασιλεύει;

Τίποτε! που κατοικούν με ανόητους σε σοβαρή μεταμφίεση
Για τους οποίους επινοούν σχήματα και μορφές,
Μανίκια γκαζόν, γούνες και φορέματα, όταν τους αρέσεις φαίνονται σοφά:

Γαλλική αλήθεια, ολλανδική ανδρεία, βρετανική πολιτική,
Hibernian μάθηση, Σκωτσέζικη ευγένεια,
Η αποστολή των Ισπανών, το πνεύμα των Δανών φαίνονται κυρίως σε σένα.

Η ευγνωμοσύνη του μεγάλου άνδρα στον καλύτερό του φίλο,
Οι υποσχέσεις των βασιλιάδων, οι όρκοι των πόρνων – προς εσένα μπορούν να λυγίσουν,
Ρέει γρήγορα μέσα σου, και μέσα σου πάντα στο τέλος.

         Η ανάπηρη ακολασία

Ως γενναίος ναύαρχος, στον προηγούμενο πόλεμο
Στερημένος από δύναμη, αλλά πιεσμένος με θάρρος ακόμα,
Δύο αντίπαλοι στόλοι εμφανίζονται από μακριά,
Σέρνεται στην κορυφή ενός παρακείμενου λόφου.

Από εκεί, με σκέψεις γεμάτες ανησυχία, βλέπει
Η σοφή και τολμηρή διεξαγωγή του αγώνα,
Ενώ κάθε τολμηρή ενέργεια στο μυαλό του ανανεώνεται
Η τωρινή του δόξα και η προηγούμενη ευχαρίστησή του.

Από τα άγρια μάτια του λάμψεις φωτιάς ρίχνει,
Όπως από τα μαύρα σύννεφα όταν ξεσπά η αστραπή.
Μεταφερόμενος, σκέφτεται τον εαυτό του ανάμεσα στους εχθρούς,
Και απουσιάζει, αλλά απολαμβάνει την αιματηρή μέρα.

Έτσι, όταν πλησιάζουν οι μέρες της ανικανότητάς μου,
Και είμαι από την ευλογιά και την άτυχη ευκαιρία του κρασιού
Αναγκασμένος από τις ευχάριστες κοιλότητες της ακολασίας
Στη θαμπή ακτή της τεμπέλης εγκράτειας,

Οι πόνοι μου τουλάχιστον κάποια ανάπαυλα θα μου προσφέρουν
Ενώ εγώ βλέπω τις μάχες που διατηρείς
Όταν στόλοι γυαλιών πλέουν γύρω από το σκάφος,
Από τις πλατιές πλευρές του οποίου θα βρέξει βόλτες πνεύματος.

Ούτε ας αφήσουμε τη θέα των έντιμων ουλών,
Την οποία η πολύ προωθημένη ανδρεία μου προμήθευσε,
Τρομάξτε τους νέους στρατιώτες από τους πολέμους:
Οι χαρές του παρελθόντος έχουν πληρώσει και με το παραπάνω αυτό που υπομένω.

Σε περίπτωση που κάποια νεολαία (αξίζει να μεθύσει) αποδειχθεί ωραία,
Και από τον δίκαιο προσκεκλημένο του συρρικνώνεται,
“Θα ευχαριστήσω το φάντασμα της κακίας μου που έφυγε
Αν, κατά τη συμβουλή μου, μετανοήσει και πιει.

Ή θα πρέπει κάποια ψυχρή επιδερμίδα να απαγορεύσει,
Με το θαμπό ήθος του, τους τολμηρούς νυχτερινούς συναγερμούς μας,
Θα του βάλω φωτιά στο αίμα λέγοντας τι έκανα
Όταν ήμουν δυνατός και ικανός να σηκώσω όπλα.

Θα μιλήσω για πόρνες που δέχτηκαν επίθεση, τους άρχοντές τους στο σπίτι.
Οι συνοικίες των Bawds χτυπήθηκαν και το φρούριο κέρδισε.
Τα παράθυρα κατεδαφίζονται, τα ρολόγια ξεπερνιούνται.
Και όμορφα δεινά από το τέχνασμα μου έγινε.

Ούτε θα ξεχαστεί η αγάπη μας, Χλωρίδα,
Όταν κάθε το καλοπροαίρετο linkboy προσπάθησε να απολαύσει,
Και το καλύτερο φιλί ήταν η αποφασιστική παρτίδα
Είτε το αγόρι σε γάμησε, είτε εγώ το αγόρι.

Με τέτοιες ιστορίες θα εμπνεύσω τέτοιες σκέψεις
Όσον αφορά το σημαντικό κακό θα κλίνει:
Θα τον κάνω πολύ καιρό κάποια αρχαία εκκλησία για να πυρπολήσει,
Και μη φοβάσαι την ασέλγεια που τον καλεί το κρασί.

Έτσι, πολιτικός, θα επιβάλω αυστηρά,
Και ασφαλής από τη δράση, συμβουλεύει γενναία.
Προστατευμένοι στην ανικανότητα, σας παροτρύνουν σε χτυπήματα,
Και να μην είσαι καλός για τίποτα άλλο, να είσαι σοφός.

Επιστολή προς τον διπλωμάτη Henry Savile
(1673-1674)

     Αν έχετε μια ευγνώμων καρδιά (που είναι ένα θαύμα μεταξύ σας πολιτικοί), δείξτε την κατευθύνοντας τον κομιστή στο καλύτερο κρασί της πόλης και προσευχηθείτε να μην γίνει ελαφρά αυτό το υψηλότερο σημείο της ιερής φιλίας, αλλά να το κάνετε με όλη τη δέουσα περίσκεψη και φροντίδα, ως άγιοι ιερείς για θυσία ή ως διακριτικοί κλέφτες στην επιφυλακτική εκτέλεση διαρρήξεων και κλοπών καταστημάτων. Αφήστε τον οξυδερκή ουρανίσκο σας (τον καλύτερο κριτή για εσάς) να ταξιδέψει από κελάρι σε κελάρι και στη συνέχεια από κομμάτι σε κομμάτι μέχρι να ανάψει κρασί κατάλληλο για την ευγενή επιλογή του και την επιδοκιμασία μου.

Υποβολή απάντησης

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *