





Βιογραφικü
Γαλλßδα συγγραφÝας, παθιασμÝνη, ταξιδεýτρια και διηγηματογρÜφος-δοκιμιογρÜφος, που ξüδεψε πÜνω απü 40 χρüνια, στο μεγÜλο ταξßδι της αυτογνωσßας κι Ýγινε πασßγνωστη για τοýτον ακριβþς. Πßστευε πως την ελευθερßα, μας τη χαρßζει μüνο το μακρý κι επßπονο ταξßδι προς την αυτογνωσßα.
"Εßναι εντÜξει για μια γυναßκα, να 'ναι πÜνω απ' üλα Üνθρωπος. Εγþ Þμουν πρωτßστως γυναßκα".
Η ΑναÀς Νιν γεννÞθηκε στις 21 ΦλεβÜρη 1903 στο Νεúγß στη Γαλλßα. ΠατÝρας της Þταν ο συνθÝτης-πιανßστας Joaquin Nin γεννημÝνος στη Κοýβα, üπου επÝστρεψεν αργüτερα, μα μεγαλωμÝνος στην Ισπανßα, και μητÝρα της η Rosa Culmell y Vigaraud, γαλλο-κουβανο-δανικÞς καταγωγÞς, κλασσικÞ αοιδüς και πολý κοινωνικÞ. ΜετÜ απü μια κοσμοπολßτικη παιδικÞ ζωÞ, η Ρüζα εγκαθßσταται στη ΝÝα Υüρκη, το 1914, μαζß με τα 3 της παιδιÜ, -εßχεν Üλλους 2 γιους, γιατß ο Üντρας της την εγκατÝλειψε. Η ΑναÀς Νιν Þταν αυτοδßδακτη, περνþντας πολý χρüνο κατÜ τη νεüτητÜ της, σε ταξßδια και διαβÜζοντας σε βιβλιοθÞκες. ¸γραφε απü μικρÞ, κυρßως στα γαλλικÜ κι Üρχισε να γρÜφει στ' αγγλικÜ, μετÜ τα 17 της.
Στα 20 της στη ΝÝα Υüρκη γρÜφεται να σπουδÜσει ΤÝχνη, σε καθολικü σχολεßο, μα αποβÜλλεται. ΞεκινÜ να δουλεýει σα μοντÝλο και χορεýτρια και στα 23 παντρεýεται τον τραπεζßτη και καλλιτÝχνη, Hugh Guiler, που αργüτερα Ýγινε γνωστüς σαν παραγωγüς ταινιþν. ¼ταν Üρχισε να γρÜφει μυθιστοριογραφßα, μετακüμισε με τον σýζυγü της στο Παρßσι και συνδÝθηκε με την ομÜδα της Βßλας ΣερÜ. Σημαντικü ρüλο κι επßδραση εßχε στη ζωÞ της ο αμερικανüς συγγραφÝας, ΧÝνρι Μßλερ. ΓνωριστÞκανε το 1932 και ξεκινÞσανε μια μακρÜς διÜρκειας σχÝση, επηρεÜζοντας ο Ýνας τον Üλλο τüσο στη τÝχνη του üσο και στη ζωÞ του. Του χρηματοδüτησε μÜλιστα και το πρþτο του βιβλßο, "Ο Τροπικüς Του Καρκßνου", που Ýγινε αμÝσως μεγÜλη επιτυχßα. ¼ταν η σχÝση τους διακüπηκε, τονε κατηγüρησε πως τρÝφει Üποψη μειωτικÞ για üλες τις γυναßκες, πως
"τις βλÝπει σα μια τρýπα, μια βιολογικÞ ντροπÞ".
Με τον ¼ττο Ρανκ, Ýναν Üλλον εραστÞ της, ξεκßνησε να μελετÜ ψυχανÜλυση, μετÜ απü μερικÝς συνεδρßες ως ασθενÞς του ΡενÝ Αλαντß, αλλÜ και του Καρλ Γιοýνγκ για σýντομο διÜστημα, κι εργÜζεται κι ως λαúκÞ ψυχαναλýτρια.
Η καριÝρα της ως συγγραφÝας ξεκßνησε το 1932 που δημοσιεýσε μια σπουδÞ για το Ýργο του Ντ. Χ. Λüρενς και συνεχßστηκεν αργüτερα μ' αρκετÜ βιβλßα. Στις αρχÝς της 10ετßας του '40, επÝστρεψε στη ΝÝα Υüρκη και δημοσιεýσεν Ýργα της με δικÜ της Ýξοδα. Με τον üλο κατανüηση για τις εξωσυζυγικÝς της δραστηριüτητες, σýζυγο, απüλαυσεν Ýναν ευτυχÞ κι Þρεμο γÜμο που κρÜτησε πÜνω απü 50 χρüνια. Ωστüσο, στη Καλιφüρνια, διατηροýσεν ακüμα Ýνα ...σýζυγο, τον Rupert Pole και μαζß του Ýζησε 25 χρüνια. ΔηλαδÞ η ζωÞ της απü Ýνα σημεßο και μετÜ, μοιρÜζονταν μεταξý των δυο. Στις 10ετßες '40 & '50, Ýκανε γνωριμßες με πολλοýς νÝους συγγραφεßς της εποχÞς, μεταξý αυτþν οι: Robert Duncan, Gore Vidal & James Leo Herlihy.
Ωστüσο, ακüμα και μÝχρι το 1960 παρÝμενε σχετικþς Üγνωστη, μÝχρι που δημοσßευσε τα "ΗμερολüγιÜ" της, Ýργο που λογßζεται ως πρωτüλειο, δεδομÝνου üτι Üρχισε να το κρατÜ απü τα 11 της. Το δημοσιευμÝνο κομμÜτι απ' αυτÜ -10 ολüκληροι τüμοι-, καλýπτει τις χρονιÝς απü το 1934 μÝχρι το 1974, üπου εμφανßζεται ανÜγλυφα, η πορεßα της ως γυναßκα και καλλιτÝχνις, με μια διαýγεια και διορατικüτητα, ως προς τις αναλýσεις, αξιοθαýμαστη. Δημοσßευσε τον πρþτο τüμο üταν Þταν Þδη 63 ετþν κι εκτüς απü βιογραφικü Ýργο, πρüκειται και για μιαν αναμφισβÞτητα καλλιτεχνικÞν εργασßα. ΚÜθε τüμος Ýχει Ýν ενοποιημÝνο, ομογενÝς και πλÞρες θÝμα. ΣκηνÝς κι Üτομα, ζωηρÜ, πρÜγμα που εμφανßζεται σαφþς στους διαλüγους κι οι μακροσκελεßς παρατηρÞσεις, αντιπαραβÜλλονται μ' αινιγματικÜ σχüλια. Παρüλο που χαρακτηρßστηκε ναρκισσßστρια, η φεμινιστικÞ τÜση της, μαζß με την αÝναη αναζÞτηση της αυτογνωσßας της, τη κÜναν ελκυστικÞν ομιλÞτρια για διαλÝξεις, στ' αμερικανικÜ πανεπιστÞμια. ΒÝβαια δεν υπÞρξε ποτÝ ακτιβßστρια στο φεμινιστικü κßνημα και δε πßστεψε ποτÝ στις αλλαγÝς των πολιτικþν συστημÜτων, επειδÞ:
"Τα συστÞματα εßναι φθαρτÜ, Ýτσι νιþθω, πως οι μεγÜλες αλλαγÝς θα προÝλθουν απü μεγÜλη συλλογικÞν αλλαγÞ στις ανθρþπινες συνειδÞσεις".
Οι τελευταßοι τüμοι δημοσιεýτηκαν μετÜ τον θÜνατο, στις αρχÝς της 10ετßας του '80. Εßχε πεθÜνει στις 14 ΓενÜρη 1977, στο Λος ¢ντζελες.
"Πιστεýω μüνο στη φωτιÜ. ΦωτιÜ. ΖωÞ. ¼ντας μες στη φωτιÜ, Ýβαλα φωτιÜ και σ' Üλλους. ΠοτÝ θÜνατος. ΦωτιÜ και ζωÞ. Παιγνßδια".
-------------------------------------------
Το Οικοτροφεßο
ΑυτÞ η ιστορßα συνÝβη στη Βραζιλßα εδþ και πολλÜ χρüνια, μακριÜ απü τη πüλη, που ακüμα επικρατοýσαν αυστηρÝς καθολικÝς συνÞθειες. Τ' αγüρια των καλþν οικογενειþν πηγαßνανε σ' οικοτροφεßα ιησουιτþν που συνεχßζανε τις σκληρÝς συνÞθειες του μεσαßωνα. Τ' αγüρια κοιμüνταν σε ξýλινα κρεβÜτια, ξυπνοýσανε τα χαρÜματα, παρακολουθοýσανε τη λειτουργßα χωρßς να φÜνε πρωινü, εξομολογιþνταν καθημερινÜ και διαρκþς τα παρακολουθοýσανε και τα κατασκοπεýανε. Η ατμüσφαιρα Þταν αυστηρÞ κι αβÜσταχτη. Οι παπÜδες τρþγανε μüνοι τους σχηματßζοντας μιαν αýρα αγιοσýνης τριγýρω τους. Η ομιλßα κι οι χειρονομßες τους Þτανε στιλιζαρισμÝνες.
ΑνÜμεσÜ τους υπÞρχεν Ýνας πολý μελαχρινüς ιησουßτης με κÜμποσο ινδιÜνικον αßμα μÝσα του, εßχε μÝτωπο σÜτυρου, μεγÜλα αφτιÜ κολλημÝνα στο κεφÜλι, διαπεραστικÜ μÜτια, μισÜνοιχτο στüμα απ' üπου τρÝχανε σÜλια συνεχþς, πυκνÜ μαλλιÜ και μυρωδιÜ ζþου. ΚÜτω απü το μακρý καφÝ ρÜσο του, τ' αγüρια συχνÜ διακρßνανε φοýσκωμα που οι μικρüτεροι δε μποροýσαν να εξηγÞσουνε κι οι μεγÜλοι γελοýσαν μ' αυτü, πßσω απü τη πλÜτη του. Αυτü το φοýσκωμα πεταγüταν απρüσμενα, οιαδÞποτε στιγμÞ -üταν διαβÜζανε στη τÜξη Δον Κιχþτη Þ Ραμπελαß Þ μερικÝς φορÝς, üταν παρακολουθοýσεν απλÜ τ' αγüρια κι ιδιαßτερα Ýνα συγκεκριμÝνο αγüρι, το μüνο ανοιχτüμαλλο σ' ολÜκερο το σχολεßο, με μÜτια και δÝρμα κοριτσιοý.
Του Üρεσε να παßρνει αυτü το αγüρι κοντÜ του και να του δεßχνει βιβλßα απü την ιδιωτικÞ του συλλογÞ, που περιλÜμβανε εικüνες αγγεßων των ºνκας, μ' αναπαραστÜσεις αντρþν να στÝκουν üρθιοι ο Ýνας απÝναντι στον Üλλο. Το αγüρι ρωτοýσε Ýνα σωρü πρÜματα κι ο γεροπαπÜς του απαντοýσε με υπεκφυγÝς. 'Αλλες φορÝς οι εικüνες Þταν εντελþς σαφεßς: Ýνα μακρý üργανο Ýβγαινε απü τη μÝση κÜποιου Üντρα και χωνüταν απü πßσω σ' Ýναν Üλλο.
Αυτüς ο παπÜς στην εξομολüγηση πßεζε τ' αγüρια μ' ερωτÞσεις. ¼σο πιο αθþα δεßχνανε, τüσο πιο φοβερÝς ερωτÞσεις τους Ýκανε απü τα σκοτεινÜ του μικροσκοπικοý εξομολογητηρßου. Τα γονατισμÝνα αγüρια δε μποροýσαν να δουν τον παπÜ να κÜθεται στο εσωτερικü του. Η χαμηλÞ φωνÞ του, Ýβγαινε απü το καγκελüφραχτο παρÜθυρο ρωτþντας:
-"Εßχες ποτÝ ερωτικÝς φαντασιþσεις; ΣκÝφτεσαι τις γυναßκες; ¸χεις ονειρευτεß ποτÝ γυναßκα γυμνÞ; Τι κÜνεις τη νýχτα στο κρεβÜτι σου; ¸χεις αγγßξει ποτÝ το κορμß σου; Το Ýχεις χαúδÝψει ποτÝ; Τι κÜνεις το πρωß μüλις ξυπνÞσεις; Εßσαι σε στýση; ΚοιτÜζεις τ' Üλλα αγüρια üταν ντýνονται Þ στο μπÜνιο;"
¼ποιο αγüρι δεν εßχεν ιδÝα για üλα τοýτα, μÜθαινε γρÞγορα τι περιμÝναν απü κεßνο κι οι ερωτÞσεις το κÜνανε ξεφτÝρι. ¼ποιο αγüρι εßχε γνþσεις ηδονιζüτανε καθþς εξομολογιüταν με λεπτομÝρειες τις συγκινÞσεις και τα üνειρÜ του. ΚÜποιο αγüρι ονειρευüταν κÜθε νýχτα. Αγνοοýσε πως Ýμοιαζε η γυναßκα, πως Þτανε φτιαγμÝνη, εßχε δει üμως ινδιÜνους να κÜνουν Ýρωτα σε λÜμα που μοιαζε λεπτεπßλεπτον ελÜφι. Ονειρευüτανε πως Ýκανε κι αυτü Ýρωτα σε λÜμα και ξυπνοýσε το πρωß μοýσκεμα. Ο γεροπαπÜς ενθÜρρυνε τÝτοιες εξομολογÞσεις. 'Ακουγε μ' ατÝλειωτην υπομονÞ. ΕπÝβαλλε παρÜξενες τιμωρßες. ΚÜποιο αγüρι που αυνανιζüτανε συνεχþς, το πρüσταζε να πηγαßνει μαζß του στο παρεκκλÞσι üταν δεν υπÞρχε ψυχÞ και να βυθßζει το πÝος του στο αγßασμα, για να εξαγνιστεß. ΑυτÞ η τελετÞ γινüταν μ' απüλυτη μυστικüτητα τη νýχτα.
ΥπÞρχε κι Ýνα πολý Üγριο αγüρι που μοιαζε με μαυριτανü μικρü πρßγκηπα: σκοýρο πρüσωπο, ευγενικÜ χαρακτηριστικÜ, βασιλικÞ κορμοστασιÜ κι üμορφο κορμß, τüσον απαλü þστε κανÝνα του κüκαλο δε διακρινüταν, αδýνατο κι αστραφτερü κορμß αγÜλματος. Αυτü το αγüρι επαναστατοýσε στη καθιερωμÝνη συνÞθεια να φορÜ νυχτικü. ¹τανε συνηθισμÝνο να κοιμÜται γυμνü και το νυχτικü το πνιγε, το στραγγÜλιζε. ΚÜθε νýχτα λοιπüν το φοροýσε üπως τ' Üλλα αγüρια και μετÜ το βγαζε κρυφÜ κÜτω απü τις κουβÝρτες και τελικÜ αποκοιμιüτανε χωρßς αυτü.
ΚÜθε νýχτα ο γεροιησουßτης Ýκανε τον γýρο του, για να δει μÞπως κανÝν αγüρι πÞγαινε στο κρεβÜτι Üλλου Þ αυνανιζüταν Þ μιλοýσε στα σκοτεινÜ στον γεßτονÜ του. ¼ταν πλησιÜζε το κρεβÜτι του απεßθαρχου, ανασÞκωνε σιγÜ και προσεκτικÜ τα σκεπÜσματα και κοιτοýσε το γυμνü κορμß του. Αν το αγüρι ξυπνοýσε το μÜλωνε:
-"¹ρθα να δω αν κοιμÜσαι πÜλι χωρßς νυχτικü". Αν κοιμüταν üμως, ικανοποιüταν αργοπορþντας τη ματιÜ στο νεανικü, παρμÝνο απü τον ýπνο, κορμß.
ΚÜποτε στο μÜθημα της ανατομßας, ενþ στεκüταν üρθιος στην Ýδρα και το σαν κορßτσι, ξανθü αγüρι πλÜι του. εßδανε καθαρÜ το φοýσκωμα κÜτω απü το ρÜσο του, üλοι.
-"Πüσα κüκαλα Ýχει το ανθρþπινο σþμα;" ρþτησε κεßνος το ξανθü αγüρι.
-"Διακüσια οχτþ", απÜντησεν Þρεμα το ξανθü αγüρι.
-"Ο πατÞρ Ντüμπο üμως Ýχει διακüσια εννιÜ!" ακοýστηκε η φωνÞ ενüς Üλλου αγοριοý απü το πßσω μÝρος της αßθουσας.
Λßγο μετÜ τοýτο το περιστατικü, τ' αγüρια πÞγαν εκδρομÞ για το μÜθημα της βοτανικÞς. Τα δÝκα χÜσανε τον δρüμο τους. Μαζß και το ντελικÜτο ξανθü αγüρι. ΒρεθÞκανε μüνα τους σ' Ýνα δÜσος, μακριÜ απü τους δασκÜλους και τα υπüλοιπα παιδιÜ. Καθßσανε να ξεκουραστοýνε και να καταστρþσουνε σχÝδιο δρÜσης. ΦÜγανε βατüμουρα. Κανεßς δε ξÝρει πως Üρχισαν. ¾στερα απü λßγο το ξανθü αγüρι βρÝθηκε στο γρασßδι, ξεγυμνωμÝνο μπροýμυτα και τ' Üλλα εννιÜ περÜσαν απü πÜνω του, παßρνοντÜς το σα πüρνη, βÜρβαρα. Τα Ýμπειρα αγüρια χþνονταν στον κþλο του για να ικανοποιÞσουνε τον πüθο τους, ενþ τα λιγüτερο Ýμπειρα, τρßβονταν ανÜμεσα στα μποýτια του με τη τρυφερÞ σα γυναßκας επιδερμßδα. Φτýνανε στις παλÜμες τους και σαλιþνανε το πÝος τους. Το ξανθü αγüρι οýρλιαζε, χτυπιüτανε κι Ýκλαιγε, μα τ' Üλλα το κρατοýσανε σφιχτÜ και το ξεθÝωσαν þσπου χορτÜσανε.
__________________________________________
Το Δαχτυλßδι
Οι ινδιÜνοι του Περοý συνηθßζουν ν' ανταλλÜζουνε δαχτυλßδια στους αρραβþνες, δαχτυλßδια που βρßσκονται στη κατοχÞ τους πολλÜ χρüνια. ΣυχνÜ τοýτα τα δαχτυλßδια μοιÜζουν μ' αλυσßδες.
¸νας πανÝμορφος ινδιÜνος ερωτεýτηκε μια περουβιανÞ ισπανικÞς καταγωγÞς, αλλÜ συνÜντησε την Üγριαν αντßδραση απü τη πλευρÜ της οικογÝνειÜς της. Οι ινδιÜνοι εßχανε τη φÞμη πως εßναι τεμπÝληδες κι εκφυλισμÝνοι κι üτι γεννοýσαν ασθενικÜ κι ανασφαλÞ παιδιÜ, κυρßως üταν το αßμα τους Ýσμιγε με σπανιüλικο.
ΠαρÜ την αντßδραση, το νεαρü ζευγÜρι γιüρτασε τους αρραβþνες του με τους στενοýς του φßλους. Ο πατÝρας της κοπÝλας εμφανßστηκε στη διÜρκεια του γλεντιοý και τους απεßλησε πως αν ποτÝ συναντοýσε τον ινδιÜνο να φορÜ το δαχτυλßδι που μüλις του δωσεν η κüρη του, θα το αποσποýσε απü το δÜχτυλü του με τον πιο Üγριο τρüπο κι αν χρειαζüτανε θα του κοβε και το δÜχτυλο. Το περιστατικü χÜλασε το γλÝντι. ¼λοι γυρßσανε σπßτια τους και το νεαρü ζευγÜρι χþρισε με την υπüσχεση να συναντηθοýνε μυστικÜ.
¸πειτα απü πολλÝς δυσκολßες, σμßξανε ξανÜ κÜποια βραδιÜ και ριχτÞκαν με πυρετü στα φιλιÜ, þρα πολλÞ. Η γυναßκα εßχε ξεσηκωθεß απü τα φιλιÜ του. ¹ταν Ýτοιμη να του δοθεß, νιþθοντας πως αυτÞ η βραδιÜ ßσως Þταν η τελευταßα που θα βρισκüτανε μαζß του, γιατß ο θυμüς του πατÝρα της κÜθε μÝρα μεγÜλωνε. Ο ινδιÜνος üμως Þταν αποφασισμÝνος να μη τη κÜνει δικÞ του στα κρυφÜ. Εκεßνη τüτε παρατÞρησε πως δε φοροýσε το δαχτυλßδι στο δÜχτυλü του. Η ματιÜ της Ýγινε ερωτηματικÞ. Εκεßνος της εßπε στο αφτß:
-"Το φορþ κει που δε φαßνεται. Το φορþ κει που κανεßς δε μπορεß να το δει και μ' εμποδßζει να κÜνω Ýρωτα σε σÝνα Þ σε οιαδÞποτε Üλλη γυναßκα μÝχρι να παντρευτοýμε".
-"Δε καταλαβαßνω", εßπεν η κοπÝλα, "που 'ναι το δαχτυλßδι";
Τüτε κεßνος πÞρε το χÝρι της και το ακοýμπησε στο απüκρυφο μÝρος ανÜμεσα στα πüδια του. Στην αρχÞ τα δÜχτυλÜ της νιþσανε το πÝος του, Ýπειτα τα οδÞγησε και νιþσανε το δαχτυλßδι στη βÜση του. ¼μως στο Üγγιγμα των δαχτýλων της το πÝος του σηκþθηκε κι εκεßνος οýρλιαξε γιατß το δαχτυλßδι τον Ýσφιγγε και του προξενοýσε πüνο.
Η κοπÝλα σχεδüν λιποθýμησε απü φρßκη. ¹ταν σα να θελε κεßνος να σκοτþσει και ν' ακρωτηριÜσει τον πüθο μÝσα του. Ταυτüχρονα üμως στη σκÝψη του δεμÝνου και σφιγμÝνου απü το δαχτυλßδι της πÝους, ερεθßστηκε τρομερÜ σεξουαλικÜ, τüσον þστε το κορμß της Üναψε κι Ýγινε ευαßσθητο σε κÜθε εßδους ερωτικÝς φαντασιþσεις. Εξακολουθοýσε να τον φιλÜ, παρÜ τις ικεσßες του να σταματÞσει γιατß πονοýσε üλο και πιο πολý.
Λßγες μÝρες αργüτερα, ο ινδιÜνος υπÝφερε και πÜλι, μα δε μποροýσε να πετÜξει απü πÜνω του το δαχτυλßδι. ¸πρεπε να φωνÜξουνε γιατρü για να του το βγÜλει. Η γυναßκα Þρθε πÜλι και του πρüτεινε να κλεφτοýν. Εκεßνος δÝχτηκε. ΑνεβÞκανε στ' Üλογα και ταξιδÝψαν μιαν ολÜκερη νýχτα μαζß, ως τη πιο κοντινÞ πüλη. Εκεß την Ýκρυψε σ' Ýνα δωμÜτιο και πÞγε να βρει δουλειÜ σε κÜποιο αγρüκτημα. Εκεßνη δεν Üφησε το δωμÜτιο þσπου να κουραστεß ο πατÝρας της να τη ψÜχνει. Μüνον ο νυχτοφýλακας της πüλης Þξερε για τη παρουσßα της. Ο φýλακας Þταν νÝος και την εßχε βοηθÞσει να κρυφτεß. Απü το παρÜθυρü της τον Ýβλεπε να περπατÜ πÜνω-κÜτω, κρατþντας τα κλειδιÜ των σπιτιþν και να φωνÜζει:
-"Η νýχτα εßναι καθαρÞ κι üλη η πüλη εßναι Þσυχη".
¼ταν κÜποιος γýριζε σπßτι του αργÜ, χτυποýσε τις παλÜμες, καλþντας τον φýλακα. Ο φýλακας του Üνοιγε τη πüρτα. ¼σο ο ινδιÜνος βρισκüτανε στη δουλειÜ του, ο φýλακας κι η γυναßκα κουβεντιÜζαν αθþα. Της διÞγηθηκε για Ýνα Ýγκλημα που χε διαπραχτεß πρüσφατα στο χωριü: Οι ινδιÜνοι που αφÞνανε τα βουνÜ και τις δουλειÝς τους στ' αγροκτÞματα και κατεβαßνανε στη ζοýγκλα, γßνονταν Üγρια θεριÜ. Στα πρüσωπÜ τους αλλÜζανε τα χαρακτηριστικÜ απü λεπτÜ κι ευγενικÜ σε χοντρÜ και κτηνþδη.
Μια τÝτοια μεταμüρφωση εßχε συμβεß και σε κÜποιον ινδιÜνο που υπÞρξε κÜποτε ο πιο üμορφος Üντρας του χωριοý, ευγενικüς, σιωπηλüς, με παρÜξενο χιοýμορ και συγκρατημÝνον αισθησιασμü. Εßχε κατÝβει στη ζοýγκλα και πλοýτισε κυνηγþντας. Τþρα ξαναγýρισε, εßχε νοσταλγÞσει το σπιτικü του. Γýρισεν üμως πÜμφτωχος και περιπλανιüτανε σαν αλÞτης. Κανεßς δε τον αναγνþριζε, κανεßς δε τονε θυμüταν. 'Αρπαζε λοιπüν Ýνα κοριτσÜκι απü το δρüμο και του ξÝσκισε τα γεννητικÜ üργανα με το μακρý μαχαßρι που χρησιμοποιοýσε για να γδÝρνει τα ζþα. Δε το χε βιÜσει, μüνο Ýχωσε το μαχαßρι στην Þβη της και τη κομμÜτιασε. Ολüκληρο το χωριü αναστατþθηκε. Δε μποροýσαν ν' αποφασßσουν με ποιο τρüπο να τονε τιμωρÞσουνε ΣκεφτÞκαν ν' αναβιþσουνε για χÜρη του Ýνα πανÜρχαιο ινδιÜνικο Ýθιμο. Θ' ανοßγανε πληγÝς στο σþμα του και θα ρßχνανε κερß, ανακατεμÝνο με κÜποιο οξý που ξÝραν οι ινδιÜνοι, þστε οι πüνοι του να πολλαπλασιαστοýν. ΜετÜ θα τον μαστßγωναν μÝχρι θανÜτου.
Καθþς ο φýλακας διηγιüταν αυτÞ την ιστορßα στη γυναßκα, επÝστρεψεν ο εραστÞς της απü τη δουλειÜ. Την εßδε σκυμμÝνη απü το παρÜθυρο να κοιτÜζει τον φýλακα. ¸τρεξε πÜνω στο δωμÜτιü της και παρουσιÜστηκε μπροστÜ της με τα μαýρα μαλλιÜ ανÜκατα ριγμÝνα στο πρüσωπü του, με τα μÜτια να στρÜφτουν απü θυμü και ζÞλεια. 'Αρχισε να τη βλαστημÜ και να τη βασανßζει μ' ερωτÞματα κι αμφιβολßες. Απü το περιστατικü με το δαχτυλßδι, το πÝος του εßχεν αποκτÞσει ευαισθησßα. Η ερωτικÞ πρÜξη συνοδευüταν απü πüνους κι Ýτσι δε μποροýσε να την απολαμβÜνει üσο συχνÜ Þθελε. Το πÝος του πρηζüτανε και τονε πονοýσε για μÝρες. ΠÜντα φοβüτανε πως δεν ικανοποιοýσε την ερωμÝνη του κι üτι ßσως αγαποýσε κÜποιον Üλλο. ¼ταν εßδε τον ψηλü φýλακα να της μιλÜ, τονε συνεπÞρε η σιγουριÜ πως φλερτÜρανε πßσω απü τη πλÜτη του. ΘÝλησε να τη πονÝσει, θÝλησε να τη κÜνει με κÜποιο τρüπο να υποφÝρει σωματικÜ, üπως εßχεν υποφÝρει κι εκεßνος για χÜρη της. Την ανÜγκασε να κατÝβει μαζß του στο κελÜρι που φυλÜγανε τους κÜδους των κρασιþν κÜτω απü τα δοκÜρια της οροφÞς.
¸δεσε Ýνα σχοινß σ' Ýνα δοκÜρι. Η γυναßκα νüμιζε πως θα τη χτυποýσε. Δε μποροýσε να καταλÜβει γιατß της ετοßμαζε τη τροχαλßα. ¸πειτα της Ýδεσε τα χÝρια κι Üρχισε να τραβÜ το σχοινß þσπου το κορμß της σηκþθηκε στον αÝρα, üλο το βÜρος του κρεμÜστηκε απü τους καρποýς της κι ο πüνος Þταν αβÜσταχτος. ¸κλαιγε κι ορκιζüταν üτι του χει μεßνει πιστÞ, αυτüς üμως εßχε γßνει Ýξαλλος. ¼ταν εκεßνη λιποθýμησε καθþς τρÜβηξε κι Üλλο το σχοινß, Þρθε στα συγκαλÜ του. Τη κατÝβασε κι Üρχισε να τη φιλÜ και να τη χαúδεýει. Κεßνη Üνοιξε τα μÜτια της και του χαμογÝλασε. Ο Üντρας Üρχισε να τη ποθεß κι Ýπεσε πÜνω της. Περßμενε να του αντισταθεß γιατß ýστερα απü τον πüνο που χε τραβÞξει, θα τανε θυμωμÝνη, αλλÜ δε πρüβαλε καμμιÜν αντßσταση.
ΣυνÝχισε να του χαμογελÜ.
¼ταν Üγγιξε την Þβη της τη βρÞκε κÜθυγρη. Τη πÞρε παρÜφορα κι εκεßνη ανταποκρßθηκε με την ßδιαν Ýξαψη.
¹ταν η πιο üμορφη νýχτα απ' üσες περÜσανε μαζß, ξαπλωμÝνοι στο κρýο πÜτωμα του κελαριοý, μες στο σκοτÜδι.
"Τα ΕρωτικÜ" (διηγÞματα)
Εκδüσεις: ΕΞΑΝΤΑΣ (400 σελßδες)
ΜετÜφραση: ΓερÜσιμου ΜÜρκου
_________________________________
ΧÝνρι & Τζουν
...Ο ΧÝνρι εßναι μεθυσμÝνος. ΒλÝπει üτι πληγþθηκα. ΚουνÜω το κεφÜλι και προσπαθþ να τα ξεχÜσω üλα. Τον κοιτÜζω. Η γη τρÝμει. Απü παντοý ακοýγονται τα γÝλια κι οι φωνÝς των φοιτητþν. Στο ξενοδοχεßο Anjou πλαγιÜζουμε üπως οι λεσβßες, ρουφÜμε και θηλÜζουμε ο Ýνας τον Üλλο. Και πÜλι. Και πÜλι. ¿ρες ολüκληρες ηδονÞς. Η επιγραφÞ του ξενοδοχεßου και τα κüκκινα φþτα λÜμπουν μÝσα στο δωμÜτιο. ¼λα εßναι μια ατελεßωτη θÝρμη.
-"Αναΐς", λÝει ο ΧÝνρι, "Ýχεις τα πιο üμορφα οπßσθια του κüσμου".
ΧÝρια, δÜχτυλα, χÜδια, εκσπερματþσεις, κραυγÝς ηδονÞς. Μαθαßνω πþς να παßζω με το κορμß του ΧÝνρι, πþς να τον ερεθßζω, πþς να εκφρÜζω τον πüθο μου. Ξεκουραζüμαστε. ¸να λεωφορεßο γεμÜτο φοιτητÝς περνÜει. ΤρÝχω και στÝκομαι στο παρÜθυρο. Ο ΧÝνρι κοιμÜται. Θα Þθελα να πÞγαινα στο χορü των φοιτητþν, να τα γευüμουν üλα, να τα δοκßμαζα üλα. (...)