ÐåæÜ

Ðïßçóç-Ìýèéá

Ï Dali & Åãþ

ÈÝáôñï-ÄéÜëïãïé

Äïêßìéá

Ó÷üëéá-Áñèñá

ËáïãñáöéêÜ

ÅíäéáöÝñïíôåò

ÊëáóóéêÜ

Áñ÷áßá Åëë Ãñáìì

ÄéáóêÝäáóç

ÐéíáêïèÞêç

ÅéêáóôéêÜ

Ðáãê. ÈÝáôñï

Ðëçñ-Ó÷ïë-Åðéêïéí.

Öáíôáóôéêü

Åñ. Ëïãïôå÷íßá

Ãëõðô./Áñ÷éô.

ÊëáóóéêÜ ÉÉ

 
 

ÊëáóóéêÜ 

Tanizaki Jun'ichirō: ÕìíçôÞò ÓêéÜò Êé Áéóèçóéáóìïý

 Βιογραφικü

     Ο Τζουνιτσßρο ΤανιζÜκι (Jun'ichirō Tanizaki,  谷崎 潤一郎 ) Þταν IÜπωνας συγγραφÝας που θεωρεßται απü τις πιο σημαντικÝς προσωπικüτητες της σýγχρονης ιαπωνικÞς λογοτεχνßας. Ο τüνος και το αντικεßμενο του Ýργου του κυμαßνεται απü συγκλονιστικÝς απεικονßσεις σεξουαλικüτητας και καταστροφικÝς ερωτικÝς εμμονÝς, ως λεπτÝς απεικονßσεις της δυναμικÞς της οικογενειακÞς ζωÞς στο πλαßσιο των ραγδαßων αλλαγþν στην ιαπωνικÞ κοινωνßα του 20οý αι. ΣυχνÜ, οι ιστορßες του αφηγοýνται, στο πλαßσιο μιας αναζÞτησης πολιτιστικÞς ταυτüτητας, στην οποßα αντιπαρατßθενται δημιουργßες Δýσης κι Ιαπωνßας. Εßναι σαφεßς οι επιδρÜσεις πÜνω του, στις αρχÝς της καρριÝρας του, των Πüε και ΜπωντλÝρ.
¹ταν Ýνας απü τους 6 συγγραφεßς στον τελικü κατÜλογο για το Βραβεßο Νüμπελ Λογοτεχνßας το 1964, Ýνα χρüνο πριν το θÜνατü του.
     ΓεννÞθηκε 24 July 1886, σε μια εýπορη οικογÝνεια εμπορικÞς τÜξης στο Nihonbashi του Τüκυο, üπου ο θεßος του εßχε τυπογραφικü πιεστÞριο, που εßχε ιδρýσει ο παπποýς του. Οι γονεßς του Þταν: Kuragorō και Seki Tanizaki. Ο μεγαλýτερος αδερφüς του, Κουμακßτσι, πÝθανε 3 μÝρες μετÜ τη γÝννησÞ του, γεγονüς που τον Ýκανε τον επüμενο μεγαλýτερο γιο της οικογÝνειας. Εßχε 3 μικρüτερα αδÝλφια: Τοκουζοý, ΣÝιτζι (επßσης συγγραφÝας) και ΣουÝι, καθþς και 3 μικρüτερες αδελφÝς: Σüνο, ºσε και Σου. ΠεριÝγραψε τη παιδικÞ του ηλικßα στο Yōshō Jidai (ΠαιδικÜ Χρüνια, 1956). Η παιδικÞ του ηλικßα κλονßστηκε πολý, απü τον σεισμü του Meiji στο Τüκυο του 1894, που απÝδωσε αργüτερα τον δια βßου φüβο του για σεισμοýς. Τα οικονομικÜ της οικογÝνειÜς του μειþθηκαν δραματικÜ καθþς μεγÜλωνε, μÝχρι που αναγκÜστηκε να διαμεßνει σε Üλλο νοικοκυριü ως δÜσκαλος. Παρ' ολ' αυτÜ τα οικονομικÜ προβλÞματα, παρακολοýθησε το Πρþτο ΓυμνÜσιο του Τüκυο, üπου γßνανε φßλοι με τον Isamu Yoshii. Ο ΤανιζÜκι παρακολοýθησε το ΤμÞμα Λογοτεχνßας του Αυτοκρατορικοý Πανεπιστημßου του Τüκυο απü το 1908, αλλ' αναγκÜστηκε να εγκαταλεßψει το 1911 λüγω της αδυναμßας του να πληρþσει τα δßδακτρα.


                           Το μÝρος που γεννÞθηκε ο ΤανιζÜκι

     Ξεκßνησε τη λογοτεχνικÞ του καρριÝρα το 1909. Το 1ο του Ýργο, Ýνα σκηνικü θεατρικü Ýργο, δημοσιεýθηκε σ' Ýνα λογοτεχνικü περιοδικü. Το üνομα του Ýγινε γνωστü για πρþτη φορÜ με τη δημοσßευση του διηγÞματος Shisei (The Tattooer) το 1910. Στην ιστορßα, Ýνας καλλιτÝχνης τατουÜζ ζωγρÜφιζει μια τερÜστια αρÜχνη στο σþμα μιας üμορφης νÝας γυναßκας. Στη συνÝχεια, η ομορφιÜ της γυναßκας παßρνει μια συναρπαστικÞ, δαιμονικÞ δýναμη, üπου ο ερωτισμüς συνδυÜζεται με σαδομαζοχισμü. Η femme-fatale εßναι θÝμα που επανÝρχεται σε πολλÜ απü τα πρþτα Ýργα του ΤανιζÜκι, συμπεριλαμβανομÝνων των Kirin (1910), Shonen (The Children, 1911), Himitsu (Τhe Secret, 1911) κι Akuma (Devil, 1912) . Τ' Üλλα Ýργα του που δημοσιεýτηκαν στη περßοδο Taishō περιλαμβÜνουν τα: Shindo (1916) κι Oni no men (1916), που εßναι εν μÝρει αυτοβιογραφικÜ.
     Ο ΤανιζÜκι πÞρε τη 1η του γυναßκα, Chiyo Ishikawa, το 1915 και το μοναδικü του παιδß, Ayuko, γεννÞθηκε το 1916. Ωστüσο, Þταν Ýνας δυστυχισμÝνος γÜμος και με τη πÜροδο του χρüνου ενθÜρρυνε μια σχÝση μεταξý της Chiyo και του φßλου του και συντρüφου Haruo Satō. Το ψυχολογικü Üγχος αυτÞς της κατÜστασης αντικατοπτρßζεται σε μερικÜ απü τα πρþτα του Ýργα, üπως το θεατρικü Ýργο Aisureba koso (Because I Love Her, 1921) και το μυθιστüρημα Kami to hito no aida (Between Men and the Gods, 1924). Παρüλο που μερικÜ απü τα γραπτÜ του φαßνεται να 'χουν εμπνευστεß απ' αυτÜ κι Üλλα πρüσωπα και γεγονüτα στη ζωÞ του, τα Ýργα του εßναι λιγüτερο αυτοβιογραφικÜ απ' αυτÜ των περισσüτερων συγχρüνων του στην Ιαπωνßα. ΥιοθÝτησε αργüτερα την ¸μικο, τη κüρη της 3ης συζýγου του, Ματσοýκο Μορßτα.
     Το 1918, ταξßδεψε στη ΚορÝα, στη Βüρεια Κßνα και στη Μαντζουρßα. Στα 1α χρüνια ενθουσιÜστηκε με τη Δýση κι üλα τα μοντÝρνα πρÜγματα. Το 1922, μετεγκαταστÜθηκε απü την ΟνταβÜρα, που ζοýσε απü το 1919, στο ΓιοκοχÜμα, που 'χε μεγÜλον απüδημο πληθυσμü κι Ýζησε για λßγο σε σπßτι δυτικοý στυλ βιþνοντας Ýναν αποφασιστικÜ μποÝμικο τρüπο ζωÞς. ΑυτÞ η προοπτικÞ αντικατοπτρßζεται σε μερικÜ απü τα 1α του γραπτÜ. Εßχε μια σýντομη καρριÝρα στο βωβü σινεμÜ, εργαζüμενος σα σεναριογρÜφος για το στοýντιο ταινιþν Taikatsu. ΥπÞρξε υποστηρικτÞς του ΚινÞματος της ΚαθαρÞς Ταινßας κι Ýπαιξε καθοριστικü ρüλο να φÝρνει μοντÝρνα θÝματα στο ιαπωνικü σινεμÜ. ¸γραψε τα σενÜρια για τις ταινßες Amateur Club (1922) κι A Serpent's Lust (1923, με βÜση την ιστορßα του ßδιου τßτλου απü την Ueda Akinari, η οποßα Þταν, εν μÝρει, η Ýμπνευση για το αριστοýργημα Ugetsu monogatari, 1953 του Mizoguchi Kenji). ΚÜποιοι ισχυρßστηκαν üτι η σχÝση του ΤανιζÜκι με το σινεμÜ εßναι σημαντικÞ για τη κατανüηση της συνολικÞς καρριÝρας του.



     Η φÞμη του Üρχισε ν' απογειþνεται το 1923, üταν μετακüμισε στο Κιüτο μετÜ τον σεισμü του ΜεγÜλου ΚÜντο, που κατÝστρεψε το σπßτι του στη ΓιοκοχÜμα (üταν ο ΤανιζÜκι Þταν σε λεωφορεßο στο Χακüνε κι Ýτσι διÝφυγε τον τραυματισμü). Η απþλεια των ιστορικþν κτιρßων και των γειτονιþν του Τüκιο στον σεισμü προκÜλεσε αλλαγÞ στον ενθουσιασμü του, καθþς αναπροσανατολßζει τη νεανικÞ του αγÜπη για τη φανταστικÞ Δýση και τον εκσυγχρονισμü σ' Ýνα ανανεωμÝνο ενδιαφÝρον για την ιαπωνικÞ αισθητικÞ και τον πολιτισμü, ιδιαßτερα τον πολιτισμü της περιοχÞς Kansai (γýρω απü τις πüλεις: ΟζÜκα, Κüμπε και Κιüτο). Το 1ο του μυθιστüρημα μετÜ τον σεισμü και 1ο πραγματικÜ πετυχημÝνο μυθιστüρημÜ του, Þταν το Chijin no ai (Naomi, 1924-25), που 'ναι μια κωμικοτραγικÞ εξερεýνηση της τÜξης, της σεξουαλικÞς εμμονÞς και της πολιτιστικÞς ταυτüτητας. Ο ΤανιζÜκι Ýκανε Ýνα Üλλο ταξßδι στη Κßνα το 1926, üπου γνþρισε τον Guo Moruo, με τον οποßο αργüτερα διατÞρησε αλληλογραφßα. Μετακüμισε απü το Κιüτο στο Κüμπε το 1928.
     ΕμπνευσμÝνος απü τη διÜλεκτο της ΟζÜκα, Ýγραψε τον ΜÜντζι (Quicksand, 1928–1929), üπου εξερεýνησε το λεσβιασμü, μεταξý Üλλων θεμÜτων. Ακολοýθησε το κλασσικü Tade kuu mushi (Some Prefer Nettles, 1928–29), που απεικονßζει τη σταδιακÞ αυτοανακÜλυψη ενüς Üνδρα του Τüκιο που ζει κοντÜ στην ΟζÜκα, σε σχÝση με τον εκσυγχρονισμü που επηρεÜζεται απü τη Δýση και την ιαπωνικÞ παρÜδοση. Το Yoshinokuzu (Arrowroot, 1931) παραπÝμπει στο θÝατρο bunraku και kabuki κι Üλλες παραδοσιακÝς μορφÝς, ακüμη κι επειδÞ προσαρμüζει μιαν ευρωπαúκÞ τεχνικÞ αφÞγησης-εντüς-αφÞγησης. Ο πειραματισμüς του με αφηγηματικÜ στυλ συνεχßστηκε με τους Ashikari (The Reed Cutter, 1932), Shunkinsho (¸να πορτρÝτο του Shunkin, 1933) και πολλÜ Üλλα Ýργα που συνδυÜζουνε τη παραδοσιακÞν αισθητικÞ με τις ιδιαßτερες εμμονÝς του.
     Το ανανεωμÝνο ενδιαφÝρον του για τη κλασσικÞ ιαπωνικÞ λογοτεχνßα κορυφþθηκε με τις πολλαπλÝς μεταφρÜσεις του σε μοντÝρνα ιαπωνικÜ του κλασσικοý του 11ου αι., Η ιστορßα του Genji και στο αριστοýργημÜ του Sasameyuki (κυριολεκτικÜ A Light Snowfall, αλλÜ δημοσιεýθηκε στην αγγλικÞ μετÜφραση ως The Makioka Sisters, 1943-1948), Ýνας λεπτομερÞς χαρακτηρισμüς 4 θυγατÝρων μιας πλοýσιας εμπορικÞς οικογÝνειας της ΟζÜκα που βλÝπουν τον τρüπο ζωÞς τους να γλυστρÜ στα πρþτα χρüνια του Β 'Παγκ. Πολ.. Οι αδελφÝς ζοýνε κοσμοπολßτικη ζωÞ μ' Ευρωπαßους γεßτονες και φßλους, χωρßς να υποφÝρουν με κρßσεις πολιτιστικÞς ταυτüτητας που 'ναι κοινÝς στους παλαιüτερους χαρακτÞρες του. ¼ταν Üρχισε να σειριοποιεß το μυθιστüρημα, οι συντÜκτες του Chūōkōron προειδοποιÞθηκαν üτι δεν συνÝβαλε στο απαιτοýμενο πολεμικü πνεýμα και, φοβοýμενοι üτι θα χÜσουν προμÞθειες χαρτιοý, κüψανε τη παροχÞ. Ο ΤανιζÜκι μετεγκαταστÜθηκε στο θÝρετρο ΑτÜμι, Σιζουüκα το 1942, αλλÜ επÝστρεψε στο Κιüτο το 1946.


                            2ος απü αριστερÜ κÜτω στη τÜξη του

     ΜετÜ τον Β' Παγκ. Πüλ., εμφανßστηκε ξανÜ στη λογοτεχνßα, κερδßζοντας μια σειρÜ βραβεßων. ΜÝχρι το θÜνατü του, θεωρÞθηκε ευρÝως ως ο μεγαλýτερος σýγχρονος συγγραφÝας της Ιαπωνßας. ΚÝρδισε το διÜσημο βραβεßο Asahi το 1948, του απονεμÞθηκε το ΜετÜλλιο ΤÜγματος Πολιτισμοý απü την ιαπωνικÞ κυβÝρνηση το 1949 και το 1964 εξελÝγη επßτιμος διδÜκτωρ στην ΑμερικανικÞ Ακαδημßα και στο Ινστιτοýτο Τεχνþν κι Επιστολþν, ο 1ος ΙÜπωνας συγγραφÝας που τιμÞθηκε τüσο. Το 1ο μεγÜλο μεταπολεμικü Ýργο του Þταν το Shōshō Shigemoto no haha ​​(ΜητÝρα του καπετÜνιου Shigemoto, 1949-1950), που περιλαμβÜνει μια επανÜληψη του συνηθισμÝνου θÝματος του ΤανιζÜκι, για τη λαχτÜρα ενüς γιου για τη μητÝρα του. Το μυθιστüρημα εισÜγει επßσης Ýνα νÝο θÝμα, της σεξουαλικüτητας στα γηρατειÜ, που επανεμφανßζεται σε μεταγενÝστερα Ýργα üπως το Kagi (The Key, 1956). Εßναι Ýνα ψυχολογικü μυθιστüρημα üπου Ýνας γηρÜσκων καθηγητÞς φροντßζει η γυναßκα του να διαπρÜξει μοιχεßα, προκειμÝνου να ενισχýσει τις δικÝς του σεξουαλικÝς επιθυμßες.
     Ο ΤανιζÜκι επÝστρεψε στο ΑτÜμι το 1950, και διορßστηκε Πρüσωπο ΠολιτιστικÞς Αξßας απü την ιαπωνικÞ κυβÝρνηση το 1952. ΠαρουσιÜστηκε παρÜλυση του δεξιοý χεριοý του το 1958 και νοσηλεýτηκε για στηθÜγχη το 1960. Οι χαρακτÞρες του οδηγοýνται συχνÜ απü ιδεολογικÝς ερωτικÝς επιθυμßες. Σ' Ýνα απü τα τελευταßα μυθιστορÞματÜ του, Futen Rojin Nikki (Ημερολüγιο ενüς τρελοý ΓÝροντα, 1961-1962), ο ηλικιωμÝνος χρονογρÜφος χτυπÞθηκε απü εγκεφαλικü που προκλÞθηκε απü μια περßσσεια σεξουαλικοý ενθουσιασμοý. ΚαταγρÜφει τüσο τις προηγοýμενες επιθυμßες του üσο και τις τρÝχουσες προσπÜθειÝς του να δωροδοκÞσει τη νýφη του για να του παρÝχει σεξουαλικÞ καταπüνηση σ' αντÜλλαγμα τα δυτικÜ στολßδια. Το 1964, ο ΤανιζÜκι μετακüμισε στη Yugawara, Kanagawa, νοτιοδυτικÜ του Τüκιο, üπου πÝθανε απü καρδιακÞ προσβολÞ στις 30 Ιουλßου 1965, λßγο μετÜ τον εορτασμü των 79ων γενεθλßων του. Ο τÜφος του βρßσκεται στο ναü Hōnen-in, στο Κιüτο. Το Βραβεßο Tanizaki εßναι Ýνα απü τα πιο περιζÞτητα λογοτεχνικÜ βραβεßα της Ιαπωνßας. Ιδρýθηκε το 1965 απü την εκδοτικÞ εταιρεßα Chūō Kōronsha, απονÝμεται κÜθε χρüνο σ' Ýνα Ýργο μυθοπλασßας Þ δρÜματος.


                                         Με την Αγιοýκο

     Ο γÜμος δεν μιλÜ απü μüνος του, απεναντßας μιλοýν οι νυμφευμÝνοι, ακüμα κι αν εßναι ΙÜπωνες. ΜÝσα σε μια ατμüσφαιρα σαφÞνειας κι αληθοφÜνειας οι δυο νυμφευμÝνοι ΙÜπωνες, ο σýζυγος αλλÜ κυρßως η σýζυγος Ικοýκο, αποδεικνýεται δεσπüζουσα μορφÞ του Ýργου, καθüσον απομιμεßται κατÜ κÜποιον τρüπο τα ερωτικÜ πÜθη του δυτικοý κüσμου. Ασφαλþς δεν πρüκειται για τη μοιχεßα που αποτελεß αδυναμßα κι οιονεß δýναμη στα παντρεμμÝνα ζεýγη. Προφανþς, τα Þθη των ýπανδρων εκφρÜζονται μüνο απü αυτοýς -Þτοι απü το ανδρüγυνο-, ωστüσο ολüγυρÜ τους κινοýνται η θυγατÝρα Τοσßκο, ο γιατρüς Κιμοýρα κι Üλλα τυχαßα πρüσωπα. "ΕπειδÞ δεν μου αρÝσει να αφηγοýμαι στους Üλλους τα σþψυχÜ μου, Üρχισα να κρατÜω αυτü το ημερολüγιο για να μπορþ να αφηγοýμαι στον εαυτü μου και να τ' ακοýω, τþρα üμως που εßναι πλÝον αδιαμφισβÞτητο πως τα διαβÜζει και κÜποιος Üλλος, νομßζω πως πρÝπει να βÜλω Ýνα τÝλος. ΠÜλι, üμως, επειδÞ αυτüς ο Üλλος εßναι ο Üντρας μου κι επειδÞ επιφανειακÜ υπÜρχει μια σιωπηρÞ συμφωνßα να κοιτÜ ο καθÝνας τη δουλειÜ του, νομßζω πως τελικÜ δεν εßναι λÜθος να συνεχßσω".
     Η σýζυγος προσφεýγει üχι στον εξομολüγο βÝβαια, αλλÜ στο ημερολüγιü της, αναλýει με κÜθε τρüπο τις φαντασιþσεις της, νιþθοντας ολοÝνα και πιο αβÜσταχτη ζÞλεια. ¢ρα, η σýζυγος εßχε μια σειρÜ κüμπους να λýσει: "ΜερικÝς φορÝς, μÝσα στο βαθý μου λÞθαργο αισθÜνομαι αüριστα κÜποιον να με γδýνει. ΜÝχρι τþρα πßστευα πως αυτü εßναι μια ακüμα φαντασßωση δικÞ μου, αν üμως αυτÝς οι φωτογραφßες εßναι δικÝς μου, τüτε το υλικü πρÝπει να γßνεται πραγματικÜ. Αν Þμουν ξýπνια, δεν θα επÝτρεπα ποτÝ κÜτι τÝτοιο, αλλÜ αν με φωτογραφßζουν εν αγνοßα μου, αυτü βÝβαια εßναι κÜτι που δεν μπορþ να εμποδßσω. Αν και το βρßσκω χυδαßο ως γοýστο, αφοý αρÝσει στον Üντρα μου να με βλÝπει γυμνÞ, θα υπομεßνω, κÜνοντας το καθÞκον μου ως αφοσιωμÝνη σýζυγος, να με γυμνþνει, Ýστω και χωρßς να ξÝρω". Μ' Ýνα απλü αξßωμα η σýζυγος ομολογεß üτι μÝσα στη ψυχÞ της συνυπÜρχουν η μεγαλýτερη λαγνεßα κι η Ýσχατη αιδημοσýνη. ¼σο για την ερωτικÞ επιθυμßα, υπÜρχει και μÜλιστα σε μεγÜλο βαθμü. Εκεßνο που λεßπει εßναι η σωματικÞ δýναμη που χρειÜζεται για να της δþσει σÜρκα κι οστÜ. Μεταξý μπανιÝρας και σκοτεινιασμÝνης συνεßδησης η σýζυγος Þτανε πανÝτοιμη ν' απωλÝσει τις μεγÜλες αλÞθειες του συζυγικοý βßου. "Στην αρχÞ üλο της το σþμα Þταν διπλü, στη συνÝχεια τα μÝλη της Þταν διασκορπισμÝνα εδþ κι εκεß στο διÜστημα. ΤÝσσερα μÜτια κι αμÝσως δßπλα δýο μýτες, λßγο πιο πÜνω δýο ζευγÜρια χεßλη να αιωροýνται στο διÜστημα, κι üλα αυτÜ βαμμÝνα στα πιο ζωηρÜ χρþματα...".


                         Το σπßτι που Ýμενε ο ΤανιζÜκι

     Στη δυτικÞ Üποψη του Ýρωτα ενßοτε η ζÞλεια εντεßνεται ανÜλογα με την ηδονÞ, με τη διαφορÜ πως η σýζυγος που παραδßνεται στην αγκÜλη του εραστÞ κατÜ κανüνα βρßσκει τρüπο να ξεφýγει απü τον σýζυγο. Ωστüσο, στην ιαπωνικÞ Ýκδοση της συζýγου που ζεσταßνει τη κλßνη του συζýγου χωρßς να λησμονεß τον εραστÞ βασικü ρüλο παßζει και το ημερολüγιο των συζýγων. Επßσης, η σÜρκα της συζýγου ελευθερþνεται με ιδανικü τρüπο, οπüτε ο σýζυγος αποκαλýπτει με διÜφορα τεχνÜσματα τα μÝρη του κορμιοý της που αποδßδουν εξαßρετη ηδονÞ, πρωτüγνωρη και καλοδεχοýμενη. Λüγια της συζýγου: "ΑισθÜνομαι πως αυτüς ο Üνθρωπος εßναι σα να κατοικοýσε στη μνÞμη της ψυχÞς μου πριν ακüμα γεννηθεß, μÝσα απü μια υπüσχεση δοσμÝνη σε μια προηγοýμενη ζωÞ, Þ αλλιþς σαν να 'χε κÜποια τρομακτικÞ υπερφυσικÞ θεßα δýναμη που τον Ýκανε να μπορεß να περνÜ τη μορφÞ του üποτε το Þθελε στα üνειρÜ μου. Τþρα που η φανταστικÞ εικüνα του Κιμοýρα Ýχει αποβεß αλÜθητη αισθησιακÞ πραγματικüτητα, μπορþ να διαχωρßσω εντελþς τον Üντρα μου απ' αυτüν σαν δυο ξÝχωρα πλÝον üντα". Η δυτικÞ Üποψη περß συζυγικοý Ýρωτος, περß ζηλοτυπßας και τελικÜ περß παραδüσεως στον εραστÞ διαγρÜφεται σ' αυτü το βιβλßο, λες και γρÜφεται με ανÜερο φτερü, παρÜ το γεγονüς üτι η απüλυτη Üρνηση του Üλλου, πιθανüτατα ο θÜνατüς του, εßναι διÜχυτος.
     Tο παρÜξενα γοητευτικü και περßτεχνο ιαπωνικü μυθιστüρημα -που γßνεται ολοÝνα και πιο δημοφιλÝς στο δυτικü κüσμο- Ýχει πολυδιÜσπαρτες κι ετερüκλητες καταβολÝς που χÜνονται στα βÜθη των αιþνων. Η αρχικÞ του, ωστüσο, διαμüρφωση βασßζεται σε ιστορßες και θρýλους που εντοπßζονται σε παλαιüτατα κεßμενα, ενþ Ýνα μÝρος αυτοý του υλικοý κληροδοτÞθηκε απü γενιÜ σε γενιÜ, μ' Ýνα περιεχüμενο ποικßλο, προερχüμενο συχνÜ απü θρησκευτικÜ θÝματα. Η Üλλη σημαντικÞ πηγÞ που συνÝβαλε στη μετεξÝλιξη αυτοý του μυθιστορÞματος εßναι η ποßηση και τα σκοτεινÜ νοÞματα των παραδοσιακþν στßχων, με τη κατÜφορα υποβλητικÞ τους δýναμη.



     ¸να πρþιμο Ýργο που αναδεικνýει τη δαιδαλþδη καταγωγÞ του ιαπωνικοý μυθιστορÞματος εßναι Το Κοßλο ΔÝντρο, σýνθεση του 10ου αι. που βασßζεται στις παρÜξενες αφηγÞσεις και στις ποιητικÝς ιστορßες. Το Ýργο αυτü αποτελεß το σýμμεικτο εßδος που 'πρεπε να προûπÜρξει του σπουδαιüτερου -για πολλοýς- μυθιστορÞματος της χþρας αυτÞς. Ο λüγος για την Ιστορßα Του ΓκÝντζι που γρÜφτηκε γýρω στο 1000 μ.Χ., που η δομÞ της δεν εναρμονßζεται με τις αντιλÞψεις των δυτικþν μυθιστορημÜτων, αλλÜ θυμßζει πιüτερο τους περßφημους οριζüντιους κυλßνδρους της ιαπωνικÞς ζωγραφικÞς: Οι συνθÝσεις των κυλßνδρων αυτþν αρχßζουνε συχνÜ με λßγα μüνο πρüσωπα, αναπτýσσονται σε μιαν αλληλουχßα απü περßπλοκες και συναρπαστικÝς σκηνÝς, για να επιστρÝψουνε πÜλι σ' Ýνα μικρü αριθμü ατüμων, σ' Ýνα Üλογο και τÝλος, κÜπου μÝσα στην ομßχλη, στη μοναχικÞ μορφÞ ενüς στρατιþτη. Η εντýπωση που προκαλεß αυτü το μυθιστüρημα εßναι μßα γενικευμÝνη αßσθηση θλßψης που προÝρχεται απü την εμμονÞ του στην αδυσþπητη ροÞ του χρüνου.
     Το μüνο δυτικü μυθιστüρημα που μοιÜζει με αυτü το αρχετυπικü ιαπωνικü Ýργο εßναι το Αναζητþντας Τον ΧαμÝνο Χρüνο του ΜαρσÝλ Προυστ: ΥπÜρχουν εκπληκτικÝς αναλογßες τεχνικÞς ανÜμεσα στα 2 Ýργα, üπως η συμπτωματικÞ αναφορÜ σε πρüσωπα και γεγονüτα που η σημασßα τους αναβÜλλεται συνεχþς για να ολοκληρωθεß αργüτερα, κÜπως σαν μια μουσικÞ συμφωνßα, σαν μßα μυστικÞ αλληλουχßα επιμÝρους δρÜσεων που υποτÜσσει τα πρüσωπα στην ßδια την αφÞγηση και τη δυναμικÞ της. Η καταιγιστικÞ επßδραση της ιδιüτυπης τεχνικÞς του Ýργου αυτοý φαßνεται στα περισσüτερα απü τα κομψοτεχνÞματα του ΤανιζÜκι, ßσως του σημαντικüτερου σýγχρονου ΙÜπωνα συγγραφÝα.
     Ο ΤανιζÜκι Ýγινε αρχικÜ γνωστüς ως μυθιστοριογρÜφος του αισθησιασμοý και τα βιβλßα του, üπως Η ΣβÜστικα Þ Το Κλειδß, αποτÝλεσαν σοβαρÝς ηθικÝς προκλÞσεις. ΑλλÜ, αυτüς ενδιαφÝρεται λιγüτερο για τη πρüκληση και πιüτερο για την ανεξÝλεγκτη επιβολÞ των αισθÞσεων που ακολουθþντας τη δικÞ τους αναπüδραστη παρτιτοýρα οδηγεß στο εσωτερικü χÜσμα, την αμηχανßα, τη περισυλλογÞ, το ξεγýμνωμα και την -Üνευ üρων- αυτογνωσßα. Στον Τροχü Της Τýχης, π.χ., εστιÜζει στη σεξουαλικÞ υποδοýλωση: μια νÝα παντρεμμÝνη γυναßκα αποκτÜ σχÝσεις με μιαν Üλλη, διεφθαρμÝνη και διαβολικÞ, που κατακτÜ και τον σýζυγü της παρασýροντας και τους τρεις στο θÜνατο! Βιβλßο που γρÜφτηκε το 1928 κι ασχολεßται με τη καταραμÝνη σεξουαλικÞ σχÝση δýο γυναικþν δεν μπορεß παρÜ να σüκαρε στην εποχÞ του. Στην ουσßα, üμως, ο ΤανιζÜκι με θαυμαστÞ νηφαλιüτητα διερευνÜ τα üρια του ερωτισμοý, τον εγωισμü που εμποδßζει το συναßσθημα να εκδηλωθεß, τη κενÞ καθημερινüτητα που αποκτÜ νüημα με τη παρÜνομη ερωτικÞ σχÝση -κι üλα αυτÜ, χωρßς τη παραμικρÞ διÜθεση για σεμνοτυφßες Þ ηθικολογßες.



     Σε κÜθε περßπτωση, Ýνα απü τα αγαπημÝνα ερωτικÜ θÝματα της ιαπωνικÞς λογοτεχνßας, αυτü του ηλικιωμÝνου Üνδρα που Ýχει ακüμα μÝσα του τη φλüγα και που το üψιμο πÜθος του τον οδηγεß στη καταρρÜκωση, πραγματεýεται Το Κλειδß, το προτελευταßο αριστουργηματικü μυθιστüρημα του ΤανιζÜκι. Το συγκεκριμÝνο Ýργο αναπτýσσεται με τη μορφÞ 2 ημερολογßων που κρατοýν αντιστοßχως ο Üντρας κι η γυναßκα, παντρεμμÝνοι χρüνια και κουρασμÝνοι. Απü Ýνα σημεßο και μετÜ, ο καθÝνας προορßζει το ημερολüγιο για τη κρυφÞ ανÜγνωση απü τον Üλλο, με σκοπü να τον ερεθßσει αλλÜ και να τον πληγþσει. Η διαφορÜ που προκýπτει ανÜμεσα στα 2 ημερολüγια δημιουργεß μια συνεχÞ Ýνταση και μας κÜνει να γινüμαστε συνÝνοχοι του ενüς Þ του Üλλου.
     Τα θÝματα της νιüτης και του γÞρατος, της σεξουαλικÞς εμμονÞς και του θανÜτου, του παλιοý και του καινοýργιου συνθÝτουν Ýνα επιπλÝον εξαιρετικü Ýργο, το τελευταßο βιβλßο που Ýγραψε ο συγγραφÝας: Το Ημερολüγιο Ενüς Τρελλοý ΓÝρου.
¸νας ηλικιωμÝνος Üντρας, φλÝγεται απü πÜθος για τη νýφη του, -μια πρþην χορεýτρια, αρκετÜ ελαστικÞ σε θÝματα ερωτικÞς ηθικÞς. Εκεßνη, με πολλÞ επιτηδειüτητα, εκμεταλλεýεται το πÜθος του και του αποσπÜ χρÞματα, προσφÝροντÜς του μüνο κÜποιες υποτυπþδεις σεξουαλικÝς εκδουλεýσεις, οδηγþντας τον -σταδιακÜ- στη παρÜνοια.
     ¼σο για Το Πüδι Της Φουμßκο (1921) εßναι Ýνα μικρü διαμÜντι, το πιο αντιπροσωπευτικü απü τα πρþιμα Ýργα του ΤανιζÜκι που επιχειρεß, με τη σειρÜ του, να διερευνÞσει τις πτυχÝς μιας Üγριας κι ακατανüητης σεξουαλικüτητας.
Μßα ερωτικÞ μανßα που τεßνει να κυριÝψει το μυαλü και το κορμß του πρωταγωνιστÞ -μÝσα σε μια ατμüσφαιρα σαφÞνειας κι αληθοφÜνειας. Ο Ουνοκßτσι, φοιτητÞς στη ΣχολÞ Καλþν Τεχνþν, αφηγεßται τη συνÜντησÞ του με τον συνταξιοýχο Τσουκακüσι και την ερωμÝνη του, Φουμßκο. Ο ηλικιωμÝνος Ýμπορος, παθιασμÝνος με την ομορφιÜ του ποδιοý της, αναθÝτει στον νεαρü ζωγρÜφο να αποδþσει τη Φουμßκο -κατÜ τον τρüπο μιας παλιÜς γιαπωνÝζικης γκραβοýρας- σε μια στÜση που αναδεικνýει τη μεθυστικÞ σαγÞνη της. Με Το πüδι Της Φουμßκο, λοιπüν, μας παραδßδει μια διαχρονικÞ σπουδÞ -στη λογοτεχνικÞ της εκδοχÞ- πÜνω στον αισθησιασμü, την ομορφιÜ, τη φαντασßωση, καθþς και το χρονικü μιας εμμονÞς. Πρüκειται για μια εμμονÞ, που δεν θ' αργÞσει ν' αποκτÞσει τÝτοια Ýνταση που θα οδηγÞσει, σχεδüν νομοτελειακÜ, στις παρυφÝς της τρÝλλας. ΤελικÜ, τß απομÝνει; Η Ýνταση, η παραφορÜ και μια αλλοπρüσαλλη Ýλξη, ικανÞ να οδηγÞσει την αυτογνωσßα σε πρωτüγνωρες αποκαλýψεις -πολý πÝρα απü τα üριÜ της. Εκεß, δηλαδÞ, που τα πÜντα μποροýν να συμβοýν. ΠÜντως, Ýπειτα απ' üλ' αυτÜ, Ýνα εßναι βÝβαιο: τßποτα δεν θα εßναι, πια, το ßδιο...



     Το Εγκþμιο Της ΣκιÜς γρÜφτηκε το 1933, üταν δηλαδÞ ο ΤανιζÜκι εßχε πλÝον ολοκληρþσει τη στροφÞ του προς την αισθητικÞ και τις παραδοσιακÝς αξßες του ιαπωνικοý πολιτισμοý κι εßναι ακριβþς Ýνα δοκßμιο πÜνω σ' αυτÞ την αισθητικÞ και στην Üβυσσο που τη χωρßζει απ' αυτÞ της δýσης. Πρωτοδημοσιεýτηκε στα τεýχη του ΔεκÝμβρη 1933 και ΓενÜρη 1934 του περιοδικοý Keizai orai. Δοκßμιο με την ιαπωνικÞ Ýννοια του üρου, zuihitsu, δηλαδÞ ανÜμεικτα γραψßματα, πÝννα ετερüκλητη και χωρßς a priori περιορισμοýς εßδους, που αποτελεß üμως Ýνα ξεχωριστü εßδος, Ýνα ακüμη μεικτü εßδος πρüζας απ' αυτÜ που οι ΙÜπωνες συγγραφεßς απü πολý παλιüτερες εποχÝς τüσο αγαποýν, δοκßμιο χωρßς üμως τη θεωρητικÞ αυστηρüτητα που ο üρος υποδηλþνει στη Δýση. ΙδÝες και συγκρßσεις ελεýθερες και ετερüκλητες, ποßηση και καθημερινüτητα, παραδοξολογßα και μαζß οι μεγαλýτερες εκλογικεýσεις του αισθητικοý φαινομÝνου.
     Το Εγκþμιο της σκιÜς εßναι μια πολý εýγλωττη Ýκθεση της αντßληψÞς του για την ομορφιÜ, αυτÞ της γιαπωνÝζικης και κατÜ προÝκτασην ανατολßτικης αισθητικÞς στις τÝχνες και κυρßως στη καθημερινÞ ζωÞ. Μας δηλþνει εξ αρχÞς πως η φýση αυτÞς της ομορφιÜς εßναι αυτÞ των σκιþν και του ομιχλþδους, πως ο üρος γÝννησης κι ýπαρξÞς της εßναι το σκοτÜδι κι η ασÜφεια, μια ομορφιÜ που εßναι τÝτοια γιατß εßναι κρυμμÝνη, και αδρÞ, μισοúδωμÝνη σαν μÝσα σ üνειρο, αντßθετα με το αντικεßμενο της δυτικÞς ομορφιÜς που πρÝπει πριν παραδοθεß στη θÝα να στιλβωθεß και να φωτιστεß ολοκληρωτικÜ, γιατß μüνον Ýτσι θ' αναδειχθεß σ' üλη του τη δüξα.
     Το ßδιο ισχýει κι ως προς τις επιλογÝς των αντικειμÝνων καθημερινÞς χρÞσης. Απü τα γυαλιστερÜ σκεýη της κουζßνας μÝχρι τα αστραφτερÜ πλακÜκια του μπÜνιου. ¼που üμως εισχωρεß το φως, σβÞνει η μαγεßα. Τα πρÜγματα χÜνουνε την εσωτερικüτητÜ τους, η υπαινικτικÞ τους γοητεßα διαλýεται και μαζß η δýναμÞ τους να μας βυθßζουνε σε περισυλλογÞ και ποιητικÞ ελευθερßα. Η εκλογÞ του δυτικοý δρüμου απü τη σýγχρονη Ιαπωνßα εξοντþνει με αδιανüητα γρÞγορους ρυθμοýς και τα τελευταßα απομεινÜρια αυτÞς της μαγεßας.




     Θα πÞγαινε πολý μακρυÜ να ιχνηλατÞσουμε αυτÞ την αισθητικÞ αντßληψη της ομορφιÜς στις ιαπωνικÝς τÝχνες και τις πρακτικÝς της καθημερινüτητας. Εßναι βÝβαιο üμως πως Ýχει δοξαστεß και συνοψιστεß σε λÝξεις-ορüσημα που εßναι Þ τουλÜχιστον Þτανε, κτÞμα της κουλτοýρας κÜθε ΙÜπωνα. ΛÝξεις-αξßες üπως το σÜμπι, που σημαßνει νηφαλιüτητα, μετριοπÜθεια, πÜλιωμα αισθητικü, πατßνα του χρüνου, ομορφιÜ της σκουριÜς. ¼πως το ουÜμπι, που εßναι η γαλÞνια λεπτüτητα, το συγκρατημÝνο γοýστο, μια μοναχικüτητα και μια θλßψη καλαßσθητες. Αξßες που πÜνε χÝρι-χÝρι με τη σκιÜ κι εχθρεýονται καθετß που γυαλßζει κι επιδεικνýεται. Η ομορφιÜ εßναι ψυχρÞ, διακριτικÞ και σκüτεινη.
     Εγκþμιο και θαυμασμüς του μισοσκüταδου, της καπνισμÝνης και θολÞς πατßνας που αποκτÜνε τ' αντικεßμενα με το πÝρασμα του χρüνου.
Δοκßμιο με την ιαπωνικÞ Ýννοια του üρου zuihitsu, δηλαδÞ ανÜμεικτα γραψßματα, πÝνα ετερüκλητη και χωρßς a priori περιορισμοýς του εßδους, που αποτελεß üμως Ýνα ξεχωριστü λογοτεχνικü εßδος, Ýνα ακüμη μεικτü εßδος πρüζας απ' αυτÜ που οι ΙÜπωνες συγγραφεßς απü πολý παλαιüτερες εποχÝς τüσο αγαποýν, δοκßμιο χωρßς üμως τη θεωρητικÞ αυστηρüτητα που ο üρος υποδηλþνει στη Δýση. ΙδÝες και συγκρßσεις ελεýθερες και ετερüκλητες, ποßηση και καθημερινüτητα, παραδοξολογßα και μαζß οι μεγαλýτερες εκλογικεýσεις του αισθητικοý φαινομÝνου.


                                     Η Ματσοýκο κι η Εμßκο

     Του κυρßου ΤανιζÜκι του Üρεσε να φτιÜχνει σπßτια. Η τελευταßα κυρßα ΤανιζÜκι αφηγεßται τß συνÝβη, üταν ο μακαρßτης ο σýζυγüς της αποφÜσισε κÜποτε να χτßσει ακüμα Ýνα. Ο αρχιτÝκτονας στον οποßο το ανÝθεσε, δÞλωσε πως εßχε διαβÜσει το Εγκþμιο Της ΣκιÜς κι Þξερε ακριβþς τß Þθελε ο συγγραφÝας. "Μα σ' Ýνα τÝτοιο σπßτι δεν θα μποροýσα ποτÝ να ζÞσω", απÜντησεν εκεßνος.
     ΓενικÜ θα πρÝπει να 'χετε υπüψη σας üτι οι σýγχρονες ευκολßες, üπως ο ηλεκτρικüς φωτισμüς, οι τζαμÝνιες πüρτες, τα τοýβλα και το τσιμÝντο, οι σωλÞνες του γκαζιοý, τα υδραυλικÜ κι η αποχÝτευση, δεν μποροýν να συνυπÜρξουν εýκολα με το γιαπωνÝζικο δωμÜτιο. "Σχεδüν καμμιÜ θερμÜστρα που να' ναι Üξια του ονüματüς της δεν μπορεß να ταιριÜξει με τη δομÞ του ιαπωνικοý δωματßου", γρÜφει ο ΤανιζÜκι. Κι οι σüμπες γκαζιοý προκαλοýν πονοκÝφαλο. ΞεχÜστε τις.
     Τα πολý χοντρÜ προβλÞματα αρχßζουν üταν φτÜσει η þρα να φτιÜξει κανεßς τη τουαλÝττα. "¢λÞθεια, η τουαλÝττα εßναι το καλλßτερο μÝρος για ν' αφουγκραστεß κανεßς το θüρυβο των εντüμων, τη φωνÞ των πουλιþν, να δει σωστÜ το φεγγÜρι τη νýχτα και να γευτεß τη σπαραχτικÞ ομορφιÜ της αλλαγÞς των εποχþν του χρüνου και τολμþ να πω, πως εδþ συνÝλαβαν πολλÝς απü τις ιδÝες τους οι ποιητÝς χαúκοý μÝσα απ’τους αιþνες".



     Για να συμβοýν üλ' αυτÜ, η τουαλÝττα πρÝπει να βρßσκεται ξεχωριστÜ απü το κýριο οßκημα, μÝσα σε πυκνÞ βλÜστηση και τυλιγμÝνη στο ημßφως. ΥπÜρχουν βÝβαια και μειονεκτÞματα, ειδικÜ το χειμþνα, üπως üμως Ýχει πει Ýνας μεγÜλος ΙÜπωνας συγγραφÝας, ο Σαúτü Ρυοκοý: "Η κομψüτητα εßναι ψυχρÞ". Κι ελαφρþς ανθυγιεινÞ, θα συμπλÞρωνα, μ' üλο το σεβασμü. Εßναι πολý σημαντικü να σημειωθεß επßσης, üτι τα αστραφτερÜ πλακÜκια εßναι ξÝνα στην ιαπωνικÞ αισθητικÞ κι ιδιαζüντως απεχθÞ στον συγγραφÝα. Σε γενικÝς γραμμÝς, αν θÝλετε παραδοσιακÞ γιαπωνÝζικη ατμüσφαιρα, θα πρÝπει να αντικαταστÞσετε τα πλακÜκια του μπÜνιου με ξýλο καμφορÜς και τη πορσελÜνινη λεκÜνη με μια ξýλινη σε σχÞμα νυχτολοýλουδου.
     Τα γυαλιστερÜ σκεýη της κουζßνας εßναι επßσης εκτüς. Αντικαταστεßστε τα με τσßγκινα που σκουραßνουν üμορφα με το πÝρασμα του χρüνου και αφÞνουν λßγη απαραßτητη βρωμιÜ. Τα κεραμικÜ κι η πορσελÜνη εßναι ανεκτÜ, αν κι εßναι βαριÜ, ψυχρÜ στην αφÞ, εντελþς ακατÜλληλα για το σερβßρισμα ζεστοý φαγητοý και θορυβþδη. Σαφþς καλλßτερη επιλογÞ εßναι η λÜκα του παρελθüντος σε μαýρο, καφÝ Þ κüκκινο χρþμα, που Þταν φτιαγμÝνη "απü αλλεπÜλληλα στρþματα σκοταδιοý". ΑσÞμι, ατσÜλι και νßκελ απαγορεýονται δια ροπÜλου.
     Στον αφορισμü που λÝει πως η γιαπωνÝζικη κουζßνα εßναι για να βλÝπεται παρÜ για να τρþγεται, ο κýριος ΤανιζÜκι προσθÝτει üτι πιο πολý κι απ' το να βλÝπεται, εßναι αντικεßμενο περισυλλογÞς. Το γιüκαν για παρÜδειγμα, αυτü το δροσερü και λεßο ημιδιαυγÝς γλýκισμα απü κüκκινα φασüλια με τη συννεφιασμÝνη επιφÜνεια και την υφÞ ζελÝ, που το ακουμπÜς στο στüμα σου κι εßναι σα να λιþνει η σκοτεινιÜ στην Üκρη της γλþσσας, δεν Ýχει καμμιÜ σχÝση με τις φανταχτερÝς δυτικÝς κρÝμες και τις κÜτασπρες σαντιγý που σου κüβουνε την üρεξη στη μÝση. Η πηχτÞ σοýπα μßσο με το σκουροκüκκινο χρþμα σε κÜνει να μη σκÝφτεσαι τßποτα üταν τη τρως, üσο για το βραστü ρýζι, αυτü πρÝπει να μπαßνει σε σκεπαστü κýπελλο απü μαýρη λÜκκα και να τοποθετεßται σε σκοτεινü μÝρος, Ýτσι þστε ν' αναδεικνýεται η ομορφιÜ του και να γßνεται πιο ορεκτικü.


                      Το Μουσεßο που φÝρει το üνομÜ του

     ΠερνÜμε στο σαλüνι: Το χρþμα των τοßχων δεν θα πρÝπει σε καμμßα περßπτωση να εßναι λευκü. Τα καλλßτερα χρþματα γι' αυτÞ τη δουλειÜ εßναι το χρþμα της Üμμου, το γκρι και γενικÜ üτι εßναι ουδÝτερο, Üτονο, αδýναμο και ρουφÜ το φως. Το πÜτωμα θα πρÝπει να 'ναι τατÜμι κι αν δεν ξÝρετε τß εßναι το τατÜμι, γκουγκλÜρετε παρακαλþ και μην ανησυχεßτε για το τß θα πει ο κýριος ΤανιζÜκι: αναλαμβÜνω την ευθýνη ολüκληρη και τη μισÞ ντροπÞ (η Üλλη μισÞ δικÞ σας, που δεν ξÝρετε τß εßναι το τατÜμι). ΜοκÝττες, χαλιÜ κι Üλλα τÝτοια εξωφρενικÜ μικροαστικÜ παραφερνÜλια, πετÜξτε τα Þ χαρßστε τα. Απü τους τοßχους κρεμÜμε μüνο ρολÜ απü περγαμηνÞ με ζωγραφιÝς Þ καλλιγραφßες ποιημÜτων.
     Το γυαλß καλü εßναι να αποφεýγεται και ν' αντικαθßσταται απü χαρτß. Στη περßπτωση που σας αρÝσουν τα κρýσταλλα, προτιμÞστε τα γιαπωνÝζικα απü καπνισμÝνο χαλαζßα που Ýχουν μια ευχÜριστη αδιαφÜνεια. Και τþρα Ýφτασε η þρα να πÜρετε μια βαθειÜ ανÜσα και να πετÜξετε τον καναπÝ. Οι ανεμιστÞρες κÜνουνε τον συγγραφÝα, üπως κι οποιονδÞποτε Üλλον ΙÜπωνα που σÝβεται τη κουλτoýρα του, Ýξω φρενþν. Για τα μοντÝρνα κλιματιστικÜ δεν το συζητÜμε, μιας και το 1933 που γρÜφτηκε το βιβλßο δεν υπÞρχαν. Αν üμως υπÞρχαν, στοιχηματßζω üτι θα σÞκωναν τις τρßχες του κυρßου ΤανιζÜκι στο μη παρÝκει.


                                             Το μνÞμα του

     ΦτιÜξτε στÝγες, υπüστεγα, στοÝς, βερÜντες, βÜλτε πρüσθετα γεßσα και στüρια, φυτÝψτε δÝντρα, κÜνετε üτι μπορεßτε τÝλος πÜντων, για να απομακρýνετε το φως απ' τα δωμÜτια. Χωρßς σκιÝς, ομορφιÜ δεν υπÜρχει, εßπαμε. ΤÝλος, αν θÝλετε να αλλÜξετε τρüπο σκÝψης, πετÜξτε τα στυλü και αγορÜστε πινÝλλα με τρßχα. Αν θÝλετε ν' αλλÜξετε εμφÜνιση, ξυρßστε τα φρýδια σας, μαυρßστε τα μαλλιÜ και τα δüντια σας, αγορÜστε Ýνα πρÜσινο κραγιüν με ιριδισμοýς και κυρßως κρυφτεßτε στο Üπλετο σκοτÜδι.
     Για να συμμαζÝψω üλα τα παραπÜνω σ' Ýνα κανüνα, θα χρησιμοποιÞσω την ýστατη συμβουλÞ του κυρßου ΤανιζÜκι: "Σπρþξτε καθετß που χτυπÜ στο μÜτι στο σκοτÜδι και προσπαθÞστε ν' απογυμνþσετε τα εσωτερικÜ απü κÜθε Üχρηστη διακüσμηση". ΚÜπως Ýτσι θα μπορÝσετε ßσως να φτιÜξετε κι εσεßς κÜτι ατελþς τÝλειο, ανεπαßσθητα φωτεινü, μετριοπαθþς λεπτü και νηφÜλιο, κÜτι σαν το υπÝροχο κι απßθανα διασκεδαστικü Εγκþμιο Της ΣκιÜς, του Τζουνιτσßρο ΤανιζÜκι δηλαδÞ.


========================


                                                    Το ΤατουÜζ

     ¹ταν εποχÞ που οι Üνθρωποι εκτιμοýσανε την ευγενÞ αρετÞ της ελαφρüτητας, τüτε που η ζωÞ δεν Þταν αυτüς ο σκληρüς αγþνας που 'ναι σÞμερα. ¹ταν μια Þρεμη εποχÞ, εποχÞ üπου οι Üνθρωποι μποροýσαν να πλουτßσουν ικανοποιþντας τα καπρßτσια των πλουσßων νεαρþν αριστοκρατþν και φροντßζοντας να μη χÜνουνε ποτÝ, το χαμüγελü τους οι γκÝισες κι οι κυρßες της αυλÞς. Στα εικονογραφημÝνα, ρομαντικÜ μυθιστορÞματα κεßνου του καιροý, στο θÝατρο Καμποýκι, üπου σκληροß, αρρενωποß Þρωες σαν τον Σαντακοýρο και τον ΤζιρÜúγια μεταμορφþνονταν σε γυναßκες -παντοý η ομορφιÜ κι η δýναμη Þταν Ýνα και το αυτü. Οι Üνθρωποι κÜναν ü,τι μποροýσανε για να ομορφýνουνε, μερικοß κÜναν ακüμα κι ενÝσεις με χρωστικÝς στο δÝρμα τους. ΣχÝδια με φανταχτερÜ χρþματα και γραμμÝς φαßνονταν να χορεýουνε πÜνω στα σþματÜ τους.
     Οι επισκÝπτες της ΧαρÜς Του ¸ντο προτιμοýσαν να νοικιÜζουνε παλανκßν που οι βαστÜζοι τους εßχανε τα κορμιÜ στολισμÝνα με υπÝροχα τατουÜζ -οι εταßρες των συνοικιþν ΓιορÝβρα και Τατσοýμι ερωτεýονταν επßσης Üντρες με τατουÜζ. ΑνÜμεσα σ' αυτοýς που στολßζανε το σþμα τους Ýτσι, Þταν üχι μüνο χαρτοπαßχτες, πυροσβÝστες κλπ, αλλÜ και πλοýσιοι Ýμποροι, ακüμα και σαμουρÜι. ΚατÜ καιροýς γßνονταν διÜφοροι διαγωνισμοß κι αυτοß που παßρνανε μÝρος γδýνονταν τελεßως για να δεßξουνε τα πολýχρωμα κορμιÜ τους, χαúδεýονταν με περηφÜνεια, καυχιüνταν για τη πρωτοτυπßα των σχεδßων τους κι ασκοýσανε κριτικÞ ο Ýνας στον Üλλο.
     ΥπÞρχε κÜποιος νεαρüς καλλιτÝχνης του τατουÜζ, μ' εξαιρετικü ταλÝντο, που τον Ýλεγαν ΣÝικιτσι. Εßχε τη φÞμη μεγÜλου καλλιτÝχνη, πολλοß τονε θεωροýσαν ισÜξιο του Τσαριμποýν Þ του ΓιατσουχÝι και το δÝμα δεκÜδων ανθρþπων εßχε προσφερθεß σαν καμβÜς για τη τÝχνη του. ΠολλÜ απü τα Ýργα που θαυμÜζονταν ιδιαßτερα στις εκθÝσεις τατουÜζ, Þτανε δικÜ του. ¢λλοι καλλιτÝχνες εßχανε γßνει γνωστοß για τις φωτοσκιÜσεις τους, ο ΣÝικιτσι üμως Þτανε διÜσημος για την απαρÜμιλλη τüλμη και την αισθησιακÞ δýναμη της τÝχνης του.
     ΠαλιÜ Ýβγαζε το ψωμß του σαν ζωγρÜφος της σχολÞς των Τογιοκοýνι και ΚουνισÜντα, μολονüτι το κýρος του εßχε μειωθεß απü τüτε που 'χε γßνει καλλιτÝχνης του τατουÜζ, η θητεßα του αυτÞ Þτανε φανερÞ στη καλλιτεχνικÞ του συνεßδηση και στην ευαισθησßα του. Αν δεν τον ενδιÝφερε το δÝρμα Þ το σþμα κÜποιου, δεν προσÝφερε τις υπηρεσßες του. Οι πελÜτες που δεχüταν Ýπρεπε ν' αφÞσουνε το σχÝδιο και το κüστος στην απüλυτη δικαιοδοσßα του και ν' αντÝξουν για Ýναν Þ δυο μÞνες το φριχτü πüνο που προκαλοýσαν οι βελüνες του.
     Ο νεαρüς καλλιτÝχνης Ýκρυβε βαθιÜ στη ψυχÞ του μια κρυφÞ ευχαρßστηση και μιαν επιθυμßα. Η ευχαρßστησÞ του Þταν να βλÝπει την αγωνßα που νιþθαν οι Üνθρωποι üταν Ýμπηγε τις βελüνες στο σþμα τους, τυραννþντας τις κüκκινες σαν το αßμα σÜρκες τους κι üσο δυνατüτερα βογκοýσαν τüσο πιüτερην ηδονÞ Ýνιωθε. Ο σχεδιασμüς των φωτοσκιÜσεων -κÜτι που θεωρεßται üτι προκαλεß ιδιαßτερο πüνο- Þταν η τεχνικÞ που αγαποýσε περισσüτερο. ¼ταν κÜποιος που εßχε τρυπηθεß απü τις βελüνες του ΣÝικιτσι πεντακüσιες Þ εξακüσιες φορÝς μÝσα σε μια μÝρα και μετÜ εßχε μεßνει αρκετÞν þρα στη γεμÜτη μπανιÝρα με καυτü νερü, για να 'ρθει στην επιφÜνεια το χρþμα, Ýπεφτε στα πüδια του μισοπεθαμÝνος, αυτüς τονε κοßταζε ψυχρÜ. "Τολμþ να πω πως σε πüνεσα!", παρατηροýσε μ' Ýνα τüνο ικανοποßησης στη φωνÞ του.
     ¼ταν κÜποιος δειλüς βογκοýσε απü πüνο Þ Ýσφιγγε τα δüντια στραβþνοντας το στüμα του σαν να Þταν Ýτοιμος να πεθÜνει, ο ΣÝικιτσι του 'λεγε: "Μη φÝρεσαι σαν μικρü παιδß. ΣυγκρατÞσου, ακüμα δεν Ýχεις νιþσει τßποτα απ' τον πüνο που προκαλοýν οι βελüνες μου!", και συνÝχιζε τη δουλειÜ του ανενüχλητος, ρßχνοντας που και που κλεφτÝς ματιÝς στο δακρυσμÝνο πρüσωπο του πελÜτη του.
     ΜερικÝς φορÝς üμως βρισκüτανε και κÜποιος ιδιαßτερα γενναßος, που υπÝμενε το μαρτýριο υπομονετικÜ, χωρßς καν κÜποιο μορφασμü. Τüτε ο ΣκÝικιτσι του 'λεγε: "Α! Εσý εßσαι πεισματÜρης! Περßμενε üμως. Σε λßγο, üλο σου το κορμß θα σφαδÜζει απü πüνο. Πολý αμφιβÜλλω αν θα μπορÝσεις ν' αντÝξεις..."
     Πολý καιρü ο ΣÝικιτσι εßχε μιαν επιθυμßα: να δημιουργÞσει Ýνα αριστοýργημα πÜνω στο δÝρμα μιας üμορφης γυναßκας. Μια τÝτοια γυναßκα θα 'πρεπε να 'χει μερικÝς εξαιρετικÝς ιδιüτητες, στην εμφÜνιση και στο χαρακτÞρα. Αν κι εßχε ψÜξει ανÜμεσα στις ομορφþτερες κοπÝλλες που ζοýσανε στη Συνοικßα Της ΧαρÜς Του ¸ντο, δεν εßχε βρει καμμιÜ που να ικανοποιοýσε τις απαιτÞσεις του. ¸να üμορφο πρüσωπο κι Ýνα αρμονικü σþμα, δεν Þσαν αρκετÜ για να τον ικανοποιÞσουν. Εßχανε περÜσει αρκετÜ χρüνια χωρßς να βρει τßποτα κι üμως το πρüσωπο και το κορμß της τÝλειας γυναßκας συνÝχιζαν να βασανßζουνε τη σκÝψη του κι αρνιüταν να εγκαταλεßψει την ελπßδα πως κÜποτε θα την εýρισκε.
     ¸να καλοκαιριÜτικο βρÜδυ, τÝσσερα χρüνια αφ' üτου εßχεν αρχßσει την αναζÞτησÞ του, Ýτυχε να περνÜ απü το εστιατüριο ΧιρασÝι, στη συνοικßα ΦουκαγκÜβα του ¸ντο, κοντÜ στο σπßτι του, üταν πρüσεξε Ýνα γυμνü, κατÜλευκο γυναικεßο πüδι που πρüβαλλε απ' τις κουρτßνες ενüς παλανκßν που ξεκινοýσε. Στο ευαßσθητο μÜτι του, Ýνα γυναικεßο πüδι φÜνταζε τüσον εκφραστικü, üσο κι Ýνα πρüσωπο. ΥπÝροχα σμιλεμÝνα δÜχτυλα, νýχια που θýμιζαν ιριδισμοýς κοχυλιþν στη παραλßα της Ενοσßμα, φτÝρνα που 'χε τη στρογυλÜδα μαργαριταριοý, δÝρμα τüσο διÜφανο που Ýδινε την εντýπωση πως εßχε πλυθεß στα κρουσταλλÝνια νερÜ βουνßσιας πηγÞς. ¹τανε πραγματικÜ Ýνα πüδι που θα 'πρεπε να βαφτεß με αντρικü αßμα, πüδι που θα τους ποδοπατοýσε. ¹τανε σßγουρος πως αυτü Þτανε το πüδι της μοναδικÞς εκεßνης γυναßκας που Ýψαχνε τüσο καιρü. Λαχταρþντας να δει το πρüσωπü της Ýστω και για μια στιγμÞ, ακολοýθησε το παλανκßν, ωστüσο το 'χασε απ' τα μÜτια του εντελþς, μες στους δρüμους και στα σοκÜκια.
     Ο πüθος που 'κρυβε στη ψυχÞ του ο ΣÝικιτσι τüσο καιρü Ýγινε παθιασμÝνος Ýρωτας. ¸να πρωß, προς το τÝλος της επüμενης Üνοιξης, στεκüτανε στο καλαμÝνιο πÜτωμα της βερÜντας του σπιτιοý του στη ΦουκαγκÜβα κοιτþντας μια γλÜστρα με κρßνους, üταν Üκουσε κÜποιον που 'μπαινε απü τη πüρτα του κÞπου. Απü τη γωνιÜ του εσωτερικοý φρÜχτη εμφανßστηκε Ýνα κορßτσι. Εßχεν Ýρθει για να κÜνει Ýνα θÝλημα για λογαριασμü μιας φßλης του, που Þτανε γκÝισα στη γειτονικÞ συνοικßα Τσιτσοýμι.
 -"Η κυρßα μου, μου ζÞτησε να σας παραδþσω αυτüν τον μανδýα και ρωτÜει αν θα εßχατε τη καλωσýνη να διακοσμÞσετε τη φüδρα του", εßπε το κορßτσι και λÝγοντας αυτü, Ýλυσε Ýνα μπüγο απü κροκß ýφασμα κι Ýβγαλε Ýνα γυναικεßο μεταξωτü χιτþνα -τυλιγμÝνο σ' Ýνα φýλλο χαρτß που 'χε πÜνω τυπωμÝνη τη φωτογραφßα του γνωστοý ηθοποιοý ΤοτζÜκου- κι Ýνα γρÜμμα. Το γρÜμμα επαναλÜμβανε τη παρÜκλησÞ της και τονε πληροφορýσε πως η κοπÝλλα που το 'φερε Þτανε προστατευüμενÞ της και σýντομα θα ξεκινοýσε τη καρριÝρα της γκÝισας. ¹λπιζε πως θα παρεßχε τη προστασßα του και στο κορßτσι, χωρßς φυσικÜ να ξεχÜσει να μνημονÝψει τον παλιü τους δÝσιμο.
 -"Νομßζω üτι δεν σ' Ýχω ξαναδεß", της εßπε ο ΣÝικιτσι, παρατηρþντας τη μ' Ýντονο ενδιαφÝρον. Δεν φαινüτανε παραπÜνω απü δεκαπÝντε-δεκÜξι ετþν, το πρüσωπü της üμως εßχε μια παρÜξενα þριμη ομορφιÜ, το βλÝμμα της Ýδειχνε μια πεßρα σαν να 'χε περÜσει χρüνια στη Συνοικßα της ΧαρÜς και να 'χε μαγÝψει αμÝτρητους Üντρες. Η ομορφιÜ της καθρÝφτιζε τα üνειρα ολüκληρων γενεþν, που τις αποτελοýσανε μυθικοß, σαγηνευτικοß Üντρες και γυναßκες, που 'χανε ζÞσει και πεθÜνει στην αχανÞ πρωτεýουσα, που 'χε συγκεντρþσει την αμαρτßα και τον πλοýτο üλης της χþρας. Ο ΣÝικιτσι την Ýβαλε να καθßσει στη βερÜντα και παρατÞρησε τα λεπτοκαμωμÝνα πüδια της που καλýπτονταν μüνο απü Ýνα ζευγÜρι κομψÜ ψÜθινα σανδÜλια. "Εßχες φýγει απü το εστιατüριο ΧιρασÝι μ' Ýνα παλανκßν κÜποιο βρÜδυ Ιουλßου, Ýτσι δεν εßναι;" πρüσθεσε στο τÝλος της ενδελεχοýς παρατÞρησÞς του.
 -"Νομßζω πως ναι... μÜλλον...", απÜντησε κεßνη στη παρÜξενη ερþτησÞ του, "τüτε ζοýσε ο πατÝρας μου ακüμα και με πÞγαινε συχνÜ εκεß".
 -"Σε περßμενα καιρü πολý. Το πρüσωπü σου το βλÝπω για πρþτη φορÜ, θυμÜμαι üμως το πüδι σου... ¸λα λßγο μÝσα, θÝλω να σου δεßξω κÜτι".
     Το κορßτσι εßχε σηκωθεß να φýγει, αυτüς üμως τη πÞρε απü το χÝρι και την οδÞγησε στο στοýντιü του, στο δεýτερο πÜτωμα, που Ýβλεπε στο μεγÜλο ποτÜμι. ¾στερα πÞρε δυο παπýρους και ξετýλιξε τον Ýνα μπροστÜ της. ¹τανε μια ζωγραφιÜ που απεικüνιζε κÜποια ΚινÝζα πριγκÞπισσα, την ευνοοýμενη του σκληροý αυτοκρÜτορα Τσου της δυναστεßας των Σανγκ. ¸γερνε σ' Ýνα κιγκλßδωμα, σε μια νωχελικÞ στÜση, με τη μακρυÜ φοýστα του ολομÝταξου, χρυσοκÝντητου φορÝματüς της να φτÜνει ως τη βÜση της σκÜλας, ενþ το λεπτü της σþμα Ýδινε την εντýπωση πως με δυσκολßα μποροýσε να σηκþσει το χρυσü της στÝμμα, το στολισμÝνο με κορÜλλια και λαζουρßτες.
     Στο δεξß της χÝρι κρατοýσε μια μεγÜλη κοýπα κρασß, που την ακουμποýσε απαλÜ στα χεßλη της, ενþ το βλÝμμα της Þτανε στραμμÝνο κÜτω στον κÞπο, üπου ετοιμαζüντουσαν να βασανßσουν Ýναν Üντρα. ¹τανε δεμÝνος χειροπüδαρα σε μια λεπτÞ χÜλκινη κολþνα και μια φωτιÜ Þταν Ýτοιμη ν' ανÜψει κÜτω απ' τα πüδια του. Η πριγκÞπισσα, üπως και το θýμα της, Þτανε σκυμμÝνη με το κεφÜλι μπροστÜ της και τα μÜτια του κλειστÜ, Ýτοιμο να δεχτεß τη μοßρα του -απεικονßζονταν μ' εκπληκτικÞ ζωντÜνια κι οι δυο.
     Καθþς το κορßτσι κοßταζε αυτÞ τη περßεργη εικüνα, τα χεßλια της Üρχισαν να τρÝμουν και τα μÜτια της να πετοýνε σπßθες. ΣιγÜ-σιγÜ το πρüσωπü της Üρχισε ν' αποκτÜ μια περßεργη ομοιüτητα με το πρüσωπο της πριγκÞπισσας. Σ' αυτÞ τη ζωγραφιÜ εßχε ανακαλýψει τον κρυφü εαυτü της.
 -"Εδþ φαßνονται τα δικÜ σου συναισθÞματα" της εßπε ο ΣÝικιτσι, γεμÜτος ευχαρßστηση, καθþς παρακολουθοýσε το πρüσωπü της ν' αλλÜζει.
 -"Γιατß μου δεßξατε αυτü το φριχτü πρÜγμα;" ρþτησε το κορßτσι, σηκþνοντας το κεφÜλι για να τον κοιτÜξει. Εßχε χλωμιÜσει!
 -"ΑυτÞ η γυναßκα, εßσαι εσý. Το αßμα της τρÝχει στις δικÝς σου φλÝβες".
     ΜετÜ ξετýλιξε τον Üλλο πÜπυρο. ¹τανε μια ζωγραφιÜ με τßτλο: Τα Θýματα. Στη μÝση της, η σιλουÝττα μιας νÝας γυναßκας ακουμποýσε στον κοσμü μιας κερασιÜς: κοιτοýσε με ικανοποßηση Ýνα σωρü απü αντρικÜ πτþματα ξαπλωμÝνα μπροστÜ στα πüδια της. Γýρω της πετοýσανε πουλÜκια που φαßνονταν να κελαηδοýνε θριαμβευτικÜ. ¹ταν Ýνα πεδßο μÜχης Þ Ýνας ανοιξιÜτικος κÞπος τÜχα; Σ' αυτÞ την εικüνα το κορßτσι Ýνιωσε πως εßχε βρει κÜτι που 'χε κρυμμÝνο απü καιρü στα βÜθη της ψυχÞς της.
 -"ΑυτÞ η ζωγραφιÜ δεßχνει το μÝλλον σου" της εßπε ο ΣÝικιτσι, δεßχνοντας τη γυναßκα κÜτω απ' τη κερασιÜ -εικüνα που Ýμοιαζε του κοριτσιοý. "¼λοι αυτοß οι Üντρες θα καταστραφοýνε για σÝνα"!
 -"Σε παρακαλþ, κρýψ' τα!".
     Γýρισε τη πλÜτη της σα να προσπαθοýσε να ξεφýγει απü τη βασανιστικÞ γοητεßα που ασκοýσανε πÜνω της κι Ýπεσε στα πüδια του τρÝμοντας. Στο τÝλος του εßπε:
 -"Ναι... συμφωνþ, Ýχεις δßκιο για μÝνα, -εßμαι σαν αυτÞ τη γυναßκα... Γι' αυτü σε παρακαλþ, μÜζεψÝ τα"!
 -"Μη μιλÜς σαν να 'σαι μια δειλÞ" της εßπε ο ΣÝικιτσι με το κακεντρεχÝς χαμüγελü του. "ΚοßταξÝ τα πιο προσεχτικÜ. Δεν θα 'σαι τüσον ευαßσθητη για πολý καιρü ακüμα".
     Το κορßτσι üμως αρνÞθηκε να σηκþσει το κεφÜλι του. ΣωριασμÝνη ακüμα στα πüδια του και με το πρüσωπü της κρυμμÝνο στα μανßκια του κιμονü της, Ýλεγε και ξανÜλεγε üτι φοβüτανε κι üτι Þθελε να φýγει.
 -"¼χι, πρÝπει να μεßνεις. Εγþ θα σε κÜνω πραγματικÞ καλλονÞ" εßπε αυτüς πλησιÜζοντÜς τη. ΚÜτω απ' το κιμονü του Ýκρυβε Ýνα μπουκαλÜκι με αναισθητικü που 'χε καταφÝρει ν' αγορÜσει πριν απü καιρü απü Ýναν Ολλανδü γιατρü.
     Ο πρωινüς Þλιος γυÜλιζε στο ποτÜμι και γÝμιζε με φως το ευρýχωρο στοýντιο. Η αντανÜκλαση των ακτßνων στο νερü ζωγρÜφιζε χρυσαφÝνια κýματα πÜνω στις χÜρτινες συρüμενες πüρτες και στο πρüσωπο του κοριτσιοý που κοιμüτανε βαθιÜ. Ο ΣÝικιτσι εßχε κλεßσει τις πüρτες κι εßχα βγÜλει τα εργαλεßα του τατουÜζ, κÜθισε üμως λιγÜκι εκεß μαγεμÝνος, σα να προσπαθοýσε να γευτεß την απüκοσμη ομορφιÜ της. Σκεφτüταν üτι δεν θα κουραζüτανε ποτÝ να κοιτÜ το Þρεμο πρüσωπü της, που θýμιζε μÜσκα. ¼πως οι Αιγýπτιοι εßχανε στολßσει τη πανÝμορφη χþρα τους με πυραμßδες και Σφßγγες, Ýτσι κι αυτüς Þταν Ýτοιμος να στολßσει την αγνÞ επιδερμßδα αυτοý του κοριτσιοý.
     ΤελικÜ σÞκωσε το πινÝλλο που Ýσφιγγε ανÜμεσα στον αντßχειρα και τα δυο δÜχτυλα του αριστεροý του χεριοý, ακοýμπησε την Üκρη του στη πλÜτη του κοριτσιοý και με τη βελüνα που κρατοýσε στο δεξß του χÝρι Üρχισε να τρυπÜ το δÝρμα της και να φτιÜχνει το προσχÝδιο. ¸νιωσε το πνεýμα του να διαλýεται μες στο μαýρο μελÜνι, με το οποßο σημÜδευε το δÝρμα της. ΚÜθε σταγüνα απü κινναβÜρι ανακατεμμÝνο με οινüπνευμα που Ýμπηγε μÝσα της, Þτανε σα να 'βγαινε απü το αßμα της ψυχÞς του. ΠÜντα στις χρωστικÝς ουσßες Ýβλεπε τις αποχρþσεις του δικοý του πÜθους.
     Χωρßς να το καταλÜβει, Þρθε το απüγευμα κι ýστερα η Þσυχη, ανοιξιÜτικη μÝρα Ýφτασε στο τÝλος της. Ο ΣÝικιτσι üμως δεν σταμÜτησε οýτε στιγμÞ να δουλεýει, οýτε ταρÜχτηκε ο ýπνος της κοπÝλλας. ¼ταν Þρθε κÜποιος υπηρÝτης απü το σπßτι της γκÝισας να ρωτÞσει για τη κοπÝλλα, αυτüς τον Ýδιωξε λÝγοντÜς του üτι εßχε φýγει πριν απü πολλÞν þρα. Και πολλÝς þρες αργüτερα, üταν το φεγγÜρι, που κρεμüτανε πÜνω απü το μεγÜλο σπßτι στις üχθες του ποταμοý, Ýλουζε τα γýρω σπßτια μ' Ýνα απüκοσμο φως, οýτε το μισü τατουÜζ δεν εßχε τελειþσει ακüμα. Ο ΣÝικιτσι συνÝχισε να δουλεýει κÜτω απ' το φως των κεριþν.
     Το να χαρÜξει Ýστω και μια σταγüνα χρωστικÞς ουσßας το δÝρμα του κοριτσιοý, δεν Þταν εýκολη δουλειÜ. ΚÜθε φορÜ που Ýμπηγε τη βελüνα του, αισθανüτανε πως Ýμπηγε Ýνα μαχαßρι στη δικÞ του καρδιÜ. ΣιγÜ-σιγÜ τα σημÜδια του τατουÜζ Üρχισαν να παßρνουνε τη μορφÞ μιας τερÜστιας, φαρμακερÞς, μαýρης αρÜχνης, και μÝχρι να πÜρει ο ουρανüς το χλωμü χρþμα του πρωινοý, αυτü το παρÜξενο, κακü πλÜσμα, εßχεν απλþσει τα οχτþ του πüδια για ν' αγκαλιÜσει τη πλÜτη του κοριτσιοý.
     Στο φως της ανοιξιÜτικης αυγÞς οι βÜρκες ανεβοκατÝβαιναν στο ποτÜμι, ο Þχος των κουπιþν τους Ýσπαζε την ησυχßα του πρωινοý. οι στÝγες λÜμπανε στον Þλιο πÜνω απü τ' Üσπρα πανιÜ, που φουσκþναν απü το πρωινü αερÜκι. Στο τÝλος, ο ΣÝικιτσι ακοýμπησε το πινÝλλο του κÜτω και κοßταξε τη χαραγμÝνη αρÜχνη. Αυτü το Ýργο τÝχνης υπÞρξε η υψßστη στιγμÞ της ζωÞς του. Τþρα που το εßχε τελειþσει η ψυχÞ του Þτανε γυμνÞ απü κÜθε συναßσθημα. Οι δυο φιγοýρες μεßναν ακßνητες γι' αρκετÞν þρα. ¾στερα η χαμηλÞ, βραχνÞ φωνÞ του ΣÝικιτσι Þχησε τρεμουλιαστÜ μÝσα στους τοßχους του δωματßου:
 -"Για να σε φτιÜξω πραγματικÜ üμορφη Ýχω βÜλει üλη μου τη τÝχνη σ' αυτü το τατουÜζ. ΣÞμερα δεν υπÜρχει Üλλη γυναßκα στην Ιαπωνßα που να μπορεß να συγκριθεß μαζß σου. ¼λοι οι παλιοß σου φüβοι Ýχουνε χαθεß, -üλοι οι Üντρες θα γßνουνε θýματÜ σου".
     Σαν απÜντηση σ' αυτÜ τα λüγια, Ýνα πνιχτü βογκητü ξÝφυγε απü τα χεßλη του κοριτσιοý. ΣιγÜ-σιγÜ Üρχισε να ξαναβρßσκει τις αισθÞσεις της. με κÜθε κοπιαστικÞ ανÜσα της, τα πüδια της αρÜχνης σαλεýανε σαν να 'ταν αληθινÜ.
 -"ΠρÝπει να υποφÝρεις αρκετÜ. Εßσαι δÝσμια της αρÜχνης".
     Ακοýγοντας αυτÜ τα λüγια, η κοπÝλλα μισÜνοιξε τα μÜτια της και του Ýριξε μια θολÞ ματιÜ. Το βλÝμμα της σιγÜ-σιγÜ Üρχισε να ζωντανεýει σαν το φως του φεγγαριοý μÝσα στη νýχτα, μÝχρι που η λÜμψη του τονε ζÜλισε.
 -"¢φησÝ με να δω το τατουÜζ" εßπε μιλþντας σαν σε üνειρο, αλλÜ με κÜποιον αυταρχισμü στη φωνÞ της. "Η ψυχÞ σου, που μου την Ýδωσες, θα πρÝπει να μ' Ýχει κÜνει πολý üμορφη".
 -"ΠρÝπει πρþτα να κÜνεις Ýνα μπÜνιο με ζεστü νερü, για να 'ρθουνε στην επιφÜνεια τα χρþματα" ψιθýρισε ο ΣÝικιτσι γεμÜτος συμπüνοια. "ΦοβÜμαι üτι θα πονÝσεις, πρÝπει üμως να φανεßς γενναßα για λßγο ακüμα".
 -"Μπορþ ν' αντÝξω τα πÜντα για χÜρη της ομορφιÜς", του απÜντησε αποφασιστικÜ εκεßνη. ΠαρÜ τον πüνο που διαπερνοýσε το κορμß της, εκεßνη χαμογελοýσε. "Πþς πονÜω με το νερü... ¢φησÝ με μüνη, περßμενε στο διπλανü δωμÜτιο! Δεν μου αρÝσει να με βλÝπει Ýνας Üντρας να υποφÝρω Ýτσι"!
     Καθþς Ýβγαινε απü τη μπανιÝρα, πολý αδýναμη ακüμα για να σκουπιστεß, η κοπÝλλα απþθησε το χÝρι βοηθεßας που της πρüσφερε ο ΣÝικιτσι και σωριÜστηκε στο πÜτωμα απü τον πüνο, βογκþντας σαν να Ýβλεπε εφιÜλτη.
     Ο ΣÝικιτσι θαýμαζε την Þδη εμφανιζüμενη αλλαγÞ στη ντροπαλÞ, υποταγμÝνη Üλλοτε, κοπÝλλα που εßχε μπει στο σπßτι του τη προηγοýμενη μÝρα, αλλÜ Ýκανε ü,τι του εßπε και πÞγε να τη περιμÝνει στο στοýντιο. ΜετÜ απü καμμιÜν þρα αυτÞ γýρισε ντυμÝνη προσεχτικÜ, με τα νωπÜ, καλοχτενισμÝνα μαλλιÜ της ν' αγγßζουν απαλÜ τους þμους της. Σκýβοντας στα κÜγκελλα της βερÜντας, κοßταξε τον ελαφρÜ συννεφιασμÝνον ουρανü με μÜτια που λÜμπανε και δεν υπÞρχε σ' αυτÜ οýτε το παραμικρü ßχνος πüνου.
 -"Θα 'θελα να σου χαρßσω αυτÝς τις εικüνες" της εßπε ο ΣÝικιτσι αποθÝτοντας στα πüδια της τα δυο ρολλÜ."ΠÜρτες και φýγε".
 -"¼λοι οι φüβοι Ýχουν εξαφανιστεß και το πρþτο θýμα μου θα εßσαι εσý"!
     Του Ýριξε μια ματιÜ κοφτερÞ σαν σπαθß. ¸να τραγοýδι θριÜμβου ηχοýσε στα αυτιÜ της.
 -"¢φησÝ με να δω το τατουÜζ σου Üλλη μια φορÜ" τη παρακÜλεσε ο ΣÝικιτσι.
     Χωρßς να βγÜλει μιλιÜ, το κορßτσι Ýκανε Ýνα νεýμα κι Üφησε το κιμονü να γλυστρÞσει απü τους þμους του.
     Εκεßνη τη στιγμÞ, μια αχτßδα του Þλιου Ýλουσε τη πλÜτη της και η αρÜχνη τυλßχτηκε στις φλüγες.

 
                                              Τ Ε Λ Ο Σ

 

 

Web Design: Granma - Web Hosting: Greek Servers