Πεζά

Ποίηση-Μύθια

Ο Dali & Εγώ

Θέατρο-Διάλογοι

Δοκίμια

Σχόλια-Αρθρα

Λαογραφικά

Ενδιαφέροντες

Κλασσικά

Αρχαία Ελλ Γραμμ

Διασκέδαση

Πινακοθήκη

Εικαστικά

Παγκ. Θέατρο

Πληρ-Σχολ-Επικοιν.

Φανταστικό

Ερ. Λογοτεχνία

Γλυπτ./Αρχιτ.

Κλασσικά ΙΙ

 
 

Κλασσικά 

Ποιητές Που ...'Αδοξοι Είναι: Κομμάτια Ποίησης...

Νικηφόρος Βρεττάκος

Πλούσιοι & Ενδεείς

Και μόνο που υπάρχω, έχω περίσσευμα.
Υπάρχουνε πλούσιοι ενδεείς κι ενδεείς
πολύ πλούσιοι, όπως εγώ.
Το σώμα μου έτυχε να 'ναι γεμάτο παράθυρα
χύθηκε μέσα μου ήλιος πολύς
κι ο χρυσός μου περίσσεψε.
                                              (σνέκδοτο)
____________________________________________

Ηλιάννα Παναγιωτούνη

                     'Ατιτλο

Πόσο δυνατοί είμαστε 'μεις οι νικημένοι,
όταν κοιτάζουμε κατάματα τον ήλιο κι αυτός δε μας τυφλώνει,
όταν προσμένουμε να πέσει έν' αστέρι, για ν' ακουστεί μιά ευχή.
Πόσο δυνατοί είμαστε 'μεις οι νικημένοι,
σ' όσα χτυπήματα μας δίνει η ζωή.

Πόσο δυνατοί είμαστε 'μεις οι νικημένοι,
όταν μας προκαλεί τ' άγνωστο στο δρόμο και δεν ακλουθούμε,
όταν ριζώνουμε βαθιά σ' αυτό το τόπο και λέμε "ΌΧΙ" στη φυγή.
Πόσο δυνατοί λοιπόν, είμαστε 'μεις οι νικημένοι
μπροστά σε κάθε νεογέννητη αυγή.

Το παραθύρι μου λοιπόν, μη το χτυπάς, βροχή
κι αν πίστεψα για όνειρο, μιά στάλα σου,
που χάθηκε σα τέλειωσες κι εσύ,
είναι ακόμα οι ελπίδες μου μεγάλες:
Μες στη βροχή υπάρχουν κι άλλες στάλες!
_________________________________________________________

Παναγιώτης Κανελλόπουλος

          Επίγραμμα


Περίμενα καιρό. Πολύ καιρό.
Δεν είπα σε κανένα μήτε λέξη.
Δεν ήθελα κανένας να προσέξει,
ότι διψούσα κι ήθελα νερό...

Κι ήρθ' από πάνω η εντολή να βρέξει...

   Ο Μώλος Των Πατρών

Καράβια πλήθος ήταν αραγμένα
στο Μώλο των Πατρών. Σαν τα μετρούσα,
στον αριθμό τους τ' άπειρο αριθμούσα.
Πεζός, μικρός ο μώλος, μα για μένα,

ο κόσμος όλος κάπου από τα ξένα,
ερχόταν κι άραζε κειδά. Κι η Μούσα
μούδινε δίκιο που τ' απλά αγαπούσα
και τα πεζά, τ' αγκυροβολημένα...
__________________________________________________________

Πολύβιος Δημητρακόπουλος (1864-1922) Έχει στο ενεργητικό του πλήθος ιστορικών έργων, αρκετές κωμωδίες και δράματα, δυο σατιροφιλοσοφικά έργα, επικολυρικά ποιήματα κ. λ. π. Τακτικός συγγραφέας της επιθεωρήσεως "ΠΑΝΑΘΗΝΑΙΑ" άφησε σατιρικά ποιήματα με σπινθηροβόλα διάθεση.

                     Εις Τον Έρωτα

Αχ σιχαμένε! έβαλες τον κόσμον εις το χέρι!
Για σένα κάθε σούσουρο και κάθε νταραβέρι,
συ έκαμες τη βρωμογή μ' αυτή τη προκοπή της
να γίνει ο χειρότερος του ουρανού πλανήτης.

Και όμως σου 'στησαν βωμούς σ' όλους σχεδόν τους τόπους
όλα αυτά τα ξόανα οπού τα λεν ανθρώπους
και αλληλοσκοτώνονται για χάρη σου σα βόδια
αντί να σε μουντζώνουνε με χέρια και με πόδια!

Συ άναψες τις πυρκαγιές σ' όλα της γης τα πέρατα,
συ έκαμες και φτήνηναν πολύ τα ξυλοκέρατα,
συ κάνεις το αφεντικό να χάνει το σκυλί του,
συ δεν αφήνεις κόκορα να στέκει στην αυλή του,

συ και τις κότες έκαμες τ' αβγά του να σκορπίζουνε
κι αλλού να τρέχουν να γενούν κι αλλού να κακαρίζουνε.
Για σένα παίρνουν τα μυαλά των γυναικών αέρα
και χάνεται σιγά-σιγά κι η ράτσα του πατέρα,

για σένα φεύγει το παιδί από τη παραμάνα του
και χάν' η μάνα το παιδί και το παιδί τη μάνα του,
για σένα πάει το σταμνί πολλές φορές στη βρύση
κι από το σύρε-κι-έλα του ξεχνάει να γυρίσει,

για σένα τρέχει το νερό κι απ' έξω από τ' αυλάκι του
και κύλα-κύλα ο τέτζερης πηγαίνει στο καπάκι του.
_________________________________________________________

Κωνσταντίνος Σκόκος(1855-1929) Τ' όνομά του συνδέθηκε με το "Εθνικόν Ημερολόγιο" που εξέδιδε συνεχώς από το 1886 μέχρι και το 1918 και που στις σελίδες του συγκέντρωσε τις καλύτερες συνεργασίες των ελλήνων λογοτεχνών της εποχής. Σ' αυτό καταχώρησε, με το ψευδώνυμο "ΣΑΤΑΝΑΣ", τα μικρά σατιρικά του επιγράμματα, είδος στο οποίο πραγματικά διέπρεψε. Ασχολήθηκεν επίσης και με τη λυρική ποίηση, σε καθαρεύουσα κι ευθυμογραφικά πεζά. (βλ. στα Σατιρικά Επιγράμματα, στ' αντίστοιχο αφιέρωμα της Διασκέδασης).

                        Η Εικών Της

Ω μάτην την εικόνα της ζητείς να παραστήσω
και την ωραίαν της ψυχήν να σου φωτογραφήσω.

Το πυρ, η αίγλη, ο αιθήρ, ειπέ μοι, ζωγραφείται;
Εις λέξεις και εις χρώματα το τέλειον μετρείται;

Εις παραδείσου έκστασιν ιδανικού βυθίσου
και πλάσε την εικόνα της μόνον εν τη ψυχή σου.
_________________________________________________________

'Αγγελος Σημηριώτης (1870-1944) Γεννήθηκε στο Δικελί της Μ. Ασίας, σπούδασε στην Εμπορική Σχολή Χάλκης αλλά κι Ιατρική, Νομικά και Φιλολογία πήρε ...κάβο, στα ταξίδια του στην Ευρώπη. Καθηγητής της γαλλικής γλώσσας, μετά το 1922, κατέβηκε στην Αθήνα, όπου και πέθανε στη κατοχή. Μοίρασε τη ζωή του μεταξύ καθηγεσίας, δημοσιογραφίας και τέχνης. Θεατρικός επίσης συγγραφέας μα κυρίως ποιητής της αγάπης.

                           Τετράστιχα

Οι ποταμοί; Τους διάβηκα. Οι θάλασσες; Τις είδα.
Και μέτρησα των ωκεανών τα πλάτη και τα μάκρη.
Ξέρω ως που φτάνει τ' όνειρο, που σταματά η ελπίδα.
Μα της Αγάπης ποιός Θεός μπορεί να βρει την άκρη;

'Ασπλαχν' απόψε μ' έδειραν όλες οι άγριες μπόρες.
Μα κάπου σα να μ' έκραξες καλή, με τ' όνομά μου.
Γέμισε ο νους τριαντάφυλλα και γιασεμιά η καρδιά μου
κι οι σκέψεις μου γονάτισαν μπροστά σου μυροφόρες.
__________________________________________________________

Στέλιος Σπεράντσας (1888-1952) Γεννήθηκε στη Σμύρνη και τέλειωσε κεί το γυμνάσιο. Ύστερα σπούδασεν Ιατρική στο Πανεπιστήμιο Αθηνών με μετεκπαίδευση στη Γαλλία. Από μικρός είχε ποιητική κλίση και μάλιστα 13 ετών βραβεύτηκε σε σχετικό διαγωνισμό. Υπηρέτησεν ως ακτινολόγος στο "ΣΩΤΗΡΙΑ" και κατόπιν εκλέχτηκε ως καθηγητής Πανεπιστημίου στην έδρα της Ορθοδοντικής. Έχει επίσης συγγράψει βιβλία βιολογίας για το σχετικό μάθημα του γυμνασίου.

           Η Βάβω

'Αδεια δε μένει σου η γωνιά,
βάβω, ποτέ στο τζάκι.
Ακόμα εγώ τον ίσκιο σου
τον βλέπω, από παιδάκι.

Τα ξύλα τρίζουν στη γωνιά
και ψιθυρίζουν κάτι,
λέω, θαν' το παραμύθι σου
που λέει για ένα παλάτι.

Κι όλο κοιτώ συλλογιστός
τη φλόγα ως καίει, ω βάβω.
Κι ευλαβικό κεράκι σου
τη θύμησή μου ανάβω.
____________________________________________________________

Βασίλης Ρώτας (1889-1977) Γεννήθηκε στο Χιλιομόδι Κορινθίας και τέλειωσεν εκεί τις εγκυκλίους σπουδές. Στη συνέχεια ήρθε στην Αθήνα και σπούδασε φιλολογία στο Πανεπιστήμιο. Το 1910 φοίτησε στη Σχολή Εφέδρων Αξιωματικών Κέρκυρας και πολέμησε σαν ανθυπολοχαγός στον πόλεμο του 12-13. Υπηρέτησε τον στρατό σαν μόνιμος, μέχρι το 1930 οπότε κι αποστρατεύτηκε με το βαθμό του συνταγματάρχη, ως παθών εν πολέμω. Μετά την αποστρατεία του αφιερώθηκεν ολοκληρωτικά σχεδόν στο θέατρο με υποδειγματικές μεταφράσεις κι ίδρυσε το "ΛΑΪΚΟ ΘΕΑΤΡΟ ΑΘΗΝΩΝ". Δίδαξεν επίσης στην ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΘΕΑΤΡΟΥ, στη Δραματική Σχολή του Ωδείου Πειραιώς, διηύθυνε δική του Θεατρική Σχολή κατά τη διάρκεια της κατοχής κι ύστερα το "ΘΕΑΤΡΙΚΟ ΣΠΟΥΔΑΣΤΗΡΙΟ". Στη περίοδο της κατοχής επίσης, επικεφαλής θιάσου περιόδευσε στα λεύτερα βουνά, ψυχαγωγόντας τις δυνάμεις της αντίστασης.
     Με τη ποίηση ασχολήθηκεν από νωρίς, δημοσιεύοντας τα πρώτα του ποιήματα στον "ΝΟΥΜΑ" το 1908. Έκτοτε συνεργάστηκε με διάφορα περιοδικά κι έγραψεν επίσης διηγήματα, άρθρα, μελέτες και κριτικές βιβλίου. Πέθανε στην Αθήνα, πλήρης ημερών, σ' ηλικία 88 ετών.

                   Σ' Αγαπώ

Σ' αγαπώ, το λέω και θέλω να πεθάνω.
Κάνω να ξεχάσω και το νου μου χάνω.
Σ' αγαπώ, το λέω και τρέμει το κορμί μου,
το διπλολογιάζω, καίν' οι λογισμοί μου.

                 Βουνά Για Χαμηλώσετε...

Βουνά για χαμηλώσετε, κορφές, για τραβηχτείτε,
να δούμε κάμπους πράσινους, πλαγιές λουλουδιασμένες,
λιβάδια με τα πρόβατα, γιαλούς με τα καράβια.
Και τραβηχτήκαν οι κορφές, τα όρη χαμηλώσαν
κι είδαμε κάμπους με σταυρούς, πλαγιές με σκοτωμένους,
ανταριασμένες θάλασσες που ξέβραζαν κουφάρια
και τα κοράκια σύγνεφα και τα σκυλιά κοπαδια.

                                Ο Χάρος

Τη νιότη εγώ τη χάρηκα και χάρο δε φοβάμαι:
Καλώς να 'ρθει κι όποτε 'ρθει, μακάρι απόχε κιόλα.
Λεν μαύρος είν', μαύρα φορεί, μαύρο 'ν' και τ' άλογό του
μα εγώ τον ξέρω μερακλή, για χάρη μου θ' αλλάξει
κι άσπρος θε ναν', άσπρα θα φορεί κι άσπρο θαν' τ' άλογό του
μπροστά του θα 'χει τα διολιά, πίσω του τα τουφέκια
και στ' έμπα του και στ' έβγα του, στ' αστραποφέγγισμά του
χαρά θα παίζουν τα διολιά, θα ρίχνουν τα τουφέκια...

                           Εωθινό

Ροδοχαράζει χαραυγή, πέτα κορυδαλλέ μου,
πέτα πουλί, μεσούρανα, χαρούμενα λαλώντας,
κι απόψε ξενυχτήσαμε στης λυγερής τον κόρφο:
στον ύπνο την αφήσαμε τη πολυφιλημένη,
κοιμάται ροδομάγουλη και ξεπλεκομαλλούσα
και μια γλυκοχαμογελά, μια γλυκαναστενάζει
κι η νερατζούλα πάνω της τινάζει τον ανθό της.

Στ' Ανεμόβροχο...

Χορεύει
το κύμα στ' ανεμόβροχο
χορεύουν
οι γλάροι στ' ανεμόβροχο
χορεύουν
τα πεύκα στ' ανεμόβροχο
χορεύει 
κι η Ελένη στ' ανεμόβροχο
χορεύει
στα φύκια, στα ξεβράσματα,
και τρέχει
στους κάβους και στ' ακρόραχτα
γιατ' ήβρε
σημάδι απ' τον Κώστα της
σημάδι
στη πίπα που του χάρισε,
την ώρα
που μπάρκαρε κι αρμένισε
την ήβρε
δαρμένη απ' τα κύματα...

__________________________________________________________

  Εδώ κλείνει προς το παρόν, τούτο το μικρό αφιέρωμα στους...άδοξους ποιητές, που τους λέγω έτσι, ενώ ουδόλως πιστεύω πως είναι άδοξοι, απόδειξη πως τους συμπεριέλαβα στα Κλασσικά μου. Όσο προχωρά ο καιρός, είμαι σχεδόν πεπεισμένος, πως θα επανέλθω, μιας κι οι ...άδοξοι ποιητές είναι πολύ περισσότεροι...

  Αν σας ξενίζει ο χαρακτηρισμός, ακόμα και μετά την εξήγησή μου, τότε αναρωτιέμαι τι θα σκεφτείτε αν μάθετε πως κάποιοι άλλοι και μάλιστα πνευματικότεροι -και καλά- από μένα,τους χαρακτήρισαν ...ελάσσονες ποιητές, λες κι έχει στιμάρι και γράδο η ποίηση. Αν πάντως επιμένετε, τότε να με συμπαθάτε.
                                           Πάτροκλος Χατζηαλεξάνδρου

 

 

Web Design: Granma - Web Hosting: Greek Servers