Βιογραφικü
ΓεννÞθηκα στην ΙερÜπετρα της ΚρÞτης το 1950. ΤÝλειωσα το ΤμÞμα Αγγλικþν Σπουδþν (1972) και το Φιλοσοφικü ΤμÞμα (1976) του Πανεπιστημßου Αθηνþν. Το 1993 πÞρα εκπαιδευτικÞ Üδεια για εκπüνηση διδακτορικÞς διατριβÞς στο Παιδαγωγικü ΤμÞμα ΔημοτικÞς Εκπαßδευσης του ßδιου πανεπιστημßου, την οποßα υποστÞριξα το 1996. ΘÝμα της οι αφηγηματικÝς τεχνικÝς. ΕργÜστηκα επß 10ετßα ως καθηγητÞς αγγλικþν σε διÜφορα φροντιστÞρια. Απü το 1982 εργÜζομαι στη δημüσια μÝση εκπαßδευση ως φιλüλογος.
¸χω δημοσιεýσει διÜφορες εργασßες, κυρßως πÜνω σε θÝματα νεοελληνικÞς φιλολογßας, καθþς και πολλÜ βιβλιοκριτικÜ σημειþματα. ¸χω συμμετÜσχει σε διÜφορα συνÝδρια στην ΕλλÜδα και στο εξωτερικü. ¸χω μεταφρÜσει 10 βιβλßα απü ΑγγλικÜ, ΓαλλικÜ και ΓερμανικÜ, κι Ýχω δημοσιεýσει 8 δικÜ μου, τα εξÞς:
«Παραψυχολογßα, Μýθος ¹ Πραγματικüτητα», ΘυμÜρι 1981 και 1991.
«Η Αναγκαιüτητα Του Μýθου», ΘυμÜρι 1987.
«ΠεριβÜλλον, ΔιατροφÞ & Ποιüτητα ΖωÞς», ΘυμÜρι 1988 και 1993.
«Οικολογßα & Δημοκρατßα», ΘυμÜρι 1989,
«Η Λαúκüτητα Της ΚρητικÞς Λογοτεχνßας», Δωρικüς 1990.
«Το Χωριü Μου: Απü Την ΑυτοκατανÜλωση Στην ΑγορÜ», ΘυμÜρι 1995,
«Ο Χορüς Της ΒροχÞς: ΟικολογικÜ Παραμýθια & ΔιηγÞματα», ΤοπικÞ Επικοινωνßα 1997 «ΑφηγηματικÝς ΤεχνικÝς: ΕλληνικÞ Πεζογραφßα & Δραματουργßα», Gutenberg 2000.
¹μουν επßσης στη συγγραφικÞ ομÜδα του εγχειριδßου της «Θεατρολογßας» που διδÜσκεται στην Α' Λυκεßου.
ΞÝρω 8 ξÝνες γλþσσες: ΑγγλικÜ, ΓαλλικÜ, ΓερμανικÜ, ΙσπανικÜ, ΙταλικÜ, ΠορτογαλικÜ, Ρþσικα και ΚινÝζικα. Επßσης παßζω κρητικÞ λýρα, εßμαι χωρισμÝνος κι Ýχω Ýναν γιο.
ΑΛΛΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΤΟΥ ΠΟΥ ΦΙΛΟΞΕΝΟΥΝΤΑΙ ΣΤΟ ΣΤΕΚΙ ΜΟΥ!
1). Το ΘÝατρο Στην Κßνα (ΛαογραφικÜ)
2). Το ΘÝατρο Στην Ιαπωνßα (ΛαογραφικÜ)
3). Η Λαúκüτητα Της ΚρητικÞς Λογοτεχνßας (ΛαογραφικÜ)
4). Το Χωριü Μου (ΛαογραφικÜ)
____________________________________________________________________
Τα ΓατÜκια Μου
Πρüλογος Του ΣυγγραφÝα
Αυτü το κεßμενο γρÜφτηκε στις 20-9-1979. Εκεßνη την εποχÞ μüλις εßχα μεταφρÜσει το «Η Πßσω ¼ψη Του ΚαθρÝφτη» του νομπελßστα Κüνραντ Λüρεντς, και πιθανüτατα και το «ΑγÜπη Και Μßσος» του Ειρηναßου 'Αιμπλ-'Αιμπεσφελτ για τις εκδüσεις ΘυμÜρι. ¹μουν ενθουσιασμÝνος με την Ηθολογßα, αυτü τον κλÜδο της βιολογßας που μελετÜ τη συμπεριφορÜ των ζþων αλλÜ και των ανθρþπων, και εßχα πÝσει με τα μοýτρα στο διÜβασμα Üλλων συναφþν βιβλßων. Το κεßμενο αυτü εßναι οι προσωπικÝς μου, «ηθολογικÝς», παρατηρÞσεις, πÜνω στα γατÜκια μου. Ακüμη εßναι σε μεγÜλο βαθμü αυτοβιογραφικü, και δεν θα Þθελα με τßποτα να το χÜσω. ¸τσι αποφÜσισα να το γρÜψω στο κομπιοýτερ. Καθþς το Ýγραφα, σκÝφτηκα üτι θα Ýπρεπε να κÜνω ελÜχιστες μüνο επεμβÜσεις, για να μη χαλÜσω τη γλþσσα της εποχÞς εκεßνης, 19 χρüνια μετÜ. Λßγο αργüτερα μου ζητÞθηκε Ýνα κεßμενο για Ýναν αφιερωματικü τüμο για τον Γιþργο Μαρκüπουλο, τον πατÝρα του μουσικοσυνθÝτη, κι Ýστειλα αυτü το κεßμενο. Ο τüμος αυτüς δεν εκδüθηκε, ακüμη τουλÜχιστον. Το καταθÝτω για τους αναγνþστες του «Περι-γραφÞς».
Μ. Δ.
------------------------------------------------------------------------------
ΑυτÝς οι σελßδες γρÜφονται με κÜποια καθυστÝρηση για κÜποιους ειδικοýς λüγους. Ελπßζω να μην Ýχει επιδρÜσει αυτÞ η καθυστÝρηση πολý αρνητικÜ πÜνω στο ü,τι εßχα να γρÜψω πριν Ýνα μÞνα. Θα διευκολýνει πιστεýω κι üτι ξαναβρßσκομαι στο πατρικü μου, δηλαδÞ κοντÜ στα γατÜκια μου.
Γιατß τα αγαπþ πολý τα γατÜκια. Μια αγÜπη, σωστÞ imprinting, που ξεκινÜει απü πολý παλιÜ. ΘυμÜμαι καθαρÜ τα ßχνη της üταν Þμουν δεκαπÝντε χρονþν, μαθητÞς τρßτης γυμνασßου.
Ξýπνησα Ýνα πρωß απü τις φωνÝς της μητÝρας μου: -«Ω 'να κατσουλÜκι, εßντα üμορφü 'ναι». Η διατýπωση κι ο τüνος Þσαν τüσο αυθεντικÜ, Ýδειχναν τüσο χαρακτηριστικÜ τη συγκßνησÞ της, þστε η φρÜση μου Ýμεινε για πÜντα εντυπωμÝνη στο μυαλü. Σηκþθηκα πÜνω και βρÝθηκα μπροστÜ πρÜγματι σε Ýνα ωραιüτατο Üσπρο γατÜκι, τοσοδοýλικο. Το βÜφτισα αμÝσως «γιγαντÜκο».
Δυσκολεýτηκα βÝβαια να πιÜσω μαζß του φιλßες. Τα γατÜκια που μεγαλþνουν μÝσα σε φυσικÝς συνθÞκες εßναι πÜντα Üγρια (Το σπßτι μας εßναι στην Üκρη του χωριοý, μÝσα στα περβüλια). Δεν γνωρßζουν αμÝσως τον Üνθρωπο, για να τον συμπαθÞσουν. Η μητÝρα τους τα μεγαλþνει σε Ýνα κρυφü μÝρος, και μüνο üταν μεγαλþσουν αρκετÜ, τα «ξετουλουπþνει». Το δικü μας γατÜκι δεν Ýμαθα ποτÝ πþς ξÝπεσε σπßτι μας, δεν θα πρÝπει üμως να Þταν της γÜτας μας, θυμÜμαι.
Το γατÜκι εßναι ελκυστικü σαν μωρü: θÝλεις να το πιÜσεις αμÝσως να το παßξεις. Μüνο που, σαν το μωρü, φοβÜται τους ξÝνους. Και μια και το δικü μας Þταν Üγριο, δεν στÜθηκε βÝβαια να μου κÜνει το χατßρι: χþθηκε αμÝσως μÝσα σε Ýνα δαßδαλο απü σακιÜ με σταφßδα που Þταν στημÝνα δßπλα δßπλα στην αυλÞ. Δεν Þταν και εýκολο να το ξετρυπþσεις απü εκεß μÝσα. ΤελικÜ βÝβαια τα κατÜφερα και το Üρπαξα, το ßδιο üμως δεν φÜνηκε να ενθουσιÜστηκε και πολý, γιατß με «τσÜφισε» αμÝσως με τα νýχια του.
ΒÝβαια τελικÜ δεν Üντεξε και γßναμε φßλοι. Φßλοι, üπως ξÝρουμε üλοι μας üτι γßνονται τα παιδιÜ με τα γατιÜ. Παßζαμε μαζß, και αυτÜ τα παιχνßδια Þταν για μÝνα μια αληθινÞ ανακοýφιση, üπως και τþρα, γιατß δεν αποτελοýσαν τον κανüνα, παρÜ την εξαßρεση στις δραστηριüτητÝς μου. Μüλις εßχα πιÜσει «σοβαρÜ» διαβÜσματα, παρατþντας το μυθιστüρημα εßχα πÝσει με τα μοýτρα στον Νßτσε. ¹ταν βαρýς και δýσκολος, üμως, üπως Ýμαθα μετÜ, Þταν üτι πρÝπει για τις παιδικÝς ηλικßες: λυρικü ξεχεßλισμα, ορμητικüτητα, αμφισβÞτηση, απÝχθεια κÜθε συστηματικÞς σκÝψης- ßσα ßσα στα μÝτρα της εφηβεßας. ¸τσι λοιπüν μετÜ απü κÜθε κεφÜλαιο λßγο παιχνßδι με το γατÜκι μου Þταν ü,τι Ýπρεπε.
Το τßμησα üμως κι εγþ δεüντως για τη φιλßα του: το Ýβαλα και πρωταγωνßστησε στο χριστουγεννιÜτικο ημερολüγιü μου, μια σειρÜ απü χιουμοριστικÝς ιστορßες απü τα παιχνßδια μας, που ο φιλüλογüς μου τις πιστοποßησε για υπÝροχες, και προεξüφλησε το λογοτεχνικü μου ταλÝντο. Αν και το ßδιο το γατÜκι νομßζω üτι θα εξετßμησε περισσüτερο τα «μεζεδÜκια» που του Ýδινα καθημερινÜ. Και το τονßζω αυτü γιατß η δßαιτα στις γÜτες στα χωριÜ δεν εßναι η ßδια με την δßαιτα των γατιþν των σαλονιþν: εδþ τρþνε μüνο αποφÜγια, και ο κýριüς τους ρüλος δεν εßναι να τα παßζουν τα παιδιÜ, αλλÜ να τρþνε ποντßκια.
Τη σημασßα αυτοý του ρüλου εßχα την ατυχßα να τη γνωρßσω πολý χαρακτηριστικÜ.
Ο ¸γκελς νομßζω γρÜφει κÜπου üτι κÜτι πρþιμα χειρüγραφÜ του με τον Μαρξ τα εßχαν αφÞσει «στην αδυσþπητη κριτικÞ των ποντικþν». ¸τσι κι εγþ, εßχα αφÞσει τη βιογραφßα μου (την Ýγραψα δευτεροετÞς, το καλοκαßρι του 70, και τη συμπλÞρωσα τεταρτοετÞς, 1972) στην ßδια αδυσþπητη κριτικÞ, Ýλεγα ανεκδοτολογþντας γι αυτÜ τα πρþιμα λογοτεχνικÜ και αρκετÜ εγωκεντρικÜ ξεσπÜσματα. Μüνο που για μÝνα η Ýκφραση δεν Þταν μεταφορικÞ αλλÜ κυριολεκτικÞ. ¸να καλοκαßρι εßχαμε πλημμυρßσει απü ποντικοýς. Οι ξýπνοι χωριÜτες για να σþσουν τα μýγδαλÜ τους (αυτÜ κυρßως Ýτρωγαν) γÝμισαν τα περβüλια δηλητÞριο. Οι γÜτες Ýτρωγαν Ýτοιμο φαγητü απü τα δηλητηριασμÝνους ποντικοýς με αποτÝλεσμα να τους κÜνουν παρÝα στον Üλλο κüσμο. Αυτü εßχε σαν αποτÝλεσμα üχι μüνο να μη ξοφληθοýν ο ποντικοß, αλλÜ να πλημμυρßσουν κυριολεκτικÜ τον τüπο. Εν τω μεταξý üσοι δεν εßχαν πÜθει ανοσßα, εßχαν αρχßσει να «μυρßζονται» το δηλητÞριο και δεν τσßμπαγαν. ¸τσι Ýμπαιναν και στα σπßτια (üταν λεßπει ο γÝρος κÜτης, üλοι οι ποντικοß χορεýουν) και απü το δικü μας, εκτüς απü αρκετÜ ροýχα που μας Ýφαγαν τρυπþντας το μπαοýλο, εßχαν αρχßσει να βÜζουν χÝρι (Þ μÜλλον δüντι) και στα βιβλßα μου. Ευτυχþς τη βιογραφßα μου δεν θα την εßχαν βρει ιδιαßτερα νüστιμη, γιατß Ýφαγαν μüνο το περιθþριο. Το ßδιο το κεßμενο φαßνεται δεν τρωγüτανε. Την κατÜσταση (τα ροýχα μας δηλαδÞ) τη σþσαμε παßρνοντας Ýνα γατÜκι. ¹ταν πολý μικρü και νομßζω üτι σε μια μονομαχßα με ποντßκι δεν θα τα Ýβγαζε πÝρα, εßχε üμως το ατοý της γατßσιας εμφÜνισÞς του. ¸παιξε αμÝσως τüσο αποτελεσματικÜ το ρüλο του μπαμποýλα, που οι ποντικοß üπου φýγει φýγει.
ΑρκετÜ üμως με την παρÝκβαση. Το γατÜκι μου μεγÜλωσε κι Ýγινε γÜτα. ¸κανε γατÜκια, και παρολαυτÜ Ýμεινε χαúδιÜρα, κι εξακολουθοýσαμε να παßζουμε. ΜετÜ üμως οι σχÝσεις μας ψυχρÜνθηκαν, üταν με γÝμισε ψýλλους. Εν τοýτοις Ýκλαψα πολý üταν πÝθανε, Ýνα οδυνηρü θÜνατο απü δηλητηρßαση. Δυο μÝρες πÜλευα να τη σþσω, δεν τα κατÜφερα. Τüτε συλλογßσθηκα το θÜνατο, και λυπÞθηκα που απ' αυτοýς που αγαπÜμε δεν μÝνουν παρÜ μüνο οι αναμνÞσεις, που κι αυτÝς σβÞνουν τüσο γρÞγορα.
¼ταν απολýθηκα απü το στρατü βρÞκα στο σπßτι Ýνα γατÜκι που απü λÜθος δεν εßχε γεννηθεß σκυλÜκι. ¹ταν σαν εκεßνα τα σκυλιÜ που αντιπαθεß ο Λüρεντς, που παßρνουν üλο τον κüσμο απü πßσω. Μια γειτüνισσα μας προειδοποßησε üτι τÝτοιο γατÜκι σßγουρα θα μας το κλÝψουν. ¼πως κι Ýγινε. ¸τσι μπÞκε τÝρμα στο αγαπημÝνο μου παιχνßδι, να το βÜζω σα σκυλß να προσπαθεß να «βγÜλει» τα ποντßκια που κρυβüντουσαν κÜτω απü κÜτι αγκαλιÝς ξýλα στην ταρÜτσα.
ΜετÜ απü δυο χρüνια, στη ΒαρβÜρα, στο ΚαλαμÜκι, που Ýμενα, βρÝθηκα μÜρτυρας της πιο περßεργης φιλßας που μπορεß να φαντασθεß κανεßς ποτÝ, της γÜτας της πολυκατοικßας μας με τον αρÜπη, το σκýλο μας. ΜεγÜλωσαν μαζß, και ο αρÜπης την εßχε πÜρει κατÜ κÜποιο τρüπο υπü την προστασßα του. ¸τσι την αποδÝχτηκε και το Üλλο σκυλß μας, ο Σεντßκ. ΣυχνÜ την πεßραζαν οι δυο τους. ¼ταν το παρÜκαναν, αυτÞ τους Üπλωνε το πüδι της με τεντωμÝνα νýχια, Ýτοιμη να τους γρατζουνßσει το πρüσωπο, κι αυτοß υποχωροýσαν τρομαγμÝνοι. ΠολλÝς φορÝς επßσης την εßδα να κοιμÜται Þ να κÜθεται πÜνω στο σþμα του αρÜπη.
Η πιο ωραßα üμως περßπτωση Þταν το γατÜκι που Ýφεραν οι φßλοι πÝρυσι απü την κατασκÞνωση της Αßγινας. Η κοινωνικüτητα πρÝπει να Þταν Ýμφυτη μÝσα του. ¹ταν σαν ζηλιÜρικο μωρü που Þθελε üλο να το προσÝχεις, üλο να παßζεις μαζß του. Τα βρÜδια που διÜβαζα ξαπλωμÝνος, ερχüταν πÜνω στο κρεβÜτι μου και χοροπÞδαγε πÝρα δþθε. Ασχολιüμουνα λßγο μαζß του, μετÜ üμως το βαριüμουνα, και το Ýβγαζα Ýξω. Αυτü τüτε κλαψοýριζε τüσο θλιμμÝνα πßσω απü την κλειστÞ πüρτα, που δεν Üντεχα και το ξανÜπαιρνα.
Τüτε Ýκανα και την πρþτη παρατÞρηση, που με οδÞγησε στην επαναστατικÞ για μÝνα τüτε αντßληψη που βρÞκα μετÜ Ýνα εξÜμηνο μεταφρÜζοντας το «Πßσω απü τον καθρÝφτη» του Κüνραντ Λüρεντς, üτι δηλαδÞ υπÜρχουν αρκετÜ σýνθετα σχÞματα συμπεριφορÜς Þ κινητικÜ σχÞματα που κληρονομοýνται φυλογενετικÜ, σχÞματα που η ανθρωπομορφικÞ τÜση μας μüνο σαν προúüντα ενσυνεßδητης διαδικασßας μπορεß να παραδεχθεß. ΘυμÜμαι παιδß που θαýμαζα το «πολιτιστικü επßπεδο» της γÜτας, που πριν χÝσει σκÜβει Ýνα λÜκκο και τα κÜνει μÝσα, και τον σκεπÜζει μετÜ, ενþ εμεßς στα υπαßθρια χεσßματÜ μας, αφÞναμε τα σκατÜ μας στο διακριτικü γοýστο των μυγþν.
Για να μη μας λερþσει το γατÜκι το σπßτι, του εßχαμε φÝρει Ýνα ταψÜκι με Üμμο για να τα «κÜνει» εκεß μÝσα. Το εßδα λοιπüν μια φορÜ (κι απü τüτε αρκετÜ συχνÜ), να ανοßγει Ýνα λÜκκο πÜνω στην Üμμο, να τα «κÜνει» και μετÜ να προσπαθεß να τον σκεπÜσει.
Τß γινüταν üμως; Το ταψÜκι Þταν μικρü και χωροýσε μüνο το μισü γατÜκι. ¸τσι τα μπροστινÜ του πüδια Þτανε πÜνω στο μωσαúκü. Το εßδα λοιπüν να κÜνει τις αντßστοιχες κινÞσεις για το σκÝπασμα με τα μπροστινÜ του πüδια, χωρßς να καταφÝρνει βÝβαια τßποτα, αφÞνοντας τελικÜ το λÜκκο ξÝσκεπο, με Þσυχη τη συνεßδησÞ του üτι τα εßχε κÜνει üλα εντÜξει. Τüτε σκÝφτηκα üτι αυτÝς οι κινÞσεις Þταν μÜλλον προúüν ασυνεßδητων παρορμÞσεων παρÜ συνειδητÞς πρüθεσης, και αυτü φÜνηκε αμÝσως μüλις το σχÞμα Üρχισε να εφαρμüζεται Ýξω απü τους φυσικοýς του üρους, üταν Üρχισε δηλαδÞ να λειτουργεß ελαττωματικÜ. Αργüτερα διαπßστωσα με Ýκπληξη üτι ο Λüρεντς δεν κουρÜζεται να επαναλαμβÜνει üτι μια δυσλειτουργßα εßναι η πιο αποκαλυπτικÞ για τη φυσιολογßα της κανονικÞς λειτουργßας.
Τον ΜÜρτη του 1979 Üρχισα να μεταφρÜζω το «Πßσω Απ' Τον ΚαθρÝπτη» του Κüνραντ Λüρεντς για τις εκδüσεις ΘυμÜρι. Για μÝνα Þταν Ýνα βιβλßο αποκÜλυψη, που με εßχε συγκλονßσει üσο λßγα βιβλßα στη ζωÞ μου. ¸νιωσα τη σκÝψη μου να μπαßνει σε νÝους δρüμους, ζητÞματα που πριν μου φαινüντουσαν ακατανüητα τþρα τα εßδα να φωτßζονται με Ýνα Üπλετο φως. Επß πλÝον Ýπαψα να νιþθω κüμπλεξ για μια αγÜπη που Ýνιωθα για τα ζþα και που ξεπÝρναγε το μÝσο üρο.
Τον ßδιο χειμþνα Þταν γραφτü να τον ζÞσω σχεδüν κατÜ το Þμισυ στο πατρικü μου, λüγω της αρρþστιας της μητÝρας μου, που με ανÜγκασε να βρßσκομαι κÜθε λßγο και λιγÜκι στο χωριü, κουβαλþντας υπü μÜλης χαρτß και βιβλßα για μετÜφραση. ΞανÜζησα Ýτσι κοντÜ στα γατÜκια μου, μετÜ απü δεκαπÝντε χρüνια, και μπüρεσα τþρα να τα αγαπÞσω και να τα γνωρßσω με Ýνα νÝο τρüπο. Το καλοκαßρι μÜλιστα εßχα την ευκαιρßα να περÜσω δυο ολüκληρους μÞνες κοντÜ τους. ¸τσι, σ' üλο αυτü το διÜστημα, γνþρισα τη γÜτα και τρεις γενιÝς γατÜκια. ΑυτÞ την ιστορßα της γατοοικογÝνειÜς μας θα Þθελα τþρα να διηγηθþ. Εν μÝρει για να αποδþσω στη γÜτα δικαιοσýνη, γιατß βλÝπω πως ο Λüρεντς (Ýχω διαβÜσει απü τüτε πÝντε βιβλßα του) την Ýχει κÜπως αδικÞσει, αφιερþνοντÜς της λßγες μüνο σελßδες στο βιβλßο του «Ο 'Ανθρωπος ΣυναντÜ Τον Σκýλο», θεωρþντας τη σαν υποδεÝστερο ζþο, παρüλο που αυτÞ εκφρÜζει περισσüτερο εκεßνη την κατÜσταση που τüσο ο Λüρεντς θαυμÜζει στα ζþα: την κατÜσταση της απüλυτης ελευθερßας, τους φυσικοýς üρους ζωÞς. Και σßγουρα η γÜτα ζει πιο φυσικοýς üρους ζωÞς απü το σκýλο, Ýστω και μüνο απü το γεγονüς üτι για τη διατροφÞ της δεν εξαρτÜται, απüλυτα τουλÜχιστον, απü Ýνα κýριο.
ΕπαναλαμβÜνω πως πρüκειται για μια γατοúστορßα, γεμÜτη με τις χαρÝς και τις λýπες που κρýβουν üλες οι ιστορßες, και που η φιλοδοξßα μου εßναι να την κÜνω να μοιÜσει üσο γßνεται περισσüτερο με παραμýθι. Δεν θα κοιτÜξω καθüλου να αποφýγω τον ανθρωπομορφισμü, γιατß χωρßς αυτüν δεν μπορεß να «σταθεß» Ýνα παραμýθι για ζþα, και γιατß πιστεýω üτι, αν παρθεß σε Ýνα φαινομενολογικü επßπεδο, δεν εßναι καθüλου αντιεπιστημονικüς. ΘÝλω να γρÜψω περισσüτερο Ýνα παραμýθι παρÜ μια μελÝτη, γιατß πÝρα απü την ικανοποßηση που νιþθω για τις ελÜχιστες ηθολογικÝς παρατηρÞσεις και διαπιστþσεις που μπüρεσα να κÜνω, νιþθω να με πλημμυρßζει εκεßνο το συναßσθημα που με κατεßχε üταν Ýγραφα εκεßνα τα ημερολüγια, στα δεκαπÝντε μου χρüνια, με πρωταγωνιστÞ το «γιγαντÜκο» μου, που εκτεßνεται ακüμα πιο πÝρα - στην ßδια τη ζωÞ και σ' Ýνα δÝος για το μυστÞριü της.
Η γÜτα μας κατÜγεται απü το ßδιο χωριü με τη μητÝρα μου, το Κεντρß. Εßναι Þδη τεσσÜρων χρüνων, κι üμως εßναι αβÜπτιστη. ¼λες οι γÜτες στα χωριÜ εßναι αβÜπτιστες - και φταßνε οι ßδιες γι αυτü. Εßναι εντελþς απεßθαρχες - τις φωνÜζεις και δεν Ýρχονται, παρÜ μüνο üταν θÝλουν να φÜνε. Τι να τους δþσεις üνομα λοιπüν; ¸να «Να, ψιψß» üταν εßναι για φαγητü και φτÜνει. Εξ Üλλου εßπαμε πως δεν εßναι pet animals, των σαλονιþν. Εßναι για να πιÜνουν ποντßκια. Εßναι σχÝση περισσüτερο εργÜτη-εργοδüτη παρÜ δýο φßλων, üπως συμβαßνει με τα πραγματικÜ pets. Το üνομα, λοιπüν, ειδικÞ Ýκφραση ανθρωπομορφικÞς μετÜθεσης στα ζþα, εßναι περιττü. ¸τσι και μεις, δεν θα βιÜσουμε τα πρÜγματα, θα μεßνει και στην ιστορßα μας απλþς η γÜτα.
Τα γατÜκια του περυσινοý καλοκαιριοý δεν πρüλαβα να τα ζÞσω απü κοντÜ -Ýμεινα στην ΚρÞτη μüνο Ýνα μÞνα, üταν αυτÜ Þσαν πολý μικρÜ και Üγρια. ΚÜποια Ýδωσε ο πατÝρας μου, Ýνα κρεμÜστηκε στα ελÜσματα του κρεβατιοý μου που Þταν απλωμÝνο κÜτω απ' την πορτοκαλιÜ για τον μεσημεριανü μου ýπνο, τελικÜ Ýμεινε μüνο Ýνα. Το ξαναεßδα, μεγÜλη γÜτα πια, τα Χριστοýγεννα.
Τα Χριστοýγεννα υπÞρξε και μια Üλλη γενιÜ γατÜκια. Δεν ξÝρω πüσα Ýκανε η γÜτα, τελικÜ επÝζησαν φαßνεται μüνο δýο. Τα φýλαγε στον οντÜ, üπου Ýχουμε τα Üχερα.
Το Ýνα απ' αυτÜ, Ýνα μαýρο αρσενικü (το Üλλο Þταν Üσπρο θηλυκü) Ýκανε μαζß μου μια πολý δυσÜρεστη γνωριμßα. Το εßχε κατεβÜσει η μÜνα του απü τον αχεριþνα για να «συνηθßσει». ¸πρεπε κι εμεßς σιγÜ σιγÜ να αρχßσουμε να αναλαμβÜνουμε τα βÜρη της διατροφÞς του. ¼μως αυτü Ýνιωθε τρομαγμÝνο κÜτω μüνο του, ενþ και τα δυο ανεζητοýσαν την συντροφιÜ το Ýνα του Üλλου. ¸τσι Üρχισαν να κλαßνε παραπονιÜρικα. Τüτε εγþ προσπÜθησα να το πιÜσω και να το ξανανεβÜσω στον αχεριþνα. Κι εδþ Üρχισε η περιπÝτεια: γιατß αυτü Þταν πολý μικρü þστε να μπορεß να τρÝξει γρÞγορα, Þταν üμως και αρκετÜ μεγÜλο þστε να μου ξεφεýγει με ελιγμοýς. ¸τσι, αυτü που στην αρχÞ μου φÜνηκε μια πολý εýκολη δουλειÜ, αποδεßχθηκε μια πÜρα πολý επþδυνη προσπÜθεια. Το κυνηγοýσα απü δω, το κυνηγοýσα απü κει, üλο και μου ξÝφευγε. Τη πλÞρωσε βÝβαια περισσüτερο αυτü που εßχε κατατρομοκρατηθεß. ¼μως εγþ δεν Ýλεγα να εγκαταλεßψω τον αγþνα, γιατß Þταν χειμþνας, κρýο, και η τýχη του Þταν αβÝβαιη. ΤελικÜ Ýβαλα μια σκÜλα που πλησßαζε το περβÜζι του φεγγßτη. ΠροσπÜθησε να την ανεβεß, Ýφτασε ως τη μÝση, σιγÜ-σιγÜ, δεν Þταν κι εýκολη δουλειÜ για την ηλικßα του. Πλησßασα να το βοηθÞσω. ¸νιωσα το σþμα του να συσπÜται καθþς το ακοýμπησα. Το εβοÞθησα σπρþχνοντÜς το να ανÝβει στο περβÜζι, üπου την Üραζαν με τις þρες και τα δυο τους, βλÝποντας την πρÜσινη φýση πßσω απü Ýνα δικτυωτü πλÝγμα, σαν φυλακισμÝνα. ΑμÝσως ηρÝμησαν.
Νüμιζα üτι καθþς του εßχα βγÜλει την πßστη εκεßνο το βρÜδυ θα με Ýβλεπε στο εξÞς σαν Üσπονδο εχθρü. Εντελþς το αντßθετο συνÝβη. ¼μως προς το παρüν τÝλειωσαν οι διακοπÝς και Ýπρεπε να ανÝβω στην ΑθÞνα. ¼ταν σε Ýνα μÞνα η αρρþστια της μητÝρας μου με Ýφερε πÜλι πßσω, τα βρÞκα εντελþς μεγαλωμÝνα. ¹ταν üμως και αρκετÜ αδýνατα, «κολλημÝνα», μια χαρακτηριστικÞ λÝξη που χρησιμοποßησε η μητÝρα μου, απü την ασιτßα. ¸τσι βÜλθηκα να τα δυναμþσω. Το πιο διαθÝσιμο Þταν ψωμß με γÜλα και τους Ýδινα Üφθονο. ¸τσι «γÝμισαν» σιγÜ-σιγÜ.
Ενþ Þμουν εξßσου ανταμειφτικüς και για τα δυο, üμως μüνο το μαýρο, το αρσενικü, Üρχισε να «ανταποδßδει». Με ξεφοβÞθηκε αρκετÜ γρÞγορα, ερχüταν μÝσα στα πüδια μου, üμως üταν Ýσκυβα να το πιÜσω Ýφευγε πÝρα, üχι τüσο απü φüβο üσο απü μια κÜποια ακαταδεξιÜ. Το Üλλο οýτε που με πλησßαζε καθüλου.
Τα δυο γατÜκια Þταν εντελþς αντßθετοι χαρακτÞρες. Το μαýρο Þταν ζωηρü, νευρþδες, παρατÞρησα üτι διατηροýσε üλη την πρωτοβουλßα στα παιχνßδια τους, με παρακαλοýσε πÜντοτε για φαγητü νιαουρßζοντας, και με φοβüταν πολý λßγο. Το Üσπρο, το θηλυκü, αντßθετα, Þταν λιγüτερο ζωηρü, συνεσταλμÝνο, και δεν το θυμÜμαι να νιαοýρισε ποτÝ του. Αργüτερα Üλλαξε, üμως γι αυτü θα μιλÞσουμε αργüτερα. Προς το παρüν το μαýρο Þταν η αγÜπη μου, ενþ για το Üσπρο Ýνιωθα εκεßνη την συμπÜθεια που νιþθουμε για Ýνα συνεσταλμÝνο παιδß που προσπαθοýμε να του δþσουμε θÜρρος.
Εßχαν üμως και κÜποιον που τα αντιπαθοýσε. ¹ταν Ýνα γατÜκι της καλοκαιρινÞς γενιÜς, που Þδη Üρχισε να γßνεται σωστÞ γÜτα. ¹ταν Üσπρο, πολý üμορφο, και σε λßγο Ýμεινε Ýγκυος. ΑυτÞ λοιπüν η γÜτα δεν τα ανεχüταν ποτÝ μÝσα στα πüδια της. Τους «φυσοýσε» απειλητικÜ κÜθε φορÜ που την πλησßαζαν με παιχνιδιÜρικες διαθÝσεις. ¹ταν το πλησιÝστερο υποκατÜστατο μιας μητÝρας που Ýλλειπε συνεχþς για κυνÞγι. Γιατß Þταν πολý κυνηγιÜρα η μÜνα τους, και τους κουβαλοýσε τον Ýνα ποντικü πßσω απü τον Üλλο. ¹ταν üμως Üγρια, και αν δεν Ýφευγε üταν την πλησßαζα δεν Þταν απü ημερÜδα, üσο απü την αυτοπεποßθηση των τεσσÜρων χρüνων της.
ΒλÝποντας αυτÜ τα γατÜκια κατÝληξα στη διαπßστωση για την ýπαρξη βασικþν ψυχολογικþν τýπων, εσωστρεφοýς -εξωστρεφοýς, κυριαρχικοý- υποτακτικοý. Εßχα σχηματßσει πια την αντßληψη üτι δεν μεταβιβÜζονται με την κληρονομικüτητα μüνο σωματικÜ, αλλÜ και ψυχολογικÜ χαρακτηριστικÜ. ΘυμÞθηκα απü την κυβερνητικÞ üτι η Ýννοια της δομÞς δεν εßναι στατικÞ αλλÜ δυναμικÞ. Δεν εßναι μüνο τα συστατικÜ της μÝρη üπως εßναι διατεταγμÝνα στο χþρο, αλλÜ και η λειτουργßα τους με τις μορφÝς που αναπτýσσει μÝσα στο χρüνο. Και üσο κι αν ο οργανισμüς, σαν αυτορρυθμιζüμενο σýστημα, προσαρμüζεται μÝσα στις συνθÞκες που ζει, βασικÝς προσαρμογÝς Ýχουν Þδη γßνει, γιατß αυτü εμπεριÝχεται a priori στην Ýννοια της δομÞς.
Το ΠÜσχα η γÜτα εßχε γεννÞσει κι εßχε κÜνει τÝσσερα γατÜκια. Ο πατÝρας μου τη χαρακτÞρισε «μπουνταλοý» γιατß τα εßχε φÝρει μÝσα στα πüδια μας. Τα εßδα μια φορÜ, κÜτω απü τη σκÜλα που τα εßχε βÜλει, να ψÞνονται στον Þλιο. ΠÞγα να τα μεταξεσýρω στον αÝρα. Η στÜση της απÝναντß μου Þταν διπλÞ: τη μια μου φυσοýσε απειλητικÜ και την Üλλη με εκλιπαροýσε νιαουρßζοντας να μη της τα πÜρω. Δεν μποροýσε βÝβαια να καταλÜβει üτι αυτü που Ýκανα Þταν για το καλü τους. Συνειδητοποßησε üμως üτι Þταν επικßνδυνο να υπüκεινται τα γατÜκια της σε διαδικασßες που η ßδια δεν μπορεß να ελÝγξει. ¸τσι δοκßμασε να τα μεταφÝρει αλλοý. Ο πατÝρας μου üμως πρüλαβε και της πÝταξε τα δυο στον καταπüτη που Ýτρεχε νερü, δρþντας Ýτσι, αν κι αδυσþπητα, σα βιολογικüς ρυθμιστÞς. ΤÝσσερα γατÜκια θα πÝθαιναν της πεßνας, ενþ δυο θα Þσαν χορτÜτα.
Δεν εßπαμε üμως και για τους «πατÝρες», Þ μÜλλον για τους αρσενικοýς ερωτιδεßς. ¹ταν δυο θεüρατοι γÜτοι, Ýνας Üσπρος και Ýνας μαýρος. ΦλερτÜριζαν κι οι δυο τη μεγÜλη γÜτα, η οποßα üμως Ýδειχνε την προτßμησÞ της για το μαýρο, σ' αυτÞ τη φÜση τουλÜχιστον, φυσþντας Üγρια τον Üσπρο. Αυτüς τελικÜ ζευγÜρωσε με τη μικρÞ γÜτα. ΧαρακτηριστικÞ üμως Þταν η διαμÜχη τους. Διαπßστωσα σ' αυτÞ τα χαρακτηριστικÜ της ενδοειδικÞς επιθετικüτητας που διÜβασα στον Λüρεντς και διαβÜζω τþρα στον 'Αιμπλ-'Αιμπεσφελτ. ΠοτÝ δεν τους εßδα να συμπλακοýν σε αληθινÞ μÜχη. ¸βγαζαν το χαρακτηριστικü νιαοýρισμÜ τους üσο πιο δυνατÜ κι üσο πιο επιβλητικÜ μποροýσαν ο καθÝνας, σαν σε μια «μονομαχßα τραγουδιοý» üπως αυτÝς που περιγρÜφει ο 'Αιμπεσφελτ. Επßσης δεν στεκüντουσαν απÝναντι αλλÜ πλÜι-πλÜι, κοιτÜζοντας ο Ýνας τον Üλλο, προσπαθþντας Ýτσι να δεßξουν üσο γßνεται μεγαλýτερο το περßγραμμα του κορμιοý τους, για να φανοýν πιο απειλητικοß, σαν τα ψÜρια που περιγρÜφει ο Λüρεντς.
«ΠατρικÜ» χαρακτηριστικÜ απü τους γÜτους αυτοýς, (απü το μαýρο περισσüτερο, μια και αυτüς Þταν ο πατÝρας) δεν εßδα. Φαßνεται üτι üπου μπορεß και τα βγÜζει πÝρα η μητÝρα, ο πατÝρας εßναι περιττüς. ¼μως οπüτε πλησßαζε ο μαýρος γÜτος, τα γατÜκια Ýτρεχαν προς το μÝρος του και τον χαιρετοýσαν «δι' ασπασμοý». ¼σο περßεργο κι αν φαßνεται αυτü, Ýχω δει πολλÝς φορÝς στις γÜτες αυτüν τον «ανθρþπινα θερμü» χαιρετισμü, να τρßβουν τις μουσοýδες τους. Το φιλß σßγουρα Ýχει μια προανθρþπινη προÝλευση. ΤÝλος μια φορÜ εßδα τον μαýρο γÜτο να Ýχει καθηλωμÝνο το μαýρο γατÜκι κρατþντας το απ' το λαιμü. ¼μως Þταν ολοφÜνερο πως Ýπαιζε μαζß του. Δεν πιστεýω üμως καθüλου üτι το γατÜκι αναγνþρισε σ' αυτüν το φυσικü του πατÝρα. ΜÜλλον κινÞθηκε απü τον θαυμασμü που νιþθουν τüσο συχνÜ τα παιδιÜ για τους μεγÜλους.
Οι διακοπÝς τÝλειωσαν, üμως βρÝθηκα και πÜλι στο χωριü, λüγω ενüς σοβαροý εγκεφαλικοý επεισοδßου της μητÝρας μου. Τüτε γνþρισα και μια Üλλη γενιÜ γατÜκια, τÝσσερα τον αριθμü: δυο μαýρα και δυο Üσπρα. ¹ταν πολý χαριτωμÝνα. ΑυτÜ Þταν πιο προσιτÜ, γιατß τα εßχε η γÜτα στο αποχωρητÞριο. ΣυνÞθως Þταν üλα μαζß πÜνω σε Ýνα τσουβÜλι καλαμπüκι. ¼ταν Þταν Ýνα Ýνα και με Ýβλεπαν το Ýβαζαν στα πüδια και κρυβüντουσαν πßσω απü σακιÜ, καφÜσια κι Ýνα σωρü Üλλα κατσιφÜφαλα. Εßναι πολý χαριτωμÝνα Ýτσι üπως περπατÜνε, ασυντüνιστα, με την κοιλιÜ τους να σýρνεται κÜτω, μη μπορþντας να σταθοýν σταθερÜ πÜνω στα αδýναμα ποδαρÜκια τους. ¼ταν βρισκüντουσαν üμως üλα μαζß, συνÞθως κουλουριασμÝνα πÜνω στο σακß, εßχαν περισσüτερο θÜρρος, μου φυσοýσαν δεßχνοντας τα δοντÜκια τους, και μüνο την τελευταßα στιγμÞ γλιστροýσαν κÜτω. ΦυσικÜ εγþ πÜντα κατÜφερνα και Ýβαζα κÜποιο στο χÝρι. ¸τσι για πρþτη φορÜ εßδα Ýνα περßεργο παρÜσιτο, μεγÜλο σαν κουκß, Ýνα τερÜστιο σþμα με Ýξι νομßζω μικρÜ μικρÜ πüδια, να τους ρουφÜει πολýτιμο αßμα.
Η μητÝρα μου Ýφυγε απ' το νοσοκομεßο, αφοý Ýκανε Ýνα μÞνα, εγþ Ýφυγα βιαστικÜ για την ΑθÞνα, για να τακτοποιÞσω κÜποιες εκκρεμüτητες με τους εκδüτες μου, για να επιστρÝψω σε δεκαπÝντε μÝρες. ¹ταν οι αρχÝς των καλοκαιρινþν μου διακοπþν, που μετÜ απü εφτÜ χρüνια θα κρατοýσαν πÜλι για δυο μÞνες.
¼ταν επÝστρεψα απü την ΑθÞνα, αρχÝς Ιοýλη, βρÞκα δυο μüνο απü τα τÝσσερα γατÜκια, πÜλι Ýνα μαýρο αρσενικü κι Ýνα Üσπρο θηλυκü, μεγαλωμÝνα αρκετÜ. Τα Üλλα δυο Ýλλειπαν. ΦοβÞθηκα μÞπως τα πÞρε και αυτÜ το νερü, δεν τüλμησα να ρωτÞσω. Πιθανþς üμως να τα Ýδωσε ο πατÝρας μου. ¸λειπε και το μαýρο γατÜκι που τüσο εßχα συμπαθÞσει. Η αδελφÞ του, μεγÜλη γÜτα πια, Þταν Ýγκυος. Η Üλλη γÜτα εßχε εξαφανισθεß, και μαζß της ο Üσπρος αρσενικüς. Δεν ξÝρω ακüμα, και οýτε θα μÜθω πιστεýω, τι γßνανε. Η μεγÜλη γÜτα εßχε κι αυτÞ φýγει. Ο πατÝρας μου, üταν την εßδε πÜλι αγαστρωμÝνη, την κλþτσησε. Γι' αυτüν, κÜθε γατÜκι μÝτραγε σαν Ýνα στüμα παραπÜνω. Η γÜτα, μετÜ απü τη κλωτσιÜ δεν τüλμησε να ξαναφανεß. ΠÞγε και γÝννησε αλλοý, και χθες ανακÜλυψα üτι Þταν σε Ýνα γειτονικü σπßτι ακατοßκητο. Τα γατÜκια της τα εßδα μεγÜλα. ΑναρωτιÝμαι πως μπορεß και τα συντηρεß μüνο της. Ο πατÝρας μου μετÜνιωσε για τη κλωτσιÜ. Αφενüς γιατß την εκτιμοýσε πολý σαν κυνηγαροý, κι αφετÝρου λüγω ενüς αταβιστικοý αισθÞματος απÝναντι σε μια ικανÞ μητÝρα. ¸τσι üταν την ξαναεßδε Üρχισε να της δßνει φαÀ, κι αυτÞ σιγÜ σιγÜ ξεθÜρρεψε και ξανÜρχεται. ¼μως μüνο για να δει αν υπÜρχει τßποτα στο παλιü τηγÜνι που βÜζουμε το φαγητü των γατιþν.
Τα παλιÜ μικρÜ της δεν θÝλει να τα δει. Μüλις κÜνουν να τη σιμþσουν τους φυσÜει απειλητικÜ. Πολý Üστοργη μητÝρα για τα μεγÜλα της παιδιÜ. ºσως να κατÜλαβε üτι της κλÝψανε τη θÝση της στο σπßτι. Μπορεß üμως και να τα διþχνει γιατß φοβÜται μÞπως θÝλουν να τη θηλÜσουν.
Η πραγματικÞ ιστορßα αρχßζει με το μεγÜλο πια θηλυκü γατÜκι, που σε λßγο γεννÜ τρßα γατÜκια, και τα δυο μικρÜ. [μÜλλον κÜτι παραλεßφθηκε στην αντιγραφÞ]. Το αξιοπερßεργο εßναι üτι αυτÜ τα δυο μικρÜ Þταν ακριβÞ αντßγραφα κι απü ψυχολογικÞ Üποψη, των δυο προηγοýμενων που ανÝφερα. Το Ýνα τολμηρü και επιθετικü, το Üλλο μαζεμÝνο. Αυτü το δεýτερο εßχε Ýνα πολý χαριτωμÝνο σωματÜκι και πολý ωραßο περπÜτημα, σαν μικρογραφßα τßγρης. Γι' αυτü το βÜφτισα ασυναßσθητα «τιγρÜκι». ¸τσι αντικατÝστησε φυσιολογικÜ το Üλλο που χÜθηκε, λες και Þταν μετενσÜρκωσÞ του. Μ' αυτü οι σχÝσεις αναπτýχθηκαν πιο πολý, στÝκεται και το πιÜνω, μüνο που üταν το σηκþνω ψηλÜ αφÞνει μια περßεργη φωνÞ δυσαρÝσκειας και παραßτησης üμως ταυτüχρονα. ¹ταν το ßδιο παιχνιδιÜρικο -τþρα Ýχει μεγαλþσει και σοβαρÝψει. Και πολý χαδιÜρικο. ΚÜθε μεσημÝρι -εßχε γßνει συνÞθεια πια- ερχüταν στο κρεβÜτι που κοιμüμουν κι αφηνüταν να το χαúδεýω με μιαν αληθινÞ ευχαρßστηση, με κλειστÜ μÜτια, Þ τριβüταν το ßδιο πÜνω στο χÝρι μου. Τüτε συνειδητοποßησα για μια ακüμη φορÜ τη βιολογικÞ βÜση πολλþν πολιτιστικþν τυπικþν. Το χÜδι προσφÝρει μια «σωματικÞ» ευχαρßστηση, ακüμη κι üταν εßναι πολý ξÝμακρο απü κÜθε σεξουαλικü συσχετισμü, και πÜνω σ' αυτÞ την «πρωταρχικÞ» ευχαρßστηση αναπτýσσεται σαν σýμβολο τρυφερüτητας και στοργÞς. [Λßγα χρüνια αργüτερα διÜβασα το βιβλßο του Desmond Morris, "Η Σημασßα Της ΕπαφÞς"].
Το παλιü Üσπρο θηλυκü γατÜκι, σε αντßθεση με την Üλλη γÜτα, Ýδειχνε και δεßχνει ακüμη μεγÜλη αγÜπη για τα δυο πιο μικρÜ γατÜκια. ¼μως το αρσενικü εßναι μοχθηρü. ΠολλÝς φορÝς το εßδα να την πλησιÜζει, δÞθεν χαúδιÜρικα, και ξαφνικÜ να της καταφÝρνει Ýνα κτýπημα στο κεφÜλι με Ýνα απü τα μπροστινÜ του πüδια - Þ αντßστροφα να το πλησιÜζει αυτÞ, κι ενþ κÜνει πως δÝχεται την τρυφερüτητÜ της, να της καταφÝρνει πÜλι το ßδιο κτýπημα.
ΚÜποτε üμως βρÝθηκα μÜρτυρας ενüς επεισοδßου που με Ýκανε να σκÜσω στα γÝλια. Το γατÜκι πλησιÜζει τη γÜτα με τις συνηθισμÝνες του δÞθεν τρυφερÝς διαθÝσεις. Η γÜτα κÜνει πως δÝχεται τις περιποιÞσεις του και ξαφνικÜ του αστρÜφτει Ýνα κτýπημα με το δεξß μπροστινü της ποδÜρι, που το πÝταξε δÝκα μÝτρα μακριÜ. ΞÝρουν και τα ζþα να εκδικοýνται, με την ßδια πονηριÜ μÜλιστα με μας. ¼μως τελικÜ Þταν απλþς Ýνα μÜθημα, γιατß απü τη συμπεριφορÜ της φÜνηκε πως δεν του κρατοýσε κακßα.
Εντοýτοις η αδυναμßα της Þταν το Üσπρο γατÜκι. ¼ταν γÝννησε, το βýζαινε κι αυτü μαζß με τα δικÜ της και βρισκüντουσαν πÜντα μαζß. Σχεδüν εßχαν απομονþσει τον «γλυψιματßα» αρσενικü. Η γÜτα εßχε κι Üλλους λüγους. Το εßδα μια φορÜ που της πÞρε μÝσα απü το στüμα της Ýνα ποντικü που εßχε για τα μικρÜ. ΦυσικÜ εγþ αμÝσως επανüρθωσα την αδικßα. Ακüμη, ποτÝ δεν τους Ýριξα μεζεδÜκι κι αφοý μυρßσει το δικü του, να μη πÜει σ' αυτü που εßχε επιλÝξει το Üσπρο γατÜκι. Αυτü υποχωροýσε πÜντα υποτακτικÜ. Αυτü μου Ýκανε εντýπωση, γιατß ποτÝ δεν εßδα τα γατιÜ να τσακþνονται στο φαγητü, Þ να προσπαθεß το Ýνα να κλÝψει το φαγητü του Üλλου. Το κυριαρχικü του Ýνστικτο πρÝπει να Þταν πολý ισχυρü, και θα αντλοýσε μια πρüσθετη αυτοπεποßθηση απü τη στενÞ του σχÝση μαζß μου. ºσως γι αυτü νιαοýριζε παραπονιÜρικα για φαγητü κÜθε φορÜ που με Ýβλεπε, ενþ τα Üλλα γατιÜ ως προς αυτü κρατοýσαν μια αξιοπρÝπεια.
Εßχα την ευκαιρßα να πιÜσω γνωριμßα και με Ýνα Üλλο εκπρüσωπο του βασιλεßου των ζþων, Ýναν πουλß. Καθþς πÞγαινα σπßτι Ýνα μεσημÝρι γυρßζοντας απü το μπÜνιο, Üκουσα τιτßβισμα πουλιοý μÝσα απü Ýνα θÜμνο στην Üκρη του δρüμου, ενþ συγχρüνως διÝκρινα μÝσα απü τα φυλλþματÜ του Ýνα φßδι. ΠÞρα μια πÝτρα και την πÝταξα στο θÜμνο, κι αμÝσως πετÜχτηκε Ýξω Ýντρομο Ýνα μικρü κοτσυφÜκι. ¸τρεξε κατ' ευθεßαν προς το μÝρος μου και το πÞρα στις χοýφτες μου. Απü το μικρü του κεφαλÜκι Ýτρεχε αßμα, ενþ εßχε μια πατσουλιÜ μαδημÝνο χνοýδι. Δεν ξÝρω πως τρþνε τα φßδια τα πουλιÜ, üμως μου σχηματßσθηκε η εντýπωση üτι το μαδοýν πρþτα πριν το σκοτþσουν.
Μüλις πÝρασε ο πρþτος φüβος για το φßδι, το κοτσυφÜκι Üρχισε να φοβÜται κι εμÝνα. ¼μως Þταν πολý μικρü για να το αφÞσω και δεν Þξερα απü ποια φωλιÜ εßχε πÝσει. ¸τσι αποφÜσισα να το κρατÞσω και να το μεγαλþσω. Το Ýβαλα λοιπüν μÝσα στο αποχωρητÞριο. Δοκßμασα να το ταÀσω. Διαπßστωσα αμÝσως την ανακλαστικÞ κßνηση του ανοßγματος του ρÜμφους, μüλις Üπλωνα απü πÜνω το χÝρι μου. Το τÜισα με ρýζι. ¼μως τα δÜκτυλÜ μου δεν Þταν πολý πειστικü υποκατÜστατο, γιατß τη μια Üνοιγε το στüμα του και την Üλλη το Ýστρεφε πÝρα τρομαγμÝνο.
Δοκßμασα να το βγÜλω Ýξω, ξÝροντας πως θα Ýνιωθε σαν φυλακισμÝνο μÝσα στο αποχωρητÞριο. ¼μως γρÞγορα διαπßστωσα πως κινδýνευε. Τα γατιÜ παραμüνευαν. ¼μως ενþ το μαýρο γρÞγορα συνειδητοποßησε τη μεταξý μας σχÝση και το εγκατÝλειψε, το Üσπρο καιροφυλακτοýσε. Σε μια στιγμÞ που μου ξÝφυγε, του το πÞρα κυριολεκτικÜ μÝσα απü το στüμα. ΦυσικÜ δεν μου πÝρασε καθüλου απ' το μυαλü να φÝρω τα δυο ζþα κοντÜ το Ýνα στο Üλλο για να γνωριστοýνε, üπως Ýκανε ο ΣβÝικ. ΤÝτοιες σýντομες διαδικασßες δεν μποροýν να μπλοκÜρουν αποδεσμευτικοýς μηχανισμοýς. ¸τσι γρÞγορα το ξαναπÞρα στο αποχωρητÞριο, αφοý το Ýλυσα. ¸δωσα σαφεßς οδηγßες στους γονεßς μου να μην ξεχÜσουν την πüρτα ανοιχτÞ, και για να μη φýγει, και για να μη μπει μÝσα κÜποιος κÜτης και το γραπþσει.
Το βρÜδυ που γýρισα, η πüρτα του αποχωρητηρßου Þταν ανοικτÞ και το πουλß Ýλειπε. ΞÜφνου Üκουσα τη φωνοýλα του σε Ýνα γειτονικü δÝνδρο. ΠÞγα να το πιÜσω κι αυτü πÝταξε πιο πÝρα, σε Ýνα Üλλο δÝνδρο. ΞανÜ η ßδια προσπÜθεια, με τα ßδια αποτελÝσματα πÜλι: μüλις κατÜφερνα να χωθþ μÝσα στα κλαδιÜ και να απλþσω το χÝρι μου να το γραπþσω, εκεßνο Ýφευγε. ¸τσι πÞγαμε και στο διπλανü περβüλι, και η ßδια ιστορßα Üρχισε να επαναλαμβÜνεται. Τüτε ξαφνικÜ πρüσεξα στην Üκρη ενüς δÝνδρου το πτþμα μιας γÜτας σε ημιαποσýνθεση. Πλησßασα και εßδα με φρßκη πως Þταν το μαýρο μου γατÜκι, που Ýλλειπε üταν Þλθα απ' την ΑθÞνα. Δεν ξÝρω απü τι πÝθανε, üμως Ýνιωσα Ýνα σφßξιμο στην καρδιÜ.
Εßχε αρχßσει να σουρουπþνει για καλÜ, κι εγþ στεκüμουν και το κοßταζα. ΣκÝφτηκα πως ο θÜνατüς του με λýπησε περισσüτερο απü τον θÜνατο του ΜÜο. ΤελικÜ, οι συγκινÞσεις μας καθορßζονται περισσüτερο απü παραστÜσεις παρÜ απü Ýννοιες. Τον ΜÜο δεν τον εßχα δει ποτÝ, ενþ το γατÜκι μου το εßχα για μÞνες μÝσα στα πüδια μου. Με τÝτοιους μεταφυσικοýς στοχασμοýς προσπαθþ πÜντα να ξορκßζω τις στενοχþριες μου. ¼ταν αναλýσεις τη συγκßνηση στα συστατικÜ της στοιχεßα, αποκτÜει κÜτι το εγκεφαλικü, ανÜγεται σε μια πιο γενικÞ σφαßρα, χÜνει την ιδιαßτερη ατομικüτητÜ της, και αυτü πιστεýω εßναι που φÝρει το στοιχεßο της λýτρωσης.
Η σχÝση των δýο μεγÜλων γατιþν με τα γατÜκια της μικρÞς γÜτας (εδþ φαßνεται το üτι τους λεßπουν τα ονüματα) εßχε μια πολý ενδιαφÝρουσα εξÝλιξη. Στην αρχÞ, εßδα πως τα αντιμετþπισε το μαýρο γατÜκι. ¹ταν üλο περιÝργεια, μα και εχθρüτητα. ΑυτÜ Ýδειχναν επßσης περιÝργεια, üμως δεν Ýδειχναν να φοβοýνται ιδιαßτερα απü τις επιθετικÝς του διαθÝσεις. ΕξÜλλου επρüκειτο για μια ritualized επιθετικüτητα: δεν τους επιτßθετο ανοικτÜ, αλλÜ üταν αυτÜ Þταν κρυμμÝνα σε καμιÜ γωνιÜ, δοκßμαζε τÜχα να τα ξετρυπþσει. Δυο φορÝς που βρÝθηκαν πρüσωπο με πρüσωπο, δεν δοκßμασε να τους επιτεθεß. Τα γατÜκια Üφηναν το χαρακτηριστικü τους φýσημα, και το μαýρο γατÜκι «κüλωνε».
Πολý ενδιαφÝρουσα Þταν η συμπεριφορÜ του Üσπρου γατιοý. Μüλις τα εßδε απü μακριÜ, Ýτρεξε üλο ενδιαφÝρον προς το μÝρος τους, τα μýρισε, Üφησε αυτü το αμυντικü «φýσημα» και το Ýβαλε στα πüδια, σημÜδι üτι βρÝθηκε μπροστÜ σε κÜτι ξÝνο και εχθρικü. Η μυρουδιÜ λοιπüν, üπως γρÜφει και ο 'Αιμπλ-'Αιμπεσφελτ, εßναι το μÝσο διÜκρισης των φßλων απü τους εχθροýς.
Αργüτερα και τα δυο γατιÜ τα συνÞθισαν και καθþς αυτÜ ξεθÜρρεψαν, Üρχισαν να παßζουν μαζß τους. Εγþ χρησιμοποßησα το μαýρο γατß για να ξεθαρρÝψουν μαζß μου. Το Ýπαιρνα στην αγκαλιÜ μου και το χÜúδευα, κι Ýβλεπα την Ýκπληξη και το ενδιαφÝρον στα μÜτια τους, και με πλησßαζαν πιο Üφοβα.
ΠρÝπει να τονßσω αυτÞ την εκφραστικüτητα των ματιþν τους, που πÜνω τους Ýχω δει αποτυπωμÝνες üλες τις αντßστοιχες εκφρÜσεις που παßρνουν τα ανθρþπινα μÜτια. Φαßνεται üτι αντιδρÜ περισσüτερο το αισθητÞριο που δÝχεται και τα περισσüτερα ερεθßσματα, με Ýνα αρκετÜ Üμεσο τρüπο, και γι αυτü γßνεται Ýνας τÝτοιος «καθρÝφτης αισθημÜτων». Και εßναι χαρακτηριστικü üτι η εκφραστικüτητα των ματιþν συνδÝεται με οπτικÝς παραστÜσεις - φüβου, Ýκπληξης, σεξουαλικοý ερεθισμοý, κ.λπ.
ΜÝχρι τþρα τονßσαμε περισσüτερο τους κληρονομικοýς παρÜγοντες, τα Ýμφυτα σχÞματα. ¼μως οι περιβαλλοντικοß παρÜγοντες Ýχουν κι αυτοß μια μεγÜλη επßδραση, αφοý πÜνω στο περιβÜλλον συντελεßται κÜθε προσαρμογÞ, και πολλÝς φορÝς αρκοýν για να αναστατþσουν Þ να εξουδετερþσουν και τα πιο σταθερÜ σχÞματα συμπεριφορÜς. ΠαρακÜτω Ýχω Ýνα παρÜδειγμα.
¹ταν δυο μÝρες που η μικρÞ γÜτα μας νιαοýριζε λυπημÝνα. ¹ταν σε μια κατÜσταση Ýντονου ερεθισμοý και ο ρυθμüς της αναπνοÞς της Þταν πÜρα πολý γρÞγορος. ΥποθÝσαμε üτι πιθανþς να της εßχαν πÜρει τα γατÜκια (που δεν ξÝραμε ποý τα εßχε κρýψει). Την Τρßτη μÝρα ο πατÝρας μου μου εßπε να προσÝχω να μη ξανακλειδþσω τον κÜτη μÝσα στην αποθÞκη.
Τι εßχε συμβεß:
Τα γατÜκια εßχαν μεγαλþσει αρκετÜ και θεþρησε σκüπιμο να τα εξοικειþσει με το σπßτι. ¸τσι τα εßχε κλεßσει μÝσα στην αποθÞκη. ¼μως εμεßς την ανοßγαμε σπÜνια κι επß δυο μÝρες δεν μποροýσε να μπει μÝσα να τα ταÀσει. Γι' αυτü Þταν τüσο ανÞσυχη.
Τß συνÝβη üμως μετÜ;
Καθþς εμεßς κλειδþναμε την αποθÞκη το βρÜδυ (τη μÝρα την αφÞναμε ανοικτÞ) Ýχεζε αναγκαστικÜ μÝσα. Ο πατÝρας μου διαολßστηκε κι Ýτσι αναγκÜστηκα να μετακομßσω τα γατÜκια στο αποχωρητÞριο που Þταν μüνιμα ανοικτü. Φανταστεßτε üμως την ÝκπληξÞ μου üταν την επομÝνη εßδα üτι η γÜτα εßχε χÝσει πÜνω στο τσιμÝντο. Το εßχε βρει φαßνεται πιο βολικü. Την αρπÜζω λοιπüν, της μουλþνω το κεφÜλι πÜνω στα σκατÜ της και μετÜ της δßνω μια στα πλευρÜ. ΠετÜχτηκε Ýξω και την εßδα που κÜθισε στο χωρÜφι νιαουρßζοντας λυπημÝνα, θα μποροýσα να πω «Ýνοχα».
Την επομÝνη την εßδα να Ýχει χÝσει στο χωρÜφι, μπροστÜ στην πüρτα του αποχωρητηρßου, στο ßδιο σημεßο που καθüταν χθες μετÜ που τις εßχε φÜει. Δεν τα εßχε σκεπÜσει. Δεν μπüρεσα να αποφýγω τη σκÝψη üτι Þθελε να μου δεßξει üτι κατÜλαβε το μÜθημÜ της. ΠÜντως τα γεγονüτα Þταν αυτÜ.
Τα ζþα Ýχουν μια αρκετÜ εκφραστικÞ γλþσσα, που την ξÝρουν μüνο αυτοß που Ýχουν ζÞσει αρκετü καιρü μαζß τους. Εγþ μπορþ να πω üτι καταλαβαßνω και τις πιο λεπτÝς αποχρþσεις, και τους πιο πολýπλοκους συνδυασμοýς, απü τις φωνÝς των γατιþν μας. Φüβος, οργÞ, προσδοκßα, μεταξý τους κλÞσεις, κ.λπ. εßναι για μÝνα πολý εýκολα κατανοητÜ. Απ' üλες üμως τις φωνÝς των γατιþν, η πιο ωραßα εßναι αυτÞ της μÜνας που φωνÜζει τα μικρÜ της. Εßναι μια χαμηλüτονη, γουργουριστÞ φωνÞ, με λεπτÝς αποχρþσεις. Η γÜτα μας χρησιμοποιοýσε σε υπερβολικü βαθμü αυτÞ τη φωνÞ. ºσως να την Ýνιωθε üπως νιþθουμε εμεßς το τραγοýδι.
ΠαρατÞρησα δε και το εξÞς χαρακτηριστικü: ¼ταν μετÜ τις πρþτες κλÞσεις τα γατÜκια παρÝλειπαν να ανταποκριθοýν, τüτε η φωνÞ της Ýπαιρνε Ýνα ερωτηματικü τüνο, μετÜ γινüταν παραπονιÜρικη.
Τþρα πþς εγþ καταλÜβαινα üτι η φωνÞ της Þταν ερωτηματικÞ; μα απü το τονικü ýψος. ¼ταν ρωτÜμε υψþνουμε στο τÝλος της πρüτασης τον τüνο της φωνÞς μας. Το ßδιο λοιπüν Ýκανε κι η γÜτα. ¸τσι πιστεýω τþρα üτι διαθÝτουμε κοινÜ φωνητικÜ σχÞματα με τα ζþα, που καθÝνα βÝβαια προσαρμüζεται στις ιδιομορφßες των φωνητικþν του χορδþν, üμως το underlying pattern εßναι αρκετÜ ευδιÜκριτο απü üλα τους. ΥπÜρχει κανεßς που να μην αναγνωρßζει την κραυγÞ πüνου ενüς ζþου; Αυτü Ýχει ειδικÞ αξßα επιβßωσης, üτι τα ζþα μποροýν να αντιλαμβÜνονται τη συμπεριφορÜ και τις διαθÝσεις το Ýνα του Üλλου, και να προσαρμüζονται αντßστοιχα. ΒÝβαια, η ικανüτητÜ τους να ξεχωρßζουν τα φωνητικÜ σχÞματα του εßδους τους, σε σχÝση με τα φωνητικÜ σχÞματα Üλλων ειδþν υπερÝχει κατÜ πολý. ¼μως αυτÞ η Ýστω στοιχειακÞ ικανüτητα διÜκρισης κÜποιων φωνþν οφεßλεται και στην ομοιüτητα κÜποιων βασικþν νευροφυσιολογικþν διαδικασιþν σε üλα τα ζþα, üπως αυτÝς που αναφÝρονται σε πüνο, οργÞ, πεßνα, κ.λπ. ºσως αυτüς να εßναι και ο κυριüτερος λüγος, και üχι η ειδικÞ αξßα επιβßωσης που Ýχει πολλÝς φορÝς αυτü το γεγονüς. ¼μως οι πιο λεπτÝς αποχρþσεις γßνονται γνωστÝς με την επανÜληψη, συνδυÜζοντÜς τις με ιδιαßτερα situational contexts.
¸να πρωß, αξημÝρωτα, η γÜτα χρησιμοποιοýσε επßμονα το κÜλεσμÜ της, με Ýνα παραπονιÜρικο τüνο στη φωνÞ της. ΚατÜλαβα üτι κÜτι θα πρÝπει να εßχε συμβεß στο γατÜκι (τα Üλλα δυο τα εßχαμε δþσει εν τω μεταξý). ¼ταν σηκþθηκα, δεν εßδα βÝβαια πουθενÜ το γατÜκι. ¸ψαξα, και το βρÞκα τελικÜ κÜτω απü κÜποια βλÞτα στα τοýβλα, που συνÞθιζε να ξαπλþνει τα μεσημÝρια με τη μÜνα του - νεκρü. Ακüμα δεν μπορþ να καταλÜβω για πιο λüγο. Απü δßψα; Απü πεßνα; Απü μοναξιÜ; ¹ τι Üλλο;
¼ταν πεθαßνει Ýνα μωρü, τις περισσüτερες ευθýνες τις Ýχει η μÜνα. Δεν μπüρεσα üμως να εντοπßσω πιο ειδικÜ την ευθýνη της.
ΠÞρα Ýνα φτυÜρι και τοποθÝτησα πÜνω το γατÜκι και της το πÞγα. Την εßδα που το μýριζε συνεχþς. Να προσπαθοýσε Üραγε να το αναγνωρßσει; ΠρÝπει να Þξερε üτι Þταν το δικü της. Τα Üλλα γατιÜ πλησßασαν κι αυτÜ, üμως με το δισταγμü που πλησιÜζουμε εμεßς Ýνα φÝρετρο.
ΞαφνικÜ Ýπεσε το φτυÜρι, üπως το εßχα στεμÝνο κι üλα πετÜχτηκαν πßσω Ýντρομα, üπως θα κÜναμε κι εμεßς αν βλÝπαμε ξαφνικÜ Ýνα νεκρü να κινεßται. ΤÝλος Üνοιξα Ýνα λÜκκο και το Ýθαψα. Δεν Üκουσα καμιÜ φωνÞ θλßψης. Να Þταν τüσο βαθýς ο πüνος; ¹ να Þταν πολý λßγος, μια και οι γÜτες πρÝπει να εßναι φυλογενετικÜ προετοιμασμÝνες να δÝχονται με αρκετÞ φυσικüτητα το θÜνατο αρκετþν απü τα μικρÜ που τους μÝλει να γεννÞσουν στη ζωÞ τους; Δεν ξÝρω. ΠÜντως επß δυο τρεις μÝρες Üκουγα τη γÜτα να βγÜζει την ßδια φωνÞ κλÞσης, με παραπονιÜρικο τüνο αυτÞ τη φορÜ. ¸να σχÞμα συμπεριφορÜς που ο θÜνατος το εßχε καταστÞσει αυτüχρημα περιττü, üμως ο οργανισμüς της μüνο σιγÜ σιγÜ μποροýσε να ανενεργοποιÞσει.
ΣÞμερα Ýχει ο μÞνας 23, και το βρÜδυ φεýγω για την ΑθÞνα. Θα ξαναγυρßσω το ΠÜσχα (Θα Ýμενα με την μητÝρα μου στην ΑθÞνα, και τα Χριστοýγεννα δεν θα κατεβαßναμε, λüγω κρýου. ΤελικÜ κατεβÞκαμε τρεις μÝρες μετÜ τα Χριστοýγεννα, αυτÞ σε φÝρετρο, εγþ σε αεροπορικü κÜθισμα της τρßτης θÝσης). Πüσα Üραγε απü τα γατιÜ μας θα ζουν τüτε; Θα με αναγνωρßσουν Üραγε; Με το μαýρο γατÜκι μου, Ýστω και για δεκαπενθÞμερη απουσßα, χρειÜστηκε μια καινοýρια διαδικασßα αποκατÜστασης των σχÝσεþν μας, Ýστω και αν αυτÞ κρÜτησε μüνο δυο λεπτÜ. Το ΠÜσχα, πüσο θα διαρκÝσει;
Πιστεýω πως ουσιαστικü στοιχεßο της φυσικÞς ζωÞς εßναι η επαφÞ με τα ζþα. Ο Üνθρωπος χÜνει αρκετÞ απü την υπεροψßα του, αν Ýρθει σε επαφÞ μαζß τους. Και ακüμη πιστεýω πως μüνο αν δοýμε και γνωρßσουμε τη ζωÞ σ' üλες της τις μορφÝς, μποροýμε να την αγαπÞσουμε üπως πρÝπει. Και η αγÜπη εßναι η πιο ουσιαστικÞ προûπüθεση για κÜθε ομαλÞ ανÜπτυξη. Η επιθετικüτητα, üπως λÝγει ο 'Αιμπλ-'Αιμπεσφελντ, Ýχει μια ξεπερασμÝνη αξßα επιβßωσης. Η κοινωνßα, που πÜνω της βασßζει την εξÝλιξÞ του ο Üνθρωπος, στηρßζει τη συνοχÞ της üλο και περισσüτερο στην αγÜπη. Κι üταν λÝμε στα παιδιÜ «αγαπÜτε τα ζþα», δεν το κÜνουμε για να προφυλÜξουμε τα ζþα. Το περισσüτερο κÝρδος το Ýχουν τα ßδια τα παιδιÜ. Και μπορþ να πω απü τις εμπειρßες μου, üτι, καθüλου τυχαßα, εκεßνοι που δεν αγαποýσαν τα ζþα Þσαν εκεßνοι που εýρισκα και λιτüτερο ενδιαφÝροντες σαν προσωπικüτητες. Και, κÜποιος μεγÜλος (Ο Παναγιþτης ΓουλιÝλμος) λÝγει üτι ο επαναστÜτης εßναι πÜντοτε φιλüζωος.
Μποροýμε Üραγε να το καταφÝρουμε αυτü;
20-9-1979
----------------------------------------------------------------------
1). Οικολογßα & ΠαιδικÞ Λογοτεχνßα
μια περßπτωση πρüσληψης
(ΠρακτικÜ Επιστημονικοý Συνεδρßου, Τüμος Β, ¸κδοση Παιδαγωγικοý ΤμÞματος ΠροσχολικÞς Εκπαßδευσης Πανεπιστημßου ΚρÞτης, ΡÝθυμνο, 2002, σελ. 597-602).
Σ' αυτÞ την ηλεκτρονικÞν Ýκδοση παρατßθενται κÜποια κεßμενα παιδικÞς λογοτεχνßας που εικονογραφοýν τις θÝσεις που προβÜλλονται.
Η ΠαιδικÞ Λογοτεχνßα Ýχει αρκετÝς ιδιαιτερüτητες σε σχÝση με τη λογοτεχνßα για μεγÜλους, üπως για παρÜδειγμα το üτι απευθýνεται σε παιδιÜ χωρßς να γρÜφεται απü παιδιÜ. Εδþ θα μας απασχολÞσουν κÜποιες ιδιομορφßες της πρüσληψÞς της, που μÜλλον Ýχουν ξεφýγει απü την προσοχÞ των θεωρητικþν της πρüσληψης και της αναγνωστικÞς ανταπüκρισης. ΑφορμÞ για τις σκÝψεις που θα εκθÝσουμε παρακÜτω στÜθηκαν οι αντιδρÜσεις τριþν μικρþν παιδιþν απÝναντι στα τρßα πρþτα διηγÞματα της συλλογÞς μας «Ο χορüς της βροχÞς: οικολογικÜ παραμýθια και διηγÞματα». Το Ýργο αυτü εκδüθηκε με χορηγßα του ΔÞμου Ηλιοýπολης και μοιρÜστηκε δωρεÜν σ' üλους τους μαθητÝς των δημοτικþν σχολεßων της Ηλιοýπολης το 1997. Στη συνÝχεια υπÞρξαν Üλλες δυο εκδüσεις, που μοιρÜστηκαν σε δýο δÞμους της Θεσσαλονßκης. Την τρßτη Ýκδοση προλüγισε ο τÝως υφυπουργüς Παιδεßας κος Ανθüπουλος.
Οι σýγχρονοι θεωρητικοß της πρüσληψης, στη διαμüρφωση των θεωριþν τους, φαßνεται να μην Ýχουν λÜβει υπüψη τους την παιδικÞ λογοτεχνßα. ¸νας απü τους πιθανοýς λüγους γι αυτü εßναι üτι μÜλλον δεν Ýχουν επαφÞ μαζß της. Για να επηρεÜσει η παιδικÞ λογοτεχνßα τις απüψεις τους θα Ýπρεπε οι θεωρητικοß αυτοß να Ýχουν διαβÜσει Ýνα αριθμü Ýργων, πρÜγμα που πιθανüτατα δεν Ýχουν κÜνει, μια και σπÜνια οι μεγÜλοι διαβÜζουν τη λογοτεχνßα που απευθýνεται σε παιδιÜ. ¼μως αν εßχαν υπüψη τους, Ýστω και λßγα Ýργα, παιδικÞς λογοτεχνßας, πιθανüτατα οι θεωρßες τους να επηρεÜζονταν και να ετροποποιοýνταν σημαντικÜ.
Οι θεωρßες της πρüσληψης και της αναγνωστικÞς ανταπüκρισης αναπτýχθηκαν μüλις τις τελευταßες δεκαετßες, μετÜ την εμφÜνιση των μοντερνιστικþν κειμÝνων με την αμφισημßα και πολυσημßα που τα διακρßνει. ¼μως στα Ýργα της παιδικÞς λογοτεχνßας δεν υπÜρχουν αμφισημßες, με τα συνακüλουθα προβλÞματα ερμηνεßας. Αυτü οφεßλεται εν πολλοßς στον περισσüτερο Þ λιγüτερο διδακτικü τους χαρακτÞρα. Οι συγγραφεßς παιδικÞς λογοτεχνßας Ýχουν πÜντα σαν μÝριμνα να περÜσουν μÝσα απü τα Ýργα τους ιδεολογικÜ μηνýματα και κοινωνικÝς αξßες. ΒÝβαια, üπως επισημαßνει ο ΗρακλÞς ΚαλλÝργης στη μελÝτη του «Το πρüβλημα της ιδεολογßας στα παιδικÜ λογοτεχνÞματα», ...στα γνÞσια λογοτεχνÞματα το ιδεολογικü περιεχüμενο σπÜνια Ýχει τη μορφÞ γυμνοý κηρυγματικοý λüγου Þ συνθηματολογßας. Τις περισσüτερες φορÝς μετουσιþνεται σε μορφÝς, σε πρüτυπα, που Ýχουν μικρüτερη Þ μεγαλýτερη καλλιτεχνικÞ πειθþ, ανÜλογη με το ταλÝντο του συγγραφÝα και την Ýνταση της προσπÜθειÜς του να δαμÜσει τη γλþσσα και να υποτÜξει το υλικü του στο νüημα της τÝχνης.1
¼μως, το μεγαλýτερο Þ μικρüτερο ταλÝντο του συγγραφÝα, οι περισσüτερες Þ λιγüτερες ικανüτητÝς του και η μεγαλýτερη Þ μικρüτερη Ýνταση της προσπÜθειας που Ýχει καταβÜλλει στη σýνθεση ενüς Ýργου Ýχουν να κÜνουν περισσüτερο με τη λογοτεχνικÞ αξßα του Ýργου αυτοý και üχι με προβλÞματα της ερμηνεßας του. Η ανßχνευση των ιδεολογικþν οριζüντων ενüς Ýργου εßναι συχνÜ ανεξÜρτητη απü τη λογοτεχνικÞ του ποιüτητα.
Στην περßπτωση της παιδικÞς λογοτεχνßας Ýχουμε μια «ρητορικÞ της πειθοýς». ΜÜλιστα τα οικολογικÜ μας παραμýθια θα Ýλεγα üτι αποτελοýν Ýναν «λογοτεχνικü προτρεπτικü», σε Ýνα αγþνα για την προστασßα του περιβÜλλοντος. Δεν τßθεται λοιπüν ζÞτημα ερμηνειþν και παρερμηνειþν (που, σýμφωνα με κÜποιους θεωρητικοýς της πρüσληψης και της αποδüμησης, Ýχουν ισüτιμη αξßα), αλλÜ ζÞτημα αποτελεσματικüτερης Þ λιγüτερο αποτελεσματικÞς χρÞσης των λογοτεχνικþν μÝσων, των υφολογικþν τεχνικþν, της μυθοπλαστικÞς επινοητικüτητας, κ.λπ., þστε να διεγερθεß συναισθηματικÜ ο μικρüς αναγνþστης και να περÜσουν Ýτσι μÝσα του αβßαστα τα μηνýματα και οι προτροπÝς του συγγραφÝα.
ΠρÝπει να σημειþσουμε ακüμη üτι ο ορßζοντας προσδοκιþν του ενÞλικα εßναι διαφορετικüς απ' αυτüν του μικροý αναγνþστη. Ο ορßζοντας προσδοκιþν του παιδιοý συνßσταται σχεδüν αποκλειστικÜ απü παραμÝτρους που Ýχουν να κÜνουν με την παιδικÞ ψυχολογßα, ενþ ο ορßζοντας προσδοκιþν του ενÞλικα επηρεÜζεται επß πλÝον απü μια ιστορικÞ διÜσταση, τüσο υποκειμενικÞ üσο και διυποκειμενικÞ, τüσο απü τις προσωπικÝς του εμπειρßες στη μÝχρι τüτε ζωÞ του üσο κι απü τις ηθικÝς κι αισθητικÝς αξßες και νüρμες που διαμορφþθηκαν ιστορικÜ Þ βρßσκονται σε διαδικασßα διαμüρφωσης στην εποχÞ του.
¼σο για την περßφημη «σýντηξη οριζüντων» του Ýργου και του δÝκτη, Ýχει κι αυτÞ περιορισμÝνη εφαρμογÞ στη παιδικÞ λογοτεχνßα, μια κι η παιδικÞ λογοτεχνßα Ýχει ιστορßα 2 περßπου αιþνων κι εßναι δημιοýργημα αστικþν κοινωνιþν, ενþ τα αριστουργÞματα του παρελθüντος, η πρüσληψη των οποßων οδÞγησε στην αντßληψη περß «σýντηξης οριζüντων», προσφÝρονται στους νεαροýς αναγνþστες κυρßως μÝσω διασκευþν. Σ' αυτÞ την περßπτωση, αν θα Þταν δυνατüν να μιλÜμε για σýντηξη οριζüντων, θα Ýπρεπε να μιλÜμε για σýντηξη üχι δýο οριζüντων, του κειμÝνου και του αναγνþστη, αλλÜ τριþν, με επιπλÝον ορßζοντα εκεßνον του διασκευαστÞ. Ο διασκευαστÞς, αν και τοποθετεßται στο ßδιο παρüν με τον νεαρü δÝκτη, διαφÝρει απ' αυτüν ως ενÞλικας κι ως εκ τοýτου διαφÝρει ο δικüς του ορßζοντας προσδοκιþν απ' αυτüν του μικροý αναγνþστη.
Τα περισσüτερα απü τα οικολογικÜ μας διηγÞματα γρÜφηκαν το 1989, τüτε που üλους εμÜς που συμμετεßχαμε στο οικολογικü κßνημα μας εßχε συνεπÜρει ο ιεραποστολικüς ζÞλος της διÜδοσης των καινοýριων ιδεþν. (Ως δεßγμα παραθÝτουμε για την ηλεκτρονικÞ Ýκδοση της εισÞγησης αυτÞς το παραμýθι «Ο Φρßξος και η Μαρßνα», που τιμÞθηκε με το πρþτο βραβεßο ΠαιδικÞς Λογοτεχνßας στον ΠαγκρÞτιο Διαγωνισμü που διοργÜνωσε το 1993 ο δÞμος Αγßου ΝικολÜου ΚρÞτης). Η οικολογικÞ φιλολογßα και δημοσιογραφßα, üχι μüνο εκεßνης της εποχÞς αλλÜ και σÞμερα, εßναι διαποτισμÝνη απü Ýνα καταστροφολογικü πνεýμα, το οποßο εßναι λßγο πολý κατανοητü: Αν δεν επισεßσουμε τον κßνδυνο της καταστροφÞς, δεν εßναι δυνατüν να ευαισθητοποιηθεß ο κüσμος και να αντιδρÜσει. Η μεταφορÜ üμως αυτοý του καταστροφολογικοý πνεýματος στα οικολογικÜ διηγÞματÜ μας αποδεßχθηκε Üστοχη, üπως φÜνηκε απü τις αντιδρÜσεις των τριþν παιδιþν που αναφÝραμε παραπÜνω, στα οποßα προστÝθηκε αργüτερα και Ýνας ενÞλικας, ο οποßος τα διÜβασε απü περιÝργεια.
Τις αντιδρÜσεις των παιδιþν αυτþν μου τις μετÝφεραν οι γονεßς τους, που εßναι φßλοι μου. Ασφαλþς üμως θα υπÞρξαν παρüμοιες αντιδρÜσεις και απü Üλλα παιδιÜ, τις οποßες δεν θα μποροýσα ασφαλþς να πληροφορηθþ.
-ΚαλÜ ρε μαμÜ, ο φßλος σου δεν μποροýσε να σþσει το σκιουρÜκι απü την φωτιÜ του δÜσους, μüνο το Üφησε να καεß; Ýκλαιγε απαρηγüρητα η κüρη μιας φßλης και συναδÝλφισσÜς μου.
-¹ταν ανÜγκη ο κυνηγüς να πετýχει την κοτσυφßνα, και να μεßνει Ýτσι ορφανü το κοτσυφÜκι της να πεθÜνει; διαμαρτυρÞθηκε Ýνας απαρηγüρητος μικρüς στη μαμÜ του.
-Φοβερü μαμÜ να πεθÜνουν üλες οι γÜτες που Ýφαγαν δηλητηριασμÝνα ποντßκια, παραπονÝθηκε Ýνας Üλλος μικρüς.
ΣτενοχωρÝθηκα πολý που λýπησα τους μικροýς αναγνþστες μου, οι οποßοι θα λυπÞθηκαν ασφαλþς και για τη φÜλαινα που πÝθανε απü ασιτßα, γιατß στα δüντια της εßχαν κολλÞσει πλαστικÝς σακοýλες, και για τα δυο ψαρÜκια που πÝθαναν απü τον ευτροφισμü της λßμνης. Στα διηγÞματα αυτÜ υπÜρχει μια ολοφÜνερη απüκλιση απü τον ορßζοντα προσδοκιþν των μικρþν παιδιþν, μια διÜψευση αφηγηματικþν προσδοκιþν που δημιουργεß η παιδικÞ λογοτεχνßα γενικüτερα, üπου το unhappy-end εßναι Üγνωστο.
Ο Hans Robert Jauss υποθÝτει üτι στην απüκλιση απü τον ορßζοντα προσδοκιþν θεμελιþνεται η λογοτεχνικÞ αξßα ενüς Ýργου. ΓρÜφει χαρακτηριστικÜ: Η απüκλιση ανÜμεσα στον ορßζοντα προσδοκιþν και το Ýργο, ανÜμεσα στην οικειüτητα της προγενÝστερης αισθητικÞς εμπειρßας και τη «μεταβολÞ του ορßζοντα» που απαιτεß η πρüσληψη του νÝου Ýργου καθορßζει σýμφωνα με την αισθητικÞ της πρüσληψης τον καλλιτεχνικü χαρακτÞρα του λογοτεχνικοý Ýργου: στο βαθμü που η απüκλιση αυτÞ ελαχιστοποιεßται, που δεν απαιτεßται απü την προσλαμβÜνουσα συνεßδηση να στραφεß προς τον ορßζοντα μιας Üγνωστης ακüμη εμπειρßας, προσεγγßζει το Ýργο στην περιοχÞ της "εýπεπτης", της ψυχαγωγικÞς τÝχνης.2 Αλλοý προσφÝρει χαρακτηριστικÜ παραδεßγματα τÝτοιου εßδους αποκλßσεων, üπως αυτü του Δον Κιχþτη: ¸τσι αφÞνει ο Cervantes να ξεδιπλωθεß κατÜ την ανÜγνωση του Don Quijote ο ορßζοντας προσδοκιþν των τüσο αγαπητþν στο κοινü της εποχÞς του παλαιüτερων ιπποτικþν αφηγÞσεων, τις οποßες, εν συνεχεßα, παρωδεß πικρÜ η περιπÝτεια του τελευταßου ιππüτη.3 Εδþ πρÝπει να ποýμε üτι ο Jauss εστιÜζει την προσοχÞ του κυρßως στη μυθοπλασßα, παρασυρμÝνος ßσως απü την καθημερινÞ χρÞση της λÝξης προσδοκßα που εßναι αυτÞ της αναμονÞς κÜποιου γεγονüτος. ¸τσι αναφÝρεται επß μακρüν στην αλλαγÞ μυθοπλασßας που Ýφερε ο ρεαλισμüς σε σχÝση με τον ρομαντισμü. ¼μως πρÝπει να ποýμε üτι ο ορßζοντας προσδοκιþν αναφÝρεται επßσης στο υφολογικü επßπεδο, και γενικÜ στο επßπεδο των αφηγηματικþν τεχνικþν.
ΑλλÜ, ακüμα και αν Ýνα λογοτεχνικü Ýργο κατακτÜ μια υψηλÞ λογοτεχνικÞ αξßα παραβιÜζοντας τον ορßζοντα προσδοκιþν του αναγνþστη, τüσο στο επßπεδο της μυθοπλασßας üσο και στο επßπεδο των αφηγηματικþν τεχνικþν, αυτü δεν εßναι το παν στην παιδικÞ λογοτεχνßα. Το παιδικü λογοτÝχνημα δεν πρÝπει να αντιστρατεýεται τους παιδαγωγικοýς στüχους της παιδικÞς λογοτεχνßας. Και με αυτü δεν εννοοýμε Ýναν διδακτικü χαρακτÞρα, τον οποßο μπορεß να Ýχει αλλÜ μπορεß και να μην Ýχει, χωρßς να μειþνεται στο ελÜχιστον η αξßα της, αλλÜ το üτι πρÝπει να συντελεß στην ομαλÞ ανÜπτυξη του παιδικοý ψυχισμοý. Αυτüς εßναι ο λüγος που η βßα πρÝπει να αποφεýγεται στην παιδικÞ λογοτεχνßα, αλλÜ και κÜθε τι που δημιουργεß αισθÞματα μελαγχολßας, θλßψης και απογοÞτευσης. Το üτι η καλλιτεχνικÞ ποιüτητα δεν εßναι το μοναδικü κριτÞριο καταλληλüτητας ενüς Ýργου για παιδικü κοινü φαßνεται και απü τον χαρακτηρισμü κÜποιων κινηματογραφικþν Ýργων, αριστουργηματικþν κατÜ τα Üλλα, ως ακατÜλληλων για ανηλßκους.
Μποροýμε εδþ να επισημÜνουμε üτι στη λογοτεχνßα υπÜρχουν ορισμÝνες συμβÜσεις και κανüνες «εκ των ων ουκ Üνευ», που δεν πρÝπει να παραβιÜζονται. Και δεν εßναι μüνο οι συμβÜσεις του εßδους, üπως π.χ. μια κωμωδßα δεν μπορεß να Ýχει unhappy end. Για παρÜδειγμα υπÜρχει ο κανüνας üτι δεν πρÝπει να παραβιÜζεται η βασικÞ αρχÞ της ποιητικÞς δικαιοσýνης, κατÜ την οποßα το κακü πρÝπει τελικÜ να τιμωρεßται και το καλü να αμεßβεται, σε üλα αδιÜκριτα τα αφηγηματικÜ εßδη. Και αυτü γιατß η λογοτεχνßα, ανεξÜρτητα απü τις üποιες Üλλες λειτουργßες της, ψυχαγωγικÝς, μορφωτικÝς, κ.λπ., Ýχει επßσης τη λειτουργßα του να «καθησυχÜζει» τον αναγνþστη, υποβÜλλοντÜς του την αντßληψη ενüς κüσμου üπου τα προβλÞματα μποροýν πÜντοτε να λυθοýν, με αγþνα και προσπÜθεια, και üτι το καλü τελικÜ επικρατεß4 και κÜθε διατÜραξη μιας κατÜστασης ισορροπßας εßναι παροδικÞ. Το γενικü τριαδικü αφηγηματικü σχÞμα ισορροπßα, διαταραχÞ της ισορροπßας και αποκατÜσταση της ισορροπßας υπακοýει στην παραπÜνω απαßτηση του αναγνωστικοý κοινοý, Þ, για να το θÝσουμε με οικονομικοýς üρους, στην απαßτηση της αγορÜς. ΚανÝνας εκδüτης Þ παραγωγüς δεν θα επÝνδυε σε Ýργο που ο δολοφüνος στο τÝλος του Ýργου μÝνει ατιμþρητος.
Για να γυρßσουμε στα οικολογικÜ παραμýθια, ο μικρüς αναγνþστης, κλεßνοντας το βιβλßο, θα Ýπρεπε να νιþθει χαροýμενος και üχι θλιμμÝνος. «Η παιδικÞ λογοτεχνßα δεν πρÝπει να εßναι πεσιμιστικÞ», λÝει ο Βασßλης Φßλιας σε μελÝτημÜ του με τßτλο «ΚοινωνικÜ πρüτυπα και αξßες της παιδικÞς λογοτεχνßας».5
ΠρÝπει να ποýμε üμως üτι η αντßληψÞ του πως «η συνειδητοποßηση απü το παιδß, μÝσα απü την παιδικÞ λογοτεχνßα, του αναπüφευκτου οριακþν καταστÜσεων, του θανÜτου, του πολÝμου και της καταστροφÞς...»6 θα δημιουργÞσουν αναπüφευκτα κÜποια πεσιμιστικÜ αισθÞματα, üπως μου Ýδειξαν οι αντιδρÜσεις των τριþν αυτþν παιδιþν. Γι αυτü πιστεýω üτι η δημιουργßα αισιüδοξων αισθημÜτων με happy end πρÝπει να βρßσκεται πÜντα σε πρþτο πλÜνο. ΒÝβαια, υπÜρχει η «αντιτιθÝμενη πßεση επιλογÞς», ας μου επιτραπεß η μεταφορικÞ χρÞση ενüς βιολογικοý üρου, η ανÜγκη δηλαδÞ να περÜσει το οικολογικü μÞνυμα. ¼μως, üπως και στους ζωντανοýς οργανισμοýς, θα μποροýσαν να βρεθοýν προσαρμογÝς και λýσεις, Ýστω και με τßμημα την ελαφρÜ μεßωση της Ýντασης του μηνýματος. ¸τσι για παρÜδειγμα, στο πρþτο διÞγημα θα μποροýσα να εßχα σþσει το σκιουρÜκι με κÜποιο τρüπο, π.χ. θα μποροýσε να το εßχε βρει ο ΜανωλÜκης τüτε που Üρπαζε φωτιÜ, να του Ýριχνε πÜνω το πουκÜμισü του και να την Ýσβηνε, να το πÞγαινε σπßτι του και να το περιποιüταν και να γßνονταν στο εξÞς πρþτοι φßλοι. Το οικολογικü μÞνυμα της προστασßας του δÜσους απü την πυρκαγιÜ θα μειωνüταν, αλλÜ θα τονιζüταν το οικολογικü μÞνυμα της αγÜπης για τα ζþα. Στο 2ο διÞγημα με τον κυνηγü, θα μποροýσε ο κυνηγüς να αστοχÞσει, Þ καλýτερα ο ΜανωλÜκης να Ýδιωχνε το κοτσýφι πριν προλÜβει ο κυνηγüς να πυροβολÞσει, και στη συνÝχεια να τσακωθεß μαζß του. ¼σο για τις γÜτες στο τρßτο διÞγημα, που αναφÝρεται στην οικολογικÞ ισορροπßα, θα μποροýσα να εßχα σþσει μια απ' αυτÝς, δßνοντÜς της πρωταγωνιστικü ρüλο.
ΥπÜρχει και Ýνας Üλλος τρüπος για δημιουργßα αισιüδοξων αισθημÜτων στον μικρü αναγνþστη: μÝσω του χιοýμορ. ΔιαισθητικÜ θα Ýλεγα üτι αντιλÞφθηκα το λÜθος μου, και Ýτσι πÝντε απü τα διηγÞματα της συλλογÞς, που γρÜφηκαν για να καλýψουν κÜποιους θεματικοýς τομεßς εν üψει της Ýκδοσης, οκτþ χρüνια αργüτερα, εßναι αρκετÜ χιουμοριστικÜ. Σε δυο απü αυτÜ μÜλιστα πρωταγωνιστεß ο Þρωας των ανεκδüτων της γενιÜς μου üταν Þμασταν παιδιÜ, ο Μπüμπος. (Μπορεßτε να τα διαβÜσετε στο: http://www.cc.uoa.gr/~hdermi/oxoros.htm)
Η ΑγγελικÞ ΒαρελÜ Ýχει Ýξοχα τονßσει τη σημασßα του χιοýμορ στη μελÝτη της με τßτλο «Το χιοýμορ στην παιδικÞ λογοτεχνßα». ΑναφÝρει μÜλιστα και τον βιολογικü μηχανισμü με τον οποßο ασκοýνται κÜποιες απü τις ευεργετικÝς του επιδρÜσεις:
...το χιοýμορ αυξÜνει την ανοσοσφαιρßνη, το βασικü üπλο του ανοσοποιητικοý μας συστÞματος και... μ' αυτü (το χιοýμορ) πετυχαßνουμε ζωογüνες οργανικÝς χημικÝς αντιδρÜσεις διεγεßροντας τη δραστηριüτητα του θýμου αδÝνα.7
ΣÞμερα, üπως επισημαßνει ο ΓιÜννης ΠαπαδÜτος, η «οικολογικοποßηση της σκÝψης» για την οποßα μιλÜει ο Edgar Morin, εισÜγει την οικολογικÞ προβληματικÞ στη παιδικÞ λογοτεχνßα σε üλο και πιο ευρεßα Ýκταση.8 Κι επειδÞ η προβληματικÞ αυτÞ θßγει ζοφερÝς πλευρÝς της σýγχρονης πραγματικüτητας, το χιοýμορ πρÝπει να αποτελÝσει Ýνα απαραßτητο αντßβαρο.
Συνοψßζοντας, ανεξÜρτητα απü το αν μια απüκλιση απü τον ορßζοντα προσδοκιþν στην παιδικÞ λογοτεχνßα προσδßδει λογοτεχνικÞ αξßα σε Ýνα λογοτÝχνημα, θα πρÝπει οπωσδÞποτε να μην παραβλÝπονται οι γενικüτεροι παιδαγωγικοß στüχοι. Το happy end εßναι πÜντα απαραßτητη συνθÞκη στη μυθοπλασßα της παιδικÞς λογοτεχνßας, üπως και κÜθε τι, üπως το χιοýμορ, που δημιουργεß αισιüδοξα αισθÞματα.
_____________________
1 Στο Κατσßκη-Γκßβαλου 'Αντα (επιμ.) ΠαιδικÞ Λογοτεχνßα, Θεωρßα & ΠρÜξη, Α' τüμος, ΑθÞνα 1993, Καστανιþτης, σελ. 51.
2 Hans Robert Jauss, Η θεωρßα της πρüσληψης, ΑθÞνα 1995, Βιβλιοπωλεßον της Εστßας, σελ. 61.
3 Στο ßδιο, σελ. 59.
4 ΒλÝπε ΜπÜμπης ΔερμιτζÜκης, ΑφηγηματικÝς τεχνικÝς, ΑθÞνα 2000, ΤυπωθÞτω, σελ. 23-24.
5 Βρßσκεται στο ΒασιλαρÜκης, Ι.Ν. (επιμ.) Σýγχρονες οπτικÝς και προοπτικÝς της λογοτεχνßας για παιδιÜ και νÝους, ΑθÞνα 1998, Δαρδανüς, σελ. 24.
6 Στο ßδιο, σελ. 24.
7 Στο Κατσßκη-Γκßβαλου 'Αντα (επιμ.) ΠαιδικÞ Λογοτεχνßα, Θεωρßα και πρÜξη, πρþτος τüμος, ΑθÞνα 1993, Καστανιþτης., σελ. 95.
8 ΒλÝπε Γ. ΠαπαδÜτος, «Η οικολογßα στην ελληνικÞ ΠαιδικÞ Λογοτεχνßα», στο Κατσßκη-Γκßβαλου 'Αντα (επιμ.) ΠαιδικÞ Λογοτεχνßα, Θεωρßα και πρÜξη, πρþτος τüμος, ΑθÞνα 1993, Καστανιþτης, σελ. 103-118 και Γ. ΠαπαδÜτος, «ΟρισμÝνες κοινωνιολογικÝς και παιδαγωγικÝς επισημÜνσεις στο σýγχρονο μυθιστüρημα για παιδιÜ και νÝους» στο Χατζηδημητρßου Σοφßα (επιμ.), ΕλληνικÞ ΠαιδικÞ Λογοτεχνßα: Το παρελθüν, το παρüν, το μÝλλον, ΑθÞνα 1999, ΕλληνικÜ ΓρÜμματα, σελ. 167-182.
____________________
Βιβλιογραφßα
ΒασιλαρÜκης, Ι.Ν. (επιμ.) Σýγχρονες οπτικÝς και προοπτικÝς της λογοτεχνßας για παιδιÜ και νÝους, ΑθÞνα 1998, Δαρδανüς.
Jauss, Hans Robert, Η θεωρßα της πρüσληψης, ΑθÞνα 1995, Βιβλιοπωλεßον της Εστßας.
ΔερμιτζÜκης ΜπÜμπης, ΑφηγηματικÝς τεχνικÝς, ΑθÞνα 2000, ΤυπωθÞτω.
¹γκλετον, ΤÝρι, ΕισαγωγÞ στη θεωρßα της λογοτεχνßας, ΑθÞνα 1989, ΟδυσσÝας.
ΚαλογÞρου, ΤζÞνα, ΤÝρψεις και ημÝρες ανÜγνωσης, ΑθÞνα 1999, Εκδüσεις της ΣχολÞς Ι.Μ.Παναγιωτüπουλου.
ΚαραγιÜννης, ΘανÜσης, Θεματολογßα ΠαιδικÞς Λογοτεχνßας, ΑθÞνα, 1999, Νικüδημος.
Κατσßκη-Γκßβαλου, 'Αντα (επιμ.) ΠαιδικÞ Λογοτεχνßα, Θεωρßα και πρÜξη, πρþτος τüμος, ΑθÞνα 1993, δεýτερος τüμος, ΑθÞνα 1995, Καστανιþτης.
Κατσßκη-Γκßβαλου, 'Αντα, Το θαυμαστü ταξßδι: ΜελÝτες για την ΠαιδικÞ Λογοτεχνßα, ΑθÞνα 1995, ΠατÜκης.
Newton, K.M., Twentieth century literary theory (a reader), London 1988, MacMillan.
Χατζηδημητρßου Σοφßα (επιμ.), ΕλληνικÞ ΠαιδικÞ Λογοτεχνßα: Το παρελθüν, το παρüν, το μÝλλον, ΑθÞνα 1999, ΕλληνικÜ ΓρÜμματα.
__________________________
ο φρßξος κι η μαρßνα
Ο Φρßξος ξýπνησε εντελþς κακοδιÜθετος εκεßνο το πρωß. Εßχε Ýνα τρομερü πονοκÝφαλο και μεγÜλη δυσκολßα στην αναπνοÞ. Τα βρÜγχιÜ του ανοιγüκλειναν σπασμωδικÜ καθþς προσπαθοýσε να αναπνεýσει το λιγοστü οξυγüνο που βρισκüταν διαλυμÝνο στο νερü. Κουνþντας κουρασμÝνα την ουρÜ του αριστερÜ και δεξιÜ, κατευθýνθηκε προς την επιφÜνεια του νεροý. Ο καλοκαιριÜτικος Þλιος Ýλαμπε απü πÜνω. ¼μως, απü το λαμπερü του φως πολý λßγο Ýφτανε μÝχρι το βυθü της λßμνης. Το εμπüδιζαν κÜτι μικροσκοπικÜ φýκια που Ýφταναν σχεδüν μÝχρι την επιφÜνεια. ΑυτÜ τα φýκια, τα τελευταßα χρüνια, εßχαν κÜνει πολý μεγÜλη ζημιÜ σε üλα τα ψÜρια. Εμφανßσθηκαν ξαφνικÜ κι Üρχισαν να πληθαßνουν σαν τις μýγες. ¼σο πλÞθαιναν αυτÜ, τüσο Üρχιζαν να Ýχουν πονοκÝφαλο και δυσκολßα στην αναπνοÞ τους τα ψÜρια. ¼λα τους Þταν Üρρωστα και πολλÜ πÝθαναν.
Η Μαρßνα, η φιλενÜδα του Φρßξου, Þταν απü τα τελευταßα που πÝθαναν. 'Aργησε μια μÝρα να Ýλθει στο ραντεβοý τους και ο Φρßξος ανÞσυχος Ýτρεξε στη γωνßτσα με το βραχÜκι, κÜτω απü το οποßο εßχε το σπßτι της η Μαρßνα. Τη βρÞκε να επιπλÝει στην επιφÜνεια, πÜνω απü το βραχÜκι, Üψυχη, με την Üσπρη κοιλßτσα της γερμÝνη στο πλÜι.
Ο καημÝνος ο Φρßξος! Αν τα δÜκρυα των ψαριþν δεν διαλýονταν αμÝσως στο νερü, θα μποροýσε να δει κανεßς üτι Ýκλαψε πολý. Γιατß κλαßνε και τα ψÜρια. Γι αυτü και το νερü ης θÜλασσας εßναι αλμυρü. Στις λßμνες üμως τρÝχουν Ýνα σωρü νερÜ απü τη βροχÞ και τα ποτÜμια ολüγυρα, γι' αυτü το νερü τους δεν προλαβαßνει να αλμυρßσει. Τα ποτÜμια üμως αυτÜ, αν και ξαλμυρßζουν το νερü της λßμνης, του κÜνουν Üλλο κακü. Εßναι γεμÜτα με φþσφορο απü τα απορρυπαντικÜ και με αμμωνßες απü τα λιπÜσματα.
Που να 'ξερε ο φουκαρÜς ο Φρßξος üτι αυτÞ Þταν η αιτßα που πλÞθυναν τüσο τα φýκια και, καθþς Þθελαν οξυγüνο να αναπνεýσουν -γιατß αναπνÝουν και τα φýκια, üπως Üλλωστε κι üλα τα φυτÜ- το οξυγüνο της λßμνης λιγüστεψε κι Ýτσι αρρþστησαν τα ψÜρια. Την αγαποýσε πολý τη Μαρßνα ο Φρßξος. Το φθινüπωρο λογÜριαζαν να παντρευτοýν. ΧÞρεψε πριν προλÜβει να παντρευτεß ο φουκαρÜς.
¼σο προχωροýσε η μÝρα, τüσο και πιο Üσχημα Ýνιωθε ο Φρßξος. Η αναπνοÞ του δυσκüλευε περισσüτερο. Νüμιζε πως θα λιποθυμÞσει. ΞαφνικÜ, üλα Üρχισαν να γυρßζουν γýρω του. ¸νιωθε να βγαßνει Ýξω απü το σþμα του. ¸νιωθε να βυθßζεται αργÜ-αργÜ μÝσα στη σκουροπρÜσινη μÜζα των φυκιþν. ¼μως, üχι για πολý. Σε μια στιγμÞ του φÜνηκε üτι Üρχισε να ανεβαßνει. ¼ταν Ýφτασε στην επιφÜνεια, συνÝβη κÜτι το περßεργο. ¸νιωσε να βγαßνει Ýξω απü το σþμα του. Ενþ το σþμα του Ýμεινε στην επιφÜνεια του νεροý, ο ßδιος υψþθηκε στον αÝρα. ¸νιωσε να μπαßνει σε μια ολοφþτεινη σÞραγγα που στüμιο της Þταν η στρογγυλÞ επιφÜνεια της λßμνης. Καθþς απομακρυνüταν, η λßμνη μßκραινε üλο και περισσüτερο. Γýρισε τüτε πßσω του να δει προς τα ποý πÞγαινε και εßδε üτι κατευθυνüταν σε μια υπÝρλαμπρη πηγÞ φωτüς. Το φως αυτü Þταν αλλιþτικο απü τα Üλλα. Δε φþτιζε απλþς. Μýριζε κιüλας. ¸νιωθε μια γλυκιÜ γεýση στα χεßλη του. ¼σο περισσüτερο το Ýνιωθε να κατακλýζει τις αισθÞσεις του, τüσο περισσüτερο τον κυρßευε μια γλυκιÜ ευδαιμονßα, μια Üφατη γαλÞνη.
-------------------------
-"Κοßτα Φαßη, Ýνα ψαρÜκι ψüφιο στη λιμνοýλα", εßπε ο ΜανωλÜκης δεßχνοντας Ýνα ψαρÜκι μπερδεμÝνο μÝσα στα φýκια της λßμνης, που Ýφταναν μÝχρι την επιφÜνεια.
-"Το καημÝνο", ψιθýρισε η Φαßη,"πüσες þρες να βρßσκεται Üραγε εκεß νεκρü; Κι εßναι τüσο üμορφο"!
ΚÜθισαν στην Üκρη τις λιμνοýλας και το χÜζευαν, μÝχρι που κι οι τελευταßες ακτßνες του Þλιου κρýφτηκαν πßσω απü τον απÝναντι λüφο κι Üρχισε να φυσÜει απαλü, ψυχρü, βραδινü αερÜκι. ΠÞρε τüτε ο ΜανωλÜκης τη Φαßη απü το χερÜκι κι Ýφυγαν.
__________________________________________________________________
2). Αναγκαιüτητα Του Μýθου (απüσπασμα)
ΚΕΦ. 8ο. Οι ΨυχολογικÝς ΒÜσεις Των Μεταφυσικþν ΕρωτημÜτων
ΥπÜρχει Θεüς; ΥπÜρχει Üλλη ζωÞ; ¼λες οι κοινωνßες, αιþνες τþρα, απαντοýν καταφατικÜ σ' αυτÜ τα ερωτÞματα. ΥπÜρχουν üμως πÜντα και κÜποιοι ποý δε συμφωνοýν. Ο λüγος εßναι üτι σαφεßς αποδεßξεις δεν υπÜρχουν. Τα επιχειρÞματα, Þ εßναι λογικÜ σοφßσματα, üπως οι τÝσσερις αποδεßξεις για την ýπαρξη τοý θεοý τοý ΑριστοτÝλη, Þ εßναι ανεπαρκþς ντοκουμενταρισμÝνα, σαν τα επιχειρÞματα ποý προβÜλλει ο Ραßημοντ Μοýντυ στü βιβλßο του «Τι Εßδα Στον 'Αλλο Κüσμο», στο οποßο αναφÝρεται σε αφηγÞσεις ατüμων ποý γλßτωσαν την τελευταßα στιγμÞ το θÜνατο. ¼σο για τα επιχειρÞματα που εßναι κατÜ, συνÞθως περιορßζονται να ανατρÝψουν τα επιχειρÞματα ποý εßναι υπÝρ.
¼μως το πρüβλημα δεν τοποθετεßται διαζευκτικÜ. Καταρρßπτοντας τα επιχειρÞματα για την ýπαρξη του θεοý Þ για την αθανασßα τÞς ψυχÞς, δε σημαßνει üτι αποδεικνýεται η αντßθετη θÝση. Αποδεικνýεται απλþς η ανεπαρκÞς τους θεμελßωση. Για καιρü ακüμη, ßσως για πÜντα, η απÜντηση σ' αυτÜ τα ερωτÞματα θα εßναι ζÞτημα προσωπικÞς πεποßθησης. ¼μως αυτü καθαυτü το γεγονüς üτι τßθενται τÝτοια ερωτÞματα, αποκαλýπτει κÜποιες Üλλες αλÞθειες. Ο Βολταßρος εßχε πει: «Κι αν δεν υπÞρχε θεüς θα Ýπρεπε να τον ανακαλýψουμε». Η μεγαλειþδης αυτÞ φρÜση αποκαλýπτει μια ψυχολογικÞ ανÜγκη: την ανÜγκη να υπÜρχει μια δýναμη πιο πÜνω απü μÜς, στην οποßα να μποροýμε να καταφεýγουμε, στην συμπαρÜσταση τÞς οποßας να μποροýμε να ελπßζουμε. ΥπÜρχει πρÜγματι τÝτοια ανÜγκη; Αν η οντογÝνεση αναπαριστÜ την ßδια την ιστορßα της φυλογÝνεσης, τüτε Ýχουμε κÜποιες ενδεßξεις.
Το μικρü παιδß εßναι Ýνα πλÜσμα εντελþς αδýναμο, απüλυτα εξαρτημÝνο απü τη μητÝρα του. Και η εξÜρτηση αυτÞ δεν περιορßζεται απλþς στο γεγονüς üτι η μητÝρα του προσφÝρει την τροφÞ του. Κυρßως του προσφÝρει προστασßα. Και μüνη η παρουσßα της αποτελεß εγγýηση για το μικρü παιδß. ¼ταν η μητÝρα λεßπει, το μωρü κλαßει. ΘÝλει συνεχþς να την Ýχει κοντÜ του. Ο Ειρηναßους 'Αιμπλ-'Αιμπεσφελντ αναφÝρει üτι το μωρü, üταν η μητÝρα του δεν βρßσκεται στο ßδιο δωμÜτιο þστε να μπορεß να τη βλÝπει αλλÜ σε κÜποιο διπλανü, αρχßζει Ýνα εßδος μονüτονου διαλüγου μαζß της στο στυλ. - ΜαμÜ! - Ναι. - ΜαμÜ! - Ναι, κ.ο.κ. Μ' αυτüν τον τρüπο βεβαιþνεται συνεχþς για την παρουσßα της.
Ο ΧÜρρυ Στακ ΣÜλιβαν, αμερικανüς ψυχßατρος, υποστηρßζει πως τα παιδιÜ νιþθουν Ýνα μεγÜλο Üγχος εξαιτßας της βιολογικÞς τους αδυναμßας. Για να καταπολεμÞσουν αυτü τα Üγχος χρειÜζονται μιαν αßσθηση ασφÜλειας, και αυτÞ την αßσθηση την προσφÝρει η τρυφερüτητα της μητÝρας. Το τι ολÝθρια αποτελÝσματα μπορεß να Ýχει η Ýλλειψη της μητρικÞς παρουσßας, εßναι σε üλους γνωστü.
Μποροýμε λοιπüν να κÜνουμε την υπüθεση üτι ο πρωτüγονος Üνθρωπος Ýνιωθε την ßδια ανασφÜλεια, üντας εκτεθειμÝνος στο Ýλεος των φυσικþν δυνÜμεων. Χρειαζüταν λοιπüν την ßδια αßσθηση σιγουριÜς ποý Ýχει ανÜγκη και το μικρü παιδß. Τη σιγουριÜ αυτÞ την αντλοýσε απü την πßστη üτι υπÞρχαν γýρω του πνεýματα που μποροýσαν να του συμπαρασταθοýν στον αγþνα του για την επιβßωση. Η αßσθηση üτι εßναι μüνος και αβοÞθητος θα τον εßχε συντρßψει.
Η συμπαρÜσταση των πνευμÜτων αυτþν μποροýσε να εξασφαλισθεß με ορισμÝνες προσφορÝς, ακριβþς με τον ßδιο τρüπο ποý εξασφαλßζουμε τη βοÞθεια και την προστασßα κÜποιου προσφÝροντας του απü τα πολýτιμα αγαθÜ μας. Οι θυσßες δεν αποτελοýν τßποτε Üλλο απü τελετουργοποιημÝνες προσφορÝς. Και επειδÞ η ανταπüδοση εßναι ανÜλογη με το μÝγεθος της προσφορÜς, στα πρωταρχικÜ στÜδια οι Üνθρωποι θυσßαζαν ü,τι πολυτιμüτερο εßχαν: τον εαυτü τους. Οι ανθρωποθυσßες αποτελοýν την Ýσχατη μορφÞ προσφορÜς του ανθρþπου προς το θεßο. Και δεν θυσιÜζονταν οι οποιοιδÞποτε. Το πρωτüτοκο παιδß εßναι ü,τι πολυτιμüτερο θα μποροýσε να δþσει Ýνας γονιüς (ΑβραÜμ). Και ο βασιλιÜς Þταν το πολυτιμüτερο δþρο ποý μποροýσε να προσφÝρει μια φυλÞ. Αργüτερα ο βασιλιÜς αντικαταστÜθηκε απü τον μεσοβασιλιÜ, και τα προσφιλÞ πρüσωπα απü πιο παρακατιανοýς Þ αιχμÜλωτους, για να περιοριστοýν τελικÜ οι προσφορÝς μüνο σε ζþα και καρποýς.
¼μως οι ανθρωποθυσßες δεν εßναι καθüλου μακρινü γεγονüς στην ιστορßα τοý πολιτισμοý μας. Η θυσßα της ΙφιγÝνειας και η θυσßα του ΑβραÜμ σαφþς περικλεßουν αναμνÞσεις ανθρωποθυσιþν. Το ßδιο κι ο μýθος των επτÜ νÝων κι επτÜ νεανßδων, που πρüσφεραν οι Αθηναßοι στους ΚρÞτες σαν τροφÞ για τον Μινþταυρο.
Με την ανÜπτυξη της γνþσης, τα πνεýματα Ýγιναν üλο και πιο απüμακρα. ΚÜθε τι που γνþριζε ο Üνθρωπος, το απομυθοποιοýσε. ΚατÝφυγαν στα μεγÜλα βουνÜ και τα ποτÜμια, κατüπιν στον Þλιο, στη σελÞνη, στα Üστρα, για να γßνουν στο τÝλος εντελþς ανθρωπομορφοποιημÝνα εßδωλα. (Οι δþδεκα θεοß του Ολýμπου). Αυτüς ο ανθρωπομορφισμüς διατηρÞθηκε ακüμη και στις μεγÜλες μονοθεúστικÝς θρησκεßες, με εξαßρεση τον ισλαμισμü. ¼μως, επειδÞ ο θεüς εßχε απομακρυνθεß αρκετÜ απü τη γη, επινüησαν την πανταχοý παρουσßα του.
ΑνεξÜρτητα λοιπüν απü την πραγματικÞ Þ üχι ýπαρξη ενüς υπÝρτατου üντος, ο Üνθρωπος νιþθει την ανÜγκη να πιστÝψει σ' αυτü, για να αμβλýνει το Üγχος τÞς ýπαρξης του. Η πßστη στην αθανασßα τÞς ψυχÞς αποτελεß κι αυτÞ μια ψυχολογικÞ αναγκαιüτητα. Η βÜση της βρßσκεται στην τÜση κÜθε οργανισμοý να ζÞσει üσο το δυνατüν περισσüτερο, να διαιωνßσει την ýπαρξη του. Η «αθανασßα μÝσω τοý απογüνου» φαßνεται πως εßναι ολüτελα ανεπαρκÞς για τον ανθρþπινο ατομισμü. ΕξÜλλου, ο μýθος της αθανασßας της ψυχÞς εßναι αναγκαßος για τη συντÞρηση ενüς Üλλου μýθου, του μýθου της θεúκÞς δικαιοσýνης Þ της δßκαιης ανταπüδοσης. ΠρÝπει να υπÜρχει Üλλη ζωÞ, üπου θα τιμωρηθεß ο Üρπαγας πλοýσιος και θα αμειφθεß ο φτωχüς για την τιμιüτητα του. ¸τσι μüνο μποροýν «της γης οι κολασμÝνοι» να αντÝξουν την αθλιüτητα τους, αρκοýμενοι σε μια μεταθανÜτια ικανοποßηση. Αν δεν πßστευαν σ' αυτüν το μýθο, η ζωÞ τους θα Þταν αβÜσταχτη. Και το χειρüτερο, μπορεß να τους κατÝβαινε στο μυαλü να βρουν ικανοποßηση σ' αυτÞν τη γη.
¼ταν Þμουν Ýφηβος, αντÜρτης και αμφισβητßας, θεωροýσα υποχρÝωση μου να μεταδþσω τα φþτα της γνþσης μου και το πνεýμα του ορθολογισμοý μου στους γονεßς μου, με αρκετÜ δογματικü τρüπο üπως θα μαντεýετε. Σε μια συζÞτηση ποý εßχα κÜποτε με τη μητÝρα μου, της αμφισβÞτησα την ýπαρξη της Üλλης ζωÞς. -"ΔηλαδÞ δεν υπÜρχει Üλλη ζωÞ"; -"¼χι", της λÝω. -"Κι üταν πεθαßνουμε τι γινüμαστε"; -"Χþμα, σαν κι αυτü που πατοýμε"! Καθþς γρÜφω αυτÝς τις γραμμÝς τη φÝρνω ολοζþντανη στο μυαλü μου. -"Παναγßα μου"! φþναξε κι ανατρßχιασε σýγκορμη. Της Þταν αβÜσταχτη η σκÝψη πως η ταλαιπωρημÝνη της ζωÞ θα τελεßωνε σ' αυτÞν τη γη, χωρßς συνÝχεια.
Μου χρειαζüτανε! Απü τüτε δεν αμφισβÞτησα πια τις θρησκευτικÝς της πεποιθÞσεις, πρÜγμα που μου εßχε στοιχßσει μÝχρι τüτε μερικÜ βιβλßα στη φωτιÜ, κυρßως Νßτσε, (ο οποßος Þταν η αδυναμßα μου στα γυμνασιακÜ μου χρüνια) γιατß με εßχαν κÜνει, λÝει, Üθεο.
Απü εκεßνη τη στιγμÞ Üρχισα να συνειδητοποιþ τη σημασßα της αναγκαιüτητας του μýθου, σημασßα που μπüρεσα να διαπιστþσω κι Üλλες φορÝς αργüτερα, για Üλλους μýθους, με τον ßδιο δραματικü τρüπο.
ΥπÜρχει και Ýνα τρßτο ερþτημα, το ßδιο σημαντικü με τα προηγοýμενα. Ποιο εßναι το νüημα της ýπαρξης μας; ΚÜποιος διανοητÞς (δεν θυμÜμαι ποιος) θεωροýσε σαν την κýρια ειδοποιü διαφορÜ του ανθρþπου απü τα ζþα, το γεγονüς ακριβþς üτι ο Üνθρωπος μπορεß και θÝτει ερωτÞματα για το νüημα της ýπαρξÞς του.
Οι μεγÜλες θρησκεßες εßχαν πÜντα Ýτοιμη την απÜντηση: η εξýμνηση της δüξας του θεοý, και, για πιο λαúκÜ γοýστα, η κατÜκτηση του παραδεßσου. Οι απαντÞσεις της θρησκεßας üμως δεν ικανοποιοýσαν τα πολý εκλεπτυσμÝνα πνεýματα, που κατÝφευγαν στη φιλοσοφßα για να βρουν απÜντηση σ' αυτü το ερþτημα. Η καλλιÝργεια τÞς αρετÞς (ΣωκρÜτης), οι απολαýσεις τÞς ζωÞς, εßτε υλικÝς εßναι αυτÝς εßτε πνευματικÝς (Επικοýρειοι), η υπομονετικÞ διÜβαση απ' αυτü το κακοτρÜχαλο μονοπÜτι που λÝγεται ζωÞ (Στωικοß), εßναι μερικÝς απü τις απαντÞσεις ποý δüθηκαν. Ο Σαρτρ λÝει üτι το νüημα της ýπαρξÞς μας το κατακτοýμε εμεßς οι ßδιοι με τις επιλογÝς ποý κÜνουμε, και οι οποßες πρÝπει να εßναι üσο το δυνατüν πιο αυθεντικÝς (η ουσßα Ýπεται τÞς ýπαρξης).
Ο ¼σκαρ ΦρÜνκλ, Ýνας απü τους εκπροσþπους τÞς υπαρξιακÞς ψυχολογßας, μιλÜει για τη νεýρωση τοý επιτυχημÝνου σαραντÜρη, ο οποßος Ýχει κατακτÞσει τα πÜντα, λεφτÜ, οικογÝνεια, παιδιÜ κι εν τοýτοις νιþθει τη ζωÞ του Üδεια, χωρßς νüημα. Θα συζητÞσουμε παρακÜτω κÜποια απ' αυτÜ τα νοÞματα και πþς αναπτýσσονται. Και για να το κατανοÞσουμε καλýτερα, θα ξεκινÞσουμε απü τους πιο απλοýς οργανισμοýς, τους μονοκýτταρους.
Η συμπεριφορÜ των μονοκýτταρων οργανισμþν δεν εßναι παρÜ απλÝς αντιδρÜσεις σε διÜφορα ερεθßσματα. ¼σο ανεβαßνουμε στην ιεραρχßα των ζωντανþν οργανισμþν, βλÝπουμε τα ζþα, κÜτω απü την πßεση των βιολογικþν τους ορμþν και αναγκþν, να αναπτýσσουν μια περßπλοκη συμπεριφορÜ σε σχÝση με Ýνα ερÝθισμα, πρÜγμα που Ýχει σαν αποτÝλεσμα την εκφüρτιση μιας ορμÞς, την ικανοποßηση μιας ανÜγκης.
ΣυχνÜ, üμως, η επßτευξη αυτÞς τÞς ικανοποßησης προûποθÝτει την επßτευξη ενüς Üλλου στüχου. Για να φας, πρÝπει πρþτα να βρεις χρÞματα για να αγορÜσεις το φαγητü σου. Το χρÞμα, απü ενδιÜμεσος στüχος ποý εßναι αρχικÜ, αρχßζει σιγÜ-σιγÜ κι αποκτÜ μιαν αυτονομßα (κοινωνικü κßνητρο), ποý σε κÜποιες ακραßες περιπτþσεις (φιλαργυρßα) αποτελεß καθ' αυτü αυτοσκοπü, χωρßς να συνδÝεται καθüλου με τις ανÜγκες που υποτßθεται πως δημιουργÞθηκε για να καλýψει. Το «νüημα της ýπαρξης» του φιλÜργυρου εßναι να μαζεýει λεφτÜ. Τα κοινωνικÜ κßνητρα (χρÞμα, δüξα, δýναμη, κ.λπ.), σε αντßθεση με τα βιολογικÜ, δεν φαßνεται να γνωρßζουν κορεσμü. ¼σο περισσüτερα χρÞματα μαζεýει ο φιλÜργυρος, τüσο περισσüτερο αυξÜνει το πÜθος του για το χρÞμα. Κι η φιλοδοξßα ενüς ανθρþπου εßναι συχνÜ απεριüριστη.
Μια βαθμßδα πιο πÝρα απü τα κοινωνικÜ κßνητρα βρßσκονται τα κοινωνικÜ ιδανικÜ. Οι ενÝργειες του ανθρþπου δεν Ýχουν πια σαν στüχο την κÜλυψη ατομικþν αναγκþν, εßτε βιολογικÝς εßναι αυτÝς εßτε κοινωνικÝς, αλλÜ την υλοποßηση αξιþν και ιδανικþν που δεν Ýχουν (Þ Ýχουν ελÜχιστη μüνο) σχÝση με την ατομικÞ ευημερßα και θεωροýνται ανþτερα απ' αυτÞν. ¼μως οι αξßες και τα ιδανικÜ αυτÜ εßναι προúüντα κοινωνικþν διεργασιþν κι Ýχουν, σε τελευταßα ανÜλυση, σχÝση με την ευημερßα της κοινüτητας. Ο αγþνας για κοινωνικÜ ιδανικÜ, üπως της ελευθερßας, της δικαιοσýνης, της δημοκρατßας και του σοσιαλισμοý, εßναι αγþνας για μια τÝτοια ευημερßα. Ο αγþνας για τÝτοια ιδανικÜ εßναι ποý δßνει νüημα στην ýπαρξη μας, που μας κÜνει να νιþθουμε üτι η ζωÞ αξßζει να τη ζει κανεßς, Ýστω και με ανικανοποßητες τις ατομικÝς μας ανÜγκες. Γι' αυτü και τα ιδανικÜ αυτÜ ασκοýν μια τüσο καταλυτικÞ επßδραση πÜνω στον Üνθρωπο, οδηγþντας τον σε μια τüσο μεγÜλη αποδÝσμευση δυνÜμεων.
ΒλÝπουμε κοινωνßες ν' αναπτýσσονται ορμητικÜ κÜτω απü την επßδραση τÝτοιων ιδανικþν. Οι 'Αραβες, νεομυημÝνοι στον μωαμεθανισμü, γνωρßζουν μια μεγÜλη ακμÞ μετÜ τα μÝσα της πρþτης χιλιετηρßδας. Οι ΓÜλλοι, μετÜ τη γαλλικÞ επανÜσταση Ýγιναν πρþτη δýναμη κι οι Ρþσοι μετÜ τη σοσιαλιστικÞ τους επανÜσταση Ýγιναν μια μεγÜλη δýναμη και σÞμερα η Ρωσßα εßναι μια απü τις δýο υπερδυνÜμεις.
ΤÝλος, δεν εßναι τυχαßο που πολλÝς ψυχασθÝνειες χαρακτηρßζονται απü Ýναν παρüμοιο ιδεαλισμü, που συνÞθως παßρνει τη μορφÞ της ενασχüλησης με τα θεßα. Ο Üνθρωπος, βλÝποντας τους δεσμοýς του με το περιβÜλλον του να θραýονται, τον εαυτü του ξεκρÝμαστο και τη ζωÞ του χωρßς περιεχüμενο, καταφεýγει στη μüνιμη παρακαταθÞκη της θρησκεßας, για ν' αντλÞσει απü εκει το νüημα της ýπαρξÞς του. Αυτüς ο απεγνωσμÝνος ιδεαλισμüς δεν εßναι η αρρþστια. Εßναι μια σπασμωδικÞ προσπÜθεια να ξεφýγει ο ασθενÞς απ' αυτÞν, και στη σπασμωδικüτητÜ της μας αποκαλýπτει, σαν σýμπτωμα, το πρüβλημα του ασθενοýς.
ΠÝρα απü τις παθολογικÝς περιπτþσεις, υπÜρχει πρÜγματι πρüβλημα στη σημερινÞ κοινωνßα. Ο Üνθρωπος σÞμερα νιþθει την ýπαρξη του κενÞ, χωρßς νüημα. Οι απüμαχοι τÞς ζωÞς, οι συνταξιοýχοι, βλÝπουν τον εαυτü τους να μπαßνει στο περιθþριο, χωρßς πια καμιÜ κοινωνικÞ προσφορÜ. Η κοινωνßα μας προσπαθεß να βρει τρüπους þστε να μπορεß ο Üνθρωπος να ασχολεßται δημιουργικÜ μÝχρι την τελευταßα του πνοÞ, να μη νιþθει ξοφλημÝνος και βÜρος τÞς κοινωνßας. ¼μως το πρüβλημα, üπως εßπαμε και παραπÜνω, μπαßνει κυρßως για τους μεσÞλικες, για τα Üτομα που Ýχουν κατακτÞσει τους ατομικοýς τους στüχους, που Ýχουν πετýχει σ' üλες τους τις επιδιþξεις κι η ζωÞ τους, üντας χωρßς κοινωνικÜ ενδιαφÝροντα κι ιδανικÜ, τους φαßνεται πως δεν Ýχει κανÝνα νüημα. Εßναι το πρüβλημα του πετυχημÝνου σαραντÜρη αστοý, που λÝει ο ¼σκαρ Φρανκλ.
Το πρüβλημα τους δεν εßναι ειδικÜ της ηλικßας τους. Εßναι γενικüτερα κοινωνικü. Μια κοινωνßα ποý δεν μπορεß να εμπνεýσει στα μÝλη της ιδανικÜ και πßστη στη ζωÞ, εßναι μια Üρρωστη κοινωνßα. Ο μηδενισμüς εßναι η φιλοσοφßα της και η παρακμÞ η κατÜληξη της. ¼σο για τα μÝλη της, θα οδηγοýνται στην απογοÞτευση, την αδρÜνεια και την παθητικüτητα και, κÜποια απ' αυτÜ, ακüμα και στην αυτοκτονßα. Και αν μας επιτρÝπεται μια μεταφορÜ, θα λÝγαμε üτι το νüημα της ζωÞς αποτελεß το καýσιμο. Χωρßς αυτü το καýσιμο, η ανθρþπινη μηχανÞ θα αδρανοποιηθεß και θα σκουριÜσει.
Η νεολαßα αντιμετωπßζει το πρüβλημα λιγüτερο. Ο ιδεαλισμüς της εφηβεßας που συνοδεýει τον Ýφηβο και στα νεανικÜ του χρüνια, δßνει νüημα στη ζωÞ του, οδηγþντας τον στην απασχüληση με κοινωνικÜ ζητÞματα, θÝτοντας τις δυνÜμεις του, περισσüτερο Þ λιγüτερο, στην υπηρεσßα του συνüλου. Δεν εßναι τυχαßο που üλες οι επαναστÜσεις Ýγιναν απü νÝους ανθρþπους.
Ο Üνθρωπος περικλεßει μÝσα του δυνÜμεις που πρÝπει να τις εκφρÜσει, μια ζωτικüτητα που πρÝπει να εκδηλωθεß. Η πιο συνηθισμÝνη Ýκφραση του δυναμικοý που διαθÝτει, εßναι ο αγþνας για την κÜλυψη των βιολογικþν του αναγκþν. ΕπειδÞ üμως αυτÝς καλýπτονται σχετικÜ εýκολα, πρÝπει να ασχοληθεß και με κÜτι Üλλο, πρÝπει να αναπτýξει ενδιαφÝροντα που θα δþσουν νüημα στην ýπαρξÞ του, στα οποßα θα καταναλþσει το περßσσευμα της ενεργητικüτητÜς του. ¼ταν δεν τα καταφÝρνει, πÜσχει απü πλÞξη και ανßα. Οι πλοýσιοι, και μÜλιστα οι εισοδηματßες, προσβÜλλονται πιο εýκολα απü ανßα, γιατß δεν Ýχουν πια τι να επιθυμÞσουν. Οι φτωχοß σκÝφτονται διαρκþς τον επιοýσιο κι επιπλÝον, οραματßζονται μια καλýτερη κοινωνßα, Ýστω και στους ουρανοýς.
Ας μη ξεχνÜμε ακüμη üτι αυτοß που αναρωτιοýνται για το νüημα της ζωÞς τους εßναι αυτοß που η ζωÞ τους εßναι χωρßς νüημα. Οι υγιεßς Üνθρωποι δεν αναρωτιοýνται γιατß ζουν, απλþς χαßρονται που ζουν. ¼μως αν τους ρωτÞσετε, δεν θα δυσκολευτοýν καθüλου να σας πουν τι νüημα βρßσκουν στη ζωÞ τους: απü τις πια καθημερινÝς και συνηθισμÝνες επιδιþξεις - να κÜνουν παιδιÜ και να ζÞσουν ευτυχισμÝνοι - μÝχρι την επιδßωξη των πιο υψηλþν οραμÜτων και ιδανικþν: ο αγþνας για μια καλýτερη κοινωνßα, η επßτευξη μιας προσωπικÞς τελεßωσης, κ.λ.π.
ΧρειÜζεται πÜντοτε Ýνας στüχος, στον οποßο να διοχετεýει κανεßς την ενεργητικüτητα του, και μια πßστη σ' αυτüν το στüχο. ¼ποιος τον διαθÝτει, η ζωÞ του Ýχει νüημα. ¼ποιος δεν τον διαθÝτει, ψÜχνει απεγνωσμÝνα να τον βρει, γιατß χωρßς αυτüν νιþθει «παγιδευμÝνος» και δυστυχισμÝνος. ¼πως εßπε κι ο Σολωμüς, «Κλεßσε μÝσα στην καρδιÜ σου την ΕλλÜδα – Þ ü,τι Üλλο- και θα νιþσεις να γεμßζεις απü κÜθε εßδους μεγαλεßο». Υπογραμμßζουμε το «Þ ü,τι Üλλο», γιατß κÜποιοι Ýχουν την τÜση να το παραλεßπουν.
(ΓρÜφηκε το 1981, δημοσιεýτηκε το 1987 απ' τις Εκδüσεις «ΘυμÜρι».)
___________________________________________________________
3). Φιλοσοφßα & ΕπιστÞμες
Πιο πριν υπÞρξε η θρησκεßα. Η φιλοσοφßα Þλθε μετÜ. Οι προûποθÝσεις της ýπαρξÞς τους Þταν διαφορετικÝς: Ο Üνθρωπος, ζητþντας βοηθοýς και συμπαραστÜτες στον αγþνα για την επιβßωση, επινüησε τους θεοýς και την ιστορßα τους. ΜÝσα στα πλαßσια αυτÞς της ιστορßας Ýδωσε και τις πρþτες απαντÞσεις στα ερωτηματικÜ που τον βασÜνιζαν, σχετικÜ με την ýπαρξÞ του και την προÝλευσÞ του.
Πρþτοι οι ºωνες φιλüσοφοι κατÜ τον 6ο π.Χ. αιþνα, Üρχισαν «δια το θαυμÜζειν» να φιλοσοφοýν. Τα πρþτα ερωτÞματα που Ýθεσαν Þταν κοσμολογικοý-οντολογικοý χαρακτÞρα, τα οποßα αποδÝσμευσαν üμως απü τη θεολογßα.
Στους επüμενους δýο αιþνες, η προβληματικÞ της φιλοσοφßας διευρýνθηκε. Η ηθικÞ γßνεται αντικεßμενο φιλοσοφικÞς Ýρευνας με τη διδασκαλßα του ΣωκρÜτη για την αρετÞ, ο ΠλÜτωνας ασχολεßται με ζητÞματα που εμπßπτουν στην αρμοδιüτητα της σημερινÞς κοινωνιολογßας, ενþ ο ΑριστοτÝλης δεν Üφησε τßποτα με το οποßο να μη ασχοληθεß. ΠροβλÞματα φυσικÞς, βιολογßας, αστρονομßας εßναι μÝσα στα ενδιαφÝροντα του...
Ο Πυθαγüρας αναφÝρεται σαν μεγÜλος φιλüσοφος και μαθηματικüς. Στα μαθηματικÜ ανÞκει η τιμÞ üτι πρþτα αυτÜ χειραφετÞθηκαν απü τη φιλοσοφßα. ¸νας μαθηματικüς χρειÜζεται μüνο Ýνα δυνατü μυαλü, και οι αρχαßοι ¸λληνες το εßχαν, ενþ Ýνας βιολüγος χρειÜζεται επß πλÝον κι Ýνα μικροσκüπιο, που οι αρχαßοι ¸λληνες δεν το εßχαν.
Με τα σημερινÜ επιστημονικÜ κριτÞρια, θα μποροýσαμε να ποýμε πως οι αρχαßοι φιλüσοφοι, απαντþντας σε ερωτÞματα χωρßς να υπÜρχουν οι κατÜλληλες προûποθÝσεις, αυθαιρετοýσαν - αν δεν επρüκειτο για μια υπÝροχη αυθαιρεσßα. Γεγονüς εßναι üτι üσο διαμορφþνονταν οι επß μÝρους προûποθÝσεις για την ανÜπτυξη μιας επιστÞμης, οι φιλüσοφοι υποχωροýσαν. Δεν τους «Ýπεφτε λüγος». Το πεδßο προβληματικÞς της φιλοσοφßας περιορßστηκε - και περιορßζεται συνεχþς. Οι επιστÞμες Ýρχονται να δþσουν üλο και πιο Ýγκυρες απαντÞσεις. Ο ΑριστοτÝλης διαβÜζεται σÞμερα κυρßως για τα μεταφυσικÜ του - και üχι για τα φυσικÜ του, μια και η φυσικÞ τον Ýχει ξεπερÜσει στις απαντÞσεις του.
Ο ΠλÜτωνας ονειρευüταν μια κοινωνßα που θα κυβερνοýσαν οι φιλüσοφοι. ΣÞμερα κυβερνοýν κατÜ βÜση οι οικονομολüγοι. ΜÝχρι και τον δÝκατο üγδοο αιþνα ο λαüς Ýβλεπε τους φιλοσüφους του σαν την κοινωνικÞ πρωτοπορßα. Τη σημαßα κατÜ της φεουδαρχικÞς απολυταρχßας την κρατοýσαν ο Ρουσþ και ο Βολταßρος. Κι οι εγκυκλοπαιδιστÝς (Χüλμπαχ, Ντιντερü, Ντ' ΑλαμπÝρ κλπ.), Þταν κατÜ βÜση φιλüσοφοι και το üνομα αυτü το πÞραν απü τη συγγραφÞ της περßφημης εγκυκλοπαßδειας.
ΣÞμερα οι Üνθρωποι που «εμπνÝουν» τους επαναστÜτες εßναι Ýνας οικονομολüγος, ο ΚÜρλ Μαρξ και μια σειρÜ οικονομολüγων και κοινωνιολüγων, ερμηνευτþν των γραφþν του, ενþ οι θεωρητικοß εκπρüσωποι των οικολüγων εßναι Ýνας βιολüγος, ο ΜπÜρυ Κüμονερ, Ýνας γεωπüνος-μηχανικüς, ο ΡενÝ Ντυμüν, και Ýνας μαθηματικüς, ο ΠιÝρ ΣαμουÝλ. Ο Σαρτρ αποτελεß ßσως την τελευταßα εξαßρεση φιλοσüφου που επÝδρασε πÜνω σε πλατιÝς μÜζες.
ΒÝβαια ο οικονομολüγος Μαρξ ενÝπνευσε και μια φιλοσοφßα, τον διαλεκτικü υλισμü. ¼μως αυτÞ η φιλοσοφßα αποτελεß (για τον ΜποχÝνσκι τουλÜχιστον) μια αγοραßα και χυδαßα φιλοσοφßα (στα αγγλικÜ, η λÝξη vulgar, χυδαßος, προÝρχεται απü την λατινικÞ λÝξη vulgus, που θα πει λαüς). Η σýγχρονη φιλοσοφßα, κÜθε τι το ευκολονüητο για τις μÜζες το βλÝπει με καχυποψßα, με αποτÝλεσμα να οδηγηθεß στην εκζÞτηση και να γßνει τρομερÜ δýσπεπτη για τον μÝσο Üνθρωπο. ¸τσι καταντÜει üλο και περισσüτερο μια κλειστÞ υπüθεση ελÜχιστων μυημÝνων.
Κι ο πολýς κüσμος; Αφοý η φιλοσοφßα στο εξÞς περιορßζεται στους λßγους, αναλαμβÜνουν οι επιστÞμες να φιλοσοφÞσουν για τους πολλοýς. Ο Üνθρωπος πÜντα ενδιαφερüταν να γνωρßσει βασικοýς τομεßς της ýπαρξης του: τον εαυτü του, την κοινωνßα και τον κüσμο. Αν παλιÜ η φιλοσοφßα Þταν εκεßνη που κατ' εξοχÞν μποροýσε να προσφÝρει απαντÞσεις σ' αυτοýς τους τομεßς, σÞμερα το ρüλο αυτü Ýχουν αναλÜβει οι επιστÞμες.
Τα φιλοσοφικÜ βιβλßα δεν Þταν ποτÝ πρþτα στις πωλÞσεις, ενþ εßναι μονßμως best sellers τα Ýργα του Φρüιντ, του 'Aντλερ και του Γιοýγκ, η «ΕξÝλιξη Των Ειδþν» του Δαρβßνου, καθþς και τα Ýργα του Κüνραντ Λüρεντς (ηθολüγου) και των ΝτÝσμοντ Μüρρις και ΛÜυαλ Γουþτσον (βιολüγοι). Οι εκλαúκευτικÝς επιστημονικÝς εκδüσεις εßναι πÜντα πρþτες στις προτιμÞσεις του κοινοý κι εκλαúκευτικÜ επιστημονικÜ Üρθρα βρßθουν στις σελßδες των περιοδικþν, ενþ τα φιλοσοφικÜ λÜμπουν δια της απουσßας τους.
Η φιλοσοφßα σε αναδßπλωση; Ναι, αν ορßσουμε σαν φιλοσοφßα την απασχüληση κÜποιων διανοητþν που «υψηπετοýν», καθþς βλÝπουν την ανÜπτυξη των επιστημþν να τους παραγκωνßζει, προσελκýοντας το ενδιαφÝρον του πολý κüσμου. ¼χι, αν θεωρÞσουμε τη φιλοσοφßα σαν την προσπÜθεια να απαντηθοýν σημαντικÜ ερωτÞματα της ανθρþπινης ýπαρξης, ερωτÞματα που δεν μποροýν ν' απαντηθοýν «επιστημονικÜ», δηλαδÞ τελεσßδικα, αλλÜ που κÜθε φορÜ φωτßζονται και πιο ολοκληρωμÝνα.
Η φιλοσοφßα λοιπüν, αν τη θεωρÞσουμε απ' αυτÞ την σκοπιÜ, βρßσκεται σε μεγÜλη Üνοδο, μüνο που Ýχουν αλλÜξει οι φορεßς της. ¼ταν ο Φρüιντ γρÜφει το «Ο Πολιτισμüς ΠηγÞ Δυστυχßας» φιλοσοφεß. Το ßδιο και ο Κüνραντ Λüρεντς üταν γρÜφει το «Πßσω Απü Τον ΚαθρÝφτη», üπου με τα δεδομÝνα της ηθολογßας προσπαθεß να στηρßξει το Καντιανü α πριüρι. «Η ΕξÝλιξη Των Ειδþν» του Δαρβßνου δεν συγκλüνισε μüνο θεολογικÝς δοξασßες, αλλÜ και φιλοσοφικÝς παραδοχÝς. Δεν εßναι τυχαßο που ο Ε. Brehier τον κατατÜσσει ανÜμεσα στους «μεγÜλους φιλοσüφους» του. ¸νας ορισμüς θÝλει την φιλοσοφßα σαν την «ΕπιστÞμη των Επιστημþν», üχι απλþς με την Ýννοια üτι τις υπερβαßνει, αλλÜ και με την Ýννοια üτι στηρßζεται πÜνω σ' αυτÝς.
ΠρÜγματι κÜτι τÝτοιο συνÝβαινε μÝχρι πρüσφατα. Οι εξελßξεις της μηχανικÞς υποβÜλλουν τη θεωρßα των αυτομÜτων στον ΝτεκÜρτ, ενþ ο ΜπÝρξον, με τη θεωρßα του για την ζωικÞ ορμÞ, εßναι ολοφÜνερα επηρεασμÝνος απü τη βιολογßα. ΣÞμερα üμως οι φιλüσοφοι προτιμοýν να μη Ýχουν και πολλÝς δοσοληψßες με τις επιστÞμες (με εξαßρεση ßσως τους θετικιστÝς). Αφοý λοιπüν οι φιλüσοφοι εγκαταλεßπουν τις επιστÞμες, δεν μÝνει παρÜ οι επιστÞμονες να ασχοληθοýν με τη φιλοσοφßα. Τους απασχολοýν και αυτοýς σημαντικÜ προβλÞματα του ανθρþπου και της ζωÞς κι επß πλÝον διαθÝτουν, σε σχÝση με τους φιλοσüφους, δυο πλεονεκτÞματα: εßναι πιο κατανοητοß στο πλατý κοινü και οι προτÜσεις τους, καθþς διαθÝτουν μεγαλýτερη αποδεικτικüτητα, μια και ξεκινοýν απü επιστημονικÜ δεδομÝνα, εßναι πιο πειστικÝς.
ΦιλοσοφικÜ κεßμενα, γνωστÜ μÜλιστα στον ¸λληνα αναγνþστη, Ýχουν γρÜψει επιστÞμονες üπως ο ΑúνστÜιν και ο ΧÜιζεμπεργκ. ¼μως οι κατ' εξοχÞν επιστÞμονες που φιλοσοφοýν κι Ýχουν την προτßμηση του κοινοý εßναι οι βιολüγοι κι οι ψυχολüγοι - ßσως γιατß το ενδιαφÝρον του κοινοý Ýχει επικεντρωθεß σÞμερα στα προβλÞματα της ανθρþπινης ýπαρξης. Ακüμη, οι επιστÞμες αυτÝς αποφαßνονται πÜνω σε ζητÞματα Üλλων επιστημþν, και σε πολλÝς περιπτþσεις σχηματßζουν πολý επιτυχημÝνα υβρßδια (π.χ. κοινωνιοψυχολογßα). Ο Γεþργιος ΜουρÝλος, σαν υπüτιτλο του Ýργου του «ΘÝματα ΑισθητικÞς & Φιλοσοφßας Της ΤÝχνης» βÜζει «Οι ΒιολογικÝς & ΨυχολογικÝς ΒÜσεις Των Καλþν Τεχνþν». Ο γρÜφων, Ýνα κεφÜλαιο του Ýργου του «Η Αναγκαιüτητα Του Μýθου» το τιτλοφορεß «Οι ΒιολογικÝς & ΨυχολογικÝς ΒÜσεις Των Μεταφυσικþν ΕρωτημÜτων».
Το üτι αυτÝς οι επιστÞμες μποροýσαν ν' αποφαßνονται πÜνω σε προβλÞματα που δεν Þταν του χþρου τους, Ýκανε πιο επιτακτικÞ την ανÜγκη για διεπιστημονικÞ προσÝγγιση σε πολλÜ πεδßα Ýρευνας. ¸τσι αντß να βρισκüμαστε σÞμερα μπροστÜ σε Ýνα φÜσμα διακεκριμÝνων επιστημþν, βρισκüμαστε μπροστÜ σε Ýνα δßκτυο επιστημονικþν κλÜδων, που üσο πιο πολý πληθαßνουν, τüσο πιο πολý αλληλοπλÝκονται. Το θÝμα της σχÝσης φιλοσοφßας κι επιστÞμης δεν μπορεß να εξαντληθεß σε Ýνα σýντομο Üρθρο. Εδþ απλþς θßξαμε κÜποιες βασικÝς του συνιστþσες. Πριν κλεßσουμε το Üρθρο αυτü, καλü θα Þταν, με τη μορφÞ παραδεßγματος, να διατυπþσουμε δυο προβλÞματα, με την ελπßδα üτι θα μποροýσε να γßνει κÜποιος διÜλογος ανÜμεσα σε φιλοσοφοýντες βιολüγους, Þ σε φιλüσοφους που Ýχουν σε ξεχωριστÞ υπüληψη τη βιολογßα. Η ομορφιÜ εßναι μια αισθητικÞ κατηγορßα - üμως üχι μüνον αισθητικÞ. Εßναι και βιολογικÞ κατηγορßα, μüνο που συνÞθως το ξεχνÜμε.
Ας πÜρουμε δυο περιπτþσεις ομορφιÜς: Η μια εßναι η ομορφιÜ των ανθÝων. Τα πολýχρωμα Üνθη εμφανßζονται σε Ýνα ορισμÝνο στÜδιο εξÝλιξης του φυτικοý κüσμου. Ποιαν αξßα επιβßωσης Ýχει Ýνα üμορφο Üνθος για το φυτü; ¸χουμε διαβÜσει την αντßληψη πως Ýτσι προσελκýονται τα Ýντομα. Το νÝκταρ του Üνθους βÝβαια προσελκýει διÜφορα Ýντομα (π.χ. μÝλισσες) μια κι αποτελεß την τροφÞ τους και καθþς κολλÜει η γýρη στα πüδια τους διευκολýνεται η γονιμοποßηση. ¼μως η ßδια η ομορφιÜ, σαν χρþμα, σχÞμα Þ οσμÞ, τι χρειÜζεται; Σαν «σÞμα» üτι εδþ βρßσκεται νÝκταρ; Μα τον ßδιο ρüλο θα μποροýσε να παßξει και οποιοδÞποτε Üλλο σÞμα, χωρßς να εßναι αναγκαστικÜ ωραßο. Η ομορφιÜ λοιπüν προσελκýει σαν τÝτοια;
Κι ας δοýμε τþρα τη δεýτερη περßπτωση, την ομορφιÜ του Üλλου φýλου. Γιατß μας Ýλκουν κÜποιοι εκπρüσωποι του Üλλου φýλου περισσüτερο απü κÜποιους Üλλους; ΜÞπως γιατß Ýτσι αυξÜνονται οι πιθανüτητες ν' αποκτÞσουμε πιο üμορφα παιδιÜ; ΑυτÞ η απÜντηση απλþς μεταθÝτει το πρüβλημα: Και ποιος ο λüγος ν' αποκτοýμε üμορφα παιδιÜ; ΜÞπως γιατß εßναι πιο υγιÞ, üπως υποστηρßζουν ορισμÝνοι; ¼μως κÜτι τÝτοιο οýτε η καθημερινÞ εμπειρßα το επιβεβαιþνει, οýτε καμιÜ στατιστικÞ. ΕξÜλλου η υγεßα εßναι εýκολα ανιχνεýσιμη στη σωματικÞ κατÜσταση και διÜπλαση ενüς ατüμου, η οποßα μÜλιστα αποτελεß Ýνα δεýτερο κριτÞριο σεξουαλικÞς επιλογÞς.
ΜÞπως η ομορφιÜ εßναι Ýνας στüχος της φýσης κι üπως η φυσικÞ επιλογÞ λειτουργεß προς την κατεýθυνση μιας μεγαλýτερης προσαρμοστικüτητας, Ýτσι κι η σεξουαλικÞ επιλογÞ λειτουργεß στην κατεýθυνση μιας μεγαλýτερης ομορφιÜς;
Παρεμπιπτüντως μποροýμε να ποýμε üτι σε σχÝση με τον σεξουαλικü σýντροφο ασκοýνται δýο διαφορετικÝς πιÝσεις επιλογÞς, που συχνÜ εßναι αντικρουüμενες: Το σεξουαλικü Ýνστικτο (η δýναμη της φýσης) ωθεß σ' Ýνα σεξουαλικü σýντροφο, ενþ Ýνα αßσθημα αυτοσυντÞρησης ωθεß σ' Ýναν Üλλο, λιγüτερο ωραßο ßσως, αλλÜ με περισσüτερες εγγυÞσεις για μια ευτυχισμÝνη οικογενειακÞ ζωÞ. Το ποια πßεση επικρατεß στο τÝλος εßναι συνισταμÝνη πολλþν παραγüντων, στην περßπτωση βÝβαια που οι δýο πιÝσεις επιλογÞς δεν οδηγοýν στο ßδιο πρüσωπο.
¸νας εξισορροπητικüς παρÜγοντας εßναι ο Ýρωτας, που εμπεριÝχει μεν τη σεξουαλικÞ Ýλξη, αλλÜ την ξεπερνÜει ταυτüχρονα, καθþς εßναι συνισταμÝνη και Üλλων παραγüντων. Η αξßα επιβßωσης που διαθÝτει, üπως και η σεξουαλικÞ ικανοποßηση, που στον Üνθρωπο εßναι σχεδüν αποδεσμευμÝνη απü τον αναπαραγωγÞ, εßναι η ενßσχυση μιας μονογαμικÞς σχÝσης που θεωρεßται αναγκαßα για να μεγαλþσει σωστÜ ο νÝος Üνθρωπος, ο οποßος για να φτÜσει στην ωρßμανση του πρÝπει να διανýσει το Ýνα τρßτο περßπου της πιθανÞς διÜρκειας της ζωÞς του, και χρειÜζεται Ýτσι την προστασßα των γονÝων του. Αυτü εßναι και το κýριο επιχεßρημα των ηθολüγων που λÝνε «ναι» στα αντισυλληπτικÜ.
ΠροηγουμÝνως θÝσαμε δßπλα στην προσαρμογÞ την ομορφιÜ, σαν Ýνα ακüμα «σκοπü» της φýσης. ¼μως ενþ η προσαρμογÞ Ýχει μια ολοφÜνερη αξßα επιβßωσης, η ομορφιÜ (στο επßπεδο του εßδους βÝβαια) δεν φαßνεται να Ýχει καμιÜ. ΜÞπως λοιπüν θα πρÝπει να την αναζητÞσουμε, üπως Ýκανε ο βιολüγος εκεßνος με τα Üνθη; Η μÞπως η ßδια η Ýννοια της «αξßας επιβßωσης» εßναι Ýνα πολιτιστικü παρÜγωγο του δυτικοý τρüπου σκÝψης, δηλαδÞ του πολιτισμοý μας, üπου ο Üνθρωπος σκÝπτεται πÜντα με üρους συμφÝροντος και απüδοσης;
ΜÞπως η φýση ωθεß στη δημιουργßα üχι μüνο πιο ανεπτυγμÝνων, αλλÜ και πιο üμορφων ατüμων; ΜÞπως πρÝπει να θÝσουμε την ομορφιÜ, σαν βιολογικÞ αξßα, ισüτιμη δßπλα στην προσαρμογÞ; Αν ναι, τüτε μποροýμε να επιρρßψουμε στην κοινωνßα μας, δßπλα στη μομφÞ της εκμεταλλευτικüτητÜς της και τη μομφÞ üτι παρεμποδßζει την απρüσκοπτη λειτουργßα της σεξουαλικÞς επιλογÞς, που στο ζωικü κüσμο γßνεται περισσüτερο αβßαστα και ομαλÜ. Μüνο ο Üνθρωπος μπορεß να αγορÜσει, να εκβιÜσει και να βιÜσει τον σεξουαλικü του σýντροφο, το ζþο ποτÝ.
Το δεýτερο πρüβλημα εßναι το εξÞς: ¼ταν ξεσπÜει μια επιδημßα, κÜποτε κοπÜζει. Γιατß; ΜÞπως επειδÞ Ýχει καταβÜλει Þδη üλους τους εξασθενημÝνους οργανισμοýς κι Ýχουν μεßνει οι πιο ισχυροß, προσφÝροντας Ýτσι μια μεγÜλη υπηρεσßα στην φυσικÞ επιλογÞ; ΜÞπως η επαφÞ με τον μολυσματικü παρÜγοντα ενεργοποιεß το ανοσοποιητικü σýστημα του οργανισμοý, δημιουργþντας αντισþματα Þ ü,τι Üλλο; ¹ μÞπως το DΝΑ του μολυσματικοý παρÜγοντα (εßτε μικρüβιο εßναι αυτü, εßτε ιüς), με τις διαδοχικÝς διαιρÝσεις εκφυλßζεται, με αποτÝλεσμα να αδυνατεß αυτüς πια να προσβÜλλει; Αν συμβαßνει κÜτι τÝτοιο, θα μποροýσαμε Üραγε να εξÜγουμε ανÜλογα συμπερÜσματα και για τον Üνθρωπο; θα μποροýσαμε δηλαδÞ να ποýμε üτι Ýνας πολιτισμüς παρακμÜζει, γιατß «κουρÜζονται» τα γονßδια των μελþν της κοινωνßας που τον συντηρεß;
Μπορεß να μας κατηγορÞσει κανεßς για αναγωγισμü (reductionism), üτι απü παρατηρÞσεις στο ζωικü κüσμο συνÜγουμε ανεπßτρεπτα συμπερÜσματα για την ανθρþπινη κοινωνßα.
ΕπιστημολογικÜ, μποροýμε να ποýμε üτι Ýνας κÜποιος αναγωγισμüς εßναι σχεδüν σε üλες τις επιστÞμες αναπüφευκτος. Η ßδια η ηθολογßα εßναι στο μÜξιμουμ αναγωγικÞ. Προφυλασσüμαστε ωστüσο απ' αυτüν, με το να μη εßμαστε μονομερεßς: στην προκειμÝνη περßπτωση, θεωρþντας Ýνα κÜποιο εκφυλισμü των γονιδßων απλþς σαν Ýνα παρÜγοντα μüνο, μÝσα σε πολλοýς Üλλους.
ΓενικÝς υποθÝσεις για την παρακμÞ ενüς πολιτισμοý δεν υπÜρχουν πολλÝς. ΠροσωπικÜ Ýχω υπüψη μου την αντßληψη του Oswald Sprengler, που θεωρεß τις κοινωνßες σαν βιολογικοýς οργανισμοýς, που γεννιοýνται, ακμÜζουν, γερνοýν και πεθαßνουν, και την αντßληψη του Νικüλα ΚαλαποθαρÜκου, συντρüφου στα μεταχουντικÜ χρüνια, που συναρτÜ τη μετατüπιση του πολιτισμοý προς τα βüρεια με μια σχετικÞ κÜθε φορÜ σπÜνι, που καθορßζεται απü τις συγκεκριμÝνες γεωγραφικÝς συνθÞκες και το επßπεδο ανÜπτυξης των παραγωγικþν δυνÜμεων. Οι ιστορικοß προτιμοýν üμως να βρßσκουν κÜθε φορÜ συγκεκριμÝνες αιτßες (π.χ. για τους ¸λληνες Þταν ο κατακερματισμüς τους, για τους Ρωμαßους η δουλοκτησßα και οι βüρειοι βÜρβαροι κλπ.) αιτßες üμως που απü μüνες τους ßσως δεν φτÜνουν, και που πολλÝς φορÝς αποτελοýν οι ßδιες αποτÝλεσμα κÜποιων Üλλων βαθýτερων αιτßων.
Για τις απαντÞσεις μποροýν να υπÜρχουν πÜντα αμφιβολßες, για τα ερωτÞματα καμιÜ. Κι εδþ θÝσαμε κÜποια ερωτÞματα, üχι για να τα συζητÞσουμε διεξοδικÜ, αλλÜ σαν αφετηρßες προβληματισμοý, καθþς και για να δεßξουμε χαρακτηριστικÜ την αντßληψη üτι προβλÞματα που παλιÜ χαρακτηρßζονταν φιλοσοφικÜ, μποροýν ν' αντιμετωπισθοýν και να μελετηθοýν καλýτερα με διεπιστημονικÝς προσεγγßσεις και με δÜνεια απü επιστημονικοýς κλÜδους κι üχι στον αφηρημÝνο αιθÝρα μιας φιλοσοφικÞς θεþρησης.
(Το Üρθρο αυτü δημοσιεýτηκε στο Περισκüπιο της ΕπιστÞμης τον Ιοýνιο του 1986, στο τεýχος 86, σελ. 28-30).
____________________________________________________________
4). ¾λη & ΜορφÞ
¼λοι γνωρßζουμε την περßφημη εξßσωση του ΑúνστÜιν, Ε=mc2. H μÜζα ισοδυναμεß μ' ενÝργεια. Η ýλη, εκτüς απü ορατüς üγκος, αποτελεß το υπüστρωμα της ενÝργειας. Η ενÝργεια τρÝφεται με ýλη. Οι κÜθε εßδους καýσεις που υποπßπτουν στην ανθρþπινη εμπειρßα, χρειÜζονται την καýσιμη ýλη για να συντελεσθοýν. Κι η ιδÝα της καýσης, η φωτιÜ, εßναι που υποβÜλλει στον ΗρÜκλειτο την ιδÝα της κßνησης, της συνεχοýς αλλαγÞς. Το πυρ το αεßζωον που αποσβÝννυται μÝτρα. ΥλικÜ σþματα σε κßνηση, αυτü εßναι που αντιλαμβÜνεται καθημερινÜ η üρασÞ μας. Η κßνηση εßναι μορφÞ ýπαρξης της ýλης, μας λÝγει ο ¸νγκελς.
¼μως κÜτι ξεχνÜνε οι υλιστÝς, που οι ιδεαλιστÝς δεν κουρÜζονται να τους το θυμßζουνε. Αυτü το κÜτι εßναι η μορφÞ. Η μορφÞ εßναι ο ειδικüς τρüπος με τον οποßο η ýλη πÝφτει στην αντßληψÞ μας. ¸νας απü τους στüχους αυτοý του κειμÝνου εßναι να αποκαταστÞσει την ενüτητα της κατακερματισμÝνης τριÜδας. ¾λη-Κßνηση-ΜορφÞ. Ο κατακερματισμüς αυτüς, ιστορικÜ εκφρÜστηκε με τη μορφÞ της αντßθεσης ανÜμεσα στον ιδεαλισμü και τον υλισμü, μια αντßθεση που σÞμερα μπορεß να αποδειχθεß ξεπερασμÝνη. Το σπÝρμα της υπÝρβασης βρßσκεται Þδη στον ΑριστοτÝλη.
ΒιÜστηκαν αλÞθεια να τον αντιπαραθÝσουν στον ΠλÜτωνα. Στον Πλατωνικü δυúσμü της ιδÝας και της ýλης ο ΑριστοτÝλης δεν τÜσσεται με τη μεριÜ της ýλης, σε αντßθεση με τον ΠλÜτωνα που τÜχθηκε με τη μεριÜ της ιδÝας. Απλοýστατα τον δυúσμü αυτü τον υπερβαßνει, αποδßδοντας την ιδÝα, που στη δικÞ του ορολογßα αποδßδεται με τη λÝξη «μορφÞ», στην ßδια την ýλη. Ο υλισμüς εξÜλλου μιλÜει για «μορφÞ οργÜνωσης» της ýλης.
¾λη-κßνηση-μορφÞ.
Η τριÜδα αυτÞ βρßσκεται αδιÜσπαστη στην ενüτητα αυτÞ που ονομÜζουμε «ζωντανü οργανισμü». Τι εßναι ο ζωντανüς οργανισμüς, αν üχι μια μορφÞ που πραγματþνεται μÝσω μιας ýλης, η οποßα βρßσκεται σε διαρκÞ κßνηση; Και üπου η ýλη αποκτÜει Ýνα ξεχωριστü χαρακτÞρα, το οφεßλει στη μορφÞ. Τι εßναι ο üγκος του μαρμÜρου σε σχÝση με εκεßνη την υπÝροχη φιγοýρα της Αφροδßτης της μÞλου; Τι εßναι ο 'Αμλετ σε σχÝση με το προúüν αυτü της χαρτοβιομηχανßας και της φωτοσýνθεσης που λÝγεται «βιβλßο»; ¹ το ηχητικü υλικü μπροστÜ στην ΕνÜτη συμφωνßα του Μπετüβεν; Τι μπορεß να εßναι η ýλη μπροστÜ στη μορφÞ, συμπεριλαμβανομÝνης και αυτÞς των ζωντανþν οργανισμþν; Και αν στη γλυπτικÞ και στη ζωγραφικÞ η ýλη παρουσιÜζεται ως περßπου το αναπüσπαστο υπüστρωμα, το υπüστρωμα αυτü φαßνεται üλο και μικρüτερης σημασßας στη μουσικÞ, ελÜχιστα στη πεζογραφßα, σχεδüν καθüλου στην ποßηση, ενþ στην τÝχνη των ραψωδþν, που Ýδωσαν τüσο θαυμÜσια Ýργα üπως τα ομηρικÜ Ýπη, φαßνεται να ελλεßπει εντελþς.
Αν υπÜρχει μια τελικÞ αιτßα στην ζωντανÞ ýλη, αυτÞ εßναι η δημιουργßα ωραßων μορφþν. Οι οργανισμοß εξελßσσονται. ¼μως η εξÝλιξη αυτÞ τι στüχο Ýχει; ΜÞπως την προσαρμογÞ, üπως λÝγει ο Δαρβßνος; Η φυσικÞ επιλογÞ πρÜγματι φαßνεται να Ýχει ως στüχο τη διεýρυνση των προσαρμοστικþν ικανοτÞτων ενüς εßδους. ¼μως τι προσαρμοστικü Þ εξελικτικü στüχο εξυπηρετεß η ομορφιÜ; Γιατß η βιολογικÞ Ýλξη αφορÜ τους ωραιüτερους εκπρüσωπους του Üλλου φýλου; ΜÞπως γιατß διαθÝτουν μεγαλýτερες προσαρμοστικÝς ικανüτητες; Δεν υπÜρχει τßποτα που να το αποδεικνýει. Αντßθετα υπÜρχει μια Ýμφυτη τÜση του ανθρþπου για την ομορφιÜ, που ξεφεýγει απü τα πλαßσια της χρησιμüτητας, η οποßα χρησιμüτητα ως στοιχεßο καλυτÝρευσης της ζωÞς, δηλαδÞ ως στοιχεßο προσαρμογÞς, αν και στα πρþτα στÜδια της ανθρþπινης εξÝλιξης την επικαλýπτει (οι μαγικÝς εικüνες, η διακüσμηση, κ.λπ.) σÞμερα παßρνει ολοκληρωτικü διαζýγιο απ' αυτÞν.
Η μορφÞ λοιπüν, αυτÞ εßναι που αναδεικνýεται τελικÜ στην αγßα ΤριÜδα. Αν η ýλη εßναι ο Θεüς και δημιουργüς και η κßνηση ο υιüς, ο λüγος και σωτÞρας, η μορφÞ εßναι το Üγιο Πνεýμα, πραγματικÜ Üυλη, πνεýμα. Η επιφοßτηση του αγßου Πνεýματος δεν αποτελεß παρÜ μια εκστασιακÞ κατÜσταση üπως η Ýμπνευση του καλλιτÝχνη. ΑνÜλογη εßναι και η μεταρσßωση του θεατÞ - δÝκτη μπροστÜ στην ομορφιÜ. Η υπÝρβαση της ýλης γßνεται μüνο μÝσω της εκπνευμÜτωσÞς της, της απüσταξÞς της σε ομορφιÜ, μÝσα στην καλλιτεχνικÞ εμπειρßα. Κι η υπÝρβαση της υλικÞς πραγματικüτητας συντελεßται μÝσω της εμπειρßας του μεταρσιωμÝνου δÝκτη.
Η ýλη δεν εßναι τßποτα, η μορφÞ εßναι το παν. Αυτü ηχεß ως σκÝτος ιδεαλισμüς, üμως δεν εßναι. Ο ιδεαλισμüς δßνει προτεραιüτητα στη μορφÞ απÝναντι στην ýλη. Ο υλισμüς δßνει προτεραιüτητα στην ýλη απÝναντι στη μορφÞ. ¼μως το βασικü φιλοσοφικü ερþτημα, τουλÜχιστον κατÜ την μαρξιστικÞ του διατýπωση, μου φαßνεται ως παρεξÞγηση. Προτεραιüτητα - ως προς τι; Αν πρüκειται για χρονικÞ προτεραιüτητα, σαφþς προηγεßται η ýλη. Αποτελεß το υλικü υπüστρωμα, και οι φυσικÝς της νομοτÝλειες (με καθοριστικÞ κατÜ τη γνþμη μου την τÜση για μεγαλýτερη συνθετüτητα) εßναι που «εκβιÜζουν» την ανÜδειξη των μορφþν. Αν πρüκειται üμως για αξιολογικÞ προτεραιüτητα (τουλÜχιστον μετÜ απü Ýνα ορισμÝνο σημεßο εξÝλιξης της ανθρωπüτητας και μετÜ), το προβÜδισμα το Ýχει το πνεýμα. Ακüμη κι η χρυσÞ μÜσκα απü τον τÜφο των Ατρειδþν δεν «αξßζει» τüσο ως üγκος χρυσοý, üσο ως Ýργο τÝχνης.
Η κυρßαρχη τÜση που παρατηροýμε στην ýλη, üπως αναφÝραμε πιο πριν, εßναι η τÜση για μεγαλýτερη συνθετüτητα. ΑυτÞ την τÜση μποροýμε να την διακρßνουμε:
Α. Στον σχηματισμü των αστρικþν σωμÜτων με την συμπýκνωση των νεφελωμÜτων. και...
Β. Στην συνθετüτητα του ατüμου. Στις υψηλÝς θερμοκρασßες τα υποατομικÜ σωματßδια εßναι ξÝχωρα, για να ενωθοýν σε Üτομα μüλις οι θερμοκρασßες κατεβοýν, στη συνÝχεια σε μüρια, και ακολοýθως στους μεγαλομοριακÝς οργανικÝς ενþσεις, στους μονοκýτταρους και πολυκýτταρους οργανισμοýς, τις κοινωνικÝς ομÜδες των ζþων (μυρμÞγκια, μÝλισσες) με επιστÝγασμα τις ανθρþπινες κοινüτητες και σÞμερα την ανθρþπινη μεταμοντÝρνα κοινωνßα, με την παγκοσμιοποßηση üχι μüνο της οικονομßας, αλλÜ και πολλþν Üλλων τομÝων της ζωÞς.
Σε τι διαφÝρει το Üτομο ενüς υδρογüνου απü την περιγραφÞ του; Σ' ü,τι κι η ýλη απü τη μορφÞ. Το Üτομο εßναι Ýνα υλικü σωματßδιο. Η περιγραφÞ του, Þ η γραφικÞ του απεικüνιση, εßναι η μορφÞ του. Μ' αυτÞ την Ýννοια δßνουμε Ýνα πολý ευρý περιεχüμενο στη λÝξη «μορφÞ». ΜορφÞ εßναι ο τρüπος με τον οποßο αντιλαμβανüμαστε την ýλη, οπτικÜ, ακουστικÜ, κ.λπ. Και επειδÞ οι αισθÞσεις μας Ýχουν περιορισμÝνο αντιληπτικü εýρος για gestalt, δηλαδÞ συνολικÝς, προσεγγßσεις, στην Ýννοια της μορφÞς συμπεριλαμβÜνουμε και τις εννοιολογικÝς αναπαραστÜσεις της ýλης. Μ' αυτü τον πλατý ορισμü, η μορφÞ ενüς ατüμου εßναι η λεκτικÞ περιγραφÞ του Þ η αναπαρÜστασÞ του, το «μοντÝλο» του. ΑυτÞ βÝβαια εßναι μια διαμεσολαβημÝνη Þ αντανακλαστικÞ μορφÞ, üπως π.χ. μια περιγραφÞ της Αφροδßτης της ΜÞλου. Μüνο που στην περßπτωσÞ της η διαμεσολÜβηση αυτÞ μπορεß να ελλεßπει.
Χρησιμοποßησα Ýνα μη ορατü αντικεßμενο üπως εßναι το Üτομο του υδρογüνου για να δεßξω καλýτερα τη διαφορÜ υλικοý υποστρþματος και μορφÞς. Το υλικü υπüστρωμα εßναι καθαυτü, η μορφÞ εßναι δι εαυτü. Το καθαυτü εßναι το υλικü εκ του οποßου εκπορεýεται το δι εαυτü. Το δι εαυτü εßναι η αντßληψη που Ýχουμε για το καθαυτü. Και η διχοτüμηση αυτÞ πηγÜζει απü τη συνειδητοποßησÞ μας για το περιορισμÝνο της αντιληπτικÞς μας ικανüτητας. Το καθαυτü υπÜρχει μüνο ως αφαßρεση. Το καθαυτü εßναι το καθαρü ον. ¼ταν το συλλογιζüμαστε, παýει να εßναι καθαυτü και γßνεται δι εαυτü.
Η συνειδητοποßηση του καθαυτοý ως δι εαυτü γßνεται με διÜφορους τρüπους. ΚαταρχÞν, μÝσω των αισθητηριακþν μας μηχανισμþν, των αισθÞσεþν μας. Στη συνÝχεια μÝσω των διανοητικþν μας ικανοτÞτων, μÝσω της λογικÞς. Τα üργανÜ μας εßναι η Ýννοια, η κρßση, ο συλλογισμüς. Οι μÝθοδοß της διακρßνονται σε δýο κατηγορßες:
Α. ¼ταν εξετÜζουν τα αντι-κεßμενα (η παýλα μπÞκε για να δεßξουμε üτι δεν ταυτßζουμε τη λÝξη αντικεßμενο με το πρÜγμα) στη συνÜφειÜ τους. ¸χουμε την παραγωγÞ, την επαγωγÞ και την αναλογßα.
Β. ¼ταν τα εξετÜζουν μεμονωμÝνα. ¸χουμε τüτε την ανÜλυση και τη σýνθεση.
Η σκÝψη μας εßναι το δßχτυ που ρßχνουμε στα πρÜγματα για να τα συλλÜβουμε, να τα λÜβουμε στο σýνολü τους, üχι απλÜ αισθητηριακÜ, εποπτικÜ. Ο βρüγχος του διχτυοý εßναι η Ýννοια, Þ, πρÜγμα που εßναι το ßδιο απü την Üποψη που την εξετÜζουμε, η ιδÝα...
Ο ΠλÜτων υποθÝτει μιαν «ιδανικÞ» αντιστοιχßα ανÜμεσα στα αντικεßμενα και στην ιδÝα. Η αντιστοιχßα αυτÞ, κατÜ την αντßληψÞ του, αποτελεß μια αντικειμενικÞ πραγματικüτητα. Ενþ üμως το καθαυτü ενüς αντικειμÝνου εßναι ενιαßο, οι διÜφοροι λαοß το αντιλαμβÜνονται διαφορετικÜ. Η πλατωνικÞ αντßληψη για το χιüνι, üτι αποτελεß υλοποßηση της ιδÝας του χιονιοý, θα ξÝνιζε τους Εσκιμþους, οι οποßοι Ýχουν 18 διαφορετικÝς λÝξεις για το χιüνι, ανÜλογα με τις διÜφορες καταστÜσεις του. Στον εσκιμþικο κüσμο των ιδεþν λοιπüν δεν υπÜρχει μια ιδÝα για το χιüνι, αλλÜ 18 ιδÝες για 18 διαφορετικÜ χιüνια.
Ακüμη, στον κüσμο των πρωτüγονων Εσκιμþων, δεν υπÜρχει η ιδÝα για το χρÞμα, υπÜρχουν üμως Ýνα σωρü ιδÝες για τις διÜφορες μορφÝς δωρισμοý, που ελλεßπουν σε μας. Αν ο ΠλÜτων δεν φανταζüταν Ýνα ενιαßο κüσμο ιδεþν απü üπου κÜθε λαüς αντλεß σýμφωνα με τις ανÜγκες του, θα πρÝπει να φανταστοýμε τüσους κüσμους ιδεþν, üσους και πολιτισμοýς. ¸τσι λοιπüν η «υλικüτητα» της ιδÝας (ρεαλισμüς με τη σημασßα της σχολαστικÞς φιλοσοφßας) πÜει περßπατο, αφοý προφανþς δεν υπÜρχει κÜποιος ουρανüς στον οποßο να κατοικÞσει, αλλÜ κατοικεß μÝσα στο κεφÜλι μας.
Ας μας επιτραπεß η ενÝργεια (κι η αναλογßα) να στÞσουμε τον ιδεαλισμü του ΠλÜτωνα στα πüδια του. Δεν προÝρχονται τα πρÜγματα απü τις ιδÝες, αλλÜ οι ιδÝες απü τα πρÜγματα. Γιατß üμως ο ΠλÜτωνας οδηγÞθηκε σ' αυτÞ την αντιστροφÞ;
Το μüνο πρÜγμα ελÝγξιμο (σε κÜποιο βαθμü βÝβαια) απü τον Üνθρωπο εßναι οι παραστÜσεις του, οι ιδÝες του, οι ÝννοιÝς του. Στον ρευστü και φευγαλÝο χαρακτÞρα της πραγματικüτητας αντιπαρατßθεται η διακριτικÞ καθαρüτητÜ τους. Τα φθαρτÜ αντικεßμενα του κüσμου τοýτου Ýρχονται και παρÝρχονται, και μüνο οι ιδÝες μας γι αυτÜ φαßνεται να ανθßστανται στη φθορÜ του χρüνου. Και ο αντιληπτικüς μηχανισμüς του ανθρþπου χρειÜζεται αυτÞ τη σταθερüτητα. Τι Üλλο εξÜλλου εßναι η γνþση παρÜ η σýλληψη του μüνιμου μÝσα στο φευγαλÝο, του σταθεροý μÝσα στο μεταβλητü, της μüνιμης «ουσßας» μπροστÜ στη μεταβλητÞ «λεπτομÝρεια»; Πριν την κινηματογραφικÞ, δυναμικÞ σýλληψη της πραγματικüτητας προαπαιτεßται η στατικÞ σýλληψη των επß μÝρους καρÝ.
Ο κüσμος που ζοýμε λοιπüν εßναι Ýνας κüσμος φαινομενικüς, Ýνας κüσμος μορφþν, Ýνας κüσμος «δι εαυτüν». ¼χι üτι αρνοýμαστε την υλικüτητÜ του. Απλþς η υλικüτητα αυτÞ εßναι κÜτι το απροσπÝλαστο, πρÜγμα που εκφρÜζεται στις διαφορετικÝς αντιλÞψεις που Ýχουν οι Üνθρωποι γι αυτüν. ΑντιλÞψεις που συγκλßνουν στο βαθμü που ο αντιληπτικüς τους μηχανισμüς, η ιστορßα τους, οι ανÜγκες τους και οι üροι της ýπαρξÞς τους συγκλßνουν, και αποκλßνουν αντßστοιχα στο βαθμü που οι παραπÜνω παρÜγοντες αποκλßνουν. ¸τσι η «πραγματικüτητα», üπως την εννοοýμε και την περιγρÜφουμε στα διÜφορα εγχειρßδια, στην ουσßα δεν εßναι παρÜ μια «συναßρεση» της αντικειμενικÞς πραγματικüτητας και του μηχανισμοý που την αντιλαμβÜνεται.
Μια συναßρεση που περιπλÝκεται απü δυο παρÜγοντες. Ο πρþτος παρÜγοντας εßναι η δυναμικÞ φýση της πραγματικüτητας και του αντιληπτικοý μηχανισμοý. Η πραγματικüτητα συνεχþς μεταβÜλλεται, το ßδιο και ο μηχανισμüς που την αντιλαμβÜνεται, Üρα και η αντανÜκλασÞ της συνεχþς τροποποιεßται. Ο δεýτερος εßναι üτι ο αντιληπτικüς μηχανισμüς εßναι μηχανισμüς ενüς δρþντος υποκειμÝνου που μετασχηματßζει συνεχþς την πραγματικüτητα στη βÜση της αντßληψης που Ýχει γι αυτÞν και των αναγκþν του. Με μια διαφορετικÞ διατýπωση θα λÝγαμε üτι συντελεßται μια συνεχÞς ανÜδραση (feed back) ανÜμεσÜ τους, τα αποτελÝσματα της οποßας εßναι συνÜρτηση της ταχýτητας και της ακρßβειας των εισüδων και των εξüδων.
ΜÞπως αυτü σημαßνει üτι δεν μποροýμε να γνωρßσουμε την αλÞθεια;
Η λογικÞ του «üλα Þ τßποτα» μÜλλον δεν Ýχει σχÝση σε ζητÞματα γνωσιοθεωρßας. Η γνþση της πραγματικüτητας γßνεται προσεγγιστικÜ. Οι προτÜσεις μας για την πραγματικüτητα εßναι εν μÝρει μüνο αληθεßς. ¹ μÜλλον εßναι αληθεßς υπü üρους, συνÞθως πιο περιοριστικοýς απü üτι φανταζüμαστε οι ßδιοι. Αυτü εßναι ιδιαßτερα εμφανÝς στα ζητÞματα της ψυχολογßας. Οι αντιθÝσεις των σχολþν δεν σημαßνουν üτι κÜποια σχολÞ εßναι σωστÞ και οι υπüλοιπες λαθεμÝνες. ΕκφρÜζουν απλοýστατα τη μερικüτητα των προσεγγßσεων, το γεγονüς üτι περικλεßουν σπÝρματα αλÞθειας, αλλÜ üχι üλη την αλÞθεια. Στην κλινικÞ πραγματικüτητα μπορεß να Ýχουν θεραπευτικÜ αποτελÝσματα, üμως üχι σε κÜθε κλινικÞ περßπτωση. ΚÜποιες μÜλιστα σχολÝς εßναι πιο αποτελεσματικÝς στη θεραπεßα κÜποιων συμπτωμÜτων απü κÜποιες Üλλες. ¸τσι ο εκλεκτισμüς, κυρßως ανÜμεσα σε τÜσεις της ßδιας σχολÞς, κερδßζει συνεχþς Ýδαφος.
Γιατß λοιπüν η πεισματικÞ εμμονÞ σε ορισμÝνες αντιλÞψεις, που στην πολιτικÞ εκδοχÞ ονομÜζονται δογματισμüς; Οι αντιλÞψεις Ýχουν συνÝπειες δρÜσης, αυτü πρþτος το δßδαξε ο Πραγματισμüς. ¸φτασε μÜλιστα στην ακραßα συνÝπεια αυτÞς της αντßληψης, να εξαρτÜ την αλÞθεια απü τα θετικÜ Þ μη αποτελÝσματα της δρÜσης στην οποßα οδηγεß. ΚÜθε αμφιταλÜντευση ως προς την ορθüτητα μιας αλÞθειας σημαßνει μειωμÝνο ενθουσιασμü στη δρÜση. Μπορεß οι θεοß να Ýχουν σταματÞσει να μας στÝλνουν τις εντολÝς τους, üμως εμεßς τις αντιλÞψεις μας για τους τρüπους δρÜσης τις αντιμετωπßζουμε περßπου ως θεúκÝς εντολÝς, δηλαδÞ ιερÜ και απαραβßαστα θÝσφατα. Την raison d' etre (λüγο ýπαρξης) μας την εξαρτοýμε απü την ορθüτητα των αντιλÞψεþν μας. Οι ανατροπÝς προσφιλþν ιδεþν μας, με πρþτη και καλýτερη την κατÜρρευση της Ουτοπßας, συνιστÜ μια μεγÜλη υπαρξιακÞ κρßση, που ξεπερνÜ τα üρια της απλÞς απογοÞτευσης.
Για να ξαναγυρßσουμε στο θÝμα μας, την πραγματικüτητα την αντιλαμβανüμαστε στη βÜση των μορφþν που σχηματßζουμε στο γνωστικü μας üργανο γι αυτÞν. ΜορφÝς που, üπως εßπαμε, δεν εßναι η πραγματικüτητα, αλλÜ προÝρχονται απ’ αυτÞν. ΜορφÝς που εßναι τα εßδωλα αυτÞς της πραγματικüτητας πÜνω σε Ýνα καθρÝφτη, λιγüτερο Þ περισσüτερο παραμορφωμÝνα.
Αντιμετωπßζοντας τη μεταφορÜ αυτÞ απü την Üποψη του γενετικοý της χαρακτÞρα, θα λÝγαμε πως υπÜρχει εδþ μια αντιστροφÞ σε σχÝση με την ΠλατωνικÞ θεωρßα Þ την ΧεγκελιανÞ διαλεκτικÞ. Η πραγματικüτητα γεννÜ τα εßδωλÜ της, τις ιδÝες που Ýχουμε γι' αυτÞν κι üχι οι ιδÝες την πραγματικüτητα (σε τελευταßα ανÜλυση, θα προσθÝσει ο ¸νγκελς). Και Ýτσι, μ' αυτÞ τη συλλογιστικÞ επανερχüμαστε στο αιþνιο πρüβλημα υλισμοý-ιδεαλισμοý, φωτßζοντÜς το üμως με Ýνα καινοýριο φως. Αποδεχüμενοι την γενετικÞ, οντολογικÞ προτεραιüτητα του υλισμοý, δßνουμε Ýμφαση στην αξιολογικÞ προτεραιüτητα του ιδεαλισμοý, Ýμφαση που γßνεται ιδιαßτερα προφανÞς αν αποβλÝψουμε στην κορυφÞ της πυραμßδας των μορφþν, τις καλλιτεχνικÝς μορφÝς, οι οποßες παρÜ το υλικü υπüστρωμÜ τους, φαßνεται να το αγνοοýν.
¼ταν βλÝπει κανεßς την Αφροδßτη της ΜÞλου δεν σκÝφτεται το υλικü υπüστρωμÜ της, το μÜρμαρο, οýτε üταν ακοýει την 9η συμφωνßα του Μπετüβεν τις ηχητικÝς συχνüτητες. Οι διπλοτυπικÝς Þ αντιγραφικÝς ιδιüτητες της τÝχνης εßναι που την κÜνουν να ξεπερνÜ το υλικü υπüστρωμÜ της. Και αν οι αντιγραφικÝς μορφÝς τÝχνης (γλυπτικÞ, ζωγραφικÞ) φαßνονται αξεχþριστες απü το υλικü υπüβαθρü τους, γιατß κÜθε αντßγραφο εßναι τελικÜ αντßγραφο, δεν συμβαßνει το ßδιο και με τις διπλοτυπικÝς. Ο 'Αμλετ εßται σε χαρτüδετη Ýκδοση εßτε σε πολυτελÞ, εßναι ο ßδιος 'Αμλετ. Και καμιÜ παρÜστασÞ του δεν μπορεß να χαρακτηριστεß ως καλýτερη στο σýνολο των πραγματοποιημÝνων και δυνητικþν παραστÜσεþν του, μια και αυτÝς εßναι δυνητικÜ Üπειρες. ¸να Ýργο διπλοτυπικÞς τÝχνης, üπως εßναι Ýνα λογοτεχνικü Þ μουσικü Ýργο, με τη γÝννησÞ του αυτονομεßται εντελþς απü κÜθε υλικü υπüστρωμα.
Στην αμÝσως κατþτερη κατηγορßα μορφþν, απü την Üποψη της εξÜρτησÞς τους απü το υλικü υπüστρωμα, εßναι τα μοντÝλα. Εδþ η γενετικÞ σχÝση με την πραγματικüτητα εßναι προφανÞς. ¼μως και εδþ το υλικü υπüστρωμα παßζει εντελþς επικουρικü ρüλο, πρÜγμα που εßναι ιδιαßτερα εμφανÝς στα μαθηματικÜ μοντÝλα. Απü κÜποιες απüψεις μÜλιστα, και τις Ýννοιες θα μποροýσαμε να τις χαρακτηρßσουμε μοντÝλα. Η Ýννοια «αεροπλÜνο» σε σχÝση με Ýνα μοντÝλο αεροπλÜνου διαφÝρει ως προς το üτι η Ýννοια αναλýεται σε Ýνα σýνολο Üλλων εννοιþν που η ανÜγνωσÞ τους εßναι γραμμικÞ και μονüδρομη μÝσα στο χþρο, ενþ Ýνα υλικü μοντÝλο εßναι μια τρισδιÜστατη αναπαρÜσταση που η ανÜγνωσÞ της διαφÝρει üσο διαφÝρει η ανÜγνωση της Αφροδßτης της ΜÞλου απü τον 'Αμλετ. Η κατανüηση της πραγματικüτητας κερδßζει σε πολλÝς περιπτþσεις περισσüτερο μÝσω τÝτοιων μοντÝλων, μαθηματικþν Þ αναπαραστατικþν, δισδιÜστατων Þ τρισδιÜστατων, παρÜ μÝσω λεκτικþν αναπαραστÜσεων.
Στην παρακÜτω βαθμßδα της ιεραρχßας των μορφþν (πÜντα απü την Üποψη της εξÜρτησÞς τους απü το υλικü υπüστρωμα) εßναι οι μορφÝς της ζωντανÞς ýλης. Σε πρþτη ματιÜ, οι μορφÝς της ζωντανÞς ýλης φαßνονται εξßσου εξαρτημÝνες απü το υλικü τους υπüστρωμα με τις μορφÝς της ανüργανης ýλης. ¸να βουνü üταν διαβρωθεß με τις χιλιετßες παýει να εßναι βουνü, üπως και Ýνα ποτÜμι üταν στερÝψουν οι πηγÝς του παýει να εßναι ποτÜμι. Και Ýνας ζωντανüς οργανισμüς, üταν σταματÞσουν οι μεταβολικÝς λειτουργßες που συντελοýνται μÝσα του, αποσυντßθεται. Η μορφÞ χÜνεται ανεπιστρεπτß.
¼χι εντελþς.
Η μορφÞ, τουλÜχιστον στη γενικευμÝνη μορφÞ του εßδους, αναδημιουργεßται. Το μυστικü βρßσκεται στον αναδιπλασιασμü του DNA, δηλαδÞ στην αναπαραγωγÞ. Πριν πεθÜνει Ýνας οργανισμüς αφÞνει απογüνους, οι οποßοι μÜλιστα του μοιÜζουν, περισσüτερο Þ λιγüτερο και προσωπικÜ.
Τι εßναι λοιπüν Ýνας ζωντανüς οργανισμüς, Ýνας Üνθρωπος; ¼χι βÝβαια Ýνα Üθροισμα νεροý, Üνθρακα και ιχνοστοιχεßων. Αυτü που εßναι ο Üνθρωπος, τα ξεπερνÜ. Ο Üνθρωπος δεν εßναι το υλικü υπüστρωμÜ του. ΚατÜ περßπτωση εßναι η μορφÞ του, οι λειτουργßες του, η δρÜση του. ¼λα αυτÜ (αξιολογικÜ) υπερβαßνουν το υλικü υπüστρωμα, το οποßο απü τον Üνθρωπο, üσον αφορÜ αρκετοýς απü τους Üλλους ζωντανοýς οργανισμοýς, αξιολογεßται συνÞθως στη βÜση της θερμιδικÞς και πρωτεúνικÞς τους απüδοσης, δηλαδÞ της διατροφικÞς τους αξßας, Þ απλÜ της βιομÜζας τους.
Με βÜση την παραπÜνω συλλογιστικÞ μποροýμε να αξιολογÞσουμε την σýγκλιση των δýο τüσο ανüμοιων κατÜ τα Üλλα πνευμÜτων, του ΠλÜτωνα και του ΑριστοτÝλη. Οι ΠλατωνικÝς ιδÝες βρßσκουν την αντιστοιχßα τους στις αριστοτελικÝς μορφÝς (οι ακριβεßς σχÝσεις τους με το υλικü τους υπüστρωμα δεν Ýχουν και τüση σημασßα, üσο η αξιολογικÞ προτεραιüτητÜ τους). Την ανθρþπινη νüηση την ενδιαφÝρουν οι ιδÝες και οι μορφÝς. Η ýλη αποτελεß τον ταπεινü τους υπηρÝτη (ΑριστοτÝλης) Þ το δημιοýργημÜ τους (ΠλÜτων).
Οι μορφÝς λοιπüν βρßσκονται στην κορυφÞ της αξιολογικÞς ιεραρχßας του ανθρþπου. ¼μως πþς αποτιμþνται; Δýο εßναι οι κýριες παρÜμετροι. Η μια εßναι η αισθητικÞ παρÜμετρος. Η Üλλη εßναι η οικονομικÞ. Στη βÜση της οικονομικÞς παραμÝτρου δεν βρßσκεται τüσο η ενσωματωμÝνη εργασßα üπως θα Þθελε ο Μαρξ üσο η σπÜνις και η παλαιüτητα. ¸να αγγεßο του 5ου αιþνα π.χ. αξßζει περισσüτερο απü üτι Ýνα σýγχρονο γλυπτü, ακüμη και φτασμÝνου καλλιτÝχνη. ¸να εργαλεßο παλαιολιθικÞς εποχÞς, ακüμη περισσüτερο. ΤÝλος ο πßνακας ακüμη και του πιο μÝτριου καλλιτÝχνη αξßζει περισσüτερο απü üτι Ýνας τüμος του 'Αμλετ στη βιβλιοθÞκη μας. Σε αισθητικü üμως επßπεδο, η αξßα ασφαλþς αντιστρÝφεται.
Η παλαιüτητα προσδßδει σπÜνια και το ανεπανÜληπτο γßνεται πιο εμφανÝς. Τþρα που η üπερα ως μουσικÞ φüρμα Ýχει εγκαταλειφθεß, ξεθÜβονται μÝτριες üπερες ατÜλαντων συνθετþν. Οι φιλüλογοι εßναι χαρακτηριστικοß εκπρüσωποι αυτοý του εßδους τυμβωρυχßας. ΣπÜνια βιβλßα και χειρüγραφα, εντελþς μÝτριας λογοτεχνικÞς αξßας, κατÜ τα Üλλα κερδßζουν τον ανυπüκριτο θαυμασμü τους και το μÝγιστο του ενδιαφÝροντüς τους.
Η λειτουργßα ενüς ζωντανοý οργανισμοý πþς πρÝπει να αποτιμηθεß, ως ýλη Þ ως μορφÞ; ΟπωσδÞποτε εδρÜζεται κι αυτÞ σ' Ýνα υλικü υπüστρωμα, üμως το ξεπερνÜ. Το ξεπερνÜ üμως πþς; ¼πως η μορφÞ ενüς καλλιτεχνÞματος, Þ üπως ο χαρτοκüπτης στο μυαλü του τεχνßτη, κατÜ το παρÜδειγμα του Σαρτρ; Ο Σαρτρ χρησιμοποιεß το παρÜδειγμα του χαρτοκüπτη για να αποδεßξει üτι, προκειμÝνου για τον Üνθρωπο, η ουσßα Ýπεται της ýπαρξÞς του, αντßθετα απü üτι συμβαßνει με τον χαρτοκüπτη, που η ουσßα του, η οποßα δεν εßναι Üλλη απü την λειτουργßα του, προηγεßται της ýπαρξÞς του.
Εδþ δεν μας ενδιαφÝρει üμως η προβληματικÞ του Σαρτρ. Μας ενδιαφÝρει το üτι αποδßδει Ýνα μη υλικü χαρακτÞρα στην ουσßα, αφοý μπορεß και εδρÜζεται ως κÜτι το αφηρημÝνο στο μυαλü του τεχνßτη, και που η ουσßα αυτÞ, σχεδüν απüλυτα στο παρÜδειγμα του χαρτοκüπτη, δεν εßναι παρÜ η λειτουργßα της κοπÞς του χαρτιοý.
Με τον ßδιο τρüπο και η λειτουργßα ενüς ζωντανοý οργανισμοý ξεπερνÜ το υλικü υπüστρωμα. Μπορεß να συλληφθεß στο μυαλü ενüς βιολüγου, üχι üπως το υλικü υπüστρωμα, üπως συμβαßνει με κÜθε υλικü αντικεßμενο, αλλÜ ως Ýνα σýστημα κινÞσεων και μεταβολþν.
Το ξεπερνÜ üμως και με Ýνα δεýτερο τρüπο: μπορεß και επαναλαμβÜνεται, χρησιμοποιþντας το απειροελÜχιστο ýλης που αποτελοýν τα υλικÜ ενüς σπερματοζωαρßου και ενüς ωαρßου. Η μορφÞ τρÝφεται με ýλη (Þ ενÝργεια, που αποτελεß την Üλλη της üψη). Η ανωτερüτητÜ της φαßνεται απü την επιλεκτικüτητα του υλικοý υποστρþματος. Δεν μπορεß κÜθε υλικü να αποτελÝσει τη βÜση μιας ανþτερης μορφÞς. Και üχι χωρßς να υποστεß κÜποια επεξεργασßα. Το μÜρμαρο μÝσω της γλυφßδας του καλλιτÝχνη, τα θρεπτικÜ συστατικÜ μÝσω του μεταβολισμοý.
Να φτιÜξουμε και εμεßς την αγßα ΤριÜδα μας, üπως οι ΕυαγγελιστÝς κι ο ΧÝγκελ: ¾λη, Λειτουργßα, ΜορφÞ. Η ýλη εßναι η ΘÝση, το δεδομÝνο. Η Λειτουργßα, ως κßνηση, εßναι η Αντßθεση, καθþς αßρει την ýλη απü την ακινησßα της. Η μορφÞ εßναι η Σýνθεση, ως προúüν της επενÝργειας της κßνησης πÜνω στην ýλη. Αν στη θÝση της ΜορφÞς βÜλουμε την ΙδÝα, εν πολλοßς συνþνυμÞ της, ξαναβρßσκουμε πÜλι τη διαλεκτικÞ του ΧÝγκελ με το κεφÜλι κÜτω, που με τüσο κüπο την εßχε στÞσει ο Μαρξ στα πüδια της.
Με μια διαφορÜ: για τον ΧÝγκελ η ΙδÝα Þταν μια causa efficiens (πρωταρχικÞ αιτßα), ενþ για μας εßναι μια causa finalis (τελικÞ αιτßα).
Ο Μαρξ, προσπαθþντας να αποκαταστÞσει τη γενετικÞ σχÝση ανÜμεσα στην ýλη και τη μορφÞ, υποτιμÜ συνεχþς τη μορφÞ. Οι επßγονοß του Ýπεσαν στην παγßδα. Η υλικÞ βÜση καθορßζει το κοινωνικü εποικοδüμημα, την κοινωνικÞ, πολιτικÞ και διανοητικÞ ζωÞ. Η παρεξÞγηση αποδεßχθηκε μεγÜλη, και λßγοι πρüσεξαν τα συμπληρωματικÜ λüγια του ¸γκελς, που την εßχε Ýγκαιρα αντιληφθεß, «σε τελευταßα ανÜλυση».
¼πως εßπαμε και πριν, απü κÜποια Üποψη η διαμÜχη υλισμοý-ιδεαλισμοý φαßνεται ως παρεξÞγηση. ¼λοι θαυμÜζουν τα πνευματικÜ δημιουργÞματα του ανθρþπου που εßναι καλλιτεχνικÝς μορφÝς Þ νÝες, ασýλληπτες δημιουργßες. ¸να üμως απü τα «εßδωλα» για τα οποßα μßλησε ο ΜπÝηκον οδÞγησε στην παρεξÞγηση üτι οι ανþτερες, πνευματικÝς μορφÝς, οι ιδÝες, αποτελοýν την γενετικÞ αρχÞ της ýλης. Μια παρεξÞγηση που ξεκινÜει φιλοσοφικÜ απü τον ΠλÜτωνα και φτÜνει μÝχρι τον ΧÝγκελ. Οι ρßζες της üμως βρßσκονται πιο πßσω.
Το εßδωλο αυτü θα μποροýσε να το διατυπþσει ο ΜπÝηκον ως την προκατÜληψη üτι το κατþτερο προÝρχεται απü το ανþτερο. Η ýλη δηλαδÞ προÝρχεται απü την ιδÝα. ¹, στη γλþσσα της θρησκεßας, ο υλικüς κüσμος, αν δεν εßναι δημιοýργημα, βρßσκεται üμως στο Ýλεος μιας πνευματικÞς αρχÞς, του Θεοý. Οι υλιστÝς, προκειμÝνου να αποκαταστÞσουν τη σωστÞ γενετικÞ σχÝση, κατÜφεραν να πετÜξουν μαζß με το νερü της μπανιÝρας και το μωρü. ΧαρακτηριστικÞ συνÝπεια υπÞρξε στην μαρξιστικÞ θεωρßα της τÝχνης το προβÜδισμα του περιεχομÝνου απÝναντι στη μορφÞ, η οποßα υποτιμÜται ως κÜτι παρÜγωγο και δευτερεýον.
¸ννοια, ιδÝα, μορφÞ, μοντÝλο, δομÞ, λειτουργßα, βρßσκονται στον ßδιο παραδειγματικü Üξονα. Οι ιδÝες, τα μοντÝλα, οι δομÝς, οι λειτουργßες, αποτελοýν σε τελευταßα ανÜλυση αφαιρÝσεις του συγκεκριμÝνου της υλικÞς πραγματικüτητας, αφαιρÝσεις που προûποθÝτουν το αντιληπτικü υποκεßμενο, το «αφαιρετικü» υποκεßμενο, τον Üνθρωπο. Ακüμη κι Ýνας ζωγραφικüς πßνακας δεν εßναι παρÜ μια αφαßρεση, η οπτικÞ εντýπωση στην οποßα αποβλÝπει ο ζωγρÜφος, ενþ τα υλικÜ της σýνθεσÞς του, οι μπογιÝς, κ.λπ. ελÜχιστα ενδιαφÝρουν, αποτελþντας αντικεßμενο μελÝτης των ειδικþν. Η μορφÞ εßναι η «αφαßρεση» του κÜτω απü την επιφÜνεια.
Με την παραπÜνω συλλογιστικÞ ανοßγουμε μια καινοýρια πüρτα στον αγνωστικισμü (Þ, απü μια Üλλη Üποψη, ο αγνωστικισμüς Ýρχεται να φωτßσει απü μια διαφορετικÞ οπτικÞ γωνßα τη συλλογιστικÞ μας). Σε τελευταßα ανÜλυση, αυτü που «ξÝρουμε» για την υλικÞ πραγματικüτητα δεν εßναι παρÜ οι αφαιρÝσεις μας γι αυτÞν. Και üχι απü αδυναμßα. ΠραγματικÜ, οι αφαιρÝσεις μας μας αφοροýν περισσüτερο, γιατß στην ουσßα πρüκειται για γενικεýσεις. Η Ýννοια δÝνδρο εßναι ταυτüχρονα αφαßρεση και γενßκευση. Τα κατηγοροýμενα εßναι τα θραýσματα της πραγματικüτητας, που μας επιτρÝπουν να την ανασυστÞσουμε σε Ýνα περιορισμÝνο αριθμü μοντÝλων-εννοιþν στο μυαλü μας.
Παßρνοντας υπ' üψη τα βασικÜ χαρακτηριστικÜ της Ýννοιας του μοντÝλου, και üχι τüσο την εφαρμογÞ του, μποροýμε να την επεκτεßνουμε ακüμη περισσüτερο. Αν θα μποροýσαμε να ορßσουμε το μοντÝλο ως κÜτι που απεικονßζει την πραγματικüτητα, και üχι αναγκαστικÜ μια δισδιÜστατη Þ τρισδιÜστατη κατασκευÞ, θα περιλαμβÜναμε σ' αυτÞ τις Ýννοιες και τις κοσμοθεωρßες. Η κοσμοθεωρßα σε τελευταßα ανÜλυση δεν αποτελεß παρÜ Ýνα ερμηνευτικü μοντÝλο της πραγματικüτητας.
Οι Ýννοιες κι οι κοσμοθεωρßες αποτελοýν μοντÝλα αντιληπτικÜ και ερμηνευτικÜ. Στις Ýννοιες üμως, εξαιτßας της σχετικÜ γενικÞς ομοφωνßας ως προς το περιεχüμενü τους και εξαιτßας του üτι κÜθε Ýννοια καταλαμβÜνει μια «φωλεÜ» στο συνεχÝς της πραγματικüτητας, βαραßνει περισσüτερο το αντιληπτικü σκÝλος, ενþ στις κοσμοθεωρßες, εξαιτßας του üτι αναφÝρονται στην πραγματικüτητα ως σýνολο, βαραßνει περισσüτερο το ερμηνευτικü σκÝλος. Για τον ουδÝτερο παρατηρητÞ κÜθε κοσμοθεωρßα αποτελεß μια εκδοχÞ της πραγματικüτητας. Για τον πιστü της üμως, εßναι η πραγματικüτητα.
Το üτι η κοσμοθεωρßα δεν εßναι παρÜ μια μορφÞ αντßληψης της πραγματικüτητας φαßνεται και απü το üτι μιλÜμε για «κομψÝς» θεωρßες, χαρακτηρισμüς που στην κυριολεκτικÞ του σημασßα αναφÝρεται στην εμφÜνιση, δηλαδÞ στη μορφÞ.
Συνοψßζοντας, η μορφÞ εßναι η αντιληπτικÞ διÜσταση της ýλης. Ως αισθητικü-καλλιτεχνικü προúüν üμως την υπερβαßνει.
Θα κλεßσουμε üχι μ' Ýνα συμπÝρασμα, αλλÜ μ' Ýνα προκλητικü ερþτημα για τους βιολüγους, που συνοψßζει üλη τη μεταφυσικÞ της ανθρþπινης ýπαρξης: ποια εßναι η αξßα επιβßωσης της ομορφιÜς; Γιατß δηλαδÞ να χρησιμοποιεßται ως κριτÞριο επιλογÞς; Πιο απλÜ: γιατß μας αρÝσει η ομορφιÜ; Μποροýμε να δþσουμε μια απÜντηση σ' αυτü το ερþτημα χωρßς να ταυτολογÞσουμε;
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ:
Ζαν Πωλ Σαρτρ, «Ο Υπαρξισμüς Εßναι Ανθρωπισμüς», ΑθÞνα 1967, Αρσενßδης.
Bertrand Russel, "History Οf Τhe Western Philosophy", London 1961, Allen & Unwin.
ΤζÝημς ΧÜντφιλντ, "Ψυχολογßα & ΨυχικÞ Υγεßα", ΑθÞνα 1991, ΘυμÜρι. (εκδ. το 1991 εßναι σε δικÞ μου μετÜφραση που Ýγινε το 1981).
Ουßλλιαμ ΤζÝημς, "Πραγματισμüς", ΑθÞνα, Αναγνωστßδης.
ΟυμπÝρτο ¸κο, "Θεωρßα ΣημειωτικÞς", ΑθÞνα 1988, Γνþση. (ΓρÜφηκε κÜπου το 1988 και δημοσιεýτηκε στην Γεραπετρßτικη Απüπειρα, τ. 31, ΦεβρουÜριος-ΜÜρτιος 1999, σελ. 34-38).