Πρόλογος
Δια του παρόντος κλείνω μια μουσική χαραμάδα, επειδή μέχρι στιγμής δεν είναι και πολύ γνωστή στο ελληνικό κοινό, παραθέτοντας ό,τι κατάφερα να συγκεντρώσω από τον κόσμο, περί αυτού. Πρόκειται όπως βλέπετε και στον τίτλο, περί του λατρεμμένου, θαυμάσιου μουσικού κονσέρτου, που μάγεψε και μαγεύει ακόμα στις μέρες μας, του Κονσιέρτο Ντε Αρανχουέθ, του διάσημου πια κι αείμνηστου Χοακίν Ροδρίγο Βίδρε, ευρέως γνωστύ ως Χοακίν Ροδρίγο, σκέτο, αλλά με το τιμητικό τίτλο του Μαρκησίου και φυσικά πολυβραβευμένου μουσικού στην Ισπανία. Επισημαίνω, πως φιλοξενώ ένθετο κομμάτι στο παρόν, για το τί ακριβώς είναι ένα κονσέρτο και μη ρωτάτε πολλά περισσότερα γιατί κι εγώ μη θαρρείτε πως είμαι ειδικός στα της μουσικής.
Κάτω κάτω, είναι το κομμάτι παιγμένο από Γουίλλιαμς! Δε θα πω άλλα και ξεκινώ αμέσως. Π. Χ.
===================
Ο Καλλιτέχνης
Ο Joaquín Rodrigo Vidre, 1ος Μαρκήσιος των Κήπων του Aranjuez (22/11/ 1901-6/7/1999), κοινώς γνωστός ως Joaquín Rodrigo, ήταν Ισπανός συνθέτης και βιρτουόζος πιανίστας. Η μουσική του είναι από τις δημοφιλέστερες του 20ού αι. Συγκεκριμένα, το Concierto de Aranjuez* θεωρείται ένα από τα κορυφαία της ισπανικής μουσικής και του ρεπερτορίου της κλασσικής κιθάρας αλλά και γενικότερα παγκοσμίως.
Γεννήθηκε 22 Νοέμβρη 1901 στο Sagunto βόρεια της Βαλένθια κι έχασε εντελώς την όρασή του μόλις στα 3 χρόνια του από διφθερίτιδα. ’ρχισε να σπουδάζει solfège, πιάνο και βιολί στα 8 κι αρμονία και σύνθεση από τα 16 του. Αν και διακρίθηκε με την ανάδειξη της αξίας της ισπανικής κιθάρας ως παγκόσμιου οργάνου συναυλιών και γνωστού για τη μουσική της γλυκύτητα, δεν κατέκτησε ποτέ το ίδιο το όργανο. Είναι, ωστόσο, ένας εξαιρετικός, δεξιοτέχνης πιανίστας και βιολιστής και ποτέ δε χρησιμοποιεί βοηθήματα στη σύνθεση. Είναι εκπληκτικό το πόσο καλά ταιριάζει στο καθένα από τα παραπάνω όργανα. Έγραψε τις συνθέσεις του σε μορφή Braille, το οποίο μεταγράφηκε για δημοσίευση. Οι συνθέσεις του ωστόσο, αποτελούνε σήμερα κριτήριο για τις εξετάσεις δεξιοτεχνίας στη κλασσική κιθάρα.
Σπούδασε μουσική υπό τον Francisco Antich στη Βαλένθια κι υπό τον Paul Dukas στο École Normale de Musique στο Παρίσι, -μελέτες κι αργότερα υποτροφίες τον οδήγησαν εκεί . Μετά από σύντομη επιστροφή στην Ισπανία, πήγε και πάλι στο Παρίσι για να σπουδάσει μουσικολογία, πρώτα υπό τον Maurice Emmanuel και στη συνέχεια υπό τον André Pirro στη Σορβόννη. Οι πρώτες του δημοσιευμένες συνθέσεις χρονολογούνται από το 1923. Το 1940, μετά τον Ισπανικό Εμφύλιο, επέστρεψε στη πατρίδα του από το Παρίσι, όπου διέμενε κι εγκαταστάθηκε στη Μαδρίτη. Το 1943 έλαβε το Εθνικό Βραβείο Ορχήστρας για τα Cinco piezas Infanteles της Ισπανίας, βασισμένο στη προηγούμενη σύνθεση του ίδιου κομματιού για 2 πιάνα, με σολίστα τον Ricardo Viñes. Από το 1947 ήτανε καθηγητής μουσικής ιστορίας, κρατώντας την έδρα της μουσικής Manuel de Falla στη Φιλοσοφική Σχολή, στο Complutense University της Μαδρίτης. Αξιοσημείωτος μαθητής είναι ο Yüksel Koptagel, Τούρκος συνθέτης και πιανίστας.
----------------------
* Το κοντσέρτο (ιτ. concerto) είναι μουσική σύνθεση όπου ένα σόλο όργανο (και πιο σπάνια, περισσότερα από ένα) αντιπαραβάλλεται με την ορχήστρα Ευρωπαϊκής κλασικής μουσικής. Η καταγωγή του είναι αρκετά παλιά και προέρχεται από τον 15ο αι., όπου είχε τελείως διαφορετική μορφή: ήτανε φωνητικό, για λίγους μονωδούς και σολιστικά όργανα. Αργότερα προστέθηκε χορωδία κι ορχήστρα κι αυτό το είδος εξελίχθηκε στη καντάτα. Κατά την περίοδο του Μπαρόκ υπήρχανε τρία είδη οργανικών κοντσέρτων:
α Το πολυχορικό κοντσέρτο, στο οποίο συμμετείχαν διάφορες ισοδύναμες ομάδες
β το Κοντσέρτο-Γκρόσο, στο οποίο μια μικρή ομάδα οργάνων (π.χ. ένα κουαρτέτο από βιολιά ή δύο βιολιά και βιολοντσέλο, κουαρτέτο ή κουϊντέτο εγχόρδων ή πνευστών κ.ά.), διαφοροποιείται από τα υπόλοιπα όργανα της ορχήστρας με έναν ξεχωριστό μουσικό ρόλο. Η δομή του ακολουθούσε τη δομή της σονάτας δωματίου ή της εκκλησιαστικής σονάτας.
γ το σόλο κοντσέρτο, για σόλο όργανο κι ορχήστρα. Τα σολιστικά όργανα που χρησιμοποιούνταν κυρίως ήταν το βιολί, το όμποε, η τρομπέτα, ή κάποιο πληκτροφόρο όργανο.
Από τον 18ο αι. αρχίζει να υποχωρεί το Κοντσέρτο-Γκρόσο και να επικρατεί ο πλέον διαδεδομένος μέχρι τις μέρες μας τύπος του κοντσέρτου: είναι τριμερής (γρήγορο-αργό-γρήγορο), με δομή σονάτας.
Ι Πρώτο μέρος: ακολουθεί τη φόρμα σονάτας (έκθεση-επεξεργασία-επανέκθεση), διαμορφωμένη έτσι ώστε να εναλλάσσεται ο σολίστας με την ορχήστρα. Στην εισαγωγή του κοντσέρτου παίζει συνήθως ολόκληρη η ορχήστρα και παρουσιάζει τα δύο βασικά θέματα του έργου. Στη συνέχεια ο σολίστας, που έχει και τον κύριο ρόλο σ' ολόκληρο το έργο, ερμηνεύει τα δύο θέματα, με μετατροπία στο δεύτερο θέμα. Η έκθεση τελειώνει συνήθως με ανοδική δεξιοτεχνική κίνηση του σολίστα που καταλήγει σε τρίλια. Η ορχήστρα οδηγεί στην επεξεργασία, στην οποία συμμετέχει εναλλάξ με τον σολίστα. Στο τέλος της επανέκθεσης υπάρχει ένα σολιστικό και άκρως δεξιοτεχνικό τμήμα, η καντέντσα, που στα παλαιότερα κοντσέρτα, ως την εποχή του Λούντβιχ βαν Μπετόβεν ήτανε συχνά αυτοσχεδιαστική.
ΙΙ Δεύτερο μέρος: είναι μελωδικό κι αργό.
ΙΙΙ Τρίτο μέρος: γρήγορο κι επίσης δεξιοτεχνικό, συνήθως σε μορφή ρόντο.
Τα σολιστικά σημεία του κλασικού κοντσέρτου έχουνε χαρακτήρα δεξιοτεχνικό κι απαιτούν ιδιαίτερες ικανότητες από τον εκτελεστή, ενώ το τμήμα του κοντσέρτου, το οποίο έχει κατεξοχήν σκοπό τη παρουσίαση των ικανοτήτων του σολίστα, είναι η καντέντσα (cadenza). Τη μουσική μορφή του κοντσέρτου αξιοποίησαν όλοι σχεδόν οι σημαντικοί συνθέτες της Ευρωπαϊκής κλασικής μουσικής με κυρίαρχο, στατιστικά, όργανο το βιολί και το πιάνο. Υπάρχουν όμως και διπλά, ή και τριπλά κοντσέρτα (π.χ. κοντσέρτα για βιολί και πιάνο, για δύο πιάνα (Φέλιξ Μέντελσον-Μπαρτόλντυ), για φλάουτο κι άρπα (Βόλφγκανγκ Αμαντέους Μότσαρτ), για πιάνο, βιολί και βιολοντσέλο (Λούντβιχ βαν Μπετόβεν).
Από τη ρομαντική εποχή άρχισαν να εμφανίζονται παραλλαγές στη δομή του κοντσέρτου, όπως για παράδειγμα τετραμερή κοντσέρτα (Γιοχάνες Μπραμς), ή κοντσέρτα με συνεχόμενα μέρη (όπως του Φραντς Λιστ), ή με επεξεργασία του ίδιου θεματικού υλικού σε όλα τα μέρη (Ρόμπερτ Σούμαν). Παράλληλα αυξανόταν κι η δεξιοτεχνία στα σολιστικά μέρη.
----------------------
Η Σύντροφος
Η Βικτώρια Kamhi de Rodrigo, Marquise of the Jardines de Aranjuez (1905 Κωνσταντινούπολη, Τουρκία-21 Ιουλίου 1997) ήτανε Τούρκα πιανίστα της Σεφαραδικής εβραϊκής κληρονομιάς κι η σύζυγος του Ισπανικού συνθέτη Joaquín Rodrigo.
Σπούδασε υπό τους Lalewicz, Lévy και Viñes. Συνάντησε τον Rodrigo το 1929 και παντρεύτηκε στις 19 Γενάρη 1933. Ζούσανε στη Γαλλία και τη Γερμανία πριν επιστρέψουνε στην Ισπανία το 1939. Εγκατέλειψε τη καρριέρα της ως πιανίστα. Αποτέλεσε τον πιο πολύτιμο βοηθό του τυφλού συνθέτη-συζύγου κι έγραψε το βιογραφικό έργο De la mano de Joaquín Rodrigo: Historia de nuestra vida. Έχει μεταφραστεί στα αγγλικά ως Hand in Hand with Joaquin Rodrigo: Η ζωή μου στο πλευρό του Maestro.
Το μοναδικό παιδί τους είναι η Cecilia, που γεννήθηκε το Γενάρη του 1941. Η Cecilia παντρεύτηκε αργότερα τον βιολιστή Agustín León Ara και γέννησε 2 κόρες, Cecilita και Patricia, τις εγγονές των Kamhi και Rodrigo.
Κόρη & Εγγονή: οι 2 Σεσίλιες
Εκτός από τις συμφωνίες για άλλα όργανα (βιολί, τσέλο, άρπα, πιάνο), τα δημιουργικά επιτεύγματά του περιλαμβάνουν επίσης έργα για θέατρο και φωνητικά κομμάτια. Πέθανε 21 Ιουλίου 1997 2 χρόνια πριν από τον Rodrigo. Κι οι δύο είναι θαμμένοι πλάι-πλάι στο κοιμητήρι του Οίκου του Aranjuez.
Το Έργο
Το πιο διάσημο έργο του, Concierto de Aranjuez, δημιουργήθηκε στην αρχή του 1939, ενώ ο ίδιος στη Λατινική συνοικία του Παρισιού ήλπιζε να μπορέσουν να επιστρέψουνε στην Ισπανία. Δεν ήτανε το πρώτο του έργο για κιθάρα, αλλά ήτανε το πρώτο που είχε γράψει για κιθάρα κι ορχήστρα. Το γραψε δε, για τον κιθαρίστα Regino Sainz de la Maza. Στα μετέπειτα χρόνια ο ίδιος κι η σύζυγός του δήλωσαν ότι γράφτηκε ως απάντηση στην αποβολή του 1ου παιδιού τους. Είναι ένα κονσέρτο για κιθάρα κι ορχήστρα. Το κεντρικό μέρος adagio είναι ένα από τα πιο αναγνωρίσιμα στη κλασσική μουσική του 20ου αι., που χαρακτηρίζει την αλληλεπίδραση της κιθάρας με το cor anglais. Αυτό το μέρος προσαρμόστηκε αργότερα από τον μουσικό δημιουργό της τζαζ Gil Evans για το άλμπουμ του, το 1960. Miles Davis Σκίτσα της Ισπανίας. Το Concerto προσαρμόστηκε από τον ίδιο τον συνθέτη για τη Harp & Orchestra κατόπιν αιτήματος του Nicanor Zabaleta κι εκτελέστηκε από κείνον.
Είχε ήδη γράψει δύο κομμάτια για σκέτο σόλο κιθάρα πριν απ' αυτ,ό τα εξής: En Jos Trigales & Sarabande lointaine. Με το Concierto ο Rodrigo δεν έγραψε μόνον ένα πετυχημένο κομμάτι σε ένα ασυνήθιστο ύφος, έτρεξε επίσης μια τολμηρή σειρά σόλο συγχορδιών στο όργανο του συνοδευτικού συγκροτήματος , η κιθάρα «αντιμετώπισε μια πλήρη ορχήστρα με ένα πρωτόγνωρο θάρρος ». Ωστόσο, ο ήχος της ορχήστρας δεν υπερκαλύπτιε τη κιθάρα, τουναντίον, «η κιθάρα παραμένει σόλο όργανο σε ολόκληρο το μήκος του κομματιού».
Η επιτυχία αυτού του κονσέρτου οδήγησε σ' εκτελέσεις από διάφορους εξέχοντες σολίστες, όπως ο Nicanor Zabaleta, για τον οποίον ο Rodrigo αφιέρωσε το Concierto serenata για άρπα κι ορχήστρα, με σολίστα τον Julian Lloyd Webber, για τον οποίο συνέθεσε το Concierto como un divertimento, για τσέλο κι ορχήστρα, του James Galway, για τον οποίο συνέθεσε το ποιμενικό Concierto για φλάουτο κι ορχήστρα. Το 1954 συνέθεσε το Fantasía para un gentilhombre κατόπιν αιτήματος του Andrés Segovia. Τέλος, το Concierto Andaluz, για 4 κιθάρες κι ορχήστρα, ανατέθηκε στον Celedonio Romero για τον εαυτό του και τους 3 γιους του. Ωστόσο, κανένα από τα έργα του δεν πέτυχε τη δημοτικότητα και τη σημαντικήν επιτυχία του Concierto de Aranjuez και της Fantasia para un gentilhombre. Αυτά τα 2 έργα συσχετίζονται και μπερδεύονται πολύ συχνά σε καταγραφές.
Του απονεμήθηκε το υψηλότερο βραβείο που θα μπορούσε να δοθεί ποτέ σε μουσικό, για τη σύνθεση, το Premio Nacional de Música, το 1983. Στις 30 Δεκέμβρη 1991 ο Rodrigo δέχθηκε και μπήκε στην ισπανική αριστοκρατία καθώς έλαβε από τα χέρια του βασιλιά Juan Carlos I τον κληρονομικό τίτλο Marqués de los Jardines de Aranjuez. Έλαβεν επίσης το βραβείο Prince of Asturias -η ανώτατη πολιτική τιμή της Ισπανίας- το 1996. Ονομάστηκε, τέλος, διοικητής του Τάγματος Τεχνών από τη γαλλική κυβέρνηση το 1998.
Παντρεύτηκε τη Βικτώρια Kamhi, πιανίστα που γεννήθηκε στη Τουρκία και γνώρισε στο Παρίσι, στις 19 Γενάρη 1933 στη Βαλένθια. Η κόρη τους Cecilia γεννήθηκε στις 27 Γενάρη 1941. Ο Rodrigo πέθανε στις 6 Ιουλίου 1999 στη Μαδρίτη σε ηλικία 97 ετών κι η κόρη του τον διαδέχθηκε ως Marquesa de los Jardines de Aranjuez.
Αν και το Concierto de Aranjuez είναι μοναδικό στην ισπανική μουσική του 20ού αι., οι ρίζες του φτάνουνε πίσω στην εποχή του Ρομαντισμού, του οποίου το ξεπέταγμα έφερε το κέντρισμα για άγνωστα, καλλιτεχνικά εδάφη και τάσεις κι όχι μόνο στη λογοτεχνία ή στη ζωγραφική, αλλά και στους συνθέτες και τους σολίστες της μουσικής και μάλιστα υπήρξαν οι τελευταίοι αρκούντως εμπνευσμένοι. Οι συνθέσεις δεν περιοριστήκανε στην αφομοίωση στοιχείων λαϊκής μουσικής από μακρινούς τόπους, όπως παρουσιαστήκανε στη Σκωτική Συμφωνία του Mendelssohn, για παράδειγμα, αλλά οι συνθέτες θα ‘πρεπε να «καταγράφουν μουσικά» με όσο πιο καλό τρόπο μάλιστα γινότανε, τις διαθέσεις, τις τάσεις αλλά και τα εθιμοτυπικά κρατούντα κι αν ήτανε δυνατό να τα βελτιώνουν ηχητικά όλα τούτα.
Η Ευρώπη προκάλεσε τη προσαρμογή των λαμπερών ρυθμών, των ελκυστικών μελωδιών και του αδιαμφισβήτητου ντόπιου σολαρίσματος. Η Ιβηρική Χερσόνησος ειδικά, ήταν ιδιαίτερα ανεξάντλητη πηγή έμπνευσης για τέτοιες συνθέσεις και τελικά επικρατήσανε τα εξής κύρια ρεύματα, εκπεφρασμένα μουσικά με τα κάτωθι κομμάτια: η Espana από τον Emmanuel Chabrier, Rhapsodie espagno του Nicolai Rimsky-Korsakov καθώς κι η σύνθεση με τον ίδιο τίτλο από τον Maurice Ravel, η Carmen του Georges Bizet ή η espagnole Symphonie από τον Edouard Lalo -όλα τα έργα αυτά είναι ακόμα και σήμερα δημοφιλή.
Τί ξεχωρίζει το Concierto από άλλες συνθέσεις με ισπανικό χρώμα κι είναι αμέσως εμφανές στον τίτλο, είναι το γεγονός ότι δεν ήταν μια συνολική Ισπανία που έδωσε την έμπνευση, αλλά μια συγκεκριμένη περιοχή στην οποία ο Ροδρίγο είχε στο μυαλό του, έναν αρκετά συγκεκριμένο ιστορικό τόπο κι ακόμη και μια συγκεκριμένη χρονική στιγμή: η αγαπημένη καλοκαιρινή κατοικία των Βουρβώνων: το Aranjuez, βρίσκεται στα νότια της Μαδρίτης, στα τέλη του 18ου αιώνα και στις αρχή του 19ου, στην αίθουσα του Κάρολου και του γιου του Φερδινάνδου VII που υπενθυμίζει τη λεπτή κομψότητα των "Majas", των Toreros και των "Sones espagnoles". Επιπλέον, ο Rodrigo ήθελε να διεγείρει αρκετά συγκεκριμένα συναισθήματα: «μνήμες προηγούμενων χρόνων, των υπέροχων κήπων του Aranjuez με τις κρήνες τους, τα δέντρα τους, τα πουλιά τους.
Αυτά όλα, αφήσανε το στίγμα τους στο κοινό στη πρώτη παράσταση του κονσέρτου στη Βαρκελώνη στις 9 Νοέμβρη 1940. Έδειξανε τόσον αυθόρμητον ενθουσιασμό κι οι κριτικοί το περιέγραψαν αρκετά κατηγορηματικά ως ορόσημο στην ισπανική μουσική. Ο Ροδρίγο εκπλήρωσεν έτσι μιαν επιθυμία του καθώς ομολόγησεν αργότερα ότι δεν είχε σκεφτεί τίποτα άλλο από το ότι αυτό θα 'πρεπε να ‘ναι μια επιτυχία τέτοια γι' αυτόν και το κοινό να απολαμβάνει και να ζητά να του το παίζουνε ξανά και ξανά.
Τέλος, οι σκέψεις κι οι προτάσεις-οδηγίες του σχετικά με το πως πρέπει να παίζονται-εκφράζονται τα τρία μέρη του, είναι οι εξής:
Το 1ο μέρος (Allegro con spirito) να αποδοθεί από ένα πνεύμα ρυθμού και σφρίγους χωρίς κανέν από τα δύο να παραβιάζει τον αμείλικτο ρυθμό του.
Το 2ο μέρος (Adagio) να παρουσιάζει-αντιπροσωπεύει μια συνομιλία μεταξύ κιθάρας και σόλο (ang anglais, bassoon, oboe, hom κ.λπ.). Να υπάρχει μια σταθερή κι επίμονη λούπα του μοτίβου με την ηχητικήν υποστήριξη ολάκερης της λοιπής δομής της ορχήστρας.
Το 3ο μέρος (Allegro Gentile) να θυμίζει μιαν αίθουσα χορού στην οποία θα ηχεί ο συνδυασμός του διπλού και του τριπλού χρονισμού που θα διατηρεί τεταμένο το ρυθμό μέχρι τη τελευταία γραμμή του φινάλε.
Το Concierto de Aranjuez του Rodrigo, είναι από κείνα τα έργα που κάνανε το δημιουργό τους παγκοσμίως διάσημο από τη μια μέρα στην άλλη και συνδέσαν άρρηκτα όνομα κι έργο στη πορεία τόσων ετών. Ο ίδιος ο Rodrigo φαίνεται να ήταν έκπληκτος από την ενθουσιώδη υποδοχή του Concierto: μια 10ετία αργότερα δεν είχε απάντηση στην ερώτηση που έθεσε ένας δημοσιογράφος: «Ποιο είναι και πως μπορεί να συντεθεί το κομμάτι αυτό, που μπορεί να δώσει την ίδια ευχαρίστηση, να προκαλέσει τα ίδια συναισθήματα και να εμπνεύσει τον ίδιο ενθουσιασμό, ανάμεσα σε ένα τόσο διαφορετικό ακροατήριο;» Η εκπληκτική απάντηση του ήτανε: «Για να ‘μια αρκετά ειλικρινής: δεν γνωρίζω. Αν το ήξερα, τότε θα είχε ανακαλύψει την ίδια την επιτυχία, την πανάκεια, τη φήμη που είχα πετύχει με το Concierto, και με άλλα κομμάτια».
Για τη παρουσίαση του κομμάτιού, σαν αναπόσπαστο κομμάτι του άρθρου, επέλεξα κείνη του θαυμάσιου, παγκόσμιου κιθαρίστα Τζων Γουίλλιαμς. Απολαύστε τη: Πρόταση: Ξεκινήστε το μουσικό κομμάτι και διαβάστε το άρθρο όσο παίζει... Π. Χ.
==========================
Κονσιέρτο Ντε Αρανχουέθ: Ροδρίγο
==========================