Βιογραφικό
Ο Σταύρος Καρακάσης γεννήθηκε το 1903 στη Κωνσταντινούπολη, μεγάλωσε κι έζησε στην Αίγυπτο ως το 1958, οπότε εγκαταστάθηκε στην Αθήνα. Πτυχιούχος του Εθνικού Ωδείου, συμμετείχε σε συμφωνικές ορχήστρες της Αιγύπτου και δίδασκε βιολί. Στην Αθήνα εργάσθηκε στο Λαογραφικό Αρχείο Κέντρου Ερεύνης Ελληνικής Λαογραφίας της Ακαδημίας Αθηνών (1959-1969), εκτελώντας μουσικές και λαογραφικές αποστολές σε διάφορες περιοχές της Ελλάδας, τα πορίσματα των οποίων δημοσίευσε στην Επετηρίδα του Λαογραφικού Αρχείου της Ακαδημίας (τομ. 11ος-20ος) και στο Δελτίο της Λαογραφικής Εταιρείας. To 1970 εξέδωσε το βιβλίο "Ελληνικά Μουσικά Όργανα" που θεωρείται απ' τους ειδικούς ως το μοναδικό βιβλίο στο είδος του.
Ήτανε ποιητής, πεζογράφος και μεταφραστής. Το ποιητικό του έργο αποτυπώθηκε στις συλλογές: "Τα Φώτα Της Πόλης" (Κάιρο 1939), "Οραματισμοί" (Κάιρο 1954), "Τα Τραγούδια Του Ατμάν" (Αθήνα 1958), "Πρελούντια & Φινάλε" (Αθήνα 1968), και τα δοκιμιακά έργα: "Η Ζωή Και Το Έργο Του Ν. Νικολαΐδη" (Κάιρο 1953), "Reflexions Sur La Poesie Francaise" (Κάιρο 1956), "Μήνυμα Αγάπης Από Τη Γαλιλαία" (Αθήνα 1960), "Ο Καβάφης" (Αθήνα 1960) "Ο Μαν. Καλομοίρης Κι Ο Κ. Παλαμάς" (Αθήνα 1961).
Το 1955 μεταδόθηκε από το ελληνικό τμήμα του Αιγυπτιακού Ραδιοφωνικού Σταθμού το μονόπρακτο έργο του "Τζαζ". Ασχολήθηκε με μεταφράσεις από τα γαλλικά, τις οποίες δημοσίευσε στο βιβλίο "Ανθολογία Γαλλικής Ποιητικής Πρόζας" (Αθήνα 1967). Μετέφρασε επίσης κείμενα των Λ. Πιραντέλο και Σ. Κουαζίμοντο. Δημοσίευε μεταφράσεις και μελέτες σ' εφημερίδες και περιοδικά. 'Αφησε τη τελευταία του πνοή στο αεροδρόμιο του Παρισιού το 1973, σ' ηλικία 70 ετών.
-------------------------------------------------------------------
Regrets
Οι αίστησες τρελά οργούν το σώμα και ζητάνε
το πύρινο της ηδονής γλυκόπικρο κρασί
κι όλα του κτήνους-ανθρώπου τα ένστικτα ξυπνάνε
και το μερίδιο που 'χουνε γυρεύουν στη ζωή.
Κι ο νους γοργά π' αρμένιζε, με το χρυσό καράβι
στα πέλαγα των όνειρων και των ιδανικών
μάζωξε τα χρυσόπανα, τα όνειρα του θάβει
και να δαμάσει πολεμά τη φόρα των παθών.
Τώρα τα πάθη νίκησε και αρμενίζει ίσια
στης φαντασίας τ' ατέρμονα και μαγικά νερά,
μα άθελα του 'νείρεται τ' ακόλαστα μεθύσια
και κάτι μέσα του θρηνεί, σπαρακτικά, βουβά.
Κάιρο 1926
Της Πολιτείας
Εγώ δε ζω την ήρεμη κι απλή ζωή του κάμπου,
και του αηδονιού δε με ξυπνά το κλάμα την αυγή,
και δεν με λένε τίποτα των δειλινών οι ώρες,
όταν τα ζα γυρνούν σκυφτά κι οι χωριανοί στυγνοί.
Στην πολιτεία, ζω εγώ, με τους φαρδείς τους δρόμους
που ορυγμοί, καπνοί, κλαξόν, ανθρώποι βιαστικοί,
σειρές ατελείωτες, οτό και φώτα, φώτα, φώτα,
μεθούν και δίνουν στη νυχτιά μιαν όψη γιορτινή.
Εγώ βλέπω τα λούλουδα μονάχα σαν στολίδι
στα στήθη της Νινέτ, που στις τρελές μας σουαρέ,
με την φωνή της την βραχνή, πίνοντας καμπανίτη,
θα τραγουδεί κάποιο ταγκό για μας στο σεπαρέ,
ενώ απ' έξω η τζαζ-μπάντ θα παίζει στη ροτόντα
κάποιο φοξ-τρότ με συγκοπές και το γλυκό σαξό
με μπρίο τις βαριασιόν θα κάνει, που τραβούνε,
τα μεθυσμένα από ρυθμούς ζευγάρια στο χορό.
Στην πολιτεία την τρανή, περνώ πια την ζωή μου,
στον πυρετό της κίνησης κι εγώ σα μηχανή,
χωρίς να πλάθω όνειρα και χωρίς να' χω μήτε
ιδανικά ανώτερα που τρέφουν τη ψυχή
στο πρόσωπο μου, τον γλεντζέ η μάσκα έχει χαράξει,
τις αναλλοίωτες, βαθιές και τραγικές γραμμές
και ζω χωρίς το αύριο να καρτερώ το πλάνο
και μήτε το ρομαντικό να νοσταλγώ το χθες.
Soto Voce (III)
Είναι στιγμές σαν βρίσκομαι στους μακρινούς του κάμπους
και η ματιά μου χάνεται στο χρώμα το βαθύ
κι αρμονικό των πράσινων σπαρτών που με χαϊδεύουν
ενώ ο ήλιος απαλά τα γύρω τους φιλεί
στέλνοντας τις ιριδωτές, θερμές χρυσές ακτίνες
τυφλά, σαν όλους τους Θεούς παντού μια προσευχή
αγνή από τα στήθη μου, άθελα αναβρύζει,
ύμνος στο θειο Λογικό που έβαλε σιγή
στην αχαλίνωτη φτωχή κι ακόρεστη καρδιά μου,
κόβοντας τα χιμαιρικά της φαντασίας φτερά.
Κι ακόμα γιατί έσταξε, παντού και σε όλα πάνου
το μύρο της γνώσης, κι έκαμε να βλέπω με χαρά
τ' απλό κι ωραίο μυστήριο της πάντα νέας φύσης,
που τις κρυφές, ψυχικές, δονεί γλυκά χορδές.
Κι έτσι κοιτώ περήφανα το άσημο μου είναι
που ως κάτι τι, συνειδητό πάλλει στις ομορφιές
που ασυνείδητα σκορπά η μάνα γη και ψάλλει
χαρούμενα κι ανώφελα στις λίγες του στιγμές.
Αδιαφορία
Οι πιο φριχτές στιγμές φτάνουν τα βράδυα. Τα βράδυα που τίποτα δεν τα ξεχωρίζει από τ' άλλα, τα ήσυχα, τα όμοια, τα συνηθισμένα. Ούτε ωραία ούτε άσχημα. Είναι μονάχα βράδυα. Ούτε πολύ σκοτεινά, ούτε πολύ φωτεινά. Είναι τόσον απελπιστικά όμοια, που τίποτα δεν τα στολίζει. Κανένα λουλούδι θύμησης. Κανένα κίνημα πάθους ή οργής.
Είναι τα φριχτά, μονότονα, συχαμένα βράδυα.
Σ' αυτά σε τυλίγει η αδιαφορία για όλα. Η αδιαφορία!
Ο πόνος τις πιότερες φορές είναι ευχάριστος. Σου δίνει σαδιστικές ανατριχίλες. Η ανία; Μια κατάσταση που σε σπρώχνει να βρεις κάτι άλλο, κάτι καινούργιο. Η ψυχή κουλουριασμένη, ζητά να ξεφύγει. Η ανία πολλές φορές κρατεί χέρι-χέρι τη νοσταλγία για το άγνωστο.
Η αδιαφορία σου λερώνει την ύπαρξη. Τ' αντικείμενα που ζούνε πάντα μαζί της, δεν την αισθάνονται και γι' αυτό κρατούνε πάντα την ωραιότητα της απάθειας. Η αδιαφορία είναι η πιο μεγάλη δυστυχία για ένα σοφό -δηλητηρίαση από τη σκέψη- κι η πιο μεγάλη ευτυχία για έναν αναίσθητο κι αμόρφωτο. Μια ύπαρξη που γνωρίζει πως τη σκεπάζει η αδιαφορία, δε μπορεί παρά να είναι δυστυχισμένη. Δυστυχισμένη χωρίς καμμιάν ελπίδα γιατρειάς.
Όταν με κυριεύει η αδιαφορία, μοιάζω τον τελευταίον άνθρωπο που κάποτε θα μείνει στη γη μας και θα βλέπει μ' αδιαφορία τα γύρω να νεκρώνουνται. Θα δει το θάνατο όλων των εμψύχων κι αψύχων όντων χωρίς να αισθανθεί καμμιάν ανατριχίλα χαράς ή λύπης.
Η αδιαφορία είναι το νεκρικό σεντόνι που θα σκεπάσει τα πάντα, όταν πάψουνε να υφίστανται.
Η αδιαφορία δεν πηγάζει από το πνέμμα που πάντα ζητά να πετάξει κι ούτε από το σώμα που ζητά να εξελιχθεί. Η αδιαφορία έρχεται από τους πλανήτες που πάψανε να ζούνε. Έρχεται να μας τυλίξει στα τρομερά της δίχτυα, τα βράδυα τα ήσυχα, τα όμοια, τα συνηθισμένα, και μας φέρνει το μήνυμα της ανυπαρξίας.
Κάιρο κάποιο βράδυ Γενάρη...
----------------------------------------------------------------------------------------------
Σημ: Αυτή η ανάρτηση είναι μια ευγενική προσφορά του φίλου Νίκου Καρακάση, τον οποίον ευχαριστώ από βάθους καρδίας!!! Π. Χ.