Πεζά

Ποίηση-Μύθια

Ο Dali & Εγώ

Θέατρο-Διάλογοι

Δοκίμια

Σχόλια-Αρθρα

Λαογραφικά

Ενδιαφέροντες

Κλασσικά

Αρχαία Ελλ Γραμμ

Διασκέδαση

Πινακοθήκη

Εικαστικά

Παγκ. Θέατρο

Πληρ-Σχολ-Επικοιν.

Φανταστικό

Ερ. Λογοτεχνία

Γλυπτ./Αρχιτ.

Κλασσικά ΙΙ

Πινακοθήκη ΙΙ

 
 

Παγκ. Θέατρο 

Ευρυπίδης: Ρήσος: Πανίσχυρο Τραγικό Λαμπάδιασμα

  Βιογραφικό

     Ένας από τους μεγάλους τραγικούς ποιητές της αρχαίας Ελλάδος. Σύμφωνα με πληροφορία που επικράτησε, γεννήθηκε στο 480 π.Χ. στη Σαλαμίνα και, μάλιστα, την ίδια μέρα που κατατροπώθηκε ο στόλος του Ξέρξη. Το πιθανότερο όμως είναι ότι γεννήθηκε στα 485-4, όπως μαρτυρεί, το λεγόμενο Πάριο Μάρμαρο. Σύμφωνα μ' αυτό ήτανε γιός του Μνησάρχου, από τον αττικό δήμο Φλύας στη Κεκρωπία (σημερινό Χαλάνδρι). Πολλοί από τους αρχαίους υποστήριζαν ότι δε καταγόταν από αριστοκρατικό γένος, η δε μητέρα του Κλειτώ συχνά γινόταν στόχος σκωμμάτων από τους κωμικούς ποιητές (Αριστοφάνης κυρίως), επειδή ασκούσε το ταπεινό επάγγελμα της λαχανοπώλιδος. Ωστόσο άλλες πηγές αποδεικνύουν πως η γενιά του, όπως και των παλαιότερων συναδέλφων του, Αισχύλου και Σοφοκλή, ήταν επίσης ευγενής. Ο πατέρας του είχε σημαντική κτηματική περιουσία στη Σαλαμίνα, την οποία μάλιστα ο υιός εξυμνεί σε κάποιο από τα έργα του. 
     Έζησε σε εποχή ακμάζουσα, τον χρυσούν αιώνα του Περικλέους. Κατά τον Φιλόχορο, ο ποιητής έτυχε επιμελημένης αγωγής, όπως δείχνουν τα πνευματικά προϊόντα του. Νεαρός, έλαβε μέρος σ' εορτές, στη γενέτειρά του, σαν ορχηστής και πυρφόρος του Ζωστηρίου Απόλλωνα και διακρινόταν στη πάλη και στη πυγμαχία. Σε αγώνες έλαβε μέρος στο παγκράτιο και στη πυγμή όπου και νίκησε ακόμη και στους Παναθήναιους γυμνικούς αγώνες. Γρήγορα όμως απαρνήθηκε τον αθλητισμό και μίσησε τους αθλητές διότι κατά τον ίδιον "κακών γαρ μυρίων όντων καθ΄ Ελλάδα, ουδέν κάκιον έστιν αθλητών γένος", κι επιδόθηκε στις πνευματικές ασχολίες. Φύσει θεωρητικός, ρέποντας προς τη φιλοσοφία, μελέτησε τα συγγράμματα των παλαιότερων φιλοσόφων και παρακολουθούσε τη διδασκαλία των συγχρόνων του, Αναξαγόρα, Προδίκου, Πρωταγόρα, που εισάγουνε στην Αθήνα το πνεύμα του Ιωνικού διαφωτισμού και το φυσιοκρατικό διαλογισμο. Οι τολμηρές σκέψεις τους, ο σκεπτικισμός τους απέναντι στη λαική θρησκεία, ανησυχούσανε βαθιά τη συντηρητική κοινή γνώμη, που το εξέφραζε με κάθε τρόπο.
     Υπήρξεν επίσης ακουστής (ακροατής) και θαυμαστής των φιλοσόφων Δημόκριτου κι Ηράκλειτου διότι δεν ήταν μόνο μελετηρός αλλά διέθετε μια από τις πιο πλούσιες βιβλιοθήκες. Ασχολήθηκε και με τη ζωγραφική έργα του οποίου παρουσιάσθηκαν στα Μέγαρα, την δε επ' αυτού ιδιοφυΐα μαρτυρούν και πλείστες εικόνες στις τραγωδίες του.
     Σύχναζε στον κύκλο του Σωκράτη, με τον οποίο διατηρούσε μακρά φιλία, ο οποίος, αναφέρεται, μολονότι σπανιότατα πήγαινε στο θέατρο, του άρεσε να παρακολουθεί τα έργα του, κάθε φορά που αυτός παρουσίαζε ένα καινούριο. Είναι φυσικό να άσκησε μεγάλη επίδραση τον Ευρυπίδη η συναναστροφή του με τους σοφούς, στους οποίους όχι λίγα οφείλει η ανάπτυξη της διάνοιάς του κι αυτό συνάγεται κι από τη γνώση που πλούσια είναι διάχυτη σ' όλα τα έργα του. Απ' αυτά φαίνεται, επίσης, πως αν απείχε από την ενεργό πολιτική, πρόσεχε όμως και παρακολουθούσε τα πολιτικά ζητήματα της ημέρας κι είχε μέγιστο ζήλο να διδάξει τις υγιείς πολιτικές θεωρίες του. 
     Κατηγορήθηκε ακόμη κι ως μισογύνης, ενώ το έργο του είναι γεμάτο από γυναικείες μορφές και τις περισσότερες φορές τοποθετεί τη γυναίκα σε υψηλότερο ηθικό επίπεδο από τον άντρα. Αποδοκίμαζε την οχλοκρατία, καταφερόταν όμως και κατά της ολιγαρχίας και των εκπροσώπων την, των πλουσίων και γενικά, των αλαζόνων και των σκληρών και προτιμούσε να επικρατήσει η μέση τάξη των πολιτών, που θεωρεί σωτήρες της πόλης και σταθερούς φύλακες της τάξης. Η φιλοπατρία του είναι φλογερή κι ενθουσιαστική, γι' αυτήν τον εγκωμιάζει ο ρήτωρ Λυκούργος, που διέσωσε μερικούς στίχους του ποιητού, που μαρτυρούν τη πίστη του και την αγάπη του προς τη πατρίδα:

Ώ πατρίς είθε πάντες, οι ναίουσί σε,
ούτω φιλοΐεν ως εγώ και ραδίως
οικοΐμεν αν σε κ' ουδέν αν πάρχοις κακόν

     Επί πλέον δεν αφήνει καμία ευκαιρία, για να καυτηριάσει τους εχθρούς της πατρίδας, τους Λακεδαιμόνιους. Στον οικογενειακό του βίο είχε ατυχήματα, αν κι όσα οι κωμωδοποιοί παρέδωσαν στη δημοσιότητα, δεν είναι και πολύ αξιόπιστα. Λέγεται ότι τη του γυναίκα τη Χοιρίνη την απέπεμψε για ακολασία. Η  γυναίκα του Μελιτώ ήτανε χειρότερη και τον εγκατέλειψε. Είχε 3 γιούς απ' τη 1η του γυναίκα: τον Μνησαρχίδη που 'γινεν έμπορος, τον Μνησίλοχο που 'γινεν υποκριτής, ενώ ο δε τρίτος, Ευρυπίδης επίσης στ' όνομα, παρουσίασε δράματα του πατέρα του, ύστερα από το θάνατό του. Το 408 πηγαίνει στην Αυλή του βασιλιά της Μακεδονίας Αρχέλαου, που όντας φιλόμουσος, προσκαλούσε στη Πέλλα πολλούς ποιητές, λογίους και καλλιτέχνες, για να λαμπρύνει τη βασιλεία του. Εκεί είχε συντροφιά τον επίσης Αθηναίο τραγικό ποιητή Αγάθωνα και τον Τιμόθεο, μουσικό από τη Μίλητο που είχε επηρεάσει την αρμονία των λυρικών μερών στις τραγωδίες του
     Για να τιμήσει το βασιλικό αυτό προστάτη, ο Ευρυπίδης, έγραψε την τραγωδία "Αρχέλαος", όπου εγκωμιάζει τον Ηρακλείδη, σαν ιδρυτή της Μακεδονικής δυναστείας. Ακόμα και οι "Βάκχες" του, λέγεται, γράφτηκαν για να παιχθούν στο θέατρο του Αρχέλαου. Το φθινόπωρο του 407, ο μέγας τραγικός πέθανε στη Μακεδονία κι ετάφη εκεί. Λέγεται, ότι τον κατασπάραξαν άγρια σκυλιά, αλλά αυτό μπορεί και να 'ναι φανταστικό. Όταν μαθεύτηκε το γεγονός στην Αθήνα, πως πέθανε ο τραγικότερος των τραγικών κατά τον Αριστοτέλη, ο κόσμος πένθησε. Ο δε Σοφοκλής παρουσιάσθηκε με μαύρο χιτώνα κι εισήγαγε αστεφάνωτους τους υποκριτές και τον χορό κατά την είσοδό τους στο Θέατρο. Όταν ο Αρχέλαος αρνήθηκε να δώσει τα οστά του ώστε να θαφτεί στη πόλη του, ο τάφος του, κοντά στην Αμφίπολη, έγινε προσκυνητήριο των Αθηναίων θαυμαστών του. Κοντά στην Αθήνα, προς τιμή του, ανεγέρθη κενοτάφιο, με το εξής επίγραμμα:

Μνήμα μεν Ελλάς άπασα Ευριπίδου, δ' ισχύει
Γη Μακεδών η γαρ δέξατο τέρμα βίου,
Πατρίς δ, Ελλάδος Ελλάς, Αθήναι, πλείστα δε Μούσαις
Τέρψας, εκ πολλών και τον έπαινον έχει.
 

Όλη η Ελλάδα είναι μνημείο του Ευρυπίδη·
αλλ' έχει τα κόκαλά του η μακεδονική γη.
Η Αθήνα είναι η πατρίδα του, η Ελλάδα της Ελλάδας·
πολλούς οι Μούσες του εύφραναν, πολλή του κι η τιμή
.

 

     Αργότερα, με πρόταση του ρήτορος Λυκούργου, στήθηκε στο θέατρο Διονύσου ο χάλκινος ανδριάντας του. Κατά τη παράδοση, ήτανε σκυθρωπός, σκεπτικός και σπάνια γελούσε. Είχε, δηλαδή, την αυστηρή φυσιογνωμία πιο πολύ ενός λεπτολόγου ηθικολόγου, παρά τη δημιουργική ευθυμία του θεόπνευστου ποιητή. Εκτός από ένα επινίκιο που 'γραψε για τον Αλκιβιάδη, όταν είχε νικήσει σ' αρματοδρομίες και μιαν ελεγεία για τους Αθηναίους που πέσανε στις Συρακούσες, στη καταστρεπτική κείνη εκστρατεία, (415–3 π.Χ.), έγραψε 92 δράματα και 3 τετραλογίες, από τις οποίες, ελάχιστες διασώθηκαν. Στο πίσω μέρος του ανδριάντα, που βρίσκεται στο Μουσείο του Λούβρου κι ο Ευρυπίδης παρίσταται καθήμενος, αναγράφονται με αλφαβητική σειρά 37 δράματά του μέχρι του "Ορέστη". Σε μας έφθασαν μόνο 19, ανάμεσα τους κι ένα σατιρικό, ο "Κύκλωψ".



     Ο Ευρυπίδης, σα νεωτεριστής, προκαλούσε συχνά τις επιφυλάξεις των καθιερωμένων, των κριτών και των συντηρητικών. Η νεολαία όμως τον υπεραγαπούσε και τον αποκαλούσε σοφότατο. Το έργο του είναι σφραγισμένο από δύο πολύ σημαντικές περιόδους τις αρχαιότητας. Από τη λαμπρή εποχή πριν τον Πελοποννησιακό Πόλεμο που η τραγωδία έχει φτάσει στην ακμή της με τον Αισχύλο και τον Σοφοκλή αλλά και τη περίοδο του Πελ. Πολ. όπου δημιουργεί μεγάλο μέρος του έργου του, αμφισβητώντας τις καθιερωμένες αξίες. Πράγμα που τον κάνει καινοτόμο και νεωτεριστή, ιδιαίτερα αγαπητό στους νέους, αλλα άξιο για χλευασμό και κατασυκοφάντηση από τους συντηρητικούς.
     Ξεμακραίνει από τους προκατόχους του και στη μορφή και στο περιεχόμενο αλλά και στους στόχους. Ανήσυχο, αδέσμευτο πνεύμα που βρίσκεται σε μια διαρκή αναζήτηση για νέες μορφές έκφρασης, μουσικές γραμμές, τρόπους πραγμάτωσης της τραγωδίας. Παρουσιάζει τα εξής χαρακτηριστικά:
   α). Στη θέση των διαλογικών προλόγων του Σοφοκλή, έχει μακρότατους μονόλογους, τους οποίους κάποιος ήρωας ή θεός απαγγέλλει μονότονα σ' όλες σχεδόν τις τραγωδίες του. Σ' αυτούς αφηγείται όχι μόνο ό,τι προηγήθηκε μέχρι εκείνο το σημείο, αλλά μερικές φορές προλέγει και τη πορεία όλης της τραγωδίας.
   β). Παρεμβάλλει πολλά γνωμικά κι αποφθέγματα, γι' αυτό κι ονομάστηκε "από σκηνής φιλόσοφος".
   γ). Πολλές φορές τόσο πολύ περιπλέκει την υπόθεση, ώστε αναγκάζεται, για να δώσει κάποια λύση, να χρησιμοποιήσει τον "από μηχανής θεό". Νεωτερισμός που είναι καθαρά δικής του επινόησης.
     Γι' αυτούς τους νεωτερισμούς του, που ήταν δυσκολοχώνευτοι στους γηραιότερους Αθηναίους, δε βραβεύτηκε παρά μόνο 4 φορές από τις 22 που πήρε μέρος σε δραματικούς αγώνες. Ο Αριστοφάνης τον κοροϊδεύει λέγοντάς τον πτωχοποιόν, ρακιοσυρραπτάδην και στωμυλιοσυλλεκτάδην κι ακόμα δικανικών ρηματίων ποιητήν με το πρόσχημα ότι αφαίρεσε την ιδανική μεγαλειότητα από τους ήρωες και τις ηρωίδες του και παρουσίασε τα πρόσωπά του με υπερβολική μεγαλοστομία, πράγμα που δεν ταιριάζει στη τραγωδία. Στις κατηγορίες αυτές όμως δεν πρέπει να δίνει κανείς μεγάλη σημασία, γιατί είναι γνωστό το πάθος του εναντίον του Ευρυπίδη, τον οποίο δε διστάζει να γελοιοποιεί και να διαβάλλει και μετά το θάνατό του. Το μίσος του κωμικού ξεκινά από τις νεοτεριστικές τάσεις, που ο τραγικός παρουσιάζει στο έργο του.
      Ο Ευρυπίδης εξευγένισε την αττική γλώσσα και τη κατέστησε μουσική κι ευκολονόητη, ενώ συγχρόνως την ανύψωσε πιο πάνω από την αγοραία και ταπεινή γλώσσα των ακαλλιέργητων ανθρώπων. Με τη γλώσσα του αυτή καταγοήτευσε τα πλήθη των ακροατών του. Ιδιαίτερη αξία έχουν τα χορικά του, τα οποία οι αρχαίοι τιμούσαν πολύ. Είναι γνωστό ότι οι αιχμάλωτοι Αθηναίοι στη Σικελία τραγουδώντας τα χορικά του, τόσο συγκίνησαν τους δεσμοφύλακές τους, ώστε άλλοι απ' αυτούς πήραν τροφή και νερό κι άλλοι την ελευθερία τους. Παρόλα αυτά οι κριτές μόνο 5 φορές του έδωσαν τα πρωτεία, ενώ στο Σοφοκλή 20 και στον Αισχύλο 14. Για πρώτη φορά νίκησε το 411 π.Χ.


     Τα διασωθέντα 19 έργα του από τους 81 γνωστούς τίτλους είναι:

"'Αλκηστις"                        438 π.Χ.
"Ανδρομάχη"                      420 π.Χ.
"Βάκχαι"                            άγνωστο
"Εκάβη"                             425 π.Χ.
"Ελένη"                             412 π.Χ.
"Ηλέκτρα"                          413 π.Χ.
"Ηρακλείδαι"                       417 π.Χ.
"Ηρακλής Μαινόμενος"          424 π.Χ.
"Ικέτιδες"                          420 π.Χ.
"Ιππόλυτος"                       428 π.Χ.
"Ιφιγένεια Εν Αυλίδι"            άγνωστο
"Ιφιγένεια Εν Ταύροις"         άγνωστο
"Ίων"                                412 π.Χ.
"Κύκλωψ"                          άγνωστο  (το μοναδικό σατιρικό)
"Mήδεια"                            431 π.Χ.
"Ορέστης"                          408 π.Χ.
"Ρήσος"                             453 π.Χ.
"Τρωάδες"                          415 π.Χ.
"Φοίνισσαι"                         408 π.Χ.

     Σώθηκαν ακόμα κι αρκετά αποσπάσματα από άλλες τραγωδίες του, όπως της "Αντιγόνης" (200 στίχοι), της "Υψιπύλης" (500 στίχοι), του "Φαέθοντα" (300 στίχοι), της "Μελανίππης" (100 στίχοι) κ.ά.

=================

                                     Ρήσος

ΠΡΟΣΩΠΑ

ΧΟΡΟΣ (Στρατιώτες της Τροίας)

ΕΚΤΟΡΑΣ
ΑΙΝΕΙΑΣ
∆ΟΛΩΝΑΣ
ΑΓΓΕΛΙΑΦΟΡΟΣ
ΡΗΣΟΣ (Ο βασιλιάς της Θράκης)
Ο∆ΥΣΣΕΑΣ
∆ΙΟΜΗ∆ΗΣ
ΑΘΗΝΑ
ΠΑΡΗΣ
ΗΝΙΟΧΟΣ (Ηνίοχος του Ρήσου)
ΜΟΥΣΑ (Μητέρα του Ρήσου)
 
                                                  ΥΠΟΘΕΣΗ

     Κατά τη διάρκεια του Τρωικού πολέµου, ο Έκτορας επανειληµµένα έχει στείλει µηνύµατα στο βασιλιά της Θράκης Ρήσο να έρθει µε το στρατό του για να βοηθήσει την Τροία. Εκείνος µπλεγµένος σε άλλες πολεµικές επιχειρήσεις, καθυστερεί, τελικά έρχεται ένα βράδυ µε όλο του το στρατό κι είναι αποφασισµένος την επόµενη µέρα να συντρίψει τους Αχαιούς. Αλλά στέκεται άτυχος. Εκείνο το βράδυ µπαίνει κρυφά ο Οδυσσέας µε τον ∆ιοµήδη µες στο στρατόπεδο των Τρώων και χωρίς να τον δει κανείς, σκοτώνει τον Ρήσο καθώς είχε ξαπλώσει για να ξεκουραστεί.

   (Ο Χορός, Τρώες στρατιώτες, προχωρά προς τη σκηνή του Έκτορα, για να τον ειδοποιήσει για κάποιες φωτιές που 'δε στο στρατόπεδο των Ελλήνων)
 
ΧΟΡΟΣ
Πάµε προς τη σκηνή του Έκτορα. Να εδώ είναι! 'Αραγε είναι άγρυπνος κάποιος από τους υπασπιστές ή τους φρουρούς του βασιλιά; Να µάθει τα νέα από τους σκοπούς που φυλάνε το στρατόπεδο την τέταρτη βάρδια της νύχτας;
 -Σήκωσε το κεφάλι σου, ξύπνα, άνοιξε τα µάτια σου, άσε το στρώµα σου. Γιατί πρέπει ν' ακούσεις.
ΕΚΤΟΡΑΣ
Ποιός είναι; Είναι γνωστή η φωνή. Ποιός είναι; Ποιό είναι το σύνθηµα; Πες το. Ποιοί ήρθαν εδώ µες στη νύχτα; Μίλα µου.
ΧΟΡΟΣ
Οι σκοποί είµαστε.
ΕΚΤΟΡΑΣ
Και γιατί κάνετε τόσο θόρυβο;
ΧΟΡΟΣ
Μη φοβάσαι.
ΕΚΤΟΡΑΣ
∆ε φοβάµαι. Μήπως κάποια παγίδα έγινε µες στη νύχτα;
ΧΟΡΟΣ
Όχι.
ΕΚΤΟΡΑΣ
Τότε γιατί αφήσατε τις σκοπιές σας; Γιατί αναστατώνετε το στράτευµα µέσα στη νύχτα; ∆εν ξέρεις ότι είµαστε κοντά στο στρατόπεδο των Αργείων και τώρα αναπαυόµαστε ντυµένοι τα όπλα µας;
ΧΟΡΟΣ
Πάρε τα όπλα σου Έκτορα. Πήγαινε στους συµµάχους, δώσε σύνθηµα να ετοιµαστούν κι αυτοί. Ξύπνα τους. Στείλε κάποιους να πουν στους άντρες σου ότι πρέπει να ετοιµάσουν τα γρήγορα άλογα. Ποιός θα πάει στον γιο του Πανθόου; Ποιός στον γιο του Ευρώπα, τον αρχηγό των Λυκίων; Πού είναι οι ιερείς για τις θυσίες; Πού είναι οι Φρύγοι τοξοφόροι κι οι αρχηγοί των ακοντιστών; Όλοι να ετοιµάσουν βέλη και τόξα.
ΕΚΤΟΡΑΣ
'Αλλα από τα λόγια σου είναι τροµακτικά κι άλλα ενθαρρυντικά. ∆ε µιλάς καθαρά. Μήπως σας τρόµαξε ο γιος του Κρόνου, ο Πάνας, µήπως σας µαστίγωσε; 'Αφησες τη σκοπιά σου και κάνεις αναταραχή. Τί έχεις να πεις; Τί να πω πως µου ανάγγειλες; Γιατί δεν µίλησες ξεκάθαρα.
ΧΟΡΟΣ
Ανάβουν φωτιές οι Αργείοι, Έκτορα, µες στη µαύρη νύχτα και φωτίζουν έτσι τα γρήγορα πλοία τους εκεί που τα έχουν αράξει. Όλο το στράτευµα έχει µαζευτεί στη σκηνή του Αγαµέµνονα, φωνάζουν όλοι και ζητούν διαταγές. Μέχρι τώρα ποτέ δεν υπήρξε τόση φασαρία στο στρατόπεδό τους. Υποπτεύοµαι ότι κάτι καινούργιο σχεδιάζουνε τώρα Έκτορα γι' αυτό ήρθα να σου φέρω το µήνυµα γρήγορα µη µε κατηγορήσεις µετά.
ΕΚΤΟΡΑΣ
Καλά έκανες κι ήρθες έγκαιρα, αν κι αυτά τα µαντάτα είναι κακά. Αποφάσισαν να φύγουν οι Αργείοι µες στο σκοτάδι της νύχτας για να ξεφύγουν από τα µάτια µας πιο εύκολα. Οι φωτιές µες στη νύχτα αυτή την υποψία µου βάζουν. Αχ θεέ µου! Που αποφάσισες να µου στερήσεις, όπως από τα νύχια του λιονταριού το θήραµα, τη ικανοποίηση να νικήσω τους Αργείους. ∆εν µε άφησες να τους συντρίψω, να τους λιώσω µε το κοντάρι µου όλους. Αν δεν τέλειωνες τη µέρα γρήγορα, εγώ δεν θα σταµατούσα. Θα τους έκαιγα τα καράβια Θα έµπαινα µέσα στις σκηνές τους να τους σκοτώσω όλους µε τα χέρια µου. Έτοιµος ήµουνα. Έπρεπε να συνεχίσω και τη νύχτα. Παραδοµένος στη θεόσταλτη ορµή µου που θα έφερνε τη νίκη. Οι σοφοί όµως κι οι µάντεις που ξέρουνε τα θεϊκά σχέδια µε πείσαν να περιµένω να χαράξει και τότε που θα 'βλεπα να καταστρέψω τους Αχαιούς. Να τώρα αυτοί φεύγουν! Τους σοφούς µου ξεγέλασανε. Κι ένας δραπέτης τα καταφέρνει καλύτερα τη νύχτα. Τώρα πρέπει να βιαστώ να δώσω διαταγές. Γρήγορα! Να σηµάνει εγερτήριο, να ντυθούν όλοι τα όπλα τους. Να ξυπνήσουν. Να τους προφτάσουµε. Και άλλους να τους χτυπήσουµε καθώς θα µπαίνουν στα καράβια τους να βάψουν µε το αίµα τους τις σχοινένιες σκάλες κι άλλους να τους πιάσουµε µε λάσο. Να τους κάνουµε δούλους να µας σκάβουν τα χωράφια.
ΧΟΡΟΣ
Έκτορα, βιάζεσαι ενώ δεν ξέρεις τι κάνουν. ∆εν ξέρουµε αν φεύγουν.
ΕΚΤΟΡΑΣ
Και τότε γιατί να ανάβουν φωτιές;
ΧΟΡΟΣ
∆εν ξέρω. Μου φαίνονται ύποπτες και φοβάµαι.
ΕΚΤΟΡΑΣ
Όλα θα τα φοβάσαι, αν φοβάσαι τις φωτιές.
ΧΟΡΟΣ
Τόσες πολλές ποτέ δεν έχουν ανάψει.
ΕΚΤΟΡΑΣ
Αλλά ούτε έπαθαν πριν ότι έπαθαν από µένα χτες.
ΧΟΡΟΣ
Ναι εσύ τους τα έκανες. Σκέψου και τώρα τι να κάνεις.
ΕΚΤΟΡΑΣ
Πρέπει να πάρουµε τα όπλα και να τους επιτεθούµε.

    (Εµφανίζεται ο Αινείας)

ΧΟΡΟΣ
Έρχεται µε πολλή βιασύνη ο Αινείας. Κάτι νέο θα µας πει.
ΑΙΝΕΙΑΣ
Έκτορα, για ποιο λόγο ήρθαν οι φρουροί µες στη νύχτα φωνάζοντας φοβισµένοι και ξεσηκώνεται ο στρατός;
ΕΚΤΟΡΑΣ
Αινεία, µην αργείς, φόρεσε την πανοπλία σου.
ΑΙΝΕΙΑΣ
Tί συµβαίνει; Έκαναν κάτι δολερό οι εχθροί µέσα στο σκοτάδι;
ΕΚΤΟΡΑΣ
Φεύγουν οι Αχαιοί και πάνε στα πλοία τους.
ΑΙΝΕΙΑΣ
Από κάτι συγκεκριµένο το κατάλαβες;
ΕΚΤΟΡΑΣ
Όλη τη νύχτα ανάβουν φωτιές και µου φαίνεται ότι δεν θα περιµένουν να ξηµερώσει. Φέγγουν στους κωπηλάτες τους και πάνε στην πατρίδα τους αφήνοντας τη γη µας.
ΑΙΝΕΙΑΣ
Κι εσύ γιατί πήρες τα όπλα σου; Τί θα κάνεις;
ΕΚΤΟΡΑΣ
Καθώς θα τρέχουν να µπουν στα καράβια τους θα τους επιτεθώ µε τις λόγχες. Γιατί είναι ντροπή και λάθος µας να τους αφήσουµε να φύγουν χωρίς µάχη αυτούς που µας έκαναν τόσο κακό.
ΑΙΝΕΙΑΣ
Μακάρι να ήξερες να σκέφτεσαι όπως ξέρεις να πολεµάς. Αλλά κανείς δεν έχει γεννηθεί που να τα γνωρίζει όλα. 'Αλλο χάρισµα έχει ο καθένας µας Έκτορα. Εσύ να πολεµάς ξέρεις, και άλλοι να σκέφτονται το σωστό. Εσύ όταν έµαθες ότι άναψαν φωτιές και ξεσηκώθηκες και παίρνεις το στρατό να περάσεις από τα βαθιά χαντάκια που δεν θα βλέπεις µέσα στη νύχτα. Και πές πως τα πέρασες τα χαντάκια. Αν δεν τους βρεις να φεύγουν αλλά να είναι ενάντιά σου, θα νικηθείς και θα µείνεις εκεί. Γιατί πως θα περάσει πάλι τα χαντάκια και πως θα διασχίσουν τα άρµατα τα στενά γεφύρια χωρίς να σπάσουν οι τροχοί τους; Αλλά και πάλι αν νικήσεις θα πρέπει να παλέψεις µε τον γιο του Πηλέα, που δεν θα σ' αφήσει να βάλεις φωτιά στα καράβια τους ούτε να πιάσεις τους Αχαιούς, όπως νοµίζεις. Γιατί είναι πολύ δυνατός πολεµιστής. Εγώ λέω πως πρέπει να αφήσουµε το στρατό µας να ξεκουραστεί από την κούραση της µάχης και να στείλουµε κάποιον κατάσκοπο, όποιον θέλει να πάει. Αν όντως ετοιµάζονται να φύγουν τότε να τους επιτεθούµε αιφνιδιαστικά. Αλλά αν οι φωτιές τους είναι απάτη τότε πρέπει να το σκεφτούµε. Αυτή είναι η γνώµη µου, Έκτορα.
ΧΟΡΟΣ
Μου φαίνονται σωστά αυτά που λέει. Σκέψου τα και άλλαξε γνώµη. Γιατί δεν µ' αρέσουν οι αποκοτιές των στρατηγών. Τι καλύτερο από το να πάει κάποιος στα καράβια τους να δει τι είναι αυτές οι φωτιές κοντά στα αγκυροβόλια;

(Ο Έκτορας προς τον Αινεία)

ΕΚΤΟΡΑΣ
Αφού έτσι λέτε όλοι, έτσι να γίνει. Πήγαινε τώρα και καθησύχασε τους συµµάχους µας. Αν ακούσει όµως ο στρατός εγερτήριο, να ετοιµαστεί γρήγορα. Θα στείλω κατάσκοπο στους εχθρούς κι όταν καταλάβουµε τις κινήσεις τους, εσύ θα τα ακούσεις όλα και θα ξέρεις τι κάνουν. Αν όµως ανοίγουν τα πανιά τους για να φύγουν περίµενε να ακούσεις τις σάλπιγγες. ∆εν θα καθυστερήσω τότε. Θα πέσω πάνω στα καράβια τους µες στη νύχτα και θα τους καταστρέψω.
ΑΙΝΕΙΑΣ
Αυτό είναι το σωστό. Στείλε τον κατάσκοπο. Γρήγορα. Κι αν µε χρειαστείς, θα σταθώ δίπλα σου.

    (Ο Αινείας φεύγει)

ΕΚΤΟΡΑΣ
Ποιός από σας που άκουσε θέλει να πάει κατάσκοπος στα καράβια; Ποιός θα βοηθήσει να σωθεί η πατρίδα; Ποιός θα δεχτεί; ∆εν θα µπορέσω µόνος µου τη πατρίδα και τους συµµάχους να υπηρετώ.
 
   (Μπαίνει ξαφνικά ο ∆όλωνας)
 
∆ΟΛΩΝΑΣ
Εγώ για την πατρίδα µου, δέχοµαι αυτόν τον κίνδυνο. Να συρθώ µέχρι τα καράβια των Αχαιών κρυφά να µάθω όλα τα σχέδια που κάνουν και να έρθω πίσω να στα πω. Μπορώ να το κάνω αυτό.
ΕΚΤΟΡΑΣ
Ταιριάζεις µε το όνοµά σου γενναίε πατριώτη ∆όλωνα. Τον δοξασµένο οίκο σου, τώρα τον κάνεις πιο ένδοξο. 
∆ΟΛΩΝΑΣ
Θα πάω λοιπόν. Και η αµοιβή µου θα είναι αντάξια. Γιατί η αµοιβή της παλικαριάς δίνει διπλή χαρά. 
ΕΚΤΟΡΑΣ
Είναι δίκαιο. ∆εν έχω αντίρρηση. Όρισε εσύ την αµοιβή σου. Εκτός απ' τα σκήπτρα µου βέβαια. 
∆ΟΛΩΝΑΣ
∆εν θέλω τα σκήπτρα σου που σώζουν την πόλη µας. 
ΕΚΤΟΡΑΣ
Ζήτα για γυναίκα σου την κόρη του Πρίαµου. 
∆ΟΛΩΝΑΣ
∆εν θέλω να συγγενέψω µε πιο πλούσιους από µένα. 
ΕΚΤΟΡΑΣ
Αν ζητήσεις χρυσάφι, θα το πάρεις. 
∆ΟΛΩΝΑΣ
Κι εγώ έχω. ∆εν είµαι φτωχός. 
ΕΚΤΟΡΑΣ
Τι θέλεις απ' όλα αυτά που έχει η Τροία; 
∆ΟΛΩΝΑΣ
Θα µου δώσεις την αµοιβή µου, όταν νικήσεις τους Αχαιούς.
ΕΚΤΟΡΑΣ
Θα στο δώσω. Να το ζητήσεις. Εκτός από τους αρχηγούς τους. 
∆ΟΛΩΝΑΣ
Αυτούς σκότωσέ τους. ∆εν σου ζητώ να λυπηθείς το Μενέλαο.
ΕΚΤΟΡΑΣ
Θέλεις τον Αίαντα; 
∆ΟΛΩΝΑΣ
Καλοαναθρεµµένα χέρια δεν κάνουν για το όργωµα. 
ΕΚΤΟΡΑΣ
Θέλεις κάποιον από τους Αχαιούς ζωντανό για να ζητήσεις λύτρα; 
∆ΟΛΩΝΑΣ
Σου είπα και προηγούµενα. Χρυσάφι έχω.
ΕΚΤΟΡΑΣ
Θα είσαι µπροστά στη µοιρασιά. Ό,τι ζητήσεις θα το πάρεις.
∆ΟΛΩΝΑΣ
Τα λάφυρα να τα αφιερώσεις στους ναούς. 
ΕΚΤΟΡΑΣ
Τί περισσότερο θες να µου ζητήσεις; 
∆ΟΛΩΝΑΣ
Τα άλογα του Αχιλλέα θέλω! Αφού παίζω κορώνα γράµµατα τη ζωή µου πρέπει να αξίζει κι η αµοιβή.
ΕΚΤΟΡΑΣ
Αυτά που λαχταρώ κι εγώ θέλεις. Γεννηµένα από αθάνατους γονιούς κι αυτά είναι αθάνατα. Που µεταφέρουν το γιο του Πηλέα τον πολεµόχαρο. Τα δάµασε ο Ποσειδώνας και του τα 'δωσε δώρο -όπως λένε- του Πηλέα. Αλλά θα κρατήσω τον όρκο µου ∆όλωνα. Θα στα δώσω δικά σου. Θα είναι το πιο ένδοξο στολίδι στο σπίτι σου. Το άρµα του Αχιλλέα!
∆ΟΛΩΝΑΣ
Σύµφωνοι. Θα το έχω καύχηµα ότι οι Τρώες µου έδωσαν το καλύτερο βραβείο αντάξιο της παλικαριάς µου. Κι εσύ Έκτορα µην ζηλεύεις. Υπάρχουν κι άλλα αµέτρητα που θα σε κάνουν να καµαρώνεις, εσύ που είσαι άρχοντας. 
ΧΟΡΟΣ
Μεγάλος αγώνας, µεγάλο τόλµηµα. Μακάριος θα είσαι αν πετύχεις. Αυτή η προσπάθεια είναι ένδοξη. Θα γίνεις γαµπρός βασιλιάδων. Αυτά που έχουν αποφασισθεί από τους θεούς θα τα φροντίσει η ∆ίκη όσα δε από τους ανθρώπους, µου φαίνονται τέλεια καµωµένα.
 
∆ΟΛΩΝΑΣ
Να πηγαίνω τώρα για το σπίτι µου να ντυθώ κατάλληλα και από εκεί κατ' ευθείαν στα καράβια των Αργείων.
 
ΧΟΡΟΣ
Γιατί; Τι άλλα ρούχα θα βάλεις;
 
∆ΟΛΩΝΑΣ
Αυτά που πρέπει να φορέσω για το έργο που πάω να κάνω.
 
ΧΟΡΟΣ
Από σοφό άνδρα µαθαίνουµε σοφά πράγµατα.
Πως θα ντυθείς;
 
∆ΟΛΩΝΑΣ
Θα φορέσω τοµάρι λύκου. Το στόµα του θα το ταιριάξω µε το στόµα µου, τα πόδια και τα χέρια µου στα πόδια του θα βάλω, θα περπατάω στα τέσσερα, θα είµαι ίδιος λύκος όταν περνάω απ' τα χαντάκια και φτάνω στα καράβια τους. Στον υπόλοιπο δρόµο που δεν θα µε βλέπει κανείς εκεί θα περπατάω στα δυο µου πόδια. Με αυτό τον τρόπο θα τους ξεγελάσω.
 
ΧΟΡΟΣ
Μακάρι να σε προστατεύει ο γιος της Μαίας στο δρόµο που θα πηγαίνεις και θα γυρνάς µια και είναι ο προστάτης των οδοιπόρων. Άρχισε το έργο σου τώρα - να είσαι καλότυχος.
 
∆ΟΛΩΝΑΣ
Θα σωθώ και θα γυρίσω πίσω και θα φέρω το κεφάλι του Οδυσσέα ή του γιου του Τυδέα του ∆ιοµήδη σαν σηµάδι για σένα να πεισθείς ότι ανέβηκα στα πλοία των Αργείων. Θα το κάνω πριν ανατείλει.
 
(Φεύγει ο ∆όλωνας)
 
ΧΟΡΟΣ
Θεέ της Θύµβης και της ∆ήλου - Θεέ λατρευόµενε στους ναούς της Λυκίας, Απόλλωνα, σκέψη του ∆ία, έλα µε τα τόξα σου, φτάσε µέσα στη νύχτα, και γίνε οδηγός και σωτήρας στο παλικάρι που φεύγει. Βοήθα τους Τρώες, παντοδύναµε και της Τροίας τα µεγάλα τείχη που εσύ όρθωσες.
Βοήθα τον να πάει να δει τα καράβια και το στρατό τον Ελληνικό και να γυρίσει πάλι στην χώρα του το Ίλιον. Να ανεβεί στου νικηµένου Αχιλλέα το άρµα - δώρο του Ποσειδώνα κάποτε στον Πηλέα.
Για τη γη και τα σπίτια µας τόλµησε µόνος του να πάει στα καράβια. Θαυµάζω το θάρρος του. Σπάνια µένει πιστή η καρδιά των αγαθών πολιτών όταν σαν καράβι σε φουρτουνιασµένα κύµατα παραδέρνει η πόλη. Όµως να ένας από τους Φρύγες µε θάρρος γιγαντώθηκε µε τα όπλα του. Κανείς από τους συµµάχους της Τροίας δεν µας ντροπιάζει. Ποιον Αχαιό - δίπλα στα καράβια τους θα χτυπήσει ο ∆όλωνας ντυµένος σαν λύκος και περπατώντας στα τέσσερα;
Αχ, να σκότωνε το Μενέλαο ή τον Αγαµέµνονα και να έφερνε το κεφάλι τους στα χέρια της Ελένης, να τον κλάψει αυτόν που µέσα στην πόλη µας και µέσα στα σπίτια µας έφτασε µε στρατό από χίλια καράβια.
 
(Μπαίνει ένας βιαστικός βοσκός - αγγελιοφόρος)
 
ΑΓΓΕΛΙΑΦΟΡΟΣ
Βασιλιά! Βασιλιά! Τέτοιες αγγελίες να φέρνω πάντα στους άρχοντες σαν κι αυτή που φέρνω σε σένα.
 
ΕΚΤΟΡΑΣ
Μερικές φορές οι βοσκοί κάνουν άλλα από αυτά που πρέπει. Είσαι βοσκός και ήρθες στο στρατόπεδο να πεις στον αρχηγό για κοπάδια; ∆εν ξέρεις που είναι το παλάτι του πατέρα µου για να πας να του πεις ότι τα ζώα είναι καλά;
 
ΑΓΓΕΛΙΑΦΟΡΟΣ
Είµαστε άξεστοι οι βοσκοί, συµφωνώ. Όµως σου φέρνω ευχάριστα µαντάτα.
 
ΕΚΤΟΡΑΣ
Σταµάτα να λες για πρόβατα και κοπάδια. Κρατάµε όπλα στα χέρια µας για να κάνουµε πόλεµο.
 
ΑΓΓΕΛΙΑΦΟΡΟΣ
Για πόλεµο και για όπλα ήρθα να σου πω! Ένας φίλος και σύµµαχος έρχεται µε χιλιάδες στρατό.
 
ΕΚΤΟΡΑΣ
Από πού έρχεται; Ποια χώρα ερήµωσε και φέρνει το στρατό της;
 
ΑΓΓΕΛΙΑΦΟΡΟΣ
Από τη Θράκη. Λέει ότι είναι ο γιος του Στρυµόνα.
 
ΕΚΤΟΡΑΣ
Μου λες ότι ήρθε ο Ρήσος στην Τροία;
 
ΑΓΓΕΛΙΑΦΟΡΟΣ
Τον ξέρεις. Μόνος σου είπες το όνοµά του.
 
ΕΚΤΟΡΑΣ
Και πως έρχεται από τα βουνά της Ίδης και όχι από τον κάµπο και τους δρόµους;
 
ΑΓΓΕΛΙΑΦΟΡΟΣ
∆εν ξέρω να σου πω, αλλά µπορώ να φανταστώ γιατί. Ο κάµπος δεν είναι εύκολος τη νύχτα όταν γνωρίζεις πως είναι γεµάτος εχθρούς. Όµως όλους µας τρόµαξε έτσι που ήρθε µέσα στο σκοτάδι απ' το βουνό σαν θηρίο. Και καθώς προχωρούσε σαν ποτάµι και σήκωνε οχλοβοή εµείς απ' το φόβο σπρώχναµε τα κοπάδια στις κορφές. Γιατί νοµίζαµε πως ήρθανε Αργείοι για να τ' αρπάξουν. Μετά όταν τους ακούσαµε να µιλούν πήραµε θάρρος και εγώ τότε βγήκα µπροστά ρώτησα στη γλώσσα τους τους προποµπούς ποιος είναι ο στρατηγός τους και ποιος τον κάλεσε στην Τροία σύµµαχο. Σταµάτησα να ρωτώ όταν τα έµαθα όλα.
Τότε, βλέπω µπροστά µου τον Ρήσο σαν θεό. Πάνω στο θρακικό του άρµα. Και κρέµονταν απ' τους ώµους του και έλαµπε ασπίδα µε χρυσή ζωγραφιά. Με χρυσαφένιο ζυγό ήταν δεµένα τα άλογά του, κάτασπρα πιο πολύ κι απ' το χιόνι και στα µέτωπά τους είχαν χαραγµένη µια χάλκινη Γοργόνα σαν αυτή που υπάρχει στην ασπίδα της Παλλάδας. Και φορούσαν πολλά κουδούνια. Που µε την κίνηση χτύπαγαν και ο ήχος τους σκόρπιζε τρόµο. Πολύ µεγάλος στρατός, αµέτρητος δεν χωρούσε στο µάτι, σαν ποτάµι ερχόταν. Είχε πολλούς ιππείς και τοξότες και άλλους πολλούς µεγάλο πλήθος ξαρµάτωτοι που φορούσαν τη στολή της Θράκης. Τέτοιος άντρας βασιλιά ήρθε για σύµµαχός σου! ∆εν γλιτώνει τώρα ο γιος του Πηλέα ούτε αν φύγει ούτε αν µείνει και πολεµήσει.
 
ΧΟΡΟΣ
Όταν οι θεοί έρχονται να βοηθήσουν τους θνητούς τότε η συµφορά φεύγει και έρχεται το καλό.
 
ΕΚΤΟΡΑΣ
Τώρα που νικάω και ο ∆ίας βοηθάει τώρα ήρθαν οι φίλοι που δεν τους χρειάζοµαι. Όταν όµως ο Άρης έξαλλος κατάστρεφε τη γη µας έδειξε ο Ρήσος τι φίλος της Τροίας είναι. Ήρθε για το µοίρασµα χωρίς να πολεµήσει χωρίς να πάρει µέρος στο κυνήγι.
 
ΧΟΡΟΣ
Με το δίκιο σου παραπονιέσαι. Όµως δέξου τους γιατί είναι για το καλό µας.
 
ΕΚΤΟΡΑΣ
Αρκετοί είµαστε εµείς που σώζουµε µέχρι τώρα το Ίλιον.
 
ΧΟΡΟΣ
Έχεις πειστεί ότι έχουµε κερδίσει;
 
ΕΚΤΟΡΑΣ
Το πιστεύω. Η µέρα που ανατέλλει θα το αποδείξει.
 
ΧΟΡΟΣ
Βασιλιά, πρόσεχε. Γιατί ο θεός µπορεί πολλά να αλλάξει.
 
ΕΚΤΟΡΑΣ
Μισώ τους φίλους που έρχονται µετά την ανάγκη για να δώσουν βοήθεια. Μια που ήρθε όµως ο Ρήσος, ας κάτσει στο τραπέζι σαν φιλοξενούµενος. Όχι σαν φίλος. Γιατί τη χάρη που του χρωστούσαµε εµείς οι γιοι του Πρίαµου την ξεχρεώσαµε.
 
ΧΟΡΟΣ
Βασιλιά, όταν διώχνεις κάποιον φίλο, τον κάνεις εχθρό.
 
ΑΓΓΕΛΙΑΦΟΡΟΣ
Βασιλιά, και µόνο αν τον δουν οι εχθροί, θα τροµάξουν.
 
ΕΚΤΟΡΑΣ
Καλά τότε. Σωστά µιλάς κι εσύ κι εσύ σωστά µε συµβουλεύεις. Ο Ρήσος - ο χρυσαρµατωµένος όπως λες - ας έρθει σαν σύµµαχος µας να βοηθήσει.
 
(Φεύγει ο αγγελιοφόρος)
 
ΧΟΡΟΣ
Η Αδράστεια, η κόρη του ∆ία ας διώξει το φθόνο από τα λόγια µου και όσα έχω µέσα στην ψυχή µου θα σας πω.
Ήρθες γιε του ποταµού, έφτασες στην αγαπηµένη Τροία. Σε στέλνει η πολυπόθητη µητέρα σου που κατάγεται από την Πιερία, η Μούσα, και ο καλογέφυρος ποταµός, ο Στρυµώνας, που κάποτε, αγκαλιάζοντας το κορµί της µελωδικής Μούσας µε τα νερά του φύτεψε εσένα. Σαν φωτοδότης ∆ίας έχεις έρθει εδώ για χάρη µου µε τα γρήγορα άλογά σου. Τώρα πατρίδα µου, Φρυγία,
µε το θεό βοηθό σου ύµνησε τον Ελευθέριο ∆ία.
Άραγε πότε πάλι η πανάρχαιη Τροία θα γιορτάσει τον έρωτα και του κρασιού το ξεφάντωµα, µε τραγούδια σε γιορτή πολυήµερη; Πότε θ' αφήσουν οι Ατρείδες την Τροία, για να φύγουν πίσω στη Σπάρτη; Ω εσύ φίλε µου, µακάρι για χάρη µου το χέρι σου και το δόρυ σου να πετύχουν πριν φύγεις πάλι.
Έλα, φανερώσου, µε την χρυσή ασπίδα σου, µπροστά στα µάτια του γιου του Πηλέα. Μπροστά στο άρµα του, µε το κοντάρι σου, κάνε να αφηνιάσουν τα άλογά του. Γιατί όποιος µαζί σου τα βάζει ποτέ δεν θα µπορέσει να χορέψει στο ιερό της Αργείτισσας Ήρας. Θα σκοτωθεί στη γη εδώ και θα πάει σφαγµένος από Θρακιώτη.
 
(Μπαίνει ο Ρήσος, µε τη συνοδεία του)
 
Ω! Ω! Μεγάλε βασιλιά! Ω! Θράκη που έθρεψες αυτόν τον αρχηγό δυνατό σαν λιοντάρι! Κοιτάξτε του κορµιού του τη χρυσόδετη δύναµη. Ακούστε πως ηχούν τα κουδούνια της ασπίδας του. Ω Τροία! Σαν θεός είναι αυτός ο πολεµιστής ο γιος του Στρυµόνα και της Μούσας. Για χάρη σου ήρθε να βοηθήσει.
 
ΡΗΣΟΣ
Χαίρε Έκτορα, άξιου πατέρα αντάξιε γιέ. Άρχοντα της Τροίας. Μετά από τόσο καιρό σε χαιρετώ πάλι. Χαίροµαι που νικάς. Που έστησες το στρατόπεδό σου δίπλα στο δικό τους. Ήρθα να τους γκρεµίσω τα τείχη µαζί σου. Να τους τα κάψω τα καράβια τους.
 
ΕΚΤΟΡΑΣ
Γιε της Μούσας και του Στρυµόνα της Θράκης οι διπρόσωποι άνδρες δεν µου αρέσουν. Πάντα αγαπάω την αλήθεια. Από πιο πριν έπρεπε να έρθεις να βοηθήσεις στα βάσανα της Τροίας. Να µην την αφήσεις - όσο µπορούσες - να µείνει γονατισµένη από το αργείτικο δόρυ. Και µη λες ότι δεν στο ζητήσαµε γι' αυτό δεν ήρθες, δεν βοήθησες και δεν µας σκέφτηκες. Γιατί και κήρυκες σου έστειλα και πρέσβεις και χίλια δώρα! Μας πρόδωσες όµως! Συγγενής µας και γείτονας είσαι και µας άφησες στους ξένους! Ένας µικρός άρχοντας ήσουν και σε έκανα µεγάλο βασιλιά της Θράκης µε τα ίδια µου τα χέρια. Τότε στο Παγγαίο, στη γη των Παιόνων και των Θρακών που όρµησα και διέλυσα τη φάλαγγα των εχθρών σου και τη γη τους τη σκλάβωσα και στην έδωσα δώρο µαζί µε το λαό της. Όµως κλώτσησες τη χάρη που σου έκανα και φτάνεις σαν βοήθεια στις δυσκολίες των φίλων όταν έχουν περάσει. Υπήρξαν άλλοι όµως που ήρθαν στο πλευρό µας από την αρχή και χωρίς να έχουµε µάλιστα συγγένεια, και πολλοί απ' αυτούς σκοτώθηκαν και τάφηκαν εδώ δείχνοντας έτσι την αγάπη τους ενώ άλλοι µε τα άρµατα συνεχώς δίπλα µας αντέχουν στα µεγάλα κρύα και στην ζέστη του θεού, δεν µένουν στα κρεβάτια τους όπως εσύ και δεν κάνουν γιορτές. Στα λέω αυτά για να τα ξέρεις γιατί είµαι ελεύθερος και µιλώ κατά πρόσωπο.
 
ΡΗΣΟΣ
Κι εγώ το ίδιο Έκτορα. Ίσια τα λόγια µου. Χωρίς διγνωµία. Σ' εµένα στοίχισε περισσότερο που έλειψα. Πάνω όµως που ετοίµαζα το στρατό µου για να έρθω Σκύθες γείτονες µου άνοιξαν πόλεµο. Και µέχρι τον Εύξεινο τον πήγα το στρατό µου. Εκεί να δεις αίµατα στο χώµα και αφρούς και πτώµατα σωρούς Θράκες και Σκύθες! Αυτά µε εµπόδιζαν να έρθω να βοηθήσω εδώ. Αλλά µόλις τους νίκησα και έπιασα οµήρους τα παιδιά τους και όρισα τους φόρους που θα δίνουν, αµέσως µε τα καράβια πέρασα τα στενά και ήρθα από την ξηρά τον υπόλοιπο δρόµο. Άσε λοιπόν τα ξεφαντώµατα που λες και τα ζεστά κρεβάτια. Μέσα στους παγωµένους βοριάδες, ανάµεσα σε µαστίγια που δέρνουν την ξηρά και τη θάλασσα και φορώντας µόνο τα ρούχα µου ήµουν! Εγώ ξέρω πως άντεξα. Άργησα λοιπόν να έρθω αλλά ήρθα έγκαιρα. ∆έκα χρόνια πολεµάς και δεν τελειώνεις και µέρα µε τη µέρα σε φθείρει ο πόλεµος, σα να τον παίζεις στα ζάρια. Εµένα και µόνο µια µέρα θα αρκέσει να σπάσω τις γραµµές τους και στα καράβια τους πάνω να πέσω να τους καταστρέψω εντελώς. Μέσα σε µια µέρα θα δώσω τέλος στα βάσανα και την εποµένη θα φύγω. Από εσάς κανείς να µη µου δώσει βοήθεια. Μόνος µου θέλω να νικήσω τους Αχαιούς που καυχιόνται. Κι άς έφτασα τελευταίος.
 
ΧΟΡΟΣ
Φίλος είσαι, σα φίλος µιλάς. Ο ∆ίας σε έστειλε. Και µακάρι ο ύψιστος να θέλει να διώχνει τον φθόνο από τα λόγια σου. Από σένα καλύτερο άλλον πολέµαρχο ποτέ τα καράβια των Αργείων δεν έφεραν. Ούτε πριν ούτε τώρα. Πως θα µπορέσει ο Αχιλλέας ή ο Αίαντας να αντικρίσουν το δόρυ σου; Αχ να έβλεπα σήµερα το παντοδύναµο χέρι σου να έπαιρνε λύτρα µε τη λόγχη σου!
 
ΡΗΣΟΣ
Θα το κάνω. Να πληρώσω που έλειψα. Θα είναι η Αδράστεια βοηθός µου. Και όταν σώσω την πόλη, Έκτορα, και διαλέξεις κι εσύ για τους θεούς σας τα λάφυρα τότε µαζί θα πάµε στη γη των Αργείων για ρήµαγµα. Να µάθουν τα βάσανα που φέρνει ο πόλεµος στον τόπο του.
 
ΕΚΤΟΡΑΣ
Εάν τους νικήσουµε, και ζει η Τροία - όπως πριν - µε ασφάλεια θα χρωστώ στους θεους µεγάλη ευγνωµοσύνη. Αυτό όµως για τους Αργείους και το ρήµαγµα της χώρας δεν είναι εύκολο, όπως το λες, µε το κοντάρι.
 
ΡΗΣΟΣ
∆εν λένε ότι ήρθαν εδώ τα πιο δυνατά τους παλικάρια;
 
ΕΚΤΟΡΑΣ
Μεγάλοι πολέµαρχοι όλοι. Και µας δυσκόλεψαν πολύ.
 
ΡΗΣΟΣ
Αν τους σκοτώσουµε αυτούς, θα είναι τα πάντα στα χέρια µας.
 
ΕΚΤΟΡΑΣ
Ας αφήσουµε τα αν. Τα παρόντα κοίτα.
 
ΡΗΣΟΣ
Α, µάλιστα. Σου αρκεί να τους πιάσουµε. ∆εν θέλεις να τους καταστρέψουµε;
 
ΕΚΤΟΡΑΣ
Κυβερνώ µεγάλη χώρα και χωρίς τη δική τους. Αν θέλεις, τώρα, παράταξε το στρατό σου, δεξιά ή αριστερά, όπου θέλεις. Είτε στη µέση, στους συµµάχους ανάµεσα.
 
ΡΗΣΟΣ
Μόνος µου θέλω, Έκτορα, να τους πολεµήσω. Αν όµως ντρέπεσαι να µην πάρεις εσύ µέρος στην πυρπόληση των καραβιών εσύ, που τόσο πολύ παιδεύτηκες όλα αυτά τα χρόνια τότε άσε µε να πολεµήσω τον Αχιλλέα.
 
ΕΚΤΟΡΑΣ
∆εν µπορείς να ρίξεις το κοντάρι σου πάνω του.
 
ΡΗΣΟΣ
Μα λένε πως ήρθε κι αυτός στην Τροία. Έτσι δεν είναι;
 
ΕΚΤΟΡΑΣ
Ήρθε και είναι εδώ. Αλλά δεν πολεµάει. Γιατί είναι πικραµένος µε τους δυο αρχηγούς των Αχαιών.
 
ΡΗΣΟΣ
Και µετά από αυτόν ποιος είναι ο πρώτος στο στράτευµα;
 
ΕΚΤΟΡΑΣ
Ο Αίαντας νοµίζω, είναι ισάξιος. Και ο γιος του Τυδέα, ο ∆ιοµήδης. Κι ο Οδυσσέας ο οποίος είναι πανούργος και πολλά καταφέρνει. Είναι κι αυτός γενναιόκαρδος. Μια νύχτα πολύ µας ταπείνωσε. Γιατί µπήκε κρυφά στο ναό της Αθηνάς, της έκλεψε το άγαλµα και το έφερε στα καράβια τους. Και άλλη µια, πρόσφατα ντυµένος ζητιάνος, µέσα σε κουρέλια, µπήκε κατάσκοπος και µε κατάρες εναντίον των Αργείων µας γέλασε και µετά σκότωσε τους φρουρούς στις πύλες. Μετά ξεγλίστρησε έξω. και όλο γυρνάει γύρω από την πόλη και στήνει ενέδρες στο Θυµβραίο βωµό. Με µεγάλο κακό παλεύουµε.
 
ΡΗΣΟΣ
Ο άντρας ο σωστός δεν καταδέχεται να σκοτώσει εχθρό του µε δόλο. Κτυπά κατά πρόσωπο. Κι αυτόν που εσύ λες ότι στήνει παγίδες και είναι πολυµήχανος θα σ' τον πιάσω ζωντανό και µπροστά στις πύλες θα τον σουβλίσω εγώ. Θα τον αφήσω εκεί, τροφή να γίνει στα όρνεα. Έτσι αξίζει σε ληστή και ιερόσυλο.
 
ΕΚΤΟΡΑΣ
Πηγαίνετε τώρα στις σκηνές σας. Είναι νύχτα. Θα σου δείξω τον τόπο που εκεί µπορεί ο στρατός να περάσει τη νύχτα ξέχωρα απ' τους άλλους. Και το σύνθηµα "Φοίβος" θα δώσω αν χρειαστεί. Να το θυµάσαι και να το πεις στο στρατό σου.
 
(Απευθύνεται στο Χορό)
 
Εσείς τώρα, πιάστε τη θέση σας µπροστά στο στρατό και να είσαστε ξάγρυπνοι να δεχθείτε το ∆όλωνα που πήγε κατάσκοπος. Αν ζει και δεν έπαθε κάτι θα φανεί να έρχεται σύντοµα.
 
(Έκτορας και Ρήσος φεύγουν)
 
ΧΟΡΟΣ
Ποιοι έχουν βάρδια; Ποιοι θα κρατήσουν σκοπιά στη θέση µας; ∆ύουν τ' αστέρια και η εφτάστερη Πούλια. Και στο στερέωµα πετάει ο αετός. Σηκωθείτε. Μην αργείτε. Τώρα πηγαίνετε για τη βάρδια. ∆εν βλέπετε το φως του φεγγαριού που ξεθωριάζει; Κοντεύει η αυγή. Ξηµερώνει. Να ο Αυγερινός που το δείχνει.
Ποιοι κληρώθηκαν για πρώτη βάρδια; Οι Παίονες. Με τον Κόροιβο. Μετά; Οι Παίονες ξύπνησαν τους Κίλικες. Εµάς οι Μυσοί. Ώρα λοιπόν να ξυπνήσουµε τους Λύκιους να φυλάξουν τη βάρδια τους. Ακούτε; Στις όχθες του Σιµόη γλυκοκέλαδη αηδόνα πικροτραγουδάει τη θλίψη της.
Βγάζουν πια στην Ίδη τα κοπάδια για βοσκή. Ακούγονται φλογέρες. Αχ τα κλείνει γλυκά τα µάτια ο ύπνος. Μας τυλίγει γλυκά την ώρα της αυγής.
Μα γιατί δεν έρχεται αυτός που έστειλε ο Εκτορας να κατασκοπεύσει τα πλοία;
Φοβάµαι. Πέρασε αρκετή ώρα. Λες να έπεσε σε ενέδρα και να τον σκότωσαν;
Μπορεί και να έπεσε. Φοβάµαι. Να πάµε να ξυπνήσουµε τους Λύκιους που κληρώθηκαν στην πέµπτη βάρδια.
(Φεύγει ο Χορός. Μετά µε προφύλαξη µπαίνουν ο Οδυσσέας και ο ∆ιοµήδης. Σέρνονται προς τις σκηνές)
 
Ο∆ΥΣΣΕΑΣ
∆ιοµήδη άκουσες; Φάντασµα ήχου είναι ή θόρυβος όπλων;
 
∆ΙΟΜΗ∆ΗΣ
Όχι. Τα άρµατα είναι. Οι σιδερένιοι αρµοί τους. Κι εγώ φοβήθηκα πριν καταλάβω.
 
Ο∆ΥΣΣΕΑΣ
Πρόσεχε µην πέσουµε σε ενέδρα, µέσα στο σκοτάδι.
 
∆ΙΟΜΗ∆ΗΣ
Θα προσέχω.
 
Ο∆ΥΣΣΕΑΣ
Αν ξυπνήσουν οι εχθροί, ξέρεις το σύνθηµα.
 
∆ΙΟΜΗ∆ΗΣ
Ξέρω. "Φοίβος". Άκουσα που το έλεγε ο ∆όλωνας.
 
(Φτάνουν στις σκηνές)
 
Ο∆ΥΣΣΕΑΣ
Α! Βλέπω ότι είναι άδειες οι σκηνές των εχθρών.
 
∆ΙΟΜΗ∆ΗΣ
Όµως ο ∆όλωνας είπε ότι εδώ κοιµάται ο Έκτορας, γι' αυτό και έχω ετοιµάσει το ξίφος µου.
 
Ο∆ΥΣΣΕΑΣ
Που να έχει πάει; Πήρε το στρατό του και πήγε αλλού;
 
∆ΙΟΜΗ∆ΗΣ
Ίσως για να µας ετοιµάσει κάποια ενέδρα.
 
Ο∆ΥΣΣΕΑΣ
Θάρρος, γιατί ο Έκτορας, τώρα που νικάει, έγινε θρασύς.
 
∆ΙΟΜΗ∆ΗΣ
Τι να κάνουµε, Οδυσσέα; ∆εν είναι στη σκηνή, κάναµε λάθος.
 
Ο∆ΥΣΣΕΑΣ
Πάµε γρήγορα πίσω στα καράβια. Γιατί ο θεός σώζει κιόλας αυτόν που βοηθάει. ∆εν πρέπει εµείς να πάµε ενάντια.
 
∆ΙΟΜΗ∆ΗΣ
Να µην πάµε να σκοτώσουµε τον Αινεία ή τον πολυµίσητο Πάρη;
 
Ο∆ΥΣΣΕΑΣ
Πως θα µπορέσουµε να τους ψάξουµε και να τους βρούµε µέσα στη νύχτα και ανάµεσα στο στρατό; Είναι επικίνδυνο.
 
∆ΙΟΜΗ∆ΗΣ
Είναι ντροπή να γυρίσουµε πίσω στα πλοία των Αργείων χωρίς να έχουµε κάνει κανένα καινούργιο κακό στους εχθρούς.
 
Ο∆ΥΣΣΕΑΣ
Πως δεν κάναµε; ∆εν σκοτώσαµε στο λιµάνι τον κατάσκοπο, το ∆όλωνα, και πήραµε αυτό το λάφυρο; Θέλεις όλο το στρατόπεδο ;
 
∆ΙΟΜΗ∆ΗΣ
Έχεις δίκιο. Τώρα ας γυρίσουµε. Ας επιστρέψουµε σώοι.
 
(Ξαφνικά εµφανίζεται η θεά Αθηνά)
 
ΑΘΗΝΑ
Γιατί εγκαταλείπετε το Τρωικό στρατόπεδο και φεύγετε στενοχωρηµένοι, επειδή δεν σας έδωσε ο θεός τον Έκτορα ή τον Πάρη να τους σκοτώσετε; Τώρα έφτασε στην Τροία ο σύµµαχός της, ο Ρήσος, µε όλη του τη µεγαλοπρέπεια. Κι αυτόν τίποτα δεν θα τον σταµατήσει αν ξηµερώσει η µέρα. Ούτε ο Αχιλλέας, ούτε ο Αίαντας. Θα καταλάβει τα αγκυροβόλιά σας, θα γκρεµίσει τα τείχη σας και θα ανοίξει δρόµο να ορµήσει εναντίον σας. Αν τον σκοτώσετε, θα έχετε καταφέρει τα πάντα. Άφησε τον Έκτορα και τη σφαγή του. Γιατί αυτός θα σκοτωθεί από άλλο χέρι.
 
Ο∆ΥΣΣΕΑΣ
Ω δέσποινα Αθηνά! Γνώρισα τη φωνή σου, την ξέρω. Πάντα στις δυσκολίες έρχεσαι για να µε βοηθήσεις. Πές µου, που έβαλε το στρατό του αυτός ο άνδρας, ο Ρήσος, για να περάσει τη νύχτα;
 
ΑΘΗΝΑ
Εδώ κοντά είναι µε το στράτευµά του. Ο Έκτορας τον έβαλε έξω από τις γραµµές του µέχρι να ξηµερώσει. Και τα άλογά του, όλα κάτασπρα, τα έχει δεµένα στο άρµα του. Αστράφτουν µέσα στη νύχτα όπως τα φτερά του κύκνου στο ποτάµι. Λοιπόν, σκοτώστε το Ρήσο και πάρτε το άρµα του, το καλύτερο λάφυρο. Όµοιό του δεν υπάρχει σ' όλη τη γη.
 
Ο∆ΥΣΣΕΑΣ
∆ιοµήδη, ή σκότωσε εσύ το λιοντάρι της Θράκης, ή άστο σε µένα, και φρόντισε για τα άλογα.
 
∆ΙΟΜΗ∆ΗΣ
Εγώ θα τον σκοτώσω. Πάρε τα άλογα εσύ. Γιατί είσαι επιδέξιος και άφθαστος στα κόλπα. Ο καθένας πρέπει να κάνει αυτό που µπορεί καλύτερα.
 
ΑΘΗΝΑ
Βλέπω να έρχεται ο Πάρης προς τα εδώ. Κάποιος φύλακας θα τον ειδοποίησε ότι σαν να είδε πως ήρθαν εχθροί µέσα στο στρατόπεδο.
 
∆ΙΟΜΗ∆ΗΣ
Είναι µόνος του ή έρχεται µε άλλους;
 
ΑΘΗΝΑ
Μόνος του. Μάλλον πάει προς τη σκηνή του Έκτορα για να του πει ότι µπήκαν στο στρατόπεδο κατάσκοποι.
 
∆ΙΟΜΗ∆ΗΣ
∆εν πρέπει να τον σκοτώσουµε;
 
ΑΘΗΝΑ
∆εν µπορείς να κάνεις κάτι περισσότερο από τη µοίρα και δεν είναι γραµµένο να πεθάνει από σένα. Βιάσου να σκοτώσεις αυτόν που ορίστηκες. Εγώ θα σταθώ µπροστά στην Αφροδίτη να την εµποδίσω. Γιατί είναι σύµµαχός τους η Κύπρια. Θα τον παραπλανήσω µε ψέµατα. Έφτασε η ώρα του και δεν το κατάλαβε. Αυτά που είπα δεν τα άκουσε.
 
(Φεύγει ο Οδυσσέας µε το ∆ιοµήδη. Μπαίνει ο Πάρης και πάει προς τη σκηνή του Έκτορα)
 
ΠΑΡΗΣ
Σε σένα µιλάω στρατηγέ και αδελφέ µου, Έκτορα, κοιµάσαι; Σήκω γρήγορα. Ανάµεσα στο στράτευµα σέρνεται κάποιος εχθρός. Ή είναι κλέφτες ή κατάσκοποι.
 
ΑΘΗΝΑ
Μη φοβάσαι! Η Αφροδίτη σε προστατεύει. Ο κίνδυνος που σκέφτεσαι, είναι και δική µου έγνοια γιατί δεν ξεχνώ την τιµή που µου έκανες. Από σένα καλό είδα και θέλω το καλό σου. Θέλω να είσαι νικητής. Και τώρα για να νικήσετε ήρθα και έφερα µεγάλο, ανίκητο φίλο και σύµµαχο το γιο της Μούσας, το παλικάρι της Θράκης. Που πατέρας του λέγεται ότι είναι ο Στρυµόνας.
 
ΠΑΡΗΣ
Πάντα φροντίζεις και για µένα και για την πόλη. Από τότε που σε έκρινα οµορφότερη έγινες ο θησαυρός της ζωής και της χώρας µας. Άκουσα ότι µπήκαν κατάσκοποι των Αργείων κρυφά στο στρατόπεδό µας. Το είπαν οι φύλακες, αλλά δεν είναι σίγουρο. Κάποιος το λέει χωρίς να το δει, και άλλος τα λέει µπερδεµένα. Γι' αυτό ήρθα. Να συζητήσω µε τον Έκτορα.
 
ΑΘΗΝΑ
Μη φοβάσαι, όλα πάνε καλά. Ο Έκτορας δεν είναι εδώ. Πήγε να δείξει κάποιο µέρος για να κοιµηθεί ο Ρήσος και το στράτευµά του µέχρι να περάσει η νύχτα.
 
ΠΑΡΗΣ
Εσύ γνωρίζεις και σε εµπιστεύοµαι. Φεύγω τώρα, γυρίζω χωρίς έγνοια στις γραµµές µου.
 
ΑΘΗΝΑ
Πήγαινε. Η έγνοια σου είναι και δική µου. Και εγώ θέλω να βλέπω ευτυχισµένους τους φίλους µου.
 
(Ο Πάρης φεύγει. Μπαίνει ο Οδυσσέας και ο ∆ιοµήδης, που έχουν πια σκοτώσει το Ρήσο)
 
Τώρα βάλτε τα σπαθιά στη θήκη τους, αντρειωµένοι µου. Είναι νεκρός πια ο Ρήσος και πήρατε το άρµα του. Οι εχθροί έρχονται τώρα σαν κεραυνοί εναντίον σας. Φύγετε γρήγορα. Πάτε στα καράβια σας.
 
(Εξαφανίζεται η Αθηνά. Μπαίνει σαν κυνηγηµένος στη σκηνή ο Οδυσσέας. Πίσω του ο Χορός ψάχνει και τον κυνηγάει)
 
ΧΟΡΟΣ
Χτύπα τον! Πάνω του! Σκότωσέ τον! Αυτός! Ποιος είναι; Ψάξτε! Κλέφτες ταράζουν το στρατό µέσα στη νύχτα. Εδώ! Ελάτε εδώ όλοι! Τώρα τους έχω! Τους κρατώ. Τι κατασκοπεύεις; Από πού είσαι; Ποιος είσαι;
 
Ο∆ΥΣΣΕΑΣ
∆εν πρέπει να µάθεις. Και αν κάνεις κάτι εναντίον µου θα πεθάνεις.
 
ΧΟΡΟΣ
Πες µου το σύνθηµα, πριν σε σκοτώσω.
 
Ο∆ΥΣΣΕΑΣ
Το ξέρω. Ησύχασε.
 
ΧΟΡΟΣ
Όλοι σας ελάτε εδώ. Χτυπάτε τον.
 
Ο∆ΥΣΣΕΑΣ
Εσύ σκότωσες τον Ρήσο;
 
ΧΟΡΟΣ
Εσένα θα σκοτώσω.
 
Ο∆ΥΣΣΕΑΣ
Όλοι σταθείτε ακίνητοι.
 
ΧΟΡΟΣ
Και βέβαια όχι.
 
Ο∆ΥΣΣΕΑΣ
Θα σκοτώσεις σύµµαχο.
 
ΧΟΡΟΣ
Πες µας το σύνθηµα.
 
Ο∆ΥΣΣΕΑΣ
"Φοίβος".
 
ΧΟΡΟΣ
Εντάξει. Κρατείστε τα δόρατα.
Γνωρίζεις που πήγαν οι φονιάδες;
 
Ο∆ΥΣΣΕΑΣ
Προς τα κει τους είδα να πηγαίνουν. Πίσω τους όλοι να τους πιάσουµε.
 
ΧΟΡΟΣ
Να φωνάξουµε και άλλους να µας βοηθήσουν.
 
Ο∆ΥΣΣΕΑΣ
Όχι. Ας µην αναστατώσουµε τους συµµάχους µέσα στη νύχτα.
 
(Φεύγουν ο Οδυσσέας και ο ∆ιοµήδης)
 
ΧΟΡΟΣ
Ποιος να ήταν αυτός που ήρθε; Ποιος θα καµαρώνει που ξέφυγε απ' τα χέρια µας; Που να τον βρω να τον πιάσω; Σε ποιον να πω ότι ήταν τόσο ατρόµητος
που γλίστρησε µέσα στη νύχτα κρυφά από τους φρουρούς; Θεσσαλός; Ή κάποιος από την Λοκρίδα; Μήπως κάποιος νησιώτης; Ποιος να ήταν; Από πού; Τίνος πατέρα; Ποιον θεό να πιστεύει; Να είναι έργο του Οδυσσέα, ή κάποιου άλλου; Αν κρίνουµε από ό,τι προηγούµενα έχει γίνει σίγουρα δική του δουλειά είναι. Τι λες;
Έτσι νοµίζεις;
Γιατί όχι;
Μας νίκησε ένας τολµηρότατος.
Ποιος; Για ποιον µιλάς;
Για τον Οδυσσέα.
Μην παινεύεις το δόρυ του κλέφτη.
Μπήκε και άλλοτε µέσα στην πόλη µε κλαµένα µάτια και ρούχα ζητιάνου ντυµένος µε κρυµµένο το ξίφος του. Ζητιάνευε και σέρνονταν σαν να ήταν αλήτης ή δούλος και το πρόσωπό του ήταν άπλυτο και γεµάτο βρωµιές. Συνέχεια έβριζε τους Ατρείδες σαν να ήταν εχθροί του.
Μακάρι να χανόταν, να πέθαινε πριν πατήσει τη γη της Τροίας.
Είτε είναι ο Οδυσσέας είτε άλλος µε µας θα τα βάλει τώρα ο Έκτορας.
Γιατί; Τι θα πει;
Θα λυπηθεί πολύ και θα οργιστεί.
Τι θα κάνει; Τι φοβάσαι;
Πέρασαν από ανάµεσά µας!
Ποιος ;
Αυτοί που µπήκαν στο στρατόπεδό µας τη νύχτα.
 
(Μπαίνει ο ηνίοχος του Ρήσου πληγωµένος)
 
ΗΝΙΟΧΟΣ
Αλίµονο! Βαριά µοίρα µας έδωσαν οι θεοί!
 
ΧΟΡΟΣ
Σωπάστε όλοι! Γιατί κάποιος έρχεται.
 
ΗΝΙΟΧΟΣ
Ωχ συµφορά! Συµφορά για τους Θράκες αβάσταχτη!
 
ΧΟΡΟΣ
Κάποιος σύµµαχος είναι και κλαίει.
 
ΗΝΙΟΧΟΣ
Ω, εγώ ο δύστυχος! Κι εσύ βασιλιά µας, βασιλιά της Θράκης. Πόσο µεγάλο Τρωικό µίσος γνώρισες, πόσο φριχτό τέλος είχες!
 
ΧΟΡΟΣ
Είσαι σύµµαχος; Ποιος; Μέσα στο σκοτάδι δεν µπορώ να σε γνωρίσω.
 
ΗΝΙΟΧΟΣ
Που θα βρω κάποιον άρχοντα των Τρώων; Που είναι ο Έκτορας; Που κοιµάται φορώντας τα όπλα του; Σε ποιον από το στρατό σας να πω τι πάθαµε; Τι µας έκανε αυτός που πέρασε απαρατήρητος και ξέφυγε; Και βύθισε σε πένθος όλους τους Θράκες!
 
ΧΟΡΟΣ
Κάποιο κακό βρήκε τους Θράκες φαίνεται, γι' αυτό τον ακούµε να τα λέει αυτά.
 
ΗΝΙΟΧΟΣ
Χάθηκε ο στρατός µας, σκοτώθηκε ο βασιλιάς µας µε δόλο. Αυτός ο τροµερός πόνος από την πληγή µου πως µε βασανίζει! Πως θα χανόµουν! Ήρθαµε να βοηθήσουµε την Τροία, και έπρεπε τόσο άδικα ο Ρήσος κι εγώ να σκοτωθούµε;
 
ΧΟΡΟΣ
∆εν µιλάει µε αινίγµατα, καθαρά τα λέει! Σίγουρα έπαθαν συµφορά οι σύµµαχοι.
 
ΗΝΙΟΧΟΣ
Κακό τέλος είχε! Ντροπιασµένο και άδοξο. ∆υο φορές κακό. Γιατί αν πρέπει κάποιος να πεθάνει ας πεθάνει ένδοξα. Λυπάµαι γι' αυτόν πάρα πολύ! Ο ένδοξος θάνατος αφήνει καλό όνοµα στον οίκο του ανθρώπου. Εµείς όµως άδοξα καταστραφήκαµε.
Όταν µας έδειξε ο Έκτορας το µέρος να πλαγιάσουµε και µας είπε το σύνθηµα πέσαµε εµείς να κοιµηθούµε κατάκοποι από την κούραση δεν βάλαµε ούτε σκοπούς να φυλάνε ούτε µε τάξη ξαπλώσαµε και ξεζέψαµε τα άλογα αφού ο βασιλιάς µας έµαθε ότι νικούσατε και δίπλα στα καράβια τους στήσατε στρατόπεδο. Έτσι πέσαµε για ύπνο, αµέριµνοι. Αλλά εµένα µε έτρωγε η έγνοια,
ξύπνησα κι έβαλα χόρτο στα άλογα να έχουν αρκετό, αφού το πρωί θα τα πήγαινα σε µάχη και έπρεπε να είναι δυνατά. Τότε είδα δυο άντρες µέσα στο σκοτάδι Πήγα να τους πλησιάσω και αυτοί µαζεύτηκαν. Τους είπα να φύγουν γιατί τους πέρασα για κλέφτες. Αυτοί τίποτα. ∆εν είπαν λέξη, κι εγώ το ίδιο. Μετά γύρισα και ξάπλωσα. Μέσα στον ύπνο µου είδα όραµα. Τα άλογα που ο εγώ ίδιος ανάθρεψα και τα οδηγούσα δίπλα στον Ρήσο, στο άρµα τους συνεχώς όρθιος, σαν όνειρο είδα ότι πάνω στη ράχη τους όρµησαν λύκοι. Και αυτά χτυπούσαν µε την ουρά τους και προσπαθούσαν να φύγουν αλλά επειδή ήταν δεµένα δεν µπορούσαν και χλιµίντριζαν τροµαγµένα σηκώνοντας τις χαίτες τους.
Τότε σηκώθηκα για να διώξω τα θηρία. Με ξύπνησε ο φόβος. Αλλά µόλις ανάγειρα άκουσα ρόγχο. Σαν από ετοιµοθάνατο. Και µε πληµµύρισε ζεστό αίµα σαν ποτάµι. Ήταν του βασιλιά µας, του Ρήσου, απ' τις πληγές του. Πέθαινε…
Τότε πετάχτηκα όρθιος χωρίς όπλα και έψαχνα να βρω κάτι, κάποια λόγχη αλλά ήρθε κάποιος δίπλα µου και µε χτύπησε δυνατά µε το ξίφος στα πλευρά µου έδωσε µαχαιριά, κι έπεσα κάτω. Τότε αυτοί πήραν τα άλογα τα έζεψαν στο άρµα κι έφυγαν, εξαφανίστηκαν!
Αχ, αυτός ο πόνος µε διπλώνει στα δυο. Τη συµφορά µας την είδα, την ξέρω αλλά δεν µπορώ να πω ποιος το έκανε αν και το υποψιάζοµαι. Φίλοι µας έκαναν το κακό αυτό.
 
ΧΟΡΟΣ
Αρµατηλάτη του Θράκα βασιλιά που πέθανε τόσο φριχτά! Μην σκέφτεσαι άσχηµα, οι εχθροί το έκαναν αυτό. Όµως να! Έρχεται ο ίδιος ο Έκτορας! Πονάει µαζί σου κι αυτός, όπως φαίνεται, για τη συµφορά που σας βρήκε.
 
ΕΚΤΟΡΑΣ
Πως κατάφεραν κι έκαναν οι εχθροί τόσο µεγάλη συµφορά και πέρασαν απαρατήρητοι; Πως σκότωσαν και σας ξέφυγαν και δεν τους κυνηγήσατε ούτε όταν έµπαιναν ούτε όταν έφευγαν; Τώρα ποιος άλλος θα πληρώσει; Εσείς θα πληρώσετε γιατί είσαστε φύλακες. Και έφυγαν απείραχτοι. Την ανεπροκοπιά σας κορόιδεψαν κι εµένα τον ίδιο. Να το ξέρετε όµως ότι ορκίστηκα. Ή θα σας µαστιγώσουν άγρια ή θα σας αποκεφαλίσουν για την πράξη σας. Αλλιώς ο Έκτορας είναι δειλός. Είναι ένα τίποτα.
 
ΧΟΡΟΣ
Αλίµονο, αρχηγέ µας και προστάτη της πόλης µας! Για σένα. Σε σένα ήρθα και ανήγγειλα για τις φωτιές που είδα κοντά στα καράβια. Τα µάτια µου τα είχα όλη τη νύχτα ανοιχτά ούτε τα έκλεισα στιγµή ούτε νύσταξα. Μα τις πηγές του Σιµόη στ' ορκίζοµαι. Μην οργίζεσαι βασιλιά. ∆εν έχω φταίξει. Για όλα όσα µε κατηγορείς. Αν όµως µάθεις πως είπα ή έκανα κάτι άπρεπο θάψε µε ζωντανό στη γη. ∆εν θα ζητήσω να µε λυπηθείς.
 
ΗΝΙΟΧΟΣ
Τι τους απειλείς και προφασίζεσαι, Έκτορα, προσπερνώντας τη γνώµη µου και χωρίς να τη λογαριάζεις; Αυτό είναι δικό σου έργο. Ούτε ο νεκρός, ούτε εγώ ο πληγωµένος θα δεχτούµε άλλον φταίχτη κι ούτε υπάρχουν τόσα κόλπα ώστε να µε πείσεις µε τα ψέµατα. Σκότωσες το φίλο σου γιατί ήθελες πολύ να πάρεις τα άλογά του. Γι' αυτά τον παρακάλαγες να έρθει και γι' αυτά τον σκότωσες. Τον ξεγέλασες. Ήρθε εδώ και σκοτώθηκε.
Ο Πάρης καταπάτησε τη φιλοξενία πιο ευγενικά, ενώ εσύ σκότωσες τους συµµάχους σου. ∆ιότι µην πεις ότι κάποιος από τους Αργείους µας κατάστρεψε.
Ποιος θα µπορούσε να περάσει όλα αυτά τα στρατεύµατα των Τρώων και να µην το καταλάβετε; Μπροστά µας ήσουν εσύ και ο στρατός σου. Ποιος από τους δικούς σου πληγώθηκε; Ποιος πέθανε, αφού όπως λες ήρθαν εχθροί; Εµείς όµως, αν και αποµακρυσµένοι, πληγωθήκαµε, και ο Ρήσος πέθανε. ∆εν θα ξαναδεί το φως του ήλιου. ∆εν το έκανε αυτό κανένας από τους Αχαιούς. Γιατί ποιος από τους εχθρούς θα έβρισκε τη σκηνή του Ρήσου, αν δεν το µαρτυρούσε στους φονιάδες κάποιος από τους θεούς; Και επίσης οι Αχαιοί δεν ήξεραν ότι ο Ρήσος είχε έρθει εδώ µε το στράτευµά του. Εσύ το έκανες αυτό το έγκληµα.
 
ΕΚΤΟΡΑΣ
Όλα αυτά τα χρόνια που µας πολεµούν οι Αχαιοί, έχουµε συµµάχους που µας βοηθούν και κανένα παράπονο δεν άκουσα απ' αυτούς µέχρι τώρα. Εσύ πρώτος παραπονιέσαι. Μη µε κατηγορείς ότι η λαχτάρα µου για τα άλογα ήταν τόσο µεγάλη ώστε να σκοτώσω φίλους. Ο Οδυσσέας τα έκανε αυτά. Γιατί ποιος άλλος Αργείος µπορεί να σκεφτεί και να κάνει τέτοια πράγµατα; Και κάτι άλλο σκέφτοµαι και ταράζοµαι µήπως συνάντησε στο δρόµο το ∆όλωνα και τον σκότωσε. Γιατί είναι πολλή ώρα που έφυγε και ακόµα δεν επέστρεψε.
 
ΗΝΙΟΧΟΣ
∆εν ξέρω για ποιον Οδυσσέα µιλάς. Εµάς πάντως δεν µας χτύπησε Αργείος.
 
ΕΚΤΟΡΑΣ
Αφού νοµίζεις ότι είναι σωστό αυτό που σκέφτεσαι πίστευέ το.
 
ΗΝΙΟΧΟΣ
Αχ πατρίδα µου! Μακάρι να πέθαινα στο χώµα σου!
 
ΕΚΤΟΡΑΣ
Άσε το θάνατο. Αρκετός είναι ο αριθµός των σκοτωµένων.
 
ΗΝΙΟΧΟΣ
Που να πάω τώρα χωρίς τον αρχηγό µου;
 
ΕΚΤΟΡΑΣ
Θα σε περιποιηθούν στο παλάτι µου και θα σε κάνουν καλά.
 
ΗΝΙΟΧΟΣ
Και πως θα µε φροντίσουν φονιάδων χέρια;
 
ΕΚΤΟΡΑΣ
Σταµάτα να λες συνεχώς τα ίδια λόγια.
 
ΗΝΙΟΧΟΣ
Να πεθάνει ο φονιάς! ∆εν το λέω για σένα αφού το αρνιέσαι. Αλλά η ∆ίκη ξέρει το δράστη.
 
ΕΚΤΟΡΑΣ
Πάρτε τον. Πηγαίνετέ τον στο παλάτι και φροντίστε τον. Να µην µας κατηγορεί.
Και να πείτε στον Πρίαµο και στους άρχοντες να θάψουν τον νεκρό στο µέρος που κάνει στροφή ο κεντρικός δρόµος.
 
ΧΟΡΟΣ
Γιατί από την µεγάλη ευτυχία στο µεγάλο πένθος ρίχνει την Τροία ο θεός; Τι πρόκειται να γίνει;
 
(Οι ακόλουθοι παίρνουν τον ηνίοχο και φεύγουν. Εµφανίζεται η Μούσα που κρατάει στα χέρια της το νεκρό σώµα του Ρήσου)
 
Ε! Βασιλιά! Ποιος θεός κρατάει το σκοτωµένο Θράκα πάνω από τα κεφάλια µας; Τροµάζω που το βλέπω!
 
ΜΟΥΣΑ
Κοιτάξτε µε Τρώες! Ήρθα! Είµαι µία από τις Μούσες που µε τιµούν οι σοφοί! Η µητέρα του Ρήσου! Είδα το γιο µου να τον σκοτώνουν οι εχθροί µε φοβερό τρόπο. Ο δόλιος Οδυσσέας που το σκότωσε πρέπει να τιµωρηθεί κάποια στιγµή για το έγκληµά του.
Γιε µου, µε δάκρυα µέσα απ' την καρδιά µου σε κλαίω. Ω, πόνε της µητέρας σου, ποιον δρόµο πήρες για την Τροία µαύρο και άµοιρο; ∆εν µε άκουσες γιε µου και ξεκίνησες. Και στου πατέρα σου τη θέληση ενάντια πήρες. Ω αγαπηµένε γιε µου! Αγαπηµένο µου πρόσωπο, παιδί µου!
 
ΧΟΡΟΣ
Όσο ταιριάζει για ξένο τον κλαίω αρχόντισσα κι εγώ το γιο σου.
 
ΜΟΥΣΑ
Κατάρα στον γιο του Οινέα κατάρα να βρει το γιο του Λαέρτη που το γιο το δικό µου το καλύτερο παλικάρι µου το πήρε, µου το στέρησε, και στην Ελένη κατάρα που άφησε το σπίτι της για να έρθει να µπει στα κρεβάτια των Τρώων. Αυτή παιδί µου σε αφάνισε για την Τροία και ερήµωσε πολλές πολιτείες από τα καλύτερα παλικάρια τους.
Αχ γιε του Φιλάµµονα Θάµυρη πολύ µε πόνεσες και ζωντανός και νεκρός. Η αλαζονεία που έδειξες να αναµετρηθείς µε τις Μούσες και η διαµάχη µαζί τους φταίνε που γέννησα το δύστυχο γιο µου. Γιατί όταν φτάσαµε εµείς οι Μούσες στο χρυσοχώµατο Παγγαίο να αγωνιστούµε µε το Θάµυρη σε µουσικούς αγώνες και τον τυφλώσαµε τότε που τόσο πρόσβαλε την τέχνη µας, καθώς περνούσαµε το Στρυµόνα µε πήρε αυτός στα νερένια κρεβάτια του - ο θεός - και µε αγάπησε. Μετά, όταν σε γέννησα ντρεπόµουν τις αδερφές µου που ήµουν χωρίς άντρα και σε πήρα και σε άφησα στα στροβιλιζόµενα νερά του πατέρα σου. Και ο Στρυµόνας δεν σε έδωσε σε ανθρώπινα χέρια να µεγαλώσεις αλλά σε ανάθρεψαν οι κόρες των πηγών οι Νεράιδες. Και έγινες βασιλιάς της Θράκης, πρώτος ανάµεσα σε όλους τους άνδρες, παιδί µου.
Και όσο βρισκόσουν παλικάρι µου στην πατρίδα σου, δεν φοβόµουν το θάνατο.
Όµως επειδή τη µοίρα την ήξερα γι' αυτό σου αρνιόµουν να έρθεις στην Τροία να δώσεις βοήθεια. Πείσθηκες όµως από του Έκτορα τους πρέσβεις τους πολλούς που ήρθαν και ζητούσαν βοήθεια.
Γι' αυτή σου τη µοίρα, αιτία η Αθηνά είναι. Ούτε ο Οδυσσέας ούτε ο ∆ιοµήδης φταίει. Το ξέρω καλά. Κι όµως, θεά Αθηνά, εγώ και οι αδερφές µου σεβόµαστε τη χώρα σου την κατοικούµε µε χαρά και τα κρυφά του µυστήρια ο Ορφέας ο συγγενής του νεκρού που σκότωσες, τα δίδαξε στην πόλη σου. Και το Μουσαίο - το σοφό και σεµνό πολίτη σου - ο Φοίβος και οι αδελφές µου τον διδάξαµε. Τώρα για ανταµοιβή µου κρατάω το νεκρό γιο µου και κλαίω. Από εδώ και εµπρός δεν θα διδάξω άλλον άνθρωπο.
 
ΧΟΡΟΣ
Άρα, άδικα σε κατηγόρησε, Έκτορα, ο ηνίοχος του Ρήσου.
 
ΕΚΤΟΡΑΣ
Το ήξερα. ∆εν χρειαζόταν µάντης για να µου πει ότι του Οδυσσέα ήταν αυτό το έγκληµα. Όµως εγώ, που έβλεπα τους Έλληνες να πατούν τη γη µου, πως µπορούσα να µη στείλω πρεσβείες για να ζητήσω βοήθεια από τους φίλους µου για να έρθουν να µε βοηθήσουν; Επειδή µου χρωστούσε χάρη γι' αυτό ήρθε εδώ να µοιραστεί τα βάσανά µου. Λυπάµαι πάρα πολύ που σκοτώθηκε και είµαι έτοιµος να κάνω την ταφή του µε όλη τη µεγαλοπρέπεια, µε πολλούς πέπλους και να κτίσω τύµβο πάνω στο µνήµα του γιατί σαν φίλος µου ήρθε και πέθανε µε φριχτό και άδοξο τρόπο.
 
ΜΟΥΣΑ
∆εν θα µπεί στο µαύρο χώµα. Θα ζητήσω χάρη από την κόρη της ∆ήµητρας την θεά Περσεφόνη να αφήσει την ψυχή του. Μου χρωστάει χάρη. Πρέπει να δείξει τιµή στου Ορφέα τους φίλους.
Για µένα ο γιος µου είναι νεκρός πια. Ούτε το φως θα δει ούτε τη µάνα του ξανά. Θα ζει από εδώ και µπρος κρυµµένος στις σπηλιές του Παγγαίου σαν προφήτης - από πάντα - του Βάκχου. Πνεύµα αγαθό γι' αυτούς που γνωρίζουν. Πιο εύκολα θα αντέξω το πένθος από τη Θέτιδα, τη θαλάσσια θεά. Κι ο γιος της θα σκοτωθεί. Κι αυτόν θα τον µοιρολογήσουµε µετά από σένα. Η Παλλάδα που σε σκότωσε δεν θα τον σώσει. Το βέλος αυτό το φυλάει ο Απόλλωνας στη φαρέτρα του.
Αχ βάσανα των µανάδων, ανθρώπινοι πόνοι! Όποιος καλά τα υπολογίζει, θα ζήσει χωρίς παιδιά και έτσι παιδιά δεν θα θάψει.
 
(Η Μούσα εξαφανίζεται)
 
ΧΟΡΟΣ
Έκτορα, τώρα θα το φροντίσεις τον Ρήσο η µητέρα του. Είναι ώρα τώρα να δώσεις εσύ τις διαταγές σου. Γιατί ξηµερώνει η µέρα.
 
ΕΚΤΟΡΑΣ
Πηγαίνετε. Να οπλιστούν γρήγορα οι σύµµαχοι. Να ετοιµάσουν τα άρµατα. Κρατώντας πυρσούς πρέπει να περιµένουν την σάλπιγγα. Θα περάσω µε το στρατό τα τείχη και θα κάψω τα καράβια των Αχαιών. Ο ήλιος που ανατέλλει θα φέρει ελεύθερη µέρα στην Τροία.
 
ΧΟΡΟΣ
Στις διαταγές σου βασιλιά! Να φορέσουµε τώρα τα όπλα µας και να πάµε στους συµµάχους να πούµε τις διαταγές του. Ο θεός µας ας βοηθήσει και ας µας δώσει τη νίκη γρήγορα. 

                                          Τ Ε Λ Ο Σ

 

 

Web Design: Granma - Web Hosting: Greek Servers