ÐåæÜ

Ðïßçóç-Ìýèéá

Ï Dali & Åãþ

ÈÝáôñï-ÄéÜëïãïé

Äïêßìéá

Ó÷üëéá-Áñèñá

ËáïãñáöéêÜ

ÅíäéáöÝñïíôåò

ÊëáóóéêÜ

Áñ÷áßá Åëë Ãñáìì

ÄéáóêÝäáóç

ÐéíáêïèÞêç

ÅéêáóôéêÜ

Ðáãê. ÈÝáôñï

Ðëçñ-Ó÷ïë-Åðéêïéí.

Öáíôáóôéêü

Åñ. Ëïãïôå÷íßá

Ãëõðô./Áñ÷éô.

ÊëáóóéêÜ ÉÉ

 
 

Ðáãê. ÈÝáôñï 

Áéó÷ýëïò ÐÝñóåò: ÐáôÞñ ÐÜóçò Ôñáãùäßáò



                                        Βιογραφικü

     O Αισχýλος, δραματικüς ποιητÞς, γεννÞθηκε το 525-4 π.Χ. στην Ελευσßνα. ¹ταν γüνος του ευγενÞ γαιοκτÞμονα κι ιερÝα Ευφοριþνα, που καταγüταν απü μεγÜλη γενιÜ ευπατριδþν. Δε ξÝρουμε απü πιο γÝνος ευπατριδþν καταγüταν, üμως οι ευπατρßδες ρýθμιζαν τις τελετουργßες των μυστηρßων και σßγουρα Þτανε γνþστης των Ελευσινßων Μυστηρßων.
     ΚατÜ τη διÜρκεια του εμφυλßου πολÝμου και την ανακÞρυξη της Δημοκρατßας ζοýσε στην ΑθÞνα. Τα Ελευσßνια ΜυστÞρια τονε βοÞθησαν στην ανÜπτυξη του θρησκευτικοý συναισθÞματος και στÜθηκε ο αληθινüς δημιουργüς κι ο αναμορφωτÞς του αρχαßου θεÜτρου. Η ευγενικÞ καταγωγÞ, η αριστοκρατικÞ ανατροφÞ, η δημοκρατικÞ ελευθερßα, το θρησκευτικü-μυστικιστικü περιβÜλλον της Ελευσßνας (λατρεßα ΔÞμητρας-Περσεφüνης) κι οι μεγÜλοι εθνικοß αγþνες των ΕλλÞνων εναντßον των βαρβÜρων, συντÝλεσαν þστε να διαπλαστεß ο ευσεβÞς και γενναßος χαρακτÞρας και το υψηλü φρüνημα που τον διÝκρινε. Για την υπüλοιπη οικογενειακÞ του κατÜσταση γνωρßζουμε ακüμα, πως εκτüς απü τον Κυναßγειρο εßχε κι Üλλον αδερφü, τον Αμεινßα.
     Για τη μüρφωσÞ του δεν Ýχουμε καμιÜ θετικÞ πληροφορßα. Αν κρßνει üμως κανεßς απü τα Ýργα του, πρÝπει να 'χε βαθιÜ γνþση των "Επþν" του ΟμÞρου, καθþς και των διδακτικþν επþν. Απü τους λυρικοýς, που φαßνεται να γνþριζε καλÜ, ο Σüλωνας επÝδρασε ιδιαßτερα στην ποιητικÞ του καλλιÝργεια. Με προθυμßα πÞρε μÝρος σε üλους τους αγþνες εναντßον των Περσþν. Στο Μαραθþνα (490 π.Χ.) με πολλÜ τραýματα, λιπüθυμος μεταφÝρθηκε απü τη μÜχη, ενþ ο αδερφüς του Κυναßγειρος με τον ηρωικü του θÜνατο προκÜλεσε το θαυμασμü üλων. (Ο Κυναßγειρος Ýμεινε γνωστüς χÜρη στον υπÝροχο μýθο για την μÜχη του Μαραθþνα, που τον θÝλει να θυσιÜζεται πÜνω στο πÜθος του να κρατÞσει Ýνα περσικü πλοßο με τα δüντια, ενþ του Ýχουνε κüψει και τα δυο χÝρια. Ο Üλλος αδερφüς του ο Αμεινßας θεωρÞθηκε ο γενναιüτερος πολεμιστÞς στη ναυμαχßα της Σαλαμßνας, γιατß εμβüλισε τη περσικÞ ναυαρχßδα και σκüτωσε τον ΠÝρση ναýαρχο). Επßσης πολÝμησε στη Σαλαμßνα (480 π.Χ.) και στις ΠλαταιÝς (479 π.Χ.). Ο Παυσανßας προσθÝτει τη ναυμαχßα στο Αρτεμßσιο, χωρßς να μπορεß ν' αποδειχτεß ο ισχυρισμüς αυτüς.
     Πολλοß πιστεýουν üτι εßχε μυηθεß στα ΜυστÞρια, με αφορμÞ σχετικü χωρßο του ΑριστοτÝλη. Δεν εßναι βÝβαιο τι ακριβþς εννοεß ο φιλüσοφος στα "ΗθικÜ ΝικομÜχεια" üταν αναφÝρει πως ο Αισχýλος κατηγορÞθηκε για αποκÜλυψη των Μυστηρßων κι üτι στη σχετικÞ απολογßα του εßπε üτι δε γνþριζε πως αυτÜ δεν Ýπρεπε να τα πει. Ο ΚλÞμης ο Αλεξανδρεýς γρÜφει πως αθωþθηκε γιατß απüδειξεν üτι δεν Þταν μυημÝνος. ΠÜντως η ψυχοσýνθεσÞ του Þταν βαθιÜ θρησκευτικÞ και πατριωτικÞ. Η επßδραση των μεγÜλων ιστορικþν γεγονüτων της εποχÞς του εßναι φανερÞ στη πεποßθησÞ του για την υπεροχÞ της δικαιοσýνης και στις ιδÝες του σχετικÜ με το θεßο.
     ΠαρουσιÜστηκε νωρßς στους δραματικοýς αγþνες, στην 70η ΟλυμπιÜδα (499-6 π.Χ.), σ' ηλικßα 25 χρονþν περßπου, üταν διαγωνßστηκε εναντßον των δραματικþν ποιητþν, ΦρυνßχουΠρατßνα και Χοιρßλου, που 'ταν παλιüτεροι. Σýμφωνα με κÜποιο θρýλο, ο Διüνυσος παρουσιÜστηκε στο νεαρü Αισχýλο και τονε παρακßνησε να καταπιαστεß με την τραγωδßα. Επß 15 χρüνια δε κατüρθωσε να πÜρει καμßα νßκη. Για λßγα χρüνια, üπως φαßνεται, δεν πÞρε μÝρος σε κανÝναν αγþνα. ºσως πÜλαιψε να κατακτÞσει τη ΤÝχνη του, να κυριαρχÞσει στα μυστικÜ της, ν' αλλÜξει ορισμÝνα πρÜγματα üπως θα δοýμε. ºσως πÜλι και να 'θελε να κατασταλÜξει μÝσα του ο σÜλαγος της πρþτης εκεßνης μεγÜλης νßκης του Ελληνισμοý, δηλαδÞ των ελευθÝρων ανθρþπων εναντßον του δεσποτισμοý της ΑνατολÞς, να βγÜλει τ' αναγκαßα συμπερÜσματα και να παρακολουθÞσει τις πολιτικÝς εξελßξεις που γßνονταν στην ΑθÞνα.
     Απü τα επιγραφικÜ στοιχεßα που διαθÝτουμε, η του νßκη στους δραματικοýς αγþνες των ΜεγÜλων Διονυσßων σημειþνεται το 484 π.Χ. Απü τüτε γßνεται ο κυρßαρχος της τραγικÞς σκηνÞς. Κερδßζει Üλλες 12 φορÝς üσο ζει και 24 μετÜ το θÜνατü του. Στο λεξικü Σουßδα αναφÝρονται 28 νßκες, γεγονüς που οδηγεß στην υπüθεση üτι Ýργα του κÝρδισανε  θÝση και μετÜ θÜνατον, εφüσον βÝβαια ο αριθμüς 28 εßναι σωστüς. Το 472 π.Χ. νßκησε στην ΑθÞνα με του "ΠÝρσες". Το 468 π.Χ. διαγωνßστηκε με το νεαρü τüτε ΣοφοκλÞ, -που για πρþτη φορÜ συναγωνιζüταν στο θÝατρο- και πÞρε τη θÝση, γιατß κριτÝς του αγþνα Þταν ο Κßμων κι οι 9 συστρÜτηγοß του, που 'χανε τüτε γυρßσει απü νικηφüρα εκστρατεßα στη ΘρÜκη κι üχι οι 5 αγωνοδßκες που κληρþνονταν.
     Ο αγþνας πÜντως Þταν σκληρüς και το κοινü εßχε μοιραστεß σε δυο αντßπαλα στρατüπεδα. ΑλλÜ τον επüμενο χρüνο (467 π.Χ.) νßκησε με τη ΘηβαúκÞ 3λογßα και το σατιρικü δρÜμα, "Σφιγξ" και το 458 π.Χ. με την "ΟρÝστεια" και το σατιρικü δρÜμα "Πρωτεýς". Απü τüτε μοιρÜζονταν αλληλοδιαδüχως τις νßκες.

   "Επß Üρχοντα ΦιλοκλÝους, ΟλυμπιÜδι ογδοηκοστÞ, πρþτος Αισχýλος ΑγαμÝμνονι, Χοηφüροις, Ευμενßσει, Πρωτεß σατυρικþ, εχορÞγει ΞενοκλÞς Αφινδεýς".

     Στην ακμÞ της ζωÞς του ταξßδεψε στη Σικελßα, στην αυλÞ του ΙÝρωνα, ενüς ισχυροý Üρχοντα, φßλου των ΓραμμÜτων και των Τεχνþν, που καλοýσε μεγÜλους καλλιτÝχνες της εποχÞς του στις Συρακοýσες. Εκεß πιθανολογεßται üτι παρουσßασε φορÜ τους "ΠÝρσες". ¹τανε προσκεκλημÝνοι επßσης -κι αυτοß κατÜ τη συνÞθεια της εποχÞς- ο Πßνδαρος κι ο Σιμωνßδης. Εκεß Ýγραψε τη τραγωδßα "Αιτναßαι", προς τιμÞ της πüλης Αßτνας, που 'χεν ιδρýσει ο ΙÝρωνας. Την Ýκτισε στα ερεßπια της καταστραμμÝνης ΚατÜνης, απ' το ηφαßστειο Αßτνα.
     Ταξßδεψε και φορÜ στη Σικελßα πιθανüν εξαιτßας της διαφωνßας του με το αθηναúκü κοινü -üπως παρουσιÜζεται σ' Ýνα χωρßο στους "ΒατρÜχους" του ΑριστοφÜνη. Πιθανüς λüγος που Ýφυγε, Þταν γιατß κατηγορÞθηκε üτι αποκÜλυψε τα Ελευσßνια ΜυστÞρια απü τη σκηνÞ. Αθωþθηκε, βÝβαια, γιατß δεν Þταν μυημÝνος σ' αυτÜ, üμως η πßκρα για την Üδικη κατηγορßα Ýμεινε. ΛÝγεται επßσης üτι Ýφυγε στις Συρακοýσες, γιατß νικÞθηκε απü το Σιμωνßδη σ' αγþνα ελεγεßας αφιερωμÝνης στους νεκροýς του Μαραθþνα -πρÜγμα απßθανο, αφοý οι δυο ποιητÝς φιλοξενÞθηκαν μαζß απü τον ΙÝρωνα- Þ γιατß νικÞθηκε απü το ΣοφοκλÞ σε δραματικü αγþνα -πρÜγμα που 'γινε αργüτερα, üπως θα δοýμε.
     ¼ταν νικÞθηκε κÜποτε σ' Ýνα δραματικü αγþνα, εßπε üτι αναθÝτει στο χρüνο τη κρßση, με τη πεποßθηση üτι θα του φÝρει την πρεποýμενη τιμÞ κι αναγνþριση -τüσην εμπιστοσýνην εßχε στην αξßα της τÝχνης του. ΤÝλος, η Σουßδα αναφÝρει üτι σε μια παρÜσταση του, κατÝρρευσαν τα σκηνικÜ κι υπÞρξαν θýματα. Μια Üλλη πιθανÞ εκδοχÞ εßναι να διÜλεξε το δρüμο της αυτοεξορßας γιατß εßχε δυναμþσει πολý η δημοκρατικÞ παρÜταξη στην ΑθÞνα κι ως μετριοπαθÞς δημοκρατικüς δεν Üντεχε τις δημοκρατικÝς ακρüτητες, ενþ αισθÜνονταν πιο Üνετα στην αυλÞ του φιλüμουσου ΤυρÜννου ΙÝρωνα.
     ΠÝθανε στη ΓÝλα το 456-5 π.Χ. σ' ηλικßα 70 περßπου ετþν. Στη πλÜκα του τÜφου του χαρÜχτηκεν επßγραμμα που 'χεν ετοιμÜσει μüνος του, λßγο πριν πεθÜνει, στο οποßο δεν κÜνει καθüλου λüγο για το ποιητικü του Ýργο, γιατß πÜνω απ' üλα Ýβαζε üτι πÞρε μÝρος στη μÜχη κεßνη που 'σωσε τον Ελληνισμü, δηλαδÞ βÜζει πÜνω απ' üλα τη πατρßδα και το καθÞκον. Οι Αθηναßοι εξασφÜλισαν την υστεροφημßα του μεγÜλου δραματικοý ποιητÞ, ψηφßζοντας νüμο σýμφωνα με τον οποßο επιτρεπüταν üποιος Þθελε να συμμετÜσχει στον διαγωνισμü μ' Ýργα του Αισχýλου.
     Οι δυο γιοι του Ευαßων κι Ευφορßων Ýγραψαν επßσης τραγωδßες, üπως κι ο ΦιλοκλÞς, γιος της αδελφÞς του. Ο Ευφορßων φÝρεται üτι νßκησε μÜλιστα τον πατÝρα του, τον Ευρυπßδη και τον ΣοφοκλÞ στους δραματικοýς αγþνες. 100 χρüνια μετÜ, στο θÝατρο του Διονýσου,σ τÞθηκε το χÜλκινο ÜγαλμÜ του, φανÝρωμα τιμÞς και μνÞμης.
     Η ποßησÞ του χαρακτηρßζεται υψηλÞ. Οι ÞρωÝς του παρουσιÜζονται ως ατρüμητοι ΜαραθωνομÜχοι Þ ως πλÜσματα υπερφυσικÜ (ΤιτÜνες, Γßγαντες), üχι μüνο στις σωματικÝς διαστÜσεις, αλλÜ και στο πÜθος και στη καρτερßα. ΑνÜλογη εßναι κι η μεγαλοπρÝπεια της γλþσσας του. ¸χει τη κοινÞ αναγνþριση üλων των μεταγενÝστερων. Το θαυμασμü üλων προς το Ýργο του συνοψßζει ο Β. Ουγκü:

   "... Εßναι μεγαλüπρεπος και τρομερüς, εßναι βρÜχος απüκρημνος, χειμαρρþδης, βαραθρþδης και τüσο γιγÜντιος που κÜποτε γßνεται σωστü βουνü. Τονε πλησιÜζεις και τρÝμεις. ¸χει τον üγκο και το μυστÞριο... Ο Αισχýλος μεταβÜλλει τον Üνθρωπο σε γßγαντα".

     Ο ßδιος πιστεýει επßσης üτι μαζß με τους: ¼μηροΗσαÀα, ΙþβΔÜντη και Σαßξπηρ, αποτελοýν τη στοÜ των ακßνητων γιγÜντων του ανθρþπινου πνεýματος στη λογοτεχνßα. Τονε θαýμαζε και λÜτρευε κι ο λüρδος Βýρων. Ο Γκαßτε κι ο ΣÝλλεû τον Ýχουνε για πρüτυπο, üταν γρÜφουν κι αυτοß τραγωδßα με θÝμα τον ΠρομηθÝα. ΚατÜ τη σýγκρισÞ του με τους Üλλους μεγÜλους ομüτεχνοýς του, στον Αισχýλο αποδßδεται το ýψος, στο ΣοφοκλÞ το κÜλλος και στον Ευρυπßδη το πÜθος. Στη δημιουργßα του ýφους συμβÜλλει η απουσßα αναγνωρßσεων κι αντιθÝσεων χαρακτÞρων, που αντßθετα υπÜρχουνε στο ΣοφοκλÞ, η προβολÞ του üγκου της μεγαλοπρÝπειας και του ηθικοý σθÝνους.
     Εßναι δημιουργüς της τραγωδßας και πρÜγματι καινοτüμος. Πρüσθεσε 2ο υποκριτÞ, ενþ ο Φρýνιχος χρησιμοποιοýσε μüνον Ýνα. Οι ÞρωÝς του δεν Þτανε λοιπüν καταδικασμÝνοι να καταστραφοýν αναπüφευκτα, αλλÜ ελπßζανε στη θεúκÞ μεγαλοσýνη. Μεßωσε τα χορικÜ δßνοντας Ýτσι πρþτη θÝση στο διÜλογο κι Ýκανε μεγαλοπρεπÝστερες τις ενδυμασßες των ηθοποιþν κι η τραγωδßα παßρνει την οριστικÞ της μορφÞ.
     Η επιρροÞ του στο θÝατρο συνεχßζεται μÝσα απü τους αιþνες μÝχρι τις ημÝρες μας. Εßναι ο πρþτος που σκÝφτηκε την σκηνογραφßα και διακρßθηκε σα ποιητÞς, μουσικüς, ηθοποιüς, σκηνοθÝτης, σκηνογρÜφος, δÜσκαλος του χοροý, αρχιτÝκτονας, μηχανικüς.
     ΛÝγεται ακüμη, üτι βελτßωσε τα σκηνικÜ μÝσα της παρÜστασης (εκκυκλÞματα, περιÜκτους, μηχανÝς, εξþστρας, προσκÞνια, βροντεßα, κεραυνοσκοπεßα, θεολογεßα, γερανοýς, κοθüρνους κι Üλλα). Ο ßδιος εξÜλλου Þτανε και μελοποιüς (σýνθετε δηλαδÞ τη μουσικÞ των Ýργων του) και δÜσκαλος του χοροý κι ηθοποιüς. Πριν απ' αυτüν, οι τραγωδßες Þταν μικρÜ αυτοτελÞ δρÜματα. Αυτüς κατüρθωσε να τις ενþσει, με το να αντιμετωπßζει και στις τρεις τραγωδßες της 3λογßας Ýνα πρüβλημα ηθικü κι Ýτσι τις βλÝπει ο θεατÞς σαν Ýνα σýνολο. ¸παιρνε δηλαδÞ Ýνα μýθο που Þτανε γνωστüς και πÜνω σ' αυτü θεμελßωνε την υπüθεση και των τριþν τραγωδιþν του. ΤÝταρτο (4λογßα) Þταν το σατιρικü δρÜμα, που εßχε ως σκοπü να ξαναφÝρει το γÝλιο και τη χαρÜ στις ψυχÝς των ακροατþν, που εßχανε συγκλονισθεß απü τη φοβερÞ τýχη των ηρþων στις τραγωδßες.
     Αθηναßος πολßτης που μετεßχε σ' üλες τις μÜχες της εποχÞς, απηχεß στον θεατρικü και ποιητικü στßβο αυτÞ ακριβþς την ιστορικÞ στιγμÞ της πüλης, την ερμηνεýει ιδεολογικÜ, πολιτικοφιλοσοφικÜ κι ερμηνεýεται απ' αυτÞ. Στο Ýργο του συμπυκνþνεται η Ýννοια του δικαßου, καθþς κι η συνεßδησÞ του ως μαχüμενου πολßτη. Σýμφωνα με τον G. Thomson, Þταν οπαδüς του Πυθαγüρα και τα δρÜματÜ του εßναι γεμÜτα πυθαγορικÝς ιδÝες. Η αισχυλικÞ δραματουργßα εξελßσσεται απü τα πρþιμα στα ωριμüτερα σωζüμενα Ýργα του. Οι καινοτομßες που εφÜρμοσε θα μποροýσαν να συνοψισθοýν ως εξÞς:

  * προσθÞκη του δεýτερου υποκριτÞ (δευτεραγωνιστÞ),
  * μεßωση των χορικþν
  * Ýξαρση του λüγου
  * σýσταση της τριλογßας ενιαßου περιεχüμενου
  * δημιουργßα μηχανþν-σκηνικþν θεÜτρου

     ¼λες αυτÝς οι διαφοροποιÞσεις απü τη πρþιμη γραφÞ του οδηγÞσανε στη τελικÞ ποιητικÞ του περßοδο, που αποτυπþνεται στη μνημειþδη "ΟρÝστεια". Το βασικü χαρακτηριστικü της τÝχνης του εßναι το μεγαλεßο. Τα Ýργα του κινοýνται μÝσα στο χþρο των θεþν και των ηρþων και τα πρüσωπÜ τους δεν εßναι οýτε üπως Ýπρεπε να εßναι (ΣοφοκλÞς) οýτε πως εßναι πραγματικÜ (Ευριπßδης). Το ανÜστημÜ τους ορθþνεται πÜντα επÜνω απü το ανθρþπινο και επιβÜλλεται με τη μεγαλοπρÝπεια και των πρÜξεþν τους και των αποτελεσμÜτων. Η πλοκÞ δεν εξελßσσεται με σýγκρουση ανÜμεσα στα πρüσωπα του Ýργου, αλλÜ με σýγκρουση του ανθρþπου και της ΕιμαρμÝνης, που κυβερνÜ τον κüσμο. Εκπρüσωποß της εßναι οι Θεοß. Ο Üνθρωπος, λοιπüν, παλεýει με αυτοýς και νικιÝται πÜντα. Αυτü δε θα πει βÝβαια, üτι το Ýργο του κυριαρχεßται απü αφηρημÝνες ιδÝες. ΚÜθε τραγωδßα του (3λογßα μÜλιστα) αντιμετωπßζει Ýνα πρüβλημα και προσπαθεß να το λýσει. Κι ο Αισχýλος Þταν απü τους πιο φωτισμÝνους ανθρþπους του καιροý του, παρακολουθþντας τις πολιτικοκοινωνικÝς εξελßξεις κι Ýλεγε τη γνþμη του πÜντα απü τη σκηνÞ. Οýτε πÜλι üτι η πλοκÞ κι η δýναμη των προσþπων περιορßζονται, επειδÞ η σýγκρουση με την ΕιμαρμÝνη εßναι, κατÜ κÜποιο τρüπο, προδικασμÝνη.
     Εδþ, Üλλωστε, φανερþνεται κι η δýναμη της τÝχνης του, γιατß πÜνω απü το γνωστü στον ακροατÞ μýθο, που παρουσιÜζεται με αποκαλυπτικü τρüπο, στÝκει το πρüβλημα, που δεν αντιμετþπισε ο μýθος (ηθικÞς πÜντα μορφÞς), παρÜ με την απλοúκÞ αντßληψη της εποχÞς που δημιουργÞθηκε. Στα διαλογικÜ του μÝρη ξÝρει ο ποιητÞς να κρατÜ üλη την Ýνταση της δραματικüτητας με τη συγκλονιστικüτητα της δρÜσης, τις πλοýσιες λυρικÝς περιγραφÝς, που αλλÜζουν συνεχþς και την Ýντονη διαγραφÞ του χαρακτÞρα κÜθε πρωταγωνιστÞ. Εßναι Ýνας οραματιστÞς, που ξÝρει το μυστικü να ζωντανεýει τις αφηρημÝνες ιδÝες και Ýνας στοχαστÞς που σκýβει επÜνω απü τους αρχαßους μýθους και δημιουργεß για να χαρßσει στους ανθρþπους Ýνα υψηλü ηθικü δßδαγμα. Ο Αισχýλος Þταν βαθýτατα θρησκευüμενος νους. Η στÜση του üμως απÝναντι στους θεοýς Þταν μÜλλον κριτικÞ.
     Τα θÝματα που απασχüλησαν τον Αισχýλο στις τραγωδßες του, Ýδωσαν πνευματικÞ τροφÞ και σε νεüτερους ποιητÝς. Ο πανανθρþπινος συμβολισμüς πολλþν ηρþων του και η μεγαλοπρÝπεια των συλλÞψεþν του δεν Þταν δυνατü ν' αφÞσουν ασυγκßνητο το πνεýμα μεγÜλων Ευρωπαßων δημιουργþν. Χαρακτηριστικü παρÜδειγμα ο "Προμηθεýς Λυüμενος" του ΣÝλεú (Shelley). ΒÝβαια ο τρüπος που πραγματεýεται το λυρικü του δρÜμα, üπως τ' ονομÜζει, εßναι εντελþς πρωτüτυπος αλλÜ εßναι φανερü σε κÜθε στßχο üτι την αφορμÞ για τη σýνθεση του Ýργου του την πÞρε ο 'Αγγλος ποιητÞς απü τον "ΠρομηθÝα" του Αισχýλου. Ιδιαßτερα στις δυο πρþτες πρÜξεις, οι αισχýλιες απηχÞσεις εßναι ιδιαßτερα Ýντονες.
     Δεν εßναι γνωστü πüσες ακριβþς τραγωδßες Ýγραψε. Σýμφωνα üμως με το βιογρÜφο του πρÝπει να 'γραψε 70 τραγωδßες και 5 σατιρικÜ δρÜματα, ενþ το Σουßδα αναφÝρει 92 Ýργα του, δηλαδÞ 23 4λογßες. ΣÞμερα σþζονται οι τßτλοι 77 Ýργων. Ολüκληρα üμως σþθηκαν μüνον 7, που σε μια σýντομη ανÜλυση Ýχουν ως εξÞς:

   α) "ΙκÝτιδες" (προ του 472 π.Χ.). Εßναι η πιο λυρικÞ τραγωδßα του. Αρχßζει με το χορü που εκφωνεß συνολικÜ περßπου τους μισοýς στßχους üλου του Ýργου. Οι 50 κüρες του Δαναοý, οι ΔαναÀδες, καταδιþκονται απü το γιο του Αιγýπτου και ζητοýν Üσυλο στο 'Αργος ως ικÝτιδες. Φεýγοντας μαζß με τον πατÝρα τους απü την Αßγυπτο ζητοýνε καταφýγιο στο 'Αργος, τη πατρßδα των προγüνων τους, για ν' αποφýγουνε το γÜμο με τα ξαδÝλφια τους (τους 50 γιους του Αιγýπτου). Ο βασιλιÜς του 'Αργους καταφεýγει στη κρßση του ΔÞμου, που αποφαßνεται υπÝρ της παροχÞς ασýλου στις 50 ικÝτιδες. Ο Αιγýπτιος απεσταλμÝνος που 'ρχεται να τις πÜρει δεν κατορθþνει να τις αποσπÜσει απü τους βωμοýς που Ýχουνε καταφýγει. Το Ýργο τελειþνει με ýμνους των Δαναúδþν προς τους Θεοýς για τη σωτηρßα τους. Οι 50 κüρες που αποτελοýν το χορü δßνουν και τ' üνομα στη τραγωδßα. Εδþ, üπως και στους "ΠÝρσες", συγκρßνεται ο πολιτισμüς των ΕλλÞνων με τη βßα και την αλαζονεßα των βαρβÜρων.

   β) "ΠÝρσαι" (472 π.Χ.). Εßναι η αρχαιüτερη απü τις σωζüμενες τραγωδßες και αποτελοýσε το 2ο μÝρος μιας 3λογßας. Τα Üλλα 2 μÝρη Þταν ο "Φινεýς" κι ο "Γλαýκος". Η υπüθεση του Ýργου δεν εßναι παρμÝνη απü μυθολογικÝς παραδüσεις αλλÜ απü την ιστορßα, μοναδικÞ εξαßρεση σ' ολÜκερη την αρχαßα ελληνικÞ τραγωδßα. 'Αλλη ιδιοτυπßα εßναι το γεγονüς üτι ενþ συνÞθως τα μÝρη μιας 3λογßας συνδÝονται μεταξý τους, αυτü δε συμβαßνει σ' αυτÞ τη περßπτωση. Πραγματεýεται το ιστορικü του θÝμα με κÜποια ελευθερßα. Το πατριωτικü φρüνημα παßζει εδþ σημαντικü ρüλο ενþ η δρÜση διακρßνεται για την αρχαúκÞ της απλüτητα.  ¸νας ýμνος της νßκης των ΕλλÞνων στη Σαλαμßνα. Το δρÜμα εκτυλßσσεται στα Σοýσα. Το Ýργο αρχßζει με το χορü των Περσþν συμβοýλων που ανησυχοýν επειδÞ δεν Ýλαβαν καθüλου ειδÞσεις απü την εκστρατεßα του ΞÝρξη στην ΕλλÜδα. Σε λßγο μπαßνει η μητÝρα του ΠÝρση βασιλιÜ, 'Ατοσσα, που τους διηγεßται Ýνα δυσοßωνο üνειρο. Ο αγγελιοφüρος Ýρχεται ýστερα για ν' αναγγεßλει τη καταστροφÞ του στüλου στη Σαλαμßνα. Η επιστροφÞ του ταπεινωμÝνου ΞÝρξη κι οι θρÞνοι του χοροý και του ßδιου του βασιλιÜ ολοκληρþνουν την εικüνα της εθνικÞς καταστροφÞς. Η επßκληση στο πνεýμα του Δαρεßου δεν αποτελεß απλü εντυπωσιακü τÝχνασμα, αλλÜ χρησιμοποιεßται απü το δραματουργü για να διατυπωθεß απü το στüμα του γÝρου μονÜρχη ο υπÝρτατος ηθικüς νüμος.üπου ο αγγελιαφüρος διηγεßται στη μητÝρα του ΞÝρξη και στο χορü, που αποτελεßται απü επιφανεßς ΠÝρσες γÝροντες, την Þττα του πολυÜριθμου περσικοý στρατοý. Εßναι Ýργο κατ' εξοχÞν εθνικü και πατριωτικü.

   γ) "ΕπτÜ Επß ΘÞβαις" (467 π.Χ.). Εßναι το 3ο μÝρος μιας 3λογßας, που αναφÝρεται στη μοßρα των Λαβδακιδþν. Τ' Üλλα 2 μÝρη Þταν ο "ΛÜιος" κι ο "Οιδßπους". Η πλοκÞ εßναι κι εδþ απλÞ, αλλÜ το Ýργο δεν αρχßζει με τον χορü παρÜ με μια προλογικÞ σκηνÞ. Η τραγωδßα προχωρεß βαθμιαßα προς την κορýφωσÞ της: την απüφαση του ΕτεοκλÞ να υπερασπßσει τη ΘÞβα εναντßον των 7 αρχηγþν στους οποßους περιλαμβÜνεται κι ο αδελφüς του Πολυνεßκης. ΤελικÜ η κατÜρα του Οιδßποδα φÝρνει το φρικτü της αποτÝλεσμα, τα δυο αδÝλφια αλληλοσκοτþνονται, αλλÜ η πüλη σþζεται απü την καταστροφÞ. Το νüημα της τραγωδßας εßναι üτι η ακατÜσχετη δýναμη της πατρικÞς κατÜρας συντρßβει τα δυο παιδιÜ και μ' αυτü τον τρüπο φÝρνει τον üλεθρο σ' üλο το γÝνος των Λαβδακιδþν.

   δ) "Προμηθεýς Δεσμþτης" (μετÜ το 465 π.Χ.). 2ο μÝρος μιας 3λογßας, που τραγωδßα Þταν ο "Προμηθεýς Πυρφüρος" και ο "Προμηθεýς Λυüμενος". Σ' αυτÞν, ο ΠρομηθÝας κλÝβει τη φωτιÜ απü τον ¼λυμπο και τη φÝρνει στους ανθρþπους. Για την πρÜξη του αυτÞ τιμωρεßται απü το Δßα, ο ευεργÝτης αυτüς της ανθρωπüτητας, γιατß τüλμησε να παραβεß τις θεúκÝς εντολÝς. Το Ýργο αρχßζει με τον ΠρομηθÝα, δεμÝνο στον Καýκασο, να δÝχεται τις επισκÝψεις του χοροý των Ωκεανßδων, του ßδιου του Ωκεανοý, της Ηþς και τÝλος του ΕρμÞ, που προσπαθεß να του αποσπÜσει κÜποιο μυστικü που απειλεß την εξουσßα του Δßα. Η δρÜση εßναι ελÜχιστη και το μεγαλýτερο μÝρος της τραγωδßας καλýπτεται απü τις αφηγÞσεις του ΠρομηθÝα και τις προφητεßες του. Το τραγικü μεγαλεßο του Ýργου βρßσκεται στην αδιÜκοπη αντιπαρÜθεση της ακατανßκητης δυνÜμεως του Δßα απü το Ýνα μÝρος και της απαρασÜλευτης θÝλησης του ΠρομηθÝα απü το Üλλο. Στο τÝλος ο Þρωας βυθßζεται στα ΤÜρταρα για να συνεχιστεß εκεß το μαρτýριü του.

   ε) "ΑγαμÝμνων". Μαζß με τις τραγωδßες "Χοηφüροι" κι "Ευμενßδες" αποτελεß 3λογßα (458 π.Χ.). Πρüκειται για τη γνωστÞ "ΟρÝστεια", που μετÜ την "ΙλιÜδα" και την "Οδýσσεια" θεωρεßται το μεγαλοπρεπÝστερο μνημεßο των ελληνικþν γραμμÜτων. Η ΚλυταιμνÞστρα δολοφονεß το σýζυγü της, μüλις αυτüς γυρνÜ απü τη Τροßα στις ΜυκÞνες. Η διαγραφÞ των χαρακτÞρων εδþ εßναι πιο πολýπλοκη. Η προσπÜθειÜ της να μπει στο μοιραßο λουτρü διαγρÜφεται αριστοτεχνικÜ, ενþ ακüμη και τα λιγüτερο σημαντικÜ πρüσωπα του Ýργου διαγρÜφονται πιο φυσικÜ, πιο ανθρþπινα.

   στ) "Χοηφüροι". ΠεριλαμβÜνει μιαν αναγνþριση κι Ýνα δüλο. Κýριο θÝμα εδþ εßναι η εκδßκηση. Η ΚλυταιμνÞστρα κι ο Αßγισθος δολοφονοýνται απü τον ΟρÝστη, που Ýτσι εκδικεßται τον Üδικο θÜνατο του πατÝρα του. Με τη βοÞθεια της αδελφÞς του ΗλÝκτρας, που τον αναγνωρßζει, πετυχαßνει τελικÜ το σκοπü του. Γßνεται üμως συνÜμα και μητροκτüνος. Ο χορüς αποτελεßται απü ΤρωÜδες που φÝρουν χοÜς (σπονδÝς) στον τÜφο του ΑγαμÝμνονα. Η πιο αριστοτεχνικÞ σκηνÞ του Ýργου εßναι üταν τα δυο αδÝλφια, μαζß με το χορü, καλοýνε σε βοÞθεια το πνεýμα του νεκροý ΑγαμÝμνονα.

   ζ) "Ευμενßδες". Εßναι Ýνα Ýργο θεþν. ¼λα τα πρüσωπα, ακüμη κι ο χορüς, ανÞκουν στον κüσμο των θεοτÞτων. Η τραγωδßα εßναι γεμÜτη απü εντυπωσιακÝς κι εκπληκτικÜ ποικßλες σκηνÝς. ΧαρακτηριστικÜ παραδεßγματα αποτελοýν ο χορüς των Εριννýων γýρω απü τον ΟρÝστη, üταν τραγουδÜνε τα μαγικÜ τους τραγοýδια Þ üταν, στο τÝλος εμφανßζεται η ΑθηνÜ στη δßκη που γßνεται στον 'Αρειο ΠÜγο. Αποτελεß τη κÜθαρση. Ο δολοφüνος της μητÝρας του ΟρÝστης καταδιþκεται απü τις Εριννýες (τýψεις). Στους Δελφοýς, üπου καταφεýγει, παραπÝμπεται στον 'Αρειο ΠÜγο της ΑθÞνας. Στη δßκη οι δικαστÝς ισοψηφοýν κι ο ΟρÝστης αθωþνεται με τη ψÞφο της ΑθηνÜς, που 'ναι υπÝρ του κατηγορουμÝνου, αλλÜ οι Εριννýες εξοργßζονται για την απüφαση αυτÞ, που ευνοεß το μητροκτüνο. Στο τÝλος η ΑθηνÜ εξευμενßζει τις περßεργες αυτÝς θεüτητες που μεταβÜλλονται σε Ευμενßδες.

                            ΡητÜ Του Αισχýλου

   "Μη προς κÝντρα λακτßζειν". (Μη πας γυρεýοντας. "ΑγαμÝμνων")
   "Δεν υπÜρχει χειρüτερο κακü απü τα ωραßα λüγια που σε ξεγελÜνε".
   "Νυν υπÝρ πÜντων αγþν". ("ΠÝρσες")
   "¼ταν κανεßς ακοýει μüνο τη μια παρÜταξη, δε μαθαßνει παρÜ μüνο τη μισÞ αλÞθεια".
   "Σοφüς εßναι ο Üνθρωπος που ξÝρει χρÞσιμα πρÜγματα üχι κεßνος που ξÝρει πολλÜ".
   "Το αισχρüτερο ελÜττωμα εßναι να καλλωπßζετε τη σκÝψη σας, με τη βοÞθεια της αισχρüτατης υποκρισßας".

   "Αισχýλον Ευφορßωνος Αθηναßον τüδε κεýθει μνÞμα καταφθßμενον πυροφüροιο ΓÝλας, αλκÞν δι' ευδüκιμον Μαραθþνιον Üλσος αν εßποι και βαθυχαιτÞεις ΜÞδος επιστÜμενος". ("Τον Αθηναßο Αισχýλο, γιο του Ευφορßωνα, σκεπÜζει τοýτο το μνÞμα, που πÝθανε στη σιτοφüρο ΓÝλα. Για την εξαιρετικÞν ανδρεßα του μÜρτυρες, το Μαραθþνιον 'Αλσος κι ο πυκνομÜλλης ΠÝρσης, που τη γνþρισεν απ' τη καλÞ").

==================

                                    ΠÝρσες                  472 π.Χ.

ΠΡΟΣΩΠΑ του ΕΡΓΟΥ

ΧΟΡΟΣ: 
ΓÝροντες Üρχοντες της Περσßας)
ΑΤΟΣΣΑ : (Βασßλισσα, γυναßκα του Δαρεßου, μητÝρα του ΞÝρξη)
ΑΓΓΕΛΙΟΦΟΡΟΣ
ΦΑΝΤΑΣΜΑ του ΔΑΡΕΙΟΥ
ΞΕΡΞΗΣ

                                         ΥΠΟΘΕΣΗ του ΕΡΓΟΥ

     (Ο βασιλιÜς των Περσþν, ΞÝρξης, Ýχει φýγει με üλο του το στρÜτευμα για να κατακτÞσει την ΕλλÜδα. ¸χει περÜσει καιρüς και επειδÞ δεν φτÜνουν μηνýματα απü την εκστρατεßα, στην Περσßα Üρχισαν να ανησυχοýν. Οι πρεσβýτεροι μαζεýονται Ýξω απü τα ανÜκτορα και υπολογßζοντας το μÝγεθος του στρατοý εκφρÜζουν και τους ενδüμυχους φüβους τους. Βγαßνει η βασßλισσα ¢τοσσα, η μητÝρα του ΞÝρξη και τους ζητÜ συμβουλÞ για Ýνα τρομακτικü üνειρο που εßδε το προηγοýμενο βρÜδυ. ¼μως την ßδια στιγμÞ εμφανßζεται Ýνας αγγελιοφüρος του περσικοý στρατεýματος και επιβεβαιþνει με τον χειρüτερο τρüπο τους φüβους üλων αρχßζοντας να διηγεßται το μÝγεθος της καταστροφÞς των Περσþν στην ναυμαχßα της Σαλαμßνας πρþτα και μετÜ στο δρüμο της επιστροφÞς για την χþρα τους..
     Αξßζει να προσÝξουμε τον ευγενικü τρüπο με τον οποßο ο Αισχýλος χειρßζεται το θÝμα της μεγÜλης νßκης των Αθηναßων και αντßστοιχα της μεγÜλης Þττας των Περσþν, χωρßς περιττοýς κομπασμοýς υπεροχÞς, αλλÜ με το μεγαλεßο και την επßγνωση του Üξιου και δßκαιου νικητÞ
).

ΧΟΡΟΣ
Εßμαστε οι σεβÜσμιοι γÝροντες. ¸μπιστοι του στρατοý των Περσþν, που εκστρÜτευσε στην ΕλλÜδα. Και οι φýλακες του θησαυροý του πλοýσιου παλατιοý. Ο ßδιος ο βασιλιÜς ΞÝρξης -ο γιος του Δαρεßου- μας διÜλεξε. Για να φροντßζουμε την χþρα. ¼μως για την επιστροφÞ και του βασιλιÜ και του στρατοý του χρυσαρμÜτωτου τþρα τρÝμει η ψυχÞ μου σαν να προαισθÜνεται κακü. ΑλαφιÜζεται μÝσα μου. Γιατß üλης της Ασßας η δýναμη Ýφυγε και για τα νιÜτα αυτÜ αναστενÜζω -κι οýτε πεζüς οýτε ιππÝας φÝρνει νÝα σ’ αυτÞν εδþ την πüλη, την πρωτεýουσα της Περσßας. Τα Σοýσα και τα ΕκβÜτανα και το Κßσσιο – το πανÜρχαιο κÜστρο üλοι τα Üφησαν. ¸φυγαν. ¢λλοι Πεζοß, Üλλοι. Ιππεßς και Üλλοι με καρÜβια. Σχηματßζοντας Ýναν πολυÜριθμο στρατü. ¸τσι κι ο ΑρταφÝρνης και ο Αρμßστρης, ο ΜεγαβÜτης και ο ΑστÜσπης, αρχηγοß των Περσþν, υπακοýοντας στον μεγÜλο ΒασιλιÜ μας, βασιλιÜδες πιστοß, Ýγιναν αρχηγοß στρατιÜς μεγÜλης. ΚινÞσαν τοξοφüροι δεινοß και ιππεßς. Φοβερü θÝαμα να τους βλÝπεις. ΜαχητÝς μεγÜλοι κι η καρδιÜ τους γεμÜτη με τον πüθο της δüξας. Ο ΑρτεμβÜρης, με τα δυνατÜ του Üλογα και ο Μασßστρης και των τοξοτþν ο γενναßος Ιμαßος και ο ΦαρανδÜκης και ο ΣοσθÜνης που οδηγεß με τα γρÞγορα ÜλογÜ του την πομπÞ αυτÞ. Και Üλλους μας Ýστειλε ο μεγÜλος Νεßλος ο πολýτροφος. Ο ΣουσικÜνης και της Αιγýπτου ο βλαστüς ο ΠηγαστÜτωνας και ο Üρχοντας της ιερÞς ΜÝμφιδας ο μÝγας ΑρσÜμης και της πανÜρχαιας ΘÞβας ο Αριüμαρδος και μεγÜλο πλÞθος απü Üντρες – üλοι δεινοß κωπηλÜτες. Και ακολουθοýν αρßθμητοι καλοζωισμÝνοι Λυδοß και Üλλοι λαοß, στεριανοß. Που οδηγοýνται απü τους αρχηγοýς τους, τον ΜητρογÜβη και το γενναßο ΑρκτÝα – βασιλιÜδες μεγÜλους. Και οι πλοýσιες, πολýχρυσες ΣÜρδεις πßσω τους. Ορμοýν με δßζυγα και τρßζυγα Üρματα. ΘÝαμα που σε γεμßζει τρüμο. Και του ιεροý Τμþλου οι Üντρες καυχιοýνται πως θα βÜλουν ζυγü σκλαβιÜς στην ΕλλÜδα. Ο ΜÜρδων κι ο ΘÜρυβης – λüγχης αμüνια και ακοντιστÝς Μυσοß.. Και η Βαβυλþνα η πÜμπλουτη στÝλνει στρατü σαν ποτÜμι βουßζοντας, οπλισμü καραβιþν και τοξüτες αλÜθητους. Κι απ’ üλη την Ασßα στρατοß σπαθοφüροι με τον βασιλιÜ τους. Το Üνθος της χþρας ολüκληρο Ýφυγε. Η γη της Ασßας που τους ανÜθρεψε αναστενÜζει στην απουσßα τους. Οι γονεßς και οι γυναßκες τους μÝρα τη μÝρα μετρÜνε και αγωνιοýν. ΠÝρασε πια ο βασιλικüς στρατüς μας, ο καστροκαταλýτης, στην απÝναντι γεßτονα χþρα, με γεφýρι σχοινüδετο τον ΕλλÞσποντο ζεýοντας, φτιÜχνοντας ξυλοκÜρφωτο πÝρασμα στο σβÝρκο του Πüντου. Της μεγÜλης Ασßας ο ανßκητος Üρχοντας σ’ üλη τη γη απλþνει το θεßο στρατü του και απü την στεριÜ με πεζοýς και απü τη θÜλασσα με καρÜβια. Και για üλα εßναι περÞφανος. Σαν παιδß χρυσογÝννας, σαν ισüθεος. Με Üγρια μÜτια σαν δρÜκου φονιÜ. ΒλÝποντας και στρατü και καρÜβια και Ýχοντας Üρμα Σýριο. Σε δοξασμÝνους ορμÜει σαν ¢ρης τοξευτÞς. Κανεßς δεν θ’ αντÝξει σ’ αυτÞ λαοθÜλασσα του στρατοý ενÜντια να φρÜξει με οχυρÜ το ανßκητο πÝλαγος. Των Περσþν ο λαüς κι ο στρατüς ο δυνατüς δε νικιÝται. Του θεοý την απÜτη την Üλυτη, ποιος θνητüς θα τη λýσει; Ποιος με γερü πüδι πηδþντας θα ξεφýγει; Με τη γλυκειÜ της μορφÞ, στην αρχÞ τον ξεγελÜ η ¢τη τον Üνθρωπο. Και τον ρßχνει στα δßχτυα. Απ’ αυτÜ δεν υπÜρχει διαφυγÞ για τον θνητü. Απü τα πολý παλιÜ χρüνια η Μοßρα απü τους θεοýς Ýχει ορßσει τους ΠÝρσες να εßμαστε Üριστοι ιππεßς, να κυριεýουμε και να ρßχνουμε κÜτω τα κÜστρα. Και της πλατειÜς θÜλασσας Ýμαθαν ν’ ανεβαßνουν στα ψηλÜ απü τον Üγριο Üνεμο κýματα. Σßγουροι για τα μεγÜλα καρÜβια, και τα ξÜρτια τους. Γι' αυτü τη ψυχÞ μου την παßρνει ο φüβος. ΜÞπως ηχÞσει στα Σοýσα τα Ýρημα «Ωω! Ο στρατüς των Περσþν!». Και το Κßσσιο κÜστρο αντηχÞσει απü το θρÞνο. Και φωνÜξουν αυτüν το θρÞνο γυναßκες και μητÝρες. Και στους κüκκινους τους χιτþνες αρχßσουν μπÞγονται τα νýχια. Γιατß οι ιππεßς και οι πεζοß σα σμÜρι μελισσþν με τον αρχηγü του Ýφυγαν. ΠÝρασαν το Στενü του πελÜγου απλþνοντας γÝφυρα. Τþρα τα κρεβÜτια τους βρÝχουν με τα δÜκρυÜ τους οι Περσßδες αποζητþντας τα ταßρια του. Ξεπροβüδισαν üλες τους πολεμüχαρους Üντρες τους. Και μÝνουν ολομüναχες. ΑλλÜ ελÜτε τþρα σεβÜσμιοι γÝροντες ΠÝρσες, εδþ στο αρχαßο προστýλιο ας ανταλλÜξουμε την Ýγνοια μας με περßσκεψη -η ανÜγκη το απαιτεß. Τι τýχη να Ýχει ο ΞÝρξης ο βασιλιÜς ο ΔαρειογÝννητος; Ποιο απü τα δυο να νßκησε, της σαÀτας το τüξο Þ της ατσÜλινης λüγχης η δýναμη;


(Απ' τη πýλη των ανακτüρων βγαßνει η βασßλισσα ¢τοσσα η μητÝρα του ΞÝρξη)

Α! ¼πως το φως απü μÜτι του Θεοý Ýρχεται η ΜÜνα του μεγÜλου βασιλιÜ μας. Και δικÞ μας ΜÜνα. ΠροσπÝφτω. Σεβασμü της οφεßλουν τα λüγια μας.

(Η ¢τοσσα πλησιÜζει)

Των üμορφων Περσßδων υπÝρτατη Βασßλισσα. ΣεβÜσμια μÜνα του ΞÝρξη, Χαßρε, του Δαρεßου γυναßκα. Ταßρι θεοý. Και μÜνα θεοý. Αν η τýχη του στρατοý μας ακüμα δεν Üλλαξε.

ΑΤΟΣΣΑ
Γι’ αυτü Üφησα του παλατιοý τα χρυσοστüλιστα δωμÜτια και του Δαρεßου και τον δικü μου κοιτþνα και Þρθα εδþ. ¸γνοια με τρþει. Μια προαßσθηση. ΜÞπως ο πλοýτος κλωτσÞσει και ρßξει κÜτω την ευτυχßα μας. Που με χÝρι Θεοý ο Δαρεßος την Ýστησε. Γι’ αυτü η Ýγνοια μου εßναι διπλÞ και ανεßπωτη. Οýτε ο πλοýτος αξßζει μüνος του εßναι Üχρηστος. ΜÞτε ο Üνθρωπος λÜμπει αντÜξια δßχως αυτüν. Πλοýτος υπÜρχει στο παλÜτι. Απεßραχτος. ΑλλÜ για το ΜÜτι του παλατιοý φοβÜμαι. ΜÜτι θεωρþ την παρουσßα του ΑφÝντη. Γι’ αυτü θÝλω την Ýμπιστη γνþμη σας. Στη γνþμη σας πατÜει η σωστÞ μου απüφαση.


ΧΟΡΟΣ
Να το ξÝρεις Βασßλισσα. Για λüγο Þ Ýργο που θÝλει τη γνþμη μου πρüθυμος εßμαι. Και αυτüς εßναι ο ρüλος μου. Φßλοι και σýμβουλοι εßμαστε. Πες.


ΑΤΟΣΣΑ
Με üνειρα ζω τις νýχτες. ΣυνÝχεια. Απü τüτε που ο γιος μου πÞρε στρατü και εκστρÜτευσε στη χþρα των Ιþνων να την κατακτÞσει. ΑλλÜ κανÝνα Üλλο τüσο φανερü üσο αυτü – τη νýχτα που πÝρασε – δεν εßδα Üλλο. Θα σας το πω. Εßδα δυο γυναßκες μπροστÜ στολισμÝνες. Η μια με πÝπλους Περσικοýς, η Üλλη με Δωρικοýς και στο παρÜστημα και στη μορφÞ απ’ τις σημερινÝς ξεχþριζαν. ¹ταν αδελφÝς απü το ßδιο γÝνος. Στη μια τýχη κληρþθηκε πατρßδα την ΕλλÜδα να Ýχει, στην Üλλη βαρβαρικÞ χþρα. ΑλλÜ κÜτι εßχαν μεταξý τους, Ýβλεπα που μÜλωναν, και τüτε ο γιος μου, μαθαßνοντÜς το, τις Ýπιασε, να τις βÜλει υποζýγια στο Üρμα του, και περνοýσε χαλινÜρια στους αυχÝνες τους για να ημερÝψουν. Τüτε η μια τα δÝχτηκε τα χαλινÜρια, καμÜρωνε σα να Þταν στολßδια. Η Üλλη χτυπιüταν Üρπαξε του δßφρου τα εξαρτÞματα και τον Ýσυρε αχαλßνωτο. Τον Ýσπασε στα δυο. ¸πεσε ο γιος μου και ο πατÝρας του ο τüτε, ο Δαρεßος, παραστÝκονταν κι Ýκλαιγε και απü την ντροπÞ του. Ο ΞÝρξης μüλις τον εßδε Ýσχιζε τα ροýχα του. ΑυτÜ εßδα τη νýχτα. Και το πρωß που σηκþθηκα πÞρα νερü απü την üμορφη πηγÞ και προσφορÝς κρατþντας και πÞγα στο βωμü να θυσιÜσω στους θεοýς να αποτρÝψουν τα κακÜ. Και τüτε εßδα να φεýγει αετüς προς το βωμü του Φοßβου και Ýχασα τη φωνÞ μου. ΚατατρομαγμÝνη Ýμεινα. ¾στερα εßδα Ýνα γερÜκι σαÀτα που üρμησε πÜνω του και με τα νýχια τον μÜδαγε κι αυτüς μÜζεψε τα φτερÜ του. Και στÝκονταν. ΦοβερÜ üσα εßδα, και για σας που ακοýτε. Να το ξÝρετε üμως καλÜ. Ο γιος μου αν νικÞσει θα γßνει ξακουστüς. Αν νικηθεß üμως, δε θα δþσει λüγο. Το ßδιο θα την αφεντεýει τη γη αυτÞ. ΦτÜνει να γυρßσει.

ΧΟΡΟΣ
Οι συμβουλÝς μας, μητÝρα, οýτε θα σε φοβßσουν οýτε θα σου δþσουν θÜρρος. Αν εßδες κακü σημÜδι, πρüσπεσε στους θεοýς και ζÞτα να αποτρÝψουν το κακü. Αυτü πρþτα. Να τα γυρßσουν üλα προς στο καλü. Για üλους. ¸πειτα να κÜνεις χοÝς στη γη και στους νεκροýς. Και ζÞτα απ’ τον Δαρεßο τον Üντρα σου, που εßδες, να σας στÝλνει χαρÝς απ’ τον κÜτω κüσμο και της ζωÞς σας τα ενÜντια να τα αφανßζει. ΑυτÜ η ψυχÞ μου συμβουλεýει. Ολüψυχα. Και τÝλος να Ýχουν üλα καλü. 

ΑΤΟΣΣΑ
Εßστε οι πρþτοι που ακοýσατε το üνειρο και με συμβουλÝψατε καλÜ για το παλÜτι και το γιο μου. Ας Ýχουν üλα καλÞ Ýκβαση. ¼λα üσα εßπατε θα τα κÜνω στους θεοýς και τους νεκροýς üταν γυρßσω στο παλÜτι. ¼μως θÝλω να μÜθω κι αυτü, φßλοι μου... Σε ποια μεριÜ της γης εßναι η ΑθÞνα; 

ΧΟΡΟΣ
ΜακριÜ. Στη δýση. Εκεß που δýει ο βασιλιÜς ¹λιος.

ΑΤΟΣΣΑ
Και τη λαχτÜρησε ο γιος μου να τη κατακτÞσει;

ΧΟΡΟΣ
Γιατß üλη τη ΕλλÜδα θα γßνει τüτε υπÞκοος του βασιλιÜ. 

ΑΤΟΣΣΑ
¸χουν κι αυτοß πολý στρατü üσο εμεßς; 

ΧΟΡΟΣ
ΤÝτοιο που Ýκανε δεινÜ στους ΜÞδους.

ΑΤΟΣΣΑ
Τüξα βαστοýν;

ΧΟΡΟΣ
ΚοντÜρι κι ασπßδα. Και μÜχονται σþμα με σþμα. 

ΑΤΟΣΣΑ
Κι Ýχουν πλοýτη στα σπßτια τους;

ΧΟΡΟΣ
ΦλÝβα ασÞμι υπÜρχει σ’ αυτοýς. Θησαυρüς της γης. 

ΑΤΟΣΣΑ
Ποιος τους εξουσιÜζει και κυβερνÜ το στρατü; 

ΧΟΡΟΣ
Κανενüς Üνδρα δεν ονομÜζονται δοýλοι οýτε υπÞκοοι.

ΑΤΟΣΣΑ
Και πως στÝκονται οι Üνδρες και πολεμοýν τους εχθροýς; 

ΧΟΡΟΣ
¼πως και στο στρατü του Δαρεßου αντßκρυ Ýμειναν και του προκÜλεσαν πολλÝς φθορÝς. 

ΑΤΟΣΣΑ
Τα λüγια σου εßναι τρομακτικÜ και πληγþνουν την καρδιÜ της μÜνας.

(Στην Üκρη της σκηνÞς τρÝχοντας εμφανßζεται ΠÝρσης Αγγελιοφüρος)

ΧΟΡΟΣ
ΑλλÜ νομßζω üτι üλη την αλÞθεια θα τη μÜθουμε γρÞγορα. Απü αυτüν τον ΠÝρση Üνδρα που Ýρχεται τρÝχοντας και φÝρνει τα νÝα. Σßγουρα. ΚαλÜ Þ κακÜ.

Αγγελιαφüρος φτÜνει ταραγμÝνος μπροστÜ στο χορü)

ΑΓΓΕΛΙΟΦΟΡΟΣ
Της Ασßας ολüκληρης χωριÜ και πüλεις! Γη της Περσßας του πλοýτου λιμÜνι! ¸να χτýπημα τα σþριασε üλα. Το Üνθος της Περσßας χÜθηκε. Ωι εßναι κακü να φÝρνεις πρþτος τα νÝα για τη συμφορÜ! ΑλλÜ εßναι ανÜγκη να πω üλα τα παθÞματα, ΠÝρσες. ¼λος ο βαρβαρικüς στρατüς μας καταστρÜφηκε. 

ΧΟΡΟΣ
Μαýρα. Μαýρα δεινÜ. Και χαμüς ανÞκουστος. Ωι ΠÝρσες κλÜψτε ακοýγοντας.

ΑΓΓΕΛΙΟΦΟΡΟΣ
¼λα. ¼λα τελεßωσαν. Και γω τον Þλιο ανÝλπιστα βλÝπω.

ΧΟΡΟΣ
Ω! ¹ταν γραφτü να ζÞσω πολλÜ χρüνια! Για να δω το χαμü. Τον αβÜσταγο.

ΑΓΓΕΛΙΟΦΟΡΟΣ
¹μουν μπροστÜ του ο ßδιος! Δεν τ’ Üκουσα. Θα σας πω πως μας βρÞκαν οι συμφορÝς.

ΧΟΡΟΣ
Αλßμονο, μεγÜλα δεινÜ! Των τοξοφüρων, αμÝτρητα πλÞθη απ’ τη γη της Ασßας Αχ πÞγαν στην ΕλλÜδα. Για να πεθÜνουν.

ΑΓΓΕΛΙΟΦΟΡΟΣ
Γεμßζουν απü δυστυχισμÝνους νεκροýς της Σαλαμßνας οι ακτÝς. Κι üλος ο τüπος!

ΧΟΡΟΣ
Ωι Ωι. ΚυματοδαρμÝνα σþματα φßλων ΠνιγμÝνα. ΤυλιγμÝνα χιτþνες. Στον αφρü και Στα Ýγκατα.

ΑΓΓΕΛΙΟΦΟΡΟΣ
Τα τüξα τους εßναι Üχρηστα. ¼λους τους Ýπνιξαν των τριηρþν τα Ýμβολα. 

ΧΟΡΟΣ
ΚλÜψτε φρικτÜ για τους δýστυχους με θρηνητικÞ φωνÞ. ¼λα των Περσþν οι θεοß τα ανÜτρεψαν. ΚαταστρÜφηκε ο στρατüς μας.

ΑΓΓΕΛΙΟΦΟΡΟΣ
Ωι Σαλαμßνα εχθρικü üνομα δεν θÝλω να το ακοýω. ΦρικτÞ ανÜμνηση της ΑθÞνας.

ΧΟΡΟΣ
ΜισητÞ η ΑθÞνα στους δýστυχους! Στην ψυχÞ μου καρφþθηκε Τις Περσßδες ορφÜνεψε απü γιους κι απü Üντρες.

ΑΤΟΣΣΑ
ΑυτÞ η συμφορÜ δεν Ýχει Üλλη üμοια. ¸μεινα Üφωνη. Οýτε να σιωπÞσω μπορþ αλλÜ οýτε να ρωτÞσω τα πÜθη μας. ¼μως πρÝπει οι θνητοß να τ’ αντÝχουν αυτÜ που οι θεοß στÝλνουν. ΚρÜτα τþρα την καρδιÜ σου. Και πες. Ανιστüρησε. Ποιος σþθηκε; Ποιον αρχηγü να κλÜψουμε που ταγμÝνος πρþτος, ο χαμüς του τον στρατü μας αφÜνισε;

ΑΓΓΕΛΙΟΦΟΡΟΣ
Ο ΞÝρξης ο ßδιος ζει και βλÝπει το φως...

ΑΤΟΣΣΑ
Φως ο λüγος στο παλÜτι μας! ¢σπρη μÝρα σε θεοσκüτεινη νýχτα αιþνια!

ΑΓΓΕΛΙΟΦΟΡΟΣ
Ο ΑρτεμβÝργης ο δυνατüς αρχηγüς με τα χßλια Üλογα στις κοφτερÝς ακτÝς των Σιληνιþν χτυποδÝρνεται. Τον μεγÜλο χιλßαρχο ΔαδÜκη κοντÜρι τον πÞρε απ’ το καρÜβι. Κι ο Τεναγþνας ο πρþτος των Βακτρßων στριφογυρνÜ στη θÜλασσα της Σαλαμßνας του Αßαντα. Ο Λßλαιος κι ο ΑρσÜμης κι ο ΑργÞστης οι τρεις, στους βρÜχους του νησιοý χτυπιþνται. Κι ο Φαρνοýχος, του Νεßλου ο γεßτονας κι ο ΑρκτÝας κι ο Αδεýης κι ο Φερισεýης μαζß. Στο ßδιο καρÜβι μαζß βοýλιαξαν. Ο ΜÜταλλος, δÝκα χιλιÜδες ορßζοντας, η πλοýσια ξανθιÜ του γενειÜδα χρωματßστηκε κüκκινη πÝφτοντας. Κι ο ΜÜγος ο ¢ραβος και ΑρτÜβης ο ΒÜκτριος -ο αρχηγüς των τριþν χιλιÜδων μαýρων ιππÝων- στην ξÝρα Ýπεσε κι εκεß θÜφτηκε. Κι ο Αμßστρης κι ο ΑμφιστρÝας -παßκτης κονταριοý αντροκτüνου κι ο γενναßος Αριüμαρδος που Ýριξε τις ΣÜρδεις στο πÝνθος, κι ο ΣεισÜμης των Μυσþν κι ο ΘÜρυβης, αρχηγüς πÝντε φορÝς πενÞντα καραβιþν θρÝμμα της Λýρνας -γερüς κι ωραßος- κακÞν κακþς πÜει. ΚÜτω κεßτεται. Κι ο ΣυÝνεσης, της Κιλικßας ο Üρχοντας ο πρþτος στη τüλμη. Σε πλÞθος ενÜντια τρισδüξαστος Ýπεσε. ΑυτÜ για τους Üρχοντες. ¼σα θυμÞθηκα. Μýριες εßναι οι συμφορÝς, τις λßγες σας εßπα. 

ΑΤΟΣΣΑ
Ωι τα μεγαλýτερα κακÜ ακοýω! Σπαραγμüς και ντροπÞ μας τους ΠÝρσες! Πες üμως για τους ¸λληνες. Τüσα καρÜβια εßχαν, που τüλμησαν ν' αντιβγοýνε στον περσικü στρατü; ΜπÞγοντας Ýμβολα;

ΑΓΓΕΛΙΟΦΟΡΟΣ
Αν Þταν για τον αριθμü, θα νικοýσαμε, βασßλισσα. ¼λα τους τα πλοßα στα τριακüσια θα Ýφταναν -και τα δÝκα Þταν τα καλýτερα. Ο ΞÝρξης χßλια εßχε κι Üλλα διακüσια επτÜ που Þταν πολý γρÞγορα. Αυτοß Þταν οι αριθμοß. Δε χÜσαμε üμως για τους αριθμοýς. ΚÜποιος δαßμονας μας ρÞμαξε. Τη χτýπησε τη ζυγαριÜ την Ýκλινε στο μÝρος τους. Θεοß τη σþζουν την πüλη της ΠαλλÜδας.

ΑΤΟΣΣΑ
Ακüμα η ΑθÞνα εßναι απüρθητη;

ΑΓΓΕΛΙΟΦΟΡΟΣ
¢ντρες Üμα Ýχει, Ýχει κÜστρο Üπαρτο.

ΑΤΟΣΣΑ
Πες για τα καρÜβια.. Πως Üρχισαν; Οι ¸λληνες πρþτοι Þ ο γιος μου σßγουρος για τον εαυτü του; 

ΑΓΓΕΛΙΟΦΟΡΟΣ
Πρþτος Üρχισε, δÝσποινα, με την οδηγßα κÜποιου κακοý πνεýματος Þ κÜποιου θεοý . ¹ρθε απ’ το στρατü των Αθηναßων Ýνας στο γιο σου κι εßπε:


«¼ταν απλþσει η νýχτα το σκοτÜδι θα ξεφýγουν οι ¸λληνες. Θα πιÜσουν τα κουπιÜ και κρυφÜ θα σκορπιστοýν για να σωθοýν. ¼πως üπως».

Και μüλις τ’ Üκουσε ο ΞÝρξης, χωρßς να σκεφτεß δüλο του ¸λληνα Þ φθüνο θεοý φþναξε τους ναýαρχους üλους και πρüσταξε:


«¼ταν πÜψει ο ¹λιος να καßει το χþμα και υψωθεß το σκοτÜδι, να παρατÜξτε τα καρÜβια σας να φρÜξετε το δρüμο σε τρεις σειρÝς. ΠυκνÜ. Και μ’ Üλλα να κυκλþσετε γýρω απü το νησß του Αßαντα. Και να φυλÜτε τα στενÜ και τα περÜσματα. Αν απ’ τον κλοιü και το χαμü σωθοýν οι ¸λληνες βρßσκοντας δρüμο τα καρÜβια, πÞρα απüφαση. Θα πεθÜνετε».

¸τσι τους εßπε. ΒÝβαιος κι ανýποπτος -δεν Þξερε οι θεοß τι μελετοýσαν. Και την ßδια þρα οι ¸λληνες Þρεμα και πειθαρχημÝνοι ετοßμαζαν να φÜνε. Οι ναýτες περνοýσαν τα κουπιÜ στους σκαρμοýς και μετÜ που Ýδυσε ο Þλιος κι η νýχτα ερχüταν πÝρασαν üλα τα καρÜβια σε σχηματισμοýς. Παρακινοýσαν και κρατοýσαν τη τÜξη üπως ορßστηκε ο καθÝνας. Προχωροýσε η νýχτα και τελεßωνε κι αυτοß πουθενÜ δε δοκßμασαν να φýγουν. Κι üταν ξημÝρωσε, üταν ανÝβηκε το Üρμα της ημÝρας τüτε απ’ τα καρÜβια τους αντÞχησε χαροýμενη βοÞ σαν τραγοýδι και τα βρÜχια γýρω αντιλÜλησαν. Φüβος μας Ýπιασε που γελαστÞκαμε. Δεν Þταν το τραγοýδι τους Þχος φυγÞς. ΠαιÜνας Þταν. Να ορμÞσουν. Κι οι σÜλπιγγες τους φλüγιζαν τα κουπιÜ αμÝσως τüτε ακοýστηκε το σýνθημα. Και τα καρÜβια Þρθαν γρÞγορα μπροστÜ μας. Πρþτη προχþρησε η δεξιÜ πλευρÜ. ΑλφαδιασμÝνα. Και üλα τα Üλλα πßσω τους. Κι αντÞχησε τüτε μυριüστομο:


«ΠαιδιÜ της ΕλλÜδας προχωρÜτε, λευτερþστε την Πατρßδα. Λευτερþστε τα παιδιÜ, τις γυναßκες, τους βωμοýς των πατρþων θεþν, και των προγüνων τους τÜφους. Τþρα εßναι ο Αγþνας για üλα».

Τüτε και μεις αρχßσαμε να φωνÜζουμε δυνατÜ στα περσικÜ, απÜντηση στην κραυγÞ τους. Και δεν υπÞρχε þρα για καθυστερÞσεις. ΟδηγÞσαμε τα καρÜβια μας κοντÜ στα δικÜ τους. Το εμβüλισμα το Üρχισε Ýνα Ελληνικü σ’ Ýνα Φοινικικü. Μπερδεýτηκαν κουπαστÝς και πρýμνες. Τα συνÝτριψε. Και τüτε Ýγινε ολοκληρωτικÞ επßθεση. Στην αρχÞ Üντεχαν οι γραμμÝς μας. Μα üταν πýκνωσαν τα καρÜβια στο στενü φρÜκαραν üλα. ¸πεφταν το Ýνα στ’ Üλλο. ¢νοιγαν οι πρþρες σπÜζαν τα κουπιÜ. Μεταξý μας βυθιζüμασταν. Και τüτε τα ΕλληνικÜ Ýτρεχαν γýρω μας με τÝχνη και γρηγορÜδα. Μας χτυποýσαν. ¢νοιγαν τα καρÜβια μας και θÜλασσα δεν φαßνονταν. ΓεμÜτη κορμιÜ πνιγμÝνων και ναυÜγια. Και σαν μυρμÞγκια στις παραλßες οι νεκροß. Τüτε üσα μας Ýμειναν Üρχισαν να φεýγουν. Μα τüτε αυτοß σα να καμÜκιζαν τρεχüψαρα Þ να’σερναν τρανÞ ψαριÜ μας χτυποýσαν με τα κουπιÜ τους και με κομμÜτια Üρμενα μας τσÜκιζαν τις ραχοκοκαλιÝς και βογκοýσε üλη η θÜλασσα απü τα κλÜματα και τον πüνο. ¼λη τη μÝρα þσπου νýχτωσε. ΔÝκα μÝρες να μιλοýσα για τα κακÜ που πÜθαμε δε θα τα τÝλειωνα üλα. Να το πω Ýτσι. Τüσοι νεκροß σε μια μÝρα μÝσα ποτÝ δε ξανÜγινε.

ΑΤΟΣΣΑ
Ωι ! ΜεγÜλο πÝλαγος κακοý χýθηκε πÜνω στους ΠÝρσες και σε üλο το βαρβαρικü γÝνος!

ΑΓΓΕΛΙΟΦΟΡΟΣ
Οýτε τα μισÜ βασßλισσα δεν εßπα. Η συμφορÜ που ακολοýθησε Þταν τρισχειρüτερη!

ΑΤΟΣΣΑ
Ποιο κακü μπορεß να εßναι χειρüτερο; ΣυνÝχισε. Τι χτýπησε το στρατü μας με μεγαλýτερη δýναμη; 

ΑΓΓΕΛΙΟΦΟΡΟΣ
¼σοι απü τους ΠÝρσες Þταν γεροß κι απü γενιÜ με ψυχÞ και πιστοß στο βασιλιÜ απ’ τους πρþτους Üδοξος φριχτüς χαμüς τους πÞρε üλους.

ΑΤΟΣΣΑ
Ωι Ωι. ΚατÜντια τρισδýστυχη κακÞς συμφορÜς! Πως ; Πες. Πως χÜθηκαν; 

ΑΓΓΕΛΙΟΦΟΡΟΣ
ΜπροστÜ στη Σαλαμßνα εßναι Ýνα ξερονÞσι χωρßς αραξοβüλι και στις ακτÝς του μüνο ο ΠÜνας βακχεýει. Σ’ αυτü ο ΞÝρξης Ýστησε γενναßους πιστοýς του þστε üσοι απü τους ¸λληνες αρÜζουν ναυαγοß να τους σκοτþνουν Ýτσι ανßσχυρους και τους δικοýς μας να τους σþζουν στα στενÜ τα παρÜλια. Δεν πρüβλεψε σωστÜ üμως. Τα αντßθετα Ýγιναν. Αυτοß με τη νßκη που τους Ýδωσαν οι θεοß στο χÝρι Ýβγαιναν απ’ τα καρÜβια πÜνοπλοι. Και πατοýσαν στο νησß. Το κýκλωναν και οι δικοß μας δεν εßχαν που να φýγουν. Οι σαÀτες και οι πÝτρες τους χτυποýσαν. Τους χαντÜκωναν και στο τÝλος üρμησαν τους κομμÜτιαζαν τις σÜρκες και τους αφÜνιζαν üλους. Και ο ΞÝρξης τüτε εßδε τον μÝγεθος της συμφορÜς και Ýβγαλε φωνÞ -δßπλα στ’ ακροθαλÜσσι κÜθονταν, σ’ Ýνα ýψωμα, κι Ýβλεπε üλο το στρατü του. ¸σκισε τα ροýχα του τα βασιλικÜ. ¸βγαζε γοερÝς κραυγÝς. Και ξαφνικÜ πρüσταξε στο στρατü ξηρÜς να τραπεß σε φυγÞ. Και τρÜπηκε ο στρατüς. ΤÝτοια εßναι η συμφορÜ πÜνω στην πρþτη. Για θρÞνο.

ΑΤΟΣΣΑ
Ωι ¢γριε Δαßμονα. ¢γρια τους κατÜστρεψες τους ΠÝρσες! Αχ Μαραθþνα! Ο χαλασμüς σου δεν Ýφτασε! Γι’ αυτüν λογαριÜζοντας ο γιος μου να πÜρει εκδßκηση βουνÜ συμφορÝς σþριασε πÜνω του. Πες üμως. Πες. Τα καρÜβια που σþθηκαν που τ’ Üφησες; ΞÝρεις να πεις;

ΑΓΓΕΛΙΟΦΟΡΟΣ
¼σα σþθηκαν πιÜσαν ευνοúκü αγÝρα και φýγαν! ¼πως üπως. Ο Üλλος μας üμως στρατüς στη Βοιωτßα χανüταν. ¢λλοι δßπλα στις βρýσες πριν ξεδιψÜσουν. ¢λλοι στο δρüμο. Απ’ την τρεχÜλα τους ξÝπνοοι. ΠερÜσαμε μετÜ στη Δωρßδα και στον Μαλιακü, üπου ο Σπερχειüς με τα γλυκÜ νερÜ του ποτßζει τον κÜμπο. Κι απü εκεß μας δÝχτηκε η γη των Αχαιþν κα τα χωριÜ της Θεσσαλßας. ΠεινασμÝνους. Κι απü πεßνα και δßψα πολλοß πÝθαιναν. Και τα δυο μας κυνηγοýσαν. ΜετÜ περÜσαμε στη Μαγνησßα, φτÜσαμε στη Μακεδονßα, στον Αξιü, και στους βÜλτους και τις καλαμιÝς της Βüλβης και στο Παγγαßο üρος και στη γη της Ηδωνßδας. Εκεß τη νýχτα ο θεüς ξαφνικÜ Ýριξε κρýο μεγÜλο, ο Στρυμüνας πÜγωσε και τüτε εκεß üποιος δεν πßστευε θεü τþρα προσεýχονταν και προσκυνοýσε και παρακαλοýσε Ουρανü και Γη. Και üταν ο στρατüς τÝλειωσε τα προσκυνÞματα Üρχισε να περνÜ το ποτÜμι. ΠÜνω στον πÜγο. Και τüτε üσοι πÝρασαν πριν να σκÜσουν οι ακτßνες του ¹λιου σþθηκαν. ΑλλÜ του ¹λιου, οι ακτßνες του φλüγα Ýβγαζαν και Ýμπαιναν στου πÜγου τα σπλÜχνα Ýως μÝσα. Τον Ýλιωναν. Και Ýπεφταν τüτε ο Ýνας με τον Üλλον και βοýλιαζαν και üποιος πνßγονταν αμÝσως Þταν τυχερüς. ¼σοι σωτηρßα Ýτυχαν και πÝρασαν στη ΘρÜκη και γλßτωσαν κι απ’ αυτÞν με τα πολλÜ -üχι πολλοß- αυτοß Ýφτασαν στην πατρικÞ γη για να στενÜζει η πατρßδα μας να λαχταρÜ τα αγαπημÝνα της χαμÝνα νιÜτα. ΑυτÞ εßναι η αλÞθεια Βασßλισσα. Και πολλÜ απ’ τα δεινÜ που σþριασε στους ΠÝρσες ο θεüς αυτÜ δεν τα λÝω. 

ΧΟΡΟΣ
Δαßμονα. Βαρýς με τα πüδια σου πÞδησες πÜνω στην Περσßα üλη. Την καταπÜτησες. 

ΑΤΟΣΣΑ
Χαραμßστηκε ο στρατüς μας! Τελεßωσε! Αχ! Της νýχτας μου üνειρα καθαρÜ τις συμφορÝς μου τις εßπατε. ΛÜθος. ΛÜθος τα εξηγÞσατε üλοι σας. Μου εßπατε üμως τι να κÜνω. Και θÝλω να προσπÝσω στους θεοýς και να πÜρω να φÝρω προσφορÝς στους νεκροýς και στη γη μας. ΞÝρω. ¼λα αυτÜ εßναι πρÜγματα τελειωμÝνα αλλÜ μακÜρι στο μÝλλον να μας Ýρθουν καλýτερα. Για üσα μας βρÞκαν τþρα πιστοß στους πιστοýς να σταθεßτε. Και στο γιο μου -αν γυρßσει πριν Ýρθω- παρασταθεßτε του. ΣυνοδÝψτε τον μÝσα μη προσθÝσει συμφορÜ στις συμφορÝς μας.

(Η βασßλισσα ¢τοσσα μπαßνει στα ανÜκτορα)

ΧΟΡΟΣ
Δßα ΒασιλιÜ, τþρα της Περσßας της μεγÜλης, περÞφανης, το στρατü τον κατÜστρεψες. Τα Σοýσα και τα ΕκβÜτανα στο πÝνθος το μαýρο και βαρý τα βýθισες. Οι Περσßδες τα πÝπλα τους ξεσκßζουν και κλαιν και ποτÜμι δÜκρυα χýνουν χτυπþντας τα στÞθια τους και μετÝχοντας στο κοινü το πÝνθος. Οι νιüπαντρες τþρα που λαχταροýσαν να δουν τους συζýγους τους θα μεßνουν μüνες. Της αγÜπης την κλßνη -τη χαρÜ της ηδονüλατρης νιüτης - τη χÜσανε. Και κλαιν ατελεßωτα. Κι εγþ το χαμü των χαμÝνων βαρýπενθα μοιρολογþ. ¼λη η γη της Ασßας κλαßει και Ýχει ερημþσει. Τους πÞρε ο ΞÝρξης τους χÜλασε ο ΞÝρξης üλα ο ΞÝρξης τα σþριασε Üμυαλα. ΠÜνω στα πλοßα! ΜÞπως κι ο Δαρεßος ο τοξομÜχος προστÜτης τüτε, τη χþρα δε σÜρωσε; Τους πεζοýς και τους ναýτες τα λινοφτÝρουγα μαýρα καρÜβια τους Ýφεραν. Αχ! Τα καρÜβια τους χÜλασαν. Αχ! Τα καρÜβια με τα Ýμβολα που τα πÜντα ρημÜζουν. Κι απ’ των Ιþνων τα χÝρια ο βασιλιÜς μας ο ßδιος μüλις που ξÝφυγε στους κÜμπους της ΘρÜκης και στους δυσπÝραστους δρüμους της. Κι üσους πρþτους, αλßμονο, τους Üρπαξε μοßρα, στις ακτÝς της Κυχρεßας αχ, ξεβρÜζονται. ΣτÝναζε, σπÜραζε. ΓÝμιζε θρÞνο πικρü τα ουρÜνια. Αχ! Φþναξε, φþναξε με κραυγÞ σπαρακτικÞ. ΔαγκωμÝνους, απü την Üγρια θÜλασσα, αλßμονο, τους σκßζουν κομμÜτια φευ, τα σκυλüψαρα. Αχ, κλαßνε τους χαμÝνους τα Ýρημα τα σπßτια. Γονεßς Ýμειναν χωρßς τα παιδιÜ τους. ΠÜθη μοιρüγραφτα. Αχ! Κλαßνε ακοýγοντας τη φρßκη την τελειωτικÞ. Οι λαοß της Ασßας σε λßγο δεν θα υπακοýν την Περσßα. Δεν θα πληρþνουν τους αναγκαßους φüρους Οýτε στη γη θα σκýβουν προσκυνþντας. Του βασιλιÜ η ισχýς üλη κατÝρρευσε. Οýτε τη γλþσσα θα κρατοýν οι θνητοß. Λýθηκε πια. ΠÜει. Θα φωνÜζουν ελεýθερα. ΣπασμÝνα ο ζυγüς και τα χαλινÜρια. Των Περσþν τη δýναμη την κρατÜει. του Αßαντα το φημισμÝνο νησß.

(Απ’ την πýλη βγαßνει η ¢τοσσα. ΚρατÜει στα χÝρια της χοÝς)

ΑΤΟΣΣΑ
¼ποιος συμφορÝς εßδε και γνþρισε ξÝρει üτι üταν ξεσπÜ του κακοý ο στρüβιλος üλοι εßναι καχýποπτοι. Και μετÜ που ξαστερþνει η τýχη üλοι πιστεýουν üτι πρßμος θα πνÝει πÜντα ο Üνεμος. ¸τσι κι εγþ. ΓεμÜτη φüβο εßμαι. ¼λα τα βλÝπω σημÜδια κακοý. Απ’ το θεü βüμβος κακÞς απειλÞς ηχεß μες στ’ αφτιÜ μου. ΤÝτοια ταραχÞ κακοý με παßρνει. Γι’ αυτü τþρα πÜω αυτÝς τις χοÝς -χωρßς πομπÝς και μεγαλεßα üπως πρþτα- στον πατÝρα του γιου μου. Να τον εξευμενßσω. Καλü Üσπρο γÜλα απü Üζευτη γελÜδα, στÜλες μÝλισσας διÜφανες και παρθÝνας πηγÞς τρεχοýμενο νερü και καθαρü Üμειχτο κρασß Üγριας κληματßδας αμπελιοý παλιοý ξεφÜντωμα, και καρπü μυρωδÜτο ξανθÞς αγÝραστης ελιÜς και πλεχτÝς χουφτιÝς πÜμφορης γης λουλοýδια. ΣυνοδÝψτε τþρα τοýτες τις χοÝς με ευχÝς. ΚαλÝστε ευμενικü το πνεýμα του Δαρεßου. Εγþ θα δßνω τις χοÝς στους νεκροýς του ¢δη.

(Καθþς γßνεται η ιεροτελεστßα η ¢τοσσα ραντßζει στον τÜφο του Δαρεßου τις χοÝς. Ο χορüς ικετεýει κι εýχεται)

ΧΟΡΟΣ
Βασßλισσα ¢τοσσα. ΣεβαστÞ στην Περσßα. Δßνε τις χοÝς στου ¢δη τα δþματα και μεις θα δεηθοýμε στους θεοýς των νεκρþν. Με το χÝρι τους να προστατÝψουν τη γη μας. ¢για Πνεýματα του ¢δη, Γη και ΕρμÞ και ¢ρχοντα του ¢δη, στεßλε μας – δεüμαστε – του Δαρεßου το πνεýμα. ΞÝρει καλýτερα απü μας τι πρÝπει να γßνει. Ποια γιατρειÜ χωρεß στα δεινÜ μας. ΞÝρει. Θα μας πει. ¢ραγε ο νεκρüς βασιλιÜς ο ισüθεος ακοýει τα καθαρÜ ΠερσικÜ πικρÜ γοερÜ μοιρολüγια; Τα δεινÜ τα πανÜθλια θα διαλαλÞσω. Μ’ ακοýει; Γη και θεοß των νεκρþν, την ψυχÞ την περÞφανη, τον θεü των Περσþν -γÝννα της Σοýσας- αφÞστε τον να βγει απ’ το Σκüτος στο φως. Στεßλτε μας πÜνω Αυτüν. Που üμοιο η Περσßα δεν Ýθαψε! ΒασιλιÜς τιμημÝνος. ΤιμημÝνος ο τÜφος. ΤιμημÝνο το πνεýμα που Ýκρυψε. ¢δη. Στεßλε μας, στεßλε μας ¢δη το σεβαστü βασιλιÜ μας Δαρεßο! Το στρατü του ποτÝ δεν παγßδεψε σε πολεμüχαρη ¢τη. Θεüπνευστος λεγüταν. Θεüπνευστος Þταν το λαü του σοφÜ διοικοýσε! ΒασιλιÜ μας. ΠαλιÝ ΒασιλιÜ μας. ΦτÜσε. ¸λα. Φανερþσου στον τÜφο σου πÜνω, σεßσε την Üκρη της βασιλικÞς σου πορφýρας τα κροκÜτα σανδÜλια σου σÞκωσε. ¸λα Δαρεßε. ΑγαθÝ μας πατÝρα! Του βασιλιÜ μας ΒασιλιÜ. Τα νÝα δεινÜ της Περσßας ν’ακοýσεις. ¸λα. Γιατß Ýνα σýννεφο θανÜτου τα σκÝπασε üλα. ¼λος μας πια ο στρατüς καταστρÜφηκε. ¸λα αγαθÝ μας Δαρεßε ΠατÝρα! Ωι ωι! Ω Πολýκλαυστε! Αχ τα δεινÜ ΒασιλιÜ. ΒασιλιÜ μας. Τα δεινÜ τα διπλÜ. Τι μισθüς αμαρτßας! Της Περσßας πνßχτηκαν üλα τα πλοßα. Τα πλοßα τα Üπλοια.

(Εμφανßζεται το ΦÜντασμα του Δαρεßου -πÜνω στον τÜφο του)

ΦΑΝΤΑΣΜΑ ΔΑΡΕΙΟΥ
Πιστοß των Περσþν και της νιüτης μου σýντροφοι. ΓÝροντες ΠÝρσες. Τι πüνος πονÜ την Περσßα; ΣτενÜζει και κλαßει η χþρα. Και σκßζεται. ΤρÝμω που τη βλÝπω τη γυναßκα μου δßπλα και δßπλα της εσεßς, γýρω στον τÜφο μου. Με ξüρκια με κρÜζετε. Τις χοÝς με ευμÝνεια δÝχτηκα. ΧÜρη απ’ τους θεοýς ζÞτησα. ΕπÝμενα. ¹ρθα. Δýσκολα Þρθα. Οι θεοß του ¢δη μüνο να παßρνουν. Δýσκολα αφÞνουν. ΒιÜσου να πεις. Δεν Ýχω καιρü. Τι κακü μεγÜλο βρÞκε τους ΠÝρσες;

ΧΟΡΟΣ
Με εμποδßζει να υψþσω τα μÜτια. Ο παλιüς σεβασμüς μου με εμποδßζει να μιλÞσω.

ΦΑΝΤΑΣΜΑ ΔΑΡΕΙΟΥ
¹ρθα το θρÞνο και τα ξüρκια ακοýγοντας. Σýντομα πρÝπει τþρα. ¼,τι χρειÜζεται πες. ¼χι ντροπÝς. Και βιÜσου.

ΧΟΡΟΣ
ΤρÝμω ν’ ακοýσω. ΤρÝμω να μιλÞσω μπροστÜ σου. Να πω στο βασιλιÜ τα ανεßπωτα.

ΦΑΝΤΑΣΜΑ ΔΑΡΕΙΟΥ
Αφοý ο παλιüς σεβασμüς σου αντιστÝκεται πες εσý, του κρεβατιοý μου ταßρι, Αρχüντισσα ¢τοσσα. ΣταμÜτα να κλαις και πες την αλÞθεια. ΣυμφορÝς τους θνητοýς τους βρßσκουν πολλÝς -κι απ’ τη στεριÜ κι απ’ τη θÜλασσα- üσο μακροχρονßζει η ζωÞ τους.

ΑΤΟΣΣΑ
Ω! Που τους θνητοýς η ευτυχßα της μοßρας σου τους ξεπÝρασε üλους! Που üσο ζοýσες μακÜριος Þσουν και σαν θεüς στους ΠÝρσες ανÜμεσα και ακüμα τþρα ΜακÜριο σε πÞρε ο θÜνατος πριν των συμφορþν το βÜθος γνωρßσεις. Δαρεßε. Με λßγα θα μÜθεις. Τα πÜντα. ¼λα των Περσþν, üλα συντρßφτηκαν.


ΦΑΝΤΑΣΜΑ ΔΑΡΕΙΟΥ
ΣÜρωμα αρρþστιας. Πως Ýγινε; Η φüνος εμφýλιος; 

ΑΤΟΣΣΑ
Ο στρατüς των Περσþν στην ΑθÞνα συντρßφτηκε. 

ΦΑΝΤΑΣΜΑ ΔΑΡΕΙΟΥ
Ποιος απ’ τους γιους μου στρατÞγησε; 

ΑΤΟΣΣΑ
Ο πολεμüχαρος ΞÝρξης! ¼λη τη χþρα Üδειασε! 

ΦΑΝΤΑΣΜΑ ΔΑΡΕΙΟΥ
Με πεζοýς Þ καρÜβια την απüκαμε την τρÝλα;

ΑΤΟΣΣΑ
Με τα δýο. Δυο στρατοß σε μÜχες δυο.

ΦΑΝΤΑΣΜΑ ΔΑΡΕΙΟΥ
Και τüσο στρατü πεζü πως τον πÝρασε;

ΑΤΟΣΣΑ
Τον ΕλλÞσποντο Ýζεψε. ¸κανε δρüμο. 

ΦΑΝΤΑΣΜΑ ΔΑΡΕΙΟΥ
Τüλμησε! ¸κλεισε τον μÝγα τον Βüσπορο!

ΑΤΟΣΣΑ
ΚÜποιος δαßμονας τον κÝντρισε! 

ΦΑΝΤΑΣΜΑ ΔΑΡΕΙΟΥ
Δαßμονας. ΜÝγας. ΜÝσα του εßναι τρÝλα. 

ΑΤΟΣΣΑ
Πρüφτασε. Εßδε τι Ýκανε.

ΦΑΝΤΑΣΜΑ ΔΑΡΕΙΟΥ
Πες τη συμφορÜ που σας Ýκανε να δÝρνεστε Ýτσι.

ΑΤΟΣΣΑ
Βοýλιαξαν τα καρÜβια. ¸πνιξαν το στρατü.

ΦΑΝΤΑΣΜΑ ΔΑΡΕΙΟΥ
¸τσι χÜθηκε; Ολüκληρος!

ΑΤΟΣΣΑ
Και τα Σοýσα üλα ερÞμωσαν.

ΦΑΝΤΑΣΜΑ ΔΑΡΕΙΟΥ
Του στρατοý η προστασßα. Η βÝβαιη.

ΑΤΟΣΣΑ
Ο λαüς των Βακτρßων. ¼λος γÝροντες εßναι μüνο. 

ΦΑΝΤΑΣΜΑ ΔΑΡΕΙΟΥ
Ωι ο δýστυχος! Τι δýναμη συμμÜχων αφÜνισε!

ΑΤΟΣΣΑ
Μüνο ο ΞÝρξης! Αυτüς με λßγους ακüμα απüμεινε.

ΦΑΝΤΑΣΜΑ ΔΑΡΕΙΟΥ
Πως κατÜντησε! Που εßναι; Σþθηκε;

ΑΤΟΣΣΑ
Πρüφτασε κι Ýφτασε στη γÝφυρα που Ýζεψε.

ΦΑΝΤΑΣΜΑ ΔΑΡΕΙΟΥ
Πρüφτασε. ΠÝρασε; Εßναι αλÞθεια; 

ΑΤΟΣΣΑ
¼ποιοι Ýφεραν μαντÜτα, κανεßς δεν λÝει κÜτι Üλλο. 

ΦΑΝΤΑΣΜΑ ΔΑΡΕΙΟΥ
Οι ορισμοß των χρησμþν. ΑλÞθεψαν. ΓρÞγορα. Το τÝλος του Μοιραßου ο Δßας το κεραýνωσε πÜνω στο γιο μου. ¸λεγα θ’ αργÞσουν οι θεοß, αλλÜ üταν το κακü το σπρþχνεις κι ο θεüς βοηθÜει. ¢νοιξε τþρα των συμφορþν μας η βρýση, του γιου μου η ανÝμυαλη νιüτη üμως δεν το Þξερε. Νüμισε θ’ αλυσοδÝσει τον ΕλλÞσποντο. Σαν δοýλο. Το πÝρασμα θεοý. Τη φýση ν’ αλλÜξει! Να ζÝψει τις Üκρες του, δρüμο να κÜνει για μεγÜλο στρατü. Θνητüς Þταν! ¢μυαλα νüμισε θα νικÞσει τους θεοýς και τον Ποσειδþνα! ΒλÜβη μυαλοý πÞρε το γιο μου. Ο πλοýτος που μÜζεψα με κüπους λÜφυρο τþρα Ýγινε φοβÜμαι. Θα τον αρπÜξουν. ¼ποιος προφτÜσει.

ΑΤΟΣΣΑ
Πολεμüχαρος γιος μας. Κακοß τον προÝτρεψαν. ¼,τι με πüλεμους μÜζεψες και Ýκανες πλοýτο μεγÜλο για τους γιους σου να Ýχουν αυτοß. Του Ýλεγαν üτι μüνο στο σπßτι σÝρνει σπαθß. Σα δειλüς. ¼τι τα πατρικÜ του πλοýτη δεν τα περισσεýει. ΤÝτοιες προσβολÝς απü κακοýς ακοýγοντας σχεδßασε το δρüμο και τον πüλεμο.

ΦΑΝΤΑΣΜΑ ΔΑΡΕΙΟΥ
Αυτοß τη φταιν τη συμφορÜ. Την αξÝχαστη. ΤÝτοια που Üλλη τα Σοýσα δεν ρÞμαξε, απü τüτε που ο Δßας Ýδωσε σε ¸ναν την τιμÞ να ορßζει την Ασßα ολüκληρη. Πρþτα ο ΜÞδος. ¾στερα ο γιος του το Ýργο συνÝχισε και τρßτος ο Κýρος, καλüτυχος, βασßλεψε και χÜρισε ειρÞνη στους λαοýς του και τιμονιÝρη στα Ýργα του εßχε το νου του και υπÝταξε τους Λυδοýς και τους Φρýγες. Και των Ιþνων τη χþρα Ýβαλε σε ζυγü. Σýνεση εßχε και σε θεü δεν αντÝσκοψε. ΤÝταρτος ýστερα του Κýρου ο γιος και πÝμπτος ο ΜÜρδος που ντρüπιασε πατρßδα και θρüνο. Αυτüν, με σχÝδιο -στο παλÜτι- τον σκüτωσε ο ΑρταφÝρνης, ο Üξιος, με φßλους πιστοýς. Και γω. ¼πως Ýπρεπε. Και μου Ýδωσε ο κλÞρος αυτü που το Þθελα και πÞρα στρατü. Και πολÝμησα. Μα τüσο κακü στη χþρα δεν Ýκανα. ¼μως ο ΞÝρξης Üμυαλα πρÜττει η νιüτη του και τις συμβουλÝς μου τις ξÝχασε. Εμεßς που βασιλÝψαμε πριν, κανÝνας μας τÝτοιο κακü δεν απüσωσε. 

ΧΟΡΟΣ
ΒασιλιÜ μου Δαρεßε. Που; Που καταλÞγουν τα λüγια σου; Με τα τüσα δεινÜ πþς θα ευτυχÞσουν πÜλι οι ΠÝρσες;

ΦΑΝΤΑΣΜΑ ΔΑΡΕΙΟΥ
Να μην εκστρατεýσετε στην ΕλλÜδα. ΠοτÝ. ΜÞτε κι αν εßναι ο στρατüς μεγαλýτερος. Η ßδια η γη τους τους βοηθÜει τους ¸λληνες.

ΧΟΡΟΣ
Με ποιο τρüπο; Πως; 

ΦΑΝΤΑΣΜΑ ΔΑΡΕΙΟΥ
Η πεßνα διþχνει τους περßσσιους.

ΧΟΡΟΣ
Θα στεßλουμε στρατü διαλεχτü.

ΦΑΝΤΑΣΜΑ ΔΑΡΕΙΟΥ
Δε θα γυρßσει οýτε αυτüς που απüμεινε.

ΧΟΡΟΣ
Τι ; Δεν! Δε θα φτÜσει ο στρατüς στον ΕλλÞσποντο; 

ΦΑΝΤΑΣΜΑ ΔΑΡΕΙΟΥ
Αν πιστÝψει κανεßς στις θεßες μαντεßες. Αν δει ü,τι Ýγινε… Θα καταλÜβει üτι λßγοι θα φτÜσουν. Δεν μπορεß Üλλες να βγουν και Üλλες üχι. ¼λα θα γßνουν. Γι’ αυτü, με κοýφιες ελπßδες, ορßζει τþρα, να μεßνει στρατüς χιλιÜδες στις ροÝς του Ασωποý που τα νερÜ του καρπßζουν τη γη της Βοιωτßας. ¼που γραφτü τους εßναι να πÜθουν τα Ýσχατα. Να πληρþσουν την ¾βρη τους. Που εκστρÜτευσαν στην ΕλλÜδα. Και ανÝβησαν. Σýλησαν. ¸καψαν ναοýς βωμοýς και αγÜλματα θεþν απ’ το βÜθρο τους τα γκρÝμισαν, πÝτρες τα Ýκαναν στο χþμα. Γι’ αυτü Ýπαθαν üσα Ýπαθαν. Και Üλλα θα πÜθουν. Το βÜθος της συμφορÜς ανεβαßνει. Δε φÜνηκε ακüμα. Στο αßμα θα κολυμπÞσει η γη των Πλαταιþν απü λüγχες ΔωριÝων. Στοßβες νεκρþν Üφωνες θα δεßχνουν στους αιþνες να μη περνÜ το μÝτρο η Ýπαρση του θνητοý. ¼ταν ανθßζει η Ýπαρση καρπßζει στÜχυ θυμοý. ΣυμφορÜ εσοδεýει. ΑυτÞ εßναι η πληρωμÞ. Και να θυμÜστε την ΑθÞνα και την ΕλλÜδα. Να μην καταφρονεß κανÝνας üσα Ýχει. Να μη ποθεß τα ξÝνα και σκορπÜ τους σωροýς των δικþν του. Τη μεγÜλη περηφÜνεια τσακßζει βαρýς δικαιοκρßτης ο Δßας. Η σωφροσýνη σας λοιπüν με λüγια γνωστικÜ να τον πεßσουν. ¼τι τυφλþνει το θρÜσος και καταστρÝφει το μυαλü. Και συ ¢τοσσα, καλÞ, σεβαστÞ μÜνα του ΞÝρξη, πÞγαινε μÝσα, πÜρε την καλýτερη φορεσιÜ να τον προσμÝνεις, γιατß την κουρÝλιασαν τη φορεσιÜ του οι συμφορÝς.Τα πολυκÝντητα στολßδια πÜνω του Ýρεψαν. Και πρÜυνÝ τον Þρεμα. Θα σ’ ακοýσει εσÝνα. Εγþ πÜω πÜλι στο σκοτÜδι μου. Και σεις να χαßρεστε. Και μÝσα στο κακü. Να ζεßτε τη χαρÜ της κÜθε μÝρας. ¼σο ζεßτε. Νεκροýς τα πλοýτη δεν σας ωφελοýν.

(Το ΦÜντασμα του Δαρεßου εξαφανßζεται) 

ΧΟΡΟΣ
¢κουσα. ΣπÜραξα για τις συμφορÝς που βρÞκαν. Και για τις μÝλλουσες.

ΑΤΟΣΣΑ
Δαßμονα σκληρÝ. Πüνος με πλημμυρßζει και τοýτος με δαγκþνει περισσüτερο. Η ντροπÞ που Üκουσα να ντýνει το γιο μου. ΠÜω. Θα πÜρω στολßδια. Θα ψÜξω να τον βρω. Δεν θ’ αφÞσω üσους αγαπþ στη δυστυχßα.

(Η βασßλισσα ¢τοσσα μπαßνει στο παλÜτι)

ΧΟΡΟΣ
Αχ. Η ζωÞ. Οι μεγÜλες χαρÝς της πατρßδας που ζÞσαμε. ¼σο κυβερνοýσε τη χþρα ο σεβαστüς παντοδýναμος ο αγαθüς κι ανßκητος Δαρεßος. Ισüθεος. Στρατοýς καμαρþναμε Ýνδοξους τüτε, που γκρÝμιζαν κÜστρα και üλα τα κοýρσευαν. Οι γυρισμοß απ’ τον πüλεμο, Ýφερναν σþους και Üβλαφτους τους στρατιþτες στα σπßτια τα πλοýσια. Χþρες κÝρδισε χωρßς να περÜσει τις üχθες του ¢λη. Στο παλÜτι του μÝνοντας. Του Στρυμüνα γειτüνισσες στις εκβολÝς χτισμÝνες, της ΘρÜκης αγριüτοπους. Και πÝρα üσες βαθιÜ στη στεριÜ, Þταν ζωσμÝνες με πýργους στο Δαρεßο μας Üκουγαν, και δßπλα στης ¸λλης το πÝρασμα üσες υπÞρχαν. Και η Προποντßδα στο βÜθος. Και του Πüντου το Üνοιγμα κι üσα νησιÜ στη γη μας αγνÜντια, προεξοχÝς θαλασσüκλειστες, τη ΛÝσβο, τη λιüφυτη ΣÜμο, τη Χßο, την ΠÜρο, τη ΝÜξο, τη Μýκονο και την ΤÞνο αγγßζουσα, τη γειτüνισσα ¢νδρο. Και τα Üλλα ριγμÝνα στη θÜλασσα ανÜμεσα, τη ΛÞμνο, τον τüπο του ºκαρου, τη Ρüδο, την Κνßδο και πüλεις της Κýπρου ΠÜφο και Σüλους και τη Σαλαμßνα, της μητρüπολης ομþνυμη, που Ýγινε τþρα του χαλασμοý μας η αιτßα. Και τις μεγÜλες πλοýσιες στην Ιωνßα πüλεις των ΕλλÞνων, τις κÝρδισε ο νους του κι ανßκητη δýναμη δßπλα μας Ýστεκε πλÞθος συμμÜχων. Και τþρα θεοß τα δεινÜ του πολÝμου τοýτα μας Ýστειλαν. Με χτυπÞματα θÜλασσας μεγÜλα μας δÜμασαν.

(Μπαßνει το Üρμα του ΞÝρξη. Κατεβαßνει με σχισμÝνα ροýχα και προχωρεß στη σκηνÞ)

ΞΕΡΞΗΣ
Αλßμονο σε μÝνα! ¸παθα. ΣκληρÞ μοßρα βρÞκα. ΑναπÜντεχα Ýπαθα! Δαßμονας κακüς ανÝβηκε. Χτýπησε τη γενιÜ των Περσþν. Τι συμφορÜ Ýπαθα! Λυγοýν που σας βλÝπω τα πüδια μου. ΜακÜρι Δßα και μÝνα να Ýπαιρνες.. Με τους Üντρες που χÜθηκαν. Του χαμοý μου η μοßρα να μ’ Ýπαιρνε!

ΧΟΡΟΣ
ΒασιλιÜ μας Αλßμονο. Ο στρατüς μας παει Η μεγÜλη τιμÞ της Περσßας το στüλισμα. Τα θÝρισε το κακü πνεýμα. Κλαßει η γη μας τη νιüτη που αφÜνισε ο ΞÝρξης. Που γÝμισε ΠÝρσες τον ¢δη. Σýρθηκαν Üντρες. ΣτοιβÜχτηκαν. Το Üνθος της χþρας. Τοξüτες. ΠλÞθος μυριÜδες αμÝτρητο. Ωχ που χÜθηκαν. ΧÜθηκε η Δýναμη. Η γη της Ασßας. ΒασιλιÜ της Ασßας πικρÞ ρημαγμÝνη γονÜτισε.

ΞΕΡΞΗΣ
Εγþ. Εγþ! Ο ελεεινüς Μαýρος στη γενιÜ και στη γη την πατρþα. ΣυμφορÜ της γεννÞθηκα!

ΧΟΡΟΣ
¢γρια φωνÞ. ΣτριγγλÞ κραυγÞ. ΘρηνητικÞ. ΚακοσÞμαδη ιαχÞ θα σýρω. Στο γυρισμü σου καλωσüρισμα.

ΞΕΡΞΗΣ
Μοιρολüγι. Αρχßστε. Πικρü οδυρμü. Της συμφορÜς ο δαßμονας ξαναρßχνεται πÜνω μου.

ΧΟΡΟΣ
Θρηνþ και οδýρομαι του λαοý τα πÜθη, τα βÜρη της θÜλασσας της βαρýπενθης πατρßδας μου κτÞματα. ΘρÞνος. ΠÜλι θρÞνος. ΑτÝλειωτος.

ΞΕΡΞΗΣ
Των Ιþνων μας ρÞμαξε. Των Ιþνων ο ναýφρακτος ¢ρης. Ο Üνισος. ΘÝρισε τις ακτÝς. ΘÝρισε τη μαýρη Üπλα της θÜλασσας.

ΧΟΡΟΣ
Ωι, ωι! ΘρÞνησε και ρþτα. Που εßναι ο στρατüς σου; Που οι πιστοß σου; Ο ΦαρανδÜκης, ο Σοýσας, ο Πελαγþνας, ο ΑγαβÜτης, ο Δüταμος, ο ΨÜμμης, ο ΣουσικÜκης που τα ΕκβÜτανα Üφησε.

ΞΕΡΞΗΣ
Πνßγηκαν. Τους Üφησα. Απ’ το καρÜβι τους Ýπεσαν στις ακτÝς της Σαλαμßνας. Στους βρÜχους της κüβονται.

ΧΟΡΟΣ
Ωι ωι! Που ο Φαρνοýχος; Ο γενναßος Αριüμαρδος; Που ο ΣευÜλκης, ο βασιλιÜς ; Ο Λßλαιος Üρχοντας, ο ΜÝμφις, ο ΘÜρυβης, ο Μασßστρος, ο ΑρτεμβÜρης, ο Υσταßχμος; Σε ρωτþ πÜλι. Που εßναι αυτοß;

ΞΕΡΞΗΣ
Αλßμονο! Γνþρισαν τη σκληρÞ πανÜρχαια ΑθÞνα σ’ Ýνα χτýπημα. ¼λοι τους. Αχ δýστυχοι! Αχ! Στη χþρα σφαδÜζουν. 

ΧΟΡΟΣ
Και των Περσþν τον Üριστο. Το ακοßμητο μÜτι, του Βατανþχου το γιο, τον ¢λπιστη -με στρατü μυριÜδες μýριους- και τον ΣησÜμη του ΜεγαβÜτη το γιο και τον ΠÜρθο και τον μÝγα ΟιβÜρη Πες μας. Τους Üφησες; Δýστυχε. Δýστυχε. Στους Ýνδοξους ΠÝρσες λες τα δεινÜ των δεινþν τους.

ΞΕΡΞΗΣ
Τα δεινÜ των δεινþν μου θυμßζεις. ΤρÝφεις. Ματþνεις τη λαχτÜρα την Üσβεστη για γενναßους συντρüφους. ΦωνÜζει. ΧτυπιÝται η καρδιÜ μου στο στÞθος.

ΧΟΡΟΣ
Πες μας. Για Üλλους. Για τον ΞÜνθη τον πρþτο των μýριων ΜÜρδων τον πολεμüχαρο ΑγχÜρη, τον ΑρσÜκη και Δßαιξη -τους ßππαρχους. Για τον ΗγδαδÜτη και Λυθßμνη. Πες για τον Τüλμα, της λüγχης αχüρταγο. Φρßκη. Φρßκη. Δεν ακολουθοýν τη βασιλικÞ σου αρμÜμαξα.

ΞΕΡΞΗΣ
¸φυγαν. Του στρατοý οι αρχηγÝτες.

ΧΟΡΟΣ
Αδüξαστοι Ýφυγαν.

ΞΕΡΞΗΣ
Ωχ! Ωχ συμφορÜ μου!

ΧΟΡΟΣ
Αχ Δαßμονες, αχ! ΜεγÜλο κακü να αστρÜφτει μας Ýριξαν. ΟλοφÜνερη ¢τη.

ΞΕΡΞΗΣ
Η ¢τη μας Ýβαλε κÜτω. Για πÜντα.

ΧΟΡΟΣ
ΟλοφÜνερη ¢τη. 

ΞΕΡΞΗΣ
ΞαφνικÞ. Κι αγνþριστη.

ΧΟΡΟΣ
Στους ºωνες ναýτες. ΜπροστÜ. Κακüτυχοι φτÜσαμε. ¢τυχο γÝνος του πολÝμου, Üτυχο.

ΞΕΡΞΗΣ
¢τυχο. ¼λους τους Ýχασα!

ΧΟΡΟΣ
Τι απüμεινε, Üρχοντα; 

ΞΕΡΞΗΣ
Τα λεßψανα πÜνω μου. Κοßτα!

ΧΟΡΟΣ
Τα βλÝπω! Αλßμονο!

ΞΕΡΞΗΣ
Κι αυτÞ τη φαρÝτρα.

ΧΟΡΟΣ
Μüνο!

ΞΕΡΞΗΣ
ΒÝλη απüμειναν...

ΧΟΡΟΣ
Απ’ τα πÜντα. Το τßποτα.

ΞΕΡΞΗΣ
Τα χÜσαμε. ¼λα.

ΧΟΡΟΣ
Ο λαüς των Ιþνων ο Ανßκητος!

ΞΕΡΞΗΣ
¸παθα! Χτýπημα Üγνωστο.

ΧΟΡΟΣ
Τα καρÜβια. Που βοýλιαξαν!

ΞΕΡΞΗΣ
Τα ροýχα μου Ýσκισα βλÝποντας.

ΧΟΡΟΣ
Αλßμονο!

ΞΕΡΞΗΣ
Δε φτÜνει. ΘρÞνος πÜνω στο θρÞνο.

ΧΟΡΟΣ
ΔεινÜ διπλÜ. Και τριπλÜ.

ΞΕΡΞΗΣ
ΑνελÝητα. ΧαρÜ του εχθροý.

ΧΟΡΟΣ
ΚομμÜτια Ýγινε η δýναμη.

ΞΕΡΞΗΣ
Χωρßς φßλους Ýμεινα.

ΧΟΡΟΣ
¼λοι οι σýμμαχοι πÜνε. Σαν τÝρας τους πÞρε η θÜλασσα.

ΞΕΡΞΗΣ
ΚλÜψε το χαμü μας. ΚλÜψε. ¸λα μαζß μου.

ΧΟΡΟΣ
Ωχ! Ωχ!


ΞΕΡΞΗΣ
ΑντÞχα το θρÞνο μου.

ΧΟΡΟΣ
Φρßκη. Απ’ τους φρικτοýς. Στους κατατρομαγμÝνους!

ΞΕΡΞΗΣ
Κλαßγε. Κλαßγε μαζß μου.

ΧΟΡΟΣ
Αλßμονο! ΣυμφορÜ να σε βλÝπω. ΣυμφορÜ να σ’ ακοýω. Και τοýτο αβÜσταχτο εßναι.

ΞΕΡΞΗΣ
¸λα μαζß μου. Για χÜρη μου στÝναζε.

ΧΟΡΟΣ
ΘρÞνος ολüκληρος Ýγινα!

ΞΕΡΞΗΣ
ΑντÞχα τþρα το θρÞνο μου.

ΧΟΡΟΣ
ΚλÜμα ολüκληρος Üρχοντα.

ΞΕΡΞΗΣ
ΚλÜμα. ΚλÜψε δυνατÜ. ¼σο Ýχεις.

ΧΟΡΟΣ
Ωχ! Ωχ! Μαýρος ο θρÞνος.

ΞΕΡΞΗΣ
Χτýπα χτýπα τα στÞθια σου. Κλαßγοντας.

ΧΟΡΟΣ
ΧτυπιÝμαι και δÝρνομαι.

ΞΕΡΞΗΣ
Τα γÝνια ξερßζωνε.

ΧΟΡΟΣ
Σφßγγω. Σφßγγω τα δüντια. Ξεριζþνοντας.

ΞΕΡΞΗΣ
Φþναζε. Ξεριζþνοντας.

ΧΟΡΟΣ
¸τσι. ¸τσι φωνÜζοντας. Ωχ! Ωχ!

ΞΕΡΞΗΣ
ΤρÜβα τα ροýχα. ΤρÜβα τα. Σκßσε τα.

ΧΟΡΟΣ
Με τα νýχια μου τα σκßζω!

ΞΕΡΞΗΣ
Τα μαλλιÜ σου ξερßζωνε. ΚλÜψε το στρατü μας.

ΧΟΡΟΣ
Τα μαλλιÜ μου. Κι αυτÜ. Κλαßγοντας.

ΞΕΡΞΗΣ
Πλημμýρα το κλÜμα.

ΧΟΡΟΣ
Πλημμυρßζοντας...

(Καθþς ανεβαßνει τις σκÜλες να μπει)

ΞΕΡΞΗΣ
ΑντÞχα το κλÜμα μου.

ΧΟΡΟΣ
Ωχ! Ωχ!

ΞΕΡΞΗΣ
Στο παλÜτι μαζß μου μπες. Θρηνþντας.

ΧΟΡΟΣ
Ωχ Ωχ! Χþμα της Περσßας ! ΑβÜδιστο.

ΞΕΡΞΗΣ
Ωι Ωι! Να θρηνÞσουν. Σ’ üλη την πüλη.

ΧΟΡΟΣ
ΘρÞνος. ΘρÞνος παντοý.

ΞΕΡΞΗΣ
Κλαßτε. Βαδßζοντας.

ΧΟΡΟΣ
Ωι Ωι! Χþμα της Περσßας. ΑβÜδιστο.

ΞΕΡΞΗΣ
Ωι Ωι! Οι πνιγμÝνοι στα τρßστρατα. Οι πνιγμÝνοι παντοý!

ΧΟΡΟΣ
Κλαßγε κι εσý μαζß μου που κλαßω. Στους θρÞνους σου γßνομαι σýντροφος.


                                                    Τ Ε Λ Ο Σ

 

 

Web Design: Granma - Web Hosting: Greek Servers