Βιογραφικü
O Κþστας ΒÜρναλης Þτανε λογοτÝχνης, ποιητÞς, κριτικüς και δημοσιογρÜφος. ¸γραψε ποιÞματα, αφηγηματικÜ Ýργα, κριτικÞ και μεταφρÜσεις. ΤιμÞθηκε το 1959 με το Βραβεßο ΕιρÞνης ΛÝνιν.
ΓεννÞθηκε στον Πýργο (ΜπουργκÜς) της ΑνατολικÞς Ρωμυλßας (Β. ΘρÜκη νυν Βουλγαρßα) 14 ΦλεβÜρη 1884. üπου βßωσε το κλßμα του Ελληνοτουρκικοý ΠολÝμου του 1897. Το επßθετü του, αν üχι καλλιτεχνικü, δηλþνει καταγωγÞ απü τη ΒÜρνα üπου μÝνανε πολλοß ¸λληνες -το επßθετο του πατÝρα του Þταν Μπουμποýς. Στo σχολεßο της πατρßδας του Ýμαθε τα πρþτα γρÜμματα, τελεßωσε το 1898 και κατüπιν σποýδασε στα Ζαρßφεια Διδασκαλεßα της Φιλιπποýπολης κι αφοý δßδαξε λßγα χρüνια στο σχολεßο του Πýργου Ýπειτα με την υποστÞριξη του Μητροπολßτη ΑγχιÜλου Þρθε στην ΑθÞνα και σποýδασε φιλολογßα στο ΠανεπιστÞμιο Αθηνþν. Εκεß πÞρε μÝρος στη διαμÜχη για το γλωσσικü ζÞτημα ως υποστηρικτÞς των δημοτικιστþν. Το 1907 συμμετεßχε στην ßδρυση του ποιητικοý περιοδικοý Ηγησþ, το οποßο κυκλοφüρησε 10 τεýχη. Το 1908 πÞρε το πτυχßο του κι Üρχισε να εργÜζεται στην εκπαßδευση, στην αρχÞ στο ελληνικü διδασκαλεßο του Πýργου (ΜπουργκÜς), στα 18 του, και στη συνÝχεια στην ΕλλÜδα, στην ΑμαλιÜδα και μεταξý Üλλων στην ΑνωτÜτη ΠαιδαγωγικÞ Ακαδημßα Αθηνþν. ΔιετÝλεσε για πολλÜ χρüνια καθηγητÞς μÝσης εκπαßδευσης, ενþ εργÜστηκε για βιοποριστικοýς λüγους και ως δημοσιογρÜφος. Επßσης παρακολοýθησε μαθÞματα φιλολογßας, φιλοσοφßας και κοινωνιολογßας στο Παρßσι.
Απü το 1910 Üρχισε να ασχολεßται με τη λογοτεχνικÞ μετÜφραση και þς το 1916 ολοκλÞρωσε τους Ηρακλεßδες του Ευριπßδη, τον Αßαντα του ΣοφοκλÞ, τα Απομνημονεýματα του Ξενοφþντα και τον Πειρασμü του Αγßου Αντωνßου του ΓκυστÜβ ΦλωμπÝρ. ΜετÜ το Β' Βαλκανικü Πüλεμο, στον οποßο πÞρε μÝρος, φοßτησε στο Διδασκαλεßο ΜÝσης Εκπαßδευσης του ΔημÞτρη Γληνοý. Το 1919 πÞγε στο Παρßσι με υποτροφßα και παρακολοýθησε μαθÞματα φιλοσοφßας, φιλολογßας και κοινωνιολογßας. Τüτε προσχþρησε στο μαρξισμü και το διαλεκτικü υλισμü κι αναθεþρησε τις προηγοýμενες απüψεις του για τη ποßηση, τüσο σε θεωρητικü, üσο και σε πρακτικü επßπεδο. Καρπüς αυτÞς της στροφÞς στÜθηκε το ποßημÜ του ΠροσκυνητÞς.
ΠρωτοπαρουσιÜσθηκε στα ελληνικÜ γρÜμματα με στßχους, που δημοσßευσε, σπουδαστÞς ακüμα, στην εφημερßδα της Φιλιπποýπολης ΕιδÞσεις Του Αßμου με το ψευδþνυμο Φηγεýς και λßγον αργüτερα στο ΝουμÜ με τ' üνομÜ του. Η 1η του ποιητικÞ συλλογÞ εξεδüθη με τßτλο ΚηρÞθρες στην ΑθÞνα (1905) και το καλοκαßρι του 1921 Ýγραψε στην Αßγινα τη 2η με τßτλο Το Φως Που Καßει, που εξÝδωσε Ýνα χρüνο αργüτερα στην ΑλεξÜνδρεια με το ψευδþνυμο ΔÞμος ΤανÜλιας, αφοý εν τω μεταξý επιβλÞθηκε σα ποιητÞς με τα ποιÞματα, που δημοσßευσε στα διÜφορα περιοδικÜ. Το 1922 δημοσßευσε επßσης τους Μοιραßους στο περιοδικü Νεολαßα και τη ΛευτεριÜ στο περιοδικü Μοýσα. Το 1924 δßδαξε νεοελληνικÞ λογοτεχνßα στην ΠαιδαγωγικÞ Ακαδημßα υπü τη διεýθυνση του Γληνοý. Το 1926 παýθηκε απü τη θÝση του με αφορμÞ Ýνα δημοσßευμα της Εστßας, που δημοσßευσε Ýνα απüσπασμα απü Το Φως Που Καßει.
ΣτρÜφηκε στη δημοσιογραφßα κι Ýφυγε για τη Γαλλßα ως ανταποκριτÞς της Προüδου. Το 1927 τýπωσε τους ΣκλÜβους ΠολιορκημÝνους, (διηγÞματα).Το 1929 νυμφεýθηκε τη ποιÞτρια Δþρα ΜοÜτσου. Το 1932 εξÝδωσε την ΑληθινÞ Απολογßα Του ΣωκρÜτη. Το 1935 πÞρε μÝρος ως αντιπρüσωπος των ΕλλÞνων συγγραφÝων στο ΣυνÝδριο Σοβιετικþν ΣυγγραφÝων στη Μüσχα και μετÜ εξορßστηκε στη ΛÝσβο και τον ¢η ΣτρÜτη. ΥπÞρξε κομμουνιστÞς και στη ΚατοχÞ Ýλαβε μÝρος στην ΕθνικÞ Αντßσταση, ως μÝλος του Εθνικοý Απελευθερωτικοý Μετþπου (ΕΑΜ).
Tο 1956 τιμÞθηκε απü την Εταιρεßα ΕλλÞνων Λογοτεχνþν και το 1959 τιμÞθηκε με το βραβεßο ΛÝνιν. Εßχανε προηγηθεß μεταξý Üλλων εκδüσεις των Ýργων του Ζωντανοß Üνθρωποι, Το Ημερολüγιο Της Πηνελüπης, ΠοιητικÜ, ΔιχτÜτορες, ΑισθητικÜ- ΚριτικÜ (2 τüμοι). Το 1965 εκδüθηκε η τελευταßα ποιητικÞ συλλογÞ του με τßτλο Ελεýθερος κüσμος και το 1972 το θεατρικü Ýργο ¢τταλος ο Γ'. ΥπÞρξε συνεργÜτης σε πολλÜ περιοδικÜ κι εγκυκλοπαßδειες, μεταξý των οποßων και στη ΜεγÜλη ΕλληνικÞ Εγκυκλοπαßδεια. ΠÝθανε στις 16 Δεκεμβρßου 1974. Το ταφικü μνημεßο του ποιητÞ, στο Α' Νεκροταφεßο Αθηνþν, φιλοτÝχνησε ο καλλιτÝχνης ΚοσμÜς ΞενÜκης, το 1975.
BÜρναλης & ΣτρατÞς Τσßρκας
Το Ýργο του εßναι γραμμÝνο στη δημοτικÞ κι Ýχει καλÜ επιμελημÝνη μορφÞ και πλαστικüτητα στην Ýκφραση. Χαρακτηρßζεται απü θερμÞ λυρικÞ φαντασßα και σατιρικÞ διÜθεση μ' ενδιαφÝρον για το σýγχρονο Üνθρωπο. Η ποßησÞ του, ιδιαßτερα, χαρακτηρßζεται απü Ýντονο διονυσιασμü, παιχνιδιÜρικη διÜθεση και βαθý μουσικü αßσθημα που συνδυÜζεται Üριστα με τη σÜτιρα, ενþ θεωρεßται Ýνας απü τους κυριþτερους αριστεροýς εργÜτες της γλþσσας στην ΕλλÜδα. Ο ΒÜρναλης διατÞρησε τη ποιητικÞ αλλÜ και την ανθρþπινη εγρÞγορσÞ του μÝχρι τα βαθιÜ του γερÜματα. ΥπÞρξε Ýνας απü την πλειÜδα των νÝων, που στα 1904-5 εξÝδωσε το περιοδικü Ηγησþ, μοναδικü στο εßδος του για την ΕλλÜδα, γιατß περιεßχε μüνο ποιÞματα των ιδρυτþν και συνεργατþν του και καθüλου πεζÜ.
ΕπιτÜφια πλÜκα του στο ΜπουργκÜς, Βουλγαρßα
Τα ¸ργα του:
- ΠοιητικÝς συνθÝσεις
Ο ΠροσκυνητÞς (1919)
Το Φως που καßει (ΑλεξÜνδρεια 1922, με το ψευδþνυμο ΔÞμος ΤανÜλιας). Το 1933 επανατυπþθηκε στην ΑθÞνα με αναθεωρÞσεις.
ΣκλÜβοι ΠολιορκημÝνοι (1927)
ΠοιητικÝς συλλογÝς:
ΚηρÞθρες (1905)
ΠοιητικÜ (1956)
Ελεýθερος κüσμος (1965)
ΟργÞ λαοý (1975)
ΠεζÜ και κριτικÜ Ýργα:
Ο λαüς των μουνοýχων (Φιλ. ψευδ. ΔÞμος ΤανÜλιας) (1923)
Ο Σολωμüς χωρßς μεταφυσικÞ (1925)
Η ΑληθινÞ απολογßα του ΣωκρÜτη (1931)
Αληθινοß Üνθρωποι (1938)
Το ημερολüγιο της Πηνελüπης (1947)
Πεζüς λüγος (1957)
ΣολωμικÜ (1957)
ΑισθητικÜ ΚριτικÜ Α και Β (1958)
Ανθρωποι. Ζωντανοß - Αληθινοß (1958)
Οι διχτÜτορες (1965)
ΦιλολογικÜ Απομνημονεýματα (1980)
ΘÝατρο:
¢τταλος ο Τρßτος (1972)
ΜεταθανÜτιες συλλογÝς κειμÝνων:
ΓρÜμματα απü το Παρßσι, επιμ. Νßκος ΣαραντÜκος, «Εκδüσεις Αρχεßο», ΑθÞνα 2013, 164 σελ.
Τι εßδα εις την Ρωσσßαν των ΣοβιÝτ, επιμ. Νßκος ΣαραντÜκος, «Εκδüσεις Αρχεßο», ΑθÞνα 2014, 306 σελ.
ΑττικÜ, 400 χρονογραφÞματα (1939-1958) για την ΑθÞνα και την ΑττικÞ, επιμ. Νßκος ΣαραντÜκος, «Εκδüσεις Αρχεßο», ΑθÞνα 2016, 578 σελ.
ΑστυνομικÜ, 265 χρονογραφÞματα (1939-1957) εμπνευσμÝνα απü το αστυνομικü δελτßο, επιμ. Νßκος ΣαραντÜκος, «Εκδüσεις Αρχεßο», ΑθÞνα 2017, 376 σελ.
ΜεταφρÜσεις:
ΑριστοφÜνης - ΒÜτραχοι
ΑριστοφÜνης - ΕκκλησιÜζουσες
ΑριστοφÜνης - Ιππεßς
ΑριστοφÜνης - ΛυσιστρÜτη
ΑριστοφÜνης - Πλοýτος
Ευριπßδης - Ιππüλυτος
Ευριπßδης - Τρωαδßτισσες
ΚινÝζικα τραγοýδια
ΜολιÝρος - ΜισÜνθρωπος
ΕυγÝνιος ΠοτιÝ - Η ΔιεθνÞς
________________________________
Πρüλογος
ΠÜλι μεθυσμÝνος εßσαι, δυüμιση þρα της νυχτüς.
Κι Üν τα γονατÜ σου τρÝμαν, εκρατιüσουνα στητüς
μπρος στο κÜθε τραπεζÜκι. -"ΓειÜ σου ΚωσταντÞ βαρβÜτε!"
-"Καλησπεροýδια, αφεντικÜ, πως τα καλοπερνÜτε";
¸νας σου 'δινε ποτÞρι κι Üλλος σου 'δινεν ελιÜ.
¸τσι πÝρασες γραμμÞ της γειτονιÜς τα καπηλειÜ.
Κι αν σε πεßραζε κανÝνας -αχ εκεßνος ο ΤριβÝλας!-
καμþσουν πως δεν Ýνιωθες και πÜντα εγλυκογÝλας.
Χτες και σÞμερα ßδια κι üμοια, χρüνος μπρος, χρüνια μετÜ...
Η ýπαρξÞ σου σε σκοτÜδια üλο πηχτüτερα βουτÜ.
ΤÜχα η θελησÞ σου λßγη, τÜχα ο πüνος σου μεγÜλος;
Αχ, ποýσαι νιüτη, που 'δειχνες πως θα γινüμουν Üλλος!
Το Τραγοýδι Του Τρελλοý
¢ú! με το γýφτικο ζουρνÜ,
με νταγερÝ, που κουδουνÜ,
σýρε σκοπüν αντÜμικο.
ΕστρÜβωσα τη φÝσα μου,
Ýρωτας που ’ναι μÝσα μου
για να χορÝψω τσÜμικο.
Χßλια χÝρια κι Üρματα
να ’χα να σας φρÜξω,
να ’χα και δυο κÝρατα
τον οχτρü να σκιÜξω!
Για να βαστÜξει üσο μπορεß,
το μακελειü, να ’στε γεροß,
της πÝννας αντρειωμÝνοι!
ΚανοναρχÜτε τ’ üνομÜ μας,
üντας η δüξα μελετÜ μας
τα σκελετÜ, γερμÝνη.
Να χαμ’ Ýνα βασιλιÜ,
για να μας θαμπþνει,
με λειρß στο κοýτελο
και φωνÞ τρομπüνι!
¼λα εδþ χÜμου ψεýτικα.
Δε σ’ Ýζησα, ονειρεýτηκα,
μαýρη ζωÞ, üλη πßκρα.
Μα θα χαρþ σε, λευτεριÜ,
αιþνια αλÞθεια κι ομορφιÜ,
σαν θα περÜσω αντßκρα.
Να 'χαμ’ Ýνα βασιλιÜ,
δρÜκο με χοντρü λαιμü,
σÝρτικο κι αρÜθυμο,
για να κÜνει πüλεμο!
¢μποτε λßγο να δυνüμουν
για μια στιγμÞ να τρελαινüμουν,
ο σαλεμÝνος νους
και τα κλεισμÝνα τσßνορα
να μην ξαμþνουν σýνορα
και χþριους ουρανοýς!
Να ιδþ τον κüσμο ανÜποδα
τον αδερφü μου ξÝνο
και τον οχτρüν αδÝρφι μου
αδικοσκοτωμÝνο.
Οι Μοιραßοι
Μες στην υπüγεια τη ταβÝρνα,
μες σε καπνοýς και σε βρισιÝς,
(απÜνου στρßγγλιζε η λατÝρνα)
üλ' η παρÝα πßναμε ψÝς,
εψÝς, σαν üλα τα βραδÜκια,
να πÜνε κÜτου τα φαρμÜκια.
Σφιγγüταν ο Ýνας πλÜι στον Üλλο
και κÜπου εφτυοýσε καταγÞς,
ω! πüσο βÜσανο μεγÜλο
το βÜσανο εßναι της ζωÞς!
¼σο κι ο νους αν τυραννιÝται
Üσπρην ημÝρα δε θυμιÝται!
¹λιε και θÜλασσα γαλÜζα
και βÜθος τ' Üσωτου ουρανοý,
ω! της αυγÞς κροκÜτη γÜζα
γαροýφαλλα του δειλινοý,
λÜμπετε-σβÞνετε μακριÜ μας,
χωρßς να μπεßτε στην καρδιÜ μας!
Του ενοý ο πατÝρας χρüνια δÝκα
παρÜλυτος -ßδιο στοιχειü
τ' Üλλου κοντüμερη η γυναßκα
στο σπßτι λιþνει απü χτικιü,
στο Παλαμßδι ο γιüς του ΜÜζη
κι η κüρη του ΓιαβÞ στο ΓκÜζι.
-Φταßει το ζαβü το ριζικü μας!
-Φταßει ο θεüς που μας μισεß!
-Φταßει το κεφÜλι το κακü μας!
-Φταßει πρþτ' απ' üλα το κρασß!
Ποιος φταßει; Ποιος φταßει; ...ΚανÝνα στüμα
δε το 'βρε και δε το 'πε ακüμα.
Ετσι, στη σκοτεινÞ ταβÝρνα
πßνουμε πÜντα μας σκυφτοß,
σα τα σκουλÞκια κÜθε φτÝρνα
üπου μας εýρει, μας πατεß:
δειλοß, μοιραßοι κι Üβουλοι αντÜμα,
προσμÝνουμε, ßσως, κÜποιο θÜμα!
Η ΜπαλÜντα Του Κυρ-ΜÝντιου
Δε λυγÜνε τα ξερÜδια
και πονÜνε τα ρημÜδια!
Κοýτσα μια και κοýτσα δυο
της ζωÞς το ρημαδιü!
Mεροδοýλι, ξενοδοýλι!
ΔÝρναν οýλοι: αφÝντες, δοýλοι,
οýλοι: δοýλοι, αφεντικü
και μ' αφÞναν νηστικü.
Tα παιδιÜ, τα καλοπαßδια,
παραβγαßνανε στην παßδεια
με κοτρüνια στα ψαχνÜ,
φοýχτες μýγα στ' αχαμνÜ!
Aνωχþρι, Κατωχþρι,
ανηφüρι, κατηφüρι,
και με κÜμα και βροχÞ,
þσπου μου 'βγαινε η ψυχÞ.
Eßκοσι χρονþ γομÜρι
σÞκωσα üλο το νταμÜρι
κι Ýχτισα, στην εμπασιÜ
του χωριοý την εκκλησιÜ.
Kαι ζευγÜρι με το βüδι
(Üλλο μπüι κι Üλλο πüδι)
üργωνα στα ρÝματα
τ' αφεντüς τα στρÝματα.
Kαι στον πüλεμ' "üλα γι' üλα"
κουβαλοýσα πολυβüλα
να σκοτþνονται οι λαοß
για τ' αφÝντη το φαÀ.
Kαι γι' αυτüνε τον ερßφη
εκουβÜλησα τη νýφη
και την προßκα της βουνü,
την τιμÞ της ουρανü!
AλλÜ εμÝνα σε μια σφÞνα
μ' Ýδεναν το ΜÜη το μÞνα
στο χωρÜφι το γυμνü
να γκαρßζω, να θρηνþ.
Kι ο παπÜς με τη κοιλιÜ του
μ' Ýπαιρνε για τη δουλειÜ του
και μου μßλαε κουνιστüς:
"Σε καβÜλησε ο Χριστüς!
Δοýλευε για να στουμπþσει
üλ' η Χþρα κι' οι καμπüσοι.
Μη ρωτÜς το πως και τß,
να ζητÜς την αρετÞ!"
-Δε βαστÜω! Θα πÝσω κÜπου!
-ΝτρÜπου! Τους προγüνους ντρÜπου!
-Αντραλßζομαι!... Πεινþ!...
-Σοýτ! θα φας στον ουρανü!"
Kι Ýλεα: üταν μιαν ημÝρα
παρασφßξουνε τα γÝρα,
θα ξεκουραστþ κι' εγþ,
του Θεοý τ' αβασταγü!
Kι üταν Ýνα καλü βρÜδυ
θα τελειþσει μου το λÜδι
κι αμολÞσω τη πνοÞ
(Ýνα πουφ εßν' η ζωÞ),
H ψυχÞ μου θε να δρÜμει
στη ζεστÞ αγκαλιÜ τ' ΑβρÜμη,
τ' Üσπρα, τ' αχερÝνια του
να φιλÜει τα γÝνια του!
ΓÝρασα κι ως δε φελοýσα
κι αχαúρευτος κυλοýσα,
με πετÜξανε μακριÜ
να με φÜνε τα θεριÜ.
Kωλοσοýρθηκα και βρßσκω
στη σπηλιÜ τον Αι-Φραγκßσκο:
"Χαßρε φως αληθινüν
και προστÜτη των κτηνþν!
Σþσ' το γÝρο τον κυρ-ΜÝντη
απ' την αδικιÜ τ' αφÝντη,
συ που δßδαξες αρνß
τον κυρ-λýκο να γενεß!
Tο σκληρüν αφÝντη κÜνε
απü λýκο Üνθρωπο κÜνε!..."
Μα με την κουβÝντα αυτÞ
πüρτα μου 'κλεισε κι' αφτß.
Tüτενες το μαýρο φßδι
το διπλü του το γλωσσßδι
πßσω απü την αστοιβιÜ
βγÜζει και κουνÜ με βιÜ:
"Φως ζητÜνε τα χαúβÜνια
κι οι ραγιÜδες απ' τα ουρÜνια,
μα θεοß κι üξαποδþ
κει δεν εßναι παρÜ 'δω.
Aν το δßκιο θες, καλÝ μου,
με το δßκιο του πολÝμου
θα το βρεις. ¼που ποθεß
λευτεριÜ, παßρνει σπαθß.
Mη χτυπÜς τον αδερφü σου-
τον αφÝντη τον κουφü σου!
Και στον ßδρο το δικü
γßνε συ τ' αφεντικü.
ΧÜιντε θýμα, χÜιντε ψþνιο
χÜιντε Σýμβολον Αιþνιο!
Αν ξυπνÞσεις, μονομιÜς
θα 'ρτει ανÜποδα ο ντουνιÜς.
Kοßτα! Οι Üλλοι Ýχουν κινÞσει
κι Ýχ' η πλÜση κοκκινÞσει
κι Üλλος Þλιος Ýχει βγει
σ' Üλλη θÜλασσ', Üλλη γη".
Οι Πüνοι Της ΠαναγιÜς
Που να σε κρýψω, γιüκα μου, να μη σε φτÜνουν οι κακοß;
Σε ποιο νησß τ' Ωκεανοý, σε ποια κορφÞν ερημικÞ;
Δε θα σε μÜθω να μιλÜς και τ' Üδικο φωνÜξεις.
ΞÝρω πως θα 'χεις τη καρδιÜ τüσο καλÞ, τοσο γλυκÞ,
που με τα βρüχια της οργÞς ταχιÜ θε να σπαρÜξεις.
Συ θα 'χεις μÜτια γαλανÜ, θα 'χεις κορμÜκι τρυφερü,
θα σε φυλÜω απü ματιÜ κακÞ κι απü κακüν καιρü,
απü το πρþτο ξÜφνισμα της ξυπνημÝνης νιüτης.
Δεν εßσαι συ για μÜχητες, δεν εßσαι συ για το σταυρü.
Εσý νοικοκερüπουλο -üχι σκλÜβος Þ προδüτης.
Tη νýχτα θα σηκþνομαι κι αγÜλια θα νυχοπατþ,
να σκýβω την ανÜσα σου ν' ακþ, πουλÜκι μου ζεστü
να σου 'τοιμÜζω στη φωτιÜ γÜλα και χαμομÞλι,
κι ýστερ' απ' το παρÜθυρο με καρδιοχτýπι να κοιτþ
που θα πηγαßνεις στο σκολιü με πλÜκα και κοντýλι
Kι αν κÜποτε τα φρÝνα σου μ' αλÞθεια, φως της αστραπÞς,
χτυπÞσει ο Κýρης τ' ουρανοý, παιδÜκι μου να μη τη πεις!
ΘεριÜ οι ανθρþποι, δε μποροýν το φως να το σηκþσουν!
Δεν εßν' αλÞθεια πιο χρυσÞ σα την αλÞθεια της σιωπÞς.
Χßλιες φορÝς να γεννηθεßς, τüσες θα σε σταυρþσουν!
Τρεις ΘÜνατοι
Ζηλεýω σου το θÜρρος, ΚαρυωτÜκη,
να σμπαραλιÜσεις την τρανÞ καρδιÜ
και τη κακοτυχιÜ σου, Ολýμπιε ΤÜκη,
να σε πÜρουν τα κýματα βαθιÜ.
Με πÜει γελþντας ο ΧÜρος στα εκατü μου,
σιχÜθηκα τον Üχαρο εαυτü μου.
Σπλαχνßσου με, καταραμÝνε ΧÜρε
κι αν üχι εμÝ, τη θýμησÞ μου πÜρε.
¼σο τα περασμÝνα ανακαλþ,
τüσο δε βρßσκω τßποτα καλü.
Πüνοι, αρρþστιες, με κÜναν μοιρασιÜ,
μα θα πÜω μονÜχα απü σιχασιÜ.
Ιοýδας
Ξυπüλητος μ' Ýνα ραβδß κι Ýνα ταγÜρι σταυρωτÜ
Τη μÝρα τη μÝρα να κρυβüμαστε τη νýχτα να βρωμÜμε
Ξυπνοýν αλÜργα τα σκυλιÜ και μας γαβγßζουν δυνατÜ
Πüσες ημÝρες νηστικοß θυμÜμαι δεν θυμÜμαι
Αχ δε βαστþ καρδοýλα μου κι üτι λογιÜσεις κÜνε
Στην 'Αγια Πüλη ως μπÞκαμε βÜγια πολλÜ και φοινικιÝς
Και ξÝνοι αρχüντοι και δικοß κρυμμÝνοι τρÝμαν üλοι
Γιατß Üνεμος ξεσÞκωνε τα πλÞθη ελπßδες ξαφνικÝς
Που πας σιγÜ τþρα καιρüς για τη μεγÜλη σχüλη
ΟυρÜνιο το βασßλειο μου κι ουρÜνεια μÜθε η πüλη
Για σας μανÜδες κι αδελφοß και τþρα κι ýστερα σιγÜ
Θα κÜνω απüψε που νογÜ της ανταρσßας το κρßμα
Και ξÝρω η καταλαγιÜ τη μνÞμη μου θα κυνηγÜ
Αν δεν πετýχει τοýτο δα το πρþτο μÝγα βÞμα
Θα πουν οι εμπüροι των Θεþν τον πρüδωσε το χρÞμα.
Το ΠÝρασμÜ Της
Στη ζÞση αυτÞ που τη μισοýμε
Στην γης αυτÞ που μας μισεß
Κι üσο να πιοýμε δεν σε σβηοýμε
Πüνε πικρÝ και πüνε αψý
Που μας κρατÜς και σε κρατοýμε
¹ρθες εσý μιαν Üγια μÝρα
¼ραμα βßαιο και ξαφνικü
Και γÝμισε ανθþν οπþρα
Κελαúδισμü παθητικü
¼λ' η καρδιÜ μας üλ' η χþρα
Αχ τüσο λßγο να βαστÜξει
Τοýτη η γιορτÞ κι η ΠασχαλιÜ
¸φυγες κι Ýχουνε ρημÜξει
ΞανÜ και πÜλι η πασχαλιÜ
γιατß Ýτσι λßγο να βαστÜξει.