Πρüλογος
Αυτü το Üρθρο, εκτüς του üτι δεν υπÜρχει -ακüμα τουλÜχιστον- πουθενÜ, αποτελεß βÜση κατÜ κÜποιο τρüπο και στο νεοαναρτηθÝν του Μεσαßωνα, -μÜλλον συμπληρωματικÜ θα Ýλεγα- αλλÜ και σε κεßνο που θα ακολουθÞσει, -επßσης κατÜ κÜποιο τρüπο- που θα αναφÝρεται στη ΜουσικÞ του Μεσαßωνα. ΕπειδÞ λοιπüν και τα 2 αυτÜ Þτανε τερÜστια κι ο καημÝνος ο ΒοÞθιος, δεν εßναι "φλÝγον" πρüσωπο σε κανÝνα τυπικÜ, δεν υπÞρχε χþρος για κεßνονε σ' αυτÜ. Πλην üμως δεν μπορεß και να λεßπει εντελþς, οπüτε στÞνω αυτü το Üρθρο εδþ κι üπου αναφÝρεται σε κεßνα βÜζω τη παραπομπÞ του. Περιττü να τονßσω τη σπουδαιüτητα αλλÜ και το μÝγεθος των 2 Üλλων, οπüτε ας μη τα πολυλογþ και να ξεκινÞσουμε. ΚαλÞν ανÜγνωση! Π. Χ.
____________________________________________________
ΕισαγωγÞ
H κλασσικÞ φιλοσοφßα αναγεννÞθηκε με το Νεοπλατωνισμü (3ος-6ος αι. μ.X.), που, απü το ξεκßνημα του ως την επανανακÜλυψη των συγγραμμÜτων του ΑριστοτÝλη το Μεσαßωνα, Þταν η κυρßαρχη πνευματικÞ δýναμη, εκτοπßζοντας σχεδüν ολοκληρωτικÜ üλες τις υπüλοιπες φιλοσοφικÝς σχολÝς και τÜσεις. O ιδρυτÞς του, ο Πλωτßνος, κατασκεýασε ενιαßο επεξηγηματικü μοντÝλο που περιÝκλειε üλους τους τομεßς της ýπαρξης και της σκÝψης, βασισμÝνο στην οντολογßα του ΠλÜτωνα, διαφορετικü, ωστüσο, απ' αυτÞ σε πολλÜ σημεßα, χþριζε τον κüσμο σýμφωνα με μια ιεραρχßα επιπÝδων της υπüστασης: το Ev, ο Νους κι η ΨυχÞ.
ΚÜθε επßπεδο εκπορεýεται απü το αμÝσως ανþτερο του, χωρßς αυτü το τελευταßο να υφßσταται ελÜττωση της υπüστασης του. H βÜση κι η αρχÞ για οτιδÞποτε υπÜρχει εßναι το Ev, το οποßο ονομÜζεται επßσης κι Αγαθü Þ Θεüς. Υπερβαßνει üλο το εßναι και τη σκÝψη. Εßναι ασþματο και χωρßς ιδιüτητες. To 2ο επßπεδο, ο Νους, αποτελεß τη θÝση üπου βρßσκονται η πολλαπλüτητα κι οι ιδÝες Üρα οτιδÞποτε υπÜρχει πραγματικÜ. To 3ο επßπεδο, η ΨυχÞ, θεωρεßται εν μÝρει η ψυχÞ του κüσμου κι εν μÝρει η ατομικÞ ψυχÞ κÜθε ανθρþπινου üντος, ζþου και φυτοý. H ψυχÞ διαπνÝει τον κüσμο, διαμορφþνοντας τον Ýτσι σε Ýναν ενιαßο οργανισμü.
ΚÜτω απü τα 3 επßπεδα βρßσκονται οι ατελεßς υποστÜσεις του κüσμου των υλικþν αντικειμÝνων, τον οποßο ο Πλωτßνος υποτιμοýσε, καθþς ταýτιζε την ýλη με το κακü. ¸τσι, Ýθεσε τα θεμÝλια μιας μακρüχρονης παρÜδοσης εχθρüτητας προς το σþμα. ¾ψιστος ηθικüς και πνευματικüς στüχος του ανθρþπου συνßσταται, üπως Ýλεγε, στην υπερβατολογικÞ ενüτητα με το Ev αυτÞ προûπÝθετε την αποδÝσμευση απ' οτιδÞποτε σχετικü με το σþμα, η οποßα μποροýσε να επιτευχθεß μüνο με αυστηρü ασκητισμü.
Ο Πλωτßνος (θα υπÜρξει Üρθρο στο μÝλλον αλλÜ εδþ χρειÜζονται λßγα βασικÜ για να μποýμε στο κυρßως Üρθρο) γεννÞθηκε το 204-205 μ.Χ. στην Αßγυπτο κι ßδρυσε φιλοσοφικÞ σχολÞ στη Ρþμη üπου δßδασκαν üχι μüνον επαγγελματßες του εßδους, αλλÜ κι επιφανεßς Üνδρες. Ο ßδιος δεν Ýδινε τüσο σημασßα στη σωματικÞ υπüσταση του ανθρþπου üσο στη δýναμη της ψυχÞς. Η ψυχÞ, κατÜ τη βασικÞ θεωρßα του των «τριþν υποστÜσεων», Ýχει θεúκÞ προÝλευση και θεúκÞ υπüσταση. Η ψυχÞ δßνει πνοÞ στην αδιαμüρφωτη ýλη του κüσμου στην οποßα συγκαταλÝγονται και τα σþματα των ανθρþπων. Ο Üνθρωπος λοιπüν για να εξασφαλßσει την αιωνιüτητα της ψυχÞς του θα πρÝπει να την αφιερþσει στον υπÝρτατο σκοπü της Ýνωσης με το Θεßο. Αν üμως λησμονÞσει τη φýση της ψυχÞς του κι αυτÞ αφιερωθεß εξ ολοκλÞρου στην εξυπηρÝτηση των υλικþν αναγκþν και δεθεß με την υποδεÝστερη αξιολογικÜ εγκüσμια ýλη, η φυσικÞ τιμωρßα της θα εßναι ο θÜνατος μαζß με το σþμα. ¸τσι λοιπüν η ψυχÞ üχι μüνο δεν ανταμεßβεται -για το üτι θυσßασε την αρχικÞ της επουρÜνεια θÝση για να ζωογονÞσει τη κοσμικÞ ýλη- αλλÜ τιμωρεßται εξαιτßας της αλαζονικÞς στÜσης που κρÜτησε αφοý τη γοÞτευσε η επιφανειακÞ χÜρη της υλικÞς διÜστασης.
¼πως και πολλοß νεοπλατωνικοß φιλüσοφοι, Ýτσι κι Ýνας Üλλος ρωμαßος φιλüσοφος και πολιτικüς, ο ΒοÞθιος, θεωροýσε τη φιλοσοφßα του ΠλÜτωνα και του ΑριστοτÝλη ενιαßα, κýριο Ýργο του Þταν να μεταφρÜσει και να υπομνηματßσει τα Ýργα τους στη λατινικÞ γλþσσα. Με τα συγγρÜμματα του για το ¼ργανον του ΑριστοτÝλη Ýγινε ο αγωγüς μÝσω του οποßου μεταλαμπαδεýτηκε στο Μεσαßωνα η σκÝψη του αρχαßου κüσμου. Ο ΒοÞθιος λοιπüν (Anicius Manlius Severinus Boëthius, 475-524) Þτανε Ρωμαßος συγκλητικüς, ýπατος, μÜγιστρος και φιλüσοφος στις αρχÝς του 6ου αι. ¾πατος το 510 του βασιλεßου των Οστρογüτθων που διαδÝχθηκε τη ΡωμαúκÞ Αυτοκρατορßα στην Ιταλßα. ¼μως κατηγορÞθηκε απü το βασιλιÜ των Οστρογüτθων Θεοδþριχο τον ΜÝγα για εσχÜτη προδοσßα ως ενεχüμενος σε συνωμοσßα υπÝρ του Ανατολικοý Ρωμαúκοý κρÜτους κι Üσκηση μαγεßας καταδικÜστηκε σε θÜνατο και φυλακßστηκε για 1 Ýτος μÝχρι να εκτελεστεß. Στο κελλß του συνÝγραψε το περßφημο Ýργο του Consolatio Philosophiae (Η ΠαρηγοριÜ Της Φιλοσοφßας) στο Ýργο αυτü απαξιεß üλα τα υλικÜ αγαθÜ κι υμνεß τον Θεü ως το ýψιστο αγαθü. ΤελικÜ εκτελÝστηκε αλλÜ το βιβλßο του αυτü θεωρεßται ως το τελευταßο μεγÜλο Ýργο της αρχαιüτητας. Οι μικρüτητες της αυλικÞς μηχανορραφßας οδÞγησαν τον ßδιο στη θανÜτωση με απßστευτα βασανιστÞρια, ενþ αποστÝρησαν για αιþνες τη δυτικÞ Ευρþπη απü τα Ýργα του ΑριστοτÝλη και πολý περισσüτερο απü τα Ýργα του ΠλÜτωνα.
Ο Ανßκιος ΜÜνλιος Σεβερßνος ΒοÞθιος, -αυτü εßναι το πλÞρες üνομÜ του-, Þταν Ýνας απü τους τελευταßους Ρωμαßους φιλοσüφους. ΠÝθανε 20 χρüνια πριν η Ρþμη πÝσει σε χÝρια βαρβÜρων. ΑλλÜ κι üσο ζοýσε, η Ρþμη εßχε πÜρει Þδη τον κατÞφορο. ¼πως οι επßσης Ρωμαßοι ΚικÝρων και ΣενÝκας, ο ΒοÞθιος θεωροýσε τη φιλοσοφßα Ýνα εßδος αυτοβοÞθειας, Ýνα πρακτικü τρüπο για να βελτιþσει κανεßς τη ζωÞ του, καθþς κι Ýνα κλÜδο αφηρημÝνης σκÝψης. ΣυνδÝθηκε επßσης με τον ΠλÜτωνα και τον ΑριστοτÝλη, το Ýργο των οποßων μετÝφρασε στα λατινικÜ διατηρþντας ζωντανÝς τις ιδÝες τους σ' εποχÞ που υπÞρχε κßνδυνος να χαθοýνε για πÜντα. Καθþς Þτανε χριστιανüς, η γραφÞ του Üρεσε στους θρησκüληπτους φιλοσüφους που διαβαζανε τα βιβλßα του στον Μεσαßωνα. Η φιλοσοφßα του λοιπüν γεφýρωσε ¸λληνες και Ρωμαßους στοχαστÝς με τη χριστιανικÞ φιλοσοφßα που θα επικρατοýσε στη Δýση για πολλοýς αιþνες μετÜ το θÜνατü του.
_____________________________________________________
Βιογραφικü
O BoÞθιος ΔιδÜσκει τη ΠαρηγοριÜ Της Φιλοσοφßας
. Ο ΒοÞθιος γεννÞθηκε το ~ 475 μ.Χ. στη Ρþμη απü λαμπρÞ οικογÝνεια, την ßδια εποχÞ με τον τελευταßο αυτοκρÜτορα της ΔυτικÞς ΡωμαúκÞς Αυτοκρατορßας Ρωμýλο Αýγουστο. Σποýδασε στην ΑθÞνα κι Ýμαθε τα ελληνικÜ. Γι' αυτü θεþρησε στο εξÞς ως αποκλειστικü πνευματικü του καθÞκον τη μεταλαμπÜδευση της ελληνικÞς φιλοσοφßας στη Δýση. ΕπÝστρεψε στη Ρþμη, στην αυλÞ του ΘευδÝριχου, (üστις Þτο μορφωμÝνος, καλλιεργημÝνος κι üχι βÜρβαρος) üπου τιμÞθηκε με πολý μεγÜλα αυλικÜ αξιþματα. Παντρεýτηκε τη θυγατÝρα του Κüιντου, ΡουστικιανÞ, με την οποßα απÝκτησε τÝκνα που γνωρßσανε τις ßδιες με αυτüν τιμÝς. Ο ΘευδÝριχος εßχεν επιτρÝψει, παρüτι κατακτητÞς, στις παλιÝς οικογÝνειες να διατηρÞσουνε τα συνÞθειÜ τους, ενþ εκεßνος ασκοýσε την εξουσßα στη ΡαβÝννα. Η θÝση του ΒοÞθιου μας βεβαιþνει πω γνþριζε πÜρα πολý καλÜ τα ελληνικÜ κι απü τη θÝση αυτÞ, Þταν ευτυχÞς καθþς εßχε σαν Ýργο τη λατρεßα του: να μελετÜ, να μεταφρÜζει και να σχολιÜζει τα αγαπημÝνα του φιλοσοφικÜ κεßμενα. Αν κι εßναι απßθανο να ταξßδεψε στην ΑθÞνα Þ την ΑλεξÜνδρεια, στις τοποθεσßες των δýο πλατωνικþν φιλοσοφικþν σχολþν, Þτανε σßγουρα εξοικειωμÝνος με Ýνα μεγÜλο μÝρος του Ýργου τους σα να Þταν εκεß. Η ρωμαúκÞ αριστοκρατßα εßχεν εκχριστιανιστεß εξ ολοκλÞρου κι ο ΒοÞθιος συμμετεßχε και σε κÜποιες απü τις εκκλησιαστικÝς διαμÜχες της εποχÞς, κυρßως σ' Ýνα σχßσμα μεταξý ρωμαúκþν κι ελληνικþν εκκλησιþν που λýθηκε τελικÜ λßγο πριν το θÜνατü του.
Συμφþνησε λοιπüν να γßνει ¾πατος του ΘευδÝριχου αλλÜ κÜποια στιγμÞ κατηγορÞθηκεν Üδικα απü κÜποους στο παλÜτι, πιθανüν επειδÞ τους εßχε επιτεθεß για διαφθορÜ. ΣυκοφαντÞθηκε για εσχÜτη προδοσßα και μαγεßα και καταδικÜστηκε απü τον ßδιο το ΘευδÝριχο, που τον φυλÜκισε και διÝταξε να τονε σκοτþσουν με βασανιστÞρια το ~525.
Το ¸ργο του
Το Ýργο του Ýγκειται ιδιαßτερα σε μεταφρÜσεις κι υπομνÞματα ΕλλÞνων συγγραφÝων. Το πιο σπουδαßο üμως και το πιο γνωστü Ýργο εßναι η ΠαρηγοριÜ Της Φιλοσοφßας, που το Ýγραψε για δικÞ του παρηγοριÜ στη φυλακÞ ως μελλοθÜνατος. ΠαρουσιÜζεται μια θαυμÜσια, πλοýσια και στιλπÞ γλþσσα με üχημα μιαν εξαßρετη ιδÝα-σýλληψη. Ο ΒοÞθιος εßναι ßσως ο μüνος χριστιανüς της Δýσης, που αγÜπησε τüσο πολý τον κüσμο ως κüσμο των μορφþν της ελληνικÞς αρχαιüτητας. ¸χει την ÝναρξÞ της η αριστοτελικÞ σχολαστικÞ πλευρÜ της μεσαιωνικÞς φιλοσοφßας, με τη ΠαρηγοριÜ της Φιλοσοφßας να συμβÜλλει επßσης στη πλατωνικÞ πλευρÜ της και να παραδßδει αντß διαθÞκης την επßγνωση üτι ευτυχßα των ανθρþπων εßναι η μεταμüρφωσÞ τους στην Ýνωση με τον Θεü. Απü καιρü αναγνωρßζεται πλÝον ως Ýνας απü τους σημαντικþτερους ενδιÜμεσους συνδÝσμους μεταξý της αρχαßας φιλοσοφßας και του Λατινικοý Μεσαßωνα και μÝσω του μεγÜλου Ýργου του Η ΠαρηγοριÜ Της Φιλοσοφßας, μας παρουσιÜζεται κι ως Ýνας εξαßρετος συγγραφÝας και φιλüσοφος, με το κýριο δþρο του, με το να κÜνει προστιüτερη κι πιο εýληπτη τη φιλοσοφßα. στο ευρý κοινü. ΠροηγουμÝνως εßχε μεταφρÜσει τα Ýργα ΛογικÞς του ΑριστοτÝλη στα λατινικÜ, με γραπτÜ σχüλια σ' αυτÜ, καθþς και λογικÜ εγχειρßδια, Επßσης χρησιμοποßησε τη λογικÞ του κατÜρτιση για να συνεισφÝρει στις θεολογικÝς συζητÞσεις της εποχÞς.
Οι μεταφρÜσεις που πρüλαβε να εκπονÞσει περιλαμβÜνουνε την ΕισαγωγÞ του Πορφυρßου στις Κατηγορßες του ΑριστοτÝλη (3ος αι.), σταθερü σχολικü εγχειρßδιο για την επüμενη χιλιετßα, τις ßδιες τις Κατηγορßες, το Περß Ερμηνεßας, τα ΑναλυτικÜ, τα ΤοπικÜ και τους Σοφιστικοýς ¸λεγχους του ΑριστοτÝλη (η πατρüτητα των 3 τελευταßων αμφισβητεßται). Ο ßδιος υπομνημÜτισε τα ΑναλυτικÜ και (με νεοπλατωνικÞ προοπτικÞ) το Περß Ερμηνεßας του ΑριστοτÝλη, την ΕισαγωγÞ του Πορφýριου και τα ΤοπικÜ του ΚικÝρωνα , ενþ συνÝθεσε δικÜ του Ýργα σχετιζüμενα με τη λογικÞ -για τους κατηγορικοýς κι υποθετικοýς συλλογισμοýς, για τις διαφορÝς των τüπων. Σþζονται επßσης τα 1α 2 μÝρη Ýργου του περß αριθμητικÞς, Ýργο του περß μουσικÞς, αποσπÜσματα περß γεωμετρßας, κι ακüμη πÝντε θεολογικÝς πραγματεßες: De Trinitate, Utrum Pater et Filius et Spiritus Sanctus de divinitale substantialiter praedicentur, Quomodo substantiae, De fide catholica (η γνησιüτητα της οποßας αμφισβητεßται), Contra Eutychen et Nestorium. ¸να Ýργο του περß αστρονομßας Ýχει χαθεß.
Ο ΒοÞθιος, μολονüτι απÝχει απü τον χριστιανικü συμβολισμü, αλλÜ üχι απü τις χριστιανικÝς αξßες, ßσως αναγνωρßζοντας στη κλασσικÞ αρχαιüτητα τη δυνατüτητα να απευθýνεται πιο ριζικÜ στον Üνθρωπο, (üπως υποθÝτει μÝρος των ßδιων των μεσαιωνικþν ερμηνευτþν) κι επιθυμþντας τη ΠαρηγοριÜ της Φιλοσοφßας σα πνευματικÞ διαθÞκη του ανεμπüδιστη απü θρησκευτικÝς προκαταλÞψεις, ελÜχιστα σκανδÜλισε, ενþ το Ýργο διαβÜστηκε üσο η Βßβλος στη διÜρκεια του Μεσαßωνα κι ουκ ολßγες στους επüμενους αιþνες. Ελλεßψει δικÞς του εξηγÞσεως, μüνο βÝβαιο εßναι πως η πßστη του στη χριστιανικÞ αποκÜλυψη, που πια δεν αμφισβητεßται απü καμμιÜ μερßδα της Ýρευνας, δεν του ασκοýσε ιδεολογικÞ πßεση, τουλÜχιστον üχι στο τÝλος του βßου του. Εßτε απü μεγÜλη εκτßμηση στη παιδαγωγικÞ αξßα των κλασσικþν ελληνικþν γραμμÜτων, εßτε για Üλλους λüγους, ολοκλÞρωσε το βßο του εξωτερικÜ Ýγκλειστος, εσωτερικÜ ελεýθερος.
¼λα αυτÜ τα Ýργα που εßχανε τερÜστια επιρροÞ στο Μεσαßωνα, οφεßλονταν σε μεγÜλο βαθμü στη σκÝψη των ΕλλÞνων Νεοπλατωνιστþν üπως οι Πορφýριος, Πλωτßνος κι ΙÜμβλιχος. Σýγχρονοι μελετητÝς Ýχουνε προσπαθÞσει να εντοπßσουνε και ν' αξιολογÞσουνε τη συνεισφορÜ του σαν ανεξÜρτητου στοχαστÞ, παρüλο που εργαζüτανε μÝσα σε μια παρÜδοση, που Ýδινε μικρÞ σημασßα στη φιλοσοφικÞ πρωτοτυπßα κι αυθεντικüτητα.
Η ιδιαßτερη, σκüπιμη φýση του Ýργου δεν τßθεται υπü αμφισβÞτηση απü το γεγονüς üτι τα λογικÜ σχüλιÜ του, αν και σχεδüν σßγουρα δεν εßναι απλþς εξυπηρετικÝς μεταφρÜσεις περιθωριακþν απü ελληνικü χειρüγραφο (üπως υποστÞριξε ο James Shiel το 1990), στα λογικÜ τους δüγματα. Γι' αυτü που εßναι σημαντικü εßναι η επιλογÞ του Πορφýριου απü το ΒοÞθιοs ως την κυριüτερη αρχÞ του στη λογικÞ. ¹ταν ο Πορφýριος, που 2 αιþνες Þ και νωρßτερα, Þταν υπεýθυνος για να καταστÞσει την ΑριστοτελικÞ λογικÞ Ýνα σημαντικü θÝμα στο πλαßσιο του προγρÜμματος των Νεεοπλατωτικþν. ΥποστÞριξε üτι δεν Ýρχεται σε αντßθεση με το πλατωνικü δüγμα, üπως πßστευε ο δÜσκαλüς του Πλωτßνος, επειδÞ ο τομÝας εφαρμογÞς του περιοριζüτανε στο λογικü κüσμο στον οποßο αναφÝρεται η καθημερινÞ γλþσσα. Αργüτερα οι νεοπλατωνιστÝς αποδÝχτηκαν τη σημασßα της λογικÞς του ΑριστοτÝλη και την αρμονßα μεταξý της πλατωνικÞς και της αριστοτελικÞς διδασκαλßας, αλλÜ τεßνουν να προσπαθοýν να ανακαλýψουν νεοπλατωνικÜ δüγματα ακüμα και στα λογοτεχνικÜ κεßμενα του ΑριστοτÝλη. Στη περßπτωση των Κατηγοριþν, φαντÜστηκαν ακüμη üτι ο ΑριστοτÝλης εßχε πÜρει το δüγμα του απü Ýναν Πυθαγüρειο συγγραφÝα, τον Αρχεßτα, κι üτι υπÞρχε Ýνα υποκεßμενο και Üγρια μεταφυσικü σκÝλος στο κεßμενο που Þταν το καθÞκον του σχολιαστÞ να αποκαλýψει. Ο Boethius, παρüλο που Ýκανε περιστασιακÞ χρÞση μεταγενÝστερων σχολιασμþν, ακολοýθησε συνÞθως τον Πορφýριο: στις κατηγορßες που Ýμεινε κοντÜ στο επιβλαβÝς (και αρκετÜ απλü) σχüλιο ερωτÞσεων και απαντÞσεων του Πορφýριου, ενþ το μεγÜλο, δεýτερο σχüλιο για την ερμηνεßα εßναι κοινþς αποδεκτü ο καλλßτερος οδηγüς για την εξÞγηση του Πορφýριου, αφοý το δικü του σχüλιο δεν επιβιþνει. Τα σχüλια του ΒοÞθιου Þταν, επομÝνως, επειδÞ üσο περισσüτερο ΠορφυριανÜ, τüσο περισσüτερο ΑριστοτÝλης απ' ü,τι γρÜφτηκε στα ελληνικÜ στην εποχÞ του.
Εýστοχα συσχετßζεται η εκδßωξη των Μουσþν στο πρþτο μÝρος του Ýργου με την εξορßα του ΟμÞρου απü τη πλατωνικÞ Πολιτεßα . Η εντýπωση για το βßο ως ‘περιπετειþδη’ εßναι ο τρüπος με τον οποßο η απερισκεψßα οικειοποιεßται την εγγενÞ μεταβλητüτητα της ýπαρξης, üμως η πραγματικÞ φýση του χρüνου ως κινητοý επιζητεß αναγωγÞ στη θεßα πρüνοια κι επßγνωση νοηματικÞς σταθερüτητας κι ασφÜλειας. ¸τσι ο ΒοÞθιος αξιοποιεß τη στωúκÞ πεποßθηση περß ιερÞς σημασßας των αναγκαιοτÞτων του βßου. Ο Θεüς γνωρßζει üλο τον χρüνο στη μßα ‘στιγμÞ’ της αιωνιüτητας -τßποτα δεν Ýπεται, δεν Ýχει παρÝλθει και δεν εßναι Üγνωστο. Ο ΒοÞθιος ταυτßζεται με τον τýπο του φιλüσοφου βασιλιÜ, υφιστÜμενος απογοÞτευση παρüμοια με εκεßνη που επιφýλαξε στον ΠλÜτωνα η Σικελßα . Οι θεμελιþδεις Ýννοιες της ΠαρηγοριÜς της Φιλοσοφßας ανÜγονται στον πλατωνισμü, üμως ο Δημιουργüς προσεγγßζεται μ' Ýνταση και θÝρμη που γßνεται δυνατÞ μüνο μετÜ την Ενανθρþπηση, Ýστω και με χαρακτηριστικÜ για τη λατινüφωνη ιδßως χριστιανοσýνη αισθÞματα ενοχÞς ενþπιον δικÜζοντος Θεοý (ante oculos iudicis cuncta cernentis: Consolatio V.6, 175-6).
¸χει υποστηριχθεß üτι ο ΒοÞθιος σκüπευε με την εναλλαγÞ πεζοý λüγου και στßχων να δεßξει σχετικÞ την αξßα της φιλοσοφßας, Þ ακüμη να την απαξιþσει, επειδÞ τÝτοια γραφÞ συνηθιζüτανε σε σατιρικÜ Ýργα, üμως η σοβαρüτητα της σýνθεσης κι η ολοφÜνερη αγÜπη του για τα κλασσικÜ γρÜμματα δεν επιτρÝπει τÝτοιο συμπÝρασμα. ¢λλωστε, αν απουσßαζε αγÜπη και πεποßθηση στη κλασσικÞ παιδεßα, το Ýργο του δεν θα 'χε φτÜσει στη ποιüτητα που το ανÝδειξε μüνιμη πηγÞ Ýμπνευσης για τους ερχüμενους αιþνες, üταν σταδιακÜ η κλασσικÞ ελληνικÞ φιλοσοφßα γßνεται θεμÝλιο της μεσαιωνικÞς σκÝψης και μια αναφαßρετη διÜστασÞ της.
Ιδιαßτερα στην Δýση η χριστιανοσýνη δεν εßχε ακüμη εδραιþσει συνολικÞ κοσμοθεωρßα, üπως εßχε συμβεß στην ΑνατολÞ με τον ΩριγÝνη και τον Γρηγüριο Νýσσης . Τη συνολικüτητα, üπως φαßνεται, χρειαζüταν ο ΒοÞθιος, κι Ýτσι ενþ ως τüτε η δημιουργικüτητÜ του στρεφüτανε στον ΑριστοτÝλη, για την Ýσχατη ÝμπνευσÞ της δεν αμελεß τον ΠλÜτωνα. Ο ΒοÞθιος κλεßνει τον βßο του σαν Ýνας χριστιανüς που αγÜπησε τον κüσμο ως κüσμο των μορφþν της ελληνικÞς αρχαιüτητας, κι αφÞνοντας αντß διαθÞκης την επßγνωση üτι ευτυχßα των ανθρþπων εßναι η μεταμüρφωσÞ τους στην Ýνωση με τον Θεü (divinitatem adeptos deos fiery: Consolatio III.10a, 87-88). Οι θεολογικÝς πραγματεßες του δεν Ýχασαν ποτÝ μια σπουδαιüτητα, üμως -πÝρα απü εξαιρÝσεις, üπως σε μερικÜ πανεπιστÞμια της κεντρικÞς Ευρþπης- τη θÝση τους ως μεθοδολογικþν προûποθÝσεων παραχþρησαν στις ΠροτÜσεις (Sententiae) του ΠÝτρου Λομβαρδοý.
Ο σχολιασμüς του στο Περß Ερμηνεßας επηρÝασε τη μεσαιωνικÞ θεωρßα της λογικÞς περισσüτερο απü το ßδιο το Ýργο του ΑριστοτÝλη. Τα κεßμενα του ΒοÞθιου Ýχουνε στην αρχÞ τους συζητÞσεις üπως εκεßνη μεταξý νομιναλιστþν και ρεαλιστþν, οι οποßες στη συνÝχεια αναπτýσσονται ανεξÜρτητα, αλλÜ και συζητÞσεις στις οποßες ο ΒοÞθιος ασκεß συνεχþς επιρροÞ ως τον ýστερο μεσαßωνα, üπως στην προτασιακÞ λογικÞ. Στο βυζαντινü πνευματικü κüσμο η επßδραση του Βοηθßου δεν εßναι αμελητÝα, κατÜ τον 13ο και 14ο αιþνα, üταν μεταφρÜστηκαν το Περὶ τüπων διαλεκτικῶν (ΜÜξιμος Ολüβωλος με σχüλια περ.1267, Πρüχορος Κυδþνης 1360-67), η Παραμυθßα τῆς Φιλοσοφßας (ΜÜξιμος Πλανοýδης, περ.1295) και το Περὶ Ἁγßας ΤριÜδος (ΜανουÞλ ΚαλÝκας, τÝλ.14ου αι.).
Ο ΒοÞθιος αποκλÞθηκε 1ος σχολαστικüς, για την αριστοτελικÞ πλευρÜ της σκÝψης του και την αυστηρÞ επιχειρηματολογßα που χαρακτηρßζει τις θεολογικÝς πραγματεßες. Η επßδρασÞ του στη μεσαιωνικÞ φιλοσοφßα εßναι θεμελιþδης, ισχυρÞ και συνεχÞς. Ερμηνεýει το πρüσωπο αριστοτελικÜ, ως ατομικÞ ουσßα, η οποßα üμως Ýχει απολýτως μοναδικÞ αξßα κατÜ τη θεßα προÝλευσÞ της, þστε δεν εßναι δυνατü να νοηθεß ως ρüλος η μÜσκα. ΑυθεντικÞ ýπαρξη του ανθρþπου εßναι η συνýπαρξÞ του με το Θεü, üπου δεν βρßσκεται μüνο το επιθυμητü τÝλος, αλλÜ Þδη πρωταρχικÞ αυθεντικÞ κατÜσταση, χÜρη στην οποßα η ψυχÞ γνωρßζει τα πÜντα. Με την ενσÜρκωσÞ της η ψυχÞ βυθßζεται στη λÞθη, απ' üπου φαßνεται η αξßα της αληθινÞς παιδεßας, την οποßα ο ΒοÞθιος καταλÜβαινε σε συμφωνßα με τον ΠλÜτωνα κατÜ κýριο λüγο ως επιστροφÞ στη συνεßδηση της θεßας φýσης και αρχÞς.
Διασþζονται επßσης τα πρþτα 2 μÝρη Ýργου του περß αριθμητικÞς, Ýργο του περß μουσικÞς, αποσπÜσματα περß γεωμετρßας κι ακüμη πÝντε θεολογικÝς πραγματεßες: De Trinitate, Utrum Pater et Filius et Spiritus Sanctus de divinitale substantialiter praedicentur, Quomodo substantiae, De fide catholica (η γνησιüτητα της οποßας αμφισβητεßται), Contra Eutychen et Nestorium. ¸να Ýργο του περß αστρονομßας Ýχει χαθεß.
Η ΠαρηγοριÜ Της Φιλοσοφßας
Ενþ βρισκüταν στη φυλακÞ, ξÝροντας πως σýντομα θα πÝθαινε, ο ΒοÞθιος Ýγραψε Ýνα βιβλßο που, μετÜ τν θÜνατü του, Ýγινε Ýνα μεσαιωνικü μπεστ σÝλερ. Αρχßζει με το ΒοÞθιο να μετανιþνει μες στο κελß της φυλακÞς του. ΞαφνικÜ συνειδητοποιεß πως μια γυναßκα τον κοιτÜζει απü ψηλÜ. Το ýψος της μοιÜζει να αλλÜζει απü κανονικü σε ψηλþτερο κι απü τον ουρανü. ΦορÜ Ýνα σκισμÝνο φüρεμα διακοσμημÝνο με μια σκÜλα που ξεκινÜ απü το ελληνικü γρÜμμα Π στον ποδüγυρο και να φτÜσει μÝχρι το γρÜμμα Θ. Στο Ýνα χÝρι κρατÜ Ýνα σκÞπτρο, στο Üλλο βιβλßα. ΑυτÞ η γυναßκα αποκαλýπτεται πως εßναι η Φιλοσοφßα. ¼ταν μιλÜ, λÝει στον ΒοÞθιο τι πρÝπει να πιστεýει. Εßναι οργισμÝνη μαζß του επειδÞ τη ξÝχασε, κι Ýχει Ýρθει να του θυμßσει πως πρÝπει να αντιδρÜσει σε üσα συμβαßνουν. Το υπüλοιπο του βιβλßου εßναι η συζÞτησÞ τους, που αφορÜ την τýχη και τον Θεü. Εßναι γραμμÝνο πüτε σε πρüζα και πüτε σε ποßηση. Η γυναßκα, η φιλοσοφßα, του δßνει συμβουλÝς.
Το βιβλßο αρχßζει με Ýναν απελπισμÝνο φυλακισμÝνο (κατανοοýμε üτι πρüκειται για τον ßδιο τον συγγραφÝα), που ενþ βρßσκεται στο κελß του δÝχεται την επßσκεψη μιας οπτασßας, της Φιλοσοφßας. ¸χοντας ακοýσει üτι ο Ýγκλειστος διαμαρτυρüταν για αδικßα εις βÜρος του, η Φιλοσοφßα αρχßζει να παραθÝτει λογικÜ επιχειρÞματα προσπαθþντας να τον πεßσει üτι δεν πρÝπει να κατηγορεß τη τýχη γι' αυτÞ τη κατÜληξη. Η τýχη Ýρχεται και παρÝρχεται üπως εκεßνη επιλÝγει, γι' αυτü δεν πρÝπει ποτÝ να βασιζüμαστε σ' αυτÞ, τονßζει η Φιλοσοφßα. Ο φυλακισμÝνος Ýχει συνδÝσει την ευτυχßα με την υψηλÞ του θÝση, τη δημüσια αναγνþριση και τον πλοýτο, αλλÜ η Φιλοσοφßα υποστηρßζει üτι ακριβþς αυτÜ τα στοιχεßα, τα οποßα τον οδηγÞσανε σ' αυτÞ τη δεινÞ κατÜσταση, δεν εßναι δυνατü ν' αποτελοýνε τη πρωταρχικÞ πηγÞ της ευτυχßας. Αν κανεßς επιλÝξει να βασßζεται στη τýχη, τüτε θα πρÝπει να εßναι προετοιμασμÝνος για κÜθε ενδεχüμενο.
Οι θνητοß εξηγεß η Φιλοσοφßα, εßναι ανüητοι üταν αφÞνουν την ευτυχßα τους να εξαρτÜται απü κÜτι τüσο ευμετÜβλητο. Η αληθινÞ ευτυχßα μπορεß να Ýλθει μüνο απü μÝσα, απü τα πρÜγματα που οι Üνθρωποι ελÝγχουν, üχι απ’ üσα η ατυχßα μπορεß να καταστρÝψει. ΑυτÞ εßναι η στωικÞ θÝση. ¼ταν οι Üνθρωποι λÝνε üτι φιλοσοφοýνε τα Üσχημα πρÜγματα που τους συμβαßνουν, αυτü εννοοýν: προσπαθοýν να μην επηρεÜζονται απü πρÜγματα που δεν ελÝγχουν, üπως ο καιρüς Þ το ποιοι εßναι οι γονεßς τους. Τßποτα, λÝει η Φιλοσοφßα στον ΒοÞθιο, δεν εßναι τρομερü αυτü καθαυτü -üλα βασßζονται στο πως τα σκεπτüμαστε. Η ευτυχßα εßναι μια κατÜσταση του νου, üχι του κüσμου, -αυτÞ εßναι μια ιδÝα που ο Επßκτητος θα αναγνþριζε ως δικÞ του.
Η Φιλοσοφßα θÝλει ο ΒοÞθιος να επιστρÝψει σε αυτÞν. Του λÝει üτι μπορεß να εßναι πραγματικÜ ευτυχισμÝνος παρ' üτι βρßσκεται στη φυλακÞ και περιμÝνει να εκτελεστεß. Εκεßνη θα τον γιατρÝψει απü τη δυστυχßα του. Το μÞνυμα εßναι üτι τα πλοýτη, η εξουσßα και οι τιμÝς δεν αξßζουν, αφοý Ýρχονται και παρÝρχονται. Κανεßς δεν πρÝπει να βασßζει την ευτυχßα του σε τüσο εýθραυστα θεμÝλια. Η ευτυχßα πρÝπει να πηγÜζει απü κÜτι πιο στÝρεο, κÜτι που δεν μπορεß να μας το πÜρει κανεßς. ΕπειδÞ ο ΒοÞθιος πßστευε πως θα συνεχßζει να ζει μετÜ θÜνατον, η επιδßωξη της ευτυχßας με üχημα τα τετριμμÝνα εγκüσμια πρÜγματα Þτανε σφÜλμα. Οýτως Þ Üλλως, θα τα Ýχανε üλα με τον θÜνατü του.
ΜÝσα στο θυμü του ο ΒοÞθιος Ýχει ξεχÜσει πþς εßναι η τÜξη του κüσμου. Και πþς εßναι αλÞθεια; Η Φιλοσοφßα πεßθει τον φυλακισμÝνο üτι το ýψιστο αγαθü εßναι ο Θεüς κι üτι η επιδßωξη υλικþν αγαθþν πλοýτου, φÞμης και εξουσßας εßναι επßδειξη απληστßας κι εγωισμοý. Σε αντßθεση με τη τýχη, ο Θεüς εßναι απαρÜλλαχτος και προσβÜσιμος σε üλους: αρκεß να κοιτÜξουμε μÝσα μας. Παραδüξως, αυτüς που αναζητÜ το Θεü κατακτÜ την αυτογνωσßα. Εξακολουθþντας να εßναι αποκαρδιωμÝνος, ο κρατοýμενος παραπονιÝται üτι συχνÜ οι κακοß κατατροπþνουν τους καλοýς. Αμφισβητþντας τον, η Φιλοσοφßα υποστηρßζει üτι üπου πετυχαßνουν, οι κακοß γßνονται üπως τα ζþα, ενþ üταν πετυχαßνουν οι καλοß εξυψþνονται στο επßπεδο των θεþν.
Το βιβλßο θÝτει ερωτÞματα για την ελεýθερη βοýληση και τη θεßα πρüνοια. ¼ταν ακοýει üτι τßποτα δεν εßναι τυχαßο στο σýμπαν και üτι η θεßα πρüνοια βÜζει τα πÜντα σε τÝλεια τÜξη, ο φυλακισμÝνος αναρωτιÝται: "Τüτε γιατß ο Üνθρωπος Ýχει ελεýθερη βοýληση"; Η Φιλοσοφßα εξηγεß üτι "ο Θεüς βλÝπει στο παρüν τα μελλοντικÜ γεγονüτα üπως εξελßσσονται με την ελεýθερη βοýληση". Ο Θεüς γνωρßζει τι θα συμβεß αν κÜνουμε μια συγκεκριμÝνη επιλογÞ, αλλÜ δεν παρεμβαßνει εκτüς κι αν του ζητηθεß βοÞθεια και καθοδÞγηση. Ο φυλακισμÝνος μαθαßνει üτι ενþ η θεßα πρüνοια οργανþνει το σýμπαν σαν σýνολο, η μοßρα αφορÜ στις κινÞσεις των ανθρþπων μες στο χρüνο. ¼σοι εßναι κοντÜ στο Θεü ζοýνε σε μεγαλýτερη αρμονßα με τη θεßα πρüνοια και μποροýν να βασιστοýν σε αυτÞ για βοÞθεια, αντßθετα εκεßνοι που πιστεýουν üτι εßναι δεμÝνοι με τη μοßρα τους Ýχουν μικρüτερο Ýλεγχο στο πεπρωμÝνο τους. Αυτοß που εκτιμοýν την γαλÞνη και τη σταθερüτητα γνωρßζουνε τη σοφßα της θεßας πρüνοιας, üσοι αντιλαμβÜνονται μüνο το χÜος και την αναταραχÞ Ýρχονται αντιμÝτωποι με το σκληρü πρüσωπο της μοßρας.
Σε üλο το βιβλßο η Φιλοσοφßα θυμßζει στον ΒοÞθιο üσα Þδη γνωρßζει. Κι αυτü προÝρχεται απü τον ΠλÜτωνα, αφοý ο ΠλÜτων πßστευε πως η μÜθηση εßναι ουσιαστικÜ ανÜμνηση ιδεþν που Þδη Ýχουμε. ΠοτÝ δε μαθαßνουμε κÜτι νÝο, απλþς υποβοηθοýμε τις αναμνÞσεις μας. Η ζωÞ εßναι Ýνας αγþνας να θυμηθοýμε üσα γνωρßζαμε πρωτýτερα. Αυτü που ο ΒοÞθιος Þδη γνωρßζει ως Ýνα βαθμü εßναι üτι δε χρειαζüταν να ανησυχεß για την απþλεια της ελευθερßας του και της δημüσιας εκτßμησης. ΑυτÜ δεν τα ελÝγχει. Σημασßα Ýχει η στÜση του απÝναντι στην κατÜστασÞ του, κÜτι που μπορεß να επιλÝγει.
H Φιλοσοφßα προσπαθεß να αποδεßξει στο ΒοÞθιο üτι δεν υπÜρχει καλλßτερος Üνθρωπος απü τον ßδιο ο οποßος, αφοý απüλαυσε τον πλοýτο, τη φÞμη και την εξουσßα, αναγκÜστηκε να αναθεωρÞσει την αξßα των υλικþν πραγμÜτων. Δεν υπÜρχει προστασßα απü ü,τι του Ýχει συμβεß και που στην ουσßα εßναι το πεπρωμÝνο του. Τις τελευταßες μÝρες του, γρÜφοντας ως φυλακισμÝνος, ο ΒοÞθιος αρχßζει να βλÝπει τη ζωÞ του με προοπτικÞ. Τα επιτεýγματÜ του, συνειδητοποιεß, δεν εßναι τüσο σημαντικÜ üσο η αυτογνωσßα που κÝρδισε. Σε μια αναλαμπÞ, συνειδητοποιεß üτι üλη του η ζωÞ Þταν μια μαθητεßα ενþ στη διÜρκεια της φυλÜκισÞς του μεταμορφþθηκε σε Ýνα σοφü με βαθειÜ εκτßμηση στη νομοτÝλεια του σýμπαντος. Με τη παρηγοριÜ που του προσφÝρει η Φιλοσοφßα ακüμα κι Ýνας φρικτüς θÜνατος üσο αυτüς που τον περιμÝνει αποκτÜ προοπτικÞ.
¼μως το ΒοÞθιο τον απασχολεß Ýνα αυθεντικü πρüβλημα που Ýχει απασχολÞσει πολλοýς πιστοýς στον Θεü. Ο Θεüς, üντας τÝλειος, πρÝπει να γνωρßζει üλα üσα συμβαßνουν, αλλÜ κι üλα üσα θα συμβοýν. Αυτü εννοοýμε üταν περιγρÜφουμε τον Θεü ως παντογνþστη. Αν λοιπüν υπÜρχει Θεüς, πρÝπει να γνωρßζει ποιος θα κερδßσει το επüμενο παγκüσμιο κýπελλο. Απü αυτÜ προκýπτει πως ο Θεüς γνωρßζει τι θα κÜνω στη συνÝχεια, ακüμα και αν δεν εßμαι βÝβαιος τι θα εßναι αυτü. Αν ü,ως ο Θεüς ξÝρει Þδη τι θα κÜνουμε, πως μποροýμε να επιλÝγουμε στ' αλÞθεια τι να κÜνουμε; Εßναι η επιλογÞ αυταπÜτη; Φαßνεται πως δεν μπορþ να Ýχω ελεýθερη βοýληση αν ο Θεüς γνωρßζει τα πÜντα. Αν δεν μποροýμε να επιλÝγουμε αυτü που κÜνουμε, πως μπορεß ο Θεüς να αποφασßζει αν θα πÜμε στον παρÜδεισο;
¼μως η Φιλοσοφßα Ýχει μερικÝς απαντÞσεις. ¸χουμε ελεýθερη βοýληση του λÝει. Δεν εßναι αυταπÜτη. Αν κι ο Θεüς ξÝρει τι θα κÜνουμε, η ζωÞ μας δεν εßναι προκαθορισμÝνη. ¹, για να το θÝσουμε διαφορετικÜ, η γνþση του Θεοý για το τι θα κÜνουμε διαφÝρει απü τον προκαθορισμü (την ιδÝα üτι δεν Ýχουμε επιλογÞ για το τι θα κÜνουμε). Εξακολουθοýμε να Ýχουμε την επιλογÞ για το τι θα κÜνουμε αμÝσως μετÜ. Το λÜθος εßναι να εκλαμβÜνουμε το Θεü ως Ýναν Üνθρωπο που βλÝπει τα πρÜγματα να εκτυλßσσονται χρονικÜ. Η Φιλοσοφßα λÝει στον ΒοÞθιο üτι ο Θεüς εßναι Üχρονος, εντελþς Ýξω απü τον χρüνο. Αυτü σημαßνει πως ο Θεüς συλλαμβÜνει τα πÜντα στη στιγμÞ. Ο Θεüς βλÝπει το παρελθüν, το παρüν και το μÝλλον ως ενüτητα. Εμεßς οι θνητοß βλÝπουμε αναγκαστικÜ το Ýνα πρÜγμα να ακολουθεß το Üλλο, αλλÜ ο Θεüς δε το βλÝπει Ýτσι. Ο λüγος για τον οποßο ο Θεüς γνωρßζει το μÝλλον, δßχως να διαλýει την ελεýθερη βοýλησÞ μας και να μας μετατρÝπει σε προγραμματισμÝνες μηχανÝς χωρßς επιλογÞ, εßναι üτι δε μας παρατηρεß σε μια συγκεκριμÝνη στιγμÞ. ΒλÝπει τα πÜντα με τη μßα, με Ýναν Üχρονο τρüπο. Κι, üπως λÝει η Φιλοσοφßα στο ΒοÞθιο, δεν πρÝπει να ξεχνÜ πως ο Θεüς κρßνει τους ανθρþπους για το πþς συμπεριφÝρονται, τι επιλογÝς κÜνουν, παρ’ üτι ξÝρει εκ των προτÝρων τι θα κÜνουν.
Ακüμα και σÞμερα, η ΠαρηγοριÜ του ΒοÞθιου εξακολουθεß να μιλÜ απευθεßας στον αναγνþστη προσφÝροντας συμβουλÝς, παρηγοριÜ κι Ýμπνευση καθþς θßγει Ýνα απü τα σημαντικþτερα ζητÞματα που απασχολοýνε το σýγχρονο Üνθρωπο: τη φýση της ευτυχßας. Η επßδραση του ΒοÞθιου εßναι ανυπολüγιστη. Για αιþνες ο ΑριστοτÝλης, βÜση της μεσαιωνικÞς φιλοσοφßας, Þτανε γνωστüς μüνο απü τις μεταφρÜσεις και τις πρωτüτυπες εργασßες του ΒοÞθιου. Γι' αυτü τον ονομÜζουνε τελευταßο των Ρωμαßων και πρþτο σχολαστικü και το Ýργο αυτü ως το τελευταßο του αρχαßου κüσμου.