Πεζά

Ποίηση-Μύθια

Ο Dali & Εγώ

Θέατρο-Διάλογοι

Δοκίμια

Σχόλια-Αρθρα

Λαογραφικά

Ενδιαφέροντες

Κλασσικά

Αρχαία Ελλ Γραμμ

Διασκέδαση

Πινακοθήκη

Εικαστικά

Παγκ. Θέατρο

Πληρ-Σχολ-Επικοιν.

Φανταστικό

Ερ. Λογοτεχνία

Γλυπτ./Αρχιτ.

Κλασσικά ΙΙ

Πινακοθήκη ΙΙ

 
 

Αρχαία Ελλ Γραμμ 

Αρχαίοι: Επιγράμματα Ι

                               Εισαγωγή

     Πριν ξεκινήσει το ταξιδάκι αυτό, κι επειδή είναι μεγάλο κι ολισθηρό αν αποξεχαστείς ταξιδιώτη, καλόν είναι να σου δώσω μερικές συντμήσεις, για να μη σε τσακίσουν οι επαναλήψεις -αν κι αφαίρεσα όσες μ' έπαιρνε- επειδή απαιτούνται δυστυχώς για την ιστορία.

     Λοιπόν έχουμε:

ΑΚ       = Ανθολογία Κεφαλά
ΠλΑν.  = Ανθολογία Πλανούδη ή Πλανούδεια Ανθολογία
ΠΑ       = Παλατινή Ανθολογία
ΕΑ       = Ελληνική Ανθολογία 
ΑΚΓ     = Αρχαία Κυπριακή Γραμματεία
ΑΚΕ     = Αρχαία Κυπριακά Επιγράμματα

                    ΠΕΡΙΕΧΌΜΕΝΑ ΆΡΘΡΟΥ

1. Επίγραμμα: Γενικά Στοιχεία
2
. Στέφανος Μελεάγρου
3. Στέφανος Φιλίππου
4. Ανθολογία Κεφαλά
5. Ανθολογία Πλανούδη
6. Παλατινή Ανθολογία
7. Ελληνική Ανθολογία

     Τώρα νομίζω μπορεί να ξεκινήσει κάποιος το ταξιδάκι αυτό των 10.000 περίπου λέξεων στο χώρο του παρελθόντος και της βάσης του επιγράμματος. Στο επόμενο άρθρο, θα μιλήσω για τους δημιουργούς των επιγραμμάτων και στο 3 ήδη υπάρχον άρθρο με τα επιγράμματα, ήδη έχω βάλει κάμποσα, αλλά θα βάλω κι άλλα.
Αυτά! Καλό ταξίδι!  ο φιλόξενος    Πάτροκλος Χατζηαλεξάνδρου

                     Επίγραμμα: Γενικά Στοιχεία

     Το  επίγραμμα είναι λογοτεχνικό είδος υπερχιλιετούς διάρκειας. Πρόκειται για σύντομα κι ευσύνοπτα έμμετρα κείμενα, που αρχικά βρίσκονταν χαραγμένα πάνω σε σκληρή επιφάνεια. Επίγραμμα αρχικά ήταν μια απλή επιγραφή πάνω σ’ ένα τάφο του ονόματος του νεκρού, της γενιάς του ή και του τόπου του. 2-3 λέξεις χωρίς ποιητικό μέτρο και με πληροφοριακά στοιχεία μόνο. Σιγά-σιγά, όσο η συνήθεια της επιτάφιας επιγραφής διαδιδόταν, άρχισε η έντεχνη διατύπωση κι ο εμπλουτισμός των στοιχείων με πληροφορίες για τη δράση και τις ανδραγαθίες του νεκρού (ή των νεκρών) κι η έκφραση του πόνου που νιώσαν όσοι τον έχασαν. Το επίγραμμα χαρακτηρίζεται συχνά ως αξιόλογο λογοτεχνικό μικροτέχνημα της αρχαιότητας. Ο όρος επίγραμμα σημαίνει αρχικά κάθε επιγραφών επί ενός αντικειμένου, που δηλώνει συνοπτικά (λακωνικά) σε ποιον ανήκει ή ποιος είναι ο δημιουργός ή ποιος το αφιέρωσε σε ποιον θεό ή ποιος είναι θαμμένος εκεί. Στην αρχαϊκή περίοδο τα επιγράμματα ήταν είτε επιτύμβια, δίνοντας πληροφορίες σχετικά με το νεκρό, είτε αναθηματικά, με σκοπό να ονομάσουνε τον αναθέτη ή τη τιμώμενη θεότητα. Με τη πάροδο του χρόνου ωστόσο αποκτήσανε ποικίλο περιεχόμενο και μπορούσαν να ‘ναι ερωτικά, ν’ αφορούν έργα τέχνης, να ‘ναι ακόμη και σκωπτικά.



     Ο σκοπός κι ο προορισμός του επιγράμματος προσδιόρισε  τη μορφή του και το καθόρισε στα βασικά του στοιχεία από πολύ νωρίς. Αφού θα χαρασσότανε σε περιορισμένην επιφάνεια, πολύ συχνά μικρή, έπρεπε να ‘ναι σύντομο. Τα περισσότερα δε ξεπερνούσαν τους 6 στίχους. Σ’ αυτό το σύντομο μέγεθος έπρεπε να ‘ναι και περιεκτικό. Ο δημιουργός του συνεπώς έπρεπε να ‘ναι δεξιοτέχνης.  Ανάλογα μάλιστα το είδος του επιγράμματος άλλαζε και το μέτρο που ‘τανε γραμμένο. Πολύ σύντομα αυτή η απαιτητική κατηγορία της ποίησης απέκτησε ιδιαίτερη λάμψη, και μετετράπη σε πεδίο επίδειξης της ικανότητας των ποιητών. Με τον καιρό το χάραγμα κατέληξε να ‘ναι επώνυμο, να φέρει δηλαδή και να διασώζει τα’ όνομα του δημιουργού του και κάποιες φορές -λίγες είναι η αλήθεια- και μέσα στο ίδιο το κείμενο. Σιγά-σιγά το είδος απέκτησε αναγνωρίσιμους εκφραστικούς τρόπους, τυπικές εκφράσεις, ξεχωριστά θεματικά στοιχεία και μοτίβα από τ’ άλλα είδη της ποίησης, όπως το έπος, η ελεγεία κ.ά.
     Για το επίγραμμα χρησιμοποιήθηκε το ελεγειακό 2στιχο, δηλαδή ένας στίχος σε δακτυλικό (ηρωϊκό) 6μετρο κι ένας σε δακτυλικό 5μετρο. Ο 1ος, ο στίχος των Ομηρικών Επών, μπορούμε γενικά να πούμε πως ήτανε, στα επιτύμβια επιγράμματα, θριαμβικό προανάκρουσμα σχετικά με τις αρετές και τη δόξα του νεκρού. Ο 2ος ήτανε στίχος του θρήνου, με τις τομές που ‘χε, η φωνή διακοπτόταν έτσι που να δίνεται η εντύπωση του λυγμού.
     Στα ελληνιστικά πια χρόνια το επίγραμμα έχει αυτονομηθεί και διακριθεί τόσο πολύ σα ποιητικό είδος, που κατεβαίνει από τη χαραγμένη επιφάνεια κι αποκτά προφορική μορφή.  Η πορεία που ‘χει διανυσει μες στους αιώνες είναι μεγάλη. Από τη χρησιμότητά του ως επιτύμβιας απλής πληροφορίας, καταλήγει να ‘ναι φιλοσοφική, λογοτεχνική κι αισθητική αυταξία. Από τον 4ο αι. π.Χ. διαμορφώνονται οι 1ες συλλογές. Από ‘κει και πέρα τα επιγράμματα θα γράφονται, θα καταγράφονται και θ’ ανθολογούνται χωρίς ποτέ να γνωρίσουνε τη πέτρα, το μάρμαρο ή το κεραμικό.
     Τα συμπεράσματα που μπορούν να συναχθούν από την εξέταση της κατηγορίας αυτής είναι επισφαλή, όπως επισφαλής είναι άλλωστε κάθε βεβαιότητα στον Ερώτα.  Οι στίχοι μιλάνε για όλες τις εκδοχές του:  για τους πονεμένους έρωτες, τους ανομολόγητους πόθους, τ’ ανεκπλήρωτα τάματα, τα επί γης θαύματα, της σάρκας τα ξοδέματα, τις άνομες νύχτες, τον ομόφυλο έρωτα, τον παιδόφιλο, τον πλατωνικό, τον αγοραίο. Κι η λίστα δεν έχει αρχίσει καν να γράφεται…
     Αλλά ποιος μιλά κάθε φορά στο επίγραμμα και σε ποιον αναφέρεται, δεν είναι εξακριβωμένο. Ονόματα υπάρχουνε πολλά, άλλωστε πολλά απ’ τα επιγράμματα είναι επώνυμα, συνεπώς πολλά, ίσως όσα και τα προσωπεία. Πότε όμως μιλά ο ποιητής, πότε ο παραγγελιοδότης; Πότε τ’ όνομα στο στίχο είναι αληθινό και πότε κρύβεται από κάτω κάποιο άλλο; Πότε στ’ όνομα μιας εταίρας δε χωρά κει κάπου ανάμεσα στα γράμματα, τ’ όνομα κάποιας έγγαμης ή κάποιας απρόσιτης κόρης. Πόσες φορές αλήθεια δεν είναι ονόματα υποκατάστατα;
     Κάποια από τα κείμενα διακρίνονται για το λυρισμό τους, άλλα για τον αισθησιασμό τους, σ’ άλλα τονίζεται έντονα η οδύνη της ερωτευμένης ψυχής, ενώ άλλα ξεχωρίζουνε για τη τολμηρότητα των εικόνων και των εκφράσεων. Οι προσπάθειες ωστόσο των μελετητών να συγκροτήσουνε βάσει συνολικού έργου, εικόνα του Έρωτα των εποχών εκείνων δεν ευδοκιμεί. Δεν είναι σαφές το μερίδιο ποιητικής μυθοπλασίας του Έρωτα. Ακόμα κι όταν η ερωτική επιγραμματική ποίηση εγκατέλειψε τη 3πρόσωπη γραφή κι έγινε 1πρόσωπη αφήγηση. Και δε πρέπει να μας διαφεύγουνε κι άλλες διαστάσεις του θέματος όπως κοινωνικοταξικές: κάποια απ’ αυτά γραφτήκανε για ν’ απαγγελθούνε στα συμπόσια, παρουσία εταίρων.
     Τ’ αρχαιότερα ελληνικά επιγράμματα μένουν ανώνυμα. 1ος διάσημος στα επιγράμματα είναι ο Σιμωνίδης ο Κείος, που ‘χει γράψει το πασίγνωστο: « ξεν’, γγέλλειν Λακεδαιμονίοις τι τδε κείμεθα, τος κείνων ήμασι πειθόμενοι.», για τους πεσόντες στη μάχη των Θερμοπυλών. Τον 4ο αι. π.Χ., φιλόσοφοι όπως ο Πλάτων, ποιητές αξιόλογοι ή ερασιτέχνες γράφουνε για επιγραφές, που παράλληλα όμως παρουσιάζονται κι ως λογοτεχνία. Στην Ελληνιστική Εποχή απελευθερώνεται από την αρχική υποταγή του στο ν’ αναγράφεται μόνο σ’ επιτύμβιες στήλες, δημιουργείται έτσι τεράστιο εύρος θεμάτων και πολλάκις συνδυάζεται η δραματοποίηση με την επίδραση του μίμου. Στα παραδοσιακά επιτύμβια κι αναθηματικά ή τιμητικά επιγράμματα προστίθενται ερωτικά, επιδεικτικά κι εκφραστικά, προτρεπτικά, συμποτικά και σκωπτικά, αινίγματα (αριθμητικά & γρίφοι), πολύμετρα (διαφόρων μέτρων) και σύμμικτα, ώστε να υποστηρίζεται χωρίς υπερβολή ότι καμμιά άλλη μορφή τέχνης δεν είναι καθρέπτης της ελληνιστικής ζωής τόσο πιστός, όσο αυτό. Η καλλιέργεια του είδους συνεχίζεται και στη Ρωμαϊκή Εποχή μ’ έντονα, κατά καιρούς, σημάδια παρακμής, χωρίς να παραγνωρίζεται η συμβολή του λατινικού επιγράμματος στην όλη εξέλιξη του είδους. Κατά τη Βυζαντινή Περίοδο σημειώνεται αξιοσημείωτη άνθηση και χριστιανικού επιγράμματος.
     Τα επιγράμματα, ανάλογα με το αν είναι χαραγμένα σε στήλες ή άλλα αντικείμενα ή αν ακολουθούνε το δικό τους ποιητικό δρόμο, διακρίνονται σε επιγραφικά ή κυρίως επιγράμματα και σε φιλολογικά. Οι επιγραφές, καθώς διασώζουνε το αρχικό κείμενο του ποιητή ή τουλάχιστον του χαράκτη τους, εμφανίζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τη κατά τόπους εξέλιξη της γλώσσας, της ορθογραφίας και της προφοράς.
     Το σύνολο των διασωθέντων επιγραμμάτων, ερωτικών κι άλλων κατηγοριών, βρίσκεται συγκεντρωμένο σε 2 μόνο βυζαντινές συλλογές που φτάσανε στις μέρες μας και που με τη σειρά τους συγκροτηθήκανε βασισμένες σε παλαιότερες -την ύπαρξή τους όμως γνωρίζουμε μόνον έτσι, έμμεσα. Έν από τα σημαντικότερα έργα της Αρχαίας και Μεσαιωνικής Ελληνικής Γραμματείας, είναι η συγκρότηση της Παλατινής ή Ελληνικής Ανθολογίας (10ος αιώνας μ.Χ.) συλλογής επιλεγμένων κειμένων από τον 7ο αι. π.Χ. και μετά, που πήρε τ’ όνομά της από τη Παλατινή Βιβλιοθήκη της Χαϊδελβέργης που εντοπίστηκε το χειρόγραφο. Η συλλογή οφείλεται στο σημαντικό λόγιο της πρώιμης Παλαιολόγειας Αναγέννησης, το μοναχό Μάξιμο (Μανουήλ) Πλανούδη (~1260-1310 μ.Χ.). Η συλλογή αυτή είναι μικρότερη από τη Παλατινή κι είναι επιβαρυμένη από τις προσωπικές παρεμβάσεις του συλλογέα, που πέρα της συγκρότησής της προχώρησε σε βελτιώσεις των επιγραμμάτων με περικοπές, διορθώσεις ή συμπληρώσεις, βάσει της ατομικής του σεμνοτυφίας και των αισθητικών προτιμήσεων της εποχής.
     Το επίγραμμα αν κι έζησε πολύ πιότερο απ’ το Έπος και το Δράμα, αν κι έφτασε σε μας αρτιότερο, εκτεταμένο και πιο συστηματοποιημένο από τ’ άλλα είδη λυρικής ποίησης, παραμένει ακόμα τόπος άγνωστος στους πολλούς. Η πολύ περιορισμένη σχολική του διδασκαλία κι οι μεταφράσεις που κατά καιρούς γίνονται δεν αρκούνε για να συλληφθεί η αξία του, παρόλο που ‘ταν από τις κυριότερες εκφράσεις της ελληνικής ποίησης απ’ τους Αλεξανδρινούς Χρόνους μέχρι την εποχή του Ιουστινιανού.
     Με τον καιρό το επίγραμμα ξέφυγε απ’ τα στενά πλαίσια της αποκλειστικά επιτάφιας επιγραφής. Κατ’ αρχάς, με τη πρόφαση του επιταφίου, γράφτηκαν 100άδες επιγράμματα χωρίς καν να προορίζονται για επιτάφιες επιγραφές, γιατί τα 150 πρώτα επιγράμματα του VII βιβλίου της Παλατινής Ανθολογίας για παράδειγμα, δε χαράχτηκαν βέβαια πάνω στον τάφο του Ορφέα, του Ομήρου, του Αίαντα και των άλλων. Εξ άλλου, το επίγραμμα έπαψε να ‘ναι αποκλειστικά επιτάφιο έγινε κι ερωτικό, αφιερωματικό, σατιρικό, επιδεικτικό.
     Η αλλαγή με το καιρό προχώρησε βαθύτερα κι εκτός απ’ τη διεύρυνση των θεμάτων άλλαξε κι ο τρόπος έκφρασης. Ο Βάλτερ Κράντς γράφει ότι τα επιγράμματα του Ε΄ π.Χ. αι. είναι «αυστηρά επιτάφια που πιότερο κρύβουνε παρά εκφράζουνε το συναίσθημα» ενώ «στα επιτάφια επιγράμματα της Ελληνιστικής Εποχής χαρακτηριστικό είναι πως σ’ αυτά η καρδιά του θλιμμένου ανοίγει, η αγάπη προς το νεκρό ξεχειλίζει λεύτερα, τα λόγια αναβρύζουνε πιο πλούσια». Βλέπουμε λοιπόν ότι στα επιγράμματα του Ε’ αι. (κυρίως του Σιμωνίδη) αλλά και σε πολλά νεώτερα, δεν εκφράζει ο ίδιος ο ποιητής τον πόνο του άμεσα, αλλά τον προκαλεί σ’ αυτούς που τον διαβάζουν με λόγια κατάλληλα διαλεγμένα. Αντίθετα χαρακτηριστικό των επιγραμμάτων της Ελληνιστικής Εποχής αλλά και της έπειτα, είναι η άμεση έκφραση της θλίψης, το ξεχυμένο συναίσθημα, τα επιγράμματα αυτά είναι μοιρολόγια. Η διαφορά που υπάρχει ανάμεσα στα επιγράμματα κλασσικής κι ελληνιστικής περιόδου, είναι ανάλογή με τη διαφορά που υπάρχει ανάμεσα στην ερμηνεία των υποκριτών του αρχαίου θεάτρου και των συγχρόνων ηθοποιών, ανάμεσα δηλαδή στο παίξιμο με μάσκες και χωρίς μάσκες. Είναι επίσης η διαφορά τους ανάλογη μ’ αυτή του κλασσικισμού από το ρομαντισμό, ο λόγος, το νόημα, το άριστο μέτρο από τη μια κι η φαντασία, το συναίσθημα, το πάθος από την άλλη. Γενικά στα επιγράμματα της ελληνιστικής περιόδου εμφανίζεται κομψότητα και χάρη (κυρίως στα ερωτικά), καθώς κι έμφαση σε καθημερινά θέματα κι ένα αντιηρωικό κλίμα, αποτέλεσμα απομάκρυνσης από τα ιδανικά Ομηρικά πρότυπα και τα ένδοξα βιώματα των Περσικών Πολέμων (κυρίως στ’ αναθηματικά για φτωχούς δουλευτές που αφιερώνουνε τα σύνεργά τους στους Θεούς).
     Ακολουθεί περίοδος παρακμής. Η έμπνευση φαίνεται να ‘χει στερέψει κι οι επιγραμματοποιοί επιδεικνύουνε τεχνική στιχοπλόκου κι όχι τέχνη ποιητή. Ο Λεωνίδας Αλεξανδρεύς γράφει επιγράμματα ισόψηφα (κάθε 2στιχο δίνει το ίδιο άθροισμα αν τα γράμματά του υπολογιστούν σαν -ελληνικοί- αριθμοί) κι ο Νικόδημος Ηρακλειώτης ανακυκλικά (που διαβάζονται με το ίδιο μέτρο και νόημα κι από το τέλος προς την αρχή).
     Μετά τη κάμψη αυτή έρχεται εποχή που ξαναγεννιέται. Η κύρια προτίμηση αυτή τη περίοδο είναι στα ερωτικά θέματα, χωρίς όμως να λείπουν οι φιλοσοφικές εξάρσεις ακόμα και στον ηδυπαθέστατο αυλικό ποιητή Παύλο Σιλεντιάριο. Κι αυτό παρά την επικράτηση του Χριστιανισμού και τ’ ολοέν επί το βυζαντινότερο διαμορφούμενο περιβάλλον. Υπάρχει πάντως και κάποια εκζήτηση αυτή τη περίοδο και φανερώνεται τόσο επίμονη αναζήτηση της ηδονής που αναρωτιέται κανείς αν αυτή η ηδονή ήταν ο μόνος τρόπος φυγής που απέμεινε τους χρόνους εκείνους σ’ όσους μείνανε πιστοί στο Αρχαίο Ελληνικό Πνεύμα. Στον Παύλο Σιλεντιάριο τελειώνει η μακρά σειρά των μεγάλων, γνήσιων επιγραμματοποιών που χάρισαν νέα μορφήν έκφρασης στο Ελληνικό Πνεύμα και το κρατήσανε ζωντανό για αιώνες ενώ μεγάλες φωνές του παρελθόντος είχανε πια σβήσει.

                           Στέφανος Μελεάγρου

     Ο Μελέαγρος ήτανε κυνικός φιλόσοφος, ποιητής κι επιγραμματοποιός. Γεννήθηκε στα Γάδαρα της Κοίλης Συρίας. Έζησε στη Τύρο και πέθανε το 60 π.Χ. στη Κω. Έγινε ένδοξος με τη περίφημη συλλογή του Στέφανος. Ήταν έξοχος ερωτικός ποιητής, τραγούδησε το πάθος του για την Ηλιοδώρα, τη τρυφερότητά του για τη Ζηνοφίλα καθώς και τον έρωτά του γι' αρκετές ακόμα γυναίκες. Στο Στέφανό του περιέλαβε κι 124 δικά του επιγράμματα. Η συλλογή του αυτή αποτέλεσε μια από τις σπουδαιότερες συνεισφορές στη ΠΑ. 2 αρχαίοι συγγραφείς, Αθήναιος και Διογένης Λαέρτιος, θεωρούσαν ότι αυτός κι ο Μένιππος (επίσης καταγόμενος από τα Γάδαρα), ήτανε κυνικοί φιλόσοφοι.
     Πρώτος ήτανε που συνέλαβε την ιδέα να δημιουργήσει μια συλλογή επιγραμμάτων. Συγκέντρωσε λοιπόν στην εποχή του όσα επιγράμματα μπόρεσε και συνέταξε ένα είδος Ανθολογίας, χωρίς ωστοσο θεματικό διαχωρισμό, αλλά αλφαβητικό ανά δημιουργό και την ονόμασε Στέφανος! Στεφάνι δηλαδή, κι είναι το πρώτο συνθετικό όλων των μετέπειτα ανθολογιών, απαραίτητο συμπλήρωμα. Εξ ου κι ονοματίζεται ξεχωριστά στο παρόν παράρτημα δημιουργών κι ανθολογιών.


                           Στέφανος Φιλίππου

     Ο Φίλιππος ο Θεσσαλονικεύς ήταν Έλληνας επιγραμματοποιός των μέσων του 1ου αι, μ.Χ.. Όπως κι ο Μελέαγρος, συνέθεσε κι αυτός ανθολογία επιγραμμάτων που ονόμασε επίσης Στέφανοαντανέπλεξα τοις Μελεαγρείοις στεφάνοις» αναφέρει ο ίδιος στο προοίμιο που σώθηκε στο βιβλίο IV της ΠΑ), γνωστό ως Στέφανος του Φιλίππου του Θεσσαλονικέως. Στο Προοίμιό του αναφέρει 13 ποιητές μεταγενέστερους του Μελεάγρου (14 με τον ίδιο) και τα επιγράμματα παρατίθενται κατ' αλφαβητική σειρά σύμφωνα με το 1ο γράμμα του 1ου στίχου. Στη ΠΑ σώζονται περίπου 85 δικά του επιγράμματα.
     Καταγόταν από τη Θεσσαλονίκη. Από τα επιγράμματά του καθώς και τα λοιπά επιγράμματα του Στεφάνου του, θεωρείται ότι ήκμασε κατά την εποχή του Τραϊανού (98-117). Τα νεώτερα επιγράμματα που αναφέρονται στην Ανθολογία του ήταν του Αυτομέδοντα που πιθανότατα ήκμασε κατά τη βασιλεία του Νέρβα (μέχρι το 98). Στοιχεία στα επιγράμματά του επιβεβαιώνουν ότι έζησε μετά την εποχή του Αυγούστου (63 π.Χ.-19). Επιπλέον ο ίδιος αφιερώνει το Στέφανό του στον Κάμιλλο (...ἐσθλὲ Κάμιλλε...), που θεωρείται πιθανόν ότι ταυτίζεται με τον ύπατο Lucius Arruntius Camillus Scribonianus, που πέθανε το 41. Μια τέτοια ταύτιση, θα έφερνε νωρίτερα τη πιθανή ημερομηνία συγγραφής του Στεφάνου.
     Ο Γουίλιαμ Σμιθ αναφέρει ότι τα επιγράμματα που αποδίδονται στο Φίλιππο είναι περίπου 90, αλλά 6 απ' αυτά θα 'πρεπε να 'χαν αποδοθεί στο Λουκίλλιο και μερικά άλλα είναι προφανώς δανεισμένα από παλαιότερους ποιητές, ενώ κάποια άλλα είναι απλές απομιμήσεις. Τα επιγράμματα που Φιλίππου περιλαμβάνουν όλα τα θέματα της ελληνικής επιγραμματικής ποίησης. Ο J. W. Mackail αναφέρει πως ο Φίλιππος συνέγραψε 74 επιγράμματα, εκτός από 6 ακόμη που δεν είναι σίγουρο ότι σωστά είχαν αποδοθεί σ' αυτόν. Στα επιγράμματά του, μιμήθηκε παλαιότερους ποιητές και πολλά ο Mackail θεωρεί απλές ρητορικές ασκήσεις σε συνήθη θέματα, που δε δίνανε πληροφορίες για τη χρονική τους περίοδο. Η νεότερη ιστορική μαρτυρία από τα επιγράμματά του ήταν η αναφορά στο έργο λιμενοβραχίονα στο Puteoli (Ποτσουόλι) από τον Αγρίππα, αλλά ο Αντίφιλος που είχε ανθολογηθεί στο Στέφανό του, σίγουρα συνέγραφε κατά τη βασιλεία του Νέρωνα κάτι που δείχνει ότι κι ο Φίλιππος ήταν ενεργός εκείνη την εποχή.
     Ο Φίλιππος έφτιαξε το Στέφανό του, μιμούμενος τον Μελέαγρο, που έχει γράψει 1ος ανθολογία, με το ίδιον όνομα. Του Φιλίππου γράφτηκε 150 περίπου χρόνια αργότερα, άρχιζε κι αυτός με προοίμιο, που αναφέρει τα ονόματα 13 (Αντίπατρος ο Θεσσαλονικεύς, Κριναγόρας, Αντίφιλος, Τύλλιος Λαυρέας, Φιλόδημος ο Επικούρειος, Παρμενίων, Αντιφάνης ο Μακεδών, Αυτομέδων, Ζωνάς, Βιάνωρ , Αντίγονος , Διόδωρος, Εύηνος) κι ο ίδιος 14ος, ενώ αναφέρει επίσης ότι κι άλλοι ποιητές έχουνε περιληφθεί. Είχε στόχο τη συμπλήρωση του Μελεάγρου και για το λόγο αυτό οι ποιητές που ανθολόγησε ήταν μεταγενέστεροί του, αρκετοί απ' αυτούς Ρωμαίοι, όπως ο Κριναγόρας από τη Μυτιλήνη που 'ζησε στη Ρώμη. Τα επιγράμματα του Στεφάνου του Φιλίππου ήτανε σημαντικό μέρος της ΠΑ αλλά και της ΠλΑν.
     Κι ο Φίλιππος λοιπόν λίγα χρόνια μετά τον Μελέαγρο, είχε την ίδιαν έμπνευση. Έτσι, ο δικός του Στέφανος, είναι το 2ο συνθετικό κι εξίσου απαραίτητο, σε κάθε μετέπειτα Ανθολογία.   
 

                        Η Ανθολογία Κεφαλά

     Ο Κύρις Κωνσταντίνος Κεφαλάς (τέλη 9ου-αρχές 10ου αι. μ.Χ.) ήτανε Βυζαντινός λόγιος που συνέθεσε σημαντικότατο βιβλίο επιγραμμάτων (την Ανθολογία Κεφαλά) που έγινε η βάση της Παλατινής Ανθολογίας και της Ανθολογίας Πλανούδη. Πιθανώς να ταυτίζεται με τον Κωνσταντίνο Ρόδιο ο οποίος ήτανε κληρικός των ανακτόρων της Πόλης.
     Ταυτίζεται ίσως με τον ομώνυμό του πρωτοπαπά των ανακτόρων της Πόλης, που ανήκε στην αριστοκρατική τάξη των Κεφαλάδων , για τον οποίο υπάρχουν αρκετές μαρτυρίες χρονολογούμενες γύρω στο 917. Είναι γνωστός για τη συγκρότηση μεγάλης συλλογής επιγραμμάτων στα τέλη του 9ου αι. Η συλλογή αυτή παραδίδεται έμμεσα από ένα και μοναδικό χειρόγραφο της Παλατινής Βιβλιοθήκης Χαϊδελβέργης κι ονομάστηκε γι΄αυτό Παλατινή Ανθολογία, χρησιμοποιήθηκε ευρύτατα στο Βυζάντιο τόσο από το λεξικο Σούδα όσο κι από το Μάξιμο Πλανούδη.
     Ο Κεφαλάς άντλησε από παλαιότερες συλλογές (Στέφανος του Μελεάγρου, Παλλαδάς, Αγαθίας, Θεόδωρος Στουδίτης για να προχωρήσει στη σύνταξη της δικής του, που όσο κι αν αποτελεί εγκυκλοπαίδεια επιγραμμάτων, ταυτόχρονα είναι και προσωπική εκλογή, καθώς εισάγει τη θεματική διάταξη διασπώντας την ενότητα των παλαιοτέρων συλλογών.
     Ανθολογία Κεφαλά ονομάζεται από τους ερευνητές η ανθολογία επιγραμμάτων που γράφτηκε πιθανότατα κοντά στο 900 μ.Χ. στη Βυζαντινή Αυτοκρατορία, στην οποία βασίστηκαν  ΠΑ και ΠλΑν. Τ’ όνομά της το οφείλει στον Κεφαλά, που αναφέρεται σε αρκετές περιπτώσεις από την ΠΑ ως ο συντάκτης του βιβλίου που ‘χε βασιστεί το κείμενο της Ανθολογίας. Το περιεχόμενό της θεωρείται ότι είναι τα βιβλία IV-VII και IX-XV της ΠΑ. Η ίδια ΑΚ δεν έχει διασωθεί, αλλά αρκετές αναφορές σε αυτήν υπάρχουν στο λεξικό Σούδα που ‘χεν επίσης γραφεί το 10ο αι., με την ένδειξη εν Επιγράμμασιν. Τα ποιήματα κι επιγράμματα από την ΑΚ όπως διασώθηκαν στη ΠΑ και στη ΠλΑν., είναι η βάση της αποκαλούμενης Ελληνικής Ανθολογίας.
     Δεδομένου ότι η ΑΚ έχει χαθεί, οι πληροφορίες που ‘χουμε για το περιεχόμενό της είναι εκτιμήσεις των ερευνητών που έχουν ασχοληθεί με το θέμα. Συγκεκριμένα, εκτιμάται ότι την αποτελούσαν τα παρακάτω κεφάλαια (βιβλία) που βρίσκουμε στη ΠΑ - όχι απαραίτητα με τη σειρά που αναφέρονται εδώ (η σειρά εδώ είναι της ΠΑ):

   (Βιβλίο IV της Παλατινής) Προοίμια των ανθολογιών: Στέφανος του Μελέαγρου και Στέφανος του Φιλίππου Θεσσαλονικέως, και του Κύκλου των νέων επιγραμμάτων του Αγαθία.

   (Βιβλίο V της Παλατινής) Ερωτικά επιγράμματα

   (Βιβλίο VI της Παλατινής) Αναθηματικά επιγράμματα

   (Βιβλίο VII της Παλατινής) Επιτύμβια επιγράμματα

   (Βιβλίο IX της Παλατινής) Επιδεικτικά επιγράμματα

   (Βιβλίο X της Παλατινής) Προτρεπτικά επιγράμματα

   (Βιβλίο XI της Παλατινής) Συμποτικά και σκωπτικά επιγράμματα

   (Βιβλίο XII της Παλατινής) Μούσα Παιδική του Στράτωνα

   (Βιβλίο XIII της Παλατινής) Επιγράμματα διαφόρων μέτρων

   (Βιβλίο XIV της Παλατινής) Επιγράμματα με προβλήματα, αινίγματα και χρησμούς

   (Βιβλίο XV της Παλατινής) Σύμμικτα επιγράμματα

     Εκτιμάται ότι δεν ήταν μέρος της ΑΚ τα βιβλία της ΠΑ: Ι (Χριστιανικά), ΙΙ (Έκφρασις Χριστοδώρου), ΙΙΙ (Κυζικηνά), VIIΙ (του Γρηγορίου του Ναζιανζηνού) ακόμη κι αν κάποιο ή κάποια από αυτά είχε θέση Παραρτήματος σε αυτήν.
     Οι μελετητές εκτιμούν ότι οι γραφείς της ΠΑ είχανε στη διάθεσή τους είτε πιστό/ά αντίγραφο/α ή το ίδιο το βιβλίο του, καθώς κι ότι το μεγαλύτερο μέρος του κειμένου είναι πιστό αντίγραφο της ΑΚ. Θεωρείται ότι η ΑΚ περιείχε τα βιβλία: IV-VII και IX-XV. Από τα υπόλοιπα βιβλία, ίσως το βιβλίο Ι ήτανε προοίμιο και παράρτημα τα βιβλία ΙΙ και ΙΙΙ, αλλά η έλλειψη σχολίων από τον Σχολιαστή ΠΑ σ' αυτά και στο βιβλίο VIII (το βιβλίο με τα επιγράμματα του Γρηγορίου Ναζιανζηνού) δείχνει ότι τα βιβλία αυτά δεν ήταν (ή αν κάποια ήτανε παραρτήματα δεν θεωρούνταν) μέρος της ΑΚ.
     Στα κείμενα των σχολίων της ΠΑ φαίνεται ότι μέρος της αντιγράφηκε από το βιβλίο του Μιχαήλ (πιθανότατα του Μιχαήλ Χαρτοφύλακα) από τον ίδιο τον Μιχαήλ και το οποίο βιβλίο ήταν πιστό αντίγραφο ή το πρωτότυπο βιβλίο επιγραμμάτων Κεφαλά. Το βιβλίο του Μιχαήλ δεν έχει σωθεί. Το έργο του αναφέρεται μόνο στο χειρόγραφο της ΠΑ, στα σχόλια των περιθωρίων του βιβλίου. Κάποιες από τις αναφορές στο MS. Palatinus gr. 23 (στο τμήμα Ανθολογίας που είναι στη Βιβλιοθήκη Χαϊδελβέργης - το άλλο είναι στο Παρίσι: Par. Suppl. gr. 384) είναι οι ακόλουθες:

   Στη σελίδα 81 του χειρογράφου, δίπλα στο Προοίμιο της Ανθολογίας Μελεάγρου (Στεφάνου)αναφέρεται πως ο Κεφαλάς διαχώρισε τα ποιήματά της σε διάφορα θέματα.

   Στη σελίδα 207 του Παλατινού χειρογράφου, δίπλα στην αρχή του Βιβλίου VII που περιέχει τα Επιτύμβια επιγράμματα, αναφέρεται πως εκεί είναι η «αρχή των επιτυμβίων ων σχεδίασεν ο κύριος Κωνσταντίνος Κεφαλάς ο μακάριος κι αείμνηστος και τριπόθητος άνθρωπος».

   Στη σελίδα 273 του χειρογράφου της ΠΑ, πάνω-πάνω αναφέρεται ότι «μέχρις εδώ έγινε αντιπαραβολή με το (βιβλίο) του κυρίου Μιχαήλ και διορθώθηκαν μερικά (σφάλματα) παρόλο που κι εκείνο (το βιβλίο του Μιχαήλ) είχε επίσης σφάλματα».

   Στην ίδια σελίδα 273, στο δεξί περιθώρια, πάνω, αναγράφεται ότι το παρακείμενο ποίημα του Αλκαίου Μυτιληναίου προβλήθηκε από τον Κεφαλά στη Σχολή Νέας Εκκλησίας (στη  Πόλη) επί του Γρηγορίου Μαγίστορος.

   Επίσης στην ίδια σελίδα 273 του χειρογράφου της ΠΑ, κάτω δεξιά αναφέρεται ότι μέχρις εκεί, αυτά που έγραψε ο Μιχαήλ, περιείχαν επιγράμματα που αντέγραψε με το ίδιο του το χέρι από τη βίβλο του Κεφαλά.

     Οι μελετητές θεωρούν ότι ο Πλανούδης, ενώ βασίστηκε στην ΑΚ, δεν είχε στη διάθεσή του ούτε το πρωτότυπο, ούτε κάποιο πιστό αντίγραφο, αλλά ούτε και τη ΠΑ ή αντίγραφό της. Θεωρούν ότι είχεν άλλο ή άλλα αντίγραφα, που δεν ήταν τόσο καλής ποιότητας ή είχαν ελλείψεις (μέρος του περιεχομένου τους είχε χαθεί). Από τους μελετητές αναφέρεται η ύπαρξη τουλάχιστον 5 ή κι 6 αντιγράφων της ΑΚ:

   Αντίγραφο που χρησιμοποίησε ο γραφέας Α της ΠΑ.

   Αντίγραφο που χρησιμοποίησε ο γραφέας J της ΠΑ.

   Αντίγραφο που χρησιμοποίησε ο διορθωτής C της ΠΑ (σίγουρα διαφορετικό από του Α και του J, το «βιβλίο του Μιχαήλ» για το οποίο αναφέρεται ότι ο ίδιος ο Μιχαήλ είχε αντιγράψει από τη βίβλο του Κεφαλά.

   Αντίγραφο του Μάξιμου Πλανούδη από το οποίο έγραψε το χειρόγραφο PlA (folios 2-76) της ΠλΑν.

   Αντίγραφο του Πλανούδη από το οποίο έγραψε το χειρόγραφο PlB (folios 81-100) της Πλαν., (ο ίδιος αναφέρει ρητά ότι χρησιμοποίησε διαφορετικά αντίγραφα).

   Πιθανώς ο γραφέας Β της ΠΑ είχε επίσης διαφορετικό αντίγραφο.

     Σε κείμενο που αναφέρεται η ΑΚ έχουμε:

   Σελ. 81 του χειρογράφου της Παλατινής Ανθολογίας (σε απόδοση): Αυτός ο Μελέαγρος ήταν Φοίνικας από τη Παλαιστίνη ο οποίος συνέθεσε αυτό τον στέφανο επιγραμμάτων τον οποίο συνέταξε «κατά στοιχείο» (αλφαβητικά) αλλά ο Κωνσταντίνος ο επονομαζόμενος Κεφαλάς τα τακτοποίησε διαχωρίζοντάς τα σε διάφορα θέματα, δηλαδή ερωτικά, & αναθεματικά & επιτύμβια & επιδεικτικά όπως έβαλε σε τάξη στο παρόν έγγραφο (Κείμενο με απόδοση του πρωτότυπου: «Ούτος ο Μελέαγρος Φοίνιξ ήν τ' από Παλαιστίνη πολ εποίησεν δε τον θαυμάσιο τουτονί των τ' επιγραμμάτ(ων) στέφανον συνέταξεν δε αυτ κατά στοιχείο αλλά Κωνσταντ(ίνος) ο επονομαζόμε(νος) Κεφαλάς συνέχεεν αυτ δφωρίσας <διαχωρίσας> εις κεφαλίδας διφ <διάφορας> ήγουν ερωτικά ϊδιως & αναθεματ(ικά) & επιτύμβια & επιδεικτικά: ως νυν υποτέτακτε εν τω παρόντι πτυκτίωι)».

                         Η Ανθολογία Πλανούδη

     Ο Μάξιμος Πλανούδης (1260-1305 μ.Χ.) ήτανε Βυζαντινός λόγιος μοναχός, συγγραφέας και λατινιστής με σημαντικό θεολογικό και φιλολογικό έργο.


        Χάρτης 14ου αι. που απεικονίζει τη Βρερτανία, ο Πλανούδης δημιούργησε
         το χάρτη αυτό βασιζόμενος σε παλαιότερο του Κλαύδιου Πτολεμαίου.


     Γεννήθηκε στη Νικομήδεια της Βιθυνίας γύρω στο 1260 και δίδαξε στη Μονή Χώρας στη  Πόλη. Αρχικά τάχθηκε υπέρ της ένωσης των εκκλησιών κι υποστήριξε τον αυτοκράτορα Μιχαήλ Η' Παλαιολόγο που ακολούθησε ενωτική πολιτική. Όμως μετά το θάνατό του και την άνοδο στο θρόνο του Ανδρόνικου Β΄Παλαιολόγου, που ήτανε κατά της ένωσης, ο Πλανούδης συντάχθηκε με τους ανθενωτικούς κι έγραψε μια πραγματεία (Κατά Λατίνων συλλογισμοί περί της εκπορεύσεως του Αγίου Πνεύματος) κατά της προσθήκης και της θεολογίας του Filioque. Τη περίοδο κείνη δεν ήτανε σπάνιο υποστηρικτές μέχρι τότε της μιας ή της άλλης πλευράς στο θέμα της ένωσης των εκκλησιών ν’ αλλάζουνε πλευρά. Εκτός της παραπάνω πραγματείας έγραψε τον λόγο Περί πίστεως, ύμνους, κανόνες, εγκώμια αγίων κ.α. Ξεκίνησε τη σταδιοδρομία του ως γραφέας κι αντιγραφέας χειρογράφων στο αυτοκρατορικό παλάτι, που αργότερα κατείχεν υψηλή θέση παρά τη νεαρή ηλικία του.
     Ήταν κάτοχος ευρύτατης παιδείας κάτι που φαίνεται απ’ ολάκερο το έργο του. Από την αλληλογραφία του δε με τον αστρονόμο Μανουήλ Βρυέννιο προκύπτει πως είχε και σημαντικές γνώσεις αστρονομίας.


                 Η 1η σελίδα της ανθολογίας του από χειρόγραφο του 1300

   Σημαντικότερο όμως ήταν το φιλολογικό του έργο. Έγραψε μεταξύ άλλων:

   Περί γραμματικής,

   Περί συντάξεως,

   Κατά Λατίνων συλλογισμοί περί της εκπορεύσεως του Αγίου Πνεύματος

   Ανθολογία διαφόρων επιγραμμάτων (αποκαλούμενη τώρα Ανθολογία Πλανούδη ή Anthologia Planudea, μια συλλογή 2.400 επιγραμμάτων σε 15.000 στίχους, βασισμένη σε αντίγραφα της Ανθολογίας Κεφαλά, γνωστή μετά τη 1η έντυπη έκδοσή της το 1494 ως Anthologia Graeca.


   Σχόλια σε έργα της κλασσικής ελληνικής γραμματείας (του Ησίοδου, του Σοφοκλή, του Αριστοφάνη, του Θουκυδίδη κ.α.)

   Ψηφοφορία κατ' Ινδούς με το οποίο εισήγαγε στο Βυζάντιο για 1η φορά τα αραβικά αριθμητικά ψηφία.

   Μετέφρασε από τα λατινικά έργα του Κάτωνα, του Οβίδιου, του Κικέρωνα κ.α. καθώς και το έργο του Αυγουστίνου Περί της Αγίας Τριάδος (De Trinitate) που προκάλεσε πολλές θεολογικές συζητήσεις.

                          Η Παλατινή Ανθολογία

     Η Παλατινή Ανθολογία (Anthologia Palatina) είναι συλλογή αρχαίων και βυζαντινών ελληνικών επιγραμμάτων από τον 7ο αι. π.Χ. μέχρι το 600 μ.Χ., που βρέθηκε σε χειρόγραφο το 1606 μ.Χ. και θεωρείται πως συντάχθηκε το 10ο αι.μ.Χ. με βάση την Ανθολογία Κεφαλά. Μαζί με την Ανθολογία Πλανούδη απαρτίζει τη συμβατικά ονομαζόμενη Ελληνική Ανθολογία (είναι παρακάτω).
     Πρόκειται για πλουσιότατη ποιητική ανθολογία από 3.700 επιγράμματα 370 και πλέον ποιητών καταχωρισμένων σε 15 κεφάλαια (βιβλία). Βασίζεται σε συλλογή που συνέταξε αρχές του 10ου αι. ο Βυζαντινός κληρικός και λόγιος Κωνσταντίνος Κεφαλάς, βασιζόμενος σε αρχαίες συλλογές. Πήρε το όνομά της από τη Παλατινή Βιβλιοθήκη Χαϊδελβέργης που βρέθηκε το χειρόγραφο με κώδικα Palatinus 23, από το Γάλλο λόγιο Σαλμάσιους (Claude de Saumaise). Σήμερα το μεγαλύτερο κομμάτι της βρίσκεται στη Βιβλιοθήκη Χαϊδελβέργης (MS Pal. gr. 23) κι ένα μικρότερο στο Παρίσι (Par. Suppl. gr. 384).



     Παλατινή Ανθολογία αποκαλείται εναλλακτικά και το σύνολο των ποιημάτων του Παλατινού χειρογράφου (όρα άνω) με τη προσθήκη των 400 περίπου ποιημάτων της Ανθολογίας Πλανούδη ως 16ο βιβλίο, συνολικά περίπου 4100 επιγράμματα/ποιήματα. Σημειώνεται ότι ο ορισμός αυτός έρχεται σε αντίθεση με τον πρώτο ορισμό, κατά τον οποίο με τον όρο ΠΑ αναφέρονται αποκλειστικά τα ποιήματα του παλατινού χειρογράφου (μάλιστα όχι κάποια που είναι γραμμένα εκ των υστέρων πάνω στο χειρόγραφο αυτό, όρα παρακάτω για τη Συλλογή Σπ, στη σχετική παράγραφο). Τέλος, σε 3ο ορισμό, από κάποιες πηγές ο όρος ΠΑ είναι λίγο-πολύ ισοδύναμος με τον όρο Ελληνική Ανθολογία. Σημειώνεται ότι ο ορισμός αυτός έρχεται σ’’ αντίθεση μ’ έναν από τους ορισμούς της ΕΑ, σύμφωνα με τον οποίο ΕΑ είναι το σύνολο των ελληνικών ποιημάτων κι επιγραμμάτων, όχι μόνο από τις 2 συλλογές (Παλατινή & Πλανούδη), αλλά κι από πολλές άλλες πηγές.
     Σημειώνεται λοιπόν ότι οι πηγές χρησιμοποιούν (είτε -σπανιότερα- ρητά, είτε -συνηθέστερα- έμμεσα) κάποιον από τους παραπάνω 3 ορισμούς, που έρχονται σ’ αντίθεση μεταξύ τους. Στο παρόν περιγράφεται αναλυτικά η ΠΑ κατά κύριο λόγο σύμφωνα με το 1ο ορισμό, δηλαδή αφορά πιότερο το Παλατινό χειρόγραφο. Με το 2ο και 3ο ορισμό περιγράφεται αναλυτικά στο άρθρο Ελληνική Ανθολογία (μετά τούτο).
     Η αξία της είναι μεγάλη γιατί διέσωσε το ελληνιστικό επίγραμμα, σημαντικό είδος της ελληνικής ποίησης από τους Αλεξανδρινούς Χρόνους μέχρι την εποχή του Ιουστινιανού. Μεγάλη επίσης είναι κι η επίδραση που άσκησε στη δυτική φιλολογία.



     Στη βιβλιογραφία χρησιμοποιούνται διαφορετικές ονομασίες για τη ΠΑ, άλλες από αυτές ακόμη και σε σημερινές εκδόσεις αι άλλες χρησιμοποιούνταν στο παρελθόν:

   1). Παλατινός κώδικας (codex Palatinus), αναφερόμενο είτε στο σύνολο της ΠΑ, είτε στο τμήμα του κώδικα που βρίσκεται στη Παλατινή Βιβλιοθήκη, το MS Pal. gr. 23

   2). Ανθολογία Κεφαλά. Αν και σήμερα είναι γνωστό ότι η ΠΑ έχει βασιστεί αλλά δεν είναι η ΑΚ, και στο παρελθόν αλλά σε μερικές περιπτώσεις και σε σύγχρονες δημοσιεύσεις χρησιμοποιείται ο όρος για να τη περιγράψει.

   3). Ο Κώδικας Βατικανού (codex Vaticanus), όρος που χρησιμοποιούνταν όταν το χειρόγραφο βρισκότανε στη Ρώμη, στο Βατικανό, πριν τη μετακίνησή του στο Παρίσι (μεταξύ 1623-1797).

   4). Ο Παρισινός κώδικας (codex Parisinus), αναφερόμενο στο σύνολο της ΠΑ για όσο καιρό το χειρόγραφο βρισκόταν στο Παρίσι (1797-1815). Όταν γίνεται αναφορά στον Παρισινό κώδικα σε σύγχρονες πηγές εννοείται ο Par. Suppl. gr. 384, το τμήμα της ΠΑ που βρίσκεται σήμερα στο Παρίσι.

   5). Ελληνική Ανθολογία: Η ΠΑ βρίσκεται σε πολλές εκδόσεις με τίτλο Anthologia Graeca ή Anthologie Grecque ή Greek Anthology. Επιπλέον σε κάποιες αναφορές αναφέρεται ως Παλατινή ή Ελληνική Ανθολογία ή κι αντίστροφα. Σημειώνεται ότι ο όρος ΕΑ σήμερα αναφέρεται συνηθέστερα είτε στο σύνολο των ποιημάτων / επιγραμμάτων της ΠΑ και της Ανθολογίας Πλανούδη, είτε στο ευρύτερο σώμα ελληνικών επιγραμμάτων που έχουνε βρεθεί, ενώ στο παρελθόν ήτανε συνώνυμο με το έργο που σήμερα ονομάζουμε Ανθολογία Πλανούδη. Για λεπτομέρειες και τεκμηρίωση, δείτε στα παρακάτω κεφάλαια.

   6). Παλατινό Χειρόγραφο.

     Σημειώνεται οι παραπάνω ονομασίες όπως παλατινός κώδικας, κώδικας του Βατικανού ή Παρισινός κώδικας χρησιμοποιούνται μόνο στο πλαίσιο κειμένων που αναφέρονται στη Παλατινή ή την Ελληνική Ανθολογία, γιατί με τις ονομασίες αυτές αποκαλούνται όλοι οι κώδικες που βρίσκονται στις συγκεκριμένες βιβλιοθήκες (δηλαδή κάθε κώδικας της Παλατινής Βιβλιοθήκης αποκαλείται Παλατινός κώδικας, ο οποιοσδήποτε κώδικας που φυλάσσεται στο Βατικανό λέγεται codex Vaticanus κλπ.).

     Η ΠΑ στηρίχτηκε σε προγενέστερες συλλογές επιγραμμάτων, της ρωμαϊκής αυτοκρατορικής κι ύστερης ρωμαϊκής εποχής:
     Πρώτος ο Μελέαγρος από τα Γάδαρα της Συρίας συστηματικά συγκέντρωσε (περί το 70 π.Χ.) επιγράμματα διαφόρων ποιητών, κατ’ αλφαβητική σειρά, σε μια συλλογή που την ονόμασε Στέφανο, όπου πρόσθεσε και δικά του ποιήματα (ο Στέφανος του Μελεάγρου). Στον πρόλογο αναφέρει τους ποιητές που ανθολόγησε και παρομοιάζει τον καθένα μ’ ένα λουλούδι. Στο τέλος λέει ότι περιέλαβε ποιήματα κι άλλων ποιητών των οποίων τα ονόματα δεν αναφέρει.
     Γύρω στο 40 μ.Χ. ο Φίλιππος Θεσσαλονικεύς αντανέπλεξε Στέφανον σε αλφαβητική κι αυτός σειρά, που περιλάμβανε έργα ποιητών μετά τον Μελέαγρο καθώς και δικά του, τον Στέφανο του Φιλίππου Θεσσαλονικέως.
     Ο Διογενειανός Ηρακλειώτης το 140 μ.Χ. εξέδωσε το Επιγραμμάτων Ανθολόγιον που περιλάμβανε επιγράμματα διαφόρων ποιητών, -ο ίδιος δεν ήταν ποιητής.



     Το 2ο αι. ο ποιητής Στράτων εξέδωσε τη συλλογή Μούσα Παιδική που για πολλούς αποτελούσε το όνειδος της Αρχαίας Ελληνικής Ποίησης. Περιείχε παιδεραστικά επιγράμματα από τους Στεφάνους που αναφέρθηκαν παραπάνω, αλλά και νεότερα και πολλά δικά του. Η παιδεραστία ήταν μια μορφή έρωτα αρκετά διαδεδομένη στην αρχαιότητα και μερικά απ’ τα ποιήματα αυτά είναι πλημμυρισμένα από γνήσιο αίσθημα και συναγωνίζονται σε ομορφιά τα ωραιότερα ερωτικά ποιήματα. Πολλά βέβαια είναι στ’ αλήθεια αθυρόστομα μέχρις αισχρότητας.
     Τον 6ο αι. συγκροτήθηκε ο Κύκλος των νέων επιγραμμάτων απ’ τον Αγαθία, ποιητή κι ιστορικό. Περιλάμβανε ποιήματα δικά του κι άλλων συγχρόνων του καταταγμένα ανάλογα με το περιεχόμενό τους, κατάταξη που μιμήθηκαν οι κατοπινοί ανθολόγοι. Στον Κύκλο σταματά η αρχαία επιγραμματική ποίηση. Τα λίγα επιγράμματα που προστέθηκαν αργότερα (Σωφρονίου, Λεοντίου, Φωτίου κλπ) είχανε χριστιανικά θέματα και διαφορετικήν αισθητικήν αξία.
     Όμως, το έργο των αρχαίων επιγραμματοποιών θα ‘ταν ολότελα άγνωστο αν δεν υπήρχαν οι κωδικοποιήσεις βυζαντινών φιλολόγων της Μακεδονικής Αναγέννησης. Στα τέλη του 9ου αι., ο πρωθιερέας (πρωτοπρεσβύτερος) της αυτοκρατορικής Αυλής της Πολης, Κωνσταντίνος Κεφαλάς, συνέθεσε το κύριο σώμα της Ανθολογίας, βασιζόμενος στους στεφάνους της αρχαιότητας και στα μετέπειτα επιγράμματα όπως αυτά του Παύλου Σιλεντιάριου και του Αγαθία. Στο έργο αυτό βοηθήθηκε από τον μάγιστρο Γρηγόριο από τη Κάμψα, που ‘χε φέρει πολλά επιτύμβια επιγράμματα κι άλλες έμμετρες επιγραφές από την Ελλάδα και τη Μικρά Ασία (αυτά πέρασαν στη συλλογή του ως ανώνυμα). Αυτό καθαυτό το χειρόγραφο έχει χαθεί, μπορεί όμως να ανασυντεθεί από την υπάρχουσα μορφή της ΠΑ, επειδή γύρω στα 980, ένας ανώνυμος συντάκτης το αντέγραψε εμπλουτίζοντάς το με τα βιβλία που σήμερα αριθμούνται ως Ι, ΙΙ, III, VIII, XIII. Στο ίδιο πρόσωπο αποδίδεται κι η θεματική κατάταξη των ποιημάτων.
     Ο Μάξιμος Πλανούδης, ιερωμένος κι αυτός συνέθεσε την Ανθολογία του το 1299. Περιείχε 2.400 επιγράμματα με 15.000 στίχους, στηριζόμενος στην Ανθολογία Κεφαλά, από την οποία όμως παρέλειψε ή διασκεύασε όσα θεωρούσε άσεμνα. Ωστόσο πρόσθεσε 388 επιγράμματα που δεν περιλαμβάνονται στην ΑΚ, αν κι έχει υποστηριχθεί πως αυτά τα ποιήματα προέρχονται από χαμένα χειρόγραφα του Κεφαλά. Κι η δική του κατάταξη ήταν θεματική, διαφορετική όμως από αυτή της προηγούμενης ανθολογίας.
     Το χειρόγραφο της ΠΑ αποτελείται από 709 σελίδες. Το τμήμα που βρίσκεται σήμερα στη Βιβλιοθήκη Χαϊδελβέργης (MS Pal. gr. 23) αποτελείται από τις σελίδες 1-614 και τ’ άλλο που βρίσκεται στην Εθνική Βιβλιοθήκη Παρισιού (Par. Suppl. gr. 384) αποτελείται από τις σελίδες 615-709 (94 σελίδες).
     Το χειρόγραφο γράφτηκε από 4 γραφείς γύρω στα 980 κι ένα μέρος του ελέγχθηκε από διορθωτή και σχολιάστηκε από λημματιστή.

     Οι γραφείς ήταν οι εξής:

   γραφέας Α:    σελίδες 4-9.384.8

   γραφέας J:    σελίδες 9.348.9-9.563 -πιθανώς ο Κωνσταντίνος ο Ρόδιος.

   γραφέας Β:   σελίδες 9.564-11.66.3

  γραφέας Β2: σελίδες 11.66.4-11.118.1

   γραφέας Β:   σελίδες 11.118.1-13.31

    
O γραφέας J έκανε διορθώσεις στο κείμενο του γραφέα Α και τέλος ένας διορθωτής C (Corrector) έκανε πολλές διορθώσεις στο κείμενο και του Α και του J.


     Το χειρόγραφο της ΠΑ ανακαλύφθηκε το 1606, αλλά το 1554, ο Ερρίκος Στέφανος (Henri Estienne) (με τη λατινο-ελληνική εκδοχή Enricus Stephanus) προχώρησε στην εκτύπωσή του 1ου του βιβλίου Ανακρεόντια, με μια σειρά ποιημάτων που θεωρούσε ότι ανήκανε στον Ανακρέοντα, από χειρόγραφο που βρήκε λίγα χρόνια πριν στη Λουβέν (Louvain) του σημερινού Βελγίου. Εκ των υστέρων φάνηκε ότι τα ποιήματα αυτά δεν είχανε καμιά διαφορά από κείνα που βρεθήκανε στο χειρόγραφο της ΠΑ και θεωρείται πως εκεί ο Εστιέν είχε βρει το Παλατινό χειρόγραφο, που άγνωστο πώς, κατέληξε στη συνέχεια στη Παλατινή Βιβλιοθήκη Χαϊδελβέργης.
     Μέχρι το 1606 ήτανε γνωστή μόνον η Ανθολογία Πλανούδη, που ‘χε γραφτεί το 1299 κι εκτυπωθεί το 1494. Το 1606 ο νέος τότε Σαλμάσιος (Claude de Saumaise) ανακάλυψε το χειρόγραφο στη Χαϊδελβέργη (ήτανε τότε πρωτεύουσα της γερμανικής ηγεμονίας του Κάτω Παλατινάτου· από εδώ έγινε γνωστή έτσι.). Το 1623 ο Μαξιμιλιανός της Βαυαρίας χάρισε όλο το χειρόγραφο στον Πάπα Γρηγόριο ΙΕ΄, ενώ το 1797 ο Ναπολέων αξίωσε να δοθεί το χειρόγραφο στην Εθνική Βιβλιοθήκη Παρισιού. Μετά τη πτώση του, το 1815, οι Γερμανοί ζητήσανε το χειρόγραφο αλλά επιστράφηκε μόνο το μεγαλύτερο μέρος του, ο Παλατινός Κώδικας 23 (Χαϊδελβέργη, Codex Palatinus 23), που περιλάμβανε τα πρώτα 13 βιβλία της. Ένα τμήμα του (Parisinus Suppl. Gr. 384), με τα 2 τελευταία βιβλία, έμεινε στο Παρίσι.
     Το παλατινό χειρόγραφο του 980 (Palatinus 23 & Parisinus Suppl. Gr. 384) χωρίζεται σε 15 βιβλία, για τα οποία έχει καθιερωθεί λατινική αρίθμηση.
     Πριν από την έναρξη του 1ου βιβλίου υπάρχουν επιγράμματα που ‘χουνε καταγραφεί στις 1ες σελίδες που ‘τανε κενές, κάποια άλλα στις τελευταίες και κάποια ενδιάμεσα που δε θεωρούνται μέρος της ΠΑ, αλλά συνήθως αναφέρονται ως μια από τις Syllogae minores, τις μικρότερες δηλαδή συλλογές που ‘χουνε διασωθεί, με το όνομα Sylloge Σπ (Συλλογή Σπ). Τα επιγράμματα αυτά είναι 58 σε αριθμό κι είναι ίδια με κάποια απ’ αυτά της Ευφημιανής Συλλογής.

   Το βιβλίο Ι περιέχει 123 χριστιανικά επιγράμματα.

   Το βιβλίο ΙΙ περιέχει εκφράσεις δηλ. περιγραφές των αγαλμάτων που βρίσκονταν στο δημόσιο γυμναστήριο του Ζευξίππου στη Πόλη. Η “Έκφρασις” αυτή γράφτηκε από το Χριστόδωρο κι έχει 416 δακτυλικούς 6μετρους στίχους, το γυμναστήριο καταστράφηκε από φωτιά λίγον καιρό μετά τη σύνθεση του ποιήματος.

   Το βιβλίο ΙΙΙ έχει 19 επιγράμματα, τα Κυζικηνά, που 'τανε γραμμένα στο ναό της Απολλωνίδας στη Κύζικο.

   Το βιβλίο IV περιέχει τα προοίμια των Στεφάνων, του Μελέαγρου και του Φιλίππου και του Κύκλου του Αγαθία, καθώς κι ακόμη 2 ποιήματα του τελευταίου.

   Το βιβλίο V περιέχει 310 ερωτικά επιγράμματα απ’ όλες τις συλλογές. Πολλά απ’ αυτά είναι αληθινά αριστουργήματα σε αίσθημα κι ύφος.

   Το βιβλίο VI περιέχει 358 αναθηματικά επιγράμματα. Είναι αυτά που γράφτηκαν (ή υποτίθεται ότι γραφτήκανε) για να συνοδεύσουν τα αφιερώματα γνωστών ιστορικών προσώπων (Παυσανίας, Λαΐς κ.α.) ή απλών ανθρώπων, κυνηγών, ψαράδων, γεωργών κ.α.

   Το βιβλίο VII, από τα καλύτερα, περιέχει 748 επιτύμβια επιγράμματα, πραγματικά ή φανταστικά, σε τάφους γνωστών κι αγνώστων προσώπων.

   Το βιβλίο VIIΙ περιέχει 254 επιγράμματα του Γρηγορίου Ναζιανζηνού.

   Το βιβλίο IX έχει 827 επιγράμματα επιδεικτικά, με διάφορα θέματα.

   Το βιβλίο X έχει 126 επιγράμματα προτρεπτικά, φιλοσοφικού κι ηθικού περιεχομένου.

   Το βιβλίο XI περιέχει 442 επιγράμματα, από τα οποία τα πρώτα 64 είναι συμποτικά και τα υπόλοιπα σκωπτικά.

   Το βιβλίο XII είναι η Μούσα Παιδική του Στράτωνα (258 επιγράμματα).

   Το βιβλίο XIII περιέχει 31 επιγράμματα όλα με μέτρο διάφορο από το ελεγειακό 2στιχο.

   Το βιβλίο XIV έχει 150 προβλήματα, χρησμούς κι αινίγματα..

   Το βιβλίο XV περιέχει 51 σύμμικτα, δηλαδή διαφόρων θεμάτων.

     Τα 3 τελευταία βιβλία με τις χριστιανικές παρεμβολές, τα τεχνοπαίγνια του XV βιβλίου, τα προβλήματα, αινίγματα κ.τ.λ. υστερούν κι αυτά σε λογοτεχνική αξία.
     Σε εκδόσεις της ΕΑ, μετά τα 15 βιβλία της ΠΑ, παρουσιάζεται ως βιβλίο XVI, κεφάλαιο με τα 388 επιγράμματα της Ανθολογίας Πλανούδη που δεν περιλαμβάνονται στο χειρόγραφο της ΠΑ.
     Η ΠΑ αποτελείται από περίπου 3.700 ποιήματα με πάνω από 23.000 στίχους συνολικά. Η έκτασή τους ποικίλλει. Το πιο μακρύ επίγραμμα έχει 76 στίχους (Ι 10). Υπάρχουν μερικά που ‘χουνε πάνω από 20 στίχους και μερικά μονόστιχα, αλλά τα περισσότερα έχουν 2-12 στίχους. Το μέτρο των ποιημάτων της ΠΑ είναι το ελεγειακό 2στιχο, δηλ. ο δακτυλικός 6μετρος που απαντάται και στα ομηρικά έπη, συναρμοσμένος με τον δακτυλικό 6μετρο σε ένα είδος στροφής. Υπάρχουν βέβαια κάποιες εξαιρέσεις αλλά το ελεγειακό 2στιχο κυριαρχεί.
     Η ΠΑ είναι χώρος που ως έχει λεχθεί, «αριστουργήματα συντρίβουν αριστουργήματα» και που πρωταγωνιστούν ελάσσονες κι άγνωστοι, στους πολλούς, ποιητές ελληνιστικής και πρωτοβυζαντινής εποχής, όπως οι Καλλίμαχος, Ήριννα, Ανύτη, Ασκληπιάδης, Λεωνίδας Ταραντίνος, Διοσκορίδης, Αντίπατρος Σιδώνιος, Μελέαγρος, Κριναγόρας, Φίλιππος Θεσσαλονικεύς, Μάρκος Αργεντάριος, Παλλαδάς, Ρουφίνος, Φιλόδημος, Αγαθίας, Παύλος Σιλεντιάριος. Περιέχει βέβαια και λαμπρά ονόματα, όπως οι Όμηρος, Αίσωπος, Πυθαγόρας, Πιττακός, Αλκαίος, Αρχίλοχος, Μίμνερμος, Σαπφώ, Κλεόβουλος Ρόδιος, Ανακρέων αλλά τα επιγράμματά τους κι ελάχιστα είναι και ψευδεπίγραφα τα περισσότερα. Το ίδιο ισχύει και γι’ άλλους σημαντικούς ποιητές και συγγραφείς όπως οι Σιμωνίδης Κείος (αν κι είναι ο πατέρας του επιτύμβιου επιγράμματος), Αισχύλος, Βακχυλίδης, Εμπεδοκλής, Ευριπίδης, Θουκυδίδης, Πλάτων (που εξόρισε τους ποιητές από τη Πολιτεία του), Μένανδρος, Θεόκριτος και Λουκιανός και που οπωσδήποτε η παρουσία τους στην Ανθολογία δεν μπορεί να σταθεί δίπλα στην άλλη τους πνευματική παραγωγή (θα γραφτούνε στοιχεία για Δημιουργούς επιγραμμάτων σε προσεχές άρθρο).
     Κατά τον Αριστόξενο Σκιαδά η Ανθολογία «αποτελεί θησαυρό ανεκτίμητης αξίας για τη κλασσική φιλολογία». Ο Άρης Δικταίος μιλά για «το εκπληκτικό θαύμα...που φωτίζει την ελληνική μοίρα μας από τα προομηρικά ως τα μέσα βυζαντινά χρόνια». Πολλά απ’ τα επιγράμματα είναι μικρά αριστουργήματα, αληθινά έργα τέχνης που συμπυκνώνουν με αξιοθαύμαστη βραχύτητα υψηλό νόημα, ομορφιά σπάνιας ευαισθησίας ή το χαρακτηριστικά αστραποβόλο πνεύμα. Ο Βάλτερ Κράντς λέει ότι πολλά απ’ τα επιτάφια επιγράμματα της ελληνιστικής εποχής «έχουν ομορφιά ξεχωριστή». Κι αν υπάρχουν μερικοί που θεωρούν ότι η βραχύτητα ενός έργου τέχνης αφαιρεί την αξία του, υπάρχουν άλλοι που πιστεύουν πως μ’ όσο λιτότερα κατορθώσει ο καλλιτέχνης να δώσει τελικά την εντύπωση που θέλει, τόσο πιο πετυχημένος είναι. Κατά τον Παλαμά οι ποιητές της Ανθολογίας κατόρθωσαν να κάνουν «ένα 4στιχο κι ένα 2στιχο επίγραμμα… να αξίζη ολόκληρο ποίημα». Όμοια εγκωμιαστικοί οι λόγιοι Κάρλ Ότφριντ Μίλερ (Karl Otfried Muller) κι Άλμπιν Λέσκι (Albin Lesky).
     Οπωσδήποτε έχει και τα ελαττώματά της. Ανάμεσα στα τόσα ποιήματα δεν ήταν δυνατόν να μην να έχουν εισχωρήσει και μερικά που η ποιότητά τους υστερεί. Είναι ορισμένα χωρίς αξιόλογο νόημα ή ποιητική πνοή, άλλα που είναι απλά στιχουργικά παιχνίδια (τεχνοπαίγνια, ακροστιχίδες, στίχοι με τα 24 γράμματα της αλφαβήτου κλπ). Υπάρχουνε τέλος τα πορνικά κι αθυρόστομα του ΧΙI βιβλίου, αν και δε λείπει από αυτά το πάθος και το πνεύμα. Τέλος υπάρχουν αρκετά επιγράμματα λίγο ή πολύ όμοια στο περιεχόμενο, ακόμα και στη διατύπωση. Η ομοιότητα αυτή κάνει πολύ προβληματική την αξιολόγηση των ποιητών τους. Βέβαια η έμπνευση θα πρέπει ν’ αποδοθεί στον αρχαιότερο ποιητή αλλά, με την αβεβαιότητα που υπάρχει ως προς τη πατρότητα πολλών ποιημάτων και τα βιογραφικά των ποιητών, τα πράγματα περιπλέκονται κάπως. Πολλά επιγράμματα δεν ανήκουν, αναμφίβολα, στους ποιητές που αποδίδονται, άλλων αμφισβητείται η πατρότητα ή προτείνονται άλλοι ποιητές απ’ αυτούς που αναγράφει το κείμενο.
     Η 1η σημαντική έκδοση ποιημάτων της ΠΑ έγινε από τον Ράισκε (Reiske), που εξέδωσε σημαντικό μέρος της το 1754 με εξαίρεση ποιήματα που του φάνηκαν υπερβολικά τολμηρά. Η 1η πλήρης έκδοση των ποιημάτων της ΠΑ μαζί με ποιήματα απ’ άλλες πηγές έγινε από τον Ρίτσαρντ Μπρουνκ (Richard Brunck) μεταξύ 1772 -76 σε 3 τόμους με τίτλο Analecta veterum poetarum Graecorum  (Ανάλεκτα αρχαίων ελλήνων ποιητών). Κατέταξε τα ποιήματα από το Παλατινό χειρόγραφο και τις άλλες πηγές ανά ποιητή παρουσιάζοντας 1η φορά τόσο πλήρη εικόνα των Ελλήνων ποιητών. Παρακάτω φαίνονται οι τρεις τόμοι:

   Analecta veterum poetarum Graecorum, Tom. I, ed. Richard Franz Philipp Brunck, Argentorati, Typis Ioannis Henrici HEITZ Academiae Typographi, 1772[σημ. 1] (506 σελίδες).

   Analecta veterum poetarum Graecorum, Tom. II, ed. Richard Franz Philipp Brunck, Argentorati, Typis Ioannis Henrici HEITZ Academiae Typographi, 1773[
σημ. 2] (529 σελίδες).

   Analecta veterum poetarum Graecorum, Tom. III, ed. Richard Franz Philipp Brunck, Argentorati, Typis Ioannis Henrici HEITZ Academiae Typographi, 1776 (319
σελίδες).

    
20 περίπου χρόνια μετά, στα 1794-14, ο Φρίντριχ Γιάκομπς (Friedrich Jacobs) συμπλήρωσε τη δουλειά του Μπρουνκ με 13 τόμους. Σ’ αυτό, στους 1ους 4 τόμους, ξανατύπωσε (με επιμέλεια) τα ποιήματα του Analecta veterum poetarum Graecorum ακολουθώντας κατά γράμμα την έκδοση του Μπρουνκ (με αναφορά σε κάθε σελίδα των βιβλίων του). Ο τίτλος των 4 αυτών 1ων βιβλίων ήταν Anthologia graeca sive Poetarum graecorum lusus (Ελληνική ανθολογία ή έργα ελλήνων ποιητών). Ο 5ος τόμος ήτανε τα Ευρετήρια (κάτι που ‘λειπε στα πριν) κι από τον 6ο μέχρι τον 13ο τα Animadversiones In Epigrammata Anthologiae Graecae Secundum Ordinem Analectorum Brunckii (Παρατηρήσεις στα Επιγράμματα της Ελληνικής Ανθολογίας Σύμφωνα με τη Διάταξη των Αναλέκτων του Μπρουνκ), σημαντικότατο έργο στο όπου ανάλυσε κάθε επίγραμμα και σύγκρινε τις διάφορες εκδόσεις του (απ’ τη Παλατινή και την Ανθολογία Πλανούδη, ή τις άλλες πηγές).

     Στα 1813-17, ο Γιάκομπς εξέδωσε την ΕΑ, ακολουθώντας τη κατάταξη του χειρογράφου της ΠΑ με 2 προσθήκες : των 388 επιγραμμάτων του Πλανούδη που δε βρίσκονται κει (Anthologiae Planudeae epigrammata quae in Codice Palatino non reperiuntur) και 391 επιγραμμάτων απ’ άλλες πηγές (Appendix epigrammatum apud scriptores veteres et in marmoribus servatorum). Στις εκδόσεις αυτές χρησιμοποίησε το Apographum Gothanum, το απόγραφο (αντίγραφο) της Βιβλιοθήκης Έρνεστ Β', Δούκα του Gotha, ένα πιστό χειρόγραφο αντίγραφο που έφτιαξε ο Σπαλέττι (Spaletti) από το πρωτότυπο όταν αυτό ήτανε στη Βιβλιοθήκη Βατικανού και που είχε αγοράσει το 1776. Η έκδοση του Γιάκομπς, που περιέχει όχι μόνο τα επιγράμματα με τη σειρά του πρωτοτύπου, αλλά και τις σημειώσεις στα περιθώρια του Παλατινού χειρογράφου είναι διαθέσιμη στο διαδίκτυο.
     Η 1η έκδοση στην οποία συνδυάστηκαν τα χειρόγραφα της παλατινής βιβλιοθήκης κι αυτό του Παρισιού έγινε το 1911 από τον C. Preisedanz στο Leiden. Προσιτές σήμερα εκδόσεις είναι, μεταξύ άλλων, αυτή της Loeb Classical Library με πεζή αγγλική μετάφραση του Πάτον, του Μπέκμπι (Beckby) με γερμανική μετάφραση, κριτικό σημείωμα και σχόλια και των εκδόσεων Les Belles Lettres με πεζή γαλλική μετάφραση, εκτενή εισαγωγή, άφθονα σχόλια και κριτικό υπόμνημα.
     Πολλοί ασχολήθηκαν με κριτικές εργασίες για τη ΠΑ. Πλήρης βιβλιογραφία υπάρχει στις εκδόσεις του Μπέκμπι και της Les Belles Lettres (Εισαγωγή, σελ. LXX κ.ε.). Εδώ αναφέρονται οι μεταφρασμένες στα ελληνικά γενικές περί αρχαίας ελληνικής λογοτεχνίας μελέτες των Καρλ Ότφριντ Μίλερ, Βίλχελμ Φον Κριστ (Wilhelm von Christ), Βάλτερ Κραντς, Άλμπιν Λέσκι καθώς κι οι ελληνικές του Κωνσταντίνου Τρυπάνη κι όσες προλογίσανε τις μεταφράσεις που ακολούθησαν.
     Η ΠΑ αλλά κι η Πλαν. γράφτηκαν με βάση την ΑΚ. Η σύγκρισή τους δείχνει ότι η ΠΑ είναι πολύ πιο ακριβής στην αντιγραφή των κειμένων, ενώ στην άλλη, ο Πλανούδης εκτός από αρκετά λάθη, είχε συμπληρώσει ή μεταβάλλει κάποια επιγράμματα. Φαίνεται πως αντέγραψε και τη μορφή της ΑΚ, ενώ είχε ταξινομήσει τα επιγράμματα με πολύ διαφορετικό τρόπο, ανά θέμα. Επιπλέον, δεν την είχεν αντιγράψει όλη αλλ' άφησε σημαντικό αριθμό επιγραμμάτων: Η Πλαν. έχει 2.400 ενώ η άλλη 3.700. Παρόλα αυτά, 388 απ' αυτά που αναφέρονται στη Πλαν. δεν υπάρχουν στην άλλη. Τα επιγράμματα αυτά στη συνέχεια καταγράφηκαν ως το 16ο βιβλίο των εκδόσεων της Ελληνικής Ανθολογίας, αναφερόμενο ως Appendix Planudea. Μετά την ανακάλυψη και δημοσίευση των επιγραμμάτων του Παλατινού χειρογράφου, η Πλανούδεια δεν έχει πια την αξία που 'χε και χρησιμεύει μόνο σα βοήθημα.
     Ήδη οι Λατίνοι ποιητές Αυσόνιος και Μαρτιάλης είχαν μεταφράσει έμμετρα μερικά επιγράμματα της ΠΑ. Ο Ούγκο Γκρότιους μετέφρασε την Ανθολογία Πλανούδη (1630-31). Προηγουμένως λατινικές μεταφράσεις της ΑΠλαν κάναν ο Παύλος Μανούτιος, ο Eilhard Lubin (Χαϊδελβέργη 1604) κ.ά. Λατινική μετάφραση εκπόνησαν επίσης οι Boissonade, Bothe, και J. Lapaume στην έκδοση Dubner-Gougny. Παραπάνω αναφέρθηκε η γερμανική μετάφραση του Μπέκμπι.
     Μερικές από τις νεότερες γαλλικές μεταφράσεις είναι οι πεζές των Εκδόσεων Les Belles Lettres (βλ. και στην περί εκδόσεων παράγραφο) από τους Waltz, Desrousseaux, Surry κ.ά. καθώς κι η έμμετρη των βιβλίων XIII-XV, στην ίδια έκδοση, του F. Buffiere.
     Ιταλικές μεταφράσεις υπάρχουν αυτές του Μπρούνο Λαβανίνι (Bruno Lavagnini), του Μπινιόνε (Bignone) και του Σαλβατόρε Κουασιμόντο (Salvatore Quasimodo).
     Στα Αγγλικά τη μετέφρασε όλη ο Πάτον (πεζή μετάφραση), στην έκδοση της Loeb. Από τις νεότερες έμμετρες αγγλικές μεταφράσεις, μπορούν να μνημονευτούν αυτές των Ρ. Σκέλτον (R. Skelton) κι η συλλογική παρουσίαση του 1973 με πρωτεργάτη τον Πίτερ Τζέι (Peter Jay).
     Από τις ελληνικές μεταφράσεις, αυτοτελείς εργασίες ή καταλαμβάνουσες αξιόλογη έκταση ανάμεσα σε γενικότερη μεταφραστική προσπάθεια, είναι του Σίμου Μενάρδου, Γιώργου Θέμελη, Ηλία Κυζηράκου, Γιάννη Δάλλα, Άρη Δικταίου, 33 επιγράμματα του Καλλίμαχου, Λευτέρη Νεγρεπόντη, Κούλη Αλέπη, Νίκου Σφυρόερα, Νίκου Παναγιώτου, Επίσης στο περιοδικό Πνευματική Κύπρος 1965-66, 1968-69, 1969-70. Βασίλη Λαζανά, Γιώργου Ιωάννου. Δημοσιευμένες σε περιοδικά ή περιλαμβανόμενες σε γενικότερο έργο τους, μικρής όμως έκτασης, είναι οι μεταφράσεις που εξεπόνησαν ο Ιωάννης Πολέμης, Κωνσταντίνος Σκόκκος, Ηλίας Βουτιερίδης, Ε.Π. Φωτιάδης, Θεόδωρος Ξύδης, Παναγής Λεκατσάς, Τάκης Μπαρλάς, Τέλλος Άγρας, Κώστας Καιροφύλλας, Θρασύβουλος Σταύρου, Εύδοξος Τσολάκης, Αλέκος Κωστάκης, Λέων Κουκούλας, Συμεών Κουρήτης, Γ.Γ.Παπαγεωργίου, Σπύρος Παναγιωτόπουλος, Λεωνίδας Πολυδεύκης, Θανάσης Παπαθανασόπουλος, Ντίνος Χριστιανόπουλος. Αναφέρεται επίσης η πεζή μετάφραση του Αντρέα Λεντάκη κι αυτή του Οδυσσέα Ελύτη των επιγραμμάτων του Κριναγόρα.
     Η ΠΑ άσκησε μεγάλη επίδραση στη Δύση, αρχίζοντας από τον Προπέρτιο και φτάνοντας στον Έζρα Πάουντ. Ιδιαίτερα χαρακτηριστική είναι η περίπτωση του Αμερικανού ποιητή Έντγκαρ Λι Μάστερς (Edgar Lee Masters), που το 1915 εξέδωσε την περίφημη Spoon River Anthology που περιλαμβάνει 244 επιτάφια ποιήματα, καταφανώς εμπνευσμένα από αυτήν.

                          Η Ελληνική Ανθολογία

     Ελληνική Ανθολογία ονομάζεται από τους σύγχρονους μελετητές το σώμα πάνω από 6.000 (ή κατ' άλλους 4.000 ή 4.063 ή 4.500), περίπου επιγραμμάτων και ποιημάτων αρχαίων Ελλήνων και βυζαντινών ποιητών από τον 7ο π.Χ. μέχρι τον 10ο ή και το 12ο ή τον 13ο αι., που δημοσιεύθηκε αρχικά στο τέλος του 16ου. Το κυριότερο μέρος της ΕΑ αποτελείται από υλικό που αντλήθηκε κυρίως από 2 χειρόγραφα, τη Παλατινή και τη Πλανούδεια.
     Σύμφωνα μ’ ένα διαφορετικό ορισμό, αποτελείται από το σύνολο των ποιημάτων του Παλατινού χειρογράφου και της Πλαν., δηλαδή αποτελείται από τα 3700 ποιήματα της ΠΑ και από τα 400 περίπου ποιήματα της άλλης που δεν περιέχει η 1η, δηλαδή περίπου 4100 επιγράμματα/ποιήματα και τα 15 βιβλία του Παλατινού χειρογράφου μ’ ακόμη το 16ο, το Πλανούδειο παράρτημα. Έτσι εξηγούνται οι αναφορές σε «4.000 περίπου», «πάνω από 4.000» ή 4.063. Εναλλακτικοί τρόποι αναφοράς στην ΕΑ όταν αυτή θεωρείται ότι περιέχει μόνο ποιήματα από τη ΠΑ και τη Πλαν. είναι «Παλατινή ή Ελληνική Ανθολογία» (μ’ εναλλαγές στις λέξεις του τίτλου σε κάθε πιθανό συνδυασμό.
     Υπάρχει επίσης εναλλακτικός ορισμός, από κάποιες πηγές ότι ο όρος ΕΑ είναι λίγο ως πολύ ισοδύναμος με τον όρο ΠΑ. Σημειώνεται ότι αυτός ο ορισμός έρχεται σε αντίθεση και με τους 2 ορισμούς που αναφέρονται παραπάνω και δε συμφωνεί και με τον αριθμό επιγραμμάτων που διαθέτουν οι 2 τους.
     Σε συμπληρωματικό -όχι εναλλακτικό- (και πιο αυστηρό) ορισμό, ΕΑ (ή σε μετάφραση Anthologia Graeca, Greek Anthology κλπ) είναι το όνομα δημοσιευμένων βιβλίων που έχουν εκδοθεί από το 1494 μέχρι και σήμερα με μεταβαλλόμενο περιεχόμενο Ελληνικών επιγραμμάτων, το οποίο όμως βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στη χαμένη ΑΚ.



     Στο κείμενο που ακολουθεί, ο όρος δε χρησιμοποιείται απλά με κάποιον από τους παραπάνω ορισμούς, αλλά εξηγείται αναλυτικά για τις διάφορες έννοιες που είχε σε κάθε χρονική περίοδο.
     Ο όρος Ελληνική Ανθολογία είχε διαφορετικές έννοιες διαχρονικά από τότε που άρχισε να χρησιμοποιείται (14ος αι.) μέχρι σήμερα. Παρακάτω αναφέρονται οι διάφορες χρήσεις του όρου.
     Το όνομα (λατ. Anthologia Graeca) χρησιμοποιήθηκε 1η φορά το 1494 από τον Ιανό Λάσκαρη ως τ’ όνομα του τυπωμένου βιβλίου της Πλανούδειας. Μέχρι το 1606, έτσι ονομαζόταν αποκλειστικά η αυτή σαν η μόνη διαθέσιμη μέχρι τότε Ελληνική Ανθολογία. Με την ανακάλυψη του χειρογράφου της ΠΑ, άρχισαν εκδόσεις της και πάλι με γενικό τίτλο Anthologia Graeca. Μετά το 1606 λοιπόν, αυτό τ’ όνομα ήτανε σε χρήση και για τις 2.
     Σταδιακά, απ’ τα τέλη του 18ου μέχρι τα τέλη του 19ου αι. οι μελετητές άρχισαν να δημοσιεύουν Ανθολογίες που συνδύαζαν και τη μια και την άλλη χωρίς αλλαγές.απλά πρόσθεταν και τα του Πλαν. που δεν υπήρχανε στη ΠΑ, σα Πλανούδειο Παράρτημα (Appendix Planudea), συνήθως δε άρχισε να προστίθεται και νέο υλικό. Κι αυτές είχανε την ίδια ονομασία Anthologia Graeca. Την ίδια περίοδο όμως είχαν εκδοθεί και σημαντικά έργα όπως η έκδοση από τον Ιερώνυμο Ντε Μπος της ΠλΑν, στα ελληνικά με μετάφραση στα λατινικά του Γκρότιους με τον ίδιο αρχικό της τίτλο. Αποτέλεσμα ήταν ότι τη περίοδο αυτή η ΕΑ άρχισε να διαφοροποιείται και να μη σημαίνει αποκλειστικά ούτε τη μια, ούτε την άλλη, αλλά έργα με πιο πολλά επιγράμματα-ποιήματα (ενώ η χρήση της συνέχιζε και για τις άλλες 2). Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η σημαντικότατη έκδοση του Jacobs του 1813-1817 με τίτλο Anthologia Graeca ad fidem codicis olim Palatini, nunc Parisini, ex apographo Gothano edita (Ελληνική Ανθολογία, πιστό αντίγραφο του Παλατινού κώδικα, νυν Παρισινού, από το απόγραφο {της βιβλιοθήκης} του Γκόθα), που περιείχε όχι μόνο τα επιγράμματα της Πλαν που δε βρισκόταν στη ΠΑ αλλά κι άλλα.
     Ο J.D. Chopin, γράφει 17 χρόνια αργότερα, το 1854:

   «Η ΕΑ, σύμφωνα με τη τελευταία εργασία του Jacobs, περιλαμβάνει τρία χωριστά μέρη: 1ον. τα 15 βιβλία ... που την ονομάζουν Παλατινή..., 2ον. ένα βιβλίο... που περιέχει 388 ποιήματα που παραλήφθηκαν από τον Κεφαλά αλλά μας δόθηκαν από τον Πλανούδη... και 3ον. ένα παράρτημα στο οποίο ο Jacobs συγκέντρωσε 400 επιγράμματα από γνωστούς συγγραφείς ή που είχαν συλλεχθεί από μνημεία».

     Η ΕΑ λοιπόν στην ευρύτερή της έννοια περιέχει κι άλλα μικρά ποιήματα από άλλες πηγές που πιθανόν να υπήρχανε στις συλλογές του Μελεάγρου, του Φιλίππου ή του Αγαθία ή που θα μπορούσαν να τα ‘χανε συμπεριλάβει.



     Από τον 20ον αι. και μέχρι σήμερα, οι περισσότεροι μελετητές διαχωρίζουνε τη χρήση του ονόματος στη γενικότερη περιγραφή των ελληνικών επιγραμμάτων ως ΕΑ, που βασίζεται σε μεγάλο ποσοστό (3700 επιγράμματα) στη ΠΑ, σε μικρότερο (400 περίπου επιγράμματα) στη Πλαν. κι αριθμό άλλων από διαφορετικές πηγές, φθάνοντας σε 4000-6.000. Αναφέρεται επίσης ότι το βιβλίο του Κάμερον (Cameron) με τίτλο The Greek anthology : from Meleager to Planudes (Η Ελληνική Ανθολογία: Από τον Μελέαγρο μέχρι τον Πλανούδη) που εκδόθηκε το 1993 περιλαμβάνει όχι μόνο τις κύριες συλλογές της ΠΑ και της Πλαν., με τις περιεχόμενες σ’ αυτές συλλογές, αλλά και τις Syllogae minores, το Appendix Barberino-Vaticana, τον Λαυρεντιανό κώδικα ΧΧΧΙΙ. 16, τη Παρισινή Συλλογή (Sylloge Parisina), την Ευφημιανή Συλλογή, την Σπ, τη Σούδα, τον Arethas Codex του Αρέθα αλλά κι οι Πάπυροι της Οξυρρύγχου κι άλλοι κώδικες. Αντίστοιχα, σ’ ελληνική εγκυκλοπαίδεια, στο λήμμα «Ανθολογίες» κάτω από τον τίτλο «Ελληνικές Ανθολογίες» καταγράφονται ο Στέφανος του Μελεάγρου, ο Στέφανος του Φιλίππου, άλλες συλλογές, η Πλαν., η ΠΑ, αλλά κι η Ευφημιανή Συλλογή κι η sylloge Parisina. Στο παρελθόν (πχ. στο Dictionary of Greek and Roman Antiquities του W. Smith του 1867) τ‘ όνομα «Ελληνική Ανθολογία» χρησιμοποιήθηκε για να περιγράψει και τη Πλαν. αλλά και τη ΠΑ. Ακόμη και σήμερα σε κάποιες περιπτώσεις η ΕΑ αναφέρεται κι ως ΠΑ.
     Στην ΕΑ περιλαμβάνονται επιγράμματα και ποιήματα που διασώθηκαν σε δυο συλλογές της Βυζαντινής Εποχής, τη ΠΑ (του 10ου αι. πιθανότατα) με 3.700 επιγράμματα και τη ΠλΑν (του 14ου αι.) με 2.400 επιγράμματα. Τα περισσότερα απ’ αυτά βρίσκονται και στις 2, αλλά η ΠΑ έχει αρκετό υλικό που δε βρισκότανε στην άλλη, ενώ από την άλλη, μικρότερος αριθμός επιγραμμάτων δε βρισκότανε στη 1η.. Εκτός απ’ αυτά περιλαμβάνονται και 400 περίπου χριστιανικά από τη βυζαντινή περίοδο. Επιπλέον εμπλουτίστηκε με υλικό απ’ άλλες πηγές με αποτέλεσμα να περιέχει όχι μόνο υλικό από τις δυο αυτές, αλλά κι από επιγράμματα που βρέθηκαν στα έργα αρχαίων Ελλήνων ιστορικών, βιογράφων και διαφόρων συγγραφέων.
     Συνήθως δημοσιεύονται τα 15 βιβλία της ΠΑ, στη συνέχεια ως 16ο τα 397 επιγράμματα της ΠλΑν. που δεν υπάρχουνε κει. Επειδή από τη ΠΑ λείπει ολόκληρο σχεδόν το Δ' βιβλίο της ΠλΑν., που περιείχε τα επιγράμματα αυτά, ενώ ελάχιστα επιγράμματα λείπουν από τ’ άλλα βιβλία της, ο Πάτον (Paton) υποθέτει πως ένα ολόκληρο βιβλίο του Κεφαλά χάθηκε (δεν ήταν διαθέσιμο στους αντιγραφείς της) κι ότι το Δ’ βιβλίο του Πλαν. είναι αντίγραφό του.
     Παρακάτω παρατίθενται οι εκδόσεις της ΕΑ, ανά τα χρόνια.

     Το 1864 εκδόθηκε σε 3 τόμους η Epigrammatum Anthologia Palatina cum Planudeis et Appendice Nova από τον Dübner. Η έκδοση αυτή περιέχει ποιήματα /επιγράμματα από τη ΠΑ, τη Πλαν, αλλά κι από άλλες πηγές (από βιβλία και μάρμαρα - ex libris et marmoribus):

   * Epigrammatum Anthologia Palatina cum Planudeis et Appendice Nova, epigrammatum veterum ex libris et marmoribus ductorum annotatione, Vol. I, Friedrich Dübner, εκδ. Firmin-Didot, Paris, 1864

   * Epigrammatum Anthologia Palatina cum Planudeis et appendice nova vol. II, Friedrich Dübner, εκδ. Firmin-Didot, Paris.

   * Epigrammatum Anthologia Palatina cum Planudeis et Appendice Nova Epigrammatum Veterum ex Libris el Marmoribus Ductorum vol. ΙΙΙ, E. Cougny, (Firmin-Didot), Paris, 1890)

     Σημαντική έκδοση ήταν επίσης η Anthologia Graeca epigrammatum Palatina cum Planudea του Hugo Stadtmüller που εκδόθηκε σε 3 τόμους (1894, 1899, 1906) στη Λειψία, με μετάφραση στα λατινικά:

   * Anthologia graeca, epigrammatum Palatina cum Planudea: Volumen primum: Palatinae libr. I-VI (Planudeae libr. V-VII), Hugo Stadtmüller, Leipzig : Teubner. 1894. (Ελληνική Ανθολογία επιγραμμάτων Παλατινή και Πλανούδειος, πρώτος τόμος: Παλατινή Ανθολογία Βιβλία 1-4, Ανθολογία του Πλανούδη Βιβλία 5-7), (εισαγωγή LXI σελίδες, κείμενο 419 σελίδες)

   * Anthologia Graeca epigrammatum Palatina cum Planudea, Volum. II Pars Prior. Palatinae Librum VII Planudeae L. III Continens, Hugo Stadtmüller, Εκδ. Teubner, Lipsiae, 1899. (Ελληνική Ανθολογία επιγραμμάτων Παλατινή και Πλανούδειος, Τόμος 2, Πρώτο μέρος: Παλατινή Βιβλίο 7, Πλανούδειος Βιβλίο 3) (εισαγωγή XCII σελίδες, κείμενο 524 σελίδες)

   * Anthologia Graeca epigrammatum Palatina cum Planudea, Volume 3, Pars Prior, Palatinae libri IX epp. 1–563, Planudeae Libr. I continens, Hugo Stadtmüller, in aedibus B. G. Teubneri, 1906. (Ελληνική Ανθολογία επιγραμμάτων Παλατινή και Πλανούδειος, Τόμος 3, Πρώτο μέρος: περιέχει Παλατινής Βιβλίο 9, επιγράμματα 1-563, Πλανουδείου Βιβλίο 1) (εισαγωγή vi σελίδες, κείμενο 584 σελίδες)

     Μια έκδοση της ΕΑ, με μετάφραση στα αγγλικά είναι η έκδοση The Greek anthology του W. R. Paton, σε 5 τόμους που τυπώθηκε μεταξύ του 1916 και του 1918 από τη σειρά The Loeb Classical Library, κάποιες εκδόσεις της οποίας είναι ελεύθερα διαθέσιμες στο διαδίκτυο. Η έκδοση αυτή περιέχει ποιήματα /επιγράμματα μόνο από τις ΠΑ και Πλαν.:

   * The Greek anthology with an English translation, vol. I by W. R. Paton, published by W. Heinemann (London), G.P. Putnam's sons (New York) 1916 (έκδοση 1927) (περιέχει τα βιβλία I–VI της Ελληνικής Ανθολογίας).

   * The Greek anthology with an English translation, vol. II by W. R. Paton, Published by W. Heinemann (London), G.P. Putnam's sons (New York) 1917 (έκδοση 1919) (περιέχει τα βιβλία VII–VIII της Ελληνικής Ανθολογίας)

   * The Greek anthology with an English translation, vol. III by W. R. Paton, Published by W. Heinemann (London), G.P. Putnam's sons (New York) 1915 (έκδοση 1925) (περιέχει το βιβλίο IX της Ελληνικής Ανθολογίας)

   * The Greek anthology with an English translation, vol. VI by W. R. Paton, Published by W. Heinemann (London), G.P. Putnam's sons (New York) 1918 (περιέχει τα βιβλία X–XII της Ελληνικής Ανθολογίας)

   * The Greek anthology with an English translation, vol. V by W. R. Paton, Published by W. Heinemann (London), G.P. Putnam's sons (New York) 1918 (περιέχει τα βιβλία XIII–XVI της Ελληνικής Ανθολογίας)

     Σημαντική έκδοση του 20ου αι, είναι κι η ελληνο-γερμανική έκδοση της ΕΑ του Μπέκμπι (Hermann Beckby) 1957-1958 σε 4 τόμους:

   * Anthologia Graeca, griechisch - deutsch. Buch I-VI, Christl. Epigramme, Liebesgedichte, Weih-Inschriften, Τόμος 1, Hermann Beckby, Εκδ. Heimeran, 1957 (δεύτερη έκδοση 1965)

   * Anthologia Graeca, griechisch - deutsch. Buch VII-VIII, Grabinschriften, Τόμος 2, Hermann Beckby, Εκδ. Heimeran, Muenchen, 1957 (δεύτερη έκδοση 1965)

   * Anthologia Graeca, griechisch - deutsch, Buch IX - XI: Scherz-, Spott- und Trinkepigramme, Τόμος 3, Hermann Beckby, Εκδ. Heimeran, 1958, (δεύτερη έκδοση 1968)

   * Anthologia Graeca, griechisch - deutsch. Buch XII - XVI : mit Namen- und Sachverzeichnis und anderen vollständigen Registern, Τόμος 4, Hermann Beckby, Εκδ. Heimeran, 1958 (δεύτερη έκδοση 1965)

     Ακόμη μια από τις εκδόσεις της ΕΑ είναι η έκδοση των Belles Lettres με τίτλο Anthologie grecque την οποία άρχισε ο Πιέρ Βαλτς το 1928, ο οποίος επιμελήθηκε 8 από τους 13 τόμους κι ολοκληρώθηκε το 2011. Η έκδοση αυτή περιέχει ποιήματα /επιγράμματα μόνο από τις ΠΑ & Πλαν.:

   * Anthologie grecque. Première partie, Anthologie palatine. Tome I, Livres I-IV, texte établi et traduit par Pierre Waltz, Les Belles Lettres (Paris), 1928

   * Anthologie grecque. Première partie, Anthologie palatine. Tome II, Livre V, texte établi et traduit par Pierre Waltz; en collaboration avec Jean Guillon, Les Belles Lettres (Paris), 1928

   * Anthologie grecque. Première partie, Anthologie palatine. Tome III, Livre VI, texte établi et traduit par Pierre Waltz, Les Belles Lettres (Paris), 1931

   * Anthologie grecque. Première partie, Anthologie palatine. Tome IV, Livre VII, epigr. 1-363, texte établi par Pierre Waltz; traduit par Alexandre-Marie Desrousseaux, Alphonse Dain, P. Th. Camelot, Edouard des Places, Les Belles Lettres (Paris), 1938

   * Anthologie grecque. Première partie, Anthologie palatine. Tome V, Livre VII, epigr. 364-748, texte établi par Pierre Waltz ; traduit par Pierre Waltz, M. Dumitrescu, H Le Maître, G Soury, Edouard des Places, Les Belles Lettres (Paris), 1941

   * Anthologie grecque. Première partie, Anthologie palatine. Tome VI, Livre VIII, texte établi et traduit par Pierre Waltz, 2e éd., Les Belles Lettres (Paris), 1960

   * Anthologie grecque. Première partie, Anthologie palatine. Tome VII, Livre IX, épigr. 1-358, texte établi par Pierre Waltz ; traduit par Guy Soury, Les Belles Lettres (Paris), 1957

   * Anthologie grecque. Première partie, Anthologie palatine. Tome VIII, Livre IX, épigr. 359-827, texte établi et traduit par Pierre Waltz et Guy Soury ; avec le concours de Jean Irigoin et Pierre Laurens, Les Belles Lettres (Paris), 1974

   * Anthologie grecque. Première partie, Anthologie palatine. Tome IX, Livre X, Jean Irigoin, Francesca Maltomini, Pierre Laurens, Les Belles Lettres (Paris), 2011

   * Anthologie grecque. Première partie, Anthologie palatine. Tome X, Livre XI, Texte établi et traduit par Robert Aubreton, Les Belles Lettres (Paris), 1972

   * Anthologie grecque. Première partie, Anthologie palatine. Tome XI, Livre XII, Texte établi et traduit par Robert Aubreton ; avec le concours de par Félix Buffière et Jean Irigoin, Les Belles Lettres (Paris), 1994

   * Anthologie grecque. Première partie, Anthologie palatine. Tome XII, Livres XIII-XV, Texte établi et traduit par Félix Buffière, Les Belles Lettres (Paris), 1970

   * Anthologie grecque. Deuxième partie, Anthologie de Planude. Tome XIII, Robert Aubreton, Félix Buffière, Les Belles Lettres (Paris), 1980

   (Στις επανεκδόσεις 2002-2003 η ένδειξη Premier και Deuxième partie απουσιάζει από το εξώφυλλο).

     Εδώ κλείνει κι αυτό το κεφάλαιο και δε μένει παρά να μνημονέψουμε και τα Αρχαία Επιιγράμματα Κύπρου σε επόμενο άρθρο.

---------------------------------------------

 ΤΕΛΟΣ ΤΟΥ 1ου ΜΈΡΟΥΣ  Η συνέχεια με δημιουργούς ως 4ο αι. μ.Χ. ΕΔΩ!

 

 

Web Design: Granma - Web Hosting: Greek Servers