Πρüλογος
Σε αυτü το Üρθρο θα φιλοξενηθοýνε προσωρινÜ μερικÜ πρüσωπα της αρχαιüτητας, που εμπλÝκονται με τα ΕπιγρÜμματα και που, καθþς Ýχουνε πολλÜ στοιχεßα, δεν χχωροýσανε στα βιογραφικÜ των υπολοßπων. ΦυσικÜ, στη ζωÞ τους δεν κÜνανε μüνον ΕπιγρÜμματα, και μÜλιστα μερικοß δεν εßναι καν βεβαιωμÝνο πως Ýχουνε κÜνει κÜποια. ΑλλÜ αυτÜ θα ταα δεßτε στην ανÜγνωση, εδþ τþρα θα ετοιμÜσω μια λßστα με τα ονüματα που περιÝχονται στο παρüν και καλÞν ανÜγνωση. Π. Χ.
1ος: ¢ρατος ο Σολεýς
2ος: Βακχυλßδης ο Κεßος
3ος: Κλεüβουλος ο Ρüδιος
4ος: Πιττακüς ο Μυτιληναßος
5ος: Φßλιππος ο Ε' ο Βασιλεýς (Σημ: üχι ο πατÝρας του Μ. ΑλεξÜνδρου)
6ος: Γρηγüριος ο Ναζιανζηνüς
======================
Ο ¢ρατος ο Σολεýς (310 π.Χ.-240 π.Χ.) Þταν Αλεξανδρινüς ποιητÞς κι ßσως κι ιατρüς. Καταγüταν απü τους Σüλους της Κιλικßας (η οποßα μετÜ ονομÜστηκε Πομπηιοýπολη) Þ σýμφωνα με Üλλους απü τη Ταρσü αλλÜ μÜλλον üτι εκεß Ýζησε για λßγο. ΠατÝρας του Þταν ο διαπρεπÞς τüτε πολιτικüς και στρατιωτικüς Αθηνüδωρος. ΜαθÞτευσε κοντÜ στον ΜενεκρÜτη στην ¸φεσο (292 π.Χ.). Στη συνÝχεια πÞγε στη Κω και μαθÞτευσε κοντÜ στο ΦιλÞτα. Εκεß γνþρισε τον Θεüκριτο κι Üλλους ποιητÝς του καλοýμενου βουκολικοý κýκλου. Στη συνÝχεια πÞγε στην ΑθÞνα κι Ýγινε μαθητÞς του περιπατητικοý φιλüσοφου ΠραξιφÜνη, εκεß γνþρισε το ΖÞνωνα τον στωικü φιλüσοφο, τον ΜενÝδημο τον ιδρυτÞ της ΕρετριακÞς σχολÞς και τον Καλλßμαχο τον Κυρηναßο.
ΑσχολÞθηκε και με τα μαθηματικÜ και με την αστρονομßα. ΛÝγεται μÜλιστα πως σποýδασε κι ιατρüς και στη φημισμÝνη κιüλας ΙατρικÞ ΣχολÞ της Κω. Ο φιλüσοφος ΖÞνων, üταν κλÞθηκε ως διδÜσκαλος απü τον φιλüτεχνο βασιλιÜ της Μακεδονßας Αντßγονο ΓονατÜ αλλÜ λüγω γÞρατος δεν μποροýσε να μεταβεß, Ýστειλε τον ¢ρατο με τους μαθητÝς του Περσαßη και Φιλονßδη (276 π.Χ.). Τüτε ο ¢ρατος Ýγραψε, για τους γÜμους του Αντιγüνου με τη κüρη του ΣÝλευκου, Φßλα, το ποßημα ¾μνος στον ΠÜνα üπου εξυμνεß τη νßκη του Αντιγüνου κατÜ των Γαλατþν στη μÜχη της Λυσιμαχεßας (277 π.Χ) κατÜ την οποßα ο Παν Ýφερε στους ΓαλÜτες πανικü. Επßσης, εκτελþντας επιθυμßα του Μακεδüνα βασιλιÜ, που λÜτρευε τα μαθηματικÜ και την αστρονομßα, να γρÜψει σε ποßημα, το Ýργο του Ευδüξου, Φαινüμενα, ο ¢ρατος Ýγραψε τα Φαινüμενα και Διοσημεßα, αστρονομικü και μετεωρολογικü ποßημα που προκÜλεσε το θαυμασμü των συγχρüνων του. Αυτü τονε καθιÝρωσε και τον Ýκανε κι αναγνωρισμÝνο, χαρισματικü ποιητÞ.
"Εὐδοξüτερον ποιÞσεις τὸν Εὔδοξον ἐντεßνας τὰ παρ' αὐτῷ κεßμενα μÝτρῳ".
"Τß πιο εýδοξο να κÜμεις, απü το να μεταφÝρεις Ýμμετρα το Ýργο του Ευδüξου".
Ο ¢ρατος εμπνευσμÝνος απü επιστημονικÝς αναζητÞσεις ιδßως σε αστρονομικÝς μελÝτες βρÞκε πλοýσιο υλικü μυθοπλασßας στα ουρÜνια σþματα το οποßο κι επαýξησε με τη πολυμÜθεια και την εφευρετικüτητÜ του, επαινοýμενος ως πολυμαθÞς και Üριστος ποιητÞς. Την αναγνþριση της αξßας του μÝχρι των τελευταßων ρωμαúκþν χρüνων και την εξÝχουσα θÝση του ανÜμεσα στους ποιητÝς, καταδεικνýουν οι τρεις βιογραφßες και τα σχüλια που γßνανε στα ΦαινüμενÜ του κι οι επαινετικοß κι υμνητικοß χαρακτηρισμοß Üλλων ποιητþν, αλλÜ κι οι μεταφρÜσεις και των λοιπþν Ýργων του στη λατινικÞ. Το ποßημα Φαινüμενα και Διοσημεßα αποτελεßται απü 1154 δακτυλικοýς 6μετρους στßχους, üπου περιγρÜφονται ποιητικÜ οι αστερισμοß κι ουρÜνια φαινüμενα με κατεσπαρμÝνους στο Ýργο ýμνους, θρýλους και μýθους. Το ποιημα Ýχει 3 μÝρη: τη καταστερÝωση üπου εξυμνοýνται οι αστερισμοß, τους συνανατÝλλοντες και συνδýοντες και τις διοσημεßες, δηλαδÞ τις μετεωρολογικÝς προγνþσεις.. Ο ºππαρχος το χωρßζει σε 3 μÝρη πιο λεπτομερþς, ως εξÞς:
Στßχοι 1-450: Πραγματεýονται καταστερισμοýς τα περὶ αστÝρων & σχετικþν μýθων.
Στßχοι 451-732: Περὶ συνανατολῶν και συγκαταδýσεων των ἀστερισμῶν.
Στßχοι 733-1154: Περß καιρικþν ενδεßξεων κι επισημÜνσεων.
Οι νεþτεροι φιλüλογοι διαιροýνε το ποßημα σε 2 μÝρη, τα κυρßως Φαινüμενα (στßχοι 1 -732) και τα Διοσημεῖα (στßχοι 733 - 1154). Πιστεýεται ακüμη üτι το 2ο μÝρος δεν εßναι Ýργο του Εὐδüξου αλλÜ του ΘεοφρÜστου (Περὶ σημεßων, ὑδÜτων καὶ πνευμÜτων καὶ χειμþνων καὶ εὐδιῶν). Το Ýργο αυτü μεταφρÜστηκε και στα ΛατινικÜ κι υπÞρξε αγαπημÝνο ανÜγνωσμα, üχι μüνο των αλεξανδρινþν και ρωμαúκþν χρüνων, αλλÜ και των βυζαντινþν κι αναγεννησιακþν. Αξßζει ν' αναφÝρω μερικοýς απü κεßνους που το θαýμασαν: ΜÜξιμος ο Τýριος, Οβßδιος, ΚικÝρων, Λεωνßδας ο Ταραντßνος, ενþ το μελετÞσανε και το σχολιÜσανε μÜλιστα, οι: Γεμῖνος Ῥüδιος, Ἵππαρχος, Ἀχιλλεὺς ΤÜτιος, Διüδωρος ὁ Ἀλεξανδρεὺς, Κλαýδιος Πτολεμαßος, ΘÝων ο Ἀλεξανδρεýς. Ο Οβßδιος εξýμνησε το Ýργο και τον ποιητÞ, λÝγοντας πως ο ¢ρατος θα μεßνει αιþνιος üπως ο Þλιος κι η σελÞνη.
Εßναι πιθανü üτι ο Απüστολος Παýλος εßχε μελετÞσει τα Φαινüμενα κι απü την εισαγωγÞ του ¢ρατου εßχε δανειστεß τη φρÜση: Τοῦ γὰρ καὶ γÝνος εἰμÝν που χρησιμοποßησε στον ¢ρειο ΠÜγο στη προς Αθηναßους ομιλßα του (Ἐν αὐτῷ γὰρ ζῶμεν καὶ κινοýμεθα καὶ ἐσμÝν, ὡς καß τινες τῶν καθ' ὑμᾶς ποιητῶν εἰρÞκασιν· τοῦ γὰρ καὶ γÝνος ἐσμÝν -ΠρÜξεις 17:28). ΤÝλος, ο φημισμÝνος ποιητÞς της εποχÞς, Καλλßμαχος ο Κυρηναßος, του αφιÝρωσεν επßγραμμα, üπου τονε παρομοιÜζει με τον Ησßοδο:
"Ἡσιüδου τὸδ' ἄεισμα καὶ ὁ τρüπος· οὐ τὸν ἀοιδüν ἔσχατον, ἀλλ' ὀκνÝω μὴ τὸ μελιχρüτατον τῶν ἐπÝων ὁ Σολεὺς ἐπεμÜξατο. Χαßρετε, λεπταὶ ῥησιες, ἈρÞτου συμβüλον ἀγρυπνßης...".
ΜετÜ την αιφνßδια εισβολÞ του Πýρρου το 274 π.Χ. ο ποιητικüς και φιλοσοφικüς κýκλος της αυλÞς του Αντιγüνου διαλýθηκε κι ο ¢ρατος πÞγε στη Συρßα στην αυλÞ του βασιλιÜ Αντßοχου Α' του ΣωτÞρα. Εκεß εξÝδωσε τα διορθωτικÜ σχüλια στην Οδýσσεια του ΟμÞρου. ΜετÜ την αποκατÜστασÞ του στη Μακεδονßα, ο Αντßγονος κÜλεσε τον ¢ρατο κι αυτüς επÝστρεψε üπου κι αργüτερα πÝθανε (245 π.Χ.).
2 επιγρÜμματÜ του απü τον ΣτÝφανο του ΜελεÜγρου περιλαμβÜνονται στη ΠΑ (ΧΙ 437 και ΧΙΙ 129).
Στα συγγρÜμματÜ του εκτüς τα προαναφερθÝντα, Διüρθωση Οδýσσειας ΟμÞρου, Φαινüμενα και ΠÜνας, περιλαμβÜνονται και τα εξÞς:
* ¾μνοι και παßγνια.
* ΣυνθÝσεις φαρμÜκων.
* ΕπικÞδεια, επιστολÝς, επιγρÜμματα, ηθοποιßες.
* Περß ανατολÞς Þ ανατομÞς.
* Αστρολογßα.
* ΙατρικÝς δυνÜμεις.
* Περß ορνÝων.
* ΕπικÞδειος Κλεομβρüτου
==================
Ο Βακχυλßδης (Ιουλßδα ΚÝας 518-452 π.Χ.) Þταν αρχαßος ¸λληνας συγγραφÝας και λυρικüς ποιητÞς, για το Ýργο του ελÜχιστα Þτανε γνωστÜ þσπου το 1896 βρÝθηκε σε αιγυπτιακü τÜφο απü ιδιþτες Ýνας μεγÜλος πÜπυρος με εκατοντÜδες στßχους του και προσÝφερε üχι μüνο γνþσεις για τον ποιητÞ, αλλÜ και πÜνω απü 100 καινοýργιες λÝξεις της ελληνικÞς γλþσσας που μÝχρι τüτε δεν εßχαν μνημονευτεß σε λεξικÜ. ΠαρÜ τη ξεχωριστÞ του γραφÞ, ανÜλαφρη και καλοδουλεμÝνη, με ιδιαßτερο λεξιλογικü πλοýτο κι εικονοπλαστικÞ, εßχε τη τýχη και συνÜμα την ατυχßα να 'ναι ανιψιüς του Σιμωνßδη του Κεßου και σýγχρονος του ΠινδÜρου. Ο μεν θεßος του Üνοιξε το δρüμο στη τÝχνη και στις αυλÝς σημαντικþν χορηγþν, αλλÜ εßχε και πλατιÜ σκιÜ. Ο Πßνδαρος απü την Üλλη, Ýδινε ορμÞ και κýρος στη ποßηση της εποχÞς του, üμως μαζß με το Σιμωνßδη Ýστεκαν πÜντα σαν απειλητικÜ μÝτρα προς σýγκριση γι´αυτüν. Ακüμα και τþρα, αντß να κρßνεται γι' αυτü καθαυτü το δημιουργικü του Ýργο, τον πλοýτο και το διαφορετικü του ýφος, αδιÜκοπα συγκρßνεται με τους κορυφαßους και κατÜ κανüνα αδικεßται. Οι διαρκεßς συγκρßσεις εßχαν ως αποτÝλεσμα η δουλειÜ του ναι μεν να αναγνωρßζεται, αλλÜ ως 2η. ΥπÞρξε πÜντως ιδιαßτερα δημοφιλÞς κυρßως στους ελληνιστικοýς και μεταχριστιανικοýς χρüνους. Στον κανüνα των Αλεξανδρινþν αναφÝρεται μεταξý των 9 αξιομνημüνευτων ποιητþν: ΑλκμÜν, Βακχυλßδης, Σαπφþ, Αλκαßος, Στησßχορος, ºβυκος, ΑνακρÝων, Σιμωνßδης και Πßνδαρος. ΑναφÝρονται üμορφες φρÜσεις του επßσης στα γραπτÜ πολλþν, üπως στου Διονυσßου του ΑλικαρνασσÝως, του ΣτρÜβωνα, του Στωβαßου, του Πλοýταρχου, του ΑθÞναιου, του Ηφαιστßωνα, του ΚλÞμη της ΑλεξÜνδρειας -ο Αμμιανüς Μαρκελßνος αναφÝρει επßσης üτι "ο Βακχυλßδης Üρεσε ιδιαßτερα στον Ιουλιανü" (Σημ: τον ΠαραβÜτη).
ΑπüσπασμÜ Βακχυλßδη απü Ýναν απü τους Παπýρους της Οξυρρýγχου
¹ταν απü τη ΚÝα κι η μητÝρα του Þταν αδελφÞ του Σιμωνßδη. Ο πατÝρας του λεγüταν Μαßδων Þ Μεßδυλος κι ο παπποýς του, Βακχυλßδης κι εκεßνος, Þτανε γνωστüς αθλητÞς. ΥπÞρξεν εκπρüσωπος της χορικÞς ποßησης και θεωρεßτο αναγνωρισμÝνος Þδη απü το 476 π.Χ. αλλÜ μÜλλον και πιο νωρßς. ¸ζησε το 518-452 π.Χ..Πολý νÝος πÞγε στη Θεσσαλßα και συνÜντησε τον Πßνδαρο στην αυλÞ των Αλευαδþν. Απü τüτε Üρχισε Ýνας συναγωνισμüς ως κι ανταγωνισμüς μεταξý τους, που κρÜτησε 30 ολüκληρα χρüνια. Με το θεßο του, Σιμωνßδη, φÝρεται να 'μεινε αρκετü καιρü στην αυλÞ του ΙÝρωνα στη Σικελßα απ' üπου, Üγνωστο γιατß, Ýφυγε για τη Πελοπüννησο Þ ßσως κι αντιστρüφως -δεν εßναι διüλου βÝβαιο ποý Ýμεινε και για πüσο οýτε πüτε ακριβþς. Ο μüνος που αναφÝρεται σε αυτü εßναι ο Πλοýταρχος (Περι φυγÞς) λÝγοντας üτι πολλοß δημιοýργησαν το Ýργο τους εξüριστοι και μεταξý αυτþν μνημονεýει και τον Βακχυλßδη που αναγκÜστηκε να ζÞσει για πολý καιρü στη Πελοπüννησο. Ομως δεν Ýχουμε Üλλες πηγÝς για το θÝμα της εξορßας οýτε και για τους λüγους.
ΕπηρεÜστηκε απü το φßλαθλο πνεýμα της ιδιαιτÝρας του πατρßδας που μετροýσε πολλÝς νßκες στους αγþνες δρüμου και στην πÜλη, αλλÜ αναπüφευκτα και απü τη μεγÜλη σκιÜ του θεßου του. ¼ταν γεννÞθηκε, ο Σιμωνßδης Þταν Þδη προστατευüμενος του ºππαρχου. Τον συνÝστησε σε πλοýσιες οικογÝνειες της Θεσσαλßας και στον τýραννο της Σικελßας ΙÝρωνα. Γýρω στο 490 π.Χ. φÝρεται να Ýχει αρχßσει να γρÜφει, αφοý συνÝθεσε ωδÞ για τη ΔÞλο αλλÜ κι εγκþμιο για Ýνα συμπüσιο στη Μακεδονßα προς τιμÞ του νεαροý τüτε πρßγκιπα ΑλÝξανδρου Α. Σýντομα Üρχισε και ο ανταγωνισμüς με τον Πßνδαρο, με αποκορýφωμα το 476 π.Χ. üταν και οι δýο συνÝθεσαν Επινßκια για την πρþτη νßκη του ΙÝρωνα στους αγþνες της Ολυμπßας. Δεν εßναι απßθανο να Ýγραψε την ωδÞ του με καθαρÜ δικÞ του πρωτοβουλßα, ενþ του Πßνδαρου Þταν παραγγελßα. ΠÜντως ο Þδη αναγνωρισμÝνος Πßνδαρος στον επßνικο εκεßνο εßχε περιλÜβει και νýξεις παραινετικÝς για μεγαλýτερη ανοχÞ εκ μÝρους του τυρÜννου. Το 470 ο ΙÝρωνας ζÞτησε απü τον Βακχυλßδη να συντÜξει Επßνικο για τη νßκη του στα Πýθια, για την οποßα συνÝταξε αντßστοιχο και ο Πßνδαρος -αυτÞ τη φορÜ με ακüμα πιο Ýντονες συστÜσεις για επßδειξη σýνεσης προς τον ΙÝρωνα. Το 468 ο ΙÝρωνας νßκησε στους αγþνες της Ολυμπßας αλλÜ αυτÞ τη φορÜ δεν ζÞτησε απü τον Πßνδαρο να γρÜψει τον επßνικο -απεναντßας το ζÞτησε απü τον Βακχυλιδη. Πιθανüν το αντικßνητρο του ΙÝρωνα να μην Þταν αποκλειστικÜ η Üσκηση κριτικÞς απü τον βαθυστüχαστο Πßνδαρο, αλλÜ απλþς η προτßμησÞ του στην πιο γλαφυρÞ, κατανοητÞ, προσιτÞ και απλÞ γλþσσα που χρησιμοποιοýσε ο Βακχυλßδης.
"Η σχÝση του Βακχυλßδη με την Αρχαßα ΕλληνικÞ ΤÝχνη, δεν εßναι κÜτι
που μπορεß κανεßς να μην αναγνωρßσει"! Richard Claverhouse Jebb
Αλεξανδρινοß λüγιοι πÜντως θεωροýν üτι ο ανταγωνισμüς των δýο δημιουργþν Þταν τüσο Ýντονος, þστε μερικÝς στροφÝς του Πßνδαρου αποτελοýσαν ουσιαστικÜ επιθÝσεις εναντßον του Βακχυλßδη και του Σιμωνßδη. Οι νýξεις στις οποιες αναφÝρονταν Þταν η φρÜση του Πßνδαρου "μεμαθημÝνη τÝχνη" -üτι εννοοýσε την χωρßς Ýμπνευση τÝχνη του Βακχυλßδη. Θεωροýσαν üτι ο Βακχυλßδης του απÜντησε μÝσα απü το επüμενο Ýργο του "Ýτερος εξ ετÝρου σοφüς το τε πÜλαι, το τε νυν, ουδÝ γαρ ρÜστον αρρÞτων επÝων πýλας εξευρεßν". Ο Πßνδαρος Ýδωσε συνÝχεια στην επüμενη ωδÞ του με τη φρÜση "λÜβρους κüρακας" που δεν μποροýν να σταθοýν στο ýψος του αετοý -θεωρÞθηκε üτι αναφερüταν σε θεßο και ανιψιü. Ο Βακχυλßδης ανταπÜντησε γρÜφοντας üτι πετÜει σαν αετüς και "πτÞσσουσι φüβω üρνιχες λιγýφθογγοι" -για τον Πßνδαρο. Οι φρÜσεις απü μüνες τους δεν παραπÝμπουν σε ανταλλαγÞ ýβρεων μÝσω παιÜνων και διθυρÜμβων και σε οιωνεß καλλιτεχνικü ανταγωνισμü, αλλÜ Ýτσι τις εßδαν Αλεξανδρινοß αναλυτÝς που ßσως εßχαν στη διÜθεσÞ τους και Üλλες πηγÝς πληροφüρησης τις οποßες εμεßς δεν εßχαμε ποτÝ.
Εßναι γνωστü üτι Þταν αρεστüς ως ανÜγνωσμα στην ελληνιστικÞ εποχÞ αλλÜ και κατÜ τους πρþτους μεταχριστιανικοýς αιþνες -Üρεσε και στον Ιουλιανü. Εντοýτοις απ' üλ' αυτÜ τα Ýργα του που φÝρονται να κυκλοφοροýσαν ευρÝως, στις μÝρες μας Ýφτασαν μüλις 107 στßχοι του, οι περισσüτεροι χÜρη σε 9 αποσπÜσματα που διÝσωσε ο Στωβαßος. Το 1897 βρÝθηκε αναπÜντεχα σε μια μοýμια της Αιγýπτου μεγÜλο κομμÜτι παπýρου απü το οποßο συνετÝθησαν κυρßως απü Βρετανοýς Üλλες 1.382 αρÜδες του ποιητÞ. ΠροÝκυψαν σχεδüν 6 ολοκληρωμÝνα Ýργα και πολλÜ αποσπασματικÜ. Ο ο πÜπυρος αυτüς εßχε αρχικÜ πλÜτος γýρω στα 25 cm και συνολικü μÞκος γýρω στα 18 m κι εßχε γραφεß την εποχÞ των Πτολεμαßων, ßσως το 50 π.Χ. Απü παλιüτερα ευρÞματα κι απü τον πÜπυρο των Βρετανþν διασþζονται τα εξÞς Ýργα του:
Τα Επινßκια Þ Επßνικοι με σχεδüν πλÞρη μορφÞ προς τον ΙÝρωνα (Ἐπßνικος III Þ 3ος, "ἹÝρωνι Συρακοσßῳ ἵπποις [Ὀλý]μπια" 3.1 Ýως 3.98), ο επßσης προς τον ΙÝρωνα (Επßνικος V Þ 5ος "Τῷ αὐτῷ κÝλητι Ὀλýμπια" 5.1 Ýως 5.20), και ο Επßνικος προς τον Αλεξßδαμο (Ἐπßνικος XI Þ 11ος, "ἈλεξιδÜμῳ Μεταποντßνῳ παιδὶ παλαιστῇ Πýθια" 11.1 Ýως 11.126). Επßσης σþζονται οι Διθýραμβοι υπ' αριθμü 2 Þ ΙΙ προς ΗρακλÞ ("Ἡρακλῆς ἢ ΔηúÜνειρα εἰς Δελφοýς", 2.1 Ýως 2.35), ο Διθýραμβος υπ' αριθμüν 3 Þ ΙΙΙ, "Ἠßθεοι ἢ Θησεὺς ‹ΚηÀοις εἰς Δῆλον›" (3.1 Ýως 3.132) και προς τον ΘησÝα, ο Διθýραμβος υπ' αριθμüν 4 Þ IV "Θησεὺς ‹Ἀθηναßοις›" (4.1-4.60) και τÝλος ο ΠαιÜνας ειρÞνης Þ προς τον Απüλλωνα.
Ο Βακχυλßδης απευθýνεται στον ΙÝρωνα ως στρατηγü (Συρακοσßων ΙπποδινÞτων στραταγÝ, Επßνικος 5, 1-2), ενþ σε Üλλο σημεßο υπαινßσσεται τη νßκη στην ΙμÝρα (Επßνικος 5, 34-5): για τιμÞ της μαυρüμαλλης Νßκης και του χαλκüστερνου ¢ρη, του ΔεινομÝνη αγÝρωχα τÝκνα κυανοπλοκÜμου θ' εκÜτι Νßκας χαλκοστÝρνου τ’ ¢ρηος).
Τüσο ο Πßνδαρος üσο και ο Βακχυλßδης τραγουδοýν το γεγονüς üτι οι τýραννοι εßναι κατεξοχÞν ευνοημÝνοι απü τους θεοýς και την τýχη. Τοýτο εßναι Ýνα προνüμιο που δεν υποβαθμßζει τη δικÞ τους ικανüτητα. ΑντιθÝτως, γßνεται αντικεßμενο εμφανοýς επαßνου:
Ολ. 1, 106-8: ΙÝρωνα στις Ýγνοιες σου θεüς σου παραστÝκει (θεüς ἐπßτροπος ἐþν τεαῖσι μÞδεται…ῚÝρων, μερßμναισι)
Πυθ. 1, 48-9: σαν αυτüς κι οι δικοß του κÝρδισαν δüξα, με θεοý βοÞθεια που ¸λληνας Üλλος ποτÝ του δεν αξιþθη (ὰνßχ’ εὺρßσκοντο θεῶν παλÜμαις τιμÜν, οἵαν οýτις ῈλλÜνων δρÝπει)
Π 3, 84: σε σÝνα κλÞρος σου η ευτυχßα εδüθη (τßν δÝ μοῖρ’ εὐδαιμονßας ἕπεται)
Επßν. 3, 10: τρισευδαßμων ανÞρ
Επßν. 4, 1-3: Τη Συρακοýσα αγαπÜει πολý ο χρυσομÜλλης Απüλλων και τον δßκαιο Üρχοντα τιμÜ, τον ΙÝρωνα (ἔτι Συρακοσßαν φιλειπüλιν ὸ χρυσοκüμας Ἀπüλλων, ἀστýθεμßν θ’ ῚÝρωνα γεραßρει)
Επßν. 4, 19-20: Το πιο καλü εßναι να σ’ αγαποýν οι θεοß και σ’ üλες τις δüξες μερßδιο νÜχεις (τß φÝρτερον ἤ θεοῖσιν φßλον ἐüντα παντοδαπῶν λαγχÜνειν ἀπü μοῖραν ἐσθλῶν;)
Επßν. 5, 50-3: ευτυχισμÝνος αυτüς που ο θεüς του Ýδωσε στην ευτυχßα μερÜδι και τη ζωÞ του περνÜει την πλοýσια με επßζηλη τýχη (ὄλβιος ὧιτινι θεüς μοῖραν τε καλῶν ἒπορεν σýν τ’ἐπιζÞλωι τýχαι ἀφνεüν βιοτÜν διÜγειν).
Η μορφÞ του Κροßσου συνδÝεται επßσης με τον ΙÝρωνα σε μια ωδÞ του Βακχυλßδη προς τιμÞν του τυρÜννου για τη νßκη του σε αρματοδρομßα στα Ολýμπια του 468 (Επßνικος 3). Η επιλογÞ του Κροßσου στη θÝση του μυθικοý παραδεßγματος εξηγεßται εýκολα: τüσο ο Κροßσος üσο και ο ΙÝρων Þταν ισχυροß ηγεμüνες περιοχþν που Ýτρεφαν Üλογα (ΩδÞ 3, 23-4: δαμασßππου Λυδßας αρχαγÝταν, ΩδÞ 5, 1- 2: Συρακοσßων ιπποδινÞτων στραταγÝ) και κυρßως εßχαν αποκτÞσει τερÜστιο για τα ελληνικÜ δεδομÝνα πλοýτο και Ýκαναν χρυσÜ αφιερþματα στον Δελφικü Απüλλωνα. Αυτü το χαρακτηριστικü, δηλαδÞ η σοφÞ και ευσεβÞς χρÞση του πλοýτου (Ýνα Üλλωστε αγαπητü θÝμα) τονßζεται ιδιαßτερα απü τον ποιητÞ.
Ο Βακχυλßδης επεξεργÜζεται επßσης μια παραλλαγÞ του παραδοσιακοý μýθου, στην οποßαν υπογραμμßζεται η ανδρεßα του βασιλιÜ. Μ’ αυτüν τον τρüπο το σθÝνος, η αßσθηση της δýναμης και η συνεßδηση του Κροßσου μεταβιβÜζονται (Þ συνιστþνται;) στον ΙÝρωνα, που καθßσταται ισüτιμος του Κροßσου και στο ηθικü πεδßο. Το κεντρικü σημεßο πÜντως εßναι η προστασßα του Απüλλωνα προς τον νικημÝνο βασιλιÜ. Κατ’
ανÜλογο τρüπο θα προστατευθεß ο ΙÝρων, που εßχε μüλις βιþσει μια προσωπικÞ Þττα, την ασθÝνεια (αν και σε εποχÞ νßκης). Η υπενθýμιση του Βακχυλßδη σχετικÜ με την ανθρþπινη αδυναμßα συνοδεýεται απü αισιüδοξη απÜντηση (σε αντßθεση με τον Πυθιüνικο 3 του Πßνδαρου).
Επßν. 3, 96-98: Και με τη δüξα των Ýργων σου θα υμνοýν και τη χÜρη του αηδονιοý του γλυκüλαλου, που γÝννησε η ΚÝα (σýν δ’ ἀλαθεßαι καλῶν καß μελιγλþσσου τις ὺμνÞσει χÜριν Κηßας ἀηδüνος.
Ασφαλþς παραγγελßες ποιημÜτων δεν κÜνουν μüνον οι τýραννοι. ¼λα τα επινßκια Üσματα (κι üχι μüνον) εßναι παραγγελßες των ßδιων των αθλητþν, των συγγενþν τους Þ και των πüλεων. Επßσης εßναι αρκετÜ σýνηθες (αν και üχι απαραßτητο) να φιλοξενεßται ο ποιητÞς απü τον παραγγÝλλοντα προκειμÝνου να Ýχει τη δυνατüτητα να προετοιμÜσει ο ßδιος την παρÜσταση, να εξασκÞσει τον Χορü και ενδεχομÝνως να τον συνοδεýσει με τη λýρα του (πρÜγμα που παραδßδεται για τον Πßνδαρο).
Φαßνεται πως εκεßνος που εισÜγει το εßδος του επινßκιου χορικοý Üσματος εßναι ο Σιμωνßδης ο Κεßος, ωστüσο δεν Ýχουν σωθεß παρÜ μüνον ελÜχιστα αποσπÜσματα απü τις επινßκιες ωδÝς του και τßποτε γραμμÝνο για τυρÜννους, παρüτι ο ßδιος φιλοξενÞθηκε συχνÜ σε βασιλικÝς αυλÝς τüσο στην κυρßως ΕλλÜδα üσο και στη Σικελßα (Ýζησε στην αυλÞ του ΙÝρωνα των Συρακουσþν, üπου οδÞγησε και τον ανιψιü του Βακχυλßδη, αλλÜ και του ΘÞρωνα στον ΑκρÜγαντα, üπου και πÝθανε).
Εν απü τα αντιπροσωπευτικüτερα Ýργα του εßναι αυτüς ακριβþς ο παιÜνας για την ειρÞνη, που δεßχνει και το χαρακτηριστικü του ýφος. Καθþς δεν του Üρεσε το δαιδαλþδες, το φαινομενικÜ Þ κι üντως πιο βαθυστüχαστο, Ýδινε βÜρος στην εικüνα και στην αßσθηση και οδηγοýσε τον ακροατÞ Þ αναγνþστη στο σχηματισμü μιας ζωντανÞς παρÜστασης με χρþματα, εικüνες και διαλεχτÜ επßθετα.
Τßκτει δÝ τε θνατοῖσιν εἰρÞνα μεγαλÜνορα
πλοῦτον καὶ μελιγλþσσων ἀοιδᾶν ἄνθεα.
ΔαιδαλÝων τ᾽ ἐπὶ βωμῶν θεοῖσιν αἴθεσθαι
βοῶν ξανθᾷ φλογὶ μηρß᾽ εὐμÜλλων τε μÞλων
γυμνασßων τε νÝοις αὐλῶν τε καὶ κþμων μÝλειν.
ἐν δὲ σιδαροδÝτοις πüρπαξιν αἰθᾶν ἀραχνᾶν ἱστοὶ πÝλονται,
ἔγχεα τε λογχωτὰ ξßφεα τ᾽ ἀμφÜκεα δÜμναται εὐρþς.
χαλκεᾶν δ᾽ οὐκ ἔστι σαλπßγγων κτýπος,
οὐδὲ συλᾶται μελßφρων ὕπνος ἀπὸ βλεφÜρων ἀῷος ὃς θÜλπει κÝαρ.
συμποσßων δ᾽ ἐρατῶν βρßθοντ᾽ ἀγυιαß, παιδικοß θ᾽ ὕμνοι φλÝγονται.
Η ΕιρÞνη γεννÜ πλοýτος και δýναμη
και τ' Üνθη δÝνουν Üδωντας γλυκÜ.
Καιν' οι φωτιÝς στους καλλοσκÜλιστους βωμοýς,
η ßσια τσßκνα απ' τα σφÜγια, στον ουρανü ανεβαßνει
κι οι νÝοι σκÝφτονται το πÜλαιμα, το γλÝντι, τον αυλü.
Στη σιδερÝνια λαβÞ της ασπßδας, ιστοπλÝκουν αρÜχνες
και σπαθιÜ, λüγχες και δüρατα λυþνουνε στη σκουριÜ.
Και δεν ηχοýν σÜλπιγγες που κλÝβουνε τον ýπνο χαρÜματα
απ' τα βλÝφαρα, που ευφραßνει τη καρδιÜ και γλυκαßνει το μυαλü.
Γιομßζουν οι στρÜτες με γιορτÝς ερωτικÝς και τυλßγονται üλοι
στις... φλüγες των φωνþν απü τα παιδικÜ τραγοýδια.
==================================
ΓΙΑ ΤΟΝ ΙΕΡΩΝΑ ΤΟ ΣΥΡΑΚΟΥΣΙΟ,
ΝΙΚΗΤΗ ΣΕ ΑΡΜΑΤΟΔΡΟΜΙΑ, ΣΤΗΝ ΟΛΥΜΠΙΑ
Τη ΔÞμητρα, της καρπερÞς της Σικελßας αφÝντρα,
κι αυτÞ που γιοýλια στα μαλλιÜ φορεß, την Περσεφüνη,
τραγοýδα, Κλειþ γλυκüδωρη,
και τις γοργÝς του ΙÝρωνα —γοργÝς κι ολυμπιοδρüμες—
φορÜδες, που, με συνοδοýς την ανυψþτρα Νßκη
και τη λαμπρÞ ΑγλαÀα, κοντÜ στ᾽ Αλφειοý το πλοýσιο ρÝμα
το κλωθογýριστο Ýτρεξαν· εκεß του ΔεινομÝνη
Ýκαμαν τον αρχοντογιü να πÜρει το στεφÜνι.
Κι Ýκραξε ο λαüς: ΜακÜριος
τοýτος ο Üντρας· απ᾽ το Δßα
του ᾽λαχε εξουσßα τρανÞ
πÜνω σε ¸λληνες, και ξÝρει
βιος που υψþθηκε σαν πýργος
να μην κρýβει σε μαυρüπεπλο σκοτÜδι.
Ναοß γεμÜτοι, στις γιορτÝς και τις θυσßες· γεμÜτες
ξÝνους παντοý οι φιλüξενες οι δημοσιÝς· αστρÜφτει
λαμποκοπÜ το μÜλαμα
των τριποδιþν, που στÞθηκαν, ψηλÜ και πλουμισμÝνα,
μπρος στο ναü, στην περιοχÞ του τρισμεγÜλου τοý Üλσους,
ιεροý του Φοßβου· αυτü οι Δελφοß το κυβερνοýνε, δßπλα
στης Κασταλßας τα ρÝματα. Το θεü, το θεü οι ανθρþποι
να σÝβονται και να τιμοýν· αυτü εßναι ο πρþτος πλοýτος.
¼ταν κÜποτε της Μοßρας
τη βουλÞ εκτελοýσε ο Δßας
και στου περσικοý στρατοý
Ýπεσαν τα χÝρια οι ΣÜρδεις,
το ρηγÜρχη αυτÞς της χþρας,
της Λυδßας, που ξακουσμÝνα δÜμαζε Üτια,
προστÜτεψε ο χρυσüτοξος Απüλλωνας. Ο ρÞγας
αυτüς, ο Κροßσος, üταν πια στη μαýρη εκεßνη μÝρα
την αναπÜντεχη Ýφτασε,
δε στÜθηκε να σκλαβωθεß· πολλÜ σωριÜζει ξýλα
στη χαλκοτεßχιστÞ του αυλÞ και πÜνω εκεß ανεβαßνει
με την πιστÞ γυναßκα του και τις ωριομαλλοýσες
τις κüρες του, που ασßγαστα θρηνοýσανε· σηκþνει
πÜνω, προς τον ψηλü ουρανü, τα χÝρια και φωνÜζει:
Τρανοδýναμη θεüτη,
τß Ýγινε η ευγνωμοσýνη
των θεþν, και ποý εßν᾽ ο γιος
της Λητþς, ο αφÝντης Φοßβος;
ΠÜει τ᾽ ΑλυÜττη το παλÜτι,
και το αρßφνητü του βιος σε οχτρþνε χÝρια·
οι ΣÜρδεις στÜχτη θα εßναι πια σε λßγο· κοκκινßζει
απ᾽ το αßμα ο χρυσορÝματος ο Πακτωλüς και πÜει,
και μÝσ᾽ απ᾽ τα καλüχτιστα
τα σπßτια αρπÜζουν ντροπερÜ και σÝρνουν τις γυναßκες.
Το πιο γλυκü εßν᾽ ο θÜνατος· εκεßνο που Þταν πρþτα
φριχτü, τþρα εßναι ποθητü. Τüσα εßπε, και προστÜζει
Ýναν απü τους τρυφηλοýς Λυδοýς φωτιÜ να βÜλει
στων ξýλων το σωρü. ΓοερÜ φωνÜξανε οι κοπÝλες·
προς τη μÜνα τους τα χÝρια
τ᾽ Üπλωναν· φριχτü, να βλÝπεις
τη θανÞ σου φανερÜ.
Μα ενþ μÜνιαζαν οι φλüγες,
μαýρο σýννεφο απü πÜνω
στÞνει ο Δßας και την ξανθÞ τη φλüγα σβÞνει.
Δεν εßν᾽ απßστευτο, των θεþν η πρüνοια ü,τι φÝρνει·
ο Απüλλωνας, το γÝννημα της ΔÞλου, πÞρε τüτε
το γÝρο και τις κüρες του
τις σφιχταστρÜγαλες μακριÜ στους Υπερβüρειους Τüπους.
Γιατß Þταν θεοφοβοýμενος· απ᾽ üλους τους ανθρþπους
τα πιο μεγÜλα στην ιερÞ Πυθþ εßχε στεßλει δþρα.
Αλλ᾽ απ᾽ αυτοýς που κατοικοýν μες στην ΕλλÜδα οýτ᾽ Ýνας,
ΙÝρωνα πολυδüξαστε, να πει δε θα τολμÞσει
üτι πιüτερο απü σÝνα
στους Δελφοýς χρυσü εßχε στεßλει.
Ταιριαστü ειναι να παινÜς,
απü φθüνο αγνüς αν εßσαι,
Üντρα που οι θεοß αγαποýνε,
Üντρα στα Üτια και στον πüλεμο τρισÜξιο,
που το βασιλορÜβδι του το ᾽χει απ᾽ το θÝσμιο Δßα
και στις μενεξεδüμαλλες Μοýσες δεν εßναι ξÝνος.
ΠροσωρινÞ και σýντομη
του δüλιου ανθρþπου εßν᾽ η ζωÞ· σαλεýουνε οι ελπßδες
του εφÞμερου θνητοý. Ο θεüς ο Απüλλωνας μια μÝρα
στο γιο του ΦÝρη μßλησε κι αυτÜ τα λüγια τοý εßπε:
Θνητüς αφοý εßσαι, πρÝπει δυο στο νου σου να Ýχεις γνþμες·
üτι αýριο για στερνÞ φορÜ το φως θα βλÝπεις του Þλιου
κι üτι εßναι γραφτü να ζÞσεις
για πενÞντα ακüμα χρüνια
μια βαθýπλουτη ζωÞ.
¸ργα θεÜρεστα να κÜνεις
και να ευφραßνεις την ψυχÞ σου·
Üλλη ωφÝλεια πιο μεγÜλη δεν υπÜρχει.
Οι φρüνιμοι θα νιþσουνε τα λüγια μου· Üχραντα εßναι
τα ουρÜνια βÜθη· το νερü του πÝλαου δε σαπßζει·
και το χρυσÜφι· τß εýφρανση!
Στον Üνθρωπο üμως βολετü δεν εßναι να ξεφýγει
τα γερατειÜ, και τον ανθü να ξαναβρεß της νιüτης·
και μοναχÜ της αρετÞς ποτÝ δε σβÞνει η λÜμψη
μαζß με το θνητü κορμß· τροφÞ τÞς δßνει η Μοýσα.
Του πλοýτου εσý τα πιο λαμπρÜ στον κüσμο Ýδειξες Üνθη,
ΙÝρωνα. Η σιωπÞ δεν πÜει
για Ýναν που καλÜ Ýχει πρÜξει.
Και, μαζß με τη λαμπρÞ
στÝρεη δüξα σου, θα λÝνε
και για τ᾽ αηδονιοý τη χÜρη
του μελßγλωσσου, που η Τζια το ᾽χει γεννÞσει.
ΕΠΙΝΙΚΟΣ V
ΠΑΛΙ ΓΙΑ ΤΟΝ ΙΕΡΩΝΑ,
ΝΙΚΗΤΗ ΣΕ ΙΠΠΟΔΡΟΜΙΕΣ, ΣΤΗΝ ΟΛΥΜΠΙΑ
Καλüτυχε [στρ. α]
των αλογοστροβßλιστων Συρακουσßων στρατÜρχη,
üσο κανεßς στον κüσμο τþρα,
σωστÜ θα νιþθεις Ýνα δþρο
γλυκιÜς χαρÜς, δþρο Μουσþν
μενεξεδοστεφÜνωτων· λýσε απαλÜ απ᾽ τις Ýγνοιες
τη σκÝψη σου, που ορθü φυλÜει το δßκιο,
και γýρνα κατÜ δω το νου·
φßλος σου ξÝνος, δουλευτÞς
της Ουρανßας της χρυσομαν-
τιλοýσας -κι οι βαθýζωνες
οι ΧÜριτες τον βοÞθησαν- ýμνο ýφανε· τον στÝλνει
απ᾽ το νησß του το ιερü στην ξακουστÞ σας πüλη,
και με λαλιÜ, απ᾽ τα στÞθια του χυμÝνη, λαχταρÜ
τον ΙÝρωνα να υμνÞσει.
ΚατÜβαθα [αντ. α]
στον ουρανü, με καστανÝς γοργÝς ο αητüς φτεροýγες
χιμÜ, του Δßα μαντατοφüρος, του Δßα με την πλατιÜ εξουσßα,
του αφÝντη της βροντÞς· χιμÜ
μ᾽ εμπιστοσýνη στην τρανÞ του δýναμη· τα λÜλα
τüτε πουλιÜ ζαρþνουν απ᾽ το φüβο·
δεν του εßναι μπüδιο της πλατιÜς
στεριÜς ψηλÝς βουνοκορφÝς
κι οýτε της αγαλÞνευτης
θÜλασσας τ᾽ Üγρια κýματα·
μÝσα στο ακαταμÝτρητο ο αητüς το χÜος ορμÜει,
του κεφαλιοý και του λαιμοý τα ποýπουλα ανεμßζουν
με του ΖÝφυρου τις πνοÝς, κι üπου φανεß, απ᾽ τη γη
τον ξεχωρßζουν üλοι.
Και μπροστÜ σ᾽ εμÝνα τþρα δþθε κεßθε, [επωδ. α]
μýριοι δρüμοι εßν᾽ ανοιχτοß, του ΔεινομÝνη
γιοι αφεντÜνθρωποι, να υμνþ
την αντρεßα σας, που εßναι σκÝπη της η Νßκη
η σκοτεινοπλεξουδÜτη,
μα και ο ¢ρης ο χαλκüστερνος· κι ο θεüς
πÜντ᾽ ακοýραστα ας χαρßζει τ᾽ αγαθÜ του.
Το ΦερÝνικο, ξανθü και θυελλοδρüμο,
να νικÜ η ΑυγÞ τον εßδε η χρυσοχÝρα
στον πλατý κοντÜ Αλφειü, και στην Πυθþ,
γη αγιασμÝνη.
Τ᾽ ορκßζομαι [στρ. β]
και με τα χÝρια μου τη γη χτυπþντας το φωνÜζω:
ποτÝ σε ιπποδρομßα, την þρα
που το Üτι αυτü στο τÝρμα ορμοýσε,
δεν του ᾽ρθε σκüνη απ᾽ Üλογα
που να το ξεπερνοýσανε· με του ΒοριÜ τη φüρα
και κρατþντας γερÜ τον καβαλÜρη
χιμÜ, και στο φιλüξενο
τον ΙÝρωνα ζητωκραυγÝς
φÝρνει καινοýριας νßκης. Ω,
μακÜριος κεßνος ο θνητüς
που Ýνας θεüς πολλÝς τιμÝς, να τις ζηλεýουν üλοι,
του δßνει, και μαζß πολλÜ για τη ζωÞ του πλοýτη.
Σε üλα καλüτυχος, κανεßς στον κüσμο· του ΗρακλÞ
ο απüλογος το δεßχνει.
Ο ανßκητος [αντ. β]
του Δßα του αστραπορßχτη γιος, ο καστροπολεμßτης,
στης Περσεφüνης, λÝνε, πÞγε
της λιγναστρÜγαλης το σπßτι
κÜποτε για τον ΚÝρβερο·
να φÝρει της αζýγωτης ΟχιÜς το σκυλοδüντη
αυτüν βλαστü στο φως απü τον ¢δη·
εκεß, κοντÜ στου Κωκυτοý
το ρÝμα, τüτε αντßκρισε
ψυχÝς ταλαßπωρων θνητþν,
üμοιες με φýλλα που Üνεμος
τα τρεμοσεßνει εκεß ψηλÜ στις ξÜστερες της ºδης
προβατοβüσκητες κορφÝς· ανÜμεσα στις Üλλες
του ανδρüκαρδου ΜελÝαγρου ξεχþριζε η ψυχÞ,
γεροý κονταροσεßστη.
Ο ΗρακλÞς, ο θαυμαστüς γιος της ΑλκμÞνης, [επωδ. β]
σαν τον εßδε αστραφτερüν μες στ᾽ ÜρματÜ του,
τη στριγγüλαλη χορδÞ
στο δοξÜρι, εκεß στ᾽ αγκρßφι του, στεριþνει,
ξεβουλþνει τη φαρÝτρα
και σαÀτα χαλκομýτικη απ᾽ αυτÞ
βγÜζει αμÝσως· του ΜελÝαγρου üμως ο ßσκιος
πÞγε, στÜθηκε κατÜντικρυ και του εßπε,
γιατß γνþρισε ποιüς Þταν: Γιε του Δßα,
η ψυχÞ σου ας γαληνÝψει, κι απ᾽ αυτοý
μη σαλÝψεις.
Το χÝρι σου [στρ. γ]
στα κοýφια, σε νεκρþν ψυχÝς, βÝλος τραχý ας μη ρßχνει·
φüβος κανεßς. ¸τσι εßπε ο ßσκιος.
Και τüτε ο ΑμφιτρυωνιÜδης,
με θÜμπωμα στο νου, ρωτÜ:
Σαν ποιüς απ᾽ τους αθÜνατους Þ απ᾽ τους θνητοýς εσÝνα,
τÝτοιο βλαστÜρι, σ᾽ Ýθρεψε; ποιÜ χþρα;
και ποιüς σε σκüτωσε; για πες·
και στη δικÞ μου σßγουρα
την κεφαλÞ η καλλßζωνη
¹ρα θα στεßλει το φονιÜ·
αλλÜ για τοýτα γνοιÜζεται, θαρρþ, η ξανθÞ ΠαλλÜδα.
Και δÜκρυσε ο ΜελÝαγρος κι Ýτσι εßπε: Δýσκολο εßναι
σ᾽ Ýναν επßγειον Üνθρωπο του αθÜνατου θεοý
τη γνþμη να λυγßσει·
της ¢ρτεμης, [αντ. γ.]
θεÜς ανθοστεφÜνωτης, χιονüκορφης, σεβÜσμιας,
αλλιþς, η οργÞ θα σταματοýσε
με τüσες δÝησες και θυσßες
γιδιþν και κüκκινων βοδιþν,
που ο αλογÜρης πρüσφερνε πατÝρας μου, ο ΟινÝας·
μα αλýγιστο Þταν της θεÜς το πεßσμα·
κÜπρο με δýναμη φριχτÞ,
κÜπρο στη μÜχη αδßσταχτο
ξαπüστειλε η παρθÝνα θεÜ
στης Καλυδþνας τους πλατιοýς
τους κÜμπους· με μια δýναμη, που ξεχειλοýσε, ορμþντας
τ᾽ αγρßμι ρÞμαζε αμπελιþν αρÜδες με το δüντι,
ξολüθρευε και πρüβατα κι ανθρþπους, αν κανεßς
του λÜχαινε στο δρüμο.
Με τον κÜπρο πολεμÞσαμε τα πρþτα [επωδ. γ]
της ΕλλÜδας παλικÜρια για Ýξι μÝρες
μ᾽ Üγριο πεßσμα· κι üταν πια
οι Αιτωλοß, με θεßα βοÞθεια, εßδαν τη νßκη,
θÜβαμε üσους του Üγριου ζþου,
του βροντüφωνου, ξολüθρεψε η ορμÞ,
τον Αγκαßο και τον ΑγÝλαο· τοýτος Þταν
πιο ακριβüς για μÝνα απ᾽ üλα μου τ᾽ αδÝρφια,
τ᾽ Üξια αδÝρφια μου, που η μÜνα μου η Αλθαßα
εßχε κÜμει μες στου ΟινÝα το ξακουστü
το παλÜτι.
Μα αφÜνισε [στρ. δ]
κι Üλλους, και περισσüτερους, μια μοßρα ολÝθρου· ακüμα
η οργÞ δεν εßχε μαλακþσει
της κυνηγÞτρας θυγατÝρας
ως τüτε της Λητþς, κι εμεßς
μÜχη üλο πεßσμα στÞσαμε με τους αντρεßους ΚουρÞτες
για το τομÜρι το Ýξοχο του κÜπρου·
στη μÜχη σκüτωσα πολλοýς·
κοντÜ στους Üλλους, δυο αδερφοýς
της μÜνας μου, τον ºφικλο
και τον ΑφÜρητα· ο σκληρüς
¢ρης, σαν εßναι πüλεμος, δεν ξεχωρßζει φßλους·
τα βÝλη απü τα χÝρια μας τυφλÜ πετοýν και πÝφτουν
απÜνω στους αντßπαλους, κι ο θÜνατος θα βρει
üποιον ο θεüς θελÞσει.
Του ΘÝστιου [αντ. δ]
η κüρη ωστüσο, η μÜνα μου, δεν τα λογÜριασε Ýτσι·
βαθιÜ στη σκοτεινÞ ψυχÞ της
η κακορßζικη γυναßκα
ýφανε δßχως δισταγμü
τον üλεθρü μου· Ýνα δαυλü, που κÜποτε εßπε η Μοßρα
πως üσο αυτüς, τüσο κι εγþ θα ζοýσα,
τον παßρνει απü την πλουμιστÞ
κασÝλα της και στη φωτιÜ
τον ρßχνει. Εγþ ξαρμÜτωνα
την þρ᾽ αυτÞ τον Κλýμενο,
λεβÝντη γιο του Δηßπυλου, νεαρü χωρßς ψεγÜδι·
στα τεßχη εμπρüς τον εßχα βρει· γιατß προς την Πλευρþνα,
την πüλη την καλüχτιστη, την πüλη την παλιÜ,
κυνηγημÝνοι φεýγαν.
Τüτες Ýνιωσα η γλυκιÜ η ζωÞ να σβÞνει [επωδ. δ]
και να φεýγει, αλßμονü μου, η δýναμÞ μου,
και με τη στερνÞ πνοÞ
δÜκρυα μου ᾽ρθανε του δýστυχου στα μÜτια
που Ýχανα τα εξαßσια νιÜτα.
Για την τýχη του βαριüμοιρου αγοριοý
ο ΗρακλÞς, αυτüς ο ατρüμητος στη μÜχη,
στην ψυχÞ του Ýνιωσε πüνο και για πρþτη
και στερνÞ φορÜ του δÜκρυσαν τα μÜτια,
üπως Ýχουνε να πουν· κι Ýτσι απαντÜ
και του λÝει:
Το πιο καλü, [στρ. ε]
καθüλου να μη γεννηθεßς κι οýτε να δεις τον Þλιο.
Μα απ᾽ το να κλαις γι᾽ αυτÜ τß βγαßνει;
για κεßνο να μιλοýμε που εßναι
και βολετü να εκτελεστεß.
Εßναι καμιÜ σου ανýπαντρη αδερφÞ, που να σου μοιÜζει,
στου ΟινÝα του πολεμüχαρου το σπßτι;
Μ᾽ üλη μου θÝλω την καρδιÜ
γυναßκα μου λαχταριστÞ
να γßνει· πες μου. Κι η ψυχÞ
του ατρüμητου στον πüλεμο
ΜελÝαγρου τüτε απÜντησε: Ναι, σπßτι μου Ýχω αφÞσει
δροσερολαßμα κοπελιÜ· ΔηιÜνειρα τη λÝνε·
κι απ᾽ τη μαγεýτρα τη θεÜ, την Κýπρη τη χρυσÞ,
ανÞξερη εßναι ακüμα.
Χιονüκορφη [αντ. ε]
Καλλιüπη, το καλüφτιαχτο τ᾽ Üρμα σου εδþ σταμÜτα·
τον αρχηγü των θεþν το Δßα,
το γιο του Κρüνου τον Ολýμπιο,
ýμνησε τþρα, Μοýσα εσý·
και τον Αλφειü, που ακοýραστα κυλÜνε τα νερÜ του,
το δυνατü τον ΠÝλοπα, κι ακüμα
την Πßσα· δþθε ο ξακουστüς
ΦερÝνικος, αφοý Ýτρεξε
και βγÞκε πρþτος νικητÞς,
γýρισε στην ωριüπυργη
ΣυρÜκουσα, στον ΙÝρωνα της ευτυχßας να φÝρει
τον κλþνο. Αυτüν που πÝτυχε —και με τα δυο μας χÝρια
το φθüνο διþχνοντας μακριÜ— να τον παινοýμε εμεßς
για χÜρη της αλÞθειας.
¸νας Üντρας, των γλυκþν Μουσþν εργÜτης, [επωδ. ε]
ο Βοιωτüς ο Ησßοδος, εßπε αυτüν το λüγο:
¼ποιον οι θεοß τιμοýν,
τοýτον κι οι Üνθρωποι δοξÜζουνε κατüπι.
Μου το λÝει κι εμÝ η καρδιÜ μου
στον ΙÝρωνα να στεßλω υμνητικü
λüγο, δßχως απ᾽ το δßκιο να λοξÝψω·
γιατß κεßθε οι θαλεροß κορμοß οι ακμαßοι
ξεπετιοýνται. Ας τους φυλÜει με ειρÞνη πÜντα
ο τρισμÝγιστος πατÝρας Δßας, χωρßς
να σαλεýουν.
ΕΠΙΝΙΚΟΣ XI
ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΛΕΞΙΔΗΜΟ, ΑΠΟ ΤΟ ΜΕΤΑΠΟΝΤΙΟ,
ΝΙΚΗΤΗ ΣΕ ΠΑΛΗ ΠΑΙΔΙΩΝ, ΣΤΟΥΣ ΠΥΘΙΚΟΥΣ ΑΓΩΝΕΣ
Δþρων γλυκþν εσý χαρßστρα, Νßκη, [στρ. α]
ο Δßας, που ᾽χει το θρüνο του στα ýψη,
των Ουρανßων πατÝρας,
Ýχει υψηλü σ᾽ εσÝνα αξßωμα δþσει:
στο πλÜι του στÝκεις
στον πολýχρυσον ¼λυμπο εκεß πÜνω
και για θνητοýς κι αθÜνατους ορßζεις
ποιüς το βραβεßο θα πÜρει της αντρεßας·
κüρη της μαυροπλÝξουδης
της Στýγας, που κρατÜει ορθü
το δßκιο, ρßξε εδþ σ᾽ εμÜς
καλüβουλο το βλÝμμα σου.
Και τþρα εßν᾽ Ýργο σου κι αυτü, που νÝοι γεροδεμÝνοι
με κþμους και χαρÝς υμνοýν στο Μεταπüντιο μÝσα,
την πüλη τη θεοτßμητη, τον Üξιο του ΦαÀσκου
γιο, νικητÞ στους Πυθικοýς αγþνες.
Ο θεüς, που η βαθýζωνη στη ΔÞλο [αντ. α]
τον γÝννησε Λητþ, το νÝο εδÝχτη
με βλÝμμα καλοσýνης·
και πολλÜ λουλουδüπλεχτα στεφÜνια,
για τη μεγÜλη
τη νßκη αυτÞ στο πÜλεμα, Ýχουν πÝσει
γýρω στον Αλεξßδημο, στον κÜμπο
πÝρα της Κßρρας· την ημÝρα εκεßνη
δεν εßδε ο Þλιος το παιδß
στη γη να πÝφτει οýτε στιγμÞ.
Μα κι Üλλο λüγο εγþ θα πω:
και στ᾽ αγιασμÝνα χþματα
του αγνοý του ΠÝλοπα, κοντÜ στ᾽ Αλφειοý τ᾽ ωραßο το ρÝμα,
της γλαυκοπρÜσινης ελιÜς, καλÞς φιλεýτρας για üλους,
θα ᾽βαζε στο κεφÜλι του στεφÜνι, και μ᾽ εκεßνο
θα γýριζε στον τüπο του, στους κÜμπους
που εßναι τα πολλÜ γελÜδια, [επωδ. α]
αν το δßκιο απü τη στρÜτα
τη σωστÞ δεν εßχε φýγει.
¼χι πως στην Ολυμπßα με τα πλατιÜ
χοροστÜσια κÜποιος
εßχε βÜλει στο παιδß τρικλοποδιÜ·
κÜποιος θεüς ο αßτιος θα ᾽ναι
Þ και γνþμες των ανθρþπων σφαλερÝς
το βραβεßο μÝσ᾽ απ᾽ τα χÝρια του το πÞραν.
¼μως τþρα μιαν υπÝρλαμπρη Ýχει δþσει
νßκη η ¢ρτεμη, η σαúτεýτρα, η κυνηγÞτρα,
η θεÜ που ᾽χει τη ρüκα τη χρυσÞ.
Εßναι η ¢ρτεμη που κÜποτε βωμü
πολυλÜτρευτο της εßχε στÞσει ο Προßτος,
ο γιος του ¢βαντα, κι οι κüρες του μαζß,
οι κοπÝλες οι ωριοστüλιστες εκεßνες.
Παλιüτερα, απ᾽ το ωραßο του Προßτου σπßτι [στρ. β]
εßχε αυτÝς τις κοπÝλες φευγατßσει
η παντοδýναμη ¹ρα
σε ζυγü τρÝλας σφßγγοντας το νου τους·
γιατß σπρωγμÝνες
απü παρθενικÞ μια ορμÞ, στ᾽ Üγιο Üλσος
πÞγαν της πορφυρüζωνης της ¹ρας
και παινεýτηκαν üτι εßχαν πατÝρα
πιο πλοýσιον κι απü την ξανθÞ
συντρüφισσα του δυνατοý
του Δßα· εκεßνη θýμωσε,
τους πÞρε τα συλλοúκÜ
και στην καρδιÜ τους Ýβαλε τρελÞ μια ορμÞ να φýγουν·
και γýριζαν μες στων βουνþν τους λüγγους τüτε οι κüρες
και ξεφωνßζαν Üγρια. Το πατρικü τους σπßτι
στην Τßρυνθα Þταν· κεßθε, απü τους δρüμους
τους θεüχτιστους Ýφυγαν και πÜνε. [αντ. β]
Ναι, χρüνια εννιÜ διαβÞκανε απü τüτε
που ᾽χαν αφÞσει το ¢ργος,
την πüλη τη θεοφßλητη, και ζοýσαν
στην Τßρυνθα üλοι,
ο ζηλεμÝνος βασιλιÜς κι εκεßνοι
οι ημßθεοι που ᾽χαν μπροýτζινες ασπßδες,
που αδεßλιαστοι Þταν στων μαχþν τους βρüντους.
Γιατß εßχαν πÝσει οι δυο αδερφοß,
ο Προßτος κι ο Ακρßσιος,
απ᾽ αλαφρü ξεκßνημα
σ᾽ üχτρητ᾽ ακαταλÜγιαστη·
και σπÜραζε η συνερισιÜ πÝρ᾽ απ᾽ το δßκιο μÝτρο
και το λαü, και πÝφτανε σε φονικÝς αμÜχες,
κι εκεßνους, του ¢βαντα τους γιους, θερμÜ παρακαλοýσαν,
η οδυνηρÞ πριν τους σφßξει ανÜγκη,
να μοιρÜσουν τα χωρÜφια, [επωδ. β]
γη με το πολý κριθÜρι,
και την Τßρυνθα να χτßσει
ο πιο νÝος. ΑλλÜ κι ο Δßας, του Κρüνου ο γιος,
που πολý τιμοýσε
του ΛυγκÝα του αρματηλÜτη τη γενιÜ
και του Δαναοý, ποθοýσε
το σταμÜτημα της μαýρης συμφορÜς.
Για τη νÝα, μα φημισμÝνη εκεßνη πüλη
οι πελþριοι πÞγαν Κýκλωπες και τεßχος
Ýξοχο Ýχτισαν· κι αφοý Üφησαν πια τ᾽ ¢ργος,
το τρανü κι αλογοβüσκητο, οι λαμπροß
Þρωες Ýμεναν στο νÝο αυτü καστρß.
Απ᾽ την Τßρυνθα λοιπüν του Προßτου οι κüρες,
κοπελιÝς μαυρομαλλοýσες, φýγαν πια
κι üλο αλÞτευαν αλÜργ᾽ απ᾽ την πατρßδα.
Του γονιοý την καρδιÜ σπÜραξε η λýπη, [στρ. γ]
παρÜξενη Ýγνοια μπÞκε μες στο νου
και δßκοπο μαχαßρι
μελÝτησε στο στÞθος του να μπÞξει·
μα οι δορυφüροι
με λüγια μαλακÜ τον συγκρατοýσαν
Þ και με το στανιü. Οι τρελÝς κοπÝλες
αλÞτευαν σωστοýς δεκατρεßς μÞνες
στο λüγγο το βαθßσκιωτο,
και στην προβατοθρüφα γη
την Αρκαδßα τριγýριζαν.
¸φτασε τÝλος ο γονιüς
κοντÜ στο Λοýσο ποταμü· παßρνει νερü απ᾽ το ρÝμα
τ᾽ üμορφο εκεßνο, νßβεται, και προς του αρματοδρüμου
Þλιου τη λÜμψη υψþνοντας τα χÝρια δÝηση κÜνει·
τη γελαδüματη ¢ρτεμη ικετεýει,
κüρη κυρÜς κρεμεζομαντιλοýσας, [αντ. γ]
απ᾽ την καταραμÝνη αυτÞ μανßα,
που τα μυαλÜ ταρÜζει,
τα δýστυχα παιδιÜ του να λυτρþσει.
Και εßκοσι βüδια
θυσßα εγþ, θεÜ, θα σου προσφÝρω,
κοκκßνηδες, και που Üζευτα εßναι ακüμα.
Η θυγατÝρα του ýψιστου πατÝρα,
η αγριμοφüνισσα θεÜ,
Üκουσε αυτÞ την προσευχÞ·
κÜνει της ¹ρας την καρδιÜ
κι απ᾽ τη μανßα την Üθεη
τις νÝες γιατρεýει· τüτε αυτÝς, οι ανθοστεφανωμÝνες,
γρÞγορα για την ¢ρτεμη μετüχι ξεχωρßζουν,
στÞνουν βωμü, τον βÜφουνε με αßμα πολλþν προβÜτων
και γυναικεßους χοροýς για κεßνη ορßζουν.
Απ᾽ τον τüπο αυτüν κατüπι, [επωδ. γ]
ω χρυσÞ λαþν αφÝντρα,
σε μια πüλη αλογοθρüφα
πολεμüχαρους συνüδεψες Αχαιοýς·
ναι, στο Μεταπüντιο
μÝνεις τþρα, κι η ευτυχßα εδρεýει εκεß·
πλÜι στα ωραßα νερÜ του ΚÜσα
Üλσος Ýκαμαν για σε λαχταριστü
οι λαμπροß αρχηγοß γυρνþντας απ᾽ την Τροßα·
με τους γιους τους χαλκαρμÜτωτους του ΑτρÝα
εßχαν πÜει κι αυτοß και πÜτησαν το κÜστρο
το καλüχτιστο του Πρßαμου με καιρü,
των μακÜριων üταν τ᾽ üρισε η βουλÞ.
¼ποιος δßκια και σωστÜ να κρßνει θÝλει,
μες στο πÝρασμα üλων θÜ βρει των καιρþν
χßλιες μýριες των Αχαιþν αντραγαθßες.
ΔΙΘΥΡΑΜΒΟΣ II
ΗΡΑΚΛΗΣ, ΙΟΛΗ ΚΑΙ ΔΙΗΑΝΕΙΡΑ
Κι αν η ομορφüθρονη Μοýσα Ουρανßα [στρ.]
απ᾽ την Πιερßα χρυσü
Ýνα πλεοýμενο μου ᾽στειλε τþρα
Ýξοχους ýμνους γεμÜτο,
üμως για σÝνανε, Πýθιε Απüλλωνα,
ýμνο δεν πρÝπει να πω, δεν εßν᾽ þρα· γιατß
Þ τη χαρÜ θα σου δßνει, θεÝ, το κυνÞγι αγριμιþν
πÝρα στα μÝρη που ο ¸βρος
ρÝει ο πολýανθος Þ ßσως του κýκνου,
του μακρολαßμη του κýκνου, η λαλιÜ, η üλη γλýκα, σ᾽ ευφραßνει.
¿σπου λοιπüν να ξανÜρθεις, Απüλλωνα, εδþ
αναζητþντας λουλοýδια παιÜνων
-πüσους παιÜνες για σε τραγουδοýνε [αντ.]
οι χορωδßες των Δελφþν
στον κοσμοξÜκουστο δßπλα ναü σου!-,
Ýνα τραγοýδι θα ποýμε
για του Αμφιτρýωνα το γιο τον ατρüμητο:
Την Οιχαλßα μες στις φλüγες παρÜτησε αυτüς
και στ᾽ ακρογιÜλι κατÝβηκε, ταýρους βαρýηχους εννιÜ
για να προσφÝρει απ᾽ το κοýρσος
στον πυκνοσýννεφο Δßα τον Κηναßο,
δυο στο θεü που δαμÜζει τη γη και το πÝλαο ταρÜζει,
και στην παρθÝν᾽ ΑθηνÜ, που ᾽χει αψιÝς τις ματιÝς,
Üζευτη ακüμα ορθοκÝρα δαμÜλα.
Τüτε μια ακαταμÜχητη [επωδ.]
θεüτητα ýφανε βουλÞ,
βαθιÜ βουλÞ, δακρýων πηγÞ,
μες της ΔηιÜνειρας το νου,
σαν Ýμαθε το θλιβερü
μαντÜτο πως του Δßα ο γιος, ο ατρüμητος στη μÜχη,
την Ιüλη τη χιονüκορφη
για ταßρι του μες στο λαμπρü θα ᾽στελνε σπßτι. ΟúμÝνα,
τÝτοια βουλÞ μÝσα στο νου
της Üμοιρης, της δýστυχης!
ΖÞλεια βαριÜ την Ýφαγε, και το σκουτß
που τα μελλοýμενα Ýκρυβε μες στο σκοτÜδι, απ᾽ τη στιγμÞ
που ολÝθριο δþρο μαγικü
απü το ΝÝσσο δÝχτηκε
πλÜι στου Λυκüρμα τα νερÜ, που εßναι ζωσμÝνος ρüδα.
ΔΙΘΥΡΑΜΒΟΣ III
ΝΕΟΙ ΚΑΙ ΝΕΕΣ ¹ Ο ΘΗΣΕΑΣ
ΚαρÜβι γαλοζüπλωρο [στρ. α]
με τον πολýν ΘησÝα
και δυο φορÝς επτÜ παιδιÜ
κρητικü σκßζει πÝλαγος
και στα πανιÜ τα ωραßα
στÝλλει η ΑθηνÜ πρýμο βοριÜ.
Μα την καρδιÜ του Μßνωος
οι πüθοι την κεντοýσαν,
της Αφροδßτης τα κακÜ,
και τÜνυσε το χÝρι του
σε μια μαυροματοýσαν
κι Ýπιασε μÜγουλα λευκÜ.
Κι εφþναξε η Ερßβοια
του ΚÝκροπος το εγγüνι
που εφüρει θþρακα γιερü.
Εßδ᾽ ο ΘησÝας· το βλÝμμα του
γυρßζει και στυλþνει
κÜτω απ᾽ τα φρýδια φλογερü.
Κι Ýγγιξε το φιλüτιμο
κι η λýπη την καρδιÜ του
και Του Διüς —εßπε— γιε,
σκοπü δεν Ýχεις τßμιο
πια μες στον νου σου· κÜτου
το βαρý χÝρι σου, αρχηγÝ!
Η Μοßρα ü,τι μας Ýγραψε [αντ. α]
κι η Δßκη ü,τι Ýχει βÜλει
θεúκü για μας στη ζυγαριÜ,
την τýχη θα πληρþσομε
σαν Ýρθει· μα συ πÜλι
τη γνþμη βÜστα τη βαριÜ.
Γιατß αν εσÝ του Φοßνικος
η θυγατÝρ᾽ αγüρι
στην ºδα σ᾽ Ýκαμε του Διüς,
κι εμÝν᾽ απü θεü γÝννησε
του Τροιζηνßου η κüρη·
του Ποσειδþνος εßμαι γιος!
Της μÜνας μου της Ýδωσαν
ΝερÜιδες κυματοýσες
στη γÝννα σκÝπασμα λαμπρü·
θα ᾽ταν καλÜ, πολÝμαρχε
της ΚρÞτης, να κρατοýσες
τον τρüπο τοýτο τον χοντρü.
Γιατß αν πειρÜξεις Üβουλα
κανÝνα εσý κορÜσι,
δεν θÝλω πια να διω το φως.
Στην δýναμη θα δεßξομε
προτοý ποιüς θα περÜσει,
τ᾽ ακüλουθ᾽ ας τα κρßνει ο θεüς!
ΤüσÜ ᾽πεν ο περÞφανος [επωδ. α]
κι εθαýμασαν οι ξÝνοι
τα θÜρρη του τα ζηλευτÜ.
Μα κι ο γαμπρüς εχüλιασε
του ¹λιου· βουλÞ υφαßνει
πρωτÜκουστη και λÝγει αυτÜ:
ΠατÝρα παντοδýναμε,
Κρονßδη Üκου μεγÜλε
παιδß σου αν μ᾽ Ýχεις ποτÝ πει,
σημÜδι καλογνþριστον
απü τα ουρÜνια βγÜλε
τþρα πυρüμαλλη αστραπÞ.
Ει δε και σÝνα γÝννησε
η Τροιζηνßα αλÞθεια
του Ποσειδþνος γνÞσιο γιο,
αυτü το δαχτυλßδι μου
τ᾽ ολüχρυσο απ᾽ τα βýθια
της θÜλασσας φÝρ᾽ το να διω!
¢φοβα στου πατÝρα σου
μες στα βασßλεια βοýτα
το σþμα. Και τþρα κοντÜ
θα μÜθεις αν τα λüγια μου
κι εμÝν᾽ ακοýσει τοýτα
ο βασιλιÜς üπου βροντÜ.
¢κουσ᾽ ο παντοδýναμος [στρ. β]
την Üμετρην ευκÞ του
κι Üφθαστη χÜρισε τιμÞ
του αγαπημÝνου Μßνω του,
για να δουν το παιδß του,
Üστραψε κιüλα στη στιγμÞ.
Το θαýμα ως εßδε ο πÜντολμος,
που πρüσμενε μ᾽ ελπßδα,
τα χÝρια υψþνει να ευχηθεß
και λÝει, ΘησÝα, το μÞνυμα
του Διüς εßδες το· πÞδα
στο νερü τþρα το βαθý.
Κι ο κρατερüς πατÝρας σου
σ᾽ üλα της γης τα μÜκρη
θα κÜμει πþς να δοξαστεßς.
Εßπε· μ᾽ αυτοý δε λýγισε
το θÜρρος του· στην Üκρη
εστÜθηκε της κουπαστÞς,
και νÜ στο κýμα, π᾽ Üνοιξε
για να τον περιλÜβει.
Κι ο γιος εσÜστισε του Διüς
και διÜταξε προσÜνεμο
να μεßνει το καρÜβι.
Μα η μοßρα τα ᾽φερεν αλλιþς.
Και το καρÜβι αρμÝνιζε [αντ. β]
με το βοριÜ την αýρα
και της ΑθÞνας τα παιδιÜ
πως πÞδησε στη θÜλασσα
δÜκρυα εχýναν μαýρα
και κλαßαν την τýχη την βαριÜ.
Μα τον ΘησÝα συνüδευαν
δελφßνια στου πατρüς του.
Στων θεþν Þρθε την αυλÞ
κι εκεß Üμα τες ηλιüμορφες
ΝερÜιδες εßδ᾽ εμπρüς του
πρþτα φοβÞθηκε πολý.
Απü τ᾽ αφρÜτα μÝλη των
ελÜμπαν οι κοπÝλες
καθþς το σÝλας της φωτιÜς
και στα μαλλιÜ των Ýπαιζαν
χρυσüπλοκες κορδÝλες
κι εχüρευαν üλες μεμιÜς.
Εßδε και του πατÝρα του
στο ξωτικü το σπßτι
την σýζυγο την τρυφερÞ
και με τ᾽ αβρÜ τα χÝρια της
η δÝσποιν᾽ Αμφιτρßτη
οξιÜ πορφýρα τοý φορεß.
Και στη σγουρÞ την κüμη του [επωδ. β]
ρüδινο βÜζει στÝμμα
που ᾽χε απ᾽ του γÜμου το πρωß
της Αφροδßτης χÜρισμα·
ποτÝ δεν εßναι ψÝμα
ü,τι θελÞσουν οι θεοß!
ΝÜ! πλÜγι στο λεπτüπρυμνο
καρÜβι τþρα εφÜνη.
Πþς Ýσκασε το Κρητικü,
απü τη θÜλασσ᾽ Üβρεκτος
ως Þρθε με στεφÜνι!
Τß θαýμα σ᾽ üλους, τß κακü!
Και νÜ σου κι οι πεντÜμορφες
παρθÝνες οι ΝερÜιδες
μ᾽ Üλλη χαρÜ μες στην ψυχÞ
εχüρευαν κι ανÜκραζαν
ε τþρα, Μßνω, τÜ ειδες;
και τþρα η θÜλασσ᾽ αντηχεß.
Κι απü κοντÜ μελþδησαν
κι οι νιες κι οι νÝοι εκεßνοι
με τη φωνÞ τους την ψιλÞ.
Και τους χοροýς μας, ΔÞλιε,
γιÜ δες με καλοσýνη
και τýχη δþσε μας καλÞ!
ΔΙΘΥΡΑΜΒΟΣ IV
ΔΙΑΛΟΓΟΣ ΓΙΑ ΤΟ ΘΗΣΕΑ
ΒασιλιÜ της ιερÞς της ΑθÞνας [στρ. α]
των τρυφεροζþητων Ιþνων αφÝντη,
προλßγο ποιü σÜλπισμα πüλεμου
η χαλκüστομη σÜλπιγγα σÞμανε;
Της χþρας μας μÞπως
τα σýνορα πÜτησε
κανÝνας εχτρüς πολεμÜρχος;
¹ μÞπως κακοýργοι απελÜτες
χωρßς οι βοσκοß να το θÝλουνε
σαλαγÜνε κοπÜδια προβÜτων;
¹ τß την καρδιÜ σου πληγþνει;
ΛÝγε· επειδÞ και θαρρþ πως κανÝνας θνητüς
δυνατÜ παλικÜρια
δεν Ýχει βοηθοýς του, üπως εσý,
του Πανδßονα γιε και της ΚρÝουσας.
ΜαντÜτορας Þρθε προλßγο, πεζüς αφοý πÝρασε [στρ. β]
το δρüμο το μακριüν απ᾽ τον Ισθμüν þς εδþ·
και δηγÜται κατορθþματ᾽ απßστευτα
αντρüς δυνατοý· τον ανßκητο
σκüτωσε Σßνη, που απü κÜθε θνητü
δυνατüτερος Þταν, τη φýτρα
του κοσμοσεßστη Λυταßου, του γιου του Κρüνου·
το καπρß, το φονιÜ των ανθρþπων
στη βαθιÜ της Κρομμυüνας λαγκÜδα
και τον Üγριο το Σκßρωνα ξÝκαμε·
του Κερκυüνα την παλαßστρα την Ýκλεισε,
κι ο Προκροýστης τη σκληρÞ τη βαριÜ
του ΠολυπÞμονα πÝταξε,
επειδÞ παλικÜρι πιο Üξιο του βρÞκε.
Ετοýτα φοβÜμαι ποιü τÝλος θενÜ ᾽χουν.
Και ποιüς λÝει πως εßναι και ποýθε κρατÜει [στρ. γ]
ο Üντρας αυτüς και τß ροýχα φορεß;
ΣτρÜτεμα σÝρνει μαζß του πολý
αρματωμÝνο για πüλεμο
Þ μονÜχος με δοýλους του
πηγαßνει, καθþς στρατολÜτης
τριγυρνþντας στα ξÝνα;
Κι εßναι τüσο γερüς και γενναßος
και τüλμη γεμÜτος, που τÝτοιους
Üντρες δυνατοýς καταπüνεσε;
Δßχως Üλλο θεüς τονε σπρþχνει
τιμωρßες να δþσει στους Üδικους,
επειδÞ δεν εßν᾽ εýκολο πÜντα
να κÜνει κανεßς το κακü και να μη το πληρþσει.
¼λα το τÝλος τους Ýχουν μες στου χρüνου το διÜβα.
ΛÝει, πως τον συνοδεýουνε δυο Üντρες μονÜχα, [στρ. δ]
κι απ᾽ τους λαμπροýς του τους þμους
σπαθß με λαβÞν απü φßλντισι κρÝμεται·
και στα χÝρια κρατÜει δυο κοντÜρια μικρÜ
γυαλιστερÜ, και φορεß στο ξανθü του κεφÜλι
καλοφτιασμÝνη λακωνικÞ περικεφαλαßα.
και πουκÜμισο μüρικο
τριγýρω απ᾽ τα στÞθη, και μÜλλινο
θεσσαλικü πανωφüρι·
κι üτι τα μÜτια του αστρÜφτουν σαν κüκκινη
λημνιþτικη φλüγα· κι οτ᾽ εßναι
παλικÜρι αγÝνειο, και του ¢ρη
τα παιγνßδια τοý αρÝσουν
κι ο πüλεμος κι η χαλκüβροντη μÜχη·
κι üτι γυρεýει να βρει τη λαμπρÞ την ΑθÞνα.
ΡητÜ:
¸τερος εξ ετÝρου σοφüς το τε πÜλαι το τε νυν.
ο καθÝνας γßνεται σοφüς απü τον Üλλο και παλιÜ και τþρα
(εξηγþντας γιατß χρησιμοποιεß φρÜσεις του Σιμωνßδη του Κεßου κι üχι μüνο δικÝς του)
¢ρκτου παροýσης, τα ßχνη μη ζÞτει.
¼ταν η αρκοýδα εßναι εδþ, μην ψÜχνεις τα ßχνη της.
=====================
Ο Κλεüβουλος ο Ρüδιος (625 π.Χ.-555 π.Χ.) Þτανε τýραννος της Λßνδου στο νησß της Ρüδου, σýμφωνα με τον Πλοýταρχο, ποιητÞς κι Ýνας απü τους7 σοφοýς της αρχαιüτητας. Το απüφθεγμÜ του παν μÝτρον ἄριστον, συγκαταλÝγεται στα γνωστüτερα αρχαιοελληνικÜ ρητÜ.
¹τανε γιος του Ευαγüρα απü τη Λßνδο και ξεχþριζε για τη ρþμη και το κÜλλος του. ΟνομÜζεται και Κλεüβουλος ο Λßνδιος διüτι η Ρüδος στα παλιÜ χρüνια Þτανε χωρισμÝνη στις 3 αρχαßες πüλεις: Λßνδος, ΚÜμειρος κι ΙÜλυσος των οποßων μÝρη διασþζονται μÝχρι και σÞμερα. ΚατÜ την επικρατÝστερη Üποψη, εßχε ΔωρικÞ προÝλευση, ο ßδιος δε, Ýλεγε πως Ýλκει τη καταγωγÞ του απευθεßας απü τον ΗρακλÞ. ¸ζησε την ßδια εποχÞ με το Σüλωνα, γεγονüς που το επιβεβαιþνει επιστολÞ του που διασþθηκε κι απευθýνεται στον Αθηναßο νομοθÝτη. Ταξßδεψε στην Αßγυπτο, üπου ασχολÞθηκε με τη φιλοσοφßα. Ως ποιητÞς, συνÝθεσε Üσματα κι αινßγματα, που αριθμοýσαν συνολικÜ ως 3.000 στßχους. Ο ΔιογÝνης ΛαÝρτιος στο Ýργο του Βßοι φιλοσüφων του αποδßδει το επιτýμβιο επßγραμμα του Μßδα.
Εßμαι χÜλκινη κüρη, στον τÜφο του Μßδα εδþ.
¼σο φýλλα πρασινßζουν στα δÝντρα κι üσο ρÝει νερü,
üσο λÜμπει ο Þλιος και φεγγÜρι αργυρü,
üσο τρÝχουν ποτÜμια και τα κýματα αχοýνε,
τüσο πÜνω σε στο μνÞμα, σ' αυτοýς που περνοýνε,
θα λαλþ πως ο πολýκλαυστος Μßδας κεßτεται 'δþ.
Το επßγραμμα αυτü υπÜρχει και στη ΠΑ (VII 153) επιγραφüμενο ΟΜΗΡΟΥ οι δε ΚΛΕΟΒΟΥΛΟΥ ΤΟΥ ΛΙΝΔΙΟΥ. Πιθανüτατα δεν ανÞκει σε κανÝνα απü τους δýο. Ο Waltz παρουσιÜζει αναλυτικÜ το θÝμα. Στον Κλεüβουλο αποδßδεται επßσης και επßγραμμα (αßνιγμα) στο βιβλßο ΧΙV της ΠΑ. H Σοýιδα το αποδßδει στη παρακÜτω αναφερüμενη κüρη του Κλεοβουλßνη.
Στη πολιτικÞ του δρÜση αναφÝρεται πως αναστÞλωσε τον ναü της ΑθηνÜς, που κατÜ τον μýθο εßχε χτßσει ο Δαναüς στη Λßνδο. Παρüτι οι αρχαßες πηγÝς τον αναφÝρουν ως τýραννο, φαßνεται πως ανÞκει στις περιπτþσεις που η διακυβÝρνησÞ του ωφÝλησε τη πüλη του. Η Λßνδος την εποχÞ του, γνþρισε τερÜστια πολιτιστικÞν ακμÞ κι Ýγινε κÝντρο των τεχνþν και του πολιτισμοý. ¹ταν αυτüς που αναβßωσε τη λατρεßα της Λßνδιας ΑθηνÜς κι Ýχτισε Ýνα θαυμÜσιο ναü, στον χþρο του παλιοý ναοý της, που χρονολογεßται απü τη ΜυκηναúκÞ περßοδο. Απü τα Ýμμετρα αινßγματα για τα οποßα φημßζεται δε διασþθηκε παρÜ μüνο το ακüλουθο, η λýση του οποßου εßναι το Ýτος, οι μÞνες και οι μÝρες:
¸νας ο πατÝρας και τα παιδιÜ του δþδεκα. ΚαθÝνα απü τα παιδιÜ Ýχει εξÞντα θυγατÝρες που Ýχουν üψη διαφορετικÞ. ¢λλες εßναι Üσπρες κι Üλλες μαýρες κι ακüμη üλες εßναι αθÜνατες κι üλες πεθαßνουν.
ΚυβÝρνησε 40 χρüνια στη Λßνδο με σýνεση, Þταν Üρχοντας αγαπητüς στο λαü, γι' αυτü τον εξÝλεγαν συνÝχεια. Φρüντιζε συνÝχεια για την ανÜπτυξη του τüπου του.ΛÝγεται μÜλιστα, üτι απÝστειλε Ýνα μÞνυμα στον Σüλωνα, üταν εκεßνος βρισκüταν σε εξορßα, στο οποßο τονε καλοýσε να επισκεφθεß τη δημοκρατικÞ Λßνδο.
ΑπÝκτησε μßα κüρη, τη Κλεοβουλßνη, που συνÝθετε αινßγματα σε 6μετρο στßχο, φημιζüμενα ως ισÜξια εκεßνων του πατÝρα της. ΠÝθανε στη, σχετικÜ μεγÜλη για την εποχÞ, ηλικßα των 70 ετþν περßπου και στον τÜφο του υπÞρχε η επιγραφÞ:
Ἄνδρα σοφὸν Κλεüβουλον ἀποφθßμενον καταπενθεῖ
ἥδε πÜτρα Λßνδος πüντῳ ἀγαλλομÝνη.
Τον Üνδρα τον σοφü κλαßει η πατρßδα του
η φωτισμÝνη ολüγυρα απ' τη θÜλασσα.
Στη γενÝτειρÜ του υπÜρχει τýμβος που ονομÜζεται ΤÜφος του Κλεüβουλου. Ο αστεροειδÞς 4503 Κλεüβουλος, που ανακαλýφθηκε το 1989, πÞρε το üνομÜ του απü κεßνον.
* ΠρÝπει να παντρεýεις τη κüρη σου, νεαρÞ σε ηλικßα, þριμη γυναßκα üμως στο μυαλü.
* Να ευεργετεßς φßλο, να γßνει πιο στενüς και να κÜνεις τον εχθρü φßλο. Διüτι πρÝπει να φυλÜγεσαι απü φθüνο φßλων και μßσος εχθρþν.
* ¼ταν βγαßνεις απü το σπßτι, ν' αναρωτιÝσαι πρþτα τι θες να κÜνεις κι üταν επιστρÝφεις, αναρωτÞσου τι Ýκανες.
* Μπρος σ' Üλλους μη φιλοφρονεßς τη γυναßκα σου και μη λογομαχεßς μαζß της. Το 1ο δεßχνει απερισκεψßα, το 2ο μανßα.
* Μη κακομεταχειρßζεσαι αυτüν που σου φÝρνει κρασß, διüτι θα ποýν üτι εßναι το κρασß που σε κινεß.
* Να παντρεýεσαι Üτομο απü τη τÜξη σου. Διüτι αν πÜρεις κÜποιο Üτομο ανþτερü σου, οι δικοß του θα γßνουν αφÝντες σου.
* Παν μÝτρον Üριστον.
* ¼,τι εσý μισεßς σε Üλλους μη το κÜνεις.
* Μη περιγελÜς αυτοýς που τους χλευÜζουν, διüτι θα σε μισÞσουν.
* Μη περηφανεýεσαι üταν ευτυχεßς, αν δυστυχÞσεις μη ξεφτιλßζεσαι. ΔÝξου τη μεταβολÞ της τýχης σου με γενναιüτητα.
* Να μνημονεýεις τις ευεργεσßες που Ýχεις λÜβει.
* Να σκÝφτεσαι ü,τι αξßζει.
* Μη κÜνεις τßποτα με τη βßα.
* Να συγκρατεßς τη γλþσσα σου.
* Να αντιστÝκεσαι στις απολαýσεις.
* Να αποφεýγεις την αδικßα.
* Μη γßνεσαι δυσÜρεστος χωρßς λüγο.
* Να κρατÜς σε καλÞ κατÜσταση σþμα και ψυχÞ.
* Να προβλÝπεις το μÝλλον.
* Να σταματÜς την Ýχθρα που Ýχεις με κÜποιον.
* Να σÝβεσαι τον πατÝρα σου.
* Να προτιμÜς ν' ακοýς, παρÜ να μιλÜς.
* Καλλßτερα να μαθαßνεις Ýστω κι αργÜ, παρÜ να 'σαι αμαθÞς.
* Απü λüγια υπÜρχουνε πλÞθος. ΑλλÜ ο καιρüς θα δεßξει.
Ο Αντßπατρος ο Σιδþνιος με 2 επιγρÜμματÜ του αναφÝρει τους 7 σοφοýς:
ΕπτÜ Σοφþν Κλεüβουλε, σε μεν τεκνþσατα Λßνδος
Αμφß δε Σισυφßα χθþν Περßανδρον Ýχει
Πιττακüν η ΜιτυλÞνα, Βßαντα δε δßα ΠριÞνη,
Μßλητος δε ΘαλÞν, Üκρον Ýρεισμα δßκας.
¢ ΣπÜρτα Χεßλωνα, Σüλωνα δε Κεκροπßς αßα.
ΠÜντας αριζÜλου σωφροσýνας φýλακας.
Απü τους ΕπτÜ σοφοýς Κλεüβουλε, εσÝνα μεν σε γÝννησε η Λßνδος
Η Πατρßδα δε του Σισýφου, Ýκαμε τον Περßανδρον.
Τον Πιττακüν τον γÝννησε η ΜυτιλÞνη, τον Βßαντα δε η περηφανÞς ΠριÞνη,
Η Μßλητος ομοßως τον ΘαλÞν, τον μεγαλýτερο υπÝρμαχο της Δικαιοσýνης.
Η ΣπÜρτη Ýχει τον Χεßλωνα, τον Σüλωνα δε η γη του ΚÝκροπος.
¼λοι δε υπÞρξατε Οι φýλακες της υπÝροχης σωφροσýνης.
ΕπτÜ σοφþν ερÝω κατ’ Ýπος πüλιν, οýνομα, φωνÞν.
ΜÝτρον μεν Κλεüβουλος ο Λßνδιος εßπεν Üριστον.
Χßλων δ’ εν κοßλη Λακεδαßμονι. Γνþθι σεαυτüν.
¼ς δε Κüρινθον Ýναιε, χüλου κρατÝειν Περßανδρος.
Πιττακüς ουδÝν Üγαν, üς εÞν γÝνος εκ ΜυτιλÞνης.
ΤÝρμα δ’ ορÜν βιüτοιο, Σüλων ιεραßς εν ΑθÞναις.
Τους πλÝονας κακßους δε Βßας απÝφηνε Πριηνεýς.
Εγγýην φεýγειν δε ΘαλÞς ΜιλÞσιος ηýδα.
Θα μνημονεýσω σýντομα, το üνομα, την πατρßδα και απü Ýνα γνωμικü των ΕπτÜ σοφþν:
Ο μεν Κλεüβουλος ο Λßνδιος, εßπεν üτι κÜθε τι που γßνεται με μÝτρο εßναι το καλýτερο.
Ο Χεßλων δε εις την κοßλην Λακεδαßμονα, το Γνþθι σαυτüν.
Ο Περßανδρος που εδüξασε την Κüρινθο, üτι πρÝπει να συγκρατεßς το θυμü σου.
Ο Πιτακüς που καταγüταν απü την ΜυτιλÞνη, να μην εßσαι σε τßποτα υπερβολικüς.
Ο Σüλων απü την ιερÞ ΑθÞνα, üτι πρÝπει πÜντοτε να βλÝπεις που θα εßναι το τÝλος της ζωÞς σου.
Οι περισσüτεροι Üνθρωποι εßναι κακοß, εßπε ο Βßας ο Πριηνεýς και
Να αποφεýγεις την εγγýηση, ο ΘαλÞς ο ΜιλÞσιος.
-----------------------------------------
Ο Πιττακüς ο Μυτιληναßος Þτανε πολιτικüς και στρατιωτικüς ηγÝτης της ΜυτιλÞνης, Ýνας απü τους 7 σοφοýς της αρχαßας ΕλλÜδας και μνημονεýεται μαζß με τους ΘαλÞ, Βßα και Σüλωνα σε üλους τους σχετικοýς καταλüγους.
Πατρßδα του αναφÝρεται η ΜυτιλÞνη, ο δε Σουßδας θÝτει τη γÝννησÞ του κατÜ τη 33η ΟλυμπιÜδα, δηλαδÞ περß το 652 π.Χ.. ΠατÝρας του Þταν ο ΥρρÜδιος απü τη ΘρÜκη που προερχüταν απü τη μεσαßα τÜξη αλλÜ η μητÝρα του απü την αριστοκρατικÞ, ενþ αναφÝρεται üτι ανÞλθε κοινωνικÜ üταν παντρεýτηκε γυναßκα απü την οικογÝνεια των Πενθιλιδþν, μια απü τις ισχυρüτερες τüτε οικογÝνειες του νησιοý. Φημιζüτανε για τη πολιτικÞ και κοινωνικÞ σοφßα του, τη σýνεση και τη χρηστüτητÜ του, αλλÜ και την πολεμικÞ ανδρεßα του. Στον πολιτικü στßβο της πατρßδας του εισÞλθε ενεργÜ το 612 π.Χ., üταν απü κοινοý με τους Επιμενßδη και Κßκκη, αδελφοýς του ποιητÞ Αλκαßου, οι οποßοι ηγοýνταν της αριστοκρατικÞς μερßδας, φüνευσε τον τýραννο ΜÝλαγχρο.
6 χρüνια μετÜ τον βρßσκουμε να οδηγεß τους συμπολßτες του στον πüλεμο κατÜ των Αθηναßων, με αντικεßμενο την κατοχÞ του Σιγεßου της ΤρωÜδος, παλαιÜ αποικßα της ΜυτιλÞνης στην εßσοδο του Ελλησπüντου. Διακρßθηκε στη μÜχη, σκüτωσε μÜλιστα, στο πλαßσιο μονομαχßας, τον Φρýνωνα, στρατηγü των Αθηναßων, νικητÞ των Ολυμπßων και διÜσημο για το θÜρρος και την ανδρεßα του. Οι Μυτιληναßοι τονε τßμησανε για τα κατορθþματÜ του, üμως εκεßνος απü τα εδÜφη που του προσφÝρθηκαν δÝχτηκε μüνο την Ýκταση που σηματοδοτÞθηκε απü μια ρßψη του ακοντßου του. Κατüπιν, διÝθεσε τη γη για ιερÞ χρÞση η οποßα Ýκτοτε αποκαλεßται Πιττακοý γη. Ο πüλεμος με τους Αθηναßους Ýληξε με παρÝμβαση του ΠεριÜνδρου, ο οποßος παραχþρησε τη διαφιλονικοýμενη Ýκταση στους Αθηναßους. Οι εσωτερικÝς ταραχÝς στη ΜυτιλÞνη συνεχßστηκαν, υποδαυλισμÝνες απü τη μερßδα των αριστοκρατþν, με προεξÜρχοντες τον Αλκαßο και τον αδελφü του, Αντιμενßδη. ¼ταν αυτοß εξορßστηκαν, η πüλη γνþρισε περßοδο σχετικÞς ηρεμßας, þσπου οι φυγÜδες επιχεßρησαν να πετýχουν την επÜνοδü τους με τη βßα των üπλων. Ο δÞμος, προκειμÝνου να αποκροýσει την απειλÞ, εξÝλεξε ως αισυμνÞτη* τον Πιττακü, στον οποßο παραχþρησε απüλυτη εξουσßα. Ο μεγÜλος Üνδρας παρÝμεινε στο θþκο μßα 10ετßα (589-579) με την παρÝλευση της οποßας παραιτÞθηκε απü την αρχÞ εκουσßως.
Στη διÜρκεια της ηγεμονßας του δεν επιχεßρησε να ανατρÝψει το πολßτευμα, αλλÜ επιδüθηκε στη βελτßωση και την αναθεþρηση των νüμων. Σýμφωνα με τον Διüδωρο Σικελιþτη, το πολιτικü του Ýργο αποτιμÜται θετικÜ αφοý χÜρις σ' αυτü η ΜυτιλÞνη απαλλÜχθηκε απü τον εμφýλιο πüλεμο, τον πüλεμο και την τυραννßδα. Αντßθετα, οι ολιγαρχικοß σκιαγραφοýσαν τον Πιττακü ως τýραννο, ο δε Αλκαßος σε σχüλιü του χαρακτÞρισε τον Πιττακü "κακοπÜτριδα" κι εξÝφρασε τη περιφρüνησÞ του για τον τρüπο με τον οποßο ο λαüς τον εξÝλεξε ως αισυμνÞτη.
ΠÝθανε περß το 569 π.Χ., στα 70 κατÜ το ΔιογÝνη ΛαÝρτιο, 80 κατÜ τον Σουßδα κι 100 κατÜ το Λουκιανü. Του αποδßδονται πολλÜ, χαμÝνα üμως, ελεγειακÜ ποιÞματα, καθþς και πολλÜ γνωμικÜ, üπως χαλεπüν εσθλüν Ýμμεναι και το γßγνωσκε καιρüν. Το 1ο αποτÝλεσε θÝμα ωδÞς του Σιμωνßδη. Του αποδßδεται επßσης κι Ýνα -ψευδεπßγραφο προφανþς- επßγραμμα της ΠΑ (ΧΙ 440).
* ΑισυμνÞτης στην ΕλλÜδα της αρχαúκÞς εποχÞς, Üρχοντας με απüλυτες εξουσßες, τον οποßο εξÝλεγε ο λαüς. Στην ομηρικÞ ΙλιÜδα τη συγκεκριμÝνη ιδιüτητα Ýχουν νÝοι αριστοκρατικÞς καταγωγÞς με δικαστικÝς αρμοδιüτητες. ΣυναντÜμε τον üρο και στην Οδýσσεια, ως αιρετοýς αξιωματοýχους, αποστολÞ των οποßων εßναι η διοργÜνωση και η εκτÝλεση διαφüρων τελετþν εßτε αγþνων. ¢τομα με αυτü το αξßωμα συναντÜμε σε αιολικÝς πüλεις, üπως η Κýμη (εßχαν την επιμÝλεια των δημοσßων εθßμων). Ακüμη, στα ΜÝγαρα και στις πüλεις που αυτÜ εßχαν ιδρýσει ως αποικßες, στη Μßλητο και τη ΝÜξο, üπου αισυμνÞτης Þταν ο στεφανηφüρος επþνυμος Üρχοντας, στην ΤÝω üπου εßχε δικαστικÝς αρμοδιüτητες. Ως πρþτος αισυμνÞτης αναφÝρεται ο ΕπιμÝνης στη Μßλητο, και κατüπιν ο ΧαιρÞμων στην Απολλωνßα, ο Τυννþνδας στην Εýβοια, ο Φοιβßας στη ΣÜμο και ο Πιττακüς ο Μυτιληναßος. Επßσης ο Σüλων στην ΑθÞνα.
Στον 7ο αι. π.Χ., οι αισυμνÞτες απÝκτησαν ευρýτατη πολιτικÞ εξουσßα. Μποροýσαν να δρουν χωρßς την υποχρÝωση να λογοδοτοýν στους πολßτες, η εξουσßα üμως τους εßχε δοθεß με τη συγκατÜθεση των πολιτþν, και δεν Þταν κληρονομικÞ. Ο αισυμνÞτης διαφÝρει απü τον τýραννο κατÜ το üτι ο δεýτερος υφαρπÜζει την εξουσßα, επιβÜλλεται με τη βßα. Ο τýραννος εκπροσωπεß την επαναστατικÞ νομιμüτητα, η οποßα Ýρχεται σε ρÞξη με τις κατεστημÝνες εξουσßες (πολιτικÝς, οικονομικÝς, κοινωνικÝς). Ο αισυμνÞτης εßναι ο μετριοπαθÞς μεταρρυθμιστÞς, αποστολÞ του δεν εßναι η εκ βÜθρου ανατροπÞ του προηγοýμενου καθεστþτος. ΣημειωτÝον üτι και οι δýο αυτοß φορεßς εξουσßας εμφανßστηκαν σε μια περßοδο, üπου υπÞρχαν κοινωνικÝς εντÜσεις μεταξý μεγÜλων γαιοκτημüνων και μικροκαλλιεργητþν, ενþ η Üνθιση της βιοτεχνßας, του εμπορßου και της ναυτιλßας αλλÜ και η επικρÜτηση των συναλλαγþν πλÝον με χρÞμα αμφισβÞτησαν τις Ýως τüτε επικρατοýσες ισορροπßες.
=================
Ο Φßλιππος Ε' o Βασιλεýς γεννÞθηκε στη ΠÝλλα το 238 π.Χ., Ýπαιξε αποφασιστικü ρüλο στις πολιτικÝς εξελßξεις της εποχÞς του, που σφρÜγισαν την ιστορßα üλου του Ελληνισμοý στους επüμενους 5 αι., εφüσον απ' αυτÝς Üρχισε η επικυριαρχßα της Ρþμης στην ΕλληνικÞ ΑνατολÞ. ΣυμμÜχησε με τους Καρχηδονßους κατÜ τον Β´ Καρχηδονιακü πüλεμο (218-201), με στüχο να εκδιþξει τους Ρωμαßους απü τα παρÜλια της Ιλλυρßας και διεξÞγαγε εναντßον της Ρþμης και της ΑιτωλικÞς Συμπολιτεßας τον Α´ Μακεδονικü πüλεμο (215-205). Στη συνÝχεια συμμÜχησε με τον Αντßοχο Γ´τον ΜÝγα της Συρßας εναντßον του Πτολεμαßου Ε´ της Αιγýπτου.
ΜετÜ τον απρüσμενο θÜνατο του πατÝρα του Δημητρßου Β' Αιτωλικοý το 229 π.Χ., ο Φßλιππος Þταν μüνον 9 ετþν κι Üρα αδýνατον ν' ανÝβει στο θρüνο. ΠιθανÞ διαμÜχη για τη διαδοχÞ αποφεýχθηκε με την εκλογÞ ενüς Üλλου εγγονοý του Δημητρßου Α´ του ΠολιορκητÞ: του γιου του Δημητρßου του Καλοý (ετεροθαλοýς αδελφοý του Αντßγονου Β´ ΓονατÜ) του Αντßγονου Γ´, που επονομÜστηκε «ο Δþσων». ΜετÜ το θÜνατο του τελευταßου το 221 π.Χ., ο 17αχρονος πλÝον Φßλιππος κληρονομεß μßα Μακεδονßα και πÜλι ισχυρÞ, που Ýχει καταφÝρει να επιβÜλλει κυριαρχßα στη Πελοπüννησο, μετÜ απü πüλεμο ενÜντια στη ΣπÜρτη του ΚλεομÝνη Γ'.
ΜετÜ την Üνοδü του στο θρüνο, ορισμÝνες πüλεις επιθυμοýν να εκμεταλλευτοýν το νεαρü της ηλικßας του þστε να αυξÞσουνε τη δýναμÞ τους σε βÜρος της Μακεδονßας και της ΑχαúκÞς Συμπολιτεßας. Οι Αιτωλοß λοιπüν εξαπολýουν μια σειρÜ απü στρατιωτικÝς επιχειρÞσεις ενÜντια στη Φωκßδα και τη Βοιωτßα. Ο Φßλιππος το επüμενο φθινüπωρο συγκÝντρωσε τα μÝλη της συμμαχßας των ελληνικþν πüλεων, που εßχε δημιουργÞσει ο προκÜτοχüς του, ο Αντßγονος, στη Κüρινθο, üπου και αποφασßζεται να κηρυχθεß πüλεμος ενÜντια στην ΑιτωλικÞ Συμπολιτεßα. Ο Συμμαχικüς Πüλεμος ξεκινÜ το 220 π.Χ. κι Ýλαβε τÝλος το 217. ΚατÜ τη διÜρκειÜ του ο Φßλιππος επÝδειξε το ταλÝντο του στη στρατηγικÞ, γυρßζοντας τον πüλεμο προς üφελüς του. ΕισÝβαλε στο Ýδαφος των Αιτωλþν και κατÝστρεψε την πρωτεýουσα της Συμπολιτεßας, το ΘÝρμο (218 π.Χ.).
ΜετÜ την υπογραφÞ της ειρÞνης στη Ναýπακτο, ο Φßλιππος στρÜφηκε ενÜντια στους Ιλλυριοýς. ΚατÜ τη διÜρκεια της εκστρατεßας βρßσκει στο δρüμο του τους Ρωμαßους και τους συμμÜχους τους κοντÜ στην Απολλωνßα, το 214 π.Χ. Ο Πρþτος Μακεδονικüς Πüλεμος εßναι πλÝον αναπüφευκτος. Ο Φßλιππος συμμαχεß το 215 π.Χ. με τον Αννßβα, στρατηγü της Καρχηδüνας, ο οποßος διεξÜγει Þδη απü το 218 π.Χ. πüλεμο στην Ιταλßα. ¼πως Þταν λογικü, οι Ρωμαßοι βρßσκουν νÝους συμμÜχους: Üμεσα τους Αιτωλοýς, αλλÜ κι Ýμμεσα τον ηγεμüνα της ΠεργÜμου, ¢τταλο Α' το ΣωτÞρα. Ο Φßλιππος ρßχνεται σε üλα τα μÝτωπα, διοχετεýει üλη του την ενÝργεια παßζοντας εξαιρετικÜ το ρüλο του προστÜτη των συμμÜχων του. Για Üλλη μια φορÜ, η ειρÞνη που υπογρÜφεται στη Φοινßκη το 205 π.Χ. εßναι ευνοúκÞ προς εκεßνον.
Το 205-204 π.Χ. στην Αßγυπτο ανεβαßνει στο θρüνο ο Πτολεμαßος Ε' ΕπιφανÞς, ο οποßος εßναι ακüμη παιδß. Ο Φßλιππος, προκειμÝνου να Ýχει τα χÝρια του ελεýθερα, υπογρÜφει σýμφωνο μη επßθεσης με το βασιλιÜ των Σελευκιδþν, τον Αντßοχο Γ'. Κατüπιν ξεκινÜ μια σειρÜ καινοýριων επιχειρÞσεων στο Αιγαßο, σχεδüν πειρατικÞς φýσεως. Το 202 π.Χ. διεξÜγει εκστρατεßα με στüχο τα ΣτενÜ. Τον επüμενο χρüνο, κατακτÜ τη ΣÜμο, που ανÞκε στη ΠτολεμαúκÞ Αßγυπτο. ΠολλÜ κρÜτη συνασπßζονται τüτε εναντßον του, ανÜμεσα τους η Ρüδος κι η ΠÝργαμος. Δýο ναυμαχßες εκτυλßσσονται σε Üγνωστες σÞμερα ημερομηνßες. Στις θÜλασσες της Χßου, η μÜχη εßναι αμφßρροπη, ωστüσο ο στüλος της ΠεργÜμου υποχωρεß. Ακολουθεß μια σημαντικÞ νßκη του Φιλßππου απÝναντι στον στüλο της Ρüδου.
¼μως, στη Δýση, η απειλÞ αυτÞ τη φορÜ εßναι καθορισμÝνη, καθþς οι Ρωμαßοι Ýχουν πλÝον το βλÝμμα τους στραμμÝνο στις ελληνικÝς υποθÝσεις. ΜετÜ τη πρüσκληση της Ρüδου και της ΠεργÜμου, η Σýγκλητος αποφασßζει να αναμειχθεß αντιτιθÝμενη στο Φßλιππο. Του αποστÝλλει δýο τελεσßγραφα, το Ýνα το 200 π.Χ., το Üλλο το 198 π.Χ. Η Ρþμη αυτοπαρουσιÜζεται ως προστÜτιδα δýναμη απÝναντι στο Φßλιππο, ο οποßος παρουσιÜζεται ως ο κατακτητÞς. Οι επιχειρÞσεις του ρωμαúκοý στρατοý ξεκινοýν το φθινüπωρο του 200 π.Χ., ξεκινþντας τον Δεýτερο Μακεδονικü Πüλεμο. Την ßδια χρονιÜ ο Μακεδüνας βασιλιÜς λεηλατεß την ¢βυδο.
Τον Ιοýνιο του 197 π.Χ., οι αντιμαχüμενοι στρατοß, ο μακεδονικüς κι ο ρωμαúκüς συναντþνται στις Κυνüς Κεφαλαß της Θεσσαλßας, σε Ýνα υψßπεδο βüρεια των ΦαρσÜλων. Η ευελιξßα της ρωμαúκÞς τακτικÞς υπερισχýει του βÜρους της μακεδονικÞς φÜλαγγας. Ο Φßλιππος συνετρßβη απü τον Τßτο Κüιντο Φλαμινßνο (Titus Quinctius Flamininus). Πρüκειται για τη 1η του Þττα, Þταν üμως καθοριστικÞ. Οι üροι της ειρÞνης που συμφωνÞθηκαν εßναι τÝτοιοι που δεßχνουνε πως η Μακεδονßα βγαßνει απü το παιχνßδι της επιρροÞς για πολý καιρü. ¸χασε üλες της τις κτÞσεις εκτüς Μακεδονßας, ανÜμεσα στις οποßες κι η Θεσσαλßα. Υποχρεþθηκε επßσης να πληρþσει πολεμικÞ αποζημßωση και να αποστεßλει το 2ο γιο, το ΔημÞτριο, στη Ρþμη για üμηρο. Το 196 π.Χ. ο Τßτος κηρýσσει üλες τις ελληνικÝς πüλεις ελεýθερες κι αυτüνομες, δημιουργþντας Ýνα κενü στην εξουσßα, το οποßο τραβÜ το ενδιαφÝρον του Αντßοχου Γ', που τα επüμενα χρüνια θα εμπλακεß σε μια σειρÜ μαχþν με στüχο να κυριαρχÞσει στον ελλαδικü χþρο. Οι σýμμαχοι των Ρωμαßων, οι Αιτωλοß Ýδειξαν μεγÜλη δυσαρÝσκεια για τους üρους της ειρÞνης, καθþς επιθυμοýσαν την απομÜκρυνση του Φιλßππου απü το θρüνο.
Τα επüμενα χρüνια γßνονται νÝοι πüλεμοι των Ρωμαßων ενÜντια στη ΣπÜρτη και τους Αιτωλοýς, που αναζÞτησαν συμμÜχους ακüμη και ανÜμεσα στους Μακεδüνες. Ο Φßλιππος αρνÞθηκε να βοηθÞσει μιας και στο παρελθüν εßχαν ζητÞσει την αποπομπÞ του. ΤελικÜ οι σýμμαχοι ηττþνται απü τους Ρωμαßους, οι οποßοι üμως δεν κατÝστρεψαν τη ΣπÜρτη, θÝλοντας κÜποιον να ελÝγχει τα πρÜγματα στην Πελοπüννησο. Ο Φßλιππος απü την πλευρÜ του συμπεριφÝρεται ως τÝλειος σýμμαχος της Ρþμης. ΣυμμετÝχει μÜλιστα στην εκστρατεßα των Ρωμαßων ενÜντια στους Σελευκßδες και τον Αντßοχο Γ' κατÜ την περßοδο (191-189 π.Χ.). ΕπιτρÜπηκε επßσης στο ΔημÞτριο να επιστρÝψει στο σπßτι του. Μα ο πατÝρας του, απογοητευμÝνος απü τις φτωχÝς του ανταμοιβÝς απü τις εκστρατεßες κι ενοχλημÝνος απü τη συνεχÞ εχθρüτητα της ΣυγκλÞτου στο πρüσωπü του, καταφÝρνει σιγÜ-σιγÜ να κÜνει τη Μακεδονßα να ορθοποδÞσει και πÜλι, αναδιοργανþνοντας το στρατü και το κρÜτος, αυξÜνοντας τα εισοδÞματÜ του κι επιτρÝποντας σε διÜφορες πüλεις να κüψουν νüμισμα. Συμμαχεß με λαü κελτικÞς Þ γερμανικÞς καταγωγÞς (αποτελεß αντικεßμενο αμφιβολιþν), τους ΒÜσταρνες κι αποφασßζει πολλÝς μετακινÞσεις πληθυσμþν.
ΚÜποια στιγμÞ αρνÞθηκε να εκκενþσει κÜποιες πüλεις στη ΘρÜκη και τη Θεσσαλßα για να αποδοθοýν στον ΕυμÝνη Β', βασιλιÜ της ΠεργÜμου. Εκεßνος επειδÞ αδυνατοýσε να διþξει με τη βßα το Φßλιππο, παραπονÝθηκε στους Ρωμαßους. Ο Φßλιππος συνÝχισε να αρνεßται και μÜλιστα κατÝλαβε και 2 ουδÝτερες πüλεις κοντÜ στη ΠÝργαμο. ΠαρÜλληλα Ýστειλε εκ νÝου το ΔημÞτριο σε διπλωματικÞ αποστολÞ στη Ρþμη με σκοπü να αλλÜξει την κατÜσταση υπÝρ της Μακεδονßας. Ο ΔημÞτριος Ýκανε ισχυροýς φßλους κι Þλπιζε να πετýχει τον αντικειμενικü σκοπü του με τη βοÞθειÜ τους, ωστüσο οι ικανüτητες του απεσταλμÝνου του ΕυμÝνη τον παρεμπüδισαν.
Το τÝλος της ζωÞς του Φιλßππου Ε´ σημαδεýτηκε και απü μια οικογενειακÞ τραγωδßα, τη μüνη αναφορÜ ενδοοικογενειακÞς δολοφονßας που Ýχουμε για τους Αντιγονßδες. Ο Φßλιππος Ε´ εßχε αποκτÞσει το μεγαλýτερο γιο του και κατοπινο διÜδοχο, τον ΠερσÝα, με την ΠολυκρÜτεια απü το ¢ργος. Απü κÜποια Üλλη σýζυγο, της οποßας το üνομα μας εßναι Üγνωστο, εßχε αποκτÞσει δýο κüρες και Ýνα γιο, τον ΔημÞτριο. Ο τελευταßος, üπως εßδαμε, Ýζησε κÜποια χρüνια στη Ρþμη με την ιδιüτητα του ομÞρου και τελικÜ επÝστρεψε το 191 π.Χ. λüγω της τÞρησης της συμμαχßας με τη Ρþμη απü τον πατÝρα του, Φßλιππο Ε´. Απü ο,τι φαßνεται ο ΔημÞτριος Þτανε δημοφιλÞς με τους Ρωμαßους πρÜγμα που ανησυχοýσε το μεγαλýτερο αδελφü του και διÜδοχο του θρüνου. ΤελικÜ ο ΠερσÝας παρουσßασε στο Φßλιππο Ε´ κÜποια Ýγγραφα που αποδεßκνυαν πως ο ΔημÞτριος σκüπευε, σε συνεργασßα με τους Ρωμαßους να πÜρει στα χÝρια του το θρüνο. Δεν μποροýμε να εßμαστε σßγουροι αν τα Ýγγραφα Þταν πλαστÜ Þ γνÞσια, ωστüσο στÜθηκαν η αιτßα ο ΔημÞτριος να εκτελεστεß απü τον πατÝρα του, ο οποßος παρÝμεινε συντετριμμÝνος για το γεγονüς. Πεθαßνει το 179 π.Χ. στην Αμφßπολη κι αφÞνει το θρüνο του στον ΠερσÝα. Με αυτüν τον τελευταßο ολοκληρþνεται η Δυναστεßα των Αντιγονιδþν, καθþς αποτÝλεσε και τον τελευταßο βασιλιÜ της Μακεδονßας.
Στον Φßλιππο Ε' ο Paton αποδßδει το XVI 26B επßγραμμα της ΕΑ (απü τη ΠλΑν), απÜντηση στο VII 247 επßγραμμα του Αλκαßου του ΜεσσÞνιου.
======================
Ο ¢γιος Γρηγüριος ο Ναζιανζηνüς (329-25 ΓενÜρη 390 μ.Χ.) γνωστüς κι ως ¢γιος Γρηγüριος ο Θεολüγος και Γρηγüριος της Ναζιανζοý, Þταν Αρχιεπßσκοπος Κωνσταντινουπüλεως τον 4ο αι. μ.Χ. Θεωρεßται ευρÝως ως ο πιο ταλαντοýχος ρÞτορας μεταξý των ΠατÝρων της Εκκλησßας. Ως κλασικÜ εκπαιδευμÝνος ομιλητÞς και φιλüσοφος του Ελληνισμοý, κατÜφερε να συνδυÜσει τον Ελληνισμü με την πρþτη εκκλησßα της ΒυζαντινÞς Αυτοκρατορßας. Ο Γρηγüριος εßχε σημαντικü αντßκτυπο στη διαμüρφωση της ΤριαδικÞς θεολογßας τüσο μεταξý των ελληνüφωνων και λατινοφþνων θεολüγων και Ýγινε γνωστüς ως «Τριαδικüς Θεολüγος». Τα περισσüτερα απü τα Ýργα του επηρεÜζουν τους σýγχρονους θεολüγους, ειδικÜ üσον αφορÜ τα τρßα Πρüσωπα της Αγßας ΤριÜδας. Επßσης Þταν φßλος με δýο αδÝρφια, το Βασßλειο και τον ΙωÜννη. Εßναι Üγιος και της ΑνατολικÞς και της ΔυτικÞς ΧριστιανικÞς Εκκλησßας. Στη ΡωμαιοκαθολικÞ Εκκλησßα θεωρεßται σαν Ýνας απü τους ΔασκÜλους της Εκκλησßας - στην ΑνατολικÞ Ορθüδοξη και στη ΔυτικÞ ΚαθολικÞ Εκκλησßα εßναι γνωστüς ως Ýνας απü τους Τρεις ΙερÜρχες, μαζß με το Βασßλειο τον ΜÝγα και τον ΙωÜννη το Χρυσüστομο.
ΓεννÞθηκε στο χωριü Αριανζüς κοντÜ στη Ναζιανζü της νοτιοδυτικÞς Καππαδοκßας. Οι γονεßς του, Γρηγüριος ο Πρεσβýτερος και Νüννα, Þταν πλοýσιοι γαιοκτÞμονες. Η Νüννα Ýστρεψε το σýζυγο της στο Χριστιανισμü, ο οποßος βαπτßστηκε το 325 μ.Χ, ενþ λßγα χρüνια αργüτερα, το 328 Þ 329 χειροτονÞθηκε επßσκοπος Ναζιανζοý. Ο νεαρüς Γρηγüριος και ο αδερφüς του, ΚαισÜριος Ναζιανζηνüς, τον πρþτο καιρü Þταν μαθητÝς του θεßου τους, Αμφιλüχιου. Ο Γρηγüριος σποýδασε ρητορικÞ και φιλοσοφßα στη Ναζιανζü, στην ΚαισÜρεια, στην ΑλεξÜνδρεια και στην ΑθÞνα. Στην ΑθÞνα συνÜντησε και Ýγινε φßλος με το Βασßλειο τον ΜÝγα και τον Ιουλιανü. Στην ΑθÞνα, δÜσκαλοι του Þταν οι γνωστοß ρÞτορες ΙμÝριος και ΠροαιρÝσιος.
Το 361, επÝστρεψε στη Ναζιανζü και χειροτονÞθηκε πρεσβýτερος απü τον πατÝρα του, ο οποßος τον Þθελε για να τον βοηθÞσει να φροντßζει τους τοπικοýς Χριστιανοýς. Ο νεαρüς Γρηγüριος, ο οποßος Þθελε να γßνει μοναχüς, αγανÜκτησε με την πρüταση του πατÝρα του να επιλÝξει μεταξý του Ιερατεßου και της ζωÞς του μοναχοý, αποκαλþντας την ως πρÜξη τυραννßας. Αφοý Ýφυγε απü το σπßτι, συνÜντησε τον Βασßλειο στην Αννεσüη, και Ýκτοτε ζοýσαν ως ασκητÝς. Ωστüσο, ο Βασßλειος τον προÝτρεψε να επιστρÝψει στην πατρßδα του και να βοηθÞσει τον πατÝρα του, κÜτι που ο Γρηγüριος Ýκανε τον επüμενο χρüνο. ¼ταν Ýφθασε στη Ναζιανζü, ο Γρηγüριος βρÞκε τη χριστιανικÞ κοινüτητα χωρισμÝνη λüγω των θεολογικþν διαφορþν και τον πατÝρα του να κατηγορεßται για συμμετοχÞ σε αßρεση απü τους τοπικοýς μοναχοýς. Ο Γρηγüριος κατÜφερε να ενþσει τους τοπικοýς Χριστιανοýς χÜρη στις διπλωματικÝς και τις ρητορικÝς του ικανüτητες.
Την ßδια þρα, ο ΑυτοκρÜτορας Ιουλιανüς δÞλωσε δημοσßως πþς Þταν κατÜ του Χριστιανισμοý. Ως απÜντηση, ο Γρηγüριος Ýγραψε τις ¾βρεις κατÜ του Ιουλιανοý, μεταξý του 362 και του 363. Στις ¾βρεις καταγρÜφει πþς ο Χριστιανισμüς θα ξεπερÜσει τους ηγÝτες üπως ο Ιουλιανüς με αγÜπη κι υπομονÞ. ΑυτÞ η διαδικασßα, üπως περιÝγραψε ο Γρηγüριος, εßναι η δημüσια εκδÞλωση της θÝωσης, που οδηγεß σε πνευματικÞ ανýψωση και μυστικÞ Ýνωση με το Θεü. Ο Ιουλιανüς Ýδιωξε τον Γρηγüριο κι Üλλους χριστιανοýς, το 362, αλλÜ πÝθανε Ýνα χρüνο αργüτερα σε εκστρατεßα κατÜ των Περσþν. Με το θÜνατο του, ο Γρηγüριος κι οι χριστιανοß της ΑνατολÞς δεν Þταν κÜτω απü τον κßνδυνο του διωγμοý, καθþς ο νÝος ΑυτοκρÜτορας, Ιοβιανüς, Þταν πιστüς στον Χριστιανισμü. Ο Γρηγüριος πÝρασε τα επüμενα χρüνια καταπολεμþντας τον Αρειανισμü, ο οποßος απειλοýσε να διαιρÝσει την Καππαδοκßα. ΚατÜ τη διÜρκεια αυτþν των γεγονüτων, ο Γρηγüριος παρενÝβη εξ ονüματος του Βασιλεßου με τον Επßσκοπο ΕυσÝβιο της Καισαρεßας. Για τους δýο φßλους ξεκßνησε μια περßοδος κλειστÞς συνεργασßας καθþς συμμετεßχαν σε Ýνα ρητορικü διαγωνισμü της εκκλησßας της Καισαρεßας, ο οποßος κατακρημνßστηκε απü την Üφιξη θεολüγων του Αρειανισμοý. Στις επüμενες δημüσιες, υπü την προεδρεßα των πρακτüρων του ΑυτοκρÜτορα ΟυÜλη, ο Γρηγüριος και ο Βασßλειος αναδεßχθηκαν θριαμβευτÝς. ΑυτÞ η επιτυχßα βεβαßωσε πþς το μÝλλον του Γρηγορßου και του Βασιλεßου Þταν να αναλÜβουν τη διοßκηση της εκκλησßας. Ο Βασßλειος, το 370, εκλÝχτηκε Επßσκοπος της Καισαρεßας της Καππαδοκßας.
Ο ¢γιος Γρηγüριος χειροτονÞθηκε Επßσκοπος στα ΣÜσιμα, το 372, απü το Βασßλειο. ΑυτÞ η Ýδρα δημιουργÞθηκε απü τον Βασßλειο με σκοπü να ενισχýσει τη θÝση του στη διαμÜχη του με τον ¢νθιμο των ΤυÜνων. Οι φιλοδοξßες του πατÝρα του να τον δει στην ιεραρχßα της εκκλησßας και η επιμονÞ του Βασιλεßου Ýπεισαν τον Γρηγüριο να δεχθεß τη θÝση του Επισκüπου. ΠεριγρÜφοντας τη νÝα επισκοπÞ του, ο Γρηγüριος δÞλωσε: «¹ταν τελεßως τρομακτικÞ, Üνευ υδÜτων, βλÜστησης και χωρßς φßλους... αυτÞ Þταν η δικÞ μου Εκκλησßα των Σασßμων!» ΠροσπÜθησε να διαχειριστεß τη νÝα επισκοπÞ του, κÜνοντας παρÜπονα στον Βασßλειο, καθþς ο Γρηγüριος προτιμοýσε να ζÞσει στοχαστικÞ ζωÞ. Στα τÝλη του 372, επÝστρεψε στη Ναζιανζü για να βοηθÞσει τον ετοιμοθÜνατο πατÝρα του στη διαχεßριση της επισκοπÞς του. Αυτü τÝντωσε τη σχÝση του με τον Βασßλειο, ο οποßος Þθελε τον Γρηγüριο στα ΣÜσιμα. Ο Γρηγüριος απÜντησε πþς δεν θÝλει να συνεχßσει να παßζει τον ρüλο της μαριονÝτας για να προωθÞσει τα ενδιαφÝροντα του Βασιλεßου. ¸στρεψε την προσοχÞ του στα καθÞκοντα του ως βοηθüς του Επισκüπου της Ναζιανζοý.
Το 374, μετÜ τον θÜνατο των γονιþν του, ο Γρηγüριος συνÝχισε να διοικεß την επισκοπÞ της Ναζιανζοý αλλÜ αρνÞθηκε να λÜβει τον τßτλο του Επισκüπου. Αφοý Ýδωσε την περιουσßα του στους φτωχοýς, ο Γρηγüριος ζοýσε λιτÜ. Απü τα τÝλη του 375 και για 3 χρüνια ο Γρηγüριος ζοýσε στο μοναστÞρι της Σελεýκειας. ΚατÜ το τÝλος του 379, ο Βασßλειος πεθαßνει. ΠαρÜ το γεγονüς üτι η υγεßα του δεν του επÝτρεψε να παραστεß στη κηδεßα, ο Γρηγüριος Ýγραψε μια επιστολÞ στον αδερφü του Βασιλεßου, Γρηγüριο της Νýσσης, που συμπεριλαμβÜνονταν 12 ποιÞματα αφιερωμÝνα στον Βασßλειο.
Ο ΑυτοκρÜτορας ΟυÜλης πÝθανε το 378. Ο διÜδοχος του, Θεοδüσιος Α', και Þταν καλü νÝο για αυτοýς που θÝλησαν να εκκαθαρßσουν τη Πüλη απü τον Αρειανισμü. Το εξüριστο κüμμα των κατοßκων της Νικαßας επÝστρεψε βαθμιαßα στην πüλη. Απü το νεκρικü του κρεβÜτι, ο Βασßλειος υπενθýμισε τις ικανüτητες του Γρηγορßου και τον συνÝστησε να υπερασπιστεß την ΤριαδικÞ παρÜδοση στη Πüλη. Το 379, η Σýνοδος της Αντιοχεßας κι ο τοπικüς Αρχιεπßσκοπος, ΜελÝτιος, ζÞτησαν τον Γρηγüριο να πÜει στην Κωνσταντινοýπολη για να εκκαθαρßσει την πüλη απü την ορθοδοξßα της Νικαßας. ΠαρÜ τους δισταγμοýς του, ο Γρηγüριος δÝχθηκε. Η εξαδÝλφη του, Θεοδοσßα, του πρüσφερε μια Ýπαυλη για κατοικßα - αμÝσως ο Γρηγüριος μετÝτρεψε την Ýπαυλη σε εκκλησßα, την οποßα ονüμασε «Αναστασßα» («σκηνÞ για την ανÜσταση της πßστης»). Εκεß εßχε εκδþσει 5 ομιλßες για την Αγßα ΤριÜδα.
ΚοιτÜξτε αυτÜ τα γεγονüτα: Ο Χριστüς γεννιÝται, το ¢γιο Πνεýμα εßναι ο Πρüδρομος του. Ο Χριστüς βαπτßζεται, το ¢γιο Πνεýμα το μαρτυρεß... Ο Χριστüς κÜνει θαýματα, το ¢γιο Πνεýμα τα συνοδεýει. Ο Χριστüς σταυρþνεται, το ¢γιο Πνεýμα παßρνει τη θÝση του. Τι θαυμαστÜ πρÜγματα σκοπεýει να κÜνει ο Θεüς και δεν εßναι δυνατüν για Αυτüν...
Οι ομιλßες του Γρηγορßου Ýτυχαν καλÞς υποδοχÞς και πολλοß πιστοß πÞγαιναν στην «Αναστασßα» για να τον ακοýσουν. Φοβοýμενοι τη δημοτικüτητα του Γρηγορßου, οι υποστηρικτÝς του Αρειανισμοý αποφÜσισαν να επιτεθοýν. Το ΠÜσχα του 379, οι οπαδοß προÝβησαν σε βιαιοπραγßες μÝσα στην εκκλησßα, σκοτþνοντας Ýναν επßσκοπο και τραυματßζοντας τον Γρηγüριο. ¼ταν ξÝφυγε απü τον üχλο, ο Γρηγüριος προδüθηκε απü Ýνα φßλο του, τον φιλüσοφο ΜÜξιμο τον Κυνικü. Ο ΜÜξιμος, που 'χε μυστικÞ συμμαχßα με τον ΠÝτρο, επßσκοπο της Αλεξανδρεßας, προσπÜθησε να πÜρει τη θÝση του Γρηγορßου και να χειροτονηθεß ο ßδιος Επßσκοπος της Πüλης. ΣοκαρισμÝνος, ο Γρηγüριος αποφÜσισε να παραιτηθεß απü τη θÝση, αλλÜ οι πιστοß τον ανÜγκασαν να μεßνει και Ýδιωξαν τον ΜÜξιμο. Στη Πüλη, οι ιερεßς του Αρειανισμοý κατÝλαβαν τις πιο σημαντικÝς εκκλησßες. ¼ταν üμως ΑυτοκρÜτορας Ýγινε ο Θεοδüσιος (380), üλα πÞγαν υπÝρ του Γρηγορßου. Ο ΑυτοκρÜτορας Þταν αποφασισμÝνος να εξαλεßψει τον Αρειανισμü, Ýδιωξε τον Επßσκοπο Δημüφιλο και τη θÝση του Ýλαβε ο Γρηγüριος.
Ο Θεοδüσιος θÝλησε να ενþσει την αυτοκρατορßα με τον Χριστιανισμü, και αποφÜσισε να συγκαλÝσει ΟικουμενικÞ Σýνοδο για να συζητÞσουν τα θÝματα πßστης και πειθαρχßας. Ο Γρηγüριος συμφþνησε μαζß του, καθþς Þθελε να ενþσει την αυτοκρατορßα χÜρη στον Χριστιανισμü. Την Üνοιξη του 381, συγκÜλεσαν τη Β' ΟικουμενικÞ Σýνοδο στη Πüλη, στην οποßα συμμετεßχαν 150 Επßσκοποι της ΑνατολÞς. ΜετÜ το θÜνατο του προεδρεýοντος επισκüπου, ΜελÝτιου της Αντιοχεßας, ο Γρηγüριος Ýγινε πρüεδρος (ηγÝτης) του Συνεδρßου. Ελπßζοντας να ενþσει τη Δýση και την ΑνατολÞ, ο Γρηγüριος πρüτεινε την αναγνþριση του Παυλßνου ως ΠατριÜρχη της Αντιοχεßας. Οι Αιγýπτιοι κι οι Μακεδüνες επßσκοποι, που υποστÞριζαν τον ΜÜξιμο, Ýφθασαν αργÜ στη Σýνοδο, δεν υποστÞριξαν την Üποψη του Γρηγορßου και θεωροýσαν πþς κÝρδισε τη θÝση του με νοθεßα. ΚαταπονημÝνος και φοβοýμενος πþς θα 'χανε την εμπιστοσýνη του ΑυτοκρÜτορα και των επισκüπων, ο Γρηγüριος, αντß να επιμεßνει στη θÝση του, αποφÜσισε να παραιτηθεß:
ΑφÞστε να εßμαι σαν τον ΠροφÞτη ΙωνÜ! ¹μουν υπεýθυνος για την καταιγßδα, αλλÜ θα θυσιαστþ για να σþσω το πλοßο. Δεν Þθελα να αναλÜβω τον θρüνο και με χαρÜ θα τον αφÞσω.
Σüκαρε το Συμβοýλιο με την απüφαση του να παραιτηθεß και ζητοýσε απεγνωσμÝνα απü τον ΑυτοκρÜτορα να δεχθεß την παραßτηση του. Ο ΑυτοκρÜτορας, συγκινημÝνος απü την ομιλßα του Γρηγορßου, τον χειροκρüτησε και δÝχθηκε την παραßτηση του. Το Συμβοýλιο ζÞτησε απü τον Γρηγüριο να παραστεß ακüμα μια φορÜ για την αποχαιρετιστÞρια τελετÞ. ΕπιστρÝφοντας στην Καππαδοκßα, ο Γρηγüριος Ýγινε ξανÜ Επßσκοπος της Ναζιανζοý. ΠÝρασε τα επüμενα χρüνια παλεýοντας με τους αιρετικοýς του Αρειανισμοý και με την αρρþστια του. ¢ρχισε να γρÜφει το De Vita Sua, το αυτοβιογραφικü του ποßημα. Στα τÝλη του 383, η υγεßα του Γρηγορßου χειροτÝρευσε και τη θÝση του ανÝλαβε ο ΕυλÜλιος. Αφοý πÝρασε μερικÜ χρüνια ειρÞνης στο οικογενειακü του κτÞμα, ο Γρηγüριος πÝθανε στις 25 Ιανουαρßου 390.
Σε üλη τη ζωÞ του ο Γρηγüριος αντιμετþπισε διÜφορες Üκαμπτες επιλογÝς. Αν θα Ýπρεπε να ακολουθÞσει τις μελÝτες ως ρÞτορας Þ φιλüσοφος; Η ζωÞ του μοναχοý θα Þταν καλýτερη απü αυτÞ του δημüσιου προσþπου; ¸πρεπε να ακολουθÞσει τη ζωÞ που Þθελε Þ τη ζωÞ που Þθελαν ο πατÝρας του και ο Βασßλειος; Ο Γρηγüριος καταγρÜφει πþς αυτÝς οι διαφορÝς τον βασÜνιζαν. Ο ¢γιος Γρηγüριος εßναι κυρßως γνωστüς για τη συνεισφορÜ του στον τομÝα της Πνευματολογßας, της θεολογßας σχετικÜ με το ¢γιο Πνεýμα. Ο Γρηγüριος Þταν ο 1ος, που προσπÜθησε να εξηγÞσει, με τον τρüπο της πομπÞς, τις σχÝσεις του Πνεýματος και της Θεüτητας: «Το ¢γιο Πνεýμα εßναι πραγματικü Πνεýμα, το οποßο Ýρχεται απü τον ΠατÝρα...» Αν και δεν εξÞγησε τελεßως την Ýννοια, θα διαμüρφωνε τις μετÝπειτα σκÝψεις για το ¢γιο Πνεýμα. Τüνισε üτι ο Χριστüς δεν Ýπαυσε να εßναι Θεüς üταν Ýγινε Üνδρας και üτι δεν Ýχασε κανÝνα θεßο χαρακτηριστικü του üταν πÞρε την ανθρþπινη μορφÞ. ΔιακÞρυξε επßσης την αιωνιüτητα του Αγßου Πνεýματος, λÝγοντας üτι οι ενÝργειες του Πνεýματος Þταν κρυμμÝνες στη ΠαλαιÜ ΔιαθÞκη αλλÜ Ýγιναν γνωστÝς μετÜ την ΑνÜληψη του Χριστοý και την ΠεντηκοστÞ.
Σε αντßθεση με τη θεωρßα του Νεο-Αρειανισμοý üτι ο Υιüς Þταν ανüμοιος του Πατρüς και τη θεωρßα του Ημι-Αρειανισμοý üτι ο Υιüς Þταν ομοιοýσιος του Πατρüς, ο Γρηγüριος υποστÞριξε το δüγμα της ομοουσßας. Οι ΠατÝρες της Καππαδοκßας υποστÞριξαν πþς η φýση του Θεοý εßναι Üγνωστη στον Üνθρωπο - εξÞγησαν την Ýννοια της υποστÜσεως και πþς ο Χριστüς Þταν η εικüνα του Θεοý. ΜερικÜ θεολογικÜ Ýργα του Γρηγορßου υποστÞριζαν, üπως και ο φßλος του Γρηγüριος Νýσσης, την αποκατÜσταση, σýμφωνα με την οποßα ο Θεüς θα Ýφερνε üλα τα δημιουργÞματα του σε αρμονßα στο ΟυρÜνιο Βασßλειο. Αυτü οδÞγησε τους θεολüγους του 19ου αι., Φßλιπ Σχαφ και Ζ. Β. ΧÜνσον, να περιγρÜψουν τη θεολογßα του Γρηγορßου καθολικÞ. Αρκετοß σýγχρονοι θεολüγοι, üπως ο Τζον Σαχς, δÞλωσαν πþς ο Γρηγüριος Ýβλεπε μπροστÜ απü την αποκατÜσταση, αλλÜ με συντηρητικü τρüπο. Ωστüσο, δεν εßναι τελεßως αποδεκτü üτι ο Γρηγüριος πραγματοποßησε το δüγμα της αποκατÜστασης.
¹ταν γνωστüς üχι μüνο ως θεολüγος, αλλÜ κι ως Üνθρωπος των γραμμÜτων, καθþς επßσης και ως ποιητÞς, αφοý Ýγραψε αρκετÜ ποßηματα με θεολογικÜ και ηθικÜ θÝματα. Ολüκληρο το üγδοο βιβλßο της ΠαλατινÞς Ανθολογßας απαρτßζεται απü επιγρÜμματÜ του, 254 τον αριθμü, ενþ ακüμη δýο επιγρÜμματÜ του (Ι 51 και 92) περιλαμβÜνονται στο πρþτο βιβλßο. Ο μεγαλýτερος ανιψιüς του Γρηγορßου, Νικüδουλος επεξεργÜστηκε κι εξÝδωσε πολλÜ απü τα Ýργα του. Ο εξÜδελφüς του, ΕυλÜλιος, δημοσßευσε αρκετÜ Ýργα του Γρηγορßου το 391. Το 400 ο Ρουφßνιος Üρχισε να μεταφρÜζει τα Ýργα του Γρηγορßου στα λατινικÜ. Τα Ýργα του θεωρÞθηκαν Ýγκυρα στη Σýνοδο της ΕφÝσου το 431. Το 451, Ýλαβε το üνομα Θεολüγος, στη Σýνοδο της Χαλκηδüνας -Ýνα τßτλο που κατεßχαν κι ο Απüστολος ΙωÜννης κι ο Συμεþν ο ΝÝος Θεολüγος. Οι συνεισφορÝς του Γρηγορßου στη ΤριαδικÞ θεολογßα επηρÝασαν και τις ΔυτικÝς εκκλησßες. Ο Πωλ Τßλλιχ θεωρεß πþς ο Γρηγüριος ο Θεολüγος δημιοýργησε τη φüρμουλα για το δüγμα της Αγßας ΤριÜδας.
ΜετÜ τον θÜνατο του, ο ¢γιος Γρηγüριος τÜφηκε στη Ναζιανζü. Τα λεßψανα του μεταφÝρθηκαν, το 950, στην Εκκλησßα των ¢γιων Αποστüλων στην Κωνσταντινοýπολη. ¸να μÝρος των λειψÜνων ελÞφθησαν απü την Κωνσταντινοýπολη απü τους Σταυροφüρους κατÜ τη διÜρκεια της Δ' Σταυροφορßας, το 1204, και μεταφÝρθηκαν στη Ρþμη. Στις 27 Νοεμβρßου 2004, τα λεßψανα του Γρηγορßου και του ΙωÜννη Χρυσüστομου επιστρÜφηκαν στην Κωνσταντινοýπολη. Γýρω στα 12 χλμ Ýξω απü την πüλη τÞς ΚαβÜλας, βρßσκεται Ýνα πανÝμορφο παραθαλÜσσιο χωριü η ΝÝα ΚαρβÜλη, και εßναι δημιοýργημα εδþ και ογδüντα Ýξι χρüνων ξεριζωμÝνων ανθρþπων απü τα βÜθη τÞς ΜικρÜς Ασßας. Στην μÝση τοý χωριοý βρßσκεται η εκκλησßα τοý Αγßου Γρηγορßου τοý Θεολüγου. ΕπÝλεξαν δε να κτßσουν την νÝα τους εκκλησßα στο κÝντρο τοý χωριοý για να δßνουν ισομερþς την ßδια προστασßα στα ΙερÜ λεßψανα των Αγßων. Ο ¢γιος Γρηγüριος ο Θεολüγος Þ Ναζιανζηνüς γεννÞθηκε στÜ βÜθη τÞς ΜικρÜς Ασßας, στÞν κωμüπολη Ναζιανζü Þ Ανζιανζü τÞς Καππαδοκßας, το 329 μ.Χ., απü τον πατÝρα του Γρηγüριο ποý Þταν επßσκοπος στην Ναζιανζü και την υπÝροχη μητÝρα του Νüννα η οποßα τοý Ýδωσε τα μÝγιστα για την θρησκευτικÞ και πνευματικÞ του οντüτητα. ¸κανε θρησκευτικÝς και φιλοσοφικÝς σπουδÝς επß σειρÜ ετþν στην ΚαισÜρεια, στην ΑλεξÜνδρεια τÞς Αιγýπτου, και στην ΑθÞνα. Απü αυτÝς τις πüλεις τρεις μεγÜλες φιλßες αναπτýχθηκαν, με τον ¢γιο Αντþνιο, τον ¢γιο ΑθανÜσιο, και στην ΑθÞνα με τον Βασßλειο τον ΜÝγα, üπου διατÞρησε στενοýς φιλικοýς δεσμοýς στο υπüλοιπο τοý βßου τους. ΛÜτρεις και οι δυο τÞς Þρεμης ζωÞς ζοýσαν ασκητικÜ στον Πüντο. Ο ¢γιος Γρηγüριος διατÝλεσε το Ιερατικü αξßωμα τοý ΠατριÜρχη Κων/πüλεως και συντÝλεσε τα μÝγιστα για την εξüντωση τþν αιρετικþν τÞς εποχÞς. ¢φησε στην Χριστιανοσýνη πολλÜ πνευματικÜ Ýργα, επιστολÝς, συγγρÜμματα, και ποιÞματα. ¸φυγε απü τον βßον τοýτον το 390 μ.Χ. Η Αγßα μνÞμη του τιμÜται στις 25 Ιανουαρßου και στις 30 Ιανουαρßου των τριþν Ιεραρχþν.
Το ποιητικü Ýργο του εßναι πολý μεγÜλο. ¸χουνε σωθεß 407 ποιÞματÜ του (περßπου 17000 στßχοι), σχεδüν üλα τους γραμμÝνα προς το τÝλος της ζωÞς του. Τα ποιÞματα ποικßλουν στο περιεχüμενο, τη μετρικÞ και την Ýκταση. Χωρßζονται σε 3 βασικÝς κατηγορßες: ¸πη, επιτÜφια ποιÞματα και διÜφορα επιγρÜμματα. ΕξαιρετικÜ σημαντικÜ εßναι τα 254 επιγρÜμματÜ του που üλα σχετßζονται εßτε με νεκροýς εßτε με ζητÞματα που προÝκυψαν απü τον θÜνατο αγαπημÝνων προσþπων. Τα 10 επιγρÜμματα που αναφÝρονται στον Μ. Βασßλειο αναδεικνýουν τη στενÞ φιλßα των δýο ιεραρχþν. Το ποιητικü λεξιλüγιο που χρησιμοποιεß ο Γρηγüριος σε αυτÜ τα επιγρÜμματα παραπÝμπουνε κατ’ ευθεßαν στην αρχαιοελληνικÞ γραμματεßα (στον ¼μηρο, στους αρχαßους τραγικοýς Αισχýλο, ΣοφοκλÞ, Ευριπßδη, στον Ηρüδοτο, στον Πßνδαρο κ.Ü). Τα ποιÞματÜ του διαπνÝονται απü μια τÜση ενδοσκüπησης αλλÜ κι απαισιοδοξßας.
ΓνωμικÜ τετρÜστιχα
Να μη διδÜσκεις Þ να διδÜσκεις με τον τρüπο σου.
Μη με το Ýνα χÝρι τραβÜς και απωθεßς με το Üλλο.
Θα χρειαστεßς λιγüτερα λüγια πρÜττοντας üσα πρÝπει.
Ο ζωγρÜφος διδÜσκει πιο πολý με τις ζωγραφιÝς του.
ΚυνÞγα τη δüξα, üχι την üποια κι üχι υπερβολικÜ.
Ανþτερος να εßσαι απ'το να φαßνεσαι. Αν εßσαι δßχως μÝτρο
μην κυνηγÜς την κοýφια, μÞτε τη νεανικÞ.
Τι κερδßζει ο πßθηκος αν περνÜ για λιοντÜρι.
Αν καλοταξιδεýεις, μην πεις μεγÜλο λüγο προτοý δÝσεις.
ΚοντÜ στο λιμÜνι βοýλιαξε καλοτÜξιδο πλεοýμενο
κι Üλλοι σþθηκαν περνþντας μεγÜλη τρικυμßα.
Να, μια ασφÜλεια: μην περιγελÜς τις τýχες των Üλλων.
Τßποτα μÞ θεωρεßς ισÜξιο με τον πιστü φßλο,
που δεν τον Ýφερε το ποτÞρι κι η ταραχÞ του καιροý·
αλλÜ αυτüς δεν χαρßζει παρÜ μüνο üτι μας συμφÝρει.
Αναγνþριζε üρια της Ýχθρας, üχι üμως της φιλßας.
ΕπιγρÜμματα
Για τη μητÝρα του Νüννα
Πþς λýθηκαν τα ωραßα γüνατα της Νüννης; Πþς κλεßστηκαν τα χεßλη;
Πþς απü τα μÜτια δεν τρÝχουν δÜκρυα; ¢λλοι τþρα βογγοýν στον
τÜφο, ενþ η Αγßα ΤρÜπεζα δεν Ýχει τους καρποýς των γενναιüδωρων
χεριþν σου. Το μÝρος Ýχει ερημþσει απü την αγνÞ παρουσßα σου
καß οι ιερεßς δεν θα τοποθετοýν το τρεμουλιαστü χÝρι τους στο κεφÜλι σου.
ΧÞρες κι ορφανÜ, τι θα κÜνετε; Οι παρθÝνες κι οι καλοπαντρεμÝνες,
κüψτε τα μαλλιÜ σας. Σε αυτÝς πÜντοτε, με χαρÜ Ýφερνε
κÜθε εßδους βοÞθεια üταν ζοýσε, μÝχρις üτου
Üφησε το ρυτιδιασμÝνο σþμα της στο ναü.
Για τον φßλο του Βασßλειο
Παλαιüτερα εßχα την πεποßθηση üτι το σþμα ζει ξÝχωρα
απü την ψυχÞ παρÜ εγþ χωρßς εσÝνα, Βασßλειε,
αγαπημÝνε υπηρÝτη του Χριστοý. Εγþ üμως Üντεξα καß
παρÝμεινα. Γιατß καθυστεροýμε; Δε θα με τοποθετÞσεις Üραγε,
σηκþνοντÜς με στον ουρανü, στον χορü των μακαρßων ανθρþπων;
Μη με εγκαταλεßψεις, μη, στον τÜφο σου ορκßζομαι. Δεν θα
σε λησμονÞσω ποτÝ, ακüμη κι αν το θÝλω.
Αυτüς εßναι ο λüγος του Γρηγορßου.
¸νας εßναι ο Θεüς που απü ψηλÜ κυβερνÜ. ¸ναν Üξιο ιαρχιερÝα
γνþρισε η γενιÜ μας: εσÝνα Βασßλειε, βροντüφωνο αγγελιοφüρο
της αλÞθειας, φωτεινü οφθαλμü των Χριστιανþν, που λÜμπει με τα
κÜλλη της ψυχÞς, δüξα μεγÜλη του Πüντου καß της Καππαδοκßας.
Σε ικετεýω ακüμη καß τþρα, να σταθεßς για χÜρη του κüσμου,
φÝρνοντας τα δþρα σου.
Αχ κουβÝντες, αχ κοινü σπßτι φιλßας, αχ αγαπημÝνη
ΑθÞνα, αχ συμφωνßες του θεÜρεστου βßου στα ξÝνα!
ΜÜθετε πως ο Βασßλειος πÞγε στον ουρανü, üπως
επιθυμοýσε, ενþ ο Γρηγüριος παραμÝνει στη γη
κρατþντας το στüμα του φιμωμÝνο.
Ο ¢γιος Γρηγüριος, üπως προανεφÝρθηκε, γεννÞθηκε κι Ýζησε μεγÜλο μÝρος τοý βßου του στην περιοχÞ τÞς Καππαδοκßας. Εκεß, üταν απεβßωσε στο χωριü ΓκÝλβερι (Þ ΚαρβÜλη Þ ΚαρβÜλλα ), κτßσθηκε προς τιμÞν του, απü μετανÜστες τοý ΓκÝλβερι, Ορθüδοξη ΧριστιανικÞ εκκλησßα. Το καμπαναριü τÞς εκκλησßας δþρισαν κÜτοικοι τÞς Οδησσοý, και το ξυλüγλυπτο τÝμπλο της το Ýκανε δþρο στην εκκλησßα ο ΤσÜρος Νικüλαος Α´. Εκεß φυλασσüταν στο χωριü ΓκÝλβερι απü το 390 μ.Χ. το Ιερü σκÞνωμα τοý Αγßου, μαζß και τα Üγια λεßψανα τοý πατÝρα του Γρηγορßου Μητροπολßτου Ναζιανζοý, ως το 1923-1924. Εκεßνα τα δυσοßωνα χρüνια τÞς ΜικρασιατικÞς καταστροφÞς, με την ανταλλαγÞ των πληθυσμþν, οι ξεριζωμÝνοι Γκελβεριþτες Ýσωσαν απü τον Ναü τους üλα τα τιμαλφÞ, üμορφες εικüνες, ασημÝνια καντÞλια, και τα ¢για λεßψανα των Αγßων και τα μετÝφεραν με καρÜβι στην νÝα τους πατρßδα, στην ΕλλÜδα στην περιοχÞ τÞς ΚαβÜλας, στη ΝÝα ΚαρβÜλη.
Προς τιμÞν τοý Αγßου και μεγÜλου ΙερÜρχη χτßσθηκε εδþ Ναüς, ο οποßος εßναι ιδßου αρχιτεκτονικοý ρυθμοý, üπως τοý ΓκÝλβερι τÞς ΜικρÜς Ασßας. Ο Ναüς εßναι αφιερωμÝνος στον διαπρεπÞ λüγιο Γρηγüριο Θεολüγο Þ Ναζιανζηνü και απü το 1924 φυλÜσσεται εδþ το σεπτü σκÞνωμα του. ΚÜθε χρüνο παραμονÞ τÞς εορτÞς του στις 24 Ιανουαρßου γßνεται ΜÝγας Εσπερινüς, και στην συνÝχεια Αγρυπνßα. ΑνÞμερα τÞς εορτÞς του στις 25 Ιανουαρßου το πρωß τελεßται Θεßα λειτουργßα και γßνεται περιφορÜ τοý σεπτοý σκηνþματος στα δρομÜκια τοý χωριοý. Στην συνÝχεια παραμÝνει για το Ιερü προσκýνημα στον πρüναο τÞς εκκλησßας þσπου να περÜσει και ο τελευταßος πιστüς. Σýμφωνα με το Ρωμαúκü Καθολικü Ημερολüγιο των Αγßων, η μνÞμη του Γρηγορßου της Ναζιανζοý γιορτÜζεται στις 2 Ιανουαρßου. Παλαιüτερα, η μνÞμη του Γρηγορßου εορτÜζονται στις 9 ΜαÀου. Η ΑνατολικÞ Ορθüδοξη κι η ΑνατολικÞ ΚαθολικÞ Εκκλησßα γιορτÜζουν 2 μÝρες τη μνÞμη του ¢γιου Γρηγορßου: στις 25 Ιανουαρßου (ατομικÞ εορτÞ του Γρηγορßου) και στις 30 Ιανουαρßου (εορτÞ των Τριþν Ιεραρχþν). Η Εκκλησßα της Αγγλßας γιορτÜζει τη μνÞμη του Γρηγορßου και του ΜεγÜλου Βασιλεßου στις 2 Ιανουαρßου, ενþ η ΕπισκοπικÞ Εκκλησßα τον τιμÜ στις 9 Μαρτßου.
Ὁ ποιμενικὸς αὐλὸς τῆς Θεολογßας σου,
τὰς τῶν ῥητüρων ἐνßκησε σÜλπιγγας·
ὡς γὰρ τὰ βÜθη Τοῦ Πνεýματος ἐκζητÞσαντι,
καὶ τὰ κÜλλη τοῦ φθÝγματος προσετÝθη σοι.
Ἀλλὰ πρÝσβευε Χριστῷ Τῷ Θεῷ, ΠÜτερ Γρηγüριε,
σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.