Βιογραφικü
O Ζαν-ΝικολÜ-Αρτýρ Ρεμπþ (Jean-Nicolas Arthur Rimbaud, 20 Οκτþβρη 1854 -10 ΝοÝμβρη 1891) Þτανε ΓÜλλος ποιητÞς. Θεωρεßται απü τους μεßζονες εκπροσþπους του συμβολισμοý, με σημαντικÞ επßδραση στη μοντÝρνα ποßηση, παρÜ το γεγονüς πως εγκατÝλειψε οριστικÜ τη λογοτεχνßα στην ηλικßα των 20 ετþν. Απü το σýνολο του Ýργου του ξεχωρßζουν οι ποιητικÝς συλλογÝς ΕκλÜμψεις και Μια ΕποχÞ Στη Κüλαση. Η τελευταßα υπÞρξε το μοναδικü βιβλßο του που δημοσιεýτηκε κατüπιν επιθυμßας κι ενεργειþν του ßδιου, ενþ σημαντικü μÝρος των ποιημÜτων του δημοσιεýτηκαν ενüσω Þταν εν ζωÞ αλλÜ χωρßς τη συγκατÜθεσÞ του Þ εν αγνοßα του.
Θεωρεßται ο 1ος ποιητÞς που επινüησε μιαν επιστημονικÜ πειστικÞ μÝθοδο μεταβολÞς της φýσης της ýπαρξης, ο 1ος που βßωσε τη περιπÝτεια της ομοφυλοφιλßας του ως μοντÝλο κοινωνικÞς αλλαγÞς, αλλÜ κι ο 1ος που αποκÞρυξε τους μýθους απü τους οποßους εξαρτÜται ακüμα η φÞμη του. ΜÝχρι και την ηλικßα των 20, üταν αποφασßζει να εγκαταλεßψει τη λογοτεχνßα, εßχε ταξιδÝψει σε 13 διαφορετικÝς χþρες κι εßχε ζÞσει ως εργοστασιακüς εργÜτης, παιδαγωγüς, επαßτης, λιμενεργÜτης, μισθοφüρος, ναυτικüς, εξερευνητÞς, Ýμπορος, λαθρÝμπορος üπλων, αργυραμοιβüς και, για ορισμÝνους κατοßκους της νüτιας Αβησσυνßας, ως μουσουλμÜνος ΠροφÞτης.
ΓεννÞθηκε στη ΓαλλικÞ αγροτικÞ πüλη Σαρλβßλ των Αρδεννþν, üπου Ýζησε τα νεανικÜ του χρüνια, πριν ξεκινÞσει η πολýχρονη περιπλÜνηση του σε πολυÜριθμες πüλεις της Ευρþπης. Στη διÜρκεια του πολυτÜραχου βßου του ταξßδεψε σε δεκατρεßς διαφορετικÝς χþρες και Ýζησε ως επαßτης, μισθοφüρος, εργÜτης, παιδαγωγüς και ναυτικüς, παρÜλληλα με τη συγγραφικÞ δραστηριüτητα. Στα τελευταßα χρüνια της ζωÞς του, Ýχοντας Þδη εγκαταλεßψει την ποßηση, περιπλανÞθηκε στη Β.Α.ΑφρικÞ üπου εργÜστηκε ως Ýμπορος κι εξερευνητÞς, την ßδια περßοδο που Üρχισε να αναγνωρßζεται το ποιητικü Ýργο του μεταξý των λογοτεχνικþν κýκλων του Παρισιοý.
Ο Ρεμπþ γεννÞθηκε στην αγροτικÞ περιοχÞ Σαρλβßλ (Charleville) των Αρδεννþν στη βορειοανατολικÞ Γαλλßα, κοντÜ στα σýνορα με το ΒÝλγιο. Ο πατÝρας του, Φρεντερßκ Ρεμπþ, Þτανε στρατιωτικüς κι η μητÝρα του, Βιταλß Κυßφ, κüρη εýπορου αγρüτη απ' τη περιοχÞ Ρος (Roche), κοντÜ στη Σαρλβßλ. Οι 2 γνωρßστηκαν σε κονσÝρτο της ορχÞστρας του 47ου ΣυντÜγματος Πεζικοý και παντρεýτηκαν με συνοπτικÝς διαδικασßες, χωρßς ανþφελους συναισθηματισμοýς. Οι αρετÝς που συνüψιζε η 27 ετþν Βιταλß και τις οποßες εκτßμησε ο 38 ετþν λοχαγüς, τουτÝστιν η ανεξÜντλητη εργατικüτητα, το υψηλü αßσθημα ευθýνης κι η Ýμφυτη κλßση προς την οικονομßα, αποδεßχθηκαν ανυπüφορα ελαττþματα κι Ýγιναν η θηλιÜ που Ýσφιξε το λαιμü του, τüσο þστε να εγκαταλεßψει δια παντüς το σπιτικü του, üταν ο Αρτýρ Þταν 6 ετþν.
Τα παιδικÜ χρüνια του Αρθοýρου φÝρουν την επÞρεια της μητρικÞς απολυταρχßας. Η νοητικÞ στενüτητα κι ακαμψßα της κυρßας Ρεμπþ, ο υπερθετικüς εγωισμüς κι η μισαλλοδοξßα της, Ýδεσαν αρμονικÜ με το φαρισαúσμü και τη θρησκευτικÞ σχολαστικüτητα. ΑποτυχημÝνη ως σýζυγος, αποφασßζει να αφοσιωθεß στη διαπαιδαγþγηση των παιδιþν της. Τα παιδιÜ διαβιοýν σε καθεστþς επιτÞρησης, üλα περνÜνε μÝσα απü το κüσκινο της Βιταλß, προπαντüς οι συναναστροφÝς τους. ΑναγκÜζονται μÜλιστα ν' αλλÜζουνε σχολεßα μÝχρι να καταλÞξουνε σε κεßνο που πληροß τα υψηλÜ κριτÞρια επιστημοσýνης και θρησκευτικüτητας που η μητÝρα Ρεμπþ Ýχει θÝσει.
ΠÝρασε το μεγαλýτερο μÝρος της παιδικÞς του ηλικßας στο αγρüκτημα της οικογÝνειας της μητÝρας του στη Ρος, μαζß με τον μεγαλýτερο αδελφü του Φρεντερßκ και τις νεüτερες αδελφÝς του, Βιταλß κι ΙζαμπÝλ. ¼ταν Þταν 6 ετþν, ο πατÝρας του εγκατÝλειψε την οικογÝνεια χωρßς να γυρßσει ποτÝ πßσω. Για τη ρÞξη που προκλÞθηκε μεταξý των γονÝων του, Ýχουν υποστηριχθεß αρκετÝς εκδοχÝς, χωρßς κÜποια απü αυτÝς να μπορεß να αποδειχθεß. Ο Φρεντερßκ Ρεμπþ Ýλειπε συχνÜ απü το σπßτι, εξαιτßας του επαγγÝλματüς του, ενþ κατÜ τις λßγες επισκÝψεις του, ανÜλωνε τον ελεýθερο χρüνο του στη συγγραφÞ. Απü την Üλλη, η μητÝρα του θεωροýσε κÜθε λογοτεχνικü Ýργο ανþφελο, ενþ ο δýσκολος χαρακτÞρας της ενδεχομÝνως να συντÝλεσε στο χωρισμü του ζευγαριοý. ¸να δεßγμα του σκληροý χαρακτÞρα της περιÝγραψε ο ßδιος ο Ρεμπþ στο ποßημÜ του Les Poètes de Sept Ans (Ο επτÜχρονος ποιητÞς), στο οποßο περιγρÜφει τον ποιητÞ με "μÝτωπο γεμÜτο εξογκþματα".
Ανρß ΦαντÝν-Λατοýρ: Βερλαßν (1ος απü αριστερÜ) δßπλα Ρεμπþ (2ος απü αριστερÜ).
ΜετÜ τη φυγÞ του πατÝρα, ο Ρεμπþ και τα 4 αδÝλφια του αναγκÜστηκαν να ζÞσουνε φτωχικÜ και δýσκολα χρüνια, υπü την αυστηρÞ παρουσßα της μητÝρας τους, που φρüντισε με επιμÝλεια για τη μüρφωσÞ τους. Τον Οκτþβρη του 1861, εισÞχθη μαζß με τον αδελφü του στο Ινστιτοýτο ΡοσσÜ, üπου φοßτησε για περßπου 3 Ýτη. Στο διÜστημα αυτü, διακρßθηκε κερδßζοντας πολυÜριθμα αριστεßα κι επαßνους, στα λατινικÜ, στη γραμματικÞ, στην ιστορßα, στη γεωγραφßα, αλλÜ και στην αριθμητικÞ. ΣτερημÝνος απü παιδικÝς παρÝες, λüγω της αυστηρÞς επαγρýπνησης της μητÝρας του, ασχολÞθηκε σχεδüν αποκλειστικÜ με το διÜβασμα και τη μελÝτη. Τον Απρßλη του 1865, μετÜ απü απüφαση της μητÝρας, μεταφÝρθηκε στο ΚολλÝγιο της Σαρλβßλ, üπου σýντομα διακρßθηκε εκ νÝου στα μαθÞματα κι οι ικανüτητÝς του προκÜλεσαν μεγÜλη εντýπωση, μεταπηδþντας απü την Ε' τÜξη του δημοτικοý στη 1η του γυμνασßου. Μεταξý των διακρßσεþν του, ξεχωρßζουν επßσης οι δημοσιεýσεις εργασιþν του στην εφημερßδα της εκπαιδευτικÞς κοινüτητας Moniteur de l'Enseignement Superieur καθþς και πολυÜριθμα βραβεßα που κÝρδιζε σε διαγωνισμοýς των σχολεßων της περιφÝρειας. Στις αρχÝς του επüμενου χρüνου, το ποßημÜ του με τßτλο Les Étrennes des ophelins, δημοσιεýτηκε στην εφημερßδα La Revue pour Tous κι αποτελεß πιθανüτατα Ýνα απü τα καλλßτερα δεßγματα των πρþιμων Ýργων του.
Στο κολλÝγιο της Σαρλεβßλ ο Αρθοýρος θα ανθßσει. Εßναι Ýντεκα χρονþν και η εντýπωση που προξενεß στους καθηγητÝς του εßναι μεγÜλη. ¸νας απü αυτοýς το προαισθÜνεται: «απü εξυπνÜδα Ýχει üση θÝλετε, αλλÜ Ýχει κÜτι μÜτια κι Ýνα χαμüγελο που δε μ’ αρÝσουν καθüλου. Θα Ýχει κακü τÝλος». ΜÝχρι να Ýρθει, λοιπüν, το τÝλος ο Αρθοýρος αρκεßται να σκαρþνει στιχÜκια στα λατινικÜ, να σαρþνει τα πρþτα βραβεßα στις εξετÜσεις και να χÜνεται για þρες ατελεßωτες στα βιβλιοπωλεßα. Το ενδιαφÝρον του κεντρßζουν τα ποιÞματα του περιοδικοý Σýγχρονος Παρνασσüς. Λßγο περισσüτερο στÝκεται σε εκεßνα που Ýχει γρÜψει κÜποιος Πολ Βερλαßν. Το ΓενÜρη του 1870 διορßζεται καθηγητÞς στο κολÝγιο της Σαρλεβßλ ο Ζþρζ ΙζαμπÜρ, Ýνας Üνθρωπος που θα διαδραματßσει σημαντικü ρüλο στη ζωÞ του Ρεμπþ ως μÝντορας και πνευματικüς καθοδηγητÞς. Δανεßζει στον Αρθοýρο βιβλßα, μαζß διεξÜγουν λογοτεχνικÝς συζητÞσεις, εßναι εκεßνος που πρþτος θα διαβÜσει και θα σχολιÜσει τα πρωτüλεια ποιÞματα του καλýτερου μαθητÞ του.
Εδþ στην ηλικßα της 1ης κοινωνßας
Λßγες ημÝρες μετÜ τη δημοσßευση του ποιÞματος, το ΚολλÝγιο της Σαρλβßλ υποδÝχτηκε Ýνα νÝο δÜσκαλο, τον Ζωρζ ΙζαμπÜρ (Georges Izambard), ο οποßος εξελßχθηκε σε Ýνα εßδος λογοτεχνικοý συμβοýλου του Ρεμπþ. Εκεßνος, με τη σειρÜ του, συνÝχιζε να γρÜφει ποßηση και να παρουσιÜζει αντßγραφα των Ýργων του στον ΙζαμπÜρ, ο οποßος με τη σειρÜ του δÜνειζε βιβλßα απü τη προσωπικÞ του συλλογÞ στο μαθητÞ του. Στις πρþιμες λογοτεχνικÝς του συνθÝσεις, Üντλησε στοιχεßα απü την ανθολογßα Le Parnasse contemporain των παρνασσιστþν, στÝλνοντας μÜλιστα Ýνα δικü του ποßημα προς δημοσßευση, με αποδÝκτη τον Τεοντüρ ντε Μπανβßλ, που üμως δεν Ýγινε τελικÜ δεκτü. Στις 19 Ιουλßου 1870 κηρýχθηκε ο Γαλλοπρωσικüς Πüλεμος, με αποτÝλεσμα ο ΙζαμπÜρ να εγκαταλεßψει τη Σαρλεβßλ. Το ΚολλÝγιο της πüλης Ýπαψε να λειτουργεß κατÜ τη διÜρκεια του πολÝμου, γεγονüς που θα 'δινε κι Ýνα οριστικü τÝλος στην επßσημη σχολικÞ εκπαßδευση του Ρεμπþ. Οι πολιτικÝς εξελßξεις σε συνδυασμü με τη φυγÞ του ΙζαμπÜρ, τοý προκαλÝσανε μελαγχολßα και τÜσεις φυγÞς, σημειþνοντας σε μια επιστολÞ προς το δÜσκαλü του: "Η πατρßδα μου ξεσηκþνεται. ΠροσωπικÜ θα προτιμοýσα να τη δω να ξανακÜθεται". Στις 31 Αυγοýστου εγκατÝλειψε το σπßτι του κι επιβιβÜστηκε στο τραßνο, με προορισμü το Παρßσι. Εξαιτßας της αδυναμßας του να καλýψει οικονομικÜ το αντßτιμο του εισιτηρßου, εßχε προμηθευτεß Ýνα για τη συντομþτερη διαδρομÞ μÝχρι το Σαιν ΚεντÝν, ταξιδεýοντας στο υπüλοιπο της διαδρομÞς κρυφÜ. ΚατÜ την ÜφιξÞ του στο Παρßσι Ýγινε αντιληπτüς απü την αστυνομßα, με αποτÝλεσμα να συλληφθεß και να φυλακιστεß.
O Ρεμπþ στη ΧαρρÜρ
Η συσσωρευμÝνη καταπßεση γÝννησε στη ψυχÞ του μια επαναστατικÞ φýση Ýτοιμη να εκραγεß, μια φýση που αποδýεται στην αναζÞτηση της απüλυτης ελευθερßας. Ο γαλλογερμανικüς πüλεμος του 1870 ωθεß τον ΙζαμπÜρ να εγκαταλεßψει τη Σαρλεβßλ κι ο Αρθοýρος, μüνος χωρßς το δÜσκαλο, αποφασßζει να δραπετεýσει στο Παρßσι. Εßναι 16 ετþν. Καθþς δεν Ýχει να πληρþσει τα ναýλα συλλαμβÜνεται και κρατεßται. Ο ΙζαμπÜρ πληρþνει το χρÝος του και τον φιλοξενεß στο Ντουαß. ΠαρÝμεινε εκεß για περßπου 3 εβδομÜδες, εργαζüμενος ως δημοσιογρÜφος της εφημερßδας Liberal du Nord, της οποßας ο ΙζαμπÜρ Þταν εκδüτης. Τις ξÝγνοιαστες μÝρες θα διακüψει η Βιταλß, απαιτþντας την επιστροφÞ του γιοý της στη Σαρλεβßλ. Αρνοýμενος αρχικÜ να επιστρÝψει στη μητÝρα του, η οποßα σε αλληλογραφßα με τον ΙζαμπÜρ τονε κατηγοροýσε για τη φυγÞ του γιου της, επÝστρεψε τελικÜ στη Σαρλβßλ, στις 27 ΣεπτÝμβρη, με συνοδü τον ΙζαμπÜρ. Τα καινοýργια του ποιÞματα Þταν εμπνευσμÝνα απü τις πρüσφατες εμπειρßες του κι επιθυμοýσε να εκδοθοýν με τη βοÞθεια του Πωλ Ντεμενý, τον οποßο εßχε γνωρßσει στο Ντουαß κι Þταν συνιδιοκτÞτης εκδοτικοý οßκου στο Παρßσι. Μια βδομÜδα μετÜ την επιστροφÞ του, εγκατÝλειψε ξανÜ τη Σαρλβßλ με προορισμü αυτÞ τη φορÜ τη βελγικÞ πüλη ΣαρλερουÜ, üπου αναζÞτησε εργασßα στην εφημερßδα Journal de Charleroi, χωρßς üμως επιτυχßα. Επüμενοι σταθμοß της περιπλÜνησÞς του υπÞρξανε το ΦυμÝ, το ΒιρÝ, οι ΒρυξÝλλες και τÝλος το Ντουαß, üπου επισκÝφτηκε εκ νÝου το σπßτι του ΙζαμπÜρ.
Η 1η μÜχη χÜθηκε, üχι üμως κι ο πüλεμος. Ο Αρθοýρος εξαφανßζεται εκ νÝου, πηγαßνει στο ΣαρλερουÜ να γßνει δημοσιογρÜφος, για να καταλÞξει και πÜλι στο σπßτι του ΙζαμπÜρ. Ο τελευταßος αρχßζει να δυσανασχετεß με τον παρÜφορο αυτü νεαρü και οι σχÝσεις των δυο διαρρηγνýονται. Τον στÝλνει πßσω στη μÜνα του. Η επüμενη απüπειρα να ζÞσει στο Παρßσι δεν εßναι περισσüτερο επιτυχημÝνη: φιλοδοξεß να μπει στο λογοτεχνικü κýκλο των παρνασσιστþν, θα βρεθεß ωστüσο να ψÜχνει στα σκουπßδια για φαγητü και να κοιμÜται στις μαοýνες που Þταν αγκυροβολημÝνες στις üχθες του ΣηκουÜνα. ΞανÜ πßσω.
O Ρεμπþ επÝστρεψε στο Παρßσι και θεωρεßται πιθανü πως βρÝθηκε εκεß στο αποκορýφωμα των γεγονüτων της Κομμοýνας, στα τÝλη Απρßλη του 1871. Η σχÝση του με τη παρισινÞ Κομμοýνα εßναι εν γÝνει αμφιλεγüμενη, üπως και το αν βρισκüτανε στη πüλη κατÜ τη διÜρκειÜ της, ωστüσο κÜτι τÝτοιο φαßνεται να βεβαιþνεται απü ισχυρισμοýς του Βερλαßν, καθþς και απü αστυνομικÞ Ýκθεση του 1873, σýμφωνα με την οποßα Þταν μÝλος των ατÜκτων της Κομμοýνας. 3 ποιÞματÜ του θεωροýνται επηρεασμÝνα απü αυτÞ και πρüκειται για τα L’Orgie parisienne, Les Mains de Jeanne-Marie και Chant de guerre parisien. Πιθανþς απογοητευμÝνος απü τις αντßξοες εμπειρßες του, ο Ρεμπþ Ýστειλε στις 13 ΜÜη 1871, απü τη Σαρλβßλ, επιστολÞ στον ΙζαμπÜρ που περιεßχε επßσης το ποßημα Le Cœur volé (ΚλεμμÝνη καρδιÜ). Το γρÜμμα προκÜλεσε την αντιπÜθεια του πρþην δασκÜλου του, που θα το χαρακτÞριζε αργüτερα ως κακüηθες στ' απομνημονεýματÜ του. 2 μÝρες αργüτερα, Ýγραψε μßα 2η σημαντικÞ μακροσκελÞ επιστολÞ στον Πωλ Ντεμενý, γνωστÞ ως η ΕπιστολÞ του προφÞτη (Lettre du voyant), στην οποßα εξÝθετε το ποιητικü του üραμα και τις αισθητικÝς του θεωρßες, αναφερüμενος στο ρüλο του ποιητÞ ως προφÞτη και της ßδιας της ποßησης ως Ýνα μÝσο που θα Ýπαυε να συμβαδßζει με τη πραγματικüτητα αλλÜ θα τη ξεπερνοýσε.
ΚÜτω απü τη πßεση της μητÝρας του να βρει μßα εργασßα, προσπÜθησε ν' ανακτÞσει την επαφÞ του με το λογοτεχνικü κüσμο του Παρισιοý, ελπßζοντας στη βοÞθεια των παρνασσιστþν. Την ßδια περßοδο, καθοριστικÞ υπÞρξε η γνωριμßα του με τον Σαρλ ΜπρετÜν, ο οποßος εßχε γνωρßσει παλαιüτερα τον Πωλ Βερλαßν και προσφÝρθηκε να του συστÞσει τον νεαρü ποιητÞ. Ο Ρεμπþ, με τη σειρÜ του, Ýγραψε Ýνα οικεßο κι αυτοβιογραφικü γρÜμμα στο Βερλαßν, δηλþνοντας Ýνθερμος θαυμαστÞς του και τονßζοντας την επιθυμßα του να εγκατασταθεß στο Παρßσι, εσωκλεßοντας επßσης μερικÜ απü τα ποιÞματÜ του.
Η απÜντηση εßναι λυτρωτικÞ για τον Αρθοýρο: τον προσκαλεß στο Παρßσι, τον περιμÝνει! Το üνειρο του γßνεται πραγματικüτητα, θα γßνει Ýνας απü τους παρνασσιστÝς. ΠρÝπει ωστüσο να κÜνει καλÞ εντýπωση, να ετοιμÜσει κÜτι εξαιρετικü για τη 1η συνÜντηση με τους καινοýργιους του συντρüφους, Ýνα Ýργο ενδεικτικü του ποιητικοý του διαμετρÞματος. ΣυνθÝτει το αριστουργηματικü ΜεθυσμÝνο ΚαρÜβι, το οποßο γßνεται δεκτü με ενθουσιασμü. Ο Αρθοýρος δεν εßναι οýτε 18 ετþν.
Ο Βερλαßν, εξßσου γοητευμÝνος απü το Ýργο του Ρεμπþ, φρüντισε για την εγκατÜσταση του στο σπßτι του ßδιου, συγκεντρþνοντας επßσης Ýνα χρηματικü ποσü για την κÜλυψη των εξüδων του ταξιδιοý του. Ο Ρεμπþ ενσωματþθηκε για Ýνα διÜστημα στον κýκλο των παρνασσιστþν, ενþ σε ολüκληρο το διÜστημα της διαμονÞς του στο Παρßσι, προκαλοýσε με τη συμπεριφορÜ του την λογοτεχνικÞ ελßτ της εποχÞς, διÜγοντας Ýκλυτο βßο. Ο ποιητÞς Λεüν ΒαλÜντ περιÝγραψε τη παρουσßα του Ρεμπþ σε μßα επιστολÞ στις 5 Οκτþβρη του 1871, γρÜφοντας:
"ΜεγÜλα χÝρια, μεγÜλα πüδια, αληθινÜ παιδικü πρüσωπο που θα μποροýσε κÜλλιστα να ανÞκει σε 13χρονο, βαθυγÜλανα μÜτια, μÜλλον Üγρια παρÜ συνεσταλμÝνα -αυτüς εßναι ο νεαρüς που με τη φαντασßα του, τις εκπληκτικÝς δυνατüτητες και την αχρειüτητÜ του Ýχει συναρπÜσει Þ φοβßσει üλους τους φßλους μας".
Τον αρχικü ενθουσιασμü διαδÝχεται μια βαθμιαßα αποστροφÞ, απüτοκη του χαρακτÞρα και της συμπεριφορÜς που ο Αρθοýρος, σκüπιμα Þ μη, επιδεικνýει. Οι παρνασσιστÝς κÜνουν ü,τι μποροýν, φιλοξενοýν εκ περιτροπÞς τον Ρεμπþ, οργανþνουν ερÜνους για να καλýψουν τα ÝξοδÜ του, üμως το παιδß θαýμα μοιÜζει ασυγκßνητο: εßναι βαρýς, δýσθυμος, απρüσιτος, επιθετικüς. ΑχÜριστος Üνθρωπος. Στο εξÞς üλοι θα τον αποφεýγουν. ¼λοι εκτüς απü Ýναν. Ο Βερλαßν, 27 ετþν τüτε, παντρεμÝνος με παιδß, θα ερωτευθεß το Ρεμπþ. Μαζß επιδßδονται σε κÜθε λογÞς ασωτßες, τριγυρßζοντας στα καφÝ και τις μπιραρßες, και πßνοντας χασßς και αψÝντι. Η Ματßλντη Βερλαßν οσφραßνεται üτι κÜτι δεν πÜει καλÜ και αποφασßζει να διεκδικÞσει τον Üντρα της. Εγκαταλεßπει το σπßτι θÝτοντας ως μοναδικü üρο για την επιστροφÞ της την απομÜκρυνση του Ρεμπþ απü το Παρßσι. Ο Βερλαßν, Üνθρωπος που περιγρÜφεται γενικÜ ως Üβουλος, υπερευαßσθητος κι ευσυγκßνητος, υπαναχωρεß και ζητÜ, συντετριμμÝνος, απü τον Ρεμπþ να φýγει για λßγο απü κοντÜ του. ΝτροπιασμÝνος και γεμÜτος μßσος για την Ματßλντη ο Αρθοýρος φεýγει, σχεδιÜζοντας παρÜλληλα την εκδßκησÞ του. ΠρÜγματι, θα ακολουθÞσει μια τρομερÞ διελκυστßνδα με τον Βερλαßν να Üγεται και να φÝρεται ανÜμεσα στη νüμιμη σýζυγü του και τον παρÜνομο ÝρωτÜ του, Ýρμαιο στις ορÝξεις αμφοτÝρων.
Στην ησυχßα της Σαρλεβßλ ο Ρεμπþ ξαναπιÜνει την πÝνα του. Η μυστικÞ αλληλογραφßα που διατηρεß με τον Βερλαßν δεßχνει πως μεθοδεýει την επιστροφÞ του στο Παρßσι, ωστüσο η τελευταßα δεν εßναι üπως την φαντÜζεται. Ο Βερλαßν, φοβοýμενος τη Ματßλντη, φροντßζει να τον κρατÞσει σε κÜποια απüσταση. ΠροδομÝνος κι εξαπατημÝνος ο Ρεμπþ σκÝπτεται να αναχωρÞσει για το ΒÝλγιο. Το πρωß της αναχþρησης συναντÜ τυχαßα τον Βερλαßν και του ανακοινþνει το πλÜνο του. "Φεýγω κι εγþ μαζß σου!" εßναι η απÜντηση του Βερλαßν. Η Ματßλντη θα καταφÝρει να ξετρυπþσει τους δυο εξüριστους και θα μεταβεß στις ΒρυξÝλλες για να μεταπεßσει τον Üντρα της. Ο Βερλαßν Ýχει πÜρει την απüφαση του, ανÞκει στον Αρθοýρο: "αγαπιüμαστε σαν τßγρεις", θα πει στη Ματßλντη δεßχνοντας το στÞθος του, γεμÜτο χαρακιÝς και σημÜδια απü τις μαχαιριÝς του Ρεμπþ.
Ο ΣεπτÝμβρης του 1872 βρßσκει τους 2 ποιητÝς στο Λονδßνο να διÜγουνε βßον Ýκλυτο, ενßοτε üμως παραγωγικü. Εκεß ο Αρθοýρος θα συνθÝσει τις ΕκλÜμψεις, Ýνα σýνολο πεζþν ποιημÜτων, κι ο Βερλαßν τις ΡομÜντζες χωρßς λüγια. Εßναι η ηρεμßα πριν απü την καταιγßδα. Τα χρÞματα Ýχουνε τελειþσει. Η Ματßλντη σÝρνει τον Βερλαßν στα δικαστÞρια, προσÜπτοντας του τη κατηγορßα της ομοφυλοφιλßας και της αποπλÜνησης ανηλßκου. Η μητÝρα Ρεμπþ ενημερþνεται για την ανßερη σχÝση κι αξιþνει να της φÝρουν πßσω το γιο της. Ο Αρθοýρος, για πολλοστÞ φορÜ, αναγκÜζεται να επιστρÝψει στη Σαρλεβßλ και κατüπιν στο οικογενειακü αγρüκτημα της Ρος. Εκεß συλλαμβÜνει την ιδÝα ενüς βιβλßου το οποßο θα διηγεßται τη περιπÝτεια του. Πρüκειται για το Ýργο του Μια εποχÞ στην Κüλαση, το Ýνα και μοναδικü βιβλßο που εξÝδωσε με τη θÝλησÞ του. Εßναι 19 ετþν.
Η Ýνδοξη πορεßα του δεν εßχε ωστüσο μεγÜλη διÜρκεια, κυρßως εξαιτßας της αντικοινωνικÞς και προκλητικÞς συμπεριφορÜς του, που συνδýαζε 2 διαφορετικοýς χαρακτÞρες, του ομοφυλüφιλου και του αναρχικοý κι οι 2 ιδιαßτερα απωθητικοß στη 10ετßα του 1870. Το ΜÜρτη του 1872, εγκαταστÜθηκε για Ýνα διÜστημα στο σπßτι της μητÝρας του στη Σαρλβßλ, μετÜ απü παρüτρυνση του Βερλαßν που επιθυμοýσε να σþσει το γÜμο του, που 'χε οδηγηθεß σε διÜλυση εξ αιτßας της ερωτικÞς σχÝσης του με τον Ρεμπþ. Τον Ιοýλιο του ßδιου Ýτους, ο Βερλαßν εγκατÝλειψε τη σýζυγο και το γιο του, ταξιδεýοντας μαζß με το Ρεμπþ, αρχικÜ στο ΒÝλγιο και κατüπιν στο Λονδßνο. Στην αγγλικÞ πüλη, συνÝθεσε μßα σειρÜ πεζþν ποιημÜτων που αργüτερα συγκροτÞσανε τη συλλογÞ ΕκλÜμψεις (Les Illuminations), που ανÞκει στα σημαντικþτερα Ýργα του. Τον Απρßλη του 1873, επισκÝφθηκε την οικογÝνειÜ του στη Σαρλβßλ. Στο αγρüκτημα της Ρος, ξεκßνησε να επιμελεßται το 1ο σχεδßασμα για το Μια εποχÞ στη κüλαση, το μοναδικü Ýργο που εξÝδωσε ο ßδιος και το βιβλßο που επρüκειτο να του χαρßσει την αναγνþριση.
Ο ΜÜης του 1873 ξαναβρßσκει τους 2 ποιητÝς στο Λονδßνο να προσπαθοýν να επιβιþσουν παραδßδοντας μαθÞματα γαλλικþν. Οι ψßθυροι για το βαθμü της οικειüτητας που μοιρÜζονται Ýχουνε μετατραπεß τþρα σε φωνÝς διαμαρτυρßας. Οι καλλιτεχνικοß κýκλοι του Λονδßνου τους απορρßπτουνε. Εßναι κι επισÞμως απüβλητοι, αποσυνÜγωγοι.. Τη σχÝση τους διακρßνει η Ýνταση: "τυλßγουν σε μια πετσÝτα λÜμες κοφτερÝς, που τις κρατÜνε με τÝτοιο τρüπο þστε να ξÝχουν μüνον οι Üκρες τους, και στοχεýουνε στο πρüσωπο Þ στο λαιμü". Δια στüματος Ρεμπþ: "πολλÝς νýχτες με διακατεßχε Ýνας δαßμονας, κυλιüμαστε κÜτω παλεýοντας". Ο Βερλαßν δεν αντÝχει Üλλο, βρßσκει μια πρüφαση, εγκαταλεßπει τον Ρεμπþ και τραβÜει για τις ΒρυξÝλλες. Ο Αρθοýρος πηγαßνει να τον βρει και, στις 10 Ιουλßου, το δρÜμα αγγßζει την κορýφωσÞ του: ο Βερλαßν, σε κατÜσταση μÝθης, θα πυροβολÞσει τον Ρεμπþ δυο φορÝς πετυχαßνοντας τον στον αριστερü πνεýμονα (στο αριστερü χÝρι σýμφωνα με Üλλους). Θα συλληφθεß και θα καταδικαστεß σε δυο χρüνια φυλÜκιση.. Νοσηλεýτηκε για λßγες μÝρες στο νοσοκομεßο Σαιν Ζαν των Βρυξελλþν κι αργüτερα εγκαταστÜθηκε εκ νÝου στη Ρος, üπου ολοκλÞρωσε το Μια εποχÞ στη κüλαση, Ýργο σε μεγÜλο βαθμü εξομολογητικü. Το βιβλßο τυπþθηκε με χρηματοδüτηση της μητÝρας του, σε τυπογραφεßο των Βρυξελλþν, αν κι ελÜχιστα αντßτυπα κυκλοφüρησαν αρχικÜ. Ο Ρεμπþ παρÝλαβε περßπου 10, απü τα συνολικÜ 500 που 'χε παραγγεßλει, τα οποßα μοßρασε σε οικεßα πρüσωπα κι Üλλους λογοτÝχνες, ωστüσο δεν πλÞρωσε για τα υπüλοιπα. ΜÝχρι το 1884, Ýτος δημοσßευσης του Les Poètes maudits (Οι καταραμÝνοι ποιητÝς) του Βερλαßν, δεν εßχανε καταγραφεß αντιδρÜσεις Þ κριτικÝς απÝναντι στο βιβλßο, το οποßο παρÝμενε στην αφÜνεια.
Βερλαßν & Ρεμπþ
Tους μÞνες που ακολοýθησαν την εκτýπωση του Μια ΕποχÞ στη Κüλαση o Ρεμπþ Ýζησε στο Λονδßνο, üπου για Ýνα διÜστημα συγκατοßκησε με τον ποιητÞ Ζερμαßν Νουβþ, ενþ κατÜ τη διÜρκεια των καλοκαιρινþν διακοπþν του 1874, δÝχθηκε την επßσκεψη της μητÝρας του και της αδελφÞς του, Βιταλß. Tην ßδια περßοδο αναζÞτησε επßμονα εργασßα ως δÜσκαλος γαλλικþν. Σýμφωνα με μßα αγγελßα στους Times, βεβαιþνεται πως εργÜστηκε για Ýνα διÜστημα ως δÜσκαλος στη βιομηχανικÞ πüλη του ΡÞντιγκ, üπου θεωρεßται επßσης πιθανü πως επεξεργÜστηκε μÝρος των ΕκλÜμψεων. ΠαρÝμεινε εκεß για περßπου 3 μÞνες, πριν επιστρÝψει στο σπßτι της μητÝρας του, στις 29 ΔεκÝμβρη 1874.
Ο Ρεμπþ αναζητοýσε να ασχοληθεß με πρακτικÞ εργασßα, üπως το εμπüριο Þ τη μηχανολογßα. ΠαρÜλληλα, πßστευε πως η εκμÜθηση χρÞσιμων γλωσσþν θα Þταν Ýν επιπλÝον εφüδιο και για το σκοπü αυτü ταξßδεψε στη ΣτουτγκÜρδη, προκειμÝνου να εξοικειωθεß με τη γερμανικÞ γλþσσα. Θεωρεßται πιθανü πως φοßτησε σε κÜποια σχολÞ της πüλης Þ παρÝδιδε μαθÞματα γαλλικþν κατ' οßκον. Στη ΣτουτγκÜρδη, ο Ρεμπþ συνÜντησε για τελευταßα φορÜ το Βερλαßν, στον οποßο παρÝδωσε τα ποιÞματα που συγκρüτησαν αργüτερα τις ΕκλÜμψεις. Στα τÝλη Απρßλη, εγκατÝλειψε τη Γερμανßα και ξεκßνησε νÝα περßοδος περιπλÜνησης, κατÜ την οποßα ταξßδεψε στο ΜιλÜνο, στο Λιβüρνο (üπου εργÜστηκε ως λιμενεργÜτης) και στη Μασσαλßα, üπου δηλþνοντας υποστηρικτÞς του Δον ΚÜρλος, Ýλαβε χρÞματα απü Ýνα στρατολογικü γραφεßο των Καρλιστþν κι οδηγßες για να μεταβεß και να ενταχθεß στον αντÜρτικο ισπανικü στρατü. Με τα χρÞματα αυτÜ, ο Ρεμπþ επÝστρεψε τελικÜ στο Παρßσι κι αργüτερα στη Σαρλβßλ, üπου συνÝχισε να μελετÜ ξÝνες γλþσσες.
Το ΜÜη του 1875, σε καθοριστικü για το υπüλοιπο της ζωÞς του ταξßδι στο ΒÝλγιο, Þρθε σ' επαφÞ με στρατολüγο του ολλανδικοý αποικιακοý στρατοý. Με βασικü κßνητρο τις οικονομικÝς απολαβÝς, δÞλωσε συμμετοχÞ και στο διÜστημα απü τις 18 ΜÜη ως τις 10 Ιουνßου ακολοýθησε τη βασικÞ εκπαßδευση στο λιμÜνι του ΧÜρντερβεúκ, μαζß με περßπου 200 στρατιþτες, στη πλειοψηφßα τους μισθοφüροι. ΜετÜ απü πολυÞμερο ταξßδι με το ατμüπλοιο Prins van Oranje, το τÜγμα στο οποßο ανÞκε ο Ρεμπþ, προσÜραξε στη ΜπατÜβια (ΤζακÜρτα). Στις 15 Αυγοýστου, ο Ρεμπþ λιποτÜκτησε και παρÜ τη καταδßωξÞ του απü απüσπασμα του ολλανδικοý στρατοý κατÜφερε να ξεφýγει. Οι διηγÞσεις του ταιριÜζουνε σε μεγÜλο βαθμü με τις ημερομηνßες του ημερολογßου καταστρþματος του πλοßου The Wandering Chief, τüσο þστε να θεωρεßται πολý πιθανü πως τελικÜ Ýφυγε απü την ΙÜβα με αυτü, χρησιμοποιþντας το πλαστü üνομα ¸ντουúν Χολμς. Στις 9 Δεκεμβρη του 1875, επÝστρεψε στο σπßτι της μητÝρας του. Αν και δεν εßναι εξακριβωμÝνη η πορεßα που ακολοýθησε κατÜ την επιστροφÞ, ο φßλος του ΝτελαÝ ανÝφερε σε γρÜμμα στις 28 ΓενÜρη 1877, πως ταξßδεψε "...απü τις ΒρυξÝλλες στο Κορκ (Ιρλανδßα), μÝσω ΙÜβας, ýστερα στο Λßβερπουλ, τη ΧÜβρη, το Παρßσι, για να καταλÞξει üπως πÜντα στη Πüλη του Καρüλου". Η περßοδος απü τις αρχÝς του 1876 μÝχρι την Üνοιξη του 1877, υπÞρξε μÜλλον απüλυτα αδρανÞς για αυτüν, καθþς ελÜχιστα στοιχεßα εßναι γνωστÜ για τις δραστηριüτητÝς του.
Απü το ΜÜη του 1877, ξεκßνησε νÝα περιπλÜνηση με σταθμοýς üπως η Β. Γερμανßα, η ΒρÝμη, το Αμβοýργο, η ΚοπεγχÜγη, η Στοκχüλμη και πιθανÜ το Παρßσι. Το ΔεκÝμβρη του 1878 προσελÞφθη ως διερμηνÝας για μια γαλλικÞ κατασκευαστικÞ εταιρεßα με επιχειρηματικÞ δραστηριüτητα στη Κýπρο. Ταξßδεψε στη Κýπρο το ΔεκÝμβρη του 1878 κι ανÝλαβε τελικÜ επικεφαλÞς ενüς λατομεßου στη τοποθεσßα Ποταμüς, εργασßα που εκτÝλεσε με επιτυχßα, σýμφωνα με την συστατικÞ επιστολÞ που Ýλαβε απü την εταιρεßα την Üνοιξη του 1879. Ο Ρεμπþ επÝστρεψε στη Κýπρο στα τÝλη Απρßλη του 1880 για να αναχωρÞσει ξαφνικÜ απü το νησß το καλοκαßρι του ßδιου Ýτους. Η αλληλογραφßα του, περιÝχει αντιφατικÝς εξηγÞσεις σχετικÜ με τα αßτια της αναχþρησÞς του, ενþ θεωρεßται πιθανü πως προκλÞθηκε απü παρÜπτωμα που 'χε υποπÝσει. Ειδικþτερα, σýμφωνα με μαρτυρßα του Ιταλοý εμπüρου Οττορßνο Ρüζα (που τον εßχε συνοδεýσει σε αποστολÝς), ο λüγος της φυγÞς του Þταν εργατικü ατýχημα, κατÜ το οποßο εßχε σκοτþσει απü αμÝλεια Ýνα ντüπιο εργÜτη, πετþντας μßα πÝτρα.
Τo επüμενο διÜστημα κατÝφυγε στην ΑφρικÞ, περιπλανþμενος προς αναζÞτηση εργασßας. Στο ¢ντεν της ΥεμÝνης, προσελÞφθη στο πρακτορεßο του ΑλφρÝντ ΜπαρντÝ, απü το συνταγματÜρχη ΝτυμπÜρ, μÝλος του συνδÝσμου εξαγωγÝων καφÝ, προκειμÝνου να επιβλÝπει τη διαλογÞ και τη συσκευασßα του. Το ΝοÝμβρη του 1880, υπÝγραψε νÝο συμβüλαιο με σημαντικÜ αυξημÝνες αποδοχÝς, αυτÞ τη φορÜ για να εργαστεß σε εμπορευματικü σταθμü του ΧαρÜρ. ΠαρÜλληλα οργÜνωσε εξερευνητικÝς αποστολÝς και περιοδεßες, με στüχο τη χαρτογρÜφηση Üγνωστων περιοχþν, στα πλαßσια των οποßων Ýφθασε μÝχρι την περιοχÞ ΟγκαντÝν της Αιθιοπßας, το νοτιþτερο σημεßο που 'χεν επισκεφθεß ποτÝ Ευρωπαßος κι απü τις μεγαλýτερες ανεξερεýνητες περιοχÝς του κüσμου κεßνη την εποχÞ.
Μßα λεπτομερÞς αναφορÜ του για το ΟγκαντÝν δημοσιεýτηκε αργüτερα απü τη ΓαλλικÞ ΓεωγραφικÞ Εταιρεßα, αποτελþντας τη 1η αξιüπιστη περιγραφÞ της περιοχÞς αλλÜ και το 2ο Ýργο που εξÝδωσε ο ßδιος, μετÜ το Μια ΕποχÞ στη Κüλαση. ¼ταν το εμπορικü πρακτορεßο του ΧαρÜρ Ýκλεισε, ο Ρεμπþ εγκαταστÜθηκε εκ νÝου στο ¢ντεν. Λßγους μÞνες αργüτερα διÝκοψε τη συνεργασßα του με τον ΜπαρντÝ, προκειμÝνου να συνεργαστεß με Üλλο ΓÜλλο Ýμπορο, τον Πιερ Λαμπατý, στο εμπüριο üπλων, αποβλÝποντας σε γρÞγορο πλουτισμü. Η αποστολÞ του στη Σüα κι η συνεργασßα του με το βασιλιÜ Μενελßκ, αποδεßχθηκε εξαιρετικÜ επικερδÞς, μετÜ το πÝρας των οποßων Ýμεινε 7 βδομÜδες στο ΚÜιρο, αναρρþνοντας απü τις κακουχßες και την επιβÜρυνση της υγεßας του. Απü τα τÝλη του 1888, το μεγαλýτερο ποσοστü του ξÝνου εμπορßου στη νüτια Αβησσυνßα διεξαγüταν μ' επßκεντρο τον Αρθοýρο Ρεμπþ, ο οποßος εßχε ανελιχθεß σε κορυφαßο επιχειρηματßα κι Ýμπορο της περιοχÞς, ικανü να διαμορφþνει τις τιμÝς σημαντικþν εμπορευμÜτων.
Στις 7 Απρßλη του 1891 ο Ρεμπþ εγκατÝλειψε το ΧαρÜρ με την υγεßα του σε κακÞ κατÜσταση και τη δεξιÜ κνÞμη του πρησμÝνη. Το 1891 δεν εßναι μια καλÞ χρονιÜ. Το εμπüριο φυτοζωεß, η ατμüσφαιρα εßναι δυσοßωνη. ¼λα αυτÜ δεν θα εßχαν καμßα σημασßα για τον Αρθοýρο, θα μποροýσε να φýγει, να επισκεφθεß νÝους τüπους, αυτü ξÝρει να κÜνει, αυτÞ εßναι η ιστορßα της ζωÞς του. Δεν μπορεß üμως, η κατÜσταση της υγεßας του εßναι κακÞ. Ο πüνος στο γüνατο εßναι ανυπüφορος και εξαπλþνεται στη γÜμπα και το πÜνω μÝρος του μηροý. ¸νας αποκρουστικüς üγκος, σκληρüς σαν πÝτρα, θα εμφανιστεß στο γüνατο του. Τþρα πρÝπει να φýγει. Οι ρευματισμοß απü τους οποßους υπÝφερε ο Ρεμπþ εξελßχθηκαν σε υδÜρθρωση, κληρονομικÞ ασθÝνεια απü την οποßα μÜλιστα Ýχασε και την αδελφÞ του, και η υδÜρθρωση, με την επικουρßα της σýφιλης, εξελßχθηκε σε σÜρκωμα και καρκßνωμα. Ο οργανισμüς του, υποσιτισμÝνος και εξασθενημÝνος (ο Ρεμπþ περπατοýσε 20 Ýως 40 χιλιüμετρα καθημερινÜ) δεν μπüρεσε να προβÜλλει καμßα αντßσταση. ΖÞτησε να του φτιÜξουν Ýνα φορεßο απü δÝρμα και νοßκιασε 16 βαστÜζους για να τον οδηγÞσουν στην ακτÞ. Ο δικüς του ΓολγοθÜς, η οδüς του μαρτυρßου του, Ýχει μÞκος τριακüσια ατελεßωτα χιλιüμετρα. Στο νοσοκομεßο του ¢ντεν διαγνþστηκε λανθασμÝνα αρθροορογονßτιδα σε προχωρημÝνο στÜδιο. Στις 20 ΜÜη μεταφÝρθηκε στο νοσοκομεßο Κονσεψιüν της Μασσαλßας üπου η αρχικÞ διÜγνωση Ýκανε λüγο για νεüπλασμα στο γοφü, ενþ οι επüμενες ιατρικÝς αναφορÝς παραπÝμπουνε σε εßδος καρκßνου στα οστÜ. Μια βδομÜδα μετÜ, οι φüβοι του θα επιβεβαιωθοýν: ακρωτηριασμüς της γÜμπας μÝχρι το μηρü. Καλεß τη μητÝρα και την αδελφÞ του ΙζαμπÝλ να βρεθοýνε κοντÜ του. 12 Ýτη εßχαν να τον δοýνε και το σοκ που αισθÜνονται εßναι μεγÜλο. Στις 25 ΜÜη θα γßνει ο ακρωτηριασμüς. O Ρεμπþ παρÝμεινε στο νοσοκομεßο για τους επüμενους 2 μÞνες και στη συνÝχεια επÝστρεψε στο οικογενειακü αγρüκτημα της Ρος, üπου λÜμβανε τη φροντßδα της αδελφÞς του ΙζαμπÝλ, αλλÜ το κλßμα εκεß κÜνει κακü στον Αρθοýρο: το μπρÜτσο κι ο þμος του παθαßνουν αγκýλωση, η αριστερÞ του γÜμπα συμφüρηση. Το μυαλü του εßναι πÜλι στην ΑφρικÞ, θÝλει να επιστρÝψει, πιστεýει πως ο Þλιος και το ξηρü κλßμα θα τονε γιατρÝψουνε. Στις 23 Αυγοýστου ξεκινÜ για τη Μασσαλßα με τη προοπτικÞ να πÜρει το καρÜβι για την ΑφρικÞ. Δεν θα προφτÜσει. ΕισÜγεται ξανÜ στο νοσοκομεßο, το αριστερü του χÝρι Ýχει παραλýσει, η γÜμπα του Ýχει πρηστεß μÝχρι τη βουβωνικÞ χþρα. Μια 2η επÝμβαση Þτανε πια επιβεβλημÝνη. Η κατÜστασÞ του επιδεινþθηκε και σýντομα παρÝλυσε το αριστερü χÝρι του κατÜ τα 3/4.
"Εßμαι τελεßως παρÜλυτος, παρ’ üλα αυτÜ επιθυμþ να βρεθþ το συντομþτερο στο πλοßο. Πεßτε μου τι þρα αναχωρεß";. Εßναι το γρÜμμα που υπαγορεýει για το διευθυντÞ των ακτοπλοúκþν γραμμþν Messageries Maritimes στις 9 ΝοÝμβρη. Θα πεθÜνει το πρωß της επομÝνης, σε ηλικßα 37 ετþν, 10 ΝοÝμβρη 1891. Θα ταφεß στη Σαρλεβßλ παρουσßα 2 ατüμων, της μητÝρας του και της αδελφÞς του, ΙζαμπÝλ.. Στην επιτýμβια πλÜκα του τÜφου του αναγρÜφεται εκτüς απü το üνομα, την ηλικßα και την ημερομηνßα θανÜτου, η φρÜση: "Προσευχηθεßτε γι' αυτüν" (Priez pour lui). 10 Ýτη μετÜ, στη πλατεßα de la Gare της Σαρλβßλ στÞθηκε μνημεßο προς τιμÞ του, üπως και το 1984 στο Παρßσι, στη Πλας Ντε Λ' ΑρσενÜλ. Στη πüλη της Σαρλβßλ λειτουργεß επßσης το Μουσεßο Αρθοýρου Ρεμπþ, που φιλοξενεß χειρüγραφα Ýργα του καθþς και προσωπικÜ αντικεßμενα. ΜετÜ το θÜνατü, του η αδερφÞ του ΙζαμπÝλ Ρεμπþ εßδε, Ýντρομη, τις εφημερßδες να παρουσιÜζουνε τον αδελφü της ως Ýνα πρüστυχο ομοφυλüφιλο τρομοκρÜτη. "Πüσο πιθανü εßναι Ýνα αγüρι μεταξý 15-16 ετþν να υπÞρξε ο κακüς δαßμονας του Βερλαßν, που Þτανε κατÜ 11 χρüνια μεγαλýτερüς του;" αναρωτιüταν.
ΥπÞρξε απü τους 1ους μοντÝρνους ποιητÝς που επιδßωξαν να εγκαταλεßψουνε τους περιορισμοýς του κλασσικοý μÝτρου, που κυριαρχοýσε στη γαλλικÞ ποßηση, προτεßνοντας τη κατÜργηση του αλεξανδρινοý στßχου κι αφÞνοντας τα ορÜματÜ του να διαμορφþσουνε τις νÝες ελεýθερες φüρμες που θ' ακολουθοýσε. Επιχεßρησε ν' απαλλÜξει τη ποßησÞ απü τους περιορισμοýς της πραγματικüτητας, συνδÝοντας συχνÜ στον ποιητικü του λüγο αντßθετα Þ απομακρυσμÝνα στοιχεßα και χρησιμοποιþντας ελεýθερους συνειρμοýς, στοιχεßα που υπÞρξαν αργüτερα σημεßα επαφÞς του με τον υπερρεαλισμü.
¸χουνε γραφτεß πολλÜ για τη προσωπικüτητα του και πολý περισσüτερα για üλους üσοι επηρεÜστηκαν απü το Ýργο του αλλÜ κι αυτÞν. ΠολλÜ φτÜνουνε στο σημεßο ν' αποτελοýνε πλÝον αστικοýς μýθους. ¸να απü τα γεγονüτα που αμφισβητÞθηκε Ýντονα, Þταν η συμμετοχÞ του στη ΠαρισινÞ Κομμοýνα, το 1871. Ωστüσο -εκτüς των δικþν του σχετικþν αναφορþν- ο φßλος του Βερλαßν, η αστυνομßα του Παρισιοý κι οι βιογρÜφοι του βεβαιþνουν üτι συμμετεßχε και μÜλιστα Ýφυγε κι απü κεß απογοητευμÝνος. Το σßγουρο εßναι σεπηρεÜστηκε απü το ιστορικü αυτü γεγονüς. ΖωντανÞ απüδειξη, φυσικÜ, οι στßχοι του. "…Κι Ýτσι η Κομμοýνα ερεßπωσε κι ορφÜνεψε κι ο κüσμος".
Το 1870 δημοσιευτÞκανε 1η φορÜ ποιÞματÜ του, με τη συγκατÜθεσÞ του. Επρüκειτο για τα Les Étrennes des orphelins & Trois baisers (Þ Première soirée) που παρουσιαστÞκανε στα περιοδικÜ La Revue pour tous και La Charge αντßστοιχα. Το Μια ΕποχÞ στην Κüλαση υπÞρξε το μοναδικü του βιβλßο που εκδüθηκε κατüπιν επιθυμßας κι ενεργειþν του ßδιου, γραμμÝνο απü τον Απρßλη μÝχρι τον Αýγουστο του 1873. Η εκτýπωση του χρηματοδοτÞθηκε απü τη μητÝρα του κι ολοκληρþθηκε περßπου στα τÝλη Οκτþβρη του ßδιου Ýτους, στο τυπογραφεßο της επιχεßρησης του Ζακ Πüουτ, στις ΒρυξÝλλες. Ο Ρεμπþ παρÞγγειλε συνολικÜ 500 αντßτυπα, αριθμüς ιδιαßτερα υψηλüς για τα δεδομÝνα της εποχÞς, απü τα οποßα παρÝλαβε ο ßδιος 10, υποσχüμενος να πληρþσει εν καιρþ για τα υπüλοιπα. Για αρκετÜ χρüνια, το ποσü που οφειλüτανε δε πληρþθηκε, με αποτÝλεσμα τα λιγοστÜ αντßτυπα που 'χε παραλÜβει ο Ρεμπþ να αποτελοýνε τα μοναδικÜ που 'χανε διαρρεýσει σε πολý περιορισμÝνο κýκλο. Σýμφωνα με ισχυρισμü της αδελφÞς του, ΙζαμπÝλ, τα υπüλοιπα αντßτυπα του βιβλßου κÜηκαν απü τον ßδιο τον Ρεμπþ, ωστüσο η ανακÜλυψη των απλÞρωτων αντιτýπων διαψεýδει αυτü το ενδεχüμενο.
Σημαντικü μÝρος των ποιημÜτων του δημοσιεýτηκε ενüσω Þταν εν ζωÞ, ωστüσο χωρßς να Ýχει δþσει ο ßδιος τη συγκατÜθεσÞ του. Το Ýργο του ξεκßνησε ν' αναγνωρßζεται και να εκδßδεται τη περßοδο που 'χεν Þδη εγκαταλεßψει τη λογοτεχνßα κι ειδικþτερα στο διÜστημα της παραμονÞς του στην ΑφρικÞ. Απü το ΝοÝμβρη του 1886, ποιÞματÜ του Üρχισαν να εμφανßζονται σε περιοδικÝς εκδüσεις, ενþ για Ýνα διÜστημα αποδοθÞκανε στον Ρεμπþ κι αρκετÜ πλαστÜ Ýργα. Οι ΕκλÜμψεις εκδοθÞκανε 1η φορÜ τον ßδιο χρüνο, στην επιθεþρηση La Vogue, χÜρη σ' ενÝργειες του Βερλαßν και του Νουβþ. Δεν εßναι γνωστü αν ο ßδιος επιθυμοýσε τη δημοσßευσÞ τους, οýτε ακüμα αν τα ποιÞματα που εκδοθÞκανε συγκροτοýσανε το πλÞρες Ýργο, ωστüσο θεωρεßται πως αυτÜ που περιÝχονταν στη συλλογÞ εßχανε γραφτεß πρÜγματι ως Ýνα ενιαßο σýνολο.
Το 1892, επανεκδüθηκαν 2 κυριþτερα Ýργα του, Μια ΕποχÞ στη Κüλαση κι ΕκλÜμψεις, ενþ το 1895 ακολοýθησε η Ýκδοση της συλλογÞς Poésies Complètes που περιεßχε ποιÞματÜ του γραμμÝνα μÝχρι το 1873. Σχεδüν το σýνολο του Ýργου του εκδüθηκε πριν τον Α' Παγκ. Πολ., με λßγες εξαιρÝσεις. Δεν εßναι γνωστü αν προμηθεýτηκε κÜποιες απü τις εκδüσεις των Ýργων του αλλÜ βεβαιωμÝνα γνþριζε για την ολοÝνα μεγαλýτερη αναγνþρισÞ του, καθþς το 1885 Ýλαβε μßα επιστολÞ απü τον εκδüτη του λογοτεχνικοý περιοδικοý La France moderne, που ζητοýσε τη συνεργασßα του με το περιοδικü, χαρακτηρßζοντÜς τον "ηγÝτη της σχολÞς της παρακμÞς".
Η σειρÜ με την οποßα γρÜφτηκαν οι ΕκλÜμψεις και το Μια ΕποχÞ στη Κüλαση αποτελεß αντικεßμενο διαφωνιþν, καθþς οι μελετητÝς του Ýργου του δεν Ýχουνε καταλÞξει αν τα ποιÞματα των ΕκλÜμψεων, Þ μÝρος τους, ολοκληρþθηκαν μετÜ το Μια ΕποχÞ στη Κüλαση. Τα 1α πεζÜ ποιÞματα του Ρεμπþ χρονολογοýνται το 1871-72, γεγονüς που καθιστÜ, με μεγÜλη πιθανüτητα, τα 1α σχεδιÜσματα για τις ΕκλÜμψεις προγενÝστερα. ΕπιπλÝον, το τελευταßο μÝρος του Μια ΕποχÞ στη Κüλαση, με τßτλο Αποχαιρετισμüς (Adieu), ερμηνεýεται απü ορισμÝνους μελετητÝς ως ο τελικüς αποχαιρετισμüς του συγγραφÝα στην ßδια τη ποßηση. Σýμφωνα ωστüσο με το εισαγωγικü σημεßωμα του Πωλ Βερλαßν για τη 1η ÝκδοσÞ τους του 1886, οι ΕκλÜμψεις γραφτÞκανε τη περßοδο 1873-75, κατÜ τη διÜρκεια των ταξιδιþν του Ρεμπþ στο ΒÝλγιο, την Αγγλßα και τη Γερμανßα. ΕπιπλÝον, γραφολογικÞ μελÝτη των χειρογρÜφων απü τον Ανρß ντε ΜπουγιÜν ντε Λακüστ, Ýδειξε üτι τμÞμα των ΕκλÜμψεων φÝρει το γραφικü χαρακτÞρα του ποιητÞ Ζερμαßν Νουβþ, με τον οποßο üμως Ýζησε ο Ρεμπþ μετÜ το 1874. Αν και γενικÜ υπÜρχει συμφωνßα πως τα χειρüγραφα των ΕκλÜμψεων εßναι μεταγενÝστερα, δεν εßναι απü üλους παραδεκτü πως πρÜγματι η σýνθεσÞ τους χρονολογεßται επßσης μετÜ το Μια ΕποχÞ στη Κüλαση. Απü την Üλλη πλευρÜ, δε θεωρεßται πιθανü πως ο Ρεμπþ θα αφιÝρωνε χρüνο στην αντιγραφÞ και πιθανÜ στη βελτßωση των ποιημÜτων, ενþ εßχε Þδη εγκαταλεßψει τη ποßηση.
Ο Ρεμπþ δια χειρüς ΠικÜσσο 13 ΦλεβÜρη 1960
ΜÝχρι το θÜνατü του, ο Ρεμπþ Þταν γνωστüς σε Ýναν περιορισμÝνο λογοτεχνικü κýκλο της αβÜν-γκαρντ. Αρκετοß ποιητÝς του 20οý αιþνα επηρεÜστηκαν απü το Ýργο του, και ειδικüτερα απü την ελεýθερη φüρμα της ποßησÞς του, σε τÝτοιο βαθμü þστε να θεωρεßται Ýνας απü τους «πατÝρες» του μοντερνισμοý. ΣημαντικÞ επιρροÞ Üσκησε στους ΓÜλλους υπερρεαλιστÝς, με τον ΑντρÝ Μπρετüν να τον ονομÜζει «σουρρεαλιστÞ στην πρακτικÞ της ζωÞς και αλλοý»,[24] ενþ συχνÜ αναφÝρεται και ως επιρροÞ των συγγραφÝων της μπητ γενιÜς. Ο Αμερικανüς συγγραφÝας ΧÝνρυ Μßλλερ, εξÝφρασε το δικü του θαυμασμü για το Ýργο και την προσωπικüτητα του Ρεμπþ, στο βιβλßο του Ο Καιρüς των Δολοφüνων (1956). Τüσο το λογοτεχνικü του Ýργο, üσο και και η περιπετειþδης ζωÞ του, διαμüρφωσαν την εικüνα ενüς επαναστατικοý καλλιτÝχνη Þ üπως τον αποκÜλεσε ο ΑλμπÝρ Καμý, ενüς «ποιητÞ της εξÝγερσης», αποτελþντας εßδωλο των φοιτητþν του ΜÜη του '68, διανοοýμενων μουσικþν Þ ακüμα του κινÞματος των ομοφυλüφιλων, εισÜγοντας τα ρομαντικÜ ιδεþδη στον 20ο αιþνα.
Η ποßηση και σεξουαλικÞ αντισυμβατικüτητα του Ρεμπþ ενÝπνευσαν διÜσημους καλλιτÝχνες üπως ο Τζιμ Μüρισον, ο Μπομπ Ντßλαν, ο Τζον ΛÝνον και η ΠÜτι Σμιθ. Η σχÝση Ρεμπþ και ΒερλÝν μεταφÝρθηκε το 1995 στη μεγÜλη οθüνη με την ταινßα ΚαταραμÝνη σχÝση (Total eclipse), σε σκηνοθεσßα ΑνιÝσκα Χüλαντ και πρωταγωνιστÞ τον ΛεονÜρντο Ντι ΚÜπριο. Στη μουσικÞ, ο ΜπÝντζαμιν Μπρßτεν μελοποßησε τμÞμα των ΕκλÜμψεων (Ýργο 18, 1939) σε Ýνα σýνολο τραγουδιþν για σοπρÜνο Þ τενüρο. Στον ελληνικü χþρο, ο Γιþργος ΚαρρÜς μαζß με τον ΓιÜννη ΑγγελÜκα και Üλλους μουσικοýς, μελοποßησαν το ποßημα Μια ΕποχÞ Στην Κüλαση στο δßσκο τους ΥπÝροχο Τßποτα, ενþ ο ΘÜνος Μικροýτσικος ολοκλÞρωσε το 1987 την üπερα «Μια εποχÞ στην κüλαση» üπου απαγγÝλλει ο Γιþργος Κιμοýλης με Ýντονα στοιχεßα δραματικüτητας, λυρικüτητας και σαρκασμοý. To 2015 εκδüθηκε απü τον Γαβριηλßδη το θεατρικü με τßτλο "Σαρλβßλ" του συγγραφÝα ΑχιλλÝα Κοýμπου με αφορμÞ τη ζωÞ του Ρεμπþ. Το κεßμενο παρουσιÜστηκε 1η φορÜ στο ºδρυμα ΜιχÜλης ΚακογιÜννης τον ΜÜιο του 2014.
ΕΡΓΑ του:
* Μια ΕποχÞ στη Κüλαση (Une Saison en Enfer, 1873)
* Οι ΕκλÜμψεις (Les Illuminations, 1873-75)
* Poésies complètes (1895)
Στη διÜρκεια της ζωÞς του Ρεμπþ δημοσιεýτηκαν με την ÜδειÜ του, τα ποιÞματα Μια ΕποχÞ στη Κüλαση (1873), Les Étrennes des orphelins (1870) και Trois baisers (Þ Première soirée) (1870). Εν αγνοßα του, δημοσιεýτηκαν επßσης τα ποιÞματα:
* Les Corbeaux (1872)
* Petites Pauvres (Þ Les Effarés) (1878, 1883)
* Les Assis (1883)
* Le Bateau Ivre (1883)
* Les Chercheuses de poux (1883)
* Oraison de soir (1883)
* Voyelles (1883)
* Les Premières communions (1886)
* Le Buffet (1888)
* Le Dormeur du val (1888)
* Le Coeur du pitre (1888)
* A la musique (1889)
* Ma Bohème (1889)
* Le Mal (1889)
* Sensation (1889)
* Au Cabaret vert (1890)
* Paris se repeuple (1890)
* Bal de pendus (1891)
* Vénus anadyomène (1891)
* Le Reliquaire, (1891)
=========================
ΡΗΘ¸ΝΤΑ του
* Εßχα πρÜγματι, με üλη την ειλικρßνεια του πνεýματος, λÜβει τη δÝσμευση να τον φÝρω στην αρχÝγονη κατÜσταση του γιου τοý ¹λιου, - και περιπλανιüμασταν, τρεφüμενοι με το κρασß των σπηλαßων και με τη γαλÝτα του δρüμου, εγþ βιαστικüς να βρω τον τüπο και τη φüρμουλα.
= ΕκλÜμψεις (Illuminations), ΑλÞτες (Vagabonds)
* Αν θυμÜμαι καλÜ, κÜποτε Þταν η ζωÞ μου Ýκπαγλη γιορτÞ που Üνοιγαν üλες οι καρδιÝς κι üλα τα κρασιÜ κυλοýσαν. Μια νýχτα πÞρα την ομορφιÜ στα γüνατÜ μου. Και τη βρÞκα πικρÞ. Και τη βλαστÞμησα.
* Στο τÝλος θεþρησα ιερÞ την αταξßα του νου μου.
* Η ηθικÞ εßναι η αδυναμßα του εγκεφÜλου.
= Αλχημεßα του λüγου (Alchimie du verbe)
* Για ποιü λüγο να μιλþ για χÝρι φιλικü; Εßν' οφελüς μου πως πια μπορþ να γελþ με τους παλιοýς, ψεýτες ÝρωτÝς μου και να κÜνω να ντρÝπονται κεßνα τα απατηλÜ ζευγÜρια, -αντßκρυσα τη κüλαση κÜθε γυναßκας πßσω εκεß- και θα' μαι ελεýθερος να αδρÜξω την αλÞθεια μÝσα σε μια ψυχÞ και σε Ýνα σþμα.
= Αποχαιρετισμüς (Adieu)
* "... η εφεýρεση του αγνþστου απαιτεß νÝες φüρμες".
* "Το πρþτο καθÞκον του ανθρþπου που επιθυμεß να γßνει ποιητÞς εßναι να γνωρßσει πλÞρως τον εαυτü του. Ανιχνεýει το μυαλü του, το εξετÜζει, το δοκιμÜζει και μαθαßνει να το χρησιμοποιεß. Μüλις γνωρßσει το μυαλü του, πρÝπει να το καλλιεργÞσει.
= ΕπιστολÞ προς Πωλ Ντεμενý, 15 ΜÜη 1871
ΚΡΙΤΙΚΕΣ:
* Αν δεν πρüκειται για Ýνα απü τα Üσχημα κολπÜκια της μοßρας, τüτε γινüμαστε μÜρτυρες της γÝννησης μιας ιδιοφυÀας.
= Λεüν ΒαλÜντ, ΕπιστολÞ 5 Οκτωβρßου 1871 (Robb, σελ. 146)
* ¸νας αληθινüς θεüς της εφηβεßας.
= ΑντρÝ Μπρετüν
* H Μια ΕποχÞ στη Κüλαση εßναι αναμφισβÞτητα το αριστοýργημα της εφηβεßας -της ηλικßας των κακοποιþν. ºσως να μην υπÜρχει κÜτι παρüμοιο σε καμμßαν Üλλη λογοτεχνßα. Το πλησιÝστερο μ' αυτÞ βιβλßο στην αγγλικÞ γλþσσα εßναι η Αλßκη στη Χþρα των ΘαυμÜτων, του Λιοýις ΚÜρολλ, Ýνα Üλλο Ýργο που μüνο οι αθþοι μποροýν να εννοÞσουν.
= Καρλ Σαπßρο, Μια ΕποχÞ στη Κüλαση, εκδ. Γνþση, 6η Ýκδοση, 1993.
* Ο Ρεμπþ ξανÜφερε τη λογοτεχνßα μες στη ζωÞ.
= ΧÝνρυ Μßλλερ, Ο Καιρüς των Δολοφüνων
Χαρακτηρßστηκε απü τον Καμý ως ο ποιητÞς της εξÝγερσης, και μÜλιστα ο σημαντικþτερος απ' üλους. ΜετÜ το θÜνατü του, χρησιμοποιÞθηκε απü 4 γενιÝς καλλιτεχνþν της αβÜν-γκαρντ ως Ýξοδος κινδýνου απü το χþρο των συμβÜσεων. "¼λη η γνωστÞ λογοτεχνßα εßναι γραμμÝνη στη γλþσσα της κοινÞς λογικÞς -εκτüς απü εκεßνη που Ýχει γρÜψει ο Ρεμπþ", εßχε δηλþσει ο Βαλερý. Το Ýργο κι η ζωÞ του επηρεÜασανε κατÜ τρüπο εντυπωσιακü συγγραφεßς, μουσικοýς και καλλιτÝχνες που εßδανε τη ζωÞ του ως αναπüσπαστο μÝρος του Ýργου: τον ΠικÜσσο, τον Μπρετüν, τον Κοκτþ, τον Γκßνσμπεργκ, τον Ντýλαν και τον Μüρρισον, για τον οποßο Ýχει ειπωθεß üτι δεν πÝθανε, αλλÜ ακολοýθησε τα βÞματα του Ρεμπþ στην Αιθιοπßα.
ΠολλÜ Ýχουνε γραφτεß για τη ζωÞ του, πολλÜ περισσüτερα τουλÜχιστον απü τον αριθμü των ποιημÜτων που δημοσßευσε. Η επιστολÞ του προς τον Ντεμενý, στις 15 Οκτþβρη 1871, συνιστÜ Ýνα απü τα σημαντικþτερα κεßμενÜ του, με αντικεßμενο το ρüλο της ποßησης, üπως τον αντιλαμβανüταν ο ßδιος. Σýμφωνα με το Ρεμπþ, ο αληθινüς ποιητÞς αποτελοýσε Ýνα εßδος προφÞτη, ικανü να διαμορφþσει νÝα πραγματικüτητα, εφευρßσκοντας το Üγνωστο. Ως χρÝος του, αντιλαμβανüταν τη γνωριμßα με τον εαυτü του, τη καλλιÝργεια του μυαλοý και της ψυχÞς του, þστε τελικÜ να δημιουργÞσει μßαν οικουμενικÞ γλþσσα. Ο ποιητÞς, κατÜ το Ρεμπþ, θα γινüτανε προφÞτης μÝσω μιας μακρÜς, απÝραντης και λελογισμÝνης απορρýθμισης üλων των αισθÞσεων, υπονομεýοντας συστηματικÜ τη καθιερωμÝνη και συμβατικÞ λειτουργßα τους. Η διαδικασßα αυτÞ συνδÝθηκε στη περßπτωσÞ του, με τον τρüπο ζωÞς του κι ειδικþτερα με τη μετÝπειτα χρÞση ψυχοτρüπων ουσιþν, που πιθανþς συμβÜλλανε στο παραισθησιακü Þ παραληρηματικü ýφος ορισμÝνων ποιημÜτων του. Στο ßδιο γρÜμμα, αναφερüτανε συνοπτικÜ στην ιστορßα της ποßησης, απορρßπτοντας μεγÜλο μÝρος της αλλÜ αναγνωρßζοντας τη συνεισφορÜ ποιητþν üπως ο Μπωντλαßρ, ο παρνασσιστÞς ΑλμπÝρ ΜερÜ καθþς κι ο Βερλαßν.
ΜÝχρι πρüτινος, ο Ρεμπþ εßχε χαραχθεß στη μνÞμη του αναγνωστικοý κοινοý ως μßα αÝναη εφηβικÞ μορφÞ, καθþς üλα τα μετÝπειτα πορτρÝτα του Ýδειχναν τη θολÞ απεικüνιση του. ¼μως μια ασπρüμαυρη καρτ-ποστÜλ του 1880, που βρÝθηκε τυχαßα σε παλαιοπωλεßο του Παρισιοý Ýφερε στο φως 1η φορÜ, τüσο καθαρÜ, το πρüσωπο του ποιητÞ στην ενÞλικη ζωÞ του. Δεßχνει μια παρÝα ΓÜλλων αστþν και μßα γυναßκα ντυμÝνη στα λευκÜ να κÜθονται στη βερÜντα του ξενοδοχεßου Grand Hôtel de l'Univers, στο ¢ντεν, της ΥεμÝνης. Ο Ρεμπþ εßναι ο Üντρας που κÜθεται ακριβþς δßπλα στη γυναßκα της φωτογραφßας.
Η περßπτωση του Ρεμπþ εßναι ιδιÜζουσα στα λογοτεχνικÜ χρονικÜ. Δε συμβαßνει συχνÜ Ýνας Üνθρωπος, Ýνα παιδß 20 ετþν για την ακρßβεια, να επηρεÜζει με τüσο κρßσιμο τρüπο τη σýγχρονη ποßηση, και μÜλιστα Ýχοντας παραγÜγει Ýνα τüσο μικρü σε Ýκταση Ýργο. ΗγÝτης του συμβολισμοý; ΘεμελιωτÞς του μοντερνισμοý; ΠοιητÞς της εξÝγερσης; ΚαταραμÝνος ποιητÞς; Δεν Ýχει καμßα σημασßα: ο Ρεμπþ ανÞκει στη χορεßα των μεγÜλων.
=====================
ΠΟΙ¹ΜΑΤ¢ του:
Μια ΕποχÞ Στη Κüλαση
Αν θυμÜμαι καλÜ, κÜποτε, Þταν η ζωÞ μου
Ýκπαγλη γιορτÞ που Üνοιγαν üλες οι καρδιÝς
κß üλα τα κρασιÜ κυλοýσαν.
Μια νýχτα πÞρα την ομορφιÜ στα γüνατÜ μου
τη βρÞκα πικρÞ και τη βλαστÞμησα
οπλßστηκα ενÜντια στη δικαιοσýνη
δραπÝτευσα...
ΜÜγισσες, μιζÝρια, μßσος
εσεßς θα διαφυλÜξετε το θησαυρü μου
κατüρθωσα να σβÞσω απ' τα λογικÜ μου
κÜθε ελπßδα ανθρþπινη
με ýπουλο σÜλτο
χßμηξα σα θηρßο
πÜνω σ' üλες τις χαρÝς σας
να τις κατασπαρÜξω
ΕπικαλÝστηκα τους δÞμιους
να δαγκÜσω πεθαßνοντας
τα κοντÜκια των üπλων τους
ΕπικαλÝστηκα κÜθε οργÞ και μÜστιγα
να πνιγþ στο αßμα, στην Üμμο.
Η απüγνωση Þταν ο θεüς μου.
Κυλßστηκα στη λÜσπη
στÝγνωσα στον αÝρα του εγκλÞματος
ξεγÝλασα τη τρÝλα
κι η Üνοιξη μου πρüσφερε
το φρικαλÝο γÝλιο του ηλßθιου.
Μα τþρα τελευταßα,
πριν τα τινÜξω για καλÜ,
λÝω να ζητÞσω το κλειδß
του αρχαßου συμπüσιου
μÞπως και βρω ξανÜ την üρεξÞ μου.
Το κλειδß αυτü εßν' η συμπüνοια.
Τοýτη η Ýμπνευση
δεßχνει πως ονειρεýτηκα.
"Θα μεßνεις ýαινα...". ολολýζει ο διÜβολος:
και με στεφανþνει με πλÞθος ιλαρÝς παπαροýνες.
"ΦτÜσε στü θÜνατο μ' üλες τις αχαλßνωτες ορÝξεις σου,
τη φιλαυτßα σου και κÜθε ασυγχþρητο αμÜρτημα !"
Αχ ! απαýδησα.
ΑλλÜ, ΣατανÜ, φßλτατÝ μου,
να χαρεßς, üχι βλοσυρÝς ματιÝς.
ΠεριμÝνω μερικÝς βδελυρüτητες,
αναδρομικÜ.
Ωστüσο, για σÜς, τους εραστÝς της απουσßας
του περιγραφικοý η διδακτικοý ýφους
σ' Ýνα συγγραφÝα,
για σας αποσπþ τις λßγες,
ελεεινÝς αυτÝς σελßδες
απ' το σημειωματÜριο Ýνüς κολασμÝνου.
Τα ΦοβισμÝνα
Μαýρα μες στην ομßχλη και το χιüνι,
μπροστÜ στη τρýπα που η φωτιÜ φουντþνει,
με τα κολιÜ τους Ýνα γýρω και σκυφτÜ,
πÝντε φτωχÜ, -τι λυπημüς σε πιÜνει!-
κοιτÜζουνε το φοýρναρη να κÜνει
τα ξανθωπÜ βαριÜ ψωμιÜ.
ΓερÜ τα μπρÜτσα του μεταγυρßζουν
τη ζýμη τη σταχτιÜ και τη φουρνßζουν
μες στο φουρνüστομα το φωτεινü.
Να ψÞνεται τ' Üσπρο ψωμÜκι ακοýνε,
κι ο φοýρναρης με χεßλη που γελοýνε,
Ýνα τραγοýδι τραγουδÜει παλιü.
Κι üταν μεσÜνυχτα στερνÜ σημαßνουν
κι Ýτοιμα τα ψωμιÜ απ' το φοýρνο βγαßνουν,
κßτρινα με τη κüρα τη σκαστÞ,
üταν κÜτω απ' τα ολüμαυρα καδρüνια,
οι κροýστες που ευωδοýν και τα τριζüνια
τρßζουν και σιγοτραγουδοýν,
πþς μÝσα τους ξανÜ η ζωÞ χαρÜζει,
πüσο η ψυχοýλα τους αναγαλλιÜζει,
κÜτω απ’ τα κουρÝλια που φοροýν!
Νιþθουν πως ζοýνε τüσο ευτυχισμÝνα!
τα φτωχαδÜκια τα κρουσταλλωμÝνα
-που μÝνουνε μπρüς στη θυρßδα εκεß,
τις κüκκινες μυτßτσες τους κολλþντας
στα κÜγκελα και κÜτι τραγουδþντας,
üμως πολý σιγÜ -σα προσευχÞ!...
Στο φως αυτü τα μÜτια Ýτσι καρφþνουν,
και τüσο τα κορμÜκια τους τεντþνουν
προς τον ξανανοιγμÝνον ουρανü,
που τα βρακÜκια τους ξοπßσω σκßζουν,
και τα πουκαμισÜκια τους τρεμßζουν,
στ' αγÝρι το χειμερινü…
ΜεθυαμÝνο ΚαρÜβι
Σε ποταμοýς ατÜραχους καθþς αργοκατÝβαινα,
μ’ αφÞκαν αρυμοýλκητο οι αγγαρεμÝνοι ανθρþποι:
ΚÜποιοι Ýξαλλοι Ερυθρüδερμοι, γυμνοýς αφοý τους κÜρφωσαν
στα παρδαλÜ τους ξüανα, τους τüξευαν κατüπι.
¸γνοια καμμιÜ για πλÞρωμα δεν εßχα εγþ, γεννÞματα
φλαμανδικÜ κι εγγλÝζικα μπαμπÜκια εßχα φορτßο.
ΜιÜ και με τους ανθρþπους μου τελειþσαν τα καθÝκαστα,
üπου ’θελα κι οι Ποταμοß μ’ αφÞκανε να φýγω.
Παιδß εγþ κακοτρÜχαλο, του κεφαλιοý μου κÜνοντας,
πÝρσυ το μισοχεßμωνο ρßχτηκα μες στο σÜλο
τον Üγριο των παλιρροιþν! Και του Ýκπλου μου οι Χερρσüνησες
δε θα θυμοýνται αναβρασμü ποτÝ τους πιο μεγÜλο.
Η καταιγßδα ευλüγησε τις ναυτικÝς αγρýπνιες μου.
ΔÝκα νυχτιÝς, λαφρÞ φελλü, χωρßς ν’ αποθυμÞσω
το ηλßθιο μÜτι των φανþν, με χüρεψαν τα κýματα
που μοßρα τους ν’ αργοκυλÜν απü πνιγμÝνους πßσω.
ΠρÜσινο αφρüν ερροýφηξεν η πλþρη μου η ελÜτινη,
σαν το χυμü ξυνüμηλου παιδß σαν το δαγκþνει,
απü κρασιÜ κι απ’ Ýμετους με ξÝπλυνεν η θÜλασσα,
σκορπþντας μου στη μÜνητα κι αρπÜγες και τιμüνι.
Και τüτε Þταν που λοýστηκα στο γαλατÝνιο αστρüχυτο
θαλÜσσιο ποßημα, τους βυθοýς ρουφþντας, που συμβαßνει
κÜποτε εκεß, κατÜχλωμο κι εκστατικü ναυÜγιο,
Ýνας πνιγμÝνος σκεφτικüς να σιγοκατεβαßνει,
üπου τις κυανüτητες αιφνßδια χρωματßζοντας,
ντελßρια κι αργοß ρυθμοß, φωτüς χρυσοπλημμýρες,
οι πικραμÝνες του Ýρωτος εξÜψεις συφλογßζονται,
δριμýτερες κι απü τ’ αλκοüλ κι απ’ τις πλατιÝς σας λýρες!
Οι ξεσκισμÝνοι απ’ αστραπÝς γνωστοß μοý εßν’ ουρανüθολοι
τα ρÝματα κι οι σßφουνες, γνωστü μου και το βρÜδι
κι η αυγÞ που σα φτεροýγισμα περιστερþν εßν Ýξαλλη,
κι εßδα üσα νüμισε γνωστÜ τ’ ανθρþπινο κοπÜδι.
Την πρÜσινη ονειρεýτηκα νυχτιÜ, τα Ýκθαμβα χιüνια της,
στα μÜτια του νεροý φιλιþν μετÜδοση αργοπüρων,
τον κυκλισμü των Üρρητων χυμþν και την εγρÞγορση
τη γαλανÞ και κßτρινη των ωδικþν φωσφüρων.
Τον Þλιο εßδα κατÜστιχτο με φρßκες υπερκüσμιες
ν’ αλλÜζει νÝφη δυσμικÜ σε πÜγους ιοχρüους,
τα κýματα να στÝλνουνε κατÜμακρα τα ρßγη τους
καθþς οι αρχαßοι ερμηνευτÝς της τραγωδßας τους γüους.
ΜÞνες οι φουσκοθαλασσιÝς να τρων το βρÜχο αγνÜντεψα,
δαμÜλινες αφρßζουσες μεγÜλες υστερßες,
ξÝροντας πως του Ωκεανοý το ρýγχος δεν θα δÜμαζαν
οι φωτοβηματßζουσες θαλασσινÝς Μαρßες.
Σ’ αφÜνταστες εξüκειλα Φλωρßδες που συνταßριαζαν
Üνθη με μÜτια πÜνθηρων, δÝρματα των αγρßων
μ’ ουρÜνια τüξα, χαλινοýς που þς κÜτω στον ορßζοντα
τεντþνανε να συγκρατοýν πλÞθη γλαυκþν ποιμνßων.
Βρþμικα εßδα βαλτüνερα, τερÜστια καλαμüκλουβα,
μÝσα τους Ýνα ολÜκερο ΛεβιÜθαν να σαπßζουν,
σφοδρÜ νεροποντßσματα μÝσα σε αγÝλες βüνασων,
σ’ αβýσσους καταρραχτικÜ τα μÜκρη να γκρεμßζουν.
¹λιους θαμποýς, πÜγους, νερÜ μαργÜρινα, διÜπυρους
ουρανοýς και ξεβρÜσματα σε μυχοýς κüλπων üπου
τ’ αφανισμÝνα απü κοριοýς γιγÜντια φßδια πÝφτουνε
δυσþδη πÜν’ απ’ τα ραιβÜ ξερüδεντρα του τüπου.
Θ’ αποθυμοýσα νÜ ’δειχνα στα παιδιÜ τα χρυσüψαρα,
τα ωραßα τα ψÜρια τα ωδικÜ του γαλανοý αυτοý πλÜτους.
¢νθινοι αφροß κυλÞσανε και με κατευοδþσανε
κι Üρρητοι ανÝμοι κÜποτες μοý εδþσαν τα φτερÜ τους.
Κι Üλλοτε πÜλι η θÜλασσα, ζωνþν και πüλων μÜρτυρας,
με του λυγμοý της το ρυθμü καθþς γλυκοκυλοýσα,
μου ανÝβαζεν ανθοýς σκιþν τßς κßτρινÝς της μÝδουσες
και σα γυναßκα που Ýπεσε στα γüνατα ηρεμοýσα.
Χερσüνησος λικνßζοντας στις üχθες μου τις Ýριδες,
την κüπρο κιτρινüφθαλμων πουλιþν που εθορυβοýσαν,
κι Ýλαμνα ενþ κατÝβαιναν απ’ τα σχοινιÜ μου ανÜμεσα
πνιγμÝνοι που το λßκνο τους στα βÜθη αποζητοýσαν…
Λοιπüν, ναυÜγιο τÝτοιο εγþ, κÜτ’ απ’ ορμßσκων πλüκαμους,
σε μοναξιÝς που εχÜθηκεν Üπτερου αιθÝρα ερÞμου,
εγþ που των Χανσεατþν τα πλοßα κι οι Μονßτορες
το μεθυσμÝνο απü νερü θ’ απüφευγαν σκαρß μου,
λεýτερο πια, μενεξελιÜ φορþντας ομιχλþματα,
εγþ που τους πλινθüχρωμους τρυποýσα ουρανοθüλους,
Þλιου λειχÞνες Ýμπλεο και βλÝννες κυανüτητας,
εßδη πολý επιθυμητÜ στους ποιητÝς σας üλους,
ποý ’φευγα με μηνοειδεßς ηλεχτρικÝς κατÜστιχτο,
τρελÞ σανßδα ιππüκαμποι που την ακολουθοýσαν,
ενþ τους πüντιους ουρανοýς, χοÜνες φλογερüτατες,
οι Ιοýλιοι με χτυπÞματα ροπÜλων εγκρεμοýσαν,
εγþ, ποý ’τρεμα ακοýοντας μßλια μακριÜ να οργÜζουνε
τ’ αβυσσαλÝα ΜÜελστρομ κι οι Βεεμþθ κατüπι,
εγþ, ο πολýς ταξιδευτÞς των γαλανþν εκτÜσεων,
κατÜβαθÜ μου λαχταρþ τη γηραιÜν Ευρþπη.
Εßδα αστρικÜ αρχιπÝλαγα, νησιÜ με στερεþματα
παροξυσμþν που εßν’ ανοιχτοß για κÜθε ναýτη δρüμοι:
Σ’ απýθμενες τÝτοιες νυχτιÝς κοιμÜσαι κι εξορßζεσαι,
ω σμÜρι απü χρυσÜ πουλιÜ, μελλοντικÞ εσý ρþμη;
Μ’ αλÞθεια, εθρÞνησα πολý. ¼λες οι αυγÝς αφüρητες,
πικρüς ο Þλιος και φριχτü το κÜθε εßναι φεγγÜρι.
Σε νÜρκωση μεθυστικÞ ο αψýς με βýθισε Ýρωτας.
Να σπÜσει πια η καρßνα μου! Το κýμα να με πÜρει!
Αν της Ευρþπης λαχταρþ κÜποια νερÜ, τα στÜσιμα
θαμπÜ νερÜ αποθýμησα που ενþ γλυκοβραδιÜζει,
με θλßψη αφÞνει Ýνα παιδß σ’ αυτÜ το καραβÜκι του,
τüσο λεπτü, που ωσÜν Μαγιοý πεταλουδοýλα μοιÜζει.
Δεν το μπορþ πιÜ, ω κýματα, λουσμÝνο μες στα θÜλπη σας,
τα μπÜρκα εγþ του μπαμπακιοý να παραβγþ κι ακüμα
σημαßες αλαζονικÝς ν’ αντιπερνÜω και φλÜμπουρα
και κÜτω απü των ποντονιþν να κολυμπÜω το σκþμμα!
Ο ΚοιμισμÝνος Στη ΚοιλÜδα
Εßναι μια χλοερÞ γωνιÜ, που τραγουδεß ποτÜμι
κι ασημοκοýρελα κρεμÜ παßζοντας στα χορτÜρια,
κι üπου περÞφανου βουνοý, λαμπρüς ο Þλιος πÝφτει.
Μια κοιλαδοýλα εßναι μικρÞ που αφρßζει απ’ τις αχτßδες.
Στρατιþτης νÝος, ξεσκοýφωτος, το στüμα του ανοιγμÝνο,
και το λαιμü στο νιüβλαστο το κÜρδαμο χωμÝνο,
κοιμÜται μες στη χλωρασιÜ, στα σýγνεφ’ αποκÜτου,
χλωμüς, σε κλßνη πρÜσινη απü φως περιλουσμÝνη.
Τα πüδια στα σπαθüχορτα, κοιμÜται. Και γελþντας
üπως παιδß Üρρωστο γελÜ, κοιμÜται βαθýν ýπνο.
Φýση νανοýρισÝ τονε ζεστÜ, γιατß κρυþνει.
Δεν τρÝμουν τα ρουθοýνια του απü τ’ Üρωμα. ΚοιμÜται
μÝσα στον Þλιο, ακουμπιστü το χÝρι του στο στÞθος,
Þσυχος. -¸χει στο πλευρü δυο κüκκινες τρυποýλες.
Αßσθηση
Στο μπλε των δειλινþν του θÝρους,
θα τριγυρνþ τα μονοπÜτια,
τσιμπημÝνος απ’ τ’ αυτιÜ του σιταριοý,
πατþντας στο χορτÜρι:
Ονειροπüλος, θ’ ατενßζω,
καθþς θα νιþθω τη δροσιÜ
στα πÝλματÜ μου.
Θ’ αφÞσω τον Üνεμο να λοýσει
το γυμνü κεφÜλι μου.
Δεν θα μιλþ,
δεν θα σκÝφτομαι τßποτα:
αλλÜ ο απÝραντος Ýρωτας
θα ξεσηκþσει τη ψυχÞ μου,
και θα ξεμακραßνω, üλο πιο πÝρα,
σαν τον τσιγγÜνο,
μες στη Φýση, ευτυχισμÝνος
σαν να εßχα Ýνα κορßτσι.
Οφηλßα
Ι
Στα Þρεμα κατÜμαυρα νερÜ
'κεß üπου τ' Üστρα αποκοιμιοýνται
η Οφηλßα η λευκÞ πλÝει σα μÝγα κρßνο,
πλÝει πÜνω στα μακριÜ της πÝπλα
πλαγιασμÝνη αργÜ, αργÜ...
-ΠÝρα στα μακρινÜ ξερüκλαδα
μπορεßς ν’ ακοýς το σÜλπισμα του ΧÜρου.
ΠÜνω απü χßλια χρüνια η Οφηλßα
θλιμμÝνο, φÜντασμα λευκü, περνοýσε
το μαýρο ατÝλειωτο ποτÜμι...
ΠÜνω απü χßλια χρüνια η τρÝλα της
ψιθýριζε στο νυχτερινü αερÜκι,
το λυπημÝνο της το τραγουδÜκι.
¢νεμος της φιλÜ το στÞθος
και της ξεπλÝκει τ' Üνθινο στεφÜνι,
λικνßζουν στο νερü τα πÝπλα της,
τα μακριÜ, κι η ιτιÜ της κλαßει στον þμο
θροÀζοντας, κι οι καλαμιÝς λυγÜνε
στο 'νειρεμÝνο και πλατý το μÝτωπü της,
Νοýφαρα αναστενÜζοντας σκαλþνουν γýρω,
κι αυτÞ ξυπνÜει που και που στις καλαμιÝς,
απü καποιÜ φωλιÜ, Þχοι φτερþν ξακρßζουν,
-κι ýμνος βαθýς απ' τα χρυσÜ φτÜνει Üστρα.
ΙΙ.
Ω χλωμÞ Οφηλßα! ¼μορφη σαν το χιüνι!
Να 'σαι νεκρÞ, μικρÞ μου, νικημÝνη απ’ το ποτÜμι!
–¹τανε τÜχα Üνεμος που 'φτασε απü τα üρη
εκεßνα τα πανþρια βουνÜ της Νορβηγßας
και σου 'πε για καλλßτερη, Üλλην ελευθερßα.
¹ταν η ανÜσα τ' ανÝμου, τα υπÝροχα μαλλιÜ
σου ανακÜτωσε, κι Ýφερε στ' üνειρü σου
εκεßνη τη παρÜξενη μαυλιστικÞ βουÞ.
ΤÜχα η καρδιÜ σου, που Üκουγε της Φýσης
το τραγοýδι, του δÝντρου τα βογγÞματα,
της νýχτας τους βαθεßς τους αναστεναγμοýς.
¹ταν το κÜλεσμα των τρελαμÝνων θαλασσþν,
ο μÝγας βρυχηθμüς, που τσÜκισ' τη καρδιÜ σου
τη παιδικÞ, ανθρþπινη και τη γλυκειÜ καρδιÜ.
¹ταν μια üμορφη ωχρÞ νυχτιÜ, χαρÜματα τ’ Απρßλη,
που Ýνας φτωχüς τρελüς βουβüς κÜθισ' στα γüνατÜ σου!
ΟυρανÝ! Ω ¸ρωτα! Ελευθερßα!
Τß üνειρο, φτωχÞ τρελÞ μου!
Που λιþνεις, χÜριν του, σα χιüνι στη φωτιÜ:
μεγÜλα ορÜματÜ σου πνßγονται στις λÝξεις,
–και τ' Üλγος του ΑÝναου Ýχει τρομÜξει
τα γαλανÜ σου μÜτια!
ΙΙΙ.
–Κι ο ποιητÞς εßπε πως μες απü το φως
των Üστρων, Ýρχεσαι τη νýχτα να 'βρεις
ψÜχνωντας τ' Üνθη που κρατοýσες,
κι üτι εßδε τη ΛευκÞ Οφηλßα
να επιπλÝει αργÜ μες στα νερÜ
πα' στα μακρÜ της πÝπλα πλαγιασμÝνη
σαν εν ολüλευκο μεγÜλο κρßνο.
Ξεκßνημα
ΑρκετÜ εßδα
Τ' üραμα αντÜμωσα
σε üλους τους αιθÝρες.
ΑρκετÜ πÞρα.
Βüμβος των πüλεων, το βρÜδυ
και στον Þλιο και πÜντα.
ΑρκετÜ γνþρισα.
Τις στÜσεις της ζωÞς.
Ω, βüμβοι και ορÜματα.
Ξεκßνημα
μες σε καινοýργιες αγÜπες
και θορýβους...