Βιογραφικü
Ο ΤζιοβÜνι ΜποκÜτσιο Þταν Ιταλüς συγγραφÝας και ποιητÞς, μαθητÞς και φßλος του ΠετρÜρχη (Petrarch), σημαντικüς ανθρωπιστÞς της ΑναγÝννησης. υπÞρξε συγγραφÝας ενüς αξιοσημεßωτου αριθμοý Ýργων, ανÜμεσα στα οποßα περιλαμβÜνεται το ΔεκαÞμερον και το Περß ΔιασÞμων Γυναικþν. Οι χαρακτÞρες του εßναι ξεχωριστοß για την εποχÞ τους, δεδομÝνου πως εßναι ρεαλιστικÜ, εýψυχα κι Ýξυπνα Üτομα που στηρßζονται στη πραγματικüτητα, αντßθετα με τους χαρακτÞρες των συγχρüνων του, που ενδιαφÝρθηκαν για τις μεσαιωνικÝς αρετÝς της ιπποσýνης, της ευσÝβειας, και της ταπεινüτητας.
Οι ακριβεßς λεπτομÝρειες της γÝννησÞς του μας εßναι Üγνωστες. ΒεβαιωμÝνον üμως πως Þτανε παρÜνομος γιος ενüς φλωρεντινοý τραπεζßτη και μιας Üγνωστης γυναßκας. ¸νας πρþτος βιογρÜφος ισχυρßστηκε πως η μητÝρα üτι του Þτανε παριζιÜνα και το Παρßσι γενÝτειρÜ του, αλλ' αυτü απορρßπτεται κατÜ Ýνα μεγÜλο μÝρος ως ρομαντικü. Ο τüπος γÝννησÞς του εßναι πιθανüτερον η ΤοσκÜνη, ßσως το Certaldo, τη κωμüπολη του πατÝρα του.
ΓεννÞθηκε 17 Ιουνßου 1313 στο ΤσερτÜλντο και μεγÜλωσε στη Φλωρεντßα, Þταν νüθος γιος του ΜποκÜτσιιο ντι Κελλßνο (Boccaccio di Chellino), πλοýσιου Ýμπορου και μιας Üγνωστης κοπÝλας ταπεινÞς καταγωγÞς. Ο πατÝρας του τον αναγνþρισε ως γιο του και τον πÞρε το 1327 στη ΝÜπολη, üπου ασχολεßτο με το εμπüριο. Αυτüς üμως δε συμπÜθησε το εμπüριο και τις αναγκαστικÝς σπουδÝς στο Εκκλησιαστικü Δßκαιο κι απü το 1334 ξεκßνησε να δημοσιεýει Ýργα του. Σε μια οικονομικÞ κρßση το 1340, αναγκÜστηκε να επιστρÝψει στη Φλωρεντßα, üπου το 1350 γνþρισε τον ΠετρÜρχη και τελεßωσε το γνωστüτερο Ýργο του το ΔεκαÞμερο. ΠÝρασε το υπüλοιπο της ζωÞς του ακολουθþντας τις μετακινÞσεις του ΠετρÜρχη, με ανθρωπιστικÝς μελÝτες και συγγρÜφοντας.
Ο πατÝρας του εργαζüταν για τη Compagnia dei Bardi κι εßχε παντρευτεß εν τω μεταξý το 1320 τη Margherita del Mardoli, κüρη επιφανοýς οικογÝνειας. Θεωρεßται πως Ýλαβε τη πρþτη εκπαßδευση δßπλα στον Giovanni Mazzuoli κι εκεß εßχε μια πρþτην εισαγωγÞ στον ΔÜντη (Dante Alighieri). Το 1326 μετακομßσανε στη ΝÜπολη με την οικογÝνειÜ του, üταν ο πατÝρας του διορßστηκε διευθυντÞς σε μια τρÜπεζα εκεß κι Þθελε να κÜμει τον γιο του τραπεζßτη κι Ýτσι τονε τοποθÝτησε ως μαθητευüμενο, αλλÜ ο γιος δεν Þθελε να 'χει καμμιÜ σχÝση με το εμπüριο και τα οικονομικÜ. ¸πεισε τελικÜ τον πατÝρα του να τον αφÞσει να μελετÞσει νομικÜ στο Studium στη ΝÜπολη, για τα επüμενα 6 Ýτη. Κατüπιν ακολοýθησε το ενδιαφÝρον του για τις επιστημονικÝς και λογοτεχνικÝς μελÝτες.
Ο πατÝρας του τον Ýμπασε στη ναπολιτÜνικη αριστοκρατßα και το γαλλικÜ-επηρεασμÝνο δικαστÞριο του ΡοβÝρτου Σοφοý (ΒασιλιÜς Robert της ΝÜπολι) στα 1330. Τüτε ερωτεýτηκε μια παντρεμÝνη κüρη του ΡοβÝρτου, που αργüτερα, αναγνωρßστηκε σαν η Fiammetta, σε πολλÜ απü τα ρομαντικÜ πεζογραφÞματÜ του, ιδιαßτερα το Filocolo (1338). Ο ΒοκÜτσιο Ýγινε φßλος του φλωρεντινοý Niccolò Acciaioli κι ωφελÞθηκε απü την επιρροÞ του ως διοικητÞ κι ßσως, εραστÞ της Catherine Valois-Courtenay, χÞρα του Philip I του Taranto. Ο Acciaioli Ýγινε αργüτερα σýμβουλος στη βασßλισσα ΙωÜννα και τελικÜ, ο 'μεγÜλος φροντιστÞς της'.
Φαßνεται πως και τα νομικÜ δε τα συμπÜθησε πιüτερο απü τα οικονομικÜ, αλλÜ οι σπουδÝς αυτÝς του αφÞναν μεγÜλο περιθþριο για ευρýτερη μελÝτη, εκεß που λαχταροýσε η καρδιÜ του και παρÜλληλα να δημιουργεß επαφÝς με τη καλÞ κοινωνßα κι Üλλους συντρüφους μελετητÝς. Οι 1ες επαφÝς του περιÝλαβαν τους: Paolo da Perugia (Ýφορος αρχαιοτÞτων και συγγραφÝας μιας συλλογÞς μýθων, το Collectiones), τους ανθρωπιστÝς Barbato Da Sulmona και Giovanni Barrili και τον θεολüγο Dionigi Di Borgo San Sepolcro.
Τη 10ετßα του '30, Ýγινε πατÝρας 2 παρÜνομων γιων, του ΜÜριο και του Τζοýλιο και του '40, μιας επßσης παρÜνομης κüρης, της ΒιολÜντε. Στη ΝÜπολη, κατÜλαβε τελικÜ τη πραγματικÞ του κλßση, τη ποßηση και γενικÜ τη λογοτεχνßα. Εκεßνη την εποχÞ, βλÝπουνε το φως Ýργα üπως το Filostrato, που εßναι προπομπüς του Τρωßλου του Τσüσερ (Criseyde Chaucer), το Teseida, το Filocolo και το La Caccia Di Diana, Ýργο μιας εποχÞς που 'ταν επηρεασμÝνη απü τον ΠετρÜρχη.
Το 1341 επιστρÝφει εσπευσμÝνα στη Φλωρεντßα, για ν' αποφýγει τη πανοýκλα, αλλÜ ταυτüχρονα χÜνει την επßσκεψη του ΠετρÜρχη στη ΝÜπολη, την ßδια χρονιÜ. Ο πατÝρας του εßχεν επιστρÝψει νωρßτερα εκεß, το 1338 κι εßχε χρεωκοπÞσει και σα να μην Ýφτανε τοýτο, ακολοýθησε κι ο θÜνατος της μητÝρας του σε λßγο. Ο ΒοκÜκιος εßχε δυσαρεστηθεß απü την ÜφιξÞ του στη Φλωρεντßα, μα συνÝχιζε να γρÜφει. Ο πατÝρας του ξαναπαντρεýεται τη Bice Del Bostichi και λßγον αργüτερα, το 1344 αποκτÜ Ýναν ακüμα γιο τον Jacopo, μιας κι üλα του τα παιδιÜ απü τον 1ο γÜμο, εκτüς του ΤζιοβÜνι, εßχανε πεθÜνει.
Το 1347 αναγκÜζεται να ξαναφýγει γι' Üλλη μια φορÜ, λüγω πανοýκλας, που τελικÜ σκüτωσε τα 3/4 του πληθυσμοý της Φλωρεντßας κεßνη την εποχÞ, γεγονüς που το εμφανßζει στο ΔεκαÞμερü του, λßγον αργüτερα. Τοýτη τη φορÜ καταφεýγει στη ΡαβÝνα και λßγο μετÜ, το 1349 ξεκινÜ να δουλεýει το ΔεκαÞμερο, τη χρονιÜ κεßνη που 'χασε τον πατÝρα του, ενþ τη θετÞ του μητÝρα την εßχε χÜσει νωρßτερα στη πανοýκλα (πÜντως δεν εßναι εξακριβωμÝνο αν παρεβρισκüταν εκεß, τη μαýρη κεßνη περßοδο της αρρþστιας). Το Ýργο τελειþνει το 1352 κι Þταν απü τις πιο þριμες δουλειÝς του, αν εξαιρÝσουμε τον Μισογýνη ΚορμπÜτσιο (1355-1365) κι Ýνα ξαναπÝρασμα του ΔεκαημÝρου στα 1370-71. Αυτü το χειρüγραφο Ýχει σωθεß στις μÝρες μας.
Απü το 1350 και μετÜ, ανÝλαβε να προωθÞσει τις θÝσεις του βασιλεßου, σ' Üλλες ευρωπαúκÝς πüλεις και παρÜλληλα τη μελÝτη της ελληνικÞς γλþσσας, προβÜλλοντας τους αρχαßους: ¼μηρο, Ευριπßδη κι ΑριστοτÝλη. Τον Οκτþβρη του 1350 φιλοξÝνησε τον Francesco Petrarca κι η συνÜντηση των δυο αντρþν Þταν εξαιρετικÜ καρποφüρα. Ο ΒοκÜκιος προσφωνοýσε τον ΠετρÜρχη 'δÜσκαλü' του κι εκεßνος Þτανε που του Üνοιξε τις πýλες των αρχαßων ελλÞνων συγγραφÝων και τον ενθÜρρυνε να τους μελετÞσει. ΑποτÝλεσμα Þταν η συγγραφÞ του Gentilium Deorum Genealogia μιας μελÝτης για τη ΚλασσικÞ Μυθολογßα κι Ýμεινε σα σημεßον αναφορÜς για πÜνω απü 400 χρüνια.
Ο ΠετρÜρχης üμως δε τον επηρÝασε μüνο σ' αυτÜ, αλλÜ κι εκτρÝποντÜς τον προς κÜποιον ασκητισμü. Απü ανοιχτüς ανθρωπιστÞς του "ΔεκαημÝρου" γßνεται πιο θρÞσκος και λÝνε πως αποκηρýττει τüτε üλα τα προηγοýμενα γραπτÜ του, συμπεριλαμβανομÝνου και του ΔεκαÞμερου ως το πιο βÝβηλο. ΒÝβαια σ' αυτü βοÞθησε κι η συναναστροφÞ του με τον ΠÜπα ΙννοκÝντιο VI το 1362. Το 1365 αναλαμβÜνει ξανÜ διπλωματικÝς αποστολÝς και καταφÝρνει να τις φÝρει σε πÝρας μ' επιτυχßα. Σε μιαν απ' αυτÝς συναντÜ τον ΠÜπα Ουρβανü V.
Απü τις τελευταßες εργασßες του, πιο αξιοσημεßωτες Þταν οι ηθοπλαστικÝς βιογραφßες: De Casibus Virorum Illustrium (1355-1374) & De Mulieribus Claris (1361-1375), καθþς κι Ýνα λογοτεχνικü λεξικü καλλιτεχνικþν τÜσεων κι επιδρÜσεων με βÜση γεωγραφικÜ κριτÞρια, με τον ...απελπισμÝνο τßτλο -για τη δημιουργßα της λÝξης 'γεωγραφßα'- De Montibus, Silvis, Fontibus, Lacubus, Fluminibus, Stagnis Seu Paludibus Et De Nominibus Maris Liber.
Eπßσης, Ýδωσε μια σειρÜ διαλÝξεων για τον ΔÜντη στο Ναü Santo Stefano, το 1373, που αποτÝλεσε τη νÝα και βελτιωμÝνη εργασßα του (απ' αυτÞ του 1350 με το ßδιο θÝμα) το, Eposizioni Sopra La Commedia Di Dante. H αλλαγÞ δεν Þτανε μüνον εξ αιτßας της συναναστροφÞς του με τον ΠετρÜρχη Þ τη διαφοροποßηση του στα θρησκευτικÜ και πολιτικÜ 'πιστεýω', αλλÜ κι η ηλικßα σε συνδυασμü με τη χειροτÝρεψη της υγεßας του, που 'χανε σαν αποτÝλεσμα τη μεßωση της σωματικÞς του ρþμης και της πνευματικÞς, ενδεχομÝνως, διαýγειας. Επßσης και στις πÜμπολλες ερωτικÝς του απογοητεýσεις κι αυτü εξηγεß πως ο αγαπþν τις γυναßκες ΒοκÜκιος Ýγραψε τον Μισογýνη ΚορμπÜτσιο. ΤÝλος, ο θÜνατος του ΠετρÜρχη (1374), -που νωρßτερα εßχε καταφÝρει να τονε πεßσει να κÜψει üλες του τις εργασßες και προσφÝρθηκε μÜλιστα να του αγορÜσει üλη τη βιβλιοθÞκη του, þστε να γßνει δικü του κτÞμα-, τον Ýθλιψε τüσον, þστε Ýγραψε μια σειρÜ ποιημÜτων και τα συμπεριÝλαβε στη τελευταßα του ποιητικÞ συλλογÞ με τßτλο Rime.
Στα τÝλη του 1375 εßχεν Þδη προβλÞματα υγεßας και παχυσαρκßας κι Ýτσι στις 21 ΔεκÝμβρη, πÝθανε απü καρδιακÞ προσβολÞ, σ' ηλικßα 63 ετþν και θÜφτηκε στο Certaldo, üπου και βρßσκεται το μνÞμα του μÝχρι και σÞμερα.
Ο Ιταλüς ποιητÞς και λογοτÝχνης ΤζιοβÜνι ΜποκκÜτσιο, θα επηρεαστεß üπως κι üλοι οι μεγÜλοι συγγραφεßς της εποχÞς του απü τον αρχαßο ελληνικü κüσμο. Στην Ιταλßα την εποχÞ εκεßνη Üρχισε να ανθßζει με κÝντρο τη Φλωρεντßα μßα μεγÜλη λογοτεχνικÞ κßνηση με κýριους εκπροσþπους το ΔÜντη, τον ΠετρÜρχη, αρκετÜ αργüτερα τον ΠιÝτρο ΜπÝμπο κι Üλλους. Αξιοσημεßωτη εßναι βÝβαια και η ανÜπτυξη διαφüρων ρευμÜτων στο χþρο της τÝχνης. ΧαρακτηριστικÞ εßναι η αρχετυπικÞ μορφÞ του αναγεννησιακοý καλλιτÝχνη ΛεονÜρντο ντα Βßντσι, αλλÜ και του ΜικελÜντζελο, ο οποßος Üσκησε μεγÜλη επßδραση στην ανÜπτυξη της δυτικÞς τÝχνης.
Ο ΒοκÜκιος, ο οποßος υπÞρξε μαθητÞς του ΠετρÜρχη, το 1350-53 θα τελειþσει το σπουδαιüτερο Ýργο του, το ΔεκαÞμερο χρησιμοποιþντας τη λαúκÞ γλþσσα Þ üπως λÝει ο ßδιος, γρÜφει στο Φλωρεντινü ιδßωμα. Το Ýργο αποτελεßται απü εκατü διηγÞματα χωρισμÝνα σε δÝκα μÝρη κι απü Ýνα προοßμιο στο οποßο αναγγÝλλεται απü τον κÜθε οργανωτÞ Þ βασιλιÜ της ημÝρας το θÝμα γýρω απü την αφÞγηση των ιστοριþν. Στο τελευταßο προοßμιο, ο συγγραφÝας περιγρÜφει με μεγÜλη Ýνταση την επιδημßα της πανþλης, που το 1348 εßχε πλÞξει την Ευρþπη και σÜρωσε τη Φλωρεντßα.
¼πως ο ßδιος μας λÝει στην αρχÞ της πρþτης μÝρας του ΔεκαÞμερου, το 1348 στη Φλωρεντßα, την ωραιüτερη πüλη ανÜμεσα στις περιφημüτερες πüλεις της Ιταλßας, χßμηξε Üγρια η θανατηφüρα επιδημßα της πανþλης. Η δε Ýνταση της Þταν τüσο μεγÜλη þστε τα νεκροταφεßα δεν επαρκοýσαν για üλους τους ενταφιασμοýς. ¸τσι, Ýσκαβαν μεγÜλους λÜκκους στους οποßους Ýριχναν τα πτþματα κατÜ εκατοντÜδες, üπως μÝσα στο αμπÜρι ενüς καραβιοý στοιβÜζονται τα εμπορεýματα, ενþ πολλοß σφετερßζονταν το επÜγγελμα του νεκροθÜφτη.
Το σπßτι του σÞμερα
Ωστüσο, μÝσα σε αυτü τον ορυμαγδü εφτÜ κυρßες, ντυμÝνες πÝνθιμα και τρεις νÝοι θα συναντηθοýν σε μßα εκκλησßα. Εκεß θα συναποφασßσουν, πÜνω στην κορýφωση της απελπισßας τους, να φýγουν απü τη πüλη μαζß με τους υπηρÝτες τους και να συγκατοικÞσουν σ’ Ýνα θαυμÜσιο πýργο μüλις δýο μßλια Ýξω απü τα τεßχη της πüλης, üπου θα περÜσουν δÝκα ημÝρες διηγοýμενοι ιστορßες για την αγÜπη, τα ανθρþπινα πÜθη, την τýχη, το πεπρωμÝνο και την αναγÝννηση. ΠαρÜ το γεγονüς πως τα διηγÞματα των νÝων δεν Ýχουν χρονολογικÞ τοποθÝτηση, κýριο χαρακτηριστικü τους εßναι η υποκρισßα των ανθρþπων, αλλÜ και ο πüθος για λαγνεßα, ο οποßος καταγρÜφεται σε üλες τις κοινωνικÝς τÜξεις των τολμηρþν τους ιστοριþν μÝσα απü μßα ελευθεριÜζουσα για την εποχÞ αφÞγηση. ¸τσι, ο ερωτικüς τους χαρακτÞρας μαζß με την αντιεκκλησιαστικÞ τους στÜση για τα καθιερωμÝνα της εποχÞς αποτελεß και τον κýριο λüγο για τον οποßο το Ýργο εßχε καταστεß τüσο γνωστü.
O ΜελÜς στον πρüλογο της κριτικÞς του για το ΔεκαÞμερο χαρακτηρßζει το ΒοκÜκιο ως ρεαλιστÞ, γυναικολÜτρη και κοσμικü ερωτολüγο Þ αλλοý σαρκολÜτρη και πιο ανθρþπινο σε αντιδιαστολÞ με τους ασκητÝς ΔÜντη (θεολÜτρη Þ θεüπνευστο) και ΠετρÜρχη (ιδεολÜτρη Þ ιδανιστÞ). Ενþ σε Üλλο σημεßο μας λÝει πως ο ΒοκÜκιος "Πιστεýει στη παντοδυναμßα του Ýρωτα, σε κÜθε κοινωνικÞ τÜξη, σε μεγÜλους και μικροýς, […] κοσμικοýς και κληρικοýς".
Στην ΕλλÜδα λüγω της υποκριτικÞς αντßληψης της καθεστηκυßας τÜξης, η παρουσßα του Ýργου του τον 20ü αι. υπÞρξε περιορισμÝνη. Ο ΒοκκÜκιος και το Ýργο του προκαλοýσαν συζητÞσεις κι απαγορεýσεις, καθþς ακüμη και τη 10ετßα του '50, εßχανε λÜβει χþρα ακραßες καταστÜσεις και γεγονüτα. Ο ΒοκκÜκιος βρÝθηκε στο εδþλιο του κατηγορουμÝνου, κηρýχτηκε Ýνοχος και το ΔεκαÞμερο κατασχÝθηκε αφοý:
"Συμφþνως προς τελευταßαν καταδικαστικÞν απüφασιν του Πενταμελοýς Εφετεßου Αθηνþν εßναι επικßνδυνος δια την ελληνικÞν νεολαßαν και το μÝσον ελληνικüν αναγνωστικüν κοινüν. Το “ΔεκαÞμερον” δεν επιτρÝπεται πλÝον να εμφανßζεται εις την ΕλλÜδα, αφοý εκδüται του ετιμωρÞθησαν επειδÞ το εκυκλοφüρησαν εις (λογοτεχνικÞν, πλÞρη και με σýντομον κατατοπιστικüν πρüλογον) μετÜφρασιν. ¹ πρÝπει να εμφανßζεται μερικþς, αποσπασματικþς, “κεκαρθαμÝνον απü παντüς απρεποýς λüγου".
- Εφημερßδα Ελευθερßα, 29/5/1955, σελ. 1.
Αξßζει μÜλιστα να αναφερθεß η εισαγωγÞ που κÜνει ο ΓερÜσιμος ΣπαταλÜς στο προοßμιο της μετÜφρασης του ΔεκαÞμερου για να παρουσιÜσει τον ΒοκκÜκιο και την απÞχησÞ του: "Για τον μεγÜλο ΒοκκÜκιο … πολý λßγα πρÜγματα Ýχουν γßνει γνωστÜ στον τüπο μας, κι αν πω πως ο μÝγας εκεßνος Üνθρωπος και λογοτÝχνης εßναι παρεξηγημÝνος και θεωρεßται απü τους περισσüτερους σαν κÜποιος κοινüς πορνογρÜφος … δεν θα Üπεχα και πολý απü την αλÞθεια".
Και πρÜγματι εßναι Ýνας παρεξηγημÝνος λογοτÝχνης, καθþς μÝσα απü τον καυστικü και σατιρικü τρüπο των αφηγÞσεþν του, με πολý χιοýμορ και οξýνοια, σχολιÜζει χωρßς συναισθηματισμοýς üλους τους τýπους των ανθρþπων, απü üποια κοινωνικÞ τÜξη και αν προÝρχονται, μιας και ξεσκεπÜζει τ’ ανθρþπινα πÜθη που κυοφοροýνται σε üλες τις κοινωνικÝς βαθμßδες: απü βασιλιÜδες Þ πριγκßπισσες μÝχρι ζητιÜνους, απü κληρικοýς Þ καλüγερους μÝχρι πüρνες και απü μεγαλÝμπορους Þ χωρικοýς μÝχρι τοκογλýφους και αυλικοýς.
Aν και παρεξηγημÝνος, θεωρεßται γενικüτερα μεγÜλος και διÜσημος συγγραφÝας σχεδüν αποκλειστικÜ απü το ΔεκαÞμερο και τις τολμηρÝς του ιστορßες. Δικαßως λοιπüν ο Ιταλüς νομπελßστας ποιητÞς ΤζουζÝπε Καρντοýτσι (1835-1907) Ýγραψε: "ΚανÝνας Ýπειτα απü τον ΔÜντη και πριν απü τον Σαßξπηρ δε δημιοýργησε üπως ο ΒοκÜκιος τüσα διÜφορα πρüσωπα σε τüσο διαφορετικÝς συνθÞκες".
Το μνÞμα του
Αξßζει δε να σημειωθεß η μεγÜλη επßδραση του ΔεκαημÝρου ακüμη στο χþρο της 7ης τÝχνης. Οι αδελφοß ΤαβιÜνι θα μεταφÝρουν στην οθüνη το 2015 πÝντε ιστορßες μÝσα απü την δικÞ τους οπτικÞ, ενþ ο μεγÜλος αιρετικüς του Ιταλικοý σινεμÜ Παζολßνι, που προηγÞθηκε κατÜ σαρανταπÝντε χρüνια, χειρßστηκε μÝσα απü τη δικÞ του θεþρηση κι οπτικÞ αισθητικÞ, εννÝα συνολικÜ ιστορßες, απü τις οποßες üμως καμιÜ δεν συμπßπτει με κεßνες των ΤαβιÜνι. ¹δη üμως απü το 1962 ο ΜÜριο ΜονιτσÝλι, ο Φεντερßκο Φελßνι, ο Λουκßνο Βισκüντι κι ο Βιτüριο ντε Σßκα θα μεταφÝρουν το διαχρονικü πνεýμα του ΒοκÜκιου και ειδικüτερα του ΔεκαημÝρου του, στη σýγχρονη εποχÞ.
======================
ΒÜζοντας Το ΔιÜολο Στη Κüλαση
Στη πολÞ ΚÜπσα στη ΜπαρμπαριÜ, ζοýσεν Ýνας πολý πλοýσιος Üνθρωπος, που ανÜμεσα στ' Üλλα του παιδιÜ εßχε και μιαν üμορφη και χαριτωμÝνη κüρη, που τη λÝγαν ΑλιμπÝχ. Δεν Þτανε χριστιανÞ, αλλ' ακοýγοντας πολλοýς χριστιανοýς που μÝνανε στη πüλη, να εξυμνοýν Ýνθερμα τη πßστη τους και το να υπηρετεß κανεßς το Θεü, μια μÝρα ρþτησεν Ýναν απ' αυτοýς με ποιü τρüπο θα μποροýσε κανεßς ν' αφιερωθεß στην υπηρεσßα του Θεοý. Ο Üλλος απÜντησεν üτι καλýτερα υπηρετοýσανε το Θεü μüνον üσοι απεßχαν απü τα εγκüσμια, üπως εκεßνοι που 'χανε καταφýγει στη μοναξιÜ της ερÞμου της ΘÞβα. Το κορßτσι, δεκατεσσÜρω χρονþ, το πολý και πολý αγαθü, παρακινημÝνο, üχι απü τη λογικÞ επιθυμßα, αλλ' απü παιδιÜστικη φαντασßα, ξεκßνησε κρυφÜ την επüμενη μÝρα να πÜει εντελþς μüνη της στην Ýρημο ΘÞβα, χωρßς να πει σε κανÝνα το σκοπü της.
¸πειτα απü μερικÝς μÝρες, με την επιθυμßα της ακüμα ζωντανÞ, τα κατÜφερε μ' αρκετü κüπο να φτÜσει στην εν λüγω Ýρημο και βλÝποντας μια καλýβα στον ορßζοντα, πÞγε κατÜ κει και βρÞκε στη πüρτα Ýναν Üγιο Üνθρωπο, που ξαφνιÜστηκε σαν την εßδε και τη ρþτησε τß γýρευε. Του απÜντησε πως εßχεν εμπνευστεß απü τον Θεü κι üτι ξεκßνησε την αναζÞτησÞ της για να μπει στην υπηρεσßα Του κι Ýψαχνε τþρα κÜποιον που θα της δßδασκε πως Üρμοζε να Τον υπηρετεß. Ο Üξιος Üντρας, βλÝποντας πως Þταν νÝα και πολý üμορφη κι επειδÞ φοβÞθηκε πως αν τη φιλοξενοýσε, θα 'μπαινε σε πειρασμü απü τον ΔιÜβολο, την επαßνεσε για τον ευλαβικü σκοπü της κι αφοý της Ýδωσε να φÜει ρßζες βοτÜνων, Üγρια μÞλα, χουρμÜδες και νερü να πιει, της εßπε:
-"Κüρη μου, üχι μακρυÜ απü δω, βρßσκεται Ýνας Üγιος Üνθρωπος, που 'ναι πολý μεγαλýτερος δÜσκαλος απü μÝνα σ' αυτü που συ αναζητεßς. ΠÞγαινε λοιπüν εκεß" και την Ýστειλε στο δρüμο της.
¼ταν üμως Ýφτασε στον Üλλο μεγÜλο δÜσκαλο, πÞρε κι απü κεßνον την ßδιαν απÜντηση και προχωρþντας κι Üλλο Ýφτασε στο κελß ενüς νεαροý ερημßτη, ενüς ανθρþπου ευλαβοýς κι αγαθοý, που τ' üνομÜ του Þτανε Ροýστικο και στον οποßον Ýκανε την ßδιαν ερþτηση üπως και στους Üλλους. Εκεßνος θÝλοντας να δοκιμÜσει τη δικÞ του πßστη, δε την Ýδιωξε, üπως εßχανε κÜνει οι Üλλοι, αλλÜ τη δÝχτηκε στο κελß του κι üταν Þρθεν η νýχτα της Ýφτιαξε Ýνα μικρü κρεβÜτι με φýλλα φοßνικα και τη προσκÜλεσε να πλαγιÜσει και να ξεκουραστεß. Αφοý Ýγινεν αυτü, οι πειρασμοß δεν Üργησαν να πολεμÜνε τη δýναμη της αντοχÞς του, που 'χε κλονιστεß σημαντικÜ και σχεδüν τον εßχεν εγκαταλεßψει κι Ýτσι χωρßς να περιμÝνει και πολλÜ χτυπÞματα, παραιτÞθηκε του αγþνα και παραδÝχτηκε πως εßχεν ηττηθεß. ΜετÜ, παραμερßζοντας ευλαβικÝς σκÝψεις, δεÞσεις κι εξαγνισμοýς, Üρχισε να στριφογυρßζει στη μνÞμη του τα νιÜτα και την ομορφιÜ της νεαρÞς κüρης και να σκÝφτεται τß τρüπο να βρει, þστε να κερδßσει αυτü που επιθυμεß χωρßς να περÜσει για διεφθαρμÝνος.
¸τσι, την Üλλη μÝρα, κÜνοντÜς της ερωτÞσεις, ανακÜλυψε πως δεν εßχε γνωρßσει ποτÝ Üντρα και πως Þτανε τüσον αγαθÞ, üσον ακριβþς φαινüτανε και για το λüγον αυτü, συλλογιζüταν üτι με το πρüσχημα της υπηρεσßας του Θεοý, θα μποροýσε να την απολαýσει. Σε πρþτη φÜση, της εξÞγησε διεξοδικÜ πüσο μεγÜς εχθρüς του Θεοý εßναι ο ΔιÜβολος και μετÜ της Ýδωσε να καταλÜβει πως η μεγαλýτερη υπηρεσßα που μποροýσε να προσφÝρει κανεßς στο Θεü Þτανε να βÜλει τον ΔιÜβολο στη Κüλαση, εκεß που τον εßχε καταδικÜσει Κεßνος. Το κορßτσι ρþτησε:
-"Πþς μπορεß να γßνει αυτü;" κι εκεßνος της απÜντησε:
-"Θα το μÜθεις αμÝσως. ΚÜνε ü,τι κÜνω κι εγþ..." και λÝγοντας αυτÜ, Ýβγαλε τα λßγα ροýχα που φοροýσε κι Ýμεινε τÝλεια γυμνüς. Το ßδιο Ýκαμε και το κορßτσι. Κατüπιν, Ýπεσε στα γüνατα, σα να 'κανε προσευχÞ και την Ýβαλε να κÜτσει στην αγκαλιÜ του. ¸τσι καταπþς εßχανε τα πρÜματα κι Ýτσι üπως εßχανε φουντþσει πιüτερο απü ποτÝ οι επιθυμßες του Ροýστικο, üταν εßδε την ομορφιÜ της ολüγυμνη, Þρθε κι η ανÜσταση της σÜρκας. Η ΑλιμπÝχ το 'δε και ξαφνιÜστηκε.
-"Ροýστικο", εßπε, "τß εßναι αυτü που 'χεις εσý και που σηκþνεται Ýτσι και που δεν Ýχω γω";
-"¸χε πßστη κüρη μου", της απÜντησε, "αυτüς εßναι ο ΔιÜβολος που σου 'λεγα και κοßτα πüσο πολý με τυραννÜ, που με το ζüρι αντÝχω".
-"ΕυλογημÝνος να 'ναι ο Κýριος!", εßπε τüτε το κορßτσι, "Απ' ü,τι βλÝπω εßμαι σε καλýτερη κατÜσταση απü σÝνα, γιατß εγþ δεν Ýχω κει κÜτω ΔιÜβολο".
-"ΣωστÜ!" ανταπÜντησεν ο Ροýστικο, "ΑλλÜ συ Ýχεις κÜτι Üλλο που δε το 'χω γω, αντ' αυτοý..."
-"Και τß εßναι αυτü;" ρþτησεν η ΑλιμπÝχ κι εκεßνος σκεφτικüς τÜχα, απÜντησε:
-"Εσý Ýχεις τη Κüλαση και σου λÝω üτι πιστεýω πως ο Θεüς σ' Ýστειλε δω για το καλü της ψυχÞς μου, γιατß üποτε αυτüς ο ΔιÜβολος θα με βασανßζει Ýτσι κι αν σ' ευχαριστεß να δεßξεις συμπüνοια σε μÝνα και να υπομεßνεις να τονε βÜλω πßσω στη Κüλαση, θα μου χαρßσεις τη μεγαλýτερη παρηγοριÜ και θα προσφÝρεις στο Θεü πολý μεγÜλην ευχαρßστηση κι υπηρεσßα. Τüτε θα κÜνεις üντως αυτü για το οποßο λες üτι Þρθες στα μÝρη αυτÜ"!
-"ΠρÜγματι, πατÝρα μου, αφοý εγþ Ýχω τη Κüλαση, ας γßνει Ýτσι üποτε επιθυμεßς!" απÜντησε το κορßτσι καλüπιστα.
-"Κüρη, να 'σαι βλογημÝνη!" της εßπεν ο Ροýστικο τρÝμοντας απü ανυπομονησßα. "Ας πÜμε λοιπüν κι ας τονε βÜλουμε πßσω κει, για να μ' αφÞσει μετÜ στην ησυχßα μου!" και λÝγοντας αυτÜ, τη ξÜπλωσε και τη δßδαξε τι πρÝπει να κÜνει για να φυλακßσουνε τον καταραμÝνο του Θεοý. Το κορßτσι που δεν εßχε ξαναβÜλει κανÝνα ΔιÜβολο μÝχρι τüτε στη ΚüλασÞ της, τη πρþτη φορÜ Ýνιωσε κÜποιο πüνο και για το λüγον αυτüν εßπε στον Ροýστικο:
-"ΑλÞθεια πατÝρα μου, αυτüς ο ΔιÜβολος πρÝπει να 'ναι πολý κακü πρÜμα κι Ýχθρüς κÜθε πρÜξης του Θεοý, αφοý πονÜ και την ßδια τη Κüλαση, πüσο μÜλλον üλα τ' Üλλα, üταν πας να τονε βÜλεις πÜλι κει".
-"Κüρη", απÜντησεν αυτüς, "δε θα συμβαßνει πÜντα Ýτσι..." και μÝχρι το τÝλος Ýπρεπε να γßνει Ýξι φορÝς, πριν κουνÞσουν απü το κρεβÜτι και τονε βÜλανε στη Κüλαση ξανÜ, σε τÝτοιο βαθμü που για την þρα καταπολεμÞσανε την Ýπαρση του κεφαλιοý του κι Ýμεινε κει Þσυχα και πρüθυμα. ΑλλÜ εκεßνος γýριζε τις επüμενες μÝρες ξανÜ και ξανÜ και το υπÜκουο κορßτσι πÜντα πρüσφερε τον εαυτü του για να του τονε βγÜλει απü μÝσα του και να τονε βÜζει μÝσα της κι Ýτυχε η προσφορÜ αυτÞ ν' αρχßζει να την ευχαριστεß πολý και το 'πε στον Ροýστικο:
-"ΒλÝπω τþρα καθαρÜ πως αυτοß οι καλοß Üνθρωποι στη ΚÜπσα λÝγαν αλÞθεια, üταν διατεßνονταν üτι Þτανε τüσο γλυκü πρÜμα να υπηρετεßς τον Θεü, γιατß πρÜγματι δε θυμÜμαι να 'χω κÜνει ποτÝ τßποτε Üλλο που να μου 'δωσε τüση χαρÜ κι ευχαρßστηση üσο το να βÜζω τον ΔιÜβολü σου στη ΚüλασÞ μου. Και γι' αυτü πιστεýω πως üποιος δεν αφιερþνεται στην υπηρεσßα του Θεοý εßναι ανüητος"! ¸τσι κι εκεßνη ερχüτανε πολλÜκις στον Ροýστικο και του 'λεγε: "ΠατÝρα μου, Þρθα δω για να υπηρετþ το Θεü κι üχι να μÝνω Üπραγη. Ας πÜμε να βÜλουμε τον ΔιÜβολο πßσω στη Κüλαση!" κι üταν το κÜναν Ýλεγε κεßνη κατÜ τη διÜρκεια: "Ροýστικο, δε ξÝρω γιατß ο ΔιÜβολος φεýγει απü τη Κüλαση, γιατß αν Ýμενε εκεß üσο πρüθυμα μπαßνει και τονε δÝχεται και τονε κρατÜ κεßνη, δε θα 'πρεπε να ξαναφýγει ποτÝ".
Μ' αυτü το σκεπτικü, το κορßτσι προσκαλοýσε πολλÜκις τον Ροýστικο και τονε παρüτρυνε να υπηρετÞσουνε τον Θεü, που τüσον εßχεν εξαφανßσει την Ýπαρση του Διαβüλου, που ο καημÝνος Ýτρεμε πüτε θ' αρχßσει να ιδρþνει ξανÜ η Κüλαση. Γι' αυτü το λüγο αναγκÜστηκε να της πει:
-"Ο ΔιÜβολος δεν Ýπρεπε να τιμωρεßται και να μπαßνει στη Κüλαση, κορßτσι μου, παρÜ μüνον üταν σÞκωνε αλαζονικÜ ψηλÜ το κεφÜλι του. Κι εμεßς" πρüσθεσε, "με τη χÜρη του Θεοý, τον Ýχουμε παιδÝψει τüσο που προσευχÞθηκε στον Κýριü μας να τον αφÞσει να κατοικÞσει κει Þσυχος!" και με τα παρηγορητικÜ κι ενθαρρυντικÜ τοýτα λüγια κατÜφερε για κÜμποσο διÜστημα να της επιβÜλλει νηνεμßα. ΠαρολαυτÜ, üταν εκεßνη εßδε πως ο Ροýστικο δε της ζητοýσε να βÜλουνε τον ΔιÜβολο στη Κüλαση του 'πε μια μÝρα:
-"Ροýστικο, ακüμα κι αν ο ΔιÜβολüς σου τιμωρÞθηκε και δε σ' ενοχλεß πια, η ΚüλασÞ μου δε μ' αφÞνει σ' ησυχßα. Για τοýτο λÝω, πως καλÜ θα κÜνεις να με βοηθÞσεις με τον ΔιÜβολü σου να μετριÜσουμε τη μανßα της ΚüλασÞς μου, üπως κι εγþ με τη ΚüλασÞ μου σε βοÞθησα να εξαφανßσεις την αλαζονεßα του Διαβüλου σου"!
Ο Ροýστικο που ζοýσε με ρßζες και νερü, δε τα κατÜφερνε ν' ανταποκριθεß καλÜ στα καλÝσματÜ της και της εßπε πως χρειÜζονταν πολλοß ΔιÜβολοι, πÜρα πολλοß, για να κατευνÜσουνε τη ΚüλασÞ της, αλλÜ πως θα 'κανε ü,τι μποροýσε. ¸τσι την ικανοποιοýσε κÜποιες φορÝς, αλλÜ Þτανε τüσο σπÜνιες που 'τανε σα να τÜιζες λιοντÜρι με σπüρους και το κορßτσι το καημÝνο, που πßστευε πως δεν υπηρετοýσε τον Θεü τüσον επιμελþς üσο θα 'πρεπε, παραπονιüταν αρκετÜ. ¼σο γινüταν αυτÞ η μÜχη ανÜμεσα στον Ροýστικο και τον ΔιÜβολü του και την ΑλιμπÝχ και τη ΚüλασÞ της, απü την Ýλλειψη δýναμης απü τη μια κι απü τη πολλÞν επιθυμßα, απü την Üλλη, φωτιÜ ξÝσπασε στη ΚÜπσα κι Ýκαψε τον πατÝρα της μες στο σπßτι τους, μαζß μ' üλα του τα παιδιÜ και την υπüλοιπην οικογÝνειÜ της. Ως εκ τοýτου κεßνη Ýγινε μοναδικÞ κληρονüμος üλης της περιουσßας. Για το λüγον αυτü, Ýνας νεαρüς ονüματι ΝεερμπÜλ, που 'χε ξοδÝψει üλη τη δικÞ του περιουσßα στις γυναßκες, μαθαßνοντας πως εßναι ζωντανÞ, ξεκßνησε να τη βρει.
¼ταν τη βρÞκε και πριν το δικαστÞριο απλþσει το μακρý του χÝρι στη περιουσßα της, προς μεγÜλην ικανοποßηση του Ροýστικο, αλλÜ ενÜντια στη θÝλησÞ της, την Ýφερε πßσω στη ΚÜπσα, üπου τη πÞρε γυναßκα του κι απÝκτησεν Ýτσι δικαßωμα στη τερÜστια περιουσßα του πατÝρα της. Εκεß, üταν οι γυναßκες τη ρωτÞσανε σε τß υπηρετοýσε τον Θεü στην Ýρημο, απÜντησεν (ο ΝεερμπÜλ δεν εßχεν ακüμα πλαγιÜσει μαζß της) üτι τον υπηρετοýσε βÜζοντας τον ΔιÜβολο στη Κüλαση κι üτι ο ΝεερμπÜλ εßχε διαπρÜξει πολý σοβαρÞ αμαρτßα που τη πÞρε απü την υπηρεσßα Του. Οι κυρßες τüτε ρωτÞσανε:
-"Πþς βÜζει κανεßς τον ΔιÜβολο στη Κüλαση";
Το κορßτσι λßγο με λüγια, λßγο με χειρονομßες τους το εξÞγησε σαφþς κι εκεßνες ξεσπÜσανε σε τÝτοια γÝλια -ακüμα μπορεß να γελÜνε- κι εßπανε:
-"Μην ανησυχεßς καθüλου, παιδß μου, γιατß αυτü γßνεται κι απü δω κι ο ΝεερμπÜλ θα υπηρετÞσει πολý καλÜ τον Κýριο μαζß σου, σ' αυτü το θÝμα".
¸τσι, απü στüμα σε στüμα στη πüλη, Ýγινε συνηθισμÝνη παροιμßα πως η μεγαλýτερη υπηρεσßα που μποροýσε να προσφÝρει κανεßς στον Θεü, Þτανε να βÜλει τον ΔιÜβολο στη Κüλαση, τ' οποßο σα γνωμικü πÝρασε τη θÜλασσα και χρησιμοποιεßται πολý εδþ. Για τον λüγο αυτü üλες εσεßς οι νεαρÝς κυρßες, που χρειÜζεστε τη χÜρη του Θεοý, μÜθετε να βÜζετε τον ΔιÜβολο στη Κüλαση, γιατß αυτü πολý ευχαριστεß Κεßνον και πολý ευχαριστεß και τα δυο μÝρη και πολý καλü μπορεß να προκýψει απ' αυτü...
------------------
Μια Ιστορßα
Ζοýσε κÜποτε στο ΑρÝτσο Ýνας πλοýσιος που τον Ýλεγαν ΤοφÜνο κι εßχε πÜρει για γυναßκα του μια ωραιüτατη νÝα που τη λÝγανε Μαργαρßτα και που, χωρßς να ξÝρει το γιατß, εßχε αρχßσει αμÝσως να τη ζηλεýει. Η γυναßκα του, βλÝποντας Ýνα τÝτοιο πρÜγμα, αγανÜκτησε κι αφοý τον ρþτησε πολλÝς φορÝς ποια εßναι η αιτßα της ζÞλειας του, χωρßς εκεßνος να ξÝρει να της πει Üλλο απü γενικüτητες και πονηριÝς, αποφÜσισε να τον κÜνει να σκÜσει απü εκεßνο ακριβþς που φοβüτανε.
Παρατηρþντας λοιπüν πως Ýνας νÝος πολý καθωσπρÝπει, κατÜ την γνþμη της, την γλυκοκοßταζε, Üρχισε να ανταποκρßνεται. Κι üταν τα πρÜγματα προχωρÞσανε τüσο ανÜμεσα τους που δεν Ýλειπε παρÜ μονÜχα να μποýνε τα λüγια σε πρÜξη, Üρχισε να σκÝφτεται η γυναßκα με ποιον τρüπο θα το κατüρθωνε. Γνωρßζοντας πως μÝσα στις κακÝς συνÞθειες του Üνδρα της Þταν να πßνει, Üρχισε να του παινεýει το ποτü και να τον παρακινεß για να πßνει πιο συχνÜ. Και τüσο τον Ýκανε να συνηθßσει το ποτü, που κÜθε που το επιθυμοýσε, τον Ýκανε να πßνει τüσο που μεθοýσε. Κι üταν τον Ýβλεπε μεθυσμÝνο για τα καλÜ, τον Ýπαιρνε και τον Ýβαζε για ýπνο.
¸τσι συναντÞθηκε για πρþτη φορÜ με τον εραστÞ της και κατüπιν, σßγουρη πια, εξακολοýθησε να συναντιÝται πολλÝς φορÝς μαζß του. Και τüση εμπιστοσýνη απÝκτησε στο μεθýσι του, þστε üχι μüνο Ýφερνε τον εραστÞ σπßτι, αλλÜ πολλÝς φορÝς πÞγαινε και στο δικü του, που δεν απεßχε πολý απü το δικü της και περνοýσε μεγÜλο μÝρος την νýχτας μαζß του. Ενþ λοιπüν η γυναßκα του εξακολουθοýσε να φÝρεται Ýτσι μαζß του, παρατÞρησε εκεßνος κÜποια μÝρα πως ενþ τον παρακινοýσε να πßνει, εκεßνη δεν Ýπινε καθüλου. Αυτü τον Ýκανε να υποψιαστεß, μÞπως τον μεθοýσε, üπως πραγματικÜ Ýκανε, για να μπορεß να ικανοποιεß τους πüθους της üταν αυτüς κοιμüτανε. Κι επιθυμþντας να βεβαιωθεß αν üντως συνÝβαινε Ýτσι, χωρßς να Ýχει πιει την μÝρα εκεßνη, καμþθηκε τη νýχτα πως Þταν ο πιο μεθυσμÝνος Üνθρωπος του κüσμου.
Η γυναßκα του τον πßστεψε και κρßνοντας πως δεν Þταν ανÜγκη να του δþσει να πιει περισσüτερο, τον Ýβαλε αμÝσως για ýπνο. Μüλις Ýκανε αυτüς üτι κοιμüταν, πÞγε στο σπßτι του εραστÞ της κι Ýμεινε εκεß ως τα μεσÜνυχτα. Ο ΤοφÜνο, μüλις Ýφυγε η γυναßκα του, σηκþθηκε αμÝσως κι Ýκλεισε τη πüρτα απü μÝσα, κι ýστερα πÞγε στο παρÜθυρο για να δει πüτε θα γυρßσει η γυναßκα του για να της αποδεßξει πως γνþριζε για τα καμþματÜ της. Και περßμενε μÝχρι που γýρισε. ¼ταν εκεßνη βρÞκε την πüρτα κλειδωμÝνη, πολý στεναχωρÞθηκε και Üρχισε να προσπαθεß να την ανοßξει με τη βßα. Ο ΤοφÜνο, αφοý περßμενε πρþτα λßγο, τελικÜ της εßπε:
-"Γυναßκα Üδικα παιδεýεσαι, γιατß εδþ μÝσα δεν εßναι δυνατüν να ξαναμπεßς. ΠÞγαινε ξανÜ εκεß που Þσουν ως τþρα και να εßσαι βÝβαιη πως δεν θα ξαναÝρθεις εδþ μÝσα, προτοý σου κÜνω την τιμÞ που αρμüζει στην πρÜξη σου, μπροστÜ στους γονεßς σου και στους γεßτονÝς μας".
Η γυναßκα του Üρχισε να τον παρακαλεß και να τον ορκßζει στο üνομα του Θεοý να της ανοßξει, γιατß δεν ερχüταν απü κει που υποψιαζüταν αλλÜ απü μιας γειτüνισσας που εßχε πÜει να περÜσει την þρα της επειδÞ η νýχτα Þταν μεγÜλη και δεν μποροýσε να κοιμÜται τüσο πολý οýτε να μÝνει ξÜγρυπνη μονÜχη της. Σα παρακÜλια δεν ωφελοýσαν σε τßποτε γιατß εκεßνο το ζωντüβολο ο Üνδρας της το εßχε βÜλει σκοπü να μÜθουν üλοι την ντροπÞ τους, εκεß που δεν την Þξερε κανεßς. Η γυναßκα βλÝποντας πως δεν την ωφελοýσαν τα παρακÜλια, Üρχισε τις φοβÝρες:
-"Αν δεν μου ανοßξεις, θα σε κÜνω τον πιο δυστυχισμÝνο Üνθρωπο στον κüσμο".
Κι ο ΤοφÜνο της απÜντησε:
-"Και σαν τß μπορεßς να μου κÜνεις";
Η γυναßκα που ο Ýρωτας τÞς εßχε τροχßσει το μυαλü με τις συμβουλÝς του, απÜντησε:
-"ΠαρÜ να υποφÝρω την ντροπÞ που θÝλεις Üδικα να μου δþσεις, θα προτιμÞσω να πÝσω στο πηγÜδι που εßναι εδþ δßπλα, κι üταν θα με βροýνε εκεß μÝσα πνιγμÝνη, κανεßς δεν θα πει πως Ýπεσα μονÜχη, üλοι θα πουν πως με Ýριξες εσý πÜνω στο μεθýσι σου. Κι Ýτσι θα αναγκαστεßς να φýγεις και θα καταντÞσεις φυγüδικος, Þ θα σε πιÜσουν και θα σου κüψουν το κεφÜλι γιατß με σκüτωσες, üπως θα εßναι και το σωστü".
Τα λüγια αυτÜ δεν Üλλαξαν καθüλου την κουτÞ γνþμη του ΤοφÜνο. Και τüτε η γυναßκα του εßπε:
-"Μου εßναι αδýνατον πια να υποφÝρω αυτÞ την τυραννßα. Ο Θεüς να σου το συγχωρÝσει! Κοßταξε μüνο να πÜρεις και να κρýψεις την ρüκα μου, που παρατþ εδþ πÝρα".
Και λÝγοντας Ýτσι, καθþς Þταν η νýχτα σκοτεινÞ, που με δυσκολßα διÜκρινε στο δρüμο ο Ýνας τον Üλλον, επÞγε η γυναßκα προς το πηγÜδι, πÞρε μια μεγÜλη πÝτρα που Þτανε στη βÜση του πηγαδιοý και φωνÜζοντας δυνατÜ: "Ο Θεüς να με συγχωρÝσει"., την Ýριξε στο πηγÜδι. Η πÝτρα φτÜνοντας στο νερü, Ýκανε Ýνα δυνατü παφλασμü. ΑκοýγοντÜς τον ο ΤοφÜνο πßστεψε πραγματικÜ πως εßχε πÝσει εκεßνη στο πηγÜδι. ¸τσι, παßρνοντας τον κουβÜ και το σκοινß, πετÜχτηκε Ýξω απü το σπßτι για να τη βοηθÞσει. Η γυναßκα, που εν τω μεταξý εßχε κρυφτεß κοντÜ στην εßσοδο του σπιτιοý, μüλις τον εßδε να τρÝχει στο πηγÜδι, χþθηκε αμÝσως στο σπßτι κι Ýκλεισε απü μÝσα. ΜετÜ πÞγε κατευθεßαν στο παραθýρι κι Üρχισε να λÝει:
-"¼ταν πßνει, πρÝπει να βÜζει κανεßς λßγο νερü στο ποτü του και να μη τρÝχει τη νýχτα για νερü".
ΑκοýγοντÜς την ο ΤοφÜνο κατÜλαβε το πÜθημÜ του και γýρισε στην εßσοδο. Μην μπορþντας να μπει, Üρχισε να της λÝει να του ανοßξει. Εκεßνη αφÞνοντας την χαμηλÞ ομιλßα, ξεκßνησε να ξεφωνßζει üσο δυνατüτερα μποροýσε:
-"Μα τα καρφιÜ του Χριστοý, απüψε δεν θα μπεις στο σπßτι παλιομεθýστακα, δεν μπορþ να υποφÝρω πια τα φερσßματÜ σου, θα αφÞσω να δει και να μÜθει üλος ο κüσμος ποιος εßσαι και τι þρα γυρßζεις στο σπßτι σου".
Ο Σüφανο εξαγριþθηκε με τη κοροúδßα και ξεκßνησε να φωνÜζει και να βρßζει. Κι οι γεßτονες, ακοýγοντας τον θüρυβο βγÞκαν στα παρÜθυρα τους, Üνδρες και γυναßκες, ρωτþντας τι συμβαßνει. Και τüτε η γυναßκα κλαßγοντας του λÝει:
-"Αυτüς ο κακοýργος ο Üνδρας μου, που μου Ýρχεται κÜθε βρÜδυ μεθυσμÝνος στο σπßτι, Þ που κοιμÜται στις ταβÝρνες και ýστερα Ýρχεται τÝτοια þρα, το υπÝμενα τüσο καιρü μα εßδα πως δεν ωφελεß Üλλο, και μην μπορþντας να υποφÝρω πια, τον Ýκλεισα Ýξω απü το σπßτι, μÞπως δει την ντροπÞ του και διορθωθεß".
Ο ΤοφÜνο απü την Üλλη Ýλεγε τα πρÜγματα üπως πραγματικÜ εßχαν συμβεß και τη φοβÝριζε μανιασμÝνος. Κι η γυναßκα του Ýλεγε στους γεßτονες:
-"ΚοιτÜξτε με τι Üνδρα Ýχω να κÜνω. Σι θα λÝγατε αν κατÜ τýχη Þμουν εγþ στο δρüμο üπως εßναι αυτüς και εκεßνος Þταν στο σπßτι üπως εßμαι εγþ; Μα το üνομα του Θεοý, πολý φοβÜμαι πως θα πιστεýατε πως λÝει την αλÞθεια. Απü αυτü μπορεßτε να καταλÜβετε το μυαλü του. ΛÝει ακριβþς πως Ýκανα αυτü που ξÝρω üτι Ýχει κÜνει εκεßνος. Και πßστεψε πως θα με κÜνει να τρομÜξω με το να πετÜξει, δεν ξÝρω και εγþ τι, μÝσα στο πηγÜδι, που μακÜρι να εßχε πÝσει στ' αλÞθεια και να εßχε πνιγεß για να νερωθεß το υπερβολικü κρασß που Þπιε και απüψε".
Οι γεßτονες, Üνδρες και γυναßκες, Üρχισαν να αποπαßρνουν τον ΤοφÜνο και να του ρßχνουν Üδικο για üλα εκεßνα που Ýλεγε ενÜντια στη γυναßκα του. Και σε λßγο, τüσο απλþθηκε ο θüρυβος απü γειτονιÜ σε γειτονιÜ, που Ýφτασε και στα αυτιÜ των γονιþν της γυναßκας. ΤρÝχοντας εκεßνοι και μαθαßνοντας τα καθÝκαστα, δþσανε Ýνα καλü ξýλο στον ΤοφÜνο και πÞρανε τη κüρη στο σπßτι τους.
Ο ΤοφÜνο, βλÝποντας πως η θÝση του εßναι Üσκημη και ποý τον εßχε σýρει η ζÞλεια του κι επειδÞ αγαποýσε την γυναßκα του, Ýβαλε μερικοýς φßλους να της μαντατÝψουνε πως θÝλει να τα ξαναβροýν. Κι Ýτσι, ýστερα απü πολλÝς προσπÜθειες, κατüρθωσε να ξαναπÜρει τη γυναßκα του σπßτι, δßνοντας ρητÞ υπüσχεση πως δεν θα την ζÞλευε πια. Κι εκτüς απü αυτü, της Ýδωσε την Üδεια να κÜνει üτι της αρÝσει, αρκεß να κÜνει τις δουλειÝς της τüσο σοφÜ þστε να μη το καταλαβαßνει ο ßδιος. ¸τσι, χρειÜστηκε να πÜθει πρþτα ο χονδροκÝφαλος κι ýστερα να συμφωνÞσει μαζß της, üπως ο χωριÜτης που δεν του φτÜνει το σκοινß μονü ενþ διπλü του φτÜνει και περισσεýει.
----------------------