Βιογραφικü
Ο Ντýλαν Τüμας γεννÞθηκε στο Σουþνσυ της Ουαλλßας στις 27 Οκτþβρη 1914 και τελεßωσε το τοπικü δημοτικü σχολεßο, σ'Ýνα περιβÜλλον που σημαδεýτηκε απü εντÜσεις ανÜμεσα στην αγγλüφωνη και τη τοπικÞ κουλτοýρα, παρ' üτι ο ßδιος δε διδÜχθηκε ποτÝ ουαλικÜ. Ο νευρωτικüς, ενστικτþδης και παθιασμÝνος, ο αυτοδßδακτος κι επαναστατημÝνος Ουαλλüς που παρÜτησε το σχολεßο στα 16 του χρüνια, ολοκληρωμÝνος ποιητÞς απ' την εφηβεßα του, Ýμελλε να μας δþσει ορισμÝνα απü τα σπαρακτικüτερα ποιÞματα της κραυγÞς και να αποτελÝσει το παρÜδειγμα για μια ολüκληρη γενιÜ ποιητþν στην Αγγλßα και στην ΑμερικÞ. ΜεταφÝροντας τη μεγÜλη ποιητικÞ παρÜδοση της Ουαλßας üχι ως απλÞ γνþση αλλÜ ως οδυνηρü βßωμα, υπÞρξεν αντßποδας των πνευματικþν, κοινωνικþν Þ ακüμη και μεταφυσικþν ποιητþν üπως ο ¸λιοτ κι ο κι ο ¼ντεν.
Αντß για τα πολιτισμικÜ ζητÞματα που κυριαρχοýν στο Ýργο των μοντερνιστþν, η ποßησÞ του διακρßνεται απ' την ακραßα συναισθηματικÞ φüρτιση, το βαθý λυρισμü και το υπαρξιακü τραýμα που προξενεß το χÜσμα ανÜμεσα στη ζωÞ και στον θÜνατο. Ο σκοτεινüς του ερωτισμüς, η τρομερÞ μουσικÞ των αισθÞσεων, η οποßα δημιουργεß το προσωπικü του ιδßωμα, και η προσωδßα του, που λειτουργεß ως αλλεπÜλληλη διαδοχÞ ηλεκτρικþν εκκενþσεων μες στη γλþσσα, ξορκßζουνε το φüβο του για την απλüτητα.
Αυτü το παιδß που, üπως Ýλεγε ο Μπωντλαßρ, εßχε γεννηθεß με την εμπειρßα μÝσα του, κατÜφερε στα περßπου 100 ποιÞματÜ του να λυγßσει, σýμφωνα με τον Καρλ Σαπßρο, τη σιδερÝνια αγγλικÞ γλþσσα δßνοντÜς μας Ýνα Ýργο ακραßου πÜθους κι ανεπανÜληπτης πλαστικüτητας. Σε πλÞρη αντßθεση με τα μοντερνιστικÜ δüγματα, Ýγραψε για το βαθýτερο ανθρþπινο πüνο προσωποποιþντας τα πÜντα.
Το σπßτι που μεγÜλωσε: 5 Cwmdonkin Drive, Swansea
Αφοý εργÜστηκε για κÜποιο διÜστημα σα δημοσιογρÜφος, αποκÜλυψε το ποιητικü του ταλÝντο: δημοσßευσε ποιÞματÜ του στα αγγλικÜ, για πρþτη φορÜ, στην εφημερßδα Sunday Referee, στη στÞλη poet's corner, τo 1933 στο ποιητικü της διαγωνισμü. Η βρÜβευσÞ του οδÞγησε τον εκδüτη της Victor Neuburg, την επüμενη χρονιÜ, να τα τυπþσει σε 250 δεμÝνα αντßτυπα με τßτλο 18 ΠοιÞματα (Eighteen Poems).
Δημιοýργησε θüρυβο εξαιτßας του παρÜξενου τρüπου που 'χεν αποφασßσει ν' ασκÞσει τη ποßηση. Οι παρÜδοξες εικüνες κι η φαινομενικÜ αχαλßνωτη φαντασßα του τÜραξαν τη συγκρατημÝνη ποßηση των διαδüχων του ¸λιοτ και ξανÜφερε στο λογοτεχνικü προσκÞνιο τις ρομαντικÝς διαστÜσεις της αγγλικÞς ποßησης.
Το 1936 εκδüθηκε η 2ηη ποιητικÞ συλλογÞ του με τßτλο 25 ΠοιÞματα και το 1937 παντρεýτηκε τη Caitlin Macnamara, με την οποßα Ýμελλε να αποκτÞσει 3 γιους. Το ζευγÜρι εγκαταστÜθηκε στο Laugharne στην Ουαλλßα. Το 1940 εκδßδει τη συλλογÞ διηγημÜτων Πορτραßτο Του ΚαλλιτÝχνη Ως Νεαροý Σκýλου.
Το Γραφεßο του στο Laugharne
Εκτüς απü ποιÞματα, Ýγραψε διηγÞματα, σενÜρια για τον κινηματογρÜφο (Strand Films) και το ραδιüφωνο (BBC), καθþς και το ραδιοφωνικü θεατρικü Ýργο "Under Milkwood" ("ΚÜτω Απ' Το Γαλατüδασος", που παßζεται μÝχρι σÞμερα. Οι επüμενες συλλογÝς του üμως "The Map Of Love" (1939), "Deaths And Entrances" (1946), "Collected Poems" (1953), ξεκαθÜρισαν ορισμÝνα πρÜγματα. Πρþτα, το γεγονüς πως κÜθε Üλλο παρÜ παρÜδοξος Þτανε κι Ýπειτα πως δεν εßχε Üμεση σχÝση με το ρομαντισμü.
Απü κει και πÝρα Ýμελλε να κατακτÞσει τους συμπατριþτες του σα ποιητÞς, πεζογρÜφος, ομιλητÞς, θεατρικüς συγγραφÝας κι ανθρþπινη φιγοýρα. Θεωρεßται Ýνας απü τους μεγαλýτερους αγγλüφωνους συγγραφεßς του 20οý αιþνα και σßγουρα ο γνωστüτερος Ουαλüς ποιητÞς, απü τους ελÜχιστα γνωστοýς συμπατριþτες του στην ΕλλÜδα.
Παρüλες τις επιτυχßες του, κυρßως στη συνεργασßα του με το Β.B.C. πÝρασε τη ζωÞ του μες στη φτþχεια. Το 1953 κι ενþ βρισκüταν στη Ν. Υüρκη γοητεýοντας τους ακροατÝς του με αξεπÝραστες αναγνþσεις των ποιημÜτων του, το οινüπνευμα που υπεραγαποýσε τονε σκüτωσε σε ηλικßα 39 ετþν, στις 9 ΝοÝμβρη του ßδου χρüνου.
«ΜετÜ απü 39 χρüνια αυτÜ Ýχω κÜνει μüνο».
Τα λüγια αυτÜ φÝρονται να εßναι τα τελευταßα του. Δεν εßναι λßγοι αυτοß, üμως, που θα διαφωνοýσαν με τη –παραπÜνω απü- σεμνÞ εκτßμηση αυτÞ του ποιητÞ για το Ýργο του.
ΘÝατρο που φÝρει τ' üνομÜ του
Ο Τüμας, μολονüτι προÝρχεται απü μεγÜλη παρÜδοση, εμφανßζεται σε μια εποχÞ που η γενιÜ του δεν εßχε πνευματικÞ ηγεσßα. Αν στην ποßησÞ του υπÜρχουν το δÝος της ΑποκÜλυψης και το δυστοπικü üραμα της πολιτισμικÞς καταστροφÞς, ο ßδιος, ßσως επειδÞ στερεßται φιλοσοφικοý Þ μεταφυσικοý υπüβαθρου (η σχÝση του με τον Θεü εßναι φυσικÞς και üχι μεταφυσικÞς τÜξεως), δημιουργεß Ýνα απßστευτο ρßγος: το αßσθημα μιας πνευματικÞς ορφÜνιας η οποßα σε μεγÜλο βαθμü ταλÜνισε και τη γενιÜ που τον ακολοýθησε.
ΑλλÜ αν üλη η ανθρωπüτητα εßναι Üρρωστη κι ο μüνος τρüπος να απαλλαγεß κανεßς απü την αρρþστια παραμÝνει το σεξ (χαρακτηριστικü üτι τα ποιÞματÜ του ακολουθοýν τη παρÜδοση των Δρυúδþν: περιστρÝφονται γýρω απü τη γονιμüτητα και το θÜνατο), καταλαβαßνουμε πως εδþ Ýχουμε να κÜνουμε με μιαν αναπαλαιωμÝνη ρομαντικÞ εμμονÞ. Γι' αυτü κι ο ßδιος υποστÞριζε üτι μÝσα του υπÜρχουν Ýνας Üγγελος, Ýνα θηρßο κι Ýνας τρελüς.
Αυτü το πÜθος που αγγßζει το νοσηρü, τονε καθιστÜ αντιπροσωπευτικü ποιητÞ της εποχÞς του -αν μÜλιστα κρßνει κανεßς πüσοι μικρüτερης αξßας απü τον ßδιο εßχαν λßγο-πολý τη δικÞ μοßρα: του καλλιτÝχνη που τον κατατρþει ο τρüμος της ýπαρξης και που σταυρþνει τον εαυτü του για χÜρη της τÝχνης του, που, ενþ πιστεýει στον Θεü, συνομιλεß με τον Αντßχριστο, αφοý, μολονüτι χαρισματικüς ποιητÞς, δεν μπορεß να δει τη ζωÞ καταπρüσωπο και τη φÝρει ως κατÜρα. Εßναι η κατÜρα του αληθινοý ποιητÞ που κÜνει ü,τι μπορεß για να βοηθÞσει την κοινωνßα να τον μετατρÝψει σε Þρωα και κλüουν, πεθαßνοντας εκρηκτικÜ στο μüνο τοπßο που γνωρßζει: την εχθρικÞ γη του κανενüς.
Η ποßησÞ του ξεχειλßζει ζωÞ, ο λυρισμüς του διαπνÝεται απü το κÜθε τι, üλη του η ýπαρξη εßναι μÝρος της ποßησÞς του. ΔιαβÜζοντÜς τον κι αναγνωρßζοντας πüσο λßγο απαιτεß τη λογικÞ και πüσο προφητικÞ εßναι η γλþσσα του, μποροýμε να θυμηθοýμε τον ΜÜρκες, üταν λÝει σε μια συνÝντευξÞ του (η ερþτηση εßναι: "Με ποιον τρüπο θÝλεις να σε διαβÜζουν οι αναγνþστες σου;"):
"Εßναι θαυμÜσιο να διαβÜζει κανεßς χωρßς συμπλÝγματα διανοουμÝνου, να μÜθουν οι Üνθρωποι να μη σÝβονται τη λογοτεχνßα".
Ο Τüμας δεν απαιτεß κανÝνα σεβασμü και δε διατηρεß καμιÜ μυστικοπÜθεια, η γραφÞ του αν φαßνεται κρυφÞ εßναι μüνο γιατß δεν Ýχουμε καταφÝρει να συντονιστοýμε μαζß της. Το υλικü του το αντλεß κυρßως απü τα üνειρα, τα μπαρ, τον Üνεμο και την Ουαλλßα. ΓρÜφει πÜντα με μÝθοδο και βαθιÜ γνþση της λογοτεχνßας. ΜατιÜ διαπεραστικÞ, σ' αυτüν ανÞκει ολüκληρη η πüλη, οι γρßλιες παýουν να υπÜρχουν κι οι Üνθρωποι στÞνουν χορü, πιο φανερÜ στο "Γαλατüδασος" (Under Μilkwood), το τελευταßο και σημαντικüτερο Ýργο του.
¢γαλμÜ του στο Maritime Quarter, Swansea
Οι λÝξεις που χρησιμοποιεß ξαναποκτοýν την -σχεδüν βιβλικÞ πολλÝς φορÝς- πληρüτητÜ τους, Ýστω στιγμιαßα. Ο Τüμας τις αγαπÜ, χωρßς αυτÝς εßναι χαμÝνος, το ξÝρει. Αν και θεωρεßται αλκοολικüς Þ συγχυσμÝνος πνευματικÜ, εßναι ταυτüχρονα τüσο πηγαßος και διαθÝτει üλες τις δυνατüτητες για να πÜρει το χÜος και να δημιουργÞσει. Κι αν üντως εßναι τρελüς, το χÜος δεν το ψÜχνει μακριÜ, βρßσκεται μÝσα του και μ' αυτü παλεýει, ξÝροντας üτι αυτü εßναι και η πιο γεμÜτη αθωüτητα, χωρßς περικοπÝς και υπεκφυγÝς. Ο Σαχτοýρης συναντþντας τον -τÝσσερις εßναι αυτÝς οι συναντÞσεις- σ' Ýνα ποßημÜ του (Η παρουσßα), λÝει γι' αυτüν:
νεκρüς βÝβαια
κι Üγιος
και τρελüς
üπως το Ýχω ξαναπεß
Το συγγραφικü Ýργο του χαρακτηρßζεται απü μιαν ιδιομορφßα που διαφοροποιεß το γρÜψιμü του σε τÝτοιο βαθμü, þστε ν' αχρηστεýει a priori κÜθε απüπειρα σýγκρισÞς του με το Ýργο Üλλων συγχρüνων του. ¼ταν στα '30ς ο σουρρεαλισμüς Þταν ακüμα πρωτοπορßα στη παγκüσμια λογοτεχνßα, ο Τüμας επινüησε νÝες λειτουργικÝς σχÝσεις στη λογοτεχνικÞ γλþσσα. Απü τα πρþτα αυτοβιογραφικÜ του διηγÞματα Ýφτασε σταδιακÜ στη δραματικÞ αντικειμενικüτητα της μεταγενÝστερης πρüζας και ποßησÞς του, üπως αναφÝρει εýστοχα ο Κ. ΦρÜιερ.
ΔαιμονικÜ ποιητικÞ φýση, ανÝσυρε τη λÝξη απ' τη φθορÜ της καθημερινÞς τριβÞς και τη τοποθÝτησε σ' Ýνα συμβολικü εννοιολογικü επßπεδο που επεκτεßνεται στο μεταφυσικü üραμα. Παßζει με τις λÝξεις, συνδυÜζει απαρÜμιλλα τη καθομιλουμÝνη με την αρχαÀζουσα, εμφυτεýοντας ανÜμεσÜ τους λÝξεις ιδιωματικÝς, αργκü. Οι πυκνÜ εναλλασσüμενες εικüνες, οι μεγÜλες παρÜγραφοι που τις διατρÝχει μια ανÜσα, η ιδιüρρυθμη χρÞση του συντακτικοý, ο πλοýτος των συνηχÞσεων, η επινüηση λÝξεων, τα λογοπαßγνια, η εσκεμμÝνη κρυπτικüτητα των λÝξεων, η μουσικÞ ροÞ της ÝκφρασÞς του, μαρτυροýν Ýναν εξουθενωτικü λογοπλÜστη που αναζητÜ, πιÝζει και πλÜθει τη λÝξη, για να της προσδþσει τελικÜ μßα επιλογÞ νοηματικÞ, Ýνα φÜσμα συγκινησιακþν και μεταφυσικþν σημασιοδοτÞσεων.
Θεωρεßται σÞμερα μια απü τις πιο εξÝχουσες μορφÝς της σýγχρονης πεζογραφßας και ποßησης. Ο κριτικüς J. W. Lambert Ýγραψε στους Sunday Times üτι:
"...ο Ντ. Τüμας καθιερþθηκε ως καλλιτÝχνης που κατüρθωσε να δημιουργÞσει ποßηση σε μορφÞ πρüζας".
Στη μεταπολεμικÞ εποχÞ εßχαμε 2 κορυφαßους ρομαντικοýς ποιητÝς: ο Ýνας Þταν ο Αμερικανüς Χαρτ ΚρÝιν, τον οποßο ο Ρüμπερτ Λüουελ χαρακτÞρισε «ΣÝλεú της εποχÞς του», κι ο Üλλος ο Βρετανüς Ντßλαν Τüμας, ο οποßος Þταν ο Κιτς της δικÞς του εποχÞς. Κι οι δýο πÝθαναν νÝοι. Ο 1ος αυτοκτüνησε πÝφτοντας στα νερÜ της ΚαραúβικÞς απ' τη κουπαστÞ κÜποιου πλοßου. Ο 2ος λßγες μÝρες μετÜ τη συμπλÞρωση των 39 του χρüνων, Ýπειτα απü Ýνα εξοντωτικü μεθýσι.
¸ργα του: "The Map of Love", "The World I Breathe", 1939 "Portrait of the Artist as a Young Dog", 1940, "New Poems", 1943, "Deaths and Entrances", 1946, "Collected Poems, 1934-1952", 1952, "The Doctors and the Devils", 1953. ΜετÜ το θÜνατü του εκδüθηκαν τα: "Under Milkwood", 1954, "Quite Early one Morning", 1954, "Adventures in the Skin Trade and Other Stories", 1955, και τα διηγÞματα "A Prospect of the Sea", 1955.
Το γεγονüς πως η ζωÞ του υπÞρξε σýντομη -Ýληξε μÜλιστα αυτοκαταστροφικÜ, σýμφωνα με τις φÞμες, απü 18(!) ποτÞρια ουßσκι- Ýθρεψε τον καλλιτεχνικü του μýθο, üπως κι οι αυτüχειρες ποιητÝς Üντλησαν μÝρος της καλλιτεχνικÞς τους μαγεßας απü την ανεξιχνßαστη ζωÞ τους. Το πþς πεθαßνει Ýνας ποιητÞς ενδιαφÝρει ßσως λιγüτερο απü το πþς Ýζησε κι αγÜπησε, χωρßς κÜτι τÝτοιο να υπονοεß πως η βιογραφßα μπορεß να κριθεß με τους ßδιους üρους που αξιολογεßται το Ýργο. Οι "ΕρωτικÝς ΕπιστολÝς Του Ντßλαν Τüμας" (The love letters of Dylan Thomas), κινητοποιοýν τον αναγνþστη προς δýο κατευθýνσεις: τη μυθοποßηση και την απομυθοποßηση.
Γιατß η επιστολογραφßα αποτελεß, Ýστω δειγματοληπτικÜ, καθρÝφτη ορισμÝνων απü τους εσþτατους και γι’ αυτü ευÜλωτους, εαυτοýς, που διαθÝτουν οι ποιητÝς (üχι κατ’ ανÜγκην ευχÜριστους), ταυτοχρüνως, επαληθεýει το ταλÝντο τους στη γραφÞ. ¸να μÝρος του ενδιαφÝροντος για τα γρÜμματÜ του οφεßλεται στον τρüπο που ο ßδιος αποκαλýπτει (Þ προδßδει), πολλÜ απü τα αρνητικÜ στοιχεßα του χαρακτÞρα του. Στις περισσüτερες απü τις 16 επιστολÝς που 'στειλε σε 9(!) διαφορετικÝς γυναßκες (συμπεριλαμβανομÝνης της σýζýγου του ΚÝιτλιν ΜακναμÜρα) χτßζει το πορτρÝτο ενüς Üντρα γεμÜτου φοβßες, ανασφÜλεια, ορμÞ, μελαγχολßα, γκρßνια, εγωκεντρισμü και αυτοσαρκασμü.
Ωστüσο, η αρνητικÞ ταυτüτητα που επιφυλÜσσει για τον γεμÜτο προσδοκßες αναγνþστη του δεν αποκλεßεται να μεταμορφωθεß στα μÜτια του σε θετικÞ: εκεßνο που διαπρÝπει στις επιστολÝς, ακüμη και σ’ εκεßνες üπου ο Τüμας προσποιεßται αγÜπη (π.χ. προς τη ΜÜργκεντ ΧÜουαρντ-ΣτÝπνεú) εßναι η ειλικρßνεια κι η αθερÜπευτη παιδικüτητÜ του, καθþς και το ξεχωριστü του χÜρισμα στη χρÞση (και χρησιμοποßηση) των λÝξεων. ¸χοντας μια Ýμφυτη υπερβολÞ, υπονομεýει με ýφος την εικüνα του ποιητÞ, ειδικÜ εκεßνη που ο πολýς κüσμος διατηρεß στις μÝρες μας (του αυστηροý, αλαζονικοý, αγÝλαστου διανοοýμενου).
ΑνÜμεσα στις λÝξεις του, αφÞνει ν' αναφανοýν οι λÝξεις που Þθελε να διαγρÜψει. ΕπιστολÝς ελεýθερες απü την αυτολογοκρισßα Þ τη κριτικÞ, που Ýλκονται απ' τη γραφÞ ως διαδικασßα, σα παιχνßδι εργοθεραπεßας. Φλυαρεß σε βαθμü κουραστικü, το μελÜνι üμως Ýπρεπε (για λüγους ψυχολογικοýς) να τρÝξει. Στο πρüτυπο του Üκαμπτου ποιητÞ ο νεαρüς Τüμας αντιτÜσσει τον γνÞσια πληθωρικü, πÜντα ανικανοποßητο καλλιτÝχνη.
«ΜοιÜζω μια ζωÞ να παραπονιÝμαι για το üτι δεν μπορþ να ταιριÜξω τη διÜθεση των επιστολþν μου με τη διÜθεση του αποσαθρωμÝνου κüσμου που με περιβÜλλει. ΣÞμερα παραπονιÝμαι και πÜλι γιατß μια κολασμÝνη ομßχλη κεßται πÜνω απü το πορθμεßο του ΛÜφαρν, και τα σýννεφα απλþνονται πÜνω απü τον μελωδü ουρανü –τι εξεζητημÝνη μεταφορÜ– σαν σεντüνια προστατευτικÜ πÜνω σ’ Ýνα πιÜνο».
Στη περßπτωσÞ του ο θÜνατος μοιÜζει με spleen:
«ΑλλÜ, üταν üντως Ýρχονται οι λÝξεις, τις δρÝπω τüσο απüλυτα απü τους ζωντανοýς συσχετισμοýς τους þστε μονÜχα ο θÜνατος μÝσα στις λÝξεις ν’ απομÝνει».
Δýσκολα βρßσκει κανεßς στις επιστολÝς, üπως Üλλωστε και στα ποιÞματÜ του, αναφορÝς στο παρüν, σε γεγονüτα και πρüσωπα, σχüλια για τον πüλεμο και την κοινωνικοπολιτικÞ ατμüσφαιρα. Δεν εßχε το προφßλ ενüς ποιητÞ που επιθυμεß, üπως λüγου χÜρη ποθοýσε ο Μαγιακüφσκι, ν’ αλλÜξει τον κüσμο Þ ν’ αντιταχθεß στην παρÜδοση. Δýσκολα ανιχνεýονται στη προσωπικüτητÜ του στοιχεßα ανδρισμοý, τον οποßο η παραδεδομÝνη, αν μη τι Üλλο, αισθητικÞ Ýχει καλλιεργÞσει. Για παρÜδειγμα, επικροτεß τη ΠÜμελα ΧÜνσφορντ Τζüνσον, τον πρþτο του Ýρωτα, που δεν γρÜφει ποιÞματα για τον πüλεμο και, σ’ Ýνα Üλλο σημεßο, σε στιγμÞ Ýξαρσης, διαφοροποιεß τον εαυτü του απü τις κομμουνιστικÝς ιδÝες και την εφαρμογÞ τους. ΠαρÝμενε, üπως Ýλεγε, Ýνας Βρεττανüς με üψη Ρþσου.
Τον απασχολοýσε ο αφανÞς κüσμος, η γλþσσα, η μουσικÞ, η αßσθηση, το απüσταγμα των πραγμÜτων -με λßγα λüγια η εξωστρεφÞς εσωστρÝφεια.
«ΑλλÜ βλÝπεις üτι τη μÝρα τη κÜνω μια μÝρα λογοτεχνικÞ και πÜλι».
Οι επιστολÝς που Ýστειλε στη Τζüνσον εßναι οι σημαντικüτερες γιατß πÝρα απü ερωτικÝς εßναι και ποιητικÝς. Εßναι σýγχρονα γρÜμματα ανÜμεσα σε δýο νÝους ποιητÝς, που συζητοýν για τη γραφÞ, την ιδιοσυγκρασßα, τη μαθητεßα, την (αυτο)κριτικÞ, τη προβολÞ και τη δημοσßευση, εßναι μια συνομιλßα ανÜμεσα σε δýο ανÞσυχους νÝους που πρωτοσυναντÞθηκαν εξαιτßας του πνευματικοý τους προσανατολισμοý και που κατÜφεραν να συντηρÞσουνε για κÜποιο διÜστημα, με üπλο τις λÝξεις και μüνο, τον Ýρωτα απü απüσταση. Τον Ýρωτα που Þταν κÜποτε ιδεολüγημα και στÜση ζωÞς. Δεν εßναι τυχαßο που οι επιστολÝς αυτÝς καλýπτουν χρονικÜ την πιο δημιουργικÞ ποιητικÞ περßοδü του, 18-20 ετþν.
Εφüσον, üπως Ýγραψε, πολý σωστÜ, ο ßδιος:
«¸να ποßημα εßναι η πιο επßπονη και αχÜριστη πρÜξη δημιουργßας».
ΥπÜρχει μια λÝξη στ' αγγλικÜ που μπορεß να τον χαρακτηρßσει: poignant, και σημαßνει ζωηρüς, οδυνηρüς, σπαραχτικüς, χρησιμοποιεßται κυρßως για τις αναμνÞσεις. Εßναι γνωστÞ μια φρÜση του που σε δεýτερη ανÜγνωση δßνει το ýφος της αγνüτητÜς του:
"Μüνον Ýνα πρÜγμα εßναι χειρüτερο απ' το να 'χες μια δυσÜρεστη παιδικÞ ηλικßα κι αυτü εßναι να εßχες μια ευχÜριστη".
Η χαμÝνη αθωüτητα Þταν κÜτι που κυνηγοýσε διαρκþς τη σκÝψη του και δε παραιτÞθηκε στιγμÞ απ' το üνειρο της επανÜκτησÞς της. Ο ßδιος μας οδηγεß στον παρÜδεισο των χριστουγÝννων της παιδικÞς ηλικßας:
«Και το βρÜδυ υπÞρχε μουσικÞ. ¸νας Θεßος Ýπαιζε βιολß, Ýνας ξÜδελφος τραγοýδαγε το ¿ριμο ΚερÜσι, Ýνας Üλλος θεßος το Τýμπανο του ΝτρÝηκ. ¹ταν πολý ζεστÜ στο μικρü σπßτι. Η θεßτσα ΧÜννα που 'χε πιει τα ποτηρÜκια της, τραγουδοýσε Ýνα τραγοýδι για την ΕγκαταλελειμμÝνη ΑγÜπη και τις ΜατωμÝνες ΚαρδιÝς και τον ΘÜνατο και μετÜ Ýνα Üλλο που Ýλεγε πþς η ΚαρδιÜ της Þταν σαν ΦωλιÜ Πουλιοý. Και τüτε üλοι γελοýσαν πÜλι και μετÜ πÞγαινα για ýπνο». (απ’ την ιστορßα "ΣυζÞτηση Για Τα Χριστοýγεννα").
Ο Τüμας δε δημιοýργησε ποßηση μüνο με την ανÜσα του, την Ýφτιαξε κυρßως με τα νεýρα του. ΑυτÜ εßναι τüσο τεντωμÝνα που θα Ýλεγε κανεßς πως χρειÜζεται μüνο να τα ακουμπÞσει για να βγÜλει τους στßχους, τους τüσο μουσικοýς και βαθιÜ λυρικοýς. ΦυσικÜ το ßδιο ισχýει και στη πρüζα του που κÜθε Üλλο παρÜ πεζÞ εßναι. Εßχε το ταλÝντο και βρÝθηκε σε τÝτοιο περιβÜλλον -γεννÞθηκε την αυγÞ του Α' Παγκ. Πολ. και Ýζησε τον Β' με üλη του τη φρßκη- για να δþσει Ýνα Ýργο που θÝλει να αναμετρηθεß ολüψυχα με τον ßδιο το θÜνατο που τον βλÝπει πια σε τÝτοια κλßμακα.
Δε μιλÜ για το θÜνατο για να τονε ξεχÜσει, ο θÜνατος γι' αυτüν εßναι παρþν και δε θα ησυχÜσει βλÝποντÜς το, το ßδιο üμως και ο Ýρωτας. Στη συλλογÞ "ΠροοπτικÞ της ΘÜλασσας" Üλλωστε, βλÝπουμε τη στενÞ σχÝση του ποιητÞ-Þρωα με το σκοτÜδι:
«Η καταχνιÜ Þταν γι’ αυτüν μια μÜνα» (απ‘ την ιστορßα «Το φüρεμα»)
και μας αποκαλýπτει το μοναδικü τÝλος της αγωνßας του:
«Αν μποροýσε να βρει ýπνο, ο ýπνος θα Þταν Ýνα κορßτσι».
¼πως λÝει και σε ποßημÜ του, γραμμÝνο μετÜ το θÜνατο του πατÝρα του.
¢γαλμÜ του στο Σουüνσι
Aποτελεß τομÞ στη παγκüσμια ποßηση και τ' üνομÜ του Ýχει γßνει σýμβολο για πολλοýς μετÝπειτα ποιητÝς και καλλιτÝχνες. Η ιδιüρρυθμη γραφÞ του με τη σαφþς προσωπικÞ μελωδßα και το αßσθημα του ανεκπλÞρωτου που θÝλει να τιθασσεýσει τις λÝξεις και πολλÝς φορÝς δημιουργεß νÝες για να ικανοποιηθεß (εßναι πÜρα πολλÝς οι σýνθετες λÝξεις που φτιÜχνει ο Τüμας) δημιουργοýν μεγÜλες δυσκολßες για τη μεταφορÜ του σ' Üλλη γλþσσα:
Σαν το στερνü περÜσουνε το κýμα
λÝνε οι καλοß πþς τα Ýργα τους
χορü θα στÞσουν στο λιμÜνι, πÝρα,
μ' οργÞ, μ' οργÞ αντικρýζουνε το φως
που φεýγει απü τη γη
...
Κι αν οι ερωτευμÝνοι χαθοýν,
δε θα χαθεß κι ο Ýρωτας...
-------------------------------------
Τα ποιÞματα τοýτα, μ' üλες τις χοντροκοπιÝς,
τις ανοησßες και τις συγχýσεις τους, κινÞθηκαν
απ' την αγÜπη μου για το Θεü και τον ¢νθρωπο,
κι αν δεν εßναι Ýτσι, ας μην εßμαι παρÜ Ýνας
τρισκατÜρατος βλÜκας.
Ντýλαν Τüμας
--------------------------------------
Αυτü Το Ψωμß Που Κüβω
Αυτü το ψωμß που κüβω
Þτανε κÜποτε σιτÜρι
Αυτü το κρασß πÜνω σε ξÝνο δÝντρο
Βοýλιαξε στον καρπü του
Ο Üνθρωπος τη μÝρα
Þ ο Üνεμος τη νýχτα
Τα στÜχυα ρßξαν κÜτω,
τσακßσαν τη χαρÜ του σταφυλιοý.
ΚÜποτε στο κρασß αυτü
το καλοκαιρινü αßμα χτυποýσε
μες στη σÜρκα που κÜλυπτε τ' αμπÝλι
ΚÜποτε στο ψωμß αυτü
το σιτÜρι Þταν στον Üνεμο ευτυχισμÝνο.
Ο Üνθρωπος κομμÜτιασε τον Þλιο,
τον Üνεμο Ýσυρε κÜτω.
ΑυτÞ η σÜρκα που κüβεις,
Αυτü το αßμα που χýνεις
Τη φλÝβα ερημþνουν,
Το σιτÜρι και το σταφýλι
Þταν γεννημÝνα απ’ των αισθÞσεων
τη ρßζα και το σφρßγος.
Το κρασß μου πßνεις,
το ψωμß μου αρπÜζεις.
¸χω ΠοθÞσει Να Ξεφýγω...
¸χω ποθÞσει να ξεφýγω
απ’ τη μανßα του τετριμμÝνου ψÝματος
και των παλιþν τρüμων το αδιÜκοπο κλÜμα
γερνþντας πλÝον φοβερÜ καθþς η μÝρα
πÜνω απ’ το λüφο τραβÜ για το πÝλαο το βαθý.
¸χω ποθÞσει να ξεφýγω
απ’ των χαιρετισμþν τη συνεχÞ επαναφορÜ,
γιατß στοιχειÜ ο Üνεμος εßναι γεμÜτος
και στοιχειωμÝνος αντßλαλους το χαρτß,
σημÜδια και καλÝσματα η βροντÞ.
¸χω ποθÞσει να ξεφýγω μα φοβοýμαι
λßγη ζωÞ περισωμÝνη αν ξεπηδοýσε
απ´το παλιü το ψÝμα που ανÜβει καταγÞς,
ανÜερα σκÜζοντας, θα μποροýσε μισüτυφλο να με αφÞσει.
ΜÞτε απ´τον τρüμο τον αρχαßο της νυκτüς,
το βγÜλσιμο του καπÝλου,
τα χεßλη τα σμιγμÝνα στο ακουστικü.
Θα πÝσω στα χÝρια του θανÜτου.
Απü τοýτα δεν με νοιÜζει να πεθÜνω:
ΜισÜ ψÝματα, μισÜ συμβÜσεις
Σε Μια ΓαμÞλια ΕπÝτειο
Το στερÝωμα Ýγινε κομμÜτια
ΑυτÞ η κουρελιασμÝνη επÝτειος
Δýο ανθρþπων
Οι οποßοι αρμονικÜ πορεýτηκαν για τρßα χρüνια
Στων αμοιβαßων υποσχÝσεþν τους
Τους μακρινοýς περιπÜτους
Τþρα ο ÝρωτÜς τους κεßτεται χαμÝνος
Κι ο ¸ρωτας κι οι υποτακτικοß του
Βρυχþνται αλυσοδεμÝνοι
Απü κÜθε σýννεφο φορτωμÝνο με αλÞθεια
¹ παγßδες
Ο θÜνατος ξεσπÜει στο σπιτικü τους
ΕξαιρετικÜ αργÜ
μÝσα σε μια βροχÞ απü λÜθη
Γßνονται Ýνα αυτοß των οποßων
Ο Ýρωτας διαμελßστηκε
ΜÝσα στην καρδιÜ τους εξατμßζονται τα ανοßγματα
Και οι διÝξοδοι καßγονται μÝσα στο μυαλü τους.
Μια Θλßψη Πριν...
αυτÞ που τη κρατοýσα,
απ' τα πÜχια και τ' ανθÜκι,
Þ, απ' της νεροφßδας
το δρεπανωτü αγκÜθι,
κολασμÝνος Üνεμος και θÜλασσα,
Ýνα κομμÜτι απü μπετü,
που μüχτησε ψηλÜ στον πýργο,
ρüδο Üρρεν και θÞλυ,
η, η πüτνια Κýπρις.
ΜÝσα στου κωπηλÜτη τη γαβÜθα,
σαλπÜραμε στον Þλιο.
ΠοιÜ εßν' η θλßψη μου;
Η χρυσαλλßδα αναπηδÜ στο μÝταλλο,
το χαραγμÝνο απ' το δÜσκαλü μου,
του μολυβιοý το μπουμπουκÜκι
ξετρýπησε το φýλλο,
που Þτανε διπλωμÝνο
στο καλÜμι του Ααρþν,
καθþς βολüδερνε
ανατολικÜ προς τη σαπßλα.
Το κÝρας και το τüπι του νεροý,
πÜνω στο βÜτραχο
κεßτονται πλÜι-πλÜι.
Κι αυτÞ που ψεýδεται,
σαν στης Εξüδου το κεφÜλαιο
απü τον ΚÞπο, σημαδεμÝνη
απ' της οργÞς τον κρßνο στον παρÜμεσο,
τραβÜ μες στους αιþνες της
τα προπατορικÜ δεσμÜ,
παλεýοντας να εξιλεωθεß,
στην Ýρημο και στον αγρü,
δþδεκα τρßγωνα της ¸λικας των Χερουβεßμ,
καθþς περνÜ χαρÜζει.
Τüτε λοιπüν, ποιÜ εßναι;
Με κρατÜ!
Το πλÞθος πÜνω της με πÜει,
παßρνοντÜς με απ' του πατÝρα
το δεσποτικü κονÜκι!
Τα φριχτÜ σημÜδια των γεννημÜτων της,
με τη χοχλακιστÞ βουÞ του ýδατος,
αυτÜ εßναι εκεßνη που 'χω,
ο χειρüσκαφτος τÜφος,
κλεισμÝνος στην αγÜπη,
ανατÝλλει πριν το σκüτος.
Η νýχτα που πλησιÜζει,
μια νιτρικÞ μορφÞ
και την αλλÜζει,
χρüνος κι οξý.
Της λÝω τοýτο:
Πριν κÜψει ο Þλιος τα κüκκαλÜ της,
Üστηνε να ρουφÞξει
το θÜνατü της απ' τους κüκκους,
που τη ταξßδεψαν στις θÜλασσÝς τους,
με τα τσιγγÜνικα θανÜσιμÜ τους μÜτια...
Ρßχτους στο χÝρι της,
και κλεßσε της τη χοýφτα...
(μτφρ. ΠÜτροκλος) A Grief Ago
Εκεß Που ΚÜποτε Τα ¾δατα Του Προσþπου Σου
Εκεß που κÜποτε τα ýδατα του προσþπου σουΣτις ÝλικÝς μου ελßσσονταν,το Üνυδρü σου πνεýμα πνÝει,Γλαρþνει το μÜτι του ο νεκρüςΕκεß που κÜποτε την κüμη τους οι τρßτωνεςΜεσ' απ' τους πÜγους σου σφεντüνιζαν,¢νεμος Üνυδρος οδεýειΜεσ' απ' αλÜτι και ρßζα κι αυγü ψαριοý.
Εκεß που κÜποτε οι πρÜσινÝς σου αρθρþσεις
Τις αρμογÝς των βýθιζαν
στο πλÝγμα της φουσκονεριÜς,
Ο πρÜσινος πορεýεται διαλýτης,
Ψαλßδι λιπασμÝνο,
μαχαßρι Ýτοιμο στο πλÜι,
Να κüψει σýρριζα κανÜλια
κι υγροýς καρποýς να κüψει.
Αüρατες οι ρυθμικÝς φουσκονεριÝς σου
Σ' ερωτικÝς ξεσπÜζουν κλßνες,
Ξεραßνεται το φýκι της αγÜπης.
Γýρω τριγýρω στα λιθÜρια σου σκιÝς
Παιδιþν πορεýονται που μεσ' απ' τα κενÜ τους
Στη δελφινÜρια θÜλασσα προσπÝφτουν.
ΣτεγνÜ σα τÜφοι τα βαμμÝνα βλÝφαρÜ σου,
¼σο η σοφÞ μαγεßα γλυστρÜ
σε γη κι ουρÜνια,
Δεν θα κλεßσουν,
ΚορÜλια η κλßνη σου γεμÜτη θα 'ναι,
ΕρπετÜ οι φουσκονεριÝς σου,
þσπου οι θαλÜσσιες πßστεις μας να σβÞσουν.
Εδþ Σ' ΑυτÞ Την ¢νοιξη
Εδþ σ' αυτÞ την ¢νοιξη
αστÝρια επιπλÝουν στο κενü·
Εδþ σ' αυτüν το διακοσμητικü Χειμþνα
Η αυγÞ χαúδεýει τους γυμνοýς ανÝμους,
Το Καλοκαßρι αυτü κηδεýει
εν' ανοιξιÜτικο πουλß.
Σýμβολα Ýχουν διαλεχτεß
απ' των ετþν το κυκλογýρισμα
τεσσÜρων εποχιακþν ακτþν,
Σε ΦθινοπωρινÜ μαθÞματα
τριþν εποχιακþν πυρþν
Και τεσσÜρων τüνων πουλιþν.
Θα μποροýσα να πω
το Καλοκαßρι απü τα δÝντρα,
τα σκουλÞκια
Να πω τελικÜ
αν εßναι οι Üνεμοι του Χειμþνα
¹ η κηδεßα του Þλιου,
Θα μποροýσα να διαβÜσω την ¢νοιξη
στη φωνÞ του κοýκου
Κι ο ΣÜλιακας θα μποροýσε
να με διδÜξει καταστροφÞ.
¸να σκουλÞκι λÝει το Καλοκαßρι
καλλßτερα απ' Ýνα ρολüι,
Ο σÜλιακας εßναι Ýνα ζωντανü ημερολüγιο,
Τι θα μου πει αν Ýνα Üχρονο Ýντομο
ΛÝει πως ο κüσμος τσακßζει;
Κι Ο ΘÜνατος Δεν Θα ‘Χει Πια Εξουσßα
Κι ο θÜνατος δεν θα ‘χει πια εξουσßα.
Γυμνοß οι νεκροß θα γßνουν Ýνα
Με τον Üνθρωπο του ανÝμου
και του δυτικοý φεγγαριοý
¼ταν ασπρßσουν τα κüκκαλÜ τους
και τριφτοýν τ' Üσπρα κüκκαλα
θÜχουν αστÝρια στον αγκþνα και στο πüδι
Αν τρελλÜθηκαν η γνþση τους θα ξαναρθεß,
Αν βοýλιαξαν στο πÝλαγος θ’ αναδυθοýν
Αν χÜθηκαν οι εραστÝς δεν θα χαθεß η αγÜπη
Κι ο θÜνατος δεν θαχει πια εξουσßα.
Κι ο θÜνατος δεν θÜχει πια εξουσßα
¼σους βαθιÜ σκεπÜζουν
οι στροφÜδες των νερþν
Δεν θ’ αφανßσει ανεμοστρüβιλος
Κι αν στρßβει ο τροχαλßας
κι οι κλειδþσεις ξεφτßζουν
Στον τροχü αν τους παιδεýουν
δεν θα τους συντρßψουν
Στα σπασμÝνα τα χÝρια τους
θα 'ναι η πßστη διπλÞ
Κι οι μονüκεροι δαßμονες
ας τρυποýν το κορμß
Χßλια κομμÜτια θρýψαλα
κι αρÜγιστοι θα μεßνουν
Κι ο θÜνατος δεν θÜχει πια εξουσßα.
Κι ο θÜνατος δεν θÜχει πια εξουσßα
Ας μη φωνÜζουν πια στο αυτß τους γλÜροι
Ας μην σπÜζει μ’ ορμÞ στο γιαλü τους το κýμα
Εκεß που εν’ Üνθι φοýντωνε δεν Ýχει τþρα ανθü
Να υψþσει την κορφÞ του στης βροχÞς το φοýντωμα
Τρελλοß, μπορεß, και ξüδια, ψüφια καρφιÜ, μα ιδÝς
Φýτρα των σημαδιþν τους, να, σφυριÝς οι μαργαρßτες
Ορμοýν στον Þλιο ωσüτου ο Þλιος να καταλυθεß,
Κι ο θÜνατος δεν θÜχει πια εξουσßα...
¸ρωτας Στο ¢συλο
Μßα ξÝνη Ýχει Ýρθει
Να μοιραστοýμε το δωμÜτιü μου στο σπßτι
Στο σπßτι το μισüτρελο
¸να κορßτσι τρελü σαν τα πουλιÜ
Κλειδþνοντας τη πüρτα της νýχτας με το μπρÜτσο της,
Τη φτεροýγα της,
Κατευθεßαν μες στο λαβýρινθο του κρεβατιοý
Ξορκßζει το αποδεδειγμÝνα παραδεισÝνιο σπßτι
Με σýννεφα που εισχωροýν
Ξορκßζει επιπλÝον με περιπÜτους
το εφιαλτικü δωμÜτιο
Ασýλληπτη σαν τους νεκροýς
¹ ιππεýει τους ωκεανοýς της φαντασßας
Αρσενικþν κοιτþνων
¸χει Ýρθει κατεχüμενη απü δαßμονες
ΑυτÞ που αποδÝχεται
το φως των ψευδαισθÞσεων
ΜÝσα απü τον στιβαρü τοßχο
Τη δαιμüνισαν οι ουρανοß
ΚοιμÜται σε στενü αυλÜκι
Και περπατÜ στη σκüνη
Ακüμη εξεγεßρεται στις ßδιες της τις επιθυμßες
ΠÜνω στις σανßδες του τρελοý σπιτιοý
Που εßναι πια φθαρμÝνες απü τα δÜκρυα
Των περιπÜτων μου
Κι Ýτσι εξαûλωμÝνος κι αλλοπαρμÝνος
απü το φως στα μπρÜτσα της
Στο τÝλος -επιτÝλους-
ºσως πετýχω
Να αντÝξω τη πρþτη οπτασßα
που πυρπüλησε τα αστÝρια.
ΥπÞρξε Καιρüς
ΥπÞρξε καιρüς
που χορευτÝς με το ξεφÜντωμÜ τους
Σε χαρωπÝς παιδιÜστικες συνÜξεις
Τα βÜσανÜ τους αλαφρþναν;
ΥπÞρξε καιρüς
που μποροýσαν να κλÜψουν με βιβλßα.
¼μως ο χρüνος
Ýβαλε το σαρÜκι του στο πÝρασμÜ τους.
Τþρα ειν' αβÝβαιοι
κÜτω απü την αψßδα τ' ουρανοý.
·Ο, τι για πÜντα Üγνωστο θα μεßνει
Εßναι το βεβαιüτερο σε τοýτη τη ζωÞ.
ΚÜτω απ' τα ουρÜνια σημεßα,
ο δßχως Üκρα
¸χει τ' αγνüτερα χÝρια
και σαν τ' Üκαρδο στοιχειü
ΑπλÞγωτο στη μοναξιÜ του,
ο τυφλüς καλýτερα βλÝπει.