Πρüλογος
Εßμαι πολý περÞφανος που το ΣτÝκι μου φιλοξενεß πλÝον κι αυτüν τον μεγÜλο Αρχαßο ΠοιητÞ, (σσ: στο χþρο μου εßναι ο αρχαιüτερος μετÜ τον ¼μηρο) και που δεν ντρÝπομαι διüλου να μολογÞσω, πως μüλις μÝχρι πριν 3 μÞνες, δεν Þξερα καν üτι υπÞρχε και σαν üνομα. ΑλλÜ δε θα πω Üλλα, κρατþ τη περφÜνεια κι αφÞνω να μιλÞσει το Üρθρο για κεßνο. Π. Χ.
ΕισαγωγÞ
Η σπαρτιατικÞ κοινωνßα του 7ου αι. π.Χ., σýμφωνα με τα ευρÞματα των αρχαιολογικþν ερευνþν, αλλÜ και τις πληροφορßες που Ýχουμε στη διÜθεσÞ μας για τη μουσικÞ και τη ποßηση κεßνης της εποχÞς, Þτανε σε πολý μεγαλýτερο βαθμü στραμμÝνη προς τις ποικßλες εκφÜνσεις του βßου και τα εξωτερικÜ ερεθßσματα, απ’ ü,τι το μετÝπειτα διÜσημο στρατοκρατικü καθεστþς της πüλης. ¼πως μας πληροφορεß, μÜλιστα, μια απü τις πλÝον αξιüλογες πηγÝς για την αρχαßα ιστορßα της μουσικÞς, η διατριβÞ «περß μουσικÞς» που αποδßδεται στον Πλοýταρχο, στη ΣπÜρτη του 7ου αι. π.Χ. υπÞρχανε 2 μουσικÝς σχολÝς (καταστÜσεις), με τον ΤÝρπανδρο να θεωρεßται ο ιδρυτÞς της 1ης εξ αυτþν και νικητÞς σε μουσικü αγþνα προς τιμÞ του Καρνεßου Απüλλωνα στη δωρικÞ πρωτεýουσα, ανÜμεσα στο 676 και το 673 π.Χ. Η ΣπÜρτη λοιπüν δε μοιÜζει σε τßποτα με το στρατιωτικü κρÜτος του 5ου αι. π.Χ.. (ΑλÞθεια, μιας κι εθßχθη, θα 'ταν ενδιαφÝρον να στÞσω Ýνα Üρθρο, με τις επιδρÜσεις-επιρροÝς, με τις αιτßες και τις αφορμÝς, αλλÜ και με τα πρüσωπα, που επιφÝραν αυτÞ τη ριζικÞν αλλÜγÞ. Αρκεß να βρω στοιχεßα και θα το κÜνω κÜποια στιγμÞ, το υπüσχομαι. Π. Χ.).
Εκεßνη την εποχÞ λοιπüν, Þταν ανοιχτÞ σε κÜθε πνευματικÞ δημιουργßα κι εκδÞλωση. Στο Ýδαφüς της Ýβρισκε τρüπο ν’ αναδειχθεß και να εκφρασθεß κÜθε δημιουργüς! ΚαλλιτÝχνες με καταγωγÞ απü ξÝνους τüπους ανÝπτυσσαν δραστηριüτητα στην τüτε φιλελεýθερη ΣπÜρτη, üπου καλλιεργοýνταν ζωηρÜ, πÝραν της μονωδßας, το χορικü τραγοýδι, που Þτανε στενÜ συνδεδεμÝνο τüσο με τη λατρεßα üσο και με τις χορευτικÝς κινÞσεις (μÝλος που συνοδευüταν απü ρυθμικÝς κινÞσεις). Τüτε καλλιεργÞθηκε και το χορικü μÝλος, η χορικÞ ποßηση. Κýριος εκφραστÞς κι εισηγητÞς του εßδους Þταν ο ΑλκμÜν. Απü την Ιωνßα βρÝθηκε στον πλοýσιο πνευματικÜ χþρο της ΣπÜρτης, δοýλεψε πολý πÜνω στη χορικÞ ποßηση, γιατß ο ßδιος Þτανε ποιητÞς και μουσικüς κι οδÞγησε το εßδος στην ακμÞ του. ΟνομαστÜ επßσης Þσαν και τα ΠαρθÝνεια που συνÝθεσε.
Πριν προχωρÞσω, θεωρþ σκüπιμο, αντß να βÜζω αστερßσκους (*) και να παραπÝμπω στο τÝλος κÜθε κεφαλαßου, καλüν εßναι να θÝσω εδþ Ýνα μικρü Ýνθετο παρÜρτημα με τις Üγνωστες Ýννοιες που θα συναντÞσουμε παρακÜτω, þστε να ξÝρουμε και που βαδßζουμε και μην ανησυχεßτε, δεν εßναι δα και πολλÝς. Συνιστþ λοιπüν να διαβÜσετε το παρÜρτημα κι Ýτσι διαβÜζοντας τα λοιπÜ, θα 'χετε Þδη τη σχηματισμÝνην εικüνα σε κÜθε τι που βρßσκετε μπρος σας.
Απαραßτητο ¸νθετο ΠαρÜρτημα
1. Ο ¾μνος εßναι αρχαßο εγκωμιαστικü Üσμα για Þρωες, θεοýς Þ γεγονüτα ηρωικÜ.
2. Ο ΠαιÜνας, καθαρεýουσα παιÜν, επικÜ παιÞων κι αρχαßα αττικÞ διÜλεκτο παιþν, εßναι συνþνυμο με το σýγχρονο ΕμβατÞριο. ΚατÜ την αρχαιüτητα και πολý πριν αποτελÝσει αρχαßο ελληνικü μουσικü εßδος αποδßδονταν με τη σημασßα του θερÜποντα ιατροý. Ειδικüτερα επß ΟμÞρου με το üνομα «γιοι του ΠαιÞωνος» αποκαλοýνταν οι γιατροß της τüτε εποχÞς. ΜετÜ τον ¼μηρο η λÝξη αυτÞ σÞμαινε θεραπεßα που αποδßδονταν ως Ýργο στον Απüλλωνα τον οποßον επικαλοýνταν οι Ýχοντες την ανÜγκη βοηθεßας του με την επßκληση ΠαιÜν. Η επωνυμßα üμως αυτÞ αποδßδονταν και σε Üλλους Ολýμπιους Θεοýς, üπως προς τον Δßα στη Ρüδο, στο Διüνυσο, στον ΠÜνα, στον Ασκληπιü, αλλÜ και στην ΑθηνÜ καλοýμενη Παιανßα, εξ ου κι ο ΔÞμος Παιανßας (ΑθηνÜς) της αρχαßας ΑθÞνας (υπÝνερθεν κι καθýπερθεν Παιανßα). Ως προσηγορικü üνομα ο ΠαιÜνας σÞμαινε στη κυριολεξßα το σωτÞρα και λυτρωτÞ και μ' αυτÞ την ερμηνεßα αποδßδεται στο Ýργο του Αισχýλου ΑγαμÝμνων, του ΣοφοκλÞ ΦιλοκτÞτης, αλλÜ και του Ευριπßδη Ιππüλυτος.
Σα συνÝχεια των παραπÜνω σÞμαινε θρησκευτικü τραγοýδι, ýμνος, και μÜλιστα ως «ευχαριστÞριος ýμνος» που αποτεινüταν προς τον Απüλλωνα μετÜ απü κÜποια λýτρωση Þ προς τον Ποσειδþνα για διÜσωση απü σεισμü Þ πνιγμü στη θÜλασσα. ¸τσι σιγÜ-σιγÜ κατÝληξε σε εßδος αρχαßας λυρικÞς ποßησης που επικρÜτησε, εßτε απü την αρχαßα φρÜση «ßε παß» (=κτýπα νÝε), αντßστοιχο με το σýγχρονο παρÜγγελμα «ρßχτου» Þ «πυρ», που ενθÜρρυνε η Λητþ το γιο της Απüλλωνα, που μαχüταν τον δρÜκο Πýθωνα, εßτε απü την φρÜση «ΙÞιε ΠαιÜν» Þ ΙÞ Þ Ιþ ΠαιÜν που επικαλοýνταν οι ζητοýντες τη βοÞθεια του Απüλλωνα, Üποψη που κρßνεται επικρατÝστερη.
ΓενικÜ ο ΠαιÜνας αποτελοýσε θριαμβικü τραγοýδι μετÜ απü κÜποιο επιτυχÞ αγþνα Þ εξÝλιξη. ¼πως üμως περιγρÜφει κι ο Αισχýλος, παιÜνες τραγουδοýσανε κι οι στρατιþτες πηγαßνοντας σε μÜχη, δηλαδÞ ως σýγχρονο εμβατÞριο και μÜλιστα με τη φρÜση «εξÜρχειν τον παιÜνα», Þ «εξÜρχεσθαι τον παιÜνα» κατÜ συνομολογßα του Ξενοφþντος. Τους παιÜνες τους τραγουδοýσαν αφενüς πριν απü την Ýναρξη επιχειρÞσεων ως καλüν οιωνü επιτυχßας, Þ ακüμα σε γÜμους (αντßστοιχο με σýγχρονο γαμÞλιο εμβατÞριο), Þ και σε συμπüσια (αντßστοιχα με αυτÜ των σýχρονων επß των στρατιωτικþν παρατÜξεων), αλλÜ ακüμη κι üχι σπÜνια και σε θανÜτους (ως πÝνθιμα εμβατÞρια). Σπουδαιüοτεροι üμως εξ üλων αυτþν Þταν οι πολεμικοß παιÜνες.
Στην αρχαιüτητα αποδßδονταν μουσικÜ με λýρα, κιθÜρα κι αυλοýς, με χοροýς που τους συγκροτοýσαν μüνον Üντρες, με εξαßρεση στη ΔÞλο που μετεßχαν μüνο ιÝρειες γυναßκες. ΣυγγρÜφονταν σε στροφÝς κι ανιστροφÝς Þ εßχαν ελεýθερη σýνθεση. Ως κýριο μÝτρο μουσικü αυτþν Þταν ο 5χρονος ρυθμüς τον οποßο εισÞγαγε στον αρχαßο ελλαδικü ηπειρωτικü χþρο ο ΘαλÞτας απü τη ΚρÞτη.
3. Σκüλια -απü το σκολιüς που σημαßνει λοξüς και στραβüς- ονομÜζεται Ýνα εßδος λυρικÞς ποßησης που καλλιεργÞθηκε στην Αρχαßα ΕλλÜδα και τραγουδιüνταν στα επßσημα αριστοκρατικÜ συμπüσια, για τον εορτασμü κÜποιου σημαντικοý γεγονüτος. Η αρχÞ των ανÜγεται στην αρχαιüτητα. Τα 1α εμφανßζονται ανÜμεσα στον 7ο και τον 5ο αι. π.Χ. στην Αρχαßα ΕλλÜδα. Ο ΑθÞναιος ο Ναυκρατßτης που Ýζησε στα τÝλη του 2ου αι. μ.Χ. με τις αρχÝς του 3ου, Þταν αυτüς που διÝσωσε σε μια συλλογÞ του 25 αττικÜ σκüλια.
Τα σκüλια εκτελοýνταν απü τους ευπατρßδες στα επßσημα συμπüσια με τους εξÞς 2 τρüπους:
α. ¼λοι μαζß οι συμποσιαστÝς ξεκινοýσαν τραγουδþντας Ýνα χορικü τραγοýδι, στη συνÝχεια ο κÜθε συνδαιτυμüνας τραγουδοýσε μüνος του και στο τÝλος τραγουδοýσαν οι καταλληλüτεροι, ανεξαρτÞτως αξιþματος.
β. Ο συμποσιαστÞς τραγουδοýσε τα σκüλια κρατþντας στο Ýνα του χÝρι Ýνα κλαδß μυρσßνης που μετÜ το παρÝδιδε σε κεßνον που θεωροýσε üτι Þταν Üξιος να τραγουδÞσει.
4. ΠαρθÝνεια Þ ΠαρθÝνια, εßναι τα λυρικÜ χορικÜ Üσματα, που τραγουδοýσε και χüρευε χορüς παρθÝνων σε 2 στßχους προς τιμÞ του Απüλλωνα Þ της ΑρτÝμιδος Þ κÜποιας Üλλης θεÜς, με κυριüτερη βÝβαια αυτÞ του Διονýσου. Εκτελοýνταν απü τις παρθÝνες του χοροý, οι οποßες εßτε üλες μαζß εßτε η μßα μετÜ την Üλλη, συνομιλοýσαν ανοßγοντας διÜλογο με τον επικεφαλÞς του χοροý και συνθÝτη των τραγουδιþν αυτþν κι αμφοτÝρω γινüταν ανταλλαγÞ φιλοφρονÞσεων. Οι αρχαßοι ¸λληνες ποιητÝς που Ýγραψαν παρθÝνια Þταν ο Σιμωνßδης, ο Βακχυλßδης, ο Πßνδαρος κι ο ΑλκμÜν. Σ' Ýν απ' αυτÜ κÜνει λüγο για τους Ιπποκοωντßδες, τους γιους του Ιπποκüωντα, που φονεýθηκαν απü τον ΗρακλÞ. Σýμφωνα με τον ποιητÞ, ο Üνθρωπος δεν πρÝπει να θÝλει να πετÜξει στον ουρανü, οýτε να θÝλει την Αφροδßτη για γυναßκα, καθþς ελλοχεýει η εκδßκηση των θεþν. ΕυτυχισμÝνος εßναι κεßνος που χωρßς δÜκρυα τελειþνει τη μÝρα του.
5. Υπüρχημα στην αρχαßα ελληνικÞ μουσικÞ, Þτανε ζωηρü Üσμα που συνοδευüταν με χορü üπως ο διθýραμβος κι Þταν αφιερωμÝνο στο θεü Απüλλωνα. Την ßδια ονομασßα Ýφερε κι ο αντßστοιχος χορüς. Ως ýμνος προς τον Απüλλωνα, Ýμοιαζε σε αρκετÜ σημεßα με τον παιÜνα. ΕυρετÞς θεωρεßται ο ΘαλÞτας απü τη Γüρτυνα της ΚρÞτης τον 7ο αι. π.Χ., αν κι ο ΑθÞναιος ανÜγει στον ¼μηρο τις πηγÝς του ποιητικοý αυτοý εßδους. Ο Λουκιανüς αναφÝρει: "Στη ΔÞλο οι θυσßες üχι μüνο δε γßνονταν χωρßς üρχηση, αλλÜ γßνονταν και με χορü και με μουσικÞ... τα τραγοýδια που συνÝθεταν γι' αυτοýς τους χοροýς λÝγονταν υπορχÞματα", ενþ ο Πρüκλος: "Υπüρχημα δε το μετ' üρχÞσεως αδüμενον μÝλος". Στο Ετυμολ. ΜÝγα σημειþνεται: "ΥπορχÞματα δε, Üτινα πÜλιν Ýλεγον ορχοýμενοι και τρÝχοντες κýκλω του βωμοý, καιομÝνων των ιερεßων".
Το υπüρχημα αρχικÜ συνοδευüταν απü φüρμιγγα, αργüτερα απü αυλü και κιθÜρα Þ λýρα κι εßχε 3 φÜσεις. Στη 1η üλα τα μÝλη του χοροý τραγουδοýσαν και χüρευαν μαζß, στη 2η τα μισÜ τραγουδοýσαν και τα μισÜ χüρευαν και στην 3η τραγουδοýσε ο κορυφαßος και χüρευαν üλοι οι Üλλοι. Το υπüρχημα εßχε 3 σχÞματα (φιγοýρες)· στο 1ο, üλα τα μÝλη του χοροý χüρευαν και τραγουδοýσαν μαζß, στο 2ο, ο χορüς μοιραζüταν σε 2 ομÜδες, απü τις οποßες η μια χüρευε κι η Üλλη τραγουδοýσε· στο 3ο, ο κορυφαßος τραγουδοýσε, ενþ üλοι οι Üλλοι χüρευαν. ΚατÜ τον Πßνδαρο, στον οποßον αναφÝρεται ο ΑθÞναιος, τον χüρευαν οι ΛÜκωνες, Üνδρες και γυναßκες, ενþ ο ßδιος ο ΑθÞναιος τον συγκρßνει με τον κüρδακα, κωμικü χορü. Στη τραγικÞ ποßηση, ο üρος χαρακτηρßζει μερικÝς λυρικÝς ωδÝς για κÜποια αßσια Ýκβαση του δρÜματος, λßγο πριν την τελικÞ καταστροφÞ, üπως για παρÜδειγμα σε πολλÜ Ýργα του ΣοφοκλÞ.
6. Υμεναßος σÞμαινε αρχικÜ γαμικüς ýμνος κι Þταν το Üσμα που τραγουδοýσαν συγγενεßς, φßλες και θεραπαινßδες της νýφης, καθþς τη συνüδευαν στο σπßτι του γαμπροý. Κι αυτüς ο ορισμüς τßθεται εδþ στο Üρθρο, αλλÜ Ýχει πολý ενδιαφÝρον ο μýθος του και θα τον αναφÝρω ολüκληρο εδþ.
Ο ΥμÞν Þ ΥμÝναιος Þταν αρχαßα ΕλληνικÞ θεüτητα που προστÜτευε τον θεσμü του γÜμου. 1η φορÜ μνημονεýεται απü τον Ευριπßδη κι απü τη Σαπφþ. Σε αρχαιüτερες παραδüσεις αναφÝρεται σα θνητüς. Γýρω απü το üνομÜ του και τη σýνδεσÞ του με τον γÜμο πλÝχτηκαν διÜφοροι μýθοι και παραλλαγÝς. Μυθολογοýνταν üτι ανÞκε σε ταπεινÞ κοινωνικÞ τÜξη, üμως αγÜπησε μιαν ευγενÞ Αθηναßα. Μη μπορþντας να τη πατρευτεß την ακολουθοýσε απü μακριÜ. Μια μÝρα που οι αριστοκρÜτισσες Üγαμες νÝες πÞγαιναν στην Ελευσßνα για να προσφÝρουν θυσßα στη ΔÞμητρα, Ýγινε επιδρομÞ πειρατþν. Οι πειρατÝς απÞγαγαν üλες τις κοπÝλες, ανÜμεσÜ τους και την αγαπημÝνη του ΥμÝναιου και τον ßδιο τον ΥμÝναιο που τον πÞραν για κορßτσι. Το μακρý ταξßδι κοýρασε τους πειρατÝς που Üραξαν σε ερημικÞ ακτÞ κι αποκοιμÞθηκαν. Εκεß τους σκüτωσε ο ΥμÝναιος κι Ýπειτα Üφησε τις κοπÝλες σε ασφαλÝς μÝρος, επÝστρεψε στην ΑθÞνα κι ορκßστηκε να τις επαναφÝρει με τον üρο να του δþσουνε γυναßκα το κορßτσι που αγαποýσε. ¸τσι κι Ýγινε. Απü τüτε επικαλοýνταν τον ΥμÝναιο σε κÜθε γÜμο γιατß το θεωροýσαν καλü οιωνü.
Σε κÜποιο αργßτικο μýθο, ο ΥμÝναιος Þταν νεανßας απü το ¢ργος. ΚÜποια μÝρα που Ýπλεε με το καρÜβι του ανοιχτÜ της ΑττικÞς, απελευθÝρωσε μερικÝς κοπÝλες απü τα χÝρια Πελασγþν πειρατþν. Οι κοπÝλες αυτÝς τον εξýμνησαν στα γαμÞλια τραγοýδια τους.
Μια 3η εκδοχÞ λÝει üτι Þταν Ýνας νÝος που σκοτþθηκε μες στο σπßτι του üταν αυτü κατÝρρευσε τη μÝρα του γÜμου του. Απü τüτε τον εξυμνοýσαν στα τραγοýδια του γÜμου για να τον εξευμενßσουν. Σ’ Ýναν ορφικü μýθο αναφÝρεται üτι τον επανÝφερε στη ζωÞ ο Ασκληπιüς. Μια Üλλη εκδοχÞ λÝει üτι τραγοýδησε στον γÜμο του Διονýσου και της ΑριÜδνης üταν ξαφνικÜ Ýχασε την φωνÞ του.
Ο Υμεναßος ρατÜ τον δαυλü του γÜμου μαζß με τον ¸ρωτα: Ζωρζ Ρεννß
ΥπÜρχουν κι Üλλες εκδοχÝς που αιτιολογοýν τη σýνδεση του ΥμÝναιου με τον γÜμο. Ο ΥμÝναιος, γιος του ΜÜγνητα, Þταν επιδÝξιος μουσικüς· με αυτÞ την ιδιüτητα τον προσκÜλεσαν στον γÜμο του Διüνυσου και της ΑριÜδνης, üμως πÝθανε Þ Ýχασε τη φωνÞ του την þρα της τελετÞς. Σε ανÜμνηση αυτοý του γεγονüτος, το θανÜτου του Þ της απþλειας της φωνÞς, καθιερþθηκε εßτε να τον επικαλοýνται στο εξÞς σε üλους τους γÜμους εßτε για κÜθε γÜμο να συνθÝτεται ιδιαßτερο τραγοýδι του ΥμÝναιου. ΠαραλλαγÞ θÝλει τον ΥμÝναιο να πεθαßνει την þρα της τελετÞς του δικοý του γÜμου συνδÝοντας Ýτσι οριστικÜ το üνομÜ του με τη γαμÞλια τελετÞ. Σε αυτÞ την εκδοχÞ ο Ασκληπιüς τον επαναφÝρει μετÜ απü λßγο στη ζωÞ.
Εßναι γιος του Απüλλωνα και μιας απü τις 3 Μοýσες, τη Καλλιüπη, την Ουρανßα Þ τη Τερψιχüρη, γι' αυτü και μνημονεýεται με τ' Üλλα τÝκνα των Μουσþν, τον Λßνο, τον ΙÜλεμο και τον ΟρφÝα. Σýμφωνα με μια Üλλη εκδοχÞ εßναι απλÜ φßλος του Απüλλωνα Þ του ΘÜμυρι και γιος του ΜÜγνη και της Καλλιüπης, Þ του Διüνυσου και της Αφροδßτης.
Απεικονßζεται ως üμορφο νεαρü αγορÜκι που τονε επικαλοýνταν στο γαμÞλιο ýμνο τους οι αρχαßοι ¸λληνες. Το üνομÜ του προÝρχεται απü την λÝξη ýμνος, ενþ η θεüτητα προÝκυψε απü τη προσωποποßηση του ýμνου. ΠαριστÜνεται ως νεανßας. Εßναι ψηλüτερος και πιο σοβαρüς απü τον ¸ρωτα, ενþ στο χÝρι του κρατÜ Ýνα γαμÞλιο δαυλü. ΣταδιακÜ ο ΥμÝναιος απÝκτησε υπüσταση ως ξανθομÜλλης ωραßος νÝος, τüσο που τον Ýπαιρναν για νεαρÞ κοπÝλα. Σýντροφος του ¸ρωτα, θεοποιÞθηκε κι Ýγινε ο προστÜτης του γÜμου που οδηγοýσε τη νυφικÞ πομπÞ. Με αυτÞ τη μορφÞ απÝκτησε γενεαλογικü δÝντρο. Τον θεþρησαν γιο μιας Μοýσας, της Ουρανßας Þ της Τερψιχüρης Þ της Καλλιüπης Þ της Κλειοýς, ενþ για πατÝρα του Ýδωσαν τον Απüλλωνα Þ τον επþνυμο Þρωα της Πιερßας και των Πιερßων, τον γιο του Μακεδüνα Πßερο, Þ τον ΜÜγνητα, τον γενÜρχη της Μαγνησßας· σε αυτÞ την τελευταßα περßπτωση Þτανε δισÝγγονος του Φρßξου και του ¢δμητου. ¢λλοτε πÜλι οι γονεßς του εßναι οι επιφανεßς θεοß Διüνυσος κι Αφροδßτη. ºσως αυτüς ο ΥμÝναιος να εßναι ο ßδιος που αναφÝρεται ως πατÝρας του ΤÜνταλου και του ¢σκαλου (Στεφ. Β., Εθν. 131.16-17).
ΡÝινολντς: 3 ΚοπÝλλες στολßζουν τη ΣτÞλη Του Υμεναßου (υπÜρχει στο ΣτÝκι)
Μνημονεýεται ως εραστÞς του ¢ργυννου· ως γιος της Καλλιüπης και του ΜÜγνητα ο ΥμÝναιος δÝχεται τον Ýρωτα του ΘÜμυρη (Σουßδ. ΘÜμυρις), αλλÜ και του ¸σπερου, Ýρωτας που αιτιολογεßται απü το γεγονüς üτι ο γÜμος τελεßται την þρα που ανατÝλλει ο Αποσπερßτης. ¢λλη παρÜδοση θÝλει τον ßδιο τον θεü της μουσικÞς ερωτευμÝνο μαζß του κι üχι πατÝρα του. Τον Ýρωτα αυτü και το γεγονüς üτι ο Απüλλωνας þρες πολλÝς τριγυρνοýσε στο σπßτι του ΥμÝναιου εκμεταλλεýτηκε, κατÜ μια εκδοχÞ, ο ΕρμÞς και βρÞκε την ευκαιρßα να κλÝψει τα βüδια του αδελφοý του:
«Μüλις ο Απüλλωνας εßδε το αγüρι και τον κατÝλαβε ο Ýρωτας, γι’ αυτü και δεν Üφηνε το σπßτι του ΜÜγνη, ο ΕρμÞς Ýθεσε σε εφαρμογÞ σχÝδιο για να πÜρει την αγÝλη των βοδιþν του Απüλλωνα.» (Αντ. Λιβ., Μετ. 23.1-2).
Αυτονüητα λüγω της σýνδεσης του ΥμÝναιου με τον γÜμο και τη μουσικÞ, ως σýμβολα του ΥμÝναιου αναγνωρßζονται η δÜδα, το στεφÜνι με λουλοýδια, ο αυλüς. Ομþνυμο Ýργο με θÝμα τον μýθο του Ýγραψε ο κωμικüς ποιητÞς Αραρþς, ο γιος του ΑριστοφÜνη (Σουßδ. Αραρþς). ¸νας Üλλος ΥμÝναιος εμπλÝκεται με τον Διüνυσο ως ακüλουθος του θεοý στην εκστρατεßα του στην Ινδßα. Σε μÜχη ο νÝος κινδýνευσε να σκοτωθεß αλλÜ τον Ýσωσε η Μοýσα Ουρανßα, επειδÞ εßχε το ßδιο üνομα με τον γιο της. Σε Üλλη μÜχη, πληγþθηκε κι ο Διüνυσος, απελπισμÝνος üτι μποροýσε να τονε χÜσει, προσπÜθησε να τονε σþσει. Την απελπισßα του θεοý αλλÜ και τη χαρÜ του, üταν τονε ξανÜδε υγιÞ περιγρÜφει γλαφυρüτατα ο Νüννος.
7. Οι Αλκυüνες/Kingfishers χωρßζονται σε 3 οικογÝνειες: Alcedinidae (river kingfishers), Halcyonidae (tree kingfishers), και Cerylidae (water kingfishers). Δασεßα λοιπüν, στο halcyon και ψιλÞ στο alcedo (που συμφωνεß με το αρχαßο ἀλκυþν) εξαιτßας της παρετυμüλογης τÜσης να μεταφραστεß η ἀλκυþν, ως ἁλßκυος/ἔγκυος, που κýει/κυεῖ ἐνÜλιος, στη θÜλασσα. ΜÜλλον σημαßνει, η δυνατÞ· ομüρριζο με τα ΑλκÝτης κι ΑλκμÜν/ΑλκμÜων, δωρικü του Αλκμαßων/ ΑλκμÝων· ελληνικü τ' üνομα του αν κι η καταγωγÞ του Þ λακωνικÞ Þ λυδικÞ.
Βιογραφικü
¸νας απü τους σημαντικüτερους ¸λληνες λυρικοýς ποιητÝς της αρχαιüτητας, που διαμüρφωσε, στα μÝσα του 7ου π.Χ. αι., τη χορικÞ ποßηση στη ΣπÜρτη σαν Ýνα ιδιαßτερο λογοτεχνικü εßδος, υπÞρξε ο ¢λκμαν. Δυστυχþς, üπως εßναι ευνüητο λüγω και της αρχαιüτητÜς του, δεν Ýχουμε και πολλÜ στοιχεßα για το βßο του και μÜλιστα μερικÜ αμφισβητοýνται Þ διßστανται απüψεις πÜνω τους. Σýμφωνα λοιπüν με αρχαßες μαρτυρßες ο ΑλκμÜν Þταν ¸λληνας ιωνικÞς καταγωγÞς και γεννÞθηκε στις ΣÜρδεις της Λυδßας. Απü εκεß πÞγε στη ΣπÜρτη. ΥπÞρχανε 2 εκδοχÝς για την ÜφιξÞ του εκεß. 1η: διατÜχτηκε με κÜποιο χρησμü, 2η: πουλÞθηκε δοýλος απü τις ΣÜρδεις. ΚατÜ το λεξικü Σουßδα Þτανε Λακεδαιμüνιος, γεννÞθηκε στη Μεσσüα κι Üκμασε κατÜ την 27η ΟλυμπιÜδα (672- 668 π.Χ.). Στη ΣπÜρτη Ýμεινε μÝχρι βαθιÜ γερÜματα κι ο Παυσανßας αναφÝρει πως στη τοποθεσßα ΣÝβρικον, δυτικÜ της ΣπÜρτης, υπÞρχε μνημεßο του.
¹τανε γιος του ΔÜμα Þ Τßταρου, ο οποßος, λüγω της απαρÜμιλλης τÝχνης του, κατεßχε τη 1η θÝση στον Αλεξανδρινü Κανüνα. Ο Αθηναßος μας πληροφορεß üτι :«Ἀλκμᾶνα γεγονέναι τῶν ἐρωτικῶν με λῶν ἡγεμόνα». Το üνομÜ του αποτελεß προσαρμογÞ στη δωρικÞ διÜλεκτο του ιωνικοý ονüματος Αλκμαßων Þ ΑλκμÝων, αλλÜ δεν θα πρÝπει να συγχÝεται με τον πυθαγüρειο Αλκμαßωνα (περß το 500 π.Χ.), γιο του Πειρßθους απο τον Κρüτωνα, την ελληνικÞ αποικßα της ΚÜτω Ιταλßας. üπως γρÜφει ο Α. Δ. ΣκιαδÜς, ο Σουßδας (λÞμμα ¢λκμαν), αναφÝρει üτι ο ποιητÞς Ýζησε κατÜ την 27ην ΟλυμπιÜδα (672 -668 π.Χ.), üταν κυβερνÞτης της Λυδßας Þτας ο ¢ρδυς, ενþ ο εκκλησιαστικüς συγγραφÝας ΕυσÝβειος τοποθετεß την ακμÞ του στο 659 π.Χ. Ομοßως, σ' απüσπασμα, που περιεßχετο στον πÜπυρο 2390 της Οξυρρýγχου, αναφÝρεται üτι σε κÜποιο του ποßημα μνημονεýει ονομαστικÜ τον Λεωτυχßδα βασιλιÜ της ΣπÜρτης, αλλÜ και τον κολοφþνιο ποιητÞ και μουσικü Πολýμνηστο. Απü τα προηγοýμενα φαßνεται üτι μπορεß να τοποθετÞσουμε τον ΑλκμÜνα στο 2ο μισü του 7ου π.Χ. αι..
Σýμφωνα με μαρτυρßα του Σουßδα, ο ¢λκμαν καταγüταν απü την ελληνικÞ Ιωνßα (ΣÜρδεις της Λυδßας) κι απü εκεß μετÝβη στη ΣπÜρτη. Η Üποψη αυτÞ επανÝρχεται σε υπüμνημα που σþθηκε στον πÜπυρο της Οξυρρýγχου [P. Oxy. XXXIX fr. 1, col. III, 30 (=10(α), 30)] που αναφÝρει: «ὡς Λακεδα[ι]μόνιοι τότ̣[ε ἐπέστησαν Λυδὸν ὄντα διδάσκαλον τῶν θυγατέ ρων καὶ ἐφή[βω]ν». Η Üποψη üμως αυτÞ μπορεß να μην ισχýει, διüτι Ýνα σχüλιο, που περιÝχεται στον πÜπυρο 2389 της Οξυρρýγχου [P. Oxy. 2389 fr. 9 col (=13(a)P.)στ. 11+] αναφÝρει πως ο μεγÜλος ποιητÞς δεν εßναι Λυδüς: «ἀλλ᾽ ἔοικε Λυδὸν αὐ τὸν νομί]ζειν ὅ τε Ἀριστοτέλης καὶ [ σύ]μψηφοι ἀπατηθέντες». Ως προς τη διαφωνßα για τον τüπο γÝννησÞς του, ο Αντßπατρος ο Θεσσαλονικεýς (Σουßδα Α.Ρ. 7,18,5) σημειþνει πως η διεκδßκηση της εντοπιüτητας μεγÜλων ποιητþν απο πολλÝς πüλεις Þτανε κÜτι πολý κοινü στην αρχαιüτητα. Ο Παυσανßας (ΙΙΙ,15,2) πιστοποιεß üτι στο ΣÝβρικο, μια περιοχÞ δυτικÜ της ΣπÜρτης, που ονομαζüτανε Δρüμος υπÞρχε μÝχρις το 2ον π.Χ. αι., μνημεßο προς τιμÞν του, δßπλα στα ιερÜ των ΙπποκοντιÜδων και του ΗρακλÞ. Στον ΑλκμÜνα χρωστÜμε και τη πληροφορßα πως οι αρχαιüτεροι ¸λληνες λεγüνταν Γραικοß, üπως βγαßνει απü το λεξικογρÜφο ΣτÝφανο ΒυζÜντιο (5ος-6ος αι. μ.Χ.) ο οποßος για τη λÝξη Γραικüς, γρÜφει σχετικÜ : «Γραῖκες δὲ παρὰ Ἀλκμᾶνι αἱ τῶν Ἑλλήνων μητέρες».
Οι Αλεξανδρινοß γραμματικοß χωρßσανε τα Ýργα του σε 6-7 βιβλßα, τα οποßα περιεßχαν λυρικÜ και χορικÜ Üσματα τýπου: ýμνους, παιÜνες, σκüλια, παρθÝνεια, υπορχÞματα κι υμεναßους, για κορßτσια, κÜτι που συνηθιζüτανε στο Δωρικü κüσμο, καθþς Ýδινε περισσüτερη ελευθερßα στις γυναßκες. Το μεγαλýτερος μÝρος του Ýργου του Ýχει χαθεß και μαζß του, μια ματιÜ εκ των Ýσω για την αρχαßα ΣπÜρτη.. Ο ΑλκμÜν Þταν εκεßνος που διαμüρφωσε τη χορικÞ ποßηση σε ιδιαßτερο λογοτεχνικü εßδος στη ΣπÜρτη. Δε συνÝθετε μüνο το κεßμενο των ποιημÜτων του, αλλÜ καθüριζε και τη μουσικÞ και τις χορευτικÝς και μιμητικÝς κινÞσεις τους. Η γλþσσα που χρησιμοποßησε εßναι κυρßως η δωρικÞ της εποχÞς του, αναμεμειγμÝνη με στοιχεßα της ιωνικÞς κι αιολικÞς διαλÝκτου. Τη γλþσσα αυτÞ ο Παυσανßας την ονομÜζει “καθüλου εýηχον”. Απü το Ýργο του μεγÜλου λυρικοý ποιητÞ Ýχουνε σωθεß μüνο λßγα αποσπÜσματα. Ο ποιητικüς λüγος του συνταιριÜζει την ιωνικÞ χÜρη με τη δωρικÞ βαρýτητα. ΑναφÝρεται στον Ýρωτα και τις χαρÝς της ζωÞς και περιγρÜφει την ομορφιÜ της φýσης με ýφος απλü.
Ο ΑλκμÜν με το ταλÝντο του οδÞγησε την χορικÞ ποßηση στα ýψη. ¸να απü τα χαρακτηριστικÜ της ποßησÞς του εßναι η ιδιαßτερη αßσθηση της φýσης που μεταδßδουν οι περιγραφÝς του. Στα αποσπÜσματα που θα βÜλω παρακÜτω, η φýση βρßσκεται σε απüλυτη γαλÞνη, κοιμÜται. Δεν μποροýμε να γνωρßζουμε απü ποý προÝρχεται το απüσπασμα. ºσως να συνδÝεται με την επιφÜνεια κÜποιου θεοý, προς τιμÞν του οποßου γρÜφτηκε, Þ να προετοßμαζε μια νυχτερινÞ τελετουργßα. Θα μποροýσε üμως ο ποιητÞς να το Ýγραψε για να δηλþσει την αντßθεση ανÜμεσα στην αûπνßα Þ τη ψυχικÞ ταραχÞ σε σχÝση με την ηρεμßα και την γαλÞνη του ýπνου. Στην περιγραφÞ της φýσης που κοιμÜται πρωτοτυπεß, γιατß περιλαμβÜνει ολüκληρη τη φýση, Ýμψυχη κι Üψυχη. ΞεκινÜ απü τα Üψυχα κι ασÜλευτα βουνÜ και τα φαρÜγγια, για να συνεχßσει με τα αργοκßνητα ερπετÜ της γης και καθþς ο ρυθμüς της κßνησης üλο και δυναμþνει, ακοýμε με τη σειρÜ για τ᾽ αγρßμια του βουνοý, για τις μÝλισσες και τα κÞτη της θÜλασσας, τÝλος για τα μακροφτÝρουγα πουλιÜ, τα üρνεα, με τα οποßα οι οιωνοσκüποι κÜνανε τις προφητεßες τους κι ßσως εδþ να θÝλει να πει πως αυτüς ο συλλογικüς ýπνος, δεν εßναι κÜτι απαραßτητα καλü. Επßσης αυτÞ η ησυχßα ολüκληρης της φýσης, πιθανüν, Ýρχεται σε αντßθεση με την ανησυχßα της καρδιÜς του ΑλκμÜνος. ΒουνοκορφÝς και φαρÜγγια, καθþς και üλα τα ζþα, üσα βρßσκονται στη στεριÜ, στα βÜθη της θÜλασσας και στον αÝρα, αναπαýονται μες στην ησυχßα του ýπνου. Το τραγοýδι αυτü της νýχτας, περισσüτερο απ' οποιοδÞποτε Üλλο απüσπασμα του εν λüγω ποιητÞ, Ýχει επικü χρþμα. Το ποßημα Ýφτασε σε μας χÜρη στον Αντßγονο τον Καρýστιο, ερανιστÞ της ελληνιστικÞς εποχÞς.
Οι Ýξοχοι και θαυμαστοß αυτοß στßχοι βρßσκουν απÞχηση σε κÜθε καρδιÜ, þστε εýκολα υποθÝτει κανεßς üτι αποτελοýν απλÞ αποτýπωση εκεßνης της επιθυμßας για απüδραση που εßναι χαρακτηριστικÞ σε ολüκληρη τη ρομαντικÞ ποßηση. Ωστüσο με το δßκιο του θα αναρωτηθεß κανεßς κατÜ πüσο Þταν δυνατü να γρÜψει Ýνας ΑλκμÜν ρομαντικÞ ποßηση. Ο Αντßγονος απü την ΚÜρυστο που παραθÝτει τους στßχους τους εξηγεß με διαφορετικü τρüπο. ΛÝει δηλαδÞ üτι κηρýλοι ονομÜζονταν οι αρσενικÝς αλκυüνες, που κουρασμÝνες κι ανÞμπορες πια, στα γηρατειÜ τους, να πετÜξουν, τις φορτþνονταν στη ρÜχη τα θηλυκÜ ταßρια τους. ¸τσι και τον ΑλκμÜνα τον αδυνÜτισαν τα γερατειÜ και δε μπορεß να συμμετÝχει κι αυτüς στο τραγοýδι και το χορü των κοριτσιþν. Χρησιμοποιεß μια μισομυθικÞ παρÜδοση απü τη ζωÞ των πουλιþν, για να εκφρÜσει τη λαχτÜρα του να σμßξει με το χορü, πρÜγμα που δεν το επιτρÝπει η ηλικßα του. Ασφαλþς οι στßχοι γρÜφτηκαν με κÜποιο αληθινü περιστατικü και δεν μπορεß παρÜ να σκεφτοýμε üτι οι τα κορßτσια που συμμετεßχαν στην εκτÝλεση υποδýονταν χορü Αλκυüνων. Χοροß πουλιþν Þταν αρκετÜ συνηθισμÝνοι στην ΕλλÜδα.
ΠαρÜλληλα με αυτÜ, νεüτερος Νορβηγüς φιλüλογος, ονüματι Gjert Vestrheim, στη παρακÜτω εργασßα του (Alcman frg 26, A Wish for Fame), αφοý παραθÝτει τις προηγοýμενες κριτικÝς σχετικÜ με την εκδοχÞ του Αντßγονου, με κýριο σημεßο τριβÞς το ποτῆται (πετÜει) που θα 'πρεπε, λÝνε, να εßναι φορεῖται (μεταφÝρεται), δßνει μια νÝα ερμηνεßα: το απüσπασμα εßναι παρθενεßου προοßμιο, στο οποßο ο ΑλκμÜν εýχεται και καλεß το χορü των κοριτσιþν/τους εκτελεστÝς να μεταφÝρουν στους νεüτερους τη τÝχνη του δημιουργοý κατÜ τη καβαφικÞ γεροντικÞ χαρμολýπη, που "Ýφηβοι τþρα τους δικοýς του στßχους λÝνε". Ο Αντßγονος, βÝβαια, θα γνþριζε στην εποχÞ του ολüκληρο το Üσμα, -δßχως τα συγκεßμενα η φαντασßα κÜνει Üλματα- μÝχρι και με το χαμÝνο παρθÝνειο Κολυμβþσαι, Ýχει υποθετικÜ συνδεθεß η αλκυüνη, ως καταδυτικü πτηνü Þ μÞπως το παρÞγγειλε στον ποιητÞ, κÜποιος ΣπαρτιÜτης ανÜπηρος πολÝμου;
Μια Üλλη ευφÜνταστη παρατÞρηση που λÝγεται εßναι πως αφοý, κατÜ το μýθο, οι αλκυüνες Ýχουν σχετιστεß με το χειμþνα, ο χειμþνας συμβολßζει τα γηρατειÜ του ποιητÞ. Αν üμως γεννοýνε το ΓενÜρη, θα 'τανε λßγο δýσκολο να γηροκομοýνε ταυτüχρονα και τους ηλικιωμÝνους κηρýλους. Παρ' üλο που αυτü, για τις φßλανδρες αλκυüνες, αναφÝρεται κι απü τον Πλοýταρχο, ανÞκει στο χþρο του μýθου· αν δεßτε πουλß να μεταφÝρει στη ρÜχη του Üλλο, φωτογραφÞστε το. Ο ΑριστοτÝλης μÜλιστα, τα αναφÝρει ως διαφορετικÜ παραθαλÜσσια εßδη πουλιþν.
Αν προσÝξουμε τη ποιητικÞ κßνηση στο απüσπασμα (παρακÜτω, στα ποιÞματα), θα παρατηρÞσουμε Ýναν Ýντονο κυματισμü, ο οποßος πλουτßζει το ποßημα με ρυθμικüτητα. ΑναφÝρεται αρχικÜ στις κορυφÝς των ορÝων κι αμÝσως μας πÜει ψηλÜ. ΓρÞγορα üμως μας προσγειþνει χαμηλÜ, στα φαρÜγγια. Στη συνÝχεια, με ανοδικÞ πÜλι πορεßα μας ταξιδεýει στις κορυφογραμμÝς των βουνþν, για να μας κατεβÜσει πÜλι στις χαρÜδρες. Ακολοýθως, μας κρατÜ σε χαμηλÞ πτÞση, για να μας δηλþσει üτι κι üλα τα εßδη των ερπετþν που θρÝφει η γη κι αυτÜ κοιμοýνται, για να μας πετÜξει πÜλι ψηλÜ στις Üκρες των ορÝων, üπου κοιμοýνται τα Üγρια θηρßα. Θα μας κρατÞσει εκεß, για να νιþσουμε και τον βαθý ýπνο των μελισσþν. Και κατüπιν θα μας οδηγÞσει στα βÜθη της θÜλασσας να δοýμε επßσης τα κÞτη να κοιμοýνται σε βαθý ýπνο, για να μας ξαναπÜρει ψηλÜ, üπου θα Ýχουμε την ευκαιρßα να πÜρουμε ανÜσα και να καμαρþσουμε τον ýπνο των μακροφτÝρουγων πτηνþν. Σ' Ýνα ταξßδι απ' τη γη στον ουρανü, θα δοýμε κÜθε ßχνος ζωÞς να κοιμÜται. Δεν κινεßται τßποτα. Ο ýπνος, αδελφüς του θανÜτου, Ýχει νεκρþσει τα πÜντα. Μια απÝραντη ησυχßα, μια ατÝλειωτη γαλÞνη απλþνεται απ’Üκρου εις Üκρον και μας φÝρνει στο νου γνωστü επßγραμμα του Δ. Σολωμοý, üπου η ησυχßα κι η γαλÞνη της θÜλασσας οφεßλεται στον ýπνο:
ΓαλÞνη
Δεν ακοýγεται Ýνα κýμα
μες στην Ýρμη ακρογιαλιÜ,
λες κι η θÜλασσα κοιμÜται
μες στης γης την αγκαλιÜ.
Αλλοý πÜλι, ο ποιητÞς, που τον Ýχουν πÜρει πια τα χρüνια, εκφρÜζει με τρυφερüτητα το παρÜπονü του προς τις κοπÝλες του χοροý του: τα πüδια του δεν τον σηκþνουν πια, γι' αυτü και θα 'θελε να 'ναι κηρýλος -αρσενικÞ αλκυüνα- που το θηλυκü ταßρι του, üταν αυτüς γερÜσει, τονε κουβαλÜ μακρυÜ, πÜνω απü τα κýματα της θÜλασσας. Σε ορισμÝνα απü τα αποσπÜσματα, φανερþνει τη σχÝση του με την εýθυμη ζωÞ του συμποσßου, αλλÜ και τη διÜθεση των ΔωριÝων για γερü φαγοπüτι. Ο ΑλκμÜν γρÜφει γενικÜ στη λακωνικÞ διÜλεκτο της εποχÞς του, χρησιμοποιþντας κι επικοýς τýπους. Στην ποßησÞ του απαντοýν σαφεßς «ομηρισμοß», που συνÜπτονται ενßοτε με αιολικÜ στοιχεßα -Üλλα εξ αυτþν προÝρχονται απü το Ýπος, Üλλα πÜλι μπορεß να Þταν ντüπια, λακωνικÜ. Κýρια χαρακτηριστικÜ του ποιητικοý Ýργου του εßναι η χαροýμενη διÜθεση, η φρεσκÜδα της Ýκφρασης, η πολυχρωμßα της γλþσσας κι η μοναδικÞ αßσθηση του κÜλλους.
Το 1855 ο ΓÜλλος αιγυπτιολüγος Mariette βρÞκε σε τÜφο κοντÜ στη 2η πυραμßδα της Γκßζας Ýνα πÜπυρο με 100 στßχους απü παρθÝνειο του ΑλκμÜνος Εις ¢ρτεμιν Ορθßαν. Το παρθÝνειον αρχικÜ αποτελοýσαν 10-12 στροφÝς, απü τις οποßες σþθηκαν μüνον 7. Στην αρχÞ ο χορüς απü 10 παρθÝνες, με κορυφαßα την Αγησιχüρα, Ýψελνε Üσμα, το οποßο εξιστοροýσε τα ηρωικÜ κατορθþματα του Ηρακλη κατÜ των Ιπποκωντιδþν. Στο κýριο μÝρος του ποιÞματος επαινεß και προβÜλλει το κÜλλος των νεανßδων, Αγησιχüρας κι Αγιδοýς που μετÝχουνε στο χορü. Απü το κεßμενο συνÜγεται üτι η λυρικÞ αυτÞ σýνθεση τραγουδιüταν απü χορü 10 κοριτσιþν, που πιθανüν διαγωνιζüταν με κÜποιον Üλλο χορü, στο πλαßσιο μιας θρησκευτικÞς τελετουργßας, που φαßνεται üτι Üρχιζε νýχτα και κορυφωνüτανε χαρÜματα. Η τελετουργßα αυτÞ πιθανþς περιλÜμβανε τη προσφορÜ αρüτρου Þ πÝπλου. Το απüσπασμα αυτü εκδüθηκε 1η φορÜ απο τον καθηγητÞ Egger το 1863.
Στους στßχους που Ýχουμε ο ποιητÞς, αφοý πρþτα επιβεβαιþσει την ýπαρξη κÜποιας θεßας δßκης, üχι βÝβαια με πολý πÜθος, γιατß το χορικü συνδÝεται με κÜποιον θεü, στη συνÝχεια στρÝφεται στα ανθρþπινα, για να σημειþσει πως ευτυχÞς Üνθρωπος εßναι üποιος τη μÝρα του ευχÜριστα κι αδÜκρυτα περνÜ. ΑμÝσως μετÜ ο οπτικüς του ορßζοντας επικεντρþνεται στις 2 κορυφαßες του χοροý, για να υμνÞσει την ομορφιÜ τους. ¸τσι ο ποιητÞς μÝσα σε λßγους στßχους μας ταξßδεψε στο σýμπαν με μια σýντομη, -Ýνας μüνον στßχος- αναφορÜ στη θεßα δßκη, κατÝβηκε στα ανθρþπινα να βÜλει σε 3 στßχους τα üρια της ανθρþπινης ευτυχßας και στÜθηκε στις 2 κορυφαßες παρθÝνες του χοροý, για να υμνÞσει την ομορφιÜ. Στην ομορφιÜ αυτþν που σýρουνε το χορü, θα αφιερþσει περισσüτερους στßχους απü το ποιÞμÜ του.
Κορυφαßες του χοροý εßναι η Αγιδþ κι η Αγησαγüρα, με την σειρÜ που αναφÝρονται στο ποßημα. Εýκολα γßνεται αντιληπτü üτι το üνομα και των δýο συνδÝεται με το ρÞμα Üγω=οδηγþ, επειδÞ αυτÝς οδηγοýνε το χορü. Για την Αγιδþ πρþτα. Γι’ αυτÞ μας λÝει üτι τραγουδÜ, για να υμνÞσει το φως που εκπÝμπει. ΛÜμπει η Αγιδþ σαν Þλιος κι αυτüν επικαλεßται η ßδια η κορυφαßα ως μÜρτυρα της ομορφιÜς της. Στην συνÝχεια, στρÝφεται στην Αγησαγüρα, τη ξαδÝλφη του. ΑνηψιÜ τη λÝει στο πρωτüτυπο και σε πολλÜ μÝρη της ΕλλÜδας και στη Κýπρο ακüμη σÞμερα χρησιμοποιοýνε τον üρο ανηψιÜ, αντß για ξαδÝλφη.
Για την Αγησαγüρα θα εßναι πολý προσεκτικüς, μας λÝει, γιατß αυτÞ δεν του επιτρÝπει οýτε να την επαινεß οýτε να τη ψÝγει για την ομορφιÜ της. Ο ποιητÞς üμως θα αναφερθεß στη καλλονÞ της με τον δικü του τρüπο. ¢λλωστε, üπως ισχυρßζεται, δε χρειÜζονται λüγια να περιγρÜψει κανεßς τη χÜρη της. ¼ποιος τη βλÝπει διαπιστþνει πως απü μüνη της ξεχωρßζει απü τις Üλλες κüρες, üπως ξεχωρßζει στιβαρü Üλογο ιππασßας πλÜι σε γιδοπρüβατα. Ενετικü Üλογο κοýρσας, üπως το ονειρεýονται οι Üνθρωποι κÜτω απü τους βρÜχους να καλπÜζει. Τα πλοýσια μαλλιÜ της λÜμπουνε σα λυωμÝνο χρυσÜφι και στεφανþνουν τ’ üμορφο πρüσωπο που λÜμπει στο φως σαν ασÞμι. Πολý ωραßα σýνθεση το χρυσü με το ασημß. Μπρος σε τÝτοιαν ομορφιÜ, λÝει ο ΑλκμÜν, τα λüγια εßναι φτωχÜ. Μüνον üποιος τη βλÝπει με τα μÜτια του επιβεβαιþνει την ομορφιÜ της.
Για την ομορφιÜ της Αγιδþς ο ποιητÞς διαθÝτει 4 στßχους. Για να υμνÞσει üμως την καλλονÞ της εξαδÝλφης του, αναπτýσσεται σε 15 στßχους. ΚÜπως Üνισα βÝβαια μας τα παρουσιÜζει, αλλÜ ως φαßνεται ο ποιητÞς τρÝφει ιδιαßτερα συναισθÞματα για το σüι του. ΤÝλος, ο στιχουργüς θα κÜνει αναφορÜ και στις 2 üμορφες παρθÝνες που σýρουνε το χορü, για να δηλþσει üτι Ýτσι üπως χορεýουν θυμßζουν Üλογα ιππικþν αγþνων. Συναγωνßζονται σε χÜρη κι ομορφιÜ, καθþς χορεýουνε μπροστÜ. Θυμßζουν Üλογο κολαξαßο που τρÝχει πλÜι σε Üλογο ιβηνü. Τüσο ο ενετικüς ßππος, üσο κι ο κολαξαßος κι ο ιβηνüς Þσαν Üλογα κοýρσας με μεγÜλη φÞμη για την ομορφιÜ, τις ικανüτητες, την χÜρη τους. Στους τελευταßους 3 στßχους η Ýρευνα δυσκολεýεται να μας πει τι εννοεß ο ποιητÞς. ΑναφÝρεται βÝβαια στις ΠελειÜδες, στον Σεßριο και στο Üροτρο. ΑλλÜ ακüμη κι αν πρüκειται για Ýννοιες μεταφορικÝς, πÜλι δεν βγαßνει σαφÝς και ξεκÜθαρο νüημα, ßσως γιατß λεßπουνε στßχοι. ΠαρακÜτω θα παρατεθοýνε και στßχοι και θα το δοýμε πÜλι.
Κι αφοý λοιπüν γνωρßζαμε τον ΑλκμÜνα ως λυρικü ποιητÞ της αρχαιüτητας, η Ýκπληξη Þλθε το 1957 μετÜ τη δημοσßευση του παπýρου 2390 της Οξυρρýγχου (πüλη της ΚÜτω Αιγýπτου üπου σε ανασκαφÝς βρÝθηκε μεγÜλος αριθμüς παπýρων με ελληνικÜ κυρßως κεßμενα που Ýχουνε τ' üνομα της πüλης κι Ýνα κωδικü αριθμü), που χρονολογεßται στο 2ο μ.Χ. αι.. Στον πÜπυρο αυτüν διασþζονται τμÞματα απü Ýνα σχüλιο σε πεζü λüγο üπου αποκαλýπτεται üτι σ' Ýνα απ' τα ποιÞματÜ του ασχολεßται με Ýνα εßδος θεογονικÞς κοσμολογßας! Το κεντρικü κομμÜτι του σχολßου περιÝχει συγχρüνως και λÞμματα, σýντομες δηλαδÞ φρÜσεις του ΑλκμÜνος.
Ο λυρικüς ποιητÞς ΑλκμÜν περιγρÜφει τη γÝννηση του Σýμπαντος και μÜλιστα 27 αιþνες πριν απ' üσα λÝει σÞμερα ο περßφημος φυσικüς ΣτÝφεν Χþκινγκ για τη κβαντικÞ κοσμολογßα που περιγρÜφει τις διαδικασßες δημιουργßας του Σýμπαντος. ΠεριÝχονται σε ποιÞματα που Ýγραψε ο ΑλκμÜν, üπως αποδεßξανε σε πρüσφατη εργασßα τους 4 αστροφυσικοß του Πανεπιστημßου Αθηνþν, οι οποßοι συνδÝουν την κοσμολογßα του ΑλκμÜνος με σýγχρονες κοσμολογικÝς απüψεις. ΣÞμερα πια παρουσιÜζονται σε παγκüσμιο επßπεδο ανακοινþσεις αστροφυσικþν οι οποßοι συνδÝουνε τη κοσμολογßα του ΑλκμÜνος με σýγχρονες κοσμολογικÝς απüψεις. Ετσι, εκτüς απü τον Δημüκριτο που θεωρεßται ο πατÝρας της σýγχρονης ατομικÞς φυσικÞς, φαßνεται πως οι Ελληνες, Ýχουνε προβλÝψει, Ýστω και θεωρητικÜ κι Üλλες σýγχρονες θεωρßες! Σýμφωνα με τους επιστÞμονες, η κοσμογονικÞ Üποψη που διατυπþνεται απü τον ΑλκμÜνα στα μÝσα του 7ου π.Χ. αιþνα περιγρÜφει απüψεις πολý αρχαιüτερες που συμπßπτουν με σýγχρονες κοσμολογικÝς υποθÝσεις περß γÝννησης του αισθητοý απü μας, αστρικοý σýμπαντος «απü μια σημειακÞ ιδιομορφßα στο εσωτερικü μιας λευκÞς οπÞς, η οποßα λüγω της χρονικÞς συμμετρßας των εξισþσεων του ΑúνστÜιν μπορεß να θεωρηθεß ως μια χρονικÜ ανεστραμμÝνη μαýρη τρýπα». Η εργασßα με τßτλο Μια ΠροσωκρατικÞ ΚοσμολογικÞ Πρüταση Ýγινε απü τους κκ. ΜÜνο ΔανÝζη, Ευστρ. Θεοδοσßου, ΘεοφÜνη ΓραμμÝνο και τη κυρßα ΜαργιÝλα Σταθοποýλου, αστροφυσικοýς του Πανεπιστημßου Αθηνþν.
Για τον ΑλκμÜνα λοιπüν ειπþθηκε, και σωστÜ, πως üπως ο ΣωκρÜτης κατÝβασε τη φιλοσοφßα απü τον ουρανü στη γη, κι εκεßνος κατÝβασε τη θρησκευτικÞ λυρικÞ ποßηση απο τον ¼λυμπο στους ανθρþπους. Οι ýμνοι του ενþ αρχßζουν απü τους θεοýς ýστερα εγκωμιÜζουνε τους ανθρþπους για την ομορφιÜ τους, την ηθικÞ, αλλÜ και τη φυσικÞ. Το κεßμενο του παπýρου παρατßθεται αυτοýσιο και με τη μετÜφραση απü κÜτω:
"ἐκ δὲ τοῦ π(ρÝσγυς Πüρος ΤÝκμωρ τε.) τÝκμωρ ἐγÝνετο τ(ῶι πüρωι ἀκüλουθον) μο(.)ἐντεῦθεν … πüρον ἀπü τῆς πορ(ßμου) (πÜντων ἀρχᾶς). ὡς γÜρ ἤρξατο ἡ ὕλη κατασκευα(σθῆναι) ἐγÝνετο πüρος τις οἱονεß ἀρχÞ. λ(Ýγει) οὖν ὁ ἈλκμÜν τÞν ὕλην πÜν(των τετα)ραγμÝνην καὶ ἀπüητον. εἶτα (γενÝ)σθαι τινÜ φησιν τὸν κατασκευÜ(ζοντα) πÜντα, εἶτα γενÝσθαι (πü)ρον, τοῦ (δὲ πü)ρου παρελθüντος ἐπακολουθῆ(σαι) τÝκμωρ. καὶ ἔστιν ὁ μὲν πüρος οἷον ἀρχÞ, τὸ δὲ τÝκμωρ οἱονεὶ τÝλος. τῆς ΘÝτιδος γενομÝνης ἀρχὴ καὶ τÝ(λ)ο(ς ταῦτ)α πÜντων ἐγÝνε(τ)ο, καὶ τὰ μὲν πÜντα (ὁμο)ßαν ἔχει τὴν φýσιν τῆι τοῦ χαλκοῦ ὕληι, ἡδὲ ΘÝτις τ(ῆι) τοῦ τεχνßτου, ὁ δὲ πüρος καὶ τὸ τÝκμωρ τῆι ἀρχῆι καὶ τῶι τÝλει. πρÝσγ(υ)ς δὲἀντὶ τοῦ πρεσβýτης. καὶ τρßτος σκüτος. διὰ τὸ μηδÝπω μÞτε ἥλιον μÞτε σε(λ)Þνην γεγονÝναι ἀλλ’ ἔτι ἀδιÜκριτ(ο)ν εἶναι (τ)ὴν ὕλην. ἐγÝνοντο οὖν ὑπὸ (ταὐτü) πüρος καὶ τÝκμωρ καὶ σκüτ(ος … ἆμÜρ τε καὶ σελÜνα καὶ τρßτον σκüτος τὰς μαρμαρυγÜς. ἆμαρ οὐ ψιλῶς Üλλὰ σὺνἡλßωι. τὸ μὲν πρüτερον ἦν σκüτος μüνον, μετὰ δὲ ταῦτα διακριθÝ(ντο)ς αὐτοῦ."
"γιατß üταν η ýλη Üρχισε να τακτοποιεßται, δημιουργÞθηκε Ýνα εßδος πüρου (δρüμου, περÜσματος), κÜτι σαν αρχÞ. ΛÝει λοιπüν ο ΑλκμÜν üτι η ýλη üλων των πραγμÜτων Þταν ταραγμÝνη και αποßητη, Ýπειτα γεννÞθηκε κÜποιος που τακτοποιοýσε τα πÜντα, Ýπειτα δημιουργÞθηκε Ýνας πüρος και üταν παρÞλθε αυτüς ο πüρος, ακολοýθησε Ýνα üριο (Þ τÝρμα, τÝκμωρ). Και ο πüρος εßναι η αρχÞ, ενþ το üριο σαν τÝλος. ¼ταν γεννÞθηκε η ΘÝτις, αυτÜ Ýγιναν η αρχÞ και το τÝλος των πÜντων και το σýνολο των πραγμÜτων Ýχει φýσιν παρüμοια με το υλικü του χαλκοý, ενþ η ΘÝτις με εκεßνη του τεχνßτη και ο πüρος και το üριο (τÝκμωρ) παρüμοια με εκεßνη της αρχÞς και του τÝλους. …και τρßτο στη σειρÜ το σκüτος, εξαιτßας του üτι ποτÝ ως τüτε οýτε ο Ηλιος οýτε η ΣελÞνη εßχαν δημιουργηθεß, αλλÜ η ýλη Þταν ακüμη αδιαμüρφωτη. ΔημιουργÞθηκαν λοιπüν ο πüρος και το üριο (τÝκμωρ) και το σκüτος. Η ημÝρα και η ΣελÞνη και τρßτον το σκüτος. Η ακτινοβολßα της ημÝρας δεν Þταν πυκνÞ αλλÜ υπεβοηθεßτο απü (την ακτινοβολßα) του Ηλßου, (διüτι) προηγουμÝνως Þταν μüνο σκοτÜδι, μετÜ δε αυτÜ (αυτÞ τη διαδικασßα) ξεχþρισε απü αυτü."
ΚατακερματισμÝνο κι απλοποιημÝνο συνοπτικÜ μας λÝει το εξÞς, σε 7 απλÜ σημεßα επεξηγημÝνα:
1 ΑρχικÜ η ýλη Þταν ταραγμÝνη κι αδιαμüρφωτη, δεν εßχανε δημιουργηθεß ακüμη οýτε ο Ηλιος οýτε η ΣελÞνη και κατ' επÝκτασιν οýτε το αστρικü Σýμπαν. ΔηλαδÞ το αντιληπτü απü τις αισθÞσεις μας αστρικü Σýμπαν δημιουργÞθηκε μÝσω ενüς μη παρατηρÞσιμου, αποßητου κι αδιαμüρφωτου υλικοý, το οποßο προûπÞρχε.
2 Τüτε, στα πλαßσια του χþρου που Þταν γεμÜτος απü εκεßνο το αüρατο και μη παρατηρÞσιμο υλικü (μη ýλη), γεννÞθηκε κÜποιος που τακτοποιοýσε τα πÜντα (η ΘÝτις, το üνομα της οποßας προÝρχεται απü το ρÞμα τßθημι, που σημαßνει τοποθετþ, ταξιθετþ τα απαρÝμφατα: τιθÝναι, θÝσθαι) σαν τεχνßτης.
3 Επειτα στον χþρο της μη ýλης δημιουργÞθηκε Ýνας πüρος (στενÞ διÜβαση, διÜδρομος) που Ýπαιξε τον ρüλο της αρχÞς. ΔηλαδÞ η στενÞ αυτÞ διÜβαση αποτÝλεσε τον λþρο για να βγει η ταραγμÝνη, αδιαμüρφωτη και μη παρατηροýμενη ýλη απü τον χþρο της αρχικÞς αισθητÞς ανυπαρξßας στον αισθητü χþρο του παρατηρÞσιμου Σýμπαντος.
4 Ακολοýθησε η δημιουργßα ενüς ορßου -το τÝκμωρ- που σýμφωνα με το φιλüλογο-μελετητÞ Μ.L. West Þτανε κατευθυντÞριο σημÜδι μες στον πüρο Þ, σýμφωνα με τον γÜλλο ελληνιστÞ J.Ρ. Vernant, μÝσα στα αστÝρια. ΔηλαδÞ üταν η αποßητη και αδιαμüρφωτη ýλη διÜβαινε το τÝκμωρ καθßστατο αυτομÜτως διαμορφωμÝνη και αισθητÞ, εφüσον μποροýσε να δημιουργεß αισθητÜ αντικεßμενα, üπως ο Ηλιος κι η ΣελÞνη. ΚατÜ την Üποψη του φιλολüγου G.S. Kirk, το τÝκμωρ, ως üριο, πιθανüτατα ταυτßζεται και με την Ýννοια του απεßρου του ΑναξιμÜνδρου, ο οποßος επισκÝφθηκε τη ΣπÜρτη (üπου Ýζησε ο ΑλκμÜν) μßα γενιÜ αργüτερα.
5 Ο πüρος και το τÝκμωρ συνυπÞρχαν με το σκüτος ως Ýνα ενιαßο σýνολο διακριτþν γεγονüτων. Ασφαλþς ολüκληρο το σýστημα «πüρος - τÝκμωρ - σκüτος» βρισκüταν εκτüς του αισθητοý Σýμπαντος.
6 ΜετÜ το üριο (τÝκμωρ) δημιουργÞθηκαν η μÝρα (πιθανüτατα το φωτεινü μÝρος του ημερονυκτßου και κατ' επÝκτασιν ο Ηλιος), η ΣελÞνη και το σκüτος (πιθανüτατα η νýχτα, το μη φωτεινü μÝρος σκοτεινü του ημερονυκτßου). ΜετÜ το üριο (τÝκμωρ) αρχßζει να υλοποιεßται το αισθητü Σýμπαν.
7 Το φως της ημÝρας (ακτινοβολßες) δεν Þτανε πυκνü, αλλÜ υπεβοηθεßτο απü την ακτινοβολßα του Ηλßου. «Στο σημεßο αυτü» επισημαßνουν οι αστροφυσικοß «εßναι ενδιαφÝρον να σημειþσουμε üτι ο σχολιαστÞς δηλþνει πως το φως (οι ακτινοβολßες) της ημÝρας "υπεβοηθεßτο" απü τον Ηλιο, ο οποßος κατÜ συνÝπειαν δεν δημιουργοýσε "εξ ολοκλÞρου". Το γεγονüς αυτü μας οδηγεß στο συμπÝρασμα üτι η μÝρα, στο σημεßο αυτü του σχολßου, πιθανüτατα δεν ταυτßζεται με το φωτεινü μÝρος του ηλιακοý ημερονυκτßου, αλλÜ με τη σημερινÞ σýγχρονη και γενικευμÝνη Ýννοια της παρουσßας ακτινοβολιþν, δηλαδÞ την Ýννοια του φωτüς».
Ο ΑλκμÜν λοιπüν δßνει Ýνα κοσμογονικü μοντÝλο που σßγουρα περιγρÜφει απüψεις παλαιüτερες του 7ου π.Χ. αι., üπου υπÜρχουν αξιοσημεßωτες ταυτßσεις με σýγχρονες κοσμολογικÝς υποθÝσεις βÜσει των οποßων το παρατηρÞσιμο αστρικü Σýμπαν γεννÞθηκε απü μια σημειακÞ ιδιομορφßα στο εσωτερικü μιας λευκÞς οπÞς που θα μποροýσε να θεωρηθεß μια ανεστραμμÝνη μελανÞ οπÞ. Ας σημειωθεß üτι Þδη απü τα μÝσα των 60'ς διατυπωθÞκανε παρεμφερεßς υποθÝσεις, σýμφωνα με τις οποßες οι λευκÝς οπÝς, που ßσως υπÜρχουν, αποτελοýν περιοχÝς του Σýμπαντος οι οποßες υφßστανται τη μεγÜλη Εκρηξη με χρονικÞ καθυστÝρηση.
Ο αλκμÜνειος «πüρος» μπορεß να ταυτισθεß εννοιολογικÜ με τον λþρο ΑúνστÜιν-Ρüζεν, η σημειακÞ ιδιομορφßα με την Ýννοια «τÝκμωρ», ενþ το παρÜλληλο Σýμπαν απ' το οποßο εκκινεß ο λþρος με το χþρο της αποßητης, αδιαμüρφωτης και μη αισθητÞς ýλης. Αυτüς ο λþρος σýμφωνα με τη σýγχρονη φυσικÞ μπορεß να ενþνει εßτε 2 παρÜλληλα σýμπαντα εßτε 2 διαφορετικÝς περιοχÝς του ßδιου σýμπαντος. Η Ýννοια της λευκÞς οπÞς προκýπτει απü το γεγονüς üτι το «τÝκμωρ» ως üριο του «πüρου» εßναι, κατÜ τον ΑλκμÜνα, το σημεßο εκδÞλωσης αισθητÞς ýλης εκ του «μη üντος», αλλÜ κι ενÝργειας φωτεινÞς, εφüσον αμÝσως μετÜ απü αυτüν γεννÞθηκε η μÝρα.
Τþρα, ξεφýγαμε λιγÜκι απü την Αρχαßα ΕλληνικÞ Ποßηση κι üλα τα καλÜ της και στραφÞκαμε σε χþρο λιγÜκι... βαρετü, θα μποροýσε κανεßς να πει, ωστüσο εßναι κι αυτü μÝρος, κομμÜτι αξεδιÜλυτο, του ΑλκμÜνος και πρÝπει να συμπεριληφθεß και να μας τονε γνωρßσει ακüμα καλλßτερα, αλλÜ και να διαπιστþσουμε επιτÝλους τß ρüλο Ýπαιξε στις μετÝπειτα μελÝτες των επιστημüνων. ¸τσι παραθÝτω τις επιδρÜσεις αυτÝς, κÜπως εκτεταμÝνα αλλÜ κι επιγραμματικÜ:
1. ΜÝχρι σÞμερα η Ýννοια της ανθρþπινης κοινÞς λογικÞς, της λογικÞς που ανÝπτυξεν ο Üνθρωπος μÝσω των αισθÞσεþν του, ταυτιζüταν με την επιστημονικÞ λογικÞ. Τþρα πλÝον, η σýγχρονη επιστημονικÞ σκÝψη διαφοροποιεßται üλο και περισσüτερο απü τη «κοινÞ ανθρþπινη λογικÞ», Ýτσι þστε, üποιος δεν Ýχει εκπαιδευτεß απü μικρüς σε αυτÞ, να μη μπορεß να κατανοÞσει την αλÞθεια των φυσικþν γεγονüτων που περιγρÜφονται απü τη σýγχρονη ΦυσικÞ θεωρßα. Το κακü βÝβαια εßναι üτι το παγκüσμιο εκπαιδευτικü σýστημα, δε βοηθÜ προς αυτÞ τη κατεýθυνση.
2. ¢λλο δεδομÝνο που ανατρÜπηκε απü τη σýγχρονη φυσικÞ, Þταν η Ýννοια της «ýλης», üπως αυτÞ γινüταν αντιληπτÞ απü τις αισθÞσεις μας κι αποτελοýσε το αντικεßμενο επεξεργασßας της εφαρμοσμÝνης επιστÞμης.. Μαζß με τη Ýννοια της ýλης, ξεπερÜστηκε κι η Νευτþνεια φυσικÞ, με βÜση την οποßα μελετοýσαμε το Σýμπαν κι αντικαταστÜθηκε απü τη ΣχετικιστικÞ και ΚβαντικÞ ΦυσικÞ. Για το θÝμα αυτü, αναφÝρει ο Τσαρλς Μιοýζες στο βιβλßο του Συνεßδηση & Πραγματικüτητα «Ýνα δÝντρο, Ýνα τραπÝζι, Ýνα σýννεφο, μια πÝτρα, ¼λα αυτÜ διαλýονται απü την επιστÞμη του 20ου αι. σε κÜτι που συνßσταται απü το ßδιο υλικü. Αυτü το κÜτι εßναι Ýνα συνονθýλευμα στροβιλιζüμενων σωματιδßων που υπακοýουνε στους νüμους της κβαντικÞς φυσικÞς. Τοýτο σημαßνει üτι üλα τα αντικεßμενα που μποροýμε να παρατηρÞσουμε εßναι απλÝς τρισδιÜστατες εικüνες που σχηματßζονται απü κýματα, κÜτω απü την επßδραση ηλεκτρομαγνητικþν και πυρηνικþν διαδικασιþν».
Ομοßως η ýλη για τη θεωρßα της Σχετικüτητας δεν εßναι πλÝον το αναλλοßωτο σýμπλεγμα μορßων του Νεýτωνα, αλλÜ Ýνα πýκνωμα ενüς ενεργειακοý ρεýματος. Στα πλαßσια του χωροχρüνου του ΑúνστÜιν, η ýλη δεν αποτελεß μια ξεχωριστÞ οντüτητα, αλλÜ εßναι μια ιδιομορφßα του πεδßου. Ενα σωματßδιο δεν εßναι τßποτα Üλλο απü Ýνας κινοýμενος στρüβιλος μες στο χþρο. Αυτü που μÝχρι σÞμερα αντιλαμβανüμαστε σαν απτÞ κι εξατομικευμÝνη ýλη, για τη σýγχρονη φυσικÞ δεν εßναι παρÜ Ýνα ψευδÝς κατασκεýασμα των αισθÞσεþν μας. «ΒλÝπουμε» δηλαδÞ το περιβÜλλον μας üχι üπως στη πραγματικüτητα εßναι, αλλÜ üπως οι αισθÞσεις μας επιτρÝπουν να το αντιληφθοýμε.
3. ΤÝλος, κÜτι που Üλλαξε δραματικÜ τις επιστημονικÝς περß Σýμπαντος απüψεις, εßναι η φýση του χþρου μες στον οποßο δημιουργοýνται τα φυσικÜ γεγονüτα. Η κλασικÞ Νευτþνεια φυσικÞ, θεωροýσε σαν αυτονüητο üτι ο χþρος του Σýμπαντος περιγρÜφεται απü τη γεωμετρßα του Ευκλεßδη. Αυτü αρκοýσε εφüσον γνωρßζαμε üτι οι ανθρþπινες αισθÞσεις μποροýν να αντιληφθοýν μüνο μορφÝς και σχÞματα που υλοποιοýνται μÝσα σε Ευκλεßδειους χþρους, μÝχρι και 3 διαστÜσεων. ¼μως κι αυτÞ μας η πßστη αποδεßχθηκε λανθασμÝνη, üταν ο ΑúνστÜιν μÝσω της ΓενικÞς θεωρßας της Σχετικüτητας, απÝδειξε üτι ο χþρος του Σýμπαντος δεν εßναι Ευκλεßδειος, αλλÜ περιγρÜφεται απü μια Üλλη γεωμετρßα, αυτÞ του Ρεßμαν, η οποßα διαφÝρει ριζικÜ απü αυτÞ του Ευκλεßδη.
Το γεγονüς αυτü δεν θα 'χε και μεγÜλη σημασßα αν δεν γνωρßζαμε κÜτι συγκλονιστικü, üτι κÜθε σχÞμα και μορφÞ που υλοποιεßται σε τÝτοιο χþρο (οσονδÞποτε διαστÜσεων, δεν μπορεß να γßνει αντιληπτü απü τις ανθρþπινες αισθÞσεις), οι σκιÝς τους δηλαδÞ, μÝσα και πÜνω σε μικρÜ κομματÜκια του σýμπαντος, που λüγω του μεγÝθους τους, συμπεριφÝρονται σαν Ευκλεßδειοι χþροι κι ως εκ τοýτου γßνονται αντιληπτοß απü τις ανθρþπινες αισθÞσεις.
Εßναι βÝβαια φανερü, üτι αυτÝς οι αυτÝς προβολÝς (σκιÝς) των πραγματικþν μορφþν που αντιλαμβÜνονται οι αισθÞσεις μας δεν Ýχουνε καμμιÜ σχÝση με τον πραγματικü κüσμο του σýμπαντος που προσεγγßζεται μüνο μÝσω μαθηματικþν σχÝσεων. ΤελικÜ αυτü που θα πρÝπει να αντιληφθοýμε εßναι üτι ζοýμε μÝσα σε Ýνα Σýμπαν που δεν μποροýμε να το αντιληφθοýμε μÝσω των αισθÞσεþν μας κι üτι αυτü που μποροýμε να αντιληφθοýμε δεν εßναι παρÜ μια σκιÜ αυτοý που πραγματικÜ υπÜρχει. ΑρχικÜ θα πρÝπει να τονßσουμε πως η κλασσικÞ φυσικÞ θεωρßα, üπως τη γνωρßζαμε μÝχρι σÞμερα συνεχßζει να λειτουργεß Üψογα üταν μελετÜμε φαινüμενα μÝσα σε μικρÜ κομμÜτια του σýμπαντος üπως π.χ. εßναι το πλανητικü μας σýστημα. ΠÜνω στις κλασσικÝς αυτÝς επιστημονικÝς γνþσεις στηρßζεται η σýγχρονη τεχνολογßα που κÜνει τη ζωÞ μας Üνετη κι ευχÜριστη. ¼μως ακüμα κι üταν Ýχουμε να μελετÞσουμε συνολικÜ μεγÜλες περιοχÝς του Σýμπαντος Þ ακüμα ολüκληρο το σýμπαν, üπου οι αισθÞσεις μας στÝκουν αδýναμες, η επιστÞμη μπορεß να συνεχßσει την Ýρευνα, εφüσον τα φαινüμενα, οι μορφÝς και τα σχÞματα που δεν μποροýν να γßνουν αντιληπτÜ απü τις ανθρþπινες αισθÞσεις, μποροýν να περιγραφοýν απü μαθηματικÝς σχÝσεις που οι επιστÞμη ονομÜζει μοντÝλα. ΠρÝπει λοιπüν να συνειδητοποιÞσουμε πως η μελÝτη του μεγÜκοσμου του σýμπαντüς μας δεν εßναι πια Ýργο της εμπειρικÞς κι αποδεικτικÞς μÝσω των αισθÞσεων επιστÞμης, αλλÜ Ýργο το νου μας, που ßσως πολý σýντομα θα πρÝπει να το χρησιμοποιÞσει ο Üνθρωπüς σαν επιπλÝον αßσθηση, πιο ευαßσθητη απü την üραση και την ακοÞ.
Απü το 1700 μ.Χ. κι Ýπειτα, η επικρÜτηση του Αριστοτελισμοý σε βÜρος του Πλατωνισμοý, στη ΔυτικÞ Ευρþπη, δημιοýργησε το καθεστþς θεοποßησης της ýλης και των εφαρμογþν της, δημιουργþντας αυτü που σÞμερα λÝμε σýγχρονο τεχνολογικü πολιτισμü. Με βÜση τον Αριστοτελισμü, κυριÜρχησε ο πραγματισμüς του κüσμου των αισθÞσεων και μια λογικÞ που στηριζüτανε στην εμπειροκρατεßα. Ο μη αντιληπτüς, απü τις αισθÞσεις, αλλÜ υπαρκτüς, κüσμος των ιδεþν του ΠλÜτωνα κι η θεωρßα απεικüνισης τους στις υλικÝς αισθητÝς μορφÝς, μη Ýχοντας τüτε καμιÜ επιστημονικÞ στÞριξη και τεκμηρßωση, Ýγινε εýκολη λεßα της ΑριστοτελικÞς πρακτικÞς σκÝψης. ΣÞμερα üμως τα πρÜγματα Ýχουν αλλÜξει και μÜλλον ο Πλατωνισμüς παßρνει μια πανηγυρικÞ ρεβÜνς. ¼πως Þδη ειπþθηκε, η επιστÞμη γνωρßζει üτι το σýμπαν μας, üπως ακριβþς πßστευε κι ο ΠλÜτωνας, εßναι μη αισθητü λüγω του γεγονüτος üτι περιγρÜφεται απü μια μη Ευκλεßδειο γεωμετρßα κι üτι οι μορφÝς και τα σχÞματα που αντιλαμβανüμαστε δεν αποτελοýνε παρÜ ψευδεßς απεικονßσεις, Üλλων, πραγματικþν μεν αλλÜ μη αισθητþν γεγονüτων, που τυπþνονται σα σκιÝς πÜνω σε μικρÜ κομματÜκια του χþρου, που οι αισθÞσεις μας Ýχουνε τη δυνατüτητα να τα αντιλαμβÜνονται.
Ομως δεν εßναι μüνον ο ΠλÜτων που 'χε προβλÝψει τη νÝα φυσικÞ πραγματικüτητα. Δεν πρÝπει να ξεχνÜμε και τους, ΗρÜκλειτο, Δημüκριτο και Παρμενßδη που δßδασκαν üτι αυτÜ που φαßνονται στις αισθÞσεις δεν ανταποκρßνονται στη πραγματικüτητα, αλλÜ δημιουργοýνται μüνο στη φαντασßα των ανθρþπων κι ακüμα πως η γνþση που προÝρχεται απü τις αισθÞσεις εßναι ψευδÞς κι üτι μüνον η διανοητικÞ σýλληψη των πραγμÜτων μας οδηγεß στη συμπαντικÞ αλÞθεια. Με βÜση λοιπüν τα προηγοýμενα μποροýμε να ποýμε με βεβαιüτητα πως οι αρχαßοι μας πρüγονοι εßχανε φθÜσει, πριν απü μας στη σýλληψη των βασικþν αρχþν που διÝπουνε τη λογικÞ των σýγχρονων θετικþν επιστημþν. Οσο και αν φαßνεται περßεργο, οι πλÝον προχωρημÝνες κοσμολογικÝς απüψεις της εποχÞς μας (θεωρßες των Linde, Lee Smolin κ.α.) συμφωνοýν με τις απüψεις των προσωκρατικþν φιλοσüφων, üπως ο Αναξßμανδρος, ο Αναξαγüρας, ο Δημüκριτος, ο ΔιογÝνης ΑπολλωνιÜτης, üτι το Σýμπαν μας αποτελεßται απü μεγÜλο αριθμü ανεξÜρτητων μεταξý τους κüσμων, που εßτε συνυπÜρχουνε κι ο Ýνας δεν γßνεται αντιληπτüς απü τον Üλλο, εßτε υπÞρξαν Þ θα υπÜρξουνε στο παρελθüν Þ το μÝλλον αντßστοιχα.
Σýμφωνα με τις απüψεις αυτÝς, ο χþρος του σýμπαντος παρομοιÜζεται σαν Ýνας χþρος φυσαλßδων, που κÜθε μια απü αυτÝς αντιστοιχεß σε Ýναν ανεξÜρτητο κüσμο, με διαφορετικοýς φυσικοýς νüμους και μαθηματικÝς δομÝς. Οπως γßνεται φανερü, με βÜση τα προηγοýμενα, η θεωρßα της ΜεγÜλης ¸κρηξης, η θεωρßα που σÞμερα πιστεýουμε üτι περιγρÜφει τον τρüπο δημιουργßας του σýμπαντος, περιγρÜφει απλÜ τη δημιουργßα μιας και μοναδικÞς φυσαλßδας, αυτÞς που μÝσα της υπÜρχουμε. Οπως εßναι φανερü μια νÝα εποχÞ ανοßγει για την ΑστροφυσικÞ, αλλÜ και για τη δικαßωση της κλασσικÞς ΕλληνικÞς σκÝψης.
Tη περßοδο κατÜ την οποßα ο ΜÝγας Βασßλειος επισκÝφθηκε την Αßγυπτο, γρÜφονταν οι πÜπυροι της Οξυρρýγχου. ΑνατρÝχοντας στις μεταφρÜσεις των κειμÝνων των παπýρων, ανακαλýψαμε το κεßμενο του ΑλκμÜνα (7ος π. Χ αιþνας), το οποßο υπεδεßκνυε üτι το 2ο αι. μ. Χ, μια απü τις επικρατοýσες επιστημονικÝς απüψεις Þταν üτι το Σýμπαν μας γεννÞθηκε απü Ýνα μη αισθητü υλικü το οποßο προûπÞρχε, με Ýναν τρüπο με τον οποßο συμφωνοýνε και σÞμερα κÜποιες προχωρημÝνες κοσμολογικÝς απüψεις. Ομοßως μÝσω του κειμÝνου του ο ποιητÞς περιγρÜφει τη γÝννηση του σýμπαντος μÝσα απü μια λευκÞ οπÞ, εν αμφιλεγüμενο μÝχρι σÞμερα αστρονομικü αντικεßμενο, το οποßο Ýχει συνδÝσει την ýπαρξÞ του με το γνωστü σε üλους αστρονομικü αντικεßμενο της μελανÞς οπÞς. Αυτü που πρÝπει να σημειωθεß εßναι üτι αφοý ο λυρικüς ποιητÞς Ýζησε τον 7ο π. Χ αι., μεταφÝρει στο ποßημÜ του απüψεις πολý παλαιüτερες. Τοýτο σημαßνει üτι κÜποιοι θετικοß επιστÞμονες, ΠΡΙΝ τον 7ο π. Χ αι., ανÝπτυσσαν κοσμολογικÝς απüψεις σýμφωνες με τις σημερινÝς θεωρßες. Οι απüψεις αυτÝς που καταγρÜφονται απü τον ΑλκμÜνα, σßγουρα αποτελÝσανε τη πηγÞ και το Ýναυσμα παραπλÞσιων απüψεων που διατυπþθηκαν μετÝπειτα κι απü Üλλους προσωκρατικοýς ¸λληνες φιλüσοφους.
Οταν Ýνα αστÝρι πολý μεγÜλης μÜζας φθÜσει στα τελευταßα στÜδια της ζωÞς του αρχßζει να συστÝλλεται με βßαιο τρüπο, μειþνοντας συνεχþς την ακτßνα του κι αυξÜνοντας δραματικÜ τη πυκνüτητα του υλικοý του και το πεδßο βαρýτητας που το περιβÜλλει. ¼ταν η ακτßνα του γßνει πολý μικρÞ το βαρυτικü του πεδßο Ýχει γßνει τüσο μεγÜλο που Ýλκει το φως του με τÝτοια δýναμη που δεν του επιτρÝπει να φýγει μακριÜ απü αυτü. Τüτε πλÝον επειδÞ δεν φθÜνουν μÝχρι εμÜς οι ακτινοβολßες του Üστρου παýουμε να το βλÝπουμε και λÝμε üτι αυτü Ýγινε μια μελανÞ οπÞ. ¼μως το Üστρο συνεχßζει να συστÝλλεται και τελικÜ ολüκληρο το υλικü του συσσωρεýεται στα πλαßσια ενüς σημεßο που λÝγεται σημειακÞ ιδιομορφßα.
Στον πολý κοντινü χþρο που περιβÜλλει αυτü το σημεßο παýουν να ισχýουν οι γνωστοß φυσικοß νüμοι. Σýμφωνα με κÜποιες θεωρßες (μελανÞ οπÞ Schwarzschild), το υλικü του Üστρου, αθÝατο πλÝον απü τις ανθρþπινες αισθÞσεις, μεταφÝρεται μÝσω ενüς λþρου, της γÝφυρας Einstein-Rosen, σ' Ýνα παρÜλληλο σýμπαν, διαφορετικþν φυσικþν νüμων, το οποßο συνυπÜρχει με δικü μας χωρßς να γßνεται αντιληπτü απü μας. Απü το παρÜλληλο αυτü σýμπαν η μÜζα του αστεριοý μπορεß, σýμφωνα με τις ßδιες θεωρητικÝς απüψεις να μεταφερθεß και πÜλι στο δικü μας, μÝσω ενüς καινοýργιου λþρου που θα καταλÞγει σε μια νÝα αντιδιαμετρικÞ σημειακÞ ιδιομορφßα του σýμπαντüς μας, τη λευκÞ οπÞ. Μια λευκÞ οπÞ δηλαδÞ θα αποτελοýσε πρακτικÜ μια περιοχÞ του χþρου μας απü την οποßα θα υλοποιεßτο μες στο παρατηροýμενο σýμπαν μας μÜζα, απεßρου πυκνüτητας μες σε μιαν εκτυφλωτικÞν Ýκρηξην απροσδιüριστης διÜρκειας, απü τη μÜζα αυτÞ θα δημιουργþντας νÝα ουρÜνια αντικεßμενα.
Μες στο κεßμενü του ο ΑλκμÜν περιγρÜφει με θαυμαστÞ λεπτομÝρεια το χþρο του παραλλÞλου και μη αισθητοý σýμπαντος μÝσα απü το οποßο προÞλθε η ýλη του αισθητοý μας σýμπαντος, τη δημιουργßα του λþρου Einstein-Rosen, και της σημειακÞς ιδιομορφßας της λευκÞς οπÞς. Ομοßως περιγρÜφει τη δημιουργßα των αισθητþν σε μας αστρονομικþν αντικειμÝνων (¹λιος, ΣελÞνη κλπ ) απü το υλικü αυτü. ΜετÜ üλα τα προηγοýμενα μποροýμε να ποýμε üτι η κοσμολογικÞ πρüταση του ΑλκμÜνα αποτελεß τη ΜΗΤ¸ΡΑ üλων των αντßστοιχων σýγχρονων κοσμολογικþν θεωριþν.
==================
´ Τα ΠοιÞματα
Εὕδουσι δ᾽ ὀρÝων κορυφαß τε καὶ φÜραγγες
πρþονÝς τε καὶ χαρÜδραι
φῦλÜ τ᾽ ἑρπÝτ᾽ ὅσα τρÝφει μÝλαινα γαῖα
θῆρÝς τ᾽ ὀρεσκῷοι καὶ γÝνος μελισσᾶν
καὶ κνþδαλ᾽ ἐν βÝνθεσσι πορφυρÝας ἁλüς·
εὕδουσι δ᾽ οἰωνῶν φῦλα τανυπτερýγων.
Κοιμοýνται γκρÝμια, κορυφÝς, φαρÜγγια και βουνÜ,
κοιμοýνται τα σερνÜμενα, στη μαýρη γης χωμÝνα,
κοιμοýνται οι μÝλισσες και τ' Üγρια θεριÜ,
κοιμοýνται üσα τρÝφει η γης, στο βýθος ξαπλωμÝνα
του πüντου κÞτη πορφυρÜ, και Ýξω στη στεριÜ,
κοιμοýνται και αυτÜ τα μακρυφτÝρουγα πουλιÜ.
Οὔ μ' ἔτι, παρθενικαὶ μελιγÜρυες ἱαρüφωνοι,
γυῖα φÝρην δýναται· βÜλε δὴ βÜλε κηρýλος εἴην,
ὅς τ' ἐπὶ κýματος ἄνθος ἅμ' ἀλκυüνεσσι ποτÞται
νηδεὲς ἦτορ ἔχων, ἁλιπüρφυρος ἱαρὸς ὄρνις.
Ω! πια δε μου βαστοýν τα γüνατÜ μου Üλλο,
γλυκüλαλες, μελßρρυτες παρθÝνες, üπως πρþτα,
θα 'θελα να 'μουν αλκυþν στο κýμα το μεγÜλο,
να γλεßφω πÜνω τον αφρü ξυστÜ λαφροπετþντα',
με τ' Üλλα αλκυονüπουλα κι Üτρομος στη καρδιÜ μου,
την Üνοιξη να προμηνþ στα ροδογÜλαζα φτερÜ μου.
¹ρθαμε στης μεγÜλης ΔÞμητρας κι οι εννιÜ,
üλες παρθενικÝς, üλες μ' ωραßους χιτþνες,
μ' εσθÞταν üμορφη και περιδÝραια σκαλιστÜ
μ' ελεφαντüδοντον, ωραßα σα λαμπηδüνες.
ΠολλÜκι δ᾽ ἐν κορυφαῖς ὀρÝων, ὅκα
σιοῖσι ϝÜδηι πολýφανος ἑορτÜ,
χρýσιον ἄγγος ἔχοισα, μÝγαν σκýφον,
οἷÜ τε ποιμÝνες ἄνδρες ἔχοισιν,
χερσὶ λεüντεον ἐν γÜλα θεῖσα
τυρὸν ἐτýρησας μÝγαν ἄτρυφον ἀργεúφüνταν.
Στα κορφοβοýνια τα ψηλÜ, πολλÝς φορÝς,
εκεß ποýποτε χαßρονται θεοß και οι θεÝς,
κρατþντας μαλαμÜτινο στο χÝρι αγγεßο
τρανü σαν κεßνο που 'χουν οι βοσκοß,
Üρμεξες μüνη, λιονταρßσιο γÜλα απü κει,
κι Ýφτιαξες χλωροτýρι üμορφο και θεßο.
ἔστι τις σιῶν τßσις·
ὁ δ᾽ ὄλβιος, ὅστις εὔφρων
ἁμÝραν [δι]απλÝκει
ἄκλαυτος· ἐγὼν δ᾽ ἀεßδω
Ἀγιδῶς τὸ φῶς· ὁρῶ
F᾽ ὥτ᾽ ἄλιον, ὅνπερ ἇμιν
Ἀγιδὼ μαρτýρεται φαßνην·
ἐμὲ δ᾽ οὔτ᾽ ἐπαινῆν
οὔτε μωμÞσθαι νιν ἁ κλεννὰ χοραγὸς
οὐδ᾽ ἁμῶς ἐῇ· δοκεῖ γὰρ ἤμεν αὔτα
ἐκπρεπὴς τὼς ὥπερ αἴτις
ἐν βοτοῖς στÜσειεν ἵππον
παγὸν ἀεθλοφüρον καναχÜποδα
τῶν ὑποπετριδßων ὀνεßρων·
ἦ οὐχ ὁρῇς; ὁ μὲν κÝλης Ἐνετικüς·
ἁ δὲ χαßτα τᾶς ἐμᾶς ἀνεψιᾶς
Ἁγησιχüρας ἐπανθεῖ
χρυσὸς [ὡ]ς ἀκÞρατος·
τü τ᾽ ἀργýριον πρüσωπον,
διαφÜδαν τß τοι λÝγω;
Ἁγησιχüρα μὲν αὕτα·
ἁ δὲ δευτÝρα πεδ᾽ Ἀγιδὼ τὸ Fεῖδος
ἵππος Ἰβηνῷ Κολαξαῖος δραμÞται·
ταὶ ΠεληÜδες γὰρ ἇμιν
ὀρθρßαι φᾶρος φεροßσαις
νýκτα δι᾽ ἀμβροσßαν ἅτε σÞριον
ἄστρον ἀυηρομÝναι μÜχονται·
οὔτε γÜρ τι πορφýρας
65 τüσσος κüρος ὥστ᾽ ἀμýναι,
οὔτε ποικßλος δρÜκων
παγχρýσιος, οὐδὲ μßτρα Λυδßα, νεανßδων
ἰανογ[λ]εφÜρων ἄγαλμα,
70 οὐδὲ ταὶ Ναννῶς κüμαι,
ἀλλ᾽ οὐ[δ᾽] ἈρÝτα σιειδÞς,
οὐδὲ Σýλακßς τε καὶ ΚλεησισÞρα,
οὐδ᾽ ἐς Αἰνησιμβρ[ü]τας ἐνθοῖσα φασεῖς·
Ἀσταφßς [τ]Ý μοι γÝνοιτο
75 καὶ ποτιγλÝποι Φßλυλλα
Δαμαρ[Ý]τα τ᾽ ἐρατÜ τε Fιανθεμßς·
ἀλλ᾽ Ἁγησιχüρα με τεßρει.
ΥπÜρχει αυτü που λÝνε Θεßα Δßκη.
Κι ευτυχισμÝνος ων, που μ' Üδολη καρδιÜ
Ýζησε χωρßς δÜκρυ την ημÝρα του.
Μα αυτü, της Αιγιδþς τη λÜμψη τραγουδÜ.
Τη καμαρþνω, ßδιος ο Þλιος,
που για μας αυτÞ σα μÜρτυρα τον βÜζει.
ΕμÝνα üμως η κορυφαßα ξακουστÞ
δεν με αφÞνει με κανÝνα τρüπο
μÞτε να ψÝγω μÞτε να την επαινþ·
μοιÜζει αυτοýσια, Ýτσι να ξεχωρßζει,
üπως αν κÜποιος πλÜι σε γιδοπρüβατα
Ýβαζε στιβαρü εν Üλογο αγþνων,
που ηχοýν οπλÝς του σαν καλπÜζει,
αυτÜ που 'νεßρεσαι απü τους βρÜχους κÜτω.
Δες! ΒλÝπεις; Τ' Üλογο ιππασßας εßν' ενετικü.
Η χαßτη της Αγησιχüρας, της ξαδÝρφης μου,
λÜμποκοπÜ üπως το καθαρü χρυσÜφι.
Και το ασημÝνιο πρüσωπÜκι της
-τι να σου λÝω λüγια κι Üλλα λüγια;-
Ιδοý μια εßν' η Αγησιχüρα.
¸πεται στην ομορφιÜ μετÜ την Αγιδþ,
Üλογο κολαξαßο θα τρÝξει πλÜι σε ιβηνü.
Γιατß οι ΠλειÜδες, που υψþνονται χαρÜματα,
μας πολεμÜνε, σαν εμεßς μες στην αθÜνατη
νυχτιÜ τ' αλÝτρι μας σηκþνουμε,
καθþς σηκþνεται κι ο Σεßριος.
Και δεν υπÜρχει κÜτι ν' αμυνθοýμε,
οýτε τüσος πορφýρας πλοýτος,
μηδÝ φßδια χρυσα και λεπτοδουλεμÝνα
οýτε τα λυδικÜ κεφαλοδÝσια,
των κοριτσιþν καμÜρι με το βλÝμμα
το σκοτεινü, μηδÝ κι η κüμη της Ναννþς
μηδ' η θεúκÞ ΑρÝτα, Þ η Φυλακßδα,
μηδÝ κι αυτÞ η ΚλεησιθÞρα·
οýτε στην Αινησιμβρüτα θα πας
να πεις: «κÜνε δικÞ μου νÜν' η Ασταφßς,
να με κοιτÜ κατÜματα η Φßλυλλα,
η ΔαμαρÝτα κι η ερασμßα Ιανθεμßς».
ΜÝνα με λυþνει η Αγησιχüρα...
===================