Βιογραφικü
Ο ΜÜρκος ΔεφαρÜνας, (ΖÜκυνθος 16ος αι.) Þτανε λüγιος κι Ýμεινε γνωστüς απü τα στιχουργÞματÜ του Διδακτικοß λüγοι του πατρüς προς τον υιüν (Βενετßα, 1543) κι Ιστορßα των εκ του ΔανιÞλ περß της ΣωσσÜνης (Βενετßα, 1569), τα οποßα χαρακτηρßζονται για την Üγρια αντßληψη και τις χυδαßες φρÜσεις τους.. Το πρþτο αποτελεßται απü 788 στßχους και το δεýτερο απü 376. Και τα δýο Ýργα Þταν δημοφιλÞ στην εποχÞ τους. Το περιεχüμενο του ενüς, üπως μαρτυρÜ κι ο τßτλος του, ασχολεßται με συμβουλÝς σε κÜποιον νÝο για ηθικÜ ζητÞματα. Το δεýτερο αναφÝρεται σε δýο ηλικιωμÝνους, οι οποßοι, αφοý κατüρθωσαν να βιÜσουν την ωραßα ΣωσσÜνα, την κατηγüρησαν üτι απατοýσε τον σýζυγü της. Η αλÞθεια αποκαλýπτεται μ' επÝμβαση του προφÞτη ΔανιÞλ. Τüτε οι γÝροι καταδικÜζονται σε θÜνατο με λιθοβολισμü κι η ΣωσσÜνα σþζει τη τιμÞ και τη ζωÞ της. Ἡ 1η ἔκδοση τῆς Ιστορßας τυπþθηκε στὴ Βενετßα τὸ 1569 κὶ ἔκτοτε γνþρισε τουλÜχιστον 6 ἐπανεκδüσεις.
ΓεννÞθηκε στη ΖÜκυνθο, αλλÜ σε μικρÞ ηλικßα η οικογÝνειÜ του μετανÜστευσε στη Βενετßα, üπου ο ποιητÞς αποκαλýπτει üτι του απÝδωσαν τιμÝς, χωρßς να τις προσδιορßζει συγκεκριμÝνα. Δεν φαßνεται να 'χει αναμνÞσεις απü το νησß και μüνο απü τους γονεßς του Ýχει ακοýσει για τη ζακυνθινÞ του προÝλευση. Ωστüσο, ο Legrand, υποστηρßζει τη κρητικÞ καταγωγÞ του, στηριζüμενος στη γλþσσα του ποιÞματος, που περιÝχει κρητικÜ διαλεκτικÜ στοιχεßα. Ο ΣÜθας, ισχυρßζεται πως πρüκειται για Κýπριο, θεωρþντας üτι στο ποßημα υπερτεροýν τα κυπριακÜ διαλεκτικÜ στοιχεßα. Η Σßτσα ΚαραúσκÜκη, που εξÝδωσε το ποßημα, υποστηρßζει πως η γλþσσα του εßναι μεικτÞ, αποτελοýμενη απü ποικßλα νεοελληνικÜ ιδιþματα (π.χ. ΘρÜκης, ΜικρÜς Ασßας), τη γλþσσα των ΕλλÞνων της Ιταλßας και κυρßως, της ΚρÞτης και της Κýπρου. Σýμφωνα με τον ΚριαρÜ, τα κυπριακÜ στοιχεßα που επισημαßνει η ΚαραúσκÜκη, δεν εßναι αποκλειστικÜ κυπριακÜ, αλλÜ συναντþνται και σ' Üλλες περιοχÝς. Για τον συγκεκριμÝνο μελετητÞ, η γλþσσα του ποιÞματος εßναι μεικτÞ, αποτελοýμενη απü κρητικÜ κι αρχαÀζοντα γλωσσικÜ στοιχεßα, ενþ τα λßγα κυπριακÜ αποδßδονται σε κÜποια σχÝση του αντιγραφÝα του Ýργου με τη Κýπρο. Ας προστεθεß εδþ πως υπÜρχουν κι αρκετÝς εκφρÜσεις που μαρτυροýν επßδραση απü τη γλþσσα της Εκκλησßας.
ΒÝβαια, εδþ χρειÜζεται να τονιστεß πως ο ποιητÞς, κÜνοντας λüγο για στßχο, εννοεß Ýνα 2στιχο που ομοιοκαταληκτεß. ¸τσι, ο 61ος στßχος αντιστοιχεß στους στßχους 121-122. Ωστüσο, πρÝπει να διÝφυγε Ýνα σφÜλμα στον συντÜκτη Þ σε κÜποιον μεταγενÝστερο αντιγραφÝα, καθþς το αρχικü γρÜμμα του ονüματüς του βρßσκεται στον στßχο 123. Θα 'πρεπε, λοιπüν, κανονικÜ να κÜνει λüγο για τον στßχο 62. ΚατÜ τ' Üλλα, δεν υπÜρχει πρüβλημα στην ακροστιχßδα και προκýπτει αβßαστα το üνομÜ του: ΜÜρκος ΔεφαρÜνας.
Ο συγγραφÝας αυτüς εßναι γνωστüς και για ακüμη Ýνα ποßημα, την εξαιρετικÜ δημοφιλÞ Ιστορßα (περß) της ΣωσÜννης (1η Ýκδ. Βενετßα 1569, με πολλÝς ανατυπþσεις Ýως τον 19ο αι.), üπου μÝσω μιας ακροστιχßδας πÜλι γνωστοποιεß το üνομÜ του. Τους ερευνητÝς Ýχει απασχολÞσει κατÜ πüσον Ýν Üλλο ποßημα, Η Ιστορßα Του ΑλεξÜνδρου Του ΜεγÜλου, εßναι δικü του δημιοýργημα. ΑρχικÜ, ο Legrand Ýκανε την υπüθεση πως εßναι Ýργο του ΔεφαρÜνα. Ωστüσο, η Üποψη αυτÞ δεν Ýγινε δεκτÞ απü τους μελετητÝς. Η ΚαραúσκÜκη, με μια σειρÜ απü επιχειρÞματα, υποστÞριξε πως εßναι απßθανο συντÜκτης του συγκεκριμÝνου Ýργου να 'ναι ο ΔεφαρÜνας.
¼σον αφορÜ στην καταγωγÞ του συγγραφÝα, διατυπωθÞκανε διÜφορες απüψεις, αν κι ο ßδιος την αποκαλýπτει σε Ýνα 2στιχο:
Και κεßνος οποý τÜκαμε στην ΒενετιÜ τιμÞθη,
τα γονικÜ του λÝγουσι ’ς την ΖÜκυνθο γεννÞθη. (στ. 783-784)
Απü τη στιγμÞ, που ο ßδιος δηλþνει üτι γεννÞθηκε στη ΖÜκυνθο, εικÜζει ο κÜθε μελετητÞς üτι μÜλλον οι γονεßς του Þτανε Κρητικοß που εßχανε μετοικÞσει στα ΕπτÜνησα, üπως συνÝβη με πολλοýς συντοπßτες τους εκεßνη την εποχÞ. Απü την εξÝταση της γλþσσας του Ýργου του μπορεß να εξαχθεß και συμπÝρασμα για τη χρονικÞ περßοδο που Ýζησε ο συγγραφÝας και μÜλλον καταλαμβÜνει το μεγαλýτερο μÝρος του 16ου αιþνα (1503-1575).
Ο ΚρουμπÜχερ θεωρεß πως παρουσιÜζει ομοιüτητες με τον Σαχλßκη ως προς τη χυδαιüτητα της γλþσσας και μÜλιστα θεωρεß üτι τον χρησιμοποßησε ως πρüτυπο. Ωστüσο, το επßπεδο του ΔεφαρÜνα εßναι σαφþς ανþτερο. Η γλþσσα του δεν Ýχει τη χυδαιüτητα της γλþσσας του Σαχλßκη. Η χρÞση ανÜρμοστων εκφρÜσεων γßνεται απü διÜθεση να μη συγκαλýψει Þ καλλωπßσει τα πρÜγματα, αλλÜ να τ' αποδþσει üπως εßναι. ¸πειτα, ο στüχος συγγραφÞς του Ýργου του, εßναι αποκλειστικÜ παιδαγωγικüς. ΑντιθÝτως, ο Σαχλßκης αρÝσκεται στη χρησιμοποßηση χυδαßων εκφρÜσεων, χωρßς να 'χει ιδιαßτερο ηθικοπλαστικü χαρακτÞρα το Ýργο του. Με τη χρÞση ενüς παραδεßγματος μπορεß καταδειχθεß η διαφοροποßηση των δýο ποιητþν στην προσÝγγιση των θεμÜτων τους. ¼σον αφορÜ, λοιπüν, στην παρουσßαση των γυναικþν που γßνεται στα 2 Ýργα, ο ΔεφαρÜνας αναφÝρει τα προτερÞματα και τα ελαττþματÜ τους, με σκοπü να καθοδηγÞσει τον νÝο, þστε να 'ναι προσεκτικüς στην επιλογÞ συζýγου. Αντßθετα ο Σαχλßκης, κυριευμÝνος απü μια εχθρικÞ διÜθεση, αποσκοπεß στη διαπüμπευση üλων των γυναικþν. ΠαρÜ το γεγονüς üτι κÜποιοι στßχοι παρουσιÜζουν Ýντονη ομοιüτητα, οι δýο ποιητÝς διαφοροποιοýνται ως προς τη στüχευση.
Ο ΔεφαρÜνας σαφÝστατα Ýχει επηρεαστεß κι απü το Βυζαντινü ΣπανÝα, üπως προκýπτει απü την ομοιüτητα πολλþν στßχων των 2 Ýργων. Οι στßχοι 17-18, που προτρÝπει τον νÝο να σÝβεται πρþτα το Θεü, θυμßζουν την αντßστοιχη παραßνεση του ΣπανÝα, στον στßχο 54. Επßσης, οι στßχοι 27, 135-139, 142, 144-145, 153-154 του κειμÝνου μÜς θυμßζουν πολý το κεßμενο του ΣπανÝα. Εκτüς απü την ομοιüτητα των στßχων, καλü εßναι να επισημανθεß πως τα 2 Ýργα κινοýνται στο ßδιο πνεýμα, εφüσον ο στüχος τους εßναι ηθικοδιδακτικüς/παραινετικüς. Και στις δýο περιπτþσεις Ýνας μεγαλýτερος νουθετεß κÜποιον νÝο, þστε να 'χει την αρμüζουσα συμπεριφορÜ.
¢λλωστε, ο συγγραφÝας γνþριζε κι Üλλα Ýργα απü üπου Ýχει αντλÞσει κÜποιους στßχους. ΑυτÜ εßναι το ανþνυμο Περß ΓÝροντος Να Μη ΠÜρει Κορßτσι, Το Θανατικüν της Ρüδου (τÝλη 15ου αι.) του Λιμενßτη, η Ρßμα ΘρηνητικÞ (πιθανüτατα β' μισü 15ου αι.) του Πικατüρου, το Περß Της Ξενιτεßας, Ο Απüκοπος (α' Þ β' μισü 15ου αι.) του ΜπεργαδÞ, Ο Πτωχοπρüδρομος (12ος αι.) του Προδρüμου, η Ιστορßα του Ρε της Σκωτßας και της ΡÞγισσας της ΕγγλητÝρας (1η Ýκδ. Βενετßα 1543) του Τριβþλη, τα Κυπριþτικα Τραγοýδια του Σ. ΜενÜρδου. ΕπιπλÝον, στο Ýργο του Ýχει ενσωματþσει φρÜσεις αλλÜ κι αντιλÞψεις γενικüτερα που συναντþνται σ' εκκλησιαστικÜ κεßμενα. Διακρßνεται, λüγου χÜρη, Ýντονα η επßδραση του βιβλßου των Παροιμιþν της ΠαλαιÜς ΔιαθÞκης. Το ποßημα του ΔεφαρÜνα αποτελεß ουσιαστικÜ Ýνα συμπßλημα στßχων απü παλιüτερα κεßμενα θρησκευτικοý κι ηθικοδιδακτικοý χαρακτÞρα, που ανÜμεσα τους βασικÞ πηγÞ του αναντßρρητα υπÞρξε το ομþνυμο ποßημα του Κρητικοý ποιητÞ Μαρßνου ΦαλιÝρου που μεγÜλο μÝρος του οικειοποιεßται. Το γεγονüς αυτü μπορεß να ξενßζει τον σýγχρονο αναγνþστη, που δßνει μεγÜλη βαρýτητα στην Ýννοια της πρωτοτυπßας, ωστüσο Þταν αρκετÜ σýνηθες σε μια εποχÞ με διαφορετικÝς αντιλÞψεις, που μÜλιστα δεν υπÞρχε η ιδÝα των πνευματικþν δικαιωμÜτων.
Απü την Üλλη, δεν Ýχει ακüμα προσδιοριστεß κÜποιο ξενüγλωσσο ομüθεμο Ýργο, παλιüτερο Þ σýγχρονο, που μπορεß να επηρÝασε τον Ζακýνθιο ποιητÞ. Ο ΚρουμπÜχερ, μÜλλον λüγω της ýπαρξης κýριων ονομÜτων που 'ναι επηρεασμÝνα απü την ιταλικÞ γλþσσα, θεωρεß πως Ýχει δεχτεß ιταλικÞ επιρροÞ και κÜνει λüγο για ιταλικÞ πηγÞ. Ωστüσο, οι ιταλικÝς επιδρÜσεις στη γλþσσα εßναι δικαιολογημÝνες, καθþς ο συντÜκτης Ýζησε στη Βενετßα. ¢λλωστε, δεν Ýχει επιβεβαιωθεß απü τους μελετητÝς κÜποιο ιταλικü κεßμενο που να χρησßμευσε ως πηγÞ. Το μüνο που μπορεß να υποστηριχτεß εßναι üτι κινεßται στo ευρýτερο πλαßσιο της ηθικοδιδακτικÞς λογοτεχνßας που αναπτýχθηκε ανÜμεσα στον 12ο και 16ο αιþνα κι Ýχει επηρεαστεß απü διÜφορα Ýργα του εßδους.
ΚÜποιο χειρüγραφο του κειμÝνου δεν διασþζεται. Το Ýργο εκδüθηκε για 1η φορÜ στη Βενετßα το 1543 και σþζονται 2 αντßτυπα αυτÞς της Ýκδοσης. Το κεßμενο καθßσταται δυσανÜγνωστο λüγω της κακÞς ορθογραφßας του. Το ποßημα εξÝδωσε τελευταßα η Σßτσα ΚαραúσκÜκη το 1934, στηριζüμενη στη 1η Ýκδοση της Βενετßας, δεδομÝνης της Ýλλειψης κÜποιου χειρογρÜφου του.
Ιστορßα Εκ Των Του ΔανιÞλ Περß ΣωσÜννης
ΣωσÜννα
I
ΛÝγεται και ΣουσÜννα. Βιβλικü πρüσωπο γνωστü για τη σεμνüτητα της, απü τη φυλÞ του Ιοýδα. ¹τανε κüρη του Ελκßα και σýζυγος του Ιωακεßμ, τον οποßο ακολοýθησε στη Βαβυλþνα στην αιχμαλωσßα. 2 ηλικιωμÝνοι κριτÝς του ΙσραÞλ της επιτεθÞκανε στο λουτρü και την απεßλησαν πως αν αρνιüταν να ικανοποιÞσει τις σαρκικÝς επιθυμßες τους, θα τη κατÜγγελλαν για μοιχεßα. Κι αφοý κατüρθωσαν να βιÜσουν την ωραßα ΣωσσÜνα πραγματικÜ τελικÜ τÞρησαν και την απειλÞ τους, Ýτσι καταδικÜστηκε σε θÜνατο με λιθοβολισμü. Ο ΔανιÞλ üμως, νÝος ακüμα πÝτυχε αναθεþρηση της δßκης κι απÝδειξε τη διαβολÞ της υπüθεσης, γεγονüς που 'χε σαν αποτÝλεσμα την αθþωση της. Τüτε οι γÝροι καταδικÜζονται σε θÜνατο με λιθοβολισμü και η ΣωσσÜνα σþζει την τιμÞ της. Το περιστατικü αυτü συνÝβη γýρω στα τÝλη του 7ου π.Χ. αι. και στÜθηκε Ýμπνευση για πολλοýς ζωγρÜφους (Ροýμπενς, ΡÝμπραντ κ.Ü.), που φιλοτÝχνησαν πßνακες της σεμνÞς Ιουδαßας στο λουτρü.
ΑλλÜ κι η νεþτερη ποßηση κι ιδιαßτερα η θεατρικÞ πεζογραφßα εκμεταλλεýτηκε το επεισüδιο. Ως πρþτο σχετικü δρÜμα αναφÝρεται το Ýργο ΣωσÜννα του ΙωÜννη του Δαμασκηνοý, που üμως χÜθηκε. Πληροφορßες γι' αυτü δßνει ο Βυζαντινüς ΕυστÜθιος και μÜλιστα το χαρακτηρßζει Ευριπßδειο. ΑλλÜ κατÜ τη γνþμη νεþτερων ερευνητþν συγγραφÝας του εßναι ο Ιουδαßος Νικüλαος Δαμασκηνüς, που 'χε γρÜψει κι Üλλα δρÜματα στην εβραúκÞ. Στην ελληνικÞ λογοτεχνßα, η ιστορßα της πρωτοδüθηκε σε βυζαντινü ποßημα απü 80 15σýλλαβους κι ανομοιοκατÜληκτους στßχους σε αρχαÀζουσα γλþσσα, γραμμÝνο γýρω στα τÝλη του 14ου αι. Το ποßημα αυτü διασκεýασε κι επÝκτεινε σε 376 ομοιοκατÜληκτους στßχους σε λαúκÞ γλþσσα ο Ζακυνθινüς στιχουργüς ΜÜρκος ΔεφαρÜνας. Το Ýργο πρωτοκυκλοφüρησε στη Βενετßα το 1638. ΤÝλος, το περιστατικü διασκευÜστηκε στην ελληνικÞ και σε διÞγημα απü Üγνωστο συγγραφÝα ßσως του Γ. ΑινιÜν και δημοσιεýτηκε στο περιοδικü ΒιβλιοθÞκη Του Λαοý (ΑθÞνα, 1852). Την ßδια ιστορßα εκμεταλλεýτηκαν και πολλοß δραματικοß συγγραφεßς της Δýσης, προσδßδοντας ιδιαßτερη Ýμφαση στη ποταπüτητα της ευθýνουσας τÜξης του ΙσραÞλ και στην υποκρισßα της.
Λüγοι Διδακτικοß Πατρüς Προς Τον Υιüν
Το στιχοýργημα Λüγοι διδακτικοß του πατρüς προς τον υιüν του Ζακýνθιου ΜÜρκου ΔεφαρÜνα εßναι Ýργο με ηθικοδιδακτικü-παραινετικü περιεχüμενο. ΓρÜφτηκε στις αρχÝς του 16ου αιþνα, απαρτßζεται απü 788 ομοιοκατÜληκτους 15σýλλαβους στßχους κι ουσιαστικÜ αποτελεß συμπßλημα αποσπασμÜτων απü Üλλα Ýργα. Η γλþσσα του συνιστÜ Ýνα συνονθýλευμα απü κρητικοýς ιδιωματικοýς τýπους κι αρχαÀζοντα στοιχεßα.
Η δε ρßμα, αν εξαιρεθοýν κÜποιοι στßχοι (π.χ. 39-40, 51-52, 123-124, 147-148, 193-194, 195-196) με αδÝξια ομοιοκαταληξßα, εßναι επιτυχημÝνη. Εδþ ο ποιητÞς συμβουλεýει τον νÝο, þστε να 'χει υποδειγματικÞ συμπεριφορÜ. Απü τις παραινÝσεις αυτÝς προκýπτει η ιδεολογßα του συγγραφÝα, θεωρεß ιδιαßτερα απαραßτητο τον σεβασμü προς το Θεü, η υπομονÞ, η ελεημοσýνη κι η αγÜπη θεωροýνται επßσης σημαντικÝς αρετÝς, ενþ τονßζεται κι η αξßα της εργατικüτητας. ΕπιπλÝον, παρÝχει συμβουλÝς για την επιλογÞ καλÞς συζýγου. Εκεß αναφÝρει üτι χρειÜζεται να δοθεß βαρýτητα στο χαρακτÞρα της κι üχι στην περιουσßα που διαθÝτει. Εντýπωση προκαλεß η προτροπÞ του προς τους πατÝρες να διαπαιδαγωγοýν τα τÝκνα τους ανÜλογα με τη φýση τους, κÜτι που θυμßζει τις σýγχρονες παιδαγωγικÝς θεωρßες üπου γßνεται λüγος για την ανακÜλυψη των κλßσεων των παιδιþν:
Γνþρισε και την φýσιν τους και καθ’ ενüς του δþσε,
ν' αργÜση αυτÞν σαν ρÝγεται και την βουλÞν του σþσε.
Σε αντßθεση με Üλλα Ýργα της δημþδους λογοτεχνßας, για το συγκεκριμÝνο γνωρßζουμε με σαφÞνεια το üνομα του συγγραφÝα, εφüσον μας το γνωστοποιεß ο ßδιος μÝσω μιας ακροστιχßδας. ¸τσι, στο τÝλος του ποιÞματüς του δηλþνει:
'Σ τον ξÞντα Ýνα στßχον Üρχισε ως τους 'βδομÞντα πÝντε,
να βρης το πþς τον κρÜζουσι και τüνομÜ του ποιüναι.
Το πρþτον γρÜμμα Ýπαιρνε ξεπÜσα Ýνα στßχον,
του τüδωκα του καθενüς, δεν βÜνω εις τον Þχον.
Το Ποßημα (απüσπ.)
Ο πατÝρας δηλþνει üτι με τη βοÞθεια του Θεοý θα παρÜσχει συμβουλÝς στον γιο του, απü τις οποßες η πρþτη εßναι ο σεβασμüς και η υπακοÞ στο θÝλημα του Θεοý.
Πᾶσα ἀγαθὴ διδασκαλιὰ κι ἀρχὴ καλοῦ πραγμÜτου
πορεýεται ἀπὸ πατρüς, υἱοῦ κι ἁγιοῦ πνευμÜτου.
Δὲν ἔν’ νὰ κρÜζω τὸ λοιπὸν τὲς Μοῦζες τῶν ἘλλÞνω'
μὰ ’ς τὴν ΤριÜδα τὴν ἁγιὰν τὴν κεφαλÞν μου κλßνω,
διὰ νὰ μοῦ δþκῃ χÜριταν εἰς νοῦν καὶ εἰς κονδýλι, 5
νὰ γρÜψω καὶ νὰ δηγηθῶ μὲ τὰ δικÜ μου χεßλη,
ὅτι τὸν μοναχὸν υἱὸν καὶ ἀκριβὸν τὸν ἔχω
νὰ βÜλω στρÜταν κι ἀρετὴν βοýλομαι καὶ ξετρÝχω.
Διατὶ ὁ νεὸς τὰ μÝλλοντα καὶ κεῖνα τὰ δὲν πρÜξῃ
σὰν ὄνειρο τοῦ φαßνονται, ἄλλος νὰ τὰ διατÜξῃ. 10
Δι’ αὐτὸ ἐγὼ ὁ πολυπαθÞς, τÝκνον μου ἠγαπημÝνον,
τὰ ἔμαθα μὲ πολλὴ πικριὰ εἰς καιρὸν ἀπερασμÝνον,
νὰ σὲ διδÜξω βοýλομαι κι ὀλπßζω νὰ πιστÝψῃς
τοὺς λüγους ποῦ σοῦ θÝλω εἰπεῖ καὶ νὰ μηδὲν ὀκνÝψῃς.
Καθημερνὰ νὰ μελετᾷς καὶ νὰ κρατῇς ἀλÞθεια 15
καὶ τοῦτες οἱ διδασκαλιὲς δὲν εἶναι παραμýθια.
Λοιπὸν ἡ πρþτη δασκαλιὰ εἰς τὸν Θεὸν τὸν κτßστη
καὶ τοῦ παντὸς δημιουργὸ νὰ σÝβεσαι μὲ πßστι.
Κι αὐτὰ τὰ ὁρßζει ἡ ἐκκλησιὰ ὅλα νὰ τὰ προσÝχῃς
καὶ <ἀπὸ> τὴν καλὴν βουλὴν καὶ λüγον μὴν ἀπÝχῃς. 20
Διατὶ εἰς αὐτὰ ὑποτÜσσονται οἱ νüμοι κ’ οἱ προφῆτες
κι ὅσοι δὲν τὰ προσÝχονται κρÜζονται Ἀραβῖτες.
Μ’ ἀλÞθεια ὁ νüμος τῶν ἀρχαιῶν ἦτον αὐτὸς τῆς φýσης
καὶ λÝγει: «τὸ δὲν θὲς ἐσὺ μηδ’ ἀλλουνοῦ τὸ ποßσῃς».
Καὶ μετ’ αὐτὰ οἱ ἄνθρωποι <χρüνια> πολλὰ ἐζοῦσαν. 25
Εἰς τὸν καιρὸν τοῦ Μωûσῆ, ὅπου τοῦ ἀκλουθοῦσαν
μὲ τὸν λαὸν τοῦ Ἰσραὴλ δþδεκα σκῆπτρα ὁμÜδι,
ἐπÝρασαν τὴν ἔρημον, κι ὁ Θεὸς διὰ σημÜδι
τοὺς ἔδωκε δÝκα πλακιὰ νὰ τὸν ὑμνολογοῦσι,
ὡς ποιητὴν καὶ πλÜστην τους νὰ τὸν δοξολογοῦσι. 30
Κ’ ἦτον λαὸς ἀδßδακτος καθüλου δßχως γνῶσι(ν),
δι’ αὖτο ἦρθε ὁ Θεὸς τὸν νüμον νὰ ξαπλþσῃ.
Κι ἀφÞτις ἦλθε ὁ Χριστüς, ἐφþτισε κ’ ἐσιÜσε,
τὴν στρÜταν ἐκαθÜρισε καὶ τὴν γραφὴν ἐφτειÜσε.
Ὅσοι τὴν στρÜταν τοῦ Χριστοῦ ὀρÝγονται νὰ ὁδεýγουν 35
ἀπ’ ὅ,τι ὁρßζει ἡ ἐκκλησιὰ ἂς βλÝπουν νὰ μὴν ἔβγουν.
Καὶ ἂς εἶναι τῆς ὑπακοῆς ’ς τῆς ἐκκλησιᾶς τὴν ζÝσιν,
μὴν πÜθουν το ὡς τὸν Ἀδὰμ κ’ εἰς ᾍδην νὰ ξεπÝσιν.
Ὅτι δὲν ἔν’ πλεὸν λýτρωσις, ἀμὴ ὁ Χριστὸς ἂν ἔλθῃ,
τοὺς δßκαιους βÜνει εἰς καλüν, τοὺς δὲ κακοὺς εἰς πÜθη. 40
Τοýτη ἔναι ἡ διδασκαλιÜ, υἱÝ, ποῦ σὲ διδÜσκω,
νὰ ἔχῃς τὸν φüβον τοῦ Χριστοῦ παρὰ τὰ πÜντα πÜσχω,
καθὼς τὸ λÝγει ὁ Σολομὼν εἰς τὰς παραβολÜς του:
«ἀρχὴ σοφßας φüβος Κυρßου» εἰς τὰς ἀπακουÜς του. 44
....
ΑνÜμεσα στις αρετÝς που ο πατÝρας προτρÝπει τον νÝο να επιδιþκει, εßναι η υπομονÞ, η ταπεßνωση κι η αγÜπη
Ἂς εἶσαι πÜντα ταπεινὸς κ’ ὑπομονῆς μεγÜλης.
Διατ’ <εἶν’> αὐτὴ ἡ ταπεßνωσις κ’ ἡ ’πομονὴ ἐκεßνη, 50
ὁποῦ ἐστεφανοφüρεσε τὴν ἅγιαν τὴν Μαρßνη,
τὸν ἅγιον τὸν φοβερὸν μÜρτυρα τὸν ΝικÞτα,
υἱὸν τοῦ Ἰουλιανοῦ [τοῦ] παρÜνομου ἀποστÜτα.
Κι ἄλλοι πολλοὶ <’ς> τοὺς οὐρανοýς, λαμπÜδ’ ὀμπρüς τους ἅφτει,
μüνον διὰ τὴν ταπεßνωσιν κι ὑπομονὴν τοσαýτη(ν). 55
ἈγÜπα πᾶσα ἄνθρωπον νὰ σ’ ἀγαποῦν καὶ σÝνα
καὶ νἄχῃς ὅλα τ’ ἀγαθὰ πÜντα ξεδουλωμÝνα.
Διατὶ ἡ ἀγÜπη ἔν’ μερτικὸν τῆς ἅγιας ΤριÜδος,
πατρüς, υἱοῦ <καὶ> πνεýματος καὶ τῶν ἁγßων μυριÜδος·
ὅτι ἀγαπῶντα ὁ πατὴρ μὲ τὸν υἱὸν ἀλλÞλως, 60
πορεýεται ἐκ τοῦ πατρὸς τὸ ἅγιον πνεῦμα στýλος.
Διὰ ταῦτα ὁ Κýριος ἡμῶν πÜντων τὰ ἑρμηνεýγει,
’ς τοὺς ἀποστüλους καὶ λαὸν «εἰρÞνη πᾶσιν» λÝγει.
Ὅπου ἔναι ἀγÜπη δὲν μπορεῖ σκανδÜλισι νὰ πÝσῃ,
διατὶ δὲν ἀποπλÝκεται σὰν τῆς ΤριÜδος δÝσι[ν]. 65
Καὶ μ’ ὅσους καὶ ἂν πορευθῇς <εὐ> σπλαγχνικὸς ἂς εἶσαι
καὶ μὴν ὀχλιÜζεσαι ποτὲ καὶ μὴ χολομανῆσαι.
ἈπÜνω εἰς τὴν ταπεßνωσιν ἔχε καὶ τὴν ἀγÜπην,
γιατὶ θερμαßνει τὴν καρδιÜν, ὡσὰν ἡ στιὰ τὴν ῥÜπην.
Διατὶ τὸ στüμα τοῦ Χριστοῦ εἶπε νὰ βασιλεýουν 70
ὅλην τὴν γῆν οἱ ἀγαθοὶ καὶ νὰ τὴν ἀφεντεýουν.
...
Στους στßχους που παραλεßπονται, ο ποιητÞς συμβοýλευσε τον γιο του να αποφεýγει τις νυχτερινÝς εξüδους. Στο ακüλουθο απüσπασμα τον προτρÝπει να προσφÝρει βοÞθεια στους ενδεεßς, τους φτωχοýς ανθρþπους.
Δßδε ἀπὸ τὸ ἔχει σου εἰς τοὺς θυλακωμÝνους, 135
’ς αὐτεßνους τοὺς ἀμπüρετους καὶ τοὺς ἐλυπημÝνους.
Ἔβγαλ’ ἀπὸ τὰ ῥοῦχα σου κατὰ τὴν μπüρεσß σου,
καὶ δῶσ’ πτωχῶν χρειαζüμενων κι ἂς ἔν’ διὰ τὴν ψυχÞ(ν) σου.
ΦÜγε καὶ πιὲ μὲ τοὺς πτωχοὺς σὰν νἆταν ἀδελφοß σου,
συντρüφευε κι ἀγÜπα τους, σὰν νἆταν ἐδικοß σου. 140
Ἂν λÜχῃ ξÝνος εἰς ἐσÝ, βλÝπε μὴ τὸν ’νειδßσῃς,
ἂν ἔν’ γυμνὸς χρειαζüμενος, αὐτεῖνον νὰ τὸν ντýσῃς.
Ῥωμαιü, ἄλλο γÝνος κι ἂν εἰπῇς, μüν’ χριστιανὸς ἂς ἔναι,
ὅ,τι κι ἂν δþσῃς διὰ τὸν Χριστüν, διὰ τὴν ψυχÞν σου ἔναι.
Ἂν δþσῃς ἕνα, ἑκατὸν εἶπ’ ὁ Χριστὸς νὰ εὕρῃ, 145
μ’ ἂς ἔν’ κρυφὴ ἡ ἔδοσις, κανεὶς νὰ μὴν τὸ ξεýρῃ.
Ναῦτες πτωχοὺς κι ἀμÜλωτα, αὐτεßνους νἄχῃς φßλους,
νὰ μπῇς εἰς τὴν ΠαρÜδεισον μὲ τοὺς ἁγιοὺς ἀλλÞλως.
Ἂν ἀγαπÜῃς τὸν Χριστüν, βλÝπε νὰ μηδὲν σφÜλλῃς,
κι ἀπὸ τὴν στρÜταν τὴν καλὴν κανεὶν νὰ μὴν ἐβγÜλλῃς. 150
Σμßγε μὲ γÝροντας καλοýς, ἀνθρþπους ἀξιωμÝνους,
μὲ ἄρχοντας εὐγενικοýς, αὐτοὺς τοὺς τιμημÝνους.
Αὐτοὺς (ὁ)ποῦ θÝλουν τὸ κρασß, κÜνε νὰ τοὺς ἀφÞσῃς,
κι ἂν πÝσῃς εἰς χαροκοπιÜ, βλÝπε νὰ μὴν μεθýσῃς.
Καὶ μὴ θελÞσῃς συντροφιὰ ποῦ νἆναι ἐντροπÞ σου, 155
νὰ μὴν σὲ πÜρουν ’ς ὄχθρητα ξÝνοι καὶ ἐδικοß σου.
...
Αφοý ο ποιητÞς Ýδωσε διÜφορες συμβουλÝς (προσευχÞ, εγκρÜτεια, εργατικüτητα) στον γιο του, τονßζει πως ο Üνθρωπος Ýχει δýο επιλογÝς για να διÜγει τον βßο του: εßτε να ακολουθÞσει τον μοναχικü βßο εßτε να νυμφευθεß. Εδþ τον νουθετεß σχετικÜ με το δεýτερο.
Καὶ λÝγω σου διδασκαλιÜ, ὅταν θελÞσ’ ἡ χÜρις 288
τοῦ ἁγιοῦ ΠνευμÜτου, ν’ ἀξιωθῇς ἀρχüντισσα νὰ πÜρῃς.
ἈπÜν’ ἀπ’ ὅλα εὐγενικὴν γýρεψε νὰ τὴν εὕρῃς, 290
διατὶ ἔναι δýσκολον καὶ αὐτü, κÜμε νὰ τὸ ἠξεýρῃς.
Ἰδὲς τὰ ἔργα τῶν γονεῶν κι ὅλην τὴν πολιτεßαν,
κ’ ἔπαρε ξüμπλι ἀπ’ αὐτοὺς ὡς γιὰ τὴν κορασßαν.
Μὴ λιμπιθῇς πλουσüτητα νὰ σ’ ἀγορÜσ’ ἡ κüρη,
ἀμὴ τὰ ἔργα τὰ καλὰ καὶ τὸ κορμß της θþρει. 295
Καὶ ἀπÞτης τὴν εὐλογηθῇς καὶ μετὰ σÝναν ἔρθη,
ἂν κÜθεται καὶ κρÜζεις την πÝ της εἰς μιὸ νὰ ἔρθῃ,
νὰ στÝκῃ νὰ σ’ ἀφικραστῇ κατὰ τὴ χρεßα πὄναι.
ΚολÜκευε καὶ ἀγÜπα την καὶ τὴν καρδιÜν σου χῶνε,
μÞπως καὶ πÜρῃ θÜρρισμα
καὶ κÜμῃ κ’ ἔργο σὰν τὸ ζὸ διατ’ εἶν’ ἀποτυχßα. 300
Ὅλα ἂς κρατῇ εἰς τὰ χÝρια της καὶ ἂς ἔχῃ τὰ κλειδßα
καὶ σÝν’ ἂς δßδῃ τὴν τιμὴν νἄχῃς καλὴν καρδßα.
Ἂς ἔν’ κυρὰ εἰς τὴν μασαριÜν, εἰς ὅλα π’ ἔχει χρεßαν,
νὰ βλÝπῃ ἐκειὸ τὸ σÝβεσαι νἄχῃ πλεροφορßαν.
Ὁ λüγος σου ἀποκρουστικὸς μὴν ἔν(αι) ποτὲ σ’ ἐκεßνη(ν) 305
καὶ τῆς γυναßκας τὴν καρδιὰν ἡ εὐσπλαγχνιὰ τὴν κλßνει.
Ὅτι κÜλλιον νὰ σ’ ἀγαπᾷ παρὰ νὰ σὲ φοβᾶται,
διατὶ ἀπὸ φüβον ὄργητα ’ς τὸν ἄνθρωπον γεννᾶται.
Καὶ ἂν σὲ ἀγαπÜῃ βλÝπεται ποτὲ νὰ μὴ σοῦ σφÜλλῃ
καὶ ἂν ἀσκοντÜψῃ μιὰν φορÜν, προσÝχεται τὴν ἄλλην. 310
Καὶ τὲς γυναῖκες τοῦ σπιτιοῦ ἐκεῖνη ἂς τὲς διατÜσσῃ
καὶ μὴν ψηφᾷς ἐσὺ ποτὲ αὐτὲς τὸ τß θὰ φᾶσι.
Τὰ ψþνια ἂς εἶναι πλοýσια, ὅλους νὰ τοὺς χορταßνουν,
νὰ εὐχαριστοῦν τὴν τÜβλα σου καὶ νὰ τῆς ἀπομÝνουν.
Δὲν λÝγω πετεινüπουλα οὐδὲ παχεὰ γουροýνια, 315
ἀμὴ κατὰ τὴν τÜξιν τους ἂς εἶν’ καὶ τὰ μπουκοýνια.
Καὶ τὲς λαμπρὲς καὶ ἑορτὲς καλýτερα καὶ πλÞσια,
διατὶ εἶν’ ἡμÝρες καὶ [οἱ] ἑορτÝς, δὲν εἶναι ὅλες ἴσια.
’Σ τὴν φορεσιὰν τῶν γυναικῶν, ἂς τὸ θυμßζῃ ἐκεßνη,
καὶ ἐνÝργα τß νὰ γßνεται νἄχετε καλωσýνην. 320
Καὶ τοὺς φαμÝγιους τοῦ σπιτιοῦ ἐσὺ τοὺς ὀρδινιÜζε
κι ἂν ἔναι φταßσιμον ’ς αὐτοὺς συγκεραστὰ τοὺς σÜζε:
Δὲν ἔν’ δοσμÝνο [τῆς] γυναικὸς τοὺς ἄνδρες νὰ διατÜσῃ
καὶ δßδαξÝ τους σπλαχνικÜ, καλὸς λüγος [ἂς] τοὺς φθειÜσει.
...
Ο ποιητÞς παρÝχει κÜποιες συμβουλÝς για την ανατροφÞ των τÝκνων, σε περßπτωση που ο νÝος επιλÝξει τον Ýγγαμο βßο και αποκτÞσει παιδιÜ.
Ἂν δþσῃ ὁ Θεὸς κ’ ἔχεις παιδιÜ, πολλὰ ἢ λßγα ἂν εἶναι,
’ς τὸ ἔχει σου μηδὲν θαρρῇς ἀμὴ ’ς τὸ νοῦ σου κρῖνε, 520
ὅτι πλεὸ ἀξßζει μιὰ ἀρετὴ παρὰ καβαλαρßαν,
κÜμε νὰ μÜθουν γρÜμματα, νἄχῃς εὐχαριστßαν.
Γνþρισε καὶ τὴν φýσιν τους καὶ καθ’ ἑνüς του δῶσε,
νὰ ’ργÜσῃ αὐτὴν ’σὰν ῥÝγεται καὶ τὴν βουλÞν σου σῶσε.
Διατὶ ὅποιος ἔχει γρÜμματα ἢ μÜθημα ἢ πρᾶξι, 525
τιμὲς οὐδὲ τοῦ λεßπουνται ἢ πλοýτη νὰ ’ποτÜξῃ.
Καὶ τὰ δικÜ σου πρÜγματα ἔχε καὶ ’πüτασσÝ τα,
ὥστε νὰ ζῇς, τ’ ἀφÝντευγε κ’ ὕστερα μοßρασÝ τα
Μὴ στοχαστῇς τὰ μετρικὰ διὰ νὰ εἶναι ὅλα ἴσια,
ἀμὴ ὅποιος λεßπεται ἀρετÞν, δüς του τὴν μοῖρα πλÞσια. 530
ἈλÞθεια δüς του ὀρδινιὰ ἀπὸ παιδιὰ ὡς παιδιÜ του
καὶ ἂν ἀποθÜνῃ, νὰ στραφοῦν εἰς τὰ συγγενικÜ του.
Τοὺς ἄλλους αὐτεξοýσιους ἄφες τὸ μετρικü τους
ὅπου γνωρßζῃς καὶ νοοῦν νὰ βλÝπουν τὸ δικü τους.
Ἂν λÜχῃ νἄχῃς θηλυκὰ κ’ εἰς δÝκα χρüνους ἔρθουν, 535
ἀντÜμα ἂς θÝτουν μετὰ σὲ καὶ ὕστερα ἂς ’γÝρθουν.
Εἰς τὸν καιρüν τους γýρευε ἄνδρες νὰ τοὺς ἐδþσῃς,
στενÝψου ἀπὸ τὸ ἔχει σου καλὰ νὰ τὲς παντρÝψῃς
Γαμβροὺς μελÝτησε νὰ βρῇς νἄχουν κορμιὰ ἀκÝραια,
παρὰ νὰ λεßπουν ἀρετὲς καὶ νἄχουσι δηνÝρια. 540
Ἂν ἔτυχε ν’ ἀπüθανε ἡ πρþτη σου γυναῖκα
καὶ νὰ σοῦ δþσουσι προικιὸν καβαλαρßες δÝκα,
μὴν παντρευτῇς διὰ τὰ παιδιÜ, μὴν τὰ παραπονÝσῃς,
πρüσεχε κι ἀποκρÜτα τα διὰ νὰ τ’ ἡλικιþσῃς.
Ὅτι οἱ μητρυιὲς μὲ τὰ παιδιὰ ἄπειρες πρßκες φÝρνουν 545
καὶ τοῦ κυροῦ τους τὴν καρδιὰ πολλὰ μαγκλÜβια δÝρνουν.
...
ΜετÜ ακολουθοýν παραδεßγματα κακþν και καλþν γυναικþν, προς το τÝλος εξυμνεß τη Παναγßα και κλεßνει τη ρßμα του ως εξÞς:
Στßχοι τριακüσοι ἐννενῆντα τρεῖς εἶναι ἐπὰ γραμμÝνοι, 781
ὅλοι εἶναι λüγοι διδακτικοß, ὁποῦ εἶναι ἐπὰ βαλμÝνοι.
Καὶ κεῖνος ὁποῦ τἄκαμε στὴν Βενετιὰ τιμÞθη,
τὰ γονικÜ του λÝγουσι ’ς τὴν ΖÜκυνθο γεννÞθη.
’Σ τὸν ξῆντα ἕνα στßχον ἄρχισε ὡς τοὺς ’βδομῆντα πÝντε, 785
νὰ βρῇς τὸ πῶς τὸν κρÜζουσι καὶ τὄνομÜ του ποιüναι.
Τὸ πρῶτον γρÜμμα ἔπαιρνε ξεπᾶσα ἕνα στßχον,
τοῦ τὄδωκα τοῦ καθενüς, δὲν βÜνω εἰς τὸν ἦχον,
Τ Ε Λ Ο Σ