ÐåæÜ

Ðïßçóç-Ìýèéá

Ï Dali & Åãþ

ÈÝáôñï-ÄéÜëïãïé

Äïêßìéá

Ó÷üëéá-Áñèñá

ËáïãñáöéêÜ

ÅíäéáöÝñïíôåò

ÊëáóóéêÜ

Áñ÷áßá Åëë Ãñáìì

ÄéáóêÝäáóç

ÐéíáêïèÞêç

ÅéêáóôéêÜ

Ðáãê. ÈÝáôñï

Ðëçñ-Ó÷ïë-Åðéêïéí.

Öáíôáóôéêü

Åñ. Ëïãïôå÷íßá

Ãëõðô./Áñ÷éô.

ÊëáóóéêÜ ÉÉ

 
 

ÊëáóóéêÜ ÉÉ 

ÂñåôôÜêïò Íéêçöüñïò: ÐïéçôÞò ôïõ Öùôüò êáé ôçò ÁãÜðçò

ΒρÞκα μÝσα απü τα μÜτια σου
                        τα μεγÜλα ταξßδια που δεν Ýκαμα.

                                    Η συνεßδηση εßναι το βÜθος του ανθρþπου.
                                                           Η αγÜπη εßναι το πλÜτος του.
Βιογραφικü

     Ο Νικηφüρος ΒρεττÜκος Þταν ¸λληνας ποιητÞς, πεζογρÜφος, μεταφραστÞς, δοκιμιογρÜφος κι ακαδημαúκüς. Θεωρεßται Ýνας απü τους μεγαλýτερους ¸λληνες ποιητÝς. Εßχε προταθεß 4 φορÝς για το Βραβεßο Νüμπελ Λογοτεχνßας, ενþ επßσης Ýλαβε Üλλα πολλÜ βραβεßα, üπως το Βραβεßο ΟυρÜνη, το Α' Βραβεßο ΚρατικÞς Ποßησης κ.α. Απü τους σημαντικüτερους ¸λληνες ποιητÝς, που εξÝφρασε με το Ýργο του το πανανθρþπινο üραμα της ΕιρÞνης και της Δικαιοσýνης. Ο ποιητÞς του φωτüς και της αγÜπης, üπως αποκλÞθηκε. ΓραμματολογικÜ Þταν στη γενιÜ του '30. ΑυτÞ τη 10ετßα
Þταν ιδιαßτερα παραγωγικüς με 6 ποιητικÝς συλλογÝς, που ξεχωρßζουν Η ΕπιστολÞ του Κýκνου (1937) και Το Ταξßδι του ΑρχÜγγελου (1938), που πραγματοποιεß στροφÞ στη ποßησÞ του κι απομακρýνεται απ' το κλßμα του καρυωτακισμοý, üπως διαπιστþνει η κριτικÞ. Το ßδιο Ýτος παρουσιÜζει και το 1ο του πεζü, με τßτλο Το γυμνü παιδß.
     Το 1935 παντρεýτηκε με τη φοιτÞτρια φιλολογßας Καλλιüπη Αποστολßδη, κι  απüκτησαν 2 παιδιÜ, την Ευγενßα και τον Κþστα, τον μετÝπειτα γνωστü σκηνοθÝτη. ΠαρÜλληλα, Ýκανε διÜφορες περιστασιακÝς χειρωνακτικÝς δουλειÝς για να συντηρÞσει την οικογÝνειÜ του. Το 1940 τιμÞθηκε 1η φορÜ με το Κρατικü Βραβεßο Ποßησης για τη συλλογÞ του Το μεσουρÜνημα της φωτιÜς. Στον ελληνοúταλικü πüλεμο πολÝμησε στη 1η γραμμÞ ως απλüς στρατιþτης και μετÜ πÞρε ενεργü μÝρος στην ΕθνικÞ Αντßσταση υπü τη σημαßα του ΕΑΜ. Το 1945 απολýθηκε για πολιτικοýς λüγους απü το Υπουργεßο Εργασßας, üπου εßχε προσληφθεß το 1938, λüγω της στρÜτευσÞς του στην ΑριστερÜ και συγκεκριμÝνα στο ΚΚΕ.
     Ο Νικηφüρος ΒρεττÜκος γεννÞθηκε 1 ΓενÜρη 1912 στις ΚροκεÝς της Λακωνßας. ¹τανε το 2ο απü τα 6 παιδιÜ του Κωνσταντßνου ΒρεττÜκου και της Ευγενßας ΠαντελεÜκη. Τα νηπιακÜ του χρüνια τα πÝρασε στη Πλοýμιτσα, στο πατρικü του σπßτι. ¸μενε σε κτÞμα μαζß με τους γονεßς, τα πÝντε αδÝρφια του και τους θεßους του. Ο πατÝρας του Þτανε φτωχüς και παρÜ τις προσπÜθειες του να κερδßσει χρÞματα, ποτÝ δεν Þταν αρκετÜ για να τους συντηρÞσει. Το 1917, η οικογÝνειÜ του μετακüμισε στις ΚροκεÝς, üπου γρÜφτηκε στο Δημοτικü σχολεßο. Τελεßωσε το δημοτικü εκεß το 1921 και συνÝχισε στο ΗμιγυμνÜσιο Κροκεþν, απü το οποßο, παρÜ τις οικονομικÝς δυσχÝρειες και την αρρþστια του πατÝρα του, αποφοßτησε το 1923 και γρÜφτηκε στο γυμνÜσιο Γυθεßου, üπου φοßτησε με πολλÝς δυσκολßες. Μαζß του στο γυμνÜσιο φοιτοýσε κι ο ΓιÜννης Ρßτσος. Το 1928, στα 16, Ýδωσε στην ΕμπορικÞ ΛÝσχη Γυθεßου 2 διαλÝξεις με θÝματα απü τη Δικαιοσýνη και την Παιδεßα ως τη διÜσπαση του ατüμου. Το ΝοÝμβρη του 1929, εγκαταστÜθηκε στην ΑθÞνα, με σκοπü να ξεκινÞσει τις πανεπιστημιακÝς του σπουδÝς -μÜταια λüγω οικονομικþν δυσχερειþν. Δυστυχþς δεν κατÜφερε να πÜρει πτυχßο απü τη ΝομικÞ σχολÞ γιατß εργαζüτανε για να επιβιþσει. ΠαρÜ τη μεγÜλη σωματικÞ κοýραση, ο Νικηφüρος κατÜφερε να μην απομακρυνθεß απü την ποßηση που τüσο πολý αγαποýσε.
     ¸τσι, προσλÞφθηκε ως υπÜλληλος αρχικÜ σε εταιρεßα υδραυλικþν Ýργων αποξÞρανσης και στη συνÝχεια, μÝχρι το 1932, Ýκανε διÜφορες περιστασιακÝς κυρßως χειρωνακτικÝς εργασßες. Το ΔεκÝμβρη του 1929, εκδüθηκε η 1η ποιητικÞ συλλογÞ του με τßτλο ΚÜτω Απü ΣκιÝς Και Φþτα. Το 1932 κατατÜχθηκε στο στρατü στη Τρßπολη. ΥπηρÝτησε üμως για 4 μÞνες, καθþς Þτανε προστÜτης. Το 1933, εκδüθηκε η ποιητικÞ συλλογÞ του, Κατεβαßνοντας Στη ΣιγÞ Των Αιþνων. Οι ποιητικÝς συλλογÝς του κÝντρισαν το ενδιαφÝρον του λογοτεχνικοý κüσμου -κι ιδιαßτερα του ΚωστÞ ΠαλαμÜ, που ζÞτησε δημüσια να τον γνωρßσει. Ακολοýθως, το 1934, εργÜστηκε ως ημερομßσθιος γραφÝας στις ΓενικÝς ΑποθÞκες Στρατοý στον ΠειραιÜ. Εκεß γνωρßστηκε με τη φοιτÞτρια της φιλολογßας Καλλιüπη Αποστολßδη και τη παντρεýτηκε στις 20 Αυγοýστου. Κατüπιν, το 1935, δοýλεψε στα Μεταξουργεßα ΝÝας Ιωνßας κι Ýν Ýτος μετÜ, ως ιδιωτικüς υπÜλληλος κι ως εργÜτης υφαντουργεßου. Τüτε γεννÞθηκε η κüρη του ΤζÝνη (Ευγενßα Παπαδημητρßου). Το βιβλßο του Ο Πüλεμος, που 'χε κυκλοφορÞσει τον προηγοýμενο χρüνο, οδηγÞθηκε στη πυρÜ απü το καθεστþς της 4ης Αυγοýστου. Το 1938, με παρÝμβαση του φßλου του ΘÝμου Αμοýργη, διορßστηκε στο Υπουργεßο Εργασßας. ΜετÜ τη κÞρυξη του Ελληνοúταλικοý ΠολÝμου, το 1940, αμÝσως στρατεýτηκε στη 1η γραμμÞ και κινδýνεψε να σκοτωθεß στο ýψωμα της Κλεισοýρας. ¼ταν το σýνταγμα που υπηρετοýσε, διαλýθηκε με τη κατÜρρευση του Μετþπου (1941). Κατευθýνθηκε στην ΑθÞνα κι εντÜχθηκε στην ΕθνικÞ Αντßσταση με το ΕΑΜ. Οι ημερολογιακÝς σημειþσεις του, κεßνη τη περßοδο, αποτÝλεσαν τη βÜση του βιβλßου του, το Αγρßμι. ΓενικÜ, απü το 1942-44 ασχολÞθηκε ενεργÜ με την ΕθνικÞ Αντßσταση. Επßσης, γρÜφτηκε και στο Κομμουνιστικü Κüμμα ΕλλÜδας. Την ßδια περßοδο Ýχασε και τον πατÝρα του, που θÜφτηκε στην Πλοýμιτσα.



     Το 1946 προσλÞφθηκε ως γραφÝας στον Οικονομικü Συνεταιρισμü Εκτελωνιστþν ΠειραιÜ και μετÜ υπÝγραψε διαμαρτυρßα των ΕλλÞνων λογοτεχνþν Προς τη Δ' ΑναθεωρητικÞ ΒουλÞ των ΕλλÞνων και τη ΔιεθνÞ ΚοινÞ Γνþμη: Περß εκτÜκτων μÝτρων κατÜ των επιβουλευομÝνων την Δημοσßαν ΤÜξιν και την ακεραιüτητα της χþρας. Απü το 1947 εργÜστηκε ως δημοσιογρÜφος σε λογοτεχνικÜ περιοδικÜ κι εφημερßδες, γρÜφοντας κατÜ κýριο λüγο για πνευματικÜ ζητÞματα. Το 1948 γνωρßστηκε με τον ποιητÞ ¢γγελο Σικελιανü και γßναε φßλοι μÝχρι το τÝλος της ζωÞς του. Το 1949, εξÝδωσε το λυρικü δοκßμιο Δυο ¢νθρωποι Μιλοýν Για Την ΕιρÞνη Του Κüσμου. Εξαιτßας της συγγραφÞς αυτÞς, διαγρÜφηκε απü το Κ.Κ.Ε. κι απομακρýνθηκε, γενικüτερα, απü το περιοδικü Ελεýθερα ΓρÜμματα üπου Þτανε και διευθυντÞς. Εκεßνη τη περßοδο γνωρßστηκε με την ΤατιÜνα Γκρßτση-ΜιλλιÝξ και το ΡοζÝ ΜιλλιÝξ, και συνδÝθηκε φιλικÜ.
     Στη περßοδο 1946-1962, Ýμενε στον ΠειραιÜ, üπου το 1955 εκλÝχτηκε δημοτικüς σýμβουλος (1955-1959). ΥπÞρξε σημαντικÞ η συμβολÞ του απü τη θÝση αυτÞ στην αναβÜθμιση της πüλης κυρßως σε πολιτιστικü επßπεδο (ßδρυση Πειραúκοý ΘεÜτρου του ΔημÞτρη ΡοντÞρη, Ιστορικοý Αρχεßου, ΦιλαρμονικÞς Πειραιþς, ΔημοτικÞς ΠινακοθÞκης). Το 1957, ταξßδεψε στη ΣοβιετικÞ ¸νωση μαζß με τους ΣτρατÞ ΜυριβÞλη, ¢γι ΘÝρο κ.Ü. στα πλαßσια της Παγκüσμιας ΣυνÜντησης ΔημοκρατικÞς Νεολαßας, που εßχε προσκληθεß απü σπουδαστÝς της Μüσχας. Εκεß γνωρßστηκε με τη γυναßκα του Μαξßμ Γκüρκι. Το 1962, Þταν Üνεργος μετÜ τη διÜλυση του Συνεταιρισμοý Εκτελωνιστþν. ¸τσι, το 1964 εργÜστηκε ως ιματιοφýλακας στο Εθνικü ΘÝατρο μετÜ απü παρÝμβαση του ΛουκÞ Ακρßτα. Το 1958, μετÜ το ταξßδι του κυκλοφüρησε το βιβλßο Ο ¸νας Απü Τους Δýο Κüσμους. Το βιβλßο αυτü στÜθηκε η αφορμÞ να κατηγορηθεß (μαζß με τους ΓιÜννη Ρßτσο και ΜÜρκο ΑυγÝρη) για παρÜβαση του Ν.509. ΜετÜ το πραξικüπημα της 21ης Απριλßου 1967, αυτοεξορßστηκε στην Ελβετßα, απü üπου ταξßδεψε σε üλη την Ευρþπη: ΒουκουρÝστι, Βενετßα, ΔαλματικÝς ακτÝς, ΖÜγκρεμπ, Ρþμη, Παρßσι, ΜπÝρμιγχαμ, Λονδßνο, ΠαλÝρμο, Μüναχο. Στη διÜρκεια της παραμονÞς του στην Ευρþπη συμμετεßχε σε ραδιοφωνικÝς εκπομπÝς και σε φεστιβÜλ ποßησης. Επßσης, τιμÞθηκε απü ευρωπαúκÜ πανεπιστÞμια κι επεξεργÜστηκε το αυτοβιογραφικü κεßμενο Οδýνη, που εκδüθηκε στη ΝÝα Υüρκη το 1969.
     ΕπÝστρεψε στην ΕλλÜδα το 1974 κι εγκαταστÜθηκε, απü εκεß και πÝρα, μüνιμα στην ΑθÞνα. ΤιμÞθηκε απü την Ακαδημßα Αθηνþν με το Βραβεßο ΟυρÜνη και 12 Ýτη μετÜ ανακηρýχθηκε μÝλος της (26 ΦλεβÜρη 1986). Επßσης αναγορεýτηκε επßτιμος διδÜκτορας του ΤμÞματος Φιλολογßας Εθνικοý & Καποδιστριακοý Πανεπιστημßου Αθηνþν. Το 1991 επισκÝφθηκε την Πλοýμιτσα με την οικογÝνειÜ του. Εκεß Ýμελλε να αφÞσει και την τελευταßα του πνοÞ. ΠÝθανε απü καρδιακÞ προσβολÞ στις 4 Αυγοýστου 1991 και κηδεýτηκε στο Α' Νεκροταφεßο Αθηνþν, δημοσßα δαπÜνη. Το 2010, τα οστÜ του ενταφιÜστηκαν στη Πλοýμιτσα..
     Το συγγραφικü Ýργο του ΒρεττÜκου, δýναται να χωριστεß σε 4 μÝρη. Την παρθενικÞ του εμφÜνιση στο χþρο της λογοτεχνßας την Ýκανε το 1929, με τη δημοσßευση κÜποιων πρωτüλειων ποιημÜτων του απü τα μαθητικÜ του χρüνια με τßτλο ΚÜτω απü σκιÝς και φþτα (εκδüθηκαν το 1933). ΜÝχρι και το 1940 εξÝδωσε 6 συλλογÝς, που τις συγκÝντρωσε στον τüμο ΓκριμÜτσες του ανθρþπου. ΠολλÝς ποιητικÝς συλλογÝς, ακολοýθησαν, ως το 1951 (χρονιÜ θεωροýμενη ως 2ο ορüσημο στη καλλιτεχνικÞ του πορεßα), που εξÝδωσε με τßτλο Τα ποιÞματα 1929-1951, τον 2ο συγκεντρωτικü τüμο με ποιÞματÜ του. Εκεßνη την περßοδο παρατηρεßται η στροφÞ του απü τον νεανικü λυρισμü, στην Ýντονη δραματικÞ γραφÞ. Ακολοýθησε η 3η κι ωριμüτερη περßοδος της δημιουργßας του, που επιχεßρησε εξισορρüπηση αυτþν των 2 στοιχεßων, του λυρικοý και δραματικοý, στην υπηρεσßα του ηθικοý και κοινωνικοý προβληματισμοý του. ΑυτÞ τη περßοδο ασχολεßται με Ýννοιες üπως φως, φýση, αγÜπη κι αγνüτητα. Η 4η και τελευταßα ποιητικÞ περßοδος (1975-1990) μπορεß να χαρακτηριστεß απü αισιοδοξßα, που 'χει διÜρκεια. Στα ποιÞματÜ του μιλÜ για πιο ανθρþπινη ζωÞ, καθþς και για διαρκÞ εγρÞγορση κι επανÜσταση.
     ΤÝλος, προτÜθηκε 4 φορÝς για το Βραβεßο Νüμπελ Λογοτεχνßας. ΤιμÞθηκε επßσης απü πολλοýς δÞμους σ' üλη την ΕλλÜδα κι ανακηρýχτηκε επßτιμος πρüεδρος της Εταιρεßας ΕλλÞνων Λογοτεχνþν μαζß με τους ΓιÜννη Ρßτσο και Γιþργο ΒαλÝτα το 1984, üπως επßσης επßτιμος Πρüεδρος Εταιρεßας ΓραμμÜτων & Τεχνþν ΠειραιÜ κ.Ü. ΕπÝστρεψε στην ΑθÞνα στη Μεταπολßτευση και το 1982 τιμÞθηκε με το Κρατικü Βραβεßο Ποßησης (3ο της ποιητικÞς του διαδρομÞς) για την ποιητικÞ σýνθεση Λειτουργßα ΚÜτω απü την Ακρüπολη.  Λßγο προτοý πεθÜνει αναγορεýτηκε επßτιμος διδÜκτορας του ΤμÞματος Φιλολογßας του Πανεπιστημßου Αθηνþν. Ο Νικηφüρος ΒρεττÜκος, ο ποιητÞς με το ρυτιδιασμÝνο πρüσωπο, το γελαστü βλÝμμα και τη μεγÜλη καρδιÜ, Ýφυγε χαροýμενος, ατενßζοντας τον αγαπημÝνο του Ταàγετο, στις 4 Αυγοýστου 1991, απü το οικογενειακü κτÞμα στη Πλοýμιτσα Λακωνßας.


     Ρþτησα κÜποτε Ýναν γÝρο ΚροκεÜτη, να μου πει τι εßναι ποßηση. Μου 'δειξε στο τραπÝζι Ýνα κριθαρÝνιο καρβÝλι ψωμß. ΠÞρε μαχαßρι και το 'κοψε.
 -ΠÜρε παιδß μου, μου εßπε. Αυτü εßναι ποßηση.
 -Πþς το ξÝρεις παπποý;
 -Το ’πε ο εγγονüς μου ο Νικηφüρος
     ¾στερα μου 'δειξε στο τραπÝζι μια στÜμνα με νερü. Τη πÞρε στα ροζιασμÝνα του χÝρια κι Þπιε να ξεδιψÜσει. Σκοýπισε με την ανÜστροφη τα χεßλια του κι Ýκανε τρεις φορÝς το σταυρü του.
 -Τι εßναι ποßηση παπποý; τον ξαναρþτησα.
 -Μια στÜμνα με νερü, παιδß μου. Το ’πε ο εγγονüς μου ο Νικηφüρος…
     Το φως στο τραπεζομÜντηλο ζωγρÜφιζε Ýνα μικρü ασημÝνιο Χριστü. Ο γÝρο ΚροκεÜτης τον εßδε και χαμογÝλασε. ¢νοιξε το παρÜθυρο να μπει ο Þλιος. ΧιλιÜδες Üστρα κατηφüριζαν στον ουρανü. Κοßταξε την ανατολÞ. Ο Χριστüς Þταν εκεß…
 -Εßναι ποßηση κι ο Χριστüς, παιδß μου. Το ’πε κι αυτü ο εγγονüς μου ο Νικηφüρος.
     ΞÜφνου το πρüσωπü του το αυλÜκωσε Ýνας σπασμüς. Απ’ τα μÜτια του κýλησαν δÜκρυα.
 -Γιατß κλαις παπποý;
 -¸χω πüνους παιδß μου.
 -Εßναι ποßηση ο πüνος παπποý;
 -Ναι. Το ’παν üλοι οι εγγονοß μου, παιδß μου.

     Στους ανατολικοýς πρüποδες του Ταàγετου, στα Βαρδουνοχþρια, νüτια της ΣπÜρτης, απλþνεται μια ειδυλλιακÞ πολßχνη, η ΛεβÝτσοβα. Εδþ, κοντÜ στο χωριü ΑλαÀμπεη, εßναι οι αρχαßες ΚροκεÝς. Στον τüπο αυτüν, üπου συναπαντιÝται ο μýθος με την ιστορßα, γεννÞθηκε ο ποιητÞς Νικηφüρος ΒρεττÜκος. ¼μως η δüξα των Κροκεþν δεν εßναι η μυθολογßα τους. Εßναι το στοιχειü τους ο Ταàγετος. Εδþ, τη πρωτοχρονιÜ του 1912, γεννÞθηκε Ýνα χαμογελαστü μελαχρινü παιδß, γιος μεγαλοκτηματßα, ο Νικηφüρος, που απü κεßνη τη στιγμÞ θ’ Üρχιζε να γρÜφει την ιστορßα του κüσμου, γιατß η ιστορßα του κüσμου εßναι η ιστορßα της ποßησης.
     Απü τüτε, 3.000 χρüνια πριν, αρχßζει η ιστορßα του ΒρεττÜκου· δεμÝνη με τη σκληρÞ πÝτρα του μυθικοý βουνοý της Λακωνßας, του Ταàγετου. Απü δω Üρχισε σιγÜ-σιγÜ να τυλßγει το κουβÜρι της ποßησης. Ανηφüρισε παιδß στις κορφÝς του, εßδε τα εξαßσια τοπßα του, με τα δÜση και τα αιωνüβια κωνοφüρα τους δÝντρα κι Ýπαιξε με τους Φαýνους και τους Σειλινοýς, τις Νýμφες και τις ΑμαδρυÜδες, στις πολýκρουνες πηγÝς του. ΠÞρε ξυπüλητος τις παραφυÜδες του ΣαγγιÜ και των Κακοβουνιþν, ως πÝρα στη ΛακωνικÞ, κι Ýφτασε ως τον Ταßναρο. Ο Ταàγετος! ¸νας απολιθωμÝνος γßγαντας που γÝρνει απüτομα, ανατολικÜ στην υδρολεκÜνη του Ευρþτα, σαν σχιστολιθικü μαρμÜρινο τεßχος, με ρωγμÝς και χαρÜδρες, πÜντα χιονοσκÝπαστος.
     ΘυμÜσαι Νικηφüρε; ΑνÝβαινες παιδß σχολειαρüπουλο στην ψηλüτερη κορφÞ του, τον ΠροφÞτη Ηλßα –τον Ταλετü των αρχαßων– ανÞμερα στη χÜρη του, 20 του Ιοýλη, που γινüταν στο ταπεινü εκκλησÜκι το ετÞσιο πανηγýρι. ¼μως η ποßηση δεν Þταν μüνο στον ΠροφÞτη Ηλßα. ¹ταν και στην καρδιÜ σου. ºσως Þταν μÝσα σου πριν απü σÝνα, γιατß η ποßηση δεν Ýχει ηλικßα. Εßναι η αιωνιüτητα και η στιγμÞ. Την üριζε "ο τα πÜντα συνÝχων" πριν απ’ το χρüνο, πριν απ’ την τÜξη του κüσμου. ΠεριβÜλλονται απü Ýνα φωτοστÝφανο προσευχÞς. Στο βÜθος του ο ΒρεττÜκος εßναι θρησκευτικüς ποιητÞς. Η ποßησÞ του εßναι Üρρηκτα συνδεδεμÝνη με τον Üνθρωπο. Δßχως τον Üνθρωπο ποßηση για το ΒρεττÜκο δεν υπÜρχει. Παντοý εßναι κυρßαρχη η παρουσßα του. Παρουσßα üμως üχι ενüς ανθρþπου ευδαιμονιστÞ και μακÜριου, αλλÜ ενüς ανθρþπου "κοπιþντος" και "πεφορτισμÝνου".
Η ποßηση του ΒρεττÜκου αποσυνδÝεται απü την καταγωγÞ της. Δεν Ýχει πατρßδα. Η πατρßδα της ονομÜζεται γη. Μια γη που γεννÞθηκε ελεýθερη κι οι Üνθρωποι της Ýβαλαν σýνορα.



     Γι’ αυτü η ποßηση του ΒρεττÜκου απÝχει αρκετÜ απü το να λÝγεται ελληνικÞ. Εßναι οικουμενικÞ. Και θα Ýλεγα υπερχρονικÞ. Εßναι πÝρ’ απü τους συρμοýς, πÝρ’ απ’ τις συμβατικÝς ημερομηνßες. Τρßα εßναι τα καθοριστικüτερα υλικÜ στοιχεßα της ποßησÞς του. ΦωτιÜ, νερü και χþμα. Ποßηση εßναι μια στÜμνα με νερü, εßχε πει ο γÝρο ΚροκεÜτης. Ο πηλüς, η φωτιÜ και το νερü. ¼μως πÝρ' απ' αυτÜ, ποßηση εßναι το συναßσθημα. Και το συναßσθημα αυτü στο ΒρεττÜκο Ýχει μüνο Ýνα üνομα: ΑγÜπη. Νομßζω πως δεν υπÜρχει πιο λυτρωτικü καθαρτÞριο για την ψυχÞ του ποιητÞ απü τον πüνο. Εßναι το πιο πυρßκαυστο Ýναυσμα της ποßησης. ΜÝγας καταλýτης ο πüνος. Κι ο μικρüς Νικηφüρος πüνεσε πολý στη ζωÞ του. Απü τüτε που καταστρÜφηκε ο εýπορος πατÝρας του, αναγκÜστηκε να δουλÝψει σκληρÜ, περπατþντας ξυπüλητος στη λεωφüρο του κüσμου. ¸γινε βιοπαλαιστÞς, εργÜτης και μικροπωλητÞς. ¾στερα δοýλεψε στις εφημερßδες, γρÜφοντας και διορθþνοντας, μÝσα στο αντιμüνιο των τυπογραφεßων. Γνþρισε πολλοýς τüπους και πολλοýς ανθρþπους. ¼μως, καταπþς εßπε ο ΚαβÜφης, "η πüλις τον ακολουθοýσε". Και η πüλις αυτÞ Þταν η ποßηση. Δεν μολýνθηκε απü τις εναντιüτητες της ζωÞς. Δεν τον αλλοτρßωσαν αντßρροποι Üνεμοι, κßβδηλοι συμβιβασμοß, Ýωλοι συρμοß. Κρατοýσε πÜντα στα χÝρια του τα πολýτιμα δþρα της ΤαûγÝτης. ΚÜθε φορÜ που σκüνταφτε επÝστρεφε στον Ταàγετο. Εκεß, κοντÜ στον καθαρü αÝρα, πρÜυναν οι πληγÝς του. ¼μως, üπου κι αν βρÝθηκε, νοιÜστηκε για το συνÜνθρωπο. Τον αδερφü του. Πορεýτηκε σε κακοτρÜχαλους δρüμους και νυχτþθηκε, φτωχüς και πÝνης, σ’ ανÞλιαγες συνοικßες, να παραστÝκει με το φαναρÜκι της ποßησης, στα σπßτια των πονεμÝνων.
     Ιδοý γιατß ο ΒρεττÜκος εξανθρωπßζει τη ποßηση. Ιδοý γιατß συγκινεß τις ανθρþπινες καρδιÝς. ΚÜνει την ψυχÞ του αντßδωρο και τη μοιρÜζει. Δεν Ýκανε ποτÝ ποßηση για τον εαυτü του. Την Ýκανε για τους Üλλους. Δεν εßναι ο ποιητÞς τοý "εγþ". Εßναι ο ποιητÞς τοý "εμεßς". ΠÝρασαν 60 χρüνια απü τüτε (1929) που τýπωσε τη 1η ποιητικÞ συλλογÞ του ΚÜτω απü σκιÝς και φþτα. Ποý να φανταζüταν τüτε το γυμνασιüπαιδο του Γυθεßου πüσο μακρýς θα ’ταν ο δρüμος που θ’ ακολουθοýσε. Πως θαρχüταν καιρüς που θα τον ονομÜτιζαν ποιητÞ του Ταàγετου, ποιητÞ της Πλοýμιτσας, ποιητÞ του ΟππενχÜιμερ, ποιητÞ του κüσμου. ¼μως πÜνω απ’ üλα θα γινüταν Ýνας υμνητÞς της αγÜπης, Ýνας "Üγιος" της ποßησης. Γιατß στην αγÜπη μÝσα εßναι κι η ειρÞνη κι η φιλßα κι η καλωσýνη κι η ανθρωπιÜ. "Και εßδεν ο Θεüς üτι καλüν". Δεν εßχε ο Νικηφüρος στο φιλολογικü του δισÜκι βαρýγδουπα εφüδια, πανεπιστημιακÝς σπουδÝς, οικογενειακÜ εýσημα, οýτε κι Üλλωστε τα χρειαζüταν. Μßλησε με λüγια απλÜ, καθημερινÜ, κοιτþντας τον Üνθρωπο με τα μÜτια της ψυχÞς του. Σ’ üλη την πνευματικÞ του ζωÞ στÜθηκε Ýνας πιστüς λευßτης της αληθινÞς λογοτεχνßας και διακüνησε την ποßηση "εν φιλüτητι". Αν η τÝχνη, σýμφωνα με το υψηλü της νüημα, εκφρÜζει το ωραßο και το αληθινü, στο ΒρεττÜκο εκφρÜζει και κÜτι ακüμα: το Üγιο. ΣπÜνια μεγÜλος ποιητÞς εßχε πολλοýς αναγνþστες. Οι κορυφÝς εßναι για τους περισσüτερους απρüσιτες. Ο ΒρεττÜκος Ýγινε προσιτüς με την απλüτητÜ του. Δεν υπÞρξε, οýτε μια φορÜ στη ζωÞ του, κατασκευαστÞς ποßησης. Δεν θα βρει κανεßς πουθενÜ ποßηση αθωüτερη απ’ τη δικÞ του.
     Ο απüηχος της αισθαντικÞς λýρας του Νικηφüρου ΒρεττÜκου, με την βαθýτατα ανθρωπιστικÞ ποßηση, την ευαισθησßα, τις πνευματικÝς ανησυχßες φθÜνει στ’ αυτιÜ και ευαισθητοποιεß τις καρδιÝς. "’¸χω Þδη αφÞσει την καρδιÜ μου στη γη", θα γρÜψει, "να χτυπÜει μονÜχη της (αυτü εßναι Üλλωστε Þ ποßηση). Να μποροýν να την Ýχουν στις σÜκες τους τα παιδιÜ, να την μετακινοýνε οι ταξι­διþτες. Κι’ οι πικραμÝνοι που ξÝμειναν απü Þλιο, ν’ ακοýν το φλοßσβο του μÝσα τους". ¼ταν καταπιÜνεσαι να ασχοληθεßς με τον Νικηφüρο ΒρεττÜκο, σε κατακλýζει αμηχανßα. ¼σο κι αν προσπαθÞ­σεις αφαιρετικÜ να απομονþσεις τα πνευματικÜ του απανθßσματα και καταπιστεýματα αισθÜνεσαι την αδυνα­μßα και μικρüτητÜ σου μπροστÜ στην ηθικÞ και πνευματι­κÞ του μεγαλογραφßα. Και μüνον αν σκεφτεßς τα 3600 δη­μοσιευμÝνα ποιÞματÜ του, τα 4000 χειρüγραφÜ του, τις 950 επιστολÝς του και επιπλÝον τα 6000 βιβλßα του που χÜρισε στη ΒιβλιοθÞκη ΣπÜρτης μαζß με προσωπικÜ του αντικεßμενα, στÝκεσαι με δÝος μπροστÜ στο μαχητÞ της ζωÞς, το συναισθηματικü Üνθρωπο και υπερασπιστÞ της δικαιοσýνης, της ελευθερßας, της ισüτητας, της φýσης, που Ýνιωθε να αδυνατεß να διατυπþσει τον πλοýτο του κüσμου με λÝξεις. ¼ Üνθρωπος, Ýλεγε, εßναι "το ζþν ýδωρ".



     ¹ταν πρωß, λßγο πριν απü την ανατολÞ του ηλßου Þ λß­γο μετÜ! ¸νας υπηρÝτης βαδßζοντας μπροστÜ, κρατοýσε τα γκÝμια ενüς αλüγου, κατηφορßζοντας μια πλαγιÜ με πρÜσινο, φρÝσκο χορτÜρι. ΠÜνω στο Üλογο Þταν καθισμÝνη μια γυναßκα, ποý κρατιüταν γερÜ απü τα μπροστινÜ κρικÝλια του σαμαριοý. Πßσω της βÜδιζε Ýνας Üντρας ισχνüς, μÜλλον κοντüς, ποý πρüσεχε να βρßσκεται σε κÜθε στιγμÞ κοντÜ στα καποýλια του αλüγου για κÜθε ενδεχüμενο. ¼ Üντρας Þταν ü πατÝρας μου και η γυναßκα Þ μητÝρα μου. Εγþ δεν Þμουνα ακüμη σε τοýτο τον κüσμο. Θα γεννιüμουνα το ßδιο εκεßνο βρÜδυ στις ΚροκεÝς".
     Ο Νικηφüρος, üπως ο ßδιος μÜς πληροφορεß, δεν Þταν ο πρωτüτοκος γιüς, γιατß αυτüς εßχε πεθÜνει λßγους μÞνες πιο πριν. Ονομαζüταν Λυκοýργος και πÝθανε αμÝσως σχεδüν μετÜ τη γÝννα. Ο τοκετüς της μÜνας του στÜθηκε δýσκολος, χρειÜσθηκε να ετοιμÜσουν τα σÜβανα την τρßτη ημÝρα και σε μια στιγμÞ να χτυπÞσουν και τις καμπÜνες του Αγßου ΝικολÜου λυπητερÜ. ¸γινε θαýμα κι Þ μητÝρα του δεν πÝθανε. Τον πÞρε μια γυναικοýλα και τον θÞλαζε που με ευγνωμοσýνη ο ποιητÞς της Ýστελνε κÜποτε - κÜ­ποτε κανÝνα τσεμπÝρι Þ κανÝνα ζευγÜρι μαýρες κÜλτσες και σε μεγÜλη ακüμη ηλικßα, ακüμα üταν πÞγαινε ο ποι­ητÞς στις ΚροκεÝς, την επισκεπτüταν, γιατß σκεφτüταν το γÜλα ποý του ’δωσε.
Ο Νικηφüρος ανÞκε σε πολýτεκνη οικογÝνεια. Τα Üλλα του αδÝλφια Þταν η Σοφßα, η ΑγγελικÞ (Κοýλα για την οικογÝνεια της), η Αφροδßτη και ο ΜιχÜλης Ο πατÝρας του Κωνσταντßνος, Þταν απü το Γýθειο. Ο ßδιος τον περιγρÜφει ως Üνθρωπο που Þξερε πολλÜ γρÜμ­ματα κι εßχε ως κýριο Ýργο του, τις πρÜξεις ποý υπαγορεýονταν απü την καλοσýνη. Η οικογÝνεια του Þταν σκληρÞ, σχεδüν βÜρβαρη. Η διαδρομÞ της Þταν μια διαδρομÞ μÝσα απü φüνους, αρπαγÝς, αδικßες. Δυüμιση þρες χρειαζüτανε κÜνεις να διασχß­σει, πεζοπορþντας, τα χτÞματα του πατÝρα του. Δýο ολüκληρα χωριÜ τα δοýλευαν για Ýνα κομμÜτι ψωμß. ¸πεσε üμως στη μÝση Ýνας θεßος Üνθρωπος, μια γυναßκα: Η ΑγγελικÞ ΜαυρομιχÜλη, η μητÝρα του πατÝρα του.
"ΠÜλεψαν τα δυο αßματα. Στο δικü του πρüσωπο, τουλÜχιστον, ο Üγγελος νßκησε". Ο πατÝρας του εßχε ανα­πτýξει εντονüτατη φιλανθρωπικÞ και κοινωνικÞ δρÜση. Ο κüσμος ζητωκραýγαζε στü δικü του üνομα.
     Η οικογÝνεια τους Þταν εγκατεστημÝνη στην Πλοýμιτσα απü το 1908, χρονιÜ κατÜ την οποßαν ο πατÝρας του ποιητÞ αντÜλλαξε με το μεγαλýτερο αδελφü του την περιουσßα του στο Γýθειο με τα κτÞματα της Πλοýμιτσας, στην προσπÜθειÜ του να αποφευχθοýν οι προστριβÝς στην οικο­γÝνεια.
Η μητÝρα του, Ευγενßα, Þταν το γÝνος ΠαντελεÜκη, απü τις ΚροκεÝς Λακωνßας. ¹ταν απλοúκÞ, üπως θα μας πει ο ßδιος. Δεν Þξερε κανÝνα γρÜμμα. ¹ταν üμως γιομÜτη απü τη σοφßα που δßνει Þ φýση στη μητρüτητα και στο γÜ­λα της[7]. Ο ßδιος ο ποιητÞς σε συνÝντευξÞ του στο Περιοδικü "ΔιαβÜζω" κÜνει μια σýντομη και περιεκτικÞ αναφορÜ για τη μορφÞ της μητÝρας του ποý εμφανßζεται στην ποßησÞ του εμπεριÝχοντας την φýση, την πατρßδα, την αγÜπη[8].
     "ΠολλÝς μητÝρες", θα μας πει, "παßζουν διαφορετικÜ ευεργετικοýς ρüλους στα παιδιÜ τους. ¸χουν κÜποια καλ­λιÝργεια, κÜποια παρÜδοση. Η μητÝρα μου δεν Þξερε καθüλου γρÜμματα, δεν εßχε καμιÜ τÝτοιου εßδους παιδεßα. ¹τανε Ýνας αγγελικüς, πολý σιωπηλüς Üνθρωπος. Αυτü Þτανε üλο. Δεν Þξερε τß εßναι οι στßχοι, üπως γρÜφω στο ποßημα, "Η μητÝρα μου στην Εκκλησßα".
     Σ’ Ýνα ποßημÜ του ο Νικηφüρος το 1984, μιλÜει για την "Üγια της μετÜσταση στα λουλοýδια".
     "Δεν ξÝρει η μητÝρα μου τß εßναι ο Þλιος τον φαντÜζεται αγÜπη ποý ανατÝλλει στον ουρανü.
     Ο Ταàγετος γι’ αυτÞν Þταν απλþς Ýνα βουνü ποý απü τη μια του πλευρÜ εßναι αυτÞ που στενÜζει κι απ’ την Üλλη ü Θεüς".
     Η μητÝρα του, θα μÜς πει ο ßδιος, "εßχε μια Ýμφυτη καλοσýνη, μιαν Ýμφυτη αξιοπρÝπεια και κÜποτε παρου­σßαζε δεßγματα μιας Ýμφυτης συναισθηματικÞς σοφßας. ¹ταν Ýνας αντιπρüσωπος της αγαθÞς μερßδας της ανθρω­πüτητας, της καταδυναστευüμενης αθωüτητας, που με ενδιαφÝρει σαν ποιητÞ", θα γρÜψει. Αυτü εν συντομßα υπÞρξε το οικογενειακü υπüβαθρο του ποιητÞ. ΣαρÜντα Þμερες μετÜ απü τη γÝννησÞ του, αφοý ευλüγησε ο παππÜς τη μητÝρα του κι αυτüν ως βρÝ­φος πÞγαν κι Ýμειναν στο κτÞμα τους, σε μια πολý üμορφη μοναξιÜ, üπως θα μας πει πÜλιν ο ßδιος, που για πολλÜ χρüνια Ýπειτα την Ýβλεπε σαν Ýνα δþρο Θεοý. Και συνεχßζει: "¼ ουρανüς ανοιγüταν απÜνω της σαν μια μεγÜλη ομπρÝλα ποý Ýφτανε ως κÜτω και δεν Þταν οýτε Ýνα αστÝρι του που να μην το Ýβλεπες".



     Η φýση η üμορφη της μαγευτικÞς του πατρßδας θα αποτυπωθεß στους στßχους του σ’ ολüκληρη τη ζωÞ του. ΙδιαιτÝρως θα αναφερθεß ο Νικηφüρος στον αγαπημÝνο του Ταàγετο, στον üποιο αφιερþνει ποßημα υπÝροχο, λυρι­κü, με τßτλο "¸τσι μου στÜθηκε ο Ταàγετος". Ο ßδιος θα γρÜψει: "Η οροσειρÜ του ΤαûγÝτου που ξεδιπλωνüταν δυτικÜ, παρ’ üλο το βÜρος της, Ýδειχνε σαν μια γραμμÞ καλλιγραφημÝνη, που κÜποτε εξαερωνüταν τü­σο πολý, Ýτσι ποý να νομßζεις πως δεν θα την ξανÜβλεπες το Üλλο πρωß. ¼ ΠÜρνωνας βορειοανατολικÜ, Ýμοιαζε σαν δευτερüτοκος γιüς, üπως θα Þμουν κι εγþ αν δεν πÝθαινε ο πρωτüτοκος". Αναφερüμενες στα δÝντρα ποý υπÞρχαν στο κτÞμα τους Ýγραφε üτι εßχαν κÜτι το πολý ανθρþπινο, το πολý γενναßο, το πολý βασανισμÝνο. Η λακωνικÞ φýση με τη μεγαλüπρεπη ομορφιÜ της Üφησε ανεξßτηλα τα ßχνη της στην ποßηση του Νικηφüρου ΒρεττÜκου. Κι η Ýκδηλη πßστη του ποý κατισχýει στα ποι­Þματα του, πηδακßζει απü τα οικογενειακÜ και προσωπικÜ του βιþματα: "Πιο πÜνω", γρÜφει, "απü το σπßτι μας βρι­σκüταν το εκκλησÜκι ¢η-Γιþργης, ποý Þταν δικü μας. Εßχε τÝσσερις μεγÜλες εικüνες, απü τις üποιες ο ¢η-Γιþργης με το ωραßο του Üσπρο Üλογο και η Παναγßα με τα γλυκÜ της μÜτια μου Üρεσαν περισσüτερο". 20 ΣεπτÝμβρη 1917 εγγρÜφεται στην Α' τÜξη του "ΠλÞρους Δημοτικοý Σχολεß­ου των ΑρρÝνων Λεβετσüβων" κι η οικογÝνεια του εξ αιτßας του Σχολεßου εγκαθßσταται μüνιμα στις ΚροκεÝς. Στη Πλοýμιτσα θα περνÜει τις καλοκαιρινÝς διακοπÝς.
     ΒÝβαια στην αρχÞ ρþτησε να του πουν τß χρειÜζονται τα γρÜμματα και σε τß θα πεßραζε, αν δε τα μÜθαινε. Εξ Üλλου οýτε η μητÝρα του, οýτε η μητÝρα των Üλλων παι­διþν, οýτε ο Αντþνης ο υπηρÝτης με το Ýνα μÜτι, οýτε εκεßνοι που Ýρχονταν και δοýλευαν στα χωρÜφια τους, Þξεραν γρÜμματα. Τον συνüδευσαν οι γονεßς του στορ­γικÜ και παρηγορητικÜ: "Εκεß που θα πÜμε", του Ýλεγε ü πατÝρας του, "θα βροýμε κι Üλλα παιδιÜ σαν και σÝνα, θα σου αγορÜσω ωραßα πρÜγματα, θα μÜθεις γρÜμματα να γßνεις Ýνας μεγÜλος Üνθρωπος". ΖÞτησε ο μικρüς Νικηφü­ρος να του εξηγÞσει τß εννοεß με αυτü το "μεγÜλος Üνθρω­πος". Κι ü πατÝρας του απÜντησε: "Να, μπορεß να γßνεις Ýνας σοφüς". Κι ο μικρüς Νικηφüρος ξαναρþτησε: "Πιο σοφüς κι απ’ τα λουλοýδια;"."Και γιατß εßναι σοφÜ τα λουλοýδια;" ρþτησε ü πατÝρας συγκρατημÝνος για να μη γελÜσει. Κι ο μικρüς Νικηφüρος απÜντησε: "ΞÝρουν να εßναι ωραßα". ¸τσι δικαιολογεßται πþς Ýδωσε στη δημο­σιüτητα το 1988 τα ποιÞματÜ του με τοýς αριστουργηματικοýς του στßχους και τßτλο της συλλογÞς του: "¹ φιλοσοφßα των λουλουδιþν".
     ΚÜθε χρüνο ανανεωνüταν η ÝγγραφÞ του στο Δημοτικü σχολεßο με κηδεμüνες συγγενεßς του. Το 1921 εγγρÜφεται στην Α' τÜξη του Ελληνικοý Σχολεßου με κηδεμüνα του τον Κ. ΑλεξÜκη και στις 15 ΣεπτÝμβρη εγγρÜφεται στη Β' τÜξη του ßδιου σχολεßου με κηδεμüνα του τον πατÝρα του. Στις ΚροκεÝς θα ζÞσει τον αντßκτυπο της Μικρασια­τικÞς ΚαταστροφÞς. Ο πατÝρας του Ýλεγε κÜθε τüσο: "ΕθνικÞ συμφορÜ". Εξακολουθεß να φοιτÜ στο Ελληνικü Σχολεßο Λεβετσüβου μÝχρι το 1923 και στις 15 Σεπτεμβρßου του 1924 εγγρÜφεται στην A' τÜξη του Γυμνασßου Γυθεßου, με κηδεμüνα το θεßο του, Ζαχαρßα ΒρεττÜκο (εßναι ü μπαρμπÜ-Νικüλας ΜαταπÜς στο "Γυμνü παιδß"). ΓρÜφει το πρþτο του ποßημα με τßτλο "¾μνος στη δημοκρατßα". ¼ πατÝρας του διÜβασε και ξαναδιÜβασε το ποßημα, τον σÞκωσε και τον φßλησε. Κι ο Νικηφüρος του εßπε πως θα γρÜψει πολλÜ ποιÞματα και πως θα βρει κι Ýνα ωραßο ψευδþνυ­μο. Εκεßνος γÝλασε και χαμογελþντας δÜγκωσε τω κÜτω χεßλος του για να του δεßξει üτι σκεπτüταν κÜτι που δεν Ýπρεπε, και του εßπε: "Αυτü να μην το κÜνεις. Το üνομα “ΒρεττÜκος” εßναι βαρυμÝνο απü αρπαγÝς (εκτÜσεων γης) και απü φονικÜ. Να μην το διαγρÜψεις. Να το εξαγιÜσεις".
     Το 1925 εγγρÜφεται στην Β' τÜξη του ßδßου σχολεßου και φοιτÜ στο ßδιο σχολεßο με το ΓιÜννη Ρßτσο. Το 1928 δß­νει δýο διαλÝξεις στην ΕμπορικÞ ΛÝσχη του Γυθεßου σ’ Ýνα κοινü περßπου διακοσßων ατüμων, με μεγÜλη επιτυχßα. Το ΝοÝμβη του 1929 Ýρχεται στην ΑθÞνα για σπου­δÝς, που üμως δεν πραγματοποßησε λüγω οικονομικÞς ανÝχειας, αφοß Þ οικονομικÞ καταστροφÞ του πατÝρα του εßχε συντελεστεß πριν απü δÝκα χρüνια αφοý Ýξ αιτßας, της αρρþστιας του και της Ýλλειψης εργατικþν χεριþν Ýμειναν τα κτÞματα ακαλλιÝργητα. ΠροσλαμβÜνεται ως υπÜλληλος στην Εταιρεßα υδραυλικþν Ýργων αποξÞρανσης του Ýλους ΤρινÜσου στην Λα­κωνßα, ποý διηýθυνε (1926-31). Δημοσιεýει τα μαθητικÜ του πρωτüλεια "ΚÜτω απü σκιÝς και φþτα".



     Με τη λÞξη των Ýργων της Εταιρεßας εργÜζεται σε οικοδομÝς και σε μανÜβικο της κεντρικÞς λαχαναγορÜς, απü το 1930-1931. Ο ßδιος θα γρÜψει: "Μπüρεσα κι Ýκαμα για λßγο καιρü μερικÝς μισοχειρωνακτικÝς και μισογραφικÝς εργασßες". ΜοιρÜζει το χρüνο του ανÜμεσα στη δουλειÜ και τα βιβλßα, περνÜ πολλÝς þρες μελετþντας στην ΕθνικÞ ΒιβλιοθÞκη και αποκτÜ δικÜ του βιβλßα. Το 1932 υπηρετεß τη στρατιωτικÞ του θητεßα ως προ­στÜτης πολυμελοýς οικογενεßας στην Τρßπολη. ΑποσπÜ τα συγχαρητÞρια των ανωτÝρων του αξιωματικþν οι üποιοι αναγνωρßζουν τις δυνατüτητÝς του να γινüταν Ýνας λαμπρüς αξιωματικüς μια μÝρα. Συνεχßζει την ποιητικÞ του δημιουργßα. Γνωρßζεται με την φοιτÞτρια της Φιλολογßας Καλλιüπη Αποστολßδη, την üποια νυμφεýεται το 1934. ΕργÜζονται κι οι δýο ως ημερομßσθιοι γραφεßς στις ΓενικÝς ΑποθÞκες Στρατοý στον ΠειραιÜ. Ο ΒρεττÜκος παρουσιÜζει μια καταπληκτικÞ ποιητικÞ παραγωγÞ και δημιουργßα. Συνεχþς εκδßδονται ποιητικÝς συλλογÝς του. Στις 9 Απρßλη 1936 γεννιÝται Þ κüρη του Ευγενßα (ΤζÝνη), σýζυγος του γιατροý ΤÜσου Παπαδημητρßου, επιμελÞτρια πολλþν απü τα βιβλßα του πατÝρα της. ΕργÜζεται ως ιδιωτικüς υπÜλληλος και ως εργÜτης υφαντουργεßου. Ο ßδιος θα γρÜψει: "Δοýλευα στα βαφεßα ενüς μεγÜλου υφαντουργικοý εργοστασßου. Η δουλειÜ Þταν βαριÜ Üλλα üχι δýσκολη". Το 1938, 9 Ιουλßου γεννιÝται ο γιος του Κþστας, ο “ΝτÜντης” για τους δικοýς του. ΣκηνοθÝτης, ποιητÞς, εκδü­της. Η γυναßκα του διορßζεται στον Οργανισμü ΛιμÝνος Πειραιþς. Το 1940 πολεμÜει στην πρþτη γραμμÞ ως απλüς στρατιþτης. ΚαταγρÜφει τις αναμνÞσεις του απü τον πü­λεμο με τη μορφÞ ημερολογßου στην Οδýνη.
     12 ΔεκÝμβρη. Στο ýψωμα 1220 της Κλεισοýρας κιν­δýνεψε να σκοτωθεß: "Μετροýν πÜνω στη χλαßνη μου, πÝν­τε τρýπες απü τις σφαßρες.", θα γρÜψει ü ßδιος. Στις 14 Απρßλη 1941 διαλýεται το σýνταγμα στο üποιο υπηρετεß και επιστρÝφει στην ΑθÞνα αυτüς και ο λοχßας, πεζοπορþντας καß ζητιανεýοντας Üπü χωριü σÝ χω­ριü Απü το 1942 Ýως το 1944 κατοικεß στην οδü Κομνηνþν και ΧαριλÜου Τρικοýπη, στο σπßτι των "κοπιþντων και πεφορτισμÝνων", üπως το αποκαλοýσε ο ßδιος. ΠÞρε μÝρος στην ΕθνικÞ Αντßσταση επιθυμþντας να δεσμευτεß στον καθολικü αγþνα, για το Üγνωστο χρονικü διÜστημα που θα μεσολαβοýσε, ως την απελευθÝρωση Þ την καταστροφÞ. Στην Πλοýμιτσα περιθÜλπει ¢γγλους στρατιþτες με τη βοÞθεια της αδελφÞς του Σοφßας (Þ Σοφßα εßναι Þ Μα­ρßα στο Ýργο του Αγρßμι) με σκοπü να τους φυγαδÝψουν στη ΜÝση ΑνατολÞ. Εν τω μεταξý πεθαßνει ο αγαπημÝνος του πατÝρας στις 12 ΣεπτÝμβρη του 1944 και τον εντα­φιÜζει μüνη η μητÝρα του με δýο ΚροκεÜτες στην Πλοýμι­τσα. Τüτε εκδßδεται η ΗρωικÞ συμφωνßα κι Üλλα σπουδαßα Ýργα του το 1945.
     Το 1946 ασχολεßται με κριτικÞ βιβλßου, εργÜζεται ως αρχισυντÜκτης, εκδüτης και διευθυντÞς στα "’Ελεýθερα ΓρÜμματα" μÝχρι τον Απρßλη του 1949. Μετακομßζει στον ΠειραιÜ, ΚαραÀσκου 106 και υπογρÜφει τη διαμαρτυρßα των λογοτεχνþν "Προς την Δ' ΑναθεωρητικÞ ΒουλÞ των ΕλλÞνων και τη ΔιεθνÞ ΚοινÞ Γνþμη" . Το 1947 εκδßδεται "Η ΠαραμυθÝνια Πολιτεßα". Το 1948 γνωρßζεται με τον ¢γγελο Σικελιανü ποý τον τιμÜ με την φιλßα του μÝχρι το θÜνατü του. Στον ΒρεττÜκο παρα­χþρησε και την τελευταßα του συνÝντευξη το 1950. Ο ΒρεττÜκος θα γρÜψει γι’ αυτüν στην "Οδýνη"[31] . "...Ýτυχε τον ßδιο αυτüν καιρü, να γιομßζει την πüρτα μας, κÜθε τü­σο, κι υστÝρα το πιο μεγÜλο μας δωμÜτιο, μια επιβλητικÞ παρουσßα, ποý μÝσα της κüχλαζε πολý φως. ’¹τανε ü ¢γγελος Σικελιανüς, ο μεγαλýτερος τüτε ¸λληνας ποι­ητÞς". Το 1949 κυκλοφοροýν οι ποιητικÝς του συλλογÝς: "Το βιβλßο της Μαργαρßτας", "Ο Ταàγετος και η σιωπÞ του" και το λυρικü του δοκßμιο: "Δýο Üνθρωποι μιλοýν για την ειρÞνη του κüσμου". Για το τελευταßο του αυτü Ýργο υφßσταται κυρþσεις και επιπλÝον απομακρýνεται απü τÞ διεýθυνση του περιοδικοý "Ελεýθερα ΓρÜμματα" για να σημειþσει με πüνο: "Εξ αιτßας του αιρετικοý βιβλßου μου εκεßνου Ýμεινα μüνος με την ανιδιοτÝλεια μου πληγωμÝνη κατÜκαρδα". Στην θλßψη και απομüνωσÞ του βρÞκε κατα­φýγιο κοντÜ στην ΤατιÜνα Γκρßτση - Milliex και τον Roger Milliex, η ψυχÞ των üποιων, üπως θα πει, Ýγινε Ýνα Üσυλο γι’ αυτüν και το σπßτι τους Ýγινε σπßτι του. ¸γινε ο τüπος απ’ üπου μποροýσε να σταθεß και να ξανακοιτÜξει τον κü­σμο.
     Συνεχþς εκδßδονται νÝες συλλογÝς του και διατηρεß μüνιμη στÞλη στο περιοδικü "ΕλληνικÜ ΧρονικÜ" απü το 1952 Ýως το 1954. ΣυνδÝεται με στενÞ φιλßα με το ΛουκÞ Ακρßτα με μια σχÝση ανθρþπινη και üχι πολιτικÞ. Κυκλο­φοροýν απü τα "ΠειραúκÜ ΧρονικÜ" Þ συλλογÞ του Πλοýμιτσα και απü το Γαλλικü ’Ινστιτοýτο "Η Ýξοδος με το Üλογο". To 1954 απολýεται η γυναßκα του απü τον Ο.Λ.Π. κι υποχρεþνεται να εργαστεß ως ΚαθηγÞτρια στο ΓυμνÜσιο Καστανοχωρßων στο ΚαλÝντζι Ιωαννßνων μακρυÜ απü την οικογÝνεια της. Το γεγονüς αυτü εμπνÝει το ΒρεττÜκο να γρÜψει μερικÜ σχετικÜ θαυμÜσια ποιÞματÜ του. Στη διÜρκεια της δικτατορßας συλλαμβÜνεται ü γιüς του Κþ­στας (1967) και κυκλοφορεß η ποιητικÞ του συλλογÞ "Στον Ρüμπερτ ΟπενχÜιμερ".
     Ο ΒρεττÜκος, αυτüς ο "μαραθωνοδρüμος της ΕιρÞνης και της ΑγÜπης" üπως τον ονüμασε σýγχρονος διανοοýμε­νος, Ýχει ως πολιτικÞ του ιδεολογßα την ανθρωπιÜ, την αγÜπη και την Ýμπρακτη εφαρμογÞ της . Με το ποßημÜ του "ΓρÜμμα στον Ρüμπερτ ΟπενχÜιμερ", αναφερüμενος στην απειλÞ της πυρηνικÞς καταστροφÞς, προσπαθεß να ελÝγξει την ßδια την επιστÞμη, ποý πρüδωσε η ιδßα η που δεν πρüδωσε Üλλα της υπÝκλεψαν την αποστολÞ της, üπως θα πει ο ßδιος σε συνÝντευξη που Ýδωσε το 1984. Την þρα που ξÝσπαγε ο μεγÜλος πüλεμος, γρÜφει ο ΒρεττÜκος, στο ποßημα "Πρþτη Σεπτεμβρßου 1939" και στÝλνει στο κüσμο μÞνυμα αγÜπης και αδελφοσýνης. "Αδελφοß μου γιατß δεν αναγνωριζüμαστε; ΠÝστε τ’ üνομα του πατÝρα σας και τα σημÜδια της μητÝρας σας Κι αν λÝγονται Θεüς και Γης Ας μοιρÜσουμε τ’ Üπειρο τον Þλιο και το ψωμß μας". Σýμβολο εθνικÞς ομοψυχßας ü Νικηφüρος ΒρεττÜκος που μÝσα στην αγÜπη του χωρÜνε üλοι οι ¸λληνες[38]. Ο Νικηφüρος ΒρεττÜκος με αßσθημα ευθýνης στο ποιητικü του Ýργο στον "Ρüμπερτ ΟπενχÜιμερ" τüλμησε να εγκαλÝσει στο κριτÞριο της Ιστορßας, στο δικαστÞριο της ανθρþ­πινης συνεßδησης το μεγÜλο επιστÞμονα, ΟπενχÜιμερ, για να τον καταδικÜσει αμετÜκλητα. Χαρακτηριστικü το ερþ­τημα ποý του απευθýνει: "Χωρßς εντολÞ, πþς τολμÞσατε φßλε ΟπενχÜιμερ;".



     Ο ΟπενχÜιμερ μπορεß να Þταν μεγÜλος επιστÞμονας Üλλα ομολüγησε με συντριβÞ: "Εγþ Ýγινα ο Üγγελος της καταστροφÞς". Λßγο μετÜ τη καταδßκη των εγκληματιþν του Γ' ΡÜιχ στη δßκη της ΝυρεμβÝργης, ο Νικηφüρος Βρετ­τÜκος με το ανοιχτü γρÜμμα του στον Ρüμπερτ ΟπενχÜιμερ εγκÜλει τους επιστÞμονες σε μια νÝα ΝυρεμβÝργη κι ýψþνει φωνÞ δικαιοσýνης ποý γßνεται ρομφαßα: "ΡομπÝρ ΟπενχÜιμερ. Δεν κρßνεσαι. Κρßθηκες. ΚαταδικÜστηκες τελεσßδικα να κρßνεσαι πÜντα υπüδικος ως το τελευταßο λυκüφως". Σßγουρα με την αγÜπη που διÝθετε, θα Ýχει συγχωρÞσει τον ΟπενχÜιμερ, ως υπεýθυ­νος üμως πνευματικüς Üνθρωπος αισθÜνθηκε την ανÜγκη να χρησιμοποιÞσει το μαστßγιο του ποιητικοý του λüγου και να εκδιþξει απü τον Ιερü χþρο του πνεýματος τοýς καπÞλους της επιστÞμης, που δεν πρÝπει ποτÝ να αποσυνδεθεß απü την ηθικÞ. Ο ßδιος σε συνÝντευξÞ του εßχε παρατηρÞσει: "Ζοýμε μÝσα στην κρßση μιας μεγÜλης ασυνεßδητης εποχÞς. Ας ποýμε τον καλü μας λüγο, ας φω­νÜξουμε üπου Ýχουμε υποχρÝωση". ¢λλα δυνÜμεις υψηλÝς, εσþτερες, κινοýσαν πÜντοτε τον ποιητÞ προς το δρüμο των Ιδανικþν. Ο ßδιος στην ßδια συνÝντευξη θα πει: "Η πß­στη εßναι εκεßνη ποý κινεß τον Üνθρωπο προς το μαρτýριο και την αυτοθυσßα. Η εποχÞ μου μοý Ýδωσε την ευκαιρßα να γνωρßσω την περηφÜνια των μαρτýρων, που δεν μπορεß να την αγνοÞσει η ποßηση. Στο βÜθος εßδα τον αιþνιο Üνθρωπο στον αγþνα του".
     Ο ΒρεττÜκος ονειρεýτηκε Ýναν κüσμο ιδανικü, ηθικü θα λÝγαμε, üπως και ο Σολωμüς, κüσμο "αγγελικÜ πλασμÝνο". Το μαρτυροýν κÜποιοι στßχοι του: "Τον κüσμο που ονειρεýτηκα δεν ευδüκησα να τον δω. Και πολý μου κü­στισε και με πüνεσε, επειδÞ, χωρßς να ’χει υπÜρξει, κÜποιος Ýβαλε μια φωτογραφßα του μÝσα μου". Και κÜπου Üλλου θα πει: "Η ποßηση αισθÜνεται την ανÜγκη να διε­ρευνÜ το βÜθος της ομορφιÜς και της τελειüτητας".
Το 1955 εκλÝγεται δημοτικüς σýμβουλος στο ΔÞμο Πειραιþς (1955-59). ΑναλαμβÜνει πρωτοβουλßα για τη δη­μιουργßα μßας ευρýτερης πνευματικÞς καλλιτεχνικÞς κßνη­σης. Προτεßνει την ßδρυση παιδικοý θεÜτρου, λαúκþν βιβλιοθηκþν, εκδοτικοý οργανισμοý για την Ýκδοση βιβλßων Πειραιωτþν συγγραφÝων και πραγματοποιεß πλÞθος ομι­λιþν γýρω απü τα λογοτεχνικÜ μας πρÜγματα. ΕπιτυγχÜ­νει να δοθεß το δημοτικü θÝατρο του ΠειραιÜ στο ΔημÞτρη ΡοντÞρη και συμβÜλλει στην ßδρυση του "Πειραúκοý ΘεÜ­τρου". Δημιουργεßται επßσης το "Πειραúκü ΘÝατρο" και το υπαßθριο θÝατρο στο λüφο του ΠροφÞτη Ηλßα κι ιδρýεται η "ΔημοτικÞ ΦιλαρμονικÞ Πειραιþς".
     ΠαρÜλληλα καταβÜλλεται προσπÜθεια για την καλýτερη λειτουργßα του Ιστορικοß Αρχεßου και της ΔημοτικÞς ΠινακοθÞκης. Το καλοκαßρι του 1955 ανεβαßνει μαζß με τον Roger Milliex και τοýς γιοýς του στον Αη-ΛιÜ, στην κο­ρυφÞ του Ταàγετου. Τις θαυμÜσιες εμπειρßες του περιγρÜ­φει ο Roger Milliex στο οδοιπορικü του "Ο Ταàγετος και η σιωπÞ". Κι ο ΒρεττÜκος γρÜφει το "Ανεπßδοτο γρÜμμα" και το "ΓρÜμμα στον ΤσÜρλι ΤσÜπλιν". ΠαρÜλληλα με την πλοýσια λογοτεχνικÞ του παραγωγÞ το 1956 του απονÝμεται το πρþτο Κρατικü Βραβεßο ποßησης για την επιτομÞ του "Τα ΠοιÞματα" (1929-1951) . ΚÜθε χρüνο, ο Νικηφüρος ΒρεττÜκος Ýχει μια πλοýσια λογοτεχνικÞ και πολιτι­στικÞ παραγωγÞ. Συνεχþς κυκλοφοροýν νÝες ποιητικÝς του συλλογÝς. Και συνεχþς αλλÜζει επαγγÝλματα για επι­βßωση. Το 1964 θα τον βροýμε ιματιοφýλακα στο Εθνικü ΘÝατρο με τη μεσολÜβηση του ΛουκÞ Ακρßτα.
     Συνεχþς πραγματοποιεß ταξßδια στο εξωτερικü. Στη Ρωσßα, στη Βενετßα, στο ΒουκουρÝστι, στο ΖÜγκρεμπ, στις δαλματικÝς ακτÝς. 16 Ιουλßου του 1965 πεθαßνει η μη­τÝρα του και ενταφιÜζεται στις ΚροκεÝς. Ο ßδιος συλλαμβÜνεται τον Αýγουστο του 1967 απü τους Απριλιανοýς και ο γιüς του φυλακßζεται. Στις 9 Οκτþβρη εγκαταλεßπει την ΕλλÜδα, προσκεκλημÝνος του Αντþνη Σφουντοýρη, ΚαθηγητÞ της ΦυσικÞς, μεταφραστÞ του και μεταβαßνει στο Τρüγγεν των ελβετικþν ’¢λπεων, στη διεθνÞ παιδοýπολη Πεσταλüτσι. Η υπεýθυνη του ελληνικοý σπιτιοý, Καλ­λιüπη Νακοποýλου, θα του πει: "Τα γýρω βουνÜ μας υποσχÝθηκαν üτι θα καλÝσουν τον Ταàγετο να σÜς συντροφÝψει, üσον καιρü θα παραμεßνετε ανÜμεσÜ μας". Κυκλοφορεß στο εξωτερικü το ποßημα με τßτλο: "Αποχαιρετισμüς στον Þλιο της πατρßδας μου" Το ποßημÜ του αυτü αποτελεß κραυγÞ αγωνßας του ποιητÞ για τη σωτηρßα της πατρßδας του κι Ýχει επικαιρüτητα. Οι ακροτελεýτιοι στßχοι του το μαρτυροýν: "Αν δεν εßναι þριμος ο κüσμος παρÜ μüνον για να καταστραφεß, / λησμονÞσετε τüτε και την πατρßδα μου / αν üμως ακüμα υπÜρχουνε ψυχÞ και αγÜπη, τüτε απλþστε τα χÝρια üλοι οι ευγενεßς του κüσμου και βοηθεßστε τη".
     1968. Ζυρßχη, Ρþμη, Παρßσι, Birmingham, Λονδßνο εßναι οι επüμενοι σταθμοß του. ¸ργα του μεταδßδονται απü το ραδιοφωνικü σταθμü του ΜονÜχου και εκπομπÝς αφιερωμÝνες στην ποßησÞ του απü τους σταθμοýς της Φρανκφοýρτης και του Αμβοýργου. Χριστοýγεννα 1968 στο Λονδßνο με την οικογÝνεια του. Κυκλοφοροýν ποιÞμα­τα στα ελληνικÜ και γαλλικÜ. 1968. Μεταδßδονται εκπομπÝς για την ποßηση του απü τους ραδιοφωνικοýς σταθμοýς της Φρανκφοýρτης, ΧαúδελβÝργης, ΜονÜχου, Κολωνßας, Βüννης, ΣτουτγÜρδης. Στα πλαßσια της Διεθνοýς ΠνευματικÞς εβδομÜδος παρουσιÜζε­ται Þ ποßησÞ του απü το ΠανεπιστÞμιο του ΕρλÜνγκεν ενþ παρÜλληλες εκδηλþσεις οργανþνονται απü τα ΠανεπιστÞ­μια του ΒισμπÜντεν και του Bochum. ΜετÜ απü τα τα­ξßδια του στο ΠαλÝρμο, Λονδßνο, Παρßσι, üπου συναντιÝται με τους Milliex, ηχογραφεß μια συνÝντευξη και επιστρÝφει στο Τρüγκεν. Κυκλοφορεß στην Ελβετßα επιλογÞ ποιημÜτων του μεταφρασμÝνων στα ΓερμανικÜ απü τον Αντþνη Σφουντοýρη και η "Οδýνη" στη ΝÝα Υüρκη.
     Το 1970 παßρνει μÝρος σε φεστιβÜλ ποßησης στο Λονδß­νο και απαγγÝλλει ποιÞματα του. Προτοý μπουν στην αßθουσα με τη γυναßκα του, το κοινü που τον αντελÞφθη Üρχισε να του στÝλνει φιλιÜ - εßχε ακοýσει την προηγοýμε­νη τον οργανωτÞ του φεστιβÜλ που εßχε πει üτι δεν ξÝρει ΑγγλικÜ ο ποιητÞς - προσπαθþντας με τον τρüπο αυτü να εκδηλþσουν τα αισθÞματÜ τους απÝναντß του. Οι πιο ενθουσιþδεις επιστρατεýοντας προφανþς δýο ελληνικÝς λÝξεις μ’ Ýνα Þχηρüτατο "ευχαριστþ", Ýσπευδαν να του σφßξουν το χÝρι... ΞÝνος, αβοÞθητος απü πλευρÜς ελληνικÞς απü οιανδÞποτε πλευρÜ επÝβαλε με την παρουσßα του και την απαγγελßα του üχι μüνον τον εαυτü του Üλλα και την ελληνικÞ ποßηση. ΠοιÞματα διαβÜζει σε εκδηλþσεις στο Μüναχο και στο Τρüγκεν. Την ßδια χρονιÜ Ýρχεται στο ΠαλÝρμο ως προσκεκλημÝνος του Σικελικοý Ινστιτοý­του Βυζαντινþν και Νεοελληνικþν Σπουδþν, για να μιλÞ­σει για τον ΚαζαντζÜκη. ΣυναντιÝται στη Ρþμη με τον Mario Vitti και επιστρÝφει στη Τρüγκεν. Τον ΣεπτÝμβριο του ßδιου χρüνου εγκαθßσταται στο ΠαλÝρμο της Σικελßας, ýστερα απü πρüταση του δημιουργοý και ΠροÝδρου του Ινστιτοýτου Βυζαντινþν και Νεοελληνικþν Σπουδþν, Bruno Lavagnini, να εργαστεß στη σýνταξη του Ýλληνοúταλικοû λεξικοý. ΣυναντιÝται με τον Vincenzo Rotolo και τον Mario Vitti. ΜÝνει στο σπßτι του ΚαθηγητÞ της αρχαßας ελληνικÞς, στο εκεß κεντρικü ΠανεπιστÞμιο Σαλβατüρε Νικüζια. Κυκλοφορεß στη Ζυρßχη με τßτλο "ΑυτÜ τα παιδιÜ του πλανÞτη μας" δßγλωσση επιλογÞ ποιημÜτων του με χειρüγραφα τα ποιÞματα και με γερμανικÞ μετÜφραση του ΑργυρÞ Σφουντοýρη.
     Το 1971 εργÜζεται στο ΠαλÝρμο στη σýνταξη του λεξι­κοý. Τον απασχολεß η σýνθεση του “ΠρομηθÝα”. Κυκλοφο­ρεß στο ΠαλÝρμο επιλογÞ ποιημÜτων του μεταφρασμÝνων στα ιταλικÜ απü τον Vincenzo Rotolo. Το 1972 συνεχßζεται η σπουδαßα λογοτεχνικÞ του δημιουργßα με τη σýνθεση της "Διαμαρτυρßας", ενþ κυκλοφοροýν τρεις τüμοι του, της "Οδοιπορßας" και στη Γερμανßα Þ "Αυτοβιογραφßα" του μεταφρασμÝνη στα γερμανικÜ απü την Ισιδþρα Rosenthal - ΚαμαρινÝα. Το 1973 κυκλοφορεß στο Μüναχο νÝα δß­γλωσση ποιητικÞ συλλογÞ με μετÜφραση στα γερμανικÜ της Ισιδþρας Rosenthal - ΚαμαρινÝα. Το 1974 προσβÜλλεται απü βαριÜς μορφÞς φυματßωση και νοσηλεýτηκε Ýξι σχεδüν μÞνες στο Νοσοκομεßο “Cervel1ο” στο ΠαλÝρμο με δαπÜνη του δÞμου του ΠελÝρμου κÜτι που θα μνημονεýσει με ιδιαßτερη ευγνωμοσýνη. Με ενÝρ­γειες του Roger Milliex εγκαθßσταται με τη γυναßκα του στο Serres των ΚÜτω Γαλλικþν ¢λπεων. Το ποτÜμι ΜπυÝς διασχßζει το χωριü και θα αποτελÝσει πηγÞ Ýμπνευσης στο Ýργο του. ΓρÜφει εκεß το Ýργο του "Το ποτÜμι ΜπυÝς και τα εφτÜ ελεγεßα". ΑυτÞ η Ýμπνευση κι αυτü του το Ýργο φαßνεται üτι του εξασφÜλισε, üπως θα πει χαρακτηριστικÜο ßδιος, την υπαρξιακÞ του ισορροπßα και γαλÞνη[53]. Απο­μονþνουμε λßγους στßχους χαρακτηριστικοýς: "Αν δεν δυνÞθηκε πολλÜ να κÜνει, αν λüγου χÜρη δεν ετεχνοýργησε αρκετÜ Þ δεν Ýφτιαξε Ýνα φρÜγμα / σ’ Ýνα σημεßο των εγκρεμþν τοý αιþνα του, δεν Ýπαψε / νÜ ’ναι το ’ßδιο, το μικρü αυτü Ýργο του Θεοý, Ýνα αριστοýργημα".



     Και σ’ Üλλο σημεßο στο ßδιο Ýργο: "...αναστÝναξα: “Δü­ξα Σοι” η “Αλληλοýια” Þ κÜτι τÝτοιο· κι ευθýς βοýλιαξα σε μßαν Üλλη σιωπÞ / üμοια μ’ αυτÞ που κÜποτε υπÞρξε για μÝνα / η ομιλßα των ουρανþν που μ’ Ýμαθε τα τÝλεια γρÜμ­ματα". Τον Αýγουστο τοý 1974 επιστρÝφει στην ΕλλÜδα. Εκδßδονται νÝες ποιητικÝς του συλλογÝς "Διαμαρτυρßα και ωδÞ στον Þλιο". ΜεταφρÜζονται στα βουλγαρικÜ και κυκλοφοροýν σε λογοτεχνικÜ περιοδικÜ της Βουλγαρßας ποιÞματÜ του. Το 1975 γρÜφει επιφυλλßδες στην εφημερßδα "’Ελευθε­ροτυπßα" και κυκλοφορεß Þ θαυμÜσια ποιητικÞ του συλ­λογÞ "Το ποτÜμι ΜπυÝς και τα εφτÜ ελεγεßα". Το 1976 κυκλοφοροýν νÝες ποιητικÝς του συλλογÝς και βραβεýεται απü την Ακαδημßα Αθηνþν, με το βραβεßο ΟýρÜνη. Κυκλοφορεß στο ΠαλÝρμο δßγλωσση επιλογÞ των ποιημÜτων του με μετÜφραση στα ιταλικÜ της Maria Tsanos Gallo.
Το 1977 συμμετÝχει στην ποιητικÞ βραδιÜ του Φε­στιβÜλ τοý δÞμου Λευκωσßας. Κυκλοφοροýν στη Γαλλßα ποιÞματÜ του μεταφρασμÝνα στα γαλλικÜ και στην Ουγγαρßα στα ουγγρικÜ.
     Το 1978 κυκλοφορεß Þ Ýμμετρη τραγωδßα του, "Προμη­θÝας" και το 1979 επιλογÞ απü επιφυλλßδες της ’Ελευθε­ροτυπßας, με τßτλο "Μαρτυρßες μιας κρßσιμης εποχÞς" και ποιÞματÜ του στην αγγλικÞ μεταφρασμÝνα απü τον Thomas Doulis. Το 1980 προτεßνεται μαζß με τον ΓιÜννη Ρßτσο απü την Εταιρεßα ΕλλÞνων Λογοτεχνþν για το βρα­βεßο Nobel Λογοτεχνßας. ΠροτÜθηκε τÝσσερις φορÝς για το Nobel Λογοτεχνßας. Τοý απονÝμεται το ΔιεθνÝς Βραβεßο τοý Βελγßου ΚΝΟΚΕΝ και τον τιμÜ ü ΔÞμος ΠειραιÜ για τα 50 χρüνια προσφορÜς του στα γρÜμματα. Το 1981 τον τιμÜ η ΠνευματικÞ Εστßα ΣπÜρτης. Κυ­κλοφορεß η ποιητικÞ του συλλογÞ "Εις μνÞμην 1940 -1944" και η δßτομη επιλογÞ με τον τßτλο: "Τα ποιÞματα" και το ορατüριο του "Λειτουργßα κÜτω απü την Ακρüπο­λη". Τον βραβεýουν η Εταιρεßα Σικελικþν ΓραμμÜτων και Τεχνþν και ο ’Οργανισμüς Καλλιτεχνικþν Εκδηλþσεων Πατρþν. Το 1982 τιμÜται μαζß με τον ΓιÜννη Ρßτσο απü την ¸νωση Καθηγητþν ΛακωνικÞς και το καλοκαßρι της ßδιας χρονιÜς παρουσιÜζεται το Ýργο του "Λειτουργßα κÜ­τω απü την Ακρüπολη" στο αρχαßο θÝατρο Γυθεßου και στο βυζαντινü ΜυστρÜ και στη συνÝχεια στο Ηρþδειο στα πλαßσια του ΦεστιβÜλ Αθηνþν και σε διαφüρους δÞμους της ΑττικÞς. Για το Ýργο του αυτü τοý απονÝμεται τü Α' Κρατικü Βραβεßο Ποßησης.
     Εκδßδεται η ποιητικÞ του συλλογÞ "Ο διακεκριμÝνος πλανÞτης" και ξανατυπþνονται ποιÞματÜ του. Κυκλοφο­ροýν στην Τουρκßα ποιÞματÜ του μεταφρασμÝνα στην τουρ­κικÞ και η "Λειτουργßα κÜτω απü την Ακρüπολη" σε μετÜφραση Μ. Β. Raisis. Το 1984 γßνονται τα αποκαλυπτÞρια μνημεßου στο ΜονοδÝνδρι Λακωνßας για τους τριÜντα ΚροκεÜτες, περισσüτεροι Þταν συμμαθητÝς του, που εκτÝλεσαν οι Γερμανοß και στην πλÜκα γρÜφτηκαν στßχοι του γι’ αυτÜ τα παιδιÜ. Την ßδια χρονιÜ αναγορεýεται μαζß με τον ΓιÜννη Ρß­τσο επßτιμος Πρüεδρος της Εταιρεßας ΕλλÞνων Λογο­τεχνþν και στη συνÝχεια πραγματοποιεß ιερüν προσκýνημα στο Αγιον ¼ρος. Στη συνÝχεια επισκÝπτεται το Δßον και τοýς βασιλικοýς τÜφους της Βεργßνας. Το 1985 η Ακαδημßα Αθηνþν τοý απÝνειμε το Αριστεßο ΓραμμÜτων και ανακηρýσσεται επßτιμος Πρüεδρος της Εταιρεßας ΓραμμÜτων και Τεχνþν τοý ΠειραιÜ[62]. Τον τιμÜ επßσης το Πατριαρχεßον Αλεξανδρεßας. Το 1986 ανακηρýσσεται επßτιμος δημüτης Καρδßτσας, Ιωαννßνων και συνεχßζουν οι παραστÜσεις του Ýργου του "Λειτουργßα κÜτω απü την Ακρüπολη". Τον επßλογο του Ýργου διÜβαζε πÜντα ο ßδιος. Κυκλοφορεß ποιητικÞ του συλλογÞ "ΕκκρεμÞς δωρεÜ".
     Το 1987 εξακολουθεß να δÝχεται καταιγισμü διαφüρων τιμþν, να αναγορεýεται επßτιμος δημüτης διαφüρων δÞμων και στις 26 ΦεβρουÜριου του ßδιου Ýτους εκλÝγεται μÝλος της Ακαδημßας Αθηνþν. Κυκλοφορεß νÝα συλλογÞ ποιημÜ­των του στο ΠαλÝρμο, σε μετÜφραση Vincenzo Rotolo και εγκρßνεται ομüφωνα με Üριστα η πρþτη διδακτορικÞ δια­τριβÞ για τη ζωÞ και το Ýργο του με θÝμα: Το μυθικü και ιδεολογικü σýμπαν της ποßησης του Νικηφüρου ΒρεττÜκου, απü το φιλολογικü τμÞμα της ΦιλοσοφικÞς ΣχολÞς του Πα­νεπιστημßου Ιωαννßνων, με συγγραφÝα τον ΑθανÜσιο Ε. Γκüτοβο και κυκλοφορεß το 1989 απü τις εκδüσεις "Φιλιππüτη". Το 1988, στις 9 ΦεβρουÜριου λαμβÜνει χþραν Þ επßση­μη υποδοχÞ του απü την Ακαδημßα Αθηνþν. ΘÝμα της ομι­λßας του "Ποιητικüς λüγος και εθνικÞ αλÞθεια". Μßα ομιλßα - υποθÞκη, πνευματικü καταπßστευμα, κεφÜλαιο πνευ­ματικü για üλους μας. Στην ομιλßα του αυτÞ υπογρÜμμισε την εθνικÞ μας αλÞθεια, που, üπως τüνισε, βρßσκεται ευδιÜκριτα σημειωμÝνη στην πλÝον αδιÜψευστη δÝλτο της Ιστορßας, ποý εßναι η ελληνικÞ ποßηση, απü τον ¼μηρο ως τις μÝρες μας.
     Επισημαßνει την απομÜκρυνση στην εποχÞ μας απü τις ηθικÝς και πνευματικÝς Üξιες, πρÜγμα ποý σημαßνει απομÜκρυνση απü τον εαυτü μας και απü τον Üνθρωπο πλη­σßον μας. Η ποßηση κατÜ τον ΒρεττÜκο στον τüπο μας υπÞρξε ζωÞ, υπÞρξε παιδεßα. ¼πως εßπε χαρακτηριστικÜ, τα πιο υψηλÜ διδαχτÞρια και οι πιο υποδειγματικÝς Εκκλησßες που λειτοýργησαν ποτÝ στον κüσμο αυτü, υπÞρξαν τα αρχαßα ελληνικÜ θÝατρα, üπου ο ποιητικüς λü­γος διαμοιραζüταν ως Ýνα εßδος Üρτου της ψυχÞς με δι­καιοσýνη[65]. Ο ποιητικüς μας λüγος υπÞρξεν ο εκφραστÞς της ελληνικÞς μοναδικüτητας, γιατß μÝσα στους ποιητÝς λειτουργεß ο ßδιος ο κüσμος και η φωνÞ τους εßναι φωνÞ του κüσμου αυτοý. Ανθολογοýμε μερικÝς διαχρονικÝς αλÞθειες που βγÞκαν απü το στüμα του μεγÜλου ποιητÞ κατÜ την εκφþ­νηση του λüγου του αυτοý στην Ακαδημßα Αθηνþν στις 9 ΦεβρουÜριου του 1988. Οι υποδεßξεις του, πνευματικÜ θησαυρßσματα: "Η Παιδεßα", εßπε, "θα μποροýσε να διδÜ­σκει πþς το πρþτο πρÜγμα που πρÝπει να μαθαßνει κανεßς üταν Ýρχεται στο κüσμο εßναι η μÝσα του αλÞθεια, η οποßα συνßσταται στο üτι κÜθε μικρüσωμο πλÜσμα απü μÜς κλεß­νει μÝσα του μια δυσανÜλογη προς το σωματικü του περß­γραμμα υπαρξιακÞ διÜσταση". "Πρüκειται για τις εσωτερικÝς εκεßνες δυνÜμεις ποý Ýχτισαν τα ομηρικÜ Ýπη, Ýκαμαν τον Üνθρωπο να μεßνει ολüκληρους μÞνες στο διÜστημα και να περπατÞσει στο φεγγÜρι. Εßχε λοιπüν δßκιο ο ¹φαιστος ποý τεχνουργþντας την ασπßδα του ΑχιλλÝα Ýβαλε στο κÝντρο του σýμπαντος, τον Üνθρωπο[68]. Ακüμη και μες απ’ το μýθο προ­βÜλλει η διαßσθηση και ο νους των ΕλλÞνων, οι üποιοι, üπως εßπε ü ΜπÝρτραντ ΡÜσσελ, κατüρθωσαν, εδþ και χι­λιÜδες χρüνια, μιλþντας για ορισμÝνα θÝματα, να ειποýν την τελευταßα λÝξη".



     Η μεγÜλη του αγÜπη εßναι η ελληνικÞ γλþσσα, üπως Þταν και του εθνικοý μας ποιητÞ, Διονυσßου Σολωμοý. ¼πως ο ßδιος αναφÝρει την ποιητικÞ του σýνθεση "Λειτουργßα κÜτω απü την Ακρüπολη" την Ýγραψε üχι "εξ αιτßας πολιτικÞς" Þ για Üλλους ιδιοτελεßς λüγους που διÝπουν τη ζωÞ σÞμερα, αλλÜ για να μην οφεßλει στην ελλη­νικÞ γλþσσα, εκεß δηλαδÞ ποý χρωστÜμε, üπως εßπε, üλοι σÞμερα[70]. Κι’ εκφρÜζεται, γι’ αυτÞν διθυραμβικÜ. Τη χαρα­κτηρßζει ως το "μακρýτερον ζþν ýδωρ τοý κüσμου, που φτÜνει ως εμÜς κατηφορßζοντας απÜνω απü τα λευκÜ μαλ­λιÜ τοý ΟμÞρου". "Πρüκειται", συνεχßζει, "για μια γλωσ­σικÞ κοßτη, που κατÝβασε πολλÞ ψυχÞ και πολý φως, και που δεν σταμÜτησε με την ολοκλÞρωση τοý αρχαιοελληνικοý θαýματος το üποιο αποτελοýν ο τÝλειος λüγος, η αρμονικÞ γραμμÞ, οι αρχÝς κÜθε μορφÞς φιλοσοφßας, οι βÜσεις των μεταγενÝστερων επιστημþν". ¸δωσε üπως ανÝφερε θεßα Ýκφραση στο λüγο των Ευαγγελßων και συνε­χßζοντας Ýφτασε και παρÝλαβε την Ýξαρση των δημοτικþν μας τραγουδιþν, που κατÜ τη γνþμη τοý εκπροσωποýν τον χρυσοýν αιþνα τοý ελληνικοý ψυχισμοý. Και η κοßτη της αυτÞ στην πορεßα της δεν Ýχασε τον προσανατολισμü της. Και σημεßωσε, "üσο κι αν ο δρüμος της ΑρετÞς εßναι δυσανÜβατος, üπως λÝει ο Ησßοδος, το ελληνικü πνεýμα δεν Üλλαξε κατεýθυνση... Η πορεßα της αρχßζει απü τα ομηρικÜ Ýπη, που αποτελοýν το κορυφαßο μνημεßο που χτßστη­κε με λÝξεις σ’ αυτüν τον κüσμο".
     Το Ýπος της ΙλιÜδας εßναι γιομÜτο ανοßγματα που μÝ­σα απü τις μικρüτητες και τον αλληλοσκοτωμü, βλÝπουν στο φþς και στην ομορφιÜ της ζωÞς, βλÝπουν στην ειρÞνη, η üποια κατÜ τον Ευριπßδη εßναι η κορυφαßα των θεþν. "Η ΙλιÜδα διακüπτεται συχνÜ απü οριακÝς σκηνÝς ανθρþπινης τρυφερüτητας. Ο ΑχιλλÝας κλαßει σπαρακτικÜ μαζß με τον εχθρü του το γÝρo  Πρßαμο, του οποßου Ýχει σκο­τþσει το γιü, ¸κτορα και αυτüς πÝφτει στα πüδια να του δþσει το νεκρü να τον ενταφιÜσει. Ο τüπος αντηχεß απü τα γογγυτÜ του θρÞνου τους. ΚαθÝνας κλαßει για το μερßδιο της δικÞς του μοßρας, μοßρας της ανθρωπüτητας. ¼λοι μαζß οι θρÞνοι, γυναικþν, αγωνιστþν συγκλßνουν μÝσα στην ΙλιÜδα και συναρθρþνονται σε μια κοινÞ διαμαρτυρßα, που μοιÜζει να εßναι ως του ενüς ανθρþπου, του ανθρþπου επß της γης". Πρüκειται για το ελληνικü πνεýμα, που εßναι και παγκüσμιο, με τη μοναδικüτητα της μορφÞς του ΟδυσσÝα: "...η μÞτρα του ανθρþπινου πνεýματος βρÞκε εδþ πολý φþς, το φþς που βλÝπουμε και το φþς που δεν βλÝπουμε κι Ýκαμε την πλουσιüτερη γÝννα της σε πρÜγμα­τα παγκüσμιου στολισμοý...". "Ο ΟδυσσÝας αυτοεπιστρατεýει το Üμετρο των εσωτερικþν του δυνÜμεων. Το πολυμÞχανο μυαλü του βρßσκεται σε διαρκÞ εγρÞγορση. Χρησιμοποιεß το δüλο που δεν Ýχει καμßα σχÝση με την ανÝντιμη δολιüτητα, Üλλα αποτελεß Ýνα εßδος Üμυνας με σκοπü τη διÜσωση της αγßας ζωÞς και των ειρηνικþν οραματισμþν της".
     "Η μορφÞ του ΟδυσσÝα", συνεχßζει ο ΒρεττÜκος, "δεν θα μποροýσε να συμβολßζει παρÜ μüνον την πορεßα του ελληνικοý πνεýματος, την πορεßα της ελληνικÞς ψυχÞς". "Στον ΟδυσσÝα ανακαλýπτουμε τα εθνικÜ χαρακτηριστι­κÜ μας γνωρßσματα. Ο ßδιος αντιπροσωπεýει το ελληνικü σýμπαν". Εýστοχες üλες οι επισημÜνσεις του ΒρεττÜκου αποτελοýν πνευματικÜ διαμÜντια πολýεδρα. "Το Ýθνος μας", σημειþνει, "κι üταν εßναι κρÜτος κι üταν υπÜρχει χωρßς να εßναι κρÜτος εßναι Ýνας ΟδυσσÝας που πορεýεται". Και διερωτÜται: "Σε ποιü σκüπελο απ’ üσους Ýχει περÜσει να βρßσκεται Üραγε πÜλι σÞμερα ο ΟδυσσÝας;" "Παρ’ üλες τις δυσκολßες δεν βοýλιαξε και μακÜρι να μην βουλιÜξει ποτÝ". "Κι, η αρχαßα τραγωδßα δεν θα εßχε γεννηθεß αν πρω­ταγωνιστÞς της δεν Þταν η ßδια η αρετÞ". "Ο ελληνικüς ποιητικüς λüγος μοιÜζει ως Ýνα εßδος ευθýγραμμου φω­τüς"81. Και συνεχßζει: "Κι οι ßδιες εκκλÞσεις, παραινÝσεις, εξορκισμοß που εκφρÜζουν τον ενδüμυχο ανθρþπινο πüθο, σε περιπτþσεις εθνικþν παραστρατημÜτων, üπως εßναι η “μισητÞ διχüνοια”, üπως λÝει ο Ευριπßδης, η “απαßσια διχü­νοια που μουλιÜζει το χþμα με το αßμα των πολιτþν”, üπως λÝει ο ΣοφοκλÞς, η “δολερÞ διχüνοια”, üπως λÝει ο Διονýσιος Σολωμüς..." Και συνεχßζει: "Η φωνÞ εßναι ßδια... ως να μην Þταν πολλοß οι κÞρυκες Üλλα Ýνας που μετασταθμεýει απü τη μια στην Üλλη εποχÞ.... Απüτο­μες κορυφþσεις σε δýσκολες εθνικÝς þρες και αμÝσως, Þ λßγο μετÜ, απüτομες πτþσεις. Ωστüσο ο καλüς σπινθÞρας ενδημεß αφανþς μÝσα στο αßμα μας. Ο ΟδυσσÝας κοιμÜται στην κουπαστÞ του".
     ΙδιαιτÝρως μας προειδοποιεß για τον κßνδυνο που επικρÝμαται απü την φθορÜ της γλþσσας μας. Στην ομιλßα του αυτÞν, στην Ακαδημßα Αθηνþν, παρατηρεß: "...αρχßσαμε να κατεδαφßζουμε τη γλþσσα μας κι αυτü ισοδυναμεß με κατεδÜφιση του ßδιου του Ýθνους μας". Και σε Üλλη ομιλßα του παρατηρεß: "Γλþσσα υπÞρξε η εθνικÞ μας δý­ναμη, η αντßστασÞ μας". ¼μως "Ýχει αρρωστÞσει και αρρþστια της γλþσσας σημαßνει αρρþστια του Ýθνους και η γενικÞ της φθορÜ βρßσκεται σε Üμεση συνÜρτηση με την Ýκπτωση των εθνικþν, πολιτικþν, ηθικþν αξιþν της χþρας μας. Ο δυναμικüς ψυχισμüς μας κρÜτησε τις ρßζες της γλþσσας αλþβητες". "Γλþσσα και ψυχÞ εßναι δýο πρÜγ­ματα που δεν διαχωρßζονται. Η γλþσσα μας σÞμερα αποτελεß το διεθνÞ γλωσσικü Üξονα σ’ ü,τι αφορÜ την ορολογßα της επιστÞμης και της τεχνολογßας, οι üποιες δανεßζονται λÝξεις απü το διαχρο­νικü γλωσσικü μεταλλεßο μας".


                                           Mε τη σýζυγü του...

     "Πιο Ιερü πρÜγμα απü τη γλþσσα για Ýνα Ýθνος δεν υπÜρχει". Η καρδιÜ ενüς Ýθνους χτυπÜει μÝσα στη γλþσσα του". Η ελληνικÞ γλþσσα υπÞρξε ο αγιÜτρευτος καημüς του ποιητÞ, üπως το εξÝφρασε σε στßχους: "¼ταν κÜποτε φýγω απü τοýτο το φþς / θα ελιχθþ προς τα πÜνω, üπως Ýνα ρυακÜκι που μουρμουρßζει. / Κι’ αν τυχüν κÜπου ανÜμεσα / στους γαλÜζιους διαδρüμους συ­ναντÞσω αγγÝλους, θα τους / μιλÞσω ελληνικÜ, επειδÞ / δεν ξÝρουνε γλþσσες. ΜιλÜνε μεταξý τους με μουσικÞ". Αν μποροýσαν να συμπεριληφθοýν στα βιβλßα üλων των βαθμßδων της εκπαßδευσης Ýργα του Νικηφüρου ΒρεττÜκου, η ωφÝλεια θα Þταν ανυπολüγιστης αξßας. ΔιαβÜζοντας κανεßς την ομιλßα του: "Λüγος για το Με­σολüγγι", που εκφωνÞθηκε σε γιορτÞ της Εξüδου στις 17 Απριλßου 1989 μπορεß να διαπιστþσει τον ιδεολογικü πλοýτο που αποθησαýριζε στην ψυχÞ του διÜ βßου. Αναφερüμενος στο Μεσολüγγι υποδεικνýει την ανÜγκη να το επι­σκÝπτονται τα παιδιÜ των σχολεßων üλης της χþρας και να τοýς λÝμε τß την κÜμαμε την ελευθερßα που μας Ýδωσαν κι αν διατηρÞσαμε την ηθικÞ συγγÝνεια με τοýς αγωνιστÝς του... Γιατß εμÜς, δεν θα μας εξαγιÜσει η καταγωγÞ μας, αν δÝν μÜς εξαγιÜσουν τα Ýργα μας[90]. Ο ßδιος γρÜφει: "αν ζοýσα εκεßνα τα χρüνια και Ýγραφα Ýνα ποßημα για το φαινüμενο Μεσολüγγι, θα του Ýδινα τον τßτλο: "ΟυρÜνιες δυνÜμεις επß της γης".
     Ο λüγος του ΒρεττÜκου στην Ακαδημßα Αθηνþν Ýκλεισε μ’ Ýνα δυνατü επßλογο-μÞνυμα: "Το να γεννηθεß κανεßς σ’ αυτÞ τη ζωÞ εßναι ευλογßα. Το να γεννη­θεß σ’ αυτüν τον τüπο εßναι διπλÞ ευλογßα. ΑλλÜ διπλü και το χρÝος. Δεν πρÝπει να πÜψουμε να πιστεýουμε στη ρßζα μας. Εθνικοß λüγοι, ανθρþπινοι λüγοι, θεßοι λüγοι, επιβÜλ­λουν να μην επιτρÝψουμε να διαγραφεß απü τη διαρκþς συρρικνοýμενη γλþσσα μας Þ λÝξη "χρÝος", με την ηθικÞ Ýννοια του üρου, που την ÝγγραφÞ της επιχειρþ απüψε, εις θÝαν της Πολιτεßας, εις θÝαν της ’Εκκλησßας, εις θÝαν των Πανεπιστημßων μας στην υψηλÞ προμετωπßδα αυτοý του ιδρýματος". Σπουδαßες παραθÝσεις. Ασ τις αφουγκραστοýμε, ιδιαιτÝρως στις μÝρες μας.
Και μια προσωπικÞ εμπειρßα. Λßγες μÝρες πριν εκδη­μÞσει για τον ουρανü, ευτýχησα να τον αγναντÝψω καθþς βÜδιζε βιαστικÜ, κρατþντας Ýνα τσαντÜκι στο χÝρι, στην οδü Ασκληπιοý. Πιθανþς Ýφευγε απü το βιβλιοπωλεßο "Φιλιππüτη" απ’ üπου περνοýσε κÜθε ημÝρα και πÞγαινε προς την Ακαδημßα Αθηνþν. Αναλογßστηκα με ευφροσýνη. Ευτυχþς θα Ýχει πολλÜ ακüμη να μας δþσει ο ποιητÞς. Εν τω μεταξý εξακολουθεß ü καταιγισμüς των τιμη­τικþν διακρßσεων που δÝχεται ο ΒρεττÜκος.
     20 ’Ιουλßου 1991. Παρακολουθεß την " Λειτουργßα κÜ­τω απü την Ακρüπολη" στο καταφýγιο τοý ΤαûγÝτου και την επüμενη στο Σαúνοπουλειο ΘÝατρο ΣπÜρτης. Και στις δýο παραστÜσεις διαβÜζει ο ßδιος τον επßλογο. Στις 4 Αýγουστου του 1991, πεθαßνει στη Πλοýμιτσα στις 8 το πρωß της ΚυριακÞς και ενταφιÜζεται στις 7 Αýγουστου στο Α' Νεκροταφεßο Αθηνþν, δημοσßα δαπÜνη. Πριν πεθÜνει, ΠαρασκευÞ βρÜδυ, υπαγüρευσε σε στενÞ του συνεργÜτη, προφανþς στην Γεωργßα Κακοýρου -Χρüνη, τοýς τελευταßους του στßχους.
"Αν μποροýσα (το σκÝφτομαι / αυτü τον καιρü) / θα τα επÝστρεφα üλα / üσα μου δüθηκαν / και μüνο που υπÜρχω Ýχω περßσσευμα /".
     Αυτü το πλοýσιο πνευματικü "περßσσευμα" που μας κληροδüτησε, μπορεß να μας διδÜσκει, να μας ευφραßνει, να μας ανεβÜζει, να μÜς ηθικοποιεß.
Λßγοι ενδεικτικοß στßχοι του σαν ÞρωικÞ συμφωνßα η Requiem αξßζει ν’ ακουσθοýν, μαρτυρþντας το ηθικü του μÝγεθος και στßγμα:
"...ο ουρανüς ανοßγει την βεντÜλια του πÜνω προς το ατελεýτητο, / σκορπþντας ευαγγελισμοýς παντοý- και μια φωνÞ / σημÜδεψε απü ψηλÜ πολý το μικρü σπßτι / κι Ýπεσε. ¢ρον το κρÜββατüν σου, λÝει ο Þλιος, και περιπατεß /. Το φþς μπαßνει στο σþμα μου üπως οι αχτßνες / απü τα τζÜ­μια των εκκλησιþν / αναζητþντας τον ΕσταυρωμÝνο". Και σ’ Üλλο σημεßο του ßδιου ποιÞματος γρÜφει: "Üλλοι δουλεýουν με το χþμα, Üλλοι με το χαλκü· εγþ δουλεýω με τον πüνο· θα με γνþριζες". Και: "Το φþς διαπερνÜ τις σκληρÝς επιφÜνειες, πÝφτοντας σαν βροχÞ στην καρδιÜ, στο αßμα, στο νου· χρυσþνει τον Üνθρωπο. Τον Þθελε üμορφο ο Θεüς· κι Ýχει δþσει εντολÞ στο φþς να επιμεßνει".Αυτüς ο υπÝροχος ποιητÞς, ο Üνθρωπος με τον ωραßο ψυχικü κüσμο, με τη θεοσÝβεια, την αισθαντικüτητα, τον ιδεολογικü πλοýτο, ο ποιητÞς της ελευθερßας, της ελληνικÞς γλþσσας, της αγÜπης, της ειρÞνης και της δικαιοσýνης, μας επιτρÝπει τþρα την αναστÜσιμη χαρμüσυνη περßοδο να ανακροýσουμε την ποιητικÞ του λýρα παιανßζοντας τους τελευταßους του στßχους απü τη σýνθεσÞ του "Λειτουργßα κÜτω απü την Ακρüπολη":


Βραβεßα:

Πρþτο Κρατικü Βραβεßο Ποßησης (1940, 1956, 1982)
Βραβεßο Κþστα και ΕλÝνης ΟυρÜνη της Ακαδημßας Αθηνþν (1974)
Βραβεßο Knocken (1980)
Βραβεßο της Εταιρεßας Σικελικþν ΓραμμÜτων και Τεχνþν (1980)
Αριστεßο ΓραμμÜτων απü την Ακαδημßα Αθηνþν (1982)
Βραβεßο του Τιμßου Σταυροý του Αποστüλου και Ευαγγελιστοý ΜÜρκου απü το Πατριαρχεßο Αλεξανδρεßας και πÜσης ΑφρικÞς (1984)
ΜετÜλλιο Χρυσüς ΠÞγασος της ΠανελλÞνιας ¸νωσης Λογοτεχνþν (1989)

ΤιμητικÝς Διακρßσεις:

Επßτιμος πρüεδρος της Εταιρεßας ΕλλÞνων Λογοτεχνþν
Επßτιμος Πρüεδρος της Εταιρεßας ΓραμμÜτων και Τεχνþν του ΠειραιÜ
Επßτιμο μÝλος του "Παρνασσοý"
ΜÝλος της Ακαδημßας Αθηνþν
Επßτιμος διδÜκτωρ του ΤμÞματος Φιλολογßας του Εθνικοý και Καποδιστριακοý Πανεπιστημßου Αθηνþν

ΡΗΤ¢:

ΒρÞκα μÝσα απü τα μÜτια σου τα μεγÜλα ταξßδια που δεν Ýκαμα.
Η συνεßδηση εßναι το βÜθος του ανθρþπου. Η αγÜπη εßναι το πλÜτος του.
Παßρνω και βγÜζω περßπατο την ψυχÞ μου κÜθε που αρχßζει και σκληραßνει το χαμüγελü της.
Το σýμπαν ολüκληρο εßναι Ýνα üστρακο που εκκολÜφτηκε μÝσα του τ’ ακριβü μαργαριτÜρι ο Üνθρωπος.
Νüμιζα πως δεν εßχα τßποτα, και εßχα χιλιÜδες στρÝμματα καρδιÜ.
Πες τους απü μÝνα, πες τους απü τα δÜκρυÜ μου, üτι επιμÝνω ακüμη πως ο κüσμος εßναι üμορφος.

¸ΡΓΑ:

Ποßηση:
ΚÜτω Απü ΣκιÝς Και Φþτα. ΑθÞνα, τυπ. ΤÝχνη, 1929.
Κατεβαßνοντας στη σιγÞ των αιþνων. ΑθÞνα, Μαυρßδης, 1933.
Οι ΓκριμÜτσες Του Ανθρþπου. ΑθÞνα, τυπ. ΜαταρÜγκα, 1935.
Ο πüλεμος. ΑθÞνα, τυπ. ΜαταρÜγκα, 1935.
Η επιστολÞ του κýκνου. ΑθÞνα, Γκοβüστης, 1937.
Το ταξßδι του ΑρχÜγγελλου (sic) · ΣχÝδια – ΚαλλιτεχνικÞ επιμÝλεια Επαμ. Λιþκη. ΑθÞνα, 1938.
Μαργαρßτα - Εικüνες απ’ το ηλιοβασßλεμα. ΑθÞνα, Αντωνüπουλος, 1939.
Το μεσουρÜνημα της φωτιÜς·ΠοιÞματα 1938-1940. ΑθÞνα, Αντωνüπουλος, 1940.
ΗρωικÞ συμφωνßα… ΑθÞνα, Ýκδοση του περ. ΦιλολογικÜ ΧρονικÜ, 1944.
33 ΗμÝρες. ΑθÞνα, ΜαταρÜγκας, 1945 (Α’ Κρατικü Βραβεßο Ποßησης)
Λüγος ενüς ληστÞ στη διÜσκεψη του Πüτσδαμ. ΑθÞνα, ΜαταρÜγκας, 1945.
Η παραμυθÝνια Πολιτεßα. ΑθÞνα, ΜαταρÜγκας, 1947.
Το βιβλßο της Μαργαρßτας. ΑθÞνα, ΑνδρομÝδα, 1949.
Ο Ταûγετος και η σιωπÞ. ΑθÞνα, ΛογοτεχνικÞ ΓωνιÜ, 1949.
Τα θολÜ ποτÜμια. ΑθÞνα, 1950.
Πλοýμιτσα. ΚροκεÝς, 1950 (περιορισμÝνα αντßτυπα )
Πλοýμιτσα. ΑθÞνα, Τα ΠειραúκÜ ΧρονικÜ, 1952.
¸ξοδος με το Üλογο (¾μνος στη χαρÜ)· Μ’ Ýνα σχÝδιο του Γιþργου Βακαλü. ΑθÞνα, 1952.
Στον Ρüμπερτ ΟπενχÜιμερ. ΑθÞνα, ΗμÝρα, 1954.
Ο χρüνος και το ποτÜμι · 1952-1956. ΑθÞνα, Δßφρος, 1957.
Η μητÝρα μου στην εκκλησßα. ΑθÞνα, Δßφρος, 1957.
ΒασιλικÞ δρυς· ΠοιÞματα. ΑθÞνα, Δßφρος, 1959.
Το βÜθος του κüσμου. ΑθÞνα, ΜαταρÜγκας, 1961.
Αυτοβιογραφßα. ΑθÞνα, ΦÝξης, 1961.
ΩδÞ στον Þλιο. ΑθÞνα, ΔιογÝνης, 1974.
Διαμαρτυρßα· ΠοιÞματα· Με δýο σχÝδια της Christine Lichthard. ΑθÞνα, ΔιογÝνης, 1974.
Το ποτÜμι ΜπυÝς και τα εφτÜ ελεγεßα. ΑθÞνα, ΔιογÝνης, 1975.
Απογευματινü ηλιοτρüπιο· Ξυλογραφßες – εξþφυλλο Ζßζης ΜακρÞ. ΑθÞνα, ΔιογÝνης, 1976.
Ο ΠρομηθÝας Þ Το Παιχνßδι Μιας ΜÝρας. ΑθÞνα, ΔιογÝνης, 1978.
Εις μνÞμην 1940-1944. ΑθÞνα, Σýγχρονη ΕποχÞ, 1981.
Λειτουργßα ΚÜτω Απ’ Την Ακρüπολη. ΑθÞνα, Τα Τρßα Φýλλα, 1981.
Ο ΔιακεκριμÝνος ΠλανÞτης. ΠοιÞματα. ΑθÞνα, Τρßα Φýλλα, 1983.
Ηλιακüς λýχνος. ΑθÞνα, Τα Τρßα Φýλλα, 1984.
ΕκκρεμÞς δωρεÜ. ΑθÞνα, Τα Τρßα Φýλλα, 1986.
Χωρωδßα. ΑθÞνα, Τα Τρßα Φýλλα, 1988.
Η φιλοσοφßα των λουλουδιþν· ΠοιÞματα· ΜετÜφραση David Connoly· ΕικονογρÜφηση Γιþργη ΒαρλÜμου. ΑθÞνα, Artigraf, 1988.
ΣικελικÜ ποιÞματα. ΑθÞνα, ΑστρολÜβος/Ευθýνη50, 1990.
Διαμαρτυρßα. ΑθÞνα, Τα Τρßα Φýλλα, 1991.
ΣυνÜντηση με τη θÜλασσα. ΑθÞνα, Τα Τρßα Φýλλα, 1991.
Selected Poems, translated by David Connolly, εκδ. "Αιþρα", ΑθÞνα 2015



ΠεζÜ:

Το γυμνü παιδß. ΑθÞνα, ΝεοελληνικÞ Λογοτεχνßα, 1939.
Το αγρßμι · 1941-1943. ΑθÞνα, ΜαταρÜγκας, 1945.
Το ηθικü στοιχεßο στη δημοτικÞ ποßηση. ΑθÞνα, 1954. (ανατýπωση απü τα ΕλληνικÜ ΧρονικÜ99, 14/3/1954, σ.17-20)
Δυο Üνθρωποι μιλοýν για την ειρÞνη του κüσμου. ΑθÞνα, Τα ΠειραúκÜ ΧρονικÜ, 1949.
Ο Ýνας απü τους δýο κüσμους (¸να ταξßδι - Μια γιορτÞ - ΜερικÜ συμπερÜσματα). ΑθÞνα, 1958.
Νßκος ΚαζαντζÜκης. Η αγωνßα του και το Ýργο του · ΕπιμÝλεια Κωστοýλας Μητροποýλου. ΑθÞνα, Σýψας Π. - ΣιαμαντÜς Χρ., 1960.
Η ΣτροφÞ και η θÝση του ΣεφÝρη. ΑθÞνα, 1962 (ανÜτυπο απü τον τüμο για το ΣεφÝρη)
Το αγρßμι και η καταιγßδα. ΑθÞνα, ΘεμÝλιο, 1965.
Οδýνη. ΝÝα Υüρκη, Εκδüσεις Αποφοßτων Ελληνικþν Πανεπιστημßων, 1969.
ΜπροστÜ στο ßδιο ποτÜμι · ΔιηγÞματα. ΑθÞνα, ΔιογÝνης, 1972.
Μαρτυρßες μιας κρßσιμης εποχÞς. ΑθÞνα, ΚÜκτος, 1979.
Ποιητικüς λüγος και εθνικÞ αλÞθεια (Ο λüγος του ποιητÞ στην Ακαδημßα στις 9 Φεβρουαρßου 1988). ΑθÞνα, Φιλιππüτης, 1988.
Λüγος για το Μεσολüγγι (ΓιορτÝς της Εξüδου 17 Απριλßου 1989). ΑθÞνα, Φιλιππüτης, 1989.
Ακαδημßα Αθηνþν · ¸κτακτος Συνεδρßα της 12ης Δεκεμβρßου 1989 · Προεδρßα Σüλωνος ΚυδωνιÜτου · ΜνÞμη ¢γγελου Σικελιανοý · Ομιλßα του Ακαδημαúκοý κ. ΒρεττÜκου · Ομιλßα του Ακαδημαúκοý κ. ΠÝτρου ΧÜρη. ΑθÞνα, 1989 (ανÜτυπο απü τα ΠρακτικÜ της Ακαδημßας Αθηνþν).
Η φθορÜ της γλþσσας φθορÜ του Ýθνους. ΑθÞνα, Φιλιππüτης, 1990.
Ενþπιος ενωπßω · ΗμερολογιακÝς σημειþσεις 1962 · Πρüλογος Κþστας ΒρεττÜκος. ΑθÞνα, Τα Τρßα Φýλλα, 1991.
Οδýνη - Αυτοβιογραφικü. ΑθÞνα, Πüλις, 1995.

ΜεταφρÜσεις:

ΟνορÝ ντε ΜπαλζÜκ, Μπαρμπα- Γκüριο· Πρüλογος – ΜετÜφραση Νικηφüρου ΒρεττÜκου. ΑθÞνα, ΒιβλιοεκδοτικÞ, 1954.
Περλ Μπακ, Το ψωμß των ανθρþπων, Ο κüσμος του βιβλßου, 1955
ΣτÝφαν ΤσβÜιχ, Ρομαßν ΡολλÜν· Ο Üνθρωπος και το Ýργο του. ΑθÞνα, ΒιβλιοεκδοτικÞ, 195; .
Ρομαßν ΡολÜν, ΜαγεμÝνη ψυχÞ, Εκδüσεις Σýψας - ΣιαμαντÜς, 1958.
ΧÝλμουτ Φον ΓκλÜζεναπ, Παγκüσμιος ιστορßα των θρησκειþν, ΒιβλιοαθηναúκÞ, 1959.
Εντßτα Μüρρις, Τα λουλοýδια της Χιροσßμα. ΑθÞνα, ΘεμÝλιο, 1963.
Αττßλα Γιüζεφ · ΠοιÞματα · ΜετÜφραση Νικηφüρου ΒρεττÜκου, ΓιÜννη Ρßτσου. ΑθÞνα, ΚÝδρος, 1963.
ΜαρσÝλ Μπριüν, ΜεγαλοφυÀα και πεπρωμÝνο του ΛεονÜρδου Ντα Βßντσι, ΒιβλιοεκδοτικÞ, 1964.
ΡοζÝ ΜιλλιÝξ, Ο Ταàγετος και η σιωπÞ, Δημüσια ΚεντρικÞ ΒιβλιοθÞκη ΣπÜρτης, 1998.

ΣυγκεντρωτικÝς Εκδüσεις:

Οι γκριμÜτσες του ανθρþπου. ΑθÞνα, 1935.2η Ýκδοση, ΤελειωτικÞ μορφÞ. ΑθÞνα. Εκδüσεις Αντωνοποýλου, 1940. Στον τüμο τοýτο ξαναδημοσιεýονται: Οι ΓκριμÜτσες του ανθρþπου (1935), Η ΕπιστολÞ του Κýκνου (1937), Το Ταξßδι του ΑρχαγγÝλου (1938) και Η Μαργαρßτα: Εικüνες απ’ το ηλιοβασßλεμα (1939). Τα ποιÞματα του Κατεβαßνοντας στη σιγÞ των αιþνων (1933)
Τα ποιÞματα 1929-1951. ΑθÞνα, 1955.
Ο ποιητÞς Νικηφüρος ΒρεττÜκος · ΕπιλογÞ απü το Ýργο του. ΑθÞνα, ΘεμÝλιο, 1964.
ΠοιÞματα 1929-1957. ΑθÞνα, ΔιογÝνης, 1972.
ΠοιÞματα 1958-1967· Οδοιπορßα· Μ’ Ýνα χαρακτικü της ΒÜσως. ΑθÞνα, ΔιογÝνης, 1972.
ΠοιÞματα 1967-1970. ΑθÞνα, ΔιογÝνης, 1972.
Τα ποιÞματα · Τüμος πρþτος·Με Ýνα σχÝδιο του Επαμεινþνδα Λιþκη. ΑθÞνα, Τα Τρßα Φýλλα, 1981.
Τα ποιÞματα · Τüμος δεýτερος. ΑθÞνα, Τα Τρßα Φýλλα, 1981.
Τα ποιÞματα · Τüμος τρßτος. ΑθÞνα, Τα Τρßα Φýλλα, 1991.



========================



Τὸ καθαρüτερο πρÜγμα τῆς δημιουργßας

Δὲν ξÝρω, μὰ δὲν ἔμεινε καθüλου σκοτÜδι.
Ὁ ἥλιος χýθηκε μÝσα μου ἀπὸ χßλιες πληγÝς.
Καὶ τοýτη τὴ λευκüτητα ποὺ σὲ περιβÜλλω
δὲ θὰ τὴ βρεῖς οὔτε στὶς Ἄλπεις, γιατὶ αὐτὸς ὁ ἀγÝρας
στριφογυρνᾶ ὡς ἐκεῖ ψηλὰ καὶ τὸ χιüνι λερþνεται.
Καὶ στὸ λευκὸ τριαντÜφυλλο βρßσκεις μιὰ ἰδÝα σκüνης.
Τὸ τÝλειο θαῦμα θὰ τὸ βρεῖς μοναχὰ μὲς στὸν ἄνθρωπο:
λευκὲς ἐκτÜσεις ποὺ ἀκτινοβολοῦν ἀληθινὰ
στὸ σýμπαν καὶ ὑπερÝχουν. Τὸ πιὸ καθαρὸ
πρÜγμα λοιπὸν τῆς δημιουργßας δὲν εἶναι τὸ λυκüφως,
οὔτε ὁ οὐρανὸς ποὺ καθρεφτßζεται μὲς στὸ ποτÜμι,
οὔτε ὁ ἥλιος πÜνω στῆς μηλιᾶς τ᾿ ἄνθη. Εἶναι ἡ ἀγÜπη.

~
   Ὁ πρÜσινος κῆπος

Ἔχω τρεῖς κüσμους. Μιὰ θÜλασσα, ἕναν
οὐρανὸ κι ἕναν πρÜσινο κῆπο: τὰ μÜτια σου.
Θὰ μποροῦσα ἂν τοὺς διÜβαινα καὶ τοὺς τρεῖς, νὰ σᾶς ἔλεγα
ποῦ φτÜνει ὁ καθÝνας τους. Ἡ θÜλασσα, ξÝρω.
Ὁ οὐρανüς, ὑποψιÜζομαι. Γιὰ τὸν πρÜσινο κῆπο μου,
μὴ μὲ ρωτÞσετε.

ΒραδυνÞ ἐξομολüγηση

ΚÜθισε δßπλα μου, ἀντßκρυ στÞ δýση.

Ὁ ἥλιος χαμÞλωσε κι ἔχω
πολλÜ νÜ σοῦ εἰπῶ.
Λοιπüν,
ὁ Ταàγετος δÝν ἦταν βουνü.
ΔÝν σÝ ὑποψßασε τü ἀπßθανο ὕψος
καß τü ἀπßθανο φῶς ποý τüν κÜνουν
νÜ μοιÜζει ὅπως ἕνα, πüτε χρυσü
καß πüτε γαλÜζιο, πολυπτÝρυγο
στüν ὁρßζοντα; Κι αὐτÞ του ἡ ἔξαρση
ποý ἀνελßσσεται κÜποτε καß χωρßζει
τ’ αστÝρια σÝ ἀπü κεῖ κι ἀπü δῶ;

ΔÝν ἦταν βουνü. Ἠταν τü πρῶτο ποßημα
ποý ἀνοßγοντας τÜ μÜτια μου
διÜβασα, ὁ πρῶτος μου φßλος
ποý συνüριαζε μÝ τü φῶς.
Καß γι’ αὐτü:
μετονüμασα σÝ Ταàγετο τü ὅρος ἈγÜπη.

   Εßμαι Ýνας γÝρος

Εßμαι Ýνας γÝρος κι εßμαι Ýνα παιδß.
Το γÝρο τον Üφησα πßσω μου
κ’ Ýφερα εδþ το παιδß, να μπει
στο νερü, ν’ απλþσει τα χÝρια
στο αρχÝγονο φως, να παßξει μαζß σου.

¼,τι εßχα να κÜνω στον κüσμο
το Ýκανα. Το μÞνυμα το Ýστειλα.
Την μποτßλια την πÝταξα Þδη
στου χρüνου το ατÝρμονο πÝλαγο.
(Μπορεß μερικοß να το Ýλαβαν κιüλας.)

Ρßχνω το βλÝμμα και στÞνω το αυτß
πÜνω απü σÝνα και πÜνω απü την
κορφÞ του βουνοý. Δεν κÜνω λÜθος.
Εßναι μια βßβλος μουσικÞς το στερÝωμα.

                 Η ΔιανομÞ

Το πιθανüτερο εßναι πως δεν θα με ρωτÞσει κανεßς
τι την Ýκαμα την ψυχÞ μου. ¼μως, εγþ
χρωστþ μιαν απüκριση πριν κλεßσω τον Ýμμετρο
μονüλογü μου.
……Λοιπüν,
την ψυχÞ μου την Ýκοψα με οδυνηρü ψαλßδι σε μικρÜ
φýλλα, μικρÜ χαρτιÜ, αστραπÝς μικρÝς
και τη μοιρÜζω στους περαστικοýς.

Αν δε μου `δινες την ποßηση, Κýριε

Αν δε μου `δινες την ποßηση, Κýριε,
δε θα `χα τßποτα για να ζÞσω’.

‘Ο Þλιος μοιρÜζεται σε κομμÜτια
μÝσα στους ποιητÝς. Εßναι το αντßδωρο
που ο Θεüς διανÝμει στους εντολεßς του’.

‘Δßχως εσÝ δε θα `βρισκαν
νερü τα περιστÝρια’.

‘Δßχως πανß, δßχως κουπß, αν μας σÝρνει
ο γιαλüς μας,
δßχως Üστρο αν μας θÝλει η νýχτα,
δßχως Þλιο αν μας καλεß η ημÝρα,
ποý εßναι ο κüσμος’;

     Ἕνας μικρüτερος κüσμος

Ἀναζητῶ μßαν ἀκτὴ νὰ μπορÝσω νὰ φρÜξω
μὲ δÝντρα ἢ καλÜμια ἕνα μÝρος
τοῦ ὁρßζοντα. Συμμαζεýοντας τὸ ἄπειρο, νἄχω
τὴν αἴσθηση: ἢ πὼς δὲν ὑπÜρχουνε μηχανὲς
ἢ πὼς ὑπÜρχουνε πολὺ λßγες· ἢ πὼς δὲν ὑπÜρχουν στρατιῶτες
ἢ πὼς ὑπÜρχουνε πολὺ λßγοι· ἢ πὼς δὲν ὑπÜρχουνε ὅπλα
ἢ πὼς ὑπÜρχουνε πολὺ λßγα, στραμμÝνα κι αὐτὰ πρὸς τὴν ἔξοδο
τῶν δασῶν μὲ τοὺς λýκους· ἢ πὼς δὲν ὑπÜρχουνε ἔμποροι
ἢ πὼς ὑπÜρχουνε πολὺ λßγοι σε ἀπüκεντρα
σημεῖα τῆς γῆς ὅπου ἀκüμη δὲν ἔγιναν ἁμαξωτοὶ δρüμοι.
Τὸ ἐλπßζει ὁ Θεὸς
πὼς τουλÜχιστο μὲς στοὺς λυγμοὺς τῶν ποιητῶν
δὲν θὰ πÜψει νὰ ὑπÜρχει ποτὲς ὁ παρÜδεισος.

     
Οἱ μικροὶ γαλαξßες

Πᾶνε κι ἔρχονται οἱ ἄνθρωποι πÜνω στὴ γῆ.
Σταματᾶνε γιὰ λßγο, στÝκονται ὁ ἕνας
ἀντßκρυ στὸν ἄλλο, μιλοῦν μεταξý τους.
Ἔπειτα φεýγουν, διασταυρþνονται, μοιÜζουν
σὰν πÝτρες ποὺ βλÝπονται.
Ὅμως, ἐσý,
δὲ λüξεψες, βÜδισες ἴσα, προχþρησες
μὲς ἀπὸ μÝνα, κÜτω ἀπ᾿ τὰ τüξα μου,
ὅπως κι ἐγþ: προχþρησα ισα, μὲς ἀπὸ σÝνα,
κÜτω ἀπ᾿ τὰ τüξα σου. ΣταθÞκαμε ὁ ἕνας μας
μÝσα στὸν ἄλλο, σὰ νÜχαμε φτÜσει.
ΒλÝποντας πÜνω μας δυὸ κüσμους σὲ πλÞρη
λÜμψη καὶ κßνηση, σαστßσαμε ἀκßνητοι
κÜτω ἀπ᾿ τὴ θÝα τους –
Ἤσουν νερü,
κατÜκλυσες μÝσα μου ὅλες τὶς στÝρνες.
Ἤσουνα φῶς, διαμοιρÜστηκες. Ὅλες
οἱ φλÝβες μου ἔγιναν ἄξαφνα ἕνα
δßχτυ ποὺ λÜμπει: στὰ πüδια, στὰ χÝρια,
στὸ στῆθος, στὸ μÝτωπο.
Τ᾿ ἄστρα τὸ βλÝπουνε, ὅτι:
δυὸ δισεκατομμýρια μικροὶ γαλαξßες καὶ πλÝον
κατοικοῦμε τὴ γῆ.

ΚÜτω ἀπὸ σκιὲς καὶ φῶτα

Τὸν καιρὸ ποὺ γεννÞθηκα-
κεῖνα τὰ χρüνια, μοῦ ῾χε ὁ Θεὸς
φυλÜξει τὰ δÝντρα.
¹ταν ἀστÝρια στὸν οὐρανü…

ΜπροστÜ μου ὁ Ταàγετος
στεκüταν ἀνÝπαφος…

Ἦταν ὁ κüσμος τοῦτος τüσο ὄμορφος,
ποὺ μπÝρδευε εὔκολα

κανεὶς τὰ φαινüμενα…
Τὸν καιρὸ ποὺ γεννÞθηκα
κεῖνα τὰ χρüνια,

δὲν πλανιüτανε οὔτε ὑποψßα
κακῆς φωτιᾶς στὸν ὁρßζοντα.

     Μην Αγßßζετε!

Ἀφῆστε αὐτὸν τὸν ὄμορφο
κüσμο νὰ διαιωνßζεται

ἀνακυκλþνοντας τὸ αὔριο
μες στις πηγÝς του ὅπως

τὸν καιρὸ ποὺ γεννÞθηκα
ὡς ν᾿ ἀναδýεται,

κÜθε πρωß, γιὰ πρþτη φορÜ,
μες
ἀπ' τὶς ρüδινες γÜζες
τῆς γÝννας του.

Σβῆστε στὸν ἥλιο
τὴν κακὴ φωτιÜ.

Μὴ μᾶς σκοτþνετε!

    Πετρßνα

Μες απü πρÜσινες ελιÝς
και στÜχυα χρυσοφüρα
δεν εßσαι πüλη απü χαλκü,
οýτ' απ' αχÜτη χþρα.

-Σε ξÝρει ο Θεüς και το καλü
δεν σε ξεχνÜ ποτÝ του,
σε ξÝρει ο Þλιος κι η βροχÞ
στα πüδια του ΤαûγÝτου.

ΜÝνουν τα πÜντα ανÜλλαχτα
τα σπßτια οι ζευγολÜτες
και κουδουνßζουν οι πλαγιÝς
κι αχολογοýν οι στρÜτες.

Σαν Ýνας ýμνος στην χαρÜ
των δουλευτþν τα χÝρια
σπÝρνουν, θερßζουν, γνÝθουνε,
σφυροκοποýν τη γης.

Και μες στα λüγγια απλþνεσαι
πιο ειρηνικü απ' τ' αστÝρια
κυψÝλη ηλιοπλημμýριστη,
χωριü της προκοπÞς.






 

 

Web Design: Granma - Web Hosting: Greek Servers