Βιογραφικό
O Boris Leonidovich Pasternak (Μπόρις Λεονίντοβιτς Παστερνάκ, Ρωσ.: Борис Леонидович Пастернак), ήτανε Ρώσος ποιητής, μυθιστοριογράφος, συνθέτης και λογοτεχνικός μεταφραστής. Γραμμένο το 1917, το 1ο βιβλίο ποιημάτων του, Η αδελφή μου, η ζωή, εκδόθηκε στο Βερολίνο το 1922 και σύντομα έγινε σημαντική συλλογή στη ρωσική γλώσσα. Οι μεταφράσεις του σε θεατρικά έργα των Γκαίτε, Σίλλερ, Καλντερόν ντε λα Μπάρκα και Σαίξπηρ παραμένουν πολύ δημοφιλείς στο ρωσικό κοινό. Ήταν ο συγγραφέας του Doctor Zhivago (1957), μυθιστορήματος που λαμβάνει χώρα μεταξύ της Ρωσικής Επανάστασης του 1905 και του Α' Παγκ. Πολ.. Ο Dr. Zhivago απορρίφθηκε για δημοσίευση στην ΕΣΣΔ, αλλά το χειρόγραφο μεταφέρθηκε λαθραία στην Ιταλία και δημοσιεύθηκε 1η φορά εκεί το 1957. Τιμήθηκε με το βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας το 1958, γεγονός που εξόργισε το Κομμουνιστικό Κόμμα της Σοβιετικής Ένωσης και τον ανάγκασε να αρνηθεί το βραβείο. Το 1989, ο γιος του, Yevgeny, παρέλαβε τελικά το βραβείο εκ μέρους του πατέρα του. Ο γιατρός Zhivago αποτελεί μέρος του κύριου ρωσικού σχολικού προγράμματος σπουδών από το 2003.
Γεννήθηκε στη Μόσχα στις 10 Φλεβάρη 1890 σε πλούσια, αφομοιωμένη εβραϊκή οικογένεια. Ο πατέρας του ήταν ο μετα-ιμπρεσιονιστής ζωγράφος Λεονίντ Παστερνάκ, που δίδαξε ως καθηγητής στη Σχολή Ζωγραφικής, Γλυπτικής & Αρχιτεκτονικής Μόσχας. Μητέρα του ήταν η Rosa Kaufman, πιανίστρια κονσέρτων και κόρη του βιομηχάνου της Οδησσού Isadore Kaufman και της συζύγου του. Είχε έναν μικρότερο αδελφό, τον Άλεξ και 2 αδελφές, τη Λυδία και την Ιωσηφίνα. Η οικογένεια ισχυρίστηκε ότι κατάγεται από τη πατρική γραμμή από τον Isaac Abarbanel, τον διάσημο Σεφαραδίτη Εβραίο φιλόσοφο του 15ου αι., σχολιαστή της Βίβλου και ταμία της Πορτογαλίας. Από το 1904 έως το 1907, ήταν ο σύντροφος του Πέτρου Μιντσακίεβιτς (1890-1963) στη Λαύρα της Κοιμήσεως της Θεοτόκου Ποτσάγιεφ (τώρα στην Ουκρανία). Ο Minchakievich προερχόταν από ορθόδοξη ουκρανική οικογένεια κι ο Pasternak προερχόταν από εβραϊκή οικογένεια. Κάποια σύγχυση έχει προκύψει ως προς το αν ο Παστερνάκ φοίτησε σε στρατιωτική ακαδημία στα παιδικά του χρόνια. Οι στολές του μοναστηριού τους Cadet Corp ήτανε παρόμοιες μόνο με κείνες του Τσάρου Αλέξανδρου της 3ης Στρατιωτικής Ακαδημίας, καθώς ο Pasternak κι ο Minchakievich δεν φοίτησαν ποτέ σε καμμία στρατιωτική ακαδημία. Τα περισσότερα σχολεία χρησιμοποιούσαν μια χαρακτηριστική στρατιωτική στολή ειδικά γι' αυτούς, όπως ήταν το έθιμο της εποχής στην Ανατολική Ευρώπη και τη Ρωσία. Παιδικοί φίλοι, χώρισαν το 1908, φιλικοί αλλά με διαφορετική πολιτική, για να μη ξαναειδωθούνε ποτέ.
Ο Pasternak πήγε στο Ωδείο Μόσχας για να σπουδάσει μουσική (κι αργότερα στη Γερμανία για να σπουδάσει φιλοσοφία) κι ο Minchakievich πήγε στο Πανεπιστήμιο Lvov να σπουδάσει ιστορία και φιλοσοφία. Η καλή διάσταση του χαρακτήρα Strelnikov στο Dr. Zhivago βασίζεται στον Peter Minchakievich. Αρκετοί από τους χαρακτήρες του Παστερνάκ είναι σύνθετοι. Μετά τον Α' Παγκ. Πόλ. και την Επανάσταση, πολεμώντας για τη προσωρινή ή δημοκρατική κυβέρνηση υπό τον Κερένσκι και στη συνέχεια δραπετεύοντας από κομμουνιστική φυλακή κι εκτέλεση, ο Μιντσακίεβιτς διέσχισε τη Σιβηρία το 1917 κι έγινε Αμερικανός πολίτης. Ο Παστερνάκ έμεινε στη Ρωσία.

Σ' επιστολή του 1959 προς τη Jacqueline de Proyart, ο Pasternak θυμάται:
"Βαφτίστηκα ως παιδί από την νταντά μου, αλλά λόγω των περιορισμών που επιβλήθηκαν στους Εβραίους, ιδιαίτερα στην περίπτωση μιας οικογένειας που ήταν απαλλαγμένη απ' αυτούς κι απολάμβανε κάποια φήμη λόγω της θέσης του πατέρα μου ως καλλιτέχνη, υπήρχε κάτι λίγο περίπλοκο σ' αυτό, και πάντα αισθανόταν ότι ήταν μισόκρυφο κι οικείο, πηγή σπάνιας κι εξαιρετικής έμπνευσης αντί να θεωρείται ήρεμα δεδομένη. Πιστεύω ότι αυτή είναι η ρίζα της ιδιαιτερότητάς μου. Πιο έντονα απ' όλα το μυαλό μου ήτανε κατειλημμένο από τον Χριστιανισμό στα έτη 1910-12, όταν τα κύρια θεμέλια αυτής της ιδιαιτερότητας -ο τρόπος που έβλεπα τα πράγματα, τον κόσμο, τη ζωή- παίρνανε μορφή..."
Λίγο μετά τη γέννησή του, οι γονείς του είχαν ενταχθεί στο Τολστοϊκό Κίνημα. Ο μυθιστοριογράφος Λέων Τολστόι ήτανε στενός οικογενειακός φίλος, όπως θυμάται ο Πάστερνακ: "ο πατέρας μου εικονογραφούσε τα βιβλία του, πήγαινε να τον δει, τον σεβόταν κι όλο το σπίτι ήτανε διαποτισμένο με το πνεύμα του". Σε ένα δοκίμιο του 1956, θυμήθηκε το πυρετώδες έργο του πατέρα του δημιουργώντας εικονογραφήσεις για το μυθιστόρημα του Τολστόι Ανάσταση. Το μυθιστόρημα δημοσιεύτηκε σε συνέχειες στο περιοδικό Niva από τον εκδότη Fyodor Marx, με έδρα την Αγία Πετρούπολη. Τα σκίτσα σχεδιάστηκαν από παρατηρήσεις σε χώρους όπως δικαστικές αίθουσες, φυλακές και τραίνα, σε πνεύμα ρεαλισμού. Για να διασφαλιστεί ότι τα σκίτσα τηρούσανε τη προθεσμία του περιοδικού, επιστρατεύτηκαν αγωγοί τραίνων για να συλλέξουνε προσωπικά τις εικονογραφήσεις. Ο Pasternak έγραψε:
"Η παιδική μου φαντασία εντυπωσιάστηκε από το θέαμα ενός εισπράκτορα τραίνου με την επίσημη σιδηροδρομική στολή, να στέκεται περιμένοντας στη πόρτα της κουζίνας σαν να στεκόταν σε σιδηροδρομική πλατφόρμα στη πόρτα ενός διαμερίσματος που ήταν έτοιμο να φύγει από το σταθμό. Η κόλλα του ξυλουργού έβραζε στη σόμπα. Οι εικόνες σκουπιστήκανε βιαστικά, στερεώθηκαν, κολλήθηκαν σε κομμάτια χαρτονιού, τυλίχτηκαν, δέθηκαν. Τα δέματα, μόλις ήταν έτοιμα, σφραγίζονταν με κερί σφράγισης και παραδίδονταν στον αγωγό".
Σύμφωνα με τον Max Hayward, το Νοέμβρη του 1910, όταν ο Τολστόι έφυγε από το σπίτι του και πέθανε στο σπίτι του σταθμάρχη στο Astapovo, ο Leonid Pasternak ενημερώθηκε με τηλεγράφημα και πήγε αμέσως εκεί, παίρνοντας μαζί του τον γιο του Boris κι έκανε ένα σχέδιο του Τολστόι στο νεκροκρέβατό του. Τακτικοί επισκέπτες στο σπίτι των Παστερνάκ ήταν επίσης οι Sergei Rachmaninoff, Alexander Scriabin, Lev Shestov και Rainer Maria Rilke. Ο Παστερνάκ φιλοδοξούσε πρώτα να γίνει μουσικός. Εμπνευσμένος από τον Σκριάμπιν, ήτανε για λίγο φοιτητής στο Ωδείο Μόσχας. Το 1910, έφυγε απότομα για το Πανεπιστήμιο Μάρμπουργκ στη Γερμανία, όπου σπούδασε υπό τους νεο-καντιανούς φιλοσόφους Hermann Cohen, Nicolai Hartmann και Paul Natorp. Το 1910 επανενώθηκε με τη ξαδέλφη του Όλγα Φράιντενμπεργκ (1890-1955). Μοιράζονταν τον ίδιο παιδικό σταθμό, αλλά είχανε χωριστεί όταν η οικογένειά της μετακόμισε στην Αγία Πετρούπολη. Ερωτεύτηκαν αμέσως, αλλά δεν ήτανε ποτέ εραστές. Το ειδύλλιο, ωστόσο, γίνεται σαφές από τις επιστολές τους, με τον Παστερνάκ να γράφει:
"Δεν ξέρετε πώς μεγάλωνε και μεγάλωνε το βασανιστικό μου συναίσθημα μέχρι που έγινε φανερό σε μένα και σε άλλους. Καθώς περπατούσες δίπλα μου με πλήρη αποστασιοποίηση, δεν μπορούσα να σου το εκφράσω. Ήταν ένα σπάνιο είδος εγγύτητας, σαν εμείς οι δύο, εσείς και εγώ, να ήμασταν ερωτευμένοι με κάτι που ήταν εντελώς αδιάφορο και για τους δυο μας, κάτι που παρέμεινε απομακρυσμένο από εμάς λόγω της εξαιρετικής αδυναμίας του να προσαρμοστεί στην άλλη πλευρά της ζωής".

Το αρχικό πάθος των ξαδέλφων εξελίχθηκε σε ισόβια στενή φιλία. Από το 1910 αντάλλασσαν συχνές επιστολές κι η αλληλογραφία τους διήρκεσε πάνω από 40 χρόνια μέχρι το 1954. Τα ξαδέρφια συναντήθηκαν τελευταία φορά το 1936. Ο Pasternak ερωτεύτηκε την Ida Wissotzkaya, κορίτσι από αξιοσημείωτη εβραϊκή οικογένεια εμπόρων τσαγιού της Μόσχας, που η εταιρεία Wissotzky Tea ήταν η μεγαλύτερη εταιρεία τσαγιού στον κόσμο. Την είχε διδάξει στην τελευταία τάξη του γυμνασίου. Τη βοήθησε να προετοιμαστεί για τους τελικούς. Συναντήθηκαν στο Μάρμπουργκ το καλοκαίρι του 1912, όταν ο πατέρας του, Λεονίντ, ζωγράφισε το πορτραίτο της. Αν κι ο καθηγητής Cohen τον ενθάρρυνε να παραμείνει στη Γερμανία και να ακολουθήσει διδακτορικό φιλοσοφίας, αυτός αποφάσισε να μη το κάνει. Επέστρεψε στη Μόσχα περίπου την εποχή του ξεσπάσματος του Α' Παγκ. Πολ. Στον απόηχο των γεγονότων, έκανε πρόταση γάμου στην Άιντα. Ωστόσο, η οικογένεια Wissotzky ενοχλήθηκε από τις κακές προοπτικές του και την έπεισε να τον αρνηθεί. Τον απέρριψε και μίλησε για την αγάπη και την απόρριψή του στο ποίημα Marburg (1917):
Έτρεμα.
Φούντωσα και μετά έσβησα.
Τινάχτηκα.
Είχα κάνει μια πρόταση,
αλλά αργά, πολύ αργά.
Φοβόμουν και μ' είχε αρνηθεί.
Λυπάμαι τα δάκρυά της,
είμαι πιο ευλογημένος
κι από έναν άγιο... (μτφρ.: Πάτροκλος)
Περίπου τότε, όταν επέστρεψε στη Ρωσία, εντάχθηκε στο ρωσικό φουτουριστικό συγκρότημα Centrifuge (Tsentrifuga) ως πιανίστας. Η ποίηση ήταν ακόμα μόνο χόμπυ γι 'αυτόν εκείνη την εποχή. Ήταν στο ομαδικό τους ημερολόγιο, Lirika, όπου δημοσιεύτηκαν μερικά από τα 1α ποιήματά του. Η εμπλοκή του με το φουτουριστικό κίνημα στο σύνολό του έφτασε στο αποκορύφωμά του όταν, το 1914, δημοσίευσε σατιρικό άρθρο στο Rukonog, που επιτέθηκε στο ζηλιάρη ηγέτη του Mezzanine of Poetry, Vadim Shershenevich, που επέκρινε τη Lirika και τους Ego-Futurists επειδή ο ίδιος αποκλείστηκε από τη συνεργασία με το Centrifuge, ο λόγος ήταν ότι δεν ήτανε τόσο ταλαντούχος ποιητής. Η ενέργεια προκάλεσε τελικά λεκτική διαμάχη μεταξύ αρκετών μελών των ομάδων, που αγωνίζονται για αναγνώριση ως οι 1οι, πιο αληθινοί Ρώσοι φουτουριστές. Αυτοί περιελάμβαναν τους Κυβοφουτουριστές, που κείνη την εποχή ήταν ήδη διαβόητοι για τη σκανδαλώδη συμπεριφορά τους. Το 1ο και το 2ο βιβλίο ποίησης του Παστερνάκ εκδόθηκαν λίγο μετά απ' αυτά τα γεγονότα.
Άλλη αποτυχημένη ερωτική σχέση το 1917 ενέπνευσε τα ποιήματα στο 3ο και 1ο μεγάλο βιβλίο του, My Sister, Life. Ο πρώιμος στίχος του αποκρύπτει έξυπνα την ενασχόλησή του με τη φιλοσοφία του Καντ.Μετά το Αδελφή μου η ζωή, ο ποιητής παρήγαγε έργα ανυπέρβλητης αξίας, συμπεριλαμβανομένου του αριστουργήματός του, της λυρικής συλλογής Ρήξη. Συγγραφείς διαφορετικών μεταξύ τους προσανατολισμών, όπως ο Μαγιακόφσκι, ο Αντρέι Μπέλιι, η Αχμάτοβα κι ο Βλαντίμιρ Ναμπόκοφ, εκθείασαν τα ποιήματά του ως έργα αγνής, παρθένας, αχαλίνωτης έμπνευσης. Ο ιστός του περιλαμβάνει εντυπωσιακές παρηχήσεις, άγριους ρυθμικούς συνδυασμούς, καθημερινό λεξιλόγιο και κρυφές αναφορές σε αγαπημένους του ποιητές όπως ο Ρίλκε, ο Λέρμοντοφ, ο Πούσκιν και γερμανόφωνοι ρομαντικοί ποιητές. Στη διάρκεια του Α' Παγκ. Πολ., δίδαξε κι εργάστηκε σε χημικό εργοστάσιο στο Vsevolodo-Vilva κοντά στο Perm, που αναμφίβολα του παρείχε υλικό για τον Δρ Zhivago πολλά έτη μετά. Σ' αντίθεση με την υπόλοιπη οικογένειά του και πολλούς απ' τους στενότερους φίλους του, επέλεξε να μην εγκαταλείψει τη Ρωσία μετά την Οκτωβριανή Επανάσταση του 1917. Σύμφωνα με τον Max Hayward,
παρέμεινε στη Μόσχα όλη τη διάρκεια του Εμφυλίου Πολέμου (1918-20), χωρίς να κάνει καμμία προσπάθεια να διαφύγει στο εξωτερικό ή στον κατεχόμενο από τους Λευκούς νότο, όπως έκαναν αρκετοί άλλοι Ρώσοι συγγραφείς εκείνη την εποχή. Αναμφίβολα, όπως κι ο Γιούρι Ζιβάγκο, εντυπωσιάστηκε στιγμιαία από την υπέροχη χειρουργική επέμβαση της κατάληψης της εξουσίας από τους Μπολσεβίκους τον Οκτώβρη του 1917, αλλά -και πάλι αν κρίνουμε από τα στοιχεία του μυθιστορήματος και παρά τον προσωπικό θαυμασμό για το Λένιν, που τον είδε στο 9ο Συνέδριο Σοβιέτ το 1921- σύντομα άρχισε να τρέφει βαθειές αμφιβολίες για τους ισχυρισμούς και τα διαπιστευτήρια του καθεστώτος. Για να μην αναφερθεί το στυλ διακυβέρνησής του. Οι τρομερές ελλείψεις τροφίμων και καυσίμων κι οι λεηλασίες της Κόκκινης Τρομοκρατίας έκαναν τη ζωή πολύ επισφαλή κείνα τα χρόνια, ιδιαίτερα για την αστική διανόηση.

Άλεξ & Μπόρις
Σε μια επιστολή που έγραψε στον Παστερνάκ από το εξωτερικό τη 10ετία του '20, η Μαρίνα Τσβετάγιεβα του υπενθύμισε πώς τον είχε συναντήσει στο δρόμο το 1919, καθώς πήγαινε να πουλήσει μερικά πολύτιμα βιβλία από τη βιβλιοθήκη του για να αγοράσει ψωμί. Συνέχισε να γράφει πρωτότυπα έργα και να μεταφράζει, αλλά μετά από περίπου τα μέσα του 1918 κατέστη σχεδόν αδύνατο να δημοσιευτεί. Ο μόνος τρόπος για να γίνει γνωστό το έργο κάποιου ήταν να το διακηρύξει στα διάφορα λογοτεχνικά καφενεία που ξεπήδησαν στη συνέχεια, ή -προβλέποντας το samizdat- να το κυκλοφορήσει σε χειρόγραφο. Ήταν μ' αυτό τον τρόπο που το My Sister, Life έγινε 1η φορά διαθέσιμο σ' ευρύτερο κοινό.
Όταν τελικά εκδόθηκε το 1922, η ζωή του έφερε επανάσταση στη ρωσική ποίηση. Τον έκανε πρότυπο για νεότερους ποιητές κι άλλαξε αποφασιστικά τη ποίηση του Osip Mandelshtam, της Marina Tsvetayeva κι άλλων. Μετά το My Sister, Life, παρήγαγε μερικά ερμητικά κομμάτια άνισης ποιότητας, συμπεριλαμβανομένου του αριστουργήματός του, του λυρικού κύκλου Rupture (1921). Oι φιλοσοβιετικοί συγγραφείς κι οι λευκοί εμιγκρέδες αντίστοιχοί τους χειροκρότησαν τη ποίηση του ως καθαρή, αχαλίνωτη έμπνευση.
Στα τέλη της 10ετίας του 1920, συμμετείχε επίσης στη περίφημη 3μερή αλληλογραφία με Ρίλκε και Τσβετάγιεβα. Καθώς η 10ετία προχωρούσε, ωστόσο, ένιωθε όλο και περισσότερο ότι το πολύχρωμο στυλ του ερχότανe σ' αντίθεση με λιγότερο μορφωμένο αναγνωστικό κοινό. Προσπάθησε να κάνει τη ποίησή του πιο κατανοητή ξαναδουλεύοντας τα προηγούμενα έργα του και ξεκινώντας 2 εκτενή ποιήματα για τη Ρωσική Επανάσταση του 1905. Στράφηκε επίσης στη πεζογραφία κι έγραψε αρκετές αυτοβιογραφικές ιστορίες, κυρίως Η παιδική ηλικία των Luvers κι Ασφαλής συμπεριφορά. (Η συλλογή Zhenia's Childhood and Other Stories θα εκδοθεί το 1982). Το 1922 παντρεύτηκε την Evgeniya Lurye (Евгения Лурье), φοιτήτρια στο Ινστιτούτο Τέχνης. Τον επόμενο χρόνο γεννήθηκε ο γιος τους Yevgeny.
Απόδειξη της υποστήριξής του στα ακόμα επαναστατικά μέλη της ηγεσίας του Κομμουνιστικού Κόμματος μέχρι το 1926 υποδεικνύεται από το ποίημά του Στη μνήμη της Ράισνερ που πιθανώς γράφτηκε μετά τον πρόωρο θάνατο από τύφο της μπολσεβίκου ηγέτιδας Λαρίσα Ράισνερ στα 30 Φλεβάρη του ίδιου έτους. Μέχρι το 1927, οι στενοί φίλοι του, Βλαντιμίρ Μαγιακόφσκι και Νικολάι Ασέγιεφ, υποστήριζαν τη πλήρη υποταγή των τεχνών στις ανάγκες του Κομμουνιστικού Κόμματος της Σοβιετικής Ένωσης. Σ' επιστολή προς την αδελφή του Josephine, έγραψε για τις προθέσεις του να διακόψει τις σχέσεις και με τους 2. Αν κι εξέφρασε ότι θα ήτανε βαθιά οδυνηρό, εξήγησε ότι δεν μπορούσε ν' αποφευχθεί. Εξήγησε:
"Σε καμμία περίπτωση δεν ανταποκρίνονται στην εξυψωμένη κλήση τους. Στη πραγματικότητα, έχουν αποτύχει σε αυτό, αλλά -όσο δύσκολο κι αν είναι για μένα να το καταλάβω- ένας σύγχρονος σοφιστής θα μπορούσε να πει πως αυτά τα τελευταία χρόνια έχουνε πραγματικά απαιτήσει μείωση της συνείδησης και του συναισθήματος στο όνομα μεγαλύτερης κατανόησης. Ωστόσο, τώρα το ίδιο το πνεύμα των καιρών απαιτεί μεγάλη, θαρραλέα αγνότητα. Κι αυτοί οι άνθρωποι κυβερνώνται από ασήμαντη ρουτίνα. Υποκειμενικά, είναι ειλικρινείς κι ευσυνείδητοι. Αλλά μου είναι όλο και πιο δύσκολο να λάβω υπόψη τη προσωπική πτυχή των πεποιθήσεών τους. Δεν είμαι έξω μόνος μου -οι άνθρωποι μου φέρονται καλά. Αλλά όλα αυτά ισχύουν μόνο μέχρι ενός σημείου. Μου φαίνεται ότι έχω φτάσει σε αυτό το σημείο".
Μέχρι το 1932, είχε αναδιαμορφώσει εντυπωσιακά το ύφος του για να το κάνει πιο κατανοητό στο ευρύ κοινό και τύπωσε τη νέα συλλογή ποιημάτων, με τον εύστοχο τίτλο Η δεύτερη γέννηση. Αν και τα καυκάσια κομμάτια του ήτανε τόσο λαμπρά όσο κι οι προηγούμενες προσπάθειες, το βιβλίο αποξένωσε τον πυρήνα του εκλεπτυσμένου κοινού του στο εξωτερικό, που αποτελούνταν σε μεγάλο βαθμό από αντικομμουνιστές εμιγκρέδες. Την ίδια χρονιά, ερωτεύτηκε τη Zinaida Neuhaus, σύζυγο του Ρώσου πιανίστα Heinrich Neuhaus. Κι οι δύο πήρανε διαζύγιο και παντρεύτηκαν 2 χρόνια μετά. Συνέχισε να αλλάζει τη ποίησή του, απλοποιώντας το ύφος και τη γλώσσα του με τα χρόνια, όπως εκφράζεται στο επόμενο βιβλίο του, Early Trains (1943).

Πορτραίτο του φιλοτεχνηθέν από τον πατέρα του, Λεονίντ
Τον Απρίλη του 1934 ο Όσιπ Μαντελστάμ απήγγειλε το Επίγραμμα του Στάλιν στον Παστερνάκ. Αφού το άκουσε, του είπε: "Δεν το άκουσα αυτό, δεν μου το απήγγειλες, γιατί, ξέρεις, πολύ περίεργα και τρομερά πράγματα συμβαίνουνε τώρα: έχουν αρχίσει να μαζεύουν ανθρώπους. Φοβάμαι ότι οι τοίχοι έχουν αυτιά κι ίσως ακόμη κι αυτά τα παγκάκια στη λεωφόρο εδώ, μπορεί να είναι σε θέση να ακούσουν και να πουν ιστορίες. Ας πούμε λοιπόν ότι δεν άκουσα τίποτα". Νύχτα στις 14 Μάη 1934, ο Mandelstam συνελήφθη στο σπίτι του βάσει εντάλματος υπογεγραμμένου από το αφεντικό της NKVD Genrikh Yagoda. Συντετριμμένος, ο Παστερνάκ πήγε αμέσως στα γραφεία της Ισβέστια κι ικέτευσε τον Νικολάι Μπουχάριν να μεσολαβήσει για λογαριασμό του Μαντελστάμ.
Λίγο μετά τη συνάντησή του, το τηλέφωνο χτύπησε στο διαμέρισμά του στη Μόσχα. Μια φωνή από το Κρεμλίνο είπε: "Ο σύντροφος Στάλιν θέλει να μιλήσει μαζί σας". Σύμφωνα με την Ivinskaya, έμεινε βουβός. Ήταν εντελώς απροετοίμαστος για τέτοια συζήτηση. Αλλά τότε άκουσε τη φωνή του, τη φωνή του Στάλιν, να έρχεται πέρα από τη γραμμή. Ο Ηγέτης του απευθύνθηκε με μάλλον μπλόφα άξεστο τρόπο, χρησιμοποιώντας τη γνωστή του μορφή: "Πες μου, τι λένε στους λογοτεχνικούς σας κύκλους για τη σύλληψη του Mandelstam;" Ταραγμένος, αρνήθηκε ότι υπήρξε οποιαδήποτε συζήτηση ή ότι είχαν απομείνει λογοτεχνικοί κύκλοι στη Σοβιετική Ρωσία. Ο Στάλιν συνέχισε ρωτώντας τον για τη δική του γνώμη. Ο Παστερνάκ εξήγησε ότι ο ίδιος κι ο Μαντελστάμ είχαν ο καθένας εντελώς διαφορετική φιλοσοφία για τη ποίηση. Ο Στάλιν είπε τελικά, με σκωπτικό τόνο φωνής: "Βλέπω, απλά ότι δεν είσαι σε θέση να υπερασπιστείς έναν σύντροφο και να αφήσεις κάτω το ακουστικό".
Σύμφωνα με τον Pasternak, στη διάρκεια της δίκης-παρωδία του στρατηγού Iona Yakir και του στρατάρχη Mikhail Tukhachevsky το 1937, η Ένωση Σοβιετικών Συγγραφέων ζήτησε από όλα τα μέλη να προσθέσουνε τα ονόματά τους σε δήλωση υποστήριξης της θανατικής ποινής για τους κατηγορούμενους. Ο Παστερνάκ αρνήθηκε να υπογράψει, ακόμη κι όταν η ηγεσία της Ένωσης τον επισκέφθηκε και τον απείλησε. Λίγο μετά, ο Πάστερνακ απευθύνθηκε απευθείας στον Στάλιν, περιγράφοντας τις ισχυρές τολστοϊκές πεποιθήσεις της οικογένειάς του και θέτοντας τη ζωή του στη διάθεση του Στάλιν. Είπε ότι δεν μπορούσε να σταθεί ως αυτόκλητος δικαστής ζωής και θανάτου. Ήτανε βέβαιος ότι θα συλληφθεί, αλλά αντ' αυτού λέγεται ότι ο Στάλιν διέγραψε το όνομά του από λίστα εκτελέσεων, δηλώνοντας, σύμφωνα με πληροφορίες, "Μην αγγίζετε αυτό τον κάτοικο σύννεφων (ή, σε άλλη εκδοχή, "αφήστε αυτόν τον άγιο ανόητο ήσυχο!").
Ο στενός φίλος του Παστερνάκ, Τιτσιάν Ταμπίτζε, έπεσε θύμα της Μεγάλης Εκκαθάρισης. Σε αυτοβιογραφικό δοκίμιο που δημοσιεύθηκε τη δεκαετία του '50, περιέγραψε την εκτέλεση του Ταμπίτζε και τις αυτοκτονίες της Μαρίνας Τσβετάεβα και του Πάολο Ιασβίλι. Η Ivinskaya έγραψε:
"Πιστεύω ότι μεταξύ του Στάλιν και του Παστερνάκ υπήρξε μια απίστευτη, σιωπηλή μονομαχία".
Όταν η Luftwaffe άρχισε να βομβαρδίζει τη Μόσχα, ο Pasternak άρχισε αμέσως να υπηρετεί σα πυροσβέστης στην οροφή του κτιρίου του στην οδό Lavrushinski. Σύμφωνα με την Ivinskaya, βοήθησε επανειλημμένα να ξεφορτωθούνε τις γερμανικές βόμβες που πέσαν εκεί. Το 1943, έλαβε τελικά άδεια να επισκεφθεί τους στρατιώτες στο μέτωπο. Το έφερε καλά, λαμβάνοντας υπόψη τις δυσκολίες του ταξιδιού (είχε αδύναμο πόδι από παλιό τραυματισμό) κι ήθελε να πάει στα πιο επικίνδυνα μέρη. Διάβασε ποίηση και μίλησε εκτενώς με τους δραστήριους και τραυματίες στρατιώτες.

Είπε αργότερα:
"Αν, σε κακό όνειρο, είχαμε δει όλη τη φρίκη που μας επιφυλάσσεται μετά τον πόλεμο, δεν θα έπρεπε να λυπηθούμε που είδαμε τον Στάλιν να πέφτει, μαζί με τον Χίτλερ. Τότε, ο τερματισμός του πολέμου υπέρ των συμμάχων μας, των πολιτισμένων χωρών με δημοκρατικές παραδόσεις, θα σήμαινε 100 φορές λιγότερα δεινά για το λαό μας απ' αυτά που του προκάλεσε και πάλι ο Στάλιν μετά τη νίκη του".
Τον Οκτώβρη του 1946, ο 2 φορές παντρεμένος Πάστερνακ γνώρισε την Όλγα Ιβίνσκαγια, 34χρονη ανύπαντρη μητέρα που εργαζόταν για τον Νόβι Μιρ. Βαθιά συγκινημένος από την ομοιότητά της με τη 1η του αγάπη Ida Vysotskaya, έδωσε στην Ivinskaya αρκετούς τόμους της ποίησης και των λογοτεχνικών μεταφράσεών του. Αν και δεν εγκατέλειψε ποτέ τη σύζυγό του Ζινάιντα, ξεκίνησε εξωσυζυγική σχέση με την Ιβίνσκαγια που θα διαρκούσε για το υπόλοιπο της ζωής του. Η Ivinskaya θυμάται αργότερα, πως τηλεφωνούσε σχεδόν κάθε μέρα κι ενστικτωδώς φοβούμενη να τον συναντήσει ή να μιλήσει μαζί του, αλλά πεθαίνοντας από ευτυχία, τραύλιζε πως ήταν απασχολημένος. Αλλά σχεδόν κάθε απόγευμα, προς το τέλος των ωρών εργασίας, ερχόταν αυτοπροσώπως στο γραφείο και συχνά περπατούσε μαζί της στους δρόμους, τις λεωφόρους και τις πλατείες μέχρι την οδό Potapov. "Να σου κάνω δώρο αυτή τη πλατεία;" ρωτούσε. Του έδωσε τον αριθμό τηλεφώνου της γειτόνισσάς της Όλγα Βόλκοβα που κατοικούσε από κάτω. Τα βράδια, της τηλεφωνούσε κι η Βόλκοβα έδινε σήμα στην Όλγα χτυπώντας τον αγωγό νερού που συνέδεε τα διαμερίσματά τους.
Όταν συναντήθηκαν 1η φορά, ο Παστερνάκ μετέφραζε το στίχο του Ούγγρου εθνικού ποιητή, Σάντορ Πέτοφι. Της έδωσε ένα βιβλίο του με την αφιέρωσή τυυ: "Χρησίμευσε ως κώδικας Μάη κι Ιούνιο του 1947 κι οι στενές μεταφράσεις των στίχων του είναι έκφραση προσαρμοσμένη στις απαιτήσεις του κειμένου, των συναισθημάτων και των σκέψεών μου για μένα και για όλους.. Στη μνήμη όλων, B.P., 13 Μάη 1948". Ο Pasternak σημείωσε αργότερα σε μια φωτογραφία του: "Ο Petőfi είναι υπέροχος με τους περιγραφικούς στίχους του και την εικόνα της φύσης, αλλά είστε ακόμα καλύτεροι. Δούλεψα πολύ πάνω του το 1947 και το 1948, όταν σε γνώρισα 1η φορά. Σας ευχαριστώ για τη βοήθειά σας. Μετέφραζα και τους δυο σας". Η Ivinskaya θα περιέγραφε αργότερα τις μεταφράσεις του Petőfi ως 1η δήλωση αγάπης. Σύμφωνα με την Ivinskaya πάντα, η Zinaida Pasternak ήταν εξοργισμένη από την απιστία του συζύγου της. Κάποτε, όταν ο μικρότερος γιος του Λεονίντ αρρώστησε βαριά, πήρε υπόσχεση από τον σύζυγό της, καθώς στέκονταν δίπλα στο κρεβάτι του αγοριού, ότι θα τελείωνε τη σχέση του με την Ιβίνσκαγια. Ο Πάστερνακ ζήτησε από τη Λουίζα Πόποβα, κοινή φίλη, να πει στην Ιβίνσκαγια για την υπόσχεσή του. Η Πόποβα του είπε ότι πρέπει να το κάνει μόνος του. Λίγο αργότερα, η Ivinskaya έτυχε να είναι άρρωστη στο διαμέρισμα της Popova, όταν ξαφνικά έφτασε η Zinaida Pasternak και την αντιμετώπισε. Η Ivinskaya θυμήθηκε αργότερα:
"Αλλά αρρώστησα τόσο πολύ από την απώλεια αίματος που κείνη κι η Luisa έπρεπε να με πάνε στο νοσοκομείο και δεν θυμάμαι πλέον τι ακριβώς πέρασε ανάμεσα σε μένα και αυτή τη βαρειά χτισμένη, ισχυρή γυναίκα, που επαναλάμβανε συνεχώς πώς δεν έδινε δεκάρα για την αγάπη μας κι ότι, παρ' όλο που δεν αγαπούσε πλέον τον εαυτό της. Δεν θα επέτρεπε να διαλυθεί η οικογένειά της. Μετά την επιστροφή μου από το νοσοκομείο, ο Μπόρις ήρθε να με επισκεφθεί, σαν να μην είχε συμβεί τίποτα και συγκινητικά έκανε την ειρήνη του με τη μητέρα μου, λέγοντάς της πόσο πολύ με αγαπούσε. Μέχρι τώρα ήταν αρκετά καλά συνηθισμένη σε αυτούς τους αστείους τρόπους του".
Το 1948, τη συμβούλεψε να παραιτηθεί από τη δουλειά της στο Novy Mir, που γινόταν εξαιρετικά δύσκολη λόγω της σχέσης τους. Στη συνέχεια, άρχισε να τη καθοδηγεί στη μετάφραση ποίησης. Με τον καιρό, άρχισαν να αναφέρονται στο διαμέρισμά της στην οδό Potapov ως, "Το κατάστημά μας".

Το βράδυ 6 Οκτώβρη 1949, η Ivinskaya συνελήφθη στο διαμέρισμά της από τη KGB. Αναφέρει στα απομνημονεύματά της ότι, όταν οι πράκτορες εισέβαλαν στο διαμέρισμά της, ήτανε στη γραφομηχανή της κι εργαζόταν σε μεταφράσεις του Κορεάτη ποιητή Won Tu-Son. Το διαμέρισμά της λεηλατήθηκε κι όλα τα αντικείμενα που συνδέονταν με τον Πάστερνακ συσσωρεύτηκαν παρουσία της. Μεταφέρθηκε στη φυλακή Lubyanka κι ανακρίθηκε επανειλημμένα, όπου αρνήθηκε να πει οτιδήποτε ενοχοποιητικό για τον Pasternak. Εκείνη την εποχή, ήταν έγκυος στο παιδί του κι είχε αποβολή νωρίς στη 10ετή ποινή της στο GULAG.
Μόλις έμαθε για τη σύλληψη της ερωμένης του, τηλεφώνησε στη Λουίζα Πόποβα και της ζήτησε να έρθει αμέσως στη λεωφόρο Γκόγκολ. Τονε βρήκε να κάθεται σε παγκάκι κοντά στο σταθμό του μετρό Palace of Soviets. Κλαίγοντας, της είπε: "Όλα τελείωσαν τώρα. Μου τη πήρανε και δε θα την ξαναδώ ποτέ. Είναι σαν θάνατος κι ακόμα χειρότερα". Σύμφωνα με την Ivinskaya, μετά από αυτό, σε συζητήσεις με ανθρώπους που μόλις γνώριζε, αναφερόταν πάντα στον Στάλιν ως δολοφόνο. Μιλώντας με ανθρώπους στα γραφεία λογοτεχνικών περιοδικών, συχνά ρωτούσε: "Πότε θα τεθεί τέλος σε αυτήν την ελευθερία για τους λακέδες που περπατούν με χαρά πάνω από πτώματα για να προωθήσουν τα δικά τους συμφέροντα". Πέρασε πολύ χρόνο με την Αχμάτοβα -που κείνα τα χρόνια δόθηκε πολύ μεγάλη φιλοξενία από τους περισσότερους ανθρώπους που τη γνώριζαν. Εργάστηκε εντατικά στο 2ο μέρος του Doctor Zhivago. Σε μια επιστολή του 1958 προς φίλο στη Δ. Γερμανία, ο Πάστερνακ έγραψε: "Μπήκε στη φυλακή για λογαριασμό μου, ως το άτομο που θεωρούσε η μυστική αστυνομία ότι ήταν πιο κοντά μου κι ήλπιζαν ότι μέσω εξαντλητικής ανάκρισης κι απειλών θα μπορούσαν να αποσπάσουν αρκετά στοιχεία από αυτήν για να με δικάσουν. Οφείλω τη ζωή μου, και το γεγονός ότι δεν με άγγιξαν εκείνα τα χρόνια, στον ηρωισμό και την αντοχή της".
Η μετάφραση του 1ου μέρους του Φάουστ από τον Παστερνάκ τον οδήγησε να δεχθεί επίθεση στην έκδοση του Novy Mir τον Αύγουστο του 1950. Ο κριτικός τονε κατηγόρησε ότι διαστρέβλωσε τις προοδευτικές έννοιες του Γκαίτε για να υποστηρίξει την αντιδραστική θεωρία της καθαρής τέχνης, καθώς κι ότι εισήγαγε αισθητικές κι ατομικιστικές αξίες. Σε μεταγενέστερη επιστολή προς τη κόρη της Τσβετάεβα, ο Πάστερνακ εξήγησε ότι η επίθεση υποκινήθηκε από το γεγονός ότι τα υπερφυσικά στοιχεία του έργου, που ο Νόβι Μιρ θεωρούσε παράλογα, είχαν μεταφραστεί όπως τα είχε γράψει ο Γκαίτε. Δήλωσε επίσης ότι, παρά τις επιθέσεις στη μετάφρασής του, η σύμβασή του για το 2ο μέρος δεν είχε ανακληθεί. Όταν ο Στάλιν πέθανε από εγκεφαλικό επεισόδιο στις 5 Μάρτη 1953, η Ιβίνσκαγια ήταν ακόμα φυλακισμένη στο Γκουλάγκ κι ο Παστερνάκ ήταν στη Μόσχα. Σε ολόκληρο το έθνος, υπήρξαν κύματα πανικού, σύγχυσης και δημόσιες εκδηλώσεις θλίψης. Ο Παστερνάκ έγραψε: "Άνθρωποι που δεν είναι ελεύθεροι... Πάντα θα εξιδανικεύουν τα δεσμά τους".
Μετά την απελευθέρωσή της, η σχέση του με την Ιβίνσκαγια συνέχισε από κεί που 'χε σταματήσει. Λίγο αφ' ότου της εκμυστηρεύτηκε: "Για τόσο πολύ καιρό μας κυβερνούσε τρελλός και δολοφόνος, και τώρα ένας ανόητος και γουρούνι. Ο τρελλός είχε τις περιστασιακές πτήσεις της φαντασίας του, είχε διαισθητική αίσθηση για ορισμένα πράγματα, παρά τον άγριο σκοταδισμό του. Τώρα μας κυβερνούν μετριότητες". Στη διάρκεια αυτής της περιόδου, χαιρόταν να διαβάζει ένα παράνομο αντίγραφο της Φάρμας των Ζώων του Τζωρτζ Όργουελ αγγλικά. Σε συνομιλία με την Ivinskaya, εξήγησε ότι ο δικτάτορας χοίρων Ναπολέων, στο μυθιστόρημα, του θύμισε έντονα τον σοβιετικό πρωθυπουργό Νικήτα Χρουστσόφ. Αν και περιέχει αποσπάσματα γραμμένα στις 10ετίες του '10 και του '20, ο Δρ. Ζιβάγκο δεν ολοκληρώθηκε μέχρι το 1955. Υπέβαλε το μυθιστόρημα στον Νόβι Μιρ το 1956, που αρνήθηκε τη δημοσίευση λόγω της απόρριψης του σοσιαλιστικού ρεαλισμού. Ο συγγραφέας, όπως κι ο πρωταγωνιστής του Γιούρι Ζιβάγκο, έδειξε μεγαλύτερη ανησυχία για την ευημερία των μεμονωμένων χαρακτήρων παρά για τη πρόοδο της κοινωνίας. Οι λογοκριτές θεωρούσαν επίσης ορισμένα αποσπάσματα ως αντισοβιετικά, ειδικά τις κριτικές του μυθιστορήματος για τον σταλινισμό, την κολλεκτιβοποίηση, τη Μεγάλη Εκκαθάριση και το Γκουλάγκ.

Το Μουσείο Πάστερνακ
Όμως η τύχη του Παστερνάκ επρόκειτο σύντομα ν' αλλάξει. Τον Μάρτη του 1956, το Ιταλικό Κομμουνιστικό Κόμμα έστειλε δημοσιογράφο, τον Sergio D'Angelo, να εργαστεί στη Σοβιετική Ένωση κι η ιδιότητά του καθώς κι η συμμετοχή του στο Κόμμα του επέτρεψαν να 'χει πρόσβαση σε διάφορες πτυχές της πολιτιστικής ζωής στη Μόσχα κείνη την εποχή. Εκδότης του Μιλάνου, ο κομμουνιστής Giangiacomo Feltrinelli, του 'χε επίσης αναθέσει να βρει νέα έργα σοβιετικής λογοτεχνίας που θα ήταν ελκυστικά στο δυτικό κοινό κι όταν έμαθε για την ύπαρξη του Δρ. Zhivago, ταξίδεψε αμέσως στο Peredelkino και προσφέρθηκε να υποβάλει το μυθιστόρημα του Pasternak στην εταιρεία του Feltrinelli για δημοσίευση. Στην αρχή ο Παστερνάκ έμεινε έκπληκτος. Τότε έφερε το χειρόγραφο από τη μελέτη του κι είπε στον D'Angelo γελώντας: "Σας προσκαλούμε να με παρακολουθήσετε να αντιμετωπίζω το εκτελεστικό απόσπασμα".
Σύμφωνα με τον Lazar Fleishman, γνώριζε ότι έπαιρνε τεράστιο ρίσκο. Κανείς σοβιετικός συγγραφέας δεν είχε προσπαθήσει να ασχοληθεί με δυτικούς εκδότες απ' τη 10ετία του '20, όταν τέτοια συμπεριφορά οδήγησε το σοβιετικό κράτος να κηρύξει πόλεμο στον Μπόρις Πίλνιακ και τον Εβγκένι Ζαμιάτιν. Ο Παστερνάκ, ωστόσο, πίστευε ότι η κομμουνιστική σχέση του Φελτρινέλι όχι μόνο θα εξασφάλιζε τη δημοσίευση, αλλά θα μπορούσε ακόμη και ν' αναγκάσει το σοβιετικό κράτος να εκδώσει το μυθιστόρημα στη Ρωσία. Σε σπάνια στιγμή συμφωνίας, η Ivinskaya κι η Zinaida τρομοκρατήθηκαν από την υποβολή του Δρ. Zhivago σε δυτικό εκδοτικό οίκο. Αυτός όμως αρνήθηκε ν' αλλάξει γνώμη κι ενημέρωσε απεσταλμένο από τον Φελτρινέλι ότι ήταν έτοιμος να υποβληθεί σε οποιαδήποτε θυσία για να δει το έργο να δημοσιεύεται.
Το 1957, ο Feltrinelli ανακοίνωσε ότι το μυθιστόρημα θα δημοσιευόταν από την εταιρεία του. Παρά τις επανειλημμένες απαιτήσεις από την επίσκεψη σοβιετικών απεσταλμένων, αρνήθηκε ν' ακυρώσει ή να καθυστερήσει τη δημοσίευση. Σύμφωνα με την Ivinskaya: "Δεν πίστευε ότι θα δημοσιεύαμε ποτέ το χειρόγραφο εδώ κι ένιωθε ότι δεν είχε κανένα δικαίωμα ν' αποκρύψει αριστούργημα από τον κόσμο -αυτό θα ήταν ακόμη μεγαλύτερο έγκλημα. Η σοβιετική κυβέρνηση ανάγκασε τον Παστερνάκ να τηλεφωνήσει στον εκδότη για ν' αποσύρει το χειρόγραφο, αλλά έστειλε ξεχωριστές, μυστικές επιστολές συμβουλεύοντας τον Φελτρινέλι να αγνοήσει τα τηλεγραφήματα.
Βοηθούμενος σημαντικά από τη σοβιετική εκστρατεία εναντίον του μυθιστορήματος (καθώς κι από τη μυστική αγορά 100άδων αντιτύπων του βιβλίου από τη Κεντρική Υπηρεσία Πληροφοριών των ΗΠΑ καθώς έβγαινε από τα πιεστήρια σ' όλο τον κόσμο, ο Δρ. Ζιβάγκο έκανε αμέσως αίσθηση σε όλο τον μη κομμουνιστικό κόσμο μετά τη κυκλοφορία του Νοέμβρη του 1957. Στο κράτος του Ισραήλ, ωστόσο, το μυθιστόρημα του Παστερνάκ επικρίθηκε έντονα για τις αφομοιωτικές απόψεις του προς τον εβραϊκό λαό. Όταν ενημερώθηκε γι' αυτό, ο Παστερνάκ απάντησε: "Δεν πειράζει. Είμαι πάνω από τη φυλή..." Σύμφωνα με τον Lazar Fleishman, είχε γράψει τα επίμαχα αποσπάσματα πριν από την ανεξαρτησία του Ισραήλ. Εκείνη την εποχή, ο Παστερνάκ παρακολουθούσε επίσης τακτικά τη Ρωσική Ορθόδοξη Θεία Λειτουργία. Ως εκ τούτου, πίστευε ότι η μεταστροφή των Σοβιετικών Εβραίων στο Χριστιανισμό ήτανε προτιμότερη από την αφομοίωση στον αθεϊσμό και τον σταλινισμό. Η 1η αγγλική μετάφραση του Δόκτορα Ζιβάγκο έγινε βιαστικά από τους Μαξ Χέιγουορντ και Μάνια Χαράρι, προκειμένου να συμπέσει με τη συντριπτική ζήτηση του κοινού. Κυκλοφόρησε Αύγουστο του 1958 και παρέμεινε η μόνη διαθέσιμη έκδοση περισσότερα από 50 χρόνια. Μεταξύ 1958-9, η αγγλική έκδοση πέρασε 26 βδομάδες στη κορυφή της λίστας μπεστ σέλερ των New York Times.

Η κόρη της Ivinskaya, Irina, κυκλοφόρησε δακτυλογραφημένα αντίγραφα του μυθιστορήματος στο Samizdat. Αν και κανείς σοβιετικός κριτικός δεν είχε διαβάσει το απαγορευμένο μυθιστόρημα, ο Δρ. Ζιβάγκο διαπομπεύτηκε στον κρατικό Τύπο. Παρόμοιες επιθέσεις οδήγησαν σε χιουμοριστικό ρωσικό ρητό: "Δεν έχω διαβάσει τον Πάστερνακ, αλλά τον καταδικάζω". Μετά τον Β' Παγκ. Πόλ., ο Παστερνάκ είχε συνθέσει σειρά ποιημάτων με θέματα του Ευαγγελίου. Σύμφωνα με την Ivinskaya, θεωρούσε τον Στάλιν γίγαντα της προχριστιανικής εποχής. Ως εκ τούτου, η απόφαση του Πάστερνακ να γράψει χριστιανική ποίηση ήταν μια μορφή διαμαρτυρίας. Στις 9 Σεπτέμβρη 1958, ο κριτικός της Literary Gazette Βίκτορ Πέρτσοφ ανταπέδωσε καταγγέλλοντας τη παρακμιακή θρησκευτική ποίηση του που μυρίζει σφαίρες από τη συμβολιστική βαλίτσα κατασκευής του 1908-10. Επιπλέον, ο συγγραφέας έλαβε πολλά μηνύματα μίσους από κομμουνιστές εσωτερικά κι εξωτερικά. Σύμφωνα με την Ivinskaya, συνέχισε να λαμβάνει τέτοιες επιστολές για το υπόλοιπο της ζωής του.
Σ' επιστολή που έγραψε στην αδελφή του Josephine, ωστόσο, θυμήθηκε τα λόγια της φίλης Ekaterina Krashennikova όταν διάβασε το Dr. Zhivago. Είχε πει: "Μη ξεχνάς τον εαυτό σου σε σημείο να πιστεύεις ότι εσύ έγραψες αυτό το έργο. Ήταν ο ρωσικός λαός και τα βάσανά του που το δημιούργησαν. Δόξα τω Θεώ που το εξέφρασε μες απ' τη πέννα σας". Σύμφωνα με τον παππού Yevgeni Borisovich Pasternak, οι φήμες ότι επρόκειτο να λάβει το Βραβείο Νόμπελ ξεκίνησαν αμέσως μετά το τέλος του Β 'Παγκ. Πολ.. Σύμφωνα με τον πρώην επικεφαλής της Επιτροπής Νόμπελ Lars Gyllensten, η υποψηφιότητά του συζητήθηκε κάθε χρόνο στα 1946-50 και πάλι το 1957 (τελικά απονεμήθηκε το 1958). Ο Παστερνάκ το μάντεψε αυτό από τα αυξανόμενα κύματα κριτικής στην ΕΣΣΔ. Μερικές φορές έπρεπε να δικαιολογήσει την ευρωπαϊκή φήμη του: "Σύμφωνα με την Ένωση Σοβιετικών Συγγραφέων, ορισμένοι λογοτεχνικοί κύκλοι της Δύσης βλέπουν ασυνήθιστη σημασία στο έργο μου, που δεν ταιριάζει με τη σεμνότητα και τη χαμηλή παραγωγικότητά του...".
Εν τω μεταξύ, έγραψε στη Ρενάτε Σβάιτσερ και την αδελφή του, Λίντια Σλέιτερ. Και στις 2, εξέφρασε την ελπίδα ότι θα περάσει από την Επιτροπή Νόμπελ υπέρ του Αλμπέρτο Μοράβια. Έγραψε ότι βασανιζόταν από βάσανα κι ανησυχίες στη σκέψη να θέσει τους αγαπημένους του σε κίνδυνο. Στις 23 Οκτώβρη 1958, ανακοινώθηκε ως νικητής του βραβείου Νόμπελ. Η παραπομπή πιστώνεται τη συμβολή του στη ρωσική λυρική ποίηση και για το ρόλο του στη συνέχιση της μεγάλης ρωσικής επικής παράδοσης. Στις 25 Οκτώβρη, έστειλε τηλεγράφημα στη Σουηδική Ακαδημία: "Απείρως ευγνώμων, συγκινημένος, περήφανος, έκπληκτος, συγκλονισμένος". Την ίδια μέρα, το Λογοτεχνικό Ινστιτούτο Μόσχας απαίτησε απ' όλους τους φοιτητές του να υπογράψουν αίτηση καταγγελίας του Παστερνάκ και του μυθιστορήματός του. Διατάχθηκαν επίσης να συμμετάσχουν σε... αυθόρμητη διαδήλωση που απαιτούσε την εξορία του από τη Σοβιετική Ένωση. Επίσης εκείνη τη μέρα, η Literary Gazette δημοσίευσε επιστολή που στάλθηκε στον Παστερνάκ, Σεπτέμβρη του 1956 από τους συντάκτες του σοβιετικού λογοτεχνικού περιοδικού Novy Mir για να δικαιολογήσει την απόρριψη του Δρ. Zhivago. Δημοσιεύοντας αυτή την επιστολή, οι σοβιετικές αρχές θέλησαν να δικαιολογήσουν τα μέτρα που είχαν λάβει εναντίον του συγγραφέα και του έργου του. Στις 26 Οκτώβρη, η Literary Gazette δημοσίευσε άρθρο του David Zaslavski με τίτλο: "Αντιδραστική προπαγάνδα Αναταραχή για ένα λογοτεχνικό ζιζάνιο". Σύμφωνα με τον Solomon Volkov:
"Η εκστρατεία κατά του Παστερνάκ οργανώθηκε σύμφωνα με τη χειρότερη σταλινική παράδοση: καταγγελίες στην Πράβντα και σε άλλες εφημερίδες. δημοσιεύσεις οργισμένων επιστολών από «απλούς σοβιετικούς εργάτες», που δεν είχαν διαβάσει το βιβλίο. Συγκάλεσε βιαστικά συναντήσεις φίλων και συναδέλφων του Παστερνάκ, στις οποίες σπουδαίοι ποιητές όπως ο Βλαντιμίρ Σολούκιν, ο Λεονίντ Μαρτίνοφ και ο Μπόρις Σλούτσκι αναγκάστηκαν να λογοκρίνουν έναν συγγραφέα που σέβονταν. Ο Σλούτσκι, ο οποίος στα βάναυσα πεζά ποιήματά του είχε δημιουργήσει μια εικόνα για τον εαυτό του ως θαρραλέος στρατιώτης και εραστής της αλήθειας, βασανίστηκε τόσο πολύ από την ομιλία του κατά του Παστερνάκ που αργότερα τρελάθηκε. Στις 29 Οκτωβρίου 1958, στην ολομέλεια της Κεντρικής Επιτροπής της Ένωσης Κομμουνιστικής Νεολαίας, αφιερωμένη στην τεσσαρακοστή επέτειο της Κομσομόλ, ο επικεφαλής της, Βλαντιμίρ Σεμιχάστνι, επιτέθηκε στον Πάστερνακ μπροστά σε ένα ακροατήριο 14.000 ανθρώπων, συμπεριλαμβανομένου του Χρουστσόφ και άλλων ηγετών του κόμματος. Ο Σεμιχάστνι αποκάλεσε αρχικά τον Παστερνάκ, «ένα μαγικό πρόβατο», που ευχαρίστησε τους εχθρούς της Σοβιετικής Ένωσης με «το συκοφαντικό λεγόμενο έργο του». Στη συνέχεια, ο Semichastny (ο οποίος έγινε επικεφαλής της KGB το 1961) πρόσθεσε ότι, «αυτός ο άνθρωπος πήγε και έφτυσε στο πρόσωπο του λαού». Και κατέληξε λέγοντας: «Αν συγκρίνετε τον Παστερνάκ με ένα γουρούνι, ένα γουρούνι δεν θα έκανε αυτό που έκανε», επειδή ένα γουρούνι, «ποτέ δεν σκατά εκεί που τρώει». Ο Χρουστσόφ χειροκρότησε επιδεικτικά. Η είδηση αυτής της ομιλίας οδήγησε τον Πάστερνακ στο χείλος της αυτοκτονίας. Πρόσφατα αποκαλύφθηκε ότι ο πραγματικός συγγραφέας των προσβολών του Σεμιχάστνι ήταν ο Χρουστσόφ, ο οποίος είχε καλέσει τον ηγέτη της Κομσομόλ το προηγούμενο βράδυ και υπαγόρευσε τις ατάκες του για το μαγικό πρόβατο και το γουρούνι, τα οποία ο Σεμιχάστνι περιέγραψε ως «τυπικά χρουστσιοφικά, σκόπιμα χονδροειδή, ανεπίσημα επιπόλαια".

Επιπλέον, ενημερώθηκε ότι, αν ταξίδευε στη Στοκχόλμη για να παραλάβει το Νόμπελ, δεν θα του επιτρεπόταν η επανείσοδος στη Σοβιετική Ένωση. Ως αποτέλεσμα, στις 29 Οκτώβρη έστειλε 2ο τηλεγράφημα στην Επιτροπή Νόμπελ: "Λαμβάνοντας υπ' όψη το νόημα που δόθηκε στο βραβείο από τη κοινωνία που ζω, πρέπει να παραιτηθώ απ' αυτή την άδικη διάκριση που μου απονεμήθηκε. Σας παρακαλώ, μη πάρετε λάθος την οικειοθελή παραίτησή μου". Η Σουηδική Ακαδημία ανακοίνωσε: "Αυτή η άρνηση, φυσικά, σε καμμία περίπτωση δεν αλλάζει την εγκυρότητα του βραβείου. Ωστόσο, μένει μόνο ν' ανακοινώσουμε με λύπη ότι η απονομή του βραβείου δε μπορεί να πραγματοποιηθεί". Σύμφωνα με τον Yevgenii Pasternak: "Δε μπορούσα να αναγνωρίσω τον πατέρα μου όταν τον είδα κείνο το βράδυ. Χλωμό, άψυχο πρόσωπο, κουρασμένα πονεμένα μάτια και μιλώντας μόνο για το ίδιο πράγμα: Τώρα όλα δεν έχουν σημασία, αρνήθηκα το βραβείο". Παρά την απόφασή του ν' αρνηθεί το βραβείο, η Ένωση Σοβιετικών Συγγραφέων συνέχισε να δαιμονοποιεί τον Παστερνάκ στον κρατικό Τύπο. Επιπλέον, απειλήθηκε τουλάχιστον με επίσημη εξορία στη Δύση. Σε απάντηση, ο Παστερνάκ έγραψε απευθείας στον σοβιετικό πρωθυπουργό Νικίτα Χρουστσόφ:
"Απευθύνομαι σε σας προσωπικά, στη Κ.Ε. του ΚΚΣΣ και στη σοβιετική κυβέρνηση. Από την ομιλία του συντρόφου Σεμιχάστνι μαθαίνω ότι η κυβέρνηση «δεν θα έβαζε κανένα εμπόδιο στο δρόμο της αποχώρησής μου από την ΕΣΣΔ». Για μένα αυτό είναι αδύνατο. Είμαι δεμένος με τη Ρωσία από τη γέννησή μου, από τη ζωή και τη δουλειά μου. Δεν μπορώ να διανοηθώ το πεπρωμένο μου χωριστά από τη Ρωσία ή έξω από αυτήν. Όποια και αν ήταν τα λάθη ή οι αποτυχίες μου, δεν μπορούσα να φανταστώ ότι θα βρισκόμουν στο επίκεντρο μιας τέτοιας πολιτικής εκστρατείας όπως αυτή που έχει αναπτυχθεί γύρω από το όνομά μου στη Δύση. Μόλις το πληροφορήθηκα, ενημέρωσα τη Σουηδική Ακαδημία για την οικειοθελή παραίτησή μου από το βραβείο Νόμπελ. " αναχώρηση πέρα από τα σύνορα της χώρας μου θα ισοδυναμούσε για μένα με θάνατο και, ως εκ τούτου, σας ζητώ να μην πάρετε μαζί μου αυτό το ακραίο μέτρο. Με το χέρι στην καρδιά, μπορώ να πω ότι έχω κάνει κάτι για τη σοβιετική λογοτεχνία, και μπορεί ακόμα να είμαι χρήσιμος σε αυτό".
Στο Η βελανιδιά κι ο μόσχος, ο Σολζενίτσιν τον επέκρινε έντονα, για την άρνηση του βραβείου Νόμπελ και για την αποστολή μιας τέτοιας επιστολής στον Χρουστσόφ. Στα δικά της απομνημονεύματα, η Ιβίνσκαγια κατηγορεί τον εαυτό της ότι πιέζει τον εραστή της να πάρει και τις 2 αποφάσεις. Σύμφωνα με τον Yevgenii Pasternak: "Κατηγόρησε πιότερο τον εαυτό της πικρά επειδή έπεισε τον Pasternak να αρνηθεί το βραβείο. Μετά από όλα όσα είχαν συμβεί, ανοιχτές σκιές, φίλους που απομακρύνονταν, την αυτοκτονική κατάστασή του κείνη την εποχή, μπορεί κανείς να... τη κατάλαβει: η μνήμη των στρατοπέδων του Στάλιν ήτανε πολύ νωπή και προσπάθησε να τον προστατέψει".

Στις 31 Οκτώβρη 1958, η Ένωση Σοβιετικών Συγγραφέων διεξήγαγε δίκη κεκλεισμένων των θυρών. Σύμφωνα με τα πρακτικά της συνάντησης, ο Παστερνάκ καταγγέλθηκε ως εσωτερικός εμιγκρές και φασίστας πεμπτοφαλαγγίτης. Στη συνέχεια, οι παρευρισκόμενοι ανακοίνωσαν ότι είχε αποβληθεί από την Ένωση. Υπέγραψαν επίσης αίτηση προς το Πολιτικό Γραφείο, απαιτώντας να του αφαιρεθεί η σοβιετική υπηκοότητα και να εξοριστεί στον καπιταλιστικό του παράδεισο. Σύμφωνα με τον Yevgenii Pasternak, ωστόσο, ο συγγραφέας Konstantin Paustovsky αρνήθηκε να παραστεί στη συνάντηση. Ο Yevgeny Yevtushenko παρευρέθηκε, αλλά αποχώρησε με αηδία. Σύμφωνα με τον Yevgenii επίσης, ο πατέρας του θα 'χε εξοριστεί αν δεν ήταν ο πρωθυπουργός της Ινδίας Jawaharlal Nehru, που τηλεφώνησε στον Χρουστσόφ κι απείλησε να οργανώσει επιτροπή για τη προστασία του. Είναι πιθανό ότι το βραβείο Νόμπελ του 1958 του απέτρεψε τη φυλάκιση λόγω του φόβου του σοβιετικού κράτους για διεθνείς διαμαρτυρίες. Ο Yevgenii Pasternak πιστεύει, ωστόσο, ότι η επακόλουθη δίωξη αποδυνάμωσε θανάσιμα την υγεία του πατέρα του. Εν τω μεταξύ, ο Bill Mauldin παρήγαγε εκδοτική γελοιογραφία για τον Pasternak που κέρδισε το Βραβείο Pulitzer, το 1959. Η γελοιογραφία τον απεικονίζει ως τρόφιμο του γκουλάγκ να χωρίζει δέντρα στο χιόνι, λέγοντας σε άλλο κρατούμενο: Εγώ κέρδισα το βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας. Ποιο ήταν εσάς το έγκλημά σας;
Η μετα-Ζιβάγκο ποίησή του διερευνά τα παγκόσμια ερωτήματα της αγάπης, της αθανασίας και της συμφιλίωσης με τον Θεό. Έγραψε το τελευταίο ολοκληρωμένο βιβλίο του, Όταν καθαρίζει ο καιρός, το 1959. Σύμφωνα με την Ivinskaya, συνέχισε να τηρεί το καθημερινό του πρόγραμμα γραφής ακόμη και στη διάρκεια της διαμάχης για το Zhivago. Συνέχισε επίσης να μεταφράζει τα γραπτά του Juliusz Słowacki και του Pedro Calderón de la Barca. Στο έργο του για τον Καλντερόν, έλαβε τη διακριτική υποστήριξη του Νικολάι Μιχαΐλοβιτς Λιουμπίμοφ, ανώτερου στελέχους του λογοτεχνικού μηχανισμού του Κόμματος. Η Ivinskaya τονε περιγράφει ως "Έξυπνο και φωτισμένο άτομο που καταλάβαινε πολύ καλά ότι όλη η λασπολογία κι η αναταραχή για το μυθιστόρημα θα ξεχαστούν, αλλά ότι θα υπήρχε πάντα Pasternak". Σ' επιστολή προς τις αδελφές του στην Οξφόρδη, ο Πάστερνακ ισχυρίστηκε ότι ολοκλήρωσε τη μετάφραση ενός από τα έργα του Καλντερόν σε λιγότερο από μία εβδομάδα.

Λογοτεχνική Γελοιογραφία: "Εγώ κέρδισα Νόμπελ, ποιό το έγκλημά σας"
Στη διάρκεια του καλοκαιριού του 1959, άρχισε να γράφει τη Τυφλή Ομορφιά, 3λογία θεατρικών έργων που διαδραματίζεται πριν και μετά την κατάργηση της δουλοπαροικίας από τον Αλέξανδρο Β ́ στη Ρωσία. Σε συνέντευξη με την Olga Carlisle από το The Paris Review, περιέγραψε με ενθουσιασμό τη πλοκή και τους χαρακτήρες του έργου, την ενημέρωσε ότι, στο τέλος της Τυφλής Ομορφιάς, ήθελε ν' απεικονίσει "τη γέννηση φωτισμένης κι εύπορης μεσαίας τάξης, ανοιχτής σε δυτικές επιρροές, προοδευτικής, έξυπνης, καλλιτεχνικής". Όμως αρρώστησε με καρκίνο του πνεύμονα σε τελικό στάδιο πριν προλάβει να ολοκληρώσει το 1ο έργο της 3λογίας Τελικά πέθανε στη ντάκα του στο Peredelkino βράδυ 30 Μάη 1960. Κάλεσε πρώτα τους γιους και παρουσία τους είπε: "Ποιος θα υποφέρει περισσότερο εξ αιτίας του θανάτου μου; Ποιος θα υποφέρει περισσότερο; Μόνο η Oliusha θα το κάνει και δεν είχα χρόνο να κάνω τίποτα γι' αυτήν. Το χειρότερο είναι ότι θα υποφέρει. Τα τελευταία λόγια του ήτανε: "Δεν μπορώ ν' ακούσω πολύ καλά κι υπάρχει ομίχλη μπρος στα μάτια μου. Αλλά θα φύγει, έτσι δεν είναι; Μη ξεχάσετε να ανοίξετε το παράθυρο αύριο".
Παρά το γεγονός ότι μόνο μικρή ειδοποίηση εμφανίστηκε στη Λογοτεχνική Εφημερίδα, χειρόγραφες ανακοινώσεις που έφεραν την ημερομηνία και την ώρα της κηδείας αναρτήθηκαν σε όλο το σύστημα του μετρό της Μόσχας. Έτσι χιλιάδες θαυμαστές αψήφησαν τη πολιτοφυλακή και την επιτήρηση της KGB για να παρευρεθούνε στη κηδεία του στο Peredelkino. Πριν από τη πολιτική κηδεία του, η Ivinskaya είχε συνομιλία με τον Konstantin Paustovsky. Στη συνέχεια, παρουσία μεγάλου αριθμού ξένων δημοσιογράφων, το σώμα του Pasternak μεταφέρθηκε στο νεκροταφείο.
Σύμφωνα με την ίδια:
"Άρχισε να λέει πόσο αυθεντικό γεγονός ήταν η κηδεία -έκφραση του τι πραγματικά ένιωθαν οι άνθρωποι και τόσο χαρακτηριστικό της Ρωσίας που λιθοβόλησε τους προφήτες της και θανάτωσε τους ποιητές της ως θέμα μακροχρόνιας παράδοσης. Σε τέτοια στιγμή, συνέχισε αγανακτισμένος, ήταν υποχρεωμένος να θυμηθεί κανείς τη κηδεία του Πούσκιν και των αυλικών του Τσάρου -την άθλια υποκρισία και τη ψεύτικη υπερηφάνεια τους. Σκεφτείτε πόσο πλούσιοι είναι, πόσους Παστερνάκ έχουν -όσους ήταν οι Πούσκινς στη Ρωσία του Τσάρου Νικολάου... Δεν έχουν αλλάξει πολλά. Αλλά τι μπορεί κανείς να περιμένει; Φοβούνται...".

Σύμφωνα πάλι με την ίδια:
"Η νεκρώσιμη ακολουθία άρχισε τώρα. Ήταν δύσκολο για μένα στη κατάστασή μου να καταλάβω τι συνέβαινε. Αργότερα, μου είπαν ότι ο Paustovski ήθελε να δώσει τον επικήδειο λόγο, αλλά στην πραγματικότητα ήταν ο καθηγητής Asmus που μίλησε. Φορώντας ένα ανοιχτόχρωμο κοστούμι και μια φωτεινή γραβάτα, ήταν ντυμένος περισσότερο για κάποια εορταστική περίσταση παρά για μια κηδεία. «Πέθανε ένας συγγραφέας», άρχισε, «ο οποίος, μαζί με τον Πούσκιν, τον Ντοστογιέφσκι και τον Τολστόι, αποτελεί μέρος της δόξας της ρωσικής λογοτεχνίας. Ακόμα κι αν δεν μπορούμε να συμφωνήσουμε μαζί του σε όλα. Παρ' όλα αυτά, όλοι του χρωστάμε ευγνωμοσύνη για το παράδειγμα της απαρέγκλιτης τιμιότητας, για την άφθαρτη συνείδησή του και για την ηρωική του άποψη για το καθήκον του ως συγγραφέα». Περιττό να πούμε ότι ανέφερε τα «λάθη και τις αποτυχίες» του Μπόρις Λεονίντοβιτς, αλλά έσπευσε να προσθέσει ότι, «δεν μας εμποδίζουν, ωστόσο, να αναγνωρίσουμε το γεγονός ότι ήταν ένας μεγάλος ποιητής». «Ήταν ένας πολύ μετριοπαθής άνθρωπος», είπε ο Άσμους καταλήγοντας, «και δεν του άρεσε οι άνθρωποι να μιλούν πολύ γι' αυτόν, οπότε με αυτό θα κλείσω τη διεύθυνσή μου".
Προς φρίκη των συγκεντρωμένων στελεχών του Κόμματος, ωστόσο, κάποιος με νεανική και βαθιά αγωνιώδη φωνή, άρχισε ν' απαγγέλλει το απαγορευμένο ποίημα του Παστερνάκ Άμλετ".
Οι γογγυσμοί υποχωρούν.
πάνω στη σκηνή που μπαίνω.
Προσπαθώ, στέκομαι στη πόρτα,
να ανακαλύψω
στον μακρινό απόηχο
τι μπορεί να επιφυλάσσουν
τα επόμενα χρόνια.
Το νυχτερινό σκοτάδι
με τα χίλια κιάλια
επικεντρώνεται πάνω μου.
Πάρε αυτό το ποτήρι,
ω Αββά, Πατέρα,
όλα είναι δυνατά για Σένα.
Μου αρέσει αυτό
το πεισματάρικο σχέδιό Σου,
Και για να παίξω το ρόλο μου
είμαι ικανοποιημένος.
Αλλά ένα άλλο δράμα
βρίσκεται σε εξέλιξη,
Και, αυτή τη φορά,
Ω επιτρέψτε μου να εξαιρεθώ.
Αλλά το σχέδιο δράσης
είναι καθορισμένο,
Και το τέλος
σφραγίζεται αμετάκλητα.
Είμαι μονάχος.
Όλα γύρω μου
πνίγονται στο ψέμμα:
Η ζωή δεν είναι βόλτα
σε χωράφι... (μτφρ.: Πάτροκλος)
Σύμφωνα με την Ivinskaya:
"Σε αυτό το σημείο, τα πρόσωπα που διηύθυναν τη διαδικασία αποφάσισαν ότι η τελετή πρέπει να ολοκληρωθεί το συντομότερο δυνατό και κάποιος άρχισε να μεταφέρει το καπάκι προς το φέρετρο. Για τελευταία φορά, έσκυψα να φιλήσω τον Μπόρις στο μέτωπο, τώρα εντελώς κρύο... Αλλά τώρα κάτι ασυνήθιστο άρχισε να συμβαίνει στο νεκροταφείο. Κάποιος ήταν έτοιμος να βάλει το καπάκι στο φέρετρο και ένα άλλο άτομο με γκρι παντελόνι... είπε με ταραγμένη φωνή: «Αρκετά, δεν χρειαζόμαστε άλλες ομιλίες! Κλείστε το φέρετρο!» Αλλά οι άνθρωποι δεν θα φιμώνονταν τόσο εύκολα. Κάποιος με χρωματιστό πουκάμισο με ανοιχτό λαιμό που έμοιαζε με εργάτη άρχισε να μιλάει: «Κοιμήσου ήσυχα, αγαπητέ Μπόρις Λεονίντοβιτς! Δεν γνωρίζουμε όλα τα έργα σας, αλλά σας ορκιζόμαστε αυτή την ώρα: θα έρθει η μέρα που θα τα γνωρίσουμε όλα. Δεν πιστεύουμε τίποτα κακό στο βιβλίο σας. Και τι μπορούμε να πούμε για όλους εσάς τους άλλους, όλους εσάς τους αδελφούς συγγραφείς που έχετε φέρει τέτοια ντροπή στον εαυτό σας που καμία λέξη δεν μπορεί να την περιγράψει. Αναπαύσου εν ειρήνη, Μπόρις Λεονίντοβιτς!» Ο άνδρας με το γκρι παντελόνι άρπαξε άλλους ανθρώπους που προσπάθησαν να βγουν μπροστά και τους έσπρωξε πίσω στο πλήθος: «Η συνάντηση τελείωσε, δεν θα υπάρξουν άλλες ομιλίες!» Ένας ξένος εξέφρασε την αγανάκτησή του σε σπαστά ρωσικά: «Μπορείτε μόνο να πείτε ότι η συνάντηση τελείωσε όταν δεν θέλουν να μιλήσουν άλλοι άνθρωποι!
"Ο Θεός σηματοδοτεί το μονοπάτι των εκλεκτών με αγκάθια και ο Παστερνάκ επιλέχθηκε και σημαδεύτηκε από τον Θεό. Πίστευε στην αιωνιότητα και θα ανήκει σε αυτήν... Αφορίσαμε τον Τολστόι, αποκηρύξαμε τον Ντοστογιέφσκι και τώρα αποκηρύσσουμε τον Παστερνάκ. Ό,τι μας φέρνει δόξα προσπαθούμε να το εξορίσουμε στη Δύση. Αλλά αυτό δεν μπορούμε να το επιτρέψουμε. Αγαπάμε τον Παστερνάκ και σεβόμαστε τον ποιητή... Δόξα στον Πάστερνακ!"

Καθώς οι θεατές ζητωκραύγαζαν, οι καμπάνες της εκκλησίας της Μεταμόρφωσης του Σωτήρος του Peredelkino άρχισαν να χτυπούν. Γραπτές προσευχές για τους νεκρούς τοποθετήθηκαν στη συνέχεια στο μέτωπο του Παστερνάκ και το φέρετρο έκλεισε και θάφτηκε. Ο τάφος του θα γινότανε σημαντικό ιερό για τα μέλη του σοβιετικού κινήματος αντιφρονούντων. Μετά το θάνατό του, η Ivinskaya συνελήφθη 2η φορά, με τη κόρη της, Irina Emelyanova. Κι οι δύο κατηγορήθηκαν ότι ήταν σύνδεσμος του Παστερνάκ με δυτικούς εκδότες κι ότι εμπορεύονταν σκληρό νόμισμα για τον Ζιβάγκο. Όλες οι επιστολές του προς την Ιβίνσκαγια, καθώς και πολλά άλλα χειρόγραφα κι έγγραφα, κατασχέθηκαν από τη KGB, τους απελευθέρωσε ήσυχα, την Ιρίνα μετά από ένα χρόνο, το 1962 και την Όλγα το 1964. Μέχρι κείνη τη στιγμή, είχε εκτίσει 4 χρόνια από 8ετή ποινή, σε αντίποινα για το ρόλο της στη δημοσίευση του Doctor Zhivago. Το 1978, τα απομνημονεύματά της μεταφέρθηκαν λαθραία στο εξωτερικό και δημοσιεύθηκαν στο Παρίσι. Η αγγλική μετάφραση από τον Max Hayward δημοσιεύθηκε την ίδια χρονιά με τον τίτλο A Captive of Time: My Years with Pasternak.
Η Ivinskaya αποκαταστάθηκε μόλις το 1988. Μετά τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης, μήνυσε για την επιστροφή των επιστολών και των εγγράφων που κατασχέθηκαν από την KGB το 1961. Το Ανώτατο Δικαστήριο Ρωσίας τελικά αποφάνθηκε εναντίον της, δηλώνοντας ότι δεν υπήρχε απόδειξη ιδιοκτησίας κι ότι τα έγγραφα θα πρέπει να παραμείνουν στο κρατικό αρχείο. Η Ivinskaya πέθανε από καρκίνο στις 8 Σεπτέμβρη 1995. Δημοσιογράφος στο NTV συνέκρινε το ρόλο της με αυτόν άλλων διάσημων μουσών για Ρώσους ποιητές: "Όπως ο Πούσκιν δεν θα ήτανε πλήρης χωρίς την Άννα Κερν κι ο Yesenin δεν θα ήταν τίποτα χωρίς την Isadora, έτσι και ο Pasternak δεν θα ήταν τίποτε χωρίς την Ivinskaya, που ήταν η έμπνευσή του για το Dr. Zhivago". Ήταν o τελευταίος ομιλητής στη νεκρώσιμη ακολουθία
Εν τω μεταξύ, ο Πάστερνακ συνέχισε να διαπομπεύεται απ' το σοβιετικό κράτος μέχρι που ο Μιχαήλ Γκορμπατσόφ διακήρυξε την Περεστρόικα στη διάρκεια της 10ετίας του '80.
* Το 1980, ένας αστεροειδής ονομάστηκε 3508 Pasternak από τον Pasternak.
* Το 1988, μετά από 10ετίες κυκλοφορίας στο Samizdat, ο Δρ.Zhivago δημοσιεύτηκε σε συνέχειες στο λογοτεχνικό περιοδικό Novy Mir.
* Δεκέμβρη του 1989, επετράπη στον Yevgenii Borisovich Pasternak να ταξιδέψει στη Στοκχόλμη για να παραλάβει το Βραβείο Νόμπελ του πατέρα του. Στη τελετή, ο διάσημος τσελίστας και σοβιετικός αντιφρονών Mstislav Rostropovich εκτέλεσε καντάδα του Μπαχ προς τιμή του αποθανόντος συμπατριώτη του.
* Τα έγγραφα της οικογένειας Παστερνάκ φυλάσσονται στα Αρχεία Ιδρύματος Χούβερ Πανεπιστημίου Στάνφορντ. Περιέχουν αλληλογραφία, σχέδια του Δρ. Ζιβάγκο κι άλλα γραπτά, φωτογραφίες κι άλλο υλικό του Πάστερνακ κι άλλων μελών της οικογένειας.
* Από το 2003, στη διάρκεια της 1ης προεδρίας του Βλαντιμίρ Πούτιν, το μυθιστόρημα Doctor Zhivago εισήλθε στο ρωσικό σχολικό πρόγραμμα σπουδών, όπου διαβάζεται στην 11η τάξη της 2βάθμιας εκπαίδευσης.
* Τον Οκτώβρη 1984, με απόφαση δικαστηρίου, η ντάτσα του Παστερνάκ στο Peredelkino αφαιρέθηκε από τους συγγενείς του συγγραφέα και μεταφέρθηκε στη κρατική ιδιοκτησία. 2 χρόνια μετά, το 1986, ιδρύθηκε το σπίτι-μουσείο του Πάστερνακ (1ο σπίτι-μουσείο στην ΕΣΣΔ).
* Το 1990, το έτος της 100ης επετείου του ποιητή, το Μουσείο Pasternak άνοιξε τις πόρτες του στη Chistopol, στο σπίτι όπου ο ποιητής εκδιώχθηκε στη διάρκεια του Μεγάλου Πατριωτικού Πολέμου (1941-43)] και στο Peredelkino, όπου έζησε για πολλά χρόνια μέχρι το θάνατό του. Επικεφαλής του σπιτιού-μουσείου του ποιητή είναι η Ναταλία Παστερνάκ, η νύφη του (χήρα του νεότερου γιου Λεονίντ).
* Το 2008 άνοιξε μουσείο στο Vsevolodo-Vilva στο σπίτι όπου έζησε ο εκκολαπτόμενος ποιητής από το Γενάρη ως τον Ιούνιο του 1916.
* Το 2009, τη Μέρα της Πόλης στο Περμ, το 1ο ρωσικό μνημείο του Παστερνάκ ανεγέρθηκε στη πλατεία κοντά στο Θέατρο Όπερας (γλύπτρια: Έλενα Μουνκ).

* Αναμνηστική πλάκα εγκαταστάθηκε στο σπίτι όπου γεννήθηκε ο Pasternak.
* Σε ανάμνηση της τριπλής παραμονής του ποιητή στη Τούλα, στις 27 Μάη 2005 μαρμάρινη αναμνηστική πλάκα για τον Πάστερνακ τοποθετήθηκε στον τοίχο του ξενοδοχείου Wörmann, καθώς ο Πάστερνακ ήτανε βραβευμένος με Νόμπελ κι αφιέρωσε πολλά από τα έργα του εκεί.
* Στις 20 Φλεβάρη 2008, στο Κίεβο, αναμνηστική πλάκα τοποθετήθηκε στο σπίτι No.9 στην οδό Lipinsky, αλλά 7 χρόνια μετά εκλάπη από βανδάλους.
* Το 2012 ανεγέρθη μνημείο του στο κέντρο της περιοχής Muchkapsky από τον Z. Tsereteli.
* Το 1990, ως μέρος της σειράς Νικητές του βραβείου Νόμπελ Λογοτεχνίας η ΕΣΣΔ κι η Σουηδία εξέδωσαν γραμματόσημα που απεικονίζουνε τον Παστερνάκ.
* Το 2015, στο πλαίσιο της σειράς 125η επέτειος γέννησης του Pasternak, 1890-1960, η Μοζαμβίκη εξέδωσε φύλλο μινιατούρα που τον απεικονίζει. Αν κι η έκδοση αυτή αναγνωρίστηκε από την ταχυδρομική διοίκηση της Μοζαμβίκης, η έκδοση δεν διατέθηκε προς πώληση στη Μοζαμβίκη και διανεμήθηκε μόνο στο εμπόριο νέων εκδόσεων από τον φιλοτελικό πράκτορα της Μοζαμβίκης.
* Το 2015, στο πλαίσιο της σειράς "125η επέτειος γέννησης του Pasternak", οι Μαλδίβες εξέδωσαν μικροσκοπικό φύλλο που απεικονίζει τον Boris Pasternak. Το ζήτημα αναγνωρίστηκε από τις ταχυδρομικές αρχές των Μαλδίβων, αλλά διανεμήθηκε μόνο από τον φιλοτελικό πράκτορα των Μαλδίβων για σκοπούς συλλογής.
* Με την ευκαιρία της 50ης επετείου του Βραβείου Νόμπελ του Παστερνάκ, το Πριγκιπάτο του Μονακό εξέδωσε γραμματόσημο στη μνήμη του.
* Στις 27 Γενάρη 2015, προς τιμή των 125ων γενεθλίων του ποιητή, τα Ρωσικά Ταχυδρομεία εξέδωσαν φάκελο με την αρχική σφραγίδα.
* Την 1η Οκτώβρη 2015, μνημείο για τον Παστερνάκ ανεγέρθηκε στη Chistopol.
* Στις 10 Φλεβάρη 2020, πραγματοποιήθηκε εορτασμός της 130ης επετείου γενεθλίων στην Έκθεση Επιτευγμάτων Εθνικής Οικονομίας στη Μόσχα.
* Στις 10 Φλεβάρη 2021, η Google γιόρτασε τα 131α γενέθλιά του με Google Doodle. Παρουσιάστηκε στη Ρωσία, τη Σουηδία, ορισμένες χώρες της Μέσης Ανατολής κι ορισμένες μεσογειακές χώρες.
* Μικρός πλανήτης (3508 Pasternak) που ανακαλύφθηκε από τη σοβιετική αστρονόμο Lyudmila Georgievna Karachkina το 1980 πήρε το όνομά του.
* Η Ρωσοαμερικανίδα τραγουδίστρια και τραγουδοποιός Regina Spektor απαγγέλλει στίχο από το Black Spring, ποίημα του 1912 του Pasternak στο τραγούδι της Apres Moi από το άλμπουμ της Begin to Hope.
* Ο Ρωσο-Ολλανδός συνθέτης Fred Momotenko έγραψε συνοδευτική σύνθεση στο All-Night Vigil Op 37 του Rachmaninov. βασισμένο στο ομώνυμο ποίημα από το 2πτυχο Doktor Zhivago Na Strastnoy.
* Η 1η προσαρμογή του Δόκτορα Ζιβάγκο, προσαρμοσμένη από τον Ρόμπερτ Μπολτ και σκηνοθετημένη από τον Ντέιβιντ Λην, εμφανίστηκε το 1965. Στη ταινία, που περιόδευσε σύμφωνα με τη παράδοση του roadshow, πρωταγωνίστησαν οι Omar Sharif, Geraldine Chaplin και Julie Christie. Εστιάζοντας στις πτυχές του ερωτικού τριγώνου του μυθιστορήματος, η ταινία έγινε παγκόσμια υπερπαραγωγή, αλλά δεν ήταν διαθέσιμη στη Ρωσία μέχρι τη περεστρόικα.
* Το 2002, το μυθιστόρημα προσαρμόστηκε σε τηλεοπτική μίνι σειρά. Σε σκηνοθεσία του Giacomo Campiotti, πρωταγωνίστησαν οι Hans Matheson, Alexandra Maria Lara, Keira Knightley και Sam Neill.
* Η ρωσική τηλεοπτική εκδοχή του 2006, σε σκηνοθεσία Aleksandr Proshkin και με πρωταγωνιστή τον Oleg Menshikov ως Zhivago, θεωρείται πιο πιστή στο μυθιστόρημα του Pasternak από την ταινία του David Lean του 1965.

Σύμφωνα με την Olga Ivinskaya:
"Στον Πάστερνακ ο παντοδύναμος θεός της λεπτομέρειας πάντα, όπως φαίνεται, επαναστατούσε ενάντια στην ιδέα να βγάζει στίχους για χάρη του ή για να μεταφέρει αόριστες προσωπικές διαθέσεις. Αν τα «αιώνια» θέματα επρόκειτο να αντιμετωπιστούν για άλλη μια φορά, τότε μόνο από έναν ποιητή με την πραγματική έννοια της λέξης -διαφορετικά δεν θα είχε τη δύναμη του χαρακτήρα να τα αγγίξει καθόλου. Ποίηση τόσο σφιχτά συσκευασμένη, τραγανιστή σαν πάγος ή αποσταγμένη σε λύση όπου κόκκοι αληθινής πεζογραφίας βλάστησαν, ποίηση που η ρεαλιστική λεπτομέρεια έκανε γνήσιο ξόρκι -μόνο μια τέτοια ποίηση ήταν αποδεκτή από τον Παστερνάκ. Αλλά όχι η ποίηση που απαιτούνταν επιείκεια ή που έπρεπε να γίνουν παραχωρήσεις -δηλαδή, το είδος της εφήμερης ποίησης που είναι ιδιαίτερα κοινό σ' εποχή λογοτεχνικού κομφορμισμού. Μπορούσε να κλάψει πάνω από τον μωβ-γκρι κύκλο που έλαμπε πάνω από τη βασανισμένη μούσα του Μπλοκ και ποτέ δεν παρέλειψε να συγκινηθεί από τη λακωνικότητα των έντονων γραμμών του Πούσκιν, αλλά ομοιοκαταληξία συνθήματα για τη παραγωγή κονσερβών κασσίτερου στη λεγόμενη ποίηση του Σουρκόφ και των ομοίων του, καθώς και τα ξεσπάσματα για την αγάπη στο έργο κείνων των νέων ποιητών που αντηχούν μόνο ο ένας τον άλλο και τους κλασσικούς -όλα αυτά τον άφησαν ψυχρό Στη καλύτερη περίπτωση κι ως επί το πλείστον αγανακτούσε".
Γι' αυτό, απέφευγε τα λογοτεχνικά καφενεία όπου οι νέοι ποιητές τους καλούσαν τακτικά να διαβάσουν τους στίχους τους. Σύμφωνα με την Ivinskaya, ήταν κάτι τέτοιο που τον υποκίνησε να πει: "Ποιος ξεκίνησε την ιδέα ότι αγαπώ τη ποίηση; Δεν αντέχω τη ποίηση". Επίσης, σύμφωνα με την Ivinskaya: "Ο τρόπος που μπορούσαν να γράψουν! αναφώνησε κάποτε -λέγοντας αυτοί εννοούσε τους Ρώσους κλασσικούς. Κι αμέσως μετά, διαβάζοντας ή, μάλλον, ρίχνοντας ματιά σε κάποιο στίχο της Εφημερίδας της Λογοτεχνίας: Κοιτάξτε πόσο τρομερά καλά έχουν μάθει να ομοιοκαταληκτούν! Αλλά στην πραγματικότητα δεν υπάρχει τίποτα εκεί -θα ήτανε καλύτερα να το πούμε σε ένα δελτίο ειδήσεων. Τι σχέση έχει η ποίηση με αυτό; Λέγοντας «αυτοί» σε αυτή την περίπτωση, εννοούσε τους ποιητές που γράφουν σήμερα".
Απρόθυμος να συμμορφωθεί με τον σοσιαλιστικό ρεαλισμό, στράφηκε στη μετάφραση για να συντηρήσει την οικογένειά του. Σύντομα παρήγαγε αναγνωρισμένες μεταφράσεις των Sándor Petőfi, Johann Wolfgang von Goethe, Rainer Maria Rilke, Paul Verlaine, Taras Shevchenko και Nikoloz Baratashvili. Ο Osip Mandelstam, ωστόσο, τονε προειδοποίησε κατ' ιδίαν: "Τα συλλεχθέντα έργα σας θα αποτελούνται από 12 τόμους μεταφράσεων και μόνο ένα δικό σας έργο". Σ' επιστολή του το 1942, δήλωσε: "Είμαι εντελώς αντίθετος με τις σύγχρονες ιδέες για τη μετάφραση. Το έργο των Lozinski, Radlova, Marshak και Chukovski μου 'ναι ξένο και φαίνεται τεχνητό, άψυχο κι αβαθές. Συμμερίζομαι την άποψη του 19ου αι. για τη μετάφραση ως λογοτεχνική άσκηση που απαιτεί διορατικότητα υψηλότερου είδους από κείνη που παρέχεται από απλή φιλολογική προσέγγιση".
Σύμφωνα πάντα με την Ivinskaya, ο Pasternak πίστευε ότι δεν ήτανε πολύ κυριολεκτικός στις μεταφράσεις του, κάτι που 'νιωθε ότι θα μπορούσε να μπερδέψει το νόημα του κειμένου. Αντίθετα, υποστήριξε τη παρατήρηση κάθε ποιήματος από μακρυά για να βυθίσει τα πραγματικά του βάθη. Οι μεταφράσεις του για τον Σαίξπηρ (Ρωμαίος & Ιουλιέττα, Αντώνιος & Κλεοπάτρα, Οθέλλος, Βασιλιάς Ερρίκος Δ' (Μέρος Ι) & (Μέρος ΙΙ), Άμλετ, Μάκβεθ, Βασιλιάς Ληρ) παραμένουν βαθιά δημοφιλείς στο ρωσικό κοινό λόγω των καθομιλουμένων, εκσυγχρονισμένων διαλόγων τους. Οι επικριτές του, ωστόσο, τον κατηγόρησαν ότι τον παστερνακίζει. Σε δοκίμιο του 1956, έγραψε: "Η μετάφραση του Σαίξπηρ είναι έργο που απαιτεί χρόνο και προσπάθεια. Μόλις αναληφθεί, είναι καλύτερο να το χωρίσετε σε τμήματα αρκετά μεγάλα ώστε η εργασία να μην είναι μπαγιάτικη και να ολοκληρώνετε ένα τμήμα κάθε μέρα. Προχωρώντας έτσι μέσα στο κείμενο, ο μεταφραστής βρίσκει τον εαυτό του να ξαναζεί τις συνθήκες του συγγραφέα. Μέρα τη μέρα, αναπαράγει τις πράξεις του και παρασύρεται σε μερικά απ' τα μυστικά του, όχι θεωρητικά, αλλά πρακτικά, από την εμπειρία".
Σύμφωνα με την Ivinskaya:
"Κάθε φορά που ο Μπόρις Λεονίντοβιτς εφοδιαζόταν με κυριολεκτικές εκδοχές των πραγμάτων που απηχούσαν τις δικές του σκέψεις ή συναισθήματα, έκανε όλη τη διαφορά και δούλευε πυρετωδώς, μετατρέποντάς τα σε αριστουργήματα. Θυμάμαι ότι μετέφραζε τον Paul Verlaine σε έκρηξη ενθουσιασμού όπως αυτή -η Art poétique (Verlaine) ήτανε τελικά έκφραση των δικών του πεποιθήσεων για τη ποίηση".
Ενώ κι οι δύο συνεργάζονταν για τη μετάφραση του Ραμπιντρανάθ Ταγκόρ από τα βεγγαλικά στα ρωσικά, τη συμβούλεψε: "1) Αναδείξτε το θέμα του ποιήματος, το θέμα του, όσο το δυνατόν σαφέστερα. 2) σφίξτε τη ρευστή, μη ευρωπαϊκή μορφή με ομοιοκαταληξία εσωτερικά, όχι στο τέλος των γραμμών. 3) χρησιμοποιήστε χαλαρά, ακανόνιστα μέτρα, κυρίως 3μερή. Μπορείτε να επιτρέψετε στον εαυτό σας να χρησιμοποιήσει συναισθήσεις".
Αργότερα, ενώ συνεργαζόταν μαζί του σε μια μετάφραση του Vítězslav Nezval, της είπε:
"Χρησιμοποιήστε τη κυριολεκτική μετάφραση μόνο για το νόημα, αλλά μη δανείζεστε λέξεις όπως έχουν από αυτό: είναι παράλογες κι όχι πάντα κατανοητές. Μη μεταφράζετε τα πάντα, μόνο ό,τι μπορείτε να διαχειριστείτε και με αυτό τον τρόπο προσπαθήστε να κάνετε τη μετάφραση πιο ακριβή από το πρωτότυπο -απόλυτη αναγκαιότητα στη περίπτωση τόσο συγκεχυμένου, πρόχειρου έργου".
Σύμφωνα πάλι με την Ivinskaya, ωστόσο, η μετάφραση δεν ήτανε γνήσια κλίση για τον Pasternak. Αργότερα θυμήθηκε:
"Μια μέρα κάποιος του έφερε αντίτυπο βρεττανικής εφημερίδας που υπήρχε διπλό αφιέρωμα με τον τίτλο, Ο Παστερνάκ κρατά μια θαρραλέα σιωπή. Έλεγε ότι αν ο Σαίξπηρ είχε γράψει στα ρωσικά θα είχε γράψει με τον ίδιο τρόπο που μεταφράστηκε από τον Παστερνάκ... Τι κρίμα, συνέχισε το άρθρο, που ο Πάστερνακ δεν δημοσίευσε παρά μόνο μεταφράσεις, γράφοντας το δικό του έργο για τον εαυτό του κι ένα μικρό κύκλο στενών φίλων. -Τι εννοούν λέγοντας ότι η σιωπή μου είναι θαρραλέα; Σχολίασε λυπημένος αφού διάβασε όλ' αυτά. Είμαι σιωπηλός επειδή δεν είμαι τυπωμένος".

Ο Πάστερνακ ήταν επίσης συνθέτης κι είχε πολλά υποσχόμενη μουσική καρριέρα μπροστά του, αν είχε επιλέξει να την ακολουθήσει. Προερχόταν από μουσική οικογένεια: η μητέρα του ήταν πιανίστρια και μαθήτρια του Anton Rubinstein και του Theodor Leschetizky κι οι 1ες εντυπώσεις του ήταν ν' ακούει 3 πιάνου στο σπίτι. Η οικογένεια είχε μια ντάτσα κοντά σε κείνη που κατοικούσε ο Alexander Scriabin. Ο Σεργκέι Ραχμάνινοφ, ο Ράινερ Μαρία Ρίλκε κι ο Λέων Τολστόι ήταν όλοι επισκέπτες στο σπίτι της οικογένειας. Ο πατέρας του Λεονίντ ήτανε ζωγράφος που δημιούργησε από τα σημαντικότερα πορτραίτα του Σκριάμπιν κι ο Πάστερνακ έγραψε πολλά χρόνια αργότερα ότι παρακολούθησε με μεγάλο ενθουσιασμό τη δημιουργία της Συμφωνίας αρ. 3 του Σκριάμπιν (Το Θεϊκό Ποίημα), το 1903.
Άρχισε να συνθέτει στα 13 του. Τα υψηλά επιτεύγματα της μητέρας του τον αποθάρρυναν από το να γίνει πιανίστας, αλλά -εμπνευσμένος από τον Scriabin- μπήκε στο Ωδείο Μόσχας, αλλά έφυγε απότομα το 1910 στα 20, να σπουδάσει φιλοσοφία στο Πανεπιστήμιο Μάρμπουργκ. 4 χρόνια μετά επέστρεψε στη Μόσχα, έχοντας τελικά αποφασίσει για καρριέρα στη λογοτεχνία, δημοσιεύοντας το 1ο του βιβλίο ποιημάτων, επηρεασμένο από τον Aleksandr Blok και τους Ρώσους φουτουριστές, την ίδια χρονιά. Οι πρώιμες συνθέσεις του δείχνουνε τη σαφή επιρροή του Scriabin. Η μονοκίνητη Σονάτα για πιάνο του 1909 δείχνει πιο ώριμη κι ατομική φωνή. Ονομαστικά σε σι ελάσσονα, κινείται ελεύθερα από κλειδί σε κλειδί με συχνές αλλαγές υπογραφής κλειδιού και χρωματικό παράφωνο στυλ που αψηφά την εύκολη ανάλυση. Αν και συντέθηκε στη διάρκεια της θητείας του στο Ωδείο, η Σονάτα συντέθηκε στο Rayki, περίπου 40 χιλιόμετρα βορειοανατολικά της Μόσχας, όπου ο Leonid Pasternak είχε εργαστήρι ζωγραφικής του και δίδασκε τους μαθητές του.
ΡΗΤΆ:
Κανείς δεν φτιάχνει την ιστορία ούτε τη βλέπει να γράφεται, όπως δεν βλέπει κανείς το χορτάρι να μεγαλώνει.
Τι αιώνα κάνει έξω;
Αυτό που επί αιώνες έκαμε τον άνθρωπο να διαφέρει από το κτήνος, δεν ήταν το ρόπαλο, αλλά η ακαταμάχητη δύναμη της άοπλης αλήθειας
Δεν σου ζητάνε πολλά. Το μόνο που θέλουν από σένα είναι να μισείς τα πράγματα που αγαπάς και να αγαπάς τα πράγματα που σιχαίνεσαι.
Κι ακόμα πιότερο απ' το δέσιμο των ψυχών τους ένωνε η άβυσσος που τους χώριζε από τον υπόλοιπο κόσμο.
Κάποτε ήμουν επαναστάτης, μα τώρα πιστεύω ότι τίποτα δε μπορεί να επιτευχθεί με βία. Πρέπει να ελκόμαστε στο καλό από καλωσύνη.
Τι υπέροχο να είσαι ζωντανός, γιατί όμως πρέπει πάντα να πονάει;
Ευτυχία που δεν μοιράζεται δεν είναι ευτυχία.
Η λογοτεχνία είναι η τέχνη ν' ανακαλύπτεις κάτι εξαιρετικό για τους απλούς ανθρώπους και να το λες με απλά λόγια αυτό το εξαιρετικό.
Ο άνθρωπος γεννιέται για να ζήσει, όχι για να προετοιμάζεται για να ζήσει.
Δεν μου αρέσουν οι άνθρωποι που δεν έχουν πέσει ή δεν έχουν σκοντάψει ποτέ. Τα προσόντα τους είναι άψυχα και δεν έχουν μεγάλη αξία. Η ζωή δεν τους έχει αποκαλύψει την ομορφιά της.
Όταν μια μεγάλη στιγμή χτυπά τη πόρτα της ζωής, συνήθως δεν είναι πιο δυνατή από τον χτύπο της καρδιάς, και γι' αυτό είναι πολύ εύκολο να περάσει απαρατήρητη.

ΕΡΓΑ:
Ποιητικές συλλογές
Δίδυμος στα σύννεφα (1914)
Πάνω από τα εμπόδια (1916)
Θέματα & παραλλαγές (1917)
Η αδελφή μου, η ζωή (1922)
Δεύτερη γέννηση (1932)
Στα πρώτα τρένα (1944)
Επιλεγμένα ποιήματα (1946)
Ποιήματα (1954)
Όταν ο καιρός καθαρίζει (1959)
Στο Ιντερλούδιο: Ποιήματα 1945–1960 (1962)
Βιβλία πεζογραφίας
Ασφαλής συμπεριφορά (1931)
Το τελευταίο καλοκαίρι (1934)
Παιδική ηλικία (1941)
Επιλεγμένα γραπτά (1949)
Άπαντα (1945)
Ο Φάουστ, Γκαίτε (1952)
Δοκίμιο στην Αυτοβιογραφία (1956)
Δόκτωρ Ζιβάγκο (1957)
========================
Ως Τον Πυρήνα
(αποσπ.)
Θα 'ταν υπέροχο να ήμουν ικανός
έστω με τα σημάδια του λάθους
να έγραφα μόνον οχτώ σειρές
για τις ιδιότητες του πάθους.
Για τις παρανομίες, τις αμαρτίες,
τις κούρσες, το κυνηγητό,
για την απρέπεια στη βιασύνη
και της πληγής το βογκητό.
Ήχο θα έβαζα στους νόμους των παθών
με τις χορδές των αισθημάτων,
με τη λαφριά ανάσα μου
των πελάγων και ποιημάτων
Θα χάραζα τους στίχους σαν τον κήπο
με τις σειρές οπωροφόρα δέντρα
κι οι φλαμουριές θ' ανθούσαν στη σειρά
σε φάλαγγα κατ' άντρα.
Στους στίχους Θα 'φερνα πνοή των λουλουδιών,
με χρώματα της χώρας,
το θέρισμα του χόρτου, το σπαθόχορτο
και το μπουμπουνητό της μπόρας.
Άλλοτε έτσι ο Σοπέν μας έδωσε
τα ζωντανά τα μάτια
νεκροταφείων, πάρκων και λιμνών
στα μουσικά κομμάτια.
Πετυχημένου θρίαμβου
παιχνίδι και ο πόνος
του κόσμου παρηγορητής
γιατρός μόνον ο χρόνος...
Αλληλογραφία Των 3: Ρίλκε, Τσβετάγιεβα, Παστερνάκ
Εισαγωγή
Αυτό το άρθρο καταπιάνεται με λογοτεχνικό φαινόμενο εξαιρετικής έντασης και τραγικότητας. Η αλληλογραφία 3 ευρωπαίων ποιητών -που διακόπτεται με το θάνατο του γηραιότερου, του Ράινερ Μαρία Ρίλκε- διήρκεσε πάνω από 4 μήνες το 1926. Σ' αυτή συμπυκνώνεται και διαθλάται όπως σε κοίλο κάτοπτρο η πολύχρονη αλληλογραφία των 2 άλλων, της Μαρίνα Τσβετάγιεβα και του Μπόρις Παστερνάκ, που το κύριο μέρος της δεν επιτρεπόταν να εκδοθεί πριν τον 21ο αι.
Η δημοσίευση της αλληλογραφίας Ρίλκε-Τσβετάγιεβα-Παστερνάκ οφείλεται στο εξής: Γενάρη του 1977 έγtνε γνωστό πως οι επιστολές της Τσβετάγιεβα προς τον Ρίλκε βρίσκονταν στο τμήμα των χειρογράφων της Ελβετικής Εθνικής Βιβλιοθήκης κι ότι εlχε λήξει η 50ετής απαγόρευση γtα τη δημοσίευσή τους. Σύντομα κυκλοφόρησαν οι επιστολές στον τόμο 41, τεύχος 1Ο, του περιοδικού Zeitscschrίft fur slavische Phίlologie. Δεν ήταν μόνο σοβαρή παράβαση απέναντι στην επιθυμία της Τσβετάγιεβα, αλλά -πράγμα σοβαρότερο- βεβήλωση του περιεχομένου αυτής της αλληλογραφίας.
Η Μαρίνα είχε δηλώσει επανειλημμένα πως αυτή η αλληλογραφία μπορούσε κι ώφειλε να εκδοθεί εξ ολοκλήρου ύστερα από 50 χρόνια.
Γεγονότα στο 1926:
* Στις 12 Μάη, ακούγεται 1η φορά η Συμφωνία Αριθ. 1 σε Φα ελάσσονα του Σοστακόβιτς, σε εκτέλεση της Φιλαρμονικής του Λένινγκραντ. Ο συνθέτης ε(ναι 19 ετών.
* Στις 10 Ιουνίου, ο γηραιός Καταλανός αρχιτέκτων Αντόνι Γκαουντί, στον καθημερινό δρόμο του από την οικοδομή του Καθεδρικού Ναού της Σαγράδα Φαμίλια προς μία εκκλησία στην ίδια γειτονιά της Βαρκελώνης, όπου πηγαίνει για τον εσπερινό, τραυματ(ζεται από τραμ, μένει πεσμένος κι αβοήθητος στο δρόμο (γιατί κανείς δεν τονε γνωρίζει) και πεθαίνει.
* Στις 6 Αυγούστου, η Γκέρτρουντ Ίvτερλι, Αμερικανίδα 19 ετών, κολυμπά από το Καπ Γκρι-Νε της Γαλλίaς στο Κινγκσντάουν της Αγγλίας σε 14 ώρες και 31 λεπτά. Είναι η 1η γυναίκα που διασχίζει κολυμπώντας τη Μάγχη κι η 1η που λαμβάνει μέρος σε μείζον αγώνισμα για να καταρρίψει το ρεκόρ άνδρα.
* Στις 23 Αυγούστου, το είδωλο του κινηματογράφου Ροντόλφο Βαλεντίνο πεθαίνει από ενδοκαρδίτιδα και σηψαιμία σε νοσοκομείο της Νέας Υόρκης.
* Στις 3 Σεπτέμβρη, εγκαινιάζεται στο Βερολίνο ατσάλινος πύργος ραδιοφωνίας (Funkturm) ύψους 138 μέτρων, με εστιατόριο και βεράντα με πανοραμική θέα.
* Στις 6 Δεκέμβρη ο Βάλτερ Μπένyιαμιν φτάνει στη Μόσχα και παραμένει εκεί δύο μήνες, χωρίς να συναντήσει τον τριανταεξάχρονο Μπόρις Παστερνάκ.
Μερικά βιβλία: Ο αγών μου 2 τόμος, Χίτλερ, Λευκά κτίρια, Χαρτ Κρέιν, Γουίνι Που, Α. Α. Μιλνς, Η 3η φάμπρικα Βίκτωρ Σκλόφσκι, Ο παριζιάνος χωρικός Λουί, Αραγκόν, Το φτερωτό ερπετό Ντ. Χ. Λώρενς, Ο ήλιος ανατέλλει ξανά, Χεμινyουέι, Ο φόνος του Ρότζερ Αϊκρόιντ, Άγκαθα Κρίστι, Οι επτά στυλοβάτες της σοφίας Τ. Ε. Λώρενς.
Μερικές ταινίες: Μετρ6πολις, Φριτς Λανγκ, Η μάνα, Βζέβολοντ Πουντόβκιν, Νανά, Ζαν Ρενουάρ, Beau Geste (Γενναιοδωρία), Ερμπέρ Μπρενόν.
Ο Παστερνάκ έχει να δει τη Τσβετάγιεβα 4 χρόνια. Από το 1922, όταν εκείνη έφυγε από τη Ρωσία, ο ένας θεωρεί τον άλλο τον πιο αγαπημένο του συνομιλητή κι ο Παστερνάκ, αναγνωρίζοντας σιωπηλά τη Τσβετάγιεβα ως τη καλύτερη ποιήτρια, τη καθιστά τον 1ο αναγνώστη του. Αυτή που είναι τότε 34 ετών, ζει μες στη μιζέρια με τον άνδρα της και τα 2 της παιδιά στο Παρίσι. Ο Ρίλκε, που είναι 51 ετών, πεθαίνει από λευχαιμία σε σανατόριο της Ελβετίας.
Η αλληλογραφία των 3 είναι πορτραίτο του ιερού παραληρήματος για τη τέχνη. Οι συμμετέχοντες είναι 3: ένας θεός και δύο λάτρεις του, που επίσης λατρεύουν ο ένας τον άλλο (και που εμείς, διαβάζοντας τα γράμματά τους, ξέρουμε πως στο μέλλον θα γίνουνε θεοί). Ένα ζευγάρι νέων Ρώσων ποιητών που έχουν ανταλλάξει επί χρόνια φλογερά γράμματα για τη δουλειά και τη ζωή aρχίζουν να αλληλογραφούν με έναν μεγάλο Γερμανό ποιητή που είναι και για τους δύο η ενσάρκωση της ποίησης. Αυτό το τρίγωνο ερωτικών γραμμάτων -γιατί τέτοιο είναι- συνιστά ασύγκριτη δραματοποίηση της φλόγας για τη ποίηση και για τη πνευματική ζωή. Απεικοvίζουν τέτοια σφαίρα ανεξέλεγκτου συναισθήματος κι αγνής φιλοδοξίας, που θα ήταν λάθος μας να τα απορρίψουμε ως ρομαντικά.
Οι παρατιθέμενες επιστολές χpοvολογούμενες απ' τα τέλη του 1925 ως τις αρχές του 1926, αποτελούv είδος προλόγου πριν τηv έναρξη της δράσης και προσδιορίζουνε τις αμοιβαίες σχέσεις μεταξύ τωv πρωταγωνιστών. Αφορμή για τηv αλληλογραφία των 3 ήτανε το ευχητήριο γράμμα τοv Λεονίvτ Πάστερνακ προς τον Ράινερ Μαpία Ρίλκε, που είχε δει τελεvταία φοpά το 1910. Οι 1ες φράσεις του γράμματος είναι γραμμένες στα γερμανικά, ύστερα είχε σvνεχίσει στα ρωσικά.
1η επιστολή: Λεονίντ Παστερνάκ προς Ράινερ Μαρία Ρίλκε:
Βεpολίνο, 8.12.1925
Αξιότιμε κι αyαπητέ κύριε Ράινερ Μαρία Ρίλκε!
Πραγματικό δεν είναι όνειρο που εγώ, που τ' όνομά μου -Λεονίντ Οσ{ποβιτς Παστερνάκ- πιθανότατα θα θυμάστε, επιτρέπω στον εαυτό μου την ευχαρίστηση ν' αyκαλιόσω, τον αγαπητό, παλιό μου σύντροφο στην αλληλοyραφία -και σήμερα διάσημο σ' ολόκληρη την Ευρώπη- και να σας ευχηθώ θερμά για τη 50ή επέτειο των γενεθλίων σας!
Θυμάστε ακόμη, αγαπημένε μου ποιητή, τη ρωσική γλώσσα που μου γράφατε; Αν ναι, τότε θα συνεχίσω στα ρωσικά. Θυμάστε ακόμη την παλιά, μαγευτική Μόσχα, που τώρα έγινε θρύλος, έγινε παραμύθι; Τον Τολστόι, το σπίτι του, τη Γιάσναγια Παλιάνα; Θυμάστε ακόμη κείνη τη παράξενη, ζεστή, σκοτεινή νύχτα στη Ρώμη, στο σπίτι που γειτόνευε με τη βίλα Μποργκέζε και μεταξύ άλλων, τη συζήτησή μας γύρω από την Αφήγηση της εκστpατείας του Ίγκορ; Θυμάστε τη τελευταία τυχαία συνάντησή μας στο διάδρομο ενός ελβετικού βαγονιού, ενώ αποκάτω μας κυλούσαν τα αφρισμένα νερά ενός ορμητικού, βουνισιου χειμάρρου; Αυτή ήταν η τελευταία μας συνάντηση...
Από τότε κύλησε πολύ νερό κάτω από τις γέφυρες και παντού συνέβησαν πράγματα πρωτοφανή στην ιστορία, μας επηρέασαν όλους, ιδίως εμάς...
Στην εποχή της Επανάστασής μας, αποκομμένοι από την Ευρώπη και τον πολιτισμένο κόσμο, μες στις εφιαλτικές συνθήκες της ζωής μας στη Ρωσία, εμείς -εγώ κι η οικογένειά μου, εννοώ- θρηνήσαμε ειλικρινά το θάνατό σας, που ακούσαμε διάφορες φήμες!... Άρα, σύμφωνα με τη ρωσική λαϊκή δοξασία, αγαπημένε μου εορτάζοντα, θα ζήσετε πολλά, πολλά χρόνια. Καταλαβαίνετε λοιπόν την ολόψυχη χαρά μου, καθώς, ενώ είμαι εδώ, κοντά
σας (έστω κι αν δεν ξέρω πού ακριβώς βρίσκεστε και ποια είναι η διεύθυνσή σας), μπορώ να σας στείλω τους εγκάρδιους χαιρετισμούς μου και να ευχηθώ χρόνια πολλά, χρόνια πολλά στον διάσημο ποιητή!
Αν ξέρατε πόσο αγαπούν τα παιδιά μου κάθε στροφή, κάθε στ(χο σας! Ιδιαίτερα ο μεγαλύτερος γιος μου, ο Μπορίς, γνωστός και τιμημένος στη Ρωσία νεαρός ποιητής, είναι ο πλέον ένθερμος θαυμαστής σας, σας εκτιμά απεριόριστα κι ειλικρινά, είναι, θα μπορούσα να πω, μαθητής σας κι από τους πρώτους προπαγανδιστές του έργου σας, όταν εσείς ήσασταν ακόμη άγνωστος στη Ρωσία. Πόσο χαρήκαμε όταν, φτάνοντας στο εξωτερικό, μάθαμε ότι, δόξα τω Θεώ, είστε σώος κι αβλαβής κι οι δημιουργικές σας δυνάμεις βρίσκονται στο απόγειό τους. Πού μένετε τώρα, πώς είναι η σύζυγός σας; Από το 1921, όταν καταφέραμε να φύγουμε νόμιμα στο εξωτερικό, εγώ με τη σύζυγο και τις κόρες μου μετακομίσαμε
στο Βερολίνο, όπου οι κόρες μου ολοκληρώνουν τη πανεπιστημιακή παιδεία τους ενώ εγώ δουλεύω, ζωγραφίζοντας κυρίως πορτραίτα. Οι δυο γιοι μου έμειναν στη Μόσχα. Αν ποτέ βρεθείτε στο Βερολίνο, για όνομα του Θεού, ειδοποιήστε με, πολύ θα ήθελα, όσο ακόμη ζω, να φτιάξω το πορτραίτο σας.
Και πάλι σας εύχομαι χρόνια πολλά και να δείτε τη φήμη σας να μεγαλώνει. Ο θεός μαζί σας! Τους ειλικρινείς χαιρετισμούς μου στη χαριτωμένη σύζυγό σας, καθώς και τα ολόψυχα συγχαρητήριά μου. Σας εύχομαι ό,τι καλύτερο!
Δικός σας, με αγάπη
Λ. Γ1ΑΣΤΕΡΝΑΚ
Υ. Γ. Καθώς δεν ξέρω τη διεύθυνσή σας, στέλνω το γράμμα στις Εκδόσεις Insel με τη παράκληση να σας διαβιβαστεί.
2η επιστολή: Ρίλκε προς Λεονίντ Πάστερνάκ
Val-Monc par Glion sur Terriιec (Vaud), Suisse, 14 3 1926
Φίλτατε Λεονίντ Οσίποβιτς Παστερνάκ!
Όχι, δεν μπορώ να σας γράψω στα ρωσικά, διάβασα όμως το γράμμα σας ... αλλά ακόμα κι αν δεν μπορούσα πλέον να διαβάσω ρωσικά (μπορώ ακόμη αρκετά καλά, μόνο που δυστυχώς σπάνια έχω την ευκαιρία, ακόμα κι αν δεν μπορούσα καθόλου, η χαρά και η μεγάλη έκπληξη να διαβάσω εσάς, πολότιμε και ακριβέ μου φίλε, θα μου επανέφερε σε μια σnγμή όλες μου τις γνώσεις: αυτό το ωραίο γράμμα θα το καταλάβαινα σε κάθε περίσταση και σε κάθε γλώσσα. Και τώρα θέλω κατ' αρχάς να σας διαβεβαιώσω πως η δική σας γλώσσα κι όλα όσα έχουνε σχέση με τη παλιά Ρωσία, το αξέχαστο, οικείο Skaska (παραμύθι) κι όλα όσα μου θυμίζετε με το γράμμα σας παραμένουνε για μένα πολύτιμα κι ιερά, ενσωματωμένα για πάντα μέσα στα θεμέλια της ζωής μου! Ναι, αναγκαστήκαμε να υποστούμε πολλές αλλαγές, προπάντων η χώρα σας: αλλά ακόμα κι αν δεν ζήσουμε για να δούμε την ανάστασή της, η βαθειά, η αληθινή Ρωσία που πάντα επιβιώνει έχει αποσυρθεί στις κρυφές της ρίζες, όπως ε(χε κάνει παλιά κάτω από το ζυγό των Τατάρων.
Ποιος μπορεί να αμφιβάλλει ότι βρ(σκεται εκε( και, μέσα στο σκοτάδι της, αθέατη από τα ίδια της τα παιδιά, αργά, με κείνη την ιερή της βραδύτητα, ανασυγκροτείται για ένα πιθανώς πολύ απώτερο μέλλον! Η ίδια σας η εξορία, η εξορία τόσο πολλών από τους πιο πιστούς της, τρέφει αυτή τη κατά κάποιον τρόπο υπόγεια προετοιμασία: διότι όπως η αληθινή Ρωσία έχει κρυφτεί κάτω από τη γη, μες στη γη, έτσι κι όλοι σεις έχετε απλώς απομακρυνθεί για να μείνετε mστοί στη προσωρινή της αποχώρηση.
Με πόση δύναμη και πόση συγκίνηση, αγαπητέ Λεονίντ, το 'νιωσα αυτό πέρσι στο Παρίσι: εκεί ξαναβρήκα παλιούς Ρώσους φιλους και γνώρισα καινούργιους κι η πρόσφατη δόξα του γιου σας Μπορίς με άγγιξε από πολλές πλευρές. Και χρονικά επίσης τα ποιήματά του ήταν το τελευταίο που προσπάθησα να διαβάσω εκεί: τα δικά του πολύ ωραία ποιήματα (σε μικρή ανθολογία του Ιλιά Έρενμπουργκ, που δυστυχώς τη χάρισα ύστερα στη ρωσίδα χορεύτρια Μίλα Σιρούλ- δυστυχώς: γιατί από τότε αρκετές φορές θέλησα να τα ξαναδιαβάσω). Και τώρα με συγκινεί να ξέρω πως όχι μόνο κείνος, ο ήδη αναγνωρισμένος ποιητής νέας γενιάς, δεν έχει πάψει να με θυμάται και να επικοινωνεί με το έργο μου, αλλά και πως για όλους τους δικούς σας η ύπαρξή μου έχει παραμείνει αντικείμενο αγάπης και συμπάθειας, πως εσείς, αγαπητέ φίλε, επιτρέψατε να ευδοκιμήσει και να μεγαλώσει στους δικούς σας η θύμηση κι η αγάπη σας για μένα, πολλαπλασιάζοντας έτσι επ' άπειρον αγαθό που μου ε{ναι πάντα πολύτιμο.
Το ότι γνωρίζω πως ζείτε κι εργάζεστε σε σχετικά φυσιολογική κατάσταση, έχοντας γύρω σας μέρος από την οικογένειά σας, είναι για μένα κάτι πολύ ευχάριστο! Κι όσο κι αν είμαι προκατειλημμένος ως προς το να ζωγραφίζουν το πορτραίτο μου, όταν το επιτρέψει η απόσταση κι ιδωθούμε ξανά, θα 'μαι περήφανος να πάρω ταπεινή θέση στη σειρά των μοντέλων σας. Αλλά πολύ πιθανότερο είvαι να συναντήσετε σεις τη Κλάρα Ρίλκε, που μένει πάντα στη Γερμαvία, κοντά στη Βρέμη ή μαζ{ με τη κόρη μας, που ζει παντρεμμένη με κτηματία στη Σαξονία και που με την άφιξη μιας δικής της κόρης -είναι ήδη πάνω από δύο χρόνια- μ' έχει κάνει παππού!
Γνωρίζετε ότι πριν από τον πόλεμο, το Παρίσι είχε γίνει σιγά-σιγά μόνιμος τόπος διαμονής μου. Όταν άρχισε η συμφορά του μεγάλου πολέμου, το 1914, βρέθηκα τυχαία στο Μόναχο κι εκεί περίμενα να περάσουv τα φοβερά, ατέλειωτα και σχεδόν θανατηφόρα χρόνια. Το 1919 μετακόμισα στην Ελβετία, όπου πλέον μένω στο υπέροχο Καντόνι του Βαλέ, που θυμίζει τοπία Ισπανίας και Προβηγκίας, πάνω από τη Σιέρ, σε παλιό μικρό πύργο του 13ου αιώνα, σε απόλυτη απομόνωση, κι ασχολούμαι με τη δουλειά μου και με τα τριαντάφυλλα του μικρού μου κήπου. Πότε-πότε πηγαίνω από κεί για μερικούς μήνες στο Παρίσι ή στην Ιταλία, όταν η πολύ μεγάλη μοναξιά της κατοικίας μου, που τόσα πολλά της οφείλω, απειλεί να γίνει αβίωτη και να μετατραπεί σε συμφορά. Προς το παρόν δεν βρίσκομαι στο σπίτι μου, αλλά, ήδη απ' το Δεκέμβρη σ' αυτό το σανατόριο του
Βαλ-μοv πάνω από το Τεριτέ, εξαιτίας ορισμένων ενοχλήσεων της ως τώρα πάντα σταθερής υγείας μου. Γι' αυτό κι η καθυστερημένη μου απάντηση. Από εδώ δεν γράφω σχεδόν κανένα γράμμα.
Τώρα όμως ελπίζω να ξεχάσετε με αυτές τις σελ(δες τη καθυστέρησή μου και να τη συγχωρήσετε. Δώστε τους εγκάρδιους χαιρετισμούς μου σ' όλους τους δικούς σας και δεχτείτε τις ευχαριστίες μου κι ένα θερμό εναγκαλισμό.
Δικός σας
Ράινερ Ρίλκε
Υ. Γ. Μόλις τώρα το χειμερινό τεύχος του Commerce, του πολύ ωραίου, μεγάλου παρισινού περιοδικού που το εκδίδει ο Πολ Βαλερί, δημοσίευσε πολύ εντυπωσιακά ποιήματα του Μπορίς Παστερvόκ στη γαλλική απόδοση της Ελέν Ιζβόλσκι, που τη συνόντησα επίσης στο Παρίσι.
4η επιστολή: Μπορίς Παστερνάκ προς Μαρίνα Τσβετάγιεβα
Μόσχα, 25 Μάρτη 1926
Επιτέλους, είμαι μαζ( σου. Έτσι όπως είναι όλα ξεκάθαρα μέσα μου και καθώς πιστεύω στη μοίρα, θα μπορούσα να σωπάσω, να αποδώσω τα πάντα σ' αυτή, που με κάνει να χάνω το μυαλό μου, που δεν μου αξίζει, που παρουσιάζεται τόσο αφοσιωμένη απέναντ( μου. Επειδή όμως αυτή η σκέψη περιέχει τόσα αισθήματα για σένα -αν δεν τα περιέχει όλα- δεν μπορώ να τα βγάλω πέρα μαζί της. Σ' αγαπώ τόσο δυνατά, τόσο απόλυτα, που θα καταντήσω έρμαιο αυτού του αισθήματος, σαν να κολυμπώ μέσα σε θύελλα και θέλω το αίσθημα αυτό να με ξεπλύνει, να με γυρίσει στο πλάι, να με κρεμάσει ανάποδα, με σπαργανώνει, θα γiνω παιδί, το πρώτο και μοναδικό παιδί ενός κόσμου που ξεπρόβαλε μαζί σου και μαζί μου. Οι 3
τελευταίες λέξεις δεν μ' αρέσουν. Για τον κόσμο θα μιλήσουμε παρακάτω. Ας μη τα πούμε όλα μονομιάς. Τότε θα σβήσεις και θα αντικαταστήσεις το συ. Μα τι κάνω που θα με δεις να κρέμομαι στον αέρα με το κεφάλι κάτω και τα πόδια ψηλά;
Για 4ο βράδυ γυρεύω στις τσέπες του παλτού μου κομμάτι από την ομιχλώδη κι υγρή, τη γεμάτη καταχνιά και καπνό νυχτερινή Πράγα, με γέφυρα εκεί μακρυά, πότε ξαφνικά μ' εσένα μπρος στα μάτια μου, πότε παίρνοντας στη τύχη στίχο, πότε ανασυροντας έναν άλλο από τη μνήμη μου και με σπασμένη φωνή, τους αφιερώνω σ' αυτή την άβυσσο του τραυματικού λυρισμού που περιέχει την απλοχωριά του Μικελάντζελο και τη σιωπή του Τολστόι, κι ονομάζεται ποίημα του τέλους. Έπεσε τυχαία στα χέρια μου, δακτυλογραφημένο χωρίς σημεία στίξης. Τι άλλο να πω, αν όχι να περιγράψω το τραπέζι που πάνω του κείτεται;
Μου θύμισες το Θεό μας, τον ίδιο μου τον εαυτό, τα παιδικά μου χρόνια, κείνη τη χορδή μέσα μου που μ' έκανε πάντα να κοιτώ το μυθιστόρημα σαν εγχειρίδιο (καταλαβαίνεις τίνος πράγματος) και το λυρικό ποίημα σαν ετυμολογία του αισθήματος (αν δεν κατάλαβες τα περί εγχειριδίου). Ειλικρινά, ειλικρινά. Έτσι ακριβώς, αυτό ακριβώς είναι το νήμα που πλέκει τη πραγματικότητα. Αυτό ακριβώς που κάνει πάντα ο άνθρωπος και δεν το βλέπει ποτέ. Έτσι θα πρέπει να σαλεύουν τα χειλη μεγαλοφυΐας, πλάσματος που βρίσκεται εκτός εαυτού. Έτσι, έτσι ακριβώς, όπως στα εισαγωγικά μέρη αυτού του ποιήματος. Με πόση συγκίvηση το διαβάζεις! Σαν να παίζεις τραγωδία. Τονίζεται κάθε αναστεναγμός, κάθε απόχρωση. Ίσως κάτι μου ξέφυγε, το ποίημα βρίσκεται εδώ δεξιά μου, μπορώ να του ρίξω ματιά και να το επαληθεύσω, αλλά δε θέλω, είναι εδώ ζωντανό, το θυμάμαι απέξω, όλες αυτές τις μέρες το 'χω μπρος μου μαζί μ' όλα αυτά τα εmιφωvήματα όπως "ουρανοκατέβατη ευτυχία μου", "αyαπημέvη", "εκπληκτική", "Μαρίνα", ή οποιονδήποτε άλλο ασυναίσθητο ήχο μπορείς, ανασηκώνοντας τα μανίκια, να βγάλεις από τα κατάβαθά μου.
Έτσι επηρεάζει και τους ανθρώπους. Αφού τους το διαβάσω, αφού τους το διαβάσω έτσι εγώ, ολόγυρα απλώνεται σιγαλιά, υποταγή, ατμόσφαιρα που μέσα της αρχίζει αυτό "το κολύμπι μες στη θύελλα". Πώς γίνεται αυτό; Μερικές φορές, με κίνηση του φρυδιού μου. Κάθομαι σκυφτός, καμπουριασμένος, γερασμένος. Κάθομαι και διαβάζω, σαν να με βλέπεις και σ' αγαπώ και θα ήθελα να μ' αγαπάς κι εσύ. Έπειτα, όταν οι ακροατές αναγεννηθούνε σύμφωνα με τα δικά σου μέτρα, τη δική σου σοφία και τη δική σου αψεγάδιαστη βαθύτητα, αρκεί, με κίνηση του φρυδιού μου και δίχως ν' αλλάξω στάση, να ψιθυρίσω: "Α! Τι λέτε λοιπόν; Τι σπουδαίος άνθρωπος, ε;", ώστε η καρδιά μου, που ξανοίγεται τη στιγμή της πολυλογίας της, αλλά, παρ' όλες τις ακριτομυθίες, προστατεύεται από την ίδια της τη φύση, ν' αρχίσει να βυθίζεται στα απέραντα διαστήματα που χάραξες εσύ.
Πόσο μεγάλη, πόσο διαβολικά μεγάλη καλλιτέχνιδα είσαι, Μαρίνα! Δε πρόκειται να πω τίποτ' άλλο για το ποίημα, ειδεμή θα πρέπει να παρατήσω σένα, να παρατήσω τη δουλειά μου, να παρατήσω τους δικούς μου, να σας γυρίσω τη πλάτη και ν' αρχίσω να γράφω ασταμάτητα για τη τέχνη, για τη μεyαλοφυία, για τις αποκαλύψεις της αντικειμενικότητας ως θέματος που, στη πραγματικότητα, ουδέποτε συζητήθηκε από κανένα, για το ταλέντο της ταύτισης με τον κόσμο, επειδή στο επίκεντρο όλων αυτών των υψιπετών εννοιών στοχεύει το κλεισιοσκόπιό σου, όπως κάθε πραγματικό έργο τέχνης. Έχω μόνο μικρή παρατήρηση να κάνω σχετικά μ' έκφραση. Φοβάμαι ότι το λεξιλόγιό μας δεν συμπίπτει πάντα, ότι μολονότι κι οι δυο μας αποτραβηχτήκαμε από τον κόσμο από τα παιδικά μας χρόνια ακόμη, δεν απαλλαyήκαμε με τον ίδιο τρόπο από κάποια κυρίαρχα στερεότυπα. Εσύ άφησες ίσως τις λέξεις "Καλλιτέχνης" κι "αντικειμενικότητα" στην ορολογiα των κύκλων που προέρχεσαι. Αν συμβαίνει αυτό, τότε είναι φυσικό ν' ακούς μέσα τους κάποιους απόηχους της Σίφτσεκ-Βράζεκ, τυλιγμένους στους καπνούς των τσιγάρων, λεκιασμένους από κρασί, αχρηστευμένους και παρατημένους για πάντα σε κάποια φιλόξενη σκάλα.
Εγώ όμως τις πήρα μαζί μου και δεν πρόκειται να πω το παραμικρό για τη δεξιοτεχνία. Αν στη λέξη αυτή δεν συμπυκνώνεται ολόκληρη η θεολοyiα μου, τότε χρειάζεται ένας ολόκληρος ασήκωτος τόμος. Όσο για την αντικειμενικότητα, να τι έχω να πω: Με τον όρο αυτό προσδιορίζω την ασύλληπτη, τη μαγική, τη σπάνια αίσθηση που εσύ κατέχεις στον ύψιστο βαθμό. Με δυο λόγια, ιδού περί τίνος πρόκειται. Καθώς θα διαβάζεις τα γραπτά μου, αναλογίσου αν σου ταιριάζουνε, θυμήσου τα ποιήματά σου, βοήθα με.
Όταν ο Πούσκιν έλεγε, (εσύ το ςέρεις καλύτερα από μένα, συγχώρησε την άγνοια και τις ανακρίβειές μου): "Ξέρετε, η Τατιάνα μου ετοιμάζεται να παντρευτεί», ίσως η διατύπωση αυτή να ήταν, σε σχέση με την εποχή της, νέα, δροσερή έκφραση αυτής της αίσθησης. Για να εκφράσω την αίσθηση που λέω, ο Πούσκιν δεν θα 'πρεπε να μιλά για τη Τατιάνα, αλλά για ολάκερο το ποίημα: Ξέρεις, διάβασα τον Οvέγκιν, όπως κάποτε διάβαζα τον Μπάιρον.
Δεν μπορώ να φανταστώ ποιος έγραψε αυτό το ποίημα. Ως ποιητής, είναι σημαντικότερος από μένα". Υποκειμενικά, πρόκειται για ό,τι ακριβώς έγραψε ο ποιητής. Αντικειμεvικά, πρόκειται για ό,τι τώρα διαβάζει ή διορθώνει στα τυπογραφικά δοκίμια, για κάτι που έχει γραφεί από πλάσμα που υπερέβη τον εαυτό του.
Και ξάφνου να σε, δίχως να σ' έχω δημιουργήσει εγώ, yενvημένη για να ανταποκριθείς στο κάθε μου σκίρτημα με κάθε ίνα του κορμιού σου. Είσαι παθιασμένα δική μου κι όχι δικό μου δημιούργημα, έτσι ονομάζεται το αίσθημα που δοκιμάζω...
(τέλος αποσπ.)
